γάρ που ὅτι συνέβη προσῆκον τούτοις ἀνδρεία , μεγαλοπρέπεια , εὐμάθεια , μνήμη : καὶ σοῦ ἐπιλαβομένου ὅτι πᾶς μὲν
δ ' ἐκ τῶν ἔμπροσθεν . ὡμολόγηται γὰρ δὴ ἡμῖν εὐμάθεια καὶ μνήμη καὶ ἀνδρεία καὶ μεγαλοπρέπεια ταύτης εἶναι τῆς
6964822 εὐγλωττια
ἑλληνισμός , ἀττικισμός , πολυγνωμοσύνη , πολύνοια , πολυλογία , εὐγλωττία , εὐφωνία , ἀφθονία , βραχυλογία , συντομία ,
εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία ,
6780241 παγκαλη
τοῦ βίου διαναπαυόμενος τὰς ἱερὰς ἑβδομάδας . ἆρ ' οὐ παγκάλη παραίνεσις καὶ πρὸς πᾶσαν ἀρετὴν ἱκανωτάτη προτρέψασθαι καὶ διαφερόντως
καὶ κύριος εἵλατό σε σήμερον γενέσθαι λαὸν αὐτῷ ” . παγκάλη γε τῆς αἱρέσεως ἡ ἀντίδοσις , σπεύδοντος ἀνθρώπου μὲν
6768240 αἰσχιων
φέρει . ὥστε εἴπερ ἀδικωτέρα ἡ τοιαύτη ἐπιθυμία , καὶ αἰσχίων τῆς τοῦ θυμοῦ ἡ περὶ τὴν ἐπιθυμίαν ἀκρασία ἐστί
ἀποκέκοπταί τε τὴν οὐρὰν καὶ ἔστιν ἐπὶ τῷ τοιῷδε ἔτι αἰσχίων : οἱ δὲ ἵπποι οἱ ἄρσενες οὔτι που τοῦ
6766753 εὐθηνια
. ὁ οἶνος φθινήσει ὑπὸ πάχνης : τῶν ξυλικῶν καρπῶν εὐθηνία . τοῖς μικροῖς ζώοις εὔθετον τὸ ἔτος , τοῖς
τοξότῃ οὔσης αὐτῆς , εὐετηρία καὶ πολυομβρία , καὶ σίτου εὐθηνία , καὶ εὐφροσύνη ἐν τοῖς ἀνθρώποις : θρεμμάτων δὲ
6762059 σαμαινει
[ καὶ ] καταβολᾶς τε καὶ γεννήσιος . ἐγκέφαλος δὲ σαμαίνει τὰν ἀνθρώπω ἀρχάν , καρδία δὲ τὰν ζώου ,
οὐ δυνατόν : τὸ γὰρ ἀξίωμα τοῦ ἤθεος ἁ προαίρεσις σαμαίνει . διὸ καὶ μετὰ βίας μὲν ἐπικρατέων ὁ λογισμὸς
6695720 ἀειφυλλων
ἀνόμοια ὡς καὶ ἐπὶ τῆς λεύκης . Τῶν δ ' ἀειφύλλων οἷς μὴ συμβαίνει τοῦτο διὰ τὸ κατ ' ἐκεῖνον
: ἔοικε δὲ παραπλήσιον πλὴν χαλεπώτερον καὶ τίς ἡ τῶν ἀειφύλλων : προσεπειπεῖν γὰρ δεῖ καὶ διὰ τί τοσαύτην λαμβάνει
6691094 μονιμου
ἐρῶν : καὶ γὰρ οὐδὲ μόνιμός ἐστιν , ἅτε οὐδὲ μονίμου ἐρῶν πράγματος . ἅμα γὰρ τῷ τοῦ σώματος ἄνθει
πλημμελὲς ἐκ τῆς οὐσίας ἐκείνης ὑπελάμβανον διακρίσεως καὶ ταὐτότητος καὶ μονίμου καταστάσεως καὶ εὐταξίας μεταλαγχάνειν , καθ ' ὅσον αὐτῷ
6688523 εὐαρμοστια
. ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα .
ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ
6633993 ἐμποδισμος
. διὰ τοῦτο ὅπου ἡ σπουδή , ἐκεῖ καὶ ὁ ἐμποδισμός . θέλεις τὰ μὴ ἐπὶ σοὶ ἐξ ἅπαντος ;
παρερχόμενον εὐτύχημα . Μισούμενον ἀγαθόν , ὑγείας μήτηρ , ἡδονῶν ἐμποδισμός , ἀμέριμνος διατριβή , δυσαπόσπαστον κτῆμα , ἐπινοιῶν διδάσκαλος
6617134 θαλλοντι
α [ ὕμνων εργοριαις [ ! ! ! ] ? θάλλοντι ? [ ] [ ! ! ! ! !
τῇ κατασκευῇ . ” τῶν ἅπαξ εἰρημένων . ἔρνεϊ δένδρῳ θάλλοντι : “ ὁ δ ' ἀνέδραμεν ἔρνεϊ ἶσος .
6604066 μικροπρεπεια
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ
6585987 λαμπροτης
πάντως ἔχει τι καὶ λαμπρότητος , οὐ μὴν ἥ γε λαμπρότης ἔχει τι ἀκμῆς , εἰ μή τις ἐρίζων βιαίως
φαίη τις ἄν , τί χρὴ λέγειν , ὅτι μέμικται λαμπρότης ἐνταῦθα ἀκμῇ τὰ χωρία ταῦτα ἀκμῆς μὲν μετέχει ,
6573114 εὐχαριστω
ἠγόρασα . “ ἡ δὲ γυνὴ τοῦ Ξάνθου : ” εὐχαριστῶ σοι , κυρία Ἀφροδίτη . μεγάλη ἦς : ἀληθινά
, ἀφ ' ὑμῶν εἰς ὑμᾶς χωρεῖ ἡ εὐλογία . εὐχαριστῶ σοι , πάτερ , ἐνέργεια τῶν δυνάμεων . εὐχαριστῶ
6549113 εὐσταθεια
ἀλλὰ τῇ μὲν ἠθικῇ ἑνὸς ἑκάστου ἡ διὰ τῶν ἀρετῶν εὐστάθειά τε καὶ εὐταξία σκοπός , τῇ δὲ πολιτικῇ ἡ
ἀληθείᾳ διεξάγειν . Ἐκ τούτων γὰρ κρατίστη χαρὰ καὶ ψυχῆς εὐστάθειά σοι γίνεται , μέγιστε βασιλεῦ , καὶ ἐλπίδες ἐπὶ
6548444 εὐτεκνια
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις .
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη
6528190 εὐλαβεια
μὲν οὖν ἐστιν εὐλάβεια ὀρθοῦ ψόγου . βʹ Ἁγνεία δὲ εὐλάβεια τῶν περὶ θεοὺς ἁμαρτημάτων . Ἐπαινετὰ μέν ἐστι τὰ
ᾧ τὸ καθαρὸν χρυσίον δοκιμάζεται . ὄκνος . ἀνάδυσις , εὐλάβεια , ἀναβολή . δυνατή ἡ τῶν ἀρχόντων φύσις .
6525517 ἀγχινοια
εὐβουλίαν τινά . ἀλλὰ μὴν οὐκ ἔστιν εὐβουλία τις ἡ ἀγχίνοια , οὐκ ἄρα ταὐτὸν εὐβουλία καὶ εὐστοχία . ὅτι
τοίνυν ἡγεμονικὰς ἐνεργείας τὰς ὑπὸ τῆς ἀρχῆς μόνης γινομένας . ἀγχίνοια μὲν οὖν λεπτομεροῦς οὐσίας γνώρισμα , βραδυτὴς δὲ διανοίας
6503909 αὐτοαγαθον
τεσσάρων πραγμάτων τέσσαρα ἔστω ταῦτα : ὁ μὲν πρῶτος θεὸς αὐτοάγαθον : ὁ δὲ τούτου μιμητὴς δημιουργὸς ἀγαθός : ἡ
, ἀγαθοῦ ἰδέα ἂν εἴη ὁ πρῶτος νοῦς , ὢν αὐτοάγαθον . Νουμήνιος μὲν γὰρ τρεῖς ἀνυμνήσας θεοὺς πατέρα μὲν
6502525 ἐπαρσις
πᾶν τὸ ἐζυμωμένον ἐπαίρεται : χαρὰ δὲ ψυχῆς ἐστιν εὔλογος ἔπαρσις : ἐπ ' οὐδενὶ δὲ τῶν ὄντων μᾶλλον χαίρειν
: φυλακή . Εἰρχθῆναι : φυλακισθῆναι . Ὀφρῦς : ἡ ἔπαρσις . Ἄθρους : ὁμοῦ . Ἀάπτους : ἀπροσπελάστους .
6478699 ψευδολογια
ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον εἴρηκεν .
πολυτροπία , κακουργία , ῥᾳδιουργία , πονηρία , πανουργία , ψευδολογία , καπηλεία , πρᾶσις , μεταβολή , μισθαρνία μισθοφορία
6474953 τευταζει
φρόνησιν ἐπιτελεῖ , ἄλογος δέ , ᾗ περὶ τὸ σῶμα τευτάζει . αὕτη δὲ πάλιν ἐξ ὧν ἐνεργεῖ διττὴν εἴληχε
, ἐκ δὲ τῆς τῶν ὑλῶν ποιότητος περὶ ἃς ἑκάστη τευτάζει τὰς πρὸς ἀλλήλας διαφορὰς καὶ ὁμοιότητας εἰλήχασιν , αἵ
6472662 εὐφωνια
εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία ,
, ἀηδόνων , τῶν ἄλλων ὅσα φύσις μεμούσωκε , λογικῶν εὐφωνία , κιθαρῳδῶν κωμῳδίαν τραγῳδίαν τὴν ἄλλην ὑποκριτικὴν ἐπιδεικνυμένων .
6470747 στρυφνοτης
. ἔστι δὲ τὰ τοιάδε οἷον γλυκύτης καὶ πικρότης καὶ στρυφνότης καὶ πάντα τὰ τούτοις συγγενῆ , ἔτι δὲ καὶ
χυμὸς ὀνομάζεται . εἰσὶ δὲ ποιότητες ὀξύτης , αὐστηρότης , στρυφνότης , δριμύτης , ἁλυκότης , γλυκύτης , πικρότης .
6459374 ῥωσις
τοῦ σώματος ἰσχὺς ὑποφθίνει , τοσοῦτον ἡ τῆς διανοίας αὔξεται ῥῶσις . Τίνα τοίνυν παρεισελθὼν ὁ νοῦς ἐξεπαίδευσε τὸν Τηλέμαχον
γὰρ πόνῳ πραΰνεται πόνος , καὶ ὑγεία , ἔτι δὲ ῥῶσις καὶ θρέψις γίνεται σωμάτων διὰ πόνων , τέχνας τε
6455699 ὀλιγωρια
? [ ] [ ] ! ! ! τοῦ πατρὸς ὀλιγωρία [ ! ! ! ] [ ] μενα ?
