δι ' εὐχῆς . καυχᾶσθαι . λέγειν ἁπλῶς . καὶ καταρᾶσθαι . εὐχωλή βʹ : ἡ δεητικὴ εὐχή . καὶ
ἀληθείας ἠπατημένοι : εἴθ ' ἦν ἀραῖον : εἴθε ἦν καταρᾶσθαι ἄνθρωπον θεῶν , ἵνα ἀμύνηται τὸν Ποσειδῶνα . ὑπὸ
6866271 ὀνειδιζειν
καὶ οἱ προστάντες αὐτῶν ἐγιγνώσκοντο , καλῶς εἶχε ταῦτ ' ὀνειδίζειν : εἰ δ ' ἔσθ ' ἕτερα ἀμείνω καὶ
, ὦ Σώκρατες , Σιμωνίδην ἄλλο ἢ τοῦτο , καὶ ὀνειδίζειν τῷ Πιττακῷ ὅτι τὰ ὀνόματα οὐκ ἠπίστατο ὀρθῶς διαιρεῖν
6669406 Θαυμαζω
τὸν ἐμαυτοῦ : τὸ γὰρ ἐγὼ ἐπιεικείας ἔμφασιν ἔχει . Θαυμάζω δὲ εἰ μὴ κρινομένου τοῦ πράγματος , αἰτίαν τις
δρωμένου καὶ τοσαύτην τέρψιν ἅμα καὶ παιδείαν ὠφέλιμον παρεχομένου . Θαυμάζω δέ σου κἀκεῖνο , εἰδὼς Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου μάλιστα
6652000 καταγνωναι
καὶ ἀντιβολήσουσιν , οὐκ ἀξιοῦντες τοῦ Ἀλκιβιάδου ὑέος τοσαύτην δειλίαν καταγνῶναι , ὡς ἐκεῖνον πολλῶν ἀγαθῶν ἀλλ ' οὐχὶ πολλῶν
ἴσα ; καὶ μὴν οὐδὲ τοὺς λαχόντας ἅπαντας οἴεσθαι χρὴ καταγνῶναι τὴν γραφὴν αὐτοῦ , ἀλλ ' εἶναί τινας ,
6533864 ἀτυχειν
Ἄπολλον , ἀλλὰ σκαιὸν οὐ μετρίως λέγεις , μετὰ μαρτύρων ἀτυχεῖν , παρὸν λεληθέναι . δυσπαρακολούθητόν τι πρᾶγμ ' ἐστὶν
ζῆν , οὐ βούλεται . . . τὸ δ ' ἀτυχεῖν ἢ τὸ μὴ θεὸς δίδωσιν , οὐ τρόπου δ
6511157 ὑβρισαι
φυλάττειν ἐπὶ λύτροις ἕλοιτο , μηδὲν ἐς σώματα ἀνδρῶν ἀτυχούντων ὑβρίσαι . ὃ δὲ τῷ πατρὶ συνεβουλεύετο , μεταπεμψάμενος αὐτὸν
Εἰ μὴ ἦς πρεσβύτης , καὶ ὅτι οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ ὑβρίσαι τὸν μείζονα αὐτοῦ , ἐπικατεγέλων ἄν σοι καὶ ἔλεγον
6485294 ἀπρεπες
καίπερ ὁρῶντες ὅτι εἰς κίνδυνον ἔρχονται , ὅμως φεύγοντες τὸ ἀπρεπὲς τοῦ ὀνόματος συμφοραῖς μεγίσταις περιέπεσον , καὶ αἰσχύνην μείζονα
καὶ μοῖρα κραταιή . ἀθετοῦνται στίχοι γ ' , ὅτι ἀπρεπὲς μητέρα υἱῷ λέγειν ἀγαθόν ἐστι γυναικὶ μίσγεσθαι . [
6464219 εὐτυχημα
' ἐκεῖν ' ἴδιον καὶ οὐδενὶ τῶν πάντων ἄλλῳ γεγονὸς εὐτύχημα . τὸ ποῖον ; τὸ ἐπειδὴ πονηρῶν ἀνθρώπων εἰς
πασῶν ἐξ ὀλίγου μετέχει . ἡλίκον δὲ τοῦτο τοῖς κεκτημένοις εὐτύχημα , ἴσασιν ὅσοι Πινδάρου κιθαρίζοντος ἤκουσαν . οὕτω δὲ
6404603 ἐπαμυνειν
. Θάσιοι δὲ νικηθέντες μάχῃ καὶ πολιορκούμενοι Λακεδαιμονίους ἐπεκαλοῦντο καὶ ἐπαμύνειν ἐκέλευον ἐσβαλόντας ἐς τὴν Ἀττικήν . οἱ δὲ ὑπέσχοντο
οὐδὲν ἐφρόντιζον , Μόλωνα δὲ τὸν γναφέα καὶ ἄλλους τινὰς ἐπαμύνειν ἐπιχειροῦντας συνέκοψαν . ἤδη δὲ αὐτοῖς οὖσι παρὰ τὴν
6401659 ὀφειλομενον
εἰπεῖν : Ἀγαθῇ τύχῃ . δεινὸς δὲ καὶ ἀπολαμβάνων ἀργύριον ὀφειλόμενον μάρτυρας παραλαβεῖν . καὶ χειμῶνος ὄντος μάχεσθαι τῷ παιδί
ἀργύριον δὲ ποτέρως ἂν πλέον ἀναλωθείη , εἰ τούτοις τὸ ὀφειλόμενον ἀποδοθείη , ἢ εἰ ταῦτά τε ὀφείλοιντο ἄλλους τε
6287194 φθονειν
ἡμᾶς προστάτας σκεψάμενοι ἐπέδωκαν ὑμῖν ἑαυτοὺς , Λακεδαιμονίοις δὲ τὸ φθονεῖν παρεσκεύασαν : εἶτα ἔπαγε , ὅτι ἡμεῖς μὲν οὖν
οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς ἀφελέσθαι ἐκεῖνα δυναμένους ,
6285155 ὑβριζειν
ἐνέχοιο μείζοσιν . ἐγὼ δὲ τοῦτο οὐ ποιήσω φιλίαν ἰσχυρὰν ὑβρίζειν οὐκ ἀξιῶν συκοφαντίᾳ . ἀλλ ' ὅταν τι γένηται
οὐκέτ ' ὄντας αἰκίζειν νεκρούς ; τί τὴν ἄναυδον γαῖαν ὑβρίζειν πλέον ; ἐπὰν γὰρ ἡ κρίνουσα καὶ θἠδίονα καὶ
6264447 εὐλογειν
διὰ τὰς εἰρημένας αἰτίας . τὸ δέ γε εὔχεσθαι καὶ εὐλογεῖν οὐκ ἔστι τοῦ τυχόντος , ἀλλ ' ἀνθρώπου τὴν
: βίαιον δὲ τὸ καλλιλογία καὶ εὐστομία : ἐπαινεῖν , εὐλογεῖν , εὐφημεῖν , ἐγκωμιάζειν , καλῶς λέγειν , εὐστομεῖν
6218588 ἀσεβημα
πόλις που παρ ' ἑαυτῇ γενέσθαι τὸν τὸ τοιοῦτ ' ἀσέβημα δοκοῦντ ' εἰργάσθαι ; οὐκ ἔστιν οὐδὲ μία .
