καὶ κύων αὐτοῦ στέλεχος ἔτεκε , καὶ ὃς ἐκέλευσεν αὐτὸ κατορυχθῆναι , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἔφυ ἄμπελος πολυστάφυλος : διὸ | ||
Θηρογόνον ] ὀνομαζόμενον λόφον : ἅμα γὰρ τῷ τὴν πρεσβῦτιν κατορυχθῆναι ἑρπετῶν πλῆθος ἐκ τῆς ἀκρωρείας ἐξέρχεται καὶ τὰ περιιστάμενα |
γὰρ σῶμα κινοῦν καὶ κινεῖται : ἢ γὰρ ὠθοῦν ἢ ἕλκον ἢ δινοῦν ἢ ὀχοῦν ἢ † ῥιπτούντων ἄλλος λόγος | ||
γὰρ τῶν ἁπλῶν τε καὶ πρώτων μορίων , τὸ οἰκεῖον ἕλκον ἀπὸ τῆς οἰκονομηθείσης τροφῆς , κατέχει μὲν πρώτως , |
ἁλύσει δέδεται . Ὁ οὖν ἡγούμενος ἀδίκως δεδικάσθαι ἐπιλαμβάνεται τῆς ἁλύσεως , καὶ ἕλκει τὴν θυρίδα , καὶ ὁ βασιλεὺς | ||
καὶ τὸ πρῶτον ἐξεργασάμενος ἐπάξει τὸ δεύτερον ἐχόμενον αὐτοῦ καὶ ἁλύσεως τρόπον συνηρμοσμένον ὡς μὴ διακεκόφθαι μηδὲ διηγήσεις πολλὰς εἶναι |
δυσβάστακτον , κατεδικάσθη γὰρ ὑπὸ Διὸς ὑπανέχειν τὸν οὐρανὸν δίκην κίονος . . τὸν γηγενῆ ] μυθεύεται ὅτι οἱ Τιτᾶνες | ||
ῥόδων ἄνθος καὶ αὐτὰ τὰ ῥόδα ξηρά . Φλεγμαίνοντος τοῦ κίονος , τῶν ἀναστελλόντων βοηθημάτων χρεία : στυπτικῆς οὖν αὐτὰ |
καὶ ἰδοὺ περισπᾶται καὶ διὰ καθαροῦ τοῦ ος κλίνεται , βοός γάρ : καὶ ἐπὶ ἄλλων δὲ εἰς ους τρέπουσι | ||
τὸ ἐπισταδὸν ἀντὶ τοῦ ἐπιστατικῶς καὶ ἀμετακινήτως . φορβάδος ἀμφὶ βοός : ὑπὲρ νομάδος καὶ εὐτραφοῦς βοός . . . |
ἐκ τῆς Λιβύης ὁρᾶσθαι ἐσπετομένην , οὐχ οἵαν κατὰ τὰς ἀγελαίας πελειάδας τὰς λοιπὰς εἶναι , πορφυρᾶν δέ , ὥσπερ | ||
/ [ Γηρυόνην ] ἔκτεινε [ καὶ ἤγαγε ] βοῦς ἀγελαίας : / ἑνδέκατον δ ' ἐξ Ἅιδου ἀνήγαγε [ |
πέριξ ἑλίξας εἷλκε . . ὁμοῦ λαβὼν γυναῖκα πέτραν δρῦν μεταλλάσσων ἀεί . τήν τοι Δίκην λέγουσι παῖδ ' εἶναι | ||
. . . εἷλχ ' ὁμοῦ λαβὼν γυναῖκα πέτραν δρῦν μεταλλάσσων ἀεί . τήν τοι Δίκην λέγουσι παῖδ ' εἶναι |
βεβολημένος ἦτορ ἐξ ὀρέων ἔλθῃσι λύκος χατέων μάλ ' ἐδωδῆς ποίμνης πρὸς σταθμὸν εὐρύν , ἀλευόμενος δ ' ἄρα φῶτας | ||
κρούεις . ” Λύκος ποτ ' ἄρας πρόβατον ἐκ μέσης ποίμνης ἐκόμιζεν οἴκαδ ' : ᾧ λέων συναντήσας ἀπέσπας ' |
τὸ τοῦ Ἱππολύτου : οὗ πᾶσα μὲν χθών : οὗτινος ταύρου βοῶντος πᾶσα ἡ γῆ φωνῆς ἐπληρώθη : φρικῶδες : | ||
γυναῖκας ἐξοκίλλειν εἰς ἀλλοκότους ἔρωτας ⋮ Μυθεύεται , ὅτι ἠράσθη ταύρου νεμομένου ἡ Πασιφάη , Δαίδαλον δὲ ποιῆσαι βοῦν ξυλίνην |
κυρίως οἱ ἱεροὶ τῶν θεῶν τόποι ἄμυστις εἶδος ποτηρίου ὡς πέμμα ξηρανθὲν τὸ αἷμα τοῦ φόνου ἀνωμάλως διατιθέμενος , ἐκ | ||
μὲν διέστησαν αὐτοῦ τὸ στόμα , ὁ δὲ ἐνέθηκε τὸ πέμμα καὶ πάλιν τὸ κρέας , εἶτα τὸ μελίκρατον κατήρασε |
ἀπόστασιν οἰκέτας , τετρακοσίους ὄντας . εἶτα ἀναλαβὼν διάδημα καὶ περιβόλαιον πορφυροῦν καὶ ῥαβδούχους καὶ τὰ ἄλλα σύσσημα τῆς ἀρχῆς | ||
σφενδονητικῇ ἀντὶ σκοποῦ κείμενον ὑπὲρ σανίδος . σίσυρνα δὲ παχὺ περιβόλαιον ἢ δερμάτινον ἱμάτιον ἡ λεγομένη γούννα × ἥντινα Σιμωνίδης |
συνάγουσάν τε αὑτὴν καὶ συσπειρωμένην , εἶτα ἐκ μέσης τῆς συστροφῆς ὀρθουμένην τε τὴν κεφαλὴν ἴδοις ἂν καὶ ὀργῇ ζέουσαν | ||
εὐρυχωρίην , καὶ τοῦ μὲν ὕδρωπος τὸ ἀποκριθὲν ἀπὸ τῆς συστροφῆς ἔρχεται , ἅτε ψυχρότατον καὶ βαρύτατον ἐὸν ἐν τῷ |
ἄλλοις πρόσμισγε καὶ δίδου μετὰ μελικράτου πρὸς δύναμιν . Οὖρα συάγρου ἐν καπνῷ ὑποξηράνας καὶ λειώσας δίδου ἐξ αὐτοῦ κυάμου | ||
