: Φίλιππος ὁ γελωτοποιὸς κρούσας τὴν θύραν εἶπε τῷ ὑπακούσαντι εἰσαγγεῖλαι ὅστις εἴη καὶ ὅτι συνεσκευασμένος ἥκει πάντα τὰ ἐπιτήδεια
; Ὥστε καὶ δι ' αὐτὸ τοῦτο ἀγανακτήσαντι δήπου σοι εἰσαγγεῖλαι τὸν Ἔνδιον προσῆκεν , εἰ αὐτὸς μὲν τριτάλαντον οἶκον
6620048 ἀπολογουμενος
συκοφάνταις λοιπὸς ᾖ . καὶ ξυνίημι μὲν ἐπιτιμῶν μᾶλλον ἢ ἀπολογούμενος , εἰρήσθω δέ μοι ταῦθ ' ὑπὲρ τῶν νόμων
ὡς βαρύνοντα τὴν λέξιν τὸν Ἀρίσταρχον διαβάλλουσιν . Κάσσιος δὲ ἀπολογούμενος ὑπὲρ τῆς βαρυτονήσεώς φησιν ὅτι τὰ μονοσύλλαβα , ὅταν
6480375 Ἐνδιῳ
φησιν ἀδελφιδῆν Νικόδημος εἶναι αὑτῷ : οὗτος δὲ οὔτε τῷ Ἐνδίῳ τοῦ Πύρρου κλήρου ἀμφισβητῆσαι ἠξίωσεν , οὔτ ' ἐγγυήσαντα
καὶ τοῖς Χίοις καὶ ἑαυτῷ καὶ Χαλκιδεῖ καὶ τῷ ἀποστείλαντι Ἐνδίῳ , ὥσπερ ὑπέσχετο , τὸ ἀγώνισμα προσθεῖναι , ὅτι
6394898 ὁμωνυμῳ
ταὐτὸν λέγων τῷ ὥστε οὐδὲ ἐν ταῖς τοιαύταις ἀντιφάσεσι ταῖς ὁμωνύμῳ χρωμέναις ὑποκειμένῳ ἢ κατηγορουμένῳ ἀνάγκη τὴν μὲν τῶν προτάσεων
εἷς τῶν πρὸ αὐτοῦ βεβασιλευκότων : ἀνενεγκεῖν δὲ τὴν ἐπιθυμίαν ὁμωνύμῳ μὲν αὐτῷ Ἀμενώφει , πατρὸς δὲ Παάπιος ὄντι ,
6339385 συκοφαντῃ
καὶ θηρίων πρὸς ἃ ὁ δακτύλιος πεποίηται ” . τῷ συκοφάντῃ ἕπεταί τις , ὥστε μαρτυρεῖ , ἵνα αὐτοὺς εἰς
ὃν ἠκηκόει , συνῆν αἰτήσας τε καὶ λαβών , τῷ συκοφάντῃ τε οἵαν οὐχ ἑτέραν ὀφείλειν ἔλεγε χάριν γνῶναι δόντι
6320636 συνεσκευασμενος
τε εἴη καὶ δι ' ὅ τι κατάγεσθαι βούλοιτο , συνεσκευασμένος τε παρεῖναι ἔφη πάντα τὰ ἐπιτήδεια ὥστε δειπνεῖν τἀλλότρια
ὑπακούσαντι εἰσαγγεῖλαι ὅστις τε εἴη καὶ διότι κατάγεσθαι βούλεται : συνεσκευασμένος δὲ ἔφη παρεῖναι πάντα τἀπιτήδεια ὥστε δειπνεῖν τἀλλότρια .
6235323 ὁρκῳ
ὑπερορῶν . Ἀλλ ' ὁμιλήσας τῇ κόρῃ , φησίν , ὅρκῳ σοφίζεται τὴν ἐγκράτειαν ἐν χρείᾳ μου γεγονὼς τῆς συμμαχίας
αὐτῆς ; Οὔκ , ὦ Πόσειδον : ἡ Ἥρα γὰρ ὅρκῳ μεγάλῳ κατέλαβε τὴν γῆν , μὴ παρασχεῖν τῇ Λητοῖ
6178005 σοφιζομενος
παλαιῶν ἡ πέψις τῇ ἑψήσει παραπλήσιος ὑπάρχειν , ἢ ἑκὼν σοφιζόμενος ἑαυτόν , ἑψήσει μὲν οὖν , φησίν , οὕτως
ὥσπερ οἱ σοφοί , οὐκ ἂν ἄτοπος εἴην , εἶτα σοφιζόμενος φαίην αὐτὴν πνεῦμα Βορέου κατὰ τῶν πλησίον πετρῶν σὺν
6160223 πειρωντα
ἐπιγῆμαι τούτοις καὶ κατηγορηθῆναι τὸν Τέννην ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ὡς πειρῶντα αὐτήν : πεισθέντα δὲ Κύκνον εἰς λάρνακα βαλεῖν τὸν
ἂν ἐπιτιμῷτο . Κριτίαν μὲν τοίνυν αἰσθανόμενος ἐρῶντα Εὐθυδήμου καὶ πειρῶντα χρῆσθαι , καθάπερ οἱ πρὸς τἀφροδίσια τῶν σωμάτων ἀπολαύοντες
6158616 εὐθυδικιᾳ
δόντος οὐδὲ διαθεμένου , μὴ διαμαρτυρίᾳ κωλύειν , ἀλλ ' εὐθυδικίᾳ εἰσιέναι . Νῦν δὲ πῶς ἄν τις περιφανέστερον ἐξελεγχθείη
κύριοι γενήσεσθαι : καὶ εἰς τοῦτο ἀναιδείας ἥκουσιν ὥστ ' εὐθυδικίᾳ μὲν οὐκ ἐτόλμησαν εἰσελθεῖν , ἀλλὰ διεμαρτύρουν ὡς ὑπὲρ
6088985 Καλλικλης
, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τῶν μαρτύρων ἰσχυρότερα τεκμήρια . Καλλικλῆς μὲν γάρ φησιν τὴν χαράδραν ἀποικοδομήσαντα βλάπτειν ἔμ '
μοι λέγεις ; ἔγωγε μὴν τὴν ναῦν ἐκείνην ἣν ἐποίησε Καλλικλῆς † τὸν καλούμενον † , Εὐφράνωρ δ ' ἐκυβέρνα
6053997 Ναναρος
τινὰ τῶν πιστοτάτων ἄγγαρον παρὰ τὸν Βαβυλώνιον . Ὁ δὲ Νάναρος ἀφικομένῳ τῷ ἀγγάρῳ , καὶ ἀπαιτοῦντι Παρσώνδην , ἔξαρνος
, καὶ ἅμα ἐκέλευσε τῷ ἀνδρὶ , εἰ μὴ παραδῷ Νάναρος τὸν Παρσώνδην , λαβόμενον τῆς ζώνης ἄγειν αὐτὸν ἐπὶ
6019513 γελωτοποιος
. φθέγξαι τι , ἵνα εἰδῶμεν πότερον τραγῳδὸς εἶ ἢ γελωτοποιός : κοινὰ γὰρ ἔχουσι τὰ ἄλλα ἀμφότεροι . διὰ
μάντεις . Ἀπολλόδωρος δὲ ὁ Κυρηναῖος , ὁ εὐτράπελος καὶ γελωτοποιός . τινὲς δὲ τὸν μετά τινος εὐτραπελίας κόλακα καὶ
6014857 κακοπραγμων
. ἢ ἀπὸ τοῦ φαίνειν , ὅ ἐστι συκοφαντεῖν . κακοπράγμων γὰρ ἦν καὶ φιλόδικος . ἐν τἀγορᾷ ] ἐτυμολογεῖ
οὐ μέντοι ἔπειθέ γε τὸ μὴ οὐ μεγαλοπράγμων τε καὶ κακοπράγμων εἶναι . καὶ ἐκεῖνος μὲν κατεψηφίσθη καὶ ἀποθνῄσκει :
5989449 Δημῳ
ἐσθίων . αἶσαν : πῆμα . Κρυερός : φοβερός . Δημῷ : λίπει , κουνγρασσίσζε . Κρυόεντος : κρατεροῦ .