ὡς δὲ ἄμφω συνεῖδον τὸ πραχθέν , εἶτα μέντοι τὸ ἀσέβημα διελύσαντο θανάτῳ , πηδήσαντε κατὰ κρημνοῦ . Ἀνέλπιστον βίον
6175416 ὀμνυναι
, ἀκλινής , ἀψευδέστατος , ἐρηρεισμένος ἀληθείᾳ . κἂν εἰ ὀμνύναι μέντοι βιάζοιντο αἱ χρεῖαι , πατρὸς ἢ μητρὸς ζώντων
, μόνον δὲ τὸν ἀναίμακτον βωμὸν προσκυνεῖν . Μηδ ' ὀμνύναι θεούς : ἀσκεῖν γὰρ αὑτὸν δεῖν ἀξιόπιστον παρέχειν .
6166691 ἀποψηφισασθαι
τὸν Φιλωτάδην , ὅτι οὐ πολίτης . . . . ἀποψηφίσασθαι ] ἀντὶ τοῦ ἐκβαλεῖν τοῦ εἶναι αὐτὸν πολίτην καὶ
, ἀποδείξαντας ὡς ψευδῆ τὰ κατηγορημένα , οὕτως πείθειν ὑμᾶς ἀποψηφίσασθαι : εἰ δὲ νομίσαντες ἀδικεῖν αἰτήσονται , δῆλον ὅτι
6161023 κολακευειν
μαλακοκόλαξ , ὥς φησι Κλέαρχος : πρὸς γὰρ τῷ οὕτω κολακεύειν καὶ τὸ σχῆμα τῶν κολακευομένων ἐπακολουθῶν ἀποπλάττεται παραγκωνίζων καὶ
; οὔτε γὰρ τὸ φιλεῖν ἡδονῆς ἀτυχές , οὔτε τὸ κολακεύειν λύπης ἄμοιρον , ἀλλ ' ἑκάτερον ἐν ἑκατέρῳ φύρεται
6153935 φησαι
. Οἶμαι πάντας ἂν ὑμᾶς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , φῆσαι , ἃ βέλτισθ ' ἕκαστος ἡγεῖται τῇ πόλει ,
ἑκατέρου τῶν ἀντιδίκων ὁδῷ προάγοντα , κατὰ μνῆμά τι στάντα φῆσαι τὸν ἐν τούτῳ κείμενον ἐπιεικῆ καθ ' ὑπερβολὴν γενέσθαι
6149431 κατορθωσαι
τὴν παρασκευὴν οἱ Κορίνθιοι ἐδέξαντο . ἄνευ οὖν πόνων συνέβη κατορθῶσαι αὐτοὺς τοῦτο τὸ πρᾶγμα . Μεγαρέας ] τὴν ἱερὰν
Νίγρου πράγματα , μετὰ τὸ ἀποχρήσασθαι αὐτῶν τῇ ὑπηρεσίᾳ καὶ κατορθῶσαι πάντα ἃ ἐβούλετο ἀνεῖλεν αὐτούς τε καὶ τοὺς παῖδας
6143892 ἐπιορκειν
δὲ καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγαθῷ κλέπτειν , ἁρπάζειν , ἐπιορκεῖν , ψεύδεσθαι ἢ ὅλως ἄδικόν τι πράττειν . ἐν
. . . Κλεάνθης ἔφη τὸν ὀμνύοντα ἤτοι εὐορκεῖν ἢ ἐπιορκεῖν , καθ ' ὃν ὄμνυσι χρόνον . ἐὰν μὲν
6099751 βεβληκε
ὁ Ἀχιλλεύς , ὅπερ διὰ τοῦ νύξε σημαίνεται , ἀλλὰ βέβληκε τὸ δόρυ : διὸ καὶ ἑξῆς αὐτὸ βέλος εἴρηκεν
νομίσας λῃστρικόν τινα εἶναι ἄνδρα ἐπαφῆκε λίθον , ὃς ἀναστραφεὶς βέβληκε τὸν Ἡρακλῆν . Βέλλερος : * * Βελλεροφόντης καθ
6086642 ἀπατησαι
. καὶ αὐτὸς δὲ ὁ χρυσὸς δαμασίφρων , ἐπεὶ ἱκανὸς ἀπατῆσαι . ἐνυπνίῳ δ ' ᾇ τάχιστα πείθεσθαι : τοῦ
τυραννοῦντα τὴν καθ ' ἑαυτὸν ἐλαύνειν , τὸ τοὺς δορυφόρους ἀπατῆσαι , τὸ σῶσαι τοὺς νόμους , τὸ δοῦλον ἐλεύθερον
6072605 ἀλογιστως
ὑπὸ ταύτης χορηγεῖσθαι : κρεῖττον εἶναι νομίζει εὐλογίστως ἀτυχεῖν ἢ ἀλογίστως εὐτυχεῖν : βέλτιον γὰρ ἐν ταῖς πράξεσι τὸ καλῶς
. Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους . Ζῶμεν ἀλογίστως προσδοκοῦντες μὴ θανεῖν . Ζῆσον μετρήσας τὸν βίον πρὸς
6066393 ἀμειψασθαι
δὲ γᾶ , ὅ ἐστιν : ἱκανή ἐστιν ἡ πόλις ἀμείψασθαι τὰς εὐεργεσίας : εὔκολα : † χώρει σὺ καὶ
φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως . ὑπὲρ τούτου ἀμείψασθαι τὴν εὐεργεσίαν βουλόμενος ἔγραψεν ἓξ λόγους τοὺς ἱεροὺς λεγομένους
6065984 ἑρμαιον
ἀπὸ τῆς τύχης τῷ Ἑρμῇ ἀναφέρουσιν ὅθεν καὶ τὸ εὕρημα ἕρμαιον καλοῦσιν . ἰδοὺ δὲ κατασκευάζει καὶ τὸ εὐλόγως .
