τεσσάρων πραγμάτων τέσσαρα ἔστω ταῦτα : ὁ μὲν πρῶτος θεὸς αὐτοάγαθον : ὁ δὲ τούτου μιμητὴς δημιουργὸς ἀγαθός : ἡ | ||
, ἀγαθοῦ ἰδέα ἂν εἴη ὁ πρῶτος νοῦς , ὢν αὐτοάγαθον . Νουμήνιος μὲν γὰρ τρεῖς ἀνυμνήσας θεοὺς πατέρα μὲν |
δὲ ἐν ἀμφοτέροις : ὁ γὰρ ἕτερος αὐτῶν τοῦ ἑτέρου ὑφεστῶτος οὐχ ὑφέστηκεν , ἐκ δὲ τοῦ ὑπάρχοντος καὶ μὴ | ||
ὑφέστηκεν , ἐπεὶ μηδὲ οἱ ἰδίως ποιοὶ κινοῦνται τοῦ πράγματος ὑφεστῶτος , ἁπλῶς δὲ οὐκ ἀκίνητα , ἐὰν ὦσιν ἐν |
γάρ που ὅτι συνέβη προσῆκον τούτοις ἀνδρεία , μεγαλοπρέπεια , εὐμάθεια , μνήμη : καὶ σοῦ ἐπιλαβομένου ὅτι πᾶς μὲν | ||
δ ' ἐκ τῶν ἔμπροσθεν . ὡμολόγηται γὰρ δὴ ἡμῖν εὐμάθεια καὶ μνήμη καὶ ἀνδρεία καὶ μεγαλοπρέπεια ταύτης εἶναι τῆς |
, ὅπερ ἀπὸ τοῦ εἴκω . ἢ παρὰ τὸ αἰκίζω ἀεικίζω [ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ε ] : εὐλὰς † | ||
ἀεικής , ὃ σημαίνει τὸν σκληρόν : ἀπὸ τούτου γίνεται ἀεικίζω , καὶ ἀποβολῇ τοῦ ε αἰκίζω , . , |
ὅτι ὁ ἄνθρωπος γελαστικὸν μὲν λέγεται ἢ καὶ γελαστικός , γελαστικοῦ δὲ ὁ ἄνθρωπος οὐ λέγεται οὐδὲ οἶδεν ἡ παλαιὰ | ||
ἐπὶ πλέον οἷον τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ ἰδίου οἷον τοῦ γελαστικοῦ , τοῦ μὲν εἴδους , ὅτι πολλοῖς εἴδεσιν ὑπάρχει |
: ἐνταῦθα δὲ ὁ λόγος τὸ δεύτερον ἀπαιτεῖ . . Θεμιστεῖον ] τοῦτο ἡ μὲν ἀναλογία προπαροξύνει , ἡ συνήθεια | ||
ἡ . . . . ἀφικνοῦμαι , τὸ ἔρχομαι . Θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει ] * Θεμιστεῖον σκᾶπτον : συνεκδοχικῶς τοῦτο |
ὧν εἶχεν ἀποστερῆσαι ; καὶ μὴν εἰ καὶ σφόδρα σε λελύπηκεν , ἥν τε δέδωκεν ἱκανὴ δίκη καὶ τὸ δίκην | ||
δοκῶ σοι διηγεῖσθαι ; Τοῦτό σε , ὦ Λυσία , λελύπηκεν ; ἡ Πυθιὰς αὕτη μοι συνεκάθευδε . Μὴ λέγε |
τοῦ κέντρου τοῦ κύκλου , ἀφ ' οὗ τὸ εἰκοσάεδρον ἀναγράφεται , καὶ τὴν τοῦ δεκαγώνου τοῦ εἰς τὸν αὐτὸν | ||
μηδ ' εἴ τι θεουδέος Εὐδόξοιο καμπύλον ἐν γραμμαῖς εἶδος ἀναγράφεται . . . . , . τῶν δὲ φιλοπόνως |
εἰ γὰρ ἄνθρωπος , φησίν , ἑκάτερός ἐστιν ὅ τε αὐτοάνθρωπος καὶ ὁ ἄνθρωπος , τὸν αὐτὸν λόγον ᾗ ἄνθρωπος | ||
τῆς ἰδέας τοῦ αὐτοζῴου καὶ ἐκ τοῦ δίποδος γίνεται ὁ αὐτοάνθρωπος . ἀνάγκη οὖν κατηγορεῖσθαι τὸ ζῷον καὶ τὸ δίπουν |
λύσις τοῦ ληʹ θεωρήματος . Τοῦ θεωρήματος κατὰ τὸν στοιχειωτὴν ἀποδεικνυμένου ἔνστασις παρακολουθεῖ . οὐ γὰρ ἔχομεν ἀποδεδειγμένον , ὅτι | ||
πόρισμα δὲ κα - λοῦσιν οἱ γεωμέτραι ὅταν ἄλλου τινὸς ἀποδεικνυμένου ἕτερόν τι συναποδειχθῇ οὐ προηγουμένως περὶ αὐτοῦ ὄντος τοῦ |
ὧν ἐστι καὶ Πανδοσία , Θεόπομπος ἐν γʹ ἱστόρηκεν . Πανδιονίς : Δημοσθένης κατὰ Μειδίου . μία τῶν δέκα φυλῶν | ||
πανδαίσιον : πολυτελὴς τράπεζα . πανδαμάτωρ : πάντας ὑποτάσσων . Πανδιονίς : ἡ χελιδών . πανδερκής : ὁ τὰ πάντα |
πρᾶγμα γενόμενον καὶ θαυμαστὰ ἂν ἐργασάμενον , εἴ τις ἄρα ἠπιστήθη καλῶς αὐτῷ χρῆσθαι κατά τινα τρόπον , τὸ δὲ | ||
δηλῶσαι ὅλῳ τῷ ὀνόματι οὗ ἐβούλετο ὁ νομοθέτης : οὕτως ἠπιστήθη καλῶς θέσθαι τοῖς γράμμασι τὰ ὀνόματα . Ἀληθῆ μοι |
λαβὼν Ἰδομενεὺς ἔθρεψε καθ ' ἑαυτοῦ . διὰ τοῦτο καὶ θρεπτὸν δράκοντα καλεῖ . ψυδραῖσί τ ' ἔχθραν ψευδέσι μηχαναῖς | ||
