μὲν εἴη πολύ , διὰ τοῦ ϲτόματοϲ ἢ καὶ διὰ καλαμίδοϲ αὐτὸ ἐκμυζᾶν , εἰ δὲ ὀλίγον , ἀπομάξανταϲ τοῦτο | ||
ἔβαλον ἀντὶ τοῦ νίτρου , τρίψαϲ ἐπιμελῶϲ , ἐμφύϲαϲ διὰ καλαμίδοϲ , παραινῶν ἄνω ἀναϲπᾶν , ἔπειτα κάτω νεύειν , |
θέρμαυστριν , ἓξ θρόνους , χύτραν , κάννας ἑκατόν , κόρημα , κιβωτόν , λύχνον . ἔχω γὰρ ἐπιτήδειον ἄνδρ | ||
δὲ ῥῆμα κορεῖν ἂν λέγοις . καὶ τὸ μὲν σκεῦος κόρημα ὑπὸ Εὐπόλιδος εἴρηται ἐν τοῖς Κόλαξι τουτὶ λαβὼν τὸ |
μεσούσης ἡμέρας , καὶ καταλαβὼν αὐτὴν καθεύδουσαν , ὑποδὺς ὑπὸ θοιμάτιον καὶ παρακλιθεὶς ἠρέμα , ἀψοφητὶ ἔμενεν αὐτὸς μὲν ἀτρεμῶν | ||
αὐτῶν καταγῆναι δεῖν , κατεαγὼς ἔσται αὐτίκα μάλα , κἂν θοιμάτιον διεσχίσθαι , διεσχισμένον ἔσταιοὕτω μέγα ἐγὼ δύναμαι ἐν τῇδε |
διαμερίσας . διαπήλας ] ἀπομοιράσας . διαπήλας ] διαμοιράσας . διαπήλας ] διὰ κλήρου δούς . θ διαπήλας ] διακληρώσας | ||
διακόψας . διαπήλας ] διαμερίσας . διαπήλας ] ἀπομοιράσας . διαπήλας ] διαμοιράσας . διαπήλας ] διὰ κλήρου δούς . |
περίκυκλον . ἀμφιπεδήσας : περιγράψας , δεσμεύσας , περιδεσμήσας , δεσμήσας καὶ στήσας αὐτήν φησι διὰ τὸ μὴ ἐπηρεάζειν τῇ | ||
Εὐμάρας ἐκάθηρεν : ὅτε δὲ ὁ Εὐμάρας ὁ σὸς δεσπότης δεσμήσας σε ἐμαστίγωσεν , ἀκριβῶς ἐπίσταμαι . γράφεται ὅκα μάν |
δρᾶτε μηδαμῶς τάδε . σὼ δ ' αὐταδέλφω χερμάδ ' αἴρουσιν χεροῖν , λέγουσί θ ' ὡς ἔφυσαν ἐκ δούλης | ||
ἔτι , κομιδῇ δ ' ἀπειρήκωσιν ἐν τοῖς δράμασιν , αἴρουσιν ὥσπερ δάκτυλον τὴν μηχανήν , καὶ τοῖς θεωμένοισιν ἀποχρώντως |
βίῳ εὐκορεῖ ἀντὶ τοῦ κόρους κορώνας παρατρέποντες ἔνιοί φασιν ἐκκόρει κόρει κορώνας . αἰσχύνων : ἐξευτελίζων . ἔδει εἰπεῖν ὅπερ | ||
' ἄριστον φίλων . Τουτὶ λαβὼν τὸ κόρημα τὴν αὐλὴν κόρει . Ἔνδοθι μέν ἐστι Πρωταγόρας ὁ Τήϊος , ὃς |
τῶνδ ' ἃ λέγω πεπράξεται . Ἐγὼ δ ' ἵνα θύσω τοῖσι καινοῖσιν θεοῖς , τὸν ἱερέα πέμψοντα τὴν πομπὴν | ||
μᾶλλον ἢ θυμούμενος πρὸς κέντρα λακτίζοιμι θνητὸς ὢν θεῶι . θύσω , φόνον γε θῆλυν , ὥσπερ ἄξιαι , πολὺν |
Ζηνᾷ ” ἰδού , ἀπὸ τοῦ νῦν κεχάρισταί σοι : πώλησον , χάρισον , ἀπόλυσον , ὃ βούλει εἰς αὐτὸν | ||
πρὸς ἑαυτὸν εἵλκυσε καί φησι : ” τὴν ταχίστην με πώλησον , ἐπεὶ δραπετεύσω ” . καὶ ὁ Ξάνθος : |
αὐτὸν ᾖδε τοὺς ἀλεκτρυόνας μιμούμενος τοὺς νενικηκότας , οἱ δὲ κροτεῖν τοῖς ἀγκῶσιν αὐτὸν ἠξίουν ἀντὶ πτερύγων τὰς πλευράς . | ||
κτυπῶ καὶ ἠχῶ . Ἀριστοφάνης τὸ τοῖς ποσὶ σκιρτᾶν καὶ κροτεῖν . . . . . , : Κροαίνειν φησὶν |
τιμωμένῳ φερούσας ; οἶσθα γὰρ ὡς ἐγὼ μὲν πολλάκις ὤκνησα ἐπαγγεῖλαι χάριν ἐνθυμούμενος , ὁπόσας λάβοιμι , σὺ δὲ τῷ | ||
ἐκείνῳ μᾶλλον ἢ τῷ Διὶ θύσοντας : τραγῳδίαν δ ' ἐπαγγεῖλαι καὶ κιθαρῳδίαν ἀνδράσιν , οἷς μήτε θέατρόν ἐστι μήτε |
ἵππων . κονία δὲ παρὰ τροχὸν μεταμώνιος ἠέρθη . μὴ βάληι φοίνικας ἐκ χειρῶν ἱμάντας , . . . [ | ||
λίθωι σκορπίος ὦ ἑταῖρ ' ὑποδύεται . φράζευ μή σε βάληι : τῶι δ ' ἀφανεῖ πᾶς ἕπεται δόλος . |
καταστήσας εἰς φόβον τοῦ παρέξειν πράγματα ἐπηρεάζει ῥᾳδίως . ΓΘ τρέμων τὰ πράγματα ] πολλοὶ γὰρ δι ' ἐπιείκειαν τρόπων | ||
φοβεῖσθαι αὐτὸν μὴ ἀποφύγω , ἀλλ ' ἀποθάνω πενθῶν καὶ τρέμων ; αὕτη γὰρ γένεσις πάθους θέλειν τι καὶ μὴ |