ἐσθίων . αἶσαν : πῆμα . Κρυερός : φοβερός . Δημῷ : λίπει , κουνγρασσίσζε . Κρυόεντος : κρατεροῦ .
5986677 Λυσικλει
Ἀνύτῳ μὲν διαλεγόμενος βυρσέων ἐμέμνητο καὶ σκυτοτόμων . εἰ δὲ Λυσικλεῖ διαλέγοιτο , ἀμνίων καὶ κωδίων : Λύκωνι δὲ δικῶν
' ἐπὶ τὸ μυροπώλιον τὸ μὲν γραμματεῖον ? τιθέμεθα παρὰ Λυσικλεῖ Λευκονοεῖ : τὰς δὲ τετταράκοντα μνᾶς ἐγὼ καταβαλὼν τὴν
5968704 Νικωνα
πολλῶν ] ? καὶ ἐκ τοῦ αἰτεῖν [ σε τὸν Νίκωνα ὑπὲρ ἐμοῦ ] ἐγγυητήν [ ? ] , εἰ
νομίσας ἐπταικέναι τοῖς ὅλοις , κατὰ πᾶν συντριβεὶς τῇ ψυχῇ Νίκωνα μὲν τὸν θησαυροφύλακα ἐξέπεμψε , συντάξας τὴν ἐν τῷ
5964770 Ἡρακλειδῃ
σὺ δὲ ταῦτα τεῷ ἐνικάτθεο θυμῷ : σημειούμεθα παρ ' Ἡρακλείδῃ ἐν τοῖς Περὶ χρησμῶν , ὅτιπερ καὶ λέγουσί τινες
ὀφείλοιντο ἄλλους τε κρείττονας δέοι σε μισθοῦσθαι ; ἀλλὰ γὰρ Ἡρακλείδῃ , ὡς πρὸς ἐμὲ ἐδήλου , πάμπολυ δοκεῖ τοῦτο
5942807 ψευδομενος
ἀμφότερα ταῦτα , εἰ προαγορεύων ὡς ὑπὸ θεοῦ φαινόμενα καὶ ψευδόμενος ἐφαίνετο . δῆλον οὖν ὅτι οὐκ ἂν προέλεγεν ,
μόνον τῷ εἶναι ψευδεῖς : λέγεται γὰρ συκοφάντης οὐχ ὁ ψευδόμενος μόνον , ἀλλὰ καὶ ὁ πολυπραγμονῶν τὰ μὴ προήκοντα
5928109 Νικοδημον
διὰ τοῦ αὐτόν , τὸν Ἀρίσταρχον , ἀναπεῖσαι φονεῦσαι τὸν Νικόδημον καὶ διὰ τοῦτο φεύγειν . . . . ἀντὶ
γοῦν τινος ἐρασθεὶς μειρακίου καὶ δι ' αὐτὸν παροινήσας εἰς Νικόδημον ἐξέκοψεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς . παραδέδοται δὲ καὶ περὶ
5914281 ἐγκαλων
ἐνθυμούμεθα , κατ ' ἔμφασιν αὐτὰ σημαίνων , ὡς ἵνα ἐγκαλῶν τινι πολυπραγμοσύνην καὶ ἐργολάβειαν εἴπω , ὁ δεῖνα ὁ
: Μετὰ τιμωρίας λάβοι . . προσκαλούμενος : Ἀντὶ τοῦ ἐγκαλῶν , εἰς δικαστήριον ἕλκων , . 〚 καὶ πῶς
5911081 ἐξηπατηται
τὸν Ἑρμῆν ἐπὶ τῷ παραλόγῳ τοῦ κέρδους προσκυνῶν . Οὐκοῦν ἐξηπάτηται ὁ Ζεὺς οἰόμενός σε κατὰ τὰ αὐτῷ δοκοῦντα πλουτίζειν
ἡγεῖται τοῦ σῶσαι τὰ τέκνα . ναί : ἀλλ ' ἐξηπάτηται . δεῖξον αὐτῇ ἐναργῶς ὅτι ἐξηπάτηται καὶ οὐ ποιήσει
5898179 Διωνι
ἀνοίξαντος ὁ μὲν υἱὸς οὐδὲν ἦν γεγραφὼς , Διονύσιος δὲ Δίωνι φιλικῶς καὶ συγγενικῶς ἐπιστέλλων καὶ μεγάλα ὑπισχνούμενος . τούτων
ἔφησθα μεταπέμψεσθαι . διὰ ταῦτα οὐκ ἦλθον , ἀλλὰ καὶ Δίωνι τότ ' ἀπηχθόμην : ᾤετο γὰρ εἶναι βέλτιον ἐλθεῖν
5863602 φιλουντι
φιλητόν ἐστι , πότερον τὸ ἁπλῶς ἀγαθὸν ἢ τὸ τῷ φιλοῦντι ἀγαθόν : ἐνίοτε γὰρ διαφέρει ταῦτα ἀλλήλων καὶ ἄλλο
ὁ Ἀρχέλαος τί βουλόμενος οὕτω πυκνὰ ἀπεχθάνεται τῷ πάντων μάλιστα φιλοῦντι αὐτόν ; ὃ δὲ ἐγώ σοι ἔφη φράσω ,
5851605 ϲφαιραν
εἰϲελεύϲεται τὸ ἄρθρον . μετὰ δὲ τὴν ἔμβληϲιν δεῖ ϲύμμετρον ϲφαῖραν ἐξ ἐρίων , εἰ μὲν ἀφλέγμαντον εἴη τὸ μέροϲ
τὸν ἄνθρωπον ἢ ἐπαντλήμαϲι χαλαϲτικωτέροιϲ χρηϲάμενον ὕπτιον ἀνακλῖναι χαμαὶ καὶ ϲφαῖραν ϲύμμετρον ἤτοι δερματίνην ἢ ἄλλην τινὰ μὴ πάνυ μαλθακὴν
5848554 Μεγακλει
. Ἐλθόντες οὖν παρὰ τὸν Λάμωνα τόν τε Δρύαντα τῷ Μεγακλεῖ προσήγαγον καὶ τῇ Ῥόδῃ τὴν Νάπην συνέστησαν καὶ τὰ
