. εἶτα φησίν , ὅτι οὐδὲ δεῖ συγκρίνειν ὅλως τὴν θηριότητα πρὸς τὴν κακίαν , ὡς οὐδὲ τὸ ἄψυχον πρὸς
γίνονται ἢ διὰ κακίαν ἢ δι ' ἀκρατίαν ἢ διὰ θηριότητα : ἀδικοῦντι δ ' ἀλλάλως ἢ διὰ κέρδος ἢ
6235346 ἐξομοιωσιν
θρέψεως , ἀλλ ' ἀεὶ μὲν πρὸς φύσιν τε καὶ ἐξομοίωσιν ἐργάζεται , ἀεὶ δ ' ἕπεται τῇ ἀναλώσει ταύτῃ
φύσεως εἰς τὴν τοῦ τελειοτάτου καὶ πρώτου αἰτίου ᾗ δυνατὸν ἐξομοίωσιν . ἕκαστον γὰρ ἄγεται ὑπὸ τῆς ἰδίας φύσεως σπουδῇ
6055349 συνῳδιαν
διὰ πασῶν καὶ τὴν διὰ πέντε καὶ τὴν διὰ τεσσάρων συνῳδίαν . τὴν δὲ μεταξύτητα τῆς τε διὰ τεσσάρων καὶ
κοινωνίας ᾠδικᾶς καὶ ποτὶ ἕν τι κοινὸν ἐπαμφέρεται , τὰν συνῳδίαν : ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ
5683971 κακοτυχες
τοῦ χοροῦ φασι κατ ' ἐρώτησιν : τὸ δὲ ὦ κακοτυχὲς γύναι ἰδίως πρὸς τὴν Μήδειαν ἀναπεφώνηται . τὸ δὲ
γράφεται δαίμονος τύχαι . . δυσπόλεμον ] δυσπόλεμον ἄρα καὶ κακοτυχὲς καὶ ἄθλιον τὸ γένος τῶν Περσῶν , ἀτυχῆσαν ἐν
5619323 ΗΘΝ
ΚΗ . καὶ ἐπεὶ κῶνος , οὗ βάσις μὲν ὁ ΗΘΝ κύκλος , κορυφὴ δὲ τὸ Ζ σημεῖον , τέτμηται
αὐτοῦ τοῦ ἐκκέντρου κινήσεως εἰς τὰ ἑπόμενα μετεβιβάσθη τὴν ὑπὸ ΗΘΝ γωνίαν μείζονα οὖσαν τῆς ὑπὸ ΚΘΗ , φανερόν ,
5567388 ἀποτρεπομενοι
τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων . καὶ τὰ ἐς ἀρετὴν ἐνηντιώμεθα
ἀνῆκται , ἀποστρέψαντες ἀγγέλλουσι τοῖς πεζοῖς , καὶ ξύμπαντες ἤδη ἀποτρεπόμενοι ἐβοήθουν ἐπὶ τὴν πόλιν . ἐν τούτῳ δ '
5561276 ὡμονοησαν
πειθόμενοι : πεισθέντες . αὐτοὶ μὲν κατὰ σφᾶς αὐτούς : ὡμονόησαν ἀλλήλοις καθ ' ἑαυτοὺς μὴ κοινολογησάμενοι τοὺς λόγους τοῖς
ὅμαιμοι ] ἀδελφοί , διότι εἰς τὸν κατ ' ἀλλήλων ὡμονόησαν φόνον . πικρὸς λυτὴρ νεικέων ὁ πόντιος : χαλεπὸς
5499375 ὀλολυγην
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
5447660 ἀναδρομην
ἐκ τῆς συνεχοῦς μελέτης τὴν ἐπ ' ἄκρους τοὺς κλάδους ἀναδρομὴν ποιοῦνται πάντες ὥστε ἄπιστον εἶναι τὸ γινόμενον : καὶ
ὀλίγον ἐν τῇ ζωῇ διαρκοῦν . ὅτε δὲ πρὸς θαλερὰν ἀναδρομὴν σώματος τριχώσεις αὐτὸν σκέπουσαι ἐποίουν αὐτῷ δηλονότι μέλαν γένειον
5424015 ἐναισιμον
πραπίδων τε νόου τ ' ἐπιτιμητῆρες πρεσβύτεροι : γῆρας γὰρ ἐναίσιμον ἄνδρα τίθησιν : ὣς ἄρα καὶ δελφῖνες ἑοῖς παίδεσσι
. πρεσβύτεροι : οἱ δέ . γῆρας : γνώμη . ἐναίσιμον : ἔντιμον , συνετὸν , δίκαιον , ἐπαινετόν .