ἐν τοῖς Περὶ ζῴων , ἐρινεὰ δὲ τὸν καρπόν . ἕρμαιον : τὸ ἀπροσδόκητον κέρδος , ἀπὸ τῶν ἐν ταῖς
6065910 βλασφημειν
μάλιστα πρέπειν ἱεροῖς , ἄδειαν δ ' εἶναι τοῖς ἐθέλουσι βλασφημεῖν ; καὶ θύοντας μὲν οὕτω κοσμίους εἶναι , οἷς
μέχρι τοσούτου μαθεῖν περὶ ἁπάντων τούτων , μέχρι τοῦ μὴ βλασφημεῖν περὶ αὐτά , εὐφημεῖν δὲ ἀεὶ θύοντάς τε καὶ
6056695 κακολογειν
: λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ δὲ πρώτη συλλαβὴ βραχέως ἐκφέρεται . Καὶ
, διαβάλλειν , βλασφημεῖν , θανάτου τιμᾶσθαι , εἰσαγγέλλειν , κακολογεῖν τοὺς ἐπιτίμους αὐτὸς ὀφείλων τῷ δημοσίῳ : τούτου γὰρ
6044827 ἀνοσιον
ἐν πάσῃ πράξει τὸ ὅσιον αὐτὸ αὑτῷ , καὶ τὸ ἀνόσιον αὖ τοῦ μὲν ὁσίου παντὸς ἐναντίον , αὐτὸ δὲ
δὲ ἰχθυοπωλῶν φιλοσοφώτερον γένος οὐκ ἔστιν οὐδέν . οὐδὲ μᾶλλον ἀνόσιον . ἐπεὶ γὰρ αὐτοῖς οὐκ ἐτ ' ἔστ '
6043016 ἀσεβη
, βλέπε ] τὸν στολισμὸν ὡς ἐγκεχάρακται [ ] . ἀσεβῆ ? αἱμαει [ ! ! ! ! ! !
Ἑλλάδα ἔχρησεν ὁ θεὸς παύσασθαι τὴν νόσον , εἰ τὴν ἀσεβῆ πόλιν κατασκάψειαν : καὶ ἀντιπροβάλλονται ἀλλήλας Ἄργος τε καὶ
6026197 Μικωνα
ΤΡΙΤΟΝ . Τρίτον δὲ οὕτως ἂν λάβῃς χάριεν ἐννόημα : Μίκωνα μὲν οὖν ἔγωγε καὶ προσθεῖναι τῇ γραφῇ προσεδόκησα χαριέστερον
ἐστὶν ἡ γραφή : μεῖζον γὰρ ὄντως , ἢ κατὰ Μίκωνα , τὸ νικῆσαι τὴν τέχνην τοῖς ἀδικήμασιν : εἰ
6022909 θαρραλεον
, ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος
παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν
6018420 δυσνους
τῶν πραγμάτων σεμνῶς : εἶθ ' ἡ αἰτία τοῦ παραλειφθέντος δύσνους γὰρ ἦν περὶ τὴν πόλιν καὶ ἄδικος πάνυ :
ἧς γνώμης ὁ πράξας πέ - πραχεν : ὅτι οὐ δύσνους ὢν οὐδὲ ἐπιβουλεύων καὶ ἑξῆς . Σωπάτρου . Ἡ
6017812 ἐξαμαρτανειν
τρέσηις ἡμᾶς , Κρέον , ὥστ ' ἐς τυράννους ἄνδρας ἐξαμαρτάνειν . σὺ γὰρ τί μ ' ἠδίκηκας ; ἐξέδου
τὸ παρελθόν . τὸ οὖν αἴτιον τοῦ νῦν μὲν μὴ ἐξαμαρτάνειν , τότε δέ , αὐτοὶ ἤδη ἱκανοί ἐστε γιγνώσκειν
6017271 ἐφασκες
Πρωτεσίλεως περὶ τοῦ Ὁμήρου φρονεῖ ; βασανίζειν γάρ που αὐτὸν ἔφασκες τὰ τούτου ποιήματα . Τὸν Ὅμηρον φησί , ξένε
Γυμνάζεται δέ , ὦ ἀμπελουργέ , τίνα τρόπον ; ἐπειδὴ ἔφασκες αὐτὸν καὶ τοῦτο ἐξασκεῖν . Γυμνάζεται , ξένε ,
6013630 παρανομον
Πανοπέας Τιτυὸν καταλῦσαι ἔχοντα τὸν τόπον , βίαιον ἄνδρα καὶ παράνομον : τοὺς δὲ Παρνασίους συμμίξαντας αὐτῶι καὶ ἄλλον μηνῦσαι
ἀσθενὲς θήσομεν , ὥσπερ καὶ Δημοσθένης πεποίηκε μέσον τάξας τὸ παράνομον . εἰ δὲ τούτων μηδὲν εἴη , τὸ ἀσθενὲς
6002008 αὐθαιρετον
τέκνοις συναποθνήσκειν . Τῶν δὲ τέκνων οὕτως ἀγαπωμένων κατὰ τὸ αὐθαίρετον , ἀναγκαῖον καὶ τοὺς γονεῖς , καὶ τοὺς ἀδελφούς
ἐδεσμάτων ἱπποτᾶν φηρῶν ὅρκων ἐρῶσιν οὐδὲν εὐχερέστερον κλύδωνα σαυτῷ προσφέρεις αὐθαίρετον Τεῦκρος δὲ τόξων χρώμενος φειδωλίᾳ ὑπὲρ τάφρου πηδῶντας ἔστησεν
5989479 κατηγορησαντα
ἀπελευθέραν . Οὐδεὶς δὲ ἦν ὃς οὐχὶ Νικόλαον * κάλλιστα κατηγορήσαντα τοῦ πατραλοίου τε καὶ ἀδελφοκτόνου . Μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπεδείκνυτο μὴ τὰ κατηγορηθέντα λύειν , ἀλλ ' αὐτὸν τὸν κατηγορήσαντα ἀναιρεῖν . ἐπαινεσάντων δὲ τὴν γνώμην ἁπάντων συνταξάμενος μετ
5984957 ὀλοφυρεσθαι
. ὥστε ἄξιον τοῖς ζῶσι τούτους ποθεῖν καὶ σφᾶς αὐτοὺς ὀλοφύρεσθαι καὶ τοὺς προσήκοντας αὐτῶν ἐλεεῖν τοῦ ἐπιλοίπου βίου .
πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν . σκληρόν . ὀλοφύρεσθαι : θρηνεῖν . ἢ θέλειν . ὁμοκλῆσαι : ἀπειλῆσαι
5984255 αἰσχιστον
ἢ μή , κοινωνοὶ γένεσθε τῆς γνώμης . Φαίνεταί μοι αἴσχιστον εἶναι καὶ ἀλλότριον ἀνδρὸς ἐλευθέρου τὸ ψεύδεσθαι εἰς τὸ
κολάζειν ᾧ βιάζεσθαι παρῇ . Ἄφερπέ νυν : κἀμοὶ γὰρ αἴσχιστον κλύειν ἀνδρὸς ματαίου φλαῦρ ' ἔπη μυθουμένου . Ἔσται
5978959 δυστυχειν
πρὸς τὸ μὴ εἰς ταύτην ἁμαρτάνοντες τὰ ἐναντία τῆς γνώμης δυστυχεῖν : ἑκατέρωθεν δὲ αὐτῆς δύο Ἔρωτας ἱστῶσιν , τὸν
' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν . Οἴμοι , τὸ γὰρ ἄφνω δυστυχεῖν μανίαν ποιεῖ . Ὁ συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος
5975092 ἀρνεισθαι
καλούμεθα χριστιανοὶ ὅτι χριόμεθα ἔλαιον θεοῦ . Ἀλλὰ καὶ τὸ ἀρνεῖσθαί σε νεκροὺς ἐγείρεσθαι : φῂς γάρ : “ Δεῖξόν
. οὐδεὶς γὰρ οὐδενὶ τῶν αὐτόθι φίλος , ὥστ ' ἀρνεῖσθαί τι τῶν ἀτόπων δι ' εὔνοιαν . λθʹ .
5959819 ἐγκαλουμενον
ἀναγκάζω . . κλητεύσοντα ] ἐγκαλέσοντα . , ἐγκληθησόμενον , ἐγκαλούμενον , κλῆσιν : καλέσοντα πρὸς τὸ δικαστήριον . κλητεύω
περὶ τῆς οὐσίας ἔστιν ἡ ζήτησις , εἰ ἔστι τὸ ἐγκαλούμενον καὶ εἰ γέγονεν οὕτως , ὡς ὁ κατήγορός φησι
5954145 ξενιζειν
ἐπεὶ αἰσχρὸν ἐμὲ τεθυκότα ξενίζεσθαι ὑπὸ σοῦ , ἀλλὰ μὴ ξενίζειν σέ . μένε οὖν παρ ' ἡμῖν : ἐν
, προσέταξε τοῖς ἐπιφανεστάτοις τῶν ἑαυτοῦ φίλων τοὺς Ἀλβανῶν πρέσβεις ξενίζειν ἁπάσῃ φιλοφροσύνῃ καὶ κατέχειν ἔνδον παρ ' ἑαυτοῖς :
5934229 ἐξαπατησαι
φλυαρεῖν ἢ παρ ' ἃ νομίζω βέλτιστα προέσθαι τισὶν ὑμᾶς ἐξαπατῆσαι . Ἀξιόπιστον δὲ καὶ ὅ τι ἂν ἄλλος εἴποι
οὐ δικαίως τῶν Νικοστράτου ἐφίενται , ἀλλὰ βούλονται μὲν ὑμᾶς ἐξαπατῆσαι , τουτουσὶ δὲ συγγενεῖς ὄντας ἐκείνου , ἃ οἱ
5928537 μνησικακειν
τῷ πένητι πεφονευμένῳ , τὴν ἔχθραν ἐρεῖς , καὶ τὸ μνησικακεῖν , ἐφ ' οἷς ἐπολιτεύσατο : καὶ τὸ δεδιέναι
τῇ πόλει βεβουλευμένον παρεκάλει μήτ ' αὐτῷ μήτε τῇ πατρίδι μνησικακεῖν : ἑτέραν δὲ μεταλαβόντα οἴκησιν τὴν καταλειπομένην πατρίδα ἡγεῖσθαι
5921536 ἡγῃ
εἰς ἀμετρίαν . Τί μήν ; Ἀλήθειαν δ ' ἀμετρίᾳ ἡγῇ συγγενῆ εἶναι ἢ ἐμμετρίᾳ ; Ἐμμετρίᾳ . Ἔμμετρον ἄρα
δὲ καὶ σὺ καὶ δύνασαι καὶ Προκόπιον ἕνα τῶν φίλων ἡγῇ καὶ φιλεῖν ὅλως οὐχ ἧττον ἢ ἄρχειν ἐπίστασαι .
5921203 Ὠιμην
ὃς ἀναισθήτως ἔχω πρὸς τὸ φρονεῖν ; . φαῦλον . Ὤιμην δὲ ἔγωγε τοσαύτῃ φιλίᾳ συνηρμόσθαι τὴν ἐμὴν καὶ τὴν
πρόσωπον καὶ ὑπέφριξεν , ἐπεὶ διακόψαι τὴν κεφαλὴν ἔφης . Ὤιμην ἐρασμιώτερος αὐτῇ φανεῖσθαι . ἀλλὰ καὶ σύ με προσαπολώλεκας
5912428 κακοδαιμονα
λογικὸν ὄντως , τὸν δὲ μὴ δυνάμενον ἄλογόν τε καὶ κακοδαίμονα . „ Ἀδὰμ δὲ ἔγνω τὴν γυναῖκα αὐτοῦ :
ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ ἴσως αὖ ὑμεῖς ἐμὲ ἡγεῖσθε κακοδαίμονα εἶναι , καὶ οἴομαι ὑμᾶς ἀληθῆ οἴεσθαι : ἐγὼ
5910073 γνοντα
. εἰκὸς δὲ ἦν σε καὶ μηδὲν ἀκούσαντα τῇδε , γνόντα δὲ ἐκεῖ , τίνι προσήκουσι κατὰ γένος , αἰδοῖ
δίκαιόν σοι πάντα τὰ ὄντα , σὲ δὲ τούτων αὐτὸν γνόντα ὁπόσα τε ἂν βούλῃ φέρεσθαι καὶ ὁπόσα ἂν βούλῃ
5903235 ἁμαρτειν
εἰλήφαμεν καὶ πλεῖστα ἀγαθὰ πεπόνθαμεν , εἰς τούτους μὴ ὅτι ἁμαρτεῖν , ἀλλὰ μὴ εὐεργετοῦντας τὸν αὑτῶν βίον καταναλῶσαι μέγιστον
ἀνταμείψασθ ' : οὐ γὰρ εἰκὸς οὔτ ' ἐμὲ ὑμῶν ἁμαρτεῖν τοῦτό γ ' οὔθ ' ὑμᾶς ἐμοῦ . Ἀλλ
5901124 νομιζεις
εἰς παράδειγμα παραγαγὼν τόδε Τρῶεςὄφιν . εἰ δὲ μείουρον τοῦτον νομίζεις , ἄκουσον καὶ τῶν κατὰ τοῦ Μνημῆ τοῦ ζωγράφου
λογισμῷ ἐπ ' αὐτὰ στελλόμενος , ἀπόθου ταῦτα , ἃ νομίζεις σεμνὰ εἶναι , ἐν τοῖς δευτέροις , καὶ μήτε
5897579 βεβηλον
βωμοῦ κατεβίβασε : τὸ γὰρ αἰσχρὸν βέβηλον , τὸ δὲ βέβηλον πάντως ἀνίερον . τοῦτο δὲ τὸ ἡγεμονικὸν διακεχώρικεν :
τοῦ ω μεγάλου . ὁσίων . ὅσιόν ἐστι χωρίον τὸ βέβηλον καὶ μὴ ἱερόν , εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι .
5897504 ψηφισασθαι
ἕστηκεν ὃν ἂν εἴπητε , μᾶλλον δὲ καὶ πρότερον ἢ ψηφίσασθαι : συμβαίνει δὲ πρᾶγμα ἀτοπώτατον : ὁ γὰρ στρατηγὸς
τὰ δράματα ὑπεκρίνοντο . Ἀθηναῖοι δὲ τοσοῦτον ἠγάπησαν Αἰσχύλον ὡς ψηφίσασθαι μετὰ θάνατον αὐτοῦ τὸν βουλόμενον διδάσκειν τὰ Αἰσχύλου χορὸν
5894750 φιλανθρωπον
ἀφανίζοντος τὸ ἐκ τοῦ διαστήματος τῆς ἐπαναφορᾶς εἰς ἐπιμονὴν ζωῆς φιλάνθρωπον . Καὶ Ἀπολλινάριός τε καὶ οἱ Αἰγύπτιοι ἀξιοῦσι σκοπεῖν
ἐπὶ τοῦ βήματος καθεζόμενος , εὐπρόσοδόν τε καὶ πρᾷον καὶ φιλάνθρωπον τοῖς ἐπὶ τὴν δικαιοδοσίαν ἀφικνουμένοις ἑαυτὸν παρεῖχε καὶ παρεσκεύασεν
5893820 ἐξαμαρτειν
χρήματα . Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν . Δὶς ἐξαμαρτεῖν ταὐτὸν οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ . Διάλυε , μὴ σύγκρουε
μὲν ἀδικεῖν εἶναι τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων ἴδιον , τὸ δὲ ἐξαμαρτεῖν καὶ περὶ τὰς πράξεις ἀτυχεῖν οὐ μόνου εἶναι ἑαυτοῦ
5893277 ἀτυχημα
ἐνταῦθα ἀνθρώπους , καὶ ἐπειδὴ ἀνῳκίσθη αὐτοῖς ἡ πόλις , ἀτύχημα ἐκ Μακεδονίας δεύτερον σφᾶς ἔμελλεν ἐπιλήψεσθαι . πολιορκηθέντες γὰρ
δὴ συμβεβουλευκότος αὐτοῦ πόλεμον ἄρασθαι πρὸς Φίλιππον τὸ περὶ Χαιρώνειαν ἀτύχημα τῇ πόλει γέγονεν , ἀπὸ τῆς γνώμης αὐτὸ συνέστησεν
5889622 πεισαντας
χάριν αὑτῶν ὅτι ἔδοσαν κατηγόρησαν καὶ ἐμίσησαν ὁμοίως τούς τε πείσαντας καὶ τοὺς πεπεισμένους . ἀλλὰ σύ γε δῆλος εἶ
πᾶσί γε ὁμοίως Ἕλλησιν ὕποπτον καθειστήκει τὴν τῶν πέλας μὴ πείσαντας διιέναι : τοῖς τε Ἀθηναίοις αἰεί ποτε τὸ πλῆθος
5887800 ἐγκαλειν
ἦρχον . εἰ δὲ τοῖς μὲν ἐκείνων κρατήσασι μηδ ' ἐγκαλεῖν ἀξιοῦτε μηδέν , ἐμὲ δ ' ἐνοχλεῖτε , πῶς
Χαιρεστράτου τοῦ ⌈ ἑαυτοῦ ⌉ θείου προήχθης οὐ δίκαια ποιῶν ἐγκαλεῖν ἐμοί , τηνικαῦτα δὲ τῷ μὲν δίκην ἔρημον ἀπεγράψατο
5886120 ἐμβαλλεις
, καὶ οὐ καθαρὸς ὢν τὰς χεῖρας εἰς τὴν ἀγορὰν ἐμβάλλεις . Φιλοχάρης δ ' οὑτοσί , ὁ πρεσβύτατος ἀδελφὸς
ὁ Αἰσχίνης ἔλεγε , Κτησιφῶντος κατηγορῶ : τί . σαυτὸν ἐμβάλλεις εἰς μέσον , Δημόσθενες ; μὴ ἐᾶτε αὐτὸν παρακῦψαι
5879482 εὐδαιμονεστερον
δὲ τὰ πτωχικά , ὡς μάθω εἰ ἀληθῆ ταῦτα φὴς εὐδαιμονέστερον ἀποφαίνων με τῶν πλουσίων . Ἰδοὺ δὴ οὕτως ἐπίσκεψαι
θεοὺς τοῖς εὐξαμένοις ἐκδεκατεύσειν Ἡρακλεῖ τὴν οὐσίαν συμβήσεται τὸν βίον εὐδαιμονέστερον ἔχειν . ὃ καὶ συνέβη κατὰ τοὺς ὕστερον χρόνους
5874399 παραβηναι
ἰδίου πράγματος , οὐδεμιᾶς ὕβρεως προσούσης , ὑπὲρ αὐτοῦ τοῦ παραβῆναι τὸν νόμον τοσαύτην ἔδωκε δίκην . εἰκότως : τοῦτο
ἐμὸν θεὸν καὶ δαίμονα : οὐδεὶς γὰρ ὁ ἀναγκάσων τοῦτον παραβῆναι . Πρὸς τί ποτε ἄρα νῦν χρῶμαι τῇ ἐμαυτοῦ
5872207 συκοφαντειν
ἡγεῖσθε , οὐδὲν ἧττον καὶ τοὺς περὶ τούτων λόγους ποιουμένους συκοφαντεῖν νομίζετε . ὅθεν οὖν ἠνάγκασμαι κατηγορεῖν αὐτῶν , περὶ
ἐπιτροπῆς οὐχ ἓν τίμημα συνθείς , ὥσπερ ἂν εἴ τις συκοφαντεῖν ἐπιχειρῶν , ἀλλ ' ἕκαστον ἐγγράψας καὶ πόθεν λαβὼν
5867969 παραλογιζεσθαι
γὰρ μάσασθαι ἐπὶ τοῦ ἅψασθαι τάσσουσιν . ἀπαφίσκειν ἀπατᾶν , παραλογίζεσθαι . ἀπήνη ἅμαξα , ἀπὸ τοῦ ἀπιέναι : “
, καθ ' οὓς ἐκ τοῦ συμβεβηκότος πειρῶνται οἱ σοφισταὶ παραλογίζεσθαι , ἕνα μὲν ἐξ ἀμφοτέρων τῶν συμβεβηκότων . λέγουσι
5863808 θαυμαζω
ἐπιτελέσαντες ? [ τὰ ἱερὰ ] εἶδον , ἔλασσον σφᾶς θαυμάζω μὴ γινώσκειν [ ] , ὅσοι δὲ παρὰ τοῦ
ἄνδρας , προέμενοι ἀπολέσθαι αὐτοὺς ἀποπλέοντες ᾤχοντο . οὐ μέντοι θαυμάζω γε τὸ Κριτίαν † παρανενομηκέναι † : ὅτε γὰρ
5862611 συγκεχωρηκεν
μοι νεῶρες προσπεσὸν μᾶλλον δάκοι . ὅστις δ ' ἀνάγκῃ συγκεχώρηκεν βροτῶν , σοφὸς παρ ' ἡμῖν καὶ τὰ θεῖ
