ὃ ἐζήτηκεν . ἢ δὴ ἁπλῶς τὸ εἶναι ζητήσας τοῦτο εὕρηκεν ἢ τὸ τί ἐστιν ἢ τὸ ὑπάρχειν τί τινι
τίκτουσαν : καὶ νομίσας ἔνδον αὐτῆς ὄγκον χρυσίου εἶναι κτείνας εὕρηκεν ὁμοίαν τῶν λοιπῶν ὀρνίθων . ὁ δὲ ἀθρόον πλοῦτον
5509912 ἀποδους
τοῦ τείχους ποτὲ γενόμενος καὶ τοὺς συνήθεις ἀσπασμοὺς τῷ ἀνδρὶ ἀποδοὺς οἰκτείρειν αὐτὸν ἔφη τῆς καταληψομένης ἅμα τοῖς ἄλλοις συμφορᾶς
κομίζεσθαι : παραπλήσιον γάρ , ὥσπερ ἂν εἴ τις δάνειον ἀποδοὺς ἀπῄτει καὶ μισθὸν τὸν δανείσαντα . οἱ μὲν οὖν
5473410 εἰληφως
οὐχ ἧττον , παρ ' οὗ ποτ ' ἂν τοῦτο εἰληφὼς τύχῃ : οἷον οἱ τῶν δημοσίων τι καταλύοντος οἰκοδομημάτων
εἰληφὼς παρ ' Ἁρπάλου , οὗτος φανερῶς ἐξελήλεγκται δῶρ ' εἰληφὼς παρὰ τούτων , οἷς ἐναντία πράττειν ἔφη τὸν ἄλλον
5431186 ἀπεδρα
ὡς βασιλέα Δαρεῖον : ὡς Ἱππίας Ἀθηναίων τύραννος πρὸς Δαρεῖον ἀπέδρα ὑπόπτης : σημείωσαι ὑπόπτης ʃ τοὺς ἵππους φασὶ τοὺς
: ὀκνοῦντες δὲ μὴ ἀφαιρεθεῖεν τῷ Δεξίππῳ λέγουσιν , ὃς ἀπέδρα τὴν πεντηκόντορον ἔχων ἐκ Τραπεζοῦντος , καὶ κελεύουσι διασώσαντα
5296205 ἀπολωλεκε
σπονδὰς ποιεῖσθαι ψηφιεῖ : Τοῦτο εἰρηκυῖα ἡ γυνὴ ἄπεισι . ἀπολώλεκέ με : Ὁ ἀνὴρ ἀπελθούσης τῆς γυναικὸς ὀδύρεται .
κατάρατος Ἀττικός , ἐξαρμονίους καμπὰς ποιῶν ἐν ταῖς στροφαῖς , ἀπολώλεκέ μ ' οὕτως , ὥστε τῆς ποιήσεως τῶν διθυράμβων
5140466 ἀπαιτων
τις ἐπὶ τῶν ὑπάτων αὐτοῦ κατηγορεῖν εἴτ ' ἔργων εὐθύνας ἀπαιτῶν εἴτε λόγων , ἔνθα νόμος ἐστὶν ἕτοιμος εἶναι δίκην
συνάξεις . τὸ δὲ “ σείων ” οἷον διασείων καὶ ἀπαιτῶν . Γ ἐργάσῃ ] ἤγουν τῇ τριαίνῃ . Γ
5132306 δυστυχους
, τοὺς δὲ ἐφορᾷ Θέμις . Καὶ μὴν καὶ τόδε δυστυχοῦς ἐν ἀσθενείᾳ τε καὶ ἀτιμίᾳ καὶ προπηλακισμῷ τῶν λόγων
τρυφᾶι δ ' ὁ δαίμων : πρός τε γὰρ τοῦ δυστυχοῦς , ὡς εὐτυχήσηι , τίμιος γεραίρεται , ὅ τ
5100459 ἐκτινει
θεοῦ : ἡνίκα δὲ Αἴγυπτος τὰς ὑπὲρ τῶν ἀσεβηθέντων δίκας ἐκτίνει , τοῦ βασιλεύοντος τῆς χώρας Φαραὼ θεός . διὰ
δύσμαχα δ ' ἐστὶ κρῖναι . φέρει φέροντ ' , ἐκτίνει δ ' ὁ καίνων . μίμνει δὲ μίμνοντος ἐν
5088329 κλεψας
φυλάττειν τὸ ἱερὸν ἐν Κρήτῃ . τοῦτον Πανδάρεος ὁ Μέροπος κλέψας ᾤχετο φέρων εἰς Σίπυλον καὶ αὐτὸν παρεδέξατο φυλάττειν παρὰ
διδοὺς πολλὴν χάριν ἐσαῦθις ἔβλαψ ' , εἶτα διαβολαῖς νέαις κλέψας τὰ πρόσθε σφάλματ ' ἐξέδυ δίκης . ἄλλως τε
5086656 δειλαιος
τέγους ; ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον . οἴμοι τάλας δείλαιος , ἀποπνιγήσομαι . ἐγὼ δὲ κακοδαίμων γε κατακαυθήσομαι .
ὡδί . Μανῆς γάρ ἐστι δειλός : Ἀποφαντικῶς ἀντὶ τοῦ δείλαιος . πρὸς ἄλλον δὲ λέγει τύπτων τὸν Μανῆν .