, ἀποκρίνασθέ μοι τίς μνημονεύει κατὰ τὸ σύνθετον ὁμοίως ἡμῖν συάγρου ἐπὶ τοῦ συὸς τοῦ ἀγρίου . Σοφοκλῆς μὲν γὰρ |
μετασκευασάμενοι , διὰ νυκτὸς ὡς οἰκέται τοῦ δεσμωτηρίου προελθόντες , σχοινίῳ καὶ ἱματίοις κατὰ μῆκος παρεσχισμένοις συνδήσαντες αὑτοὺς ἀπὸ τῶν | ||
βόας : ἡ δὲ δάμαλις κρατηθεῖς ' ἐδεσμεύθη καὶ τῷ σχοινίῳ τοῖς κέρασι πλακέντι εὐθὺς εἵλκετο αὐτίκα τοῦ τυθῆναι . |
, εἰς Σέριφον ἦλθε καὶ δείξας ταύτην τῷ Πολυδέκτῃ , λίθινον αὐτὸν ἐποίησεν . καὶ τοῦτο δὲ γελοιότερον , ἄνδρα | ||
διαβοήσας εἶπεν ὁ Χαρικλῆς , Οὐκοῦν τὸ θῆλυ , κἂν λίθινον ᾖ , φιλεῖται . τί δ ' , εἴ |
τῆς Σμύρνης διὰ ἔργον ἀθέμιστον ἑαυτὸν ἀνεῖλε , τὸ δὲ βρέφος Διὸς βουλῇ τρεφόμενον ὠνόμασαν Ἄδωνιν καὶ αὐτὸν Ἀφροδίτη πλεῖστον | ||
μὲν ἡ τροφὸς ἀντιλαμβάνεται τῆς σφίγξεως , μᾶλλον δὲ τὸ βρέφος τῷ ἐξ αὐτῆς γάλακτι τρεφόμενον . διὸ καὶ τοὐναντίον |
τὸν τούτου ὑποκριτήν . ἔρυθρον ] κόκκινον . . , βεβαμμένον κοκκίνῳ . τοῖς παιδίοις ] τοῖς θεαταῖς , τοῖς | ||
αὐτῶν : οἶμαι δέ , ὅτι ἔριον ἐπετίθουν ἐκ κογχύλης βεβαμμένον . τῇ κόγχῃ ] τῷ κογχυλίῳ . πάνυ Γ |
. τῷ Οἰδίποδι ξυνετόν : ἄλλως : συνετόν τινες τὸ βαθύτατον . μέλος τὸ αἴνιγμα εἶπεν , ἐπεὶ μετὰ μέλους | ||
ἀναγκαῖα ἀφέλῃς μηδὲ εἰς φῶς ἀναγαγὼν τηλαυγέστατον ἐξ ὑπαρχῆς εἰς βαθύτατον σκότος ῥίψῃς . ἐξίσταμαι | τῶν λαμπρῶν ἐκείνων , |
χηνός , χοίρου , βοός , ἀρνός , οἰός , κάπρου , αἰγός , ἀλεκτρυόνος , νήττης , κίττης , | ||
δ ' ἑξῆς : τοῦ κρατοβρῶτος τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀτρέστου κάπρου χώραν διδόντες . τοῦ Τυδέος υἱοῦ Διομήδους . κρατοβρὼς |
, καὶ μᾶλλον ἑφθὸν ἐν ὕδατι , κάρδαμον , δάκρυον ἐλαίας Αἰθιοπικῆς , χρυσοκόλλα , λευκὸς ἐλλέβορος , μέλας , | ||
αἰὲν ἐν φύλλοισι ] ἤτοι ἀεὶ θαλλούσης . . ξανθῆς ἐλαίας καρπὸς εὐώδης πάρα ] πάρεστι γοῦν ταῖς ἐμαῖς χερσὶ |
βρέγματος ἐπιτιθέναι χρὴ ἡλιοτροπίου τοῦ σκορπιούρου καλουμένου φύλλα , κολοκύνθης ξέσματα , σικύου πέπονος τὸ περικείμενον τῇ σαρκὶ δέρμα , | ||
στόμαχον κύστιν πληρώσας ὕδατος ψυχροῦ ἢ χιόνα ἐπίβαλλε ἢ κολοκύντης ξέσματα . Ἐκκαιομένοις δ ' ἄδιψον καταπότιον : σικύου ἡμέρου |
ὁδὸν συνηπείγετο , καὶ χωρίδιόν τέ τι περιεσκόπει καὶ πρὸς αἰπολίου τινὸς βοτῆρος ἑαυτὸν ἐνέτεινε βίον : τοὺς δὲ λόγων | ||
ὄρος ποιμαινομένων αἰγῶν , ἐφύλασσε δὲ ὁ κύων ὁ τοῦ αἰπολίου φρουρός . Ἀρεσθάνας δὲὄνομα γὰρ τῷ ποιμένι τοῦτο ἦνὡς |
τῶν ὅλων ὑφίσταται γένεσιν , ἀφ ' ἧς τὸ πᾶν ῥιζωθὲν εἰς ὃ νῦν βλέπομεν ἥκει κατάστημα . Παλαιοὶ γὰρ | ||
τε καὶ λίθους σπείροντας , οὗ μήποτε φύσιν τὴν αὑτοῦ ῥιζωθὲν λήψεται γόνιμον , ἀπεχομένους δὲ ἀρούρας θηλείας πάσης ἐν |
χρεία κελεύῃ , ἐπιτήδειόν ἐστιν . εἴ τις θυίαν ἐκ μολύβδου κατασκευάσας μετὰ δοίδυκος μολυβδίνου ῥόδινον ἐμβαλὼν ἢ ὀμφάκινον ἔλαιον | ||
, ἢ τὸ ῥόδινον μετὰ πολυγόνου χυλοῦ ἢ ἀρνογλώσσου : μολύβδου δὲ πλύμασιν ἐπὶ πᾶσιν χρηστέον ἢ ῥοδίνῳ κατ ' |
δικάζεσθαι . Πτωχότερος κιγγάλου : κίγγαλος πτηνὸν γυμνόν . Πτερὸν ἀετοῦ πτεροῖς ἄλλων μιγνύεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἄμικτα μιγνυόντων | ||
