διὰ τῶν φαρμάκων λυπηρόν : σπασμὸν γάρ τινα ἐμποιεῖν καὶ καρδιώττειν ἀναγκάζειν : τὸν δὲ ἐκ τοῦ δήγματος τῆς ἀσπίδος
. ὄνομα δ ' ἀπ ' αὐτῆς εὐκάρδιος , καὶ καρδιώττειν : οὕτω δ ' οἱ Δωριεῖς τὸ παρὰ Ξενοφῶντι
7115251 βουλιμιαν
τὸ τὸν στόμαχον ἐπιδάκνεσθαι ὑπὸ λιμοῦ καρδιώττειν λέγειν , ὅπερ βουλιμιᾶν λέγει Ξενοφῶν . καὶ εὐκάρδια πολλοὶ τὰ εὐστόμαχα λέγουσιν
καρδιώττειν : οὕτω δ ' οἱ Δωριεῖς τὸ παρὰ Ξενοφῶντι βουλιμιᾶν καλοῦσιν . καλεῖται δέ τις καὶ περικάρδιος ὑμήν ,
6100867 Μαριανδυνους
λεγομένων Μοισῶν . Ταῦτα μὲν οὕτω λέγεται . τοὺς δὲ Μαριανδυνοὺς καὶ τοὺς Καύκωνας οὐχ ὁμοίως ἅπαντες λέγουσι : τὴν
Θήβης πεδίου καὶ Λέλεγας : Παμφύλους δὲ καὶ Βιθυνοὺς καὶ Μαριανδυνοὺς καὶ Πισίδας καὶ Χάλυβας καὶ Μιλύας καὶ Καππάδοκας μηδ
6043386 Οἰνους
τῶν ἐν Ἰκάρῳ δύο πόλεων . τὸ ἐθνικὸν Οἰνοαῖος . Οἰνοῦς , πολίχνιον Λακωνικῆς , ὡς Ἀνδροτίων καὶ Δίδυμος .
Ἀνδροτίων δὲ Κρῶπάς φησι τὸν δῆμον . . . : Οἰνοῦς , πολίχνιον Λακωνικῆς , ὡς Ἀνδροτίων καὶ Δίδυμος .
6003323 Ἀργολικων
ὑπέταξεν Ἡρακλῆς τοῖς περὶ Λύκον , ἱστορεῖ Δεινίας ἐν πρώτῳ Ἀργολικῶν καὶ Ἀσκληπιάδης ὁ Μυρλεανὸς ἐν δεκάτῳ Βιθυνιακῶν . ,
ὑπέταξεν Ἡρακλῆς τοῖς περὶ Λύκον , ἱστορεῖ Δεινίας ἐν πρώτῳ Ἀργολικῶν καὶ Ἀσκληπιάδης ὁ Μυρλεανὸς ἐν δεκάτῳ Βιθυνιακῶν . .
5993846 Σειληνον
. Ὄντως Κλέαρχος , ὥς μοι ἔγραφες , οὐχ οὕτως Σειληνὸν δέδοικε κατειληφότα αὐτοῦ τὸ φρούριον ὡς ἡμᾶς φιλοσοφοῦντας .
καὶ ἀδηφαγίαις αἱματικαὶ διαθέσεις παρέπονται . οὕτω διέγνω Ἱπποκράτης τὸν Σειληνὸν ἐκ ποτοῦ μαθὼν αὐτὸν νενοσηκότα . καὶ τὴν τοῦ
5981969 Σιληνον
ἀνα - μνήσομαι οἷσιν ἐγένετο , Βίωνι ὃς κατέκειτο παρὰ Σιληνὸν , Κρατίῃ τῇ παρὰ Ξενοφάνεος , Ἀρέτωνος παιδὶ ,
Φορμίωνατὰ χρέα ὁπόσοις ὤφειλε διαλύουσιν . ἐνταῦθα Ἀθηνᾶ πεποίηται τὸν Σιληνὸν Μαρσύαν παίουσα , ὅτι δὴ τοὺς αὐλοὺς ἀνέλοιτο ,
5969457 Ἱστορικοις
. καὶ ἀμβροσίαν δὲ ἄνθος τι ἀναγράφει ὁ Καρύστιος ἐν Ἱστορικοῖς Ὑπομνήμασι λέγων οὕτως : Νίκανδρός φησιν ἐξ ἀνδριάντος τῆς
τῆς ἰδίας βασιλείας ἀπελαύνων , ὡς ὁ Καρύστιός φησιν ἐν Ἱστορικοῖς Ὑπομνήμασιν , ἀλλὰ καὶ Ἀθηναῖοι . Ἄλεξις γοῦν ἐν
5952403 ἐπικηρυκειας
οἰκείους καιροὺς ποιήσομαι τὸν λόγον . τὰ δὲ περὶ τὰς ἐπικηρυκείας ὑπ ' αὐτῶν γινόμενα , ὅτε τὴν δόξασαν ἀδικεῖν
ὡς Ἡρόδοτος ἱστορεῖ . πολλοὶ δὲ καὶ τῶν βαρβάρων τὰς ἐπικηρυκείας ποιοῦνται μετ ' αὐλῶν καὶ κιθάρας , καταπραύνοντες τῶν
5904431 δωροφορους
' οὖν διὰ τοῦτο καὶ Εὐφορίων ὁ ἐποποιὸς τοὺς Μαρυανδυνοὺς δωροφόρους ὑποφρίσσοντας ἄνακτας καλεῖ . λέγει δὲ καὶ Καλλίστρατος ὁ
' οὖν διὰ τοῦτο καὶ Εὐφορίων ὁ ἐποποιὸς τοὺς Μαριανδυνοὺς δωροφόρους κέκληκεν : Δωροφόροι καλεοίαθ ' ὑποφρίσσοντες ἄνακτας . Λέγει
5894084 Βοκχοριν
τὴν στρατείαν σύμπαντα διακοσμῆσαι . τέταρτον δὲ νομοθέτην φασὶ γενέσθαι Βόκχοριν τὸν βασιλέα , σοφόν τινα καὶ πανουργίᾳ διαφέροντα .
δ ' οὖν ἄρνα καὶ ὀκτάπουν καὶ δίκερκον κατὰ τὸν Βόκχοριν τὸν ᾀδόμενον ἐκεῖνον γενέσθαι , καὶ ῥῆξαι φωνήν .