5412605 δεδμημεσθα
εἰς ' ἐν Ὀλύμπῳ , σοί τ ' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος , ἀντὶ τοῦ ἐπιπειθόμεθα καὶ δεδμήμεθα . πρόσωπα
, . ” . . σοί τ ' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος : πρὸς τὸ σχῆμα : ἔδει γὰρ πειθόμεθα
5401359 ΜΛΝ
τὸ ὑπὸ ΜΛΝ τῷ ὑπὸ ΘΖΛ . τὸ δὲ ὑπὸ ΜΛΝ ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς ΚΛ : καὶ τὸ
ἡ ΔΕ ἐπὶ τὴν ΒΓ : τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν ΜΛΝ ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς ΚΛ . καὶ ἐπεί
5400305 προησεσθε
, ἀλλ ' ἐκεῖν ' ὁρᾶν , ὅτι , εἰ προήσεσθε τὰ τῶν νόμων καὶ τῆς πολιτείας , οὐχ εὑρήσετε
νόμοις καὶ τοῖς τοῦ δήμου ψηφίσμασι , τί ποιήσετε ; προήσεσθε τὴν πρὸς τοὺς θεοὺς εὐσέβειαν καὶ τὰ παρὰ πᾶσιν
5390336 ἀνερχονται
μέν : τινὲς μὲν τῶν ἰχθύων . ἀναστείχους ' : ἀνέρχονται , πορεύονται . Ἄλλοι : ὄρνεις δηλονότι . κατ
κεφαλὴν ἅπαντά εἰϲιν . αἱ τρίχεϲ δὲ αὐτοῖϲ γεννηθεῖϲι μὲν ἀνέρχονται μόγιϲ , ἄτροφοι δὲ καὶ πυρραί . αἱ δὲ
5376585 Νεφροι
λεπτὸν , τυφλὸν , κῶλον , ἀπευθυσμένον . νστʹ . Νεφροί εἰσι σαρκώδεις ἐκ ψαφαρωτέρας σαρκὸς συγκείμενοι , ἰσθμοὶ τοῦ
χρηϲτὴν τῷ ϲώματι διδόαϲι , καὶ μάλιϲτα τῶν ϲιτευθέντων . Νεφροί . Κακόχυμοί εἰϲι φανερῶϲ καὶ δύϲπεπτοι , ἐμφαίνοντεϲ ἐν
5371754 ΚΖΕ
τὸ ἀπὸ ΑΓ πρὸς τὸ ἀπὸ ΓΒ , τὸ ὑπὸ ΚΖΕ πρὸς τὸ ὑπὸ ΘΖΔ . ἤχθωσαν γὰρ διὰ τῶν
τὸ ἀπὸ ΑΓ πρὸς τὸ ἀπὸ ΒΓ , τὸ ὑπὸ ΚΖΕ πρὸς τὸ ὑπὸ ΘΖΔ . Ἐὰν τῶν ἀντικειμένων δύο
5366031 εὐλογιστον
φύσιν τ ' ἐστὶ καὶ καλόν , τὸ δ ' εὐλόγιστον οὐ καλόν ; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει
; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει τῷ φιλοστόργῳ τὸ εὐλόγιστον ; Οὐ δοκεῖ μοι . Εἰ δὲ μή ,
5363303 ὀχθησας
' οὗ τὸ ἤχθημα καὶ ἀπήχθημαι , καὶ ἠχθέσθην . ὀχθήσας οὖν ἀντὶ τοῦ ἀχθεσθείς . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ
τις αὐτῷ Ἀργείων παρέμεινεν , ἐπεὶ φόβος ἔλλαβε πάντας : ὀχθήσας δ ' ἄρα εἶπε πρὸς ὃν μεγαλήτορα θυμόν :
5354004 πεισαν
, ὡς οἶσθα , διειλέγμεθα . καὶ τὸ μάλιστά σε πεῖσαν , τοῦτ ' οἶμαι ἀξιῶσαί με τουτὶ τὸ βιβλίον
δέ ] τινος ἀρχῆς αὐτοκράτορος δεῖν . τὸ δὲ μάλιστα πεῖσαν αὐτοὺς προελέσθαι τὴν δεκαδαρχίαν ἦν ἡ τῶν δημάρχων κατάλυσις
5349454 φυ
καὶ βούλει , σὺ δὲ ἄμπνευσον τοῦ δεινοῦ . Φῦ φῦ φῦ φῦ τῶν ὕθλων ἐκείνων , ἰοὺ ἰοὺ ἰοὺ
φύω , τὸ κρατῶ : ἔν τ ' ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ '
5330744 τειρουσι
θάμβος ἔφυ τόδε , θάμβος ἀθέσφατον , ὁππότε θῆρας ἀλλοδαποὶ τείρουσι πόθοι καὶ ὑπείροχα φίλτρα . οὐ γὰρ ἐπ '
ἔλεγεν : Ὦ γέρον , ἦ μάλα δή σε νέοι τείρουσι κυβευταί . Ῥοδοφῶν τε ἐκείνῳ τὴν περὶ τὰς γυναῖκας
5327548 ἀλογιαν
τοῦ πράγματος μηδὲ πείσω , μὴ τῷ νομοθέτῃ προσάψῃς τὴν ἀλογίαν , ἀλλ ' ἐμοὶ τῷ μὴ δυναμένῳ διαιρεῖσθαι τὰ
ἀλόγους τελειοῦσθαι δυνάμεις ἐκ τοῦ μᾶλλον καὶ μᾶλλον αὐταῖς τὴν ἀλογίαν ἐκτείνεσθαι . ἔτι εἰ ταῖς ἀλόγοις δυνάμεσιν ἡ τελείωσις
5322799 Λυδιστι
ταῖς εὐφημίαις αὔξειν καὶ ἀγάλλειν . εὐρυθμίαις δὲ Λυδίαις , Λυδιστὶ ἡρμοσμέναις . αἰτήσων πόλιν εὐανορίαις : αἰτήσω δὲ σέ
Ταμίαι ] Ἤγουν χορηγοὶ καὶ ἐπίτροποι . Λυδίῳ ] Ἤγουν Λυδιστὶ ἡρμοσμένῃ . Τρόπῳ ] Μελῳδίᾳ . Τὸ προοίμιον προσφωνητικόν
5309912 ἠγμενους
κατηναγκασμένους τὴν σωφροσύνην καὶ βιαίῳ τέχνῃ ἐς τὸ μὴ ἐρᾶν ἠγμένους . σωφροσύνη γὰρ τὸ ὀρεγόμενόν τε καὶ ὁρμῶντα μὴ
ἡνίοχος ἡμῖν ἦσθα καί σοι παρεδίδομεν ἵππους ἐπὶ παιδείᾳ κακῶς ἠγμένους , οὐκ ἂν ἔφυγες τὸ ἅρμα κατηγορῶν τοῦ κακοὺς
5306753 πηδωσα
, ἡ δ ' ἐντὸς μετὰ τοῦ ἱμέρου ἀποκεκλῃμένη , πηδῶσα οἷον τὰ σφύζοντα , τῇ διεξόδῳ ἐγχρίει ἑκάστη τῇ
, ἵν ' ὁ θυμὸς ἡνίκα ἐν αὐτῇ ἀκμάζοι , πηδῶσα εἰς ὑπεῖκον καὶ ἀναψυχομένη , πονοῦσα ἧττον , μᾶλλον
