| θηρία γὰρ τῶν ἄλλων χαλεπώτερα τρέφει ἡ Λιβύη . Ἀετὸς θρίπας ὁρῶν : ἐπὶ τῶν ἀφροντιστούντων καὶ καταφρονούντων . Ἀζάνια | ||
| διώκοιεν : ἐπὶ τῶν καταπεφρονημένων καὶ οὐδενὸς ἀξίων . Ἀετὸς θρίπας ὁρᾷ : ἐπὶ τῶν καταφρονούντων τινῶν . Ἅλμη οὐκ |
| ἔχει . Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΑΝΗΣ κύρια : Ἀριστοφάνης Θεοφάνης . τὸ δὲ ἐπίθετον θεοφανής ὀξύνεται . καὶ τὰ | ||
| , ἐπιπεφυκὸς τοῖς ὁρίοις τῆς μεγάλης Ἀρμενίας χωρίον : διόπερ Θεοφάνης Συνορίαν παρωνόμασεν . . . , : Τεσσαρεσκαιδέκατος , |
| ἐν ἀκμῇ τοῦτο συμβαίνει , πάντων δὲ μάλιστα τῇ τε συκῇ καὶ τῇ ἀμπέλῳ . Ἡ δ ' ἐλάα πρὸς | ||
| ὑγρότης : τῆς μὲν οὖν ψώρας ταῦτ ' αἴτια τῇ συκῇ λέγουσιν : τῇ δὲ ἀμπέλῳ τοῦ τραγᾷν , ὅταν |
| καὶ μὴ ὁρῶν μου τὸ σῶμα ἢ καόμενον ἢ κατορυττόμενον ἀγανακτῇ ὑπὲρ ἐμοῦ ὡς δεινὰ πάσχοντος , μηδὲ λέγῃ ἐν | ||
| λόγων ; ὅμως δ ' ἂν ἄρα περὶ τῆς προικὸς ἀγανακτῇ καὶ φάσκῃ πλεονεκτεῖσθαι ταῖς χιλίαις δραχμαῖς , ψεύσεται : |
| οἷον ἀσφάλτου καὶ θείου καὶ πίττης ἅμα καιομένων , καὶ κνῖσα δὲ πονηρὰ καὶ ἀφόρητος ὥσπερ ἀνθρώπων ὀπτωμένων , καὶ | ||
| καὶ τὰς κλίνας τὰς ἀργυρόποδας : ἔτι δὲ καὶ ἡ κνῖσα ἡ τῶν σκευαζομένων εἰς τὸ δεῖπνον ἀπέκναιέ με , |
| : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ συντάξεως . ὀργὰς καλεῖται τὰ λοχμώδη καὶ ὀρεινὰ χωρία καὶ οὐκ ἐπεργαζόμενα , ὅθεν καὶ | ||
| τὰ μὲν δένδρα τὰ δ ' ὥσπερ ποιώδη τὰ δὲ λοχμώδη . λέγω δὲ ποιώδη μὲν οἷον τὸ σέλινον τὸ |
| : ταύτῃ ἐδόθη ἐλατήριον κατάποτον ἰσχυρότερον τοῦ δέοντος , καὶ ἀπήμεσε χολὴν ξυγκεκαυμένην ὑπό τε τῆς ἀσιτίης καὶ τοῦ πυρετοῦ | ||
| οἶδεν . Λοίγιον : θανάσιμον , ὀλέθριον , φθαρτικόν . ἀπήμεσε : ἀπέπτυσεν , ἐξέρασεν , ἐξέχεεν , ἐξέχυσεν , |
| καὶ φυτὰ ποτιζόμενα αὔξεται καὶ βλαστάνει καὶ πρὸς καρπῶν γενέσεις εὐτοκεῖ , στερόμενα δὲ ἐπιρροῆς ἀφαυαίνεται , οὕτως ἡ ψυχή | ||
| τὴν εὐτοκίαν : ἐὰν δὲ μὴ εὕρῃ , ἄρκτῳ ἐνατενίζουσα εὐτοκεῖ . Χελιδόνα ἐὰν πηρώσῃς , χελιδόνιον βοτάνην τοὺς ὀφθαλμοὺς |
| προρρηθεῖσα κοινὴ ἐπιμέλεια . Τοῖς δὲ ὑπὸ τῆς λεγομένης χαλκίδος σαύρας πληγεῖσι , παρακολουθεῖ οἴδημα διαφανὲς ὥσπερ ἐκλάμπον , κύκλῳ | ||
| , ἄνθος Ἀσσίου λίθου : ἕψουσι φρύνους , μυγαλᾶς , σαύρας , γαλᾶς , βατράχους , ὑαίνας , τραγελάφους , |
| ζέφυροι καὶ λίβες παμμεγέθεις ἐκριπτοῦσιν ἐκ τῆς ἐρήμου πλῆθος ἀκρίδων ἀμύθητον , τοῖς τε μεγέθεσι διαλλάττον καὶ τῇ χρόᾳ τοῦ | ||
| Περὶ τοῦ πολύ : ἄπλατον , ἄπλετον , ἄπειρον , ἀμύθητον , ἀμέτρητον , ἀναρίθμητον , ἀνεξαρίθμητον , ἀνήριθμον , |
| , κελεύεις με φωνεῖν , ὡς ψιθυρίζει τῇ τοῦ ἀνέμου πνοῇ κάλαμος : ἐγὼ δὲ καὶ ἐλάττονα τούτου φέρω βοὴν | ||
| κυκλόσε περιίσταται περὶ τὸν ὑμένα ἔξω . Ἅμα δὲ τῇ πνοῇ ἑλκομένου εἴσω τοῦ αἵματος διὰ τοῦ ὑμένος , κατὰ |
| , οἷα καὶ αἱ ῥηθεῖσαι δυσκρασίαι , εὐπέπτων δὲ καὶ εὐχύμων τροφῶν προσφοραί , τοιαῦτ ' ἂν οὖρα ποιήσειεν οἷα | ||
| πλεῖόν γε βρωθέν , ἐὰν μή τις αὐτῷ τι τῶν εὐχύμων ἐδεσμάτων ἐπιφάγῃ , κινήσει πάντως ἔμετον . Οἱ μηλοπέπονες |
| καταφορὰϲ καὶ ὕπνουϲ μακροὺϲ καὶ βαθεῖϲ : εἰ δὲ μετὰ ψυχρότητοϲ , κάρουϲ τε καὶ ληθάργουϲ . ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ | ||
