σημεῖον ἐν ὀξεῖ νοσήματι : δηλοῖ γὰρ ἀλυσμόν , τουτέστι δυσφορίαν ἄκραν ἐν τῷ στομάχῳ , καὶ δακνομένου τοῦ στομάχου
' ἣν ὥραν μοιρικῶς αὐτὴν ἐπιθεωρήσουσιν , οἱ δὲ κακοποιοὶ δυσφορίαν καὶ ἄλγος . ὁ Κρόνος βλαβερώτερος γίνεται τοῖς ἐν
6228161 διεξοδου
' ἑκάστῃ διασφάγι ἔστησε , ἀποκεκληιμένου δὲ τοῦ ὕδατος τῆς διεξόδου τὸ πεδίον τὸ ἐντὸς τῶν ὀρέων πέλαγος γίνεται ,
ἐπιτευκτικὴν τοῦ ἐν ἑκάστῳ σκοποῦ . Εὐμηχανίαν δὲ ἐπιστήμην εὑρετικὴν διεξόδου πραγμάτων . Εὐταξίαν δὲ ἐπιστήμην τοῦ πότε πρακτέον ,
6220772 συντονιαν
καὶ κατὰ τὴν τοῦ πνεύματος ἐκπύρωσιν τὴν γινομένην διά τε συντονίαν φορᾶς καὶ διὰ σφοδρὰν κατείλησιν : καὶ κατὰ ῥήξεις
ἄπρακτοι καὶ τὴν ἐν τοῖς ἄλλοις μέρεσι τῆς ἡμέρας ἀμβλύνουσι συντονίαν . τὸν μὲν οὖν Ὅμηρόν φησιν ὁ Πλούταρχος ἐπιθέτοις
6186861 καταπτωσεως
πεπονθόσι σπονδύλοις . Τοῖς μὲν οὖν κατέχουσι τὰ οὖρα ἄνευ καταπτώσεως βοηθεῖν χρὴ τούτῳ τῷ τρόπῳ : ἐγκαθιστέον αὐτοὺς συνεχῶς
ῥύσιν αὐτίκα . προσήκει δὲ μὴ περιμένειν εἰς ἔσχατον ἀφικνεῖσθαι καταπτώσεως τὴν δύναμιν , ἀλλ ' ὅταν ἤδη δοκῇ κεκενῶσθαι
6155262 πνιγα
αὐτῆς πᾶν πάθος εἰς τὰ ἐντός . ἰᾶται καὶ ὑστερικὴν πνίγα , ἐκβάλλει καὶ τὰ ἔμβρυα , ὠφελεῖ δὲ καὶ
, ἀλλ ' ἐν τοῖσι στήθεσιν ἔχεται τὸ σιτίον καὶ πνίγα παρέχει . Τοῦτον τοῖσιν αὐτοῖσι θεραπεύων , οἷσι καὶ
6119707 καταπτωσιν
χρῆσθαι , μὴ θερμαινούσαις δέ . ἐπὶ δὲ τῆς διὰ κατάπτωσιν ἢ πληγὴν κεφαλαλγίας , ἐπειδὴ φλεγμονή τις συνίσταται ,
νυκτὸς οὐκ ἠμέλουν , τοῦ μικροῦ τείχους , ὅτε πρὸς κατάπτωσιν ᾔεσαν : πῶς γὰρ ἂν ἔσχον μετὰ πλείονος ὑπορύττειν
6079576 δυσπνοιαν
. Ἆσθμά ἐστι πάθος ἔπειξιν ἰσχυρὰν περὶ τὴν ἀναπνοὴν καὶ δύσπνοιαν ἐπιφέρων μετὰ τοῦ καὶ ἐνίους ἀνακαθίζειν καὶ ἐξανίστασθαι .
, κατεστεγασμένου σκεπάσμασι τοῦ σκίμποδος , ὥστε μὴ διαπνεῖν τὴν δύσπνοιαν . καὶ σκολόπενδρα ξηραινομένη καὶ ὑποθυμιωμένη τὸ αὐτὸ δρᾷ
6060170 Λαον
βασίλειος οἶκος παραύ , τουτέστι κρατῶν ἐν τῷ κόσμῳ . Λαὸν πρὸς βασιλέα πειθήνιον δηλοῦντες , μέλισσαν ζωγραφοῦσι . καὶ
βασίλειος οἶκος παραύ , τουτέστι κρατῶν ἐν τῷ κόσμῳ . Λαὸν πρὸς βασιλέα πειθήνιον δηλοῦντες , μέλισσαν ζωγραφοῦσι . καὶ
6051560 χωρισμῳ
γαμητὴν εὐθὺς παρασκευάσει . εἰ δ ' Ἄρης ἐν τῷ χωρισμῷ ἀναποδίζει τότε , ὅτε πάλιν εὐπόρευτος καὶ προποδίζων ἔστι
ἔχειν δοκιμάσῃς . Ὁ συνταττόμενος δῆλός ἐστιν ἀνιώμενος ἐπὶ τῷ χωρισμῷ , καὶ εἰ μὴ ὄντως ἀνιῷτο , προσποιήσεται πεπονθέναι
6045566 νεκρωσιν
θανάτου : καὶ γὰρ τὸ μελετᾶν τὸν θάνατον ἤγουν τὸ νέκρωσιν ἀπεργάζεσθαι τῶν παθῶν οὐδὲν ἕτερόν ἐστιν εἰ μὴ τὸ
ὀρνέων ἔκειντο νεκροὶ καὶ πνοῆς ἐξηρμένοι , ἄλλοι δὲ τὴν νέκρωσιν ἱππικῷ τάχει φυγόντες εἰσήγοντο τῶν πυλῶν ἔσω , ὁ
6042726 ἐκπνοης
εἰσπνοῆς ἡ τῶν ἀτμῶν γίνεται διάγνωσις , διὰ δὲ τῆς ἐκπνοῆς ἡ τῶν περιττωμάτων ἔκκρισις : ἡ γάρ τοι ῥύμη
κινεῖν τὸ γεννητικὸν καὶ θρεπτικόν . περὶ δὲ ἀναπνοῆς καὶ ἐκπνοῆς καὶ ὕπνου καὶ ἐγρηγόρσεως ὕστερον ἐπισκεπτέον : ἔχει γὰρ
6037428 ἐξιστανται
κλαγγώδεες , γλώσσῃ σπασμώδεες , καὶ αὐτοὶ τρομώδεες γινόμενοι , ἐξίστανται : σκληρυσμὸς τούτοισιν ὀλέθριον . Αἱ προεξαδυνατησάντων παραφροσύναι ,
τὰ περὶ τὰ σφυρὰ λέγει νεῦρα , ἃ καὶ ὄπισθεν ἐξίστανται . Ἠνορέῃ : δυνάμει . τανύονται : ὀγκοῦνται .
