: γράφεται δολομήχανον . δόλοισιν : ἐν , μηχανήμασιν . Πολλάκι : κατ ' ἀποκοπήν . κρατερόν : ἰσχυρόν .
Αἰγιαλήων . Αὖλίν τέ σφ ' ἄγαγον Πεσσά τε Ναυπλιάδαο Πολλάκι οὑ κλισίῃσι Πυληγενέεσσί τε νηυσὶν ἐννύχιοι πίλναντο νόσων ἅπερ
8690622 ἀλληκτον
ἀλλά σφιν τότ ' ἀνέβραχε διψάδος αὔτως ἐκ κορυφῆς , ἄλληκτον : Ἰησονίην δ ' ἐνέπουσιν κεῖνο ποτὸν Κρήνην περιναιέται
θάρσος περὶ καρδίαν ἀποφαίνει ἐν δὲ σθένος ὦρσεν ἑκάστῳ καρδίῃ ἄλληκτον πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι . τὸ δὲ ἐπιθυμητικὸν ὅπως περὶ
8682884 ἀροτρευς
παυσαμένης δὲ ἐκείνης , ἐπύθετο τί κλαίεις ; ἔλεγεν ὁ ἀροτρεύς σοφήν τε καὶ ἀγαθὴν γυναῖκα κατώρυξα , ὅταν δὲ
? 〛 Τὸν δ ' ὁ γέρων προσέειπε βοῶν ἐπίουρος ἀροτρεύς , παυσάμενος ἔργοιο τό οἱ μετὰ χερσὶν ἔκειτο :
8654954 τανυσσας
πένθος ἀποκταμένου ἑτάροιο , καὶ βάλεν ὠκὺν ὀιστὸν Ἀγήνορος ἄντα τανύσσας : ἀλλά οἱ οὔ τι τύχησεν ἀλευαμένου μάλα τυτθόν
νομῆες . ὦκα δ ' ὑπὸ φλιὴν προδόμῳ ἔνι τόξα τανύσσας , ἰοδόκης ἀβλῆτα πολύστονον ἐξέλετ ' ἰόν . ἐκ
8652534 ἀργαλεη
δ ' αὐχένος ἶνας ἄντικρυς ἀίξας : τὸν δ ' ἀργαλέη κίχε Μοῖρα . Ἄλλος δ ' ἄλλῳ τεῦχε φόνον
μιν θηρήτορες ἄνδρες ἀμφὶ θύρῃ λοχόωντες ὑπὸ βροχίδεσσιν ἄγωνται : ἀργαλέη γενύεσσι καὶ ἀντία δηρίσασθαι θηρσί τ ' ἀρειοτέροισι καὶ
8650479 κατηλυθεν
Ἀστερόπη καὶ τηλεφανὴς Ὑπερίων . Ἥ ῥα θοῶς ἐπὶ νῆα κατήλυθεν : ἐκ δ ' ἄρα πάντες θάμβεον εἰσορόωντες :
φάος ἠελίοιο . Ὅμηρος δὲ οὕτω λέγει : ἑβδομάτῃ δἤπειτα κατήλυθεν ἱερὸν ἦμαρ . καὶ πάλιν : ἕβδομον ἦμαρ ἔην
8633653 ὁσσοις
καὶ ἴδμονα μαντοσυνάων . ὣς δ ' αὕτως σκέψαιο καὶ ὅσσοις ἀστράσι Μήνη συμφέρετ ' , ἢ ὅσσοισι μέχρις φάσιος
, ἄφνω ἀπενόσφισαν ὄλβον . ἐν πενίῃ δὲ μογεῦσι καὶ ὅσσοις φῶτα δύ ' ὥρην μὴ λεύσσῃ , πάμπαν δέ
8631804 εἰναλιοις
εἴδεα νῶϊ φύτευσας , ὅσσα βροτοῖσιν ὄπασσας , ὅς ' εἰναλίοις νεπόδεσσιν . ὃς τόδ ' ἐμήσαο πάγχυ καμήλων αἰόλον
ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων , εἰναλίοις ῥοίζοισι τινάσσων ἁλμυρὸν ὕδωρ , ὃς τριτάτης ἔλαχες μοίρης
8622275 ἀϋτει
εἰς δόμους νέκυν ; πόσις πόσις μοι πλησίον γαμηλίους μολπὰς ἀϋτεῖ παρθένοις ἡγούμενος . οὐ θᾶσσον ; οὐ σταλαγμὸν ἐξομόρξετε
ἐάγησαν ἡμετέρης βιοτῆς [ , αὖον ] δέ μοι οἶκος ἀϋτεῖ . Ἄλλοτε γὰρ ἄλλοις ὄλβου λάχος ἀνθρώποισιν : οἵη
8608372 ἐπικριον
ἔσχατα πείρατα Πόντου . αὐτίκα δ ' ἱστία μὲν καὶ ἐπίκριον ἔνδοθι κοίλης ἱστοδόκης στείλαντες ἐκόσμεον , ἐν δὲ καὶ
τῶν ἱματίων πεποιημένου ἀρμένου : “ τηλοῦ δὲ σπεῖρον καὶ ἐπίκριον . ” σπιλάδες ὁ μὲν Ἀπίων αἱ ἐν ὕδατι
8597160 ἁζομενος
ἔλυσαν , μνήσατ ' ἔπειτ ' Εὔφημος ὀνείρατος ἐννυχίοιο , ἁζόμενος Μαίης υἷα κλυτόν . εἴσατο γάρ οἱ δαιμονίη βῶλαξ
, δείματι πάλλων , ἰήιε Δάλιε Παιάν , ἀμφὶ σοὶ ἁζόμενος τί μοι ἢ νέον ἢ περιτελλομέναις ὥραις πάλιν ἐξανύσεις
8584507 πνοιῃσι
τόρνωσε : κατεσκεύασεν . τὰ μέν : τὰ ἱστία . πνοιῇσι : τοῦ ἀνέμου δηλονότι , καὶ ἀναπνοαῖς τῶν ἀνέμων
ἐξόπιθε ῥιπῇσιν ἐλαυνόμενοι μογέουσιν . ἀλλ ' ἁλιεὺς στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος
8582905 κελαινη
κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα
, οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ :
8582341 παννυχιος
τοῦδε τάφου , ὡς ὁ φιλάκρητός τε καὶ οἰνοβαρὴς φιλόκωμος παννύχιος κρούων τὴν φιλόπαιδα χέλυν κἠν χθονὶ πεπτηὼς κεφαλῆς ἐφύπερθε
θυμῷ , ὄφρ ' ἔτι τὴν ὀλοὴν ἀναμετρήσαιμι Χάρυβδιν . παννύχιος φερόμην , ἅμα δ ' ἠελίῳ ἀνιόντι ἦλθον ἐπὶ
8581622 ἰαχε
δ ' ἐπαρηρότα θυμῶι . ” [ ] ε καὶ ἴαχε ? λαὸς ὁμαρτῆι . . . / . .
