| ] . ἰδὼν δέ με [ ἐχάρη ] πάνυ καὶ κατεφίλησεν ? [ - ] καὶ ? εἶπεν ? [ | ||
| κατακλείσας ἑαυτόν , γνωρίσας τὰ Καλλιρόης γράμματα πρῶτον τὴν ἐπιστολὴν κατεφίλησεν , εἶτα ἀνοίξας τῷ στήθει προσεπτύξατο ὡς ἐκείνην παροῦσαν |
| , τὸ ἐπίγραμμα , ὥστε ἐβουλόμην αὐτὸ ἤδη ἐπιγεγράφθαι . Ἰδὼν δέ τις ἐπὶ τῶν σκελῶν αὐτοῦ οἷα τοῖς γέρουσιν | ||
| ἁμαρτάνειν , γενναίων δὲ τὸ καὶ ἁμαρτάνοντας αἰσθέσθαι . „ Ἰδὼν δὲ ἐς τὸ ἕδος τὸ ἐν Ὀλυμπίᾳ „ χαῖρε |
| ' αὐτοῦ παθών , ἀντῃσχύνετό με βλέπειν : καὶ ἡ Λευκίππη δὲ τὰ πολλὰ εἰς γῆν ἔβλεπε : καὶ ἦν | ||
| χλωρίς , ἀκαλανθίς , νῆσσα , πιπώ , δρακοντίς . Λευκίππη , Ἀρσίππη , Ἀλκαθόη , Μινύου θυγατέρες , εἰς |
| φωνῇ μεγάλῃ λέγουσα : Ἀδὰμ Ἀδάμ , ποῦ εἶ ; ἀνάστα ἐλθὲ πρός με , καὶ δείξω σοι μέγα μυστήριον | ||
| ἐκοιμᾶτο . ἐπιστᾶσα δὲ αὐτῷ ἡ Τύχη ἐβόα : ” ἀνάστα καὶ ἄπελθε ἐντεῦθεν , μήπως κάτωθεν τοῦ φρέατος πεσὼν |
| τῷ βουλευτηρίῳ ὥρας τετάρτης . ταῦτα φθεγγόμενος καὶ τούτων ἀκούων ἀφυπνιζόμην , ὥστε διεσκόπουν εἴτ ' ὄναρ εἴη εἴθ ' | ||
| αὐτὸν καὶ γανύμενος ὡς ῥᾳδίως τε καὶ τὰ προσήκοντα εἰρηκὼς ἀφυπνιζόμην . ἔδοξα δὲ καὶ περὶ τῶν ἐν Σμύρνῃ θεῶν |
| προσεκύνησαν ἐπὶ τὴν γῆν . Καὶ ἦλθον πρὸς Ἰακὼβ καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ κατεφίλησεν αὐτούς . Καὶ ἐκρεμάσθη Ἀσενὲθ ἐπὶ | ||
| ἑξὰς καὶ ὅσα θνητὰ τουτὶ ποιεῖν δοκεῖ . ” Καὶ εὐλόγησεν ὁ θεὸς τὴν ἡμέραν τὴν ἑβδόμην καὶ ἡγίασεν αὐτήν |
| συλλαβὴ λύει τὴν αἰτίαν , ἵνα ᾖ : τῆνον ἂν ἔκλαυσεν , εἰ ἐν Σικελίᾳ λέων ἦν . πολλαί οἱ | ||
| καὶ αὐτὸς σφόδρα : καὶ Μιχαὴλ ἰδὼν αὐτοὺς κλαίοντας , ἔκλαυσεν καὶ αὐτός : καὶ ἔπεσαν τὰ δάκρυα Μιχαὴλ ἐπὶ |
| Ἀφικόμενος δ ' ὁ Κέρσης εἰς Κύμην κατήγετο ἐν τῷ Ἄρδυος πανδοκείῳ : ὁ δὲ αὐτὸν ὁμοίως ἐθεράπευε , καὶ | ||
| ἐς τὴν Ἀσίην καὶ Σάρδις πλὴν τῆς ἀκροπόλιος εἷλον . Ἄρδυος δὲ βασιλεύσαντος ἑνὸς δέοντα πεντήκοντα ἔτεα ἐξεδέξατο Σαδυάττης ὁ |
| καὶ Λευίς , διότι ἐφθόνουν οἱ ἐχθραίνοντες , καὶ ἦν Λευὶς ἐκ δεξιῶν Ἀσενὲθ καὶ Συμεὼν ἐξ εὐωνύμων . Καὶ | ||
| . Καὶ ὡς ἔμελλε πατάξαι τὸν υἱὸν Φαραώ , ἔδραμε Λευὶς καὶ ἐκράτησε τῆς χειρὸς αὐτοῦ καὶ εἶπε : μηδαμῶς |
| ὀφρῦς καὶ ὅμοιος γενόμενος λυπουμένῳ , μικρὸν δέ τι καὶ δακρύσας , “ ἀηδῶς μὲν ” εἶπεν , “ ὦ | ||
| μέλλοντος , ὡς ἀφορῶν εἰς τὴν ἀκρόπολιν νέος πλούσιος καὶ δακρύσας καὶ κρινόμενος τυραννίδος ἐπιθέσεως : φαμὲν γὰρ αὐτὸν τυραννήσειν |
| διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν | ||
| τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε |
| , οὕτω καὶ καθά . ἀλλὰ μὴν καὶ ὥστε λέων ἐχάρη φαμέν : τῇδε ἔχει καὶ τὸ ἅτε παρθένος . | ||
| ὑπερηνορεόντων . ” ὣς ἔφαθ ' , ἡ δ ' ἐχάρη καὶ ἀπὸ λέκτροιο θοροῦσα γρηῒ περιπλέχθη , βλεφάρων δ |
| ψάμμου μαλθακῆς . Ἐν τῷδε τῷ ἀγρῷ νέμων αἰπόλος , Λάμων τοὔνομα , παιδίον εὗρεν ὑπὸ μιᾶς τῶν αἰγῶν τρεφόμενον | ||
| αἵδε ὑμῖν τρισχίλιαι . Μόνον ἴστω τοῦτο μηδείς , μὴ Λάμων αὐτὸς οὑμὸς πατήρ . Ἅμα τε ἐδίδου καὶ περιβαλὼν |