λίθον ὑπόθες γίγαρτον σταφυλῆς καὶ τὸ ἄκρον τοῦ πτεροῦ τοῦ ἀετοῦ εἴτε ἱέρακος καὶ κατακλείσας φόρει . διαφυλάξει σε γὰρ |
στήθους θῶσιν , ἀπαλλάττονται παραχρῆμα τῆς ἐπισημασίας : καθὼς ἱστορεῖ Χρύσερμος ἐν ιγʹ Περὶ ποταμῶν . . . . , | ||
' ἐφθαρμένον ὑπάρχῃ , τὴν ἠλλαγμένην ὑγρασίαν ἀποπτύει , καθὼς Χρύσερμος ἐν γʹ Περὶ ποταμῶν . . . , : |
ἀλλ ' ἀνθοσμίᾳ καὶ πέπονι νεκταροσταγεῖ . εἶναι γὰρ ἐν Ἰκάρῳ φησὶ Σῆμος Πράμνιον πέτραν καὶ παρ ' αὐτῇ ὄρος | ||
οἱ μὲν γὰρ Δρακάνῳ ς ' , οἱ δ ' Ἰκάρῳ ἠνεμοέσσῃ φάς ' , οἱ δ ' ἐν Νάξῳ |
τοῦ ὡραία : † * * ἤγουν ἡ θυγάτηρ τῆς Στυμφαλίδος . πολεμικήν , ἱππικωτάτην . ἐγέννησεν . πλείστου ἄξιον | ||
παράδοξον εἴρηται καὶ τὸ περὶ Ἐρασῖνον τὸν ἐκδιδόντα ἐκ τῆς Στυμφαλίδος λίμνης εἰς τὴν Ἀργείαν νυνί , πρότερον δ ' |
ὁ χυλὸς αὐτῆς , ἐν ἡλίῳ πρότερον ἐπ ' ὀλίγον ψυγείσης , εἶτα τριφθείσης . εἰ δέ τις μετὰ τὴν | ||
δὲ τῆς ἐν αὐτῷ λεπτομεροῦς ὑγρότητος , εἶτα τῆς ὑπολοίπου ψυγείσης τε καὶ οἷον πῆξίν τινα λαβούσης , καὶ διὰ |
Μυελὸν αἴγειον περίχριε καὶ ἰᾶται : ἢ στέαρ αἴγειον ἢ προβάτειον ἀποβρέχων εἰς ὕδωρ θερμὸν ἐπιτίθει , ἢ λινοσπέρμου χυλὸν | ||
μίξας εἰς τὰ αὐτὰ λείοις χρῶ . ἄλλο . ἀστράγαλον προβάτειον καύσας ὁμοίως χρῶ . ἄλλο . κριθὰς ὀπτήσας μεθ |
, ἢ εἱμαρμένην , ἢ τὸν πέντε ἀριθμόν , ἀστέρα ζωγραφοῦσι . θεὸν μέν , ἐπειδὴ πρόνοια θεοῦ τὴν νίκην | ||
βαρβάροις καὶ περισσῶς ἐστι ζηλωτός , καὶ τὸν μῦθον τοῦτον ζωγραφοῦσι καὶ ταῖς θυγατράσιν οἱ πολλοὶ τῶν δυναστῶν ὄνομα τίθενται |
καὶ οὗτος μέν φησιν αὐτοὺς τέσσαρας . Ἄργον Φρόντιν Μέλανα Κυτίσωρον : Ἐπιμενίδης δὲ πέμπτον προστίθησι Πρέσβωνα . . . | ||
καὶ οὗτος μέν φησιν αὐτοὺς δ , Ἄργον Φρόντιν Μέλανα Κυτίσωρον , Ἐπιμενίδης δὲ πέμπτον προστίθησι Πρέσβωνα . . . |
Δηίφοβος , Ἀχιλλεὺς κατ ' ὄναρ . πεντάλεκτρον θυάδα ἤτοι βάκχην τὴν Ἑλένην καλεῖ : πέντε γὰρ ταύτην ἔγημαν ἄνδρες | ||
βάκχης ἄγαλμα ἐκ λίθου Παρίου πεποιημένον ἀλλαττόμενον πρὸς τὴν ὄντως βάκχην . ἐν γὰρ τῇ οἰκείᾳ τάξει μένων ὁ λίθος |
τὴν ὁμοίαν θεοφορίαν τυχοῦσαι τῆς ἐπικλήσεως , ἐκ Βατείας δὲ Ἐριχθόνιος καὶ Ἶλος . . . . Β . , | ||
τῆς ἀκροπόλεως αὑτὰς ἔρριψαν . ἐν δὲ τῷ τεμένει τραφεὶς Ἐριχθόνιος ὑπ ' αὐτῆς Ἀθηνᾶς , ἐκβαλὼν Ἀμφικτύονα ἐβασίλευσεν Ἀθηνῶν |
τε πόλιν , ἣ καὶ τὰ εἴδη δέχεται θαυμαστῶς τῆς Ἰνδίας : τῶν δὲ τοῦ σώματος μερῶν γονάτων τε καὶ | ||
τρεῖς , Φοινίκης Πισιδίας καὶ Αἰθιοπίας . Σώλιμνα , πόλις Ἰνδίας , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν ἑνδεκάτῳ . τὸ ἐθνικὸν Σωλιμναῖος |
δοκεῖ καὶ αὐτὴ δύο θηρῶν , ἐς ταὐτὸ συνελθόντων , καμήλου τε καὶ παρδάλεως . ἀνὴρ γὰρ Ἰνδὸς διὰ Γάζης | ||
ἰάϲῃ . Ὀριβαϲίου πρὸϲ ἀλωπεκίαϲ . μυοχόδων # α ὄνθουϲ καμήλου ε κεκαυμένουϲ κριθῆϲ κεκαυμένηϲ δράκα δάφνηϲ δεϲμίδιον χειροπληθὲϲ κεκαυμένον |
μὴ ψύχηται μηδ ' ἀποξηραίνηται . καὶ ἤδη φασί που ἀναφῦναι , καθάπερ καὶ ἐν Ἡρακλείᾳ τῇ Τραχινίᾳ , τὰς | ||
τῆς ΛΥΧΝΙΔΟΣ λέγων Ἀμερίας ὁ Μακεδὼν ἐν τῷ Ῥιζοτομικῷ φησιν ἀναφῦναι αὐτὴν ἐκ τῶν Ἀφροδίτης λουτρῶν , ὅτε Ἡφαίστῳ συγκοιμηθεῖσα |
σόγχος ὁ μηδέπω ξηρανθείς , στρατιώτης , τρίβολοι ἀμφότεροι , φοίνικος τῶν κλάδων ὁ χυλὸς καὶ ὁ ἐγκέφαλος καὶ ὁ | ||