' ὅτε καὶ εἰς τρία διῃρημένων καὶ τῶν παράλων | Μεγακλεῖ τῷ Ἀλκμαίωνος , τῶν δὲ ἐκ τοῦ πεδίου Λυκούργῳ
5843565 Αὐτοφραδατῃ
τῶν ξὺν Δαρείῳ πρέσβεις καὶ Αὐτοφραδάτης ὁ Ταπούρων σατράπης . Αὐτοφραδάτῃ μὲν δὴ τὴν σατραπείαν ἀπέδωκεν , Ἀρτάβαζον δὲ καὶ
, ὡς ἐγγὺς εἴησαν οἱ μισθοφόροι , ὥστε καὶ τῷ Αὐτοφραδάτῃ τοῦτο ἐξηγγέλλετο . τῶν δὴ βαρβάρων τοὺς ἰσχυροτάτους νυκτὸς
5814560 ἐφασκες
Πρωτεσίλεως περὶ τοῦ Ὁμήρου φρονεῖ ; βασανίζειν γάρ που αὐτὸν ἔφασκες τὰ τούτου ποιήματα . Τὸν Ὅμηρον φησί , ξένε
Γυμνάζεται δέ , ὦ ἀμπελουργέ , τίνα τρόπον ; ἐπειδὴ ἔφασκες αὐτὸν καὶ τοῦτο ἐξασκεῖν . Γυμνάζεται , ξένε ,
5812762 Βρισεως
δὲ τὴν τύχην ἐλευθέρα καὶ Λάκαινα . καλὴ μὲν ἡ Βρισέως , καλλίστη δὲ γυναικῶν ἡ Λήδας θυγάτηρ . ὅσῳ
πρότερον ἐκαλεῖτο . . . Τ , : Κατὰ Μνασέαν Βρισέως υἱὸς ἦν Ἠετίων . . . Υ , :
5799314 πεισθεντι
ἀξίου αὐτὸς γενναῖος ὤν ; Πολλὴ δὲ χάρις Ἀρταίῳ οὐ πεισθέντι τὴν ὑπ ' Ἀρβάκεω δεδομένην ἡμῖν ἀρ - χὴν
γὰρ εἶναι μόνον τὸ συνεῖναι , τῷ δ ' εὖ πεισθέντι προσεῖναι καὶ τὴν πρᾶξιν . . . ἐμοὶ δὲ
5795756 Πηνελοπην
Διονύσιος δέ φησιν εἰρῆσθαι αὐτὴν ἀπὸ τῆς Ἀντινόου μνηστευσαμένου τὴν Πηνελόπην συμφορᾶς . Προσαγόμενος γὰρ τὸ ἔκπωμα ἐτελεύτησε τοξευθεὶς παρὰ
γεγόνασιν , ὥς φησιν Ὅμηρος : λέγει γοῦν Ὀδυσσεὺς πρὸς Πηνελόπην : ἄλλη δ ' ἄλλων γλῶσσα μεμιγμένη : ἐν
5783073 Ὁμως
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται ,
5770610 σιτοκουρος
' Ἄλεξις μνημονεύει ἐν Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοις : ἔσῃ περιπατῶν σιτόκουρος . Μένανδρος δὲ τὸν ἄχρηστον καὶ μάτην τρεφόμενον σιτόκουρον
ἐπεσόβει κώθωνά μοι , παλαιὸν οἴκων κτῆμα . Ἔσει περιπατῶν σιτόκουρος . Καλοῦσι δ ' αὐτὸν πάντες οἱ νεώτεροι παράσιτον
5768109 προσδιαλεγομενος
. Διαλόγου πλοκὴ ἠθικοὶ λόγοι καὶ ζητητικοί . ὅταν ἀναμίξῃς προσδιαλεγόμενος καὶ ζητῶν , οἱ ἠθικοὶ παρεμβληθέντες λόγοι ἀναπαύουσι τὴν
, πᾶσαν τὴν ἀντίφασιν λέγων ἐρωτᾷ , ἵνα ἔχῃ ὁ προσδιαλεγόμενος θέσθαι ᾧ βούλεται μορίῳ τῆς ἀντιφάσεως . οἷον ἐρωτᾷ
5750007 ἐξευρησω
: ἀλλὰ πῶς λέγεις ; Ὧδ ' , εἶπον , ἐξευρήσω , σοῦ ἀποκρινομένου ζητῶν ἅμα . Ἐρώτα δή ,
ἡμῖν λέξει ; Ἐγὼ μὲν γὰρ ἀπορῶ , εἴ τινα ἐξευρήσω δεινὸν τὴν τέχνην κατὰ τὸν Χείρωνα κεῖνον , ἵνα
5746041 ἐπαγαγεσθαι
ἐκ Χαλκίδος . Περιήρει δὲ ὕστερον καὶ Κραταιμένει καὶ ἄλλους ἐπαγαγέσθαι τῶν Ἑλλήνων ἔδοξεν οἰκήτορας . τότε δὲ τοὺς Ζαγκλαίους
ἐξευρῆσθαι ἐδόκεε , πέμψας ἐς Θήβας τὰς Βοιωτίας ἔφη θέλειν ἐπαγαγέσθαι Μελάνιππον τὸν Ἀστακοῦ : οἱ δὲ Θηβαῖοι ἔδοσαν .
5721497 ψευσεται
αὐτὸ ζῷον εἶναι . εἰ ἄρα ἀληθεύει ἡ ἀπόφασις , ψεύσεται ἡ κατάφασις . οὕτω δὲ μεταχειρισάμενος τὴν ἀπόδειξιν ὁ
τῆς δεούσης σπουδῆς : πράττων : πρὸς γάμον διδούς : ψεύσεται * * τινὲς οὕτως : ψευδῆ σε νομίσει ὁ
5720652 Ἀντικυραν
ἐν Κόλακι τάσδε καταλέγει ἑταίρας : Χρυσίδα , Κορώνην , Ἀντίκυραν , Ἰσχάδα , καὶ Ναννάριον ἔσχηκας ὡραίαν σφόδρα .