αἰσθήσεται τῆς βλάβης . ” “ ὀρθῶς ἂν ” ἔφη Πολύχαρμος “ ταῦτα ἔλεγες , εἰ μὴ πόλεμος ἦν : | ||
δὲ καὶ ἀναστρέφειν πειρώμενοι πλαγίους ἔχοντες τοὺς ἵππους ἡλίσκοντο . Πολύχαρμος μέντοι ὁ Φαρσάλιος ἱππαρχῶν ἀνέστρεψέ τε καὶ μαχόμενος σὺν |
παρελθεῖν ἔνθα εἶχεν εὐνὴν λέαινα μόνος : καὶ τὴν μὲν λέαιναν οὐ κατέλαβε , τούς γε μὴν σκύμνους αὐτῆς κομίζων | ||
εἴ τις ἀνῆλθεν εἰς ἀκρόπολιν , ἑώρακεν ἐν τῷ προπυλαίῳ λέαιναν χαλκῆν γλῶσσαν οὐκ ἔχουσαν , ὑπόμνημα τοῦ διηγήματος . |
διαρπάζουσι μὲν οἱ Μῆδοι τὰ πράγματα , καὶ τοὺς ἐνοικοῦντας ἀνδραποδίσαντες , τήν τε πόλιν ἅπασαν πυρὶ παραδόντες , ὡς | ||
, Τολμίδου τοῦ Τολμαίου στρατηγοῦντος . καὶ Χαιρώνειαν ἑλόντες καὶ ἀνδραποδίσαντες ἀπεχώρουν φυλακὴν καταστήσαντες . πορευομένοις δ ' αὐτοῖς ἐν |
κατεβάλετο , πίστευσον ἡμῖν καὶ ἐγγύησαι πρὸς τὴν Μελίτην ὅτι πέμψομεν : ἐγγὺς γὰρ τὸ Βυζάντιον . ἐὰν δὲ ἀποτίσῃς | ||
αὐτοῖς ἔπραττες καὶ νῦν ἀλλήλοις χρώμεθα . λόγους δέ σοι πέμψομεν πολλούς : εἰ δὲ φαύλους , ὁ μὴ καλῶν |
χρῶ , ἐμπλάσσων εἰς χάρτην ἢ εἰς δέρμα . Τοῦτο διέλυσεν ἀγκυλωθείσας χεῖρας ἀπὸ φλεβοτομίαν παραδόξως , καὶ ἔχει οὕτως | ||
ἁπλῶς , παντοδαπῶς δὲ κακοί . πολλὰς δὴ φιλίας ἀπροσηγορία διέλυσεν . οὐκέτι γιγνώσκουσιν Ἀθηναῖοι Μεγαρῆας . ἔγχει καὶ Κήδωνι |
ἀνελεῖν : λέγεται ἐπὶ τῶν ἐκ Δελφῶν χρησμῶν , οἱονεὶ ἀνελκύσαι , ἀναπέμψαι : κοῖλον γὰρ ἦν τι ἐπὶ πολὺ | ||
ἔν τινι ποταμῷ δέρματα βοῶν ἑωρακότες καὶ ταῦτα σπουδάζοντες ἐκεῖθεν ἀνελκύσαι τῆς τοῦ ποταμοῦ πλημμύρας βαθείας οὔσης κατατολμῆσαι οὐκ ἠδύναντο |
, πρόσεχ ' οἷς φράζω . χάσκεις οὗτος ; βλέψον δευρί : πῶς αὐτὰ φράσεις ; αὐτίκ ' ἐρῶ σοι | ||
ἴσμεν μανθάνω ; οὐδὲν μὰ Δί ' , ἀλλὰ κατακλινεὶς δευρί τί δρῶ ; ἐκφρόντισόν τι τῶν σεαυτοῦ πραγμάτων . |
μετὰ τῶν ἄλλων πόλεων παραδίδωσι . . αὐτὸς δ ' ἠπείλησεν ἅμ ' ἠοῖ φαινομένηφιν νῆας ἐυσσέλμους ἅλαδ ' ἑλκέμεν | ||
τοὺς Μιλησίους κλονεῖν , ἀλλὰ μὴ Νικίαν ταράσσειν , ὅπερ ἠπείλησεν ὁ ἀλλαντοπώλης . ἐν Μιλήτῳ δὲ τῆς Ἀσίας μέγιστοι |
ἡ μῆνις , ἵνα μὴ τὰ παρὰ τοῖς νεωτέροις πλάσματα δεξώμεθα . . παροῦσα προοῦσα : , . . . | ||
νόμῳ συνεπόμενος : προοίμιον δέ , καθάπερ ἄλλων νόμων , δεξώμεθα καὶ περὶ ὅλης ταύτης τῆς κάκης . κιβδηλείαν δὲ |
συγκριθῆναι , δρόσον δ ' ὅταν τὸ συνιστάμενον ὑγρὸν νύκτωρ ψυχθὲν ἅμα τοῖς ὄρθροις ἐπὶ γῆν ἐπιφέρηται . διὸ καὶ | ||
κἂν ὀλίγον ἀποποιεῖν : τινὲς καὶ ἕψημα προσβάλλουσιν : εἶτα ψυχθὲν βαλὼν εἰς ὑλιστῆρα δεύτερον καὶ τρίτον ἐπίῤῥιπτε τὸ αὐτὸ |
ἐς διαρπαγὴν τῶν ἐν αὐτῇ , τὴν δὲ ἀκρόπολιν κύκλῳ περισχὼν τῷ στρατῷ καὶ περισταυρώσας πάντοθεν καὶ μηχανὰς ἐπιστήσας ἐπολιόρκει | ||
ἐκκλησία τηνικαῦτα οὖσατούτους τε ἅπαντας κατηκόντισε , πελτασταῖς ἐν κύκλῳ περισχὼν καὶ τοξόταις , καὶ τὸ ἄλλο ὅσον ἐν ἡλικίᾳ |
ἐν τῷ προκολπίῳ . καὶ ἔνδον μένειν , ὅταν ἐκδῷ θοἰμάτιον ἐκπλῦναι . καὶ φίλου ἔρανον συλλέγοντος καὶ διειλεγμένου αὐτῷ | ||
τὴν πλατεῖαν σοὶ μόνῳ ταύτην πεποίηκεν ὁ βασιλεύς ; Αἰγύπτιος θοἰμάτιον ἠρδάλωκέ μου . τοὺς ἐν τῇ πόλει μάρτυρας ἔχω |