5059559 εἰργαζομην
ἂν ἄλλο ἴδοις ἔτι . Περὶ τὴν ἐρυθρὰν γὰρ θάλασσαν εἰργαζόμην , ἐπέπνευσα δὲ καὶ μέρος τῆς Ἰνδικῆς , ὅσα
δ ' οὐδὲν σκεῦος οὐδεπώποτε : καθαρώτερον γὰρ τὸν κέραμον εἰργαζόμην ἢ Θηρικλῆς τὰς κύλικας , ἡνίκ ' ἦν νέος
5056530 πενομενος
ἀπηνέγκατο τῆς ἀναισχυντίας καὶ ἀσεβείας , ἐν ἄστει μισούμενος καὶ πενόμενος καὶ ἀποκλειόμενος λιμῷ ἀποθανεῖν : ἐπεὶ μήτε ὕδατος ἐκοινώνουν
; τίνα φαρμάκων παρασκευήν ; οὐδ ' ἡντιναοῦν : ἀλλὰ πενόμενος ἐγὼ καὶ τῶν ἀναγκαίων ἀπορούμενος καὶ ὑπὸ τῶν διδασκάλων
5019478 ἀφεις
: ἀλλὰ τὴν ἀρχήν : ἀλλὰ τὴν ἀρχὴν τοῦ πράγματος ἀφεὶς πρὸς τὴν τελευτὴν φέρῃ [ πρὸς τὴν ] ὑστέραν
ἅπαντα . ἔπειτα βουλόμενος τὴν αἰτίαν εἰπεῖν τῶν κακῶν , ἀφεὶς τὸν Ἀλέξανδρον καὶ τὴν Ἑλένην περὶ Χρύσου φλυαρεῖ καὶ
4971866 ἐπειπεν
ἴσκωσι , ” μάλα ἀστείως ὁ Πολέμων τὰ ἐκ Πατροκλείας ἐπεῖπεν τῷ ἀνδρί . καὶ Ἀπολλώνιος δὲ ὁ Τυανεὺς ὑπερενεγκὼν
οὐκ ἀπὸ σκοποῦ μέντοι ταῖς τοσαύταις ἀρεταῖς ὑμνήσας τὸν ἄνθρωπον ἐπεῖπεν , ὅτι „ τέλειος ἦν ἐν τῇ γενεᾷ αὐτοῦ
4937287 ἀπολλυς
οὐ μεθέξων πᾶσι κηρύσσεις τάδε . σύ τοί μ ' ἀπόλλυς , σὴ γὰρ ἡ ' ξαμαρτία [ ] ,
φρὴν δ ' ἔχει μίασμά τι : φίλος μ ' ἀπόλλυς ' : τὸ μὲν φίλος πρὸς ἀντιδιαστολὴν ἐχθρῶν τινος
4915886 ἀτιμασας
δ ' εἰ δοκεῖ , τὰ τῶν θεῶν ἔντιμ ' ἀτιμάσας ' ἔχε . Ἐγὼ μὲν οὐκ ἄτιμα ποιοῦμαι ,
πρὸς ἀλλήλους . πλέον οὐδὲν ἕξεις σκαιὸν ἄνδρα τιμήσας , ἀτιμάσας δ ' ἂν αὐτὸν ὠφεληθείης . ] Ὁ τελμάτων
4910020 πραξας
εὑρίσκεται : οὐ γὰρ δύναται ἑαυτὸν ἀλλοτριοῦν τῆς πράξεως αὐτὸς πράξας : γνωστέον δὲ , ὅτι ἐν τῇ ἀντιστάσει καὶ
ἔτι τὸν φθόνον οὐ δυναμένῳ κατέχειν , εἰ μὲν εὖ πράξας ὁ Μάρκιος καὶ τὴν Ῥωμαίων πόλιν διαφθείρας εἰς Οὐολούσκους
4903219 πιστης
μου φρένας ἥλκωσεν : τί γὰρ ἀνδρὶ κακὸν μεῖζον ἁμαρτεῖν πιστῆς ἀλόχου ; μήποτε γήμας ὤφελον οἰκεῖν μετὰ τῆσδε δόμους
τὰ βασίλεια τῶν τε ἄλλων πελατῶν καὶ ἑταίρων καὶ θεραπείας πιστῆς χεῖρα οὐκ ὀλίγην . ἧκον δὲ καὶ οἱ ἐκ
4895841 ἐξελυσε
τὴν ψυχὴν διέφθειρεν , ἀλλὰ καὶ τὰς τῶν δυνάμεων ὁρμὰς ἐξέλυσε , καὶ οἱ στρατιῶται τὸν χειμῶνα κατατετριφότες ἐν ἀνέσει
ἡ πάλης ἐμπείραμος τὴν πρόσθ ' ἄνασσαν ἐμβαλοῦσα Ταρτάρῳ ὠδῖνας ἐξέλυσε λαθραίας γονῆς , τὰς παιδοβρώτους ἐκφυγοῦς ' ὁμευνέτου θοίνας
4889773 εὑρων
τοῦ ἐν νιφοέσσῃ δειρῇ ἐν νιφοέσσῃ ἐξοχῇ * κιχών : εὑρών * ἐφράσσατο : ἐνόησεν ἀμαρακόεσσα : παραπλησία τῷ ἀμαράκῳ
, καὶ νῦν ὀργίζῃ ἐπὶ τῇ μητρί σου ἅπαξ με εὑρών ; Σχολαστικῷ πραγματευτὴς ἀπήγγειλεν , ὅτι τὸ χωρίον αὐτοῦ
4871253 καταπατησας
ἐκεῖνα αὐτῷ προσθεῖναι ; οὐχὶ δὲ πάντας τοὺς λόγους τούτους καταπατήσας ἐπηρμένος ἡμῖν καὶ πεφυσημένος περιπατεῖ μηδ ' ἀνεχόμενος ,
ἐν καλοῖς καὶ ἐπιτηδεύοι τὰ τοιαῦτα πάντα , ὡς μεγαλοπρεπῶς καταπατήσας ' ἅπαντ ' αὐτὰ οὐδὲν φροντίζει ἐξ ὁποίων ἄν
4866930 τυπτησαντα
καὶ ἀγνώμων . τιμῶντά σε γὰρ ἥκιστά με ὠφέλησας , τυπτήσαντα δέ σε πολλοῖς καλοῖς ἀμείβῃ . „ ὁ μῦθος
, ἢ ὑπὸ ἰδιώτου τὸν ἄρχοντα , εἶπε τὸν ἄρχοντα τυπτήσαντα διδόναι μυρίας : καὶ ὁ νόμος οὐ πρὸς τὴν
4861620 ἀπειλησας
ἐξέφερον , τότε νῶϊ βιήσατο μισθὸν ἅπαντα Λαομέδων ἔκπαγλος , ἀπειλήσας δ ' ἀπέπεμπε . σὺν μὲν ὅ γ '
? αὐτοῖς [ ] τὸν μισθόν [ , ἀλλὰ καὶ ἀπειλήσας ] | [ ] ἐξέβαλεν ” : καὶ λόγον
4861439 παρεσχετο
ἀλλὰ καὶ μάλιστα ἔχουσι μνήμην , γνώμης τε ἕνεκα ἣν παρέσχετο καὶ ἐπὶ τοῖς ἔργοις ὁπόσα ἐτόλμησε . τὰ μὲν
τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης , ἑτοιμοτάτας καὶ πλείστας ἡμῖν ἀφορμὰς παρέσχετο παρεπιδημήσασιν ἐν αὐτῇ πλείω χρόνον . ἡμεῖς γὰρ ἐξ
4856779 ἀναμεινας
αὑτῶν . ὁ δ ' οὐδὲν προκαλυψάμενος , οὐδ ' ἀναμείνας , εἰ μή τι ἄλλο , τήν γ '
μετατιθεὶς κλέπτῃ τὴν ἀνάγκην τοῖς ῥήμασιν ; εἶτα ἐρεῖς εἰ ἀναμείνας ἦν τὸν ἀγῶνα , οὐδ ' ἂν ἠρίστευσα :
4853479 ᾐσχυνετο
. . ὑπερβαλλόντως , ὑπερφυῶς , ὑπὲρ τὸ νενομισμένον . ᾐσχύνετο : Εὐλαβεῖτο . . ᾔτης ' : Ἐζήτησεν ἐμέ
ἐγκαλοῦσαν ἃ ἐγὼ αἰσχύνομαι λέγειν , οὗτος δὲ ποιῶν οὐκ ᾐσχύνετο . Τῶν δ ' ἐπιτηδείων Μέλανα μὲν τὸν Αἰγύπτιον
4852660 ὠφλεν
οὐχ ὅλοις ἔτεσιν πρότερον δέκα τἀμὰ λαβὼν εἶχεν ἐκεῖνος ὧν ὦφλεν τὴν δίκην , ἢ κηδεστήν σοι γενέσθαι ; ἢ
' ἀδικοῦντες σκοποῦσι τί λέξουσιν , καὶ οὐδεὶς πώποτ ' ὦφλεν σιωπῶν οὐδ ' ἀδικεῖν ὁμολογῶν : ἀλλ ' ἐπειδὰν
4832798 γεγον
[ ] τὸν νόθον νο ! [ ] ν πᾶν γεγον [ ] σμίλην θεμ [ ὀλολυγμὸν ] κα !
