γεωργίαν κλέψῃ , θανάτῳ ζημιοῦσι . , : Φρύγες οὐ κατορύττουσι τοὺς ἱερεῖς τελευτήσαντας , ἀλλ ' ἐπὶ λίθους δεκαπήχεας
μὲν ἐπειδὰν τῶν ἀρκούντων περιττὰ κτήσωνται , τὰ μὲν αὐτῶν κατορύττουσι , τὰ δὲ κατασήπουσι , τὰ δὲ ἀριθμοῦντες καὶ
6248480 παναγεις
ἐφ ' ἑαυτῶν ἀποδεικνύναι , καὶ ταύτας ἀνυπευθύνους ποιοῦντες καὶ παναγεῖς : τοτὲ δ ' εἰς ἀγῶνας ὑπὲρ τῶν ἐσχάτων
. ὁσφρομένην τῶν τηγάνων . ὥσπερ οἱ δίμυξοι τῶν λύχνων παναγεῖς γενεάν , πορνοτελῶναι , Μεγαρεῖς δεινοί , πατραλοῖαι .
6158187 καθιερωσαν
μικρὸν ἐπανεστηκότι τῆς ἀγορᾶς . ἱερά τε ἱδρύσαντο καὶ βωμοὺς καθιέρωσαν οἷς ηὔξαντο κατὰ τὰς μάχας θεοῖς , Ῥωμύλος μὲν
ἀπολαύοντες μηδεμίαν ἔχωσιν ἐμπειρίαν τῶν κατὰ πόλεμον ἔργων . καὶ καθιέρωσαν αὐτοὺς τῷ θεῷ , συγχωρησάντων σχεδὸν ἁπάντων τῶν Ἑλλήνων
6149457 μελοποιϊας
λοιπῶν ἡ μεταβολὴ γένηται . ἔστι δὲ διασταλτικὸν μὲν ἦθος μελοποιΐας , δι ' οὗ σημαίνεται μεγαλοπρέπεια καὶ δίαρμα ψυχῆς
πᾶσαν χρόαν ἑκάστου τῶν γενῶν διῃσθάνοντο διὰ τὸ μήτε πάσης μελοποιΐας ἔμπειροι εἶναι μήτε συνειθίσθαι περὶ τὰς τοιαύτας διαφορὰς ἀκριβολογεῖσθαι
6016372 ὁμογλωττων
ὁ κλῆρος , ἑλληνίζοντας μὲν Ἑλληνικῶν ἄρχειν , ῥωμαΐζοντας δὲ ὁμογλώττων καὶ ξυμφώνων . ὅθεν δὲ τοῦτ ' ἐνεθυμήθην ,
εἰς τὴν Ἀσίαν γενέσθαι Λεοννόριος . τριῶν δὲ ὄντων ἐθνῶν ὁμογλώττων καὶ κατ ' ἄλλο οὐδὲν ἐξηλλαγμένων , ἕκαστον διελόντες
6000501 συντελουσι
ἀλείμματα , εἰς ἃ καὶ μυρεψοὶ πονοῦσι καὶ χῶραι μεγάλαι συντελοῦσι , Συρία , Βαβυλών , Ἰνδοί , Σκύθαι ,
ἄνω μοῖρα , καὶ οἱ τὰς ἐσχάτας πλευρὰς κατασπῶντες . συντελοῦσι δέ τι πρὸς τὰς συστολὰς τοῦ θώρακος ἐνίοτε καὶ
5885717 ἱερεις
καταμιγέντες Ἰαλυσίοις διετέλεσαν συμπολιτευόμενοι τούτοις : ἐξ ὧν φασι τοὺς ἱερεῖς κατὰ γένος διαδέχεσθαι τὰς ἱερωσύνας . ὁ δ '
: καλοῦσι δ ' αὐτὴν Ἄγδιστιν . οἱ δ ' ἱερεῖς τὸ παλαιὸν μὲν δυνάσται τινὲς ἦσαν , ἱερωσύνην καρπούμενοι
5863612 ἐθυσαν
σφάζουσιν : Ὅμηρος : αὐέρυσαν μὲν πρῶτα . κεῖαν : ἔθυσαν . λείπει δὲ ἡ παρὰ πρόθεσις , ἵν '
Ἀθήνας τε καὶ Θησέα . αἱ δὲ ἀπὸ Θερμώδοντος γυναῖκες ἔθυσαν μὲν καὶ τότε τῇ Ἐφεσίᾳ θεῷ , ἅτε ἐπιστάμεναι
5833691 ἐφευρον
φαρμακτῆρες : φαρμακουργοὶ , φαρμακοί . μητίσαντο : ἐβουλεύσαντο , ἐφεῦρον . Ζωῇ : ζώσῃ . βέλος : κέντρον ,
ἑορτὴ Ἀθήνησιν , ᾗ τιμῶντες τὴν εὕρεσιν τοῦ οἴνου ᾄδειν ἐφεῦρον καὶ τοὺς ἑαυτῶν κωμήτας κακολογεῖν , ὅτε καὶ τὴν
5819104 λιμνηι
περὶ τούτου , ὥς φησι Κτησίας , εἶναι πρότερον ἐν λίμνηι τινὶ κατὰ τὴν Βαμβύκην : ἐμπεσούσης δὲ τῆς Δερκετοῦς
ἀφιέντες , ὤικευν δ ' ἐν Σολύμοις ὄρεσι πλατέηι παρὰ λίμνηι , αὐχμαλέοι κορυφάς , τροχοκουράδες : αὐτὰρ ὕπερθεν ἵππων
5736982 συγκαμνουσι
. . δάϊος ] πολεμικός . στρατὸς ] οἱ Κόλχοι συγκάμνουσι . . ὀξυπρῴροισι ] ὀξείας τὰς πρῴρας ἐχούσαις .
