οὐδεμιᾶς προφάσεως τῶν εἰς πορισμὸν μιαινόμεναι , προσεύχονται τῷ θεῷ θυμήρη γενέσθαι καὶ κατὰ νοῦν ἀπαντῆσαι τὴν εὐωχίαν . μετὰ | ||
ἐκ δὲ Διὸς τετάρτη τε , κάλλιστον μᾶλλον νόει : θυμήρη καὶ τεκνοποιὸν ἀποτελέσει τοῦτον . καὶ μάλιστά τε εἰ |
Διὸς ἐπιδεκατεύεται , κάλλιστον τὸν γάμον , θυμήρη τε καὶ τεκνοποιὸν ἀποτελέσει , καὶ μάλιστα ὅταν εἷς τῶν ἀγαθοποιῶν ἐπὶ | ||
τρεῖς παῖδας τούτους ἀποβαλὼν βουλεύεται τὴν γυναῖκα οὐκ οὖσαν ἔτι τεκνοποιὸν ἀποπέμψας ἑτέραν γῆμαι , ὑπόθεσις γίνεται . Τοῦτο δὲ |
τοίνυν ἡ Ἀφροδίτη ἐν ὁρίοις ἢ ζῳδίοις ἀγαθοποιοῦ καὶ εἰ ἐπιδεκατεύσει τῇ Σελήνῃ , ὑπὸ δὲ τοῦ Διὸς ἐπιδεκατεύεται , | ||
αὐτοῦ . εἰ γὰρ τὸν Δῖα χρονο - κράτορα ὄντα ἐπιδεκατεύσει ὁ Ἥλιος , δίδωσιν ἐξουσίαν : εἰ δὲ τὸν |
οὐδεὶς θνατὸς ὅπῃ φέρεται : θεὸς δὲ πάντας ἐν κινδύνοις θνατοὺς κυβερνᾷ . ἀντιπνέει δὲ πολλάκις εὐτυχίαις δεινή τις αὔρα | ||
δὲ ] Ὁ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . : σέβῃ θνατοὺς ] Φιλάνθρωπος εἶ . : φέρ ' ὅπως χάρις |
εἰρημένα καὶ λυπηθήσεται προφάσει αὐτῶν . εἰ δὲ ὁ Ἑρμῆς ἐπιδεκατεύει τοῦτον ἐν τοῖς δυσὶ καιροῖς καὶ ὑπάρχουσιν ἄμφω κεκακωμένοι | ||
ἥττονα τὰ δεινά . εἰ δὲ τὸν Ἄρην ὁ Ἑρμῆς ἐπιδεκατεύει , δεινοὺς ἐξετέλε - σεν , πανούργους , ἀλλοτρίων |
νὺξ διακόψασα , ἐσόβουν τινὲς τῶν βαρβάρων περιερχόμενοι καί τισι κυμβάλοις κτυποῦντες καὶ ἀλαλάζοντες , ἕως πάλιν ἔφθασεν ἐπιστὰς ὁ | ||
ἑτέρου τὸν ἕτερον : εἰ γὰρ ἕλκει τὸν θεὸν τοῖς κυμβάλοις ἄνθρωπος εἰς ὃ βούλεται , ὁ τοῦτο ποιῶν ἐστι |
ἀποτελέσει , καὶ μάλιστα ὅταν εἷς τῶν ἀγαθοποιῶν ἐπὶ τῶν πολυσπέρμων τύχῃ : οὕτω γὰρ τάχιστα συλλήψεις ποιήσει . τὸ | ||
ἀλλὰ καὶ οἱ κακοποιοὶ ἐν τῷ τριγώνῳ σχήματι ἐπὶ τῶν πολυσπέρμων ζῳδίων μαρτυρούμενοι ὑπὸ τῶν ἀγαθοποιῶν τεκνοποιίαν δίδουσιν . Ἐπισκοπεῖν |
ἑκάστης μόνης μοίρας τί ἀποτελεῖ , τοῦ οἰκοδεσπότου αὐτοῖς ἐπικειμένου ἀποτελέσει τὸ ἴδιον ἤτοι φαῦλον ἢ ἀγαθόν . νυνὶ δὲ | ||
δυνατὸν ἦν , καὶ ἑκάτερον τῶν γενομένων ἓν ὂν δύο ἀποτελέσει , καὶ τῶν τεσσάρων ἕκαστον ἓν ὂν δύο ποιήσει |
Ὀλύμπου . Πᾶνα τὸν νυμφαγέταν Ναΐδων μέλημ ' ἀείδω , χρυσέων χορῶν ἄγαλμα , κωτίλας ἄνακτα [ μοίσας ] εὐθρόου | ||
ἀνθ ' ὅπλου , καὶ φωνοῦντα διὰ τῶν ἐν αὐτῷ χρυσέων γραμμάτων , πρήσω τὴν πόλιν . Ἄλλως . ὁ |
μὲν δικαίως ὤικουν , οἱ δὲ ἀκαίρως . γνώμη . παύροις ] ὀλίγοις . συγγενὲς ] οἰκεῖον . ἄνευ ] | ||
τῆσδ ' ἔφασκ ' εἶναι χθονός , ναυαγὸν ἐκπεσόντα σὺν παύροις φίλοις . ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς |
δουλεύειν . Ἐχρᾶτο δὲ καταστάσι πρηγμάτων τοιῇδε : τὸ μὲν ὄρθριον μέχρι ὅτεο πληθώρης ἀγορῆς προθύμως ἔπρησσε τὰ προσφερόμενα πρήγματα | ||
ομένων [ ζείδωρον ] [ ] ? ἐς ? ? ὄρθριον ? ? ? [ ἔργον ˘˘ – , ] |
, ἐπεί νιν μέγαν ἄρας δίδυμα καὶ τριπλᾶ παλίμποινα θέλων ἀμείψῃ . ἴσθι δ ' ἀνδρὸς φίλου πῶλον εὖ - | ||
υἱὸν ἔθνει πεπένθηκας . ἄμειψαι τοὺς μετὰ σοῦ λελυπημένους , ἀμείψῃ δέ , ἐὰν λυπούμενος παύσῃ , τάχιον ἐὰν μὴ |
ἐν πυρὶ τὴν χθόνα θάλπει . Ἀρχαῖς γὰρ τρισὶ ταῖσδε λάβροις δουλεύει ἅπαντα . . . . κρηνήϊος ἀρχή . | ||