οἰκότριψ μὲν γὰρ ὁ ἐν τῇ οἰκίᾳ διατρεφόμενος ὃν ἡμεῖς θρεπτὸν καλοῦμεν , οἰκέτης δὲ καὶ δοῦλος ὁ ὠνητός . |
τῶν Πλάτωνος εἰσαγωγὴν ποιούμενος . ἐν οἷς ἡ πρᾶξις . Ὄγδοον κεφάλαιον τῶν προτεθέντων τὸ ζητῆσαι τί τὸ εἶδος τῆς | ||
οὐκ ἔστιν ἄδοξον καθ ' ὑπερβολὴν , ὥσπερ ἐνταῦθα . Ὄγδοον κατὰ τὸ ἀπερίστατον : οἷον ἀποκηρύττει τις τὸν ἑαυτοῦ |
' ὑπ ' αὐχένων τίθησι . χἠ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ ἐν ἡνίαισί τ ' εἶχεν εὔαρκτον στόμα , | ||
χἡ μὲν ] καὶ ἡ μὲν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς |
τοῦ θείου χοροῦ ἐπάξιον . ἐπεὶ πῶς ποτε αὐτὸς ὁ Μανιχαῖος περὶ τούτων ἐγένετο ἱκανὸς διαλαβεῖν καὶ τῷ ποτε αὐτὰ | ||
εἰ μὲν γὰρ οὐδεὶς σοφός , τί δήποτε αὐτὸς ὁ Μανιχαῖος ἐῶ γὰρ τοὺς ἄλλουςοὐ μόνον σπουδαῖος εἶναι λέγει , |
Παρὰ τῆς δόξης καὶ μνήμης τῆς περὶ τοῦ γεννήσαντος τὸ αἰδῆμον καὶ ἀρρενικόν . Παρὰ τῆς μητρὸς τὸ θεοσεβὲς καὶ | ||
κακῶς ἔχειν οἰόμεθα : ἂν δέ τινος τὸ ἐντρεπτικὸν καὶ αἰδῆμον ἀπονεκρωθῇ , τοῦτο ἔτι καὶ δύναμιν καλοῦμεν . Καταλαμβάνεις |
κἀπιχωρίοις ὄρνισι δεῖπνον οὐκ ἀναίνομαι πέλειν : τὸ γὰρ θανεῖν ἐλευθεροῦται φιλαιάκτων κακῶν . ἐλθέτω μόρος , πρὸ κοίτας γαμηλίου | ||
. δαΐκτορος ] τοῦ γάμου δαϊκτῆρος τῆς καρδίας μου . ἐλευθεροῦται ] ἀντὶ ἐλευθεροῖ . τυχών : ἐμοῦ δηλονότι . |
εἰ κατὰ μετοχήν τε καὶ μετουσίαν τῆς ἰδέας καὶ τοῦ αὐτοανθρώπου ὁ ἄνθρωπός ἐστι , δεῖ τινα εἶναι ἄνθρωπον , | ||
πρὸς τὸν τὰς ἰδέας λέγοντα , καὶ οἷον ὁ τοῦ αὐτοανθρώπου καὶ ἀνθρώπου λόγος , ᾗ ἄνθρωπος , οὐδὲν ταύτῃ |
, ἔχουσι δέ τι καὶ στυπτικὸν ἐκ ψυχρᾶς γεώδους . Κάπνιος δριμεῖα καὶ πικρὰ καὶ στύφει . Καππάρεως ῥίζης ὁ | ||
ὡς , εἰ πλείων βρωθείη , ξηραίνει τὴν γονήν . Κάπνιος δριμείας ἅμα καὶ πικρᾶς μετέχει ποιότητος : οὐκ ἀπήλλακται |
. θοῦρος : ὁρμητικὸς , πολεμιστής : καὶ θοῦρον τὸν πηδητικὸν καὶ ταχὺν , οἱονεὶ θοῶς δρούων : παρὰ τὸ | ||
δὲ πλεονάσειεν ὁ ἀήρ , τὸ τηνικαῦτα καὶ κοῦφον καὶ πηδητικὸν καὶ ἀνέδραστον γίνεται τὸ ζῷον καὶ ψυχῇ καὶ σώματι |
ἑξακισχίλια γενομένων φυγὴ δεκαετὴς καταψηφίζεται τοῦ κρινομένου . Ἐξωμοσία . ἔνορκος παραίτησις δι ' εὔλογον αἰτίαν . Ἐπαγωγαί . ἀγωγαὶ | ||
Προοίμιον ἱστορικόν αʹ : . Ἐπιστολαί αʹ : . Ἐκκλησία ἔνορκος αʹ : . Περὶ γήρως αʹ : . Δίκαια |
γάρ που τὴν ὑπὸ τῷ ὄρει στιφρὰν τὸ εἶδος καὶ ἐσταλμένην κυανῷ , Σκῦρος , ὦ παῖ , νῆσος , | ||
, ὅπερ εὔλογον ἦν ὑπολαβεῖν , εἰκάσαντος , τὴν μὲν ἐσταλμένην καὶ περί τι βραχὺ τοῦ σώματος λέπραν ἧττον ἀκάθαρτον |
ἐπὶ τῶν ἀπαιδεύτων , καὶ ὅτι τὸ ψέγειν τοῦ μιμεῖσθαι ῥᾳότερον . Ναῦς ἱκετεύει πέτραν : ἐπὶ τῶν σφόδρα ἀναισθήτων | ||
ἀνάλωτον . Μωμήσεταί τις μᾶλλον , ἢ μιμήσεται : ὅτι ῥᾳότερον τὸ ψέγειν . Νῷ πείθου : Ὁμοία τῇ , |
. διὸ καὶ πάσης [ τῆς σύνεγγυς ] [ ] ἐπῆρξεν ἕως Ἀσσοῦ , ὅτε δὴ ? [ πάνθ ' | ||
, οὐκ ἀνδρείαν , οὐ μεγαλοψυχίαν , οὐχ ὅσων ἐθνῶν ἐπῆρξεν , οὐδ ' ὅσας τιμὰς ἐκ βασιλέων ἐκαρπώσατο , |
τοῦ βίου διαναπαυόμενος τὰς ἱερὰς ἑβδομάδας . ἆρ ' οὐ παγκάλη παραίνεσις καὶ πρὸς πᾶσαν ἀρετὴν ἱκανωτάτη προτρέψασθαι καὶ διαφερόντως | ||
καὶ κύριος εἵλατό σε σήμερον γενέσθαι λαὸν αὐτῷ ” . παγκάλη γε τῆς αἱρέσεως ἡ ἀντίδοσις , σπεύδοντος ἀνθρώπου μὲν |
