ὑποκαίειν ἄνθραξι , καὶ τὰς καθέδρας φυλάσσειν , ὅταν τε καθίζηται καὶ ὁκόταν ἀνίστηται , ὅκως μὴ κατακαυθῇ , ἀλλὰ | ||
Αἰγίνῃ [ καὶ ] ἐπὶ τοῦ Διὸς τοῦ Ἑλλανίου νεφέλη καθίζηται ὡς τὰ πολλὰ ὕδωρ γίνεται . Ἐὰν ὕδατα πολλὰ |
αὐτίκα θεραπευθῇ , διαφεύγει ὡς τὰ πουλλά : ἢν δὲ ἀμεληθῇ , διαφθείρεται , διαφθείρεται δὲ ὧδε : τοῦ φλέγματος | ||
λεπτὴν καὶ βῆχα ξηρήν : ἢν δὲ χρονίσῃ τε καὶ ἀμεληθῇ , διαδιδοῖ αἷμα , τὸ μὲν πρῶτον ὀλίγον καὶ |
πλέονι Καρρίναν ἐκπολεμήσοντα Πομπήιον . ὁ δὲ καὶ τούτῳ , κουφότερος ὤν , ἐπεφαίνετο ἄφνω καὶ ἀφιπτάμενος ἠνώχλει καὶ πόλεις | ||
τε κοιλίη ἐφίσταται ἐνίοτε : ὁκόταν δὲ ἀφροδισιάσῃ , δοκέει κουφότερος εἶναι ἐς τὸ παραυτίκα , ἐξ ὑστέρου δὲ μᾶλλον |
εἰρηνεύετε ἐν αὑτοῖς , ἵνα κἀγὼ κατέναντι τοῦ πατρὸς ἱλαρὰ σταθεῖσα λόγον ἀποδῶ ὑπὲρ ὑμῶν πάντων τῷ κυρίῳ ὑμῶν . | ||
κάρα δάκρυα προῆκεν , ὀμμάτων πέπλον προθείς . ἡ δὲ σταθεῖσα τῶι τεκόντι πλησίον ἔλεξε τοιάδ ' : Ὦ πάτερ |
ἐξετάζοιτο , ὡς εἴρηται : δοκεῖ δέ πως ἐκ τούτου ἀνακύπτειν τι ἄτοπον : εἰ γὰρ τοῦ νόμου σαφῶς τι | ||
τοῦ ὀρεινὴν εἶναι τὴν ὑπὸ τῷ ἰσημερινῷ , ἄλλη τις ἀνακύπτειν ἂν δόξειεν : οἱ γὰρ αὐτοὶ σύρρουν φασὶν εἶναι |
καὶ ναυσίπορός ἐστι καὶ μέγιστος τῶν ἐν Βιθυνίᾳ ποταμῶν , εἰσβάλλων εἰς τὸν Εὔξεινον . τοὺς δὲ Βιθυνοὺς καὶ ναυτικωτάτους | ||
τέ : ὁ Τάναϊς ποταμὸς Σκυθίας διαιρεῖ Ἀσίαν καὶ Εὐρώπην εἰσβάλλων εἰς τὴν Μαιῶτιν λίμνην ὥς φησι * καὶ * |
ἀπ ' αὐτῶν , ἐπειδὰν κινῆται , βαρὺς ὢν καὶ πληκτικὸς τὴν κεφαλὴν ἐνοχλεῖ : διὰ τοῦτο καὶ τὰς ἐμβάσεις | ||
τῆς μήτρας . ὁ δὲ | οἶνος διὰ τὴν ἀποφορὰν πληκτικὸς καὶ καρώδης οὐ μόνον ἐπὶ τῶν οὕτω τρυφερῶν παίδων |
οὐκέτ ' εἴα . κ ' ἔτ ' εἴα . ἑωράκη τε ἐγὼ ἀκριβῶς τήν . κει . : τοῦ | ||
μάλα πρεσβύτης μοι ἔδοξεν εἶναι : διὰ χρόνου γὰρ καὶ ἑωράκη αὐτόν . καθῆστο δὲ ἐστεφανωμένος ἐπί τινος προσκεφαλαίου τε |
πάντα ἐφεξῆς οἰομένους δεῖν λέγειν , ὡς ἂν μή τῳ δοκοίημεν ἀπει - ροκάλως ἔχειν , ταῦτά ἐστιν . ἰσχυρίζεται | ||
. Τοὺς φίλους ὁποῖοι ἂν ὦσι συντηρεῖν , ἵνα μὴ δοκοίημεν πονηροῖς κεχρῆσθαι ἢ χρηστοὺς παρῃτῆσθαι . , . Εὐήθη |
δελφινοφόρος τε κεροῦχος , ὃς διακόψει τοὔδαφος αὐτῶν ἐμπίπτων καὶ καταδύων . Πρὶν ἀνακυκῆσαι τὰς ἀπίους ἁρπάζετε . Οὐδ ' | ||
δελφινοφόρος τε κεροῦχος , ὃς διακόψει τοὔδαφος αὐτῶν ἐμπίπτων καὶ καταδύων . καὶ Θουκυδίδης δελφινοφόρον εἴρηκε τὴν ναῦν ἐξηρτῆσθαι . |
ἐθέσπισε , τέκνον , καλῶς σπεύδεις λῦσαι τὸ σκῆνος : κεκαθαρμένος γάρ . ὁ Ποιμάνδρης , ὁ τῆς αὐθεντίας νοῦς | ||
καὶ ἕνωσιν ἀδιάλυτον ἄγει τὴν πρὸς ἄλληλα : ὅ τε κεκαθαρμένος τοῦ σοφοῦ νοῦς ἀρρήκτους καὶ ἀπήμονας διαφυλάττει τὰς ἀρετάς |
αἰσθάνεται , ὥσπερ ἂν εἰ λέγοι ὅτι κατὰ συμβεβηκὸς τοῦ Διάρους αἰσθάνεται , ὅτι τῷ λευκῷ συμβέβηκε Διάρει εἶναι . | ||
οὐ γὰρ ὁρατὸν ὁ Διάρης ἐστίν , ἀλλὰ τὸ χρῶμα Διάρους . τῶν δὲ καθ ' αὑτὰ αἰσθητῶν τὰ ἴδια |
ὡστ ' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδε πηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ δι ' ἐνιαυτοῦ ὅτου | ||
' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδ ' ὁπηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . . . . . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ |
οἷον τὸ μηδέν . Γ Κόννος εὐτελής . Γ ⌈ Κόννος γὰρ Γ [ οὗτος ] τὰ πατρῷα κατέφαγε καὶ | ||
δὲ ὡς περὶ πενήτων . Γ τραγαλίζοντα : ἐσθίοντα . Κόννος ? [ ] κιθαρῳδὸς ἦν πϚ * * . |
διὰ καλαμίνθης ἀποβαπτομένης εἰς ὄξος γεγενήσθω : τὴν γὰρ πρώτην σχιστῷ χρηστέον τῷ γάλακτι . διδόσθω δὲ πρὸς δύναμιν μήτε | ||
, μὴ βουλόμενοι ἅμμασιν ἀνωμάλοις σκληροῖς θλίβειν τὰ σώματα , σχιστῷ ἐπιδέσμῳ χρώμεθα ὀκτασκελεῖ : ὁ δὲ τρόπος τῆς ἐπιδέσεως |
πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ τόσσα γένοιτο , οὐδέ κεν ἀκτήμων | ||
πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ τόσσα γένοιτο οὐδέ κεν ἀκτήμων ἐριτίμοιο |
μέν τε κατὰ σπείους κοίλοιο δέδυκεν , ἔξω δ ' ἐξίσχει κεφαλὰς δεινοῖο βερέθρου : αὐτοῦ δ ' ἰχθυάᾳ , | ||
ἕλκος μὲν ἐγένετο , τὰ δὲ ὀστέα τὰ κατεηγότα οὐκ ἐξίσχει , οὐδ ' ὁ τρόπος τῆς κατήξιος τοιοῦτος , |
τρόπον κατελύθη . ὁ δὲ τοῦ στόλου τὴν ναυαρχίαν ἔχων Γλῶς , γεγαμηκὼς τοῦ Τιριβάζου τὴν θυγατέρα , περίφοβος ὢν | ||
, περισπᾶται . τὰ μέντοι ἰσοσύλλαβα περισπῶνται : σῶς Κρῶς Γλῶς Κῶς χωρὶς τοῦ ζώς : καὶ τὸ δώς ὀξύνεται |
καὶ ὁ μὲν φθεγγόμενος ἀβλαβής , ὁ δὲ κωφὸς θανάσιμος λαχειδέος : δασέος , ὡς οἱ πρὶν ἐξηγησάμενοί φασι . | ||
ἐκ φρυνοῖο θερειομένου ποτὸν ἴσχῃ , ἢ ἔτι καὶ κωφοῖο λαχειδέος ὅς τ ' ἐνὶ θάμνοις εἴαρι προσφύεται μορόεις λιχμώμενος |
τὸ “ Σαβαζίου ” . ἐκεῖνος δέδὲ ⌈ , ἐπεὶ παραφρονεῖ , [ ἐπὶ τοῦ παραφρονεῖν * ] συμβουλεύει ⌈ | ||
ἐὰν δὲ κυρίως ἀκούηται , ἀπεμφαίνει : ὁ γὰρ ἑκατονταετὴς παραφρονεῖ . δεῖ οὖν μεταλαμβάνειν εἰς τὸ πολυετής . ὡς |
ἐπιτίθει σὺν τῷ ἄνθει : ἐπὴν δὲ ἀλθαίνηται , τοὺς μολίβδους χρίων τῷ μέλιτι ἐστίθει , ἄχρις ἂν ὑγιὴς γένηται | ||
προστιθέναι : ἔπειτα λοῦσαι θερμῷ ὕδατι , καὶ ἐντιθέναι τοὺς μολίβδους : μετέπειτα δὲ ἁλὸς χόνδρους καὶ σμύρναν ἐς τρυχίον |
πῶς δεῖ ἐρωτᾶν πλὴν διδόντα διαίρεσιν , εἴ τ ' ἐρωτήσειέ τις εἰ ἔστι σιγῶντα λέγειν ἢ οὔ , ἢ | ||
αἰσχροῖς ἢ ἐπὶ αἰσχροῖς ἁλοῦσαν : . ἀλλ ' εἰ ἐρωτήσειέ τις πῶς τά ? ἐξημάρτανες : ἠπάτησαν ἀνεπτέρωσαν : |
εἰς τὰ αἰδοῖα καὶ ἰσχναίνονται αἱ γυναῖκες . τβʹ . Ἐρυσίπελας ἐν μήτρᾳ ἐστὶν ἐπειδὰν ὀδυνωμένη ἡ ὑστέρα ὁμοία ᾖ | ||
τὸ ἔρευθος καὶ τὰς ἀποστάσιας ὅτι μάλιστα ἔξω τρέπεσθαι . Ἐρυσίπελας δὲ ἔξωθεν μὲν ἐπιγίνεσθαι , χρήσιμον : εἴσω δὲ |
θηλυκοῦ ἀλλὰ τὴν εὐθεῖαν , χάρις γάρ , δηλονότι τὸ χαριτόεις ἀναλογώτερόν ἐστι τοῦ χαρίεις . Παραφυλαττόμεθα δὲ παρὰ τῷ | ||
γὰρ ἄνεμος ἀρσενικόν ἐστιν : εἰ ἄρα οὖν τὸ μὲν χαριτόεις ἀποβολῇ τῆς ει διφθόγγου τὴν γενικὴν τοῦ θηλυκοῦ ποιεῖ |
μάχης , πρὸς τὸν ἀπολειπόμενον τῆς θυσίας καὶ ὑστερήσαντα . παρεγγυᾷ δὲ ὅτι χρὴ πολέμου καὶ μάχης ἀπολιμπάνεσθαι , λόγων | ||
ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἰχθύων . Εἰσὶ καὶ κυνῶν Ἐριννύες : παρεγγυᾷ , μηδὲ τῶν μικρῶν καταφρονεῖν . Εἰς ἴχνια κυνῶν |