εἰσαΐοντες θάμβεον : ἐν δ ' ἄρα τοῖσι μέγ ' ἴαχε Νηλέος υἱός : Ὦ νύ μοι Ἀργείων σημάντορες ,
8580677 Ὀφρα
ἀδήλοις , ἀστοχάστοις . ἀρηρώς : ἁρμοσθεὶς , ἡρμοσμένος . Ὄφρα θάνῃ : ἵν ' ἀποθάνῃ . αὐτῷ : ἑαυτῷ
κῆρες φορέουσι , καὶ οἴσους ' ἐπὶ τὸν Ἴστρον , Ὄφρα τις ἐρρίγῃσι καὶ ὀψιγόνων ἀνθρώπων ξεινοδόχον κακὰ ῥέξαι ,
8563540 ἀγαγε
χρόνου εἰς φῶς αὐτὸν προήγαγεν : “ ἐκ δ ' ἄγαγε προφόωσδε καὶ εἰλιτόμηνόν περ ἐόντα . ” προικός τῆς
' ἔβας ἀφ ' Ἑλλάδος ] : ὅθ ' Ἑλλάδος ἄγαγε πρῶτον ἄνθος ἀτιζόμενος πώλων , Σιμόεντι δ ' ἐπ
8554115 ἐκθορε
ὡς ἐπαφητά . δεσμῷ Ἔρωτος ἀγητοῦ , ὃς ἐκ νόου ἔκθορε πρῶτος ἑσσάμενος πυρὶ πῦρ συνδέσμιον , ὄφρα κεράσσῃ πηγαίους
δὲ τῶνδ ' ἑδράνων πάλιν ἔκτοπος αὖθις ἄφορμος ἐμᾶς χθονὸς ἔκθορε , μή τι πέρα χρέος ἐμᾷ πόλει προσάψῃς .
8553324 κομισσαι
σχήσει τὸν λιθόλευστον ἔρων , καὶ ἓ καθαψαμένη γούνων ἀτέλεστα κομίσσαι πείσει : ὁ δὲ Ζῆνα Ξείνιον αἰδόμενος σπονδάς τ
' ἠπεροπῆα Πάριν Ποιάντιος ἥρως , κεκλομένου Δαναοῖς Ἑλένου Τροίηνδε κομίσσαι λοιγὸν ἀδελφειοῖο μιαιφόνον ἐκ Λήμνοιο . τῷ γὰρ Ἀπόλλων
8549755 Ἐννοσιγαιου
: ἐν δὲ πύλῃσι πέσον μεμαῶτες ἐρύσσαι ἔργον ἀπειρέσιον κρατερόφρονος Ἐννοσιγαίου . Τρῶες δ ' οὐ λήθοντο μάχης μάλα περ
τοιοῦτον . τέρας : σημεῖον . Ἐννοσιγαίῳ : ὑπὸ τοῦ Ἐννοσιγαίου : ἀντίπτωσις . Τίκτεσθαι : γίνεσθαι , γεννᾶσθαι .
8533372 ἀτειρεα
: αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἄσσον πάντ ' ἐφόρει , χρυσὸν καὶ ἀτειρέα χαλκὸν εἵματά τ ' εὐποίητα , τά οἱ Φαίηκες
σωματικῶν τούτων λέγων ἐπήγαγεν : ἐξ ὧν ὄμματ ' ἔπηξεν ἀτειρέα δῖ ' Ἀφροδίτη . . , καὶ μετ '
8528808 κεχαρημενος
ἱκνεῖται φόρτον γενύεσσιν ἀγινῶν . αὐτὰρ ὅ γ ' ἀντιάᾳ κεχαρημένος ὠκὺς ἐπακτήρ , ἄμφω δ ' ἀείρας ἀπὸ μητέρος
τραπέζῃ τέρπονται κρητῆρος ἀμοιβαίοις δεπάεσσιν : ὣς ὁ μὲν ἀσπαλιεὺς κεχαρημένος ἐλπωρῇσι μειδιάᾳ , δείπνοις δὲ νέοις ἐπιτέρπεται ἰχθύς .