αὐτῇ λίθου πεποιημένων κατεάγασιν οἱ πολλοί . τραπέντι δὲ ἐπὶ Ἀντίκυραν ἀνάντης τὰ πρῶτά ἐστιν ὁδός : ἀναβάντι δὲ ὅσον
5719108 Σωφρονι
μὲν ] μηδὲν εἶναι πρὸς ἡμᾶς εἴρηται μὲν ἴσως τῷ Σώφρονι , ἀποδέδεικται δὲ Ἐπικούρῳ , καὶ ἔστιν οὐ τὸ
τὸν ἀναρίταν , θᾶσαι δὴ καὶ λεπὰς ὅσσα . παρὰ Σώφρονι δὲ κόγχοι μελαινίδες λέγονται : μελαινίδες γάρ τοι νισοῦντι
5715118 οὐπωποτ
καὶ ἀνάστατος αὐτῶν ἡ χώρα γέγονεν , οἱ δ ' οὐπώποτ ' ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ γενόμενοι Μακεδόνες καὶ βάρβαροι
. ἀτοπώτερον ] τούτου , μὰ τὼ θεώ , ξένον οὐπώποτ ] ' εἶδον . αἲ τάλας , τί βούλεται
5707495 Θεοκρινου
' οὕτως ἔχειν Δημοσθένης τε ἢ Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Θεοκρίνου καὶ Λυκοῦργος ἐν τῷ Κατ ' Ἀριστογείτονος , ἔτι
Λεπτίνης Λεπτίνου , Σμικρίνης Σμικρίνου : οὕτως οὖν καὶ Θεοκρίνης Θεοκρίνου . Ἄλλως τε δὲ τὸ Ἀριφράδης τὸ κύριον ἀπὸ
5692162 δειξειν
σοφὸν ἐν τῇ τοσαύτῃ διατριβῇ τοῦ χρόνου . ὃ δὲ δείξειν ἔφη , καὶ οὐκ ἐς μακρὰν ἔδρασε τοῦτο .
ἑωυτῷ δοῦναι τὸν τρίποδα , φάμενόν σφι καὶ τὸν πόρον δείξειν καὶ ἀπήμονας ἀποστελέειν . Πειθομένου δὲ τοῦ Ἰήσονος οὕτω
5690724 κατηγορῳ
μένοις διῃρεῖτο ἡ ἡμέρα καὶ ἐδίδοτο αὐτῆς ἥμισυ μὲν τῷ κατηγόρῳ , ἥμισυ δὲ τῷ ἀπολογουμένῳ . καὶ διεμετρεῖτο τὸ
μὲν τοῖς ψηφίσμασιν ἐπαινέτην ἐπιδείκνυμι , ἐν δὲ τῷ δικαστηρίῳ κατηγόρῳ κέχρημαι . Δέκατος δ ' αὐτὸς πρεσβεύσας , μόνος
5687094 Ἀρκεσιλαῳ
προτρέπεται δὲ αὐτὸν δωρεῖσθαι τοῖς ποιηταῖς , ἵνα ὑμνηθῇ . Ἀρκεσιλάῳ Κυρηναίῳ ἅρματι . Τῆς τετάρτης ᾠδῆς ἡ στροφὴ καὶ
, οὕτω καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ δοῦναι αὐτῷ νίκην τινὰ τῷ Ἀρκεσιλάῳ , ὅστις ἐστὶ Βάττου γένος . γέρας ἐπὶ Βάττου
5684028 ἐπιδικασασθαι
ἢ αὐτὸς αὐτὴν ἔχειν ἢ τῷ ὑεῖ μετὰ τοῦ κλήρου ἐπιδικάσασθαι , τούτων μὲν οὐδὲν ἐποίησε , τὴν δὲ αὑτοῦ
ἐξ ὧν αὐτοὶ οὗτοι λέγουσι , τούσδε τοῖς συγγενέσιν αὐτοῖς ἐπιδικάσασθαι συμφέρει τῶν Νικοστράτου μᾶλλον ἢ Χαριάδην . Εἰς γὰρ
5672891 Ἀρμαϊς
Αἴγυπτος καλεῖται . τῷ δὲ Σέθως ἦν ἀδελφὸς ᾧ ὄνομα Ἄρμαϊς : οὗτος Δαναὸς κέκληται ὁ εἰς Ἄργος ἀπὸ Αἰγύπτου
δηλῶν αὐτῷ πάντα , καὶ ὅτι ἀντῇρεν ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Ἄρμαϊς . Παραχρῆμα οὖν ὑπέστρεψεν εἰς Πηλούσιον , καὶ ἐκράτησε
5672255 εὐνουχῳ
κρείττονι τοῦ ἔρωτος φάσκοντι εἶναι , πέμπει Ἀρτάβαζον σὺν τῷ εὐνούχῳ καὶ κελεύει αὐτῷ εἰπεῖν βιάζεσθαι μὲν μὴ τοιαύτην γυναῖκα
Σουβαρμάχιος . οὗτος τῶν δορυφόρων ἦν ἡγεμών , πιστότατος τῷ εὐνούχῳ Εὐτροπίῳ , εἴπερ τις ἄλλος : ἔπινε δὲ πλείονα
5669754 Τυλλῳ
ἐμὴν γνώμην , ὦ παῖδες ἀγαθοί , καὶ πορευθέντες ἀποκρίνασθε Τύλλῳ τήν τ ' εὐσεβῆ καὶ καλὴν ἀπόκρισιν . οἱ
παρῆν ὁ Ἀλβανὸς ὡς ἐπὶ νικήματι κοινῷ γεγηθὼς καὶ τῷ Τύλλῳ συνηδόμενος . ὁ δὲ Τύλλος ἀπόρρητον τὴν γνώμην ἔτι
5669029 ὡμολογει
