συγκλεισθέντων ἢ δοκῶν ἐπιτεθεισῶν οἰκοδομεῖται φυλακτήρια : ἐπὶ δὲ τῶν διεξόδων πυλίδες ἐπιτίθενται . κατὰ δὲ τὸ μέσον αὐτῶν πύργοι
ἐγκαταλαμβάνουσι . τοιαίδε αἱ ἁρμονίαι συγκέκλεινται , ὅ τε τῶν διεξόδων κύκλος τειχῶν τε καὶ ὁ τῆς πάσης ἔφορος γῆς
6863001 διφθεραι
οἱ δὲ στίχοι τῶν κωπῶν ταρσώματα καλοῦνται . δέρρεις , διφθέραι . ἔστι δέ τις καὶ μηχανὴ καὶ τροχὸς καὶ
πόλει γὰρ εὐτυχοῦντες οἱ κακοὶ νόσος . εἰσὶν γὰρ εἰσὶ διφθέραι μελεγγραφεῖς πολλῶν γέμουσαι Λοξίου γηρυμάτων μηλοσφαγεῖ τε δαιμόνων ἐπ
6499111 καθεδραι
ἀστέων ] τοῦτο πρὸς τὸ ἔχοντι . ἐκλήθησαν αὐτοῖς αἱ καθέδραι , ἤτοι αἱ πόλεις . . Ἔνθα , ἤγουν
καὶ πλεονασμῷ τοῦ β , βαῦνος . Κληΐδες . αἱ καθέδραι παρὰ τὴν κλάσιν τῶν γονάτων . Κύμβαχον . τὸ
6493043 Διαφοροι
δὲ ληγούσης , χαμαίζηλον μέν , εὐτονώτερον δὲ ἔσται . Διάφοροί εἰσιν αἱ τῶν δένδρων φυτεῖαι . φανερὰ γὰρ δένδρα
δὲ ληγούσης , χαμαίζηλον μέν , εὐτονώτερον δὲ ἔσται . Διάφοροί εἰσιν αἱ τῶν δένδρων φυτεῖαι . φανερὰ γὰρ δένδρα
6466094 κοιλοτητες
καὶ ῥιπτασμοί , ἀναισθησίαι τε καὶ ἔμετοι , καὶ ὀφθαλμῶν κοιλότητες , καὶ μετρίως κεχηνὸς στόμα καὶ ἄλλα τοιαῦτα ,
τὰ πλατέα τῶν γομφίων , ὁλμίσκοι δὲ καὶ φάτναι αἱ κοιλότητες τῶν γνάθων , εἰς ἃς ἐμπεπήγασιν οἱ ὀδόντες .
6379537 ἐδυσαν
ὅτι τὸ πῦρ φεύγοντες διὰ τοῦ τοίχου παρὰ τὴν γῆν ἔδυσαν , ἐγένοντο μικροὶ δύο ὄρνιθες : καὶ ἔστιν ὁ
εἶμι γὰρ αὖθις ἐπ ' Ὠκεανοῖο ῥεέθρων . ” ἔδυντο ἔδυσαν . ἐδωδή βρῶσις . ἐδανῷ ἡδεῖ : “ ἀμβροσίῳ
6357806 γαληνας
τέμνει μέσον αὔλακος δὲ Κύπρις κρίνον ὣς ἴοις ἑλιχθέν διαφαίνεται γαλήνας . † ὑπερἀργύρωι † δ ' ὀχοῦνται ἐπὶ δελφῖσι
; Ἔοικεν . Ἔτι οὖν σοι λέγω νηνεμίας τε καὶ γαλήνας καὶ ὅσα τοιαῦτα , ὅτι αἱ μὲν ἡσυχίαι σήπουσι
6315014 κοτυληδονες
, καὶ αἱ τοῦ πολύποδος ἐν ταῖς πλεκτάναις ἐπιφύσεις παραγώγως κοτυληδόνες . καὶ τὰ κύμβαλα δὲ παρ ' Αἰσχύλῳ κοτύλαι
ἐν μιᾷ τῶν πλεκτανῶν , ἐν ᾗ αἱ δύο μεγάλαι κοτυληδόνες εἰσίν . εἶναι δὲ τοῦτο νευρῶδες μέχρι εἰς μέσην
6304324 ἐνιαυσια
καὶ ἐκσπερματοῦται , καθάπερ ῥαφανὶς γογγυλίς . ἔνια δὲ οὐκ ἐνιαύσια φέρει τὸν καρπὸν ἀλλὰ δίενα , καθάπερ σέλινον πράσον
εὖτ ' ἂν γεράνου φωνὴν ἐπακούσῃς 〚 ὑψόθεν ἐκ νεφέων ἐνιαύσια κεκληγυίης , 〛 ἥ τ ' ἀρότοιό τε σῆμα
6282335 μεσσῃσιν
' αὖτε ξανθοῖο κρόκου θυόεσσαν ἔθειραν δρέπτον ἐριδμαίνουσαι : ἀτὰρ μέσσῃσιν ἄνασσα ἀγλαΐην πυρσοῖο ῥόδου χείρεσσι λέγουσα οἷά περ ἐν
Δάφνης , ἧχί περ Ἀντιόχοιο ἐπώνυμος Ἀντιόχεια : αὐτὰρ ἐνὶ μέσσῃσιν Ἀπαμείης πτολίεθρον : τῆς δὲ πρὸς ἀντολίην κατασύρεται ὑγρὸς
6276415 χνοαι
] βαρυνομένων . βριθομένων ] βαρουμένων τοῖς ἐφεστῶσιν . θ χνόαι δέ εἰσι τὰ ἀκροξόνια περὶ ἃ αἱ χοινικίδες ,
, χλόη . τὸ δὲ πνοὴ οὐκ ἔχει δασύ . χνόαι ] αἱ ὀπαί . χνόαι ] αἱ σύριγγες .