τῶν χειρῶν στέφανον περσαίας , τῇ δ ' ἑτέρᾳ ῥάβδον φοίνικος : ἐκαλεῖτο δὲ αὕτη Πεντετηρίς . Ταύτῃ δ ' |
ποιήσειεν , οὐ δυνήσεται ἐξ αὐτῆς χωρέειν τὸ ἔλαιον , ἔπνιξε γὰρ τὴν ὁδὸν τὸ ἄλειφα , ἅτε πολλὸν καὶ | ||
, καὶ περιθεὶς τὴν χεῖρα τῷ τραχήλῳ κατέσχεν ἄγχων ἕως ἔπνιξε , καὶ θέμενος ἐπὶ τῶν ὤμων ἐκόμιζεν εἰς Κλεωνάς |
Κρήτης : ὄνομα τόπου . Οὐρανίδης : ἢ Κρόνος . νεοθηλέα : νέον . Ἀμφίλλεξε : πρόκρινε . Ἀμφεβάλοντο : | ||
λαβών . καὶ Ἀνακρέων δέ φησιν : οἷά τε νεβρὸν νεοθηλέα γαλαθηνόν , ὅς τ ' ἐν ὕλῃ κεροέσσης ἀπολειφθεὶς |
τοῦ αἰγὸς δοράν : “ ἂν δὲ νάκην ἕλετ ' αἰγός . ” νάπαι οἱ ὀρεινοὶ τόποι . νάσθη ᾠκίσθη | ||
' ἠελίοιο γάνυνται . ἐνθάδ ' ἀνὴρ μελέεσσιν ἐφεσσάμενος δέρος αἰγός , δοιὰ κέρα κροτάφοισι περὶ σφετέροισιν ἀνάψας , στέλλεται |
γίνεσθαι περὶ τὰ ἀγάλματα . ἄκμηνοι : ἄφαγοι . καὶ Νίκανδρος : ἄκμηνοι σίτων . τὸ ἑξῆς : παρ ' | ||
ἐπισπᾶται , Ἐπικλῆς δὲ ἐκπιέζηται καὶ ἐκθλίβηται , ὡς καὶ Νίκανδρος ἐξηγεῖται . | ἀναλελάφθαι : ἀνειλῆφθαι . ἅλις : |
τοῦ ὀμφαλοῦ μετὰ τὴν τρίτην ἢ τὴν τετάρτην ἡμέραν , κογχύλης ὄστρακον κεκαυμένον ἐπίπασσε τῷ τόπῳ λεῖον ἢ ἀστράγαλον χοίρου | ||
ἀνάλειψις τοῦ ἐλαίου . Λαβὼν ἀμιάντου # ιγʹ , αἵματος κογχύλης # θʹ , ὠὰ χρυσοπτέρων ἱεράκων # εʹ , |
γῆ καὶ λόφοι ἦσαν , ἐμοὶ δοκεῖν , ἐκ τῆς ἰλύος ἣν κατέπινε συνιζάνουσα . ὕλη γοῦν ἐπ ' αὐτῆς | ||
ὁμοίως ἡμῖν τὴν ἀκατέργαστον . χέραδος σωρὸς λίθων μετ ' ἰλύος . χερνῆτις ἡ ἀπὸ τῶν χειρῶν ζῶσα . χεῦαι |
ὁρῶσι νικῶντας ὁπότεροι ἂν πλέον διδῶσιν . ἀλλὰ καὶ τῶν φυομένων ἐκ τῆς γῆς τὰς δυνάμεις οἱ παῖδες πρόσθεν μὲν | ||
, τοῦτο μὲν ὑπὸ τῆς τῶν σπειρομένων ἐν ταὐτῷ καὶ φυομένων συνεχοῦς καὶ ἐπαλλήλου πυκνότητος , τοῦτο δ ' ὑπὸ |
μὴ οἰδήσασαν ῥαγάδα ποιῆ - σαι , ἐῶσιν ἐπὶ τοῦ δένδρου : δυνατὸν δὲ τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν μήλων γίνεσθαι | ||
καὶ παραπλήσιον τῷ τῆς ῥόας : ἔστι δὲ θάμνου καὶ δένδρου μεταξὺ καὶ παρόμοιον ταῖς ῥόαις , τὸ δὲ φύλλον |
μετὰ μέλιτος χρῶ . [ δʹ . Ποιοῦν λευκὸν καὶ τεταμένον τὸ πρόσωπον . ] Σικύου ἀγρίου τὰς ῥίζας τεμὼν | ||
ἤδη τοῦτο πέρας τοῦ νοητοῦ καὶ τρόπον τινὰ τὸ ἔξω τεταμένον . Διὸ πρώτη ἐνέργειά ἐστιν ἡ τοῦ νοητοῦ νοῦ |
μὴ φῶ , τέκνον . ἔα : ὡς οὐ βλέπεις εὔκηλον ἄσμενός μ ' ἰδών . πόλλ ' ἀνδρὶ βασιλεῖ | ||
. ὀτλησέμεν : ὑποφέρειν τὴν ἄτην ἐσκέψατο . τὸ δὲ εὔκηλον ἀντὶ τοῦ εὐκήλως ἤτοι ἡσύχως . ἀλκή : ἀποφυγή |
ἁπάντων ὀρθῶϲ πραχθέντων . μετὰ δὲ τὴν χειρουργίαν ῥάκοϲ ἁπλοῦν λινοῦν , ὅϲον τὸ μέγεθοϲ τοῦ τραύματοϲ , ῥοδίνῳ δεύϲαντεϲ | ||
παρειῶν ἐρύθημα εὔχρουν ὑπὲρ αὐτὸν τὸν οἶνον , τὸ δὲ λινοῦν τοῦτο χιτώνιον ἀντιλάμπει ταῖς παρειαῖς , τὰ δὲ χείλη |
. ταῦτα δὲ πάντα γελοίου χάριν εἰσάγει κωμικῷ ἔθει . κάπνη ] ἡ κοινῶς καπνοδόχη . ψοφεῖ ] ψόφον ποιεῖ | ||
κυανίζω . Κρονοδαίμων : ἐπὶ τοῦ παλαιοῦ καὶ εὐήθους . κάπνη : ἡ δι ' ἧς ὁ καπνὸς ἀναφέρεται ἐν |
στήσωσι τρία ἐς ἄλληλα κεκλιμένα , περὶ ταῦτα πίλους εἰρινέους περιτείνουσι , συμφράξαντες δὲ ὡς μάλιστα λίθους ἐκ πυρὸς διαφανέας | ||