5891939 Διοσκουριδης
διαθήκαις , ἐν ἐκκομιδαῖς , ἐν τάφοις : ὥς φησι Διοσκουρίδης ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασι . Καὶ τὸ πόλιν δὲ θελῆσαι
λιπαρωτάτου κατὰ τὸ γάλα , . . . . φησι Διοσκουρίδης ἐκ τοῦ προβατείου , ἀλλὰ γίνεται καὶ ἐκ τοῦ
5871318 Λεωσθενην
ποιήσῃ τῷ στόματι ἐν τῷ ἐρράφθαι . . . . Λεωσθένην ] ὁ Λεωσθένης Ἀθηναῖος . οὗτος ἐφυγαδεύθη Ἀθή -
: ὕστερον δ ' ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων μεταπεισθέντες ἀφίππευσαν πρὸς Λεωσθένην καὶ μετὰ τῶν Ἀθηναίων ταχθέντες διεπολέμουν ὑπὲρ τῆς τῶν
5869369 ἱστορηκασι
: περὶ τῆς Τευμησίας ἀλώπεκος οἱ τὰ Θηβαϊκὰ γεγραφότες ἱκανῶς ἱστορήκασι , καθάπερ Χρηστόδημος : ἐπιπεμφθῆναι μὲν γὰρ ὑπὸ θεῶν
ἑκατὸν γεγονὼς ἐτῶν ἐτελεύτησεν νόσῳ . Βασιλέας μὲν οὖν τοσούτους ἱστορήκασι μακροβίους οἱ πρὸ ἡμῶν . ἐπεὶ δὲ καὶ φιλόσοφοι
5858982 Συβαριται
, Ἀκμονίδας , Δικᾶς , Καροφαντίδας [ ? ] . Συβαρῖται Μέτωπος [ . . , . ] , Ἵππασος
τοὺς γεωργούς : οἱ δὲ πρὸς τούτους ἔλεγον ταῦτα . Συβαρῖται διὰ πλατείας : ἐπὶ τῶν σοβαρῶς πορευομένων . Σὺν
5854791 κωμῳδων
ταῦτα πρότερος Κρατῖνος ἐν Πανόπταις δράματι περὶ Ἵππωνος τοῦ φιλοσόφου κωμῳδῶν αὐτὸν λέγει : ἀφ ' οὗ στοχαζόμενοί τινές φασιν
οὕτως ὅπως οἷός τε εἶ , ἵνα μὴ τὸ τῶν κωμῳδῶν φορτικὸν πρᾶγμα ἀναγκαζώμεθα ποιεῖν ἀνταποδιδόντες ἀλλήλοις [ εὐλαβήθητι ]
5849458 κυνηγων
τὴν χρόαν , ὑποπυρρίζων μᾶλλον . θηρεύεται δ ' ὑπὸ κυνηγῶν διὰ τὸ βάρος καὶ τὴν τῶν πτερῶν βραχύτητα .
Ἄρκτου παρούσης , ἴχνη μὴ ζήτει : ἐπὶ τῶν δειλῶν κυνηγῶν εἴρηται ἡ παροιμία . Μέμνηται δὲ αὐτῆς Βακχυλίδης ἐν
5838452 περδικων
Ἐκπερδικίσαι : τὸ διολισθῆσαι καὶ ἀποδρᾶναι : ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περδίκων , ὅτι πανοῦργον τὸ ζῷον καὶ διαδιδράσκον τοὺς θηρευτάς
Ἡγήσανδρος , πλεύσαντες εἰς Σύβαριν καὶ κατασχόντες τὴν Σιρῖτιν χώραν περδίκων ἀναπτάντων καὶ ποιησάντων ψόφον ἐκπλαγέντες ἔφυγον καὶ ἐμβάντες εἰς
5838416 Ἰδιως
κῶλον ὀρθόν : μακρὸν γὰρ τότε τὸ α γίνεται . Ἰδίως φησὶν ὁ πίνδαρος ἀρσινόην εἶναι τὴν ὀρέστου τροφόν .
αὐτοῖς Κόττον , Βριάρεων καὶ Γύγην . . , : Ἰδίως δὲ καλεῖται παρ ' Ἀθηναίοις ἀπόνιμμα ἐπὶ τῶν εἰς
5818571 Κυμαιοι
τὸ Λολλιανοῦ τεῖχος μηδεὶς φυλάξῃ ἀλλ ' ἐκεῖνος μόνος . Κυμαῖοι προσδοκῶντες ἐξ ἀποδημίας φίλον αὐτῶν ἀξιότιμον καὶ βουλόμενοι αὐτὸν
τῶν στομάτων ἀναχωροῦντες ἐπὶ τὰς πηγάς . τοῦτο καταμαθόντες οἱ Κυμαῖοι τότ ' ἐθάρρησαν ὁμόσε τοῖς βαρβάροις χωρεῖν ὡς τοῦ
5795923 Φαρσαλιον
αὐτὸς ἡμῖν διηγεῖται . ἐχθρῶς δὲ διέκειτο πρὸς Μένωνα τὸν Φαρσάλιον , παρὰ τὸν χρόνον τῆς ἀναβάσεως τὸν ξεναγόν :
. . . πεντάθλου γάρ τινος ἀκοντίωι πατάξαντος Ἐπίτιμον τὸν Φαρσάλιον ἀκουσίως καὶ κτείναντος , ἡμέραν ὅλην ἀναλῶσαι μετὰ Πρωταγόρου
5794061 Σικελιωται
οἱ ἐπῳκηκότες Ἕλληνες τὴν Ἰταλίαν . οὕτω καὶ Σικελοὶ καὶ Σικελιῶται διαφέρουσιν . οὐκέτι δὲ ἀνάλογον Θετταλοὶ καὶ Θετταλιῶται πρὸς
δὴ λόγους εἶπεν . Οὔτε πόλεως ὢν ἐλαχίστης , ὦ Σικελιῶται , τοὺς λόγους ποιήσομαι οὔτε πονουμένης μάλιστα τῷ πολέμῳ
5787516 ὀρχεισθαι
καὶ ἔστι τὸ ἔργον αὐτὸ τὸ ἀποπληροῦν , ὡς τὸ ὀρχεῖσθαι ἡ ὄρχησις , ἀλλ ' ἔσται καὶ τῆς τοιαύτης
ὁ ἡμέτερος λόγος διεξέρχεται , παρεὶς τὸ θερμαυστρίζειν καὶ γέρανον ὀρχεῖσθαι καὶ τὰ ἄλλα ὡς μηδὲν τῇ νῦν ταύτῃ ἔτι
5785106 ἰασατο
μὰ τὸν Δί ' οὐδὲν ἄπιστον , ὃς ὅλην ποτὲ ἰάσατο τὴν πόλιν . Ἀλλὰ γὰρ οὗπερ ἕνεκα ἐμνήσθην αὐτοῦ
τὸ χεῖρον ἰωμένων . καὶ Ἀριστοφάνης : Ἀκεσίας τὸν πρωκτὸν ἰάσατο . . , : Ἄκουε τοῦ τὰ τέσσαρα ὦτα
5778098 στεφανουνται
χεῖρας . ὅρμοισι , τοῖς ἐνέρμασιν , οἷς τὰς χεῖρας στεφανοῦνται καὶ τὰς κεφαλάς . ἢ τῶν ἀνθῶν ταῖς χερσὶν
καὶ διὰ τὸ πένθος τὸ γενόμενον περὶ τὸν Ὑάκινθον οὔτε στεφανοῦνται ἐπὶ τοῖς δείπνοις οὔτε ἄρτον εἰσφέρουσιν , ἀλλὰ πέμματα
5756436 Ὀμβρικων
Τυρρηνικὰς ἐποίησαν τὰς δ ' Ὀμβρικάς : πλείους δὲ τῶν Ὀμβρικῶν , οἳ ἐγγυτέρω ἦσαν οἱ δὲ Ῥωμαῖοι παραλαβόντες καὶ