6206142 ὀπαι
τοῖς γεωργικοῖς προσέθεμεν καὶ τὰ μελιττουργικά , ἰστέον ὡς αἱ ὀπαὶ καὶ αἱ καταδύσεις τῶν μελιττῶν καλοῦνται κύτταροι , οἱ
, ἤτοι τὰ ἅρματα περιφραστικῶς . θ χνόαι ] αἱ ὀπαὶ τῶν τροχῶν ἃς καὶ χοινικίδες καλοῦσιν . ἡμέτερον :
6177727 πυρεια
δὲ καὶ κιττὸς καὶ δάφνη καὶ ὅλως ἐξ ὧν τὰ πυρεῖα γίνεται : Μενέστωρ δέ φησι καὶ συκάμινον . ψυχρότατα
δὲ τοῖς εἰρημένοις καὶ τὰ τοιαῦτα σημειούμενος , ὅτι τὰ πυρεῖα ἄριστα καὶ κάλλιστα ἐκπυροῦται τὰ ἐκ τῶν ἐνύδρων ὡς
6165505 ἐπιπλευσαι
πάντας τοὺς ἐμπίπτοντας αὐτοῖς συνελάμβανον , ἵνα μὴ ἐπαγγείλωσιν αὐτοὺς ἐπιπλεῦσαι . αὐτούς : τοὺς ἑαλωκότας . καὶ οἱ μὲν
: ταῖς δὲ Λημνίαις ἐμίγησαν , πρὶν εἰς τὸν πόντον ἐπιπλεῦσαι . ἀλλ ' ἵνα ἐπὶ τὴν τοῦ γένους ἀρχὴν
6149079 ἁλκυονες
ἐν ἁλὶ κύειν . Ἀντίγονός φησιν , ὅταν γηράσωσιν αἱ ἁλκυόνες , κηρύλους καλεῖσθαι . Ἀριστοτέλης δὲ διῄρησεν ἁλκυόνα καὶ
Νηρηΐδων . . . Λευκοθέαν , Παλαίμονα , Ἀφροδίτην . ἁλκυόνες οὖν ἐκλήθησαν παρὰ τὸ ἐν ἁλὶ κύειν . Ἀντίγονός
6147928 αἰθριαις
περὶ τὰς τετταράκοντα . γίνονται δὲ οἱ μὲν πάγοι ταῖς αἰθρίαις , τὰ δὲ ψύχη μάλιστα ὑφ ' ὧν ἡ
τοτὲ δ ' ἐξαπιναίως ἐπιτρέχει κατὰ παλίρροιαν , ὅτε ἀὴρ αἰθρίαις καὶ νεφώσεσι καὶ ταῖς ἄλλαις μεταβολαῖς παντοίας ἐνδέχεται τροπάς
6144720 ἐπληθυνθησαν
πρώτου βιβλίου Ἐνὼχ περὶ τῶν ἐγρηγόρων . καὶ ἐγένετο ὅτε ἐπληθύνθησαν οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων , ἐγεννήθησαν αὐτοῖς θυγατέρες ὡραῖαι
ἰδὼν „ γάρ φησι ” κύριος ὁ θεός , ὅτι ἐπληθύνθησαν αἱ κακίαι τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς , καὶ
6135905 σιδηραις
ἀγκίστρωι μεγάλωι , ἔριφον ἢ ἄρνα ἐνδησάντων , καὶ ἁλύσεσι σιδηραῖς ἐναρμοσάντων . ἀγρεύσαντες δὲ τριάκοντα ἡμέρας κρεμῶσιν αὐτόν ,
οὖσα , ὅπου ῥοαὶ χύνονται ποταμοῦ θεοῦ Εὐφράτου . στήλαις σιδηραῖς κεχαραγμένα γράμματα ταῦτα , ὅσα πρὶν ἐχάραξα καὶ μέλλοντα
6119379 ἀκραις
ἐκ θυμὸν ἕληται . ἡ διπλῆ ὅτι πρώτῃσι ἀντὶ τοῦ ἄκραις . πρώτῃσι δὲ πύλῃσι πρὸς τὸ ἄξαντ ' ἐν
ἃ νῦν ἡμῶν ὁ νοῦς ταῖς ἐμπαθέσι κηλῖσι μεθύων , ἄκραις ἐπαφαῖς τὸ τοῦ λόγου κατανοεῖ . ὁ δὲ δὴ
6112344 ἐπερειδουσαι
ἔχονται , τὰ γένεια αἱ ἑπόμεναι τῶν προηγουμένων τῇ ὀσφύι ἐπερείδουσαι : ἡ τελευταία δὲ γενομένη τῇ πρόσθεν ἐπὶ πάσαις
ἔχονται , τὰ γένεια αἱ ἑπόμεναι τῶν προηγουμένων τῇ ὀσφύϊ ἐπερείδουσαι : ἡ τελευταία δὲ γενομένη τῇ πρόσθεν ἐπὶ πάσαις
6112032 αὐλακας
ἀπεφύσων . Ὀρθὰς δ ' αὔλακας ] * Τὸ ὀρθὰς αὔλακας πρὸς τὸ ἤλαυνε συναπτέον , τὸ δὲ ἐντανύσας διὰ
. Πνέον ] Ἔπεμπον , ἀπεφύσων . Ὀρθὰς δ ' αὔλακας ] * Τὸ ὀρθὰς αὔλακας πρὸς τὸ ἤλαυνε συναπτέον
6090512 δᾳδες
βωμοὶ δὲ ἐπίχρυσοι ἐστεφανωμένοι χρυσοῖς στεφάνοις : ὧν ἑνὶ παρεπεπήγεσαν δᾷδες χρυσαῖ δεκαπήχεις τέσσαρες . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι
νῦν φανός , καὶ λαμπὰς καὶ λαμπτὴρ καὶ φανοὶ καὶ δᾷδες . λύχνου δὲ διμύξου τῶν κωμῳδῶν Φιλύλλιος μνημονεύει ,
6073466 κρατουσαι
τάξεις τάσσειν , ἵνα μὴ ὡς κονδότεραι καὶ ὀλίγον διάστημα κρατοῦσαι μὴ δύνανται εὐκόλως τὰ κυνήγια περιλαμβάνειν , μήτε δὲ
ἐν ταῖς ὠδῖσι τὴν Ἀλκμήνην . καὶ αὗται μὲν ἐκαθέζοντο κρατοῦσαι τὰς ἑαυτῶν χεῖρας , Γαλινθιὰς δὲ δείσασα μὴ Ἀλκμήνην
6068070 προβολια
κυνηγέσιον ἐργαλεῖα ξίφη , δρέπανα , ἀκόντια , τόξα , προβόλια , ἄρκυες , ἐνόδια , δίκτυα , κυνοῦχος ,
οὖν ἀκόντια ἐνηγκυλῆσθαι δεῖ διὰ τὴν ἄφεσιν , τὰ δὲ προβόλια διὰ τὴν ἐκ χειρὸς χρείαν οὐ δεῖται ἀγκύλης .