στερεὸν ὑπάρχειν . Λεύκιππος καὶ Δημόκριτος χιτῶνα κύκλῳ καὶ ὑμένα περιτείνουσι τῷ κόσμῳ . Ἐπίκουρος ἐνίων μὲν κόσμων ἀραιὸν τὸ |
ἡμέραν κοχλίου ὄϲτρακον κεκαυμένον ἐπιπάϲϲειν τῷ τόπῳ λεῖον ἢ ἀϲτράγαλον χοίρου κεκαυμένον ἢ μόλιβδον κεκαυμένον ἐπίχριε μετ ' οἴνου καὶ | ||
ἐλέφαντα ζωγραφοῦσι μετὰ χοίρου : ἐκεῖνος γάρ , ἀκούων φωνῆς χοίρου , φεύγει . Ἄνθρωπον ὀξὺν μὲν κατὰ τὴν κίνησιν |
γὰρ καὶ ὁ ποιητὴς ἔφη : Κνίσση δ ' οὐρανὸν ἷκεν ἑλισσομένη περὶ καπνῷ . καὶ εἰκόιως ἀντιληπικωτέρα γίνεται ἡ | ||
, οὐρούς τ ' ἐξεκάθαιρον : ἀϋτὴ δ ' οὐρανὸν ἷκεν οἴκαδε ἱεμένων : ὑπὸ δ ' ᾕρεον ἕρματα νηῶν |
, καὶ τὸ ἐντὸς ὑγιὲς τηρήσας , ἀνοίξας τε τὸ ἀμύγδαλον , εἰς τὸ ἐντὸς ὃ βούλει καταγράψας , καὶ | ||
. Ἀπὸ μὲν οὖν σπέρματος φυτεύεται πιστάκιον , λεπτοκάρυον , ἀμύγδαλον , κάστανον , δωρακινόν , δαμασκηνόν , στρόβιλος , |
κελαινεφέων πεδίων δεσπόταν : τὸν μὲν πολυχˈρύσῳ ποτ ' ἐν δώματι Φοῖβος ἀμνάσει θέμισσιν Πύθιον ναὸν καταβάντα χρόνῳ ὑστέρῳ , | ||
ἐδειροτόμησεν . Αἲξ οὔπω τέτοκεν , ἔριφος δ ' ἐπὶ δώματι παίζει : ἐπὶ τῶν οὔπω τεχθέντων ἢ γεγονότων , |
ἀνατεινάμενον , ἂν οὕτως τύχῃ , καὶ ἐπὶ σκηνὴν τραγικὴν ἀνερχόμενον λέγειν τὸ τοῦ Σωκράτους ἰὼ ἄνθρωποι , ποῖ φέρεσθε | ||
ἡ φύσις . καὶ ὥσπερ ὁρῶμεν ἐπὶ τῶν ὡρολογιῶν ὅτι ἀνερχόμενον ἢ κατερχόμενον τὸ ὕδωρ διαφόρους ὥρας δεικνύει , καὶ |
τῶν ἀνθρώπων ; τί δ ' οὐχὶ καὶ τὴν τοῦ ὄφεως κατάκρισιν , πῶς στυγητὸς τυγχάνει ἕρπων ἐπὶ τῇ κοιλίᾳ | ||
γυναικὸς εἰπούσης ὅτι ὁ ὄφις ἠπάτησέ με , πυθέσθαι τοῦ ὄφεως , εἰ οὗτος ἠπάτησεν , ἀλλὰ μὴ ἀκρίτως χωρὶς |
' ἑψομένων ἰπνῖταί τε καὶ κριβανῖται . ἀμιγεῖς γὰρ ὄντες σποδοῦ καὶ τοιαύτης τινὸς ῥυπαρίας πολλῷ γ ' ἀμείνους κρίνονται | ||
ἐλαίου , τήλινον . ἀντὶ σποδίου , πομφόλυξ . ἀντὶ σποδοῦ Κυπρίας , σποδὸς φύλλων ἐλαίας . ἀντὶ σταφίδος ἡμέρου |
ἐστιν ὅτε τοσοῦτον ὑπερβλύζει ὥστε καὶ ποταμηδὸν φέρεσθαι , καὶ ῥεῖν ὡς ὕδωρ μετὰ τῆς ἀναδιδομένης πυρώδους ὕλης . ἔστι | ||
διὰ τοῦτο ὑγρότερον : διὸ τῆς ὑγρότητος πλεοναζούσης ἕπεται μᾶλλον ῥεῖν καὶ τὸν ποταμόν . μήποτε δὲ καὶ τρία εἴη |
Τυφῶνος εἰς τὸν ποταμὸν ῥιφῆναι λέγουσι διὰ τὸ μηδένα τῶν συνεργησάντων αὐτὸ λαβεῖν βουληθῆναι , ὑπὸ δὲ τῆς Ἴσιδος οὐδὲν | ||
τὴν πόλιν . γενομένης δὲ μάχης ἰσχυρᾶς καὶ τῶν πολιτικῶν συνεργησάντων συνέβη τὴν φρουρὰν ἁλῶναι καὶ πολλοὺς μὲν πεσεῖν τῶν |
ἐν τῷ ὀξυκράτῳ λαμβανέτω ἢ χόνδρον πλυτὸν ἢ ὄρυζαν ἢ ὠὸν ἁπαλὸν ψυχρόν . ἐν τόπῳ δὲ φαρμάκων πρὸς τὴν | ||
ἐκπληροῦν ὅλον τὸν ὀφθαλμόν . ἔριον δὲ μαλακὸν βρέξανταϲ εἰϲ ὠὸν ἀνακεκομμένον μετ ' οἴνου καὶ ῥοδίνου ἐπιτιθέναι καὶ ἐπιδεῖν |
γενέσθαι , φυλλάδος δ ' ἐμπλησθέντος καὶ ἐπὶ τῆς στέγης πυρᾶς γενομένης ἐγκλεισθέντα , ὥσπερ ἐκέλευσε , μετὰ τὴν πομπὴν | ||
, ἔπειθ ' ὁ ἀρχηγὸς ὑμῶν Ἡρακλῆς παραγένοιτο * ἤτοι πυρᾶς οὔσης , ἣν πάνυ καλὴν αὐτῷ ποιεῖτε , σφόδρα |
/ βασιλέα καὶ ? ? ? τὰν ? ? ? λίμναν ? ? ? ἐπὶ / τοῦ πεδίου ! ! | ||
καὶ γλαυκᾶς θαλλὸν ἱερὸν ἐλαίας , Λατοῦς ὠδῖνι φίλον , λίμναν θ ' εἱλίσσουσαν ὕδωρ κύκλιον , ἔνθα κύκνος μελωιδὸς |
ἐκείνοις γὰρ τὴν χολὴν ἔχει . Ἄνθρωπον ἀσφαλῶς οἰκοῦντα πόλιν σημῆναι βουλόμενοι , ἀετὸν λίθον βαστάζοντα ζωγραφοῦσιν : ἐκεῖνος γὰρ | ||