| περὶ σφυρά μου δέματ ? ' ἐβάλετε ; ἐμέ , σύγγονε βάρβαρε , παρακαλεῖς ; ἱκέτις , τροφέ , ναί | ||
| ; ἐκ κυμάτων γὰρ αὖθις αὖ γαλήν ' ὁρῶ . σύγγονε , τί κλαίεις κρᾶτα θεῖς ' ἔσω πέπλων ; |
| . ” Ταῦτα φιλοσοφήσασα ἔλυε τὰ δεσμὰ καὶ τὰς χεῖρας κατεφίλει καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τῇ καρδίᾳ προσέφερε καὶ εἶπεν | ||
| Λάμων αὐτὸς οὑμὸς πατήρ . Ἅμα τε ἐδίδου καὶ περιβαλὼν κατεφίλει . Οἱ δὲ παρ ' ἐλπίδα ἰδόντες τοσοῦτον ἀργύριον |
| Σώκρατες , ἔφη , ὁ Λύσις , καὶ ἅμα εἰπὼν ἠρυθρίασεν : ἐδόκει γάρ μοι ἄκοντ ' αὐτὸν ἐκφεύγειν τὸ | ||
| ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι εἰπέ . Καὶ ὃς ἐρωτηθεὶς ἠρυθρίασεν . καὶ ἐγὼ εἶπον : Ὦ παῖ Ἱερωνύμου Ἱππόθαλες |
| τοῦ ἀνδρὸς παρουσίᾳ πρὸς τὸ εὐθυμότερον μετατεθεὶς ἀνέκραγον , „ σῶσον „ εἰπών , ” ὅστις εἶ , πρὸς θεοῦ | ||
| ἥκω δεῦρ ' ὑποστρέψας πάλιν λέξω : γυναῖκα τήνδε μοι σῶσον λαβών , ἕως ἂν ἵππους δεῦρο Θρηικίας ἄγων ἔλθω |
| παλινστομεῖς ] περιττογλωττεῖς . παλινστομεῖς ] παρεπιγραφή . παλινστομεῖς ] δυσφημεῖς . παλινστομεῖς ] ἤγουν πάλιν στωμυλεύῃ . θ παλινστομεῖς | ||
| ὧν ἁλῷ πόλις : παλινστομεῖς αὖ ; ἤτοι καὶ πάλιν δυσφημεῖς καὶ τὰ αὐτὰ πάσχεις τοῖς πρίν ; ὁ δὲ |
| Λεωκράτους ἐν Μεγάροις τὰ ἀνδράποδα Ἀμύντας καὶ τὴν οἰκίαν . Ἀκούσατε δὲ καὶ ὡς ἀπέλαβε τετταράκοντα μνᾶς παρ ' Ἀμύντου | ||
| , εἰ δοκεῖ , ἐκεῖνοι δὲ μὴ κληρονομείτωσαν μόνον . Ἀκούσατε ὡς ἔχει ὑμῖν τὰ πράγματα . μικρὸν μὲν ὑμῖν |
| τιμὴν προκριθέντας καὶ ὑπὸ τῶν αὐτῶν κατὰ φθόνον συνεγκλειομένους . Ψύλλα δέ ποτέ τινι πολλὰ ἠνώχλει . Καὶ δὴ συλλαβών | ||
| τὸ προκατειλῆφθαι τὸ πρωτότυπον , ἔχον αὐτοῦ τὸν τύπον . Ψύλλα , χωρίον μεταξὺ Ἡρακλείας καὶ τοῦ Πόντου . Μένιππος |
| , τῆς ἐμαυτῆς πόρτης . ἄπειμι ] ἀπέρχομαι . , ἀπελεύσομαι . καίτοι ] γρ . ” καὶ τοῦτο “ | ||
| ἐκ θείας δοκιμασίας ἐλεούμενος ὕστερον ἐν ἑαυτῷ λέγει μικροψυχήσας : ἀπελεύσομαι εἰς Ἱερουσαλὴμ καὶ διακρινοῦμαι τῷ θεῷ μου , ὅτι |
| εἰκόνα τὴν Χαιρέου καὶ καταφιλοῦσα “ ἀληθῶς ἀπόλωλά σοι , Χαιρέα ” φησί , “ τοσούτῳ διαζευχθεῖσα πελάγει . καὶ | ||
| ἀλύοντι “ κἀμοὶ ” φησὶν “ υἱὸς ἦν , ὦ Χαιρέα , σὸς ἡλικιώτης , πάνυ σε θαυμάζων καὶ φιλῶν |
| Οἶσθ ' ὡς πόησον ; ἀντὶ τῶν εἰρημένων ἴς ' ἀντάκουσον , κᾆτα κρῖν ' αὐτὸς μαθών . Λέγειν σὺ | ||
| τοιαύτης δ ' οὔτις εὐφιλὴς θεῶν . ἄναξ Ἄπολλον , ἀντάκουσον ἐν μέρει . αὐτὸς σὺ τούτων οὐ μεταίτιος πέλῃ |
| ἡσυχία δὲ ἦν ἀκριβής , περιλαβοῦσα ἡ Ἀνθία τὸν Ἁβροκόμην ἔκλαεν ἄνερ λέγουσα καὶ δέσποτα , ἀπείληφά σε πολλὴν γῆν | ||
| ἠνιᾶτο ὥσπερ εἰκὸς ἐπὶ τούτοις ἡ Ἀσπασία καὶ ἀπελθοῦσα ἔξω ἔκλαεν : ἔχουσα δ ' ἐν τοῖς γόνασι κάτοπτρον καὶ |
| αὐτῷ καταμαθεῖν . Τοῦτ ' αὐτὸ δὴ νῦν , ὡς ἔοιχ ' , ἡμῖν ἤδη πειρατέον φράζειν . καί μοι | ||
| πάρεργον ἐπεκράτης ' ἢ τοὔνομα . Ἐδόκει δὲ λιθιᾶν ὡς ἔοιχ ' ἡ Μανία , Γνάθαινα δ ' εἰς τὰ |