τὸν ἴακχον . . . Ὥσπερ γὰρ ἀγαθοῦ φανέντος τοῦ κομιζομένου τὴν χάριν , μεθέξειν ἡ πόλις τὸ μέρος τῆς | ||
τῆς μεγάλης πόλεως πάντα ἀγείρας τὸν ὅμιλον , ἔτι δὲ κομιζομένου διὰ τῆς θαλάττης ᾤμωζεν . ἥψατο δὲ ταῖν χεροῖν |
, ναρκᾷς ναρκᾷ , διψᾷς διψᾷ : εἰ δὲ οὐκ ἐκφωνεῖται τὸ ι , οὐδὲ γὰρ λέγομεν βοαῖς καὶ ναρκαῖς | ||
' ἐναντιότητα τῶν συμφώνων , ἃ σὺν τοῖς φωνήεσιν ἀεὶ ἐκφωνεῖται καὶ οὐδέποτε μόνα . ὁμιλητὰ καὶ νοούμενα . τοῖς |
γὰρ ὀρθότης τὸ ἄκλιτον καὶ ἡ ἰσότης τὴν μόνιμον δύναμιν ἀπομιμεῖται : κίνησις γὰρ ἀνισότητος ἔκγονος , στάσις δὲ ἰσότητος | ||
τῶν θεῶν , ἤγουν πλατὺν ἐγέλασε γέλωτα . Ἀνθρώπου ἦθος ἀπομιμεῖται δυναμένου τιμωρεῖσθαι τοὺς περιφρονοῦντας αὐτόν . Ὁ γὰρ ἐλπίζων |
εὐκταιοτάτην ἁρμοζόμενοι σύνοδον , εἰ δὲ χήρα , διότι τοῦ κουριδίου στερομένη πεῖραν ἑτέρου μελλήσει λαβεῖν , καὶ ταῦτ ' | ||
παρόντος πᾶσαν διεσπάραξαν . καὶ ἡ μὲν διὰ πόθον ἀνδρὸς κουριδίου ταύτῃ τέλος ἔσχεν . Κυάνιππος δέ , ὡς ἐπελθὼν |
ἔξω ψόγου προσήκει καταλιπεῖν , ὅτι καὶ δι ' ἀμφοτέρων ἐγκαταλείπεται κέρδος , ἐπαινουμένων μὲν ἀγαθῶν , κακιζομένων δὲ πονηρῶν | ||
προσέχειν οὖν δεῖ πόσον ἀπορρύπτεται τοῦ ῥύπου , καὶ πόσον ἐγκαταλείπεται , καὶ εἰ τοῦτο ἀνωδύνως πράσσεται : δῆλον γὰρ |
πρὸς ἡμᾶς ἐπίστασαι φιλίαν καὶ ὅτι πολλὰ παθὼν οὐδὲν ἀδικῶν ἐκπέπτωκε τῆς αὑτοῦ . τὸ δ ' ὑφ ' οἵων | ||
τέ ἐστι καὶ πικρὸν ἱκανῶς καὶ δριμὺ καὶ ξηρόν , ἐκπέπτωκε τῆς τῶν μαλαττόντων συμμετρίας . καλλίω δὲ καὶ τῶν |
] δύναμις [ ] καὶ [ τὸ ] δέον πᾶν ἐθεωρήθη [ ] , ἐφ ' ὅσον [ ] [ | ||
τοῦ μέλους ὁ κοιλότατος φθόγγος τοῦ τῇ φύσει κοιλοτάτου μείζων ἐθεωρήθη . εἰ δ ' ὁ βαρύτατος τῆς ᾠδῆς φθόγγος |
τὸν Πλάτωνα καὶ ἐπερωτῆσαι : τοῦ δ ' εἰπόντος : ἐννοεῖς , ὡς πάντηι τὸ βάρβαρον ἀμαθές [ ] , | ||
οὔ ; Ὅταν δὲ οἰκεῖόν τινι ἡμῶν κῆδος γένηται , ἐννοεῖς αὖ ὅτι ἐπὶ τῷ ἐναντίῳ καλλωπιζόμεθα , ἂν δυνώμεθα |
ὁ πικρότατος ἐν τῇ γεύσει , ἔνδοθεν λευκός , ἔξωθεν κροκίζων , λεῖος , λιπαρός , εὔθρυπτος , τάχιστα διιέμενος | ||
βοτρυοειδής , χρώματι τὸ μὲν πρῶτον χλοώδης , πεπανθεὶς δὲ κροκίζων , ἐπιδάκνων τὴν γεῦσιν : ῥίζα ποσῶς στρογγύλη , |
. τὸ δὲ ἑξῆς : ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος ἡ φιλοκέρδεια ἐφίησι καὶ ἐνδίδωσι λέγειν τὸ τοῦ Ἀριστοδήμου ῥῆμα ἐγγὺς | ||
τοιοῦτοι , θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , |
αὑτὸν Ἀθηναῖον ἢ ἐκ τούτων , ὧν καὶ ἡμεῖς Εὐφίλητον ἐπιδείκνυμεν . ἐγὼ μὲν γὰρ οὐκ οἶμαι ἄλλο τι ἂν | ||
ὅτ ' ἂν γὰρ τοῦ αἰτοῦντος τὴν δωρεὰν τὸ ἦθος ἐπιδείκνυμεν , καὶ ὅτ ' ἂν ἀποφήνωμεν πολλὰ καὶ ἄλλα |
καὶ τοῖσι τῆς φωνῆς πόνοισι χρεέσθω , καὶ τοῖσι θεοῖσιν εὐχέσθω , καὶ καταστήσεται αὐτῷ ἡ ταραχή . Ἥλιον δὲ | ||
δεσπόζοντι οἰκίας ἡ ταύτης κατὰ τὸ ἀναγκαῖον ἀνῆπται φροντίς . εὐχέσθω δὴ πᾶς θεῷ , ὅτῳ τὸ θεοφιλὲς ὤμβρησεν ἀγαθόν |
κάπροισι καὶ ὠκείῃς ἐλάφοισι . ” ταῦτα ἀναζωγραφῶν καὶ ἀναπλάττων ἐξεκαίετο σφόδρα . . . . ταῦτα λέγοντος Ἀρταξάτης ὑπολαβὼν | ||
ἐξεφέρετο , Μασσανάσσου τὴν φυλακὴν οὐκ ἀνιέντος , οὔτ ' ἐξεκαίετο ξύλων ἀπορίᾳ . ὁ οὖν φθόρος αὐτοῖς ἦν πολύς |