ἔλεγεν : Ἐκεῖ ὄρυττε καὶ μὴ παρὰ τὰ ἐμά . Εὐτράπελος χοῖρον κλέψας ἔφευγεν . ἐπεὶ δὲ κατελαμβάνετο , θεὶς | ||
ἐνέπω . ἔπω δὲ ἔπος , ὡς τεύχω τεῦχος . Εὐτράπελος . παρὰ τὸ τρέπω ῥῆμα , οὗ βʹ ἀόριστος |
λύσας ἴσως ἂν τὸν λαγὼν ξυναρπάσειεν ὑμῶν ‚ καὶ ἐν Δαιταλεῦσιν ἀπόλωλα : τίλλων τὸν λαγὼν ὀφθήσομαι . Ξενοφῶν δ | ||
ἓν τῶν μαγείρου σκευῶν : Ἀριστοφάνης δὲ αὐτὸ εἴρηκεν ἐν Δαιταλεῦσιν οὔκ , ἀλλὰ ταῦτά γ ' ἐπίχυσις τοῦ χαλκίου |
προσέφερεν , ἐξάγων τε αὐτὰς πάνυ ἕωθεν καὶ ἀπάγων τὸ δειλινόν . Δὶς ἡγεῖτο ἐπὶ ποτόν : ἀνεζήτει τὰ εὐνομώτατα | ||
προκαλοῖτο , ὑφορώμενοι τὸν καιρὸν τοῦτον , ὥσπερ καὶ τὸν δειλινόν . τὰ δὲ μέσα τῆς νυκτὸς χειμῶνι ἐξείκασται : |
, καὶ ἕως τοῦ παρατατικοῦ κλίνεται . . . . ἀλεύω : σημαίνει τὸ ἀποφεύγω , τὸ ἀπὸ ψύχους εἰς | ||
ἀλέξω ἀλεξίκακος . . . . ἀλεός : ὁ ἥρως ἀλεύω , καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ λοχεύω Λοχεός οὕτω καὶ |
: “ γνώῃ δ ' ἄν τις τὴν ἑαυτοῦ χεῖρα κατατείνας , ὡς ἐπώδυνον τὸ σχῆμα ” . καὶ νῦν | ||
, ἢ θερμῷ πολλῷ λοῦσαι καὶ ἔπειτα κατακλῖναι πρηνέα , κατατείνας δὲ τὰς χεῖρας κατὰ φύσιν προσδῆσαι πρὸς τὸ σῶμα |
τῆς ἀκροπόλεως ἱστάμενον : μὴ ἁρπαλίζετε ἐν κωκυτοῖς , μὴ ἁρπάζετε τὸ θρηνεῖν , ἐάν τινας ἀκούητε ἢ σφαττομένους ἢ | ||
πολεμεῖτε διὰ λόγων , ἐν πολέμῳ πολιτεύεσθε διὰ σιδήρου : ἁρπάζετε τὸ δίκαιον ἐν ξίφεσιν . Ἑρμόδωρος ἐλαύνεται νόμους γράφων |
τὸν οἶνον , καὶ μετὰ ὥρας γʹ ἔσται ὄξος . ἀποκαταστῆσαι δὲ εἰ θέλεις , κράμβης ῥίζαν ἔμβαλε . Βάλε | ||
ἀγανακτήσαντος ἐπὶ τοῖς γεγενημένοις , κεραυνῶσαι μὲν τὸν Φαέθοντα , ἀποκαταστῆσαι δὲ τὸν Ἥλιον ἐπὶ τὴν συνήθη πορείαν . τοῦ |
διώκων τὴν Λευκίππην εἰς τὴν κεφαλὴν πατάσσει τῷ πτερῷ . ταραχθεὶς οὖν ἐπὶ τούτῳ καὶ ἀνανεύσας εἰς οὐρανόν , “ | ||
οἱ δ ' ἐντὸς εἶεν ζητοῦντες αὐτόν . Ὁ δὲ ταραχθεὶς , τὸ μὲν πρῶτον εἴς τι ὑπερῷον ἀπεχώρησε σὺν |
. ὁπότε δὲ ἐκ τούτων ἀρξάμενον ἐτόλμησε καττίτερον εἰπεῖν καὶ κάττυμα καὶ πίτταν , εἶτα ἀπερυθριᾶσαν καὶ βασίλισσαν βασίλιτταν ὀνομάζειν | ||
] κατάστασιν λάβῃ . Γ αἱροῦσι ] λαμβάνουσι . Γ κάττυμα ] τομάτιον . Γ παρὰ σεαυτοῦ ] ἀπό , |
ἐναλίαι δρόσωι . ἐκεῖσε δὴ ' πάνελθε , πῶς νιν εἵλετε τρόπωι θ ' ὁποίωι : τοῦτο γὰρ μαθεῖν θέλω | ||
κατοικήσαντες τοὺς ἐγχωρίους ἐξέωσαν . Αὐτοὶ χελώνας ἔσθεθ ' οἵπερ εἵλετε : ἁλιεῖς ποτε χελώνας ἀνασπάσαντες διὰ τῶν δικτύων , |
Καλῇ , χρυσείῃ ὑπὲρ ἀργυρέοιο λέβητος : ἐπὶ δὲ τῆς λεκάνης : . . . . . . . . | ||
πεντέλιθα ἐν ταῖς Ἀριστοφάνους Λημνίαις : πεντελίθοισί θ ' ὁμοῦ λεκάνης παραθραύμασιν . γυναικῶν δὲ μᾶλλον ἡ παιδιά , ὥσπερ |
: τὸ ἀναλαμβάνειν τὸ πρᾶγμα διὰ χρόνου . . . ἀναζυγῶσαι : τὸ τὰς θύρας ἀναπετάσαι : Ἀριστοφάνης : τὴν | ||
σὺν τούτοις ἄλλα , ἐν τοῖς περὶ φωνῆς προείρηται . ἀναζυγῶσαι δὲ τὸ φθέγμα ἔλεγον , καὶ καταπεπνῖχθαι τὸ φθέγμα |
, ὡς ἐπὶ τοῦ νέμω νόμος , λέγω λόγος , ἐπιστέλλω ἐπιστολή : διαλέκτου δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ ὄνειρος | ||
, ἔρχῃ , πορεύεις . τὸ στέλλω σημαίνει δʹ τὸ ἐπιστέλλω , ἐξ οὗ καὶ ἐπιστολὴ , τὸ πλέω , |