? ? ? ? ? ? παρηγορη [ ] γάλλος γεγον [ ! ! ! ! ! ! ! !
4829362 σεσωκα
τοῦ θανεῖν . ταῦτα δὲ Ἀντισθένει μὴ λέξῃς , εἰ σέσωκα τοὺς φίλους : οὐ γὰρ αὐτῷ ἀρέσκει τυράννοις φίλοις
' ὧν ἠδίκηκέ μου τοὺς ναυάρχους , μετέγνων ὕστερον καὶ σέσωκα . μᾶλλον γὰρ βούλομαι διὰ τῆς ἐκείνου ζωῆς σὲ
4826661 ἀνηλωκως
. σὺ τοίνυν δεῖξον χαλκοῦν ἕνα μόνον εἰς τὴν πόλιν ἀνηλωκώς , ὁ τὰς δύο λῃτουργούσας οὐσίας παρειληφώς . ἀλλ
, μάτην , ὥς γ ' ᾤετο , τοσοῦτον ἀργύριον ἀνηλωκώς , καὶ ἐζηλοτύπει τὰ γιγνόμενα , καὶ ἐφοίτα ἐπὶ
4825513 ὑπεριδων
ἐχθροὺς ἀπωσάμενος καὶ συναγαγὼν ἐκκλησίαν καὶ δῆμον ἀγείρας πατρὸς νουθεσίαν ὑπεριδὼν γύναιον ᾔτησεν ἄπροικον . ἅπασι μὲν οὖν ὡς εἰπεῖν
κέντρον : καὶ τὸ ἐναλλὰξ τῶν πλαγίων καὶ τῶν ἴσων ὑπεριδὼν , ἢ ἀπὸ ἑνὸς κέντρου πρὸς δύο , ἢ
4822698 εὐτυχων
ἐμαυτοῦ νομίζω , καὶ γὰρ εἶ κοινὸν ἀγαθὸν πάσης Σικελίας εὐτυχῶν . δὸς οὖν μοι σχολάζοντα σεαυτὸν καὶ ἀκούσῃ μεγάλα
παιδαρίου γνώμην ἔχει . κοινὸν ἀγαθόν ἐστι τοῦτο , χρηστὸς εὐτυχῶν , πόλει . εἴπερ τὸν ἀδικοῦντα † μενως ἠμύνετο
4821561 Βαταλον
Βατάλου . . . , Ἄλλως . οἱ μὲν αὐλητὴν Βάταλον ὠνομάσθαι οὕτως , οἱ δὲ ποιητὴν μελῶν κατεαγότων .
. οὐκ ἔγραψα ] τὸ σχῆμα τὸ λεγόμενον κλιμακωτόν . Βάταλον ] ὄνομα αὐλητοῦ . Κρεσφόντην ] Ἡρακλέους υἱός .
4815107 ἐντευξεως
ἠβούλετο δὲ μόνον ἀξιωθῆναι ὁ δεόμενος τῆς τὸν ἄρχοντα προσκυνούσης ἐντεύξεως . , ; , ; , . . Σεβηριανός
πρὸς Δημοσθένην αὐτῷ συγκειμένους ὑμῖν ἐρεῖν , περί τε τῆς ἐντεύξεως τῆς Φιλίππου καὶ τῆς ἰδέας αὐτοῦ καὶ τῆς ἐν
4812812 θηρευων
τις οὖν ἄν σοι δοκεῖ θηρευτὴς εἶναι , εἰ ἀνασοβοῖ θηρεύων καὶ δυσαλωτοτέραν τὴν ἄγραν ποιοῖ ; Δῆλον ὅτι φαῦλος
αἰνὸν ἄμυνεν . Ἰξευτὰς ἔτι κῶρος ἐν ἄλσεϊ δενδράεντι ὄρνεα θηρεύων τὸν ἀπότροπον εἶδεν Ἔρωτα ἑσδόμενον πύξοιο ποτὶ κλάδον :
4807333 εὐλαβουμενος
νικῶν , ποτὲ δὲ ἡττώμενος . ὀρρωδῶν ] δεδιώς , εὐλαβούμενος . Γ ἐρέτην χρῆναι : κωπηλάτην χρὴ πρῶτον γενέσθαι
: Οὐ μαχέσῃ ἐμοί ; . αἰσχυνόμενος : Ἐντρεπόμενος , εὐλαβούμενος . . τὴν ἡλικίαν : Τὸ σὸν γῆρας .