εὐδαιμόνων κήδεσιν . ὅτι δ ' οὔτε Λιγύων οὔτ ' Ὀμβρικῶν οὔτ ' ἄλλων τινῶν βαρβάρων τῶν ἐν Ἰταλίᾳ κατοικούντων
5746717 μεμυθευσθαι
Ἰνοῦς ὑποθέσθαι τῶι Φρίξωι τὴν φυγὴν ποιήσασθαι . ὅθεν καὶ μεμυθεῦσθαι ὡς ὑπὸ κριοῦ διασωθείη . : Τιμαίου λέγοντος ἐν
τὸν μὲν ποταμὸν ἀποστρέψαι εἰς τὴν θάλασσαν καὶ διὰ τοῦτο μεμυθεῦσθαι ἀνῃρηκέναι τὸν ἀετὸν Ἡρακλέα , τὸν δὲ Προμηθέα λῦσαι
5739248 Μιλησιον
πρὸς αὐτούς : καὶ Περίανδρον τὸν Κορίνθιον καὶ Θαλῆν τὸν Μιλήσιον ὑμνεῖν εἰώθασιν ἅμα , καὶ Περικλέα καὶ Ἀναξαγόραν ,
δίπυρον καὶ νᾶπυ Κύπριον καὶ σκαμωνίας ὀπόν , καὶ κάρδαμον Μιλήσιον καὶ κρόμμυον Σαμοθρᾴκιον , καὶ καυλὸν ἐκ Καρχηδόνος ,
5730926 Καλλιστρατον
ψόφῳ ψόφον , τριωβόλῳ δὲ πόρνην , αὐθαδίαν αὐθαδίᾳ , Καλλίστρατον μαγείρῳ , στάσιν στάσει , μάχῃ μάχην , ὑπωπίοις
τῆς Σωσιθέου γυναικός . Μαρτυρεῖ τὸν πατέρα τῆς ἑαυτοῦ γυναικὸς Καλλίστρατον ἀνεψιὸν εἶναι ἐκ πατραδέλφων Πολέμωνι τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου
5702974 συκοφαντουσι
εἰρημένην τὴν ὑπόθεσιν καὶ σοφῶς , ὡς οἷόν τε , συκοφαντοῦσι λέγοντες , ὡς εἰ μὲν ζῶντος Ἀλεξάνδρου κρίνονται ,
μὲν ἐπὶ τῷ Καφηρεῖ φιλεργοῦντας ἐν τοῖς ἐσχάτοις τῆς Εὐβοίας συκοφαντοῦσι , τοὺς δὲ τὸ γυμνάσιον γεωργοῦντας καὶ τὴν ἀγορὰν
5695792 Μεδιολανιον
ποταμοῦ ἐπὶ τὸν Σηκοάναν Αὐλίρκιοι οἱ Ἐβουρουικοὶ , ὧν πόλις Μεδιολάνιον κʹ γοʹʹ μηʹ Ὑφ ' οὓς παρὰ μὲν τὸν
μζʹ ∠ ʹʹγʹʹ Ὑφ ' οὓς Σάντονες , ὧν πόλις Μεδιολάνιον ιζʹ γοʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ Ὑφ ' οὓς Βιτούριγες
5685176 ἁρματειον
τὸ ἀπὸ τοῦ ἅρματος τῆς Ῥέας γινόμενον . ἔνιοι δὲ ἁρμάτειον τὸ ὀξύφωνον ἀπὸ τῶν ὑπαξονίων ἤχων : ἄλλως :
τοὺς δὲ εὐνούχους ἐπιεικῶς ὀξυφώνους ὑπάρχειν . τὸ οὖν ὀξύτονον ἁρμάτειον αὐτὸν φάναι διὰ τὸ τὸν ὑπαξόνιον τῶν ἁρμάτων ἦχον
5684411 Ἐπιμενιδειον
ἔτη , τὰ δὲ Ϙ ἐκαθεύδησεν . καὶ παροιμία τὸ Ἐπιμενίδειον δέρμα ἐπὶ τῶν ἀποθέτων . . ἐκ δὲ τῆς
ἔτη , τὰ δὲ Ϙ ἐκαθεύδησεν . Καὶ παροιμία τὸ Ἐπιμενίδειον δέρμα : ἐπὶ τῶν ἀποθέτων . . . .
5682705 σπωντες
ο ? [ ! ! ! ! ! ! ] σπῶντες τὰ αἰώνια [ ] περι ! [ ! !
στρεψαύχενος πιόμαν τὸν τράχηλον ἀνακεκλασμένη ; ἐντεῦθεν ἀκρατοκώθωνες οἱ ἄκρατον σπῶντες πολύν . Μνησίθεος ὁ Ἀθηναῖος ἰατρὸς περὶ κωθωνισμοῦ φησι
5680481 τρυζειν
ὑπομένειν . ὅθεν καὶ τολμηροὺς τοὺς πάντα ὑπομένοντας λέγομεν . τρύζειν : οἱ δὲ στρύζειν . ἔστι δὲ τὸ μετὰ
καὶ γογγυστικῶς λαλῆτε . ὁ μέντοι Βακχεῖος ἐν βʹ φησὶ τρύζειν εἶναι τὸ μετά τινος στροφώδους περιωδυνίας καὶ προθυμίας διαχωρεῖν
5677292 τυφλωθηναι
πυρετοῦ ἐπιγενομένου , λύσις : εἰ δὲ μὴ , κίνδυνος τυφλωθῆναι , ἢ ἀπολέσθαι , ἢ ἀμφότερα . Οἷσιν ὀφθαλμιῶσι
ὀφθαλμούς : φησὶ δ ' αὐτὸ Στησίμβροτος ὑπὸ τῆς Γῆς τυφλωθῆναι διὰ τὸ φθείρειν τοὺς καρπούς . . . ,
5675446 Λασον
Μύσωνα Κλεόβουλον Περίανδρον Ἀνάχαρσιν Ἀκουσίλαον Ἐπιμενίδην Λεώφαντον Φερεκύδην Ἀριστόδημον Πυθαγόραν Λᾶσον . . . Ἀναξαγόραν . . . . ,
Εὐφρόνιος ἐν τοῖς ὑπομνήμασί φασι τοὺς κυκλίους χοροὺς στῆσαι πρῶτον Λᾶσον τὸν Ἑρμιονέα : οἱ δὲ ἀρχαιότεροι Ἑλλάνικος καὶ Δικαίαρχος
5675124 περιλειξας
κωμικός : ἀλλ ' ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας . ἀμέλει : δηλαδή , πάντως : ἐπίρρημα γάρ
ἀναβάσει εἶναι , οἷον : πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας . λέγονται δὲ καὶ οἱ ὀρεινοὶ καὶ ὑψηλοὶ τόποι
5674176 παρεπεμπε
' αἰσθήσεως οὔσης οὐκ ἂν ἡ φαντασία λόγους τῇ δόξῃ παρέπεμπε . Καὶ οὕτω μὲν εἴπερ ὁ Σωκράτης τῆς δόξης
ἐκνέοντας ἐκ τῆς θαλάσσης ἀνελάμβανε καὶ ἐς τὸ ὄρος ἄνω παρέπεμπε : Κορνιφίκιος δὲ καὶ ὅσοι ἄλλοι στρατηγοὶ ἦσαν αὐτοῦ
5662812 δακνωδεις
ἧττον τῶν ὀλεθρίων χυμῶν . τοῖς οὖν ἔχουσι μοχθηροὺς καὶ δακνώδεις ἐν τῷ στόματι τῆς γαστρὸς χυμοὺς καὶ διὰ τοῦτο
δ ' ἔτι μᾶλλον ἡ ἡλῖτις . πᾶσαι δὲ λεπίδες δακνώδεις εἰσὶν οὐκ ἀγεννῶς , καὶ δῆλον ὡς ἡ τῆς
5659217 ἱστορειν
. . Ἐκ δὲ τῆς ἐν Ζακύνθῳ λίμνης φησὶν Εὔδοξον ἱστορεῖν ὅτι ἀναφέρεται πίσσα , καίτοι παρεχούσης αὐτῆς ἰχθῦς .