5295991 ἐπιπειθονται
ὅσοι θεοί εἰς ' ἐν Ὀλύμπῳ , σοί τ ' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος : πολλῶν γὰρ ὄντων τῶν θεῶν
λέγον πρόσωπον , ἑκάτερον καλῶς ἐξενήνοχε , τό τε . ἐπιπείθονται καὶ τὸ δεδμήμεσθα . καθ ' ἕτερον δὲ τρόπον
5292182 ἐριδι
καὶ ἄλλως : οἵτινες πόνοι σὲ καὶ τὴν Ἑρμιόνην συνέζευξαν ἔριδι περὶ δύο λέκτρων , σὲ τὴν ἐπίκοινον ἐοῦσαν περὶ
, καὶ μεταβῆναι ἐπὶ τὰ ἔργα τὰ ἁρμόζοντα τῇ ἑτέρᾳ ἔριδι . . ΑΡΟΜΜΕΝΑΙ . Τὸ ρο μικρὸν , ἐκτείνεται
5262906 εὐρυμετωπον
' ; οὔκ , ἔφην ἐγώ . βοῦν δ ' εὐρυμέτωπον ; οὐ θύω βοῦν , ἄθλιε . μῆλα θυσιάζεις
ῥηξίχθον ' ; οὐκ , ἔφην , ἐγώ . βοῦν εὐρυμέτωπον ; οὐ θύω βοῦν , ἄθλιε . μῆλα θυϲιάζειϲ
5256213 Ποιον
ἅπτουσα προσθείμην πλέον ; Εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει . Ποῖόν τι κινδύνευμα ; ποῖ γνώμης ποτ ' εἶ ;
τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ καὶ τό : Ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων . . Ἔρεφον δὲ
5254831 αἱρετην
σπεύδειν ἐπὶ τοῦτον γίνεται φιλάργυρος . πάλιν ὁ τὴν δόξαν αἱρετὴν ὑποτιθέμενος συντόνως ἐφίεται τῆς δόξης , τὸ δὲ συντόνως
Ὁ δὲ τὸν τοῦ Διὸς ἐν τούτῳ ἔχων ἐπίκεντρον καὶ αἱρετὴν ἔσται πλούσιος , ἐπίσημος , εὔγαμος , εὔτεκνος ἀπὸ
5253919 Μεταληψις
κράτος κάρτος . καλεῖται δὲ καὶ ἐναλλαγὴ καὶ ὑπέρθεσις . Μετάληψις δέ ἐστι στοιχείων μετακίνησις ἐπ ' ἀντίστοιχον ἄλλο ,
ἁπλουστέρας τε καὶ ταῖς λογικαῖς ἃς ἔτι μελετῶμεν ᾠκειωμένης . Μετάληψις τοίνυν ἐστὶ στάσις πολιτικοῦ πράγματος τῶν ἐπὶ μέρους ,
5244512 μεγαλοφωνον
τοῦτο δὲ ἦν μέλος τινὸς ποιητοῦ ἀρχαίου . τηλέπορόν ] μεγαλόφωνον , μακρόν . , μακρόθεν ἀκουόμενον . βόαμα ]
ἀγνώμονας καὶ δεσπότας ἀηδεῖς καὶ ὄχλον διὰ τὸ βίαιον καὶ μεγαλόφωνον . ἀγαθὸν δὲ τούτους περᾶν , μάλιστα μὲν τοῖς
5218318 ἁλτικον
ἄκρα γε μὴν τὰ ὦτα λασίους . θηρίον δὲ τοῦτο ἁλτικὸν δεινῶς , καὶ κατασχεῖν βιαιότατά τε καὶ ἐγκρατέστατα καρτερόν
προσθίους ἐμποδίζοντα διὰ τὴν ἐκείνων εἰς τὸ εἴσω παράλλαξιν . ἁλτικὸν δ ' ἐστὶ καὶ πη - δητικὸν τὸ ζῷον
5216759 κεχαρισμενων
τῷ θεῷ ἢ θυρσοφορεῖν ἢ δενδροφορεῖν ἢ ἄλλο τι τῶν κεχαρισμένων τῷ θεῷ πράττειν πᾶσι πονηρὸν πλὴν δούλων : οἷς
οὐκ ἂν δέξαιο . πεσεῖταί τις καὶ τῶν πάνυ σοι κεχαρισμένων . καὶ τοὺς μὲν ἄλλους ἐῶ , ἀλλ '
5215713 σεμνολογιαν
. ” ὡς δὲ αὐτὸν ὁ Σκιπίων εἶδεν ἀπομηκύνοντα τὴν σεμνολογίαν , ἔφη γελάσας : “ ποῦ δ ' ἂν
τὸ καλὸν τήν τε μεγαλοπρέπειαν καὶ τὸ βάρος καὶ τὴν σεμνολογίαν καὶ τὸ ἀξίωμα καὶ τὸ πιθανὸν καὶ τὰ τούτοις
5209123 Ἐχομεν
ἐν τοῖς περὶ συλλογισμοῦ τὰ δύο ταῦτα βιβλία λέγων . Ἔχομεν οὖν τὸν σκοπὸν τοῦ βιβλίου , ὅτι περὶ συλλογισμοῦ
ὄφιν , πόλις πόλιος πόλιν , μάντις μάντιος μάντιν . Ἔχομεν οὖν πότε ἐστὶν ἡ αἰτιατικὴ ἰσοσύλλαβος τῇ εὐθείᾳ .
5204564 παρατρεπειν
καὶ ῥυθμοῦ καὶ μέλους καὶ φυλάττειν σχῆμα καὶ ἐμμέλειαν μὴ παρατρέπειν καὶ ἀποπληροῦν τῶν διδαχθέντων τὴν ἀπαίτησιν , φύσεως δῶρα
, γοητεύειν , ἀπατᾶν ἐξαπατᾶν , παρακρούεσθαι , παράγειν , παρατρέπειν , ποικίλλειν , κακουργεῖν , φενακίζειν , πανουργεῖν ,
5200843 ὑγρο
κλάδους , οὐδὲ ἀφαιρεῖν τὸν καρπόν , πρὶν ἢ τὴν ὑγρό - τητα ἀπὸ τῶν φυτῶν διαφορηθῆναι . πηλοῦ δὲ
δύναμιϲ δὲ αὐτῆϲ ῥυπτική τε καὶ ἀτρέμα ϲτυπτικὴ μεθ ' ὑγρό - τητοϲ ὑποψύχρου , ὅθεν καὶ ἰᾶται τὰϲ φλεγμονὰϲ
5199321 θαλψιν
καὶ δάκνουϲα ἐκ προϲαγωγῆϲ : ἀμφοῖν γὰρ χρέοϲ ληθαργικοῖϲι ἐϲ θάλψιν καὶ ἐγρήγορϲιν . τὰ πρῶτα μὲν ὦν καὶ κνίδῃ
τροφαῖς καὶ οἴνοις ἀνακτησόμεθα : ὅσοι δ ' ἐπὶ τούτων θάλψιν ἢ θλῖψιν παραλαμβάνουσιν , οὔ μοι δοκοῦσι δύνασθαι διακρίνειν
5187604 προσηλουμενον
τροπίδια , στεῖρα , τροποί . τὸ δὲ τῇ στείρᾳ προσηλούμενον φάλκης , ἐφ ' οὗ ἡ δευτέρα τρόπις .