ἐν δὲ τῷ πέμπτῳ τῶν Σαπφοῦς μελῶν ἔστιν εὑρεῖν ἀμφὶ λάβροις λασίοις εὖ ἐπύκασσεν : καὶ φασὶν εἶναι ταῦτα σινδόνια |
ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος ἀκάτου θοᾶς τινάξας κατέκλυσε τοῖς ὀλεθρίοις καὶ λάβροις κύμασι πόντου | ||
: ὡς δὲ πόντου λάβροις ὀλεθρίοις ἐν κύμασι δαίμων τις ἀκάτου θοᾶς λαῖ - φος κατέκλυσεν , οὕτως καὶ τὸν |
ἐν , τρώσεσι , πληγαῖς , τύψεσιν . λευγαλέοισιν : ὀλεθρίοις , ἰσχυροῖς , φονευτικοῖς . ἀμυνέμεναι : εἰς τὸ | ||
στρατηγὸν ἑαυτῶν κατέστησαν , πορφύρᾳ τε καὶ πυρὶ προπομπεύοντι , ὀλεθρίοις τιμαῖς , ἐκόσμησαν , ἐπί τε τὴν ἀρχὴν ἦγον |
, βαιά , δύσορμος ναυσίν , ἣν ὁ φιλόχορος Πὰν ἐμβατεύει ποντίας ἀκτῆς ἔπι . ἐνταῦθα πέμπει τούσδ ' , | ||
οὐκ Ἄτη πατεῖ τὰς κεφαλὰς , Ἀθηνᾶ δὲ ἀνέχει καὶ ἐμβατεύει , τηροῦσα τὸ σύμβολον τῆς αὑτῆς γενέσεως . Τὸ |
δῆριν ἀπείριτον οὐρανοῦ μυκήσατο χάλκεος ἁδονά , δηλοῦσα βροτοῖς μέτρον ἁμέρας . Ἄνθος τόδε σοι βυθίων πετρῶν πολύτρητον ἁλὸς παλάμαις | ||
, οὐδὲ Μαίας υἱὸς δύνατ ' οὔτε κατ ' εὐφεγγέας ἁμέρας λαθεῖν νιν οὔτε νύκτας ἁγνάς [ . ] Εἴτ |
ὅταν τὸν πλανήτην καὶ σῖννιν ξένον ὑπο δέξωνται θήσει βαρὺν κολῳὸν πολὺν θόρυβον καὶ ἀστεργῆ κραυγὴν ἐν μέσαις ταῖς λέσχαις | ||
, αὐτὰρ πασσυδίῃ περιώσιον ὄρνυτ ' ἀυτήν ἀθρόοι , ὄφρα κολῳὸν ἀηθείῃ φοβέωνται νεύοντάς τε λόφους καὶ ἐπήορα δούραθ ' |
ἐπεισρέει × – ˘ – εὔσημος ἀστέρων χορός ἀλλὰ ξενῶνας οἶγε καὶ ῥᾶνον δόμους στρῶσόν τε κοίτας καὶ πυρὸς φλέξον | ||
δ ' εὐθέως συνήγετο καὶ συναυλίαι γερόντων . ἀλλὰ ξενῶνας οἶγε καὶ ῥᾶνον δόμους στρώννυ τε κοίτας καὶ πυρὸς φλέξον |
Ἐννύχιον : νυκτερινὸν , ὡραῖον . ὑπαί : ἐν . κευθμῶσι : καταδύσεσιν . ἰαύειν : ὑπνοῦν , κοιμᾶσθαι : | ||
οἰκοῦσιν . Ἀντροφυεῖς : σπηλαιώδεις , τοῖς ἔχουσι σπήλαιον . κευθμῶσι : κοιλώμασι , βαθυτάτοις τόποις , λάκκοις . διαῤῥωγάδας |
μὲν ἄρα Χθονίου ποτιμάστιον ἔσχεθε κοῦρον Αὐτόλυκον , πολέων κτεάνων σίνιν Ἄργεϊ κοίλῳ . Ἐκ γὰρ δώρων πολλὰ κάκ ' | ||
Αἰθίοψ Γυράψιος , ὅς , τὸν πλανήτην ὀρθάγην ὅταν δόμοις σίνιν καταρρακτῆρα δέξωνται πικρὸν οἱ δεινὰ κἀπόθεστα πείσεσθαί ποτε μέλλοντες |
τοῦ βάθους , ἐκ βάθους τῆς καρδίας . οἰμωγήν : στεναγμὸν , φέρει . σπλάγχνοις : ἐν , σπλάγχνων . | ||
σεβασμία . θ ἔλακον ἀξόνων : ἀκούω , φησί , στεναγμὸν τῶν χνοῶν . λέγουσι καὶ μετὰ τοῦ ι οἱ |
ὅταν δὲ ἄθρουν ἐκπέσῃ τὸ πνεῦμα καὶ ἧττον πεπυρωμένον , πρηστῆρα γίνεσθαι : ὅταν δ ' ἔτι ἧττον ᾗ πεπυρωμένον | ||
, βίαιον καὶ πνευματώδη ἢ πνεῦμα καπνῶδες ἐρρωγότος νέφους : πρηστῆρα δὲ νέφος περισχισθὲν πυρὶ μετὰ πνεύματος . σεισμοὺς δὲ |
μὲν καὶ μέλλοντα ὑετὸν προδηλοῦσιν . ἐπειδὰν γὰρ προέλθωσι τῶν σηκῶν , δρόμῳ καὶ μάλα γε ὤκιστα ὁρμῶσιν ἐπὶ τὸν | ||
δὲ Κρόνον Στίλβων ἐσίδῃ σὺν Ζηνὶ βεβῶτα , ἀθανάτων ζακόρους σηκῶν θ ' ἁγίων ἱερῆας τεύχει , μαντοσύνας ζαθέης φαίνοντας |
' Ἀμφιμέδοντα , Δαμαστορίδην δ ' Ἀγαμέμνων , Ἰδομενεὺς δὲ Μίμαντα , Μέγης δ ' ἕλε Δηιοπίτην . Υἱὸς δ | ||
' ἀμφοτέροισι κεάσθη : αὐτὸς δ ' Ἰτυμονῆα πελώριον ἠδὲ Μίμαντα , τὸν μὲν ὑπὸ στέρνοιο θοῷ ποδί , λὰξ |
' αὐτὸν τοὺς ἴσους εἶναι λέγοντες , ὑπὲρ αὐτὸν μὲν φαίνοντα , φαέθοντα , πυρόεντα , εἶθ ' ἥλιον , | ||