ἀγροῦ κατιόντων εἰς πόλιν . ἀγκυρίσας : ὑποσκελίσας , 〚 κατάξας , μετακαλεσάμενος 〛 , οἷον τῇ ἀγκύλῃ καταβαλών . | ||
Λυρνησσῷ . οὐκ ἔλαβε δὲ αὐτὴν ἐν Λυρνησσῷ ἀλλὰ πρότερον κατάξας τῷ Ἀγαμέμνονι ἐξαίρετον ἔλαβεν αὐτὴν γέρας . . : |
γὰρ τἀληθὲς καιρὸς οὐκ ἦνἐν μυχῷ τινι τῆς οἰκίας ἀνακλαυσάμενος ἀποχεῖ τὴν τῶν δακρύων φοράν . εἶτ ' ἀπονιψάμενος λογισμῷ | ||
. Τὸ ἐπέχειν ἀντὶ τοῦ ἀποχεῖν . τὸ γὰρ πνεῦμα ἀποχεῖ καὶ δέχεται ἕτερον . Ἡ δὲ γυνὴ ὅταν ἐν |
δὲ γέροντας ἐντίμους ἑλκομένους τῆς πολιᾶς , τοὺς δὲ καὶ τυπτομένους ἀνηλεῶς , παῖδας εὐγενεῖς καὶ ὡραίους ἀπαγομένους , ἱερεῖς | ||
μάττοντας καὶ τοὺς πεινῶντας ἐκείνους [ τοὺς φεύγοντας κἀξαπατῶντας καὶ τυπτομένους ἐπίτηδες , ] ἐξήλας ' ἀτιμώσας πρῶτος , καὶ |
. ὁρῶντες γὰρ ὑπεριδόντα σε τοῦ πατρός , ᾧ πᾶσαν εἰώθεις αἰδῶ τε καὶ θεραπείαν προσάγειν , εἰκόνι σοι χρήσονται | ||
σύνοικος ἠρώτα “ πῶς οὐδὲν ἦλθες ἄρας , ὡς πρὶν εἰώθεις ; ” ὁ δ ' εἶπε “ πῶς γάρ |
μετὰ δὲ ἐγγράψας τὰ ὀνόματα εἰς λεύκωμα τῶν πληξάντων περιῄει ἐξημμένος ἕως αὐτοὺς ὕβρει περιέθηκε καταγινωσκομένους καὶ ἐπιπληττομένους . ἔλεγεν | ||
σὺ αὐτός , ὁπότε Εὔφορβος ἦσθα , χρυσὸν καὶ ἄργυρον ἐξημμένος τῶν βοστρύχων ᾔεις πολεμήσων τοῖς Ἀχαιοῖς , καὶ ἐν |
ἀκμάζει ] νῦν καιρὸν ἔχει ἡ δολία πειθὼ συναγωνίσασθαι τῶι Ὀρέστηι . ἐφοδεῦσαι ] συνάρασθαι πρὸς τὴν ὁδόν . ἐφοδεῦσαι | ||
τέκοι ] Ἀγαμέμνονος ὁ παλαιὸς φόνος μὴ συγχωρήσηι φόνον τῶι Ὀρέστηι τεχθῆναι διὰ τὸν φόνον Αἰγίσθου . τόδε καλῶς ] |
τάχος τῷ κανθάρῳ . Ἰδού . Δὸς αὐτῷ , τῷ κάκιστ ' ἀπολουμένῳ : καὶ μήποτ ' αὐτῆς μᾶζαν ἡδίω | ||
. . τὸν τρόπον ὅμοιος τῷ ἀδελφῷ σου . τῷ κάκιστ ' αὐδωμένῳ ] τῷ βλασφημουμένῳ ὑπὸ σοῦ . . |
. . . . φρενὶ πυκνῇ φρονιμωτάτῃ διοίχνει πορεύου , διέρχου : τροπικὴ ἡ λέξις ἀντὶ τοῦ νόει : δυσφάτους | ||
κύριον . . ἀδικεῖς ] ἐμέ . . ἔλαυνε ] διέρχου ἢ τρέχε , τὸν ἵππον . , δίωκε , |
Τότ ' ᾄσονται κύκνοι , ὅταν κολοιοὶ σιωπήσωσι . Τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτ ' ὀρθόν : αὕτη δημώδης ἐστὶ καὶ | ||
τοῦ τροχοῦ , εἰς ἣν ὁ ἄξων ἐνήρμοσται . τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτε ὀρθόν : αὕτη ἡ παροιμία δημώδης ἐστὶ |
. ἰνδάλλω : ἰνδάλλω : ὥσπερ παρὰ τὸ ἄγω γίνεται ἀγάλλω , ἰῶ , τὸ πέμπω , ἰάλλω , οὕτως | ||
ἀφ ' οὗ ἄχομαι , γίνεται ἀχάλλω , ὥσπερ ἄγω ἀγάλλω , εἴδω εἰδάλλω καὶ ἰνδάλλω , καὶ πλεονασμῷ , |
τὸ ” ὑπειπὼν “ ἐνταῦθα εἴρηται ἀντὶ τοῦ προειπών . ὑπειπὼν ] προειπών . λίαν μέγα ] μετριάζων τοῦτό φησιν | ||
τῶν βασιλέων αὐτὸ πρέπειν καὶ προσέτι γε λυσιτελεῖν , ἐνταῦθα ὑπειπὼν ἐπὶ τὰ λοιπὰ βαδιοῦμαι . ἐγὼ νομίζω τὸν μὲν |
ἔργῳ ἀποδεικνὺς οἵους δεῖ εἶναι . καί τις εἶπε : Κἄπειτα τοιοῦτον ὄντα οὐ φιλεῖς αὐτὸν ὥσπερ τοὺς συγγενεῖς ; | ||
. Ὅρκους δ ' ἐκεῖ καὶ πίστιν ἀλλήλοις δότε . Κἄπειτα τὴν αὑτοῦ γυναῖχ ' ὑμῶν λαβὼν ἄπεις ' ἕκαστος |
, καὶ τοὺς ἀνέμους θεοῖσι βωθέοντας ἀνατρέψαι περὶ αὐτοῖσι τὸ μηχάνημα : τοῦ δὴ τὰ ἐρείπια λέγεσθαι Βαβυλῶνα . Τέως | ||
ῥάβδων χρηστῶς ἐνταθείη , ὥσπερ ἤδη εἴρηται , εὔχρηστον τὸ μηχάνημα : εἰ δέ τι τουτέων μὴ καλῶς ἕξει , |