ῥινωτηρίαν καλοῦσι . τὸ δ ' ὑπὸ τὴν τρόπιν τελευταῖον προσηλούμενον , τοῦ μὴ τρίβεσθαι τὴν τρόπιν , χέλυσμα καλεῖται
5184650 μεταδιδομεν
δυνατὸν ἄδικον μὲν ἦμεν , μεταδιδόμεν δὲ ἰσότατος , ἢ μεταδιδόμεν μὲν ἰσότατος , μὴ κοινωνικὸν δὲ ἦμεν . ἐγκρατέα
παράπαν ἀπέχεσθαι τῷ δύναμιν ἰσχυρὰν ἔχειν , ἢ καττὸ σπάνιον μεταδιδόμεν τᾷ κράσει δείελον γαλακτῶδες . τὰ δὲ λουτρὰ μὴ
5182221 Θαμνα
Καπιτωλιάς . . . . . . ξϚ λα γοʹ Θάμνα . . . . . . . . .
ιδʹ Θεσσαλικῶν . καὶ Θαμίεια . τὸ ἐθνικὸν Θαμιεύς . Θάμνα , πόλις Παλαιστίνης . Ἰώσηπος πέμπτῳ Ἰουδαϊκῆς ἱστορίας .
5181672 ναα
ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν .
: ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ
5181538 ποτνιαν
περικαλλέα ὄσσαν ἱεῖσαι , ὑμνεῦσαι Δία τ ' αἰγίοχον καὶ πότνιαν Ἥρην Ἀργείην , χρυσέοισι πεδίλοις ἐμβεβαυῖαν , κούρην τ
Ὁ δ ' ὡς κλύεν ἔκνομον αὐδήν χεῖρας ἐπαντείνας ἐπεκέκλετο πότνιαν Ἥρην : τήνδε γὰρ ἐκ μακάρων περιώσια κυδαίνεσκεν .
5179937 πυρριχην
ἐν πείρᾳ πραγμάτων γεγονέναι πολλῇ . . κεκτημένον . . πυρρίχην ] εἶδος ὀρχήσεως . . Σινωπεῖς ἄποικοι μηλἠῖων .
ὕστερον δὲ καὶ Πύρριχον συντάξαντα τὴν κληθεῖσαν ἀπ ' αὐτοῦ πυρρίχην , ὥστε μηδὲ τὴν παιδιὰν ἄμοιρον εἶναι τῶν πρὸς
5179792 ὑπεροπτησιν
χυμὸν κινουμένων , εὐκράτοις δὲ μᾶλλον ἐπὶ τῶν δι ' ὑπερόπτησιν τοῦ χολώδους χυμοῦ καὶ γυμνασίοις ὡσαύτως καὶ ἀνατρίψει ,
ζέον τῆς θερμασίας , ἔτι τε καὶ τὴν τῶν ἀποζεμάτων ὑπερόπτησιν οὐ δυναμένης ἐκκρίνεσθαι . θαυμάζω οὖν πῶς ὁ νόμῳ
5172967 ἀνθησιν
καῦμα : διαρρήγνυνται γάρ . Ἐν Τάραντι δὲ περὶ τὴν ἄνθησιν ὁτὲ μὲν ἀπερυσιβοῦνται διὰ τὴν ἄπνοιαν , ὁτὲ δὲ
ἐκπίπτει δὲ τοῦ θέρους , ὅταν τοῦτο διαχάνῃ . τὴν ἄνθησιν ποιεῖται κατὰ μέρος , ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῆς σκίλλης
5168609 ΚΛΝ
ΗΘΚ ΛΜΝ , καὶ τὸ μὲν ἐχέτω τρίγωνον βάσιν τὸ ΚΛΝ , τὸ δὲ παραλληλόγραμμον τὸ ΒΓΔΕ , καὶ ἔστω
ΓΔΛ . καὶ ἐναλλάξ : ἴσον δέ ἐστι τὸ ὑπὸ ΚΛΝ τῷ δὶς ὑπὸ ΓΔΛ : ἴσον ἄρα καὶ τὸ
5164654 ἀλιζω
. τὸν Αἰσχύλον . . ἀλινδήθρας : ἀλινδῆθραι ἀπὸ τοῦ ἀλίζω , τὸ συναθροίζω . . κυλίστρας . . 〚
ἀφ ' οὗ τὸ † ἀλεύατο νίφα πολλήν , γίνεται ἀλίζω , ὡς φοιτῶ φοιτίζω : Καλλίμαχος : φοιτίζων ἀγαθοὶ
5159947 ῥεξω
' ἀνανεύσῃ , τοῦδε τυχὼν ἐθέλω τρισσὰ θύη τελέσαι : ῥέξω γὰρ δαμάλαν , λάσιον τράγον , ἄρνα τὸν ἴσχω
κρίσιν εἰσφέρουσι τόλμῃ : τί πάθω , φίλοι , τί ῥέξω ; Κραδίη , φύγοις τὸ τάρβος , ἔχε θάρσος
5158299 παιδευτικην
παιδεύει τὸν βίον . Μὴ θαυμάσῃς δὲ , εἰ ἐνταῦθα παιδευτικὴν εἶναί φησι τὴν ποιη - τικὴν , ἀλλαχοῦ αὐτὴν
τὰ θηρία διατείνουσαν καὶ τὰ ἄλογα ζῷα τὴν διὰ λόγου παιδευτικὴν δύναμιν εἶχε Πυθαγόρας , καὶ τούτων τεκμήρια πλείονα .