γενόμενος , οὐδὲν ἧττον ἕψομαι . ὅστις δ ' ἀνάγκῃ συγκεχώρηκεν καλῶς , σοφὸς παρ ' ἡμῖν , καὶ τὰ
5860611 Μελητῳ
δὲ ὅτι καὶ θελήσαντάς τινας φιλόσοφα ἀναγνῶναι προσήνεγκεν Ἀνύτῳ καὶ Μελήτῳ λέγων παιδεύσατε τοὺς νέους : τοῦτο δὲ ἐποίησεν ὀνειδίζων
ἦν Σωκράτει μὴ τοῖς Ἀθηναίων δικασταῖς ἀπολογεῖσθαι , ἀλλὰ μήτε Μελήτῳ ἀπεχθάνεσθαι , μήτε ἐλέγχειν Ἄνυτον , μήτε παρέχειν πράγματα
5860273 ἀσεβες
μου τὸ γῆρας , ἀγανάκτησον καὶ μὴ περιίδῃς πρᾶγμα οὕτως ἀσεβὲς ἀρχὴν ἐν ταῖς ὑμετέραις ἀρχαῖς λαμβάνον . Οὐκ ἔλαθές
ἢ ὡντινωνοῦν , τὸ μὲν πρὸς τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς ἁμάρτημα ἀσεβὲς ἐκάλεσε , τὸ δὲ πρὸς τοὺς σπουδαίους ἄνδρας τῷ
5859327 ἐπιτιμαν
, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , χαλεπώτερον ἢ τοῖς αὐτοῖς ἔθεσιν ἐπιτιμᾶν τε καὶ χρῆσθαι τοὺς δημηγοροῦντας . τὸ γὰρ στασιάζειν
ἔφησε νουθεσίας ἕνεκ ' αὐτοὺς λέγεσθαι : τεθνεῶσι δ ' ἐπιτιμᾶν τίς ὁ καιρός ; ὅπου γὰρ εἰ καὶ ζῶντας
5858546 ὁμιλησαι
ὦ γέρον Αἰακίδα , πείθομαι καὶ σὺν Λαπίθαισί σε Κενταύροις ὁμιλῆσαι δορὶ κλεινοτάτωι , καὶ ἐπ ' Ἀργώιου δορὸς ἄξενον
γὰρ ἀκριβὲς τοῦτο τῆς φωνῆς καὶ καθαρῶς Ἰωνικὸν καὶ ὅτι ὁμιλῆσαι στωμύλη καὶ πολὺ τῶν Ἀττικῶν χαρίτων ἔχουσα οὐδὲ θαυμάζειν
5857058 τἀλλοτρια
λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν
φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας .
5850127 γινωσκοντες
πρᾶξις καὶ ἡ ἕξις : τὰς μὲν οὖν πράξεις ποιοῦμεν γινώσκοντες κατὰ μέρος , καὶ διὰ τοῦτο κύριοί ἐσμεν καθάπαξ
κεφαλαίοις λεγόμενα ἀκριβῶς τὸ ὅλον γινώσκομεν : καὶ γὰρ ὥσπερ γινώσκοντες ἐκ ποίων μερῶν συνίσταται ὁ ἄνθρωπος ἀκριβῶς τὸ ὅλον
5836185 προειλετο
ἐγκώμιον . ἐπαινεῖ μὲν γὰρ αὐτὸν , καθὸ καλὴν ὑπόθεσιν προείλετο γράφων περὶ Ἑλένης , ψέξας δὲ διὰ πολλῶν ἐν
δόρυ , οὐκ ἂν ὁ Κροίσου παῖς ἀνῃρέθη : ἀλλὰ προείλετο μὲν ὅτε ἀφῆκε τὸ δόρυ , προείλετο δὲ οὐ
5833643 ψηφιζεσθαι
καὶ τοῖς πολλοῖς ὠφέλιμον , πῶς νῦν τἀναντία τούτων ἀξιοῖ ψηφίζεσθαι τούτους . „ ὁρᾷς πῶς ἐξ ἀμφοῖν ἔλαβεν .
λέγειν , συγχωρεῖν τῷ ῥήτορι , οὐχ ἃ βούλεται ταῦτα ψηφίζεσθαι . φράσομεν οὖν καὶ ὅπως τις ἂν λάθοι μεταχειριζόμενος
5830790 ἀνωφελες
τὸ δὲ οὐκ ἀγαθὸν εἰσφέρει καὶ τὸ κακὸν καὶ τὸ ἀνωφελὲς καὶ τὸ φευκτὸν καὶ ἄλλα μυρία . εὑρεθήσονται οὖν
, κεκτῆσθαι . Τὸ δὲ ἄξιον αὖ λέγεις κεκτῆσθαι τὸ ἀνωφελὲς ἢ τὸ ὠφέλιμον ; Τὸ ὠφέλιμον δήπου . Οὐκοῦν
5829201 πραξειν
οὐκ ἂν ἡγοῦνται μὴ μέλλοντάς τι ἄξιον τοῦ παρὰ πολὺ πράξειν ἀνθίστασθαι ὑμᾶς . ἀντίπαλοι μὲν γὰρ οἱ πλείους ,
ἐπαγγελλόμενοι . οἱ δὲ ταῖς ὄχθαις ἐπιτεταγμένοι Ῥωμαίων οὐδὲν ἔφασαν πράξειν ἄνευ βασιλέως γνώμης . ἐντεῦθεν ἀναφέρεται μὲν ἐπὶ τὸν
5818953 εὐδαιμονικον
. . . . [ . ] Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῶι
. Σάτυρος δ ' ἐν τοῖς βίοις Ἀνάξαρχόν φησι τὸν εὐδαιμονικὸν φιλόσοφον ἕνα τῶν Ἀλεξάνδρου γενέσθαι κολάκων καὶ συνοδεύοντα τῷ
5818767 βοηθοις
δηλοῖ , ὅτι οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων μάταιοι , ὅσοι βοηθοῖς προστρέχουσιν , οἷς τὸ ἀδικεῖν μᾶλλον ἔμφυτον . ἀλώπηξ
ἐν τοῖς μεγίστοις τῶν ἀγώνων τούτοις συμβούλοις τε ἅμα καὶ βοηθοῖς χρῆσθαι , οἳ ἂν ἐν τοῖς φθάνουσιν ἔργοις σαφῆ
5817085 σπεισασθαι
ἢ τὸν τύραννον φιλανθρωπότερον ποιῆσαι , ἢ πεῖσαι τοῖς ἀρχομένοις σπείσασθαι : οὑτοσὶ δὲ μέχρι τοσούτου διαλεγόμενος εἴρηκεν , ὡς
προσειπών ; ὁ γὰρ ἀνήρ , πρὸς ὃν οὐ βούλεται σπείσασθαι , δυσπολέμητον ἤσκηται ῥώμην καὶ τοῖς Τρωσὶν ἐκ τούτου
5816403 ἐφησθα
τριῶν , ὡς ἔφην ⌊ ⌋ μὲν ⌊ ἐγώ , ἔφησθα δὲ σύ , ἔφη δ ' ἐκεῖνος ⌋ .