κέκληκε : τὸ δὲ μαρτύριον ἀναβαλοῦμαι , ἔστ ' ἂν ἀποδῶ σοι τὰς πληγάς . ἡσθέντων οὖν ἐπὶ τοῖς πεπαιγμένοις | ||
, παρ ' αὑτόν , ἀλλὰ χωρίς . ἀλλ ' ἀποδῶ πάλιν παρ ' οὗ παρέλαβον ἀρτίως ; ἄτοπον . |
. καί ποτε θέρος μὲν ἦν καὶ μεσημβρία , καὶ ἐκαθήμην ὑφ ' ᾧπερ εἰώθειν κίονι , τῷ Δημοσθένει προσκείμενος | ||
ἀγοραίων δέ τινα μεταστήσας ἄλλοσε τῆς συνοικίας καταβὰς αὐτὸς ἐκεῖσε ἐκαθήμην ψαύων τῆς ἀγορᾶς , καὶ ἔδρασέ τι τὸ χωρίον |
ἐπιτονωτάτην ἐπίτασιν τῆς βασάνου προσποιηθεὶς ἐνδιδόναι τὴν ψυχὴν ταῖς ἀλγηδόσιν ἀνέκραγεν : ἄνετε : ἐρῶ γὰρ πᾶσαν ἀλήθειαν . ὡς | ||
ποιῶν ψωμοὺς ὡς πλίνθους καταπίνειν . ὁ Ξάνθος γευσάμενος πάλιν ἀνέκραγεν “ τὸν πλακουντάριόν τις καλείτω . ” εἰσῆλθεν . |
ἐφαίνετο . Ἐξοπλίσας οὖν ἑαυτὸν καὶ πᾶσαν δύναμιν ἐρωτικῶν φαρμάκων περιβαλόμενος ἐστράτευεν ἐφ ' Ἁβροκόμην . Ἤγετο δὲ τῆς Ἀρτέμιδος | ||
πάσχειν καὶ ποιεῖν ἐκεῖνα , εἰ τούτων τις νυνὶ λεοντῆν περιβαλόμενος καὶ ῥόπαλον ἔχων βαδίζοι , τί οἴει φανεῖσθαι τοῖς |
καὶ διὰ τοῦτο ὡς τὸ ὑπὸ ΔΝΓ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΝΖ , τὸ ὑπὸ ΒΝΓ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΝΖ . | ||
, ὡς ἄρα ἡ ΑΒ πρὸς ΒΓ , τὸ ὑπὸ ΕΝΖ πρὸς τὸ ἀπὸ ΝΖ . ἴσον δὲ τὸ ὑπὸ |
οἰὸς περιβεβλημένος μετὰ τῆς ποίμνης ἐνέμετο τὸν ποιμένα φενακίσας τῷ μηχανήματι . νυκτὸς δὲ γενομένης συναπεκλείσθη καὶ ὁ θὴρ παρὰ | ||
τὸν μελάγκερων . ἴαμβος . Τὸν μελάγκερων ταῦρον λαβοῦσα ἐν μηχανήματι διὰ τῶν πέπλων τύπτει . ἐὰν δὲ γράψηις μελαγκέρωι |
Καβείρους κελεῦσαι ἀναλαβόντας καθᾶραι αὐτήν . ἐκείνους δὲ ἐπὶ τὴν Ἀχερουσίαν λίμνην ἀπαγαγόντας ἁγνίσαι . ὅθεν τὴν θεὸν ἀποκεκληρῶσθαι τοῖς | ||
ἀπάρχεται τῆς πορείας . παρὰ τὴν λίμνην δὲ πεφθακὼς τὴν Ἀχερουσίαν , αὐτὸς μὲν ὁ Διόνυσος δυσὶν ὀβολοῖς περαιοῦται τῷ |
“ σκευάρια δὴ κλέψας ἀπεκήρυξ ' ” ἐκφέρων , “ ἐπώλησεν . Ἀπόκρισις : ἡ ἀπολογία : Λυσίας . καὶ | ||
. Μένανδρος : ἀπεκήρυξεν αὐτὴν Ἀγαμέμνων , οἷον ὑπὸ κήρυκι ἐπώλησεν . ἐπικηρύξαι δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ |
' ἄνωθεν γάργαρ ' ἀνθρώπων κύκλῳ . ηὔλει δ ' ἐπίχαλκον τὸ στόμα λήκυθόν τ ' ἔχων . ἀδηφάγους ὁδὶ | ||
. ] ἤγουν ἐχθρός , παρόσον οὗτοι πολέμιοι Ἕλλησιν . ἐπίχαλκον : τὴν ἔξωθεν χαλκῆν . τοῦτο δὲ προσέθηκε διὰ |
ἐπὶ τοὺς ὀχετούς , ὥστε ἐπάρδειν τὰ φυόμενα : καὶ ὤρεξεν ἄν τί σοι τῶν ὡραίων καὶ περιαγαγὼν τοὺς ὀρχά | ||
τὸ αἰτηθὲν παρὰ τοῦ πρεσβύτου ποιῶν ὁ νεανίσκος τὴν δεξιὰν ὤρεξεν αὐτῷ : καὶ δῆλον , ὅτι παρεπιγραφὴ τὸ εἶδος |
συνθέσει ἀμφοῦδις . . . . ἀμφορεύς : τὸ ἑκατέρωθεν δίωτον σταμνίον . ἢ τὸ ἑκατέρωθεν αἰρόμενον † ἀμφαιρεύς καὶ | ||
. ἀμόργινον Ἀττικοί , λεπτὸν ὕφασμα Ἕλληνες . ἀμφορέα τὸν δίωτον στάμνον Ἀττικοί , στάμνον Ἕλληνες . ἀμφορεύς Ἀττικοί , |
βλεπόντων ] οἷον ὁρώντων ὅτι κλέπτω , ἐπιορκῶ ὅτι οὐ κλέπτω ὀμνύων . ἀλλότρια τοίνυν σοφίζῃ : τεχνάζει : σοφίας | ||
καὶ ἀνέδην , τὸ μὴ ἐφεκτικῶς τι πράττειν , ὡς κλέπτω κλέβδην . Μεθόδιος . , . , . . |