ἀπεχθῶς πρὸς σὲ διακειμένους ; ἀλλ ' εὔδηλον ὡς τῆς ψευδομαρτυρίας αἰτιάσῃ τὴν ἀπέχθειαν : ἀλλὰ τοὺς οἰκέτας βασάνῳ τἀληθῆ | ||
ἵνα μὴ λελωβημένον ἀλλ ' ὁλόκληρον διδῶται τῷ θεῷ : ψευδομαρτυρίας δ ' ὁ ἁλοὺς ἀκρωτηριάζεται , ὅ τε πηρώσας |
καὶ ἐστὶν ἀκρὸς ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι , ἀκριόεις , ὡς βροτὸς βροτόεις . Ὀμιχεῖν . τὸ οὐρεῖν | ||
παρὰ τὸ ὀμιχεῖν οὖν ὀμίς καὶ ἀμίς , ὡς ὀκριόεις ἀκριόεις . ἢ παρωνύμως ὑποκοριστικὸν ἄμη ἀμίς , ὡς σκάφη |
γὰρ ἔοικε πάντας ἀεὶ πεπιθέσθαι , ἐπεὶ μάλα φέρτατός ἐστιν ἰφθίμων τε θεῶν ὀλιγοσθενέων τ ' ἀνθρώπων . Καὶ γὰρ | ||
ἠδ ' ὅσα Κύκλωψ ἕρξε , καὶ ὡς ἀπετείσατο ποινὴν ἰφθίμων ἑτάρων , οὓς ἤσθιεν οὐδ ' ἐλέαιρεν : ἠδ |
Ἔστι δ ' οἷσιν ἀνώδυνός ἐστιν , ἕως ἂν ἄρξωνται βήσσειν : πολυχρονιωτέρη δὲ καὶ χαλεπωτέρη κείνης . Τὸ δὲ | ||
δ ' ὅτε καὶ ἀνώδυνός ἐστιν , ἕως ἂν ἄρξηται βήσσειν , πολυχρονιωτέρη δὲ ἐκείνης καὶ χαλεπωτέρη . Τὸ δὲ |
ἀκμὴν ἔπρασσεν , οὐκ αἰσχυνόμενος ἐπ ' αὐτοῖς εἰ μὴ λανθάνοι , ἀλλὰ φοβούμενος εἰ ἐκπέσοι ἀποτυχεῖν . αὐτίκα γὰρ | ||
, ὥστε ποιεῖν τοῦτο λανθάνειν . ὥσπερ οὖν εἴ ποτε λανθάνοι ὑποβαλλόμενος ὁ δάκτυλος τῷ ὀφθαλμῷ , οὐ μόνον φανεῖται |
, τὰ παιδία , κάκιστ ' ἀπολοίμην , κἀρχέδημος ὁ γλάμων . Δέχομαι τὸν ὅρκον κἀπὶ τούτοις λαμβάνω . Νῦν | ||
' ζήτουν πάλαι τὴν ἁρμογήν . Τὴν πανδοκεύτριαν γὰρ ὁ γλάμων ἔχει . Προσένεγκέ μοὐγγὺς τὸ στόμ ' ὀσφρέσθαι τὸ |
ὅτε δέ φησι εὐεργέτημα , λέγει ἔγωγε . ἀπολωλεκέναι ] παρίσωσις κατ ' ἐπεμβολήν . ἀπολωλεκέναι ] τὸ σχῆμα παρίσωσις | ||
τὸ λαβεῖν οὖν τὰ διδόμενα ] καθ ' ὅλον κῶλον παρίσωσις . ὁ δὲ παμπόνηρος ] τὸ κόμμα ἔγκλημα . |
μὲν οὕτω ῥηΐσῃ : ἢν δὲ μὴ , κεραμικῇ γῇ ψυχρῇ καταπλάσσειν , καὶ ἐν τῇ αἰθρίῃ κοιμάσθω . Οὕτω | ||
ξυνίϲταται ἡ νοῦϲοϲ , ἀτὰρ καὶ ἡλικίῃ καὶ ὥρῃ . ψυχρῇ ἐπιφοιτῇ χώρῃ , καὶ χείματι καρτερῷ . Περὶ δυϲεντερίηϲ |
γράμματα ; ἐπεὶ δὲ διεσιώπησεν ὁ Εὐθύδημος σκοπῶν ὅ τι ἀποκρίναιτο , πάλιν ὁ Σωκράτης , Ἆρα μὴ ἰατρός ; | ||
' ἔδρας , ἦν σοι καιρὸς πεπαῦσθαι ; τί ἂν ἀποκρίναιτο ἢ ὅτι τότε μὲν τὸν πιστεύσοντα οὐκ εἶχε , |
περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ τούτου μονόλιθος ἦν ὀροφή , φάτναις διαγεγλυμμένη | ||
περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ τούτου μονόλιθος ἦν ὀροφή , φάτναις διαγεγλυμμένη |
Νειλῴους , φόνιον γένος : ὁππότε γάρ τις θηρῶν λευγαλέων εὕδῃ τρίστοιχα πετάσσας χείλεα καὶ χάος εὐρὺ καὶ ἄσπετον αἰόλον | ||
. Οἱ δὲ κώνωπες , ἢν μὲν ἐν ἱματίῳ ἐνειλιξάμενος εὕδῃ ἢ σινδόνι , διὰ τούτων δάκνουσι : διὰ δὲ |
τῶν ζῴων ἐκφοβῶν καὶ δὴ θεασάμενος ἀλώπεκα ἐπειρᾶτο καὶ ταύτην δεδίττεσθαι . ἡ δέἐτύγχανε γὰρ αὐτοῦ φθεγξαμένου προακηκουῖαπρὸς αὐτὸν ἔφη | ||
' ἂν εἴη ἐκπλήττειν , θορυβεῖν , ἀπειλεῖν ἐπαπειλεῖν , δεδίττεσθαι , ταράττειν ἐκταράττειν , ἀνατείνεσθαι , ἀνασείειν , ἐπαρτᾶν |
εἰς ἄλλους τρόπους μισεῖς τε λίαν καὶ φιλεῖς ὃν ἂν τύχηις ; οὐκ οἶσθ ' ὑβρισθεῖσάν με καὶ ναοὺς ἐμούς | ||