4803800 μεταποιησῃ
περὶ τὰς μάχας προθυμίαν , μὴ μᾶλλον ἢ δεῖ σπουδῇ μεταποιήσῃ ἀγαθὸς φανῆναι τὰ πολέμια , ἀχθόμενος εἰ μὴ πᾶσι
ἢ ἰδιώτης αἴτιος ᾖ τὸν θεσμὸν συγχυθῆναι τόνδε , ἢ μεταποιήσῃ αὐτόν , ἄτιμον εἶναι καὶ παῖδας [ ἀτίμους ]
4795987 ἐπανηκων
τοιγὰρ θέλους ' ἄκοντι : οὐκ ἐγίνωσκε γὰρ ὁ Πολυνείκης ἐπανήκων εὑρήσειν τὸν ἀδελφὸν ἀποδιώκοντα αὐτὸν τῆς ἰδίας πόλεως :
τῷ τόξῳ τηνικαῦτα ἐκλειφθῆναί οἱ τὴν μελέτην : ὡς δὲ ἐπανήκων οὐχ οἷός τε ἔτι τεῖναι τὸ τόξον ἐγίνετο ,
4791373 προσαγγελλει
αὐτὸν ὁ Λύκων ἐγχειρίζει τὸν παῖδα , ὁ δὲ ἑαυτὸν προσαγγέλλει . ἐν γὰρ τοῖς τοιούτοις τῷ θεωρήματι τούτῳ χρηστέον
σφαγήν , οὐ δέδωκεν ὁ δῆμος , ὁ πένης ἑαυτὸν προσαγγέλλει . ἐνταῦθα γὰρ τὸ ἐναντίον ὁ λόγος βούλεται καὶ
4790005 λαγχανων
παίδων ἀπαλλαττόμενος καὶ δεκαταλάντους δίκας ἑκά - στῳ τῶν ἐπιτρόπων λαγχάνων Ἄργας . Ὁ Δημοσθένης Ἄργας ἐκλήθη ὡς κακῶν ἔργων
νῦν συκοφαντούμεθα , ἀλλὰ καὶ Πανταίνετος αὐτός . ὅτε γὰρ λαγχάνων Εὐέργῳ τὴν δίκην εἴασεν ἐμέ , τότ ' ἐμαρτύρει
4782329 ἀφησω
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ
4776758 ᾐτησεν
ῥόδα ; Μετὰ τὴν ἐκ Μαραθῶνος τῶν βαρβάρων φυγὴν στόλον ᾔτησεν Ἀθηναίους ὁ Μιλτιάδης ὑποσχόμενος , εἰ λάβοι , μέγαν
αἰτήσαιτο παρ ' Ἀντωνίου . οἱ δ ' ἐπιγελάσαντες “ ᾔτησεν , ” εἶπον , “ ἀλλ ' ἐπὶ θάτερα
4774810 προστησαμενος
μὲν οὖν ἐξέβαλεν ὁ δῆμος , Κλεινίαν τὸν πατέρα Ἀράτου προστησάμενος : ἔτεσι δὲ ὕστερον οὐ πολλοῖς ἐτυράννησεν Ἀβαντίδας .
τεχνικῶς ὁ γράφων αὐτὸ τὴν διοίκησιν καὶ τὸ τῆς ἑορτῆς προστησάμενος κατεπεῖγον , ἀνελὼν τὸν ἐκ τῶν νόμων χρόνον ,
4749584 μισοτεκνος
πρώτην αὐτὸν πατέρα προσειποῦσαν ἀπολέσας , εἶτα ἐπάγει ὁ γὰρ μισότεκνος καὶ πατὴρ πονηρὸς οὐκ ἄν ποτε γένοιτο δημαγωγὸς χρηστός
δὲ ἀντὶ τοῦ πονηρός . . . . ὁ γὰρ μισότεκνος ] ῥητορικοὶ συλλογισμοί . . . . φυγὰςγεγένηται ]
4741394 δεδωκως
ὑπέταξεν . γαῖαν : ἅπασαν . ἀνάψας : δοὺς , δεδωκὼς , ἀποκρεμάσας . Αὐσονίων : Ῥωμαίων . Θῦνεν :
: ἔστι τις ὃς τὰ μὲν ὄντα διδοὺς οὐκ οἶδε δεδωκὼς οἷσι δέδωκ ' οὐδ ' αὐτὸς ἔχων ὧν ἐδεῖτο
4740878 ἑταιρας
βόσκουσα κορώνας , εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . Φιλήμονος δὲ ἑταίρας ἐρασθέντος καὶ χρηστὴν ταύτην ὀνομάσαντος ἐν γράμματι , ἀντέγραψε
σωτηρίας αὐτῶν καὶ τῆς θεραπείας ἀμελήσειε , στεφάνους δὲ καὶ ἑταίρας καὶ μύρον αὐτοῖς εἰσφέροι . τινὲς δὲ ὀλίγοι παρρησίαν
4736304 προσιεμενος
, ἐφυβρίζων , ὃς πολλάκις ἐξεκύλισε τὸν ἱππέα , οὐδὲ προσιέμενος τὸν χαλινόν , ὑπέρφοβος , ἐνδεέστερος , ἀποδεέστερος :
τῆς ψευδοῦς δόξης , ἃ σκότῳ φίλα εἶναι συμβέβηκε , προσιέμενος . ὁ μὲν δὴ μέγας ἀρχιερεὺς τρισὶ ταῖς εἰρημέναις
4728614 διδους
ἐστι , τὰ δ ' αὐτῷ συνηρτημένα καὶ χείρονα μέτρῳ διδοὺς καὶ ῥυθμίζων καὶ πράττων , πρακτικός ἐστι καὶ ὀνομάζεται
, εἰ ἓν τὸ ὂν καὶ μονοειδές , καὶ ὁ διδοὺς ἓν εἶναι Ζήνων καὶ ὁ λαμβάνων Παρμενίδης ἀμφότεροι καὶ
4722858 λογιζομενος
τυγχάνοντα [ νοῦ ] τοῦ ὄντος ; Ὅμοιος γὰρ ὁ λογιζόμενος κιθαρίζοντι εἰς κιθάρισιν καὶ μελετῶντι εἰς ἕξιν καὶ ὅλως
, ὅσα συμβέβηκεν ; Οὐδενός , πᾶς τις ἂν εἴποι λογιζόμενος εὐσεβῶς , ἢ τῆς ἡμῶν ἁμαρτίας ἑκάστου τὸν ἀόργητον
4720976 ἑξηκοντουτης
Ῥουτιλιανὸς ἔπεμπεν εὐθὺς ἐπὶ τὴν κόρην καὶ τοὺς γάμους συνετέλει ἑξηκοντούτης νυμφίος καὶ συνῆν , τὴν πενθερὰν Σελήνην ἑκατόμβαις ὅλαις
. ἁλωνευόμενος . ὃς δὲ πρῶτος ἐξῆρχε τοῦ πόνου , ἑξηκοντούτης ὢν καὶ βαρὺς τὸ σῶμα καὶ πιμελής . .