. ἔνοικοι ] ἐγκάτοικοι . . παρθένοι ] αἱ Ἀμαζόνες συγκάμνουσι . μάχαις ἄτρεστοι ] ἀκαταγώνιστοι . Σκύθης ὅμιλος ]
5734370 κατατιθενται
πολλαῖς οἱ Ἀχαιοὶ Λακεδαιμονίων μὲν αὐτῶν ὅσους εἶχον συνειληφότες , κατατίθενται σφᾶς ἐς δεσμωτήριον , τοὺς ξένους δὲ ἀπ '
οἱ δ ' Ἡρακλεῖδαι ἐπεὶ τὴν λάρνακα φέροντες ἐβαρύνοντο , κατατίθενται : καὶ ἀποκαλύψαντες εὗρον ἀντὶ τῆς Ἀλκμήνης λίθον ,
5688134 Ζακυνθιοι
πέμψαι ἄποικοι : πόθεν οἱ Ζακύνθιοι ξυνεχώρουν : ἐνεδίδουν οἱ Ζακύνθιοι . ἰδία : ἄνευ τοῦ κοινοῦ : οἱ γὰρ
γῆν πολεμῆσαι μήτε εἰς Σικελίαν πέμψαι ἄποικοι : πόθεν οἱ Ζακύνθιοι ξυνεχώρουν : ἐνεδίδουν οἱ Ζακύνθιοι . ἰδία : ἄνευ
5677761 συνιοντες
ἀπὸ τοῦ κατὰ ταῦτα εὖ ἔχειν . εἰς ἃς δὴ συνιόντες οἱ τὸ θεῖον τιμῶντες καὶ εἰς εὐφροσύνην καὶ ἄνεσιν
διασῴζοντες τὴν παλαιὰν παροιμίαν : οἱ οὖν πλεῖστοι ἡμῶν ὀλοφύρονται συνιόντες , τὰς ἐν τῇ νεότητι ἡδονὰς ποθοῦντες καὶ ἀναμιμνῃσκόμενοι
5664204 ἐσχιζον
ἕνεκεν . τῶν συγγενῶν . . ἔσχων ] ἔσχαζον ἤγουν ἔσχιζον ; ἔσχον ] ἔσχιζον . ἐφυσσᾶτ ' ] ὠγκοῦτο
νεῶν . κυρίως δὲ ἐρείπιον ἐπὶ οἴκου . ἔκρουον . ἔσχιζον . θρῆνος . ἐκράτει . σκοτεινῆς . ὄμμ '
5649085 ἐκβιβασαντες
αὐτὸν εὔνοιαν ἀπήγγειλαν , καὶ τοὺς μετὰ Χειρισόφου πεζοὺς ὀκτακοσίους ἐκβιβάσαντες παρέδωκαν . τούτους δὲ προσεποιοῦντο μὲν οἱ φίλοι τοῦ
ἀποκλίνων καὶ ἐκτρεπόμενος . οἱ δὲ γῆς παῖδες τὸν νοῦν ἐκβιβάσαντες τοῦ λογίζεσθαι καὶ | μεταλλοιώσαντες εἰς τὴν ἄψυχον καὶ
5645378 ἐπιμελουμενοι
κοσμεῖν ἢ θρηνεῖν : γυναικῶν δὲ τῶν ἡμετέρων καὶ παίδων ἐπιμελούμενοι καὶ τρέφοντες καὶ ἐνταῦθα τὸν νοῦν τρέποντες τῆς τε
, νοσερώτατοι , μελετῶντες ἀποθνῄσκειν : οἱ δ ' αὑτῶν ἐπιμελούμενοι ἔνδοξοι , πλούσιοι , ἡγεμόνες , ἐπαινούμενοι , τιμώμενοι
5631037 καταστησαμενοι
ἄκρον ὕπατον ἐκάλουν οἱ παλαιοί . ταῦτα βουλευσάμενοί τε καὶ καταστησάμενοι καὶ τοὺς θεοὺς εὐχαῖς λιτανεύσαντες συλλαβέσθαι σφίσιν ὁσίων καὶ
δεῖ τοῖς ἀρχαίοις τεκμηριοῦσθαι λόγοις , Κουρῆτες ἦσαν οἱ πρῶτοι καταστησάμενοι . τὸν δὲ περὶ αὐτῶν μῦθον οὐδὲν δέομαι πρὸς
5619655 διετελουν
εἰσβολὰς ποιούμενοι μέγα μὲν οὐδὲν οὐδὲ μνήμης ἄξιον διεπράξαντο , διετέλουν δὲ τοῖς τε φρουρίοις προσβολὰς ποιούμενοι καὶ τὴν χώραν
ἂν ἐχρώμην αὐτῷ , καὶ ὁπότε μὴ ἐπροῃρούμην , ἄτρεπτος διετέλουν : νυνὶ δὲ καὶ ἀντιφιλονεικεῖ μοι ἡ τροπή ,
5613909 ἀναγγελλοντες
ὑπέστρεψαν δὲ καὶ ἦλθον οἱ ἀποσταλέντες παρ ' ἐκείνου , ἀναγγέλλοντες καὶ μηνύοντες μαντείας ποικίλας καὶ αἰνιγματώδεις καὶ ἀσαφεῖς :
δαίμοσι ] τοῖς θεοῖς . φίλα ] προσφιλές . . ἀναγγέλλοντες ] δηλοῦντες . αἰολοστόμους ] ποικίλους , δυσνοήτους .
5604663 καθαιρουντες
γένος σεμνύνεται . ἐπέζευσαν μὲν Αἰγαῖον , τὴν Περσῶν ὕβριν καθαιροῦντες , ἔπλευσαν δὲ Ἰόνιον , τὴν Σικελίαν οἰκίζοντες ,
νυκτὸς δύο παῖδες ὕδατι τὰ τεύχη καταρραίνουσιν . ὄρθρου δὲ καθαιροῦντες καὶ τὴν ὑποστάθμην πάλιν ὑποσπῶντες λεπτόν τε ποιοῦντες αὐτὸ
5600456 φονευομενοι
τὴν πόλιν τῶν Ἐρετριῶν ὡς φιλίαν καταφεύγουσι , χαλεπώτατα ἔπραξαν φονευόμενοι ὑπ ' αὐτῶν : οἳ δὲ ἐς τὸ τείχισμα
' εἱμαρμένην εἰσὶν γεγονότες , καὶ οἱ φονεύοντες καὶ οἱ φονευόμενοι καὶ οἱ πλουτοῦντες καὶ οἱ πενόμενοι τῆς αὐτῆς εἱμαρμένης
5587257 περιῃεσαν
λέγει , ἅπερ ἐξαιρέτως μυστήρια ἐκάλουν . τούτων οὖν ἀγομένων περιῄεσάν τινες χειροτονηθέντες σπονδὰς ποιοῦντες ἐν ταῖς πόλεσιν , ὥστε