τάχιστα , τὰς δὲ τοῦ ἐναντίου προσώπου διασύρειν μᾶλλον καὶ χλευάζειν προσήκει : τούτῳ γὰρ διοίσει σύγκρισις τῆς ὑποθέσεως . | ||
ἀνιέναι τὸ πρόσωπον , φαιδρύνεσθαι τὼ ὀφθαλμώ , καγχάζειν , χλευάζειν ἐπιχλευάζειν καταχλευάζειν ἐκχλευάζειν , καταγελᾶν ἐπιγελᾶν ἐπεγγελᾶν πλατὺς γέλως |
γενομένην αἰτήσασθαι τὴν κίονα τῆς στέγης : ὑφελοῦσαν δὲ ῥᾷστα περικόψαι τὴν ἐρείκην , εἶτα ταύτην μὲν ὀθόνῃ περικαλύψασαν καὶ | ||
καὶ τρίτον , εἴ τι δύσεδρόν ἐστιν , ἀποκροῦσαι καὶ περικόψαι , καὶ τὸ αὐτὸ τοῦτο εὔεδρον ποιῆσαι . δεῖ |
βαρβάρους διέβησαν οἱ στρατηγοί , καὶ τὰ τοιαῦτα γράφῃς , τρέμοντας καὶ ἀγρυπνοῦντας εἰς ἑορτὰς καὶ θυμηδίαν ἄγεις . μήτ | ||
ἡγουμένου τοῦ Διός , ὃς λαβὼν ἡμᾶς ἤδη σου μαχομένου τρέμοντας ἐπέρρωσέ τε καὶ παρεθάρρυνεν ἐναργεῖ τεκμηρίῳ . τοῦτο δὲ |
τῶν πυ - λῶν ὠθούμενοι ἐς τὴν πόλιν οὐκ ἔφθησαν συγκλεῖσαι τὰς πύλας . ἀλλὰ συνεσπίπτουσι γὰρ αὐτοῖς εἴσω τοῦ | ||
φενακίσαι , σοφίσασθαι , παρενεγκεῖν , παρασῦραι , κλεῖσαι , συγκλεῖσαι , συγχέαι τὴν γνώμην , συνταράξαι τὸν λογισμόν , |
ὡς νεμῶ νεμέσω καὶ τελῶ τελέσω , ἐντεῦθεν ἀκεστρίς καὶ ἀκέστρια καὶ ἐπίθετον ἀνήκεστος , οἷον : ἀνήκεστον λάβεν ἄλγος | ||
ἔπασσε μελαινάων ὀδυνάων : παρὰ τὸ ἀκῶ ἐντεῦθεν ἀκεστής καὶ ἀκέστρια καὶ ἐπίθετον ἀνήκεστον , οἷον : ἀνήκεστον λάβεν ἄλγος |
καὶ αἱ λοιπαὶ δυνάμεις , εἰκότως αἱ μὲν πρῶται ψυχαὶ θορυβεῖσθαι λέγονται ὑπὸ τῶν ἵππων : αἱ δὲ μέσαι αἱ | ||
μέσαι αἱ μὴ τελέως παιδαγωγήσασαι τὰς ἄλλας δυνάμεις οὐχ ἁπλῶς θορυβεῖσθαι λέγονται ἀλλὰ καὶ βιάζεσθαι ὑπὸ τῶν ἵππων : διὸ |
, ἔφη , ἡμεῖς θανατοῦμεν . ἀκούσας ταῦτα ὁ Θηραμένης ἀνεπήδησεν ἐπὶ τὴν ἑστίαν καὶ εἶπεν : Ἐγὼ δ ' | ||
, ὥσπερ τὸ ἀμφὶ δὲ σάλπιγξε μέγας οὐρανός καὶ „ ἀνεπήδησεν Ἀιδωνεὺς τοῦ θρόνου τινασσομένης τῆς γῆς ἐκ Ποσειδῶνος . |
ἀπομιμούμενος φύσιν ; ἀλλ ' ὑποβρύχιος αὐτίκα τεθνήξῃ . ἀλλὰ πτερώσας καὶ μετεωρίσας σαυτὸν ἀεροβατεῖν ἐθελήσεις τὸ χερσαῖον εἰς πτηνοῦ | ||
Αἰσχύλος , σαφῶς δὲ ὁ Εὐριπίδης . . εἴ τις πτερώσας Κλεόκριτον Κινησίᾳ : Ὁ Κινησίας λεπτὸς ἦν , ὁ |
ποταμὸν διαβαίνειν ἔμελλε , Πολύκλεια δὲ τὸν πόδα ἐπιδησαμένη φάσκουσα τετρῶσθαι τὸ σφυρὸν παρακαλεῖ τὸν ἀδελφὸν Αἴατον διενεγκεῖν αὐτὴν ὑπὲρ | ||
Δηιάνειραν καθοπλίσαι , καὶ λέγεται καὶ κατὰ τὸν μαζὸν τότε τετρῶσθαι . περιγενόμενος δὲ αὐτῶν καὶ ἀνελὼν τὸν Θειοδάμαντα ἐδέξατο |
αὐτήν : λαμβάνομαι τὸ στόμα , κλείω κατέχω : γράφεται ἐστάλην : οὐ καταλείψω τὸ τέμενος τῆς θεοῦ , εἰ | ||
ὑψόροφα μέλαθρα καὶ γεραιὰ δέμνι ' ἀμφὶ βάκτροις ἔρεισμα θέμενος ἐστάλην ἰηλέμων γέρων ἀοιδὸς ὥστε πολιὸς ὄρνις , ἔπεα μόνον |
Λέχριός γ ' ἐπ ' ἄκρου λάου βραχὺς ὀκλάσας . Πάτερ , ἐμὸν τόδ ' : ἐν ἁσυχαίᾳ Ἰώ μοί | ||
Εἶπεν δὲ αὐτῷ ἡ ἄλλη θυγατὴρ ἡ λεγομένη Κασία : Πάτερ , αὕτη ἐστὶν ἡ κληρονομία ἣν ἔλεγες εἶναι κρείττονα |
, τὸ κρέας . τὸ δὲ ἀνύσας Ἀττικὸν ἀντὶ τοῦ ἄνυσον , σπούδασον . Ἀττικοὶ δὲ δασύνουσιν αὐτό . . | ||
“ ἄνοιγε ἀνύσας ” : οὕτως γὰρ ὤφειλεν : “ ἄνυσον ἀνοίξας ” . θᾶττον ] ταχέως . , συντόμως |
κύρτου δεῖ τοῖς ἁλιεῦσιν οὔτε σαγήνης : γυμνῷ δέ πως σοφίσματι χρῶνται , καὶ μίαν ἀποδήσαντες λίνου τοῖς κύμασιν ἀπὸ | ||