8524070 ἀπειρεσιων
τάλας , ἔμελλες χρόνῳ στερεόφρων ἄρ ' ἐξανύσσειν κακὰν μοῖραν ἀπειρεσίων πόνων . Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες
δὲ δαίνυται ὅν κ ' ἐθέλῃσι , κρινάμενος τὸν ἄριστον ἀπειρεσίων παρεόντων . Ἀλλ ' ἔμπης καὶ τοῖσιν ἀνάρσιοι ἀντιφέρονται
8522259 ἠυ
' ἔνθα καὶ ἔνθα Πατρόκλου ποθέων ἀνδροτῆτά τε καὶ μένος ἠύ ἠδ ' ὁπόσα τολύπευσε σὺν αὐτῷ καὶ πάθεν ἄλγεα
μόνον καὶ οὐδέτερον γένος , οἷον πολύς πολύ , ἠύς ἠύ : ταῦτα γὰρ οὐκ ἔχουσι θηλυκά : πρόσκειται ἐν
8520317 ἀθρησειε
ἔμπαλιν ὄμματ ' ἔνεικε , καλυψαμένη ὀθόνῃσιν , μὴ φόνον ἀθρήσειε κασιγνήτοιο τυπέντος : τὸν δ ' ὅγε , βουτύπος
φρένες ἐντός . ἤτοι ὅτ ' ἐς πεδίον τὸ Τρωϊκὸν ἀθρήσειε , θαύμαζεν πυρὰ πολλὰ τὰ καίετο Ἰλιόθι πρὸ αὐλῶν
8517765 ἐπειγομενοιο
καὶ ζυγὸν ὀρθὸν ἔχουσι σελασφόρον αὐχένι κοῦραι χερσὶν ἐπισφίγγουσαι : ἐπειγομένοιο δὲ ταρσοῦ ἐκταδὸν ἀΐσσουσι καὶ ἠερίηισι κελεύθοις ἱπτάμεναι προθέουσιν
: ἀστεμφὴς ὁ ἀμετακίνητος ἀπὸ τοῦ στέμπω τὸ μετακινῶ . ἐπειγομένοιο : σπουδάζοντος , διωκομένου ὑπὸ τοῦ φόβου . βαρύνει
8514643 βολαων
Κ . Λ . οὐ γάρ τι πληγέων ἀδαήμων οὐδὲ βολάων . † ) λείπει τὸ εἰμί . . Δ
τάρταρον ἠερόεντα ποδῶν , αἰπεῖά τ ' ἰωὴ ἀσπέτου ἰωχμοῖο βολάων τε κρατεράων . ὣς ἄρ ' ἐπ ' ἀλλήλοις
8513968 θετ
α [ τὴν δ ] ' ! Ἠλέκτωρ ? ? θέτ ' ἄκοιτιν ? ? η [ ] κρατερός τε
φίλος υἱός , εἵματα ἑσσάμενος , περὶ δὲ ξίφος ὀξὺ θέτ ' ὤμῳ , ποσσὶ δ ' ὑπὸ λιπαροῖσιν ἐδήσατο
8511683 ῥεξειν
κεν ἐμὲ κτείνης ; χαλεπῶς δέ ς ' ἔολπα τὸ ῥέξειν . ἤδη μὲν σέ γέ φημι καὶ ἄλλοτε δουρὶ
ἀτὰρ χθόνα ποσσὶν ἀμύσσων Σκορπίος οὐκέτι τοῖος . Ὀιστευτῆρι τε ῥέξειν ἠδὲ καὶ Αἰγοκερῆι . καθ ' Ὑδροχόου δὲ βεβώσης
8508743 ἱστατ
καὶ νεκύεσσι . πορφύρεον δ ' ἄρα κῦμα διιπετέος ποταμοῖο ἵστατ ' ἀειρόμενον , κατὰ δ ' ᾕρεε Πηλεΐωνα :
Αἰακίδαο ῥώοντ ' : ἐν δ ' ἄρα τοῖσιν ἀρήϊος ἵστατ ' Ἀχιλλεύς , ὀτρύνων ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας
8508371 σπηλυγγι
μεσάτῳ μέσου ἤματος ἀγρώσσοιεν , εὖτέ τις ἐν δρυμοῖσιν ὑπὸ σπήλυγγι λιασθείς , κάρφεα λεξάμενός τε καὶ ὠκύμορον φλόγα νήσας
ἄνθεσιν εἴαρος ὥρῃ , οἵη δ ' αὖτε θέρευς γλυκερὴ σπήλυγγι χαμεύνη , οἵη δ ' ἐν σκοπέλοισιν ἐπακτήρεσσι πάσασθαι
8507047 λοχειης
καταντίον ἄρσενος αἴγλης μαρμαρυγὴν ἥρπαξεν : ἀπ ' αὐτογόνου δὲ λοχείης πλησιφαὴς ἥβησεν ἐϋτροχάλοισι προσώποις . καὶ Φαέθων μαίωσε καὶ
πυριτρεφέων ἀπὸ κόλπων ξανθοφαὲς μαίωσε φάος νέον : ἐκ δὲ λοχείης ὄρθριος ἀντέλλων ἀναπάλλεται ὠκὺς ὁδίτης , καὶ πάλιν ἡβήσαντα
8505812 κορθυεται
τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα *
' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , τὸ καθοπλίζεσθαι . κορθύεται διεγείρεται καὶ εἰς ὕψος αἴρεται . κόρσην κεφαλήν .
8501950 σμερδαλεα
εἴη . Αὐτὰρ ὃ βῆ παρὰ θῖνα θαλάσσης δῖος Ἀχιλλεὺς σμερδαλέα ἰάχων , ὦρσεν δ ' ἥρωας Ἀχαιούς . καί
κυρίως τὸ τῇ ὄψει καταπληκτικὸν , λέγεται δὲ καὶ βοὴ σμερδαλέα καὶ δοῦπος καὶ ἄλλα τοιαῦτα . μέρδω τὸ ἀφανίζω
8498782 καββαλε
δὲ μέγα σαρκὸς ἄραξε δούρατι νωμήσας , ἐπὶ δὲ χθονὶ κάββαλε μέσσῃ . τῷ δὲ Φόβος καὶ Δεῖμος ἐύτροχον ἅρμα
ὄζους . Πολλάκι δ ' Αἴαντος μεγάλου στιβαροὺς ὑπὸ μηροὺς κάββαλε Τυδείδης κρατερὰς χέρας , ἀλλά μιν οὔ τι ἂψ
8496686 ῥιον
ἐρατεινήν ἡ διπλῆ ὅτι ὄρος ὁ Ὄλυμπος : τὸ γὰρ ῥίον ἰδίως ἐπ ' ὄρους τάσσεται . . . .