σαυτοῦ . τοῦτο γὰρ ἀθάνατόν ἐστι , κἄν ποτε πταίσας τύχηις , ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν . πολλῶι |
ἐκαρτέρουν πρὸς κῦμα λακτίζοντες : ἐς δὲ γῆν πάλιν κλύδων παλίρρους ἦγε ναῦν . σταθεῖσα δὲ Ἀγαμέμνονος παῖς ηὔξατ ' | ||
πάλιν ὑποστρέφει βίοτον ἐξ Ἅιδα . ἰὼ δίκα καὶ θεῶν παλίρρους πότμος . ἦλθες χρόνωι μὲν οὗ δίκην δώσεις θανών |
οὖν ἐκπεσὼν μὴ ἐμπέσῃ , ἀλλὰ καταπωρωθῇ , ἥ τε ὁδοιπορίη περιφοράδην | τοῦ σκέλεος ὥσπερ ἐν τοῖς βουσὶ γίνεται | ||
μὴ ἐμπέσῃ , ἀλλὰ καταπορηθῇ καὶ ἀμεληθῇ , ἥ τε ὁδοιπορίη περιφοράδην τοῦ σκέλεος ὥσπερ τοῖσι βουσὶ γίνεται , καὶ |
λεπτὴ τοῦ ἐγκεφάλου ἁπτομένη , οὐκ ἔτι ἡ αὐτὴ ἐπὴν τρωθῇ . Φλέβες δὲ περαίνουσι μὲν ἐς τὴν κορυφὴν διὰ | ||
ἤν τέ τι ἐμπέσῃ αὐτέῳ , καὶ ἢν αὐτὸς καταπεσὼν τρωθῇ , καὶ ὁκωσοῦν τρωθεὶς κατ ' ἀντίον γενομένου τοῦ |
, αἱμοῤῥοΐδας , σύριγγας . Καῦσος δὲ , φρενῖτις , περιπλευμονίη , κυνάγχη , σταφυλὴ , πλευρῖτις , ταχέως κρίνει | ||
ὀλίγα ἔχῃ τούτων τῶν σημηΐων , μὴ ἐξαπατάτω ὡς οὐ περιπλευμονίη ἐστίν : ἔστι γὰρ μαλθακή . Θεραπεύειν δὲ χρὴ |
, ἡ κοινῶς ῥύμη . Ἄγροικος , ὁ ἀμαθής : Ἀγροῖκος , ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐλιζόμενος : Πλάτων δὲ | ||
ὁ ἐν ἀγρῷ κατοικῶν . Ἄγροικος , ὁ ἀμαθής : Ἀγροῖκος , ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐλιζόμενος . Πλάτων δὲ |
προσοίσομεν . οὐδεὶς δ ' ἐστὶν οὕτως εὐήμης οὐδ ' ἀνατετραμμένος τὸν στόμαχον , ὥστε μὴ ὑπὸ δύο ἢ τριῶν | ||
διπλασιασμὸς ἀπὸ μακρᾶς οὐδέποτε γίνεται , ὁ δὲ Ἀττικὸς παρακείμενος ἀνατετραμμένος ἐστὶ διπλασιασμός : τοῦ γὰρ κατὰ φύσιν διπλασιασμοῦ ἄνωθεν |
θερμὸν ἐμπέσῃ , οὐκ ἔτι γίνεται ἐν τῇσι μήτρῃσιν ὑγρασίη οὐδεμίη , ἥτις τὸ ἐπεισπῖπτον σπέρμα κρατήσει : διὰ τοῦτο | ||
παραδοξότατα ἐσώθη : οὔτε γὰρ ἀκὶς ἐξῃρέθη , οὔτε αἱμοῤῥαγίη οὐδεμίη ἐγένετο ἀξίη λόγου , οὔτε φλεγμονὴ , οὔτε ἐχώλευσεν |
καὶ πιττωθέντοϲ τοῦ πώματοϲ πρὸϲ τῷ μηδαμόθεν διαπνεῖϲθαι , τονικὴ ἐκλύτου γαϲτρὸϲ ἡ τοιαύτη γίγνεται καὶ τοὺϲ ἀνορέκτουϲ ἐπεγείρει πρὸϲ | ||
βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας , ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας , τράπεζα . περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν |
ὕδρωπα περιίσταται ἡ νοῦσος , καὶ διεφθάρησαν : ἐνίοισι δὲ ἐκπυΐσκεται , καὶ καυθέντες ὑγιέες γίνονται : ἐνίοισι δὲ καὶ | ||
τὰ κυριώτερα μόρια . ἐπὶ δὲ τῶν νέων οὐ ταχέως ἐκπυΐσκεται : τὸ γὰρ ὀξὺ τῆς ὀδύνης τὴν γένεσιν τῆς |
κατὰ τὸ πλεῖστον τῆς αὐτῆς ὥρας ἐπισημαίνων . σαʹ . Τριταῖός ἐστιν ὁ μίαν εἴτε ἡμέραν εἴτε νύκτα ἐπισημαίνων , | ||
ἀγγείων τῆς ὕλης σηπομένης καὶ πολλὰς ἔχουσι τὰς διαφοράς . Τριταῖός ἐστι διαλείπων πυρετὸς καὶ διὰ μιᾶς ἡμέρας εἰσβάλλων , |
κατ ' Ἀριστογείτονος , εἰ γνήσιος . μάντις ἦν ἡ Θεωρὶς , καὶ ἀσεβείας κριθεῖσα ἀπέθανεν , ὡς καὶ Φιλόχορος | ||
κατ ' Ἀριστογείτονος , εἰ γνήσιος . μάντις ἦν ἡ Θεωρὶς , καὶ ἀσεβείας κριθεῖσα ἀπέθανεν , ὡς καὶ Φιλόχορος |