[ ] τοῦτο γελᾶι ἐπὶ [ ] τῶι [ ] σοφίσματι ὡς οὐ συμπεριλαβὼν ἐν ἐκίνει τει ἀποκρίσει καὶ τὸ |
ἢ ὡς ἐν κωμῳδίᾳ , ὡς καλόν τι ἀκούσας τὸ οἴμωζε , ἀποκαλύπτεται φανερὸν αὐτὸν δεικνύς . ἀπὸ γὰρ ὀλέσεις | ||
: Ἐπεὶ μεταξὺ γῆς καὶ οὐρανοῦ ἐστιν ὁ ἀήρ . οἴμωζε παρ ' ἐμὲ : Παίζων τοῦτό φησιν , ἐπειδὴ |
βύσμα δ ' ἂν εἴη τῶν χρησίμων , Ἀριστοφάνους εἰπόντος βύσμα καὶ γευστήριον . τοῦτο δὲ βύστραν ἕτεροι κεκλήκασιν , | ||
' εἰς τὸν οἶνον ἀμφορέα κενὸν λαβὼν τῶν ἔνδοθεν καὶ βύσμα καὶ γευστήριον , κἄπειτα μίσθου σαυτὸν ἀμφορεαφορεῖν . ὀβολῶν |
' αὐτῆς διὰ τίν ' αἰτίαν . . . . ἀπῄειν τῶν τόκων ἔχων τόκους . Ἀράβιον ἐξεύρηκα σύμβουλον . | ||
* . ? Ἀπῄειν : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ ἀπῄειν καὶ τὸ ᾔομεν , οἷον : ᾔομεν , ὡς |
τοὺς νόμους ἀναγνόντες , καθ ' οὓς οὐδεὶς ἔτι τῷ Θερσάνδρῳ λόγος πρὸς ἡμᾶς ἦν , νεὼς ἐπιβάντες καὶ οὐρίῳ | ||
, ” ἔφην , “ ληροῦσι πάντες , καὶ οἱ Θερσάνδρῳ καὶ οἱ Μελίτῃ συνειπόντες : ἐγὼ δὲ πᾶσαν ὑμῖν |
δὲ πυρὸς Κτησίαν φησὶν ἱστορεῖν , ὅτι περὶ τὴν τῶν Φασηλιτῶν χώραν ἐπὶ τοῦ τῆς Χιμαίρας ὄρους ἔστιν τὸ καλούμενον | ||
εἰς αὐτήν . Μέμνηται ταύτης Ἡρόδοτος ἐν τῇ πρώτῃ . Φασηλιτῶν θῦμα : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν καὶ ἀναίμων λέγεται . |
νέα συκίδια τἄλλα θ ' ὁπός ' ἐστὶ φυτὰ προσγελάσεται λαβόντ ' ἄσμενα . Ἀλλὰ ποῦ ποτ ' ἦν ἀφ | ||
τὸ πράττειν οὕτω καὶ σκόπει . Ἐὰν τροφὴν δοὺς τὸν λαβόντ ' ὀνειδίσῃς , ἀψινθίῳ κατέπασας ἀττικὸν μέλι . Εἰ |
τότε τὴν λύσιν ἐπήνεγκεν . ὡμολογήκειν γὰρ τοῖς αἰχμαλώτοις λύτρα κομιεῖν , καὶ διὰ τοῦτο δεύτερον ἐπρέσβευσα , ἵνα αὐτοὺς | ||
Ἀσκληπιὸς οὐχὶ καὶ τούτων ἐκόμιζε μέλλων γε δώρων τὰ μέγιστα κομιεῖν ; ἔστι μὲν γὰρ καὶ αὐτὸς δῶρον ἡδυεπής τις |
πρόσκυσον : προσκύνησον . ἰδού : πεποίηκεν ὃ προσέταξε : παρεπιγραφὴ δὲ καλεῖται τὰ τοιαῦτα πάντα . ΓΘ ἰδού : | ||
οὐ μαθήσεταί τις . ἀντὶ τοῦ ἐνθουσιαστικῆς . ὀλολύζει . παρεπιγραφὴ τοῦτο : εἰπόντος γὰρ τοῦ Ἀγάθωνος ὁ κηδεστὴς τοῦ |
σχεδὸν καθ ' ὅλον τὸ σῶμα : καὶ τὸ πυρέτιον καταψύχειν ἐδόκει : καὶ ἔμφρων τὸ πρῶτον : προϊούσης δὲ | ||
ἐπὶ τέλους ἐλθοῦσα δωρεά . ἀποψύχειν : ὅ οἱ πολλοὶ καταψύχειν λέγουσιν , ὅταν τὸ καῦμα λήγῃ καὶ εἰς ψῦχος |
τὸν ἡδονῆς μελωιδὸν εὐάζων χορόν . πηκτὶς δὲ Μούσηι γαυριῶσα βαρβάρωι δίχορδος εἰς σὴν χεῖρα πῶς κατεστάθη ; ἐδέξατ ' | ||
' , ἀνθηρὸς μὲν εἱμάτων στολῆι χρυσῶι τε λαμπρός , βαρβάρωι χλιδήματι , ἐρῶν ἐρῶσαν ὤιχετ ' ἐξαναρπάσας Ἑλένην πρὸς |
θρηνεῖτε καὶ καλεῖσθε καὶ ἀνακράζετέ με ἐξελθεῖν ἐκ τοῦ Ἅιδου ὀρθιάζοντες καὶ μεγάλως ἠχοῦντες καὶ θρηνοῦντες ἐν γόοις ψυχαγωγοῖς , | ||
. ὑμεῖς δὲ θρηνεῖτ ' ἐγγὺς ἑστῶτες τάφου καὶ ψυχαγωγοῖς ὀρθιάζοντες γόοις οἰκτρῶς καλεῖσθέ μ ' : ἐστὶ δ ' |
: καλὸς δὲ πεινῶν ἐστιν αἰσχρὸν θηρίον . Ἀναλαβὼν μόναυλον ηὔλουν τὸν ὑμέναιον . Ὅτε τὰς μορίας ἔτρωγεν , ὡσπερεὶ | ||
: Βοᾷ ὁ αὐλητής . εἴρηται ὅτι ἐπὶ ταῖς θυσίαις ηὔλουν . Ἄλλως . ἡ μετ ' αὐλοῦ γινομένη βοή |