, καὶ ταῦθ ' ὑπὸ τῶν σοφωτάτων εἶναι δοκούντων , ὀλιγωρία τοῦ νόμου τοῖς φαύλοις ἐγγίγνεται , ὥστ ' οὐδὲν
6451241 φιλοκερδεια
. τὸ δὲ ἑξῆς : ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος ἡ φιλοκέρδεια ἐφίησι καὶ ἐνδίδωσι λέγειν τὸ τοῦ Ἀριστοδήμου ῥῆμα ἐγγὺς
τοιοῦτοι , θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος ,
6435124 λογιστικου
καὶ ἀναγκαῖα ἔχειν τὰ τοῖς τεθειμένοις ἑπόμενα , τοῦ δὲ λογιστικοῦ τὸ ἐξ ἐνδεχομένων καὶ ἐνδεχόμενα , δῆλον ὅτι διάφοροι
δὲ ὑπὸ πόνων . ] Ἀφροσύνη δέ ἐστι κακία τοῦ λογιστικοῦ αἰτία τοῦ ζῆν κακῶς . ἔργα δὲ αὐτῆς :
6426070 εὐθυμια
καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι
δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια
6423632 ἀπαθεια
, δι ' ὧν πρὸς τὸ πρῶτον ἀγαθὸν ἀναφέρεται , ἀπάθεια καὶ ἀλήθεια , ὧν τὸ μὲν πρακτόν , τὸ
ψευδῆ ταῦτά ἐστιν , ἐξ ὧν ἡ εὔροιά ἐστι καὶ ἀπάθεια ἀπαντᾷ , λάβε μου τὰ βιβλία καὶ γνώσῃ ὡς
6420432 χρυσιτις
εἰτε καλὸς εἴτε καὶ μή . ἔστι δὲ ἡ λεγομένη χρυσῖτις : Λυδία δὲ λέγεται ὡς τοῦ λίθου τούτου παρὰ
δὲ ψαθυράν τε καὶ λευκήν . Λιθάργυρος καλλίων ἐστὶν ἡ χρυσῖτις καλουμένη καὶ ἀποστίλβουσα . Λίθον Ἄσσιον παραληπτέον τὸν κισηροειδῆ
6417401 μεγαλοφροσυνη
ἀφ ' ὧν οὐ δεῖ † . τὰ δὲ πράγματα μεγαλοφροσύνη , μεγαλοψυχία , μεγαλογνωμοσύνη , ἐλευθερία . ῥήματα δ
. . . . . ἥ τε γὰρ τοῦ Αἰσχύλου μεγαλοφροσύνη καὶ τὸ ἀρχαῖον , ἔτι δὲ τὸ αὔθαδες τῆς
6414943 ἐκλυσις
δὲ καὶ λαγῶνες πηδῶσιν , ἐνίαις δὲ καὶ καρδιαλγία καὶ ἔκλυσις ἐπιγίνεται μεθ ' ἡδονῆς τινος . Δηλώσει δὲ οὐ
, μελάνων ὑπὸ ἐλλεβόρου , καθάρσιες , πονηραί : καὶ ἔκλυσις δὲ μετὰ τοιούτων , κακόν . Ἀπὸ ἐλλεβόρου ἐμέσαι
6405376 βλακεια
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται
6401953 ὀργιλοτης
προσθήκης . πᾶσα γὰρ ὑπερβάλλουσα κακία καὶ χαλεπότης , ἤτοι ὀργιλότης , καὶ δειλία , αἱ μὲν θηριώδεις εἰσίν ,
ἀοργησία . ἀμφοτέρων δὲ ἀντικειμένων τῇ μεσότητι μᾶλλον ἀντίκειται ἡ ὀργιλότης ἢ ἡ ἀοργησία : χεῖρον γὰρ κακόν ἐστιν ἡ
6380002 ἀκουσιος
. καὶ ὁ λιμὸς οὖν , εἴτε ἑκούσιός ἐστιν εἴτε ἀκούσιος , τῷ λόγῳ τῆς ἐνδείας καὶ τῆς ἀσιτίας δύναται
τούτων , εἴη ἂν οὐχ ἑκούσιος , οὐκέτι μέντοι καὶ ἀκούσιος . ἐπιζητήσειε δ ' ἄν τις , πῶς ὄντος
6368198 προπηλακισμος
ὑπεροψία , προπέτεια βαρύτης , πληγαί , αἰκίαι αἰκισμός , προπηλακισμός . κακήγορος , κακολόγος αἰσχρολόγος , βλάσφημος , λοίδορος
. λέγεται καὶ δισυλλάβως πρωΐ . προπηλάκισις : οὐ μόνον προπηλακισμός . Ῥαδάμανθυς τοὺς τρόπους : ῥηθείη ἂν ἐπί τινος
6343256 ἁβροτης
τὸ τῷ συγγραφεῖ πρέπον , μήτε ἡ περὶ τὴν κατασκευὴν ἁβρότης ὑπερφθέγγοιτο τὴν συγγραφήν : αὐτοῖς γὰρ τοῖς ποιηταῖς τὸ
τοῦ πυρὸς εὑρεθῆναι , τὰς τέχνας , ὑφ ' ὧν ἁβρότης μὲν καὶ ὡραιότης , καὶ πᾶν τερπνὸν τῷ βίῳ
6328976 διαπτωσεως
δέ , φόβος μελλούσης ἐνεργείας : ἀγωνία δέ , φόβος διαπτώσεως , καὶ ἑτέρως , φόβος ἥττης : ἔκπληξις δέ
ηʹ Ψοφοδέεια δὲ φόβος κενός . θʹ Ἀγωνία δὲ φόβος διαπτώσεως : ἢ φόβος ἥττης : ἢ φόβος ἐμποιητικὸς τῶν
6326885 φαρμακεια
τοῦ πραχθῆναι διελέγχεται , ὅσα δ ' ἐστὶ τέχνης καθάπερ φαρμακεία , ταῦτα καὶ πρὸ τῆς πράξεως ἀπὸ τῆς γνώμης
αὐτὴν , ἐφ ' ὅσον ἐνδέχεται . οἶδε γὰρ ἡ φαρμακεία δηλητηριώδη τινὰ τοῖς σπλάγχνοις ἐντιθέναι ποιότητα καὶ κακίαν ,
6323580 ἀντεισαγει
αἷς ἐθηλύνετο , ἐκποδὼν ἀνελὼν τὰς αὐθιγενεῖς καὶ ἀκηράτους ἀρετὰς ἀντεισάγει : Σάρρᾳ γοῦν οὐ διαλέξεται , πρὶν ἐκλιπεῖν ἐκείνην
διαλεκτικὴ ὡς τῶν ἀμέσων ἡ θατέρου ἄρσις τὸ ἕτερον πάντως ἀντεισάγει . Καὶ δὴ τὸ χωρίον σοι , φαίη τις
6321980 κωλικη
, ὅταν προσάδουσαν ἑαυτῇ εὕρῃ διάγνωσιν . ἡ μὲν οὖν κωλικὴ διά - θεσις συνίσταται περὶ ἔντερον τὸ καλούμενον κῶλον
, καρδιακὴ διάθεσις , ἴκτερος , χολέρα , εἰλεὸς , κωλικὴ διάθεσις , ἀποπληξία , τέτανος , ὀπισθότονος ἐμπροσθότονος .