: ἀμφοτέρως γὰρ εἰκάζειν . Κτησίαν δὲ τὸν Κνίδιον πηγὴν ἱστορεῖν ἐκδιδοῦσαν εἰς τὴν θάλατταν ἐρευθὲς καὶ μιλτῶδες ὕδωρ .
5654955 Μακαριας
ῥυεὶς δαψιλὴς τῷ ὕδατι διὰ τοῦ Μεσσηνιακοῦ πεδίου καὶ τῆς Μακαρίας καλουμένης : ἀφέστηκέ τε τῆς νῦν Μεσσηνίων πόλεως ὁ
ὡς ἐπὶ πάσης ἀφοσιώσεως . ἄλλως : παροιμιῶδες . ἀπὸ Μακαρίας τῆς Ἡρακλέους θυγατρὸς ἐπιδιδούσης ἑαυτὴν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν ἀποθανεῖν
5654638 Ἀορσοι
ὁ τῶν Ἀόρσων καὶ * εἴκοσιν , οἱ δὲ ἄνω Ἄορσοι καὶ πλείονας : καὶ γὰρ ἐπεκράτουν πλείονος γῆς καὶ
, ἐνδοτέρω δὲ τούτων Σαρμάται , καὶ οὗτοι Σκύθαι , Ἄορσοι καὶ Σιρακοὶ μέχρι τῶν Καυκασίων ὀρῶν ἐπὶ μεσημβρίαν τείνοντες
5640612 ᾐδον
τὴν Δῆλον πλοῦς , καὶ οἱ ἐκεῖσε καταίροντες ἀφροντίστως πλέοντες ᾖδον . Ἀετοῦ γῆρας , κορύδου νεότης : παρόσον καὶ
ἐστι πρέπουσα δράμασι τῶν σατύρων : αὐτοὶ σὺν ὀρχήσει γὰρ ᾖδον τῷ πάλαι . τὸ δ ' ἐξ ἀμοιβῆς πρὸς
5639893 ἑσσωθησαν
βασιλέα πρότερον ἰῶντο , μέλλοντας ἀνασκολοπιεῖσθαι ὅτι ὑπὸ Ἕλληνος ἰητροῦ ἑσσώθησαν , τούτους βασιλέα παραιτησάμενος ἐρρύσατο : τοῦτο δὲ μάντιν
. Καὶ ἀντετάχθησαν μὲν οἱ Ἴωνες , συμβαλόντες δὲ πολλὸν ἑσσώθησαν . Καὶ πολλοὺς αὐτῶν οἱ Πέρσαι φονεύουσι , ἄλλους
5629863 Ταυρομενιτης
πομπίλοι , ἱεροὶ ἰχθῦς εὔομφος . . Τίμαιος : Ἀνδρομάχου Ταυρομενίτης , ὃν Ἀθηναῖοι Ἐπιτίμαιον ὠνόμασαν , Φιλίσκου μαθητὴς τοῦ
μαίας . . , . : Τίμαιος δ ' ὁ Ταυρομενίτης ἐν τῆι ἐνάτηι τῶν Ἱστοριῶν περὶ αὐτοῦ γράφει οὕτως
5626432 γαλακτοφαγους
, ὡς αὐτὸς οὗτος ἔφη : ὃν τρόπον καὶ εἰς γαλακτοφάγους τὸν Δία τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ . καθάπαξ μὲν γὰρ
Ἴστρον . οὐ γὰρ διὰ σημείων μὲν τοὺς νομάδας εἴρηκε γαλακτοφάγους ἀβίους τε , δικαιοτάτους ἀνθρώπους , καὶ ἔτι ἀγαυοὺς
5621914 διαβαλλουσιν
οὐκ ἀπιθάνους ποιοῦνται τὰς κατηγορίας , οἷον τὸν μὲν ἰατρὸν διαβάλλουσιν ὡς φαρμακέα , τὸν πλούσιον δὲ ὡς τύραννον ,
Αἰγυπτίων ταῦτα : Ἰνδοὺς Αἰγύπτιοι τὰ μὲν ἄλλα συκοφαντοῦσι καὶ διαβάλλουσιν αὐτῶν τὰς ἐπὶ τοῖς πράγμασι δόξας , τὸν δὲ
5618637 Θεσσαλους
: καὶ οἱ ἱππεῖς δὲ οἱ τῶν Περσῶν κατὰ τοὺς Θεσσαλοὺς τεταγμένοι οὐκ ἔμειναν ἐντὸς τοῦ ποταμοῦ ἐν αὐτῷ τῷ
παρήγαγε τοὺς ἱππέας , τούς τε ἑταίρους καλουμένους καὶ τοὺς Θεσσαλοὺς καὶ τοὺς Μακεδόνας . καὶ τούτους μὲν ἐπὶ τῷ
5618126 Συβαριτας
ἐξωρχήσαντο : ἐπὶ τῶν ἡττηθέντων ἀλόγως ἐν τῷ πολέμῳ ⋮ Συβαρίτας τοὺς ἐν Ἰταλίᾳ τρυφῆς ἀκούω ποιήσασθαι φροντίδα ὑπερβάλλουσαν ,
μὴ παρὰ τὴν γῆν πλεῖν . ὅτι καὶ Κροτωνιᾶται ἐξελόντες Συβαρίτας ἐξώκειλαν εἰς τρυφήν : ὥστε καὶ τὸν ἄρχοντα αὐτῶν
5617314 γυψωσαντες
, εἴτε δὴ κατά περ Αἰγύπτιοι εἴτε ἄλλως κως , γυψώσαντες ἅπαντα αὐτὸν γραφῇ κοσμέουσι , ἐξομοιοῦντες τὸ εἶδος ἐς
περιιπταμένους τοὺς τοῦ Ἀπόλλωνος ἱεροὺς κόρακας , οὓς παῖδες ἀφῆκαν γυψώσαντες ὑπὸ μέθης , καὶ τελεῖσθαι τὸν χρησμὸν φήσαντες ἐνταῦθα
5614977 Εἱλωτων
τὴν Σπάρτην . οὐ μὴν ἀλλὰ τῷ Βρασίδᾳ παραγενομένων χιλίων Εἱλώτων , ἔκ τε συμμάχων στρατολογηθέντων συνέστη δύναμις ἀξιόχρεως .