ἐπιδέξι ' , ἐναίσιμα σήματα φαίνων ἀντὶ τοῦ ἀστράπτοντα καὶ φαίνοντα . ἐν δὲ ἀντωνυμίαις πτῶσις : ἡμῖν δ ' |
λέγει τὸν Ἀλέξανδρον ὀρθάγην δὲ κατὰ γλῶσσαν τὸν ξένον . ὀρθάγην τὸν ξένον κατὰ διάλεκτον ἀττικήν . ἔστι δὲ καὶ | ||
Δημήτριος . . . καὶ πλανήτην δὲ λέγει τὸν Ἀλέξανδρον ὀρθάγην δὲ κατὰ γλῶσσαν τὸν ξένον . ὀρθάγην τὸν ξένον |
δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ ' ] τὸν πατέρα Νῖσον . ὅρμοις ] σημείωσαι | ||
ἐπίγραμμα εἰς αὐτὸν ἐποίησε : Παυσανίην ἰητρὸν ἐπώνυμον Ἀγχίτεω υἱὸν φῶτ ' Ἀσκληπιάδην πατρὶς ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι |
, Σεμέλη μὲν τῶν Ὀλυμπίων θεῶν σύνοικε , Ἰνὼ δὲ Νηρεΐδων , παραγίνεσθε σὺν τῇ μητρὶ τοῦ ἀριστογόνου Ἡρακλέους , | ||
ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμάν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ἔγαμεν ὑψιθρόνων μίαν Νηρεΐδων . εἶδεν δ ' εὔκυκˈλον ἕδραν , τὰν οὐρανοῦ |
. αὔλει [ μοι ] . Νεκρὸν ἐάν ποθ ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις , κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις : | ||
θεοῖς . . φίλους εὐσέβει . . ὃ ἂν μὴ ἴδηις , μὴ λέγε . . εἰδὼς σίγα . . |
γῆς , ἣν ἐκ τεθρίππων ἁρμάτων πρώτην χθόνα Ἥλιος ἀνίσχων χρυσέᾳ βάλλει φλογί . καλοῦσι δ ' αὐτὴν γείτονες μελάμβροτοι | ||
ἦ γὰρ σοφὸς [ ] ἢ Χαρίτων τιμὰν λελογχὼς ἐλπίδι χρυσέᾳ τέθαλεν ἤ τινα θευπροπίαν ἰδώς : ἕτερος δ ' |
τοῦ ποταμοῦ , καὶ μάλισθ ' ὅτε μετὰ τὴν ἀνάβασιν ταπεινούμενος ἀναξηραίνοιτο . ὁμοίως δὲ καὶ τῶν βοσκημάτων ἔνια σαρκοφαγεῖν | ||
. εὐαντέα : εὐσυνάντητον . οἴμῃ θελγόμενος : τῇ ἐπῳδῇ ταπεινούμενος . ἀνελύετ ' ἄκανθαν : τὰ τῶν ὄφεων ὀστᾶ |
Θ . . στρεφόμενον . ἱδρύσασθε : Ποιήσατε . . πυλωρόν . . ἐπωνυμία ἐστὶ τοῦτο τοῦ θεοῦ : παρὰ | ||
ἀστεῖον ] θαυμαστόν στροφαῖον ] θυρωρὸν καὶ δόλιον ἄνθρωπον . πυλωρόν στροφῶν ] πανουργημάτων ἐμπολαῖον ] ἀγοραῖον παλιγκάπηλον ] κλέπτην |
ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος , ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος . Φράζεο δή , μή πώς σε δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας ἰκτῖνος | ||
οὔτε πιεῖν , ὀλοὸς δὲ φέρειν ζυγὸν ἔπλετο δοῦλον . Φράζεο καὶ δύο φῦλα δυσάντεα , καρχαρόδοντα , μηλοφόνον τε |
. εὖ δὲ φέροι καὶ χεῖμα Διὸς καὶ δίψιον ὥρην Σειρίου : ἱμείροι δὲ πόνων , ἐράοι δὲ θαλάσσης : | ||
καὶ ὁ ὄνος : δέδοικε δὲ μάλιστα ἰχθύων τὴν τοῦ Σειρίου ἐπιτολὴν οὗτος ὁ ὄνος . Τίκτεται δὲ ἄρα ἐν |
: σῶμα . Μηδέ : ἵνα , ἀπὸ κοινοῦ . εἰναλίων : θαλασσίων , ἀπὸ ζώων . ἡγητῆρα : ἀρχηγὸν | ||
τριῶν διαλέγεται γενῶν , τῶν ἀερίων φημὶ ζῴων , τῶν εἰναλίων καὶ τῶν χερσαίων , ὁπόσα τέ εἰσι ταῦτα ἐν |
, ὅθεν καὶ ἵππους αὐτῷ ἀνετίθουν : ὁ γὰρ ἵππος ταχύτατον . μοί γε ] λέγε . , ὄμνυε . | ||
, οὐδὲ δυνατώτερον : αὐτὸ δὲ πάντων καὶ ἀπεριόριστον καὶ ταχύτατον καὶ δυνατώτατον . καὶ οὕτω νόησον ἀπὸ σεαυτοῦ , |
τόδε σέλμα πελώριον ἐπὶ χθονὸς εἵσατο ; ποῖος κοίρανος ἀκαμάτοις πείσμασιν ἠγάγετο ; πῶς δὲ κατὰ δρυόχων ἐπάγη σανίς , | ||