φησίν . . „ . „ . . . περὶ ῥίον Οὐλύμποιο : ἵνα αὐτὸ δεσμεύσας καὶ τὰ λοιπὰ ἐπάρῃ
8491153 ἀπωθε
μὲν παρὰ ποσσὶ θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν , ἐσθλὰ δὲ πολλὸν ἄπωθε : πόνον δ ' ἐς μέσσον ἔλασσαν : τοὔνεκα
[ ] ον : ὦ Παλαίμονες [ ] [ ] ἄπωθε ? ? τὸν φθόρον . . . ποττὰς ἱερὰς
8491084 νωλεμες
Οἳ δ ' αἰεὶ περὶ νεκρὸν ἀκαχμένα δούρατ ' ἔχοντες νωλεμὲς ἐγχρίμπτοντο καὶ ἀλλήλους ἐνάριζον : ὧδε δέ τις εἴπεσκεν
' ὀιστῷ , ἔμπης δ ' ἀφλάστοιο παρέθρισαν ἄκρα κόρυμβα νωλεμὲς ἐμπλήξασαι ἐναντίαι . αὐτὰρ Ἀθήνη Οὔλυμπόνδ ' ἀνόρουσεν ,
8485594 ὠκυπετα
. Ὣς εἰπὼν ὑπ ' ὄχεσφι τιτύσκετο χαλκόποδ ' ἵππω ὠκυπέτα χρυσέῃσιν ἐθείρῃσιν κομόωντε , χρυσὸν δ ' αὐτὸς ἔδυνε
αὐτῷ καὶ τὸ ἅρμα ζεύγνυται , καὶ οἱ ἵπποι θέουσιν ὠκυπέτα χρυσέῃς ' ἐθείρησιν κομόωντες . Ζεύγνυται δὲ καὶ Ποσειδῶνι
8481793 μακρῃσιν
ἀψορρόου Ὠκεανοῖο πρεσβυτάτη : νόσφιν δὲ θεῶν κλυτὰ δώματα ναίει μακρῇσιν πέτρῃσι κατηρεφέ ' : ἀμφὶ δὲ πάντῃ κίοσιν ἀργυρέοισι
δὲ στήσας , ἀραρὼν θαμέσι σταμίνεσσι , ποίει : ἀτὰρ μακρῇσιν ἐπηγκενίδεσσι τελεύτα . ἐν δ ' ἱστὸν ποίει καὶ
8480598 ἰκμενον
βαθὺν τὸν ὄρθρον ἀναχθέντων φησὶν ὁ ποιητής : Τοῖσινδ ' ἴκμενον οὖρον ἵει ἑκάεργος Ἀπόλλων , τὸ περὶ τὸν ἥλιον
' ἀνάγοντο μετὰ στρατὸν εὐρὺν Ἀχαιῶν : τοῖσιν δ ' ἴκμενον οὖρον ἵει ἑκάεργος Ἀπόλλων : οἳ δ ' ἱστὸν
8477474 Εὐξεινοιο
ἀυτῆς , ἐσσυμένως μάλα πᾶσαν ἀνεπλήμμυρε θάλασσαν ὅσση ἀπ ' Εὐξείνοιο κατέρχεται Ἑλλήσποντον , καί μιν ἐπ ' ἠιόνας Τροίης
πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης . τῷ δ ' ἐνὶ ναιετάουσιν ἑωθινὸν ἔθνος
8474865 χρυσεωι
, μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων
' οὑτωσὶ λέγει : – ˘ ˘ – τότε δὴ χρυσέωι ἐν δέπαϊ Ἠέλιον πόμπευεν ἀγακλυμένη Ἐρύθεια . καὶ Αἰσχύλος
8474100 ἐθειραις
ἄρ ' ἐκ φλοίσβου Ἀσβώτιοι ὦκα φέροντες ὑστάτιον ῥύσαντο κονισαλέῃσιν ἐθείραις ἵπποι καλὰ νάουσαν ἐπορνύμενοι Φυσάδειαν . Ἀνέρος ἀρράτοιο φόωσδ
, θήρεσσι πανέξοχος , ὅντε καλεῦσι χρύσεον , ἀστράπτοντα περισσοκόμοισιν ἐθείραις , οὐ λύκος , ἀλλὰ λύκου προφερέστατος αἰπύτατος θήρ
8468268 κυβερνητηρα
παρὰ Νεῖλον ἔστησαν βορέαο κακὴν προφυγόντες ὁμοκλήν , ἦμος ἀποψύχοντα κυβερνητῆρα Κάνωβον Θώνιος ἐν ψαμάθοις ἀθρήσατο : τύψε γὰρ εὐνῇ
] ἐπιμάρτυρα πᾶσι φυλάσσεις [ ] [ Ζῆνα ] γιγαντοφόνοιο κυβερνητῆρα χορείης [ . ] [ Ζῆνα γὰρ ] αὐτὸν
8466183 ἐνοπη
Μακρὸν δ ' ἅμα πάντες ἄυσαν : σμερδαλέη δ ' ἐνοπὴ μέχρις οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανε , μέχρις ἐπ ' Ἀιδονῆος
τῶν ᾠδῶν εὐρυθμίᾳ . οὐκ εὖ δέ : ἡ γὰρ ἐνοπὴ ἀεὶ ἐπὶ θορύβου τίθεται . Θρηικίης Ζώνης ἐπιτηλεθόωσαι :
8465069 ἀνδρολετειραν
τὰς Ἀμαζόνας συστρατεῦσαι Τελαμὼν ἀκόρητος ἀυτῆς . . . κτείνας ἀνδρολέτειραν ἀμώμητον Μελανίππην . . . ἔνιοι δέ φασιν ,
' , ὦ πολιοῦχοι θεοί , τοῖσι μὲν ἔξω πύργων ἀνδρολέτειραν κάκαν , ῥίψοπλον ἄταν , ἐμβαλόντες ἄροισθε κῦδος τοῖσδε
8464289 κλονεουσιν
φύλοπιν ὀτρύνουσα . Ὡς δ ' ὅτε κύματα μακρὰ δύω κλονέουσιν ἀῆται σμερδαλέον βρομέοντες ἀνὰ πλατὺ χεῦμα θαλάσσης ἔκποθεν ἀλλήλοισι
, ἠύτε κίρκοι φῦλα πελειάων ἠὲ μέγα πῶυ λέοντες ἀγρότεροι κλονέουσιν ἐνὶ σταθμοῖσι θορόντες : οὐδ ' ἄρα τις κείνων
8463285 δουρασι
πλέκεται περὶ χερσὶ γυναικῶν νυμφία , φωλεύει δ ' ὑπὸ δούρασι κευθόμενον πῦρ . ὤμοι ἐμῶν ἀχέων , ὤμοι σέο
] θεον ? [ ! ! ] ? ὁδεύει ? δούρασι ποντοπόροισι [ ] [ ] ? ? [ ]
8461764 δινευων
ὄλεθρον . ὡς δὲ κύνας βρώμῃσιν ἀνὴρ ἐπὶ μῶλον ὀρίνει δινεύων μέσσοισιν ἑλώρια , τοὶ δ ' ἐπὶ γαστρὶ ἔξοχα
' , ἔτι καὶ νῦν ἐνθάδ ' ἀνιήσεις διὰ νύκτα δινεύων κατὰ οἶκον , ὀπιπεύσεις δὲ γυναῖκας ; ἀλλ '
8458894 δαπεδοιο
ἐτυμολογοῦσι δὲ τοῦτο παρὰ τὴν ῥοπὴν καὶ τὸ ἀλοιᾶν . δαπέδοιο δὲ ἐκ τῆς ῥίζης . στύπος : τὸ στέλεχος
δέρμα λέοντος : τὴν δ ' ὅγε , χαλκοβαρεῖ ῥοπάλῳ δαπέδοιο τινάξας νειόθεν , ἀμφοτέρῃσι περὶ στύπος ἔλλαβε χερσίν ἠνορέῃ
8457896 ἐβραχεν
ἦσαν ταῖς ψυχαῖς , εὐειδεῖς δὲ καὶ εὔσαρκοι ; . ἔβραχεν ἄξων ; . ἤτοι ὁ μὲν Περίφαντα πελώριον ἐξενάριζεν
. ἑά βʹ : τὰ ἑαυτοῦ . καὶ ἀγαθά . ἔβραχεν βʹ : ἤχησεν . ἐφώνησεν . . βράχε .