5157441 ἀστοχον
ὀρθῶς στοχάζεται τῆς Ἀριστοτέλους διανοίας , οὐδ ' ἂν ἡμεῖς ἄστοχόν τι λέγοιμεν περὶ τοῦ θείου Πλάτωνος φήσαντες αὐτὸν τοῖς
ὀρθῶς στοχάζεται τῆς Ἀριστοτέλους διανοίας , οὐδ ' ἂν ἡμεῖς ἄστοχόν τι λέγοιμεν περὶ τοῦ θείου Πλάτωνος φήσαντες αὐτὸν τοῖς
5154353 ἠνιν
περὶ ὧν καὶ λόγον δεδώκαμεν : τάχα οὖν καὶ τὸ ἦνιν ἐκτείνει ὁ Τυραννίων διὰ τὸ μέτρον , οὐχὶ διὰ
. Κ : Ἦνιν : Πτολεμαῖος ὁ τοῦ Ὀροάνδου ἀνέγνω ἦνιν ὡς μῆνιν : καὶ τοῦτο ὀφείλει εἶναι τὸ ἀνάλογον
5149929 ὑποτρηχυν
Ἀρχέστρατός φησιν : εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην τήν θ ' ὑπότρηχυν βούγλωσσον . τῶν δὲ βουγλώσσων διαλλάττοντές εἰσιν οἱ κυνόγλωσσοι
δ ' ἀκόλαστος . εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην καὶ τὴν ὑπότρηχυν βούγλωσσον , ταύτην δὲ θέρευς περὶ Χαλκίδα κεδνήν .
5144857 ἀντεπιστειλαι
σου λαβὼν μὴ οὐχὶ πρῶτον μὲν ἡσθῆναι , ἔπειτα δὲ ἀντεπιστεῖλαι , ἀλλ ' ἀμφότερά τε ἐποίησα καὶ δοὺς Εὐσεβίῳ
πανταχοῦ ποιήσων ταὐτόν : ἐμοὶ δὲ ἦν μὲν διὰ πολλῶν ἀντεπιστεῖλαι , κρεῖττον δὲ ἔδοξε πέμψαι δι ' ἀνδρὸς ἐοικότος
5140678 ἀπολεσον
υἱοὺς τῶν ἐγρηγόρων διὰ τὸ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ἀπόλεσον τὴν ἀδικίαν πᾶσαν ἀπὸ τῆς γῆς , καὶ πᾶν
, μετ ' αὐτῶν ὁμοῦ δεθήσονται μέχρι τελειώσεως γενεᾶς . ἀπόλεσον πάντα τὰ πνεύματα τῶν κιβδήλων καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν
5139062 συνετωτατον
ταῖς ἐπινοίαις γεγενῆσθαι ὡς ἂν θεόν . πυκνότατον παλάμαις : συνετώτατον βουλαῖς ἢ γνώμαις . καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν
ἀγνώμονα εἰδέναι καὶ φιλεῖν τοὺς ἐπιμελουμένους , τὸ δὲ πάντων συνετώτατον καὶ μάλιστα ἀποδοῦναι χάριν ἐπιστάμενον ἀγνοεῖν καὶ ἐπιβουλεύειν ;
5133976 ἠπεδανος
δὲ βίη λέλυται , καὶ χαλεπὸν γῆρας κατείληφέ σε , ἠπεδανὸς δέ νύ τοι θεράπων , βραδέες δέ τοι ἵπποι
δασύνεται τὸ πρὸ αὐτοῦ , ἐγένετο τοῦ β πλεονασμός . ἠπεδανὸς παρὰ τὸ πέδον , ὃ σημαίνει τὴν γῆν πεδανὸς
5133964 ΘΗΖ
ΘΗ , ΖΗ πρὸς τὴν ΗΑ . ἔστω τῷ ὑπὸ ΘΗΖ ἴσον τὸ ὑπὸ ΗΑ , Κ . καὶ ἐπεί
τῇ ὑπὸ τῶν ΘΖΓ ἐστὶν ἴση : καὶ ἡ ὑπὸ ΘΗΖ ἄρα τῇ ὑπὸ ΘΖΗ ἐστὶν ἴση . καὶ κάθετος
5117184 ἀσπαστον
παθητικὸς ἤσπασμαι ἤσπασται καὶ ῥηματικὸν ὄνομα ἀσπαστός , τὸ οὐδέτερον ἀσπαστόν ' . . . . Ἀσπληδών : φασὶ γὰρ
, ἀφ ' οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἀσπαστός καὶ τὸ οὐδέτερον ἀσπαστόν . ὁ μέλλων ἀσπάσω , ἀφ ' οὗς ἀσπάσιος
5116224 κωτιλλουσα
δὲ ἐκείνῃ : ἐὰν δέ σε καὶ ἀπατᾶν ἐπιχειρήσῃ αἱμύλα κωτίλλουσα , φύ - λαξαι τὴν ἀπάτην : περίκειται γὰρ
κόπις Νησοῦς θυγατρός , ἤ τι Φίκιον τέρας , ἑλικτὰ κωτίλλουσα δυσφράστως ἔπη . ἐγὼ δὲ λοξὸν ἦλθον ἀγγέλλων ,
5112037 ὀρχος
' αὖτ ' ἐς ταλάρους ἐφόρευν . παρὰ δέ σφισιν ὄρχος χρύσεος ἦν , κλυτὰ ἔργα περίφρονος Ἡφαίστοιο , [
τοῦ οἴγειν καὶ ἀνοίγειν . ὄγμος ἡ τάξις , ὁ ὄρχος . ἄλλοι δὲ ὄγμον τὸ γεωργικὸν ἐργαλεῖόν φασιν .