ἠδὲ ἐπίπαγοϲ ἐπιπετάννυται πλατέϲι ἀραχνίοιϲι ἴκελοϲ : θρομβοῦται , ἢν ψυχθῇ : οὐδὲ γὰρ ἡ πίϲτιϲ αἵματοϲ ἔκκριϲιϲ , τῷ | ||
δὲ ὅτε νοτίδος ὑπολειφθείσης χυτὴ γῆ γενομένη διὰ πυρὸς ὅταν ψυχθῇ , γίγνεται τὸ μέλαν χρῶμα ἔχον λίθος . τὼ |
εἶμι ] , καὶ εἴω , ἀφ ' οὗ ” ἐγκίκρα [ , ὡς εἴω ” . καὶ δίω ι | ||
εἴω διὰ τῆς ει διφθόγγου , ὡς παρὰ Σώφρονι : ἐγκίκρα ὡς εἴω , τουτέστι κέρασον , ἵνα πορευθῶ . |
εἰς Κρότωνα ἐπεδήμησε , τίνα τε ἔπραξεν ἐν τῇ πρώτῃ ἐπιφοιτήσει , καὶ τίνας λόγους εἶπεν εἰς τοὺς νεανίσκους . | ||
ἐπιφοιτήσει , τοῦτο ἤδη μαθητέον ἐστί : εἰ γὰρ δὴ ἐπιφοιτήσει γε συνεχέως , φαίην ἂν καὶ αὐτὸς θεῖον εἶναι |
εἰμί . ὡς καὶ Ὅμηρος „ αἰεὶ γὰρ ῥίγιστα θεοὶ τετληότες εἰμέν „ . Οἱ Χαλκιδεῖς τὰ ὁριστικὰ τῶν ῥημάτων | ||
νεμεσίζῃ ὁρῶν τάδε καρτερὰ ἔργα ; αἰεί τοι ῥίγιστα θεοὶ τετληότες εἰμὲν ἀλλήλων ἰότητι , χάριν ἄνδρεσσι φέροντες . σοὶ |
. . . . . . . . . α Ἱερεὺς . . . . . . . . . | ||
: νῦν γὰρ πεινῶν δεινῶς πώς εἰμ ' ἐπιλήσμων . Ἱερεὺς γὰρ ὢν τετύχηκα τῆς Κολαινίδος . Ὁ μὲν ποταμὸς |
πλάκα σαπφείροιο ἐξεδάη περὶ κόλπον Ἐρυθραίων Ἀριηνῶν . τῆς βαθυχλοιάοντος ἰάσπιδος ἢ ἀμεθύστου πορφυρόεντος ἄγαλμα , μελαγκράτης θ ' ὑάκινθος | ||
σαρδίῳ , πη δὲ τῷ σμαράγδῳ , καὶ τοῦ μὲν ἰάσπιδος τὸ ὑελῶδες ἔχει , τοῦ δὲ σαρδίου τὸ αἱματῶδες |
κιόνων τὰ μὲν σώματα ἦν κυπαρίσσινα , αἱ δὲ κεφαλαὶ Κορινθιουργεῖς , ἐλέφαντι καὶ χρυσῷ διακεκοσμημέναι . Τὸ δὲ ἐπιστύλιον | ||
πορφυροῖ καὶ λευκοὶ , οἱ δὲ ἁλουργεῖς . Καὶ καλασίρεις Κορινθιουργεῖς : εἰσὶ δὲ αἱ μὲν πορφυραῖ τούτων , αἱ |
Οὐ γὰρ σκευασίᾳ τινὶ γίνεται ὁ χαλκὸς λευκὸς , φύσει πυῤῥὸς ὤν , . ΑΡΗΣ . Ἤγουν βλάβης : ἐξ | ||
ἐρυσίμου καρπὸν πεφωσμένον τρῖψαι καὶ ἐν οἴνῳ διδόναι . Ῥόος πυῤῥὸς ῥέει , οἷον ἐξ ὠοῦ εἰδεχθέος πουλύ τε καὶ |
. καὶ παρατίθει γ ' αὐτά , παῖ , ὅταν παρατιθῇς , μανθάνεις ; ἐψυγμένα . ἀτμὸς γὰρ οὕτως οὐχὶ | ||
σιλουρισμός . ἂν Βυζαντίους , ἀψινθίῳ σπόδησον ἅττ ' ἂν παρατιθῇς , κάθαλα ποιήσας πάντα κἀσκοροδισμένα . διὰ γὰρ τὸ |
ἐὰν τύπτητε ἐὰν τύπτωϲι Παρακειμένου καὶ ὑπερϲυντελίκου Ἑν . ἐὰν τετύφω τετύφῃϲ τετύφῃ Δυ . ἐὰν τετύφητον τετύφητον Πληθ . | ||
μεγάλου καὶ η ἐν τῇ παραληγούσῃ γραφόμενα . Τὸ ἐὰν τετύφω χρόνου μέν ἐστι παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου , κανονίζεται δὲ |
ἐπικίδναται ἠώς . Ἀλλὰ Διὸς πεφύλαξο Νεμείου κάλλιμον ἄλσος . Κεῖθι δέ τοι θανάτοιο τέλος πεπρωμένον ἐστίν . Ὁ δὲ | ||
ἀέθλων πρῶτον [ Ἡρακλεῖ ] [ ] βαρύφθογγον λέοντα . Κεῖθι [ φοινικάσπιδες ] ἡμίθεοι πρώτιστον [ - ] [ |
ἀΐσσουσα . Οὗτος ὅταν οὕτως ἔχῃ , ἐν μὲν τῇσι πρώτῃσιν ἡμέρῃσιν ἕνδεκα ῥοφήμασι χρεέσθω , πτισάνης χυλῷ καθέφθῳ μέλι | ||
, ἔπειτα ἀνατρέφειν μὴ βραδέως : ἢν γὰρ ἐν τῇσι πρώτῃσιν ἡμέρῃσι μὴ φλεγμήνῃ , ἐν εἴκοσιν ἡμέρῃσιν ἡ γνάθος |
Ἀκέφαλοι , Σίσυφος , Ἀξίοχος , Φαίακες , Δημόδοκος , Χελιδών , Ἑβδόμη , Ἐπιμενίδης : ὧν ἡ Ἀλκυὼν Λέοντός | ||
σκοπέλοισιν Ἀηδών , οὐδὲ τόσον θρήνησεν ἀν ' ὤρεα μακρὰ Χελιδών , Ἀλκυόνος δ ' οὐ τόσσον ἐπ ' ἄλγεσιν |