τοῖς ἄλλοις , ὁπόσα ἐς τὸ πλεῖν εὕρηται , ξυνεῖχον πείσμασιν ἔς τε πνεῦσαι τὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἄνεμον , |
, Βάκχον Εὔιον ἡμῖν . μύστις νάματος ἦι Κύπρις ὑμεναίους κροτοῦσα : χάρασς ' Ἔρωτας ἀνόπλους καὶ Χάριτας γελώσας ὑπ | ||
ἢ κιθάραν . λέγει δ ' οὕτως : ὀστράκοις αὕτη κροτοῦσα δεῦρο μοῦς ' Εὐριπίδου . Κρονοθήκη : οἷον παλαιὸς |
χρὴ τό γ ' εὐσεβὲς σκοπεῖν . εἴσηι σύ : χερνίβων γὰρ ἑστήξεις πέλας . στήσομεν ἄρ ' ἀμφὶ βωμόν | ||
μὲν γὰρ ἡγοῦμαι δεῖν τὸν εἰς ἱέρ ' εἰσιόντα καὶ χερνίβων καὶ κανῶν ἁψόμενον , καὶ τῆς πρὸς τοὺς θεοὺς |
τὰ πλατωνικὰ ῥήματα τοῖς γενεθλιαλογικοῖς καὶ ταῦτα τοῖς τελεστικοῖς : μαρτυρούμενος τῶν δύο χασμάτων καὶ τὴν Ὁμήρου ποίησιν οὐ μόνον | ||
ἕτερον ; καὶ ἐρεῖ σοι οὔ . σὺ δὲ τοῦτο μαρτυρούμενος λέγε ἄνδρες πολῖται , πολλοί εἰσιν ποταμοὶ χείμαρροί τε |
τὴν πολιάν , ὀλοφυρομένης δὲ τῆς μητρὸς καὶ προϊσχομένης τὸν τιτθόν , ὅν , ἡνίκα παιδίον ἦν Ἕκτωρ , ἔφη | ||
τεκμηράμενος ὅσον τὸν μαζὸν ἐκχωρήσει , καὶ οὕτως ἐντιθέναι τὸν τιτθόν : ἢν δὲ διαπύῃ , ἄμεινον τάμνειν , καὶ |
κύριον : ἐπίθετον Ἄρεος . λαοδάμας ] ἐπίθετον Ἄρεος . λαοδάμας ] ὁ τὸν λαὸν δαμάζων . Ξ λαοδάμας ] | ||
πόλεως . ἀναπαιστικὰ δίμετρα βʹ . μαινόμενος δ ' ἐπιπνεῖ λαοδάμας : Λαοδάμας κύριον : νῦν δὲ ὡς ἐπίθετον Ἄρεος |
Ἠέλιος δ ' ἀκάμας ὅτ ' ἂν ἀθρῇ τὸν πυρόεντα ἀστέρ ' Ἐνυαλίοιο , θοαῖς ἀκτῖσι βολαυγῶν , ζωιδίων τετράγωνον | ||
ἐχθρούς . κλύειν δὴ θαύματος πάρεστί σοι : δισσὼ γὰρ ἀστέρ ' ἱππικοῖς ἐπὶ ζυγοῖς σταθέντ ' ἔκρυψαν ἅρμα λυγαίωι |
Τίνες ὑμεῖς ἄρα ἐστέ , ὦ ξένοι ; πότερον τῶν ἐναλίων δαιμόνων ἢ ἄνθρωποι δυστυχεῖς ἡμῖν παραπλήσιοι ; καὶ γὰρ | ||
θεὸς καταλαμβάνει καὶ παραλλάσσει , ὁ δὲ δελφὶς δοκεῖ τῶν ἐναλίων προέχειν καὶ ταχύτατος εἶναι : καὶ τοῦτον δὲ παραμείβεται |
καὶ παρὰ λακεδαίμωσιν , ἐπὶ τῆς βακτηρίας τάσσεται καὶ σκυταλύδες κάμπων εἶδος : ὅ ἐστι ζῶον τί : καὶ σκεῦος | ||
καὶ παρὰ λακεδαίμωσιν , ἐπὶ τῆς βακτηρίας τάσσεται καὶ σκυταλύδες κάμπων εἶδος : ὅ ἐστι ζῶον τί : καὶ σκεῦος |
. τοῖς γὰρ θανοῦσι χρὴ τὸν οὐ τεθνηκότα τιμὰς διδόντα χθόνιον εὐσεβεῖν θεόν . βέβηκ ' ἀδελφὴ σὴ δόμων ἔξω | ||
μὲν οὐράνιον , τὸν δὲ χθόνιον . καὶ τὸν μὲν χθόνιον ἀνιέναι τὴν γένεσιν ἐκ τῆς γῆς , εἶναι δὲ |
τοὺς ἀπλανεῖς πρῶτον λέγει φαίνεσθαι τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεως | ||
ἀπλανῶν θέσιν πρῶτον φαίνοντα λεγόμενον τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεος |
οἰστρηλάτῳ δὲ δείματι δειλαίαν παράκοπον ὧδε τείρεις ; πυρί με φλέξον , ἢ χθονὶ κάλυψον , ἢ ποντίοις δάκεσι δὸς | ||
, μανικὴν καὶ παρακεκομμένην τὸν νοῦν τείρεις ] δαμάζεις πυρὶ φλέξον ] ἤγουν κεραύνωσον χθονὶ κάλυψον ] τῇ γῇ : |
ἀστέρ ' ὀπωρινῷ ἐναλίγκιον , ὅς τε μάλιστα λαμπρὸν παμφαίνῃσι λελουμένος ὠκεανοῖο : τοῖόν οἱ πῦρ δαῖεν ἀπὸ κρατός τε | ||
βαλανείωι ψυχρῶι καὶ φαύλωι κεκοσμημένον ἰδὼν ἡρῶιον λαμπρῶς ὡς ἐξῆλθεν λελουμένος κακῶς οὐ θαυμάζω ἔφη ὅτι πολλοὶ ἀνάκεινται πίνακες , |
. πρέσβιστον ] κρεῖττον ἤτοι τὴν ὁλότητα τῆς σελήνης . πρέσβιστον ] κρεῖττον . πρέσβιστον ] ὑπέρτατον . θ πρέσβιστον | ||