| . μὴ φροντίσῃς , ὦ δαιμόνι ' , ἀλλ ' ἀνίστασο . πῶς οὖν ἐμαυτῷ τοῦτ ' ἐγὼ ξυνείσομαι , | ||
| τροφήν ἐπαίτης μερίμνης ἄξια κατέχων λέγει Ὀδυσσεὺς ὑποκρίνεται εἶναι Τρωικός ἀνίστασο ὡς ἀνατετακότων αὐτῶν τὰ ἀμυντήρια ὁ Αἴας ἐκ τῶν |
| ὡς κοινὰ πράσσους ' , Ἄργος εἰ πράσσει καλῶς . ἔφθης με μικρόν : ταὐτὰ δὲ φθάσας λέγεις , πλὴν | ||
| ἐν δικαστηρίοις σεσωκός , ὃ μυριάκις αὐτὸς πεποίηκας κύριον . ἔφθης εἰπὼν τὴν συγγνώμην καὶ ῥῆμα μέλλον ἐγνώρισας , οὗ |
| χωλὸς μὴ δυνάμενος ὁδεῦσαι . Λύκον δὲ ἰδὼν καὶ τοῦτον δειλιάσας , μήπως , ὡς τρίπους , αὐτῷ γένηται βρῶμα | ||
| φθεγγόμενον καὶ ἀλαζονευόμενον . τρέσας ] φοβηθείς . τρέσας ] δειλιάσας . θ τρέσαι ] φοβηθῇ . Ξ μενεῖ ] |
| ἀλείψας ἐλαίῳ , κατακεῖσθαι κελεύειν ἐπαλλάξασαν τὼ πόδε , καὶ μεταπῖσαι οἶνον γλυκὺν καὶ λευκὸν κεράσας εὐζωρότερον , καὶ ῥητίνην | ||
| κάτω : ἐγχειρέειν δὲ βούλεσθαι μάλιστα τοῦ ἦρος : καὶ μεταπῖσαι ὀῤῥὸν ἢ γάλα ὄνειον : βόειον δὲ γάλα διδόναι |
| θανάτῳ , ἀλλὰ λίθοις λιθοβολήσωμεν αὐτόν . Ἐλυπήθησαν οὖν σφόδρα Βαροὺχ καὶ Ἀβιμέλεχ ὅτι ἤθελον ἀκοῦσαι πλήρης τὰ μυστήρια ἃ | ||
| ἀπὸ τοῦ Ἱερεμίου . Δράμων δὲ Ἱερεμίας ἀνήγγειλε ταῦτα τῷ Βαροὺχ , καὶ ἔλθοντες εἰς τὸν ναὸν τοῦ θεοῦ διέρρηξεν |
| λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . Λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε | ||
| τῇ πρὸς τὸ ἀνὰ μέσον ἀρετῆς καὶ κακίας ἀδιαφορίᾳ . φίλησον τὸ ἀνθρώπινον γένος . ἀκολούθησον θεῷ . ἐκεῖνος μέν |
| Λέχριός γ ' ἐπ ' ἄκρου λάου βραχὺς ὀκλάσας . Πάτερ , ἐμὸν τόδ ' : ἐν ἁσυχαίᾳ Ἰώ μοί | ||
| Εἶπεν δὲ αὐτῷ ἡ ἄλλη θυγατὴρ ἡ λεγομένη Κασία : Πάτερ , αὕτη ἐστὶν ἡ κληρονομία ἣν ἔλεγες εἶναι κρείττονα |
| τὸ λέγω : παρὰ τὸ βοή βοάζω , ὡς σχολή σχολάζω , κραυγή κραυγάζω , καὶ συγκοπῇ βάζω , ὡς | ||
| , εἰ μή τίς σοι ἀσχολία τυγχάνει οὖσα . Ἀλλὰ σχολάζω γε καὶ πειράσομαι ὑμῖν διηγήσασθαι : καὶ γὰρ τὸ |
| τῶνδ ' ἃ λέγω πεπράξεται . Ἐγὼ δ ' ἵνα θύσω τοῖσι καινοῖσιν θεοῖς , τὸν ἱερέα πέμψοντα τὴν πομπὴν | ||
| μᾶλλον ἢ θυμούμενος πρὸς κέντρα λακτίζοιμι θνητὸς ὢν θεῶι . θύσω , φόνον γε θῆλυν , ὥσπερ ἄξιαι , πολὺν |
| , ἀπέδωκα κἀγὼ σοὶ πρόθυμ ' ἐς παῖδε σώ . σῴζου δὲ δὴ σύ , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα , | ||
| γὰρ ἔσχον νῦν ἐλεύθερον στόμα . Ξύμφημι κἀγώ : τοιγαροῦν σῴζου τόδε . Τί δρῶσα ; Οὗ μή ' στι |
| ] διωγμοῖς [ καὶ θλίψεσιν ] καὶ κινδύνοις ? [ παρεστηκα - ] [ ! ! ! ! ! ! | ||
| ] διωγμοῖς [ καὶ θλίψεσιν ] καὶ κινδύνοις ? [ παρεστηκα - ] [ ! ! ! ! ! ! |
| , τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ | ||
| ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς |
| τρίτην μισθόν , τὰ ὐπέρθυρ ' ὀπτά . δεῦρο , Μυρτάλη , καὶ σύ : δεῖξον σεωυτὴν πᾶσι : μηδέν | ||
| , μὴ πάντα δέ . Νῦν με ἀποκλείεις , ὦ Μυρτάλη , νῦν , ὅτε πένης ἐγενόμην διὰ σέ , |
| αἰσθήσεται τῆς βλάβης . ” “ ὀρθῶς ἂν ” ἔφη Πολύχαρμος “ ταῦτα ἔλεγες , εἰ μὴ πόλεμος ἦν : | ||