τῶν Ἀργείων λοιδοροῦντας αὐτὸν ὡς ἐπίορκον καὶ ἀσεβῆ . Σπάνιον εἴσαγε σὸν πόδα πρὸς σὸν φίλον , ἵνα μὴ πλησθείς | ||
ἔχω τῆς τοῦδε μητρὸς τοῦ φόνου . σὺ δ ' εἴσαγε ὅπως τ ' ἐπίστᾳ τήνδε κύρωσον δίκην . ὑμῶν |
ἔθηκα τὴν συνθήκην ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . σὺ δὲ εἰπέ μή τι ἕτερον ; καὶ | ||
τεθείκαμεν τὰς συνθήκας ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . εἰπὲ οὖν μή τι πλέον ; ἐρεῖ οὔ |
πῦρ , τό τ ' ἐπεσσύμενον πόλιν ἀνδρῶν ὄρμενον ἐξαίφνης φλεγέθει , μινύθουσι δὲ οἶκοι ἐν σέλαϊ μεγάλῳ : τὸ | ||
παναληθῶς Διὸς ἵμερος : οὐκ εὐθήρατος ἐτύχθη . παντᾷ τοι φλεγέθει κἀν σκότῳ μελαίνᾳ ξὺν τύχᾳ μερόπεσσι λαοῖς . πίπτει |
ΟΠ κύκλος τῷ ΡΣ κύκλῳ : ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ ΠΩ τῇ ΨΣ περιφερείᾳ . ἐπεὶ δὲ ἀσύμπτωτόν ἐστι τὸ | ||
ἐστιν ἡ ὑπὸ ΠΧΩ γωνία , πενταγώνου ἄρα ἐστὶν ἡ ΠΩ . διὰ τὰ αὐτὰ δὴ καὶ ἡ ΥΩ πενταγώνου |
, καὶ τὸ ἀντικείμενον τῷ ὄντι τὸ μὴ ὂν τῷ ἀντικειμένῳ τῷ ἑνὶ ταὐτὸν ἔσται : οὐκ ὂν ἄρα τὰ | ||
εἴρηται : εἰ γὰρ τόδε τῷδε ἀκολουθεῖ , καὶ τῷ ἀντικειμένῳ τὸ ἀντικείμενον , οἷον εἰ τὸ πῦρ θερμόν , |
: ὅταν δὲ χρῆσθαι , ἡ ἀμπελουργική ; Φαίνεται . Φήσεις δὲ καὶ ἀσπίδα καὶ λύραν ὅταν δέῃ φυλάττειν καὶ | ||
τοῦτον ὀκλαδίαν πόει . Μακάριος εἰς τἀρχαῖα δὴ καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι |
* ἀπεχεύατο : ἀπορρίπτει διατείνει * σκολύμῳ : φυτόν * ἠΐκται : ὡμοίωται * τροχέην : γράφεται τραχέην * βριαρή | ||
ζοφοείδελος δέ , ὅτι ζοφοειδής ἐστι κατὰ τὴν ὄψιν . ἠΐκται δέ , ἤγουν ὅμοιός ἐστι σκολύμῳ , ὅ ἐστι |
πρυτανεῖον ἔδωκα μνῆμα Σιγειεῦσι : ἐὰν δέ τι πάσχω , μελεδαίνειν με , ὦ Σιγειῆς . Καί μ ' ἐπόεισεν | ||
αὐτὸς ὑπάλειπτρον καλεῖ . μελεδωνέων : μεριμνῶν , θεραπειῶν . μελεδαίνειν γὰρ λέγεται τὸ μεριμνᾶν καὶ θεραπεύειν . † μνῶται |
εἰς ἀλκήν . ὡς Ὅμηρος αἰεὶ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχήσασθαι . Ἄρατος μὲν ἡμιτελῆ φησιν εἶναι τὸν ταῦρον , | ||
ἀμαχέτου ] ἀκαταπονήτου . . πρὸς ὃ μὴ δύναταί τις μαχήσασθαι , ἤτοι κατασχεῖν φερόμενον . ὀροκτύπου ] τοῦ κτύπον |
καὶ ἀρκτικὸν γινόμενον αὐτοῖς . Παρὰ τούτοις , ὁπόταν ἐν καρκίνῳ ὁ ἥλιος ᾖ , μηνιαία γενήσεται ἡ ἡμέρα , | ||
. οὐδ ' ὡς ἰχνευτῇ προσφερὲς πέφυκεν οὐδ ' ὡς καρκίνῳ ; οὐδ ' αὖ τοιοῦτόν [ ] ? ἐστιν |
ἱμείροιτο τὰς Πλειάδας μανθάνειν , ὡς καὶ τὰς Μούσας , προσεχέτω τῷ Πρόκλῳ . οὐδὲν γὰρ ἡμεῖς τοιοῦτο λαβρὸν οὐδὲ | ||
τις τοῦδε τοῦ ζῴου εἶτα μέντοι τῷ συγγραφεῖ τῷ Κνιδίῳ προσεχέτω . Σκολόπενδρα θαλαττία διαρρήγνυται , ὥς φασιν , ἀνθρώπου |
γράφεται : οἷον , δελφύνη : αἰσχύνη : χελύνη : τορύνη : ὀδύνη : Ταμύνη : σιγύνη : κορύνη . | ||
. ἔτνος εἶδος ὀσπρίου , ὅ τινες καλοῦσι πισσάριον . τορύνη δὲ τὸ ταρακτήριον . ►τὸ πρέπον δοκήσει καλὸν ποιεῖ |
σελασφόρος , Μήνη , διχόζωνος , Τιτανίς , πλησιφαής , διχόμηνος , Ἑκάτη , κερόεσσα , χρυσάμπυξ , Θειαντίς , | ||
. τὸ γὰρ φαινόμενον σχῆμα τῆς σελήνης , ὅταν ἧι διχόμηνος , οὐ σφαιροειδὲς ἀλλὰ φακοειδές ἐστι καὶ δισκοειδές , |