6064815 περιλαμπεται
δοραὶ τὰς χρόας καὶ τοὺς κύκλους ἀναμὶξ ἔχουσιν , οἷσπερ περιλάμπεται μὲν αἴγλῃ πᾶσα ἡ ταύτῃ θάλαττα , ἀπολείπονται δὲ
καθάπερ γὰρ τὰ ὄμματα αὐγαῖς , καὶ ἡ διάνοια σοφίᾳ περιλάμπεται καὶ | ὀξυδερκέστερα ἐμβλέπειν ἐγχριομένη καινοῖς ἀεὶ θεωρήμασιν ἐθίζεται
6048233 ἑῳαι
ὑπὸ τοῦ ζῳδιακοῦ ἐπὶ τὰ πρὸς ἄρκτους , ἐκείνων αἱ ἑῷαι δύσεις τῶν ἑῴων ἐπιτολῶν προηγοῦνται , ὅσα δὲ ἀπολαμβάνεται
ἑῴα . Τῶν δ ' ἄλλων αἱ πλεῖσται τῶν ὀνομαζομένων ἑῷαι οἷον Πλειάδος καὶ Ὠρίωνος καὶ κυνός . Τῶν δὲ
6042879 διωρυγων
γεωργοῖς χρήσιμον τῆς τῶν ὑδάτων ταμιείας χάριν καὶ παραχωμάτων καὶ διωρύγων καὶ ἄλλων τοιούτων , καὶ τοῖς ἡγεμόσι τῶν προσόδων
καὶ συρίγγων τῶν ἐν αὐτοῖς καὶ ὑδρείων καὶ κλιμάκων καὶ διωρύγων ἐν ποταμοῖς καὶ λίμναις καὶ ὁδῶν καὶ γεφυρῶν .
6041779 σαγηναις
' ὁπότε φράσσωνται ἐπί σφισι πεπτηυίας ἰχθυβόλοι , κοίλῃσι περιπτύσσουσι σαγήναις ἀσπασίως , πολλὴν δὲ ποτὶ ῥηγμῖνας ἄγουσιν ἄγρην νόσφι
τὰ γῆς ἐποπτεύει . κυνηγέτας γὰρ ἄνδρας εἶδεν ἐξαίφνης ὁμοῦ σαγήναις καὶ σκύλαξιν εὐρίνοις , ἰδὼν δ ' ἔφευγε ,
6041590 συγκαυσας
μυρσίνῳ κατάχριε . ἄλλο . λαβὼν μελίσσας τὰς πλείστας καὶ συγκαύσας καὶ μίξας ἐλαίῳ καὶ τὰς τρίχας κατάχριε , φυλάττων
τόπον αὐτὸν κατάχριε . ἄλλο . ἵππου ποταμίου τὸ δέρμα συγκαύσας κατάχριε τὸν τόπον . ἄλλο . τῷ αἵματι χελώνης
6033905 οὐλοχυτας
τέτταρας δραχμὰς ἀποβάλω , φησί , τὴν προαίρεσιν ; τὰς οὐλοχύτας φέρε δεῦρο . „ τοῦτο δ ' ἐστὶ τί
' ἀμέγαρτον ὄφελλεν . αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' εὔξαντο καὶ οὐλοχύτας προβάλοντο , αὐέρυσαν μὲν πρῶτα καὶ ἔσφαξαν καὶ ἔδειραν
6030052 ἀποπερατουνται
αὖθιϲ ἀναϲτομουμένου . καὶ ποτὲ μὲν εἰϲ ὀϲτοῦν αἱ ϲύριγγεϲ ἀποπερατοῦνται , ποτὲ δὲ εἰϲ νεῦρον ἢ ἄλλο τι τῶν
οὐ μόνον δὲ τῶν ὀστῶν αἱ ἀποπερατώσεις εἰς λεπτὰ ὀστάρια ἀποπερατοῦνται , ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ὁμοιομερῶν , οἷον νεύρων
6019698 αἰγιαλοι
ἡ Ταπροβάνη κατὰ τὸ μέγεθος . Οἱ δὲ περὶ αὐτὴν αἰγιαλοὶ τὰ κήτη ἔχουσι , τὰ βοτὰ , τουτέστι τὰ
Εὐρυπύλου ὅτι τοὺς ἄλλους αἰάξουσι καὶ θρηνήσουσιν οἱ θῖνες καὶ αἰγιαλοὶ . . . οἵ τε μύρμηκες αἱ τραχεῖαι καὶ
6017001 σποραις
ἡ τῶν προγεγονότων τελείωσις . ἥρμοττε γὰρ διαφέροντας καὶ ταῖς σποραῖς , καὶ μάλιστα ἐν τοῖς μητρῴοις γένεσι , καὶ
ἐν τῷ ἑαυτῶν δόρατι καὶ τῇ ἀνδρείᾳ καὶ * ταῖς σποραῖς καὶ εὐγενείᾳ ὑψουμένους αἱ σαὶ χεῖρες ἤτοι σὺ καταξανεῖς
6011256 μαιαι
ἔτι αὐτὴ κυισκομένη τε καὶ τίκτουσα ἄλλας μαιεύεται . Αἱ μαῖαι , μέχρι δύνανται κυίσκεσθαι καὶ τίκτειν , οὐ μαιεύονται
| καὶ θάλπους ἐγγινομένας τοῖς σώμασι ζημίας , οὗ χάριν μαῖαι καὶ μητέρες , αἷς ἀναγκαία φροντὶς εἰσέρχεται τῶν γεννωμένων
6005003 ζωναις
βορείωι : ἀντίχθονες δὲ οἱ κατὰ διάμετρον ἐν ταῖς ὁμοίαις ζώναις οἰκοῦντες , οἷον ἐν τῆι βορείωι ἐν τῶι ὑπὲρ
ἀπάγουσι . κακόβιοι δὲ πάντες εἰσὶ καὶ ζώννυνται τὰς κοιλίας ζώναις πλατείαις ὅταν πίνωσιν . ἐπειδὰν δὲ σφοδρότερον πίνωσι ,
6003200 ἐμπνευματωσιν
ἐναλλαγῆς . ἐδήλωσεν οὖν ἡ Ἀφροδίτη ἐπεμβᾶσα τῷ Διῒ ὡς ἐμπνευμάτωσιν ἕξει ὁ γεννηθεὶς καὶ τῆς τραχείας ἀρτηρίας ὀδύνην .