ἤτοι τὴν ὁλότητα τῆς σελήνης . πρέσβιστον ] κρεῖττον . πρέσβιστον ] ὑπέρτατον . θ πρέσβιστον ] τὸ τιμιώτατον . |
τὸ ὑποκάτω τοῦ ποδὸς λέγει . ὑπό : ἐν . πτερόεντι : σαρίσσῃ . Ὑπὸ τῷ πτερόεντι ὀϊστῷ βαλὼν τὸ | ||
τοὺς εὐεργετήσαντας βελτίοσιν ἀμείβεσθαι καὶ μὴ τοῖς ἐναντίοις καταβλάπτειν . πτερόεντι τροχῷ : δεδεμένος , φησὶ , τῷ τροχῷ ὁ |
δ ' Αἴγισθος : ἐκ δὲ τοῦδ ' ἄνω βλαστεῖν βρύοντα θαλλὸν ᾧ κατάσκιον πᾶσαν γενέσθαι τὴν Μυκηναίων χθόνα . | ||
* * * * τὸν Ἔρωτα γὰρ τὸν ἁβρόν μέλομαι βρύοντα μίτραις πολυανθέμοις ἀείδειν . ὅδε καὶ θεῶν δυνάστης , |
Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων . προλογίζει | ||
εἰς ἔτος ἄλλο δακρῦσαι . Λῇς νύ τί μοι , Λυκίδα , Σικελὸν μέλος ἁδὺ λιγαίνειν , ἱμερόεν γλυκύθυμον ἐρωτικόν |
διὰ τὸ ἰδεῖν αὐτὸν ἄτοπόν τι ποιοῦντα . Ἔπειτα τὸν Φύλακον μὴ καταλαμβάνοντα , πῆξαι τὴν μάχαιραν εἴς τινα ἄχερδον | ||
αἰτίαν τῆς ἀπαιδίας σπορᾶς εὐθέως εὗρεν . Διῶξαι γὰρ τὸν Φύλακον μετὰ μαχαίρας τὸν Ἴφικλον ἔτι νεογνὸν ὄντα διὰ τὸ |
? ? . . . . . . . . μέλπει δ ' ἐν δένδρεσι λεπτὰν ἀηδὼν ἁρμονίαν ὀρθρευομένα γόοις | ||
κομίζει . Ὅθεν ἡ πόλις τὸ φέγγος φιλοπαννύχου χορείας στεφανηφόροισι μέλπει δύο φωσφόροις μιγεῖσι . Δότε μοι πόθου κύπελλον γλυκερῆς |
τὴν ἄδικον κρίσιν αὐτῶν . . ῬΟΘΟΣ ἙΛΚΟΜΕΝΗΣ . Τὸν ῥόθον οἱ μὲν ἤκουσαν τὸν ψόφον , ὅθεν καὶ ῥόθιον | ||
, αἰγιάλειον τὸν θαλάσσιον εἶπεν * μνία : βρύα * ῥόθον : τὸν ἀφρόν τὸν ἀφρὸν τῆς θαλάσσης ῥαιβοῖσι δὲ |
τετράποσιν ἀπὸ τῶν ὁμοίων ἡ βλάβη , εἰ δὲ ἐν θηριώδεσιν , ἐκ θηρίων , εἰ δὲ ἐν ἀνθρωποειδέσιν , | ||
μὲν ἐς ἄμφω καὶ μετὰ εὐνοίας γενέσθαι καὶ ἐς μάχας θηριώδεσιν ἐοικότα , δυσπειθῆ δὲ πολλάκις ἑκατέρῳ καὶ πολυστασίαστα διὰ |
ὅταν σὺ μέγας ὢν ἤτοι ἀνὴρ γενόμενος , ἢ μᾶλλον εὔμοιρός τις καὶ περίβλεπτος ἐφ ' ἅρματος ὀλυμπιονίκης ἢ θριαμβονίκης | ||
τόποις . παρείληφε δὲ τὰς Μοίρας καὶ τὸν Χρόνον ὅτι εὔμοιρός τε ὁ ἀγὼν ἔσοιτο καὶ εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα |
τῇ ὀρεινῇ πεύκῃ οὕτως ὥστε πληρῶσαι καὶ τὸν αἰθέρα τὴν εὔφρονα μολπήν , ἤγουν τὴν εὐφραντικήν τὴν ὀρεσίτροφον τὰς ἕδρας | ||
Κρόνον δέδωκαν ἐπέχειν τὴν ἡμέραν , τὸν δὲ Ἑρμῆν τὸν εὔφρονα ἐπέχειν τε τὴν νύκταν , γεννητικὸν ποιητικὸν ἐκ μέρους |
[ ] [ ] ανουσαν ? [ ] ἀνηέξησε ? χορείην ? ? [ ] [ ] μάλιστα ? θεόκτιτον | ||
βάλλῃ σελάγισμα μέλαθρον , ἠὲ κατ ' ἰχθυόεντα βορειοτάτην τε χορείην , ἔνθα τε Παρθένος ἐστὶ περὶ Πλάστιγγα Λέων τε |
ἰδόμην , τὸ δεύτερον ἴδου καὶ τὸ προστακτικὸν αὐτοῦ ἰδοῦ ἰδέσθε ἰδέσθωσαν : ἔστι δὲ καὶ χρῆσις παρ ' Εὐριπίδῃ | ||
ἰδόμην , τὸ δεύτερον ἴδου καὶ τὸ προστακτικὸν αὐτοῦ ἰδοῦ ἰδέσθε ἰδέσθωσαν : ἔστι δὲ καὶ χρῆσις παρ ' Εὐριπίδῃ |
ἔτι σοι φίλος , ἀλλ ' ἅμα πάντα ἐχθρὰ Τύχης ῥιπαῖς συμμεταβαλλόμενα . Οὐδὲν ἐν ἀνθρώποισι Φύσις χαλεπώτερον εὗρεν ἀνθρώπου | ||
Ἄρεος εἰκών . δένδρον δ ' ὡς ἕστηκε σιδηρείαις ὑπὸ ῥιπαῖς κοὐκ ἐθέλει πεσέειν , τάχα δ ' ἔρχεται ἔνδοθι |
τὸν Τῖφυν : ὁ δὲ Αἰσχύλος ἐν τῆι Ἀργοῖ τὸν Τῖφυν Ἶφυν καλεῖ . Κατάλογ . : Λήμνιοι . Κατάλογ | ||