, συνθλίβομαι ) . ⌈ στράγξ ἐστιν . . . σταλαγμός , ⌈ καὶ κλίνεται στραγγός : ἀφ ' οὗ | ||
λέγειν μέλλοντος ἄρχεται εἶπεν λέξεων μὲν ποταμός , νοῦ δὲ σταλαγμός . . π . ποιημ . [ . . |
' ἀνδρῶν καὶ μειρακίων πινόντων : ὁμοῦ δ ' ἄλλων γρᾴδι ' ἦν μεγάλαισιν οἴνου χαίροντα λεπασταῖς . Θεόπομπος Παμφίλῃ | ||
ὠς ἀπόλωλο . Ποῦ τὸ γέροντ ' ἐντευτενί ; Ὦ γρᾴδι ' , ὦ γρᾶ ' . Οὐκ ἐπαινῶ , |
ἀκρότατον ἀγαθόν . ὡσαύτως καὶ τὸ ψεῦδος οἴεται ἀληθές : δοξάζουσα γὰρ τὸν θεὸν πάντα δύνασθαι , οἴεται καὶ τὰ | ||
; Ψευδὴς δ ' αὖ δόξα ἔσται τἀναντία τοῖς οὖσι δοξάζουσα , ἢ πῶς ; Οὕτως : τἀναντία . Λέγεις |
θήρην ἰοῦσαι οὔτε ἄλλῃ οὐδαμῇ . Οὐκ ἂν ὦν δυναίμεθα ἐκείνῃσι συμφέρεσθαι . Ἀλλ ' , εἰ βούλεσθε γυναῖκας ἔχειν | ||
ὅπλα καὶ τοὺς ἵππους : ἀλλὰ ζόην ἔζωον τὴν αὐτὴν ἐκείνῃσι , θηρεύοντές τε καὶ ληιζόμενοι . Ἐποίευν δὲ αἱ |
δὲ οἱ ἀθληταὶ πένταθλον καὶ ἑτέρους ἄθλους . ὁ δὲ πένταθλος ἦν πυγμή , δρόμος , * δίαλμα * , | ||
εἴπομεν , υἱὸς ἦν Ἀφροδίτης καὶ Ποσειδῶνος - παλαιστὴς καὶ πένταθλος . καὶ στρέψας φύλλον μάνθανε . Ἔρυκα δὲ ἐκάλεσαν |
στίλβω στιλπνός , ὡς τέρπω τερπνός . . , : στραβός : παρὰ τὸ στρέφω , τροπῇ τοῦ ε εἰς | ||
στρεβλός : ὁ διάστροφος τοὺς ὀφθαλμούς , ἀλλ ' οὐχὶ στραβός . σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι . |
τι τοῦθ ' ἡγούμενον . ξεναγὸς οὗτος , ὅστις ἂν θώρακ ' ἔχῃ φολιδωτὸν ἢ δράκοντα σεσιδηρωμένον , ἐφάνη Βριάρεως | ||
πάντα τοῦθ ' ἡγούμενον . ξεναγὸς οὗτος , ὅστις ἂν θώρακ ' ἔχῃ φολιδωτὸν ἢ δράκοντα σεσιδηρωμένον , ἐφάνη Βριάρεως |
ἀπέστησαν πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους . διόπερ ὁ δῆμος ἀθυμήσας ἐξεχώρησεν ἑκου - σίως τῆς δημοκρατίας , ἑλόμενος δὲ ἄνδρας τετρακοσίους | ||
× [ × – – ˘ – ˘ – – ἑκου - ] σία ? δέ μ ' εὐμενὴς χορεύει |
κακῶς λέγουσιν . σαῦρος : ἀρσενικόν , θηλυκὸν δὲ ἡ σαύρα . φησὶ δὲ Ἀριστοτέλης περὶ τοῦ ζῴου , ὅτι | ||
δὲ ἡ σαλαμάνδρα τὸ μὲν εἶδος παρέχεται οἶόν περ ἡ σαύρα , δέρμα δὲ λιπαρὸν ἔχει , ἐν πυρὶ δὲ |
. ἡ διὰ ψηφίσματος τοῖς νικῶσι γινομένη στήλη . . Τόθι , ἤγουν ὅπου , ἐν τῇ Ῥόδῳ δηλονότι , | ||
. . . . . . . . . . Τόθι κῶας ὄφις εἴρυτο δοκεύων Πεπτάμενον λασίοισιν ἐπὶ δρυὸς ἀκρεμόνεσσιν |
. . . . , ] ὅτι ἐν τῶι ἐπιγραφομένωι Μεγάλωι λόγωι ὁ Π . εἶπε : φύσεως καὶ ἀσκήσεως | ||
οὐ μόνον ἐν τῶι Μικρῶι διακόσμωι τιθείς ἃ κἀν τῶι Μεγάλωι κεῖται ̈ . , Λεύκιππος πάντα κατ ' ἀνάγκην |
ἂν τόπον τυγχάνῃ ἐοῦσα ἡ ὀδύνη , καίειν δὲ τῷ ὠμολίνῳ . Ἀρθρῖτις νοῦσος ὅταν ἔχῃ , λαμβάνει πῦρ , | ||
οἷς θέμις . ὅτι χειρόμακτρον καλεῖται ᾧ τὰς χεῖρας ἀπεμάττοντο ὠμολίνῳ , ὃ Φιλόξενος ὁ Κυθήριος ἔκτριμμα ἐκάλεσεν . ὅτι |
φῂς εἶναι . Ἀλλὰ βούλει πονηροτέροις εἰκάζω αὐτόν ; Μηδὲ πονηροτέροις . Ἀλλὰ μηδενί ; Μηδενὶ μηδὲ τούτων εἴκαζε . | ||
βελτίονα αὑτοῦ εἶναι . τοιγαροῦν οἶμαι αὐτὸς πονηρὸς ὢν πᾶσι πονηροτέροις αὑτοῦ συμμάχοις χρήσεται . ἐὰν δέ τις ἄρα καὶ |