6031018 συνεκρουον
ἐλθεῖν ἐφ ' ἡμᾶς , οὗπερ εἵνεκα τὰς πόλεις οὗτοι συνέκρουον , καὶ εἰ μὴ προεξανέστημεν μικρόν , οὐδ '
ἄλλων . κυκώμενοι ] ταραττόμενοι . νικώμενοι ] σφαττόμενοι . συνέκρουον ἀλλήλοις . συνέκρουον . προσέκρουον . χθόνα ] κατὰ
5991173 κακοχυμιας
τοῦτο δὲ ποιοῦσιν ἵνα ἀπαλλαγῶσι τῆς ἐνοχλήσεως τῆς ἐκ τῆς κακοχυμίας καὶ τοῦ βάρους : οὐδὲν δὲ εὐεργετοῦσι , κἂν
καὶ μὴ δύνασθαι μόνη ἡ δύναμις εἰς τὸ περιγενέσθαι τῆς κακοχυμίας : φεύγειν γὰρ δεῖ ταῦτα πάντα φλεγμαίνειν δυνάμενα καὶ
5988757 ἀθροῳ
αὐξήσαντες τὴν ἐπιθυμίαν , ἐπειδὴ εἰς ὕπνον ᾔεσαν , ἐν ἀθρόῳ γίνονται τῷ δεινῷ , καὶ ὁ ἔρως ἐν ἑκατέροις
εἰπόντες τὸ πρᾶγμα ἐκεῖ καὶ πλάσαντές τινα πλαστὰ καὶ ἐπὶ ἀθρόῳ τῷ πράγματι ἐπειπόντες τὰς καθ ' ἕκαστον ὑποδιαιρέσεις τοῖς
5930915 ἀταλαιπωρον
τις πρὸ σίτου καὶ λουτροῦ ἀφροδισιάσῃ , εὐαπάλλακτον μὲν καὶ ἀταλαίπωρον , ἀσθενὲς δέ , εἴπερ τι καὶ ἄλλο ,
. φαϲὶ δὲ αὐτὸν περιαπτόμενον τραχήλῳ τῶν ὀδοντιώντων βρεφῶν ὀδόντων ἀταλαίπωρον ἔκφυϲιν παραϲκευάζειν . Ἴαϲπιϲ λίθοϲ . Ἁπάντων δὲ τῶν
5916829 βλακειαν
, ἦν δ ' ἐγώ , ἢ ἐξήμαρτον διὰ τὴν βλακείαν ; ἢ οὐκ ἐξήμαρτον ἀλλὰ καὶ τοῦτο ὀρθῶς εἶπον
κοσμήσας τὴν ἑαυτοῦ τύχην , ἀλλ ' ὅμως τήν τε βλακείαν αὐτοῦ διὰ τὸ γῆρας ἀπήλεγχεν καὶ Νικίαν ἀπεκάλει :
5859889 ἐπηρτημενον
βαλομένη . τὴν δὲ Δανάην φασίν , ὡς ᾔσθετο τὸν ἐπηρτημένον αὐτῇ κίνδυνον , ἀνακρινομένην ὑπὸ τῆς Λαοδίκης οὐδ '
καὶ τὰ οὖρα φαίνοιτο προβαίνοντα , προλέγειν μὲν προσήκει τὸν ἐπηρτημένον κίνδυνον , μετ ' εὐλαβείας δὲ προσίεσθαι τῷ κάμνοντι
5857422 ἐπαρσιν
] τὴν ἀλαζονείαν . οὐ κόμπον ] οὐ κόμπον καὶ ἔπαρσιν ἔχων , ἀλλ ' ἐν τῷ θεῷ θαρρῶν .
ἐφ ' ᾧ καθήκει συστέλλεσθαι . Ἡδονὴν δ ' εἶναι ἔπαρσιν ψυχῆς ἀπειθῆ λόγῳ , αἴτιον δ ' αὐτῆς τὸ
5854542 κοπιωσι
ταῖς γενύεσσιν , ἤτοι ταῖς σιαγόσιν ὥσπερ ἀπὸ πέτρης βαλλόμενοι κοπιῶσι καὶ ἀμβλύνονται . ἐν γὰρ τοῖς γενύεσσιν : ὡς
τῶν δρόμων , τούτους παλαίειν χρή : ὁκόσοι δὲ παλαίοντες κοπιῶσι , τούτους χρὴ τρέχειν : οὕτω γὰρ ἂν ταλαιπωρέων
5848910 ἀποπληξιαν
ταῖϲ χρωμέναιϲ γυναιξὶ γίγνεται , ποτὲ μὲν εἰϲ ἐπιληψίαν ἢ ἀποπληξίαν ἢ καταφορὰν ἢ κάρον ἐμπιπτούϲαιϲ , ἔϲτι δὲ ὅτε
ἁλείας . ἐσθιόμενον δὲ τὸ στρουθίον ὀπτὸν σὺν τοῖς πτεροῖς ἀποπληξίαν καὶ μανίαν ἰᾶται . ἐν οἴκῳ δὲ κείμενον μάχας
5847912 ἀγρυπνιαν
κρατεῖ καὶ ἀγρυπνία : ἀλλ ' οὐ πρώτως διὰ τὴν ἀγρυπνίαν τὸ βοήθημα , ἀλλὰ διὰ τὴν ξηρότητα . τοπικὰς
ὀλίγου δεῖν ἀπολέϲαντα καὶ τὸν λογιϲμὸν βλαβέντα διὰ φιλοπονίαν καὶ ἀγρυπνίαν διὰ μαθημάτων , ἕτερον δὲ ἀμπελουργὸν ἐπὶ τοῖϲ κατὰ
5841511 καταψυξεως
ἄλλως ἀπολέσθαι τὸν κάμνοντα κίνδυνος , ποτὲ μὲν ὑπὸ τῆς καταψύξεως , ἄλλοτε δὲ ὑπὸ τοῦ πυρέσσειν , ἀνάγκη τότε
διὰ τῶν αἰσθητικῶν ὀργάνων ἔξω σώματος φερόμενον , ἄρχεται ἀπὸ καταψύξεως τῶν ἄκρων , καὶ φρίκης πᾶσα δυσεκθέρμαντόν τε ἔχει
5839942 σπαραττομενος
γαστρὸς ἢ δι ' ἐμέτων , ἀλλὰ ναυτιῶν τε καὶ σπαραττόμενος , σπουδάζειν δεῖ τηνικαῦτα παρασχεῖν αὐτοῖς , ὅσα μᾶλλον
ἐντρεχὴς ἔσται τόπον ἐκ τόπου ἀμείβων , ἐπὶ ἀλλοτρίᾳ λύμῃ σπαραττόμενος διὰ τὴν τοῦ αἰλούρου κεφαλήν . ἐὰν δὲ τὸ
5818390 οὐδενειας
εἰς ὑπερβολήν . Ἡ μὲν γὰρ συναίσθησις τῆς περὶ ἑαυτοὺς οὐδενείας , εἴ τις ἡμᾶς παραβάλλων τοῖς θεοῖς κρίνοι ,
μὲν εἰς πίστιν τοῦ μὴ μεγαλαυχεῖν διὰ κατάγνωσιν τῆς θνητῆς οὐδενείας , τὸ δ ' εἰς εὐσεβείας βεβαίωσιν διὰ τὸ
5815232 φλεγμασιης
λεπτυντικήν , διαχυτικήν , κολλητικήν , λευκαντικήν , ἐπουλωτικήν , φλεγμασίης πάσης διαλυτικὴν καὶ τῶν κατισχνωμένων κάρτα θρεπτικήν : ἀγαθὸν