5105437 ἰσηγοριαν
, τοῖς δ ' ἄλλοις πολίταις ἐλευθερίαν φέρων παρεῖναι καὶ ἰσηγορίαν καὶ ἄλλα πολλὰ ἀγαθά . Ταῦτ ' εἰπὼν καὶ
* * * * * Ἔδει πρῶτον μὲν ὑπάρχειν πάντων ἰσηγορίαν . * * * * * Πῶς οὖν οὐκ
5100366 σφαδᾳζειν
κακουμένῳ καὶ μὴ μακρὰν δὴ διὰ πόνων ἐναυστόλουν , εἰκὸς σφαδᾴζειν ἦν ἂν ὡς νεόζυγα πῶλον χαλινὸν ἀρτίως δεδεγμένον :
ἑτέρας ἐκ τῆς παραχρῆμα τῶν γεννωμένων διαζεύξεως ; ἀνάγκη γὰρ σφαδᾴζειν ἀποσπωμένων , διά τινα φυσικὴν μητέρων πρὸς ἔγγονα φιλοστοργίαν
5100110 Τοδε
γνώριμον αὖθις εἶναι καὶ τὰς εἰκόνας αὐτοῦ Πομπηίου διωρθώσατο . Τόδε μὲν δὴ τοῦ βίου τέλος ἦν Πομπηίῳ τῷ μεγίστους
δὲ τῶν παίδων τὸ καθαρὸν ἐνεδείξατο τῶν ψυχῶν . ροθʹ Τόδε τοίνυν αὐτόθεν Βούλεται ἐπὶ τὴν ἀντιπαράθεσιν ἐλθεῖν καὶ τὴν
5099249 ἰαχουσα
' ἀναίμονές εἰσι καὶ ἀθάνατοι καλέονται . ἣ δὲ μέγα ἰάχουσα ἀπὸ ἕο κάββαλεν υἱόν : καὶ τὸν μὲν μετὰ
, ἀλλ ' ὁπότ ' ἂν δὴ φθέγξομ ' ἐγὼν ἰάχουσα , τότε σχεῖν ἀκάματον πῦρ . Ὣς ἔφαθ '
5093704 προσφιλες
τὸ τέλος ἔσω . ἀπολογοῦνται διότι ἐθορύβησαν . φίλον ] προσφιλές . φίλον ] ἐμοί . τέκος ] γέννημα .
ὑπεμείναμεν . σοῦ δὲ φανέντος ἐκείνων ἠλευθερώθημεν . φίλον ] προσφιλές . κάρα ] ὦ . ἀπήνης ] τοῦ ἅρματος
5089456 σωφροσυνα
καὶ ὑποστατικὰ τῶν δεινῶν : τῶ δ ' ἐπιθυματικῶ ἁ σωφροσύνα : μετριότας γάρ ἐντι καὶ κατοχὰ ποθ ' ἁδονὰν
ἀφείης ἱμέρωι χρίσας ' ἄφυκτον οἰστόν . στέργοι δέ με σωφροσύνα , δώρημα κάλλιστον θεῶν : μηδέ ποτ ' ἀμφιλόγους
5089170 ἀρτιτρεφεις
πρὸς τὸ βληχαὶ αἵτινες τῶν νηπίων ἦσαν . θ Ξ ἀρτιτρεφεῖς ] ἤτοι τῶν ἀρτιτρεφῶν βρεφῶν . βρέμονται ] ἠχοῦσιν
. θΞ ἐπιμαστιδίων ] τῶν ἐπὶ τοῖς μαστοῖς νηπίων . ἀρτιτρεφεῖς ] ἄρτι τρεφόμενοι . ἀρτιβρεφεῖς ] νέαι . ἀρτιτρεφεῖς
5088217 κεκοτηοτι
Αἰσονίδην , μήτ ' ἄσχετα σεῖο ἕκητι παῖδα πατὴρ θυμῷ κεκοτηότι δηλήσαιτο . λίην γὰρ δύσζηλοι ἑαῖς ἐπὶ παισὶ τοκῆες
Ὀδυσσεύς : “ δαιμονίη , τί μοι ὧδ ' ἐπέχεις κεκοτηότι θυμῷ ; ἦ ὅτι δὴ ῥυπόω , κακὰ δὲ
5087314 ψεγουσιν
οὓς μὲν ἐπαινοῦσιν , οὓς δὲ σκώπτουσιν , οὓς δὲ ψέγουσιν : ἀφελὴς γὰρ ὁ θρίαμβος καὶ ἐν ἐξουσίᾳ λέγειν
ἀλλὰ τοῦτ ' οἶμαι τοῖς πολλοῖς οὐ δυνατόν : ὅθεν ψέγουσιν τοὺς τοιούτους δι ' αἰσχύνην , ἀποκρυπτόμενοι τὴν αὑτῶν
5084900 Ποινην
ἁρπάζειν , ἐς ὃ Κόροιβος ἐς χάριν Ἀργείοις φονεύει τὴν Ποινήν . φονεύσας δὲοὐ γὰρ ἀνίει σφᾶς δεύτερα ἐπιπεσοῦσα νόσος
καὶ δὴ καὶ ἐπίθημά ἐστι τῷ τάφῳ Κόροιβος φονεύων τὴν Ποινήν . ταῦτα ἀγάλματα παλαιότατα , ὁπόσα λίθου πεποιημένα ἐστὶν
5084726 ἀνασκευαζομεν
ὁ θεῖος Πλάτων ὡς διαβάλλειν αἱρεῖσθαι . οὕτως δ ' ἀνασκευάζομεν τοὺς λέγοντας τὸν σκοπὸν εἶναι τοῦ Μενεξένου περὶ τοῦ
περὶ τούτου . εἰσφερομένων τοίνυν τῶν νόμων ἢ κατηγοροῦμεν καὶ ἀνασκευάζομεν , ἢ συνηγοροῦμεν καὶ κατασκευάζομεν . μετὰ δὲ τὸ
5084174 θυσιην
, εἴρηται πρότερόν μοι . τύπτονται γὰρ δὴ μετὰ τὴν θυσίην πάντες καὶ πᾶσαι , μυριάδες κάρτα πολλαὶ ἀνθρώπων .
δὲ χοροὺς μὲν τῷ Διονύσῳ ἀπέδωκε , τὴν δὲ ἄλλην θυσίην Μελανίππῳ . Ταῦτα μὲν ἐς Ἄδρηστόν οἱ ἐπεποίητο :
5079402 πεφυζοτες
γ εἰς ζ πέφυζα : ἡ μετοχὴ ὁ πεφυζώς καὶ πεφυζότες . . . , : εἰλήλουθμεν [ ἤγουν ἐληλύθαμεν
Ἀχιλῆα πελώριον : αὐτὰρ ὑπ ' αὐτοῦ Τρῶες ἄφαρ κλονέοντο πεφυζότες , οὐδέ τις ἀλκὴ γίγνεθ ' : ὃ δ
5073646 ἀρωμαι
ἀρχὴν μηδ ' ἐπιχειρήσασι [ ἀνασῴζειν ] τὰ ἐναντία τούτοισι ἀρῶμαι ὑμῖν γενέσθαι , καὶ πρὸς ἔτι τούτοισι τὸ τέλος
, ἐπέων δ ' ἐνὶ βουλῇ . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶμαι , ἵν ' ᾖ ἀάρης καὶ Ἄρης . .