Ἰθώμης ὑποσπόνδους ἀφῆκαν , καθότι προείρηται , τῶν δ ' Εἱλώτων τοὺς αἰτίους τῆς ἀποστάσεως κολάσαντες τοὺς ἄλλους κατεδουλώσαντο .
5612454 Μενεδημον
“ ἔνδον Ἀσκληπιάδης . ” ἐφ ' ᾧ δυσχεράναντα τὸν Μενέδημον ἕλκειν αὐτόν , τὸν δὲ τοῦτο ἐπιλέγειν . Ζήνων
τοὺς μὴ ἔκ τινος περιουσίας ζῶντας ἀνακαλεῖσθαι καὶ κολάζειν . Μενέδημον οὖν καὶ Ἀσκληπιάδην τοὺς φιλοσόφους νέους ὄντας καὶ πενομένους
5601935 στρατηγικων
πλοκεῖς , ὑφάντας , μεθοδικοὺς καὶ τοὺς ἐπὶ πολεμικῶν ἢ στρατηγικῶν ἔργων προεστῶτας καὶ ἐπιχειροῦντας τὰ παράδοξα καὶ μεθοδικὰ διὰ
Τιμόθεος δ ' ὁ Κόνωνος , ἐκ τῶν πολυτελῶν καὶ στρατηγικῶν δείπνων παραληφθεὶς ὑπὸ τοῦ Πλάτωνος εἰς τὸ ἐν Ἀκαδημείᾳ
5601084 Πρωτεσιλαῳ
τῆς Ὄθρυος πρόποδες . καθάπερ δὲ ἡ Φυλάκη ἡ ὑπὸ Πρωτεσιλάῳ τῆς Φθιώτιδός ἐστι τῆς προσχώρου τοῖς Μαλιεῦσιν , οὕτω
νησίον , εἶτ ' Ἀντρών : ἦν δὲ αὕτη ὑπὸ Πρωτεσιλάῳ . τοσαῦτα μὲν περὶ τῆς ὑπὸ τῷ Ἀχιλλεῖ μερίδος
5600009 Περιπατων
γεγονέναι . φησὶ δ ' Ἀθηνόδωρος [ ] ἐν η Περιπάτων , ἐλθόντος Ἱπποκράτους πρὸς αὐτόν , κελεῦσαι κομισθῆναι γάλα
ἐχορήγησεν Ἀθήνησι Δίωνος ἀναλίσκοντος , ὥς φησιν Ἀθηνόδωρος ἐν ηʹ Περιπάτων . ἔσχε δ ' ἀδελφοὺς Ἀδείμαντον καὶ Γλαύκωνα καὶ
5598825 ἐῤῥιψεν
ἀπεθέρισαν . Ἀετὸς δὲ ἀπὸ νοσσιῆς ἐγκύμονα λίθον πρὸς ὄρθριον ἔῤῥιψεν , ἀντίψυχον νοσσίων προθέμενος τὸν λίθον . Προγινώσκοντες μύρμηκες
' Ὀδυσσέως καὶ Νεοπτολέμου ἐκ Λήμνου : ἐκεῖ γὰρ αὐτὸν ἔῤῥιψεν Ὀδυσσεὺς δηχθέντα ὑπὸ ὄφεως ὕδρου , ὅτε ἐκάθαιρον Ἕλληνες
5598680 Θραικων
: καὶ οὐκ ἀπεικός γε , ὥσπερ αὐτοὶ οἱ Φρύγες Θραικῶν ἄποικοί εἰσιν , οὕτω καὶ τὰ ἱερὰ ἐκεῖθεν μετενηνέχθαι
τοῦ Σάμον αὐτὴν καλουμένην ὑπὸ τῶν κατοικούντων ἐν αὐτῆι τότε Θραικῶν Σαμοθράικην ὀνομασθῆναι . οὐ μὴν ἀλλὰ τῶν Ἀμαζόνων ἐπανελθουσῶν
5596176 διαγραφων
ζ αἰχμητὴς θ χάρων πτεροῖσι κβ χέρσον κη αἰετὸς η διαγράφων λ ῥαιβῷ λβ τυπωτὴν λα τόρμαν κθ ἀγκύλῃ βάσει
. Καλλίξενος δ ' ὁ Ῥόδιος ἐν τετάρτῃ περὶ Ἀλεξανδρείας διαγράφων τὴν γενομένην πομπὴν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ Πτολεμαίου τοῦ Φιλαδέλφου καλουμένου
5595310 Θεοδεκτην
Ἀριστοτέλην λυπῆσαι αὐτὸν , διὰ τὸ ἀφελέσθαι αὐτοῦ μαθητὴν , Θεοδέκτην ὀνόματι . αὕτη δὲ ἡ αἰτία ὡς ἔστιν εὐήθης
τ ' Αἰγυπτία βόσκει λινουλκὸς χλαῖνα , θήραγρος πέδη . Θεοδέκτην δὲ τὸν Φασηλίτην φησὶν Ἕρμιππος ἐν τοῖς περὶ τῶν
5592454 Λακωνες
ταῖς εἰσβολαῖς χρωμένης καὶ δενδροτομούσης καὶ δῃούσης μᾶλλον ἢ οἱ Λάκωνες τὴν Ἀττικὴν ἐνέδωκα καὶ ἀπέδωκα τῷ πάθει τοὔνομα δεινῆς
καὶ πεποίηται ὁ νοῦς διὰ τὸν Μενέλαον : οἱ γὰρ Λάκωνες βραχυλόγοι : τὰ μακρὰ τῶν μικρῶν : Λακεδαιμόνιος ὁ
5587895 Μηδιος
τῶν ἰατρικῶν : ἠκολούθησαν δ ' αὐτῷ καὶ οἱ μαθηταὶ Μήδιός τε καὶ Ἀριστογένης . ἔνδοξοι καὶ αὐτοὶ παρ '
τῶν ἰατρικῶν : ἠκολούθησαν δ ' αὐτῷ καὶ οἱ μαθηταὶ Μήδιός τε καὶ Ἀριστογένης . ἔνδοξοι καὶ αὐτοὶ παρ '
5585150 διασπασθεις
λέγει τὸν Ὀρφέα τὸν τῆς Καλλιόπης , ἐπειδὴ παρὰ γυναικῶν διασπασθεὶς τόνδε τὸν βίον ἐτελεύτησε , τὸν ἄνθρωπον φεύγοντα ,
γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός . μυθολογεῖται δ ' ὅτι διασπασθεὶς ὑπὸ τῶν Τιτάνων συνετέθη πάλιν ὑπὸ τῆς Ῥέας ,