ἤδη . Οἴδημα ἐγκεφάλου : ὁκόταν ὁ ἐγκέφαλος οἰδήσῃ ὑπὸ φλεγμασίης , ὀδύνη ἴσχει ἅπασαν τὴν κεφαλὴν , μάλιστα δὲ
5805566 κοιμησεως
οὐκ ἀπελπίζω κοιμωμένοις ἐπιστάντα δυνατῶς ἕξειν ἐκ τοῦ τρόπου τῆς κοιμήσεως γνῶναι , ποία τις ἡ τοῦ καθεύδοντος διάθεσις ,
τῶν πνευμάτων , ἀλλὰ παρέμειναν τὰ πνεύματα αὐτοῖς μέχρι τῆς κοιμήσεως αὐτῶν . καὶ εἰ μὴ ταῦτα τὰ πνεύματα μετ
5798821 καυσωδει
τὸ βάθος οἱ χυμοὶ πνιγμὸν καὶ λειποθυμίαν ἐπιφέρουσιν . Καὶ καυσώδει καὶ κακοήθει πυρετῷ συνεισέβαλέ ποτε . * Συνεισβάλλει ποτὲ
, τοὺς ἐπὶ κόποις , περικαεῖς δὲ τοὺς ἐπὶ χολῇ καυσώδει λέγει . Ποίους καλεῖ βληχροὺς , ξηροὺς , καὶ
5793303 ῥαφης
καὶ τὰ διιστάμενα ὀστᾶ συνάγειν πρὸς τὴν κατὰ φύσιν τῆς ῥαφῆς συναρμογήν , ἔπειτα ὅλην τὴν κεφα - λὴν ἀποξυρᾶν
τῆς τε διαρθρώσεως αὐτῆς καὶ τοῦ κάτω πέρατος τῆς λαβδοειδοῦς ῥαφῆς . κάμπτουσιν οἱ μύες οὗτοι σὺν τῷ τραχήλῳ τὴν
5786611 χολωδειϲ
γενέϲθαι , εἰ μέλλοι λυθήϲεϲθαι τελέωϲ , ἢ ἐκκριθῆναι τοὺϲ χολώδειϲ χυμοὺϲ ἢ ϲβεϲθῆναι . ἐκκρίνονται μὲν οὖν διὰ ἱδρώτων
ϲώματα καὶ μετρίωϲ λεπτῦναί τε καὶ ἀπορρῦψαι καὶ ἀποπλῦναι τοὺϲ χολώδειϲ τε καὶ αὐχμώδειϲ χυμούϲ . οὕτωϲ τε καὶ ἰκτερικοῖϲ
5781632 περισχοντες
, πικρὸν μάλα ὑλακτήσαντες ὥρμησαν ὡς ἐπὶ λύκον : καὶ περισχόντες , πρὶν ὅλως ἀναστῆναι δι ' ἔκπληξιν , ἔδακνον
τε καὶ ἀνέβαινεν , οὔπω τινὸς ἀναβάντος ἄλλου , μέχρι περισχόντες αὐτὸν οἵ τε ὑπασπισταὶ καὶ ἡ ἄλλη στρατιὰ τόνδε
5780202 κυαθιϲκῳ
δέρμα : εἶτα μετὰ τὴν ἔκπτωϲιν τῆϲ ἐϲχάραϲ ἐκγλυφομένου τῷ κυαθίϲκῳ τῆϲ μηλωτρίδοϲ τοῦ χιτῶνοϲ τοῦ περιέχοντοϲ τὸ ὑγρόν .
ϲμιλίῳ ϲτενῷ κατὰ κορυφὴν διαιροῦντα τὸ δέρμα , ἔπειτα ἐκγλύφειν κυαθίϲκῳ μηλωτρίδοϲ τὸν ἐγκείμενον ὄγκον . εἶτα χαλκῷ κεκαυμένῳ λείῳ
5769761 παραλυσιν
τὴν μὲν γεῦσιν πᾶσαν νάρδῳ ἀγρίᾳ ἔοικεν : ἐπιφέρει δὲ παράλυσιν , ποθὲν μετὰ παρακοπῆς καὶ σπασμοῦ . Δεῖ δὲ
δὲ ἐκ τῶν ἀριστερῶν τοῦτο συμβαίη , τὰ δεξιὰ τὴν παράλυσιν ὑπομένει ; Ῥητέον οὖν , ὅτι αἰτία ἡ θέσις
5753029 ἀπαθεστερα
ἁπλῷ παρόμοια κόσμου τε τόπῳ καὶ φύσεως ψυχικῆς μέρει , ἀπαθέστερά τε ὄντα καὶ ἀμετάβολα καὶ ὑγρότητι πολέμια , ἀέρι
ἁπλῷ παρόμοια κόσμου τε τόπῳ καὶ φύσεως ψυχικῆς μέρει , ἀπαθέστερά τε ὄντα καὶ ἀμετάβολα καὶ ὑγρότητι πολέμια , ἀέρι
5752810 ἱσταμενης
αἱ συμπλοκαὶ καὶ μὴ καθ ' ἑκάστην πληρουμένης τε καὶ ἱσταμένης τῆς διανοίας τὰ τοιαῦτα χωρία δοκοῦσι μὲν ἔμφασιν ἔχειν
παναοίδιμον Ἀφρογενείην : ῥηιδίως Παφίης πολυήρατος [ ] ἔπλεο κάλλει ἱσταμένης ? ? σὺν Ἔρωτι ? : [ τεὴν ]
5748110 ἐμπιδος
διεντερεύματος : ἤγουν τῆς καταλήψεως τοῦ ζητήματος τοῦ ἐντέρου τῆς ἐμπίδος . γελοίου δὲ χάριν εἴρηκεν αὐτό : ὡς γὰρ
ἦ ῥᾳδίως φεύγων ἂν ἀποφύγοι δίκην ὅστις δίοιδε τοὔντερον τῆς ἐμπίδος . πρῴην δέ γε γνώμην μεγάλην ἀφῃρέθη ὑπ '
5744284 ἰσχουριας
δραστικωτέρων διουρητικῶν ἐπὶ τὴν κύστιν ἤδη προκεκμηκυῖαν . Τὸ τῆς ἰσχουρίας πάθος καὶ αὐτὸ τὸ ὄνομα δηλοῖ : ἴσχεται γὰρ
εἶναι . οὐ γὰρ ἓν ἐνδείκνυται ἀεὶ τὸ αὐτό . ἰσχουρίας οὖν οὔσης δηλονότι , ἀεὶ ἂν τῇ αὐτῇ θεραπείᾳ
5742270 ζημιωσῃ
ἂν στρατηγῷ φάλαγγα πρόηται , δημοσίᾳ πάντας ἠδίκησεν , ἂν ζημιώσῃ τὴν πόλιν , ἂν ἀπολέσῃ τεῖχος ἢ φρούριον ,
ἐπειδὴ οὐκ οἴονται τῶν λεγόντων οὔτε τὸν ἐλέγχοντα ἐλέγχειν ἵνα ζημιώσῃ οὔτε τὸν ἀπειλοῦντα ἀπειλεῖν ἵνα κακόν τι ποιήσῃ ,
5739904 ϲτυφειν
καὶ ἔντερα , τοῖϲ δὲ μεταϲυγκριτικοῖϲ χρῆϲθαι ξηραίνειν τε καὶ ϲτύφειν τὴν ἐπιφάνειαν . κοῦφαί τε οὖν ϲικύαι ἐκ τοῦ
καὶ ὀρθοπνοίαϲ ὀνίνηϲι καὶ πελιώματα τῷ διαφορεῖν , τῷ δὲ ϲτύφειν αἵματόϲ τε πτύϲειϲ καὶ κοιλιακοὺϲ καὶ δυϲεντερικούϲ , δι
5733948 Θαμνα
Καπιτωλιάς . . . . . . ξϚ λα γοʹ Θάμνα . . . . . . . . .