λέγει , ἅπερ ἐξαιρέτως μυστήρια ἐκάλουν . τούτων οὖν ἀγομένων περιῄεσάν τινες χειροτονηθέντες σπονδὰς ποιοῦντες ἐν ταῖς πόλεσιν , ὥστε
5570187 τελεσαντες
κραδίῃσι τεθηπότες . Οἳ δ ' ἄρ ' Ἀθήνης προφρονέως τελέσαντες ἀπεχθέα Τρωσὶν ἐφετμὴν ἄμφω ἀιστώθησαν ὑπὸ χθόνα : τῶν
, ταύτας λέγεσθαί φασιν : ἐφ ' ἃς ἐρχόμενοι οἱ τελέσαντες τὸν πλοῦν καὶ θύοντες τῷ Ἡρακλεῖ διαβοηθῆναι παρεσκεύασαν ,
5564931 Πρασιας
Συρακουσίων . Φωκέας : οἱ μὲν ἐκτεταμένως ἀναγινώσκουσιν , ὡς Πρασίας , οἱ δὲ συνεσταλμένως . ὁμοίως δὲ καὶ τὸ
Συρακουσίων . Φωκέας : οἱ μὲν ἐκτεταμένως ἀναγινώσκουσιν , ὡς Πρασίας , οἱ δὲ συνεσταλμένως . ὁμοίως δὲ καὶ τὸ
5557151 ἐκοσμησαν
τῆς αὐτοῦ πολιτείας κληρονόμους . ὧν οἱ μὲν τὴν Πελοπόννησον ἐκόσμησαν μένοντες , οἱ δ ' Ἰταλίαν καὶ Σικελίαν εἰς
τῆς τῶν θεῶν θεραπείας προὐνοήσαντο , βωμοὺς ἔστησαν , ἀναθήμασιν ἐκόσμησαν , θυσίαις ἐτίμησαν , πανηγύρεσι , προσόδοις . εἶτα
5547855 Σεμνων
δείπνων σχὼν τὴν προσηγορίαν . . . . : τῶν Σεμνῶν Ἀθήνησιν καλουμένων θεῶν τὰς μὲν δύο Σκοπᾶς ἐποίησεν ἐκ
. ἱδρύσατο δὲ καὶ παρ ' Ἀθηναίοις τὸ ἱερὸν τῶν Σεμνῶν , ὥς φησιν Λόβων ὁ Ἀργεῖος ἐν τῶι Περὶ
5545276 ἐκκρινουσι
ἀφύσων φαρμάκων ἤτοι σπερμάτων . ἐνεθέντος γάρ τινος τούτων εὐθὺς ἐκκρίνουσι πλῆθος πνευμάτων καὶ παραυτὰ παύονται τῆς ὀδύνης . ὀνίνησι
χεὶρ μάχοιτο . ὅθεν τοὺς ἱμάντας τοὺς ἀπὸ τῶν συῶν ἐκκρίνουσι τῶν σταδίων , ὀδυνηρὰς ἡγούμενοι τὰς ἀπ ' αὐτῶν
5540586 ἐπιτελουντες
: ὕστερον μέντοι καὶ τῷ θεῷ προσένειμαν τὸν ἀγῶνα ἐναλλὰξ ἐπιτελοῦντες , καὶ πίτυϊ λοιπὸν ἐστεφάνουν διὰ τὴν πρὸς τὴν
καὶ ἄλλοι δὲ κατ ' εὐχὴν ἀεί τινες ἐπιδημοῦσι θυσίας ἐπιτελοῦντες τῇ θεῷ . καί εἰσιν ἁβροδίαιτοι οἱ ἐνοικοῦντες ,
5538487 πενεσται
' ἐλευθέρων καὶ δούλων οἱ Λακεδαιμονίων εἵλωτες , καὶ Θετταλῶν πενέσται , καὶ Κρητῶν κλαρῶται καὶ μνωῖται καὶ Μαριανδυνῶν δωροφόροι
τὸ δημόσιον ἀργύριον ἀπέκειτο καὶ ὁ φόρος . πενέσταις ] πενέσται παρὰ Θετταλοῖς καλοῦνται , ὅπερ παρὰ Λακεδαιμονίοις οἱ Εἵλωτες
5535092 ἐμεριζον
παρὰ Λακεδαιμονίοις ὄφελος : οἱ δὲ λοιποὶ τύχῃ τὸ γένος ἐμέριζον . . . Οὐ λέληθας ἡμᾶς ἄλλον δεινότερον ἐπάγων
τὰ ὀφειλόμενα καὶ τὰ ἀποδιδόμενα χρήματα σὺν τῇ βουλῇ καὶ ἐμέριζον εἰς ἃ χρὴ ἀναλίσκειν , . . . ἀποτίσεις
5531184 ἐπηκολουθησαν
νβʹ ἔτει ἐγένετο γυναικὸς θάνατος ἐπίλυπος καὶ νόσοι ἐπισφαλεῖς αὐτῷ ἐπηκολούθησαν καὶ ζημίαι : ἐν δὲ ταῖς προκειμέναις ἡμέραις ἡ
καὶ ἀπεκρίναντο ὅτι οὐδὲν δέοιντο πρὸς βασιλέα κοινῶν ὅρκων , ἐπηκολούθησαν καὶ ἄλλαι πόλεις κατὰ ταὐτὰ ἀποκρινόμεναι . καὶ αὕτη
5530551 Μαρδοι
ἢ τὴν καλλίστην χώραν ἔχουσιν οἵ τε Γηλοὶ καὶ οἱ Μάρδοι καὶ οἱ Ἀτροπατηνοὶ ἄνδρες . Πρὸς δὲ τὸν νότον
Πέρσαι καὶ Ἰνδοὶ καὶ Κᾶρες οἱ ἀνάσπαστοι καλούμενοι καὶ οἱ Μάρδοι τοξόται : Οὔξιοι δὲ καὶ Βαβυλώνιοι καὶ οἱ πρὸς
5524822 ἐπετελουν
τῇδε τῇ παρευρέσει : ἁδρόμισθον * Διὶ γυμνικόν τιν ' ἐπετέλουν κατὰ τὸν χρόνον τὸν αὐτὸν Ἠλείοις , ἵνα πᾶς
ἑορτή τις ἦν Νεμέσεως , καθ ' ἣν τοῖς κατοιχομένοις ἐπετέλουν τὰ νομιζόμενα . Νέων : Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ
5505108 ἐσπουδακασιν
μέγιστον νομίζεται πρὸς ἰσχὺν πόλεως τὸ τῶν δικῶν καὶ πάντες ἐσπουδάκασιν ὑπὲρ οὐδενὸς οὕτω . μέτεστι δὲ αὐτοῦ ταῖς πρώταις
ἔργον τὸ ἑαυτῶν ὡς οἱ ἐν Ῥώμῃ γέροντες περὶ ἃ ἐσπουδάκασιν , τάχα ἄν τι ἠνύομεν καὶ αὐτοί . οἶδα
5501559 στησαμενοι