5580879 ὁρμησαντα
, ἐπειδὴ καὶ Περσέα ἤκουσε πρότερον ἀναβῆναι καὶ Ἡρακλέα . ὁρμήσαντα δ ' ἐκ Παραιτονίου , καίπερ νότων ἐπιπεσόντων ,
, ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Ἀρίστωνι παρεμφαίνει τὸν διδάσκαλον ὡς ὕστερον ὁρμήσαντα ἐπὶ τρυφήν , λέγων ὧδε : ἤδη δέ ποτε
5578901 Σιντιες
μεγάλους σῦς , ἀπὸ τοῦ περὶ τοὺς ὀδόντας σιάλου . Σίντιες Α . θ . . , : Σίντιες :
, ὀλίγος δ ' ἔτι θυμὸς ἐνῆεν : ἔνθά με Σίντιες ἄνδρες ἄφαρ κομίσαντο πεσόντα . Ὣς φάτο , μείδησεν
5578529 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :
5578095 ἀκρατεστερον
δαῖτα παρέθεσαν παντοίαν , οἶνόν τε ἥδιστον πίνειν ἐπέχεον , ἀκρατέστερον ἐπίτηδες , ὡς μεθυσθείη . Καὶ ἐπεὶ ἄδην εἶχεν
καὶ διουρητικὸν ὡς βέλτιστον πλείω μιγνύναι τῷ πινομένῳ , καὶ ἀκρατέστερον ποιοῦντα τὸ πᾶν ὑγρὸν μὴ πολὺ λαμβάνειν , πρὸς
5577558 ἐνηγον
οἱ νεωστὶ κεκρατημένοι τῷ πολέμῳ Οὐολοῦσκοι , πρεσβειῶν ἀπορρήτοις διαποστολαῖς ἐνῆγον ἀλλήλους εἰς τὸν κατ ' αὐτῶν πόλεμον , ὡς
τε λόγοις καὶ ἔργοις προσποιήτοις . Αἰτίαι δ ' αὐτοὺς ἐνῆγον ἐπιχειρεῖν τἀνδρὶ οὐκ ἀπὸ μικρῶν διαφόρων ἰδίᾳ τε ἑκάστοις
5574469 πιεζομενον
καὶ περὶ τοὺς ὀνίσκους [ καὶ ] τοὺς τοῦ ἐντονίου πιεζόμενον καὶ θραυόμενον διόλου . πρὸς δὲ τούτοις τὴν ἔντασιν
μεταλλαγῇ τῶν σκελέων , ἢν μὴ κατέχηται πρὸς τὴν γῆν πιεζόμενον . Ἐν τούτοισιν οὖν τοῖσι σχήμασιν ἀναγκάζονται ἐσχηματίσθαι ,
5573350 Αἰθικες
εἶπε τὸν ἀνελόντα διὰ τὸ ἰῶδες τοῦ φαρμάκου . καὶ Αἴθικες ὁμοίως , ὧν καὶ Ὅμηρος μέμνηται τοὺς δ '
. . . αἰθικία : ἡ Κιλικία . τὸ ἐθνικὸν Αἴθικες . . . αἰθιόπιον : χωρίον Λυδίας : ἢ
5572752 ὀξυην
, ἐτυμολογοῦντες καὶ τὸ ὄνομα τὸ τῶν Μυσῶν ὅτι τὴν ὀξύην οὕτως ὀνομάζουσιν οἱ Λυδοί : πολλὴ δ ' ἡ
τοῦ φυτοῦ τῆς μυσῆς ἢ τοῦ μυσοῦ , ὅπερ τὴν ὀξύην δηλοῖ κατὰ τὴν γλῶσσαν τῶν Λυδῶν , ὡς καὶ
5572135 Ἐπανελθοντα
καὶ βοηθεῖν : ἀποθανοῦσαν δὲ θάψαι , μὴ τεκοῦσαν . Ἐπανελθόντα δὲ τὸν Θησέα καὶ περίλυπον γενόμενον τοῖς μὲν ἐγχωρίοις
ὁ Δημοχάρης , ἐν τῇ πρώτῃ καὶ εἰκοστῇ γράφων : Ἐπανελθόντα δὲ τὸν Δημήτριον ἀπὸ τῆς Λευκάδος καὶ Κερκύρας εἰς
5568858 σοφιζομενων
“ οὐχ ἁπλῶς τῶν σοφιστευόντων , ἀλλὰ κατὰ πάντων τῶν σοφιζομένων τὴν ἀλήθειαν . τριχῶς γὰρ τοῦτο τοὔνομα λέγεται παρὰ
' ἀναίδειαν εὐδοκιμούντων . Θετταλὸν σόφισμα : ἐπὶ τῶν τι σοφιζομένων ἢ τεχναζομένων . Θετταλικὴ ἔνθεσις : ἐπὶ τῶν ἀδηφαγούντων
5568852 Νεανθης
ἐστὶ μεταξὺ Πριήνης καὶ Μιλήτου ἡνωμένη τῇ θαλάσσῃ , ὡς Νεάνθης ὁ Κυζικηνὸς ἱστορεῖ ἐν τῇ Ϛʹ τῶν Ἑλληνικῶν .
Λάμψακον εἰς οἶνον , Μυοῦντα εἰς ὄψα , ὡς δὲ Νεάνθης , καὶ Περκώτην εἰς στρωμνὴν καὶ Παλαίσκηψιν εἰς στολήν
5566592 πολιορκουντι
, τῶν παρὰ Πτολεμαίου συμμάχων οὐχ ἱκανῶν ὄντων ἀντισχεῖν Δημητρίῳ πολιορκοῦντι . Ἀντίγονος μισθοφόρους ἐμισθώσατο Γαλάτας , ὧν Κιδήριος ἦρχε
ἀνέφυ λόγος , ὡς ἐνθύμιος μὲν αὐτῷ ἡ ἀρχὴ γένοιτο πολιορκοῦντι τὰ Σόλυμα , μεταπέμποιτο δὲ τὸν Ἀπολλώνιον ὑπὲρ βουλῆς
5566395 Ἀνδριος
τῷ λόγῳ τῶν εἰς ος δισυλλάβων ἐπὶ νήσων , Ἴμβριος Ἄνδριος . Ἰστρία , χώρα κατὰ τὸν Ἰόνιον κόλπον .
