ἔφην , τῶν ἑπτὰ τούτων ἡ γένεσις τοιῷδε τρόπῳ : θηλυκὴ γὰρ γῆ ἦν καὶ ὕδωρ ὀχευτικόν , τὸ δὲ | ||
μετοχὴ ἀπὸ τοῦ ἰδίου ὁριστικοῦ χρόνου γίνεται , πᾶσα δὲ θηλυκὴ καὶ οὐδετέρα ἀπὸ τῆς ἀρσενικῆς μετοχῆς κανονίζεται καὶ εἰσὶν |
ἀντωνυμιῶν παραλαμβανομένων , συνήθους τε ὄντος τοῦ κατὰ τὸ ε πλεονασμοῦ . Οὐκ ἔστι παρὰ Δωριεῦσιν ἐν τρίτῳ ἡ διὰ | ||
τὸ νοσοῦν . ἔσται δὲ ἀπὸ ἐμέτων πυκνοτέρων καὶ χολῆς πλεονασμοῦ . δυσπνοοῦσιν οὖν καὶ τὰ πλευρὰ ἐπαισθάνονται ῥυπτιζόμενοι πάνυ |
Δῖος . τὸ ἐπίθετον κτητικῷ τύπῳ , ἀπὸ τῆς Διὸς γενικῆς δίϊος ἐστὶ , καὶ συναλοιφῇ δῖος . διὸ καὶ | ||
ὧδέ φησι ‚ τὰ εἰς εύς λήγοντα παρώνυμα οὐδέποτε τῆς γενικῆς τοῦ πρωτοτύπου μιᾷ πλεονάζει . ὁ γοῦν Φωκαεύς οὐ |
γὰρ φόβους καὶ αἰφνιδίων πραγμάτων ταραχὰς καὶ ζημίας καὶ πένθη θηλυκοῦ προσώπου , ἀκαταστατήσει δὲ καὶ ἀσθενήσει καὶ αἱμαγμοὺς καὶ | ||
γυναικείας πράξεως προβιβάζει , ποιεῖ δὲ καὶ ἐπιτρόπους γυναικῶν ἢ θηλυκοῦ ἱεροῦ προεστῶτας , ἐξ ὧν καὶ χάριτας ἕξουσι καὶ |
οὐσίαν τοῦ πράγματος ὀρθῶς πλάγιοι λέγονται . Προτέτακται δὲ ἡ γενικὴ τῆς δοτικῆς καὶ αἰτιατικῆς , ἐπειδὴ δύο ἐπιδέχεται συντάξεις | ||
ι προσγεγραμμένον , ἀπὸ γὰρ τῆς Ἀσίας εὐθείας Ἀσίου ἡ γενικὴ γίνεται , Ἰωνικῶς Ἀσίεω , ὡς Ἀτρείδεω , καὶ |
εἰς ων καταλήξεως : τὰ γὰρ εἰς ων λήγοντα ἢ ὀξύνονται , ὡς τὸ Σαρπηδών Ἑλικών , ἢ βαρύνονται , | ||
, ὡς ἐμάθομεν , τὰ εἰς ους λήγοντα ὀνόματα οὐδέποτε ὀξύνονται , χωρὶς τοῦ πούς καὶ ὀδούς , ταῦτα γὰρ |
ὁ μὲν τεχνικὸς λέγει , ὅτι τὸ μὲν Δημοσθένεος καὶ εὐγενέος εἰσὶν ἐντελῆ , τὸ δὲ Δημοσθένους καὶ εὐγενοῦς κατὰ | ||
, νοέω νοῶ , πάϊς παῖς , εὐσεβέος εὐσεβοῦς , εὐγενέος εὐγενοῦς . Ἰστέον δὲ ὅτι οὐ μόνον ἐπὶ τῶν |
. Τὰ ἀπὸ τῶν εἰς ης ἀρσενικῶν εἰς εια γινόμενα θηλυκά , εἰ μέν εἰσι προπαροξύτονα διὰ τῆς ΕΙ διφθόγγου | ||
ὂν καὶ μὴ ἀπὸ Δωρίδος διαλέκτου δυνάμενον εἶναι ὥσπερ τὰ θηλυκά , οὐδὲ γάρ ἐστι θηλυκόν , οὐ δύναται γράφεσθαι |
λέγε τὴν ᾠδήν . ἀντὶ τοῦ πρὸς τὴν αἰθρίαν . βαρβαρίζει δὲ ὁ τοξότης . ἀντὶ τοῦ δρῶ . τοῦτο | ||
] τὸ θαρσαλέον , βαρβαριστί , παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος . κομψευριπικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς |
δ ' ἐν πυρὶ βάλλεν ἀτειρέα κασσίτερόν τε καὶ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον : αὐτὰρ ἔπειτα θῆκεν ἐν ἀκμοθέτῳ μέγαν | ||
δαφνῆντος , τιμήεις τιμήεντος τιμῆς τιμῆντος , Σ καὶ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον : τὰ δὲ μηδὲν ἐκ τούτων ἔχοντα |
δὲ τοῦτο , ἀλλὰ πεπερασμένον , οὕτω τοίνυν κἀνθάδε ἡ συναίρεσις τοῦ πλάτους , εἰς ἐλάχιστον πλάτος καταληγούσης τῆς διανοίας | ||
ἀλλοίωσις ἐγένετο τῶν φωνηέντων , δηλονότι κρᾶσίς ἐστιν καὶ οὐ συναίρεσις . Καὶ ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι , εἰ ἄρα ἐν |
ὀδούς , ταῦτα γὰρ ὀξύνονται : εἰ δὲ ὦσι σύνθετα βαρύνονται , οἷον εὔπλους εὔχρους εὔνους σύννους Ἀλκίνους Οἰδίπους : | ||
εἰς ΩΝ σύνθετα ἀπὸ ἁπλῶν , συντεθειμένα ῥητὰ ἀπὸ βαρυτόνων βαρύνονται : Ἀνακρέων Χα - μαιλέων . τὰ δὲ ἀπὸ |
Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ ἄξιόν | ||
καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ε καὶ ω εἰς ω γίνεται Δημοσθενῶν περισπωμένως : περισπᾶται δέ , ἐπειδή , ὡς εἴρηται |
αἶ αἶ αἶ ] Τὰ εἰς αι λήγοντα ἐπιρρήματα θρηνητικὰ περισπῶνται , πλὴν τοῦ βαβαί καὶ οὐαί . τὸ δὲ | ||
ὅτι τὰ εἰς ους λήγοντα ὀνόματα εἰ μὲν ὦσιν ἁπλᾶ περισπῶνται , οἷον βοῦς νοῦς χροῦς χοῦς χνοῦς ῥοῦς χαλκοῦς |
ὁ σοφιστὴς καὶ [ ὁ ] ἀσπαλιευτὴς ἅμα ἀπὸ τῆς κτητικῆς τέχνης πορεύεσθον . Ἐοίκατον γοῦν . Ἐκτρέπεσθον δέ γε | ||
ἐν τούτοις τῆς γενικῆς ἡ κτῆσις μηνύεται καὶ οὐ τῆς κτητικῆς ἀντωνυμίαςἔτι . γε μὴν καὶ ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων |
ἐς τὴν παρεξειρεσίαν καὶ ἀπέβαλε τὴν ἀσπίδα . † Καὶ ἀναδίπλωσις δέ που εἰργάσατο μέγεθος , ὡς Ἡρόδοτος δράκοντες δέ | ||
τινὸς λόγου , ἢ πλειόνων λέξεων ἐπαναλαμβανομένων , ὃ καὶ ἀναδίπλωσις καλεῖται , οἷόν ἐστι τοῦ δ ' ἐγὼ ἀντίος |
θηλυκοῦ χαρακτῆρα , κἂν ᾖ τῇ σημασίᾳ οὐδέτερα , ἢ ἀρσενικὰ ἢ θηλυκὰ προσαγορεύομεν , οἷον οἶκος πόλις . Πρώτη | ||
: ὁσιότης : γενναιότης : μεγαλειότης . Τὰ εἰς ις ἀρσενικὰ τὲ καὶ θηλυκὰ , εἴτε ὀξύτονα , εἴτε βαρύτονα |
τῆς θερμασίας , ἢ αὐτὸ παρ ' ἐκείνων λαμβάνει . Πᾶσα μὲν γὰρ ἡ λεπτομερὴς οὐσία ῥᾷον ἀναλλοιοῦται τῆς παχυμεροῦς | ||
: κιχάνω : σεσημείωται διὰ μακροῦ τοῦ α ἐκφερόμενα . Πᾶσα μετοχὴ εἰς ων λήγουσα , ὀξύτονος , ἢ βαρύτονος |
δὲ κανονίζομεν τὴν δοτικὴν τῶν πληθυντικῶν ἐκ τῆς εὐθείας τῶν ἑνικῶν , ἡνίκα μὴ δύναται κανονισθῆναι ἐκ τῆς δοτικῆς τῶν | ||
ἐπειδὴ ἐὰν ἀποβληθῇ τὸ σύμφωνον , συνεμπίπτει τῇ δοτικῇ τῶν ἑνικῶν , ὅπερ ἐστὶν ἄτοπον : ἄλλως τε δὲ πᾶσα |
τῷ κανόνι : ὁ γὰρ κανὼν περὶ τῶν εἰς ας ἀρσενικῶν , ὡς εἴρηται , διαλαμβάνει καὶ περὶ τῶν ἐχόντων | ||
τὴν ει δίφθογγον κίρναται : τὸ γὰρ ι εὑρίσκεται τελικὸν ἀρσενικῶν ὀνομάτων : οἷον , ὅμηροι : ἄνθρωποι : εἰς |
: τῷ δὲ ἑκάστου τῶν ὑποκειμένων τῶν λοιπῶν πτωτικῶν , μετοχῆς ἄρθρου ἀντωνυμίας . Ὑποκείμενα δέ ἐστι τὰ ὄντα καὶ | ||
προτάττεσθαι καὶ τῶν ἄλλων πλαγίων τὸ ἄρθρον τὸ ὁ , μετοχῆς ἐπιφερομένης καὶ τῆς οὗτος ἀντωνυμίας μετὰ ῥήματος τοῦ ἔστιν |
πληθυντικῶν συναιροῦνται , οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους , Δημοσθενέοιν Δημοσθενοῖν , Δημοσθενέων Δημοσθενῶν , Διομήδεος Διομήδους , Διομηδέοιν Διομηδοῖν , Διομηδέων | ||
, Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ |
τρεῖς δ ' εἰσὶ τῆς σκηνικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις , τραγικὴ κωμικὴ σατυρική . ὁμοίως δὲ καὶ τῆς λυρικῆς ποιήσεως τρεῖς | ||
δέ γε τὸ μισεῖν κοινότερον ἐπὶ τοῦ ἐχθραίνειν τεθὲν ἡ κωμικὴ σεμνότης ἐπὶ μίξεων ἔθετο ἀσέμνων . Ἀριστοφάνης γοῦν μισητίαν |
λέγομεν τὸ πεφυκὸς ἐπιδέχεσθαι πτώσεις : καὶ γὰρ ἡ εὐθεῖα πτῶσις μὲν οὐκ ἔστι , κλίνεται δὲ εἰς πτώσεις , | ||
νῆα μέλαιναν . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ἤλλακται πτῶσις σὲ ἀπηύρα νῆα ἀντὶ τοῦ σοῦ ] ὁμοίως τῷ |
συναιρέσεως γίνονται , ἡ δὲ θηλυκὴ τοῦ παρακειμένου μετοχὴ ἡ τετυφυῖα , ἥτις γίνεται ἀπὸ τῆς τετυφότος γενικῆς τοῦ ἀρσενικοῦ | ||
νοῶν νοοῦσα , εὐφρανῶν εὐφρανοῦσα , τυπείς τυπεῖσα , τετυφώς τετυφυῖα . προπαροξύνονται δὲ , ὅσαι ἀπὸ βαρυτόνων εἰσὶν ἀρσενικῶν |