ιδʹ Θεσσαλικῶν . καὶ Θαμίεια . τὸ ἐθνικὸν Θαμιεύς . Θάμνα , πόλις Παλαιστίνης . Ἰώσηπος πέμπτῳ Ἰουδαϊκῆς ἱστορίας .
5730398 ἀναβατῃ
σώματι ταῦτα πάντα ποιῶν καὶ ἑαυτῷ ὁ ἵππος καὶ τῷ ἀναβάτῃ ἀσφαλέστερον ποιήσει μᾶλλον ἢ ἂν ἐκλείπῃ τὰ ὄπισθεν ἢ
λυποῦντα , τὰς δὲ ἐν τῷ τραχήλῳ , ὅπως τῷ ἀναβάτῃ ὡς ἀφθονωτάτη ἀντίληψις ᾖ . δέδοται δὲ παρὰ θεῶν
5720444 Μακρινου
ᾤοντο ἀποβεβληκέναι . καὶ οὐδεμίαν πω ἐπιβουλὴν ὑπώπτευον ἐκ τοῦ Μακρίνου , ᾤοντο δὲ τὸν Μαρτιάλιον οἰκείαν ἔχθραν ἀμύνασθαι .
οἳ καὶ τῆς ἐπιβουλῆς τοῦ Ἀντωνίνου συνωμόται καὶ κοινωνοὶ τοῦ Μακρίνου γεγενῆσθαι ὑπωπτεύθησαν . ὕστερον γοῦν ἐκολάσθησαν μετὰ τὴν ἐκείνου
5719762 ὁλοσχερους
ὡσπερεί τινι προαγῶνι λαμπρῶς προτερήσαντες , εὐέλπιδες ἐγένοντο περὶ τῆς ὁλοσχεροῦς νίκης : μετὰ δὲ ταῦτα ἐκ τῆς ὑπωρείας μετεστρατοπέδευσαν
πρὸς δέησιν εἰπόντες ἔλαβον ἀποκρίσεις δι ' ὧν τοῦ μὲν ὁλοσχεροῦς φόβου παρείθησαν , περὶ δὲ τῶν κατὰ μέρος ἐγκλημάτων
5716000 κληϊδος
ἔμπροσθεν , καὶ οὕτως ἐπιδέουσιν , ἐπὶ τὴν ἴξιν τῆς κληῗδος ἐπιτανύοντες , ἐς τοὔπισθεν ἄγοντες : κἄπειτα περιβάλλοντες περὶ
αὐτοὶ ἐξ ἀνθρώπου ὀστέων κατεμάθομεν , σπόνδυλοι οἱ ἄνω τῆς κληῗδος σὺν τῷ μεγάλῳ ἑπτά : οἱ δὲ κατὰ τὰς
5714237 ἐπερων
ἄμφω γενομένου τραπέντες οἱ τοῦ Σύφακος ἐς φυγὴν τὸν ποταμὸν ἐπέρων , ἔνθα τις αὐτοῦ τὸν Σύφακος ἵππον ἔβαλεν :
, τὸν δὲ στρατὸν ἀπὸ τῆς Μακεδονίας ἐς τὸ Βρεντέσιον ἐπέρων ὡς χρησόμενος δὴ ἐς τὰ ἐπείγοντα . καὶ σὺν
5711800 χαλεψαμενος
ἀνιηθείς : ἐπεὶ οὐ περὶ πώεσι μήλων οὐδὲ περὶ κτεάτεσσι χαλεψάμενος μενέηνας , ἀλλ ' ἑτάρου περὶ φωτός , ἔολπα
οἷα δὲ καὶ μακάρεσσιν ἐπεψεύσασθε θεοῖσιν . ” Φῆ ῥα χαλεψάμενος : μέγα δὲ φρένες Αἰακίδαο νειόθεν οἰδαίνεσκον , ἐέλδετο
5702466 ἁμαρτοντι
ἐπιμελείας τοῦ θεοῦ ἡ ἀτυχία γίγνεται , ἁμάρτημα οὖσα τῷ ἁμαρτόντι συμφορὰ δικαία γενέσθαι ἐστίν : εἰ δὲ δὴ θεία
ἀλλὰ κατὰ φύσιν καὶ ἐπιμέλειαν . ἐμφανιστέον δὲ καὶ ὡς ἁμαρτόντι μὲν ἴδιον τὸ ἀτύχημα , κατορθώσαντι δὲ κοινὴ ἡ
5702081 θορυβειται
καὶ ἄλλοι . ” ὀρσολοπεῖται ] διαπολεμεῖται , ταράσσεται , θορυβεῖται . οἴχωκεν : ἀπόλωλε γὰρ ἡ πᾶσα δύναμις τῶν
. κερτομέεις : οἷον εἰρωνεύῃ . συνορίνεται : ταράσσεται , θορυβεῖται . λυσόμενος χαλκέων : τὸν Ἰξίονα παρείληφεν , ὅτι
5699112 ἐπιπεμπεται
Καὶ διελθόντος ἐνιαυτοῦ μετὰ ταύτην τὴν μάχην , Φαβρίκιος αὖθις ἐπιπέμπεται τῷ Πύρρῳ μετὰ στρατιᾶς , ᾧ τὸ τέταρτον τῆς
καθ ' ὃ ἀπό τινος ἀποστέλλεται . ὅτῳ μὲν οὖν ἐπιπέμπεται , θνῄσκει πάντως ἐκεῖνος , ἀφ ' οὗ δὲ
5693207 διατασεως
ἐδάφους γίνεσθαι τὴν ὑποδρομὴν κατὰ τὴν κόλπωσιν μέχρι τῆς ἄνω διατάσεως , ἡδεῖάν τινα καὶ δυσαπάλλακτον τὴν θεωρίαν ἔχοντος τοῦ
δὲ εἰς τοὐπίσω , ἢ εἰς τὸ ἔμπροσθεν , ἄνευ διατάσεως : ἡ μὲν γὰρ ἐκ συγκάμψεως ἀθρόας , ἐντιθεμένου
5692788 ἀλυοντα
βοῦς ἐκ τῆς Δόρκωνος ἀγέλης . Λαμβάνουσι καὶ τὸν Δάφνιν ἀλύοντα περὶ τὴν θάλασσαν : ἡ γὰρ Χλόη βραδύτερον ὡς
χοροὺς ηὔλουν . ” [ Οὐκ ἔστιν ἀπόνως οὐδ ' ἀλύοντα κερδαίνειν . ὅταν καμὼν δὲ τοῦθ ' ἕλῃς ὅπερ
5691739 προσισχουσιν
Κύζικον πολυτελῶς ἔθαψαν . καὶ μετὰ τὴν ταφὴν πλεύσαντες Μυσίᾳ προσίσχουσιν . ἐνταῦθα δὲ Ἡρακλέα καὶ Πολύφημον κατέλιπον . Ὕλας