κυκῶν , πρός γε τοὺς ἑαυτοῦ ἑταίρους δι ' ἀποῤῥήτων ὡμολόγει τε καὶ ἠλήθευε καὶ ἀπεφαίνετο ἃ κἂν ἄλλος τῶν
χρήματ ' ἐν ταῖς Συρακούσαις ἐδανείζεθ ' οὗτος κἀκεῖνος . ὡμολόγει δ ' ἐκεῖνος μὲν πρὸς τοὺς τούτῳ δανείζοντας ,
5665668 Ἀγησιᾳ
τις πάνυ ὢν καὶ τὸν μέγιστον ὅρκον ὀμόσαιμι μαρτυρῶν τῷ Ἀγησίᾳ , ὃ καὶ ἐπὶ τοῦ Ἀμφιαράου λέγεται : εὔχομαι
πόσις Ἀμφιτρίτης , εὐπλοῆσαι καμάτων ἐκτὸς ἐόντα . τέλος ἀπήνης Ἀγησίᾳ Συρακουσίῳ . Διαγόρᾳ Ῥοδίῳ πύκτῃ υἱῷ Δαμαγήτου . Διαγόρᾳ
5660090 μειρακα
εἴρηκε . εἴρηκε δὲ καὶ σύμποδα καὶ συνθήκην μεσέγγυον τὴν μείρακα καταθέσθαι Ἀριστοφάνης λέγει . ὅτῳ δὲ τὰ σκεύη ἐκομίζετο
ἐκ μὲν παιδὸς εἰς ἔφηβον , ἐκ δὲ ἐφήβου εἰς μείρακα καὶ ἐπὶ τῶν ἑξῆς ἡλικιῶν : λέγει δὲ περὶ
5653651 Νεοπτολεμῳ
, οὐ λόγος : ὁ Νέστωρ ἐν Τροίᾳ ἁλούσῃ ὑποτίθεται Νεοπτολέμῳ τῷ Ἀχιλλέως , ἃ χρὴ ἐπιτηδεύοντα ἄνδρα ἀγαθὸν φαίνεσθαι
. παραγενόμενος δὲ ὁ Ὀρέστης ταύτην μὲν ἀπήγαγεν πείσας , Νεοπτολέμῳ δὲ ἐπεβούλευσεν . οἳ καὶ φονευθέντα παρῆσαν οἱ φέροντες
5641314 θρηνουσαν
πατὴρ ἑαυτὸν ἀποσφάττων . δημιουργείτω καὶ μίαν ὁ ζωγράφος γυναῖκα θρηνοῦσαν , τοῦ δυνάστου τὴν σύνοικον , καὶ καταλόγους δορυφόρων
ἐξήρπασε τὴν γυναῖκα , καὶ πρὸς βίαν ᾔσχυνε ποτνιωμένην καὶ θρηνοῦσαν . οὐδαμῆ φορητὸν εἶναι τὸν βίον ἑαυτῇ μετὰ τὴν
5637388 οἰχετο
Συβαρίτεω θυγατέρα ἔφυγε ἐκ Κρότωνος , ψευσθεὶς δὲ τοῦ γάμου οἴχετο πλέων ἐς Κυρήνην , ἐκ ταύτης δὲ ὁρμώμενος συνέσπετο
τῷ κακῷ δίαιτα , ἐν ᾗ ἐμβιοτεύει ἡ νοῦϲοϲ , οἴχετο , οὐκέτι ἐπιφοιτεύει ἐϲ τὸν ἄνθρωπον : ξυναποίχεται γὰρ
5634361 πιστευετω
, ἐν δὲ πολέμῳ μᾶλλον χρήσιμον στρατηγῷ . Μὴ προχείρως πιστευέτω τοῖς ὑπισχουμένοις τί πράξειν ὁ στρατηγός : εἰ δὲ
ἔθυσα . τὸ δὴ μετὰ τοῦτο ὅτῳ μὲν φίλον πιστεύειν πιστευέτω , ὅτῳ δὲ μὴ , χαιρέτω . ἔστη γὰρ
5630664 ξυγγενεσθαι
ἰδεῖν τέ σε , ὅστις ὢν τυγχάνεις , βούλεται καὶ ξυγγενέσθαι μόνῳ . „ „ τί οὖν ” εἶπεν ”
γυναῖκα μεγίστην τε καὶ πρεσβυτάτην περιβάλλειν αὐτὸν καὶ δεῖσθαί οἱ ξυγγενέσθαι , πρὶν ἐς Ἰταλοὺς πλεῦσαι , Διὸς δὲ εἶναι
5630075 χρησας
' ἂν ἐδαπανῶντο . ἐγὼ δὲ ταῦτ ' ὀλίγον χρόνον χρήσας ἀφειλόμην ἄν . κἄγωγε ταῖς ἄλλαις πόλεσι δρῶ ταῦτα
σὺ φεύγων ἀπέβαλες τὴν ἀσπίδα , ἀλλ ' ὁ σοὶ χρήσας τότε . Διφίλου δὲ παρὰ Γναθαίνη πίνοντός ποτε καὶ
5628136 προσκρουσαι
καὶ τὰ ὑμέτερα πράττων καὶ τολμήσας διὰ τὰ ὑμῖν συμφέροντα προσκροῦσαι τοῖς πλουσίοις ἀποκεῖσθαί μοι παρ ' ὑμῖν ἀντὶ τούτου
ἐρημίαν . λέγεται δὲ διὰ τὴν Καλλισθένους πρὸς Ἀλέξανδρον σύστασιν προσκροῦσαι τῷ βασιλεῖ : κἀκεῖνον ἐπὶ τῷ τοῦτον λυπῆσαι Ἀναξιμένην
5624320 ἐπιτροπῳ
τῷ θεῷ συναρέσκει , ᾧ μέχρι νῦν συμβούλῳ τε καὶ ἐπιτρόπῳ ἐμαυτοῦ χρῶμαι . Χαιρεφῶν ὃν τρόπον ὑφ ' ἡμῶν
δὲ ταῖς εὐτυχίαις εὐεργετεῖν δεῖ . Μόνῳ τῷ λόγῳ καθάπερ ἐπιτρόπῳ σώφρονι , παρακαταθετέον ἐν τῷ βίῳ τὴν νεότητα .