μήτε διὰ στόματος μήτε διὰ τῆς ἕδρας ἐκκρίνηται , τὴν ἐμπνευμάτωσιν ὀνομαζομένην ἀποτελεῖ . Παρέπεται δὲ τοῖς πάσχουσι στομάχου βάρος
5997091 καμηλοι
τὸ δεξόμενον ; κἀνταῦθα οἷς ἦσαν ὄνοι καὶ ἡμίονοι καὶ κάμηλοι , σεμνοί τε καὶ τὰς ὀφρῦς ἐν τῷ μισθοῦν
, ἃ ηὗρε πλέον ἢ ἑβδομήκοντα τάλαντα , καὶ αἱ κάμηλοι δὲ τότε ἐλήφθησαν , ἃς Ἀγησίλαος εἰς τὴν Ἑλλάδα
5994775 συστροφαι
τῶν χοίρων : εὑρίσκονται δὲ κατὰ τὰς σιαγόνας τῶν συῶν συστροφαὶ ἀδενώδεις , αἷς τισιν ἐοίκασιν αἱ χοιράδες : τινὲς
. Γίνονται δὲ καὶ αἱ καταιγίδες ἐν τοῖς τοιούτοις : συστροφαὶ γὰρ ἐνταῦθα καὶ ἀθροισμὸς πνεύματος . Ὥσθ ' ὅταν
5992592 Θερμοπυλαι
ἐκ τῆς Ἀσίας ἀναμενῶν . δίοδος δ ' ἐστὶν αἱ Θερμοπύλαι στενὴ καὶ ἐπιμήκης , καὶ αὐτὴν περιέχει τῇ μὲν
Λοκρικὴν καὶ [ τὴν Οἰταίαν ] εἰρήκαμεν . αἱ τοίνυν Θερμοπύλαι τοῦ μὲν Κηναίου διεστήκασιν ἑβδομηκοντασταδίῳ πορθμῷ , παραπλέοντι δ
5989423 τασεσιν
διεζευγμένων ἔχοντας τὴν κατατομήν , ἵν ' ἐν ταῖς μέσαις τάσεσιν ἐκλαμβάνηται τὸ μέλος , ταῖς δὲ τὸ δὶς διὰ
κινήσεωνκαὶ ἔτι τὰ μὲν ἀνατολικὰ καὶ δυτικὰ μέρη ταῖς βαρυτάταις τάσεσιν , τὰ δὲ κατὰ τὰς μεσουρανήσεις ταῖς ὀξυτάταις .
5986777 ἐκλαγξαν
: τὰ γὰρ κάρηνα ἐπὶ ὄρους . . . . ἔκλαγξαν δ ' ἄρ ' οἰστοὶ ἐπ ' ὤμων χωομένοιο
σύριγγες αἱ ἑλίτροχοι , περὶ ἃς ἑλίσσονται οἱ τροχοί , ἔκλαγξαν , φησὶ πρὸς αὐτόν : τί οὖν , ὁ
5979000 νευραι
καὶ ἀγκῶνας δύο , ἤτοι κανόνας , ὅθεν δέδενται αἱ νευραί παρετείνατο ] ἐξήπλωσε καὶ πέζαις , τοῖς ὤμοις :
ἀλλὰ καὶ ὄργανόν τι ψαλτήριον . μέρη δὲ τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι ,
5974539 καιομεναι
σελαγοῖντ ' ] ἀντὶ τοῦ καίοιντο . σελαγοῖντ ' ] καιόμεναι λάμποιεν . ἐκπληττόμενος ὁ Δικαιόπολις ἐν τοῖς ῥηθεῖσι λέγει
. Αἱ ἐσχάραι αἱ μᾶλλον ὀπτηθεῖσαι τάχει ἐκπίπτουσιν . Αἱ καιόμεναι οὖλαι πρὸς τὸ ὀστέον καλλίονες γίνονται . Ἐπειδὰν δὲ
5973740 αὐλακες
ἀποκρύψεις μεγάλων ἀγαθῶν αἴτιαι γίνονται πᾶσι : δυομένων μὲν γὰρ αὔλακες ἀνατέμνονται πρὸς σπόρον : ἡνίκα δ ' ἂν μέλλωσιν
τῶν αὐλάκων , ταῖς αὔλαξι , τὰς αὔλακας , ὦ αὔλακες . Ἑνικά . Ἡ Σφίγξ τῆς Σφιγγός : πᾶν
5971478 κλειδες
. ἐπῄνουν δὲ τῶν θύννων καὶ τὰς κλεῖδας καλουμένας : κλεῖδες μὲν ὀπταὶ δύο παρεσκευασμέναι : αἷς τὰς θύρας κλείουσι
τραχήλῳ παρασφαγίς , ὅτι τὸ κοῖλον , ᾗ διεστᾶσιν αἱ κλεῖδες , καλεῖται σφαγή , ὑπ ' ἐνίων δὲ καὶ
5968547 Ἰοδαμαν
δὲ τῆς θεοῦ τὴν Μεδούσης ἐπεῖναι τῆς Γοργόνος κεφαλήν : Ἰοδάμαν δέ , ὡς εἶδε , γενέσθαι λίθον . καὶ
εἰς ἔριν τὴν εἰς ἀλλήλας χωρῆσαι , ἀναιρεθῆναί τε τὴν Ἰοδάμαν ὑπὸ τῆς Ἀθηνᾶς . . . . : Ἀγκαίωι
5966368 γεναμενης
, τὰ χείρονα μηνύει , ἐν δὲ ταῖς ἐπαναφοραῖς συνόδου γεναμένης Ἡλίου καὶ Σελήνης τε τῶν μεγάλων φωστήρων , οὗτος
. γάγγραινα δέ ἐστιν ὁδὸς ἐπὶ νέκρωσιν , ὅταν σήψεως γεναμένης μελαίνωνται τὰ μόρια . , , . = ,
5962873 ἀβρωτοι
τοὺς ἀπογινομένους , ἀλλ ' ἐξέκαμον : πανημέριοι γὰρ διακαρτεροῦντες ἄβρωτοι καὶ ἄσιτοι θέρους ἀντέχειν ὅλως οὐκ εἶχον . ἀπέθνησκον
χρόαν τὴν συμφυῆ , μαραίνεται δὲ αὐταῖς τὰ πτερὰ καὶ ἄβρωτοι γίνονται τοῖς ἰχθύσι , καὶ διὰ ταῦτα οὐ προσίασιν
5961214 ἐπιτονια
ὄζῃ ἀκίνητον μένον τὸ ὕδωρ ἐν τοῖς ἀγγείοις , δεῖ ἐπιτόνια γίνεσθαι ἐν τοῖς ἀγγείοις καὶ δοχεῖα μικρὰ παρατίθεσθαι αὐτοῖς
ἐν ταῖς ἐκθέτοις ἀποτορνώσεσι , τῷ δ ' ὀπισθίῳ προσέθηκεν ἐπιτόνια ἢ περιαγωγίδας . ἐνδεδεμένων δὲ τῶν ἀξόνων δυσὶ κρυπτοῖς
5959675 ἐτησιοι
γὰρ τῶν ἐν αἰσθητοῖς ἄριστα , δι ' ὧν αἱ ἐτήσιοι ὧραι καὶ τῶν καιρῶν αἱ περίοδοι τεταγμένως ἀποτελοῦνται ,
Σειρίῳ αὐτῷ τε Κρονίδῃ Διί . τοῖο ἕκητι γαῖαν ἐπιψύχουσιν ἐτήσιοι ἐκ Διὸς αὖραι ἤματα τεσσαράκοντα , Κέῳ δ '
5958354 ἐνηλατα
ἐκάλεσεν : σύριγγες : αἱ χοινικίδες , αἱ πλῆμναι : ἐνήλατα : τὰ ἐμβαλλόμενα ταῖς χοινικίσιν : ἐνήλατα : οἱ
ἢ ξύλων εὐτελῶν πεποιημένη κλίνη . ἀλλὰ γὰρ ἐλεφαντόποδες τὰ ἐνήλατα καὶ κλιντῆρες ὀστράκοις πολυτελέσι καὶ ποικίλαις χελώναις ἐνδεδεμέναις μετὰ
5951453 κοντων
βουλησόμεθα ἐλθεῖν ἐφ ' ἡμᾶς , τῶν νῦν ἀνθελ - κόντων ἐκποδὼν γενομένων . ἐγκλήματα δ ' , ὦ ἄνδρες
. ἐδόκει . . . . φὴν . . . κόντων χρόνων . . . μένον καὶ . . .