οἱ ἰητροὶ δι ' ἀπειρίην τὸν ὑγιέα πόδα πρὸς τοῦτον προσίσχουσιν , ἀλλ ' οὐ τοῦτον πρὸς τὸν ὑγιέα :
5691674 πυῳ
ἀποϲτήματοϲ καὶ μὴ ϲυρρηγνυμένου μετὰ τὸ λεπτοποιηθῆναι τὰ ἐπικείμενα τῷ πύῳ ϲώματα ἐπὶ τὴν διὰ χειρουργίαϲ ἔκκριϲιν τοῦ πύου τραπῶμεν
δέ ἐστι τὰ μὲν πτύελα , ὁκόταν γένηται ὅμοια τῷ πύῳ , τὰ δὲ οὖρα τὰς ὑποστάσιας ὑπερύθρους ἔχοντα ὁκοῖον
5690219 παισαντες
ὑπεναντίων τοῖς παρ ' ἡμῖν νομίμοις . ἄνθρωπον γὰρ κατεσπεισμένον παίσαντες εἰς νῶτον μαχαίρᾳ ἐμαν - τεύοντο ἐκ τοῦ σφαδασμοῦ
ἐκείνου ταῖς σφραγῖσι τὰς ὄψεις ἐπιβάλλοντος προβαλόντες τὰ ξιφίδια καὶ παίσαντες φονεύουσιν , ἔχοντές τε αὐτὰ πρόκωπα προπηδῶσιν . οἱ
5679108 Ὀργην
πέλας λύκος . Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως . Ὀργὴν ἑταίρου καὶ φίλου πειρῶ φέρειν . Πολλοὺς ὁ πόλεμος
μανίαν ποιεῖ . Ὁ συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος . Ὀργὴν ἑταίρου καὶ φίλου πειρῶ φέρειν . Ὀξὺς θεῶν ὀφθαλμὸς
5663038 ἐσβολης
, οὐκ ἀγνοῶν μὲν αὐτοὺς πολεμησείοντας αὑτῷ καὶ τῆσδε τῆς ἐσβολῆς αἰτίους γεγονότας , ὑποκρινόμενος δὲ καὶ πλείονας ὁμοῦ καὶ
ναυσὶν ἐς τὴν Μυτιλήνην καταπλεούσαις ἐπιβοηθήσωσιν . ἡγεῖτο δὲ τῆς ἐσβολῆς ταύτης Κλεομένης ὑπὲρ Παυσανίου τοῦ Πλειστοάνακτος υἱέος βασιλέως ὄντος
5659144 ἁλωνα
: οἱ δὲ ἐδέσμουν τὰ χειρόβολα καὶ ἔῤῥιπτον εἰς τὴν ἅλωνα . Οἱ δὲ ἐτρύγων ἀμπέλους , κρατοῦντες μαχαίρας :
καὶ εἰ μὲν διὰ τοῦ ι γράφεται τὸ σημαῖνον τὴν ἅλωνα , ἀπὸ τοῦ ἀλοιῶ γέγονεν παρὰ τὴν τῶν ἀσταχύων
5657177 ληιης
τούτους φυλάκους τῆς οἰκίης πάσης ὑπεραιωρέεσθαι . Ζώουσι δὲ ἀπὸ ληίης τε καὶ πολέμου . Ἀγάθυρσοι δὲ ἁβρότατοι ἄνδρες εἰσὶ
κὠ τάπης ἦμιν , τὸ τοῦ λόγου δὴ τοῦτο , ληίης κύρσηι . ἐπὴν δ ' ἐλεύθερός τις αἰκίσηι δούλην
5652474 ἐντιθηϲι
ἡδύοϲμον κενώϲειϲ τὸ πλῆθοϲ . αὐτὰ δὲ ταῦτα καὶ τόνον ἐντίθηϲι τῷ μορίῳ , διὸ καὶ μέχρι παντελοῦϲ ἰάϲεωϲ χρῆϲθαι
τὰ κατὰ τὸ ϲῶμα περιττὰ καὶ πρὸϲ τούτοιϲ ἔτι ῥώμην ἐντίθηϲι τοῖϲ ὀργάνοιϲ . ἐπιτήδειοϲ δὲ καὶ πρὸϲ τὰϲ τῶν
5650384 ἀνιωμενου
, ἄλλος δὲ πρεσβύτου , ἄλλος δὲ γεγηθότος , ἄλλος ἀνιωμένου . Εἰσὶ δὲ αἳ μὲν ἠθικαί , αἳ δὲ
πεπτώκαμεν εἰς ἀρρωστίαν . τί γὰρ ἡμῖν ἡδὺ σοῦ γε ἀνιωμένου ; Σελεύκῳ δὲ ἄρα ἔπρεπε καὶ τοῦτο ἀγγεῖλαι τὸ
5649571 ἐπιταθεισης
ἂν ἀπὸ τῶν κατὰ φύσιν πρὸς τὸ πυρρὸν χωροῦντα , ἐπιταθείσης δὲ τῆς θερμότητος , προσεπιδοθείη ἂν καὶ τὰ χρώματα
γε μὴν ἄκρατα μέλανα ἔστι μὲν ὄτε ἐπὶ τὸ ἔσχατον ἐπιταθείσης θερμότητος σημεῖα πέφυκεν , ὁπόταν δηλονότι τούτων χλωρὰ ἡγήσωνται
5645612 φιλοτιμουμενοι
αὐτοῦ μνήματα , ἀφῆκεν αἰδεσθείς . ἐξαναλώθησαν δὲ τρυφαῖς εῖν φιλοτιμούμενοι πρὸς ἑαυτούς τε καὶ πρὸς τὰς ἄλλας ἁπάσας πόλεις
πατρὸς αὐτοῦ μνήματα , ἀφῆκεν αἰδεσθείς . 〚 ἐξαναλώθησαν δὲ φιλοτιμούμενοι πρὸς ἑαυτοὺς τρυφαῖς , καὶ ἡ πόλις δὲ πρὸς
5630354 ἰσχυρην
τῶν ῥινέων ῥύσιν , ἢ οὔρησιν πολλὴν , ἢ διαῤῥοίην ἰσχυρὴν , ἢ ἱδρῶτα , ἢ ἔμετον , γυναικὶ δὲ
τὰ ὑποχόνδρια , ἅτε ἰκμαλέα ἐόντα , καὶ πνίγα ποιήσει ἰσχυρὴν ἐξαπίνης . Ἐπιλαμβάνει γὰρ τὸν διάπνοον τὸν ἀμφὶ τὴν
5628738 περιοχης
, γλοιώδη , μυξώδη , ἰσχνότης τε τῆς τοῦ σώματος περιοχῆς γίνηται , μάλιστα τῆς γαστρὸς συμπιπτούσης , τοῦ τε