6319929 τυγχανετω
ἑταίρων δυνάμεις ὠφελείας φέροιεν . τά τε οὖν αὐτοῦ σωτηρίας τυγχανέτω καὶ τὰ τῆς ἀδελφῆς Στρατωνίδος ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀνάγκης
ὑπηρέτας . ἔγγραφε δὴ τὸν ἄνδρα μεθ ' ἡδονῆς καὶ τυγχανέτω χρηστοῦ τινος διὰ τὸν θεῖον καὶ τῷ δοῦναι χάριν
6319663 σκαιοτης
ἀποδόμενος τὸν ἀγρόν . συηνία καὶ ὑηνία : ἀμαθία , σκαιότης παρὰ Φερεκράτει . καὶ συηνεῖν Πλάτων ὁ φιλόσοφος τὸ
ἀνισότης , ἀγριότης , δωροδοκία , παραγωγή , ἑτερορρέπεια , σκαιότης , πλάνη . καὶ τὰ ῥήματα ἀδικεῖν , παρανομεῖν
6302376 τοὐναντιου
καὶ ποός πούς ἐν ὀξείᾳ τάσει , ὥσπερ καὶ ἐκ τοὐναντίου ἡ ὀξεῖα καὶ ἡ βαρεῖα εἰς περισπωμένην συνέρχονται ,
πρὸς τὸ κοινῇ συμφέρον πᾶσαν ὁρμὴν ἐμαυτοῦ ἄξω καὶ ἀπὸ τοὐναντίου ἀπάξω . τούτων δὲ οὕτως περαινομένων ἀνάγκη τὸν βίον
6280623 εὐεξια
οἷα πρότερον ἦν πρὸ τῆς πόλεως , οἷον ὑγίεια , εὐεξία , καὶ ὁποῖα τὰ νῦν . Τὸ δὲ κεφάλαιον
, ὀρεξία : ἔχω , ἕξω , ἔξια , καὶ εὐεξία : πέψω , πεψία , καὶ ἀπεψία . Τὰ
6275397 Κυρηναϊκος
σὺν τῷ ἐλαίῳ , ἁλὸς ἄνθος συγκιρνώμενον ἐλαίῳ , ὀπὸς Κυρηναϊκὸς ὕδατι διειμένος εἰς ἀνάτριψιν τοῦ σώματος παραλαμβανόμενος καὶ πινόμενος
ὄλυνθοι , ὀποβάλσαμον ἄνευ τοῦ θερμαίνειν ἐπιφανῶς , ὀπὸς ὁ Κυρηναϊκὸς σφοδρότατα , παλιούρου τὰ φύλλα καὶ ἡ ῥίζα ,
6273664 ἐκλυτου
καὶ πιττωθέντοϲ τοῦ πώματοϲ πρὸϲ τῷ μηδαμόθεν διαπνεῖϲθαι , τονικὴ ἐκλύτου γαϲτρὸϲ ἡ τοιαύτη γίγνεται καὶ τοὺϲ ἀνορέκτουϲ ἐπεγείρει πρὸϲ
βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας , ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας , τράπεζα . περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν
6271698 ἁπλοτης
δὲ ὁ τόπος , ὡς τό : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστιν ἡ φρόνησις
. ἀφάδιον : τὸ ἐχθρὸν καὶ ἀπαρέσκον . ἀφέλεια : ἁπλότης ἢ μεγαλεῖόν τι καὶ ἐνδοξότης . ἀφ ' ἑστίας
6271660 κροκιζων
ὁ πικρότατος ἐν τῇ γεύσει , ἔνδοθεν λευκός , ἔξωθεν κροκίζων , λεῖος , λιπαρός , εὔθρυπτος , τάχιστα διιέμενος
βοτρυοειδής , χρώματι τὸ μὲν πρῶτον χλοώδης , πεπανθεὶς δὲ κροκίζων , ἐπιδάκνων τὴν γεῦσιν : ῥίζα ποσῶς στρογγύλη ,
6262620 εὐηθεια
δ ' οἴεσθαι ὅτι μόνοις ποτὲ τοῖς κατὰ διάνοιαν ἐπανέξουσιν εὐήθεια πολλή . οὗ χάριν ἀμφότερα τιθέασι , διὰ μὲν
ἀποτίκτειν πολλάκις ὠδῖσιν αὐταῖς ἐναποθνῄσκουσιν . ὅλως τοῦτ ' οὐκ εὐήθεια δεινὴ μήτραν ὑπολαμβάνειν γῆν ἐγκεκολπίσθαι πρὸς ἀνθρώπων σποράν ;
6260857 ἀρτιοτης
φίλοις , οἰκείοις , πολίταις . τῇ δὲ φρονήσει ἡ ἀρτιότης . ἀρτιότης μὲν γὰρ συμπλήρωσίς ἐστι τῶν τῆς ψυχῆς
αὑτὰ δὲ καὶ δι ' ἕτερα ἰσχύς , εὐαισθησία , ἀρτιότης . δι ' αὑτὰ μέν , ὅτι κατὰ φύσιν
6254219 μνεια
μέμνηται . ἔτι μνήμη ἐστὶν ἡ τῷ μνημονευτικῷ συνοικοῦσα , μνεία δὲ προγεγονότος τινὸς ὑπόμνησις , ὥστε ὁ τούτοις ἐναλλὰξ
καὶ ἄλλως μνήμη ἐστὶν ἡ τῷ μνημονικῷ ἀεὶ συνοῦσα , μνεία δὲ προγεγονότος τινὸς ὑπόμνησις , ὥστε ὁ τούτοις ἐναλλὰξ
6240918 δεξιοτης
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ '
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει .
6238864 τεκνοποιια
ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι .
ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Σελήνης δὲ καὶ Ἡλίου ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι .
6235562 πνευματικου
ἐκ ποιοῦ πυρώδους , ἐκ ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ : ἐκ τετάρτου τινὸς ἀκατονομάστου , ὃ ἦν αὐτῷ
ἐκ ποιοῦ πυρώδους , ἐκ ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ , ἐκ τετάρ - του τινὸς ἀκατονομάστου : τοῦτο
6228877 ἐπηρεασμος
' ἀπειλήν . ʃ τρία εἴδη ὀλιγωρίας , καταφρόνησις , ἐπηρεασμὸς καὶ ὕβρις . τούτων γὰρ καταφρονεῖ τις , ἃ
, μᾶλλον δὲ καὶ συνέδριον . ὢ τάλας ἐγώ , ἐπηρεασμὸς τὸ κακὸν εἶναί μοι δοκεῖ . οὐ τοῦ τυχόντος
6227916 νωθεια
τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία ,
ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης .
6223148 στοχαζεται
- λοιτο ; φησὶ γὰρ δή που διαβάλλων αὐτὴν ὅτι στοχάζεται καὶ προάγει τοὺς λόγους οὕτως ὅπως ἂν στοχάζηται .
πλὴν ὅσον μαντικὴ μὲν ἀπήλλακται στοχασαμένη , ῥητορικὴ δὲ οὐ στοχάζεται μόνον τῶν πραγμάτων , ἀλλὰ καὶ πράττει διὰ τῶν
6221283 εὐορκια
τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ τὰς
ὀμνύναι . μέρος γὰρ οὐ μικρόν ἐστι τῆς εὐσεβείας ἡ εὐορκία . καὶ περὶ μὲν τοῦ πρώτου γένους τῶν κρειττόνων
6221000 ῥαθυμια
ἥ τε ἐπιμέλεια καὶ ἡ κατόρθωσις γένοιτο ἂν ἢ ἡ ῥαθυμία . ὁ μὲν ὡροσκόπος τὰ κατὰ τὸν διδάσκαλον σημαίνει
, ἀλλ ' ἡ περὶ τὴν προσήκουσαν ἐπιμέλειαν καὶ τελειότητα ῥαθυμία . Πῶς δὲ ἐκ τῶν αὐτῶν ἐσμὲν οἱ ἄνθρωποι
6214496 Δημοκρατους
. . , . . . . , . ] Δημοκράτους [ ] κεφαλαλγία , Δημοκρίτου περὶ ὀφθαλμῶν , Δημοκρίτου
περιφάνειαν ἐμίσησεν . Οἱ φιλομεμφέες εἰς φιλίην οὐκ εὐφυέες : Δημοκράτους . Οἶδα Σίμωνα καὶ Σίμων ἐμέ : δύο ἐγένοντο
6213871 θρεψις
εἴρηται , φυσικοῦ κατακρατοῦντος θερμοῦ ἀλλοίωσις τις καὶ πέψις καὶ θρέψις γίνεται . Τούτου δὲ τοῦ οἰκείου τόνου διαπεπτωκότος καὶ
. τί δὲ καὶ χωρισθέντα ἐνεργήσουσιν ; τί γὰρ ἡ θρέψις θρέψει ἢ αὐξήσει ἡ αὔξησις ἢ ἡ αἴσθησις αἰσθανθήσεται
6213766 φθονοι
εὐλαβεῖσθαι τὸν ταῦτα πράττοντα : οὐ γὰρ σμικροὶ περὶ αὐτὰ φθόνοι τε γίγνονται καὶ ἄλλαι δυσμένειαί τε καὶ ἐπιβουλαί .