| , ὁποῖόν τέ ϲοι τὸ ἀποιότατον ὕδωρ θερμότητόϲ τε καὶ ψυχρότητοϲ ἐπιφανέϲ ἐϲτι , μέϲην ὡϲ οἷόν τε μάλιϲτα κατάϲταϲιν |
| διπλόην τινὰ δυσόρατον διὰ λεπτότητα , δι ' ἧς τὸν ἰοβόλον ἰχῶρα προίησιν , ὃς σιάλοις ἀνθρώπου ῥαινόμενος ἀσθενὴς καὶ | ||
| σκορπιούρου ῥίζιον , καὶ κατακλείσας φόρει : ἀποστρέφει γὰρ παντοῖον ἰοβόλον ζῷον ἑρπετὸν τε καὶ τετράπουν , καὶ πάντας ἐχθροὺς |
| φύσει προσχρώμενον καίει . εἰ δὲ σὺν τῇ ἐπιτηδειότητι τῶν καιομένων ξύλων , πόθεν ἔχομεν λέγειν , ὅτι αὐτό ἐστι | ||
| ἐγρηγορῶσι , τῆς δὲ νυκτὸς ᾄδουσαι καὶ ψάλλουσαι διατελοῦσι λύχνων καιομένων : χρῆται δ ' αὐταῖς καὶ πολλάκις ὁ βασιλεὺς |
| ' ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων σελάχη φησὶν εἶναι βάτον , τρυγόνα , βοῦν , λάμιαν , αἰετόν , νάρκην , | ||
| ᾄδεις : ἐπὶ τῶν προλαμβανόντων τὰ πράγματα . Πονηρὰ κατὰ τρυγόνα ψάλλεις : ἐπὶ τῶν ἐπιπόνως ζώντων . Πολύποδος ὁμοιότης |
| : ὀδμῇ : διὸ καὶ τρίγλην θηρεύουσιν ἁλιεῖς δελεάμασι κρεάτων σηπομένων ζώων , καὶ μάλιστα τῶν δυσώδη πνοὴν ἐχόντων καὶ | ||
| μηδὲ τελειουργεῖν τοὺς ἐρινεούς : ὥσπερ γὰρ καὶ τῶν ἄλλων σηπομένων καὶ ἐν τούτοις ζωοποιὸς ἡ φύσις : οὐκ ἔχοντες |
| γὰρ καταπίνουσιν τοὺς ἀσθενεστέρους ἑαυτῶν . Ἡ μὲν οὖν τῶν ἐνύδρων καὶ ἑρπετῶν γονή , μετεσχηκυῖα τῆς εὐλογίας τοῦ θεοῦ | ||
| οὐ γεύεται τῶν τε χερσαίων καὶ τῶν πτηνῶν καὶ τῶν ἐνύδρων ζῴων . καὶ δὴ σκευασίας παντοδαπὰς περὶ ταῦτα μεμηχανῆσθαι |
| παρὰ Κενταύροισι . ὕαλος : διὰ τοῦ α , οὐχὶ ὕελος , καὶ θηλυκῶς ἡ ὕαλος , καὶ ὑάλινον . | ||
| κεκαυμένος , κήρυκες , τὰ ὀστρεώδη πάντα , πορφύραι , ὕελος , κίσηρις , σπεκλάριον , γύψος κεκαυμένη , ψιμύθιον |
| τηρεῖσθαι . κορυδαλλῶ : ὁ γὰρ κορυδαλλὸς κατὰ τὸ ἀμφίλυκον ἵπταται ἐπὶ τὰς νομάς . ὁ κορυδαλλὸς καὶ πρῶτος τῶν | ||
| ] ἦχος . θ ποτᾶται ] πέτεται . ποτᾶται ] ἵπταται . ποτᾶται ] ἐναέριος φέρεται . θ βρέμει ] |
| ψύξας καὶ λεάνας ἀποτίθεσο . Ἄσβεστος γίνεται οὕτως : τῶν θαλασσίων κηρύκων τὰ ὄστρακα ἐγκρύψας ἄνθραξιν ἢ εἰς διάπυρον κρίβανον | ||
| ἡ δὲ θαλαττία καρὶς σκορπιοπλήκτοις βοηθεῖ λεία καταπλαττομένη . Κοχλίων θαλασσίων ὁ ζωμὸς καὶ ἀχαρνῶν καὶ φωκίδων καὶ ἀφύων καὶ |
| πελάσω διὰ σαρκὸς ἅμιλλαν , θῦμα τριζύγοις θεαῖσι τῶι τε σήραγγας Ἴδας ἐνίζοντι Πριαμίδαι ποτ ' ἀμφὶ βουστάθμους . ἄλλος | ||
| καὶ τὰ ὅμοια ἐν τοῖς λίθοις : περὶ δὲ τὰς σήραγγας τῶν πετρῶν τὰ τήθεα καὶ αἱ βάλανοι καὶ αἱ |
| τὸ δὲ τῆς λογικῆς καὶ ἄλλο ἄλλης , εἴπερ τῷ ἀπολαμβάνεσθαί τι τοῦ ἀέρος ψυχὴν ἔχει . νυνὶ δὲ ὁρῶμεν | ||
| διασπώμενος ὁμοειδής . εἰ μὲν οὖν ὁμοειδής , ἐπειδὴ τῷ ἀπολαμβάνεσθαί τι τοῦ ἀέρος ἐν τοῖς ἐμψύχοις ἔμψυχα γίνεται , |
| λέγει δὲ καὶ τοῦ φυσέλου , οὗ τὴν ὑπερβολὴν εἴκασε βροντῇ , φαντασίαις τε βροντῶν ἢ ἤχων θαλασσίων , ἢ | ||
| αὐτὸς γίνεται παρεμφερής , ἀνέμῳ νεφέλῃ τε καὶ ἀστραπῇ , βροντῇ , βροχῇ . ὑπηρετεῖ δὲ αὐτῷ θάλασσα καὶ πέτραι |
| τὰ ἀφροδίσια τῶν παίδων : γλύφεται δὲ ἐν αὐτῷ Λίθος ἀχάτης : οἱ ἀχάται μεγίστας δυνάμεις ἔχουσιν : εἰσὶ δὲ | ||
| μαγνήτου , λίθος Φρύγιος . ἀντὶ λίθου ὀνυχίτου , λίθος ἀχάτης . ἀντὶ λίθου πυρίτου , λίθος πυρόβολος . ἀντὶ |