5949839 ἀρχιτεκτονικαι
βασιλεῖαι . ἀρχαὶ λέγονται καὶ αἱ τέχναι καὶ τούτων αἱ ἀρχιτεκτονικαὶ μάλιστα . πάλιν δὲ λέγεται ἀρχὴ ὅθεν γνωστὸν τὸ
οὐ χρῆται αὐτῇ πρὸς τὸ ἑαυτῆς τέλος , ὥσπερ αἱ ἀρχιτεκτονικαὶ ἔχουσι πρὸς τὰς ὑπ ' αὐτὰς τέχνας , ἀλλὰ
5947000 χοινικιδες
: σχετλιαστικόν , ὡς θλιβομένων τῶν πεπεδημένων : ὅτι αἱ χοινικίδες πέδαι τινές εἰσι : χοῖνιξ δὲ πᾶν περιφερὲς καὶ
ὅτι ] ἀντὶ μιᾶς . σύριγγες ] ἄξονες , αἱ χοινικίδες περὶ ἃς ἑλίσσονται οἱ τροχοί . σύριγγες ] περιφραστικῶς
5946188 ἀναχυσεις
καὶ ἡ κατὰ Ἄσταν ἀνάχυσις καὶ Νάβρισσαν . λέγονται δὲ ἀναχύσεις αἱ πληρούμεναι τῇ θαλάττῃ κοιλάδες ἐν ταῖς πλημμυρίσι καὶ
καὶ ζῴων καὶ φυτῶν ἀμυθήτους ἰδέας , ἔτι δὲ πελαγῶν ἀναχύσεις , ποταμῶν αὐθιγενῶν καὶ χειμάρρων φοράς , ἀενάων ῥεῖθρα
5941961 ὑπηρετικα
. τὰ μικρὰ δὲ πλοῖα τὰ ταῖς τριήρεσιν ἑπόμενα καλεῖται ὑπηρετικά . . . . οἱ συντεταγμένοι ] οἱονεὶ οἱ
ἐχθρῶν . καὶ πλοῖα ] τὰ φέροντα τὰ ἐπιτήδεια καὶ ὑπηρετικά φησιν . εἰς Πύλας ] Πύλαι ἦσαν τῆς Ἑλλάδος
5941661 κεραμισι
ἐπιβάλλουσι , καὶ κηπεύουσιν . εἴτε δὲ κονιάματι , εἴτε κεραμίσι τις κέχρηται , ἐπιμελεῖσθαι χρὴ καὶ τῶν περιλαμβανόντων τὸ
σιδηραῖς καὶ χαλκαῖς χρηστέον ἐστὶ λεπίσι καὶ ταῖς μολιβδαῖς - κεραμίσι καὶ τῷ φύκει διερῷ εἰς δίκτυα ἐμβαλόντα καὶ τοῖς
5938845 πετροβολους
χορηγίαν ἤρξατο κατασκευάζειν δύο χελώνας , τὴν μὲν πρὸς τοὺς πετροβόλους , τὴν δὲ πρὸς τοὺς ὀξυβελεῖς , ἀμφοτέρας δὲ
καὶ μαλάγμασι καὶ χολέδραις , ἄνωθεν κατασκευάσας , καὶ τοὺς πετροβόλους καὶ τοὺς ὀξυβελεῖς ἐπιστήσας , καὶ πρὸς τοὺς ἐκείνων
5938675 σιαγονια
ἐς ὕδωρ θερμὸν , προστιθέσθω πρὸς τὰς γνάθους καὶ τὰ σιαγόνια . Ἀναγαργάριστον δὲ αὐτῷ ποιέειν ὀρίγανον καὶ πήγανον καὶ
λαμβάνει καὶ ῥῖγος καὶ ὀδύνη τὴν κεφαλὴν , καὶ τὰ σιαγόνια οἰδίσκεται , καὶ τὸ πτύαλον χαλεπῶς καταπίνει , ἀποπτύει
5918301 διεπλεον
δὲ καὶ τότε , καὶ αὖθις ἕτερον στρατὸν ἄγουσαι , διέπλεον ἱστίοις στρογγύλοις , μέχρι πᾶς ὁ στρατὸς καὶ ἐπ
τῶν Ἀντιόχου νεῶν ἔρημον ἐκ τούτου γενόμενον αἱ Ῥωμαίων νῆες διέπλεον καὶ τοὺς πολεμίους , ἔτι ἀγνοοῦντας , ἐκύκλουν .