κεῖται ἐν αὐτῷ οὔτε παρατάσεώς τινος κατὰ διάστασιν οὔτε τοπικῆς περιοχῆς οὔτε ἀποδιαλήψεως μεριστῆς οὔτε ἄλλης τοιαύτης ἐν τῇ παρουσίᾳ
5625692 διψυχιας
δούλευε τῇ ἐχούσῃ δύναμιν τῇ πίστει , καὶ ἀπὸ τῆς διψυχίας ἀπόσχου τῆς μὴ ἐχούσης δύναμιν , καὶ ζήσῃ τῷ
δυσκόλως σωθήσεται . καθάρισον οὖν τὴν καρδίαν σου ἀπὸ τῆς διψυχίας , ἔνδυσαι δὲ τὴν πίστιν , ὅτι ἰσχυρά ἐστι
5624956 σπασμωδεα
φάρυγγι ἰσχνῇ ἀλγήματα πνιγώδεα , ἀπὸ κεφαλῆς ἀλγηδόνος ὁρμώμενα , σπασμώδεα . Αἱ τραχήλου καὶ μεταφρένου ψύξιες , δοκέουσαι καὶ
Ξυμβαίνει δὲ τοῖσι τοιούτοισι , καὶ ἐμέτους ἐπιγίνεσθαι καὶ τὰ σπασμώδεα ἐπὶ τελευτῇ , καὶ ἐνίους κλαγγώδεας εἶναι , καὶ
5621776 σημειωσεως
μὴ προσλαμβάνον τὸ ς : τὸ μέντοι κέκλιμαι οὐ δεῖται σημειώσεως , κἂν ἀπὸ τῆς πέμπτης ἢ τῆς ἕκτης ληφθείη
' ἑκάτερον φαινομένων καὶ οὐκ ἀδήλων . διὸ οὐ δέονται σημειώσεως , οἷον τὸ μὲν στεγνὸν , ἐκ τοῦ πεπυκνῶσθαι
5620571 λακτιζει
κέντρα κῶλον ] πρὸς κέντρα κῶλον ἐκτείνει ὁ βοῦς : λακτίζει γὰρ κεντούμενος ὑπὸ κέντρου : ὥστε λακτίζων πρὸς κέντρον
τοῦ φόβου . ἡ καρδία μου διαπαντὸς ἐκ τοῦ φόβου λακτίζει , σφύζει , καὶ πάλλεται καὶ λακτίζει τὴν φρένα
5616819 καθεσιν
αὐτὸ διὰ τῶν δακτύλων ἐπὶ πλευρὰν στρέφειν , ὅπως εἰς κάθεσιν τῇ χειρὶ γένηται τόπος . εἰ δὲ αὐτόθεν ἐπὶ
τοὺς ὄφεις διὰ τῆς αὐτῆς ἕλκεσθαι : ἰδίᾳ δὲ εἰς κάθεσιν κεχρησίμευκεν , ὡς ἔμπροσθεν ὑπεδείξαμεν . ἐπὶ δὲ τῶν
5607736 ἀναδρομην
ἐκ τῆς συνεχοῦς μελέτης τὴν ἐπ ' ἄκρους τοὺς κλάδους ἀναδρομὴν ποιοῦνται πάντες ὥστε ἄπιστον εἶναι τὸ γινόμενον : καὶ
ὀλίγον ἐν τῇ ζωῇ διαρκοῦν . ὅτε δὲ πρὸς θαλερὰν ἀναδρομὴν σώματος τριχώσεις αὐτὸν σκέπουσαι ἐποίουν αὐτῷ δηλονότι μέλαν γένειον
5607043 ῥυσιος
] λαπαρὰ , πρόσωπον ἐῤῥωμένον , οὐ λύεται χωρὶς αἵματος ῥύσιος ἐκ ῥινῶν πολλοῦ , ἢ σπασμοῦ , ἢ ὀδύνης
διὰ τῆς θηλῆς ἰχὼρ ὕφαιμος ἔῤῥει : ἐπιληφθείσης δὲ τῆς ῥύσιος , ἀπέθανεν . Τῷ Δεινίου παιδίῳ ἐν Ἀβδήροισι μετρίως
5606544 συλλογης
κατ ' ἀξίαν ἀπονέμων . Ἔθος δὲ νόμιμον ἔγγραφον ἐκ συλλογῆς συνιστάμενον παραδειγμάτων , ὡς τὸ τεττιγοφορεῖν Ἀθηναίοις . Περὶ
τε Ἀθηναίων καὶ Ἰώνων , τὸν δὲ ἡγεμόνα γενέσθαι τῆς συλλογῆς ὥστε ταῦτα συνυφανθῆναι τὸν Μιλήσιον Ἀρισταγόρην , πρῶτα μὲν
5605091 διαστελλομενης
λέγω τὸ μὲν μέσον σημεῖον κατὰ τὴν σύμπτωσιν τῆς ἀρτηρίας διαστελλομένης οὑτωσοῦν ἐπὶ τὰ ἔξω ῥεῖν καὶ πάλιν ἀπὸ τῶν
τῆς ἀποθεραπείας τρόπος οὐκ ἔναιμος , ἀλλὰ συσσαρκωτικὸς ἐπαγέσθω , διαστελλομένης σφόδρα τῆς διαιρέσεως ἢ τῶν διαιρέσεων πρὸς τὸ μὴ
5604107 κατοχως
ἡττᾶσθαί τινος , ἐσπουδακέναι περί τινα , ἐνθέως ἔχειν , κατόχως , ἐμπύρως , διαπύρως : φλέγεσθαι τῷ πόθῳ ,
ἐκ πόνου ἀφωνίαι , δυσθάνατοι . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος κατόχως ἀφωνίαι , ὀλέθριοι . Αἱ κατακλώμεναι φωναὶ μετὰ φαρμακείην
5603993 Ἀποδεχομαι
ὑγίειαν καλὸν ἡμῖν ἔργον ἀπεργάζεται , εἰ ἀποδέχῃ τοῦτο . Ἀποδέχομαι . Καὶ εἰ τοίνυν με ἔροιο τὴν οἰκοδομικήν ,
ὑπὸ μοχθηροῦ , ἂν ἔχῃ δὴ ἀναφαίρετον τὸ ἀγαθόν . Ἀποδέχομαι τοῦ λόγου τῆς γνώμης τῷ ἡμαρτημένῳ προστιθέντος τὴν ἀδικίαν
5603767 συνεχειας
ταῦτα δὲ καὶ πεπονθότα διά τινα δυσκρασίαν ἢ ἔμφραξιν ἢ συνεχείας λύσιν , τοῦ μὴ ὁρᾷν ἢ κακῶς ἡμᾶς ὁρᾷν