| δὲ καὶ ἀναστρέφειν πειρώμενοι πλαγίους ἔχοντες τοὺς ἵππους ἡλίσκοντο . Πολύχαρμος μέντοι ὁ Φαρσάλιος ἱππαρχῶν ἀνέστρεψέ τε καὶ μαχόμενος σὺν |
| μετὰ τῶν ἄλλων πόλεων παραδίδωσι . . αὐτὸς δ ' ἠπείλησεν ἅμ ' ἠοῖ φαινομένηφιν νῆας ἐυσσέλμους ἅλαδ ' ἑλκέμεν | ||
| τοὺς Μιλησίους κλονεῖν , ἀλλὰ μὴ Νικίαν ταράσσειν , ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης . ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι |
| γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν | ||
| ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ |
| “ σκευάρια δὴ κλέψας ἀπεκήρυξ ' ” ἐκφέρων , “ ἐπώλησεν . Ἀπόκρισις : ἡ ἀπολογία : Λυσίας . καὶ | ||
| . Μένανδρος : ἀπεκήρυξεν αὐτὴν Ἀγαμέμνων , οἷον ὑπὸ κήρυκι ἐπώλησεν . ἐπικηρύξαι δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ |
| κάμινος πᾶσα κυκηθείη κεραμέων μέγα κωκυσάντων . ὡς γνάθος ἱππείη βρύκει , βρύκοι δὲ κάμινος πάντ ' ἔντοσθ ' αὐτῆς | ||
| . * * * νῦν δ ' αὖθις ἐρυγγάνει : βρύκει γὰρ ἅπαν τὸ παρόν , τρίγλῃ δὲ κἂν μάχοιτο |
| δ ' ἡμῶν ἁπάντων ἐν Λαρίσῃ , εἰς αὑτὸν μὲν ἔσκωπτε καὶ τὴν ἀπορίαν τὴν ἐν τῷ λόγῳ συμβᾶσαν ἑαυτῷ | ||
| εἰς φιλίαν ἀγαγεῖν , προσέπαιζε πολλάκις καὶ κώνωπα ἐκάλει καὶ ἔσκωπτε τοὔνομα σὺν γέλωτι . καὶ οὗτος εἰδὼς τοῦ Σατύρου |
| . . . ξη ∠ ʹ να γʹ . Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . . | ||
| ἀρετὴν ἱερέως καὶ τεμένους εὐπρέπειαν , ἑκατέρῳ δικαίως μερίζεται . Μικροῦ μὲν ἀπεῖπον πρὸς τὴν ὀξύτητά σου τῶν ἔργων ἀθρόως |
| δ ' ἐγχείας εὐήκεας ἐν παλάμῃσιν φάσγανά τ ' ἐκ κολεῶν , οὐδὲ σχήσεσθαι ἀρωγῆς ἔννεπον , εἴ κε δίκης | ||
| ὁ μάντις ἐς κανοῦν χρυσήλατον ἔθηκεν ὀξὺ χειρὶ φάσγανον σπάσας κολεῶν ἔσωθεν κρᾶτά τ ' ἔστεψεν κόρης . ὁ παῖς |
| ἐμὲ παίζειν μηδ ' ὅτι ἂν τύχῃς παρὰ τὰ δοκοῦντα ἀποκρίνου , μήτ ' αὖ τὰ παρ ' ἐμοῦ οὕτως | ||
| Νεκτεναβὼ ἔφη “ Αἴσωπε , ἥττημαι . ὃ δὲ ἐρωτήσω ἀποκρίνου μοι . ” καί φησι “ μετεπεμψάμην ἵππους ἀπὸ |
| Λυδῶν πάλιν ἀποστάντων αὐτὸς ἐλαύνων ἐπὶ Βαβυλῶνος Μαζάρην τὸν Μῆδον κατέπεμψε προστάξας , ὅταν κατάσχῃ τὴν χώραν , ἀφελέσθαι τὰ | ||
| στρατιωτῶν , καὶ Ἀσκληπιόδωρον τὸν Φίλωνος τοὺς φόρους ἐκλέγειν . κατέπεμψε δὲ καὶ ἐς Ἀρμενίαν Μιθρήνην σατράπην , ὃς τὴν |
| τις ἦν αὐτοῦ περὶ τὸ πρόσωπον , καὶ ἄκαιρος στωμυλία λαλοῦντος κατηγόρει καὶ αὕτη τὸν τρόπον αὐτοῦ . πάντα δὲ | ||
| γὰρ ἀπόχρη τὸ θεωρεῖν ἐρώμενον οὐδ ' ἀπαντικρὺ καθημένου καὶ λαλοῦντος ἀκούειν , ἀλλ ' ὥσπερ ἡδονῆς κλίμακα συμπηξάμενος ἔρως |
| οὐ προείπομέν σοι ταῦτα ; Ὁ δὲ ἱκετεύων ἔλεγεν : Ἐλέησόν με καὶ μὴ ταῖς Ἀγαρηνῶν χερσὶ παραδοθῆναι ἐάσῃς με | ||
| ἐκείνην εἰς τὸν κριτήν : ἔλεγεν δὲ ἡ ψυχή : Ἐλέησόν με , κύριε . καὶ εἶπεν ὁ κριτής : |
| καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις | ||
| πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ ' |
| . Τὸ δὲ χρῶμα τί λέγεις , ὦ Σώκρατες ; Ὑβριστής γ ' εἶ , ὦ Μένων : ἀνδρὶ πρεσβύτῃ | ||
| . Τὸ δὲ χρῶμα τί λέγεις , ὦ Σώκρατες ; Ὑβριστής γ ' εἶ , ὦ Μένων : ἀνδρὶ πρεσβύτηι |
| ἣν εἶχον ἐν χερσίν , ὑπεσχόμην τε ποιήσειν , ὡς προῃροῦ , καὶ τελέσας τὴν ὑπόσχεσιν ἀποδίδωμι . Μέλλων δὲ | ||
| ποτ ' ἀφῆκας , οὐδ ' , ὅτ ' Εὐέργῳ προῃροῦ λαγχάνειν , εἴασας ἐμέ , οὐδὲ πρατῆρ ' ἠξίωσας |
| οὕτως ἔλεγεν . Ἀρκεσίλαον τὸν ἐξ Ἀκαδημείας Ἀνταγόρας ὁ ποιητὴς ἐλοιδορεῖτο προσφθαρεὶς αὐτῷ , καὶ ταῦτα ἐν τῇ ἀγορᾷ : | ||
| ' ἥκων τις ἐπὶ τὴν θάλατταν καταπεπλευκυίας ἄρτι τῆς νεὼς ἐλοιδορεῖτο τῷ φόρτῳ καὶ διέβαλλε μὲν αὐτὸν ὡς ἥκοντα ἐκ |
| τὴν μητέρα ἐκαθέζετο , τὸ δὲ μειράκιον ἀντ ' ἐκείνης διηκονεῖτο . κἀγὼ τὸν ξένον ἠρώτησα , Αὕτη , ἔφην | ||
| , ἀνεσώσατο , Ἰουστίνῳ δὲ τῷ βασιλεῖ τὴν τῶν στρατηγῶν διηκονεῖτο ἀνάρρυσιν . Ὁ μέντοι Κάϊσος , πρὸς ὃν ἐστέλλετο |
| ποιεῦ : ὃς δ ' ἂν τούτων τῶν ἔργων τῶν ἐντέλλομαι λείπηται , ἔκπεμπε ἐκ τῆς χώρης . Καὶ ταῦτα | ||
| ὀρθὰ ἐντείλασθαι περὶ παντὸς πράγματος . ἰδοὺ γὰρ καὶ ἐγὼ ἐντέλλομαι ζητεῖν σε τὰ ἀνόμοια καὶ τὰ ὅμοια . καὶ |
| δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις | ||
| φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ |
| φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς | ||
| νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται , |
| ' ὑπερηφάνως . οὐκ ἔστιν ἰχθυηρὸν ὑπὸ σοῦ μεταλαβεῖν . συνῆκας ἡμῶν εἰς τὰ λάχανα τὴν πόλιν . περὶ τῶν | ||
| . Καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἶπον , σὺ δὲ οὐ συνῆκας . ἡ φύσις τοῦ νοεροῦ αὐτοῦ λόγου φύσις ἐστὶ |
| καὶ οὐ Λαίς . Ἰσοκράτης δὲ καὶ Λαγίσκαν τὴν ἑταίραν ἀνελάβετο εἰς τὴν οἰκίαν . Δημοσθένη δὲ τὸν ῥήτορα καὶ | ||
| καὶ ἡμᾶς παίζει . ὁ δὲ θεωρήσας τὸν παῖδα αὐτοῦ ἀνελάβετο καὶ εὐθὺς ἔλαβον αὐτόν . Παλαμήδης * δὲ * |
| πράξας οὐδὲν ἀλλ ' ἢ τοῖς προστάταις ὅσα καιρὸς ἦν ἐπιστείλας καὶ τἀκεῖθεν ἀποσκοπῶν , ἐπειδὴ καλῶς ποιοῦντες οἱ θεοὶ | ||
| δικαίοις χρῆσθαι περὶ τὰ γράμματα , εἰ πολλὰ ἐπὶ πολλοῖς ἐπιστείλας ὡς οὐδ ' ὁτιοῦν ἐπιστείλας ἐγκέκλημαι . σὺ δ |
| ἑτέρους δεῖ , τοὺς δὲ διώκειν . Σὺν ἐλαίῳ ὠτογλυφίδα λαβοῦς ' ἀνασκάλλεται . Τὸ γὰρ ἕψημά σου γευόμενος ἔλαθον | ||
| . . . . . . . . ἅμα δὲ λαβοῦς ' ἠφάνικε πηλίκον τινὰ οἴεσθε μέγεθος ἀρεσιαν ; μέγαν |
| καὶ ὅπως ὁ φιλοσοφήσειν μέλλων ἑαυτὸν βασανίσας ἐπιχειρεῖ , τούτῳ ξυνεχώρησε τῷ λόγῳ , τουτὶ γὰρ καὶ περὶ ἑαυτοῦ ἐπέπειστο | ||
| ἔφη „ ξένον εἴρηκας ἀσπαζόμενον ἐπιτήδευσιν , ἣ μηδὲ ἐκείνῳ ξυνεχώρησε γενναίῳ γενέσθαι . ” ὁ μὲν δὴ Ἰάρχας ” |
| δὲ τῶν ὁμοδούλων τὴν ὥραν : ἐκποδὼν δὲ τὸν ἄνδρα βουλευσαμένη ποιήσασθαι : μόλις ταύτην ἐξεύρηκε μηχανήν : ἐξαπατᾷ γὰρ | ||
| ἀμφοῖν ἐγγύθεν ἡ προτέρα κρίσις , ἐσκόπει τε ὅ τι βουλευσαμένη πρῶτον ἀντεκπλήξει τὸν βάρβαρον : καὶ παρῆλθέ γε αὐτὸν |
| ἐπιλείποι : ὅτι φωνὴν μὴ ἔχει . πλανηθεὶς ὁ κόραξ ἔκραξεν καὶ τυρὸν κατέβαλεν , ὃν ἥρπαξεν ἡ ἀλώπηξ καὶ | ||
| εἰς εἱρκτὴν αὐτὸν ἀπαχθῆναι κελεύει . ἀπαγόμενος τοίνυν ὁ Αἴσωπος ἔκραξεν : „ ὁρᾷς , ὦ στρατηγέ , ὅπως ὀρθῶς |
| ἐστιν ἡ δι ' ἐνιαυτοῦ ἐπιφοιτῶσα τοῦ τεχθέντος ἑορτή , γενέσια δὲ ἡ δι ' ἐνιαυτοῦ ἐπιφοιτῶσα τοῦ τεθνεῶτος μνήμη | ||
| τὰ συμπτώματα Νοῦς ἄφρων μάτην τὸ λαθεῖν ἐθελήσας . Ὀφθαλμῶν γενέσια ψυχῆς ὀδύνη . Ἑρμηνεία . Τέρψις ὀφθαλμῶν ἀλλοτρίας ἑορτῆς |
| ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων : ἐπίταττε οὖν ὅτι βούλει . Ἄκουσον δή , εἰπεῖν τὸν Ἐρυξίμαχον . ἡμῖν πρὶν σὲ | ||
| δὲ σῶμα καὶ δόμων περιπτυχὰς καταιθαλώσῃ σου Λικυμνίαις βολαῖς . Ἄκουσον , αὕτη : παῦε τῶν παφλασμάτων : ἔχ ' |
| κληρονόμους τῶν Εὐκτήμονος . Ταῦτα τοίνυν ὡς ἀληθῆ λέγω , ἀναγίγνωσκε τὰς μαρτυρίας . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ὁ Φιλοκτήμων τριηραρχῶν | ||
| ' ὡς ἀληθῆ λέγω , λαβέ μοι τὰς μαρτυρίας καὶ ἀναγίγνωσκε . Ὅτι τοίνυν οὐκ ἄπορος ἦν ὁ Μοιριάδης , |
| ὅλον ἔχων πρὸς τὸν οὐρανὸν ἔλαθε καταπεσὼν εἰς φρέαρ . ὀδυρομένου δὲ αὐτοῦ καὶ βοῶντος παριών τις ὡς ἤκουσε τῶν | ||
| τὰς Διομήδους ἵππους . τοῦτον ἐκεῖσε πορευόμενον ἐξένισεν Ἄδμητος . ὀδυρομένου δὲ τοῦ Ἀδμήτου τὴν συμφορὰν τῆς Ἀλκήστιδος , ἀνακτησάμενος |
| ὑπείροχον , ᾧ τυ γεραίρειν ἀρξεῦμ ' : ἀλλ ' ὑπάκουσον , ἐπεὶ φίλος ἔπλεο Μοίσαις . Σιμιχίδᾳ μὲν Ἔρωτες | ||
| μᾶλλον δὲ παῖε . σέ φημι , Θησαυρὲ χρυσοῦ , ὑπάκουσον Τίμωνι τουτῳῒ καὶ παράσχες ἑαυτὸν ἀνελέσθαι . σκάπτε , |
| λαθὼν κατὰ τῆς κύλικος τῆς τελευταίας , ἣν τῇ Πανθείᾳ προσέφερεν : ἡ δὲ ἀναστᾶσα ᾤχετο εἰς τὸν θάλαμον αὑτῆς | ||
| γένεσιν προσαγάγῃ : καὶ ἄλλος μέν , φησίν , ἄλλο προσέφερεν , Ἑρμῆς δὲ τὴν ῥητορικὴν ἐχαρίσατο , καὶ ἵνα |
| , παιδὶ σέθεν τῆι σῆι τ ' ἀλόχωι ; σφραγῖδα φύλασς ' ἣν ἐπὶ δέλτωι τῆιδε κομίζεις . ἴθι : | ||
| . Ἰὲ Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . Πυθιάσιν δὲ πενθετήροισι [ |
| ἐκπεφορημένα , ἐκταραχθεὶς ἀνεπήδησε καὶ στενάξας ἀπῄει δρομαίως τὸ γεγονὸς ὀψόμενος . τῶν δὲ ὑποτυχόντων τις θεασάμενος εἶπεν : „ | ||
| Κατῆλθε μετὰ ταῦτα καὶ εἰς τὸ αἰπόλιον τάς τε αἶγας ὀψόμενος καὶ τὸν νέμοντα . Χλόη μὲν οὖν εἰς τὴν |
| : ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἀντὶ τοῦ , ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς ἀσθενοῦντας | ||
| . Ἀλλ ' εἰ ταῦτα δοκεῖ , κἀγὼ ' μαυτῷ βαλανεύσω . Σπονδὴ σπονδή . Ἔγχει δὴ κἀμοὶ καὶ σπλάγχνων |
| Τὸ πρᾶγμα τοῦτο συλλαβεῖν ὑπίσχομαι . Ἔφευγε , κἀγὼ τῆς ὑπαντὰξ εἰχόμην . Οὔκουν μ ' ἐάσεις ἀναμετρήσασθαι τάδε ; | ||
| τὸ πρᾶγμα τοῦτο συλλαβεῖν ὑπίσχομαι . ἔφευγε , κἀγὼ τῆς ὑπαντὰξ εἰχόμην . οὔκουν μ ' ἐάσεις ἀναμετρήσασθαι τάδε : |
| ' ἐφηψάμαν ἅμα . δεινότατον παθέων ἔρεξα . λαβοῦ , κάλυπτε μέλεα ματέρος πέπλοις καὶ καθάρμοσον σφαγάς . φονέας ἔτικτες | ||
| , δαιόμενος Νύμφης κυανώπιδος Ὠκεανίνης : δήθυνεν δὲ πάγοισι , κάλυπτε δ ' ἐρίσπορον αἶαν οὔτι θέλων προλιπεῖν δυσέρωτα πόθον |