5073082 ἐβλητο
τὸ τρίτον ἐβέβλητο καὶ κατὰ συγκοπὴν ἔβλητο , οἷον : ἔβλητο πρὸς στῆθος : εἶτα ἀφαίρεσις βλῆτο , οἷον :
τὸ δεύτερον ἐβέβλησο καὶ τὸ τρίτον ἐβέβλητο καὶ κατὰ συγκοπὴν ἔβλητο , οἷον : ἔβλητο πρὸς στῆθος : εἶτα ἀφαίρεσις
5069412 κατερεξεν
δ ' ἀγκὰς ἐλάζετο θυγατέρα ἥν , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἐκ τ ' ὀνόμαζε
μείδησεν δὲ Καλυψώ , δῖα θεάων , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν
5068234 προεπιβουλευειν
μὲν διδόντων , ὑμῶν δὲ δεξαμένων τὴν ξυμμαχίαν , καὶ προεπιβουλεύειν αὐτοῖς μᾶλλον ἢ ἀντεπιβουλεύειν . Ἢν δὲ λέγωσιν ὡς
δὲ τὸ ἐν τῇ Κορινθίων δημηγορίᾳ οὕτως εἰρημένον “ καὶ προεπιβουλεύειν μᾶλλον αὐτοῖς ἢ ἀντεπιβουλεύειν : ” πρὸς ὃ οἶμαι
5067530 δικαιοτας
τῷ κέρδεος ἀποσχέσθαι καὶ βλάβας τᾶς εἰς τὸν πλατίον , δικαιότας . ἁ δὲ κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον αὐτᾶς σύνταξις
θυμοειδές , ἀνδρειότας : ὅκκα δὲ τὰ μέρεα πάντα , δικαιότας . αὕτα γάρ ἐστιν ἁ διείργουσα τάς τε κακίας
5065824 ἀμερσαι
ἀδελφὸς Τάφιος , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ νῆσος . ἀμέρσαι : στερῆσαι . δηριόωντες : ἀγωνιζόμενοι . ὁ γὰρ
ὡς φθείρω φθερῶ φθέρσω καὶ κείρω κερῶ κέρσω , καὶ ἀμέρσαι ἐξ αὐτοῦ , . , . * . Ἀμένης
5064108 ἐπαιτην
καχειμονίᾳ κακόμορφος . ἦλθε γὰρ Ὀδυσσεὺς εἰς τὴν Τροίαν εἰς ἐπαίτην μετασχηματίσας ἑαυτὸν διὰ τὸ Παλλάδιον : ἄμορφος : ἀντὶ
δὲ διαρραγέντας ὑπὸ ἀπεψιῶν καὶ μέθης ; τίνα πώποτ ' ἐπαίτην ῥᾳδίως εἶδες μὴ γέροντα ; τίνα δ ' οὐκ
5058764 Φιλοτητα
. . . Ἐ . δὲ τὴν μὲν ἀγαθουργὸν ἀρχὴν Φιλότητα καὶ Φιλίαν πολλάκις , ἔτι δ ' Ἁρμονίαν καλεῖ
μὲν πῦρ Νεῖκος οὐλόμενον [ , ] , σχεδύνην δὲ Φιλότητα τὸ ὑγρὸν ἑκάστοτε προσαγορεύων . σχεδύνην Φιλότητα . .
5054141 στοιβην
] Καλλίτριχον ἑψήσας ἐν ὕδατι δίδου πιεῖν . ἄλλο . στοιβὴν τὴν εἰς τὰ κεράμια , τὴν ἀκανθώδη κόψον εἰς
ἐν τῷ λόγῳ . ἀπὸ τῆς στοιβῆς τῶν φορτίων . στοιβὴν : Σωρείαν λέξεων ἐνοῦσαν ἔξω τοῦ πρέποντος , παρὰ
5053167 ἀλληλω
συλλαμβάνειν ἀλλήλοιν ἐποίησεν , ἀφεμένω τούτου τράποιντο πρὸς τὸ διακωλύειν ἀλλήλω , ἢ εἰ τὼ πόδε θείᾳ μοίρᾳ πεποιημένω πρὸς
τὴν τοῦ θήλεος πρὸς τὸ ἄρρεν , ᾗ πεφύκατον πρὸς ἀλλήλω κοινωνεῖν ; Συγχωρῶ , ἔφη . Οὐκοῦν , ἦν
5050639 φυαν
τοιοῦτο ὄν ὑγιαίνειν μὲν ἄριστον ἀνδρὶ θνητῷ , δεύτερον δὲ φυὰν καλὸν γενέσθαι , τὸ δὲ τρίτον πλουτεῖν ἀδόλως ,
. ὑγιαίνειν μὲν ἄριστον ἀνδρὶ θνητῶι , δεύτερον δὲ καλὸν φυὰν γενέσθαι , τὸ τρίτον δὲ πλουτεῖν ἀδόλως , καὶ
5047639 ὀρθουν
τῶν λόγων αὐτέων ὑπὸ ἀσυνεσίης , τὸν δὲ Μελίσσου λόγον ὀρθοῦν . Περὶ μὲν οὖν τουτέων ἀρκέει μοι τὰ εἰρημένα
ὅστις γυναῖκ ' οὐ λαμβάνω . Οὐ λυποῦντα δεῖ παιδάριον ὀρθοῦν , ἀλλὰ καὶ πείθοντά τι . Υἱῷ προθίμως τἀξιούμενον
5046790 ἱλασκονται
πυρὸς σέλας , ἥν κέ νυ Κόλχοι Ἄρτεμιν ἐμπυλίην κελαδοδρόμον ἱλάσκονται , δεινήν τ ' ἀνθρώποισιν ἰδεῖν δεινήν τ '
Ἀθηναίης ἐξοίχεται , ἔνθά περ ἄλλαι Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται , ἀλλ ' ἐπὶ πύργον ἔβη μέγαν Ἰλίου ,
5045977 ἀκουϲαι
δὲ τοῖϲι καρδιώϲϲουϲι καὶ αἴϲθηϲιϲ ὀξυτέρη , ὡϲ ἰδεῖν καὶ ἀκοῦϲαι μᾶλλον ἢ πρόϲθεν , καὶ γνώμη εὐϲταθεϲτέρη καὶ ψυχὴ