8455979 δνοφερον
τε κρήνη μελάνυδρος , ἥ τε κατ ' αἰγίλιπος πέτρης δνοφερὸν χέει ὕδωρ . τὸν δὲ ἰδὼν ᾤκτιρε ποδάρκης δῖος
ὥς τε κρήνη μελάνυδρος ἥ τε κατ ' αἰγίλιπος πέτρης δνοφερὸν χέει ὕδωρ : ὣς ὃ βαρὺ στενάχων ἔπε '
8451413 τηλεθαοντα
. Καὶ τότ ' ἄρ ' Ἀτρέος υἷες ἐς ἄγκεα τηλεθάοντα Ἴδης ὑψικόμοιο θοοὺς προέηκαν ἱκέσθαι ἀνέρας . Οἳ δ
' ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν . ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε
8450089 ἀρηγονα
δὲ καὶ νεφροῖσι δεθεὶς κάμνοντα σαώσει . Δεύτερον εὐχομένῳ τοι ἀρηγόνα λᾶαν ὀπάσσω , θεσπεσίοιο γάλακτος ἐνίπλεον , ἠΰτε μαζὸν
? ? ? ! ! ! [ ] [ ] ἀρηγόνα χεῖρα γενε [ ] [ ] ανουσαν ? [
8449586 τιναξας
: κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις ὡσεὶ λαῖφος ἀκάτου θοᾶς τινάξας κατέκλυσε τοῖς ὀλεθρίοις καὶ λάβροις κύμασι τοῦ πόντου :
λέοντος : τὴν δ ' ὅγε , χαλκοβαρεῖ ῥοπάλῳ δαπέδοιο τινάξας νειόθεν , ἀμφοτέρῃσι περὶ στύπος ἔλλαβε χερσίν ἠνορέῃ πίσυνος
8447122 σπιλαδεσσι
τῷ καί μιν προτέροισι λεοντοδέρην ὀνομῆναι ἥνδανεν ἡμιθέοισι , κατάστικτον σπιλάδεσσι πυρσῇσιν λευκαῖς τε , μελαινομέναις χλοεραῖς τε . Τὸν
ἀναψαμένη : ἀναδήσασα , δήσασα , ἀναπετάσασα , ἀνακρεμάσασα . σπιλάδεσσι : πέτραις τραχείαις , πέτραις . Ὀλίγαι : μικραί
8443642 Ἰσκεν
ἑκαστέρω ὁρμηθεῖσαν χήτεϊ κηδεμόνων ὀνοτὴν καὶ ἀεικέα θείης . ” Ἴσκεν ἀκηχεμένη : μέγα δὲ φρένες Αἰσονίδαο γήθεον . αἶψα
μύθους ἡμετέρους , μηδ ' ἔκτοθι μίμνε πόληος . ” Ἴσκεν , ἀμαλδύνουσα φόνου τέλος οἷον ἐτύχθη ἀνδράσιν : αὐτὰρ
8441417 λελασμενος
πολύκμητος χάδε γαῖα : τοῖος ἄρ ' ἐν πυρὶ κεῖτο λελασμένος ἰωχμοῖο Αἴας σὺν τεύχεσσι . Πολὺς δ ' ἐστείνετο
ὑπ ' Ἀχαιοῖς μέμβλεται , ἀλλ ' ἄρα καὶ σὺ λελασμένος υἷος ἑοῖο Δαρδάνου ἀντιθέοιο μέγ ' Ἀργείοισιν ἀρήγεις .