: ηὐλαβήθη . ὀρρωδέειν : ἀγωνιᾶν , φοβεῖσθαι . οἶνος Ἄνδριος : ὁ εὔτονος , ἢ ὁ ἀπὸ Ἄνδρου τῆς
5564156 κωμῳδοι
ἐκωμῴδησα . οὗτοι ] οἱ ἄλλοι ⌈ κωμικοί . [ κωμῳδοί . ] ὡς ] ἐπεί . ⌈ παρέδωκε /
κωμῳδίᾳ ” . οὗτοι ] ἀντὶ τοῦ “ οἱ ἄλλοι κωμῳδοί ” . λαβὴν ] ἀντὶ τοῦ “ ἀρχήν ”
5563704 Σωρανος
τις οὖσα , ὅτι ἅλλεσθαι δοκεῖ παλμοὺς ποιοῦσα . οὕτως Σωρανός καὶ Σαλούστιος , . , , . . α
οἷον ἐνποροφύες εἰσὶν , οἷον ὄροφοι τῶν ὠπῶν : οὕτω Σωρανός . Ὀδόντες . παρὰ τὸ ἔδειν καὶ ἐσθίειν ,
5562435 πειθουσι
μὴν ἀλλὰ καὶ αὐτῶν ἄνδρες Μιτυληναίων κατά τινα πρεσβείαν ἀφιγμένοι πείθουσι διὰ τάχους ἑτέραν πέμψαι τριήρη , ἀπαγορεύουσαν τῷ Χάρητι
ὅτι Ῥωμαῖοι ναῦς πλείονας αὐτῶν ἔχοιεν , βουλόμενοι ταύτας περισπάσαι πείθουσι τῶν ἰδίων πολιτῶν τινας αὐτομόλους γενέσθαι , οἳ πρὸς
5559445 Αἰγιλιευς
. Αἰγιλία δῆμός ἐστι φυλῆς Ἀντιοχίδος , ἔνθεν ὁ δημότης Αἰγιλιεύς . Αἰδέσασθαι : ἀντὶ τοῦ μεταπεισθῆναι Λυσίας ἐν τῷ
. Αἰγιλιά , δῆμος τῆς Ἀντιοχίδος φυλῆς . ὁ δημότης Αἰγιλιεύς . τὰ τοπικὰ Αἰγιλιᾶθεν Αἰγιλιάνδε Αἰγιλιοῖ . ἔστι καὶ
5549764 ἐκκρινουσιν
πρὸς τὴν γένεσιν ἀλλοιώσει , ἄλλ ' ἐκ τοῦ μίγματος ἐκκρίνουσιν ὡς ἐνυπάρχοντα ἤδη τὰ ἡμῖν γίνεσθαι δοκοῦντα : ἀλλ
ἕλμινθες αὐτὰς λυποῖεν , τοῦ σίτου τὸ καλούμενον λήιον ἐσθίουσαι ἐκκρίνουσιν αὐτάς . λέγονται δὲ καὶ ὅταν δέωνται τὴν γαστέρα
5547537 ἐπιθυμητων
πάντων τὰ ἡδέα αἱρεῖσθαι . διὸ καὶ λυπεῖται ἀποτυγχάνων τῶν ἐπιθυμητῶν : μετὰ λύπης γὰρ ἡ ἐπιθυμία . ὥστε καὶ
γίνεται αὐτοῖς τῶν ἐπιθυμιῶν . ἀνάμνησις μὲν τοῖς ἀκολάστοις τῶν ἐπιθυμητῶν , ἀλλ ' οὐ προηγουμένως , κατὰ συμβεβηκὸς δέ
5546254 τυπτομενους
δὲ γέροντας ἐντίμους ἑλκομένους τῆς πολιᾶς , τοὺς δὲ καὶ τυπτομένους ἀνηλεῶς , παῖδας εὐγενεῖς καὶ ὡραίους ἀπαγομένους , ἱερεῖς
μάττοντας καὶ τοὺς πεινῶντας ἐκείνους [ τοὺς φεύγοντας κἀξαπατῶντας καὶ τυπτομένους ἐπίτηδες , ] ἐξήλας ' ἀτιμώσας πρῶτος , καὶ
5545406 ἀπεσχοντο
καὶ ἐς τὰ βουκόλια κομίσας ἐπὶ δάμαλιν κατέθηκεν : ὅθεν ἀπέσχοντο τῆς παρθενοκτονίας : ὡς Ἀριστόδημος ἐν τρίτῃ Μυθικῇ συναγωγῇ
καὶ Θουκυδίδης , ἐπαινούμενοι κατὰ τὴν ἀλήθειαν τῶν ἱστοριῶν , ἀπέσχοντο τελέως κατὰ τὴν γραφὴν τῶν τόπων τῶν κατ '
5544607 Φιλητας
αὐτὸν εἰς τοῦτο διαλύεσθαι τὸ ζῷον . ᾧ καὶ φαίνεται Φιλητᾶς προσέχειν , ἱκανῶς ὢν περίεργος : προσαγορεύει οὖν αὐτὰς
καλούμενον . ΑΜΦΩΞΙΣ ξύλινον ποτήριον , ᾧ χρῆσθαι τοὺς ἀγροίκους Φιλητᾶς φησι , [ τοὺς ] ἀμέλγοντας εἰς αὐτὸ καὶ
5544249 Μηθυμναιον
ἐγκατέστησαν : ἁλῶναι δὲ αὐτόθι καὶ Φαρνάβαζον ἐγκαταληφθέντα καὶ Ἀριστόνικον Μηθυμναῖον τὸν τύραννον ἐσπλεύσαντα ἐς τὸν λιμένα τῆς Χίου ξὺν
ἐπινέοντα ἔσωσεν αὑτῷ , ὅτι μὴ ὁ δελφὶς λέγεται τὸν Μηθυμναῖον Ἀρίονα . ὁ δὲ ῥήτωρ οὐχ αὑτὸν μόνον οὐδὲ
5542641 περιενεχθηναι
Πλαταιικὸς καὶ Κλέαρχος φιάλην ἀποσταλῆναι ὑπὸ Κροίσου Πιττακῷ καὶ οὕτω περιενεχθῆναι . . : τούτῳ γυμνασία ἦν σῖτον ἀλεῖν ,
[ . ] φιάλην ἀποσταλῆναι ὑπὸ Κροίσου Πιττακῶι καὶ οὕτω περιενεχθῆναι . Ἄνδρων δ ' ἐν τῶι Τρίποδι [ .