καὶ οἷον θλωμένων ἄχρι καὶ τῶν ὀϲτῶν . οὕτωϲ οὖν ἀκοῦϲαι λεγόντων ἔϲτι τῶν παϲχόντων ὡϲ ὀϲτοκόπῳ τε ϲυνέχονται καὶ
5042083 βεβληκα
καὶ ἀπὸ τοῦ βέλω τοῦ σημαίνοντος τὸ αὐτό , βλήσω βέβληκα βέβλημαι ἐβεβλήμην ἐβέβληντο , προσθέσει τοῦ ο ἐβεβόληντο καὶ
+ . . . Βλῆτο : ἀπὸ τοῦ βλῶ βλήσω βέβληκα , ὁ παθη - τικὸς βέβλημαι ἐβεβλήμην , τὸ
5041940 βλαβω
τέκνον : πρὸς ἄλλο πεφύκαμεν : ἐγὼ μὲν οὐ μὴ βλαβῶ , σὺ δὲ βλάπτῃ , τέκνον . ” καὶ
μῖσος . σιγᾶν ] σιωπῶ , φησίν , ἵνα μὴ βλαβῶ . κοιράνων ] τῶν βασιλέων . ἔτρεις ] ἐφοβοῦ
5041245 πορδαλιν
ἀκοντίων καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκοντίων τὴν πόρδαλιν καλοῦσι τὴν κασαλβάδα . τὴν κακκάβην γὰρ κᾶε τοῦ
Καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκοντίων . Τὴν πόρδαλιν καλοῦσι τὴν κασαλβάδα . Τὴν κακκάβην γὰρ κᾶε τοῦ
5038707 ἀλογω
τιθέμενοι τὸ ἐπιστρέφεσθαι τῶν θεῶν . Ἀλέγω τὸ φροντίζω , ἀλογῶ δὲ τὸ καταφρονῶ . . ΚΑΤΑΦΡΑΖΕΣΘΕ . Βουλεύεσθε ,
καὶ περισπᾶται , εἰ μὴ ἐν προθέσει συντεθῇ . οἷον ἀλογῶ πολυλογῶ κακολογῶ μακρολογῶ . πρόσκειται εἰ μὴ ἐν προθέσει
5035815 γενεος
καὶ οὐ καθαρὸς χεῖρας , ἐὼν Φρὺξ μὲν γενεῇ , γένεος δὲ τοῦ βασιληίου . Παρελθὼν δὲ οὗτος ἐς τὰ
τᾶς πολιτείας διαμένει ἀκέραιον καὶ ἀπαράμικτον ὑπάρχον ἀπὸ τῶ ἄλλω γένεος : καὶ εἰ τὰ μεγέθεα τῶν βίων ἐν τοῖς
5035449 ὠλενην
καὶ λευκοὶ κατὰ τὴν ὠλένην . ὁρᾷς δὲ καὶ τὴν ὠλένην ὡς διὰ λευκῆς τῆς ἐσθῆτος λευκοτέρα ὑποφαίνεται καὶ οἱ
' , οὕτω καὶ πολὺν ζῶντες χρόνον φίλην ὀρέξετ ' ὠλένην ; τάλαιν ' ἐγώ , ὡς ἀρτίδακρύς εἰμι καὶ
5032568 αἰαζει
ἐπέκειρεν ] ἀπώλεσεν , ἠφάνισεν . γᾶ ] η . αἰάζει ] θρηνεῖ . τὰν ] η . ἐγγαίαν ]
Ἅιδου πληρωτῇ . . . γαῖα ] ἡ Περσίς . αἰάζει ] θρηνεῖ . ἔγγαιον ] ἐγχώριον . . ἥβαν
5028769 Ποσοτητα
ι ἀπὸ δοτικῆς γεγόνασιν . οὕτως ὁ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ποσότητα , . , , . , . * +
τοῦ αε εἰς α μακρὸν αἴρω . οὕτως εἰς τὴν Ποσότητα , . , . . . Αἱρείτω : †
5026126 μεταμωνιον
φλέγοντες τοῖς ἀλγήμασι τοὺς πληγέντας . * ἔμπυροι : φλογώδεις μεταμώνιον : οὐ μάταιον , ἀλλὰ δεινόν , ἐπικίνδυνον .
δὲ καὶ ἔκπυροι : οὔ κεν ἐκείνων ἀνδράσι δάχμα πέλοι μεταμώνιον ἀλλὰ κάκηθες . ἄλλος δ ' αὖ κόχλοισι δομὴν
5024215 θρηνωδη
τί τῶν σῶν καλῶν ἄξιον φθέγξομαι ; ποίαν δὲ ἁρμονίαν θρηνώδη καὶ τραγικὴν ἁρμοσάμενος στενάξω τοσοῦτον , ὁπόσον βούλομαι ;
καὶ αἰθρίας πολλῆς ἦχον ἀκουσθῆναι σάλπιγγος , ὀξὺν ἀποτεινούσης καὶ θρηνώδη φθόγγον . καὶ τοὺς μὲν ἀκούσαντας ἅπαντας ἔκφρονας ὑπὸ
5023385 ἑτεροειδων
. σύνθετον διπλοῦ διαφέρει . σύνθετον μὲν γὰρ τὸ ἐξ ἑτεροειδῶν συντιθέμενον , ὥσπερ τὸ ζ ἐκ τοῦ δ καὶ
τὴν στεφάνην ἑτεροειδῶν χρωμάτων . Ἐπεὶ τοίνυν παντὸς ὑγροῦ ἐξ ἑτεροειδῶν συστάντος οὐσιῶν τὸ παχύτερον χωρεῖν πρὸς τὸν πυθμένα πέφυκε
5023200 δουλουται
τὰ μικρὰ τοῦ θανάτου μυστήρια . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πάντα δουλοῦται ταχύ . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά .
καὶ τὸ ἑαυτῷ θειότατον ὑπὸ τῷ ἀθεωτάτῳ τε καὶ μιαρωτάτῳ δουλοῦται καὶ ἐπὶ τῇ αὑτοῦ ψυχῇ πλημμελεῖ . καὶ μὴν

Back