, ἔστι δὲ ὁ ἔγγονος . γέγονε δὲ ἀπὸ τοῦ ἀδελφιδέος καὶ θυγατριδέος κατὰ κρᾶσιν , οὐχ ὥς τινες λέγουσι | ||
Βαγαίου καὶ Ἀρταΰντης ὁ Ἀρταχαίεω : συνῆρχε δὲ τούτοισι καὶ ἀδελφιδέος Ἀρταΰντεω αὐτοῦ προσελομένου , Ἰθαμίτρης . Ἅτε δὲ μεγάλως |
τὴν θεόν . . . . βρόδον : ἔστι † διάλεκτος : παρὰ τὸ ῥόδον πλεονασμῷ τοῦ β βρόδον . | ||
τις , τῇ Ἀττικῇ διαλέκτῳ χρῆται . ἡ δὲ κοινὴ διάλεκτος μόνου τοῦ βούλει , καὶ ὄψει , καὶ οἴει |
λέγομεν μῆτρε καὶ πάτρε τὴν εὐθεῖαν τῶν δυϊκῶν , ἀλλὰ μητέρε καὶ πατέρε , ὡς ἀπὸ τῆς ἐντελοῦς δοτικῆς μητέρι | ||
καὶ θηλυκῶν , οἷον Αἴαντε Αἴαντες , Λάχητε Λάχητες , μητέρε μητέρες , ἀσπίδε ἀσπίδες , χάριτε χάριτες . Καὶ |
τί μὴ τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἡ συλλαβὴ ἡ ἐκ φωνήεντος καὶ συμφώνου συνεστηκυῖα δίφθογγος καλεῖται . Καὶ λέγομεν , | ||
Κρᾶσις δέ , οἷον τὰ ἐμά τἀμά , καὶ ὅταν φωνήεντος φθειρομένου βραχέος ὁ χρόνος αὐτοῦ τῷ γειτονοῦντι βραχεῖ φωνήεντι |
ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται . Τὰ εἰς ΝΩ παραληγόμενα τῷ Ε περισπᾶται , εἰ προκατάρχοιτο ὄνομα , ἐξ οὗ γέγονε : | ||
τὴν τοῦ μέτρου χρείαν καὶ ὀξύνεται παρὰ τοῖς ποιηταῖς καὶ περισπᾶται . χρὴ τοίνυν περισπᾶν τοῦτο ἐνταῦθα ἵν ' εἴη |
τὰ γένη καὶ αἱ κτήσεις σημαίνονται : προτέτακται δὲ τῆς δοτικῆς , ὅτι πρὸς ὄνομα καὶ ῥῆμα κυρίως συντάσσεται , | ||
ταύτης ἔχεσθαι τῆς συντάξεως . ὡς μὲν οὖν οὐ δύναται δοτικῆς εἶναι πτώσεως , προφανὲς ἐκ τοῦ σημαινομένου , καθὼς |
πλεονασμῷ τοῦ ε τεθνεώς . Αἱ εἰς ως ἀπαθεῖς λήγουσαι ἀρσενικαὶ μετοχαὶ διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται ἐπ ' εὐθείας | ||
θώων κράτων δᾴδων λάων . Αἱ δὲ εἰς αι λήγουσαι ἀρσενικαὶ μὲν οὖσαι περισπῶσι τὴν γενικήν , τοξοτῶν πολιτῶν Αἰνειῶν |
καταλήγειν εἰς η : ἐμάθομεν γάρ , ὅτι πᾶσα γενικὴ ἀρσενικὴ εἰς ους λήγουσα θέλει ἔχειν τὴν αἰτιατικὴν εἰς η | ||
λέγειν κατὰ τὸ πλεῖστον θηλυκὴν τὴν γένεσιν . ἐὰν δὲ ἀρσενικὴ τύχῃ , πρόσθεσιν καὶ ἀφαίρεσιν λογίζεσθαι τῆς ὥρας τοσαύτην |
συνίστασθαι αὐτὴν εἰ μὴ ὑποταγείη τοῖς προκειμένοις συνδέσμοις , εἴρηται ὑποτακτική . . Ὅτι δὲ καὶ ἐπ ' ἄλλων μερῶν | ||
ὅμως μέλλοντος ἔχουσιν . Διατί ἡ ἔγκλισις ἡ ὑποτακτικὴ καλεῖται ὑποτακτική ; Καὶ λέγομεν , ὅτι ἐπειδὴ προτάσσονται τοῦ ῥήματος |
Μοῦσαι Μουσῶν , ἅμαξαι ἁμαξῶν , τράπεζαι τραπεζῶν , ἄελλαι ἀελλῶν , γλῶσσαι γλωσσῶν , χωρὶς τοῦ ἀφύαι ἀφύων : | ||
θηλυκαὶ δὲ οὖσαι εἰ μὲν εἶεν μονογενεῖς περισπῶνται , Μουσῶν ἀελλῶν , πλὴν τοῦ ἀφύων : εἰ δὲ παρεσχηματισμέναι ἀρσενικοῖς |
τοῖς τοιούτοις τροπὴ τοῦ ε εἰς ο , καὶ αὖθις ἔκτασις τοῦ ο εἰς ω : νέμω , νωμῶ : | ||
ἐστιν αὕτη καὶ οἷον γένεσίς τις ἀπὸ λόγου σπερματικοῦ καὶ ἔκτασις , τετευχυῖα παρὰ τὸ τοιοῦτον τῆς ὀνομασίας , παρ |
ὡς τὸ Τίρυνς , ἢ τὸ ρ , ὡς τὸ μάκαρς : τὰ δὲ εἰς ξ λήγοντα , περὶ ὧν | ||
μόνον ἀλλὰ μεθ ' ἑτέρου τινὸς συμφώνου , οἷον ὁ μάκαρς καὶ ὁ τίρυνς καὶ ὁ ἅλς , καὶ ἕτε |
εἰς ως μετοχῶν καὶ μετοχικῶν , μετοχῶν μέν , οἷον τετυφώς τετυφότος , πεποιηκώς πεποιηκότος , μετοχικῶν δέ , οἷον | ||
φυλάττει τὸ ω μέγα καὶ ἐπὶ γενικῆς , τὸ δὲ τετυφώς οὐ φυλάσσει , διότι ἐκεῖνος ὄνομά ἐστι , τοῦτο |
ἐστίν . ἔτι σφηκίον χαρτίον ὠτίον . τὸ δὲ φρούριον προπαροξύνεται : οὐ γὰρ ὑποκοριστικόν . Τὰ διὰ τοῦ ΙΟΝ | ||
, οἷον Αἴαντος Αἴαντι : ἄμφω βραχέα τὰ λήγοντα καὶ προπαροξύνεται ἑκάτερα : τὸ δὲ Ξ Αἴαντι δὲ δαΐφρονι ποιητικὴ |
οὐ γὰρ , ὡς τινὲς , ὦ ἐμοὶ , καὶ συναλοιφῇ ὤμοι . πῶς γὰρ τῇ δοτικῇ ἐπεφέρετο εὐθεῖα , | ||
φρῶ ἡ φρήν . παρὰ τὸ ἴω καὶ προΐω , συναλοιφῇ φρῶ . καὶ φρὴν , ἐφ ' ἧς προΐεται |
τὴν ου δίφθογγον ἔχει τὴν γενικὴν τῷ λόγῳ τοῦ Κόμης Κόμου καὶ γύης γύου : ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ δίκη | ||
τοῦ κλυτοτέχνου : οὕτως οὖν καὶ κόμη ὁ Κόμης τοῦ Κόμου καὶ γύη ὁ γύης τοῦ γύου : καὶ γύη |
συναιρούμενα κατὰ τὴν γενικὴν προσθέσει τοῦ ι τὴν δοτικὴν τῶν πληθυντικῶν ποιεῖ . τοὺς ἅλας , ὦ ἅλες . Ἑνικά | ||
τὸ λελάμπρυνται τρίτον πρόσωπον τῶν ἑνικῶν ὁμόφωνον τῷ τρίτῳ τῶν πληθυντικῶν ὡς τὸ ἐξήρανται , καὶ κατῄσχυνται , καὶ ὅσα |
ἐν δὲ Βατουσιάδης : ἐνταῦθα γὰρ ἡ δης συλλαβὴ ἀντὶ τρισυλλάβου κεῖται [ δακτυλικοῦ ] . Ἐπὶ δὲ τῶν τοιούτων | ||
Ἀγαθοκλῆς : ἐπίθετα δὲ ὄντα ὀξύνεται , εἰ μὴ ἀπὸ τρισυλλάβου οὐδετέρου γίνεται ἢ ἀπὸ δισυλλάβου τῷ η παραληγομένου , |
καὶ τὴν ἐκ τῆς συνεμπτώσεως πλάνην προανελόντας τὸν προσήκοντα τῆς κλίσεως ἀποδιδόναι λόγον . Εἰλήφθω δὲ παραδείγματα τὸ πλεῖον , | ||
λῆγον , ὃ οὐ πάντως κλίσεως ἔτυχε . καὶ ἕνεκα κλίσεως καὶ συντάξεως τὸ μὲν πτύξ ὄνομά ἐστιν , ἐπεὶ |
. θηλυκαὶ δὲ οὖσαι , εἰ μὲν μονογενεῖς ὦσι , περισπῶσι τὰς ἰδίας γενικὰς : μοῦσαι μουσῶν , ἄελλαι ἀελλῶν | ||
ἔστι γὰρ δεύτερος ἀόριστος , . τούτους δὲ οἱ Ἀττικοὶ περισπῶσι καὶ ἡ χρῆσις ἠκολούθησε τῇ διαλέκτῳ . ἡ γὰρ |
δοτικῆς φύσει μακρά ἐστιν , ἡ δὲ παραλήγουσα τῶν ἄλλων πτώσεων θέσει μακρά ἐστι , τὸ δὲ φύσει μακρὸν μεῖζόν | ||
οὖν τῆς αἰτιατικῆς ἀναμφισβήτητόν ἐστιν , ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων πτώσεων φανερόν , ὅτι προσθέσει ἄρθρων οὐκέτι ἀμφίβολος γίνεται ἡ |
: Ὕλλος ποταμὸς Λυδίας . Πᾶσα λέξις ἐκ τῆς λυ συλλαβῆς ἀρχομένη : διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφεται λύαιος : | ||
εἰς ος δισύλλαβοι γενικαί : οἷον Αἴας ἐπὶ τῆς πρώτης συλλαβῆς ἔχει τὸν τόνον καὶ ἡ Αἴαντος , χάριτος ἔρωτος |
. Τὸν Μενέλεων . Εἴρηται ὅτι πᾶσα εὐθεῖα εἰς ς λήγουσα , ὅταν ἔχῃ τὴν αἰτιατικὴν ἰσοσύλλαβον μετὰ τῶν αὐτῶν | ||
καὶ βέλεε : ἡ δὲ εἰς α καὶ εἰς ω λήγουσα , ἐφ ' ἧς ἂν ἔχῃ συλλαβῆς ἡ γενικὴ |
ει διφθόγγου ἀποβάλλουσι τὸ ι , οἷον χαρίεις χαρίες , τιμήεις τιμῆες , Μαλόεις Μαλόες : τοιοῦτον γάρ ἐστι καὶ | ||
ντ θέλουσι κλίνεσθαι , οἷον χαρίεις χαρίεντος ὅτι χαρίεν , τιμήεις τιμήεντος ὅτι τιμῆεν , δαφνήεις δαφνήεντος ὅτι δαφνῆεν : |
τοῦ χρόνου τοῦ παρεδρεύοντος σεσημειώσεταιὅθεν . διακριτέον , πότερον ἐν προσθέσει ἐστὶ τοῦ ς τὸ οὕτως ἢ ἐν ὑφαιρέσει τοῦ | ||
ἠξίουν βαρυτονεῖν , οἰόμενοι ἀπὸ τῆς τέο τῇ τοῦ υ προσθέσει γεγενῆσθαι . Ἡ χρῆσις παρ ' Ἐπιχάρμῳ καὶ Σώφρονι |
προστιθέντες τὸ ί , ποιοῦσι δοτικὰς τῶν πληθυντικῶν , οἷον Αἴαντες Αἰάντεσιν ; ὄνυχες ὀνύχεσιν , ἕλικες ἑλίκεσιν : ἕλιξ | ||
καὶ πρὸς ἓν τὴν ἰατρικὴν νεύουσιν . οἱ μέντοι γε Αἴαντες εἰ καὶ ὁμώνυμοί εἰσιν , ἀλλ ' οὖν οὐχ |
φθογγῆντος ὦ φθογγῆν , τιμῆς τιμῆντος ὦ τιμῆν , δαφνῆς δαφνῆντος ὦ δαφνῆν : τὰ δὲ εἰς ης ἰσοσυλλάβως κλινόμενα | ||
, Σ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος δαφνῆς δαφνῆντος , ὁ σῶος τοῦ σώου ὁ σῶς τοῦ σῶ |
καὶ Ἰβήροισι πολεμέοντες „ . τὸ αὐτὸ καὶ Ἅβρων ἐν παρωνύμοις φησί . καὶ „ αὐτὸς Ἴβηρος τραγοπώγων ” ἐν | ||
καθὸ ἄνθρωπος καὶ ἔσται συνώνυμος . Ἰστέον ὅτι ἐν τοῖς παρωνύμοις τέσσαρά τινα θεωρεῖται , δύο μὲν ἤγουν κοινωνία καὶ |
Ὃν τρόπον ἐπὶ τῶν ἀριθμῶν ἡ μετὰ τὸν δυϊκὸν αὔξησις πληθυντικὴ καλεῖται , Αἴας γὰρ καὶ Αἴαντε καὶ Αἴαντες , | ||
ὦ βήματε . Πληθ . Τὰ βήματα : πᾶσα εὐθεῖα πληθυντικὴ τῶν οὐδετέρων εἰς α λήγει : εἰ δέ που |
τῇ γενικῇ , διατί ἐπὶ τοῦ δάμαρς δάμαρτος καὶ μάκαρς μάκαρτος οὐδὲν τοιοῦτον ἐγένετο . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν , ὅτι | ||
, οὐ μόνον διὰ τοῦ τ κλίνονται , οἷον μάκαρς μάκαρτος , ἀλλὰ καὶ διὰ τοῦ θ , οἷον Τίρυνς |
περὶ τὰ βιωτικά . ΠΟΝΩΝ δὲ τὸ ΠΟ κοινή ἐστι συλλαβή . Ὑπὸ γὰρ τοῦ ν ἀμεταβόλου ἐκτείνεται . . | ||
: ἐν μὲν γὰρ τῷ προτέρῳ μακρά ἐστιν ἡ τελευταία συλλαβή , ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ βραχεῖα . Πᾶν μέτρον |
τιμῆντος , Σ καὶ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος δαφνῆς δαφνῆντος , Σιμόεις Σιμόεντος Σιμοῦς Σιμοῦντος , πλακόεις | ||
χαρίεντος ὅτι χαρίεν , τιμήεις τιμήεντος ὅτι τιμῆεν , δαφνήεις δαφνήεντος ὅτι δαφνῆεν : οὕτως οὖν ὤφειλεν εἶναι εἷς ἑντός |
ἔτι τὰ παρὰ ῥήματα εἰς ω βαρύτονα καὶ αὐτὰ βαρυτονεῖται ἰσοσυλλαβοῦντα : οἷον πλέκω πλόκος , σπείρω σπόρος , λέγω | ||
ἔτι τὰ παρὰ ῥήματος εἰς ω βαρύτονα καὶ αὐτὰ βαρυτονεῖται ἰσοσυλλαβοῦντα , οἷον πλέκω πλόκος , σπείρω σπόρος , λέγω |
λαβόν , ὁ φαγών τὸ φαγόν . Τῶν εἰς ΩΝ βαρυτόνων τὰ οὐδέτερα ὁμοτονοῦσι ταῖς κλητικαῖς τῶν ἀρσενικῶν : ὁ | ||
Τὰ εἰς ΩΝ σύνθετα ἀπὸ ἁπλῶν , συντεθειμένα ῥητὰ ἀπὸ βαρυτόνων βαρύνονται : Ἀνακρέων Χα - μαιλέων . τὰ δὲ |
πᾶς : εἰ δὲ περιττοσυλλάβως κλίνοιτο μονογενῆ ὄντα ὀξύνεται : Πράς Ζάς Φθάς κράς . τὸ μέντοι πᾶς παντός τριγενές | ||
καὶ ὦ Πράν , ἀλλ ' ὦ Ζάς καὶ ὦ Πράς ὁμοφώνως τῇ εὐθείᾳ : τὰ γὰρ εἰς ας ὀξύτονα |
διὰ τοῦ τος κλίνονται . Ὅσα δὲ σύνθετά εἰσιν ἀπὸ οὐδετέρων ὀνομάτων ληγόντων εἰς ος , ἐκεῖνα διὰ τοῦ εος | ||
ἡττῶνται , ἡμεῖς δὲ μεθ ' ἑκατέρων νικῶντες μετ ' οὐδετέρων ἡττώμεθα . τοσοῦτον γὰρ διέχομεν λιμένων , ὅσον ἡμᾶς |
, κακότης κακότητος : οὕτως οὖν καὶ Μένδης Μένδητος καὶ Πάρνης Πάρνητος καὶ Πάρνηθος κατὰ μετάθεσιν τοῦ τ εἰς θ | ||
: [ τῆς Ἀττικῆς : ] ⌈ ἡ εὐθεῖα ἡ Πάρνης , τῆς Πάρνηθος , ὤφειλε δὲ κλίνεσθαι Πάρνητος , |
Τρύφων φησίν , ὡς ἔστι λεῖον λείου , ἐξ οὗ παραγωγὴ διὰ τοῦ διον λείδιον διὰ διφθόγγου , ὡς γραφείδιον | ||
τοῦ ὀρθοῦ καὶ προσήκοντος τίθησιν . ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραγωγὴ ἔξω φρενῶν : * * παρασύρει . οἱ Ῥόδιοι |
μακρὸν τὸ Ι ἔχοντα , ὅσα ἐν ὕδατι διαιτᾶται , προπερισπῶνται : ἐχῖνος κορακῖνος φοξῖνος . καρκίνος . ἐχρῆν καὶ | ||
λέγομαι ἵσταμαι δίδομαι . τὰ δὲ φύσει μακρᾷ ἁπλᾶ ὄντα προπερισπῶνται : κεῖμαι ἧμαι ποιοῦμαι γελῶμαι , ὑπεσταλμένων τῶν τῆς |
ἀπόστολοι καὶ διδάσκαλοι τοῦ κηρύγματος τοῦ υἱοῦ τοῦ θεοῦ . Διατί οὖν , φημί , κύριε , αἱ παρθένοι καὶ | ||
καθαρὸν ληγόντων ὀνομάτων , κλίνεται δὲ ἰσοσυλλάβως κοχλίας κοχλίου . Διατί ; ὅτι τὰ εἰς ας καθαρὸν ὀνόματα ὑπὲρ δύο |
διηγήμασι μετὰ πολλῶν ἑτέρων καὶ ἡ κατ ' εὐθεῖαν πτῶσιν ἀπαγγελία : εὔγνωστον γὰρ [ ἐν ] ταῖς συνεχέσιν ἀναπαύσεσι | ||
μὲν γάρ ἐστι σύντομος ἀπόκρισις , πεῦσις δὲ μακρᾶς πράξεως ἀπαγγελία , ἀνάκρισις δὲ δευτέρων ἐξέτασις . ἔσται τοῦ γενήσεται |
δὲ καὶ τοῦτο παρένταξις , δι ' ὅτι ἀνομοίων ἐστὶ παρένθεσις , οἷον ψιλῶν παρ ' ὁπλίτας : τὴν γοῦν | ||
εἰσὶν ὀκτώ , ὄνομα ἀντωνυμία ῥῆμα μετοχὴ ἐπίρρημα πρόθεσις σύνδεσμος παρένθεσις : τισὶν δὲ δοκεῖ καὶ προσηγορία . , . |
ἡ Λητόα καὶ Σαπφόα αἰτιατικαὶ ἐντελεῖς οὖσαι ἀπὸ τῶν ἐντελῶν δοτικῶν κανονίζονται τῇ Λητόϊ καὶ Σαπφόϊ : ἀπὸ γὰρ τῆς | ||
σοί οἵ ἐμέ σέ ἕ , ὑπεσταλμένων τῶν γενικῶν καὶ δοτικῶν τοῦ τρίτου προσώπου , αὗται γὰρ περισπῶνται . . |
ἕνεκα τίθεμεν . γράμμα σύμφωνον ἡμίφωνον ὑγρὸν καὶ προτάσσεται καὶ ὑποτάσσεται , ὡς τό . ὁμοίως συμφώνοις ὑποτάσσεται , ὡς | ||
κέκληται ὑποτακτική , καθότι , ὡς εἶπον , ἀεὶ συνδέσμοις ὑποτάσσεται . Σημαίνει δὲ πράγματα ἢ γινόμενα , ἅ ἐστιν |
εἰς ως καὶ καταβιβαζομένου τοῦ τόνου : κλίνεται δὲ τοῦ τετυφότος , ὡς ἱδρῶτος : καὶ τὸ μὲν ἱδρὼς φυλάττει | ||
οἷον Ἀραρώς Ἀραρότος Ἀραρόσιν , Ὑποδεδιώς Ὑποδεδιότος Ὑποδεδιόσιν , τετυφώς τετυφότος τετυφόσι , πεποιηκώς πεποιηκότος πεποιηκόσι : ταῦτα γὰρ οὐ |
Χρύσην , καὶ τὰ ὅμοια . Διπλασιασμός ἐστι τοῦ αὐτοῦ συμφώνου προσθήκη ἐντὸς τῆς πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς οὐ ποιοῦντος | ||
, πεπών περιεκτικόν . Τὰ εἰς ΡΩΝ μετ ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου , εἰ μὴ εἴη περιεκτικὰ , ἢ ἐπὶ πόλεων |
τὴν παροιμίαν . ὁ μέντοι Πλάτων ἐν Νόμοις τὴν τελευταίαν περισπᾷ . ἢ ἔπαιξε πρὸς τὸ ὑπ ' αὐτοῦ εἰρημένον | ||
περὶ ὀργὴν σεσοβημένην τὴν διάνοιαν , ἀλλ ' εἴπερ , περισπᾷ . ὅ τε Πυθαγόρας τὸ μὲν πρῶτον μάταιος ἦν |
ταῖς δοτικαῖς ἰσοσυλλαβούσαις : πῶς οὖν αὗται ὀξύνονται , τῶν γενικῶν περισπωμένων ; ἀνάλογος ἄρα ἡ οἷαἱ . μονοσύλλαβοι δοτικαὶ | ||
μὴ ἕτερος λόγος κωλύσῃ , ὑπεσταλμένων τῶν εἰς ΟΣ δισυλλάβων γενικῶν : Αἴαντος ἐκ τοῦ Αἴας , λέβης λέβητος ἐπὶ |
Ὁ δὲ δὴ Ἀθηναῖος Κλεισθένης , ἐὼν τοῦ Σικυωνίου τούτου θυγατριδέος καὶ τὸ οὔνομα ἐπὶ τούτου ἔχων , δοκέειν ἐμοὶ | ||
τοῦ θυγατριδοῦ . γέγονε δὲ ] ἀπὸ τοῦ ἀδελφιδέος καὶ θυγατριδέος [ κατὰ κρᾶσιν : οὐδέποτε γὰρ εὐθεῖα διαλύεται ] |
βιάζονται . τίς γὰρ εἰς τὸν ἀγῶνα τοῦ βίου παρελθὼν ἄπτωτος ἔμεινε ; τίς δ ' οὐχ ὑπεσκελίσθη ; εὐδαίμων | ||
μηδενὸς ἑτέρου , τῆς μεγαλοφροσύνης αὐτῆς ἕνεκα : ἐπείτοιγε καὶ ἄπτωτος ὁ Ἀπολλώνιος ἐν τοῖς Ἀργοναύταις ποιητής , κἀν τοῖς |
ὅτι μὴ μόνον τὰ ἀναδεχόμενα εἴη τοπικά , ἅπερ ἀπὸ πρωτοτύπων πάλιν ἐπιρρημάτων ἐστί , ποιεῖται δὲ διττὴν τὴν ἐπίτασιν | ||
κτητικῆς , τῇ δὲ ἐμεῦ καὶ ταῖς συζύγοις ἀντὶ τῶν πρωτοτύπων μόνων , πατρὸς ἐμοῦ κλέος εὐρὺ μετέρχομαι : ἐπὶ |
Ἄλλως τε δὲ τὰ τελικὰ τῆς περιττοσυλλάβου γενικῆς καὶ τῆς ἰσοσυλλάβου ὁμοῦ εὑρεθῆναι ἄτοπόν ἐστι : πῶς γὰρ τὰ ἐναντία | ||
ἐκφωνούμενον διὰ τὸ ἀνεκφώνητον : πᾶσα γὰρ δοτικὴ ἑνικὴ ἀπὸ ἰσοσυλλάβου κλίσεως ἔχει τὸ ι ἀνεκφώνητον , πλὴν τοῦ ἀπφῦ |
στεροπαῖσί τ ' ἀκˈμὰν ποδῶν . τὸ μὲν ἐμόν , Πηλέϊ γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου Αἰακίδᾳ , ὅν τ ' | ||
ἡ βαρεῖα εἰς περισπωμένην συνέρχονται , οἷον πάϊς παῖς , Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐσεβέα εὐσεβῆ , καὶ λοιπὸν οὐκέτι εὑρίσκεται |
ἀλφός καὶ πολφός ἔχουσι τὸ Λ . τὰ δὲ ἐπίθετα ὀξύνεται : σοφός κυφός κωφός . τὸ δὲ κοῦφος προπερισπᾶται | ||
ἀΐσσω ῥήματος . τὸ δὲ ἀϊκάς καὶ προπαροξύνεται [ καὶ ὀξύνεται : ἀπὸ μὲν γὰρ τοῦ ἀϊκή ὀξυτόνου ] ἀϊκάς |
οἷον , σπείρω , σπορά : φθείρω , φθορά : δείρω , δορά : θέρω , Θορὰ δῆμος Ἀττικός : | ||
τὸ ι εἰς ρ προφέρονται , οἷον σπείρω σπέρρω , δείρω δέρρω . . . , : πεποίηται δὲ ἡ |
λέγοντι : πᾶσα εὐθεῖα ἑνικῶν εἰς ς λήγουσα μετὰ μακρᾶς περιττοσυλλάβως κλινομένη καὶ μὴ συναιρουμένη κατὰ τὴν γενικὴν προσθέσει τοῦ | ||
λέγοντι : πᾶσα εὐθεῖα ἑνικῶν εἰς ς λήγουσα μετὰ μακρᾶς περιττοσυλλάβως κλινομένη καὶ μὴ συναιρουμένη κατὰ τὴν γενικὴν προσθέσει τοῦ |
τὰ κρέα ἀττικῶς . ὦ κρέατα κοινῶς , ὦ κρέαα ἰωνικῶς , ὦ κρέα ἀττικῶς . Ἑνικά . Τὸ τεῖχος | ||
ὅτε δὴ κείρασθαι , καί τινα ἐπιστολὴν ἀνέπλασαν ξυγκειμένην μὲν ἰωνικῶς , τὸ δὲ μῆκος ἄχαρι , ἐν ᾗ βούλονται |
ξένος καὶ ξένη καὶ τὰ προκείμενα ἀπαράλλακτά ἐστιν , διὸ ὁμοτονεῖ , τὰ δὲ διαφέροντα οὐκέτι : καθάπερ γὰρ χόλος | ||
τῶν Ἀττικῶν : κόττος ῥύττος κάττος . τὰ δὲ Ἀττικὰ ὁμοτονεῖ τοῖς κοινοῖς , ἐξ ὧν γέγονε : κιττός ὅτι |
Μαχάων Μαχάονος : τὸ δὲ Ὑψίζων Ὑψίζοντος τῷ λόγῳ τῶν μετοχικῶν διὰ τοῦ ντ ἐκλίθη : τὸ ὀλίζων ὀλίζονος διὰ | ||
Ἀττικοῖς ] τῇ γενικῇ τῶν πληθυντικῶν τῶν ⌈ μετοχῶν [ μετοχικῶν ὀνομάτων ] χρῆσθαι ἀντὶ ⌈ τρίτων προσώπων τῶν δυϊκῶν |
, ἐκεῖνο φάναι , ὡς πρῶτον παρὰ Σικυωνίοις ἐν γενικῇ ἑνικῇ ἀπειράκις παραλαμβάνεται : καὶ ὡς τὸ ἀπὸ χαλκόφι τὴν | ||
ἐστι καὶ ἡ ἐμοί ἀντωνυμία συνεμπίπτουσα πληθυντικῇ συνάρθρῳ καὶ δοτικῇ ἑνικῇ κατὰ πρῶτον καὶ δεύτερον , οὐ μὴν κατὰ τρίτον |
, καὶ ἐστὶ παρώνυμον φέρω φόρος καὶ φάρος , καὶ παρωνύμως φάρυγξ . Φρίκη καὶ φρίξ . παρὰ τὸ φρίσσω | ||
: τὰ γὰρ συμβεβηκότα καὶ ὁμωνύμως κατηγοροῦνται καὶ συνωνύμως καὶ παρωνύμως καὶ ἑτερωνύμως . καὶ τὰ παραδείγματα εἴρηται ἀνω - |
γὰρ αὐλός ἐστιν ἢ κιθάρα ἢ διὰ φωνῆς μελῳδία ἢ τραγικὴ δραματουργία ἢ κωμικὴ γελωτοποιία : ὁ δὲ ὀρχηστὴς τὰ | ||
ὀνόματα ἁπλᾶ ἢ σύνθετα δισύλλαβα , οὗ μορφή τις ἐμφαίνεται τραγικὴ ἢ πάλιν ταπεινή , ἢ ἄθεα ὀνόματα , οἷον |
ἐκπεσοῦσαι τῆς ὀρθῆς σημασίας , καὶ πλάγιοι , ὡς μὴ σημαίνουσαι ὀρθῶς τὴν οὐσίαν τοῦ πράγματος ἀλλ ' ἐκ πλαγίου | ||
ἀνομοιότητα οὐσιῶν σημαίνουσιν : ὡς γὰρ αἱ δεύτεραι οὐσίαι ὁμοιότητα σημαίνουσαι τῶν κατὰ μέρος οὐσιῶν οὐσίαι εἰσίν , οὕτω καὶ |
περατώσεις τὴν γενικὴν τοῦ Παπία λέγων καὶ τοῦ Αἰνεία , Δωρικὴ ἔσται ἡ κλίσις συνήθης γεγονυῖα τῇ κοινῇ διαλέκτῳ : | ||
: Ὅμηρος ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ , καὶ ἡ Δωρικὴ παροιμία τὸν λίθον ποτὶ τὰν σπάρτον ἄγοντας . νηὸς |
τὸ ἄπορον εἰπών , ὅτι τὰ περισπώμενα ἀπὸ τῶν ἐντελεστέρων συναιρούμενα διαφόρως ποιεῖται τὴν γραφήν : ὁ δὲ τρόπος προείρηται | ||
: ἔχουσιν οὖν τι μιμήσασθαι τὰ εἰς ης συναιρούμενα , συναιρούμενα γὰρ μιμοῦνται τὴν ἰσοσύλλαβον κλίσιν , Δημοσθένης γὰρ Δημοσθένους |
γὰρ τοῦ δευτέρου ἀορίστου ἀεὶ ὀξύνεται καὶ διὰ τοῦ ο κλίνεται καὶ τὸ οὐδέτερον εἰς ον λῆγον ἔχει , ἡ | ||
. οὕτως Μεθόδιος . ἰστέον δέ , ὅτι τὸ Αἰνείας κλίνεται Αἰνεία Δωρικῶς : καὶ οἱ μὲν Ἴωνες προστιθέασι τὸ |
καῦσον καὶ σβέσον οἴνῳ . Χάρτου κεκαυμένου # Ϛ , ἀρσενικοῦ , σανδαράκης , τιτάνου ἀνὰ ⋖ δ . εἰ | ||
χαλκοῦ καὶ μίλτου : ὄρη τε εἶναι δύο τὸ μὲν ἀρσενικοῦ τὸ δὲ ἁλός . ἔχει δέ τινα καὶ ἔρημον |
ἀρσενικὰ μόνως βαρύνεται : Ἄκαστος Ἄλαστος Ἥφαιστος . τὰ δὲ προσηγορικὰ ὀξύνεται : ἀγοστός ὀϊστός . Τὰ εἰς ΣΤΟΣ ἐπιθετικὰ | ||
τὸ Μένδη κύριον καὶ τὸ ἄλδη . Τὰ εἰς ΔΗ προσηγορικὰ ὀξύνεται : ᾠδή ἀοιδή σπουδή ἐδωδή αὐδή . τὸ |
ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων ἐνὸν πιστώσασθαι , ἐν οἷς πάλιν γενικῇ μὲν κτῆσιν σημαινούσῃ ἀδιάφορα τὰ ἄρθρα , κτητικῇ δὲ | ||
ὅμως οὐ τρέπουσι τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ γενικῇ , ἀλλ ' οὐκ ἔχουσιν ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ |
γόνυ , ὅπερ ἐπικάμπτεται , ἡ κεκλαμένη , πεποίηται φύσει κτητικῷ . Γινώσκω , νοῶ , νοΐσκω , καὶ τροπῇ | ||
ὁ Ποντικὸς ἐν περὶ Ἐτυμολογιῶν . Δῖος : τὸ ἐπίθετον κτητικῷ τύπῳ : ἀπὸ τοῦ Διὸς γενικῆς δίϊος ἐστὶ , |
καὶ πρωτοτύπου . τὴν γὰρ ἀπαράδεκτον τοῦ ἄρθρου οἴεται ἐκ πρωτοτύπου συντεθεῖσθαι , ἐμαυτοῦ ἀκούω , σαυτοῦ φείδῃ , τὴν | ||
παιδὶ Ἀχιλλεῖ . ἢ ἀντὶ τοῦ Πηλέως , πατρωνυμικὸν ἀντὶ πρωτοτύπου : γράφεται παῖ : † ἀντὶ τοῦ πῶς πῶς |
. Πρόσκειται διὰ καθαροῦ τοῦ τος κλινόμενα διὰ τὸ τιμῆς τιμῆντος καὶ φθογγῆς φθογγῆντος : ταῦτα γὰρ οὐκ ἔχουσιν ὁμόφωνον | ||
Ἑρμοῦ , χρύσεος χρυσέου χρυσοῦς χρυσοῦ , τιμήεις τιμήεντος τιμῆς τιμῆντος , Σ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος |
ὑπάρχοι , οἷον : Παφλαγών Λαιστρυγών ἀρηγών , πλὴν τοῦ καταπύγων : τὰ γὰρ ἀπὸ συνθέτων εἰς ΟΣ παραχθέντα κατὰ | ||
ἀσελγής δάνος . . . . ὁ . . . καταπύγων ] δράματα ἦσαν τοῦ Ἀριστοφάνους , τὸ ἐμὸν δηλονότι |
ἐν τῷ Φίλων περιπατῶν ἢ περιπατεῖ , ἐπεὶ πάλιν εὐθεῖα ἑνικὴ συνεμπέπτωκε . πάλιν γὰρ προφανὴς ὁ λόγος ἐπὶ τῶν | ||
. Σοφοκλῆς Κόλχοις . νεῷ σὺν τῷ ι , ἡ ἑνικὴ δοτική . Θεόπομπός φησιν ὁ δὲ ταῦρός ἐστιν [ |
ἀμέτοχον γένους οὐδετέρου , παρα - τελευτῶντος τοῦ υ , ὀξυτονεῖται , ἀλλὰ πάντα τὰ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς βαρυτονεῖται κατὰ | ||
πρὸς οὓς ῥητέον : ἰδοῦ κόγχος κόγχη , καὶ οὐκ ὀξυτονεῖται , φίλος φίλη , μόνος μόνη , μύλος μύλη |
ἐπὶ τοὺς βόας γύης καλεῖται , τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ γύου ἱστοβοεύς . τοῦ δὲ ζυγοῦ τὰ ἐπὶ τοὺς αὐχένας | ||
κόμου ἔχομεν ἀντικείμενον τῷ κανόνι τοῦ τεχνικοῦ καὶ τὸ γύης γύου ἰσοσυλλάβως κλιθέντα , ἀλλὰ καὶ τὸ Γράδης Γράδου : |