/ : . . . Φερεκύδης δὲ Ποντέως ἱστορεῖ τὸν Τῖφυν : ὁ δὲ Αἰσχύλος ἐν τῆι Ἀργοῖ τὸν Τῖφυν |
ὅταν ὑπὸ γῆν ὁ Ἄρης σὺν τῇ Σελήνῃ γένηται ἢ στηρίζῃ , Κρόνου δὲ στηρίζοντος ἀπάγχονται ἢ κρημνίζουσιν ἑαυτούς . | ||
κίνδυνός ἐστιν ἐξ αὐτέου νοῦσόν τινα γενέσθαι , ἤν πη στηρίζῃ τὸ σινεόμενον ἢ πρὸς πλευρὸν ἢ πρὸς σπλάγχνον τι |
τοῦτον τὸν ἱρὸν φυλάσσουσι οἱ βασιλέες ἐς τὰ μάλιστα καὶ θυσίῃσι μεγάλῃσι ἱλασκόμενοι μετέρχονται ἀνὰ πᾶν ἔτος . Ὃς δ | ||
μαλακοῖσιν ἅτε βρέφος ἀλδήσασκε , καὶ θεὸν ὣς λιπαρῇσιν ἀρεσσάμενος θυσίῃσι λᾶαν ὑπερμενέεσσιν ἀοιδαῖς ἔμπνοον ἔρδεν . ἐν καθαρῷ δὲ |
ὑστάτην κεύθοντας ἐκ πυρὸς τέφρην κρωσσοῖσι ταρχυθεῖσαν , ἣ θέμις φθιτῶν , ἀλλ ' οὔνομ ' οἰκτρὸν καὶ κενηρίων γραφὰς | ||
Ἰφιγένεια ποιφύξει καὶ φυσήσει λεβητίζουσα καὶ ἑψῶσα τὰς σάρκας τῶν φθιτῶν ἤτοι τῶν ἀνθρώπων ἐν δαιταλουργίᾳ καὶ μαγειρικῇ τέχνῃ . |
καὶ μόνον ἀντὶ κυρίου παραλαμβάνεται , οἷον ὄφρ ' εἰδῇ Γλαυκῶπις , ὅταν ᾧ πατρὶ μάχηται , ἀντὶ τοῦ ἡ | ||
ὗσε χˈρυσόν : αὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχˈναν πᾶσαν ἐπιχθονίων Γλαυκῶπις ἀριστοπόνοις χερσὶ κˈρατεῖν . ἔργα δὲ ζωοῖσιν ἑρπόντεσσί θ |
ὥριμον , τὸν δυνάμενον πλούσιόν σε ποιῆσαι καὶ θρέψαι . ἄρμενον ἐντύνασθαι : ἀντὶ τοῦ ἁρμόδιον εὐτρεπίζεσθαι . * ὥς | ||
ἰσχυροτέρα . χειροτέρην : τὴν μικροτέραν , τὴν ἀσθενεστέραν . ἄρμενον : ἁρμόδιον . ἀμφέθεθ ' : περιεκαλύψατο , περιέθετο |
τεύχεα μέν οἱ κεῖται ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ , αὐτὸς δὲ κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν : ἀρνειῷ μιν ἔγωγε ἐΐσκω | ||
Τίμων περὶ αὐτοῦ φησιν οὕτως : τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος |
: γράφεται δολομήχανον . δόλοισιν : ἐν , μηχανήμασιν . Πολλάκι : κατ ' ἀποκοπήν . κρατερόν : ἰσχυρόν . | ||
Αἰγιαλήων . Αὖλίν τέ σφ ' ἄγαγον Πεσσά τε Ναυπλιάδαο Πολλάκι οὑ κλισίῃσι Πυληγενέεσσί τε νηυσὶν ἐννύχιοι πίλναντο νόσων ἅπερ |
ἀλλὰ καὶ τὸν καταπαγέντα ἐκκροῦσαι πλήξαντα κατὰ τὴν κεφαλὴν ἑτέρῳ παττάλῳ : ὅθεν καὶ ἡ παροιμία ἥλῳ τὸν ἧλον , | ||
παττάλῳ : ὅθεν καὶ ἡ παροιμία ἥλῳ τὸν ἧλον , παττάλῳ τὸν πάτταλον . ἔνιοι δὲ τῶν Δωριέων ποιητῶν τὸν |
ὥσπερ ὁρῶμεν καὶ τὰ θεῖα σώματα . εἰ δὲ οὐ δίεισιν ἄπειρον διάστημα ἐν πεπερασμένῳ χρόνῳ τὸ πεπερασμένον σῶμα , | ||
ἀσκοῦ , καὶ διὰ τοῦ τετρημένου τὸ πνεῦμα διὰ τόδε δίεισιν : ὧδε δὴ ἔχει καὶ τοῦ θέρεος ἐν τῇ |
. . ἔνθα δ ' ἄρ ' οἰμωγή τε καὶ εὐχωλὴ πέλεν ἀνδρῶν ὀλλύντων τε καὶ ὀλλυμένων , ῥέε δ | ||
καὶ τὸ Ὁμηρικόν , ἔνθ ' ἅμα οἰμωγή τε καὶ εὐχωλὴ πέλεν ἀνδρῶν ὀλλύντων τε καὶ ὀλλυμένων . τὸ γὰρ |
προσημαίνοντος : καθαρὸς μὲν γὰρ καὶ ἀνεπισκότητος καὶ εὐσταθὴς καὶ ἀνέφελος ἀνατέλλων ἢ δύνων εὐδιεινῆς καταστάσεώς ἐστι δηλωτικός , ποικίλον | ||
δεύεται οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται , ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀνέφελος , λευκὴ δ ' ἐπιδέδρομεν αἴγλη . ὅταν δὲ |
ἐνὶ στομάτεσσιν ἔχοντα πτηνὸς ἐς ἀθανάτους ἥρπασεν ὦκα δόναξ . Ἠέλιον πυρόεντα μύδρον ποτὲ φάσκεν ὑπάρχειν καὶ διὰ τοῦτο θανεῖν | ||