5911243 χαμαιπετεις
] καλῶν τε καὶ γενναίων γενναίους φησὶ λόγους τοὺς μὴ χαμαιπετεῖς μηδὲ εἰκῇ συγκειμένους καὶ εὐκαταφρονήτους . [ , ]
ψάλιον οἴκων . ἄναγε μὰν δόμοι : πολὺν ἄγαν χρόνον χαμαιπετεῖς ἔκεισθε . τάχα δὲ παντελὴς χρόνος ἀμείψεται πρόθυρα δωμάτων
5908102 πυροφορος
εἰπεῖν ἡ μὲν λεπτὴ κριθοφόρος ἀμείνων , ἡ δὲ πίειρα πυροφόρος : αἱ μὲν γὰρ ἐλάττους καὶ κουφοτέρας δέονται τροφῆς
τὰς ἀρούρας πλουσίως λιμνάσαντος , τῆς δὲ πεδιάδος , ὅση πυροφόρος , ἀφθονώτατον ὑπ ' εὐγονίας τὸν τοῦ σίτου καρπὸν
5904087 χελωναις
νήσους κατοικοῦντες βάρβαροι κατὰ τοῦτον τὸν καιρὸν ἠρέμα προσνήχονται ταῖς χελώναις : πρὸς ἑκάτερον δὲ μέρος πλησιάσαντες , οἱ μὲν
στρατευμάτων , ὁ σὸς στρατηγὸς καὶ πάλιν Νικηφόρος κριοῖς , χελώναις , σφενδόναις ἐπιτρέπει βάλλειν τὸ τεῖχος , τὰς ἐπάλξεων
5901844 κοιλωματα
καὶ πρὸς ἀναγωγὰς αἵματος ἐνεργεῖ . Ἀναπληροῖ δὲ καὶ σαρκῶν κοιλώματα . Ἀλλὰ καὶ τοῖς πλέουσι σωτήριον εἶναι , ἐὰν
δὲ εἰς τὸ ἕκτον ἔτος , ἀναπληροῦνται τῶν πρώτων τὰ κοιλώματα . ἐπιλαβόμενος δὲ τοῦ ἑβδόμου πάντας ἴσχει συμπεπληρωμένους ,
5901481 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
5895290 νιφαδες
σῖτον αἱρουμένῳ πολλάκις . τὸ πολὺ δὲ ἐποίουν καὶ αἱ νιφάδες , ἡνίκ ' ἂν ἀλλήλοις ἐντύχοιμεν . οὐ γὰρ
ἀπάνευθε νεῶν ἐχέοντο θοάων . ὡς δ ' ὅτε ταρφειαὶ νιφάδες Διὸς ἐκποτέονται ψυχραὶ ὑπὸ ῥιπῆς αἰθρηγενέος Βορέαο , ὣς
5893404 Τρωασι
μιᾶς τῶν Ἰλιάδων Ῥώμης . ταύτην δὲ λέγει ταῖς ἄλλαις Τρωάσι παρακελευσαμένην κοινῆι μετ ' αὐτῆς ἐμπρῆσαι τὰ σκάφη βαρυνομένην
μιᾶς τῶν Ἰλιάδων Ῥώμης . ταύτην δὲ λέγει ταῖς ἄλλαις Τρωάσι παρακελευσαμένην κοινῇ μετ ' αὐτῶν ἐμπρῆσαι τὰ σκάφη βαρυνομένην
5893221 βιαις
εὐεργεσίαις πειρᾶσθαι κατέχειν , ἀλλὰ μὴ ταῖς ἀνάγκαις μηδὲ ταῖς βίαις . τῶν δὲ προγόνων μιμεῖσθαι μὴ τοὺς πρὸ τῶν
δυσεπινόητον ἔχει τὴν ἀναγωγήν , ἑκάστου διαπο - ροῦντος τίσι βίαις τὰ τηλικαῦτα βάρη τῶν ἔργων ἐμοχλεύθη . τετραγώνου δὲ
5892150 ἀκριβειαι
ὥς φησιν ὁ Δ . , . τὸ κεραύνιον πῦρ ἀκριβείαι καὶ λεπτότητι θαυμαστόν ἐστιν , αὐτόθεν τε τὴν γένεσιν
τάφρου πηδῶντας ἔστησεν Φρύγας : εἴρηται γὰρ φειδωλίαι ἀντὶ τοῦ ἀκριβείαι . . . . : . . . .
5883784 νεουσι
αὐτὸ καὶ ἥσυχον καταπνέον , τηνικαῦτα ἐπιθαρροῦσι τῷ πελάγει . νέουσι δὲ κατὰ στοῖχον , καὶ ἀλλήλων ἔχονται , τὰ
' ὧν γλυκύτερος καὶ ποτιμώτερος ἄλλης θαλάττης ὁ Πόντος . νέουσι δὲ οἷον στρατιωτῶν φάλαγξ ἐπὶ ὀκτὼ καὶ ἐφ '
5882257 φθανουσαι
. τοῦτον δὲ τὸν τρόπον αἱ θεῖαι φιλοῦσι συμβαίνειν δωρεαὶ φθάνουσαι καὶ τὰ χρόνων διαστήματα . τρίτοι δέ εἰσιν οἱ
τε ἐν αὐτῇ μύες καὶ μέντοι καὶ γαλαῖ , καὶ φθάνουσαι τὴν κατένεξιν ἐξοικίζον - ται . τοῦτό τοί φασι
5880588 ἐσχαραι
μυρίων κατεσκευασμένος χρυσῶν . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ θυμιατήρια χρυσᾶ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι καὶ Δελφικοὶ τρίποδες καὶ φοίνικες ἐπίχρυσοι ὀκταπήχεις καὶ
Ἴσις ἔμμοτος μετὰ μέλιτος . ὅταν δ ' ἐκπέσωσιν αἱ ἐσχάραι , καὶ διὰ τῶν ἐπιτυχόντων σαρκοῦνται τὰ τοιαῦτα τῶν
5879753 συντριβωνται
, ἵνα δυσέμπρηστοί τε ὦσι καὶ ὑπὸ τῶν πετροβόλων μὴ συντρίβωνται καὶ οἱ πολέμιοι μὴ πλησιάσωσιν αὐταῖς , ἐκ δὲ
γὰρ καὶ ἀμφιπλεύρους τὰς θυρίδας αὐτῶν ποιήσομεν , ἵνα μὴ συντρίβωνται ὑπὸ τῶν λιθοβόλων : ἔτι δὲ οὐ ῥᾳδίως τὰ
5877264 λαμπασιν
γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται , ἀελίου δ ' ἀναβλέπει λαμπάσιν . μῆτερ , παρών μοι καὶ πατὴρ μετασχέτω τῆς
, ὁ ταύτης πατὴρἡ γὰρ θάλασσα δυσχερῆ ταύτην ἐποίει , λαμπάσιν πάλιν αὐτὴν ἀνεζώωσεν ἤγουν ἡλίου κινήσεσι καὶ χρόνοις πάλιν
5874523 ῥανισι
ὄρθρον ἄνοιξον τὰ ἀγγεῖα , καὶ εὑρήσεις τοὺς κηφῆνας ταῖς ῥανίσι τῶν πωμάτων προσκαθημένους . ἀεὶ γὰρ μεστοὶ τοῦ μέλιτος
λέγους ' ἀπίστους ἡδονὰς ἀπαγγελεῖ . κατολοφύρομαι σὲ τὸν χερνίβων ῥανίσι μελόμενον αἱμακταῖς . οἶκτος γὰρ οὐ ταῦτ ' ,
5873652 ἁρμονιαι
καὶ τὸ ἐναντίον : τῶν δὲ τοιούτων ἑνωτικαί πως αἱ ἁρμονίαι , μεταξὺ δὲ ἀέρος καὶ πυρὸς πειθώ : κατ
ἑκατέρῳ τῶν στίχων : ἔπειτα πᾶσαι διαβεβήκασιν αἱ τῶν ὀνομάτων ἁρμονίαι διαβάσεις εὐμεγέθεις καὶ διεστήκασι πάνυ αἰσθητῶς , ἢ τῶν
5873146 κληιδες
θύρας ῥητέον , μοχλοὶ καὶ ὀχλεῖς καὶ κλεῖδες εἰσὶν καὶ κληῖδες , καὶ βάλανοι καὶ βαλανάγραι , καὶ κλεῖθρα καὶ
θνητῶν πολυμόχθων : ἐν σοὶ γὰρ λύπης τε χαρᾶς † κληῖδες ὀχοῦνται . τοιγάρ τοι , μάκαρ , ἁγνέ ,
5871152 πλημναι
πτωχεύεσκ ' Ἰθάκης . † ναι πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ μετὰ τοῦ ν αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες .
αὐτὰρ ὕπερθε χάλκε ' ἐπίσσωτρα προσαρηρότα , θαῦμα ἰδέσθαι : πλῆμναι δ ' ἀργύρου εἰσὶ περίδρομοι ἀμφοτέρωθεν : δίφρος δὲ
5863227 φαινομεναι
' αὐτῶν ἐξικνεῖσθαι : αἱ γὰρ τῶν βαρβάρων λόγχαι παχέαι φαινόμεναι ἀγχέμαχοι μέν , ἄφοβοι δὲ ἐς τὸ ἐσακοντίζεσθαι ἦσαν
: αἱ μὲν γὰρ αὐτῶν ἀληθιναὶ λέγονται , αἱ δὲ φαινόμεναι . Ἀληθιναὶ μέν , ὅταν ἅμα κατὰ ἀλήθειαν ἐπὶ
5860573 προσαπτονται
τόποι : ἔνιοι δὲ καὶ τῷ χρίσματι τούτῳ τῆς ἕδρας προσάπτονται . Προστίθησι δὲ ὁ Ῥοῦφος καὶ ταῦτα : εὔκολον
καὶ πάντες , ὅσοι τόπων ἰδιότητας λέγειν ἐπιχειροῦσιν , οἰκείως προσάπτονται καὶ τῶν οὐρανίων καὶ γεωμετρίας , σχήματα καὶ μεγέθη
5860436 σεσιδηρωμενα
: τὰ γὰρ πάχη τῶν ἀψίδων ὑπῆρχε πηχῶν δυεῖν , σεσιδηρωμένα λεπίσιν ἰσχυραῖς . πρὸς δὲ τὴν ἐκ πλαγίας μετάθεσιν
ἀγωγὴν ἐπὶ τῶν ἄλλων τίθεσθαι , καὶ προσείληπτο τῇ διώστρᾳ σεσιδηρωμένα λεπίσιν τὰ ἄκρα περόνῃ κεφαλωτῇ , ἥτις ἐν τῷ
5856227 παρυπαται
οἱ προσλαμβανόμενοι λέγουσι τω , αἱ ὑπάται τα , αἱ παρυπάται τη , οἱ διάτονοι τω , αἱ μέσαι τε
μὲν οὖν εἰσιν ὅσαι περ αἱ τῶν τετραχόρδων διαιρέσεις , παρυπάται δὲ δυοῖν ἐλάττους , τῇ γὰρ ἡμιτονιαίᾳ χρώμεθα πρός
5852802 εὐκρατοι
πόλους κλίμασι στρεφομένου τοῦ κόσμου . Ἑτερόσκιοι δέ εἰσιν αἱ εὔκρατοι , ἐπεί , ὅταν περὶ μεσημβρίαν γένηται ὁ ἥλιος
ὑπαγορεύουσιν εἰς μίαν τοῦ περιέχοντος φύσιν συναγόμεναι , αἵ τε εὔκρατοι παραπλησίως εἰς μίαν τὴν μεσότητα ἄγονται , εἰς δὲ
5850345 ὑπακουουσι
, ὡς ἂν ἐπήλυδες : βασιλεύονται δὲ ὑπὸ γυναικός , ὑπακούουσι δὲ τῶν ἐν Μερόῃ . τὰ δὲ κατωτέρω ἑκατέρωθεν
καὶ Ἴβηρες καὶ Κελτοὶ καὶ ἅπαντες οἱ λοιποὶ ὅσοι Ῥωμαίων ὑπακούουσι : τήν τε γὰρ Ἰβηρίαν οὐκ ἐπαύσαντο ὑπαγόμενοι τοῖς
5849610 ταυροισιν
μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν . Ἐπεὰν ὦν τῷ ἕρκεϊ πελάσωσι , τήν τε
μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ αἱ βόες τοῖσι ταύροισιν . ἐπεὰν ὦν τῷ ἕρκει πελάσωσι , τήν τε
5847489 ἐχομεναι
δ ' ἐστὶν ἡ Λυκία καὶ Βρυττία ἅτε δύο φύσεων ἐχόμεναι , πίσσης ἅμα καὶ ῥητίνης . Καλεῖταί τις καὶ
τελευτὴν καὶ μέσον ἔχει , ἀρχῆς καὶ ἀκμῆς καὶ παρακμῆς ἐχόμεναι . . : καὶ πρῶτον εἰς τοὺς Ἕλληνας μέτρα
5845189 ἐλελυντο
ἐρέτας . ἐπεὶ δὲ οἱ μὲν ἐφυγομάχουν , οἱ δὲ ἐλέλυντο καύματι καὶ πόνῳ , Τιμόθεος τὸ ἀνακλητικὸν ἐσήμηνεν καὶ
αἵ τε δὴ σπονδαὶ μετὰ τὴν ἄφιξιν τῶν πρεσβευτῶν εὐθὺς ἐλέλυντο , καὶ στρατιαὶ δύο κατεγράφοντο . . Ὅτι Ποστόμιος
5837546 κοιμωνται
ταρρὸς μετέωρόν τι ἰκρίον , ἐφ ' οὗ αἱ ἀλεκτρυονίδες κοιμῶνται . τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι .
Πρωτέως ἢ Νηρέως , τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται . τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν ὡς εἶναι
5836133 κοιται
βαρυπάλαμον ὄρσαι χόλον ; ἢ ἑτέρῳ λέχεϊ δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται ; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ
ὕπνοι , ἀγρυπνίαι . Τὰ ἐν ὕπνῳ , ἐνύπνια , κοῖται , καὶ ἐφ ' οἷσι , καὶ ὑφ '
5832298 περωσα
' ὁπότ ' ἂν βιοτέρμονος ὥρης φωτὶ Σεληναίῳ κρατέῃ σκολιωπὰ περῶσα , τῇ δ ' Ἄρης ἰσόμοιρα δι ' αἰθέρος
Μουσῶν ἔρις τεκεῖν μ ' ἔθηκε τόνδε δύστηνον γόνον . περῶσα γὰρ δὴ ποταμίους διὰ ῥοὰς λέκτροις ἐπλάθην Στρυμόνος φυταλμίοις
5831927 ὑπηρετειται
ταῦτα προσλαβών . ἔτι ἡ ἀνδρεία περὶ τὸν θυμόν : ὑπηρετεῖται γὰρ ὁ θυμός , ὡς ἔφην , τῷ ἀνδρείῳ
ἔνδοθεν τῆς ψυχῆς , ἀλλὰ προελομένης μόνον καὶ κρινάσης εὐθὺς ὑπηρετεῖται τὸ σῶμα . Δόξειε δ ' ἂν τὸν αὐτὸν
5825418 κεχαλασθαι
, ἤτοι τρίβεσθαι τὴν τροφήν . Μασχάλη . ἀπὸ τοῦ κεχαλᾶσθαι εἰς μαστὸν , ἢ εἰς ἣν χαλᾶται ὁ μῦς
ὕψος τὰ μὲν χειμάρροις ἀπερρῆχθαι , τὰ δ ' ὑπονοστήσαντα κεχαλᾶσθαι , πάντα δὲ διὰ πάντων ἤδη λελειάνθαι : νυνὶ
5824475 τεκουσαι
καὶ τὰ βρέφη δὲ τὰ νεαρὰ οὐκ ἄν ποτε αἱ τεκοῦσαι προδοῖεν , ἀλλὰ καὶ ἐκείνοις ἐκεῖναι πιστῶς παραμένουσι ,
λεγόμενον μύλον καὶ ἐσώθη . ἤδη μὲν οὖν τινες μὴ τεκοῦσαι αὐτὸν ἀνῃρέθησαν ὑπ ' αὐτοῦ , τισὶ δὲ καὶ
5821895 ταχειαι
ἀθροωτάτου : ἀπὸ τῶν τοιουτέων γὰρ ἀφεσίων τῶν τοξευμάτων , ταχεῖαι καὶ αἱ ἰσχύες καὶ τὰ μήκεα γίνονται . Ἐπιδέσει
μία φωνὴ ἐπ ' ἀμφοῖν : ὁμοίως δούλων φίλων : ταχεῖαι μέντοι ταχειῶν : οὐ γὰρ ὁμοφώνως τῇ ταχέων ἀρσενικῇ
5820342 ἀπολλυασι
καὶ ὅσα τοιαῦτα , ὅτι αἱ μὲν ἡσυχίαι σήπουσι καὶ ἀπολλύασι , τὰ δ ' ἕτερα σῴζει ; καὶ ἐπὶ
πρὸς τὰ μεθόρια τῆς Ἐπιδαυρίας . καὶ μίαν μὲν ναῦν ἀπολλύασι μετέωρον οἱ Πελοποννήσιοι , τὰς δὲ ἄλλας ξυναγαγόντες ὁρμίζουσιν
5819780 θαλασσιαι
ἐχρῶντο πρότερον πρὸ τῶν ψήφων : εἰσὶ δέ τινες κόγχαι θαλάσσιαι . “ σπονδῶν ” δέ , τῶν τῆς εἰρήνης
ὑπενήχετο ταῖς πέτραις τοὺς ἐσβληθέντας ἁρπάζειν : εἰσὶ δὲ αἱ θαλάσσιαι πλὴν μεγέθους καὶ ποδῶν ὅμοιαι ταῖς χερσαίαις , πόδας
5815231 ἐξελθωσιν
καὶ ὁρμήσωσι κατὰ τῶν πεμπομένων , δι ' ἑτέρου τόπου ἐξέλθωσιν ἀπαθεῖς , ἵνα μὴ ὁρμώντων τῶν ἐχθρῶν ἐκεῖθεν εἰς
καὶ ἅμα πυνθανόμενοι ἐν ὀλιγωρίᾳ ἐποιοῦντο , ὡς , ὅταν ἐξέλθωσιν , ἢ οὐχ ὑπομενοῦντας σφᾶς ἢ ῥᾳδίως ληψόμενοι βίᾳ
5811092 εἱατ
: “ Τηλέμαχ ' , ἤδη μέν τοι ἐϋκνήμιδες ἑταῖροι εἵατ ' ἐπήρετμοι , τὴν σὴν ποτιδέγμενοι ὁρμήν : ἀλλ
ἄλλαι νῆες ἐΰσσελμοι μένον ἁθρόαι , ἀμφὶ δ ' ἑταῖροι εἵατ ' ὀδυρόμενοι , ἡμέας ποτιδέγμενοι αἰεί , νῆα μὲν
5803196 θηλυκαι
ἠκάχημαι ἀκαχημένος . . . . Αἱ εἰς Η λήγουσαι θηλυκαὶ παροξύνονται : τυπτομένη τετυμμένη . Αἱ εἰς Α θηλυκαὶ
καὶ πλήττοντα τῷ κέντρῳ καὶ ἰοβόλον . εἰσὶ γὰρ καὶ θηλυκαὶ βέμβικες . τὰ οὖν αὐτά , φησίν , ἀλεξητήριά
5801449 φωλαδες
ὠτία δύσπεπτα , τρόφιμα δὲ μᾶλλον τηγανιζόμενα . αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι , βρομώδεις δὲ καὶ κακόχυλοι . ἐχῖνοι δὲ
ὦ λύκοι , ὦ θῶες , ὦ ἀν ' ὤρεα φωλάδες ἄρκτοι , χαίρεθ ' : ὁ βουκόλος ὔμμιν ἐγὼ
5794228 διαρρηγνυνται
τῶν ἀγοραίων τὰς συνήθεις ἀφιέντων φωνάς , οἷα βοῶντες ἀεὶ διαρρήγνυνται προσκαλούμενοι τοὺς παριόντας εἰς πρᾶσιν : δεινὴ γὰρ ἡ
ποικίλα ἐσθήματα τὰ περὶ τῷ σώματι αὐτοῦ στημορραγοῦσι , τουτέστι διαρρήγνυνται , καὶ γίνονται λακίδες καὶ σχίσματα ὑπὸ τοῦ ἄλγους

Back