λῦπαι καὶ φόβοι καὶ ὀρέξεις ἀτελεῖς καὶ ἐκκλίσεις περιπίπτουσαι καὶ φθόνοι καὶ ζηλοτυπίαι , ποῦ ἐκεῖ πάροδος εὐδαιμονίας ; ὅπου
6211676 δημιουργια
ἀλήθειαν τῶν τῆς ψυχῆς , ἐπειδὴ καὶ πᾶσα ἡ φαινομένη δημιουργία ὡς πρὸς τὴν ἀληθῆ μῦθός ἐστι . σπςʹ Πολὺ
εἶδος : διὸ καὶ ἄπονος [ καὶ οὕτως ] ἡ δημιουργία . Καὶ παντὸς δὲ ἦν , ὡς ἂν πᾶν
6210793 γαστριμαργια
τραχυτής : ἔρις : προσπάθεια : φιληδονία : φιλοχρηματία : γαστριμαργία : οἰνοφλυγία : λαγνεία . αʹ Ὀργὴ μὲν οὖν
τὴν γλωσσαλγίαν φησὶν αἰσχίστην νόσον , ὅτι πορνεία μὲν καὶ γαστριμαργία καὶ τὰ λοιπὰ πάθη σὺν τῇ βλάβῃ ἔχουσί τι
6209984 ἡγεμονικαι
τιμιώτεραι , αἱ δὲ ἀτιμότεραι : ἐν ψυχικαῖς μὲν τίμιαι ἡγεμονικαὶ , ἐν φυσικῇ δὲ ἡ ἀλλοιωτική . αὗται οὖν
τῶν ἀστέρων : ἐκ γὰρ τούτων καὶ ἐπίσημοι γενέσεις καὶ ἡγεμονικαὶ καὶ βασιλικαὶ τὴν διάκρισιν καὶ τὴν μεταβολὴν τῆς πράξεως
6200730 ἐπιπολαιος
, προχωροῦσα ἐπὶ τὰ παρακείμενα πάντα πλησίον , οὐ μόνον ἐπιπόλαιος , ἀλλὰ καὶ διὰ βάθους : αἰμάσσεται δὲ αὐτοῖς
ἐπιπολαιοτέραν τὴν δὲ ἑτέραν πραγματειωδεστέραν . Ἔστιν οὖν ἡ μὲν ἐπιπόλαιος αὕτη : εἰ θεριεῖς πάντως θεριεῖς , καὶ οὐ
6200243 ὀξυθυμιας
ὅπως θαρρῶμεν πρὸς αὐτά . πϚʹ . Μακεδόνι . Τῆς ὀξυθυμίας τὸ ἄνθος μανία . πζʹ . Ἀριστοκλεῖ . Τὸ
ὡς Ἰσαῖος , θυμόσοφος , βαρύθυμος , ὀξύθυμος , καὶ ὀξυθυμίας , καὶ ὠξυθυμήθη παρ ' Ἀριστοφάνει . τάχα δὲ
6198977 θλασθεισα
μετὰ μέλιτος πινόμενον . ποιεῖ δὲ καὶ ἡ γλαύκουρις . θλασθεῖσα μετὰ μέλιτος καὶ ὕδατος ἴσου διδομένου τοῦ χυλοῦ ἀναγαργαριζέσθω
οὐ πυρωτικόν : ῥίζα ἐκ μὲν τῶν ἐκτὸς μέλαινα , θλασθεῖσα δὲ λευκή . Ἄλλη λιβανωτὶς ἡ λεγομένη ἄκαρπος ,
6194404 φενακισμος
. συνομαρτοῦσι δὲ αὐτῇ τῶν συνηθεστάτων πανουργία προπέτεια ἀπιστία κολακεία φενακισμὸς ἀπάτη ψευδολογία ψευδορκία ἀσέβεια ἀδικία ἀκολασία , ὧν ἐν
, καὶ σκέπη . Ἄλλως . φενακίσας , ἀπατήσας : φενακισμὸς γὰρ ἡ ἀπάτη . . ἄλλως δὲ κεφαλῆς τριχῶν
6194175 μετειληφεν
καλουμένου . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος ὡς δύο μέρη λόγου ὄντα μετείληφεν , ἵν ' ᾖ ὑπὸ τῷ νηίῳ : φησὶ
κόσμον ἐπωνομάκαμεν , πολλῶν μὲν καὶ μακαρίων παρὰ τοῦ γεννήσαντος μετείληφεν , ἀτὰρ οὖν δὴ κεκοινώνηκέ γε καὶ σώματος :
6194017 εὐστομια
ἐπικτυπῇ ἡ φάρυγξ , τουτὶ γὰρ ἔοικε φθόγγῳ ἀμούσῳ , εὐστομία δέ , ἢν τὰ χείλη ἐνθέμενα τὴν τοῦ αὐλοῦ
, εὐλογία , ἐγκώμιον : βίαιον δὲ τὸ καλλιλογία καὶ εὐστομία : ἐπαινεῖν , εὐλογεῖν , εὐφημεῖν , ἐγκωμιάζειν ,
6193111 εὐκαρδιος
, οἱονεὶ κραδερὸς ὤν . Ἀπὸ τοῦ κραδία , ὁ εὐκάρδιος καὶ ἀνδρεῖος , ἢ ἀπὸ τοῦ κείρω τὸ κόπτω
καὶ μάθῃς ἀφ ' ὧν διέζων ὥς τ ' ἔφυν εὐκάρδιος . Οἶμαι γὰρ οὐδ ' ἂν ὄμμασιν μόνην θέαν
6191023 ἐπιπλοκη
τὸν ἀρτίκολλον , ἤτοι τὸν ἄρτι τοῦ εἱρμοῦ καὶ τῆς ἐπιπλοκῆ καὶ τῆς κολλήσεως παρὰ τοῦ ἀγγέλου δραξάμενον . κατὰ
τὸν ἀρτίκολλον , ἤτοι τὸν ἄρτι τοῦ εἱρμοῦ καὶ τῆς ἐπιπλοκῆ καὶ τῆς κολλήσεως παρὰ τοῦ ἀγγέλου δραξάμενον . κατὰ
6190401 Σωσιθεου
εἶπεν , ” ἐγὼ οὐκ αἰσθάνομαι ὅτι αἰσθάνῃ ; “ Σωσιθέου τοῦ ποιητοῦ ἐν θεάτρῳ εἰπόντος πρὸς αὐτὸν παρόντα ,
Φυλομάχη ἡ μήτηρ ἡ Εὐβουλίδου τοῦ πατρὸς τοῦ Φυλομάχης τῆς Σωσιθέου γυναικός . Μαρτυρεῖ πάππον εἶναι ἑαυτοῦ Ἀρχίμαχον καὶ ποιήσασθαι
6188120 λεπτυντικη
δ ' ὁ Σίφνιος ἰατρὸς ἡ γογγυλίς , φησί , λεπτυντική ἐστι καὶ δριμεῖα καὶ δύσπεπτος , ἔτι δὲ πνευματωτική
, οὐρητικὴ δὲ καὶ δύσπεπτος , ταριχευθεῖσα δὲ εὐκοίλιος καὶ λεπτυντική , ἡ δὲ μείζων συνοδοντὶς καλεῖται . ἡ δὲ
6186004 κενταυρειου
βεττονίκης ⋖ κδʹ , πηγάνου ἀγρίου σπέρματος ⋖ ιϚʹ , κενταυρείου λεπτοῦ ⋖ ιϚʹ , κασίας ⋖ κδʹ , ἐλλεβόρου
, σκίρρους ἥπατος καὶ σπληνός . Χαμαίδρυος # θ , κενταυρείου λευκοῦ ἐγκάρπου # η , ἀριστολοχίας μακρᾶς ὀρεινῆς #
6181205 γοητεια
ἀλλοτρίοις κακοῖς : ἀσμενισμὸς δέ , ἡδονὴ ἐπὶ ἀπροσδοκήτοις : γοητεία δέ , ἡδονὴ δι ' ὄψεως κατ ' ἀπάτην
. . . γόης : Ἀττικώτερον τοῦ μάγος . καὶ γοητεία . γάργαλος : ὁ ἐρεθισμός . καὶ γαργαλισμός .