ζύμη : ζύθος , ὁ ἐκ κριθῆς οἶνος : ζύγλορον κιβωτός : ζυχεινεῖ τὸ μύει . Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς | ||
καὶ χρυσοῦ , ἡ κιβωτός . ΓΘ διενήνοχε κίστη καὶ κιβωτός . καὶ ὅτι ἡ μὲν εἰς ὑποδοχήν ἐστιν ἐδεσμάτων |
δὲ τέλειον τοῦ ἀτελοῦς τῇ φύσει πρότερον , δῆλον ὅτι προηγήσεται κατὰ φύσιν τὸ ἐνεργείᾳ τοῦ δυνάμει : μὴ γὰρ | ||
καὶ τὰ [ δύο ] ὄντα δύο ὄντα ἐστί , προηγήσεται τοῦ τε ὄντος τὸ ἓν καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν |
παρά τισι κενοῦ . διαφοραὶ δὲ αὐτοῦ αἵδε : μακρὰ δίχρονος ̅ μακρὰ τρίχρονος ⌙ μακρὰ τετράχρονος ␣ μακρὰ πεντάχρονος | ||
συνυπάρχουσιν ἀλλήλοις . διόπερ καὶ ἡ μακρὰ συλλαβὴ εἴπερ ἐστὶ δίχρονος , ὀφείλει , ὅτε μὲν αὐτῆς ἐνέστηκεν ὁ πρῶτος |
εὑρήσει τῶν ἐν σώματι μερῶν ὀφθαλμὸν ἅτε θεωρὸν ὄντα τοῦ σεμνοτάτου τῶν κατὰ τὸν κόσμον , οὐρανοῦ , χρήσιμον δὲ | ||
τοὐμοῦ ? [ τοῦ ἐνδοξοτάτου - ] τε [ καὶ σεμνοτάτου - ] . [ ἔφην δὲ ] πρὸς ? |
μένοντες ἕστασαν ὁππότε πύργος Ἀχαιῶν ἄλλος ἐπελθὼν Τρώων ὁρμήσειε καὶ ἄρξειαν πολέμοιο . τοὺς δὲ ἰδὼν νείκεσσεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων | ||
, καὶ ἔτι ἂν ἧσσον δεινοὶ ἡμῖν γενέσθαι , εἰ ἄρξειαν αὐτῶν Συρακόσιοι : ὅπερ οἱ Ἐγεσταῖοι μάλιστα ἡμᾶς ἐκφοβοῦσιν |
, οἷον εἰ Ζεύξιδος εἴη τι ἢ Πολυγνώτου τε καὶ Εὐφράνορος , οἳ τὸ εὔσκιον ἠσπάσαντο καὶ τὸ ἔμπνουν καὶ | ||
ἀνηγορεύθη Νίκων παγκρατιαστὴς Ἀνθηδόνιος ” . καὶ Λεωνίδης ζωγράφος , Εὐφράνορος μαθητής , Ἀνθηδόνιος . τῆς δευτέρας ὁ πολίτης Ἀνθηδονίτης |
καὶ σύντονος λυδιστί , ἣν Ἄνθιππος προσεξεῦρεν : μέλος δὲ Καστόριον μὲν τὸ Λακωνικὸν ἐν μάχαις , ὑπὸ τὸν ἐμβατήριον | ||
: καὶ , ξυνεσταλμένων , ἐχώρει πρὸς καρδίην πνίγμα . Καστόριον , σέσελι πάντα ἔπαυσε , καὶ τὸ ἀπὸ τῆς |
σημεῖον , ὅτε οὗ ἐκκαλυπτικόν ἐστι , τὸ σημειωτόν , προκαταλαμβάνεται αὐτοῦ ; ἄλλως τε καὶ μαχόμενόν τι προσδέξονται οἱ | ||
σημειωτοῦ ἢ συγκαταλαμβάνεται αὐτῷ ἢ ἐπικαταλαμβάνεται αὐτῷ : οὔτε δὲ προκαταλαμβάνεται οὔτε συγκαταλαμβάνεται οὔτε ἐπικαταλαμβάνεται , ὡς παραστήσομεν : οὐκ |
ἦλθέ πω σίδηρος , ἀλλ ' ἀκήρατον μέλισσα λειμῶν ' ἠρινὴ διέρχεται , Αἰδὼς δὲ ποταμίαισι κηπεύει δρόσοις , ὅσοις | ||
ὅσα τοῖς θερμοῖς ἀρδευόμενα βελτίω καθάπερ ἥ τε μηλέα ἡ ἠρινὴ καὶ ὁ μύρρινος : καὶ γὰρ οὕτως ἀπύρηνος ὥσπερ |
ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον εἴρηκεν . | ||
πολυτροπία , κακουργία , ῥᾳδιουργία , πονηρία , πανουργία , ψευδολογία , καπηλεία , πρᾶσις , μεταβολή , μισθαρνία μισθοφορία |
λήθη : οἷον ἐννοοῦμεν εἶναι τραγέλαφον ὃν ἡ φύσις οὐκ ἐδημιούργησεν , ἀλλ ' ἡ ἡμετέρα ἐπίνοια τὴν φύσιν τυραννήσασα | ||
. Εἰ μὲν οὖν μήτε ἐξ ὑποκειμένων ποιοτήτων τὰς ποιότητας ἐδημιούργησεν ὁ Θεὸς , μήτε ἐκ τῶν οὐσιῶν , τῷ |
τοῖς ὄρεσι ποτιμώτερα τῶν ἐν τοῖς πεδίοις : ἧττον γὰρ μέμικται τῷ γεώδει . Ποιεῖ δὲ τὸ γεῶδες καὶ τὰς | ||
ὀξύμελί τε καὶ τὸ διὰ τριῶν πεπέρεων , ᾧ μηδὲν μέμικται τῶν ἀήθων φαρμάκων , ἀλλὰ καὶ ἡ λεπτύνουσα δίαιτα |