5537265 Ἰταλιωται
ἐν τῇ πανηγύρει τῆς Ἥρας , εἰς ἣν συμπορεύονται πάντες Ἰταλιῶται , καὶ τῶν δεικνυμένων μάλιστα πάντων ἐκεῖνο θαυμάζεσθαι :
ὡς ἀπὸ τῆς Φθίας Φθιῶται , οὕτω Ἰταλίας καὶ Σικελίας Ἰταλιῶται καὶ Σικελιῶται . καὶ Σικελός καὶ Σικελή . ἔστι
5529589 Εἰρηναιος
οἷον : καὶ οὗτοι διαβάλλονται ὑπὲρ τούτου . οὕτως ὁ Εἰρηναῖος . δίκη γὰρ οὐκ ἔνεστ ' ἐν ὀφθαλμοῖς βροτῶν
γραφῆς τοῦ τεμενικοῦ ὁ Εὐδαίμων διὰ τοῦ ι φησίν ” Εἰρηναῖος προπαροξύνει διὰ τοῦ ι γράφων „ . Ἡρωδιανὸς δὲ
5524766 Φοινικικον
λόγον , τὸν δὲ χρησμὸν καὶ τοὺς πολλοὺς ἀποστόλους ψεῦσμα Φοινικικόν . περὶ μὲν οὖν τῶν ἀποστόλων τί ἄν τις
Σώκρατες , εἰσβὰς ἐπὶ θέαν εἰς τὸ μέγα πλοῖον τὸ Φοινικικόν . πλεῖστα γὰρ σκεύη ἐν σμικροτάτῳ ἀγγείῳ διακεχωρισμένα ἐθεασάμην
5524261 Κυζικηνοι
τοῦ Δινδύμου . ὡς δὲ καὶ ταῦθ ' ὑπεσύροντο οἱ Κυζικηνοὶ καὶ τὰς ἐπ ' αὐτῶν μηχανὰς ἐπίμπρασαν καὶ αἰσθήσει
ὑπὸ Διὸς τῇ Κόρῃ δοθῆναι , καὶ σέβουσιν αὐτὴν οἱ Κυζικηνοὶ μάλιστα θεῶν . ἐπελθούσης δὲ τῆς ἑορτῆς , ἐν
5522103 σκωπτοντων
καὶ προδεδώκασιν ἑαυτούς . Λίνδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν σκωπτόντων καὶ δυσφήμως ἱερουργούντων . Ἡρακλῆς γὰρ ἥρπασε τὸν βοῦν
ποιῆσαι καὶ Σωκράτην . Ἦν δ ' ἱκανὸς καὶ τῶν σκωπτόντων αὐτὸν ὑπερορᾶν . καὶ ἐσεμνύνετο ἐπὶ τῇ εὐτελείᾳ ,
5518392 Χιρωνι
ἐν πορφυρέοις , νυκτὶ κοινάσαντες ὁδόν , Κρονίδᾳ δὲ τˈράφεν Χίρωνι δῶκαν . ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε .
τούτου θεοῖς . παραδίδωσι δὲ καὶ Πηλεὺς Ἀχιλλέα τραφησόμενον παρὰ Χίρωνι , ὃς καὶ διδάξαι λέγεται : Κέφαλος δὲ τοῦ
5518030 μνημονευουσιν
ποίημα ἦν οὔτε ἡ φλὸξ τρόπον ὅντινα ἐπέλαβεν αὐτό , μνημονεύουσιν : ἀφανισθέντος δὲ τοῦ ἀρχαίου Φιγαλεῖς οὔτε ἄγαλμα ἄλλο
Αἰσχίνου . συνέδριόν ἐστι κοινὸν Ἀρκάδων ἁπάντων , οὗ πολλάκις μνημονεύουσιν οἱ ἱστορικοί . διείλεκται δὲ περὶ αὐτῶν καὶ Ἀριστοτέλης
5517018 ὁμιλησαντα
τῆς Σκήψεως , ἐφ ' ᾧ τε προελθόντα ταχὺ καὶ ὁμιλήσαντα πάλιν εἰς τὴν πόλιν πέμψαι . καὶ δὴ ὁ
καὶ ἤθεα βαθύτερα ἢ κατὰ Θρήικας , οἷα Ἕλλησί τε ὁμιλήσαντα καὶ Ἑλλήνων οὐ τῷ ἀσθενεστάτῳ σοφιστῇ Πυθαγόρῃ , κατασκευάσασθαι
5513366 Νεσσον
συνηλοίηντο δὲ πάντα εἴδατα καὶ κρητῆρες ἐύξεστοί τε τράπεζαι . Νέσσον δ ' αὖθ ' ἑτέρωθε παρὰ ῥόον Εὐηνοῖο κείνης
τῶν ὄζων γενέσθαι τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις . οἱ δὲ Νέσσον πορθμεύοντα ἐπὶ τῷ Εὐήνῳ τρωθῆναι μὲν ὑπὸ Ἡρακλέους ,
5511292 προσοδια
καὶ Σιμωνίδῃ καὶ Βακχυλίδῃ πεποίηται , ἀλλὰ μὴν καὶ ὅτι προσόδια καὶ παιᾶνες , καὶ μέντοι ὅτι καὶ τραγικοὶ οἶκτοί
δὲ Ἀρτέμιδος ὕμνος οὔπιγγος , Ἀπόλλωνος ὁ παιάν , ἀμφοτέρων προσόδια , Διονύσου διθύραμβος , Δήμητρος ἴουλος : λίνος γὰρ
5508187 Δηιοχος
καὶ Θεόκριτος ὀλίγον κοῦρον . τοὺς δ ' ἄμυδις : Δηίοχος τοὺς μὲν Δολίονας οὐκ ὀνομάζει , τὸν δὲ Κύζικόν
, θαυμαστικῶς . πέδησεν : κατέσχεν . πολεῖς : μνημονεύει Δηίοχος τῶν ἀναιρεθέντων , ὥς φησι Σοφόκλειος . Τηλεκλῆα ἠδὲ
5505766 Ἀνακρεοντα
τὸ δὲ τόξον Ἀφροδίτης ἄφες ὡς θεοὺς ἐνίκα . τὸν Ἀνακρέοντα μιμοῦ , τὸν ἀοίδιμον μελιστήν . φιάλην πρόπινε παισίν
αὐτῷ πρὸς | τὸν τῆς μουσικῆς ἔρωτα , ὁ δὲ Ἀνακρέοντα τὸν μελοποιὸν μεταπεμψάμενος ] δίδωσι τῷ παιδὶ τοῦτον τῆς
5499547 ἐνοχλουσιν
ἡ δὲ ἀκρασία τοῖς ἐπιληπτικοῖς , ἃ διαλιμπάνοντα οὐ συνεχῶς ἐνοχλοῦσιν : ἡ μὲν γὰρ ἀκολασία συνεχὴς πονηρία ἐστίν :
τῶν συμφορῶν καὶ τοῖς εἰδόσιν ἀκριβῶς καὶ μηδὲν δεομένοις ἀκούειν ἐνοχλοῦσιν ἀεὶ διηγούμενοι . καὶ μὴν ἡ ἀπάτη ἡ τοῦ
5499179 Εὐφρονιος
ἡ γὰρ φιλύρα χλωρόν . χλωρὸς δὲ καὶ οὗτος . Εὐφρόνιος κοῦφον , ὡς ἂν διθυραμβοποιὸν εὐτελῆ , καὶ κοῦφα
οὕτω κληθέντα . Γ πανθοινίαν δὲ ἔλεγον , ὥς φησιν Εὐφρόνιος , ὁπότε εἰς κοινὸν ⌈ κατατιθέντες [ καταθέντες Γ

Back