οὖν καὶ ἐπίσημος ἐγένετο πάνυ καὶ μόραν Λακεδαιμονίων κατέκοψε . διέκρινον γὰρ τὸν δῆμον οἱ Λακεδαιμόνιοι εἰς δέκα μόρας ὥσπερ | ||
δὲ ἀληθινά ; κάλλιστον ἂν ἦν αὐτῶν ἔργον , εἰ διέκρινον τὸ ἀληθὲς καὶ μή . νῦν δ ' οὐκ |
κλύσματι , εἶτα τοῦτο ἐς κύλικα ἐμβαλὼν δίδωσι ῥοφῆσαι τῷ τρωθέντι . ἐὰν δὲ περαιτέρω καὶ τοῦδε τοῦ φαρμάκου κατισχύῃ | ||
κλύσματι , εἶτα τοῦτο εἰς κύλικα ἐμβαλὼν δίδωσι ῥοφῆσαι τῷ τρωθέντι . ἐὰν δὲ περαιτέρω καὶ τοῦδε τοῦ φαρμάκου κατισχύσῃ |
. . . , : ἠλάσκουσαι : παρὰ τὸ ἀλῶ ἀλῶμαι , ἀλάσκω γίνεται παράγωγον , ὡς φῶ φάσκω : | ||
δὲ ἐπὶ πάσης ψυχῆς . Ἠλάσκουσαι . παρὰ τὸ ἀλῶ ἀλῶμαι , ἀλάσκω γίνεται παράγωγον , ὡς φῶ φάσκω . |
ἄθλησιν , πάλην , φωνασκίαν , σφραγίζεσθαι , ἐπιστέλλειν , ἱστάναι , κρέμασθαι , δοκιμάζειν , ἀκούειν , ποικιλεύεσθαι . | ||
φεύγων οὐ μένει λύρας κτύπον . ἔγνωκ ' ἔγωγε χαλκίον ἱστάναι καὶ μυρρίνας . ὁ δ ' ἡλιαστὴς εἷρπε πρὸς |
. ἀνέγνωκας , οὐ μόνον ἀνέγνως φησίν . . . ἀνταναγνῶναι : καὶ ἀντεξετάσαι βιβλίον : τὸ γὰρ ἀντιβάλλειν βάρβαρον | ||
αἴγλη αἰγυπτιάζειν αἱμυλοπλόκος αἱμυλόφρων ἀλαζών ἀμφίκαυστις ἄναλτον ἀνεξικώμη ἀνεπτερῶσθαι ἄνοργοι ἀνταναγνῶναι ἀπαλλάξας ἀποκριπάμενος ἀρρενώπας ἅψω βαδίζου βαδισματίας Βασιλεία Βολβός Βρέα |
. πῶς συμβολάς ; τὰς ταινίας οἱ Χαλκιδεῖς καὶ τοὺς ἀλαβάστους συμβολὰς καλοῦσι , γραῦ . κακῶς ἔχεις , στρουθὶς | ||
Σοφοκλῆς δ ' ἐν Ἀνδρομέδᾳ αὐτοχείλεσι ληκύθοις ἔφη , δηλῶν ἀλαβάστους μονολίθους . καὶ τὸ μὲν εἰς τὰς ληκύθους καθιέμενον |
ἐρυμνῶν δωμάτων ἔχει κράτος , ὅστις ξένους δέξαιτο ποντίῳ σάλῳ καμόντας ἐν χειμῶνι καὶ ναυαγίαις ; Πρωτέως τάδ ' ἐστὶ | ||
: ἐφ ' ᾧ ἀνὴρ κεκμηκὼς καὶ τελευτήσας κεῖται : καμόντας γὰρ τοὺς τετελευτηκότας ἔλεγον , οἷον : βροτῶν εἴδωλα |
τὴν ὄρεξιν τῶν ἀφροδισίων ἢ παρὰ τὸ ψῶ , τὸ ἅπτομαι καὶ κνήθω : κνησμός ἐστι τὰ τῆς ἡδονῆς . | ||
' ἀναγκάσεις . τρυφάς γε τοιάσδ ' . ἀξίων μὲν ἅπτομαι . δεινὸς σὺ δεινὸς κἀπὶ δείν ' ἔρχηι πάθη |
” Εὐνοῦχος ἦλθε πρὸς θύτην ὑπὲρ παίδων σκεψόμενος . ὁ θύτης δ ' ἁγνὸν ἧπαρ ἁπλώσας “ ὅταν μέν ” | ||
Κράτητος . Εἰ δέ τις εἴποι , ὅτι καὶ τὸ θύτης ἀπὸ ῥήματος ἔχει τὸ σύμφωνονἀπὸ γὰρ τοῦ τέθυταιφαμέν , |
Ἀταλάντης γόνος τυφὼς πύλαισιν ὥς τις ἐμπεσὼν βοᾶι πῦρ καὶ δικέλλας , ὡς κατασκάψων πόλιν : ἀλλ ' ἔσχε μαργῶντ | ||
' αὐτὸ μηδὲ κοῖλα σκεύη φέρειν , πελέκεις δὲ καὶ δικέλλας , ἵν ' ἐκκόψαντες γυμνόν τε σκεύους ἀράμενοι τὸ |
τῆλ ' Ἰθάκης ἢ ἔφθιται ἢ ἀλάληται , οὔ τι διατρίβω μητρὸς γάμον , ἀλλὰ κελεύω γήμασθ ' ᾧ κ | ||
καὶ μειρακίου παρ ' ὑμῖν , οὐκ ἀφανεῖς δὲ διατριβὰς διατρίβω , ἀλλ ' ἐν ταῖς ἐκκλησίαις μεθ ' ὑμῶν |
φησι πρὸς τὸν χορὸν ἐπὶ τῆς ἀκροπόλεως ἱστάμενον : μὴ ἁρπαλίζετε ἐν κωκυτοῖς , μὴ ἁρπάζετε τὸ θρηνεῖν , ἐάν | ||
] μὴ ἁρπάζετε . ἁρπαλίζετε ] ταράσσεσθε , ἁρπάζετε . ἁρπαλίζετε ] ἁρπάζετε . ἁρπαλίζετε ] βάλλετε εἰς δειλίαν , |
μάχῃ καὶ ταύτῃ δίχα πόνου , τῇ πρώτῃ τοὺς πολεμίους ἐκπλήξας ἐφόδῳ , καὶ τὸ λοιπὸν ἐδῄου τὴν γῆν αὐτῶν | ||
ἐς τὸ στενωπὸν ἐνεβίβασεν . δι ' ὧν τοὺς παραφυλάττοντας ἐκπλήξας εἰς φυγὴν ἔτρεψεν , αὐτὸς δὲ ἀσφαλῶς ἀνεχώρησεν . |