| θεὸν σεσυλήκατε ; τί δὲ αὐτοῦ τὴν ποίησιν ἀτιμάζετε ; θύεις πρόβατον , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ προσκυνεῖς : | ||
| ” εἶπεν „ ἀπόκριναί μοι μᾶλλον , τί μαθὼν οὕτω θύεις ; „ εἰπόντος δὲ τοῦ ἱερέως ” καὶ τίς |
| ! ! [ [ ἄναξ ] [ ] ὑγιείας . Ἰὲ Παιάν , [ ἴθι ] σωτήρ [ : εὔφρων | ||
| εἶμεν ἀγγράφοντι καὶ αὐτίκα καὶ εἰς τὸν ὕστερον χρόνον . Ἰὲ Παιᾶνα θεὸν ἀείσατε λαοί , ζαθέας ἐνναέται [ ] |
| τῆς κεφαλῆς κείμενος . καὶ ὁ λόφος τῆς περικεφαλαίας . κύσαι : φιλῆσαι . προσκυνῆσαι . κῶπαι : αἱ λαβαὶ | ||
| , αἰσχρὸν γὰρ ἐπὶ τόνου γε . Δός μοί νυν κύσαι . Ἰδού . Παπαιάξ . Ἧκέ νυν ταχέως πάνυ |
| † } Πράξας κακῶς τι κἂν δοκῇς θεὸν λαθεῖν , πίστευσον ὅτι σεαυτὸν οὐ δύνῃ λαθεῖν . } Ἐὰν φονεύῃς | ||
| ποιμὴν ἐνετείλατο , ὁ ἄγγελος τῆς μετανοίας . Πρῶτον πάντων πίστευσον ὅτι εἷς ἐστιν ὁ θεός , ὁ τὰ πάντα |
| χοροῦ τῶν Μουσῶν ἡγεμόνα ; ἀλλ ' ἄγε δή , κατάβηθι καί μοι ἑτέραν εἰκόνα που ζήτει χαμαὶ ἐρχομένων ἀνθρώπων | ||
| ἐπεὶ καὶ σεμνός τις εἶναι φαίνεται . Οὗτος ὁ Πυθαγορικὸς κατάβηθι καὶ πάρεχε σεαυτὸν ἀναθεωρεῖσθαι τοῖς συνειλεγμένοις . Κήρυττε δή |
| μητέρα φοιτήσασαν , ἀνήλατό τε σπουδαίως τῆς κλίνης καὶ ταύτην περιπλακεὶς κατησπάζετο , μηδέν τι φθέγξασθαι δυνηθεὶς ἕτερον , μόνον | ||
| θρασύτητος τοῦ θηρίου καταληφθείς , ἁλῷ , μετὰ ταῦτα δὲ περιπλακεὶς οἷον αὐτίκα ὑπ ' αὐτοῦ καὶ περιειληθεὶς μυζηθείς τε |
| παιδευτῶν . Δεῦρ ' ἴθι παῖ , ἐπὶ τῶν ἐμῶν καθίζου γονάτων . οὐ φαυλότερος ἔσομαί σοι τοῦ Φοίνικος τοῦ | ||
| : „ σὺ δ ' , ὦ τέκνον , τέως καθίζου μοὐνθαδί „ . λέγουσι δὲ καὶ καθίζανε : Φερεκράτης |
| : ἀσχημοσύνης γὰρ γίνετ ' ἐνίοις αἴτιος . προπίνων Θηρικλείαν τρικότυλον πρὸς τὸ πρᾶγμ ' ἔχω κακῶς . ἐπαριστέρως γὰρ | ||
| ἰδόντα αὐτὸν πλέον ἢ ὀκτὼ κοτύλας χωροῦντα . Ἄλεξις : τρικότυλον ψυγέα . ἐν ἄλλοις δὲ καὶ ψυκτήριον αὐτὸ καλεῖ |
| ' ἢ μίαν , τί σοὶ διαφέρει τοῦτο ; παράθες σημίαν . οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν , οὐδ ' οἷα | ||
| ἢ μίαν , τί σοι διαφέρει τοῦτο ; παράθες [ σημίαν . ] οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν οὐδ ' οἷα |
| τῷδε ; ὥστε ματαία ἡ παρατήρησις τῷ Συμμάχῳ . ἐγὼ πρίωμαι τῷδε : ἴσον τῷ ὠνήσωμαι . θοαῖσιν ἵπποις : | ||
| βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα βάκχαριν ; Ἀναξανδρίδης Πρωτεσιλάῳ : μύρον τε |
| ἐκεῖνο γὰρ γίνεται τοῖς μηδὲν πρᾶγμα εὐλόγως κρίνουσιν . βουκολικαὶ Μῶσαι : ὁ λόγος ἐκ τοῦ νομέως . ἐπιστροφὴ τὸ | ||
| Πανί , ὁ δὲ ποιμὴν ταῖς Μούσαις . τὸ δὲ Μῶσαι Δωρικόν . οἴιδα : τὸ μικρὸν πρόβατον λέγουσι . |
| οὖν πάρος τά τ ' εἰσέπειτα σῇ κυβερνῶμαι χερί . Ἔγνων , Ὀδυσσεῦ , καὶ πάλαι φύλαξ ἔβην τῇ σῇ | ||
| , ἀλλὰ πάντα τὰ μέλη τῇ μιᾷ κεφαλῇ ὑπακούει . Ἔγνων ἐν γραφῇ πατέρων μου , ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις |
| ἑορτῆς ἥκομεν . ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται | ||
| ἔχων ψυχὴν ἀγαθὴν ἀγαθός . ὁ δὲ δεινὸς ἐκεῖνος καὶ καχύποπτος , ὁ πολλὰ αὐτὸς ἠδικηκὼς καὶ πανοῦργός τε καὶ |
| μοι τῶν θρήνων : σὺ δ ' ἀμφὶ βωμίους : φάνηθι ἀπὸ κοινοῦ . ἵνα ἱκετεύσῃς τοὺς θεοὺς λῆξιν δοῦναι | ||
| ἰώμενον πόλεις . ἀλλ ' ἐπειδὴ τἀκεῖ τεθεράπευκας ἱκανῶς , φάνηθι καὶ τῇδε . φανήσῃ δὲ ἐρῶσιν , οἷς ἡδὺ |
| Πρωτέως ἱδρύσατο , πάντων προκρίνας σωφρονέστατον βροτῶν , ἀκέραιον ὡς σώσαιμι Μενέλεωι λέχος . κἀγὼ μὲν ἐνθάδ ' εἴμ ' | ||
| τοῖς θεοῖς , ἐμέ τε ὑμνῶν καὶ περιέπων , ὅτι σώσαιμι αὐτῷ τοὺς υἱέας , καὶ τὴν πόλιν τῶν Ἀθηναίων |
| ἀντίθυρον κλισίης Ὀδυσσῆϊ φανεῖσα . ” ἀναβησάμενοι ἀναβιβάσαντες . ἀνενήκατο ἀνεστέναξεν , οἷον ἀνήνεγκε τὸν στεναγμόν : “ μνησάμενος δ | ||
| τοῦ ναυάρχου γυνὴ παραγίνεται . “ μέγα δὲ καὶ βύθιον ἀνεστέναξεν ἡ Στάτειρα καὶ κλάουσα εἶπεν ” εἰς ταύτην με |
| ποτ ' ἀγκάλαις ; ὁ Βακχίου παῖς , ὡς σαφέστερον μάθηις . ἐν σέλμασιν νεώς ἐστιν ἢ φέρεις σύ νιν | ||
| ἔξεστι . τῶν σῶν δ ' οὕνεχ ' , ὡς μάθηις , λόγων δώσω τόδ ' αὐτῆι : τῆσδε δ |
| ! ! ! ! ! ! ! ! ] ὁ Παττίκιος ? [ ! ! ! ! ! ! ! | ||
| . [ Ἑλληνικὸν ] δὲ ἄρτον βούλεται ἐσθίειν . ” Παττίκιος δὲ διὰ τὸ τεθεωρηκέναι αὐτῶν τὸν μέγιστον θόρυβον ἔφη |
| τίνος κόσμου μέρος εἶ καὶ τίνος διοικοῦντος τὸν κόσμον ἀπόρροια ὑπέστης καὶ ὅτι ὅρος ἐστί σοι περιγεγραμμένος τοῦ χρόνου , | ||
| τ ' Αἰσωνίδα ναίων ἡμετέροιο τοκῆος ἐπώνυμον , ὅς μοι ὑπέστης Πυθοῖ χρειομένῳ ἄνυσιν καὶ πείραθ ' ὁδοῖο σημανέειν , |
| οὐκ ἀνεξ ! ! ! [ ὀργῆς ἕκατι κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου . φιλῶ τὰ γράμματα μισ [ χάρις ἐπὶ | ||
| αὐτὸν ἐχθρὸν γενόμενον . } Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου . † ἔλπιζε γὰρ αὐτὸν πάλιν γενέσθαι φίλον |
| . ἀπωλόμεσθα πάντες , οὐ κείνη μόνη . ἀλλ ' ἠισθόμην μὲν ὄμμ ' ἰδὼν δακρυρροοῦν κουράν τε καὶ πρόσωπον | ||
| ἴσως ἀνθρώπινον . ἔκρυπτε τοῦτ ' , ἠισχύνετ ' : ἠισθόμην ἐγὼ ἄκοντος αὐτοῦ διελογιζόμην θ ' ὅτι ἂν μὴ |
| πόλεμός ἐστι καὶ ἐρῳδιῷ : κατάγνυσι γὰρ αὐτῶν τὰ ᾠὰ κόπτουσα τὴν δρῦν διὰ τοὺς κνῖπας . καὶ εἰσὶν οἱ | ||
| τίσιν , Ἕλλησιν ἢ βαρβάροις ἢ πάλιν λῃσταῖς . ” κόπτουσα δὲ τῇ χειρὶ τὸ στῆθος εἶδεν ἐν τῷ δακτυλίῳ |
| : Λακεδαιμόνιοι δ ' αὐτὸ παρέλαβον . μετὰ δὲ τοῦτο Τελευτίας ἐπὶ τὰς Ἡριππίδου ναῦς ἦλθε , καὶ οὗτος αὖ | ||
| τὰς πύλας τῶν Ὀλυνθίων ἤλασεν . ἐπῄει δὲ καὶ ὁ Τελευτίας σὺν τοῖς περὶ ἑαυτὸν ἐν τάξει . ὡς δὲ |
| τῶν ἑνικῶν τοῦ ὁριστικοῦ πρώτου μέλλοντος , λέγω δὴ τοῦ τύψει , προσθήκῃ τοῦ ν : τὸ γὰρ τύψει προσλαβὸν | ||
| ω ἢ τῷ ο , γυψώσω ἀρόσω . τύψεις , τύψει . Δυϊκά . Τύψετον , τύψετον . Πληθ . |
| , ὡς πολὺν τὸν Ὅμηρον ἐπαντλεῖς . ἀλλ ' ἐπείπερ ἀνέμνησας , ἐθέλω σοι δεῖξαι τὸν τοῦ Ἀχιλλέως τάφον . | ||
| λέγοντος Δάφνις ἀναπηδήσας καλῶς με εἶπε ταῦτα , πάτερ , ἀνέμνησας . Ἄπειμι τὰς αἶγας [ απἄξων ] ἐπὶ ποτόν |