τὸ πρὸς τὰς ἀντιδόσεις ἕτοιμον . ἕως μὲν γὰρ οὐ τετελείωται , ἡγεμόνι τῆς ὁδοῦ χρῆται λόγῳ θείῳ : χρησμὸς | ||
ἡμερινῆς . Τῇ πεντεκαιδεκάτῃ , ἀπὸ ἀνατολῆς ἡλίου μέχρι δύσεως τετελείωται : καλλίστη δὲ αὕτη , ἐπειδὴ δι ' ὅλης |
εἰς τὴν Οἰνοπίαν διακομίσας νῆσον συνεκοιμήθη , ἔνθα τὸν ἐνδοξότατον ἐγέννησας Αἰακὸν τῷ μεγαλοήχῳ Διῒ , συνετώτατον πάντων τῶν ἀνθρώπων | ||
ἂν εἴποιμι παράγγελμα ἢ νουθέτημα , ἀλλ ' ἣν αὐτὸς ἐγέννησας γνώμην , ταύτην ἀπόχρη σοι μόνην εἰδέναι τε καὶ |
ἀγαθὸν περιποιούμενον ἑαυτῷ μάλιστά φησι φιλεῖν ἑαυτόν . ὃς καὶ φίλαυτος δόξειεν ἂν εἶναι μᾶλ - λον εἰκότως : ἑαυτῷ | ||
δύσλυτος καχυπόνους δύσελπις ἀρίδακρυς ἐπιχαιρέκακος λελυττηκὼς παρακεκομμένος ἀδιατύπωτος κακομήχανος αἰσχροκερδὴς φίλαυτος ἐθελόδουλος ἐθέλεχθρος δημοκόπος κακοικονόμος σκληραύχην θηλυδρίας ἐξίτηλος ἐκκεχυμένος σκωπτικὸς |
οὐκ αὐτὰ καθ ' ἑαυτά ἐστιν ὀνόματα , ὡς τὸ βλίτυρι καὶ ὁ σκινδαψός , ἀλλά τινος νόμος καί τινος | ||
σημαντικαὶ τῶν πραγμάτων . τί γὰρ αὐτῷ συντελεῖ περὶ τοῦ βλίτυρι καὶ τοῦ σκινδαψὸς καὶ τῶν τοιούτων διαλαβεῖν ; περὶ |
. φησὶ δὲ περὶ αὐτῶν Ὅμηρος ὧδέ πως : ἢ λάθετ ' ἢ οὐκ ἐνόησεν , ἀάσατο δὲ μέγα θυμῷ | ||
οἴῃ δ ' οὐκ ἔρρεξε Διὸς κούρῃ μεγάλοιο . ἢ λάθετ ' ἢ οὐκ ἐνόησεν : ἀάσατο δὲ μέγα θυμῷ |
σιτία οὐκ ἀφανίζει : πρὸς δὲ καὶ ἄδιψόν ἐστι καὶ εὔσιτον . τρίψαντα δ ' ἐν χυλῷ κράμβης πλάσσειν τὰ | ||
, εὔζωνον , εὔρωστον , εὐδίαιτον εὔσημον , εὔπυρον , εὔσιτον , εὔοινον , εὔδουλον εὔβουλον εὐλόγιστον , εὐσύνετον , |
οὐ μᾶλλον , ” εἶπεν , “ ἢ ἐγὼ ταύτην κοσμῶ . ” Ἀπεδέχετο δ ' αὐτόν , φασί , | ||
ἘΣΤΑΛΑΤΑΙ , ὡς τὸ τετύφαται , ἀπὸ τοῦ στέλλω τὸ κοσμῶ , οὗ τὸ τρίτον πρόσωπον τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου ἔσταλται |
ἀπένθητος δόμοισιν : ἐπὶ τῶν καθ ' ὥραν τελευτησάντων . Γὺψ κόρακα ἐγγυᾶται : ἐπὶ τῶν ὁμονοούντων ἐπὶ κακίᾳ . | ||
ἔχω καὶ οὐ λούει : εἰ εἶχεν , ἔλουε . Γὺψ κόρακα ἐγγυᾶται . Γέροντά μοι εἶπας : κακόν μοι |
τιμωμένην νικηφόρον Ἀφροδίτην ἔπεμψεν εἰς Ῥώμην . Τούτου γυνὴ Φαβία μοιχευθεῖσα ὑπό τινος εὐπρεποῦς νεανίου , τοὔνομα Πετρωνίου Οὐαλεντίνου , | ||
ἀσέβειά ἐστι . τοῦτο δέ φησιν , ἐπεὶ ἡ Κλυταιμνήστρα μοιχευθεῖσα ἐφόνευσε τὸν Ἀγαμέμνονα : γράφεται ποικίλα : κακῶς διανοουμένων |
τότε ἐν σχέσει πρὸς ἕτερον λαμβάνεσθαι . ἡ δὲ γεωμετρία προτερεύει τῆς ἀστρονομίας , ἐπειδὴ ἡ μὲν γεωμετρία περὶ τὸ | ||
τῶν εἰδῶν τοῦ ἑτέρου προτερεύει , ὥσπερ ὁ ἄνθρωπος οὐ προτερεύει τοῦ ἵππου , οὐδὲ ὁ ἵππος τοῦ κυνός : |
καὶ ἱκανὸς ἀνθρώποις ὁμιλεῖν ἐστι : καὶ εἴη . Ἀνεγνώσθη Εὐναπίου Χρονικῆς ἱστορίας τῆς μετὰ Δέξιππον νέας ἐκδόσεως ἐν βιβλίοις | ||
σαφὴς δὲ μᾶλλον οὗτος καὶ συντομώτερος , ὥσπερ ἔφημεν , Εὐναπίου : καὶ ταῖς τροπαῖς , εἰ μὴ σπάνιον , |
σε ἀπορήσειν , πλὴν εἰ τὸν ἔρωτα τὸν εἰς ἡμᾶς αἰτιάσαιο , δι ' ὃν ἤδη τις ἔπος προέηκεν ὅπερ | ||
μεθ ' ὑγιείας ἐν μακρῷ τῷ βίῳ . τί ἂν αἰτιάσαιο , ὦ Λυκῖνε , τῆς εὐχῆς ; Οὐδέν , |
ποιήσασθαι , ἧς οὐδὲ τοῖς οὐδὲν γένει προσήκουσιν οὐδεὶς πώποτε ἐφθόνησεν . Οἶμαι δὲ κἂν τοῦτον , εἴ τις ἐρωτήσειεν | ||