4712145 διαζευξας
' ἑκάτερον , νοῦν καὶ λόγον , μακρὰν τῶν ἄλλων διαζεύξας ἐπίστρεψον πρὸς τὸν πατέρα καὶ ποιητὴν τῶν ὅλων ,
τὰ σαυτοῦ δάνεια καὶ τὴν ἰδίαν κτῆσιν περιβαλέσθαι μηδὲν αὐτῆς διαζεύξας ἢ ἀλλοτριώσας μέρος , εὐδαίμονος μεταποιήσῃ βίου , χρῆσιν
4711303 ψοφοδεης
τελέσας τὸν λόγον ἔθανεν . Ἀκούσας δὲ τούτων ὁ Πῶρος ψοφοδεὴς τοῖς Ἀλεξάνδρου γόνασιν προσέπεσεν εἰρήνην αἰτούμενος : τυχὼν δὲ
τὸν λόγον ἔθανεν . Ἀκούσας δὲ τούτων ὁ Πῶρος , ψοφοδεὴς τοῦ Ἀλεξάνδρου γόνασι προσέπεσεν , εἰρήνην αἰτούμενος : τυχὼν
4708538 σωθησῃ
παραμενεῖς πρεσβύτερος ἕως θανάτου α οὐκ ἀνοίξεις ἐργαστήριον β οὐ σωθήσῃ ἀσθενῶν γ σοφιστεύσεις ἐξαπίνης καὶ δοξασθήσῃ δ εὑρήσεις τὸ
δέ ἐστιν ὁ φόβος ὃν δεῖ σε φοβηθῆναι , καὶ σωθήσῃ . τὸν δὲ διάβολον μὴ φοβηθῇς : φοβούμενος γὰρ
4700300 αἰτηται
ἐπιώρκησεν , ὁμολογῶν δ ' ἄντικρυς τὸ πραχθὲν ἀδίκημα συγγνώμην αἰτῆται , κελεύει τῷ τοιούτῳ παρέχειν ἀμνηστίαν , ἐπαληθεύσαντι τὴν
ἡ Φάρος ἐκέκλητο . μετεμορφοῦτο πρὸς τοὺς πλησιάζοντας ἵνα μὴ αἰτῆται λέγειν μαντείας καὶ προγνώσεις . Ὁμοίως δὲ καὶ ὁ
4698880 λαθραι
λαὸν εὐθύνων δορί . πολὺν δὲ σὺν ἐμοὶ χρυσὸν ἐκπέμπει λάθραι πατήρ , ἵν ' , εἴ ποτ ' Ἰλίου
, τυχὸν ἀποκτείνειεν ἄν . διόπερ ὑπεκδέδυκα δεῦρ ' ἔξω λάθραι . καὶ ποῖ τράπωμαί γ ' ; εἰς τί
4697589 παυσει
ὁ Πλοῦτος , φημὶ εἶναι ὁδόν , ἥντινα ἰών τις παύσει ταῦτα ” . τέλειον δὲ εἴη , εἰ καὶ
[ ] [ ] [ ] δαν : ὕβριος ὑψινόου παύσει δίκας θνατοῖσι κραίνων : οἵαν τινὰ δύσλοφον ὠμηστᾷ λέοντι
4683795 ἐχορηγει
ἐκεῖνος , ἐπειδή οἱ ὁ πάππος εἰς Μήδους ἀφικομένῳ δαῖτα ἐχορήγει βασιλικήν , τότε γὰρ οὐ μετρίως ἐτρύφα τὸ Μηδικόν
κατετίθετο , ἀλλ ' ἰδίᾳ ἐθησαύριζεν : οὔτε τοῖς στρατιώταις ἐχορήγει τὰς μισθοφορίας , οὔτε τοῖς ἡγεμόσι μετεδίδου τούτων ,
4681846 χρηιζων
τλήμων ἀλῶμαι χρόνον ὅσονπερ Ἰλίου πύργους ἔπερσα , κἀς πάτραν χρήιζων μολεῖν οὐκ ἀξιοῦμαι τοῦδε πρὸς θεῶν τυχεῖν . Λιβύης
παθὼν ἀπ ' ἐμεῦ ἀγαθὸν μέγα μὴ χάριν οἶδας , χρήιζων ἡμετέρους αὖθις ἵκοιο δόμους . Ἔστε μὲν αὐτὸς ἔπινον
4671942 ἐχαιρες
ἐπὶ ταῖς σαῖς εὐπραξίαις ἡδονή . σὺ μὲν γὰρ ἐργαζόμενος ἔχαιρες καὶ κρύπτων τὰ πεδία τοῖς ἀπὸ τῶν ἐναντίων νεκροῖς
. ὡσαύτως καὶ Εὐριπίδης : Ἀνάσχου πάσχων : δρῶν γὰρ ἔχαιρες . νόμου τὸν ἐχθρὸν δρᾶν , ὅπου λάβῃς ,
4666461 νηπιωδη
τοῦτο ἐπὶ τῶν παίδων λέγεται . Καὶ ἄλλως . τὴν νηπιώδη ἡλικίαν ἀναμιμνήσκει αὐτοῖς ὅτε ἐπὶ γῆς ἐσύροντο , καὶ
ἐκτείνουσιν , ἐντείνουσιν . Νηπιέην : ἄφρονα , μωρὰν , νηπιώδη . ἀνάρσιον : ὀλέθριον , μισητὸν , ἐχθρόν .
4656756 ἀνεγνωσε
ἑωυτοῦ ποιεύμενος , καὶ ἄλλα πολλὰ προστιθείς , ἐς ὃ ἀνέγνωσέ μιν χρηίζων ἔκ τε τῆς νεὸς ἐκβῆναι [ τὸν
ἑωυτοῦ ποιεύμενος , καὶ ἄλλα πολλὰ προστιθείς , ἐς ὃ ἀνέγνωσέ μιν χρηίζων ἔκ τε τῆς νεὸς ἐκβῆναι [ τὸν
4654109 ἐκκεχυμενος
κακομήχανος αἰσχροκερδὴς φίλαυτος ἐθελόδουλος ἐθέλεχθρος δημοκόπος κακοικονόμος σκληραύχην θηλυδρίας ἐξίτηλος ἐκκεχυμένος σκωπτικὸς τρώκτης ἠλίθιος βαρυδαιμονίας ἐμπεφορημένος ἀκράτου . τοιαῦτα τῆς
δ ' ὑπεναντίως διακείμενος ἀφειδής , ἀταμίευτος , ἄσωτος , ἐκκεχυμένος , ἀθησαύριστος , ἀπρόοπτος τοῦ μέλλοντος , οὐ περισκοπῶν
4653537 ἀποθεμενος
δὲ μόναι : ἐλέγχει δὲ αὐτὸν ἐνταῦθα ὁ τεχνικὸς , ἀποθέμενος μὲν ὡς οὐκ ἔστιν ἁπλοῦς ἀτελὴς ἐκ μόνων προσώπων
τοιαῦτα πάθοι , ἴστω παραπεσὼν παίδων παιδιᾷ τὸ περὶ αὐτὸν ἀποθέμενος παίγνιον . Εἰ δὲ δὴ καὶ παίζοι Σωκράτης ,