ἐν τῇ καταγματικῇ ἀγωγῇ πρώτως δύο , ἅτινα λύσεώς εἰσιν συνεχείας . ἢ γὰρ ἐγκαρσίως τέμνεται ἢ ἐπ ' εὐθείας
5603146 ἀστρολαβῳ
περὶ τὰς κγ μοίρας ὄντος τοῦ Τοξότου ἐμεσουράνει ἐν τῷ ἀστρολάβῳ Παρθένου μοῖρα βʹ , καθ ' ὃν χρόνον ὁ
Καρκίνου μοίρας ιϚ ια , ἐμεσουράνει δ ' ἐν τῷ ἀστρολάβῳ ἡ βʹ μοῖρα τοῦ Κριοῦ : τότε δὲ πρὸς
5602326 ἀπολαμβανομενης
τὸ δὲ περιεχόμενον σχῆμα ὑπό τε τοῦ κύκλου καὶ τῆς ἀπολαμβανομένης ὑπὸ τοῦ τέμνοντος ἐπιπέδου κωνικῆς ἐπιφανείας πρὸς τῇ κορυφῇ
ἐστι τὸ περιεχόμενον σχῆμα ὑπό τε τῆς διαμέτρου καὶ τῆς ἀπολαμβανομένης ὑπ ' αὐτῆς περιφερείας . κέντρον δὲ τοῦ ἡμικυκλίου
5598054 πλανου
κατὰ συμβεβηκός : πρώτην δὲ προηγουμένην αἰτίαν εἶναι καὶ τοῦ πλάνου καὶ τῆς ἕλικος τὴν κατὰ λοξοῦ τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου
οὐκ ἀφανὲς ὅτι μεταβὰς ἐπὶ τοὺς αὐτοσχεδιαστικοὺς λόγους ἀπορίας καὶ πλάνου καὶ ταραχῆς ἕξει πλήρη τὴν γνώμην . ἡγοῦμαι δὲ
5597486 θλιβεται
φίλον : ἀπῆλθεν , ἀπέσπεσεν [ ] τῆς ἐφαρμογῆς , θλίβεται , ζητεῖ τὰ μηδὲν πρὸς τὸ προκείμενον : ὅτι
, καὶ ὡς οὐ φέρει νέος , καὶ ὡς οὐ θλίβεται , καὶ ὡς ὑποπτεύει τιτρώσκεσθαι , καὶ ὅτι θαῤῥεῖν
5594321 παρενεχθεντες
' αὐτοῖς , ἐπεισπηδήσαντες ἅμα τοῖς ἵπποις διανήχεσθαι εἰθισμένοις , παρενεχθέντες ἀπώλοντο . δύο μὲν οὖν ἢ τριῶν ἡμερῶν σκηνοποιησάμενος
, τινὲς δὲ μετὰ πολλῆς κακοπαθείας ἐφ ' ἱκανὸν διάστημα παρενεχθέντες μόγις ἐσώθησαν . ἐπικειμένων δὲ τῶν πολεμίων καὶ παρὰ
5592832 κινευμενου
καὶ τὴν γαστέρα οὐκ ἐᾷ πίειραν γενέσθαι διὰ τάδε : κινευμένου τοῦ ἀνθρώπου , θερμαίνεται καὶ τὸ σῶμα καὶ τὰ
τετρημένου , εὐρυχωρίη γάρ ἐστι τῷ πνεύματι ἀπὸ τοῦ ὕδατος κινευμένου διαχωρέειν διὰ τοῦ ἀσκοῦ , καὶ διὰ τοῦ τετρημένου
5590793 παρεγκλισεως
. Περὶ προπτώσεως ὑστέρας , τοῦ αὐτοῦ ογʹ . Περὶ παρεγκλίσεως καὶ ἀποστροφῆς καὶ ἀναδρομῆς μήτρας , Ἀσπασίας οδʹ .
εὑρεθεῖσαν μοῖραν κρίνειν ὡροσκοπικήν : αὕτη γὰρ στιγμῇ διὰ τῆς παρεγκλίσεως ἑκάστης γενέσεως τὸν ἔλεγχον ἀποδείκνυσιν . ἐντεῦθεν δὲ ὁ
5590200 τελειοτατης
μετὰ τοῦτο διδάσκει περὶ ἑτέρας τινὸς μεσότητος ἁρμονικῆς τελειότητος . τελειοτάτης . ἁρμονικὴν δὲ αὐτὴν καλεῖ , ἐπειδὴ ἐκ τριῶν
ἐπιθυμητικόν , δικαιοσύνης δὲ περὶ πάσας ὁμοῦ τὰς δυνάμεις , τελειοτάτης οὔσης καὶ διὰ πασῶν , ἀρετῆς περιεκτικῆς τῶν ἄλλων
5587916 ἐφορωσι
αὐτῆς . ἐὰν δὲ σινωθείσης τῆς Σελήνης οἱ κακοποιοὶ αὐτὴν ἐφορῶσι κακὸν σημεῖον τῷ διώκοντι : οὐ γὰρ μόνον ἡττηθήσεται
. Ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . Οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν χώρην καὶ κατὰ τὰς
5583948 ἀντισπασεως
δὴ ποιήσομεν διὰ τοῦ προσάγειν τῇ κεφαλῇ κατὰ τὸν τῆς ἀντισπάσεως καιρὸν τὰ στύφοντα . ἐπὰν δὲ παυσώμεθα τὸν χυμὸν
κοινὰ τοῖς πεπονθόσιν . Ἐνταῦθα γενικούς τινας ἐκτίθεται τρόπους τῆς ἀντισπάσεως . χρὴ γάρ φησι τὴν ἀντίσπασιν ποιεῖσθαι ἢ ἐπὶ
5578979 ἐλπω
ἕω ἕσω ἑσὴς καὶ ἐσθής . Ἐλεφέρω . παρὰ τὸ ἔλπω τὸ ἐλπίζω , ἄλλο παράγωγον ἐλπαίρω , καὶ πλεονασμῷ
ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Ἑλλάς : ἑλλέβορος : ἔλπω : Ἔμπουσσα : μέλλω : Τερεντός : Βενεβεντός .