. ἐγὼ γάρ τοι , ἡνίκα μὲν ἄριστον τὸν Ἀχιλλέα ἔφησθα πεποιῆσθαι , ἐδόκουν σου μανθάνειν ὅτι ἔλεγες , καὶ
5802538 ἀξιοις
παρῄνει καὶ τὴν γῆν διένεμε , καὶ δωρεὰς αἰτεῖν τοῖς ἀξίοις ἐπέτρεπε καὶ τῶν οὐκ ἀξίων ἐνίοις ἐδίδου παρὰ γνώμην
τοῖς αἰτοῦσι τροφῶν καὶ τὰς ἑστιάσεις παρέχομεν καὶ οὐ τοῖς ἀξίοις . ιγʹ . ἴσως ἂν κτλ . κοινῇ εἰ
5800638 ὀρρωδων
γὰρ τῶν κακῶς πεπραγότων οὐπώποθ ' ὕβρις ' , αὐτὸς ὀρρωδῶν παθεῖν . τὸ δὲ ἀρρωδεῖν τὸ ἐναντίον , τοῦτ
οὐχ εὑρίσκων τινὰς τῶν ὑῶν τέως μὲν ἔκλαιε τὰς πληγὰς ὀρρωδῶν τὰς παρὰ τοῦ πατρός , ἔπειτ ' ἐλθὼν ἐπὶ
5798473 ἐλεγχθηναι
τὸν παρὰ τὴν ὁμωνυμίαν ἔλεγχον , συμβήσεται καὶ τὸν ἐπιστήμονα ἐλεγχθῆναι καὶ πάντα , οὐκ ἔθηκας παράδειγμα ὁμωνύμων ἀλλὰ παρὰ
λαμβάνοντας ἅπαντες ἐμίσουν , καὶ χαλεπώτατον ἦν τὸ δωροδοκοῦντ ' ἐλεγχθῆναι , καὶ τιμωρίᾳ μεγίστῃ τοῦτον ἐκόλαζον , καὶ παραίτησις
5794862 τιμωρησασθαι
προκείμενον , καὶ κηρύξαι μᾶλλον τὰς ἀριστείας ἢ τὸν ἄνθρωπον τιμωρήσασθαι : ἰστέον δὲ ὅτι τῶν ἀντιλήψεων αἱ μέν εἰσιν
, ὅτι δεῖ τιμωρήσασθαι αὐτόν , ὁ θυμὸς ὥσπερ προσταχθεὶς τιμωρήσασθαι , ᾄττει ἐπὶ τοῦτο . συλλογίζεται μὲν οὐδέν ,
5790657 βασκαινειν
. τὸ δὲ ἀνάλογον ἐπὶ πάντων ἐστὶ τῶν ὁμοίων . βασκαίνειν οὐχὶ τὸ φθονεῖν δηλοῖ , ἀλλὰ τὸ λυπεῖν καὶ
οἱ ποιηταί , πείθω εἰς τὸ ἐμφανὲς προϊέναι καὶ μὴ βασκαίνειν τοῦ κάλλους τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις , καὶ συνεθίζων μὴ
5782401 ἀδικον
τὸν βίον , καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτωι περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον . λέγεται δὲ τοῦτον
ἢ ὁ υἱός . ἐκεῖνον ] τὸν ἥττονα , τὸν ἄδικον . εἶφ ' ] δήλωσον . ἀρτίως ] πρὸ
5776976 ἀτασθαλον
παράνομον : ἀτάσθαλοι γὰρ οἱ εἰς θεὸν ἐξαμαρτάνοντες , καὶ ἀτάσθαλον ἔργον δηλονότι τὸ ἀθέμιτον καὶ παράνομον . Οὐδὲ θεοὺς
μιν ἐγώ γε μετὰ μνηστῆρας ἐῷμι ἔρχεσθαι , λίην γὰρ ἀτάσθαλον ὕβριν ἔχουσι : μή μιν κερτομέωσιν : ἐμοὶ δ
5766582 μομφης
οὐ παντάπασιν βέβαιονδεῦρο παρ ' ἐμὲ καὶ τοὺς ἐμοὺς πέμπετε μομφῆς κατήγορον ἐπιστολήν : οἶμαι γὰρ δίκῃ τε καὶ αἰδοῖ
. . ταῖς ἀνθέξεσιν . ταῖς ἀνθέξεσιν . μομφῆς . μομφῆς . ἣν ἂν μὲν φιλοσοφῶμεν . γρ . ἣν
5765572 κρινω
ἀληθεύειν . οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . ἄλλως : ὅτι τὸ νομίζω καὶ
, ὅ ἐστι δοκιμασίαν , ἥν , φησίν , ἐγὼ κρίνω Τιμάρχῳ . Ἄλλως . τοῦτό φησιν , ὅτι ὁ
5762624 φενακιζεσθαι
ὑποστρέφεσθαι , διαδύεσθαι , παράγειν , πλάττειν , παραλογίζεσθαι , φενακίζεσθαι , σοφίζεσθαι , τεχνάζειν , γοητεύειν , δολοῦν ,
ἔνδοθεν ἢ Θεαρίων : ὑμεῖς οὖν αὐτῷ μὴ ξυγχωρεῖν μηδὲ φενακίζεσθαι λογαρίοις ὀλίγοις κεκομψευμένοις , ἃ μηδὲν προσήκοντα ὑποσπάσας καὶ
5758471 ἐνομισε
ἀργύρου καὶ λίθων οὐδὲν παρήλλαξεν , ἀλλ ' ὡς αὐτὴ ἐνόμισε , τοῖς προτέροις ὅμοια φύει τὰ πάντα : ἀθληταῖς
ὃ γὰρ μὴ ἐρωτώμενός τις ἔνδοθεν καὶ σιγῶν καλῶς ἠρωτῆσθαι ἐνόμισε καὶ συνένευσε , κἂν ἐρωτηθεὶς θείη , καὶ ἄλλῳ
5755322 ἀφεστηκα
' αὖθίς σοι καὶ αὖθις λέγω ὅτι ἐγὼ αὐτοῦ πόρρω ἀφέστηκα . Τί ἂν οὖν τις πρός με ἀγανακτοίη ,
ὦ Ἀθηναῖοι , ὅσον φιλονεικίας ἢ τοῦ βασκαίνειν τὸν ἄνδρα ἀφέστηκα , τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τούτου ποιήσομαι . δυοῖν γὰρ
5752979 δικαιοτατον
τι δύνωμαι , καὶ αὖ ἃ προκαλῇ πάντα ποιεῖν . δικαιότατον μέντοι μοι δοκεῖ εἶναι ἐμὲ νεώτερον ὄντα τῶνδε καὶ
, ὅταν λέγῃ : παρὰ πολὺ κράτιστος ἐμβολῆς ὤμου : δικαιότατον μὲν μοχλεύειν , ἢν μοῦνον ἐσώτερον τῆς κεφαλῆς ᾖ
5738537 ὑπερογκοις
. ἀτιμάσαντες ] φαυλίσαντες . καρτεροῖς ] σοβαροῖς . . ὑπερόγκοις καὶ ἰσχυροῖς . . ᾤοντ ' ] ὑπελάμβανον .
πλεονεξίᾳ τύχης οὐκ ἀμαυρούμεναι , ὃ προτρέπει καὶ τοῖς τἀξίωμα ὑπερόγκοις ἐξ ἴσου διαφέρεσθαι , ἀλαζονείᾳ παρρησίαν ἀντιτάττον . Θεόδωρον
5738351 ὁσιον
τυχοῦσαι τῇ τούτου βουλήσει ἠξίωσαν τὸν Δία ἐπιφανῆ αὐτὸν ποιῆσαι ὅσιον ὄντα , καὶ οὕτως ἐν τοῖς ἄστροις ἐτέθη τῇ
εἰ μέν τι τῶν λεχθησομένων δόξῃ τε ὀρθῇ λελέξεται καὶ ὅσιον πολλοῖς ἐκφαίνειν , σῴζειν τε εἰς ἀεὶ τὸν λόγον
5730064 καταδουλουμενοι
Ἑλληνίδας καὶ βοηθοῦντες αὐταῖς τῆς ἡγεμονίας ἠξιώθησαν , ἡμεῖς δὲ καταδουλούμενοι καὶ τἀναντία τοῖς τότε πράττοντες ἀγανακτοῦμεν , εἰ μὴ
ἀλλ ' ἤδη ἰδίαν αὑτῶν ἡγούμενοι , ἀπειλοῦσιν εἰσαγγελεῖν , καταδουλούμενοι τοὺς ἰδιώτας καὶ δυναστείας ἑαυτοῖς περιποιούμενοι , καὶ τὰς
5722491 αἱρησομεθα
δὲ καταστήσωμεν αὐτοὺς οὗ βουλόμεθα , αὖθις τοὺς ἐκείνων ἐχθροὺς αἱρησόμεθα , ἀεὶ τοῦθ ' ὃ σπουδάζομεν λύσομεν , ὥσθ
ἐκεῖ δ ' ἀκούοντες καὶ σοῦ καὶ τῶν τοῦ Λακωνικοῦ αἱρησόμεθα ἃ ἂν κράτιστα δοκῇ εἶναι . ἢν οὖν ἡμῖν
5720997 ἀφησετε
τὸν παρὰ τοὺς νόμους λέγειν ἢ πράττειν τι βιαζόμενον λαβόντες ἀφήσετε ; καὶ οὐδεὶς ὑμῶν χολὴν οὐδ ' ὀργὴν ἔχων
παύσασθαι βλάπτον . οὐδὲ γὰρ ἄνδρα μοχθηρὸν ἐκ πολλοῦ λαβόντες ἀφήσετε τοῦ χρόνου χά - ριν οὗ διῆλθε πονηρὸς ὤν
5718935 παρανομως
πολλὰ τοῖς δυνατοῖς ἐναντιωθέντες ὑπὲρ αὐτοῦ ὕπατόν τε δὶς ἑλόμενοι παρανόμως , ὑπὲρ τῶν Ἰταλιωτῶν ἀντιπεπραχότα σφίσιν ἑώρων . ταῦτα
διαδεξάμενος Ἀλέξανδρος ὁ ἀδελφιδοῦς ἦρξεν ἔτη ἕνδεκα . οὗτος δὲ παρανόμως καὶ βιαίως κτησάμενος τὴν δυναστείαν , ἀκολούθως ταύτῃ τῇ
5715799 κατηγορειν
τὴν ἀντίληψιν : ἀλλ ' ἔξεστίν μοι , φησὶ , κατηγορεῖν , ὅτε καὶ βούλομαι . Ἡ Λύσις μεταληπτική :
: καὶ γὰρ τὸ κατάφασιν αὐτὴν εἶναι καὶ τοῦ ἀνθρώπου κατηγορεῖν τὸ οὐ δίκαιον . Καὶ ταῦτα μὲν περὶ τούτων
5711937 εὐηθες
οὕτως ἀγαπῴην εἴ μοι ἀρετὴν εἴποις . Ἀλλὰ τοῦτό γε εὔηθες , ὦ Σώκρατες . Πῶς λέγεις ; Ὅτι σχῆμά
ὄντας φυλάττειν τὰ τῆς μητροπόλεως ἔθη , ἐπεὶ ἄλλως γε εὔηθες εἶναι τὸ τοὺς βέλτιον συνεστῶτας καὶ πολιτευομένους τῶν χειρόνων
5708893 ἐγκωμιαζουσι
μέμφονται ὥστ ' ἐξ ὧν τὸ πρᾶγμα κακίζουσι τὴν πόλιν ἐγκωμιάζουσι . τότε γὰρ κακία καὶ πόλεως καὶ ἰδιώτου δείκνυται
στέγην μὴ κάετε . ἦπου πολλὴν ἠπίστατο χάριν τοῖς αὑτὸν ἐγκωμιάζουσι μὴ φαύλως , οὕτως ἄγαν φιλότιμος ὤν . Τί

Back