εἰς θεοὺς ἀνενεγκεῖν τὴν εὕρεσιν , εἴπερ εὑρόντος μέν ἐστι σημῆναι , εὑρίσκει δὲ ὁ κρείττων ἀεί . εἶεν . |
ἐτησίου μέρος αʹ , κροτήματος σιδήρου μέρος αʹ , σώματος μαγνησίας μέρος αʹ : τρίψον ὁμοῦ : ὄπτα ἡμέρας εʹ | ||
ποιήσεως τοῦ χρυσοῦ : Λαβῶν ὑδράργυρον , πῆξον τῷ τῆς μαγνησίας σώματι . Ἰδοὺ οὖν προτετίμηται ἡ ὑδράργυρος ; Ναὶ |
. γίνεται καὶ ἐν τῇ πρὸς ἑσπέραν Ἰβηρίᾳ τῆς ὤχρας καιομένης καὶ μεταβαλλούσης εἰς μίλτον . Μίσυ παραληπτέον τὸ Κύπριον | ||
κιόνων σκιὰς ὁρῶμεν ἀποτελουμένας ἤτοι λαμπάδος τινὸς ἀπ ' ἀντικρὺ καιομένης ἢ λύχνου . τούτων δὲ εἰ καὶ πᾶσι πλεῖστον |
, ὄστρακον καὶ μᾶλλον τὸ ἐκ τῶν κριβάνων , κέρας ἐλάφου καὶ αἰγὸς κεκαυμένα . Σελίνου , πετροσελίνου , μαράθου | ||
πολεμεῖν , καὶ ὑπισχνεῖτο κρατήσειν , ἢν ἐς Κῶ ἐλθόντες ἐλάφου παῖδα ἐς ἐπικουρίην ἀγάγωνται ξὺν χρυσῷ σπεύσαντες , ὡς |
ἂν ἐκλέψῃς καλὸν ἡμῖν τι καὶ θαυμαστὸν ἐκ τοῦδ ' ὄρνεον . Στράττις Ψυχασταῖς : αἱ δ ' ἀλεκτρυόνες ἅπασαι | ||
ἐπὶ τῶν ἐκ μικροῦ κερδαίνειν σπουδαζόντων . ἐρίθακος δέ ἐστιν ὄρνεον μονῆρες καὶ μονότροπον . Μηδικὴ τράπεζα : ἐπὶ τῶν |
: ὁ Προμηθεὺς ἐδέδετο ἐν τῷ Καυκάσῳ , καὶ ὁ ἀετὸς τὸ ἧπαρ αὐτοῦ κατήσθιεν . Ἀγροίτας δὲ ἐν τῇ | ||
. Ἑλένης δέ ποτε κληρωθείσης , καὶ προαχθείσης κεκοσμημένης , ἀετὸς καταπτὰς ἥρπασε τὸ ξίφος , καὶ ἐς τὰ βουκόλια |
ἵστασαν οἴνου κίρνασθαι , θυέων δ ' ἄπο τηλόθι κήκιε λιγνύς : αἱ δὲ πολυκμήτους ἑανοὺς φέρον , οἷα γυναῖκες | ||
ἄπο τρύγα τήν τε καμίνων ἔντοσθεν χοάνοιο διχῆ πυρὸς ἤλασε λιγνύς : ἄλλοτε δὲ χρυσοῖο νέον βάρος ἐν πυρὶ θάλψας |
καὶ γυναιξί : καὶ τὰ κοΐκινα δὲ πλέγματα Αἰγυπτιακά ἐστι φυτοῦ τινος , ὅμοια τοῖς σχοινίνοις ἢ φοινικίνοις . τὸ | ||
ἁδρὰν λαμβάνουσιν , οὐδαμοῦ μὲν τῆς ἄλλης οἰκουμένης εὑρισκομένου τοῦ φυτοῦ τούτου , τῆς δ ' ἐξ αὐτοῦ χρείας εἰς |
γὰρ κατὰ μὲν τὸ σχῆμα τῆς ἐργασίας σχεδὸν ἐμβάτης , πίλημα λαμβάνων τῆς πολυτελεστάτης πορφύρας : τούτῳ δὲ χρυσοῦ πολλὴν | ||
πιλοποιός πιλοποιικός , πιλοποιία πιλευτική , πιλητικός πῖλος πίλινος , πίλημα . πιλητὰ ἔσεσθαι κτήματα σώμασιν ἐν Τιμαίῳ Πλάτων . |
τὸν ὑδροπότην Μοσχίωνα λεγόμενον ἰδόντα φασί τινα παράσιτον ὑπὸ γραὸς τρεφόμενον πλουσίας εἰπεῖν ὁ δεῖνα , παράδοξόν γε ποιεῖς πρᾶγμα | ||
' : εἶτ ' εἰ τρόφιμος ὄντως ἐστί σου , τρεφόμενον ὄψει τοῦτον ἐν δούλου μέρει , κοὐκ ἂν δικαίως |
[ τῆς ] Σκυθίας , τὴν προσηγορίαν εἰληφὼς ἀπὸ τοῦ συγκυρήματος : ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον Κρύσταλλος : ἐκεῖνος γὰρ καὶ | ||
τὴν ἐλεφαντίνην λαβὴν , πόλιν ἔκτισεν , ἣν ἀπὸ τοῦ συγκυρήματος προσηγόρευσε Μυκήνας . . . . . : Ἀργείων |
εἰς Κόρινθον ἀπατῆσαι ὡς ἕξων γυναῖκα , καὶ ἐπιβιβάσας τοῦ Πηγάσου εἰς μέσην ῥῖψαι τὴν θάλασσαν . τὸ αἰδοῖον δείκνυσι | ||
ὕψους καὶ εἰς κάραν πνέειν . ὑπερποτᾶτο τὸ ὑπερεπέτετο ? Πηγάσου πτεροῖς : Ὅμηρος μὲν Λάμποντα καὶ Φαέθοντα ἵππους λέγει |
, παρθένῳ καὶ χήρᾳ ψόγον . Ὁ τοῦ μικροῦ δακτύλου ὄνυξ ἀγαθόν . Ὁ τοῦ δευτέρου ἀποδημίαν ἀγαθήν . Ὁ | ||
, σκόροδον . ὑποθυμιᾶται δὲ πρὸς ταὐτὰ γαγάτης λίθος , ὄνυξ ὁ ἀπὸ τῶν πορφυρῶν , ἄσφαλτον , καστόριον , |
μὴν ὑπέρυθρα καὶ ἐρυθρὰ τῶν οὔρων ἤτοι δι ' ἐπιμιξίαν ἐρυθρᾶς χολῆς γίνεται ἢ δι ' ἴχωρα αἵματος , ἐκεῖ | ||
νότιοι Σκύθαιοἱ καὶ Ἰνδοσκύθαι καλούμενοικατοικοῦσιν , ὅστις Ἰνδικὸς κατέναντι τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατέρχεται ταχὺν ῥοῦν ἐπὶ τὸν νότον ὀρθὸν ἐλαύνων |
ῥυτίδων πλῆρες , ὥστε τοὺς ἰδόντας δοκεῖν εἶναί τινα παντελῶς πρεσβῦτιν : τὸ δὲ τελευταῖον ἀναλαβοῦσαν τὴν θεὸν διεσκευασμένην καταπληκτικῶς | ||
ἀρχαίαν , παλαιάν παμπάλαιον , ἀρχαιόπλουτον παλαιόπλουτον , ὠγυγίαν , πρεσβῦτιν , γηρῶσαν ὑπεργήρων ὑπεργηρῶσαν : καὶ τὸν μὲν ταύτης |
ἐν οὐσίᾳ γεώδει , ὃ τρόπον ἕξεως πνευματικῆς πεφώλευκε καὶ ἐλλοχᾷ δι ' ὅλης ἄχρι περάτων τεταμένον : φλὸξ δέ | ||
κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον δὲ αὐτόν ποτε ἐλλοχᾷ καὶ καθεύδοντα : ἦν δὲ ἄρα ἐμβαλὼν τὸ πρόσωπον |
ἀντὶ λιβάθρου , τράκτυλος . ἀντὶ λίθου Ἀσίου , λίθος γαγάτης , κόπρος αἰγὸς ἢ ἅλες ἀμμωνιακοὶ κεκαυμένοι ἢ σανδαράχη | ||
τῶν πολλὰς ἐχόντων ἕλμινθας μετὰ ἀνατροπῆς στομάχου . καὶ ὁ γαγάτης δὲ λίθος πάνυ ποιεῖ . καλῶς δὲ ποιεῖ , |
ἄντρου τῆς μεγάλης πέτρας ἦν τὸ μεσαίτατον . Ἐκ πηγῆς ἀναβλύζον ὕδωρ ῥεῖθρον ἐποίει χεόμενον , ὥστε καὶ λειμὼν πάνυ | ||
κατὰ μέσον ἔρρει τοῦ λειμῶνος τῆς γραφῆς , τὸ μὲν ἀναβλύζον κάτωθεν ἀπὸ τῆς γῆς , τὸ δὲ τοῖς ἄνθεσι |
τοῦ ψεύδους ἀρχήν , ἀτυφίαν δὲ ἀληθείας , ἑκάτερον δὲ πηγῆς λόγον ἔχον : ῥέουσι γὰρ ἀπὸ μὲν τοῦ ψεύδους | ||
σεμνοὶ καὶ ἀξιόπιστοι μάρτυρες , ἐμοὶ δοκεῖν οὐ πιόντες τῆς πηγῆς : οὐ γὰρ ἂν ἐμέμνηντο αὐτῶν . Ὁ μὲν |
δένδρον : φυλάσσου νότον . Ἀπὸ Γραίας γόνατος ἐπὶ τὸν Ἄρτον στάδιοι ρκʹ : ἀκρωτήριόν ἐστι τραχὺ , οὐκ ἔχον | ||
ἡμέρας : μὴ πολὺ δέ , ἵνα μὴ προσστῇ . Ἄρτον δεῖ σκευάζειν ἀλεύρινον ἐκ πυροῦ ὡς ἀκολλοτάτου καὶ κούφως |
κέπφος ἰδεῖν : ἔστι δὲ ὄρνεον θαλάσσιον , ὃ καλοῦσι κέπφος : θηρῶσι δ ' οὖν τὸ ὄρνεον τοῦτο , | ||
ὁποῖα πόρκος Ἰστριεὺς τετρασκελής , ἀσκῷ μονήρης ἀμφελυτρώσας δέμας Ῥειθυμνιάτης κέπφος ὣς ἐνήξατο , Ζήρυνθον ἄντρον τῆς κυνοσφαγοῦς θεᾶς λιπών |
ὑπὲρ Βακχίου καὶ Πυθαγόρου , εἰ γνήσιος . εἶδός τι ὑποδήματός εἰσιν αἱ Σκυθικαί . καὶ Ἀλκαῖος ἐν ηʹ καὶ | ||
λαμβανομένη , οἷον οὐδεὶς ὁριζόμενος ἢ ὑπογραφόμενος τὴν ἐξοχὴν τοῦ ὑποδήματός φησιν γλῶσσαν , ἢ τὸ ὑλακτικὸν ζῷον κύνα . |
τῆς φύσεως ὠχύρωται : τὸ μὲν γὰρ δέρμα αὐτοῦ πᾶν φολιδωτόν ἐστι καὶ τῆι σκληρότητι διάφορον : ὀδόντες δὲ ἐξ | ||
τῆς φύσεως ὠχύρωται : τὸ μὲν γὰρ δέρμα αὐτοῦ πᾶν φολιδωτόν ἐστι καὶ τῇ σκληρότητι διάφορον , ὀδόντες δ ' |
ᾧ τὰ κακὰ ἐγκέκλειστο μετὰ τῆς Ἐλπίδος ⌊ ἐπέμβαλε ⌋ πῶμα πίθοιο : πῶς ἡ γυνὴ ἐλθοῦσα ἐπὶ κακοποιΐᾳ ἐπέσχεν | ||
, σκέψαι τόδ ' οἷον Ἑλλὰς ἀμπέλων ἄπο θεῖον κομίζει πῶμα , Διονύσου γάνος . ὁ δ ' ἔκπλεως ὢν |
καὶ πιλουμένη πρὸς τῶν ὑποκειμένων , εἰθίσμεθα ποιεῖν κυκλίσκον ἐξ ἐρίου μαλακοῦ , τῷ μεγέθει τῆς πτέρνης ἀνάλογον ἔχον τὴν | ||
λεγομένῳ ταρϲῷ : καὶ μετὰ τοῦτο τὰ διεϲτῶτα βελόνῃ ϲυναγάγωμεν ἐρίου ἐχούϲῃ ῥάμμα δύο ῥαφαῖϲ ἀρκούμενοι . εἰ δὲ διὰ |