4651306 λειτουργων
αὐτὴν ἀνηλωκὼς καὶ νῦν ἥκει παρ ' ὑμᾶς ἐκείνῃ τι λειτουργῶν . ἂν μὲν οὖν εὕρηται τὴν παρὰ σοῦ βοήθειαν
φιλοσοφίαν . τούτοις ἅπασιν ἀκολουθήσας τεσσαράκοντα ἔτη ταῦτα σχεδὸν ἐτέλεσα λειτουργῶν ὑμῖν ἐκ τῶν λόγων καὶ πρεσβεύων ἐφεξῆς ὁπόσας αὐτοὶ
4649006 στρατευσομενος
Κυζικηνούς . ταῦτα δὲ πράξας καὶ οἴκοι ἀντίγραφα καταλιπὼν ᾤχετο στρατευσόμενος μετὰ Θρασύλλου . ἀποθανόντος δὲ ἐκείνου ἐν Ἐφέσῳ Διογείτων
ἐγένετό μοι τὸ σημεῖον , οἴχεται δὲ νῦν μετὰ Θρασύλλου στρατευσόμενος εὐθὺ Ἐφέσου καὶ Ἰωνίας . ἐγὼ οὖν οἴομαι ἐκεῖνον
4643126 λαμβανων
, μήκει δὲ καὶ τετρακισμυρίων ὄρους , πελάγους δὲ τρισμυρίων λαμβάνων τὴν ἀπὸ δύσεως ἐπ ' ἰσημερινὰς ἀνατολὰς γραμμήν ,
, ] διὰ μὲν τῶν προλαβόντων δύο θεωρημάτων ὡς ὁμολογούμενον λαμβάνων ὁ στοιχειωτὴς τὸ καθ ' ἓν σημεῖον ἐφάπτεσθαι τοὺς
4635883 περιμενουσα
τι ; Τοῦτο γὰρ ποθοῦς ' ἐγὼ πάλαι ἔνδον κάθημαι περιμένουσα τουτονί . Ταχέως , ταχέως φέρ ' οἶνον ,
που ἐπὶ τοῦ πάγου κάθησο εἰς τὴν πνύκα ὁρῶσα καὶ περιμένουσα ἔστ ' ἂν κηρύξω τὰ παρὰ τοῦ Διός ,
4633715 μαντευσεται
' ἐπώνυμον , καὐτὸς καθ ' αὑτοῦ τήνδ ' ὕβριν μαντεύσεται . ἐγὼ δὲ Τυδεῖ κεδνὸν Ἀστακοῦ τόκον τόνδ '
σωθῆναι : † ἐκεῖνος ὁ θεὸς , ὁ Ζεὺς , μαντεύσεται ποῖ δεήσει οἰκεῖν : εὐπορία : ἐγὼ πορεύσω χρυσόν
4630908 ἠδικει
τὸν ὕπνον ἐπαινεῖς ἐκείνου ; ἀλλ ' οὔτ ' ἐκεῖνος ἠδίκει κοιμώμενος μεθ ' ἡμέραν ἀπὸ τῶν ἐν νυκτὶ φροντισμάτων
ἦν . ὁπότε δὲ μήτ ' ἐξ ἀρχῆς ὁ πατὴρ ἠδίκει τὸ χωρίον περιοικοδομῶν , μήθ ' οὗτοι πώποτ '
4625585 παριεις
ὄντως αἰών , ὃν μιμεῖται χρόνος περιθέων ψυχὴν τὰ μὲν παριείς , τοῖς δὲ ἐπιβάλλων . Καὶ γὰρ ἄλλα καὶ
στρατιωτικῶν , ὑπνώδης , μέθυσος , ἀκρατής , τοὺς καιροὺς παριείς , ἀπερίσκεπτος , ἀπροόρατος , ἀπρονόητος , ἄβουλος ,
4624976 ἀνοιξεις
ἐπιτεύξῃ γραμμάτων ὧν χρῄζεις Ϛ οὐχ ἕξεις χρόνον ζωῆς ζ ἀνοίξεις ἐργαστήριον ἐξαπίνης η σωθήσῃ ἀσθενῶν . μὴ ἀγωνία θ
ποτε κοινοῦ τῇ γυναικὶ χρήσιμον . Μὴ γάμει γυναῖκα κοὐκ ἀνοίξεις τάφον . Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ τελοῦσα καὶ γυνή .
4616537 ἐκαρτερησα
ἅπαξ , οὐ δεύτερον ἐκεῖνος μὲν ὕβρισεν , ἐγὼ δὲ ἐκαρτέρησα : ὡς δὲ εἶδεν , ὅτι οὐδὲν πλέον ἐμαυτῷ
τὸν τρόπον πῶς ἠδυνάμην εἰπεῖν ; πῶς δ ' ἂν ἐκαρτέρησα τὸν χρησμὸν ἐννοῶν , ἀνατροφὴν τοῦ παιδὸς , παίδευσιν
4606612 ἐφανης
: † ὅποτε δ ' ἐγερθεὶς εἰς λόγους ἐλήλυθας , ἐφάνης χελώνης δέρμ ' ἔχων , φρένας δ ' ὄνου
θηρίων ἕν . Ἀληθῆ . Καὶ ἔμοιγε δὴ τότ ' ἐφάνης μέρος ἀφαιρῶν ἡγεῖσθαι καταλιπεῖν τὸ λοιπὸν αὖ πάντων γένος
4598022 ἰασιμος
τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀπὸ νοσήματός τινος γινομένη βλάβη , ἥτις καὶ ἰάσιμός ἐστιν : ἐνταῦθα δὲ ἀντὶ τῆς τυφλώσεως παρείληπται :
, πρόσθες αὐτῷ θύμον καὶ , εἰ μὲν ἀναλήψεται , ἰάσιμός ἐστιν , εἰ δὲ μή , οὔ . εἰς
4597515 ἠνεγκεν
αυ ? [ ! ! ! ] ! ! [ ἤνεγκεν ] | ἐπὶ ? θάλασσαν | . κἀκειθεν [
εἰλαπίναις , ὤμοις δὲ κτῆνος τὸ πελώριον ὡς νέον ἄρνα ἤνεγκεν δι ' ὅλης κοῦφα πανηγύρεως . καὶ θάμβος μέν
4597024 ἐδεχομην
καὶ ἐπιστολὰς τὰς μὲν δεῦρ ' ἰούσας οὐκ ἄνευ δακρύων ἐδεχόμην , πέμπειν δὲ οὐ μάλα οἷός τε ἦν .
, ἐξ οὗ στρατηγεῖν μοι διδόντων ὑμῶν ὑπὸ σημείοις οὐκ ἐδεχόμην : ἓν δὲ μόνον ὁρῶ νῦν ἀμφοτέροις σωτήριον ,
4587896 ἀπαλλαγεις
] Ἤγουν διανύσας καὶ κουφισθεὶς τῆς νόσου καὶ τῆς φυγῆς ἀπαλλαγείς . Οἶκον ἰδεῖν ] Ἤγουν τὴν πατρίδα ἐπιδεῖν .
Πολλὰ κακὰ περὶ τὸ σῶμα παθὼν καὶ τῶν μὲν μόλις ἀπαλλαγείς , τὰ δὲ ἔτι φέρων ἓν ἔχω παραμύθιον τὰς
4586960 Σινωνιδος
? ? τὴν ὀλίγην ἐκείνην κόμην . τί γὰρ ἔτι Σινωνίδος χρῄζεις ; ἔχεις κόρην κεκαρμένην ὡς ἐγώ , εὐτυχέστερον
παρὰ δύναμιν ἁμιλλώμενος ὡς ὁρᾷ τὴν [ χλαῖναν ] τῆς Σινωνίδος πόρρωθεν βοᾷ : ” μεῖνον Σινωνί : Σόραιχος ἐγὼ
4581795 ἐστεργε
οὐ κτησάμενος : ἀλλ ' ἐπὶ πηγὴν ἑαυτὸν ἐπαφεὶς , ἔστεργε μὲν τὴν σκιὰν ὡς ἐρώμενος : ἑαυτοῦ δὲ λαβόμενος
εὐσύνετον καὶ βραχυλόγον , αὐτά τε ἀποκρινόμενον τὰ καιριώτατα , ἔστεργε καὶ ὑπερησπάζετο . Ἐκ τούτου πλεῖν ἔδει ἐπὶ Καρχηδόνος
4581083 δουλευε
πιστεύεται . Πᾶν τοὔργον ὀρθῶς ἐκμαθεῖν χρόνου μέτα . Ἐλευθέρως δούλευε : δοῦλος οὐκ ἔσει . Ἅπαντα σιγῶν ὁ θεὸς
οἴμωξον . ὅταν γὰρ ὑποθῇς τὰ σὰ τοῖς ἐκτός , δούλευε τὸ λοιπὸν καὶ μὴ ἀντισπῶ καὶ ποτὲ μὲν θέλε
4580821 ἐπισκεψαμενος
χρείαν ἐπιτήδειά τε καὶ ἀνεπιτήδεια ὅπως ἔχει , οὕτως ἑαυτὸν ἐπισκεψάμενος , ὁποῖός ἐστι πρὸς τὴν ἀνθρωπίνην χρείαν , ἔγνωκε
' ὅτε μαστιγωθῆναι καὶ μετὰ τούτων πάντων νικηθῆναι . ταῦτα ἐπισκεψάμενος , ἂν ἔτι θέλῃς , ἔρχου ἐπὶ τὸ ἀθλεῖν
4577692 εὑρες
τῶν δὲ δυνατωτέρων αἱ πράξεις . εἰ μὲν οὖν κακὸν εὗρες ἐπὶ τῆς ἀρχῆς τὸν ἄνδρα καὶ μεμφομένους αὐτῷ τοὺς
ἀπόδος , Β βασιλεῖ , Δ Διονυσίῳ , Ο ὃν εὗρες , Ε ἐνθάδε , Θ θησαυρόν , Χ χρυσίου
4574846 ἀπαντησας
ἐπιφανὴς καὶ ἐπονείδιστος , ὁ δὲ βδελυρὸς τοιοῦτος , οἷος ἀπαντήσας γυναιξὶν ἐλευθέραις ἀνασυράμενος δεῖξαι τὸ αἰδοῖον . καὶ ἐν
οἱ στρατιῶται τῶν Ἡρακλειδῶν ἄσμενοι ταῖς ὀπώραις ἐχρήσαντο . Κύψελος ἀπαντήσας ἐπὶ ξένια τοὺς Ἡρακλείδας ἐκάλει : τῶν δὲ μνήμῃ
4561843 ἀπολυσεις
σεαυτοῦ καὶ τοὺς ὄρνιθας τοὺς ἠθάδας ἐθέλοις ἀριθμεῖν , οὐκ ἀπολύσεις οὐδὲ ἀφήσεις εἰκῆ καὶ ὡς ἔτυχεν αὐτόν : εἰ
οἴκαδε κατὰ μόνας γενοίμεθα , εἴσῃ πάσας καί με ταχέως ἀπολύσεις τῆς μέμψεως . Φθάσαντες οὖν τὴν οἰκίαν καὶ τῶν
4560969 ὠμβρησεν
τὸ ἀγαθόν , ὃς οὐρανῷ καὶ γῇ τὰ κατὰ μέρος ὤμβρησεν ἀγαθά . παρὸ καὶ τῶν πάλαι τις ἀρετῶσα διάνοια
φροντίς . εὐχέσθω δὴ πᾶς θεῷ , ὅτῳ τὸ θεοφιλὲς ὤμβρησεν ἀγαθόν , οἰκήτορος λαχεῖν τοῦ πανηγεμόνος , ὃς τὸ
4560614 ἀπολαυων
τῷ λοιπῷ δήμῳ τῶν νεκρῶν , ἐμοὶ δοκεῖν , τοσοῦτον ἀπολαύων τοῦ μνήματος , παρ ' ὅσον ἐβαρύνετο τηλικοῦτον ἄχθος
. οὕτως ἐρωτικῶς τὸ κόριον μετεχειρίζετο , τῆς ἡλικίας αὐτῆς ἀπολαύων , ἧς ῥᾷον τοὺς ὀδόντας ἀριθμῆσαι [ ὅσῳ ἐλάττους
4558638 ἀπελασαι
τε ἄνθρωπον ἐκβαλεῖν καὶ οὐκέτι συνοικεῖν αὐτῇ , καὶ Στέφανον ἀπελάσαι ἀπὸ τῆς παρεδρίας καὶ οὐκ ἐᾶν ἔτι παρεδρεύειν αὑτῷ
ἐλάσεως : καὶ ἄλλας γὰρ ἐποιήσαντο , [ τὸ ] ἀπελάσαι τοὺς ἐννέα ἄρχοντας ψήφισμα : ὃ ἔγραψε Περικλῆς ἐν
4553411 εὑρησειν
δὲ οἷον τελευτήσαντος , ἐν πᾶσιν τοῖς τοιούτοις βάσανον οὐχ εὑρήσειν τῶν τε ἀμεινόνων καὶ χειρόνων , οὐ σμικρῷ πόλει
ἰώμεθα . Ἤμελλον ἄρα , ὦ παῖδες , ἤμελλον μόνος εὑρήσειν Ἑλλήνων τῆς τοῦδε φυγῆς τὰ θήρατρα : χθὲς δρασμὸν
4551250 ἐκτινων
τῆς ἐκείνων λήξεως ἤδη . τῇ μητρὶ γῇ τὸ χρέος ἐκτίνων τὸν ναυηγὸν θάπτει . ἰδὼν ναυηγοῦ σῶμα ἐρριμμένον ἀκηδῶς
; οὐκ ἀμοιβάς , ὡς ἄν τις ὑπολάβοι , μόνον ἐκτίνων τῆς παιδείας , ἀλλὰ καὶ τὴν πανταχοῦ νεότητα ,