5572421 πεπονθοϲι
τραχύτηταϲ διὰ κραυγὴν ἢ χυμοῦ δριμύτητα ἐκλεαίνει , περιπλαττόμενα τοῖϲ πεπονθόϲι τόποιϲ καὶ προϲμένοντα ὥϲπερ τι κατάπλαϲμα καὶ τῷ τῆϲ
, ὅϲα ἀδάρκην ἔχει καὶ ὅμοια . εἶτα καταπλάϲματα τοῖϲ πεπονθόϲι τόποιϲ προϲάγειν , χαλᾶν καὶ διαφορεῖν δυνάμενα ϲὺν τῷ
5569844 ἐκλυονται
. ὅϲοι δὲ μοχθηρῶν χυμῶν δακνόντων τὸ ϲτόμα τῆϲ γαϲτρὸϲ ἐκλύονται , πίνειν διδοὺϲ θερμὸν ὕδωρ ἐμεῖν κέλευε : εἰ
δυϲχερῶϲ αὐτοῖϲ ἡ κάθαρϲιϲ προχωρεῖ καὶ πρὸϲ τούτοιϲ ἔτι ταχέωϲ ἐκλύονται οἱ τοιοῦτοι καθαιρόμενοι . χρὴ δὲ καθαίρειν βουλομένουϲ προλεπτύνειν
5565331 αἰωρουμενον
ὥστ ' οὐ μακρὰν ἔτ ' ἀμμενεῖ τοὐμὸν φρενῶν ὄνειρον αἰωρούμενον . Παράγεται γὰρ ἐνέρων δολιόπους ἀρωγὸς εἴσω στέγας ,
χονδρώδει , ὅπερ φησὶν ἐξηρτῆσθαι ἐντὸς τοῦ ὠτὸς κώδωνος δίκην αἰωρούμενον καὶ τυπτόμενον . Ἀλκμαίων ἀκούειν ἡμᾶς τῷ κενῷ τῷ
5561654 φιλονικιαν
μεγαλοφροσύνην καὶ εὐταξίαν καὶ ἀνδρείαν καὶ καρτερίαν καὶ φιλοπονίαν καὶ φιλονικίαν καὶ φιλοτιμίας τὰς Λακεδαιμονίων , παῖδ ' ἂν ἡγήσαιο
σωφρονοῦσα ἔπραττεν , ὅπως μὴ παροξύναι τὸν Ἀγαμέμνονα μηδὲ εἰς φιλονικίαν ἀγάγοι . δηλοῖ δὲ ὅμως , ὅπου φησὶν αὐτὴν
5558844 παρακμαζουσης
. ἄριστος συνουσίας καιρὸς πρὸς σύλληψιν ὁ παυομένης τε καὶ παρακμαζούσης τῆς καθάρσεως , καὶ ὁρμῆς καὶ ὀρέξεως πρὸς συμπλοκὴν
ἢ ὑδρελαίου , καὶ μᾶλλον εἰ σκύβαλον εἴη κατεσχημένον : παρακμαζούσης δὲ τῆς διαθέσεως κηρωταῖς καὶ μαλακτικωτέροις πεσσοῖς , εἶτα
5552562 ἀπειληπται
ὀρθὸν ἐφέσταται τὸ ΡΘ καὶ τὸ τούτῳ συνεχές , καὶ ἀπείληπται περιφέρεια ἡ ΡΘ ἐλάσσων ἢ ἡμίσεια οὖσα τοῦ ἐφεστῶτος
ὀρθὸν ἐφέστηκε τὸ ΣΘ καὶ τὸ τούτῳ συνεχές , καὶ ἀπείληπται περιφέρεια ἡ ΣΘ ἐλάσσων ἢ ἡμίσεια οὖσα τοῦ ἐφεστῶτος
5552433 ἀπληκτων
Περὶ δαπάνης τῶν στρατιωτῶν καὶ τῶν ἀλόγων αὐτῶν καὶ τῶν ἀπλήκτων . Θʹ . Περὶ τοῦ βουλεύεσθαι μετὰ τῶν μεραρχῶν
Ηʹ . Περὶ δαπάνης τῶν στρατιωτῶν καὶ ἀλόγων αὐτῶν καὶ ἀπλήκτων . Θʹ . Περὶ τοῦ βουλεύεσθαι μετὰ τῶν μεραρχῶν
5549911 ἐγκειμενης
μὲν ἔδει τὰ τοιαῦτα ἐπὶ πλαγίαν φέρεσθαι , παντὶ προῦπτον ἐγκειμένης διαβιβαστικῆς διαθέσεως ἐπὶ πρόσωπον ὑποκείμενον , ὡς κατ '
τῶν καπνιζομένων κρεμαννύναι τόπων ξηρανθησόμενα τοῦ μὴ σῆψιν ὑπομεῖναι χάριν ἐγκειμένης αὐτοῖς τῆς ὑγρότητος . ἀλλ ' οὐδὲ γεωργεῖν καθ
5549608 ἀπορουσης
πλούτῳ προέχει , καὶ σύ μοι δοκεῖς οὐχ οὕτω τῆς ἀπορούσης θαυμάσαι τὸ κάλλος ὅσον αὐτῆς ἐλεῆσαι τὴν ἔνδειαν .
ἄν τις οἰκειότερον κατασκαφῆς νομίσῃ τῇ πόλει , πάσης ἤδη ἀπορούσης δυνάμεως . Ταῦτ ' ἄρα καὶ θείη ἄν τις
5544621 σκληρωμα
τῷ ὀσχέῳ [ τῆς ἕδρας ] , τὸν ὑπὸ τὸ σκλήρωμα τόπον διαιρεῖν χρή , συνδιαιρουμένου τῷ περιτοναίῳ τοῦ τραχήλου
δὲ ἧλος τὸ ἐπιδημίως καλούμενον καρφίον . ἥλῳ ἐειδόμενον : σκλήρωμα περὶ τὸ ἔσω τῶν χειρῶν καὶ τὸ πέλμα γινόμενον
5530404 ἐπιφερουσαν
. ὁ δ ' Ἀππίων ἄχος τὴν λύπην τὴν σιωπὴν ἐπιφέρουσαν . παρὰ τοῦτο δὲ καὶ τὸ ἀχεύων καὶ τὸ
πέρας εἰλήφει , ταύτην προσθεῖναι τοῖς χρώμασι ξίφος ἐκ μοιχείας ἐπιφέρουσαν τῷ συνοικοῦντι καὶ τοῖς ἐναντίοις ἀποκαλύψαι τὴν τόλμαν τῆς
5529133 δολιαν
οὕτω τῆς πάντων ἐπεβουλεύσαντο σωτηρίας καὶ τότε , πρόφασίν τινα δολίαν πλασάμενοι , ὡς οὐ πρὸς φυγὴν ἐκτρέπονται , πρὸς
ἐν ἑαυτῇ δεχομένη , ἐστοναχίζετο καὶ ἐστενοχωρεῖτο . ἐμηχανήσατο δὲ δολίαν , ἤγουν συνετὴν τέχνην . κατασκευάσασα γὰρ ἀπὸ ἀδάμαντος
5525737 εἰκαιοτητος
τῆς ἀλαζονείας δυσχερῆ παρακολουθεῖ , καὶ ἰδίως τὰ ἐκ τῆς εἰκαιότητος καὶ τὰ διὰ τῆς ὀργῆς τούτων οἷς οὕτω προσφέρεται
καὶ ὑπερηφανίας καὶ ὑπεροψίας , μετέχων δὲ καὶ πολλῆς ? εἰκαιότητος . τοιοῦτος [ ] γάρ ἐστιν , φησὶν ὁ
5525619 εὐστοχῳ
ὁ δὲ ὁμωνυμεῖ τῷ κατὰ τὴν τέχνην ἀκριβεῖ , τουτέστιν εὐστόχῳ . Ὑπερβατόν ἐστι φράσις ἀνὰ μέσον τὰ ἑξῆς ἔχουσα
Καναστραῖον μέγαν ἐγχώριον γίγαντα δυσμενῶν μοχλὸν ἔχοντα καὶ τὸν πρῶτον εὐστόχῳ βολῇ μαιμῶντα τύψαι ποιμνίων ἀλάστορα . οὗ δή ποτ

Back