ἀλλὰ καὶ αὐτὸν ἐς δύσιν ἀσθμαίνοντες ἀν ' αἰθέρα λαμπετόωσαν Ἠέλιον φαέθοντα σὺν ἅρματι πῶλοι ἄγουσι . Μᾶλλον ἐγὼ πινυτοῖο |
δ ' ἔστιν ; Σιγᾶν ἄμεινον , μή τις ἔνδοθεν κλύῃ . Οὐ τὰν Ἄρτεμιν τὰν αἰὲν ἀδμήταν , τόδε | ||
οἱ κάτω θεοί . Τάδ ' ἐξυβρίζει , πλὴν ὅταν κλύῃ τινὸς ἥξοντ ' Ὀρέστην , τηνικαῦτα δ ' ἐμμανὴς |
. φαλήτων : Τῶν μορίων . τὰ δ ' ὑπέρτερα νέρτερα : Τὰ ἐπικρατέστερα εὐτελέστερα ποιήσει , τοὺς ἄνδρας δηλονότι | ||
ἐγκυκλία , παίκτειρα διώγμασιν ἠεροφοίτοις , ἣ φάος ἐκπέμπεις ὑπὸ νέρτερα καὶ πάλι φεύγεις εἰς Ἀίδην : δεινὴ γὰρ ἀνάγκη |
αὖτ ' ἐγένοντο , καὶ ὁππότε φάεα δοῖα Μήνης καὶ Τιτῆνος ἀποκλίνως ' ἀπὸ κέντρου , ἢ συναφὴν τεύχως ' | ||
, αὐτοῖς δὲ μή . ἑκὰς Τιτηνίδος Αἴης : τοῦ Τιτῆνος ποταμοῦ , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ χώρα Τιτηνὶς |
καὶ συνουσίας ἀφροδισίων . ἀλειμμάτων δὲ παραλήψεις γενόμεναι παρ ' ἐμπείρων παρατετήρηνται . τοῖς δ ' ἐπιληπτικοῖς ἁρμόδια καὶ ταῦτα | ||
ἀμπέλους κατασείει τὰς ῥάγας καὶ κατελθὼν κυλίεται περὶ αὐτὰς καὶ ἐμπείρων ταύτας ταῖς ἀκάνθαις * αὐτοῦ * πρὸς τὴν οἰκείαν |
[ Α . β ] ἡ δὲ ἔθεεν κατὰ κῦμα διαπρήσσουσα κέλευθον : ὦ πολὺς ὄγκος : ὄγκον λέγει τὴν | ||
: ἣ δ ' ὑπ ' ἀήτῃ πλῶε κυβερνήτῃ τε διαπρήσσουσα θαλάσσης βένθεα . Θεσπεσίη δὲ πρὸς οὐρανὸν ἤλυθεν Ἠώς |
. φευγέμεν ἐκ μεγάροιο θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν * ποδοψοφίην ἀίουσα βρισίθ : γένεσις . ἐλσιμόθ : ἔξοδος . ὀδοικρά | ||
ἀυτήν σμερδαλέην ἐσιδών , μέγα νήπιος : ἡ δ ' ἀίουσα , τὸν μὲν ἄρ ' ἁρπάγδην χαμάδις βάλε κεκληγῶτα |
ἀρκτέον τὸ πρᾶγμα σὺν τάχει τινί . Ὦ Θάνατε , Θάνατε , νῦν μ ' ἐπίσκεψαι μολών : καίτοι σὲ | ||
χρόνον τρέφοιτε τήνδε τὴν νόσον ; Ὤμοι μοι . Ὦ Θάνατε Θάνατε , πῶς ἀεὶ καλούμενος οὕτω κατ ' ἦμαρ |
λέγω τοῦ Ὀικλέους τὸν Ἀμφιάρεων , σώφρων καὶ δίκαιος ὢν συγκαθελκυσθήσεται καὶ εἰς τὸν Ἅιδην καταχθήσεται μετὰ τῶν ἀσεβῶν , | ||
τὸν Ἀμφιάρεων . σώφρων καὶ δίκαιος καὶ εὐσεβὴς ἀνὴρ ὢν συγκαθελκυσθήσεται καὶ εἰς τὸν Ἅιδην καταχθήσεται μετὰ τῶν ἀσεβῶν , |
τύχης καλῶς πεσόντος καὶ τοῦ δαίμονος καὶ τῆς βάσεως ἡ περιποίησις κακωθῇ , ἐν προβάσει τῆς ἡλικίας μειοῦσι τὰς ὑπάρξεις | ||
ἐκώλυσε Κύριος τοῦ ἀναβῆναι ὕδωρ ἐν αὐτοῖς , ἵνα γένηται περιποίησις τοῦ Ἰωσήφ . Καὶ ἐποίησε Κύριος οὕτως , ἕως |
καὶ τοὔνομα τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας πάτριον ὑπάρχον ἡμῖν καὶ σὺν οἰωνοῖς αἰσίοις θεῶν ἐπικυρωσάντων παρεληλυθὸς εἰς τὴν πόλιν αὐτῆς ἕνεκα | ||
λογισμόν , ὅτι καθέδρα μέν ἐστι καὶ στάσις ἀρίστη τῶν οἰωνοῖς μαντευομένων ἡ βλέπουσα πρὸς ἀνατολάς , ὅθεν ἡλίου τε |
ἀχέων ξύσαντες ἀνάγκην πευκεδανοῦ βιότοιο παραπλώωσι κελεύθους . Καὶ βρέφος Ἕσπερον εἶδον , ὃς ἄγγελός ἐστιν ὁμίχλης ἠελίου δύνοντος ἐπὶ | ||
γραφέντας ἀνατεθῆναι Πυθαγόραι . δοκεῖ πρῶτος πεφωρακέναι τὸν αὐτὸν εἶναι Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον [ § ] . . . , |
τὸν Ἀτλάντειον τηροῦσι πόλον σὲ τὸν αὐτοφυῆ , τὸν ἐν αἰθερίῳ ῥύμβῳ πάντων φύσιν ἐμπλέξανθ ' , ὃν πέρι μὲν | ||
χθόνιον χάσμ ' εὐφήμως προχέωμεν σὲ τὸν αὐτοφυᾶ τὸν ἐν αἰθερίῳ ῥύμβῳ πάντων φύσιν ἐμπλέξανθ ' , ὃν πέρι μὲν |