8433939 κρατεροιο
εἰ δέ τις ἐν ψυχρῇσι λίπῃ κονίῃσι λέβητα , παφλάζει κρατεροῖο κυκώμενον ἔνδοθι χαλκοῦ . Ἐσθλοὶ δ ' αὖτ '
φάτο κερδοσύνῃσι καὶ οὐ κάμεν ἄλγεσι θυμόν : ἀνδρὸς γὰρ κρατεροῖο κακὴν ὑποτλῆναι ἀνάγκην . Τῷ δ ' οἳ μὲν
8432957 Λαερταο
' ἀνὰ γαῖαν ἔμιμνον . Ἐυπτολέμοισι δ ' Ἀχαιοῖς υἱὸς Λαέρταο πύκα φρονέων φάτο μῦθον : Ὦ νύ μοι Ἀργείων
ἕδραι ἀγρομένων : πολλοὶ δ ' ἄρα θηήσαντο ἰδόντες υἱὸν Λαέρταο δαΐφρονα . τῷ δ ' ἄρ ' Ἀθήνη θεσπεσίην
8430234 ἐδαη
δὲ λάθεται ὧν τ ' ἔπαθ ' ὧν τ ' ἐδάη : τί γὰρ οὐκ ἐμοὶ ἔρχεται ἀγγελίας ἀπατώμενον ;
Διὶ Λητὼ κυσαμένη καὶ τοῦτον ἀνήγαγεν : αὐτὰρ Ἀπόλλων οὐκ ἐδάη Ζεφύρῳ ζηλήμονι παῖδα φυλάσσων . γαῖα δὲ δακρύσαντι χαριζομένη
8427375 ἑκατηβολου
φάτο , Τυδεΐδης δ ' ἀνεχάζετο τυτθὸν ὀπίσσω μῆνιν ἀλευάμενος ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος . Αἰνείαν δ ' ἀπάτερθεν ὁμίλου θῆκεν Ἀπόλλων
Ἀτρεΐδῃ Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον . Χρύσης δ ' αὖθ ' ἱερεὺς ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων λυσόμενός τε
8424984 πορειης
Ἰήσων : ἄλλῃ δ ' ἄλλος ἔμικτο : καὶ ἐκλελάθοντο πορείης , εἰ μὴ ἀποτροπίοις ἐνοπαῖς θελξίφρονι θυμῷ ἡμετέρῳ θελχθέντες
πάθον Μινύαισιν ὁμοῦ ποτὶ Σύρτιν ἀήταις ἢ πῶς ἐξεσάωθεν ἁλιπλάγκτοιο πορείης : ὅσσα τ ' ἄρ ' ἐν Κρήτῃ πάθον
8424175 ἐβραχε
Πήδασον οὔτασεν ἵππον ἔγχεϊ δεξιὸν ὦμον : ὃ δ ' ἔβραχε θυμὸν ἀΐσθων , κὰδ δ ' ἔπες ' ἐν
οἱ ποιηταὶ τὸ χνοιαί . παρὰ τὸ μέγα δ ' ἔβραχε φήγινος ἄξων . χνόαι δὲ τὰ ἀκραξόνια , περὶ
8423548 αἰθαλοεντος
[ ] [ ] ! [ ] [ ] τον αἰθαλόεντος [ ] πύρα πολλά [ ] ς ἕκητι [
ἠμὲν Ὀδυσσῆος ἠδ ' υἱοῦ κυδαλίμοιο . αὐτὴ δ ' αἰθαλόεντος ἀνὰ μεγάροιο μέλαθρον ἕζετ ' ἀναΐξασα , χελιδόνι εἰκέλη
8423174 ποδηνεμος
δηϊόων περὶ Πατρόκλοιο θανόντος . Τὸν δ ' αὖτε προσέειπε ποδήνεμος ὠκέα Ἶρις : εὖ νυ καὶ ἡμεῖς ἴδμεν ὅ
ἵκοντο θεῶν ἕδος αἰπὺν Ὄλυμπον : ἔνθ ' ἵππους ἔστησε ποδήνεμος ὠκέα Ἶρις λύσας ' ἐξ ὀχέων , παρὰ δ
8423163 χαρμῃ
οἱ ἀλκή . Τρῶες δ ' ὡς ἐσίδοντο δαϊκταμένην ἐνὶ χάρμῃ , πανσυδίῃ τρομέοντες ἐπὶ πτόλιν ἐσσεύοντο , ἄσπετ '
* * * * * ἢ ὑπὸ ληιστῆρσιν ἢ ἐν χάρμῃ δορίληπτοι πέρνανται σφιγχθέντες ἀεικελίοις ὑπὸ δεσμοῖς , δηθάκι καὶ
8422455 δερκομενη
Ἠλύσιον πέδον αἴης καγχαλάᾳ , καὶ θυμὸν ἰαίνεται ἄμβροτος Ἠὼς δερκομένη : τοῖσιν δὲ πέλει πόνος , ἄχρι καμόντες εἷς
ἔχ ' ἀμφ ' ὤμοισι δαφοινεὸν αἵματι φωτῶν , δεινὸν δερκομένη καναχῇσί τε βεβρυχυῖα . ] Ἐν δ ' ὀφίων
8420572 ἐλατῃσιν
ῥ ' οἳ μὲν πευκῇσιν ἀμύνονθ ' οἳ δ ' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην
δ ' ἐπ ' ἐρετμὰ ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ ξεστῇς ' ἐλάτῃσιν . αὐτὰρ ἐγὼ κηροῖο μέγαν τροχὸν ὀξέϊ χαλκῷ τυτθὰ
8419608 Ἑξειης
πάλιν ἀλδήσκουσι , καὶ πάλιν εὐπλόκαμοι δολιχὴν πλώουσι θάλασσαν . Ἑξείης ἐνέπωμεν ἐΰσφυρον , ἠερόεντα , κραιπνόν , ἀελλοπόδην ,
καῖε σιδήρῳ αἰθομένῳ : κρατερὴ δὲ κατήνυτο θηρὸς ὁμοκλή . Ἑξείης δ ' ἐτέτυκτο βίη συὸς ἀκαμάτοιο ἀφριόων γενύεσσι :
8417744 ἐλυσθεις
οὐδὸν ἄμειψεν ὀξέα δενδίλλων : αὐτῷ δ ' ὑπὸ βαιὸς ἐλυσθείς Αἰσονίδῃ , γλυφίδας μέσσῃ ἐνικάτθετο νευρῇ , ἰθὺς δ
δὲ δουρί ὀστέον ἐρραίσθη : ὁ δ ' ἐνὶ ψαμάθοισιν ἐλυσθείς μοῖραν ἀνέπλησεν . τὴν γὰρ θέμις οὔποτ ' ἀλύξαι
8417647 διεξ
δὴ τότε πείσματα νηὸς ἐπὶ πνοιῇς ἀνέμοιο λυσάμενοι , προτέρωσε διὲξ ἁλὸς οἶδμα νέοντο : ἡ δ ' ἔθεεν λαίφεσσι
ἀφρὸς ἦν περὶ στόμα . κύψαντες ὕβριν ἁθρόην ἀπέφλυσαν . διὲξ σωλῆνος εἰς ἄγγος , ! ] ε ? παρθένοι
8412545 ὀλοος
, οὔθ ' ὁράασθαι ἔλπεται , εἰσόκε δή μιν ἐπαΐξας ὀλοὸς θὴρ δαρδάψῃ : τῆς δ ' ἦτορ ὁμοίϊον ,
ὕπερθε μέγα στενάχοντα κάλυψαν : καί ῥά οἱ ἐκ βελέων ὀλοὸς περὶ τύμβος ἐτύχθη πὰρ τέμενος καὶ σῆμα κραταιοῦ Βελλεροφόντου
8411278 ἀκηχεμενη
δώματα : τὴν δ ' ἀνιοῦσαν Χαλκιόπη , περὶ παισὶν ἀκηχεμένη , ἐρέεινεν : ἡ δὲ παλιντροπίῃσιν ἀμήχανος οὔτε τι
μένος καὶ κῦδος ἀρέσθαι . Ἣ δέ που ἐν θαλάμοισιν ἀκηχεμένη περὶ παιδὶ ἐσθλὴ Δηιδάμεια πολύστονα δάκρυα χεῦε , καί
8408814 ἐσχεθε
κυδαλίμοιο οὔτασεν , οὐδὲ διὰ πρὸ δυνήσατο χαλκὸν ἐλάσσαι : ἔσχεθε γὰρ σάκος εὐρύ , κατεκλάσθη δ ' ἐνὶ καυλῷ
δὲ δυσμενέων ἀνδρῶν ἔτρεψε φάλαγγας τρηχείας : σπουδῆι δ ' ἔσχεθε κῦμα μάχης , αὐτὸς δ ' ἐν προμάχοισι πεσὼν
8408566 ἐρεμνη
πρόπαρ αἰγιαλοῖο ἤλυον ἑρπύζοντες . ἐπήλυθε δ ' αὐτίκ ' ἐρεμνή ἕσπερος : οἱ δ ' ἐλεεινὰ χεροῖν σφέας ἀμφιβαλόντες
οὗτοι πάντες ἐπαινέομεν θεοὶ ἄλλοι . ” ἐρέθοντες ἐρεθίζοντες . ἐρεμνή σκοτεινή , οἷον ἐρεβεννή , παρὰ τὸ ἔρεβος ,
8405099 Οἱη
μαινομένου , δεινὸν δ ' ἦλθον ὑφ ' ἡνίοχον . Οἵη μὲν Σάμιον μανίη κατέδησε Θεανοῦς Πυθαγόρην , ἑλίκων κομψὰ
πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο δέμας : ἔχουσιν .