6180164 τελειουμενη
τελουμένη ἐπὶ τῷ γένει τοῦ Οἰδίποδος ἀρά . τελεία ] τελειουμένη . τελεία ] εἰς τέλος ἐλθοῦσα . θΞ γένεος
τὰ ἐγκύκλια προπαιδεύματα θεωρημάτων , καὶ ἡ δι ' ἀσκήσεως τελειουμένη , περὶ ἣν Ἰακὼβ ἐσπουδακέναι φαίνεται : διὰ πλειόνων
6176470 τρωσει
τὰ πλεῖστά ἐστιν , εἰ μή τις ἐν αὐτῇ τῇ τρώσει λειποθυμήσας βλαβείη : καὶ ἰητρείη φαύλη ἀρκέσει τῶν τοιούτων
, πεφονευμένος : ἀπὸ δαΐζω τοῦ κατακόπτω . αἰχμῇ : τρώσει : παραδοξόλογος . Πηλοῖσι : βορβόροις . ἐφέστιος :
6175972 κνηϲμωδηϲ
λίθον ξὺν τῇ κύϲτει ἐξαιρεύμενοι . ξυμπαθεῖ δὲ καὶ ἕδρη κνηϲμώδηϲ γιγνομένη : προπετὴϲ δὲ καὶ ἀρχὸϲ βίῃ καὶ ἐντάϲεϲι
πρὸϲ δὲ τούτοιϲ καὶ περὶ ὅλον τὸ ϲῶμα ϲυναίϲθηϲιϲ γίνεται κνηϲμώδηϲ . ἰδίωϲ δὲ τοῖϲ μὲν ὑπὸ θαλαϲϲίαϲ ϲκολοπένδραϲ δηχθεῖϲιν
6175466 εὐκολια
ἂν μὲν οὖν σαφὲς καὶ ῥᾴδιον ἐπιδεικνύειν ἔχωμεν , καὶ εὐκολία προσῇ , οἷον ἐπιμνησθέντες διὰ ταχέων ἐπιδραμούμεθα καὶ πρὸς
δὲ ἡ ἀδυναμία ἤγουν δυσκολία καὶ ἡ δύναμις ἤγουν ἡ εὐκολία , ἤτοι ἐπιτηδειότητος προκοπή , ὑπὸ τὴν ποιότητα ἀνάγονται
6171823 εὐφυϊα
, οὕτω κἀνταῦθα ἡ φυσικὴ ἀρετὴ προϋπάρχει τῆς κυρίας , εὐφυΐα τις οὖσα καὶ αὐτὴ πρὸς ὑποδοχὴν τῆς κυρίως ἀρετῆς
εὐφυὴς εὐθιξίας , ἐπιμονῆς , μνήμης , ἐν οἷς ἡ εὐφυΐα : ὁ δὲ εὐμαθὴς ἀκροάσεως , ἡσυχίας , προσοχῆς
6165804 μυρρινου
ὧν οἱ καρποὶ ξηροί τε καὶ πυρηνώδεις ὥσπερ ῥόας καὶ μυρρίνου , καὶ ὅσα φύσει μανά τε καὶ ξηρὰ καὶ
κλέπτην , μολγοὺς γὰρ ἔλεγον τοὺς ἀμέλγοντας . μέχρι τοῦ μυρρίνου : μέχρι τῆς κεφαλῆς : ἐπειδὴ οἱ ἄρχοντες μυρρίνῃ
6161681 ἐπαοιδῃ
ἀρχαῖοι ταῖς ἐπῳδαῖς ἴασιν καὶ θεραπείαν εὑρίσκειν . Ὅμηρος : ἐπαοιδῇ δ ' αἷμα κελαινὸν ἔσχεθον . πρὸς τί δὲ
διὰ μόνην πολλάκις τροφήν . τ : . . . ἐπαοιδῇ δ ' αἷμα κελαινὸν ἔσχετον . . . .
6161206 παραλαμβανομενος
: ἐπιχείρημα δέ ἐστι λόγος πρὸς πίστιν τοῦ ὑποκειμένου ζητήματος παραλαμβανόμενος . ἠθικὴ δὲ πίστις ἐστὶ λόγος ἀπὸ τῆς τοῦ
εἴπερ οὖν παρέλκεται ὁ οὖν σύνδεσμος μετὰ τῆς οὔ ἀποφάσεως παραλαμβανόμενος , οὐ δεόντως τὸν τόνον μετατίθησι . ταύτῃ γοῦν
6161143 εὐτελεια
σχῆμα τοῦ λόγου . τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα
. Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία : αὐτάρκεια .