5611114 Σωσθενει
κἀκεῖθεν ἀλλήλοις συνόντες ἥκομεν ἐνταῦθα κοινῇ καὶ τὴν Λευκίππην εὑρίσκομεν Σωσθένει δουλεύουσαν , διοικητῇ τινι τῶν Θερσάνδρου χωρίων . ὅπως
τούτῳ τὴν ἐρωμένην εὑρών , ὡς ἔφη , παρὰ τῷ Σωσθένει ζῶσαν , ἣν ᾤετο νεκράν , πολὺ μᾶλλον πρὸς
5610388 ἀπαγομενος
' οὐδὲν λογισθῆναι , εἰς εἱρκτὴν αὐτὸν ἀπαχθῆναι κελεύει . ἀπαγόμενος τοίνυν ὁ Αἴσωπος ἔκραξεν : „ ὁρᾷς , ὦ
ἠλέησαν , ἀλλ ' εἷλκον αὐτὸν μετ ' ὀργῆς . ἀπαγόμενος δὲ ὁ Αἴσωπος ἔφη “ ἀκούσατε , ὦ Δελφοί
5609336 ἀμφιβαλλεσθαι
. . . , . : ἀμφίβληστρον : διὰ τὸ ἀμφιβάλλεσθαι ἀμφίβληστρον : ἀπὸ τοῦ βάλλω κατὰ συγκοπὴν γίνεται βλῶ
εἰς ἐξεταζόμενα καὶ ἀνεξέταστα : ἐξετάζεσθαι οὐχ ὡς ἔνιοι τὸ ἀμφιβάλλεσθαι λέγει : οὐ γὰρ ἀμφιβάλλομεν , εἰ Αἰσχίνης ἐν
5606175 ἐπιστολην
δὲ τὰ μὲν ἄλλα φιλανθρώπως πρὸς τὴν πρεσβείαν ἀπεκρίνατο , ἐπιστολὴν δὲ γράψας πρὸς τὸν δῆμον ἐξῄτει τοὺς ἀμφὶ Δημοσθένην
Πέρσας τις ἀπιὼν ἦλθε πρὸς ἐμὲ καὶ ἐκέλευσέ με τὴν ἐπιστολὴν ἣν ἔγραψα οἴκαδε δοῦναι , κἀγώ , ὁ γὰρ
5605773 συκοφαντεις
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ
5604856 πεποιηκοτι
ἄρνα : ἄλλως : ἀκολουθεῖν ἂν δόξειε τῷ τὴν Ἀλκμαιωνίδα πεποιηκότι [ . ] εἰς τὰ περὶ τὴν ἄρνα ,
λεληθότως ; ὅταν οὖν ἄνθρωπος συνειδὼς ἑαυτῷ μηθὲν ἀγαθὸν μήτε πεποιηκότι μήτ ' ἐνθυμουμένῳ εὕρῃ φιλόσοφον τὸν λέγοντα μεγαλοφυὴς καὶ
5598954 διανοει
: μὴ πύθῃ τὸ δεύτερον . Μῶν εὐθὺ Πελλήνης πέτεσθαι διανοεῖ ; Μὰ Δί ' , ἀλλὰ κλητήρ εἰμι νησιωτικὸς
τὸν μὲν οὖν ἀβέλτερον . σὺ δ ' οὐ καταθεῖναι διανοεῖ ; φυλάξομαι , πρὶν ἄν γ ' ἴδω τὸ
5598864 ἀντιπραττων
δ ' Ἑρμοκράτης ταῦτα ἔπραττεν , ὅπως ὁ μὲν Διοκλῆς ἀντιπράττων αὐτῷ περὶ τῆς καθόδου , δοκῶν δ ' αἴτιος
ἀπορρήτοις ἐκοινολογεῖτο Ῥωμαίοις ἔκφορα καθιστὰς τὰ αὐτοῦ καὶ πάντα τρόπον ἀντιπράττων τε ἦν αὐτῷ καὶ ἐναντιούμενος . καὶ αὗται μὲν
5592793 παλινῳδιαν
μεταστρέφεται . Στρηνιᾷ : ἐπὶ τῶν ἀναίδην σκωπτόντων . Στησίχορος παλινῳδίαν ᾄδει : ἐπὶ τῶν μεταβαλλομένων ἐπὶ τοῖς βελτίοσιν .
, ὃς ᾄδων ἐς τὴν Ἑλένην ἐναντίον τῷ προτέρῳ λόγῳ παλινῳδίαν αὐτὸν ἐκάλεσεν οὐκ ἔστιν ἔτυμος ὁ λόγος οὗτος ἤδη
5592483 ἰατρῳ
ὁ κόσμος τάδε τινὰ φέρει ὧν ἐστι φορός : καὶ ἰατρῷ δὲ καὶ κυβερνήτῃ αἰσχρὸν ξενίζεσθαι , εἰ πεπύρεχεν οὗτος
εἰδέναι , εἰς ἅπερ συντελεῖ τὸ εἰδέναι ; τίς χρεία ἰατρῷ τῆς τέχνης , μὴ ὑγιάζοντι κατὰ τὴν τέχνην ;
5589979 ὑποδικος
κληθείς , μὴ ἀπαντῶν δὲ τῷ καλεσαμένῳ , τῆς βλάβης ὑπόδικος ἔστω κατὰ νόμον . ἐὰν δέ τίς τινα δικάζοντα
ταῖς ἡμέραις . ἐὰν δέ τις τούτων τι παραβαίνῃ , ὑπόδικος ἔστω τῷ παθόντι , καὶ προβολαὶ αὐτοῦ ἔστωσαν ἐν
5583441 Νικιᾳ
ἐς Μίλατον ὁ τῶ Παιήονος υἱὸς ἰητῆρι νόσων ἀνδρὶ συνοισόμενος Νικίᾳ , ὅς μιν ἐπ ' ἆμαρ ἀεὶ θυέεσσιν ἱκνεῖται
καὶ ἀνακαλεσάμενοί τινας ὡς ὄντες τῶν Ἀθηναίων ἐπιτήδειοι ἐκέλευον φράζειν Νικίᾳ μὴ ἀπάγειν τῆς νυκτὸς τὸ στράτευμα ὡς Συρακοσίων τὰς
5572667 δεδεμενῳ
? πήματα [ ] [ Θησεὺς τῷ Πειρίθῳ κολαζομένῳ καὶ δεδεμένῳ αἰδοῦς ἀχαλκεύτοισιν ἔζευκται πέδαις . . . [ .
τοῖς ἡμῖν ἐναντίοις . εἰ δὲ δὴ καὶ ἀποθανεῖν αὐτῷ δεδεμένῳ συμβαίη , σκόπει ποῖ τὸ πρᾶγμα ἥξει , καὶ
5565148 παλαμναιῳ
μολοῦϲα πεφυρμένα ἐϲέλθῃϲ αἴτε κα ἐκ τριόδων καθαρμάτεϲϲιν ἐπιϲπωμένα τῷ παλαμναίῳ ϲυμπλεχθῇϲ ‚ . Τῆς ἠπείρου τῆς Ἑλληνικῆς κατὰ νήσους
μέτρον . οὐκοῦν οὐδὲ πάλαι ἠγνόησεν ἐπὶ τῶν συναραμένων τῷ παλαμναίῳ , ἀλλ ' ἄμφω σοι διεσώσατο , καίτοι δοκοῦντα
5562685 φιλερις
ὁ δυστυχής , ὥστε βελτιῶσαι τὸν Γάιον . ὁ δὲ φίλερις καὶ φιλόνεικος ὢν ἐπὶ τἀναντία τὴν διάνοιαν ἔτρεπεν ,
ὁ μὲν μὴ τιμῶν ἀπειθής , ὁ δ ' ἀτιμάζων φίλερις . καὶ πάλιν τοῦ τὴν πατρίδα σῴζειν ὄντος δικαίου
5560871 ἐλευθεριῳ
πολλά . ἰδίως δὲ νῦν τὸν χαῦνον εἶπεν ἐοικέναι τῷ ἐλευθερίῳ , ἐν ἄλλοις εἰπὼν τὸν ἄσωτον αὐτῷ ὅμοιον εἶναι
αὐτῆς δαπάνης ὁ μεγαλοπρεπὴς οὐ τὸ αὐτὸ ἔργον ποιεῖ τῷ ἐλευθερίῳ ἀλλὰ μεγαλοπρεπέστερον , οἷον , φέρε εἰπεῖν , θεραπεῦσαι
5559829 Κλεινιᾳ
: καὶ ἡμῖν δὲ πᾶσι κατεφέρετο δάκρυα . τῷ δὲ Κλεινίᾳ ἐδόκει μή με καταλιπεῖν , ἀλλὰ μέχρις Ἐφέσου συμπλεύσαντα
Διὸς τοῦ Δικταίου τῷ ἄντρῳ Μεγίλλῳ τῷ Λακεδαιμονίῳ , καὶ Κλεινίᾳ τῷ Κνωσίῳ , πόλει Δωρικῇ οἰκιζομένῃ τιθέντος νόμους ,
5557373 ἐγγυω
Τὰ δὲ ἔχοντα τὸ υ διὰ τοῦ η , οἷον ἐγγυῶ ἐγγυήσω , λυῶ λυήσω : εἰ δὲ τῷ ε
[ ] ! λοιπόν ἐστιν ἡμῖν ἐγγυᾶν . ἀλλ ' ἐγγυῶ παίδων ἐπ ' ἀρότωι γνησίων τὴν θυγατέρ ' ἤδη
5550331 κειρας
ξυράμενος τεσσάρων δηναρίων ἔμπλαστρα ἔλαβες . Ἀφυὴς μαθητὴς κακῶς τινα κείρας καὶ παρωνυχίδας ποιήσας καὶ διὰ τοῦτο ὑπὸ τοῦ ὀνυχιζομένου
ὑπήντησε μαχουμένη περὶ τῆς γῆς , ἀλλ ' ἀδεῶς αὐτὴν κείρας , ἐπειδὴ καθῆκεν ὁ χρόνος τῶν ἀρχαιρεσίων , ἀπῆγε
5548479 ἀντιδικῳ
γὰρ κἀνταῦθα λῦσαι τὴν ἀντίθεσιν ἔθηκε προηγουμένως ὡς παραινῶν τῷ ἀντιδίκῳ καὶ κατεσοφίσατο καὶ λύειν ἔδοξε μετὰ τοῦ καὶ ὀνειδίζειν
αὐτὸν ἐχρῆν , ἢ μή ; οὐδὲ γὰρ ἀνενεγκεῖν τῷ ἀντιδίκῳ συνεχώρησεν , ἀλλὰ τῷ συνεχεῖ τῆς ἐρωτήσεως τὸ ἄπορον
5547825 ὑποτυχων
αὐτὸς θεασάμενός τινα ὀργιζόμενον καὶ διὰ τῶν λόγων σφοδρῶς χαλεπαίνοντα ὑποτυχὼν ἔφη : ” μὴ τοὺς λόγους δι ' ὀργῆς
αὐτὸν ἄρτῳ τὸ αἷμα ἐκμάξαντα τῷ δακόντι κυνὶ βαλεῖν , ὑποτυχὼν ἔφη : „ ἀλλ ' ἐὰν τοῦτο πράξω ,
5546060 ἐξηπατησε
καὶ ἀτάσθαλος , ὃς καὶ βασιλέα ἐλαύνοντα ἐπ ' Ἀθήνας ἐξηπάτησε , τὰ Πρωτεσίλεω τοῦ Ἰφίκλου χρήματα ἐξ Ἐλαιοῦντος ὑπελόμενος
ἡ πρόγνωσις ἡμῶν , ἡ ἀγκύλα καὶ περίστρεπτα βουλευομένη , ἐξηπάτησε καὶ παρέτρεψέ μιν καὶ αὐτὴν τὴν Εἱμαρμένην : ἔκρυψε
5545326 ληψομενῳ
τοίνυν ἔφη , καὶ κομιῶ . χαριῇ γὰρ οὐ τῷ ληψομένῳ πλέον ἢ τῷ φέροντι . καὶ ἐπέστελλον συναρμόττων τῇ
ἂν βαρὺ καὶ πρὸς ἄλλα τούτων ἀναγκαιότερα δαπανῶντι μήτε τῷ ληψομένῳ εὐτελές . ὁ δὲ ὠμογέρων τις ἐκ παίδων κολακείᾳ
5544202 γαμησας
γάμου σημεῖόν ἐστιν . ἐπεὶ δέ , ὡς ἔφην , γαμήσας ὁ Ἀλέξανδρος ἀπηλλάγη μετ ' αὐτῆς , ὅ τε
ἵν ' ᾖ οὕτως : πάντῃ τε καὶ πάντως ὁ γαμήσας ἐλεύθερος εἶναι οὐ δύναται , ἀλλὰ τὸ ἀναγκάζον καὶ
5544194 ζητουντι
ζητοῦντι εὔπορα καὶ ῥᾴδια τὰ μαθήματα πρὸς εὕρεσιν , μὴ ζητοῦντι δὲ ἄπορα καὶ σπάνια , διότι ἔνεστί πως ἐν
Λυσίου λόγου . Ἀτὰρ Λυσίας ἦν Ἀκόλουθον ῥήτορι καὶ κάλλος ζητοῦντι φαινόμενον ἐν ἄστει ὄχλου πλήθοντος διάγειν . Ὡς γοῦν
5539089 Καρυανδα
Πολυβίου ἱστορίαν . , , : ἐν δὲ τῶι μεταξὺ Καρύανδα λιμὴν καὶ νῆσος καὶ πόλις ὁμώνυμος ταύτηι , ἣν
. Λάδη : νῆσος Ἰωνίας . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . Καρύανδα : πόλις καὶ † λίμνη ὁμώνυμος πλησίον Μύνδου καὶ
5537448 Κλεωνι
πολὺ ἂν θᾶττον διαθέμενον μηδένα ποτὲ τῶν ἑαυτοῦ οἰκείων διαλεχθῆναι Κλέωνι μᾶλλον ἢ τὸν τούτου ὑὸν ποιησάμενον . Εὐθυκράτει γάρ
καὶ ἄρχῃ τῆς πόλεως : ἀθυρόγλωσσος : ταῦτά φασιν ἐπὶ Κλέωνι τῷ δημαγωγῷ λέγεσθαι , σφαλλόμενοι . πρὸ γὰρ τῆς
5537226 βηματι
τοῦτο πεποίηκα , ἵνα μαθὼν πρῶτον πῶς δεῖ προςιέναι τῷ βήματι , οὕτω προςέλθῃ τῇ πόλει . ΛΥσεις πρῶτον ἐν
ἄπλετον , θεὰ Σελήνη [ ] , πρὸς ῥυθμὸν ἄνετον βήματι βαρβάρῳ [ προβαίνων ] . Ἰνδῶν δὲ πρόμοι πρὸς
5535798 γυμναστῃ
ᾗ ἐκέχρητο ἐφ ' ἡλικίας ἐς τὸ παγκράτιον , τῷ γυμναστῇ ἀνατιθέντος : τεθνάναι μὲν γὰρ τὸν πατέρα ἔλεγεν ,
. . . . | χαίρειν ἐᾶν , τῷ δὲ γυμναστῇ πιστεῦσαι , καὶ δὴ ἄρας τις εἶχε [ .
5534575 Διογενει
Ἄνυτος , οὐ Λύκων . Πῶς οὖν οὐ προηγούμενος τῷ Διογένει ὁ βίος οὗτος , ὃν ἑκὼν εἵλετο , ὃν
δὲ καὶ αὕτη οὐδὲν ἧττον τῶν μεγίστων διαγνώσεων ἀκριβεστάτη καὶ Διογένει καὶ τοῖς κατ ' ἐκείνου καιροῦ σοφοῖς ὡς μαντική
5532818 Ἀσπασιαν
Νὴ Δία , ὦ Σώκρατες , μακαρίαν γε λέγεις τὴν Ἀσπασίαν , εἰ γυνὴ οὖσα τοιούτους λόγους οἵα τ '
τέχνην δεινός . Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης , Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν , καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινικήν : καὶ
5531339 εἰσαχθεντων
χώραν , τοσούτους ἀνῆγον αἰχμαλώτους ὅσους ἕκαστος ἄγειν ἠδύνατο . εἰσαχθέντων δὲ αἰχμαλώτων εἰς τὴν πόλιν πλειόνων ἢ μυρίων ,
Δημοσθένης καὶ Λυκοῦργος . συναχθείσης οὖν ἐκκλησίας καὶ τῶν πρεσβευτῶν εἰσαχθέντων εἰς τὸ πλῆθος ὁ μὲν δῆμος ἀκούσας τῶν λόγων
5531019 ἐγγυησαι
. Ἀναγίγνωσκε τούσδε αὐτοῖς . Δοκεῖ ἂν ὑμῖν ὁ μεμαρτυρηκὼς ἐγγυῆσαι ἐπιτρέψαι ἄν τι τούτων γίγνεσθαι καὶ οὐκ ἂν ἐπὶ
δὲ τούτων δοκεῖ ἂν ὑμῖν ὁ θεῖος ἐπιτρέψαι , ὁ ἐγγυῆσαι μεμαρτυρηκὼς αὐτῆς τὴν μητέρα ; Ἐγὼ μὲν γὰρ οὐ
5528871 ἀδυνατῳ
διαλεγομένῃ . εἰ δὲ γινώσκουσα , τῷ περιττῷ καὶ τῷ ἀδυνάτῳ ἐκβληθήσεται , τῷ μὲν περιττῷ , ὅτι ἢ αὕτη
ὀθνείων φυτῶν ἢ κλάδων ἢ καὶ βοτανῶν . ἐπήγαγε δὲ ἀδυνάτῳ ἀδύνατον : οὔτε γὰρ δυνατὸν ὑποδήματα τὴν ψύλλαν ὑποδήσασθαι
5528770 ἐρωτησαι
ἀλλὰ διὰ μέσου αὐτοῦ . ἔστιν οὖν καὶ ἐπὶ τούτου ἐρωτῆσαι τὸ διὰ τί . ἢ ὥς φησιν ὁ Ἀλέξανδρος
ὥστε ἄδειαν εἶναι τῷ προσδιαλεγομένῳ ὃ βούλεται προελέσθαι , ἢ ἐρωτῆσαι τὸ διὰ τί ἢ δοῦναι εἶναι κατὰ συγχώρησιν ,
5526619 Λεωκρατης
ἐφ ' ὧν οὐδενὸς τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ παρέσχε τάξαι Λεωκράτης . ὧν εἰκὸς ὑμᾶς ἀναμνησθέντας τὸν μηδὲ συνεξενεγκεῖν μηδ
ἦν μοι τὸ συμβόλαιον : ἐπειδὴ δ ' ὅ τε Λεωκράτης ἐξεκεχωρήκει ὅ τε Πολύευκτος μοχθηρῶς εἶχεν , τηνικαῦτ '
5526383 ἀναθεσθαι
ἰδιώτης ἀναβάλλομαί φησιν : οἱ γὰρ ἐπὶ τούτου τάττοντες τὸ ἀναθέσθαι ἁμαρτάνουσιν . λέγουσι γὰρ ” ἀνατίθεμαι εἰσαῦθις τὸ πρᾶγμα
? ἁλίσκωνται ? ? [ ἅμα , τὰς ] αἰτίας ἀναθέσθαι ? ? ? ? [ δεῖ ] τῶι ἀέρι
5526119 ἀποθνησκων
κίνδυνον σημαίνει , λαμβάνων δέ τι καὶ θάνατον . δανειστὴς ἀποθνήσκων λύπης καὶ φροντίδος ἀπαλλάσσει . ἔτι δὲ καὶ δανειστὴς
ἐκείνωι . οὗτος δὲ ] / ἀπέδωκεν τὴν [ βασιλείαν ἀποθνήσκων Ἀττάλωι ] / τῶι τοῦ Εὐμένους [ / ἄρξαντ
5522005 Πολυκρατεϊ
μιν διανοεύμενον ὁ Ὀροίτης πέμψας ἀγγελίην ἔλεγε τάδε : Ὀροίτης Πολυκράτεϊ ὧδε λέγει . Πυνθάνομαι ἐπιβουλεύειν σε πρήγμασι μεγάλοισι καὶ
γινομένης γράψας ἐς βυβλίον τάδε ἐπέστειλε ἐς Σάμον : Ἄμασις Πολυκράτεϊ ὧδε λέγει . Ἡδὺ μὲν πυνθάνεσθαι ἄνδρα φίλον καὶ
5519453 πεπρακε
πρὸς Βάθυλλον τὸν ἄρτι τῶν ἁπάντων κρατοῦντα καὶ τυράννων . πέπρακέ μ ' ἡ Κυθήρη λαβοῦσα μικρὸν ὕμνον ἐγὼ δ
σή ; μὴ τοῦτο εἴπῃς . ” “ Καὶ μὴν πέπρακέ μέ τίς σοι θεῶν ὥσπερ τὸν Ἡρακλέα τῇ Ὀμφάλῃ
5517593 εὐεργετῃ
ἑταίρῳ , ἐνίοτε δὲ χαριστέον ἑταίρῳ , ἢ ἀνταποδοτέον τῷ εὐεργέτῃ ; εἰ γὰρ ἐπὶ θάνατον ὁ ἑταῖρος ἕλκεται διὰ
, κἂν ἀγαθόν τι παρ ' οὑτινοσοῦν ἐπισπάσαιτο , τῷ εὐεργέτῃ μᾶλλον κακὰ ἀποδίδωσιν . ἀνήρ τις ἰξευτὴς κατέσχε τινὰ
5516833 προστασσει
ἐπειδὴ ὁ προστάσσων ἐξ ἀνάγκης ἀεί ποτε περὶ μέλλοντός τινος προστάσσει : τῷ γὰρ μήπω γράψαντί φησι : γράψον :
. ἀντὶ μὲν ἐχθρᾶς . . . ἐχθρὰ ] τοῦτο προστάσσει ἡ δίκη : ἀντὶ λοιδορίας γὰρ λοιδορίαν , ἀντὶ

Back