δ ' αἶψ ' ἀναβάντες ἐνήκαμεν εὐρέϊ πόντῳ , ἱστὸν στησάμενοι ἀνά θ ' ἱστία λεύκ ' ἐρύσαντες . ἀλλ
Πυθοῖ ἤ που ἐν Ὀρτυγίῃ ἢ ἐφ ' ὕδασιν Ἰσμηνοῖο στησάμενοι , φόρμιγγος ὑπαὶ περὶ βωμὸν ὁμαρτῇ ἐμμελέως κραιπνοῖσι πέδον
5490308 πεμπομενοι
' ἔπεμπον τοὺς θύσοντας καὶ συνεδρεύσοντας : καὶ ἦσαν οἱ πεμπόμενοι πυλαγόραι καὶ ἱερομνήμονες . λέγουσι δέ , ὅτι Πυλάδης
πρέσβεις χειροτονοῦντες καὶ πέμποντες , πρεσβεύουσι δὲ οἱ χειροτονούμενοι καὶ πεμπόμενοι ἐπὶ τὴν πρεσβείαν . πρέσβεις οἱ πρεσβευταί . πρέσβις
5485776 χθονιῳ
τὴν ἑορτήν , “ καὶ θύειν αὐτοῖς ἔθος ἔχουσιν Ἑρμῇ χθονίῳ ” , τῆς δὲ χύτρας οὐδένα γεύσασθαι . τοῦτο
βίον ὁρώντων ἐπελθεῖν τὰ γεγραμμένα , εὔχου δὲ Ἑρμῇ τῷ χθονίῳ καὶ τῶν ἀκηκοότων πρότερον πολλὴν λήθην κατασκεδάσαι , ἢ
5482504 συνεψομενοι
ἐκτιλθείσας ἀπὸ τῶν βλεφάρων τρίχας φύεσθαι : ὠφελοῦσι καὶ ὀδονταλγίας συνεψόμενοι ὕδατι καὶ ὄξει καὶ διακλυζόμενοι . Βοῦς θήλεια γνωστὴ
εἰσι καὶ μέλανες , στρογγύλοι , ἰσομεγέθεις κέγχροις , οἳ συνεψόμενοι τοῖς ὀσπρίοις οὐ τήκονται . εἴρηνται δ ' οὕτως
5481833 ὁπλισθεντες
: νῦν δ ' οἱ μὲν ἄοπλοι , οἱ δὲ ὁπλισθέντες κρατοῦσιν . Ἔνθα οὐ θεὸν ἔδει ὑπὲρ τῶν ἀπολέμων
οἰκίαν ἐλθόντες θάπτουσι τοὺς νεκρούς , ἔπειτα δὲ καὶ αὐτοὶ ὁπλισθέντες ἐξέρχονται πρὸς τὸν ἀγρὸν Ὀδυσσεῖ πολεμήσοντες , Ἀθηνᾶς δὲ
5477686 θυται
καταμαρτυροῦντες : εἰσὶ δ ' οὗτοι τερατοσκόποι καὶ οἰωνοσκόποι καὶ θύται καὶ ὅσοι ἄλλοι μαντικὴν ἐκπονοῦσι τὴν σὺν τέχνῃ κακοτεχνίαν
κατάληψιν ἔρχεται τὸ ἐξ ὁλοκλήρου μνημονευόμενον . ὥσπερ οὖν οἱ θύται τὰ ἀμφίβολα τῶν σημείων οὐχὶ μὴ ἀληθῆ φασιν εἶναι
5473084 κοιμωνται
ταρρὸς μετέωρόν τι ἰκρίον , ἐφ ' οὗ αἱ ἀλεκτρυονίδες κοιμῶνται . τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι .
Πρωτέως ἢ Νηρέως , τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται . τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν ὡς εἶναι
5472694 τριβωνια
ἐν τῇ Πυκνὶ ἐκκλησιάζειν πρόβατα συγκαθήμενα , βακτηρίας ἔχοντα καὶ τριβώνια . κἄπειτα τούτοις τοῖσι προβάτοις μοὐδόκει δημηγορεῖν φάλλαινα πανδοκεύτρια
Βρέννος Γαλατῶν βασιλεὺς τοὺς ἐκ τῶν αἰχμαλώτων ἐλαχίστους καὶ ἀσθενεστέρους τριβώνια ῥυπῶντα περιβεβλημένους [ προαγαγὼν αὐτοῖς ] παρίστα τῶν Γαλατῶν
5459097 θυονται
πανήγυρίς ἐστι τῆς Ἥρας τὰ λεγόμενα Ἥραια ἢ Ἑκατόμβαια . θύονται γὰρ ἑκατὸν βόες τῇ θεῷ . τὸ δὲ ἔπαθλον
τὸ δὲ καὶ ἐπ ' ἀνθρώπου τάσσεται . θύουσι καὶ θύονται διαφέρει . θύουσι μὲν γὰρ οἱ σφάττοντες τὰ ἱερεῖα
5452427 πατταλοις
κατὰ τριακοσίους ἄνδρας , περιηγμένοι τοὺς ἀγκῶνας ὀπίσω προσεδοῦντο τοῖς παττάλοις γυμνοί : ἔπειτα μάστιξιν αἰκισθέντες ἁπάντων ὁρώντων ἀπεκόπτοντο τῷ
συστέλλοιντο ἐκ τῆς τοῦ ἡλίου καύσεως , κατὰ τὰ ἄκρα παττάλοις κατακρούοντες ἐκτείνουσιν . ΓΘ ἄλλως : χαμαὶ ἐπὶ τῶν
5448957 ἐπιχυσεις
: ὀρύττεσθαι γὰρ κατὰ βάθους πλέονος τοὺς τόπους οὔτε ποταμῶν ἐπιχύσεις ἔχοντας οὔτε φανερῶν ναμάτων , καὶ εὑρίσκεσθαι ἐν αὐτοῖς
, λαβρώνια . ἐν δὲ Φιλαδέλφοις : ἤδη δ ' ἐπιχύσεις διάλιθοι , λαβρώνιοι , Πέρσαι δ ' ἔχοντες μυιοσόβας
5448424 ληϊζομενοι
μάχας . οἰμώξεσθ ' ἄρα ] συνεχῶς ὑπ ' αὐτῶν ληϊζόμενοι . οὗτος ] σύ . τὸ ” μὲν οὖν
, ἐς τὸν θεὸν ἀσεβοῦντες , Δελφοὺς καταδουλούμενοι , προσοίκους ληϊζόμενοι , θεωροὺς συλέοντες , γυναῖκάς τε καὶ παῖδας ἀγινέοντες
5447938 ἐμβαλλοντες
τινες τετραμναῖοι : τὰ μὲν γὰρ κύτη συντρίβουσι λίθους εὐμεγέθεις ἐμβάλλοντες , τὴν δ ' ἐντὸς σάρκα κατεσθίουσιν ὠμήν ,
τὸν οἶνον . μόνιμον ποιήσομεν τὸν οἶνον , ῥίζας ἀμπέλου ἐμβάλλοντες εἰς τὸ γλεῦκος . καὶ ἡ ἄργιλλος μετὰ τὸ
5443525 ἀφιερωσαν
ἔπλευσαν : καὶ ἐκριφέντες κατὰ τὸ Κάσσιον ὄρος ναὸν αὐτόθι ἀφιέρωσαν . Οἱ δὲ σύμμαχοι Ἤλου τοῦ Κρόνου Ἐλοεὶμ ἐπεκλήθησαν
τῶν λοιπῶν , ἐπιλέγει : Ἀλλ ' οὗτοί γε πρῶτοι ἀφιέρωσαν τὰ τῆς γῆς βλαστήματα καὶ θεοὺς ἐνόμισαν , καὶ
5441199 ἀρνησαμενοι
, ὑπὲρ τοῦ νόμου θλιβέντες , μὴ παθόντες δὲ μηδὲ ἀρνησάμενοι τὸν νόμον αὐτῶν . οἱ δὲ χλωρὰς ἐπιδεδωκότες ,
ἐνταῦθα παντελὴς ἄρνησις : καὶ ἔτι ἐν μὲν τῷ στοχασμῷ ἀρνησάμενοι οὔτε τοῦτο οὔτε ἄλλο λέγομεν πεποιηκέναι , ἐν δὲ
5441015 ἐπικηρυκειας
οἰκείους καιροὺς ποιήσομαι τὸν λόγον . τὰ δὲ περὶ τὰς ἐπικηρυκείας ὑπ ' αὐτῶν γινόμενα , ὅτε τὴν δόξασαν ἀδικεῖν
ὡς Ἡρόδοτος ἱστορεῖ . πολλοὶ δὲ καὶ τῶν βαρβάρων τὰς ἐπικηρυκείας ποιοῦνται μετ ' αὐλῶν καὶ κιθάρας , καταπραύνοντες τῶν
5434455 Δαμναμενευς
γόητες Ἰδαῖοι Φρύγες ἄνδρες ὀρέστεροι οἰκί ' ἔναιον , Κέλμις Δαμναμενεύς τε μέγας καὶ ὑπέρβιος Ἄκμων , εὐπάλαμοι θεράποντες ὀρείης
γόητες Ἰδαῖοι Φρύγες ἄνδρες ὀρέστεροι οἰκί ' ἔναιον , Κέλμις Δαμναμενεύς τε μέγας καὶ ὑπέρβιος Ἄκμων , εὐπάλαμοι θεράποντες ὀρείης
5432541 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :
5430668 πιστευουσιν
ἐστι τῇ τῶν ἀγαθῶν , ἐπεὶ οἵ γε μοχθηροὶ καὶ πιστεύουσιν ἐνίοτε τοῖς φαύλοις κατὰ τῶν φίλων λέγουσι καὶ ἀπιστοῦσι
ἐστι μὴ οὐκ ἄλλας πληγὰς ἐμβάλλειν τῷ υἱεῖ . οὕτω πιστεύουσιν ἀλλήλοις μηδὲν αἰσχρὸν προστάττειν τοῖς παισίν . ἐποίησε δὲ
5423571 ἀφιδρυματα
Κατάονος Ἀπόλλωνος καθ ' ὅλην τιμώμενον τὴν Καππαδοκίαν , ποιησαμένων ἀφιδρύματα ἀπ ' αὐτοῦ . οὐδὲ αἱ ἄλλαι στρατηγίαι πόλεις
κοσμούμεναι τὰς κεφαλάς , οἵαις κοσμεῖται τὰ τῆς Ἐφεσίας Ἀρτέμιδος ἀφιδρύματα παρ ' Ἕλλησιν . ὅσα δὲ παρὰ Τυρρηνοῖς καὶ
5422040 καταστωσιν
τιθέντες . ἔνιοι δ ' , ἂν εἰς ἀρχήν τινα καταστῶσιν , ἐν ἐκείνῃ μόνον ζητοῦσιν ἅψασθαί τινος πράξεως ,
Καὶ μὴν καὶ τάδε συνεχωρήσαμεν , ὡς , ὅταν δὴ καταστῶσιν οἱ ἄρχοντες , ἄγοντες τοὺς στρατιώτας κατοικιοῦσιν εἰς οἰκήσεις
5419065 διεσκευασμενοι
μυρίους : προηγοῦντο δ ' αὐτῷ τῶν ἱππέων οἱ κάλλιστα διεσκευασμένοι χίλιοι , θώρακας ἔχοντες καὶ μαχαίρας Ἑλληνικάς . Ἀρταξέρξης
ἅρμα καὶ συνωρίς : καθ ' ἕνα δὲ εἵποντο ἐλέφαντες διεσκευασμένοι τριάκοντα καὶ ἕξ . τὴν δ ' ἄλλην πομπὴν
5410440 ἐτρεποντο
παντὶ θυμῷ τοῖς πολεμίοις ἐμβάλωμεν : καὶ δὴ προθύμως ἐμβαλόντες ἐτρέποντο τοὺς βαρβάρους . Λεπτίνης , Καρχηδονίων ἐπέκεινα τοῦ Παχύνου
καὶ σεμνὰ περὶ ⌈ τὸ κωμῳδεῖν [ τῷ σκώπτειν ] ἐτρέποντο . ⌈ τινὲς δέ φασιν , ὅτι τραγικοὶ ἦσαν
5403181 ὁμωνυμους
κατὰ πλειόνων καὶ οὐχὶ καθόλου : ἤμελλε γὰρ ἐᾶν τὰς ὁμωνύμους φωνὰς λέγων καθόλου . Καλῶς εἶπε κοινῶς τὸ συμβεβηκὸς
' ἀποίκους ἡγοῦνται τῶν Εὐρωπαίων Ἰβήρων , οἳ δὲ μόνον ὁμωνύμους : ἔθος γὰρ οὐδὲν ἦν ὅμοιον ἢ γλῶσσα .
5402533 πονουμενοι
προσκομίζουσιν . ἅτε δὲ ὄντες ἐν γεωργίᾳ καὶ περὶ γῆν πονούμενοι καὶ αὐτουργοὶ πεφυκότες οὐδὲν τῶν ὑβρισμένων οὐδὲ τῶν ἄγαν
παιδὶ αὐτῆς καὶ Διονύσῳ , οἱ δὲ ἀμφὶ τὰς τέχνας πονούμενοι Ἀθηνᾷ καὶ Ἡφαίστῳ , καὶ οἱ ἀμφὶ παίδευσιν Μούσαις
5401050 οἰκοπεδων
Θῆβαι πόλις : νῦν δ ' εἰσὶ πολυάνδριον καὶ τόπος οἰκοπέδων : δακρύσει καὶ πολέμιος νῦν παριὼν τὸν τόπον .
. Πλάτων γοῦν ἐν εʹ Νόμων φησὶν ” ὧν ἔλαχεν οἰκοπέδων ἢ γηπέδων . “ Γλαῦκος : ὄνομα κύριον ,
5395253 διεπεμπον
Ἀθηναῖοι φυλακάς , ὡς ἐξ ὀλίγου καὶ ἐν χειμῶνι , διέπεμπον ἐς τὰς πόλεις , ὁ δὲ ἐς τὴν Λακεδαίμονα
ἦν , ἐν δὲ τῇ Σικελίᾳ παραλαβόντες αὐτὰ οἱ ὕπατοι διέπεμπον ἐς Ῥώμην καὶ τοῖς Καρχηδονίοις ἔφασαν ἐς τὸ τέλος
5386956 ἀμφιεννυνται
γονάτων . ἐπειδὰν γοῦν τὸν πώγωνα μέγαν φύσωσιν , οὐκέτι ἀμφιέννυνται οὐδὲν ἱμάτιον , ἀλλὰ τὰς τρίχας τὰς μὲν τῆς
εὐπρέπειαν καὶ σεμνότητα , ἣν ζηλώσαντες οἱ ἱεροφάνται καὶ δᾳδοῦχοι ἀμφιέννυνται , ἀλλὰ καὶ πολλὰ σχήματα ὀρχηστικὰ αὐτὸς ἐξευρίσκων ἀνεδίδου
5377449 προσομιλουντες
Ἀνάγκη . Καὶ ὑπὸ τούτων δὴ τῶν ἰδιωτῶν , ὅσοι προσομιλοῦντες ὄχλῳ ἀρέσκειν αὐτῷ ἐπιθυμοῦσι . Δῆλον . Ἐκ δὴ
δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι . ἀνεπαχθῶς δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια διὰ δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν , τῶν
5375360 Θυνοι
καθάπερ καὶ Μυγδόνες καὶ Βέβρυκες καὶ Μαιδοβιθυνοὶ καὶ Βιθυνοὶ καὶ Θυνοὶ , δοκῶ δὲ καὶ τοὺς Μαριανδυνούς . οὗτοι μὲν
οὐ γὰρ ἡγεμόνες τῶν Ἑλλήνων εἰς τὰς οἰκίας ἑαυτῶν οἱ Θυνοὶ , ἀλλ ' ἡγεμὼν οὐκ ἄλλος τις ἄλλοι ἀλλ
5373233 ἁμαξῃσι
ἀποθάνωσι , περιάγουσι οἱ ἀγχοτάτω προσήκοντες κατὰ τοὺς φίλους ἐν ἁμάξῃσι κειμένους , τῶν δὲ ἕκαστος ὑποδεκόμενος εὐωχέει τοὺς ἑπομένους
φορβὴν ἱκανὰ ἦν , τοσαῦτα ὑπολιπόμενοι τὰ ἄλλα ἅμα τῇσι ἁμάξῃσι προέπεμψαν , ἐντειλάμενοι αἰεὶ τὸ πρὸς βορέω ἐλαύνειν .
5372302 ἐβαρυνοντο
σορόν . οἱ δ ' Ἡρακλεῖδαι ἐπεὶ τὴν λάρνακα φέροντες ἐβαρύνοντο , κατατίθενται καὶ ἀποκαλύψαντες εὗρον ἀντὶ τῆς Ἀλκμήνης λίθον
[ ! οἰκοῦντες ] ʃ πανοικησίᾳ , οὐ πανοικίᾳ λέγεται ἐβαρύνοντο : καλῶς εἶπεν ἐβαρύνοντο . οὐ δεῖ γὰρ λέγειν
5367619 χορηγουντες
ἐξ ἐλαίου τοῦ ἀπὸ τῶν πικρῶν καρύων . οἱ δὲ χορηγοῦντες , φησί , καὶ ἡ ὕλη καὶ οἱ τεχνῖται
λαβεῖν . εἰ δὲ μὴ πάντες ἐπαίεσθε μηδὲ πάντες ἐπηρεάζεσθε χορηγοῦντες , ἴστε δήπου τοῦθ ' ὅτι οὐδ ' ἐχορηγεῖθ
5367181 μηλινας
καὶ κοῦφον , ἔτι δὲ καὶ εὐθρυβῆ , διαφύσεις τε μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους . Λίθος αἱματίτης ἄριστός ἐστιν ὁ
τε καὶ κοῦφον , ἔτι δ ' εὐθρυβῆ καὶ διαφύσεις μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους : τὸ δ ' ἄνθος αὐτοῦ
5365931 μελλωσιν
τε καὶ εὔχονται αὐτοῖς ὑπὲρ γενέσεως παίδων , ὅταν γαμεῖν μέλλωσιν . ἐν δὲ τῶι Ὀρφέως Φυσικῶι ὀνομάζεσθαι τοὺς Τριτοπάτορας
τοὺς δούλους ἑτέραις ἀνάγκαις , ὑφ ' ὧν καὶ ἢν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι κατειπόντες , ὅμως ἀναγκάζονται τἀληθῆ λέγειν : ἡ
5365051 πορευθεντες
ἐκ τῆς πόλεως , ὑφορώμενος αὐτῶν τὴν ἀβεβαιότητα . οἳ πορευθέντες εἰς Ἔντελλαν , καὶ πείσαντες τοὺς ἐν τῇ πόλει
εἰς ἐπιθυμίαν πονηράν , ἀλλὰ πάντοτε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ πορευθέντες , καθὼς καὶ παρέλαβον τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον .
5358792 σωφρονισται
: ἀδίκους . μηκέτι μᾶλλον γενέσθαι : χείρους δηλονότι . σωφρονισταὶ ὄντες τῆς γνώμης . . . : ὠφελοῦντες καὶ
ὑπερβατόν . ʃ μήτε , ὃ χαλεπὸν ἤδη , ὡς σωφρονισταὶ ἀποτρέπειν πειρᾶσθε . χαλεπὸν δὲ ἤδη τὸ ἀποτρέψαι ἡμᾶς
5356057 καθιεσαν
πολεμίων μὲν πολιορκούντων τάς τε πύλας ἔκλειον καὶ τὰ ἔμβολα καθίεσαν : εἰρήνης δὲ οὔσης διὰ τὸ τὰς πύλας οὔσας
ἐκ μετεώρου ἔχειν ἀμύνασθαι . Ποιήσαντες δὲ ταῦτα ἐκ μετεώρου καθίεσαν ἀρτῶντες κύκλῳ ἐφεστρίδας τε καὶ νάκη , ὡς ἂν
5350541 δαπανωμενοι
τὰς αὐτὰς αἰτίας : ἢ γὰρ τῇ δριμύτητι τῆς ὕλης δαπανώμενοι συμπίπτουσιν οἱ κρόταφοι ἢ διὰ τὴν ἄκραν ψῦξιν .
φιλοχρημάτους εἶναι , οὐκ ὀρθῶς γιγνώσκοντες : οἱ γὰρ μεγάλα δαπανώμενοι πολλῶν δεόμενοι αἰσχροκερδέστατοί εἰσιν . Αἴσχιστον δὲ φανήσεσθε ποιοῦντες
5347587 Τιρυνθιοι
. . . . Ἔφορος ἐν τῶι Ϛ ὅτι οὗτοι Τιρύνθιοί εἰσι , καὶ ἐξαναστάντες ἐβουλεύοντο οἰκεῖν τινα τόπον καὶ
ὡς ἀπὸ τοῦ Ἁλιεύς . Ἔφορος ἐν τῷ ἕκτῳ ὅτι Τιρύνθιοί εἰσιν οὗτοι καὶ ἐξαναστάντες ἐβουλεύοντο οἰκεῖν τινα τόπον καὶ
5344037 κατεσθιουσι
ὀσφὺν ἄκραν καὶ τὴν χολὴν ἐπιθέντες τὸ λοιπὸν ἅπαν αὐτοὶ κατεσθίουσι . Φιλόξενος δὲ ὁ Κυθήριός φησί που : εἰς
οὐδεὶς πάρεστιν . εὖ γε δρῶντες : ἆρά που ὀπτὴν κατεσθίουσι πόλιν Ἀχαιικήν ; καὶ τὸ λεγόμενον σπανιώτερον πάρεστιν ὀρνίθων
5343942 ἀναβαινουσι
ἄστρων ἐφάψασθαι . ἢ γὰρ ἄνθρωποι διὰ τῶν τοιούτων ἔργων ἀναβαίνουσι πρὸς θεούς , ἢ θεοὶ καταβαίνουσι πρὸς ἀνθρώπους .