ὄμφακα ξηρὸν κοπέντα καὶ σησθέντα : ἔστω δ ' Ἀμιναίας σταφυλῆς . Πότημα κοιλιακοῖς . Ἀκάνθης Αἰγυπτίας , ῥοιᾶς χυλοῦ | ||
τῶν ἀμπέλων πολλὰ κράζῃ , εὐοινίαν σημαίνει . Ἄνθρωπον ὑπὸ σταφυλῆς βλαβέντα , καὶ ἑαυτὸν θεραπεύοντα βουλό - μενοι σημῆναι |
εὐχαριστοῦντες ὡς εὐφραινόμενοι . ἐὰν δὲ καὶ πτερὸν τοῦ θυρὸς ὀρνέου κόψῃς μαχαίρᾳ ὁλοσιδήρῳ , βάλῃς τε εἰς κεράμιον οἴνου | ||
αὐτοὺς καὶ μεγάλα αἰδοῖα ἔχοντας . Γ ὀρχίλων ] εἶδος ὀρνέου μικροῦ . ἅλμην κύκα : ὡς πρὸς ἰχθῦς ⌈ |
ἐπισκώπτει τὸ ὄνομα ὡς βάρβαρον . βριμοῦται : ἀπειλεῖ . βύβλινον καὶ βίβλινον : διχῶς . βυσαύχην : ὁ τοὺς | ||
καὶ κλαίουσα τὸν Ὄσιριν τὸ διάδημα τῆς κεφαλῆς ἀπέθετο , βύβλινον ὑπάρχον ἀπὸ τῆς ἐν τῷ Νείλῳ φυομένης βύβλου : |
ἀργύρῳ , ἥν ποτε τέκτων ποίης ' Ἰκμάλιος καὶ ὑπὸ θρῆνυν ποσὶν ἧκε προσφυέ ' ἐξ αὐτῆς , ὅθ ' | ||
' ἐμὸς πάϊς ἀμφιγυήεις τεύξει ' ἀσκήσας , ὑπὸ δὲ θρῆνυν ποσὶν ἥσει , τῷ κεν ἐπισχοίης λιπαροὺς πόδας εἰλαπινάζων |
τις ᾖ ῥᾷον γένηται καὶ βιῷ μάντιδος πρὸ Πυθίας φοίνικι λίνῳ ἕως οὗ αὐγάσῃ τὸ φῶς δάκˈρεϊ χειμαινομένῳ αἴθωνι βελέμνῳ | ||
μαλλοὺς δύο ἢ τρεῖς πεπλυμένους διαξάναντα καλῶς , δῆσαι μέσους λίνῳ , τὸ δὲ λίνον προσκολλῆσαι κηρῷ πρὸς τὸν πυθμένα |
τὸ δὲ ἐκτίσαντο ἀντὶ τοῦ ᾤκησαν , ὡς τὸ ὀρεικτίτου συός παρὰ Πινδάρῳ [ . ] , ἀντὶ τοῦ ὀρειοίκου | ||
εἷλεν ἔρημον τῶν ἐν ἡλικίᾳ τὴν πόλιν . ἔστι δὲ συός τε θήρα , περὶ οὗ σαφὲς οὐδὲν οἶδα εἰ |
γῆν , ἢ καὶ σάξαις ἂν εὖ μάλα περὶ τὸ φυτόν ; Σάττοιμ ' ἄν , ἔφην , νὴ Δί | ||
τότε βασιλεὺς ὢν τῶν Ἀιθιόπων ἐτύγχανε , τῷ Περσεῖ τὸ φυτόν : πλησίον τοίνυν ἐστὶ τῶν Μυκηνῶν ὄρος , ὃ |
φασὶν εἰπεῖν , ὅτι τότε τελευτήσει Μελέαγρος , ὅταν ὁ καιόμενος ἐπὶ τῆς ἐσχάρας δαλὸς κατακαῇ . τοῦτο ἀκούσασα τὸν | ||
πᾶσαν ὥραν . Ἀπόλλων δὲ καὶ αὐτὸς τῆς παιδὸς πόθῳ καιόμενος ὀργῇ τε καὶ φθόνῳ εἴχετο τοῦ Λευκίππου συνόντος καὶ |
θεῶν θυσίαις . . . . , : Ὁ δὲ ὀρείχαλκος εἶδος μέν ἐστι χαλκοῦ , ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Ὀρείου | ||
μετὰ γῆς τινὸς καμινευθεὶς ἀποστάζει ψευδάργυρον : εἶτα κραθεὶς χαλκῷ ὀρείχαλκος γίνεται „ Στράβων ιγʹ καὶ Θεόπομπος ιγʹ . τὸ |
ἡ πόα ἔξωθεν ἐπιτιθεμένη καὶ μᾶλλον τὸ σπέρμα αὐτῆς , ἔβισκος ἢ ἀλθαία , ἔλαιον γλυκὺ παλαιόν , ἔλαιον τὸ | ||
δὲ τὸ ἀπὸ τοῦ χλωροῦ ἀνήθου καὶ ἧττον διαφορητικόν . ἔβισκος ἢ ἀλθαία φυμάτων ἀπέπτων ἐστὶ πεπτική , καὶ ἡ |
τινὸς ἀνθρώπου , τὸ δὲ κοινότερον . καὶ τὸ τὶ δένδρον ἀποδιδοὺς γνωριμώτερον ἀποδοίη δένδρον ἀποδιδοὺς ἢ φυτόν . ἔτι | ||
γενομένου : καὶ ἐάν τις ἐκγλύψας θῇ λίθον εἰς τὸ δένδρον ἢ καὶ ἄλλο τι τοιοῦτον , κατακρύπτεται περιληφθὲν ὑπὸ |
' ἀρχὰς ἡμέρας εὑρέθημεν εἴς τινα τόπον Διαδρόμους παρὰ τῶν ναυτιλλομένων ὀνομαζόμενον , δύο μὲν ἔχοντα νήσους ἀμφιμήκεις ἐξ ἐναντίας | ||
κύριον ὑπάρχειν τῶν κατὰ θάλατταν πραττομένων καὶ θυσίαις ὑπὸ τῶν ναυτιλλομένων τιμᾶσθαι . προσάπτουσι δ ' αὐτῷ καὶ τὸ τοὺς |
τῆς χιόνος , ὥς φασι , τὰς ἐπιρρύσεις τῶν τε τηκομένων λαμβάνων ἀεὶ πάγων , ἐν δὲ τῷ θέρει τὸ | ||
ἀέρος τῶν λεπτοτάτων ἐν αὐτῷ καὶ ὑγροτάτων ὑπὸ τοῦ ἡλίου τηκομένων ἢ κινουμένων . Οἱ Στωικοὶ πνεῦμα ἀέρος εἶναι λέγουσιν |