ἔστιν ἀργὸν καὶ κακόν . Ζῆν αἰσχρόν , οἷς ζῆν ἐφθόνησεν ἡ τύχη . Ζήτει δὲ συνάγειν ἐκ δικαίων τὸν |
καὶ τὸ πλῆθοϲ τοῦ αἵματοϲ τοιϲίδε τεκμαρτέον : ἀμετρίη γὰρ ϲυγκοπῆϲ αἰτίη . ἐϲ μὲν ὦν ἡμέρην μίαν ἢ δευτέρην | ||
χόνδρῳ ἄλικοϲ ἑφθῷ οἶνον ἐπιχέων προϲφέρειν : μετρίαϲ δὲ τῆϲ ϲυγκοπῆϲ προϲδοκωμένηϲ μὴ διδόναι οἶνον , ἀλλὰ ῥοιῶν ἢ μήλων |
βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα κηδεστὴν ἐμόν . | ||
στενάζεις : Ἤτοι πρὶν ἢ μάθῃς καὶ τὰ λοιπά , δυσφορεῖς καὶ θαυμάζεις ταῦτα , καὶ περίφοβος εἶ . καρτέρησον |
εἶθ ' ὅτι τοιόνδε καὶ τοιόνδε τὸν τάφον κατασκευάσωμεν : ἐπιγράψωμεν τοῦτον εὐεργέτην , σωτήριον , ἀλεξίκακον : ἐπιγράψωμεν τῷ | ||
ἐπείπερ ἀλλόκοτά ἐστι . φέρε δὲ τὰ μονοειδῆ καὶ ἁπλᾶ ἐπιγράψωμεν ὡς οἷόν τε εἰκάσαντες ἀνθρώπους ἐπὶ δυοῖν κλήροιν , |
; τοῦτο γὰρ ἀρτίως ἐβιάσω δεικνύναι . καὶ τίς ἂν ἀγνοήσειε , πρὸς θεῶν , ὡς ἡ μὲν περιουσίαν τε | ||
ταῖς καθ ' ἕκαστα πράξεσι πάντα μὲν ἑξῆς οὐδεὶς ἂν ἀγνοήσειε , τουτέστιν οὐ συμβήσεταί ποτε ἀγνοῆσαι αὐτὸν καὶ τί |
καὶ ταῦτα περὶ τῆς εὐνομίας τε καὶ ἀνομίας , ὅσον διαφέρετον ἀλλήλοιν , καὶ ὅτι μὲν εὐνομία ἄριστον εἴη καὶ | ||
ἀληθείᾳ . Τί δὲ χρόνου δεῖ ; πολὺ γὰρ οἶμαι διαφέρετον . ἡδονὴ μὲν γὰρ ἁπάντων ἀλαζονίστατον , ὡς δὲ |
πουλύϲ , χρόνοϲ δὲ μακρὸϲ ξυντήξιοϲ , καὶ ἀβέβαιοϲ ἡ ἄλθεξιϲ . ἢ γὰρ οὐδ ' ἐξηλάθηϲαν ἐϲ τὸ ξύμπαν | ||
: καὶ γὰρ τὰ ϲημήϊα καὶ τὸ πῦον καὶ ἡ ἄλθεξιϲ τῶν ἑλκέων ἡ ωὐτή . ἢν δὲ ἐκκρίϲιεϲ ϲκληραὶ |
δ ' οὐκ ἔστιν ὅτι μὴ στασιαστικός : ὁ γὰρ στασιώδης καὶ στασιαστὴς ὑπόφαυλα , καὶ τὸ ταραχῶδες εὐτελές , | ||
γὰρ ἂν εἴη τῷ χρωμένῳ . Τί δέ ; ὅστις στασιώδης τέ ἐστι καὶ θέλων πολλοὺς τοῖς φίλοις ἐχθροὺς παρέχειν |
στρατιὰν ἄγων ἀπὸ Καρίας καὶ Μένανδρος ἐκ Λυδίας ἄλλους καὶ Μενίδας τοὺς ἱππέας ἄγων τοὺς αὐτῷ ξυνταχθέντας . καὶ πρεσβεῖαι | ||
Ἀλέξανδρος ἐμβάλλειν κελεύει ἐς αὐτοὺς τοὺς μισθοφόρους ἱππέας , ὧν Μενίδας ἡγεῖτο . ἀντεκδραμόντες δὲ ἐπ ' αὐτοὺς οἵ τε |
, χελιδόνιον τὸ μικρότερον ἀρχομένης , τὰ καυστικὰ πάντα . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα μετρίως , καὶ ἡ πόα καταπλασσομένη μετρίως | ||
δὲ τὴν διάθεσιν ἐκ τοῦ πρωτοπαθοῦντος εἰς ὅλην αὐτήν . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα δριμύ τι καὶ ὑποστῦφον ἔχει . Ἀλόη |
οὕτως ἔρως σοι πρὸς θεῶν τελεσφόρος γένοιτο παίδων καὐτὸς ὄλβιος θάνοις . εὕρημα δ ' οὐκ οἶσθ ' οἷον ηὕρηκας | ||
πέπονθε πρὸς τὸν Πέρσην διαιρούμενος . τὸ δὲ γηραιὸς δὲ θάνοις παρέγγραπτον ὡς ἀδιανόητον . μουνογενὴς ⌊ ⌋ δὲ πάις |
ἀχώριστος δὲ τοῦ πνεύματος , τῆς φύσεως καὶ τοῦ παχέος ἀχωρίστου οὔσης . Ἐπεὶ δὲ φθάνομεν εἰρηκότες τὴν αἴσθησιν δέχεσθαι | ||
. ὅτι γὰρ οὐχ ἡ σύνταξίς ἐστιν τοῦ μέλλοντος τοῦ ἀχωρίστου , σαφὲς ἐκ τῆς προκειμένης συντάξεως : ἧς εἰ |
ὄνομα μαρμαρυγή . καὶ ὡς ἀπὸ τοῦ ἁρπάζω ἁρπαγή , ὀλολύζω ὀλολυγή , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ μαρμαρύζω μαρμαρυγή . | ||
ψιλοῦ γράφονται , οἷον κλύζω , τρύζω , γογγύζω , ὀλολύζω πλὴν τοῦ ἀθροίζω . Τὰ διὰ τοῦ υχω δισύλλαβα |
τῇ σωματικῇ φύσει , διά τε τοῦτο τῷ ἑλομένῳ εἱμαρμένη δυναστεύει . ἐπεὶ τοίνυν ἡ ἐν ἡμῖν νοηματικὴ οὐσία αὐτεξούσιός | ||