ἵνα ἀποθάνῃ : λελέπτυνται : ἆρά γε ἰσχύουσα φαγεῖν οὐ τρώγει διὰ τὸ θέλειν ἀποθανεῖν , ἢ κἂν βούληται , | ||
' ἄκρης ἐς θάλασσαν σπεύδοντες κοὐκ ὡς κύων λαίθαργος ὕστερον τρώγει . ὀλίγα φρονέουσιν οἱ χάλιν πεπωκότες . δύ ' |
καὶ ἀρθμός . . , : σκάφος : παρὰ τὸ σκάπτω , ὃ δηλοῖ τὸ κοιλαίνω , εἴρηται . . | ||
τῇ συνεχεῖ κινήσει τῶν βλεφαρίδων . Σκάφος . παρὰ τὸ σκάπτω , δηλοῦν καὶ τὸ κοιλαίνω . Στραβός . παρὰ |
καὶ εὐδιάλυτα προτείνει , καὶ στρεφόμενα καὶ ἐναντία λέγει . Λοιπὸς δὲ ἡμῖν ἐστι λόγος , τοῦ λανθάνειν ἡ τέχνη | ||
γε κἂν τὰς παλλακὰς ἀκριβῶς τὰς καλλίστας ἐκλέγεσθαι λέγονται . Λοιπὸς ἡμῖν ὁ πέμπτος , καί μοι δοκῶ οὐκ ἄλλον |
ἀφιεμένου , γάλακτος ὀκτὼ κοτύλας δοῦναι πιεῖν : ἢν δὲ ἐμέῃ , καὶ μὴ πίνῃ , μυττωτὸν δριμύν . Ὥστε | ||
ϲώματοϲ ϲτάγδην ῥέῃ καὶ γαϲτὴρ μὴ ἐπίϲχηται καὶ ὁ ϲτόμαχοϲ ἐμέῃ ἔτι ξὺν τάϲει καὶ λειποψυχίῃ , καὶ οἴνου βραχὺ |
, ἢ σὺν τῷ ο τονθορυσμὸς καὶ τονθορύζω . Δύνῃ ὑποτακτικῶς , ” ἐὰν δύνωμαι , ἐὰν δύνῃ ” , | ||
, προτακτικῶς μὲν ἐν τοῖς φωνήεσι , προτακτικῶς δὲ καὶ ὑποτακτικῶς ἐν τοῖς συμφώνοις : ὅταν δὲ ἐκφωνεῖν ἐθελήσῃ ἢ |
μιαρὸς οὗτος . ὡς δὲ καὶ κλέπτον βλέπει . οἷον σεσηρὼς ἐξαπατήσειν μ ' οἴεται . ποῦ δ ' ὅ | ||
εἰμι μουσικώτερος τρύχνου . τρώκτης σφόδρ ' ἐστίν , ἅμα σεσηρὼς καὶ γελῶν . ἀσπαζόμεσθ ' ἐρετμία καὶ σκαλμίδια . |
δὲ ἑπτὰ ἡμέραι παρέλθωσιν , ἢ ὀλίγῳ πλείους , ἢν ἀπύρετος ᾖ , καὶ μὴ φλεγμαίνῃ τὸ ἕλκος , τότε | ||
καὶ περὶ τῶν ἐχόντων ἕλμινθας μετὰ πυρετοῦ . Εἰ δὲ ἀπύρετος ὑπάρχει , μηκέτι τὸ ῥοδόμελι δίδου μήτε πέπονα εὐχερῶς |
δὲ τῷ δεσμωτηρίῳ καὶ πεντεσύριγγον τι ξύλον ἐκαλεῖτο . καὶ στροφαῖος ἐν τῷ οἰκήματι θεὸς παρὰ τὸν στροφέα ἱδρυμένος : | ||
τὸ στρέφεσθαι καὶ πανουργεῖν . λέγεται δὲ ὁ Ἑρμῆς , στροφαῖος , ἐμπολαῖος , κερδῷος , δόλιος , ἡγεμόνιος , |
μὲν τοίνυν μειράκιον περὶ οὐδένα οὐδὲν ἥμαρτεν . Οὔτε γὰρ ἀπειρημένον ἀλλὰ προστεταγμένον ἐμελέτα , οὔτε ἐν γυμναζομένοις ἀλλ ' | ||
καλοῦνται οἱ ἐπηρεάζοντες ἀπὸ τῆς τοιαύτης αἰτίας . τὸ παλαιὸν ἀπειρημένον ἦν σῦκα ἐξάγειν ἐκ τῆς Ἀττικῆς , τοῦ φυτοῦ |
κατάγομαι παρὰ σοί . Ποῖ δέ , ἔφη , καὶ κατάγῃ ; Παρὰ Ἱππάρχῳ . Τῷ φιλαργύρῳ ; ἔφη . | ||
καμίνοις . Ὁππότε δ ' ἂν σκοπιὴν ὡροσκόπον ὠδίνεσσιν Ἑρμείας κατάγῃ , τῷ δ ' ᾖ Κυθέρη ἐπίφοιτος , δὴ |
μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ οὐδετέροισιν . Ἰσχιὰς δὲ ὅταν γένηται , ὀδύνη | ||
Ταῦτα ποιέουσα ὑγιὴς γίνεται : ἡ δὲ νοῦσος βληχροτέρη καὶ θανατώδης , καὶ διαφεύγουσιν αὐτὴν παῦραι . Ἢν δὲ ἑλκωθέωσι |
: τῷ γὰρ χρόνῳ τὸ πυρῶδες αὐτῶν ὑπὸ τῆς εὐκρασίας ἀποσβέννυται . διὸ καλῶς ποιοῦσιν οἱ πίνοντες καὶ ἐν τῷ | ||
ἀσύμμετρος ἀπέσβεσε . καὶ διὰ τοῦθ ' ὁ μὲν λύχνος ἀποσβέννυται φυσώμενος , τὰ δὲ ξύλα καὶ οἱ ἄνθρακες ἐκκαίονται |
ἐπιτρεφόμενον ἐποιέετο σύμμαχον , τὰς πάθας τὰς Κύρου τῇσι ἑωυτοῦ ὁμοιούμενος . Πρὸ δ ' ἔτι τούτου τάδε οἱ κατέργαστο | ||
, καὶ παρὰ τὴν κῆρα τὴν θάλασσαν . Εἰδόμενος : ὁμοιούμενος . πρηστῆρι : ἀνέμῳ , κεραυνῷ , ἀνέμῳ φυσητῆρι |