6159395 ἀντιλαμβανομεναι
καὶ ὀκλάζοντες : ἐν Βαστητανίᾳ δὲ καὶ γυναῖκες ἀναμὶξ ἀνδράσιν ἀντιλαμβανόμεναι τῶν χειρῶν . μελανείμονες ἅπαντες τὸ πλέον ἐν σάγοις
πάθος ἀγνοοῦσι , τουτέστιν αἱ ψυχαὶ αἱ τούτου τοῦ κάλλους ἀντιλαμβανόμεναι ἀγνοοῦσι τί πάσχουσι . θʹ Δικαιοσύνης μὲν οὖν Ὃ
6147818 ἀδυνασια
μαλακία , ἀμβλύτης , βραδυτής , μελλησμός , ἀδυναμία , ἀδυνασία , ἀσθένεια , ἀργία , ἀρρωστία , ὄκνος ,
Ἀ . . . , ἀδυναμία ἐρεῖς ὡς Δημοσθένης καὶ ἀδυνασία ὡς Ἀ . καὶ Θουκυδίδης [ , . ,
6146262 δακνουσα
καὶ δάκνοντα . περὶ δὲ τῆς παροιμίας ἔπαιξε “ σαίνεις δάκνουσα καὶ κύων λαίθαργος εἶ . ” πολύιδριν : ὅτι
καὶ κολακεύων . ἔπαιξε δὲ παρὰ τὴν παροιμίαν “ σαίνεις δάκνουσα καὶ κύων λαίθαργος εἶ ” . ἐπὶ τῶν ὑποκρινομένων
6142515 μετεχοντος
κακοήθους , αἱ δὲ πρὸς τούτῳ νευρώδεις καὶ ἀκολασίας πολλῆς μετέχοντος . ὅσαι δὲ τῶν κνημῶν κατὰ τὸ μέσον πλήρεις
οἷον παρακαλοῦντος καὶ ἐν χρείᾳ καθεστηκότος καὶ εὐλαβείας ἢ αἰδοῦς μετέχοντος . αἱ δὲ πίστεις τοῦ πνεύματος τὸν ῥυθμὸν ὑπαλλαττέτωσαν
6141146 ἀττικισμος
ἐπιμέλεια , ἀκρίβεια , σκέψις , περίσκεψις , ἑλληνισμός , ἀττικισμός , πολυγνωμοσύνη , πολύνοια , πολυλογία , εὐγλωττία ,
Φερέκλου κατεσκευάσθησαν αἱ νῆες τῷ Ἀλεξάνδρῳ . * ὁλκαίης : ἀττικισμός τριήρεος , νεώς , πλοίου μακροῦ ἀκάτῳ ἴσος :
6140675 εὐψυχια
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται
6138727 προηγησεται
δὲ τέλειον τοῦ ἀτελοῦς τῇ φύσει πρότερον , δῆλον ὅτι προηγήσεται κατὰ φύσιν τὸ ἐνεργείᾳ τοῦ δυνάμει : μὴ γὰρ
καὶ τὰ [ δύο ] ὄντα δύο ὄντα ἐστί , προηγήσεται τοῦ τε ὄντος τὸ ἓν καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν
6138436 τερθρεια
. . : ἐκλύει γὰρ τὴν δεινότητα ἡ περὶ αὐτὰ τερθρεία καὶ φροντίς . δῆλον δ ' ἡμῖν τοῦτο ποιεῖ
τὸ λυπεύειν , τὸ μηχανᾶσθαι . τερὸς , ἔντροχος . τερθρεία , γοητεία : παρὰ τὸ τέρας τεράτος : τερατεύω
6134472 ἀμφισβητησιμος
τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν ῥημάτων , καὶ ἡ σωφροσύνη ἀμφισβητήσιμος , πρὸς ὃν οὐδὲν σεμνὸν ὁ Ἱππόλυτος , ἢ
τῷ ἀδιορίστῳ πληρώματι τῶν ὄντων . Ὁ δέ γε Πλάτων ἀμφισβητήσιμος ὅπη χρῆται τοῖς ὀνόμασιν : ἐν μὲν γὰρ τῷ
6129804 ἀπλαστος
μὲν ἀνυπόκριτος πρὸς τοὺς προήκοντας , πρὸς δὲ τοὺς ὁμήλικας ἄπλαστος ὁμοιότης καὶ φιλοφροσύνη , συνεπίτασις δὲ καὶ παρόρμησις πρὸς
. . ἄπλαστος καὶ ἅμα αὐτοῖς ἐπιθέουσα σεμνότης ἡδεῖα καὶ ἄπλαστος αἰδὼς ἐπέστρεφεν ἱκανῶς τὸν φιλόσοφον καὶ ἤδη γνώριμον ἐποίει
6127382 κοσμουμενη
αὐτήν : οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη . Ἔστι δὲ ἀξία ἡ χώρα καὶ ὑπὸ πάντων
ἀίδιον ὑπάρχειν , ὅπερ εἶδός ποτε ἐκείνη ἡ ὕλη γίνεται κοσμουμένη ἐξ αὐτοῦ . εἰ γὰρ μήτε τὸ εἶδός ἐστι
6127354 ἀγνωσια
, καὶ αὕτη καταδίκη ψυχῆς κακῆς . κακία δὲ ψυχῆς ἀγνωσία . ψυχὴ γάρ , μηδὲν ἐπιγνοῦσα τῶν ὄντων μηδὲ
γενόμενα τάχα τῶν κακῶν αὐτοῖς ἔσται σύμβολα . ἄνοια ] ἀγνωσία . ἄνοια ] εὕρηται καὶ ἐν ἀνοίᾳ τινί .
6124367 τετευχε
καθὼς ὑπὸ τῶν εἰδότων προσαναφέρεται : προνοίας γὰρ βασιλικῆς οὐ τέτευχε . Δέον δέ ἐστι καὶ ταῦθ ' ὑπάρχειν παρά
. χρὴ δὲ καὶ αὐτὸν τὸν Ἥλιον προσβλέπειν , ὅπως τέτευχε καὶ ὑπὸ τίνων μαρτυρεῖται . Ἐπὶ δὲ τῶν νυκτὸς

Back