4550746 ἀσμενος
φέρων , ὥσπερ ὑμεῖς , τὸ φρόνημα τῶν Λακεδαιμονίων , ἄσμενος δ ' ἂν τὴν δουλείαν ἀποφυγών . οἱ οὖν
, τὴν ἀνάγκην τοῦ γάμου διηγούμενοι . Σοφωνίβαν μὲν οὖν ἄσμενος εἶχε λαβὼν ὁ Μασσανάσσης : καὶ αὐτήν , ἐπανιὼν
4547386 μισθωσας
τὴν Χερρόνησον ὅπως κομιεῖσθ ' ὑμεῖς συμπρᾶξαι , ὥστε πάλιν μισθώσας αὑτὸν τῷ Κότυϊ τὰ ὑπόλοιπα τῶν ὑμετέρων χωρίων Κριθώτην
καιρῶν ἐποιήσατε κύριον , οὗτος , εἴπερ ὥσπερ οὗτος ἐβουλήθη μισθώσας αὑτὸν ἐξαπατᾶν ὑμᾶς καὶ φενακίζειν , τῶν ἴσων αἴτιος
4537825 ἐσχηκως
τὸν Τηρέα καὶ τὴν Πρόκνην οὕτως ἔχει : Πανδίων θυγατέρας ἐσχηκὼς δύο , Πρόκνην καὶ Φιλομήλαν , ἠγάγετο νυμφίον ἐπὶ
ὁ τεχνίτης διαβλέπων ἐν τοῖς τεχνικοῖς θεωρήμασι καὶ γνῶσιν αὐτῶν ἐσχηκὼς οὐ δεήσεται τοῦ διδάξοντος . λείπεται οὖν τὸν τεχνίτην
4537442 μηχανωμενος
τῷ ἀγαθῷ ἀνδρὶ μάχεσθαι , ἀλλ ' ἐκεῖνος τοῦτο ἀρκέσει μηχανώμενος , ἕως ἂν ἕλῃ τὸν ἑαυτοῦ βελτίονα . τοῦ
αὐτοὶ σύνιστε . Καίτοι λογογράφος γέ τις φησίν , ὁ μηχανώμενος αὐτῷ τὴν ἀπολογίαν , ἐναντία με λέγειν ἐμαυτῷ .
4535122 διατεθεις
γὰρ μάλιστα συμβαίνειν εἴωθενἢ καὶ ἄλλως πως ἐπὶ τὸ θερμότερον διατεθεὶς ὁ ἄνθρωπος , δίψα δ ' αὐτὸν ἔχει ,
λόγον ἐκίνησε καὶ τὰς τιμωρίας αὐτοῦ διεξῆλθεν , ὥσπερ φόβῳ διατεθεὶς πρὸς τὰ διηγήματα κατεύχεται τὸν Δία ἔχειν εὐμενῆ .
4531421 ξυνηλικες
: εὖ γὰρ σαφῶς τόδ ' ἴστ ' , ἐμοὶ ξυνήλικες , ἅπαντες ἡμεῖς , οἳ κράτη τάδ ' ἔσχομεν
. εὖ γὰρ ] καλῶς γινώσκετε τοῦτο , ὦ ἐμοὶ ξυνήλικες Πέρσαι , ὅτι ἅπαντες ἡμεῖς οἳ κράτη κατέσχομεν ,
4531100 ἐφαγεν
' ἐμοῦ ὤν Τοῦτο τὸ δένδρον φρονήσεως , ἐξ οὗ ἔφαγεν ὁ πατήρ σου . Καὶ οἱ κύνες ἤρξαντο κατεσθίειν
θεοῖσιν ἐχθρὸς Μυρτίλος : ὅτι γὰρ οὐδὲν τούτων πριάμενός ποτε ἔφαγεν εὖ οἶδα , τῶν τινος οἰκετῶν αὐτοῦ εἰπόντος μοί
4529398 προϊεμενος
. ἀργαλέος ] χαλεπός . ματιολοιχός ] φειδωλὸς καὶ οὐ προϊέμενός τι τῶν αὐτοῦ . ⌈ καλοῦσιν καλοῦς ' [
. ἀργαλέος ] χαλεπός . ματιολοιχός ] φειδωλὸς καὶ οὐ προϊέμενός τι τῶν αὐτοῦ . ⌈ καλοῦσιν καλοῦς ' [
4525061 θωπευων
καὶ πονοῦντας , τὸν δὲ ἀνόνητον καὶ ἄνοπλον ὄχλον διατελεῖ θωπεύων , ὅμοιόν γε πέπονθε καθάπερ εἰ ποιμὴν τοὺς συμφυλάττοντας
τὸ δὲ ἀληθὲς ὄντα δαίμονα πονηρόν , καὶ ταῦτα οὐ θωπεύων αὐτὸν οὐδὲ τὴν ἔχθραν παραιτούμενος , ἀλλὰ ἐρεθίζων ἄντικρυς
4524862 πορνειας
, ὦ δεσμῶται , ἀλλὰ τῇ συνεχείᾳ τοῦ καλλωπίζεσθαι τῆς πορνείας τὴν ὑπόνοιαν βεβαιοῦν . [ , ] ἑβδόμην τὰ
' : τὸν ἔρωτα ὑποληπτέον . ἅτινα φίλτρα οὔτε δύσκλειαν πορνείας σοι προσθέντα οὔτε ἀπατήσαντά σε σοφισμοῖς παύσει : τοῦ
4522816 ἠγανακτης
ὑπὸ δ ' Ἀντήνορος μοιχευομένην αἰσθόμενος αὐτὴν ὕστερον σφόδρ ' ἠγανάκτης ' . ἣ δὲ μηθέν , φησί , σοί
ὑπὸ δ ' Ἀντήνορος μοιχευομένην αἰσθόμενος αὐτὴν ὕστερον σφόδρ ' ἠγανάκτης ' : ἡ δέ , Μηθέν , φησί ,
4516925 πραξασθαι
ἐγκλήματος ἀπηλλαγμένος εἴην . εἰ μὲν γὰρ μὴ κύριοι ἦσαν πράξασθαι ἢ ἀφεῖναι , ἐννόμως ζημιωθεὶς εὐλόγως ἂν ὤφειλον :
πάνθ ' ὅς ' ἀπείρηκεν ὁ νόμος δέδωκας , χρήματα πράξασθαι , ζῶντα λυμαίνεσθαι , κακοῦν ἔχοντα , αὐτὸν ἀποκτιννύναι

Back