, ἢ ἐπὶ ξηρότητα , ἢ ἐπὶ στύψιν , καὶ ἀνάπτει πυρετόν : ἀθροιζομένης γὰρ ἐν τῷ σώματι τῆς δακνώδους | ||
πυρετὸς γίνεται κακοήθης ; ὁ γὰρ κόπος τὸν ἐφήμερον μόνον ἀνάπτει ; καί φαμεν ὅτι ἐνταῦθα συνεχεῖς ἐγένοντο οἱ κόποι |
εἰρήνης καμάτοισι τέρπεται ἁρπαλέοισι καὶ εὔδιος εἰλαπινάζει , ἀνδρῶν τε πλήθουσα χοροιτυπίης τε γυναικῶν : ὣς οἱ λευγαλέους τε πόνους | ||
, μεταξὺ Φρυγίας καὶ Λυδίας πόλις , θερμῶν ὑδάτων πολλῶν πλήθουσα , ἀπὸ τοῦ ἱερὰ πολλὰ ἔχειν . βʹ Κρήτης |
τίς ἕδρα , τίν ' ἔχει στίβον , ἔναυλον ἢ θυραῖον ; Οἶκον μὲν ὁρᾷς τόνδ ' ἀμφίθυρον πετρίνης κοίτης | ||
μὴ δόκει μ ' ἄν , εἴπερ ἦν πέλας , θυραῖον οἰχνεῖν : νῦν δ ' ἀγροῖσι τυγχάνει . Ἦ |
μάρψας ἡνία θῆκεν ἐς ἰσχία καὶ μέσα νώτων καὶ σθένος εἱλίσσων πεφορημένος αὖτις ὀπίσσω κλινομένων μελέων ἐβιάζετο θυιάδας ἵππους καὶ | ||
' ἐσορῶσα : ὃ καὶ κρεῖττον . . κοινὸν φάος εἱλίσσων ] ὁ φωτίζων , συστρέφων , κινῶν . . |
δόξας παρέχει , ἀπαραμόνους δὲ ἢ ὅσα ἂν διαπράξωνται μετὰ ἐναντιωμάτων καὶ κινδύνων ἢ κρίσεων καὶ ἐπηρειῶν . Ὁ δαίμων | ||
δὲ κακοποιὸς ἐπιδιακατέχει τὸν χρόνον , ἄπρακτος καὶ ἐπίνοσος δυσκαταγώνιστος ἐναντιωμάτων πλήρης , ὡς καὶ πρὸς τοῖς κακοῖς ἀδρανῆ καὶ |
περὶ κῆρι φίλει Ζεύς τ ' αἰγίοχος καὶ Ἀπόλλων παντοίην φιλότητ ' . οὐδ ' ἵκετο γήραος οὐδόν . † | ||
, ἁβρὲ κύπασσι , τὸν Ὀμφάλη ἥ ποτε Λυδὴ λυσαμένη φιλότητ ' ἦλθεν ἐς Ἡρακλέους : ὄλβιος ἦσθα , κύπασσι |
, βλαβήσεται ὁ ἔχων τὸν ἀγαθοποιὸν παρὰ τοῦ ἔχοντος τὸν κακοποιόν . Ὅτε τύχῃ τὸ μεσουράνημα τοῦ κυρίου ὢν ὁ | ||
ὡρῶν κυβερνήτην ἀγαθοποιὸν ἀστέρα , ὑπόφαινε ἀγαθά : εἰ δὲ κακοποιόν , ἐναντία . Ὁ δὲ θʹ δηλωτικὸς κυβερνᾷ τὰς |
Ἴδαν προκατεγγυηθείσας τοῖς Διοσκούροις εἰς μάχην κατέστησαν . ὃς τὸν πλανήτην ὀρθάγην : τὸ ἑξῆς ὃς Ζεὺς θήσει βαρὺν κολῳὸν | ||
, ἔχουσα τὸν σὸν τῆς βοῆς πρωτοστάτην , τὸν σὸν πλανήτην , οὐ προφήτην , Μωάμεθ , οὗ τὸν χιτῶνα |
γε καὶ τοῖς ὄνοις ἀπέδωκεν ἡ παροιμία , τὸν ξύοντα ἀντιξύειν : ἄνθρωποι δ ' ἄρα ὑπὸ θεῶν ἀγόμενοι θεοὺς | ||
τῶν κεκραγάτων τινὰς εἰς βοήθειαν . Τὸν ξύοντα δ ' ἀντιξύειν : ἐπὶ τῶν διὰ χάριν χάριτας ποιούντων . Τοῦτο |
Ἰήσων : ἄλλῃ δ ' ἄλλος ἔμικτο : καὶ ἐκλελάθοντο πορείης , εἰ μὴ ἀποτροπίοις ἐνοπαῖς θελξίφρονι θυμῷ ἡμετέρῳ θελχθέντες | ||
πάθον Μινύαισιν ὁμοῦ ποτὶ Σύρτιν ἀήταις ἢ πῶς ἐξεσάωθεν ἁλιπλάγκτοιο πορείης : ὅσσα τ ' ἄρ ' ἐν Κρήτῃ πάθον |
σῖτος πολὺς καὶ οἶνος φοινίκων καὶ ὄξος [ καὶ ] ἑψητὸν ἀπὸ τῶν αὐτῶν . αὐταὶ δὲ αἱ βάλανοι τῶν | ||
δεδείπναμεν . Ὃν χρὴ δεδειπνάναι πάλαι . Ἀγαπῶν τε κἂν ἑψητὸν ἐν τεύτλοις ἕνα διὰ δωδεκάτης ἑψόμενον ἡμέρας ἴδῃ . |
καὶ συγκοπῇ βάζω . Βάδεα , πλεονασμῷ τοῦ β . ἄδεα γὰρ ἐστὶ κυρίως ἐπὶ τῶν ἐγκοιτίων . Βαῦνοι , | ||
δίψαις ' ὐπὰ καύματος ⌋ ἄχει δ ' ἐκ πετάλων ἄδεα τέττιξ ˘ ˘ – ˘ ⚔ ἄνθει δὲ σκόλυμος |
τότε τοῖς περὶ τὸν Ἴδαν , ὅταν πλανήτην ὀρθάγην πικρὸν καταρρακτῆρα δέξωνται δόμοις . ὀρθάγην δὲ κατὰ γλῶσσαν τὸν ξένον | ||
πλανώμενον ὀρθάγην καὶ ξένονλέγει δὲ τὸν Ἀλέξανδροντὸν σίντην καὶ βλαπτικὸν καταρρακτῆρα καὶ ἀετὸνδιὰ τὸ ἁρπακτικόνκαὶ πικρὸν οἱ Διόσκουροι καὶ οἱ |