8404234 κυανοχαιτα
Ἄστρα τε πάντα : καὶ σύ , Ποσείδαον γαιήοχε , κυανοχαῖτα , Φερσεφόνη θ ' ἁγνὴ Δημήτηρ τ ' ἀγλαόκαρπε
νωτιαίαν φλέβα καὶ μηκέτι εἶναι τὸ ἀντέχον νεῦρον . . κυανοχαῖτα Ποσειδάων : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ κυανοχαίτης .
8400304 κικλησκουσι
' Ἀφροδίτην [ ἀφρογενέα τε θεὰν καὶ ἐυστέφανον Κυθέρειαν ] κικλήσκουσι θεοί τε καὶ ἀνέρες , οὕνεκ ' ἐν ἀφρῷ
θεοί , ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον . καὶ πάλιν : Χαλκίδα κικλήσκουσι θεοί , ἄνδρες δὲ Κύμινδιν . διαπαίζει οὖν αὐτοὺς
8398402 χρυσεῃσιν
θωῦμα μὲν καὶ ὁ πρόνηος μέγα παρέχεται θύρῃσί τε ἤσκηται χρυσέῃσιν : ἔνδοθεν δὲ ὁ νηὸς χρυσοῦ τε πολλοῦ ἀπολάμπεται
, καὶ “ ὠκέα Ἶρις , ” καὶ “ ὠκυπέτα χρυσέῃσιν ἐθείρῃσιν κομόωντε . ” ὠλέναι πήχεις : ἀφ '
8397674 εἰρυτο
ἀπωλόμεθ ' ἀφραδίῃσιν καὶ ὃς δέ μοι οἶος ἔην , εἴρυτο δὲ ἄστυ καὶ αὐτούς οὐ μετρίως ἂν μεμψαίμεθα ,
ἤνυτο ἐκτετάσθαι . οὕτως ἀξιοῦμεν καὶ ἐπὶ τοῦ εἴλυτο καὶ εἴρυτο . Π : ὣς πολέας πέφνοντα Μενοιτίου ἄλκιμον υἱὸν
8397192 βαλλετο
. . . . . πήληξ βαλλομένη καναχὴν ἔχε , βάλλετο δ ' αἰεί καὶ φάλαρ ' εὐποίηθ ' .
δεινὴν δὲ περὶ κροτάφοισι φαεινὴ πήληξ βαλλομένη καναχὴν ἔχε , βάλλετο δ ' αἰεὶ κὰπ φάλαρ ' εὐποίηθ ' :
8395675 ἀυτει
, δρέπων τερείνης μυρσίνης κάραι πλόκους : ἰδὼν δ ' ἀυτεῖ : Χαίρετ ' , ὦ ξένοι : τίνες πόθεν
σάνδαλα θείης . οὐκ ἀίεις , παίδων ὁ νεώτερος ὅσσον ἀυτεῖ ; ἢ οὐ νοέεις ὅτι νυκτὸς ἀωρί που ,
8395548 ἀμβροτοι
δ ' ἁμαρτῇ δούρασιν ἀμφίς . ” ἀμφικτίονες περίοικοι . ἄμβροτοι θεοὶ ἀθάνατοι . ἄμερσεν ἐστέρησεν , ἄμοιρον ἐποίησεν :
Ἄλλαι ἀπειρέσιοι πολυμήτιος Ἑρμείαο δωτῖναι κομίσαντος ἐνὶ σπήλυγγι κέονται , ἄμβροτοι , ἀτρεκέες , ῥίμφα πρήσσουσαι ἕκαστα : τάων ἡμίθεός
8394059 νομοιο
βέλος λαγόνεσσιν ἀραιαῖς , οὔτε τι βουφόρβων μέλεται σέβας οὔτε νομοῖο , οὔτ ' ἀγέλης ποίην δὲ καὶ αὔλια πάντα
οὐκ ἐμπάζετο Πηλεύς . ἡ δ ' ἅτε βησσήεντος ἀποπλαγχθεῖσα νομοῖο πόρτις ἐρημαίῃσιν ἐνὶ ξυλόχοισιν ἀλᾶται φοινήεντι μύωπι , βοῶν
8393161 Αἰθων
ἡμέραις . Προχέοντι ] Προχέουσι . Ῥόον ] Ῥεῦμα . Αἴθων ' ] Μέλανα ἢ καυστικόν . Ὄρφναισι ] Ἐν
ἀργαλέος γὰρ ἐὼν καὶ φίλος εὖτ ' ἂν ἀπῆις . Αἴθων μὲν γένος εἰμί , πόλιν δ ' εὐτείχεα Θήβην
8392107 ὀρινει
πνείοντος ἀέλλαις ἠὲ Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ
. Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων , κοντῷ τιτρώσκων . ὀρίνει : ἐκείνους τοὺς δύο ἰχθύας ἐγείρει . Θωρήξας :
8391132 ὠμηστηρος
μῦθον . Εὖτε γὰρ αἰγλῆεν σφέτερον δέμας εὐρύστερνος Οὐρανός , ὠμηστῆρος ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν ,
ἔλπεται οὐχ ὁρόωσα λαθεῖν ὁρόωντος ἐφορμήν . ὡς δέ τις ὠμηστῆρος ἐπεσσυμένοιο λέοντος βουβαλὶς ἐν λόχμῃσι κάτω τρέψασα κάρηνον μαψιδίην
8384285 μεσσου
φίλῃ μεμνήσομ ' ἀοιδῇ . Μακρὸς δ ' αὖ διὰ μέσσου ἐλήλαται οὐρανοῦ ἄξων , ἀστεμφής , ὄσσοισιν ὁρωμένῳ ἀπροτίοπτος
μὴ βίος ἄρκιος εἴη . δείκνυε δὲ δμώεσσι θέρευς ἔτι μέσσου ἐόντος : “ οὐκ αἰεὶ θέρος ἐσσεῖται , ποιεῖσθε
8384218 μαιομενη
οἱ φίλον ἦτορ . παρὰ δὲ τὸ μῶ μαίω , μαιομένη κευθμῶνα , γίνεται . Μαργαίνειν . καὶ μάργος ,
γένηται . ” ὣς εἰποῦσα θεὰ δῦνε σπέος ἠεροειδές , μαιομένη κευθμῶνας ἀνὰ σπέος : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἄσσον πάντ '
8383399 μολε
κρατέεις μούνη καὶ πᾶσιν ἀνάσσεις . ἀλλά , θεά , μόλε μυστιπόλοις ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην .
ὁ Διὸς παῖς . ἰὼ ἰώ , δέσποτα δέσποτα , μόλε νυν ἁμέτερον ἐς θίασον , ὦ Βρόμιε Βρόμιε .
8382609 περικλυτον
, ἐμὴν ἐς πατρίδα γαῖαν : ἄντρον δ ' εἰσεπέρησα περικλυτὸν , ἔνθα με μήτηρ γείνατ ' ἐνὶ λέκτροις μεγαλήτορος
Πληιὰς εὖτ ' ἀκάμαντος ἐς Ὠκεανοῖο ῥέεθρα δύεθ ' ὑποπτώσσουσα περικλυτὸν Ὠρίωνα ἠέρα συγκλονέουσα , μέμηνε δὲ χείματι πόντος :
8377561 ἐσεδρακεν
κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ
. ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι
8377555 ἐλαασκον
δ ' ἔτι δεύετο μοῦνον ἀκτῖνος : τὴν οἵγε σιδηρείῃς ἐλάασκον σφύρῃσιν , μαλεροῖο πυρὸς ζείουσαν ἀυτμήν . Ἐν δ
κατὰ δ ' εὔνασε πόντον . οἱ δὲ γαληναίῃ πίσυνοι ἐλάασκον ἐπιπρό νῆα βίῃ , τὴν δ ' οὔ κε
8376580 Τυδεϊδῃ
ἐν κονίῃσι παρ ' ἀλλήλοισι τέταντο . Ἔνθ ' αὖ Τυδεΐδῃ Διομήδεϊ Παλλὰς Ἀθήνη δῶκε μένος καὶ θάρσος , ἵν
φεύγων ἐς νῆας , τότε δὴ μένος ἔμβαλ ' Ἀθήνη Τυδεΐδῃ , ἵνα μή τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων φθαίη ἐπευξάμενος βαλέειν
8373747 βλαχαι
καὶ ὥσπερ προβατώδη προΐεσθαι . τὸ δ ' ἑξῆς : βλαχαὶ βρέμονται . τὸ ἑξῆς οὕτως : βληχαὶ βρέμονται .
τῶν ἄσημον καὶ ἄναρθρον ἐχόντων τὴν φωνὴν νεογνῶν παιδίων . βλαχαὶ δ ' αἱματόεσσαι : ἡ βληχὴ κυρίως ἐπὶ τῶν
8373724 ἐκτυπε
δ ' ἄρα χρὼς ἐτράπετο . Ζεὺς δὲ μεγάλ ' ἔκτυπε σήματα φαίνων : γήθησέν τ ' ἄρ ' ἔπειτα
δὲ κατὰ νεφέεσσι κάλυψεν , ἀστράψας δὲ μάλα μεγάλ ' ἔκτυπε , τὴν δ ' ἐτίναξεν ἡ διπλῆ ὅτι ἴδιον
8373042 χαλκωι
ἀγακλυτὸς ? [ ἱππότα ] Τυδεύς [ ] ν ταναήκεϊ χαλκῶι [ ἀπηύρων ] ? Οἰνέα δῖον [ ] ν
εἶτα μετὰ γῆς τινος καμινευθεὶς ἀποστάζει ψευδάργυρον : εἶτα κραθεὶς χαλκῶι ὀρείχαλκος γίνεται . ὁ Στράβων ιγ καὶ Θεόπομπος ιγ
8370675 πελασσῃ
: ἀλλ ' ἅμα παιδὶ ἑλκομένῳ δύστηνος ἀνέλκεται , ὄφρα πελάσσῃ δυσμενέων ὑπὸ χεῖρας : ἀνάρσιοι , ἦ μέγ '
, οὐ δὲ θαλάσσης κριοῖς μειλιχίοισι συνοίσεται , ὅς κε πελάσσῃ . τίς δὲ τόσον χλούνης φορέει σθένος , ὅσσον
8369991 ἀλεγεινων
βαθὺ χεῦμα : τῶν δ ' ἄφαρ ἐξεχέοντο ῥοαὶ ποταμῶν ἀλεγεινῶν κυκλόθεν ἄλλυδις ἄλλῃ ἑλισσομένων διὰ γαίης . Ἀμφὶ δ
τραυματίαι * * * κῆρες ὀλβοθρέμμονες . . . μεριμναμάτων ἀλεγεινῶν * * * θέλγητρ ' ἁδονᾶς ἴσον μὲν θεὸν

Back