| ἀγγείου τὴν ἀναβολὴν τῆς γεύσεως γίνεσθαι . Ἕτεροι ἐκ τῶν πωμάτων τῶν ἀγγείων τὴν σημείωσιν λαμβάνουσιν : ἀποσκεπασθέντος γὰρ τοῦ | ||
| , παχύνεται καὶ πυκνοῦται , καὶ σταγόνες ἀποπίπτουσιν ἀπὸ τῶν πωμάτων , οἷσιν ὁ ἀτμὸς προσπίπτει . πόνοι δὲ κεφαλῆς |
| οὔτε καύματος φροντίζων , οὐδὲν δεόμενος στρωμάτων ἢ χλανίδων ἢ ταπήτων , ἀλλὰ δέρμα ἀμπεχόμενος ῥυπαρόν , λιμοῦ πνέων , | ||
| ἄγεσθαι ἐῢ πλήσασα χιτώνων χλαινάων τ ' ἀνεμοσκεπέων οὔλων τε ταπήτων . ἔνθα δέ οἱ δέπας ἔσκε τετυγμένον , οὐδέ |
| ἐπιβολῇ , διάληψιν δὲ ἔχουσαν ] , ἐὰν μὲν μὴ ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ψεῦδος γίνεται : ἐὰν δὲ | ||
| ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ψεῦδος γίνεται : ἐὰν δὲ ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ μὴ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ἀληθές . καὶ ταύτην |
| τὸ σημαινόμενον . Φιλητᾶς γὰρ καὶ Καλλίστρατος γράφουσι φρῖχ ' ὑπαλύξει , λέγοντες ὅτι οἱ πίονες τῶν ἰχθύων καὶ εὔτροφοι | ||
| δημοῦ τὴν ψυχρασίαν ὑπαλύξει . . : Φιλήτας δὲ τῇ ὑπαλύξει γραφῇ συντιθέμενός φησιν ὅτι ὁ φαγὼν ἰχθὺς τὸν Λυκάονος |
| , μελαίνει δέ . ψολόεις , ὁ ἐν τῇ ψαύσει ὀλλύων . ἑλικίας ὁ συστροφὰς καὶ ἕλικας ποιῶν , διὰ | ||
| τὰ πρὶν βρύοντα γῆς ὕπερθεν αὔεται , ὁ δ ' ὀλλύων φλογμοῖσιν αὐδᾶται Λέων . Ἐγγὺς δὲ τούτου Παρθένου κεῖται |
| τὸ μετέχον τῆς ὕλης ; πότερον ὕλη καὶ αὐτὸ ἢ ἄϋλον ; εἰ μὲν οὖν ὕλη , πῶς ἔνυλον καὶ | ||
| ὁ μὲν χρυσὸς ἡλιοειδὴς , διότι φῶς μόνον ὁ ἥλιος ἄϋλον : ὁ δὲ ἄργυρος σεληνιαῖος : διότι καὶ ἡ |
| , ὧν ἐστι κηρύλος , τροχίλος καὶ ὁ τῇ κρεκὶ προσεμφερὴς ἑλώριος . οὗτοι γὰρ ἐν ταῖς εὐδίαις παρὰ τὸ | ||
| ἡ κόμη , καὶ διὰ πλῆθος πολιῶν τριχῶν ἀφριζούσῃ θαλάσσῃ προσεμφερὴς καὶ ὑπαργυρίζουσα . ἤκμαζε δὲ οὕτω τὰ εἰς λόγους |
| μῆναν τὸν Ἀπρίλιον εἰς τὰς εἴκοσι πέντε . ὁ γὰρ ξιφίας ὁ ἀστὴρ Ἑρμοῦ προσομοιοῦται . εἰ μὲν πρὸς μέρος | ||
| δακτύλους ἁπαλοὺς ὑπ ' ἀκάνθος μηδὲ ἓν τούτους παθεῖν . ξιφίας . Ἀριστοτέλης φησὶν ἔχειν τοῦ ῥύγχους τὸ μὲν ὑποκάτω |
| ἐοικώς , ὅς τε κατὰ δεινοὺς κόλπους ἁλὸς ἀτρυγέτοιο ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ . ἤτοι γὰρ τὸ πυκινὰ | ||
| : ἀπὸ τοῦ ἀγρώσσω ῥήματος πέπτωκεν . Ὅμηρος : ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ . ἀχαιϊνέην : Ἀχαία ἐστὶ |
| ἐστι τὰ ὁρίζοντα πλῆθος καὶ καλλονὴν πίττης , οὐχ ἡ πολυκαρπία τῶν πευκῶν . Οἱ δὲ περὶ τὴν Ἴδην φασί | ||
| πρὸς τὴν νίκην . ὁμοίως δὲ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἡ πολυκαρπία τρέφουσα τοῖς τε ἀναστήμασι τῶν σωμάτων καὶ τοῖς ὄγκοις |
| μονάδα μᾶλλον ὁρᾷ , τὰ δὲ ἀνισότητι καὶ ἑτερότητι καὶ ἀνομοιότητι πρὸς τὴν δυάδα . λέγω δὲ οὐχ ὅτι καὶ | ||
| ἔχειν , τὸ δὲ μέτρον ἐν συλλαβαῖς καὶ τῇ τούτων ἀνομοιότητι : ταύτῃ τοι ῥυθμὸν μὲν συνίστασθαι καὶ διὰ τῶν |
| . , : Γεννᾶται δ ' ἐν αὐτῷ δένδρον , ῥοιᾷ παραπλήσιον , καρπὸν δ ' ἄφθονον τρέφει μήλων , | ||
| καὶ ἐνίκησεν . ἔστι δέ τι καὶ φυτὸν σίδη ὅμοιον ῥοιᾷ ἐν τῇ περὶ Ὀρχομενὸν λίμνῃ ἐν αὐτῷ τῷ ὕδατι |
| . Ἄλλως . ὡς ἡ πηγὴ τὸ μὲν τοῦ ὕδατος ἀναδίδωσιν , ἄλλο δὲ μετ ' αὐτὸ ἀναβλύζει , οὕτω | ||
| , ἥτις ὑλώδης καὶ τελματώδης οὖσα καὶ κάθυγρος δόνακας πολλοὺς ἀναδίδωσιν , ἤτοι βούτομα καὶ πάπυρα , ἀλλὰ δὴ καὶ |
| ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί . Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ Ἀριστοφάνειος ἐν ταῖς | ||
| , καὶ μελεαγρίδες , καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες , καὶ ἄλλοι Αἰθιοπικοὶ , πλήθει πολλοί . Εἰπὼν δὲ καὶ ἄλλα πλεῖστα |
| ἑκάστας ἐξέχει . Αἰσχύλος κόγχοι , μύες , ὄστρεα . Ἱκέσιος δέ φησι τῶν χημῶν τὰς μὲν τραχείας λέγεσθαι , | ||
| ἀλλήλοις φίλους , ἐχθρὸν δὲ ἢ πολέμιον μηδένα μηδενός , Ἱκέσιος δὲ ὡς ἂν ἐπήκοός τε καὶ ἵλεως τοῖς δεομένοις |
| τε εἶναι καὶ λεπτοφυλλοτέρα καὶ τὸ μέγεθος ἐλάττων καὶ ἧττον ὀρθοφυής : ἔτι δὲ τὸν κῶνον ἐλάττω φέρειν καὶ πεφρικότα | ||
| : ἄκανθα δ ' ἐστὶ δενδρώδης , θαμνοειδής , οὐκ ὀρθοφυής , ἄνθος ἔχουσα λευκόν , καρπὸν δ ' ὥσπερ |
| δυνατόν , διασπαράττοντα τοῦτον εὐμηχάνως θηρεύει καὶ τοὺς κύνας αὐτῷ ἐπαφίησι φθεγξάμενος [ δὲ ] πρὸς αὐτόν : „ ὦ | ||
| δὲ διαρπαγήν τε καὶ σκυλμὸν πάντων ἀνδραπόδων κηρύξας τοῖς στρατιώταις ἐπαφίησι τοῖς ὄρεσι τὸ πλεῖστον καὶ μαχιμώτατον τῆς στρατιᾶς μετὰ |
| 〚 〛 λευκή τις καὶ Ἀθηνᾶ Σκιράς , ὅτι τῇ λευκῇ χρίεται . Γ πρὸς τὴν ὁμωνυμίαν οὖν . Γ | ||
| τὸ δὲ ἄγαλμα οὐκ ἂν εἰκάσαις ἄλλῳ τῳ ἢ πυραμίδι λευκῇ , ἡ δὲ ὕλη ἀγνοεῖται . Λυκίοις ὁ Ὄλυμπος |
| , ἔπειτα ἐν διπλώματι τακείς , ἀναληφθείσης πτερῷ τῆς ἐπινηχομένης ῥυπαρίας καὶ διυλισθείσης εἰς θυείαν , μετὰ τὸ παγῆναι ἀποτίθεται | ||
| δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑποκατακλείσας φορέσῃ ἀπεχόμενος χοιρείου κρέατος καὶ πάσης ῥυπαρίας , σκοτίας δὲ γενομένης φανήσεται γενναῖος τοῖς ἀνθρώποις . |
| πλάσας κολλύρια χρῶ . Σκολοπένδρης θαλασσίας δραχ . ηʹ : καρίδων ποταμίων δραχ . ηʹ : σησάμου δραχ . αʹ | ||
| μετὰ τὸ προοίμιον περὶ νάρκης , βατράχου , σηπίας , καρίδων καὶ λάβρακος , περὶ βοὸς , καρκίνου , πίννης |
| ἧττον δὲ τοῦ ξηροῦ ἐνεχθέντοϲ τρέφει . φρυγέντεϲ μέντοι τὸ φυϲῶδεϲ ἀποτίθενται , δυϲπεπτότεροι δὲ καὶ βραδυπόροι γίγνονται καὶ παχὺν | ||
| τε καὶ κύκλον ὀγκουμένου χωρὶϲ ὁρμῆϲ τῆϲ πρὸϲ ἀφροδίϲια : φυϲῶδεϲ δέ ἐϲτι δηλονότι πνεῦμα τὸ ἐξογκοῦν τὸ μόριον τικτόμενον |
| πρὸ μιᾶς ἡμέρας , εἶτα τῇ ὑστεραίᾳ σὺν ὄξει πάλιν λειῶν καὶ ἐγχέων εἰς τὴν ῥῖνα : ἐνίοτε δ ' | ||
| οἴνου καὶ μυρσίνης ἐλαίου λια . κατὰ βραχὺ ἐπιβάλλων καὶ λειῶν φιλοπόνως : καὶ ὅταν ἑνωθῇ , ἀπόθου ἐν μολυβδίνῃ |
| σκαπτοῦχος ὁ Δωρικός . ἀλλά , Πόσειδον , σῷζε διὰ γλαυκῶν σέλμα τόδε ῥοθίων . * Λύχνε , σὲ γὰρ | ||
| μὲν αὐτῶν τὰς οἰνάνθας οἱ πάρνοπες οὐ κατέδονται , ἀλλὰ γλαυκῶν λόχος εἷς αὐτοὺς καὶ κερχνῄδων ἐπιτρίψει . Εἶθ ' |
| καὶ ἔμβρωμα καὶ πλάδων καὶ ναυτίας ποιητικά , μάλιστα οἱ κέφαλοι : πνεύμων μέντοι ἐρίφειος δίσεφθος δοκεῖ ἐπὶ πᾶσι βρωθεὶς | ||
| εἰς ὅσον τὸ χεῖλος αὐτῆς προσπελάζει τῷ ὕδατι . οἱ κέφαλοι δὲ καὶ οἱ τούτοις ὁμοειδεῖς κεστρεῖς , ἤτοι τῇ |
| δὲ μέγιστον ὥστε βασιλικοῖς παραβάλλεσθαι καρύοις . Ὃν τρήσαντες ἐναλλὰξ διαφανέσι λίθοις περί τε τοὺς καρποὺς φοροῦσι τῶν χειρῶν καὶ | ||
| ὑμένας πρίειν . καὶ πλείονος μὲν φερομένου αἵματος , ἐπιφλέγειν διαφανέσι καὶ πάχος ἔχουσι καυτηρίοις , προϋποκειμένου ὀθονίου διπτύχου τοῖς |