φησί , τοῦ χρόνου καὶ λήθης ἐγγιγνομένης ἐν αὐτῷ μᾶλλον δυναστεύει τὸ τῆς παλαιᾶς ἀναρμοστίας πάθος καὶ κινδυνεύει διαλυθεὶς εἰς |
ἐπαισθάνεται ἢ ὅτι ζῇ , καὶ ἔστιν ὡσαύτως καὶ ὁ συννοῶν ὅτι νοεῖ , τοῦτο νοεῖ , ὅτι ἐπειδὴ νοεῖ | ||
αὐτό φησιν ὑποστῆναι καὶ ἀνεκφοίτητον εἶναι τοῦ ἑνός ; ἢ συννοῶν καὶ αὐτὸς ὃ λέγομεν ἡνωμένον τε καὶ ἓν ὄν |
, ἔμοιγε δοκεῖ . Πλήν γ ' ἴσως , ὦ Πολέμαρχε , πρὸς τὸ χρῆσθαι ἀργυρίῳ , ὅταν δέῃ ἀργυρίου | ||
ἀνήρτοῦτο μέντοι ὅτι ποτὲ λέγει , σὺ μέν , ὦ Πολέμαρχε , ἴσως γιγνώσκεις , ἐγὼ δὲ ἀγνοῶ : δῆλον |
τοῦτο δέ , φησίν , παρατετήρηται ἐπὶ πολλῶν γιγνόμενον . ἀποδέδωκεν δὲ καὶ τὴν αἰτίαν τοῦ γιγνομένου ἐν τοῖς φυσικοῖς | ||
, ἔμελλε φήσειν ἀποδεδωκέναι , καὶ τούτοις τεκμηρίοις καταχρήσεσθαι ὡς ἀποδέδωκεν , τῷ καιρῷ , τῇ χρείᾳ , ὡς οὐκ |
τινων Ἀρκάδων ὀλίγων . τοὔνομα μὲν λέγεται ἀπὸ Πάρου τοῦ Παρρασίου ἀνδρὸς Ἀρκάδος ἔχειν , ὡς Καλλίμαχος . Νικάνωρ δὲ | ||
τοῖς ἐν ὑστέρῳ ἐσομένοις . μονιμωτέρα γοῦν τῶν Ἀπελλοῦ καὶ Παρρασίου καὶ Πολυγνώτου γένοιτ ' ἄν , καὶ αὐτῇ ἐκεινῇ |
ἀνάστασις γίνεται κατὰ πρῶτον λόγον , ἀλλὰ διὰ τὴν τοῦ δημιουργήσαντος γνώμην καὶ τὴν τῶν δημιουργηθέντων φύσιν . Ἀρκούσης δὲ | ||
γνώσεως ζώπυρον , ὃ ἐκ τῆς οἰκείας φύσεως καὶ τοῦ δημιουργήσαντος ὑπάρχον αὐτῇ συγκέχυται τοῖς ἐκ τῆς γενέσεως πάθεσι , |
. δῶκε δὲ μήτηρ χρύσεον ἀμφιφορῆα : Διωνύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεναι , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἐν | ||
καὶ Ἀχιλέως καὶ Ἀντιλόχου κεῖνται ὀστᾶ . Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ |
ὁπόση ψυχῆς τε καὶ σώματος , ὅθεν ἀγαπῆσαί τε καὶ ἀγαπηθῆναι . τό τοι διομνύναι τὸν Ἡρακλέα οὔπω ξύνηθες τοῖς | ||
εὐπρεπῆ γὰρ ὄντα τὸν τούτου πατέρα μεγάλως ὑπὸ τῆς βασιλίσσης ἀγαπηθῆναι καὶ τοῦ βασιλέως διὰ τῆς γυναικὸς δολοφονηθέντος εἰς τοῦτον |
ἀλλὰ τῇ μὲν ἠθικῇ ἑνὸς ἑκάστου ἡ διὰ τῶν ἀρετῶν εὐστάθειά τε καὶ εὐταξία σκοπός , τῇ δὲ πολιτικῇ ἡ | ||
ἀληθείᾳ διεξάγειν . Ἐκ τούτων γὰρ κρατίστη χαρὰ καὶ ψυχῆς εὐστάθειά σοι γίνεται , μέγιστε βασιλεῦ , καὶ ἐλπίδες ἐπὶ |
ἡμῖν χρήσατε ] ? . πόθεν ; καὶ παραπέτασμα βαρβαρικὸν ὑφαντόν [ ] ποδῶν τὸ μῆκος ἑκατόν . εἴθε μοι | ||
οἷον ἐνδυτὸν καὶ ὑφαντόν : σημαίνει γὰρ τοῦτο τὸ ἤδη ὑφαντόν , οὐ τὸ μέλλον καὶ δυνάμει . καὶ ταῦτα |
κατηφεῖν ἀναγκάζει . κλιβάνῳ δὲ νῦν ἐξωμοίωσε τὴν ψυχὴν τοῦ φιλομαθοῦς καὶ ἐλπίδα τελειώσεως ἔχοντος , ἐπειδὴ τροφῆς πεττομένης συγκραταιοῦν | ||
ὑγίειαν προσφόρων ἐπιτηδεύειν ἀξιῶν . ἐζήτει ποτὲ προαχθεὶς ὑπὸ τοῦ φιλομαθοῦς καὶ τὰς αἰτίας , αἷς τἀναγκαιότατα τῶν ἐν τῷ |
ὁμο σύνθετα . ὁμόσπονδος ὁμόσιτος , ὁμοήθης , ὁμότροπος , ὁμόδουλος , ὁμόνους , ὁμόφωνος , ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος , | ||
ἰδίαν βαδίζειν , εἰς οἶκον δὲ ἐφ ' ἕτερον . ὁμόδουλος συνδούλου διαφέρει . ὁμόδουλοι γάρ εἰσιν οἱ μετέχοντες ὁμοίας |
δὲ ἀμφισβητεῖται , καὶ ὅτι μὴ αὐτῷ ἀεὶ καὶ ὅτι χωριστός : χωριστὸς δὲ τῷ μὴ προσνεύειν αὐτόν , ἀλλ | ||