τὴν κεφαλὴν ποιήσασαι , τὰ δὲ ὀπίσθια ἄνω , οὕτως ἀναβαίνουσι . ζῇ δὲ ἡ ἄρκτος ἔτη τριάκοντα ἢ μικρῷ
5340942 μαρτυρωσιν
Σελήνη τοῦ κλήρου κυριεύσῃ , τοῦ δὲ γαμοστόλου Ἄρης καὶ μαρτυρῶσιν ἀλλήλοις , βέβαιος ἔσται ὁ γάμος ἢ δι '
καὶ ἀστραπῶν αἴτιος γίνεται . ἐὰν δέ τινες τῶν ἀστέρων μαρτυρῶσιν Ἡλίῳ καὶ Σελήνῃ , πρὸς τὴν ἑκάστου φύσιν πάντοτε
5340525 ἁρπαζοντες
αὐτῇσι οὐκ ἔχουσι . Πρὸς ὦν ταῦτα σοφίζονται τάδε : ἁρπάζοντες ἀπὸ τῶν θηλέων καὶ ὑπαιρεόμενοι τὰ τέκνα κτείνουσι ,
Ἐπειδὴ πολλὰ καὶ παράνομα οἱ πλούσιοι δρῶσι παρὰ τὸν βίον ἁρπάζοντες καὶ βιαζόμενοι καὶ πάντα τρόπον τῶν πενήτων καταφρονοῦντες ,
5339723 πεμποντες
ληφότες σώζουσι κοινῇ καὶ συνεργάζονται , παρ ' ἀλλήλους τε πέμποντες καὶ τὰς εὐεργεσίας τὰς παρ ' ἑαυτῶν καὶ τὰς
καὶ χωρία καὶ πόλεις ἔχοντες ἀλλοτρίας καὶ κληρούχους ἐς αὐτὰ πέμποντες , ἀλλὰ καὶ πρεσβευσαμένων ἡμῶν δὶς πρὸς ὑμᾶς καὶ
5338018 ὑαινας
, οἱ δὲ καὶ τεθνεώσας : ὁμοίως δὲ καὶ τὰς ὑαίνας ἕψουσιν , ποιοῦντες διαφορητικὸν ἔλαιον , εἶτα πυέλους αὐτῷ
μὴ ἀνθιστάμενοι κρείττους εἰσὶ τῶν πρὸς μείζονας φιλονεικούντων . τὰς ὑαίνας φασὶν παρ ' ἐνιαυτὸν ἀλλάττειν τὴν φύσιν καὶ ποτὲ
5336793 ἀρχαιοτατοι
: τὴν δὲ θεὸν ἧς ἐστι τὸ ἱερὸν οἱ μὲν ἀρχαιότατοι Φλιασίων Γανυμήδαν , οἱ δὲ ὕστερον Ἥβην ὀνομάζου -
ἵδρυμα : οἱ δὲ Πελασγοὶ τῶν περὶ τὴν Ἑλλάδα δυναστευσάντων ἀρχαιότατοι λέγονται : καὶ ὁ ποιητής φησιν οὕτω „ Ζεῦ
5335824 ἀναδησαμενοι
ἄλλας καθ ' ἡσυχίαν οὐδενὸς κωλύοντος ὡς ἑκάστην ποι ἐκπεπτωκυῖαν ἀναδησάμενοι ἐκόμιζον ἐς τὴν πόλιν . Μετὰ δὲ τοῦτο ,
ἅμα τῷ ἡλίῳ δύνοντι κατέλαβον , καὶ κρατήσαντες μάχῃ , ἀναδησάμενοι ἀπῆγον εἰς τὸ στρατόπεδον αὐτοῖς ἀνδράσιν . ἡ δ
5331710 ἀγεωργητον
μὲν γὰρ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις οἱ πολέμιοι καταφθείροντες τὴν χώραν ἀγεώργητον κατασκευάζουσι : παρὰ δὲ τούτοις τῶν γεωργῶν ἱερῶν καὶ
, πύλας καθιστᾶν , ἱερὰ ἱδρύειν , βωμοὺς οἰκοδομεῖν , ἀγεώργητον χώραν γεωργεῖν , φρέατα ὀρύσσειν , μεταλλεύειν , παρακατατίθεσθαι
5331159 ὀργιαζειν
. ὀργεῶνες : οἱ τοῖς ἰδίαι ἀφιδρυμένοις θεοῖς ὀργιάζοντες : ὀργιάζειν δέ ἐστι τὰ τῶν θεῶν ὄργια τελεῖν , τουτέστι
καὶ διαβόητον ἦν τὸ Ζήρινθον ἄντρον , ἔνθα τὴν Ἑκάτην ὀργιάζειν ἐλέγετο , καὶ τελετὰς ἦγον αὐτῇ τινας καὶ κύνας
5330196 ἱστασαν
καὶ τοῖς ἔξω πολέμοις , διὸ τοῖς μὲν ἀγροῖς Ἄρεος ἵστασαν εἴδωλον , τῆς Ἀθηνᾶς δὲ ταῖς πύλαις τῶν πόλεων
λίθινα καὶ ξύλινα καταλαβὼν κατεγέλασεν ὅτι θεοὺς ἀνθρωπομόρφους εἶναι δοκοῦντες ἵστασαν αὐτοὺς ξυλίνους τε καὶ λιθίνους . Ὅτι οἱ ἐν
5328736 μυιοσοβας
ἀγρίους δεινῶς . ἐκ τούτων γε τῶν βοῶν καὶ τὰς μυιοσόβας ποιοῦνται , καὶ τὸ μὲν ἄλλο σῶμα παμμέλανές εἰσιν
' ἐπιχύσεις διάλιθοι , λαβρώνιοι , Πέρσαι δ ' ἔχοντες μυιοσόβας ἑστήκεσαν . Ἵππαρχος δ ' ἐν Θαίδι : ὁ
5323678 Βακτριοι
καὶ οἵ γε ἄρρενες καὶ πολεμικοί , ἐκτέμνουσιν αὐτοὺς οἱ Βάκτριοι , τὴν ὕβριν καὶ τὸ ἀκολασταίνειν ἀφαιροῦντες , τὴν
λέγει Ἀριστόβουλος . τὸ μὲν εὐώνυμον αὐτῷ κέρας οἵ τε Βάκτριοι ἱππεῖς εἶχον καὶ ξὺν τούτοις Δάαι καὶ Ἀραχωτοί :
5322694 ἰσοτιμους
ἰσημερίαν καλεῖπροστάξας ἑπτὰ ἡμέρας ἑορτὴν ἄγειν τὴν ἐπικαλουμένην τῶν ἀζύμων ἰσοτίμους ἀπέφηνε πάσας ἐν ταῖς ἱερουργίαις : δέκα γὰρ ὅσα
' , εἰ μὴ καὶ τοὺς ἀκολούθους καὶ θεράποντας αὐτῶν ἰσοτίμους ἡμῖν ἀποφανοῦσιν , οὐδὲν μέγα οὐδὲ νεανικὸν οἴονται εἰργάσθαι
5320817 σακτας
ἔνιοι δὲ ἔκπωμα . τῶν δὲ γυμνασίοις προσηκόντων σκευῶν καὶ σάκτας ἐστὶ καὶ μάρσιπος καὶ σάκκος , καὶ κυνοῦχος ὑποδέξασθαι
δὲ Σαπφὼ Δωρίχαν αὐτὴν καλεῖ . σάκος : ὅπλον . σάκτας : θύλακος , μάρσιππος . Σαμίων ὁ δῆμός ἐστιν
5320240 κλεπται
οὗτοι , ὑπὲρ ὧν εὕρηκε τὸν νόμον , οὐ καὶ κλέπται καὶ ἱερόσυλοί εἰσιν , τὰ μὲν ἱερά , τὰς
διότι ἔμελλεν εἰπεῖν , ὅτι ὑφείλετο : τοιαῦτα γὰρ οἱ κλέπται μηχανῶνται , ἵνα ῥᾳδίως πόρρωθεν ἁρπάσωσιν , ὃ βούλονται
5316392 ἐπεφεροντο
οἱ γὰρ ποιούμενοι τὰς λιτὰς πρὸς τὸ θεῖον ἀεὶ κλάδους ἐπεφέροντο νεωστὶ δρεφθέντας ἐκ δένδρων καὶ θάλλοντας καὶ φύλλων κομῶντας
πολεμικόν , οἱ δ ' ἄνδρες μετὰ πολλῆς βοῆς ἀλλήλοις ἐπεφέροντο . καὶ πρῶτον τὰ δρεπανηφόρα τῶν ἁρμάτων ἀπὸ κράτους
5315285 δολιοι
ἀντεστράφη , φησὶν , ἡ τάξις , καὶ ἄνδρες μὲν δόλιοι καὶ ἄπιστοι γεγόνασι , γυναῖκες δὲ αἱ πρῴην διαβαλλόμεναι
ἀλλοιώδεις δύστεκνοι δυσάδελφοι ὠμαὶ φθαρτικαὶ κατάψυχροι ἀσύγκλωστοι βάσκανοι μελλητικαὶ καὶ δόλιοι . αἱ δ ' ἐπὶ πᾶσιν δʹ Ἄρεως ὑψηλαὶ
5315068 ἐμαντευοντο
ᾔδοντο ἐν πολλοῖς χωρίοις , καὶ θειασμοῖς κάτοχοι γυναῖκες οἰκτρὰς ἐμαντεύοντο καὶ δεινὰς τῇ πόλει τύχας . ἥψατο δέ τις
πόλιν . . Τὸ μαντείῳ λέγει διότι ἐνταῦθα οἱ Ἰαμίδαι ἐμαντεύοντο , ὡς καὶ αὐτὸς προϊὼν ἐρεῖ . * *
5314974 ἀκουσματικοι
συνοχὴν ἀπεφαίνετο εἶναι τὸν ἀριθμόν : Ἵππασος δὲ καὶ οἱ ἀκουσματικοὶ πάντες κριτικὸν ὄργανον κοσμουργοῦ θεοῦ καὶ παράδειγμα κοσμοποιίας βούλονται
ἀκουσματικοί , οἱ δὲ μαθηματικοί . τούτων δὲ οἱ μὲν ἀκουσματικοὶ ὡμολογοῦντο Πυθαγόρειοι εἶναι ὑπὸ τῶν ἑτέρων , τοὺς δὲ
5314041 Ὀασιν
Θηβέων ἐπορεύοντο ἔχοντες ἀγωγούς , ἀπικόμενοι μὲν φανεροί εἰσι ἐς Ὄασιν πόλιν , τὴν ἔχουσι μὲν Σάμιοι τῆς Αἰσχριωνίης φυλῆς
. : Αὐασίς , πόλις Αἰγύπτου . Ταύτην δὲ καὶ Ὄασιν καλοῦσιν . . . . Ἡρόδοτος δὲ καὶ Δοῦρις
5313260 Συβαριται
, Ἀκμονίδας , Δικᾶς , Καροφαντίδας [ ? ] . Συβαρῖται Μέτωπος [ . . , . ] , Ἵππασος
τοὺς γεωργούς : οἱ δὲ πρὸς τούτους ἔλεγον ταῦτα . Συβαρῖται διὰ πλατείας : ἐπὶ τῶν σοβαρῶς πορευομένων . Σὺν
5312442 δημοτικοι
οὐσίας ἔχοντες ἔστεργον τὰ παρόντα , οἱ δὲ πολλοὶ καὶ δημοτικοὶ τότε μὲν φοβηθέντες ἐπείσθησαν τοῖς συμβουλεύουσι : καὶ πέμψαντες
Λεύκιος Οὐαλέριος Ποτῖτος καὶ Μάρκος Ὁράτιος Βαρβᾶτος , αὐτοί τε δημοτικοὶ τὰς φύσεις ὄντες καὶ παρὰ τῶν προγόνων ταύτην διαδεδεγμένοι
5310652 περιοικοι
λαβεῖν τινα τάξιν πολιτείας , ἐπειδὴ Ῥωμαίοις προσέθεντο πρῶτοι οἱ περίοικοι τυραννουμένης τῆς Σπάρτης , οἵ τε ἄλλοι καὶ οἱ
. . . : Γάλλος , ποταμὸς Φρυγίας . Οἱ περίοικοι κατὰ μὲν Τιμόθεον Ποταμογαλλῖται , κατὰ δὲ Προμαθίδαν Ποταμογαλληνοὶ
5309605 διεκελευοντο
αὐτοί τε τὸν Ἀριστοκράτην ἔβαλλον οἱ Ἀρκάδες καὶ τοῖς Μεσσηνίοις διεκελεύοντο : οἱ δὲ ἐς τὸν Ἀριστομένην ἀπέβλεπον . καὶ
τὴν ἰσχὺν σφᾶς ὑπολείπουσαν καὶ τὸ πνεῦμα οὐ παραμένον , διεκελεύοντο τοῖς ἀτρῶσι μὴ χείρονας ἢ αὐτοὶ γίνεσθαι μηδὲ ἐς
5308091 ῥιζοτομοι
λέγουσι διαφοράς . Ἔτι δὲ ὅσα οἱ φαρμακοπῶλαι καὶ οἱ ῥιζοτόμοι τὰ μὲν ἴσως οἰκείως τὰ δὲ καὶ ἐπιτραγωδοῦντες λέγουσι
σχεδὸν πόας καλοῦσιν , ὥσπερ εἴρηται μικρῷ πρότερον , οἱ ῥιζοτόμοι . Ὁ μὲν οὖν ὀπισμὸς γίνεται τῶν ὀπιζομένων ὡς

Back