| ἐθνικὸν Σαγαλασσεύς καὶ Σαγαλασσηνός . Σαγαρτία , χερρόνησος παρὰ τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ . τὸ ἐθνικὸν Σαγάρτιοι . Σαγγάριος , ποταμὸς | ||
| αὐτοῦ Περσικοῦ κόλπου . Ἀντίκειται δὲ ὁ Περσικὸς κόλπος τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ τῇ καὶ Ὑρκανίᾳ λεγομένῃ , καὶ στενώσας τὴν |
| Β , τὴν τοῦ πυρὸς ἀπόσβεσιν , τοῦ Γ τοῦ νέφους , ὡς ἐν αὐτῷ τοῦ πυρὸς ἀποσβεννυμένου . τούτου | ||
| . Σοφοκλῆς Πολυξένῃ : ἀπ ' αἰθέρος δὲ κἀπὸ λυγαίου νέφους . Ἄργος δὲ παροίτατος : εἷς τῶν Φρίξου παίδων |
| τῆς ἰκμάδος συρρεῖ εἰς τὰς ἁρμογὰς τῶν λίθων , καὶ πηγνύμενον συμφυεῖς ἀπεργάζεται τοίχους . μεταλλεύεται δὲ κατὰ τὴν Ἀραβίαν | ||
| ὕδωρ ἐμβάλλουϲι πυέλοιϲ τετραγώνοιϲ ἐκ κεραμίδων γεγονυίαιϲ καὶ ἐν ταύταιϲ πηγνύμενον ἡμέραιϲ πλείϲταιϲ γίγνεται χάλκανθοϲ . τῷ δὲ χρόνῳ καὶ |
| τὸ κυάνεον καὶ βαρύ , πυκνόν τε καὶ καθαρὸν καὶ διαυγές , οἷόν ἐστι τὸ στακτόν , ὑπ ' ἄλλων | ||
| ἀργυρόπεζα Θέτις , θυγάτηρ „ . τὸ δὲ καθαρὸν καὶ διαυγές : ” ποταμὸς ἀργυροδίνης ” . ἀρετή βʹ : |
| Ἄκις διὰ τῆς Σικελίας ῥεῖ : οὗτος τοῦ μὲν θέρους ἰλυῶδες ἔχει ὕδωρ , τοῦ δὲ χειμῶνος καλόν τε καὶ | ||
| ὑπῆλθέ τι ὕφαιμον , οἷον μυξῶδες , καὶ πάλιν οἷον ἰλυῶδες , μετὰ δὲ , πρασοειδέα σφόδρα καὶ μέλανα . |
| νέου δέλφακος φωνήν . Ἄγριος ταῦρος ἀτρεμεῖ καὶ πρᾳΰνεται συκῇ προσδεθείς . Ἵππος ὑπὸ λύκου βρωθεὶς ἀγαθὸς ἔσται καὶ ποδώκης | ||
| νέου δέλφακος φωνήν . Ἄγριος ταῦρος ἀτρεμεῖ καὶ πρᾳΰνεται συκῇ προσδεθείς . Ἵππος ὑπὸ λύκου βρωθεὶς ἀγαθὸς ἔσται καὶ ποδώκης |
| τὴν τροφὴν πρόεισιν ἐκ δευτέρου . Λέγει ὅτι μόνος ὁ σκάρος τῶν ἰχθύων λαλεῖ καὶ μόνος αὐτὸς τὴν τροφὴν ἐκ | ||
| ὀδόντας . οὐδεὶς ἰχθὺς λαλεῖ , μόνος δὲ ὁ λεγόμενος σκάρος καὶ ὁ ποτάμιος χοῖρος . τὰ μηρυκίζοντα πάντα ζῷα |
| μέχρις ἂν ᾖ ψοφητικὰ τῇ δυνάμει , ἄδηλος ἡ τῶν ψόφων τῶν παρ ' αὐτῶν γινομένων διαφορά . ὥσπερ γὰρ | ||
| , εἶναί τε δύο τούτων ὅρους τὸν μὲν αὐτῶν τῶν ψόφων ἴδιον , τὸν δὲ τῆς ἀκοῆς , καὶ μείζονα |
| τῆς γῆς κατ ' ἀνάκλασιν γιγνομένην εἰς τὸν ἥλιον τὸν κρυσταλλοειδῆ , συμπεριελκομένην δὲ τῆι κινήσει τοῦ πυρίνου . ὡς | ||
| διαστάσεις , καὶ κατὰ παρατρίψεις νεφῶν καὶ κατάξεις πῆξιν εἰληφότων κρυσταλλοειδῆ : καὶ τὸ ὅλον καὶ τοῦτο τὸ μέρος πλεοναχῶς |
| προσέχουσιν . Τὰς μὲν τροφὰς ἀφελεστέρας , τὰς δὲ πράξεις λαμπροτέρας ἔχειν δεῖ . Πολλοὺς ὥσπερ ἀσθενοῦντας , οὕτω καὶ | ||
| τοὺς Λάκωνας λόγος κατέχει , δεινὸν τοὺς ἀκούοντας δελεάσαι καὶ λαμπροτέρας μορφῆς ἔννοιαν αὐτοῖς παρασχεῖν ; εἰ μὲν γὰρ παρ |
| γὰρ μεσημβρίᾳ ψυχρὸν τὸ ὕδωρ γευσαμένῳ τε καὶ ἔτι μᾶλλον ἁψαμένῳ οἷον ψυχρότατον : ἐγκλίναντος δὲ τοῦ ἡλίου ἐς ἑσπέραν | ||
| . Συμβέβηκε τοίνυν μοι τῶν κατὰ τῆς πατρίδος τούτῳ πεπραγμένων ἁψαμένῳ εἰς ἃ τούτοις ἐναντιούμενος αὐτὸς πεπολίτευμαι ἀφῖχθαι : ἃ |
| ὁ δὲ , ὃ συμβέβηκε τῷ Ὀδυσσεῖ κατὰ τὴν τοῦ ἐρινεοῦ ἐποχὴν ἐν τῷ στομίῳ τῆς Χαρύβδεως , ἐπὶ τὴν | ||
| . πλεύσαντες δὲ τόν τε ποταμὸν ἐξεῦρον καὶ κατά τινος ἐρινεοῦ πλησίον τῆς θαλάττης πεφυκότος ἄμπελον ἐθεάσαντο κατακεχυμένην , ἐξ |
| . ὁ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ ἀνατολικὸς τῇ μὲν μορφῇ ποιεῖ μελίχροας καὶ συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι καὶ εὐρύθμους καὶ μικροφθάλμους καὶ | ||
| δ ' ἀπὸ τῆς μετοπωρινῆς ἰσημερίας μέχρι τῆς χειμερινῆς τροπῆς μελίχροας , ἰσχνούς , σπινώδεις , παθήνους , μεσότριχας , |
| , οὐ μὴν οὔτε γεώδης οὔτε ἀερώδης , ἀλλ ' ὑδατώδης μᾶλλον : ἡ δὲ τὰς ἀναστομώσεις κλείουσα παχυμερὴς ψυχρά | ||
| πρώτης : οὐ μετέχει δὲ στύψεως , ἀλλ ' ἐστὶν ὑδατώδης τε καὶ ἥκιστα γεώδης ὁμοίως τῇ μαλάχῃ καὶ κατὰ |
| ' ὅτι πλῆθος ἄλλως ἦν , καὶ τῇ πρὸς ἄλληλα πλήξει καὶ ἀντωθήσει . οὕτω δήπου καὶ Ξενοκράτης οὐκ ἐπειδὴ | ||
| : οὐδαμῶς πρᾶγμα . δαμάσσαι : δαμάσειε , ἀφανίσει , πλήξει . Δόλῳ : πανουργίᾳ . ἐπίφρονας : φρονίμους , |
| ἔχειν καλυπτά , εἶναι δὲ καρχαρόδοντας καὶ τῶν συναγελαζομένων καὶ σαρκοφάγων χολήν τε ἔχειν ἰσομήκη τῷ ἐντέρῳ καὶ σπλῆνα ὁμοίως | ||
| πώλευσιν , πρεσβυτέρους δὲ μὴ διαφέρειν τῶν καρχάρων θηρίων καὶ σαρκοφάγων μηδὲ ἕν . Ἐν Πρασίοις δὲ τοῖς Ἰνδικοῖς εἶναι |
| . καταχρίοιτο δ ' ἂν τὸ μέροϲ καὶ ψιμυθίῳ ἢ Κιμωλίᾳ ἢ κεραμικῇ γῇ μετὰ ϲτρύχνου ἢ λιθαργύρῳ μετὰ ῥοδίνου | ||
| πίθους παραχρῆμα σμήχειν ἅλμῃ , ἢ κληματίνῃ τέφρᾳ , ἢ Κιμωλίᾳ ἢ ἀργιλλώδει γῇ . Τινὲς μὲν βορείων ὄντων τῶν |
| . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις . κεχρίσθαι σκορπίῳ : ἀντὶ τοῦ πεπλῆχθαι ὑπὸ σκορπίου , καὶ σὺν | ||
| τὴν μετάβασιν ὁ Κρόνος ποιούμενος σεισμοὺς ποιεῖ . Κρόνος ἐν σκορπίῳ . ἐν δὲ τῷ τρίτῳ δεκανῷ τοῦ σκορπίου φάσιν |
| καὶ νειόθι μᾶλλον κέκλιται Αἰγόκερως . Ἤτοι γὰρ μέγα τόξον ἀνέλκεται ἐγγύθι κέντρου Τοξευτής . Ἔστι δέ τοι προτέρω βεβλημένος | ||
| πέρας , εἶτ ' εἴρεται διὰ τοῦ δεδηλωμένου τρήματος καὶ ἀνέλκεται , ἵνα τὸ ἅμμα τῷ τρήματι προσπέσῃ , ἔπειτα |
| προϊοῦσι καρπῶν τε αὐτομάτων καὶ πόας οὐ σκληρᾶς ἅμα δρόσῳ γλυκείᾳ καὶ νάμασι νυμφῶν ποτίμοις , καὶ δὴ καὶ τοῦ | ||
| : τῇ ἡδυτάτῃ εὐωδίᾳ , πνοῇ ἡδυτάτῃ . νηδυμίῃ : γλυκείᾳ . δεδονημένοι : κεκινημένοι . ὦκα : ταχέως . |
| ἐν δὲ τῆι ὀρεινῆι Σίλαν ποταμὸν εἶναι , ὧι μηδὲν ἐπιπλεῖ . Δημόκριτον μὲν οὖν ἀπιστεῖν ἅτε πολλὴν τῆς Ἀσίας | ||
| . Ἐν δὲ τῇ ὀρεινῇ Σίλαν ποταμὸν εἶναι ᾧ μηδὲν ἐπιπλεῖ : Δημόκριτον μὲν οὖν ἀπιστεῖν ἅτε πολλὴν τῆς Ἀσίας |
| ἢ καὶ σεμνὰς συμφορήσας λέξεις εἶτ ' ἐξαγγέλλῃ ταύταις ἐννοίας ἐπιπολαίους καὶ κοινάς , καὶ μάλιστα εἰ καὶ σχήμασι χρῷτο | ||
| τῇ λεπτόγεῳ οὔσας : εὐθέως γὰρ ξηραίνονται , τὰς ῥίζας ἐπιπολαίους ἔχουσαι διὰ τὴν λεπτότητα . Τῷ αὐτῷ μηνὶ τὰ |
| ᾠοτόκοι ὄφιες λεπυρὴν θάλπουσι γενέθλην . μηδ ' ὅτε ῥικνῆεν φολίδων περὶ γῆρας ἀμέρσας ἂψ ἀναφοιτήσῃ νεαρῇ κεχαρημένος ἥβῃ , | ||
| πρῶτα κυϊσκομένη χνοάει σκιάοντας ἰάμνους , τῆμος ὅτ ' ἀζαλέων φολίδων ἀπεδύσατο γῆρας μῶλυς ἐπιστείβων , ὅτε φωλεὸν εἴαρι φεύγων |
| διπλάσιον , ἐν οἴνῳ κεκρημένῳ ἑψῶν δίδου : τοῦτο καὶ οὐρέεται καὶ διὰ τῆς κοιλίης χολὴν ἄγει . Νόμος μὲν | ||
| τοῦ σώματος ἐς τὴν τροφὴν τῷ θερμῷ , ὥστε οὔτε οὐρέεται οὔτε σιαλοχοέει : ὅτῳ δὲ μὴ ἔνεισι τοιαῦται ὑγρασίαι |
| ἕκαστος . . . κύψας καθ ' ἑαυτὸν τῶν τραγημάτων ἔφλα φυλαττόμενός τε κἀμβλέπειν φοβούμενος . ἐὰν κακῶς μου τὴν | ||
| . ἔφλα δὲ ἀντὶ τοῦ ἔτριβεν ἢ ἤλει . . ἔφλα : Συνέτριβε . . ἔτριβε . . ὀπὸν : |
| βάρος τοῦ σώματος καὶ τοῦ κινοῦντος αὐτὸ πνεύματος , τρίψει ξηρᾷ τε καὶ σὺν ἐλαίῳ τῇ μὲν δι ' ἑαυτοῦ | ||
| ὡς ὁ τεταρταῖος διαλείπων πυρετὸς ἐπὶ διαίτῃ ψυχρᾷ τε καὶ ξηρᾷ τῇ τὸν μελαγχολικὸν ἀπογεννώσῃ χυμὸν συνίσταται . Ὁπόταν τοίνυν |
| εὐτελέστατ ' ἐστ ' : ἄκουε δή . βολβῶν μὲν Ὀρθάννῃ τρί ' ἡμιεκτέα , Κονισάλῳ δὲ καὶ παραστάταιν δυοῖν | ||
| Ἄλεξις ἐν Δημητρίῳ καθάπερ κἀν τῷ προκειμένῳ δράματι . Εὔβουλος Ὀρθάννῃ : πᾶσα δ ' εὔμορφος γυνὴ ἐρῶσα φοιτᾷ τηγάνων |
| ποταμίους ἐμβαλεῖν κόχλακας : γινέσθωσαν δὲ διάπυροι , ὥστε τὸ ὀρρῶδες τοῦ γάλακτος διὰ τούτων ἀναλυθῆναι . τοῖς δὲ μὴ | ||
| καλούμενον τῆς κοίλης φλεβὸς περὶ τοὺς νεφροὺς διακρινόμενον χωρεῖ τὸ ὀρρῶδες οὖρον μόνον ἐκεῖθεν φερόμενον . Ὅσον δὲ τοῦ αἵματος |
| μονὴν ἐπ ' ἀμφοτέρων τῶν συνδέσμων : αὕτη γὰρ ἦν διακριτικὴ τῆς ἀφαιρέσεως καὶ τῆς ἀποκοπῆς , ἐπεί , εἰ | ||
| διακριτικήν τε καὶ τὴν πρὸς ἐξαιμάτωσιν : ἡ μὲν οὖν διακριτικὴ πᾶν ὅσον ἀτέραμνον καὶ δυσκατέργαστον εἰς τὸ παρακείμενον χολῆς |
| ζώων δι ' ὃ καὶ τούτοις παρέχομεν τοὺς ἅλας . Ἔνια δὲ καὶ αὐτὰ ἑαυτοῖς εὑρίσκει τὰ πρόσφορα πρὸς τὴν | ||
| ζῴων , καὶ οἷος ὁ ἱερὸς ἄνθρωπος πανταχοῦ ὑπάρχει . Ἔνια δὲ καθαγιαζόμενα λαμπροτέραν ποιεῖ τὴν οἰκειότητα , ὅσα τὴν |
| , ποιεῖ καὶ πρὸς σκληρίαν διαχέουσα καὶ πρὸς χοιράδας : τηκομένη δὲ σὺν ῥοδίνῳ πλείστῳ , ἀναπληροῖ τὰ κοῖλα τῶν | ||
| τὰς τῶν μαστῶν σκληρίας , ἔστι δὲ καὶ ἑδρικὴ ἀγαθὴ τηκομένη ἐλαίῳ μυρσινίνῳ ἢ ῥοδίνῳ , ἧς ἡ σκευασία αὕτη |
| τῆς δᾳδὸς καὶ πεύκης οὐ δηκτικός , ὅτι πίων καὶ ἐλαιώδης [ ὥσπερ ὁ καπνός ] , οὐκ ἔχων οὐδὲν | ||
| . Ἀνίει δὲ τῶν ξύλων τὰ κέδρινα καὶ ἁπλῶς ὧν ἐλαιώδης ἡ ὑγρότης : δι ' ὃ καὶ τὰ ἀγάλματά |
| πτύσσω : πτύον : πτύχει : πτύανοι , μῖγμα παντοδαπῶν ὀστρέων : πτυγαργὸς , λέγεται , δὲ καὶ δίχα τοῦ | ||
| πολὺ διάφοροι τῶν παρ ' ἡμῖν . γίνεται δὲ καὶ ὀστρέων πολὺ πλῆθος : ἓν δὲ ἴδιον ὃ καλοῦσιν ἐκεῖνοι |
| χαλκὸς κεκαυμένος , στυπτηρία , κήρυκος ὄστρακον κεκαυμένον , κεφαλὴ μαινίδος , χαμαιλέων τὸ ζῷον , ἀρσενικόν , κάχρυς , | ||
| κωφὸς δὲ γενήσεται . Οἱ δὲ ἐν τῇ κεφαλῇ τῆς μαινίδος λίθοι λειωθέντες μετὰ χολῆς ἀλάβητος μέλανος καὶ ἐγχρισθέντες ποιοῦσιν |
| ἀὴρ ὄζει ὡς παθών τι : οὐδὲν γοῦν ἐστι τὸ ὀσμᾶσθαι παρὰ τὸ τὸν ἀέρα πάσχειν τι . ἀλλ ' | ||
| , ἀλλ ' ὅμως ὄζειν μὲν τὸν ἀέρα λέγομεν , ὀσμᾶσθαι δ ' οὔ . πάσχει δὲ καὶ τὸ ὕδωρ |
| καλὰ τάμοιο βουσί τε καὶ σμινύῃσιν , ἔοι δέ κε κάρπιμος ὦκα . ὣς δ ' αὕτως Ταύρῳ κεραῷ πονέεσθαι | ||
| Καὶ τῆς ὀριγάνου δὲ ἡ μέλαινα ἄκαρπος ἡ δὲ λευκὴ κάρπιμος . καὶ θύμον τὸ μὲν λευκὸν τὸ δὲ μέλαν |
| εἰσὶ δὲ οἵδε , πολύπους τευθὶς ἀκαλήφη ναύπλιος ἑλεδώνη πορφυρίων σηπία . αὕτη δὲ μόνη καὶ τοὺς ἀποδρᾶναι πειρωμένους ὠφελεῖ | ||
| διὰ τί ἰχθύς ; διότι ἄκανθαν ἔχει . διὰ τί σηπία ; διότι σηπίον ἔχει . ταῦτα δὲ πάντα ἀνάλογον |
| μίαν ἑκάστην ἐν τῇ φούσκᾳ , καὶ ἀποδέσμει μετὰ μετάξης ἑψημένης , δεσμῶν κατὰ μίαν χάλαζαν ἀνὰ ἕνα δεσμόν . | ||
| ὀπτὸν ἢ ἑφθὸν ἄπιον , καὶ σαρκίον ἀπὸ στήθους φάσσης ἑψημένης ἐν ὀξυκράτῳ ἢ μύρτοις ἔνδοθεν ἐκπεπληρωμένης , ἢ πέρδικος |
| μέλη . ἄφωνος ἐγένετο , ἔπειτα μέντοι πάλιν ἀνηνέχθη . τρώγουσι μύρτα καὶ πέπονα μιμαίκυλα . κἄπειτ ' ἰδὼν ἀσφάραγον | ||
| καὶ τοὺς ἰσχνοὺς τῶν ἀνθρώπων φιβάλεις ἐκάλουν . τρώξονται ] τρώγουσι . Γ τρώξονται ] φάγωσι . βαβαί ] θαυμαστικόν |
| ἢ καθήμενον ἐπὶ ταῖς τῆς Ἀττικῆς ἐσχατιαῖς λιμῶδες καὶ αὐχμηρὸν ἐρυγγάνειν . Μέγα , ὦ γενναῖε , κακόν εἰσιν οἱ | ||
| δ ' ἐρεύγετο οἰνοβαρείων „ , ἀλλ ' ὁ πολιτικὸς ἐρυγγάνειν λεγέτω . Ὁ φάρυγξ ἀρρενικῶς Ἐπίχαρμος λέγει , Ἀττικοὶ |
| δ ' αὐτοῦ Νουμήνιος ὁ Ἡρακλεώτης ἐν Ἁλιευτικῷ : φυκίδας ἀλφηστήν τε καὶ χροιῇσιν ἐρυθρὸν σκορπίον . ἀνθίας Ἀνάνιος : | ||
| αὐτοῦ καὶ Νουμήνιος ὁ Ἡρακλεώτης ἐν Ἁλιευτικῷ οὕτως : φυκίδας ἀλφηστήν τε καὶ ἐν χροιῇσιν ἐρυθρὸν σκορπίον . καὶ Ἐπίχαρμος |
| να δʹ βʹ ἐλς ὁ μεταξὺ τῶν πηδαλίων ἐν τῇ τρόπει . . . . . . . . . | ||
| μεσημβρινοῦ , καὶ τῆς Ἀργοῦς ὁ ἔσχατος τῶν ἐν τῇ τρόπει : ἔσχατον δὲ μεσουρανοῦσι ὅ τε ἐν τῇ οὐρᾷ |
| ἤτοι κοσμηθεῖσα ἐν δρόσῳ μαλθακῇ ἤτοι ἐν ὁμαλῷ ἐπαίνῳ : δρόσῳ δὲ εἶπε καὶ ῥαπθεῖσα , ἐπεὶ οἱ ἐν ἄθλοις | ||
| Σθένειαν ἱκέτιδες γουνούμεναι . θεᾶς δ ' ὀφελτρεύσουσι κοσμοῦσαι πέδον δρόσῳ τε φοιβάσουσιν , ἀστεργῆ χόλον ἀστῶν φυγοῦσαι . πᾶς |
| καὶ πολλῷ δὴ μᾶλλον ἐπειδὰν προκαταπλασθέντα τύχῃ τῇ χαμαιμήλῳ , χλωρᾷ μὲν καὶ μόνῃ καὶ μετὰ στέατος χοιρείου προσφάτου , | ||
| καὶ τὸ ϲπέρμα τὰ μὲν ἄλλα ὁμοίωϲ ἐνεργεῖ τῇ πόᾳ χλωρᾷ , λεπτομερεϲτέραν δὲ καὶ ξηραντικωτέραν ἐκείνηϲ καὶ ἔτι ῥυπτικωτέραν |
| καρπῶν τὴν γινομένην ἤτοι ἐκ τῆς τοῦ καύματος καταφλέξεως ἢ βρούχου ἢ τῆς τῶν πνευμάτων ἐκτινάξεως ἢ ἐκ τῆς ἐν | ||
| γεωργίας ἐκλογῶν , περιεχούσῃ δὲ σύνταξιν περὶ ἀκρίδων , καὶ βρούχου , καὶ σκορπίων , καὶ ὄφεων , καὶ τῶν |
| , χρώματι σποδοειδής , θλασθεῖσα δ ' ἔσωθεν ἔντεφρος καὶ ἰώδης : ἐχομένη δ ' ἐστὶν ἡ ἔξωθεν μὲν κυανίζουσα | ||
| ἡ στοιχειώδης καὶ ἡ λεκιθώδης καὶ ἰσατώδης καὶ πρασώδης καὶ ἰώδης καὶ ἡ ὠχρὰ καὶ αἱ τοῦ φλέγματος διαφοραί . |
| τῶν τοῦ σώματος μορίων ἐκ τοῦ αἵματος τοῦ μεμιγμένου τῇ ξανθῇ χολῇ , βάπτονται τὰ λευκὰ τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ ἀνθρώπου | ||
| . Θεραπεία καύϲου Φιλουμένου . ἔϲτι μὲν οὖν ἐπὶ τῇ ξανθῇ χολῇ ϲαπείϲῃ ἀναπτόμενοϲ ϲυνεχὴϲ πυρετὸϲ καυϲωδέϲτατοϲ καὶ μήτε τοῖϲ |
| τῶν ὀρνίθων τοὺς παρευδιαστὰς καλουμένους , ὧν ἐστι κηρύλος , τροχίλος καὶ ὁ τῇ κρεκὶ προσεμφερὴς ἐρῳδιός : οὗτοι γὰρ | ||
| τὸν δὲ ὠφελούμενον αἰσθάνεσθαι , καὶ ὅταν ἐξελθεῖν βούληται ὁ τροχίλος , τὸν αὐχένα κινεῖν , ἵνα μὴ συνδηχθῇ . |
| τεταγμένῳ καὶ παγίῳ συνίστανται , τὸ παραδοξότατον , διὰ τῆς καιρίου μεταβολῆς ἐπιδεικνύμεναι τὴν διαιωνίζουσαν αὑτῶν μονήν . εὖ δ | ||
| αὐτοῦ πληγὴν ὁ Ἀλέξανδρος ὑπέθηκε τῇ λαγόνι τὸ ξίφος καὶ καιρίου γενομένου τοῦ τραύματος ὁ μὲν βάρβαρος ἔπεσεν , ὁ |
| καὶ ὅταν ἤρχετο ὁ λέων , ἢ λύκος , ἢ πάρδαλις , ἢ ἄρκος , ἢ πᾶν θηρίον ἐπὶ τὴν | ||
| ὑπὸ τοῖς ἵπποις καὶ θηρία ἄνω θέοντα , τῇ μὲν πάρδαλις , κατὰ δὲ τὸν Πολυδεύκην λέαινα . ἀνωτάτω δὲ |
| ὀβελοῖς : καὶ τὰς ὄρνεις δὲ τὰς παχείας , καίτοι ἀπτέρους ἤδη οὔσας καὶ ἐσκευασμένας , ἀναπταμένας οἴχεσθαι καὶ ταύτας | ||
| , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφάς , ἄπτεροι Πελειάδες : ἀπτέρους γὰρ αὐτὰς εἴρηκε διὰ τὴν πρὸς τὰς ὄρνεις ὁμωνυμίαν |