τὸ μὲν γὰρ αἰσθητικὸν οὐκ ἄνευ σώματος , ὁ δὲ χωριστός . ταῦτα γὰρ ἄντικρυς περὶ τοῦ δυνάμει νοῦ διορίζεται |
μιασμοῖς τῆς γῆς συνεχόμενος μᾶλλον οἰκοδομεῖ , αὐτὸς δὲ οὐ μιαίνεται . Ὑπονοῶ δὲ καὶ πράξεις ἐν ὑμῖν οὐ καλὰς | ||
τοιούτων πορθήσεως ὑπαινίττεται . χραίνεται ] μολύνεται . χραίνεται ] μιαίνεται . χραίνεται ] μελαίνεται . θ πόλισμ ' ἅπαν |
: ἐξ ἀριστεροῦ δὲ μέρους ἐπιούσης , θαῤῥῶν ἐπέρχου . ἀναιρεῖς γὰρ αὐτὴν πάντως . Εἴ τις κατέχει τῇ χειρὶ | ||
αιρεῖ καὶ οὐ συναναιρεῖται : λέγων γὰρ οὐκ ἔστι ζῷον ἀναιρεῖς καὶ τὸν ἄνθρωπον , λέγων δὲ οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος |
τίμιον , ἧς μετανισταμένης καὶ μετοικιζομένης τὰ ἀπολειφθησόμενα πάντα μιαίνεται στερόμενα θείας εἰκόνος , ἐπειδὴ θεοειδὴς ὁ ἀνθρώπινος νοῦς πρὸς | ||
ποτιζόμενα αὔξεται καὶ βλαστάνει καὶ πρὸς καρπῶν γενέσεις εὐτοκεῖ , στερόμενα δὲ ἐπιρροῆς ἀφαυαίνεται , οὕτως ἡ ψυχή , καθάπερ |
ἀνέμῳ διαλέγει ἄλλη συνωρίς ἁμαξιαῖα χρήματα ἀμήρυτοι λόγοι ἀνασπᾶν γνωμίδιον ἀνδρόγυνον ἄθυρμα ἀνέμους γεωργεῖν ἄνθρωπος φιλοπραγματίας ἀνωφρυασμένος ἄνθρωπος ἄπλυτον πώγωνα | ||
. εἰ δὲ ὀξὺ καὶ μαλακὸν καὶ εὐκαμπὲς φθέγγοιτο , ἀνδρόγυνον ἐπισημαίνει εἶναι τὸν τοιοῦτον . ὅσοι δὲ κοῖλον καὶ |
καὶ πλησίον Ὑπερμήστρας μνῆμα Ἀμφιαράου μητρός , τὸ δὲ ἕτερον Ὑπερμήστρας τῆς Λαναοῦ : σὺν δὲ αὐτῇ καὶ Λυγκεὺς τέθαπται | ||
οἰκιστοῦ λαβεῖν τὴν πόλιν , τὸν δὲ Λυγκέως τε καὶ Ὑπερμήστρας τῆς Δαναοῦ παῖδα εἶναι . Ἀπόλλωνος δὲ ἱερὰς νενομίκασιν |
κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων : ἁγίασόν μοι πᾶν πρωτότοκον , πρωτογενές , διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἐν υἱοῖς Ἰσραὴλ ἀπὸ ἀνθρώπου | ||
χαλκοτυπική , κεραμική , φλοιστική , φελλοί , βίβλοι , πρωτογενές , ἀσύνθετον . γλυπτικὴ σφραγίδων , δρυοτομική . * |
καὶ ἔντροπον , χρυσᾶ καὶ ἐπίχρυσα πάντα . τὸ δὲ ξάνιον ἦν μὲν καὶ αὐτὸ χρυσοῦν , κεφαλῇ κόσμος : | ||
τῶν ἀμπέλων ἐπίτραγοι . τῶν δὲ μαγειρικῶν καὶ ἐλεόν , ξάνιον , ἐπίξηνον , τράπεζα μαγειρική , ἣν οἱ νεώτεροι |
? ? ? ? : τί ? ? δὲ τοῦτοὦ Μηνόδωρεκαὶ τίς ἡ περὶ ? τοῦτο ? ? ? μηχανή | ||
? ? χρεών ? ? ? ; Πρεπόντωςὦ ? ? Μηνόδωρεκαὶ [ τόδε ] [ ] γιγνόμενον τῇδε ἂν γίγνοιτο |
καθάπερ τοῖς παιδίοις ὑμῖν , οἷς πολλάκις ἀντὶ τῶν μεγίστων προτείνεται τὰ μικρότατα : κἀκεῖνα διὰ τὴν ἄγνοιαν τῶν ὡς | ||
ῥήτωρ , οὔτε τίς ἡ ῥητορικὴ , ταύτην τὴν ἀπολογίαν προτείνεται , ἥτις καὶ ὑπὲρ Ἑρμογένους ἁρμόσει λέγεσθαι : φησὶ |
φιλοῦσά γ ' ἧς ὕπερ μαντεύεται , ἢ καί τι σιγῶς ' ὧν σιωπᾶσθαι χρεών ; ἀτὰρ θυγατρὸς τῆς Ἐρεχθέως | ||
φθόρον ] φθοράν . θΞ σιγῶς ' ] ἀπελθοῦσα . σιγῶς ' ] σιωπῶσα . Ξ ἀνασχήσῃ ] ὑπομείνῃ . |
ἀπὸ τῶν τὴν κρόκα μηρυομένων εἰς πηνία . 〚 ἢ ἐξάξει . ἀπὸ μεταφορᾶς τῆς κατὰ μικρὸν ἐκ τοῦ σκώληκος | ||
Καλλιρόη τέθνηκεν . ἐκ τοῦ τάφου μὲν ἐξῆλθον , οὐκ ἐξάξει δέ με ἐντεῦθεν λοιπὸν οὐδὲ Θήρων ὁ λῃστής . |
ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι . | ||
ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Σελήνης δὲ καὶ Ἡλίου ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι . |