γεωργοῖς χρήσιμον τῆς τῶν ὑδάτων ταμιείας χάριν καὶ παραχωμάτων καὶ διωρύγων καὶ ἄλλων τοιούτων , καὶ τοῖς ἡγεμόσι τῶν προσόδων
καὶ συρίγγων τῶν ἐν αὐτοῖς καὶ ὑδρείων καὶ κλιμάκων καὶ διωρύγων ἐν ποταμοῖς καὶ λίμναις καὶ ὁδῶν καὶ γεφυρῶν .
7590242 βληχαι
. βληχαὶ ] βοαί . Ξ βληχαὶ ] φωναί . βληχαὶ ] ἄσημοι βοαί . θ βληχαὶ ] ἄσημοι βοαί
ἔδει εἰπεῖν πρὸς τὸ ἐπιμαστιδίων : ἐπήνεγκε δὲ πρὸς τὸ βληχαὶ αἵτινες τῶν νηπίων ἦσαν . θ Ξ ἀρτιτρεφεῖς ]
7554147 συμφυων
' ὀργάνων σωματικῶν ἡ γνῶσις : διὰ γὰρ τούτων οἷον συμφυῶν ἢ συνεχῶν ὄντων οἷον εἰς ἕν πως πρὸς αὐτὰ
χώραν ὁ μὲν ἐλάχιστος ἀριθμὸς ὀκτώ , διαχωριζομένων δὲ τῶν συμφυῶν μυῶν , ὁ πλεῖστος δέκα , μέσος δ '
7437007 ἐφοδοι
ἀξίους μεγάλῃ ἐφόδῳ ἀντικαταστῆναι . Πολλάκις δὲ καὶ νυκτεριναὶ ἀδόκητοι ἔφοδοι κατὰ τοῦ φοσσάτου αὐτοῦ διὰ τὸ ἀδιακρίτως καὶ χύδην
ἐν νυκτὶ ἐπῆλθον τοῖς ἐναντίοις . Γίνονται δὲ αἱ νυκτεριναὶ ἔφοδοι ἁρμοδίως ὑπό τε πεζῶν καὶ καβαλλαρίων τοξοτῶν μάλιστα ,
7412905 λοχοισιν
γούνασιν εὐφόρτοισι καὶ ἔγκασι κουφοτέροισι . Κερδὼ δ ' οὔτε λόχοισιν ἁλώσιμος οὔτε βρόχοισιν οὔτε λίνοις : δεινὴ γὰρ ἐπιφροσύνῃσι
: τοὶ δ ' αὖτε κατὰ στίχας : οἱ δὲ λόχοισιν εἴκελοι ἢ δεκάδεσσιν : ὁ δ ' ἔρχεται οἶος
7393060 μεταπυργιων
ἐπάλξεις ἔχοντα , οἷα ἂν συμφέρῃ . τινὰ δὲ τῶν μεταπυργίων συντελεῖται ἐν τοῖς ἁρμόζουσι τόποις ἐπάλξεις μὲν ἔχοντα ,
τὴν θέσιν τε καὶ τὸ μέγεθος τῶν τε πύργων καὶ μεταπυργίων τὰς βάσεις καὶ ἀποστάσεις ἔτι τε προπύργια καὶ ἐπάλξεις
7375076 καταπλους
δὲ Πλακεντίας εἰς μὲν Ἀρίμινον εἴρηται : εἰς δὲ Ῥάουενναν κατάπλους τῷ Πάδῳ δυεῖν ἡμερῶν καὶ νυκτῶν . πολὺ δὲ
, ἐμπλεῖν , ἐκπλεῖν : καὶ ἔκπλους , ἀπόπλους , κατάπλους . ναυτίλλεσθαι , ἐρέττειν , κώπαις ἐλαύνειν , τριηριτεύειν
7267351 πληρουμενων
ὁτιοῦν λόγου , αἱ δὲ ἀναπαύσεις μὴ δι ' αὐτῶν πληρουμένων γίνοιντο , λέγω τῶν ποδῶν , ἀλλὰ μεταξὺ διακόπτοιντο
πολιτείας , καὶ τῶν στρατευμάτων ἀμφοτέρων χαρᾶς καὶ καλῶν ἐλπίδων πληρουμένων , ἡ πᾶσα σύνοδος ἐκ πολεμικῆς τάξεως εἰς πανηγυρικὴν
7264454 δραστηριοι
πόλεμοι οἱ λαιψηροί , ἤγουν οἱ σφοδροὶ τὴν ὁρμὴν καὶ δραστήριοι : ὑπὸ σοῦ κυβερνῶνται καὶ αἱ ἀγοραὶ αἱ βουληφόροι
δὲ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καταφεύγειν ἐδόκει , καὶ ἄνδρες οὕτω δραστήριοι καὶ πεῖραν ἔχοντες , καὶ συνενεγκόντες εἰς ταὐτὸ τὴν
7241484 πατουσι
τὸ τέτλαθι . . , : τραπέουσι : δηλοῖ τὸ πατοῦσι . παρὰ τὸ τρέπω . . , : τροπός
τοῦ σίτου σπαρέντος ἐπάγουσι τὰς ἀγέλας αὐτῶν . Αἱ δὲ πατοῦσι καὶ ἐς ὑγρὰν τὴν γῆν ὠθοῦσιν , ἵνα μείνῃ
7237297 διωρυξι
νήσους ἐποίησαν , ὥσθ ' ὅλην γενέσθαι πλωτὴν διωρύγων ἐπὶ διώρυξι τμηθεισῶν , αἳ κατὰ ῥᾳστώνην πλέονται τοσαύτην ὥστε καὶ
τούτου πρὸς ὀρθίαν ἀνάβασιν . πρὸς δὲ τῇ ἐρυμνότητι καὶ διώρυξι κρυπταῖς διατέτρηται πανταχόθεν μέχρι τῶν πεδίων ταῖς μὲν ὑδρείας
7232137 Περσιδες
. . . . . . . . . α Περσίδες . . . . . . . . .
χαῖρε βασίλισσα τῶν Περσίδων τῶν βαθυζώνων . βαθύζωνοι δὲ αἱ Περσίδες , διὰ τὸ κροσσωτὰς ζώνας ἔχειν . ταῦτα δὲ
7190183 κατεκλιθησαν
πάλιν γλώσσας ἀγοράσας ἐποίησεν ὡσαύτως . ἐλθόντες οὖν οἱ σχολαστικοὶ κατεκλίθησαν . μετὰ δὲ τὸ πιεῖν ἑκάστῳ γλῶσσαν παρέθηκεν ἐξ
οὐδὲν ἐλλιπὼν εἰς τὸ τιμᾶν τοὺς ἄνδρας . Ὡς δὲ κατεκλίθησαν , ἐκέλευσε τῷ Δωροθέῳ τοῖς ἐθισμοῖς οἷς χρῶνται πάντες
7178219 ἐγεμον
Περσῶν . χοιράδες ] αἱ θαλάσσιαι πέτραι . ἐπλήθυον ] ἔγεμον νεκρῶν . ἀκόσμως ] ἀτάκτως . ἠρέσσετο ] ἐχώρει
πτωμάτων . . χοίραδες ] θαλάσσιοι . πέτραι ἐπλήθυον ] ἔγεμον . . ἠρέσσετο ] ἐχώρει διὰ κωπηλασίας . .
7172907 Πυρετος
χρόνῳ ὕστερον κατεκλίθη : ᾤκει πλησίον τῆς ἄνω ἀγωγῆς . Πυρετὸς ἔλαβε καυσώδης , ὀξύς : ἔμετοι τὸ κατ '
τὰ μάλιστα ἐξεργαζόμενα τῶν νουσημάτων πλευρῖτίς τε καὶ περιπλευμονίη . Πυρετὸς δὲ ἀπὸ τῶνδε γίνεται : ὁκόταν χολὴ ἢ φλέγμα
7165670 φερουσων
τὰς ἄνω σατραπείας . οὐσῶν δ ' ὁδῶν δύο τῶν φερουσῶν εἰς Μηδίαν ἑκατέρᾳ προσῆν τι δυσχερές : ἡ μὲν
αἳ σὺν ὀλολυγῇ μανιώδει τῶν τέκνων ἐξήπτοντο καὶ νεῶν τῶν φερουσῶν αὐτὰ καὶ στρατηγῶν τῶν ἀγόντων ἀγκυρῶν τε ἐπελαμβάνοντο καὶ
7157540 ἁρμογαις
πλείους ἔχων τῶν ἑπτά . οἱ ἐννεάδεσμοι , ἤτοι ἐννέα ἁρμογαῖς ἤτοι δεσμοῖς καὶ ἁρμοῖς συνεχόμενοι . δεῖ δὲ ἀκούειν
μὲν οὖν λίθοι οἱ τετράγωνοι καὶ λευκοὶ καὶ συμφωνοῦντες ταῖς ἁρμογαῖς αὐτῶν , οὗτοί εἰσιν οἱ ἀπόστολοι καὶ ἐπίσκοποι καὶ
7140433 ἐπιπλευσαι
πάντας τοὺς ἐμπίπτοντας αὐτοῖς συνελάμβανον , ἵνα μὴ ἐπαγγείλωσιν αὐτοὺς ἐπιπλεῦσαι . αὐτούς : τοὺς ἑαλωκότας . καὶ οἱ μὲν
: ταῖς δὲ Λημνίαις ἐμίγησαν , πρὶν εἰς τὸν πόντον ἐπιπλεῦσαι . ἀλλ ' ἵνα ἐπὶ τὴν τοῦ γένους ἀρχὴν
7092835 εὐφοριαι
, οὕτω καὶ ἐνταῦθα . τῶν γαστέρων τὴν ταραχὴν αἱ εὐφορίαι δηλοῦσιν , ὥσπερ τὴν Ποσειδῶνος . ζʹ . Τὰ
ἢ μᾶλλον δυσφορίαι καὶ ἀθυμίαι καὶ λειποψυχίαι ἕπονται . καὶ εὐφορίαι μὲν ἐπὶ δεούσαις ἕπονται ἐκκρίσεσιν . ἀνάπαλιν δὲ ἐπὶ
7087270 ἀσθενεστεραι
αἱ κατὰ τοῦ ὀστέου τοῦδε ἀτροφώτεραι οὖσαι λεπτότεραί τε καὶ ἀσθενέστεραι γίνονται . ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν
γίνεσθαι τὴν ἀπαλλαγήν . Ἁπάντων δὲ τῶν φαρμάκων αἱ δυνάμεις ἀσθενέστεραι τοῖς συνειθισμένοις τοῖς δὲ καὶ ἀνενεργεῖς τὸ ὅλον .
7078003 ὑπωρειαι
: ὄρος γὰρ παρατείνει τραχὺ καὶ ὑψηλόν : εἶθ ' ὑπώρειαι σπιλαδώδεις μέχρι τῆς θαλάττης , τοῖς ἐτησίαις μάλιστα καὶ
καθ ' ἕκαστα διαφοραὶ δῆλον ὅτι κυριώταται , καὶ γὰρ ὑπώρειαι πολλαὶ καὶ παντοῖαι , καὶ τὸ ὅλον ὥσπερ μία
7064699 Λευκανων
προσεχεῖς αὐτοῖς Σαυνίτας . Πετηλία μὲν οὖν μητρόπολις νομίζεται τῶν Λευκανῶν καὶ συνοικεῖται μέχρι νῦν ἱκανῶς . κτίσμα δ '
' ἤδη γεγονυῖα καὶ ἔτι πλείων γενήσεσθαι νομιζομένη , εἰ Λευκανῶν τε χειρωθέντων καὶ δι ' αὐτοὺς τῶν προσοίκων ἀκολουθήσειν
7061567 ὀπτικων
τῶν ἐν αὐταῖς μεγίστων κύκλων , δῆλον ἐκ τῶν Εὐκλείδου ὀπτικῶν . ὅτι δὲ καὶ ἀδιαφόρῳ ἐλάσσονές εἰσιν αὐτῶν ,
ὅτι μὲν γὰρ ἐξέρχεταί τι τῶν ὀφθαλμῶν , τὸ τῶν ὀπτικῶν νεύρων πρὸς τὰ τῶν ἄλλων αἰσθητηρίων διάφορον παρίστησιν ἐναργῶς
7052868 πλημαι
τε ἐντὸς καὶ τὴν ἐκτὸς στηλῶν , ἣν ἐκβάλλουσιν αἱ πλῆμαι : ἡ δ ' ἐντὸς στηλῶν ἐλάττων ἀεὶ καὶ
: εὐτυχὴς δ ' ὁ ζῶν ἡδέως καὶ ἀλύπως . πλῆμαι καὶ πλῆμναι διαφέρει . πλῆμαι μὲν γὰρ αἱ πλημμυρίδες
7039680 ἐλελυντο
ἐρέτας . ἐπεὶ δὲ οἱ μὲν ἐφυγομάχουν , οἱ δὲ ἐλέλυντο καύματι καὶ πόνῳ , Τιμόθεος τὸ ἀνακλητικὸν ἐσήμηνεν καὶ
αἵ τε δὴ σπονδαὶ μετὰ τὴν ἄφιξιν τῶν πρεσβευτῶν εὐθὺς ἐλέλυντο , καὶ στρατιαὶ δύο κατεγράφοντο . . Ὅτι Ποστόμιος
7033135 φοιτωσαι
. μισέω τὰς δασυκέρκος ἀλώπεκας , αἳ τὰ Μίκωνος αἰεὶ φοιτῶσαι τὰ ποθέσπερα ῥαγίζοντι . καὶ γὰρ ἐγὼ μισέω τὼς
Θυιάδων . αἱ δὲ Θυιάδες γυναῖκες μέν εἰσιν Ἀττικαί , φοιτῶσαι δὲ ἐς τὸν Παρνασσὸν παρὰ ἔτος αὐταί τε καὶ
7021999 ἐσαλευε
ἔχοντες : ἐπεὶ δὲ ὁ βασιλεὺς φιλοτιμότερον ταῖς τε μηχαναῖς ἐσάλευε τὰ τείχη καὶ τὴν πολιορκίαν ἐνεργεστάτην ἐποιεῖτο κατὰ γῆν
. καὶ ἀπὸ τοῦ αἰγιαλοῦ τούτου , ἵναπερ ὁ στόλος ἐσάλευε , καὶ τῆς ἄκρης , ἥντινα καταντικρὺ ἀφεώρων ἀνέχουσαν
7018240 Ἐπιστημη
αἰτεῖν τοὺς θεούς ; Καὶ μάλα , ὦ Σώκρατες . Ἐπιστήμη ἄρα αἰτήσεως καὶ δόσεως θεοῖς ὁσιότης ἂν εἴη ἐκ
ἐν ποιότητι ἢ τοῦ ἐν μεγέθει καὶ τοῖς ἑξῆς . Ἐπιστήμη μὲν οὖν πᾶσα ἐκ πεπερασμένων ἀρχομένη [ τῶν ἰδίων
7013960 λεπτοτεραι
ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν ἀκεράτων εἶναι : λεπτότεραι γὰρ καὶ αἱ τούτου φλέβες . ταύτῃ τοι καὶ
, τὸ δὲ ἐξ ὕδατος εἰς ἀέρα καπνός : ὅθεν λεπτότεραι μὲν ὕδατος , παχύτεραι δὲ ὀσμαὶ σύμπασαι γεγόνασιν ἀέρος
7011414 δασος
δάσος τῶν ἴων . * ἤτοι τὰς σκιώδεις διὰ τὸ δάσος ἢ ὅτι τὰ ἴα τοιαύτην ἔχει χροιάν . .
τῶν ἐκεῖσε δρυῶν καὶ δρυμῶν : ἀπὸ τούτου καλεῖται τὸ δάσος . ἀΐουσα : ἀκούουσα . Ἰάνθη : εὐφράνθη ,
7006548 ὑστεριζοντων
τὰ πολεμικὰ χρήσεων καὶ μείζω τὰ σφάλματα τὰ ἀπὸ τῶν ὑστεριζόντων ἐν αὐτοῖς : ἀπὸ δὲ τῶν ἐν καιρῷ παραγιγνομένων
' αὐτοὺς ἐγένετο , τῶν ἀμφὶ Ῥωμύλον τε καὶ ἄλλων ὑστεριζόντων οὐ περιμείναντες τοὺς λοιποὺς ὁρμῶσιν ἐπὶ τοὺς πρώτους ἐμβοήσαντες
6999801 ἐκπηδωσιν
ἅπαντας : οἱ δὲ ἀποκτείναντες εὐμαρῶς ὀλίγους ὄντας τοὺς φύλακας ἐκπηδῶσιν ἀθρόοι . ἐκεῖνοι μὲν οὖν τὸ παραυτίκα ἔνθα ἐδύναντο
τὰ ἱερὰ ἀποδιδράσκοντες , ἅσμενοι καὶ οὗτοι ἐκ τῶν τεχνῶν ἐκπηδῶσιν εἰς τὴν φιλοσοφίαν , οἳ ἂν κομψότατοι ὄντες τυγχάνωσι
6989461 Ἐγνατια
Ἀπολλωνίαν ἐστίν . ἐκ δὲ τῆς Ἀπολλωνίας εἰς Μακεδονίαν ἡ Ἐγνατία ἐστὶν ὁδὸς πρὸς ἕω , βεβηματισμένη κατὰ μίλιον καὶ
: εἶτα Θεσσαλονίκεια Κασάνδρου κτίσμα ἐν ἄλλοις τετταράκοντα καὶ ἡ Ἐγνατία ὁδός . ἐπωνόμασε δὲ τὴν πόλιν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ
6982941 ἀμφιβολοι
. οἳ δ ' ἔπιπτον ἤδη λάβρως καὶ ἀθρόως , ἀμφίβολοι γεγονότες : καὶ ἀπέθανον αὐτῶν ἐς ὀκτακισχιλίους καὶ ὁ
ἔχω οὐκ ἀμαυρᾶς , ὅτι καλῶς μοι ἕξει . . ἀμφίβολοι : πανταχόθεν βαλλόμενοι . . . . . .
6982246 βδελλων
δὲ ταῦτα καταπλάσματα παρηγορικῶς ἀνιέντα καὶ σικύας καὶ κατασχασμόν , βδελλῶν προσβολὴν ἢ ἐγκάθισμα ἢ πυρίαν τὴν διὰ σπόγγων ,
. . Ἐκμυζηθείη δ ' ἂν τὸ δεινὸν κἀνταῦθα ὑπὸ βδελλῶν , εἰ προστεθεῖεν αὗταί γε τῷ τυπέντι τούτῳ :
6981265 λιμναιων
ἐνάριθμοι δὲ τοῖς καθαριωτέροις θαλαττίοις . Τῶν δὲ ποταμίων καὶ λιμναίων φέρει μὲν ὁ Νεῖλος κητώδεις σίμους τε καὶ φάγρους
, καὶ νῦν εἰσιν εὔοψοι , μεσταὶ δὲ καὶ τῶν λιμναίων ὀρνέων . ἐτμήθη δὲ ἡ διῶρυξ κατ ' ἀρχὰς
6981246 ἀμιδων
. κἄχεζεν ] ἤγουν ἀπεδήμει . χρυσῶν ὀρῶν ] ἤγουν ἀμίδων , οὐροδόχων ἀγγείων . ξυνήγαγεν ] συνήρμοσεν . Γ
καταβραχὺ κατεσθίοντος . Σταμνία : οἱ μὲν ἀμαθεῖς ἐπὶ τῶν ἀμίδων τάττουσιν , οἱ δ ' ἀρχαῖοι ἐπὶ τῶν οἰνηρῶν
6979018 ὀδμα
, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ⌋ ὄλβος : ὀδμὰ δ ' ἐρατὸν κατὰ ⌋ χῶρον κίδναται ⌊ †
. ἰδιοπεποιημένη ἡ φωνή . . τίς ἀχὼ , τίς ὀδμὰ ] ἴσως αἱ Ὠκεανίδες εὐωδίας ἔπνεον . αἰσθητὴ δὲ
6962655 πλακες
ἐπὶ θάλατταν ἀγωγῆς τῶν τηλικούτων φορτίων ὅμως καὶ κίονες καὶ πλάκες εἰς Ῥώμην κομίζονται θαυμασταὶ κατὰ τὸ μέγεθος καὶ κάλλος
. οὔτ ' οὖν ταῦτα ἰάσιμα οὔθ ' αἱ κατολισθάνουσαι πλάκες τῶν κρυστάλλων ἄνωθεν ἐξαίσιοι , συνοδίαν ὅλην ἀπολαμβάνειν δυνάμεναι
6956680 Καρπητανων
καὶ τῶν Καλλαϊκῶν καὶ Ὀυακκαίων , ἔτι δὲ Ὀυεττώνων καὶ Καρπητανῶν : ἐκ δὲ τῶν νοτίων Ὠρητανοί τε καὶ ὅσοι
καὶ ἄρκτον ὁ Ἄνας ποταμός , πρὸς δὲ τὴν ἕω Καρπητανῶν τέ τινες καὶ Ὠρητανοί , πρὸς νότον δὲ Βαστητανῶν
6952884 ἐπανθουσα
τῇ ἐφ ' ἧς ἐβεβήκεσαν . Ἐκεῖ δὲ χρόα ἡ ἐπανθοῦσα κάλλος ἐστί , μᾶλλον δὲ πᾶν χρόα καὶ κάλλος
μηκυνομένη καὶ ὠχριῶσα , ῥαγὶ παραπλήσιος . σῦκον σὰρξ ἑλκώσει ἐπανθοῦσα , ἄνωθεν πλατυνομένη , ἐπίπονος , βουβῶνας ἐγείρουσα .
6947064 περικυκλωσιν
. τὸ πλῆθος : τῶν νεῶν τῶν Πελοποννησίων . τὴν περικύκλωσιν : τὸ περικυκλωθῆναι ὑπὸ τῶν Πελοποννησίων . ἁθρόαις μέν
τῶν πεζῶν μόνων τε ὄντων καὶ κακοπαθούντων καὶ δεδιότων τὴν περικύκλωσιν φυγὴ πανταχόθεν ἦν ἐς τὰ στρατόπεδα . καὶ ἀπώλλυντο
6945185 πυκνουνται
καὶ βραδύτητος , ἀλλ ' ὅσῳ μὲν ἐπὶ τῶν παροξυσμῶν πυκνοῦνται καὶ ταχύνονται . καὶ δύναιτο ἄν τις αὐτοὺς λέγειν
εἰκάζει ἀλφίτοις καὶ μάζῃ διὰ τὸ πυκνόν . Γ ἐπειδὴ πυκνοῦνται ὅπου μὲν τὰ ἄλφιτα , ὅπου δὲ οἱ ἑστιώμενοι
6942959 πρεμνων
τε καὶ ὀσμύλους ἐκ τῶν κυμάτων προελθόντας καὶ διὰ τῶν πρέμνων ἀνερπύσαντας καὶ τοῖς κλάδοις περιπεσόντας καὶ ὀπωρίζοντας , καὶ
τοὺς μὲν ἄλλους τρόπους φύεται πάντας , ἀπὸ δὲ τῶν πρέμνων καὶ τῶν ξύλων οὐ φύεται : μηλέα δὲ καὶ
6929693 εὐπορουντι
, οὐ Κόρυδος ἀσύμβολος κινεῖν ὀδόντας . ἀγορὰν ἰδεῖν εὔοψον εὐποροῦντι μὲν ἥδιστον , ἂν δ ' ἀπορῇ τις ἀθλιώτατον
οὖν μοι σύνηθες τὸ ἔργον , ἅτε δὴ σφόδρα ὀλίγων εὐποροῦντι τῶν ἀρχετύπων . ὃν δὲ σύ μοι πίνακα πήγνυσαι
6928523 μονοχιτωνες
Κλεινοῦς δὲ τῆς οἰνοχοούσης αὐτῷ εἰκόνες πολλαὶ ἀνάκεινται κατὰ Ἀλεξάνδρειαν μονοχίτωνες ῥυτὸν ἔχουσαι ἐν ταῖς χερσίν . αἱ δὲ κάλλισται
κατακομιζόμεναι καὶ γυμνὸν μέρος τοῦ σώματος οὐδὲν φαίνουσαι , τότε μονοχίτωνες καὶ τὰς ἐσθῆτας περιρρήττουσαι μετ ' ὀδυρμῶν ἐκ τῶν
6923105 ἐξελαθεντων
Καπύην προπέμψας αὖθις ἦρχεν ὡς ὕπατος : οἱ δὲ τῶν ἐξελαθέντων στασιῶται , ὅσοι τῶν πλουσίων , καὶ γύναια πολλὰ
καὶ Σένονες καὶ Γαιζᾶται τὸ πλέον : τῶν δὲ Βοΐων ἐξελαθέντων , ἀφανισθέντων δὲ καὶ τῶν Γαιζατῶν καὶ Σενόνων ,
6920105 ἐρημωθηναι
ἀναστήσας εἰς Βαβυλῶνα μετῴκισεν . Συνέβη δὲ καὶ τὴν πόλιν ἐρημωθῆναι χρόνον ἐτῶν ἑβδομήκοντα μέχρι Κύρου τοῦ Περσῶν βασιλέως .
σφισιν , εἰ καταλαμβάνοι τὸ χρεὼν ἤδη καὶ τὰς Ἀθήνας ἐρημωθῆναι , τούτοις ἔχρησεν ἡ Πυθία τὰ ἐς τὸν ἀσκὸν
6919799 Ἐρυθρῃ
δέ σφεας Δαρεῖος κακὸν οὐδὲν ἄλλο ποιήσας κατοίκισε ἐπὶ τῇ Ἐρυθρῇ καλεομένῃ θαλάσσῃ , ἐν Ἄμπῃ πόλι , παρ '
τῶν ἐν τῇσι νήσοισι οἰκεόντων [ τῶν ] ἐν τῇ Ἐρυθρῇ θαλάσσῃ , ἐν τῇσι τοὺς ἀνασπάστους καλεομένους κατοικίζει βασιλεύς
6903102 Καμπανων
Καπύῃ Κυμαίων φυγάδες , ὧν ἦσαν ἐπιφανέστατοί τε καὶ πλείστους Καμπανῶν ἔχοντες ξένους οἱ Ἱππομέδοντος παῖδες τοῦ κατὰ τὸν Τυρρηνικὸν
χώραν . Ἐπὶ ταύτη δὲ τῇ Λατίνων χώρᾳ ἡ τῶν Καμπανῶν ἐστι λιπαρὰ γῆ , ὅπου ὁ οἶκος , ἤγουν
6900093 ἐπελευσιν
διαβολήν , παρθένῳ κίνδυνον , χήρᾳ ψόγον : ἐχθροῦ ἀποδημοῦντος ἐπέλευσιν δηλοῖ . Ὀφθαλμὸς ἀριστερὸς ἐὰν ἅλληται , ἥξει τις
εἴτε διὰ δύο , εἴτε καὶ διὰ τριῶν μερῶν τὴν ἐπέλευσιν ποιεῖσθαι . οὐδὲ γὰρ κατὰ τῶν τεσσάρων χρεία ,
6893626 ἐρεσσοντων
πέτραν τὴν πυγήν . νυνὶ δὲ οἰκείως εἶπεν ἐπὶ τῶν ἐρεσσόντων διὰ τὴν καθέδραν λεπτοπύγων ὄντων ἢ ἐστενωμένων τὰς πυγάς
: στῆσον κατάπαυσον καὶ ἄνες . ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ἐρεσσόντων : σχάσαι γὰρ τὸ ἐπισχεῖν τῶν κωπῶν τὴν εἰρεσίαν
6891213 Ἐνια
ζώων δι ' ὃ καὶ τούτοις παρέχομεν τοὺς ἅλας . Ἔνια δὲ καὶ αὐτὰ ἑαυτοῖς εὑρίσκει τὰ πρόσφορα πρὸς τὴν
ζῴων , καὶ οἷος ὁ ἱερὸς ἄνθρωπος πανταχοῦ ὑπάρχει . Ἔνια δὲ καθαγιαζόμενα λαμπροτέραν ποιεῖ τὴν οἰκειότητα , ὅσα τὴν
6890386 σκυθρωπων
φιλοδοξίας . Κἂν τὴν λοιπὴν Ἑλλάδα ἐπίῃς , ἀφθονίαν ὄψει σκυθρωπῶν διηγημάτων , ἄνδρα ἀνδρὶ συμπεπτωκότα , καὶ πόλιν πόλει
Σκῶλος καὶ δύσβατος . Εἰς Τροφωνίου μεμάντευται : ἐπὶ τῶν σκυθρωπῶν καὶ ἀγελάστων : οἱ γὰρ καταβαίνοντες εἰς Τροφωνίου ,
6884861 Ἀλπειων
Ἄλπεις εἰς τὴν Τυρρηνικὴν θάλασσαν , ὁ δὲ ἔνδοθεν τῶν Ἀλπείων ἐπὶ τὸν Ἰόνιον , Πάδος ἀντὶ Ἠριδανοῦ μετονομασθείς .
ἀναχεῖται μεγάλην , ἧς ἐφάπτονται καὶ Ῥαιτοὶ καὶ Ὀυινδολικοὶ τῶν Ἀλπείων τινὲς καὶ τῶν ὑπεραλπείων . φησὶ δὲ τὸ μῆκος
6884130 ἀνιαραι
, χαλεπαὶ δ ' ὧν ἀρχαὶ γεννῶνται ἐξ ὀστέων , ἀνιαραὶ δὲ ἐκ μυελοῦ ἐξαπτόμεναι . τελευταία δὲ νόσων αἰτία
ἐφεστακέναι , πάντως δ ' ἂν ἰδόντας εἴπερ ἐπέστησαν . ἀνιαραὶ γὰρ τοῖς τηλίκοις καὶ μάλιστα αἱ ἐκτενῶς νουθετήσεις ,
6878036 πληκτικοι
καὶ τὰς νύκτας πληγώδεις . οἱ δὲ κεκονιαμένοι στιλπνῷ κονιάματι πληκτικοὶ καὶ ἀπηνεῖς : ἔτι δ ' ἀπηνέστεροι οἱ ἀλιθοκόλλητοι
ἐπιτάσει τὴν διάθεσιν οὐ βίας δεομένης , ἀλλὰ πραϋσμοῦ . πληκτικοὶ δὲ καὶ οἱ ψόφοι καὶ οἱ τῶν χαλκωμάτων ἦχοι
6874811 ἑπτηρεις
, δωδεκήρεις δύο , ἑνδεκήρεις τεσσαρεσκαίδεκα , ἐννήρεις τριάκοντα , ἑπτήρεις τριάκοντα ἑπτὰ , ἑξήρεις πέντε , πεντήρεις ἑπτακαίδεκα :
πλεῖσται δὲ πεντήρεις . καὶ τὸ μὲν εὐώνυμον κέρας ἐπεῖχον ἑπτήρεις ἑπτὰ Φοινίκων , τετρήρεις δὲ τριάκοντα τῶν Ἀθηναίων ,
6871937 Βαιου
. εἶπον δὲ περὶ ἔκγονος καὶ ἔγγονος ἀλλαχοῦ * . Βαίου : ὄνομα κύριον . ὁ Βαῖος κυβερνήτης τοῦ Ὀδυσσέως
καὶ πινόμενά ἐστιν ἥδιστα : τὰ γὰρ περὶ Βαίας ἢ Βαίου λιμένα τῆς Ἰταλίας παντελῶς ἄποτα . σταθμήσας τὸ ἀπὸ
6868756 φυσικωτατη
ὅλου τοῦ σώματος ἐν ἱδρῶτι πρόχυσις , καὶ ἑβδόμη ἡ φυσικωτάτη σπέρματος πρόεσις διὰ τῶν γεννητικῶν . . . §
μοι λέλεκται , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ διδάξαι , ὅτι φυσικωτάτη προθεσμία καθόδου φυγάδων ὁ τοῦ ἀρχιερέως ἐστὶ θάνατος .
6856345 σειρηνες
θελκτικαὶ ἦσαν . ἐστέναζε θελκτικὸν καὶ λιγυρὸν ὥσπερ αἱ θρυλλούμεναι σειρῆνες . ἔστι δὲ * καὶ * ζωύφιον ὅμοιον μελίσσῃ
ταύτας φησὶ κατεχούσας αἱμυλίαις τοὺς παραπλέοντας . εἰσὶ δὲ καὶ σειρῆνες ζωύφια μικρά , μελίσσαις παρόμοια . * κλώμακας τραχεῖς
6856301 Ἁμαξιτον
τις ὀρθῶς : τριῶν γὰρ οὐσῶν ἡ μὲν καθ ' Ἁμαξιτὸν ἐν ὄψει τελέως ἐστὶ τῷ Ἰλίῳ , καὶ ἐγγὺς
ἥ τε Φρικωνὶς ἡ περὶ τὴν Κύμην καὶ ἡ κατὰ Ἁμαξιτὸν τῆς Τρῳάδος : καὶ ἡ Ἐφεσία Λάρισά ἐστι καὶ
6851312 Γαδρωσιων
τοῦ πατρὸς τὴν προσηγορίαν Ἀλέξανδρον ἔθεντο . Ἀραχωσίων δὲ καὶ Γαδρωσίων ἐπῆρχε Σιβύρτιος , καὶ Στασάνωρ ὁ Σόλιος Ἀρείων καὶ
Ἰνδῶν νίκης καὶ ὑπὲρ τῆς στρατιᾶς , ὅτι ἀπεσώθη ἐκ Γαδρωσίων , καὶ ἀγῶνα διαθεῖναι μουσικόν τε καὶ γυμνικόν :
6847749 γαστριμαργιαν
κατηγοροῦσιν . ὀφθαλμοὶ μεγάλοι σημαίνουσιν ἀποπληξίαν τοῦ ἀνδρὸς καὶ ματαιότητα γαστριμαργίαν τε καὶ οἰνοφλυγίαν καὶ λαγνείαν καὶ μάλιστα εἰ τρέμουσιν
κακόδαιμον : Ἐπιπλήττει αὐτῷ ὁ Ποσειδῶν , ὡς διὰ τὴν γαστριμαργίαν προδιδόντα τὸν Δία . κάτω : Κάτω τοῦ οὐρανοῦ
6847446 βυρσαι
Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ Κλέων , αἱ βύρσαι δὲ δύσοσμοί εἰσιν . ἐπειδὴ οἱ βυρσοδέψαι κάκιστον ὀδώδασιν
. . ἕτερος δὲ τὰς βύρσας ἕψει . λέγονται δὲ βύρσαι τὰ δερμάτια τῶν βοῶν . . ἁλοὺς : Κρατηθείς
6844943 ἀξιολογωτερων
τε μῆκος καὶ κατὰ πλάτος , καὶ τῶν ἐν αὐταῖς ἀξιολογωτέρων ἐθνῶν τὰς πρὸς ἄλληλα σχέσεις καὶ τῶν ἐπισημοτέ -
οἷον κόλπων καὶ πόλεων μεγάλων ἐθνῶν τε καὶ ποταμῶν τῶν ἀξιολογωτέρων καὶ τῶν καθ ' ἕκαστον εἶδος ἐπισημοτέρων . Ἔχεται
6842703 συμμικτος
τῶν τε ὄντων καὶ τῶν μὴ ὄντων , διὸ καὶ σύμμικτος ἔκ τε τοῦ ἑτέρου τῶν καταφατικῶν προσδιορισμῶν καὶ μόνου
ἐρημίας αὐλήμασι τῶν πλαγίων αὐλῶν . καὶ μὴν καὶ βοὴ σύμμικτος ἠκούετο ἄθρους , οὐ θορυβώδης , ἀλλ ' οἵα
6840010 Γυμνησιων
, * μᾶλλον αἱ Πιτυοῦσσαι καὶ πρὸς ἑσπέραν κεκλιμέναι τῶν Γυμνησίων . καλεῖται δ ' αὐτῶν ἡ μὲν Ἔβουσος πόλιν
πρὶν καταβαλεῖν τὸν ἄρτον . ταῦτα μὲν οὖν οὗτοι περὶ Γυμνησίων νήσων . Δίων δὲ ὁ Κοκκειανὸς ταύτας πλη -
6834407 κεκλεισμενων
δι ' ἄγνοιαν τῶν οἰκήσεων οὐκ ἐτόλμησαν οἱ στρατιῶται , κεκλεισμένων δὲ τῶν οἰκιῶν καὶ τῶν ἐργαστηρίων ταῖς θύραις ,
] εἰς τοῦτον τὸν μυχόν , ὑπὸ τὴν ἐπιοῦσαν νύκτα κεκλεισμένων τε ὡς μάλιστα τῶν θυρῶν καὶ οὐδὲν παθόντων οὔτε
6831471 κλειθρων
: διὸ καὶ συνέβη τὴν πόλιν εὐκαίρως κειμένην ἐπὶ τῶν κλείθρων εἶναι κυριεύουσαν τῶν εἰς τὴν ἄνω χώραν ἀναπλεόντων .
δὲ τριήρης ἐφ ' ἧς αὐτὸς κατέπλει μέχρι μὲν τῶν κλείθρων τοῦ Πειραιέως προέτρεχεν ἁλουργοῖς ἱστίοις : ὡς δ '
6830560 Γαζα
διὰ τοῦ α Γαζᾶται , ὡς πολυίστωρ . ἔστι καὶ Γάζα τείχισμα Θρᾴκης . Γάζακα , πόλις μεγίστη τῆς Μηδίας
τὸ ἀπὸ Γάζης μέχρις Αἰγύπτου . Ἰώνη γὰρ καὶ ἡ Γάζα ἐκαλεῖτο ἀπὸ Ἰοῦς , βοῦν ἔχουσα πλησίον ἐν τῇ
6829139 συνελεγη
, οὓς κατ ' ἔτος ἐτέλουν . οὕτω δὴ πολλὰ συνελέγη χρήματα οὐδενὸς ἀδικηθέντος , ἀλλὰ πάντων ὕστερον ὅσα ἔδωκαν
εἰ τούτοις ἕκαστος ἐχρήσατο τοῖς λογισμοῖς , οὐδ ' ἂν συνελέγη δή που τὸ στράτευμα τὴν ἀρχήν . νῦν δὲ
6826667 ἀρτιτρεφεις
πρὸς τὸ βληχαὶ αἵτινες τῶν νηπίων ἦσαν . θ Ξ ἀρτιτρεφεῖς ] ἤτοι τῶν ἀρτιτρεφῶν βρεφῶν . βρέμονται ] ἠχοῦσιν
. θΞ ἐπιμαστιδίων ] τῶν ἐπὶ τοῖς μαστοῖς νηπίων . ἀρτιτρεφεῖς ] ἄρτι τρεφόμενοι . ἀρτιβρεφεῖς ] νέαι . ἀρτιτρεφεῖς
6820267 δροσων
, περὶ τετάρτην ὥραν τῆς ἡμέρας , ἤδη ἀνεψυγμένων τῶν δρόσων . ἐπιμελητέον δὲ τοῦ πάσας τὰς ῥάγας ὑγιεῖς εἶναι
ἐν αἰχμαλώτοις Τρωικοῖς οἰκήμασιν ναίουσιν ἤδη , τῶν ὑπαιθρίων πάγων δρόσων τ ' ἀπαλλαχθέντες : ὡς δ ' εὐδαίμονες ἀφύλακτον
6817481 προσεχονται
καὶ αὗται ἑπιδιαιροῦνται τῷ λόγῳ . Αἱ μὲν γάρ αὐτῶν προσέχονται πρὸς τὸν πυθμένα πάντῃ , αἱ δ ' αὖ
τῷ βρύῳ , αἳ δὲ εἰλημμέναι τῶν σπιλάδων εἶτα αὐταῖς προσέχονται μάλα ἐγκρατῶς . ἐν δὲ τῇ καλουμένῃ Ἰστριάδι θαλάττῃ
6817464 κοινωνιων
ἔχειν καὶ ἐπὶ τῶν τεχνιτῶν καὶ τῶν κατ ' αὐτὰς κοινωνιῶν τε καὶ ἀποδόσεων . εἰ γὰρ ἐν τοῖς ἔργοις
ὥσπερ πρότερον ὡς ἕτυχεν , ἀλλ ' εἴς τε συντάξεις κοινωνιῶν καὶ τοὺς πόλεων ἡγεμόνας νόμους ἔθεντο καὶ ἄρχοντας καὶ
6808459 προσβολαι
τὰ περὶ τὸ θεῖον νόμιμα χαλεπώτεραι κυμάτων αἱ τοῦ ὄχλου προσβολαί . Φαίη ἂν ὁ βουλεύων ὑβρίσθαι τοῖς λόγοις ,
ἀποτελοῦντα κριῶν ἢ κυνῶν ἢ τοιούτων τινῶν . αἱ δὲ προσβολαί . . . : συνεχῶς ἐγίγνοντο αἱ συμπλοκαὶ τῶν
6807458 χελωνων
Χρεία ἐστὶ μηχανημάτων εἰς πολιορκίαν τούτων : χελωνῶν κριοφόρων , χελωνῶν διορυκτρίδων , χελωνῶν πρὸς τὰ κυλιόμενα βάρη , κριῶν
, τοῦ κλύδωνος θραυομένου περὶ τὰς ἄκρας τῶν νήσων , χελωνῶν δὲ θαλαττίων πλῆθος ἐνδιατρίβει περὶ τοὺς τόπους τούτους ,
6804247 χελιδονων
τοῖς εἰρημένοις ἡμῖν ἔμπροσθεν διαχρίσμασι καρτερήτωσαν τῷ τε διὰ τῶν χελιδόνων καὶ τῷ λαμβάνοντι τὸν ῥοῦν θαυμασίῳ ὄντι βοηθήματι .
τὸ ὕδωρ μέχρι γλοιῶδες γίνηται , ἑψήσας μέλιτι . ἢ χελιδόνων κεκαυμένων μετὰ μέλιτος διάχριε . [ Πρὸς κιονίδας φλεγμαινούσας
6798510 ἱππαγωγα
τὰ σκευοφόρα πλοῖα ἐχρῆν τετάχθαι καὶ ἐφ ' ὅσων τὰ ἱππαγωγά , ἐφ ' ὅσων τε τὰς μαχίμους τῶν νεῶν
τὰ σκευοφόρα πλοῖα ἐχρῆν τετάχθαι καὶ ἐφ ' ὅσων τὰ ἱππαγωγά , ἐφ ' ὅσων τε τὰς μαχίμους τῶν νεῶν
6796656 Δοξαι
φύσεως αʹ βʹ , Ἐρώτημα περὶ φύσεως αʹ βʹ , Δόξαι ἢ ἐριστικός , Περὶ τοῦ μανθάνειν προβλήματα . Τόμος
αἱ ἐκεῖθεν παραγινόμεναι ἱλαραί τε καὶ γελῶσαι τίνες καλοῦνται ; Δόξαι , ἔφη , καὶ ἀγαγοῦσαι πρὸς τὴν Παιδείαν τοὺς
6796629 ἱεισαν
ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην , φωνὴν μίαν ἱεῖσαν , ἕνα τόνον : ἐκ πασῶν δὲ ὀκτὼ οὐσῶν
αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην φωνὴν μίαν ἱεῖσαν ἕνα τόνον : ἁπασῶν δ ' ὀκτὼ οὐσῶν μίαν
6793038 μετριαι
ὁποῖαι δή τινες ἀλλοιώσεις περὶ τουτὶ τὸ πνεῦμα γίνονται : μέτριαι μὲν ἐπὶ μετρίοις πλημμελήμασιν , οὐκ ἀγεννεῖς δὲ ἐπὶ
ϲφοδρόταται μὲν οὖν κεφαλαλγίαι γίγνονται κατὰ θερμότητα καὶ ψυχρότητα , μέτριαι δὲ κατὰ ξηρότητα , ταῖϲ δὲ ὑγρότηϲιν οὐδεὶϲ ἕπεται
6788601 ἐναυλων
διοικεῖται . φῦλα : τῶν ἰχθύων , τὰ κατοικοῦντα . ἐναύλων : στενῶν τόπων , τῶν κατασκηνωμάτων : λείπει τόπων
πέλε κῆτος : ἀνοστήτου δὲ γενείου οἶστρον ἀπειλητῆρα χανὸν σπήλυγγος ἐναύλων φρικαλέων ὤϊξε σεσηρότα πορθμὸν ὀδόντων , γείτονος ἀσθμαίνοντος ὀπιπεῦον
6787240 ἐσβαλοιεν
ἂν χαραδρωθείη ὁ χῶρος , πᾶν μηχανώμενοι ὅκως μή σφι ἐσβάλοιεν οἱ Θεσσαλοὶ ἐς τὴν χώρην . Τὸ μέν νυν
μυρίων . τοσοῦτοι γὰρ ἐφύλασσον τὸ πρῶτον ὁπότε οἱ πολέμιοι ἐσβάλοιεν , ἀπό τε τῶν πρεσβυτάτων καὶ τῶν νεωτάτων ,
6782268 μειουνται
εἰϲ ϲκιρρώδη διάθεϲιν ὁ ὄγκοϲ μεταπέϲοι , αἱ μὲν ὀδύναι μειοῦνται , ὁ δὲ ὄγκοϲ ἐναργήϲ ἐϲτι μετὰ ϲκληρίαϲ ,
, αἱ ὑπεροχαὶ τῶν ἑξηκοστῶν ἐκ προσαγωγῆς αὔξονται : καὶ μειοῦνται ἀπὸ τοῦ μέσου ὁμοίως ἄχρι τοῦ ἐλαχίστου ἀποστήματος ,
6777584 ἐκτρωσιν
διά τε τὰς ἄλλας αἰτίας , καὶ δι ' ἐπάλληλον ἔκτρωσιν . παρέπεται δὲ ταῖς πασχούσαις συνουσίας ἀποστροφὴ , κατάψυξις
ἐλλιπές , ὥστε γίνεσθαι ποτὲ μὲν ἔκροιαν , ποτὲ δὲ ἔκτρωσιν , ποτὲ δὲ ὠμοτοκίαν . ἔκροια μὲν οὖν ἐστιν
6777446 κρηπιδες
πρὸς ὑμᾶς ἐσώθην ἀπὸ τοῦ ὄχλου καὶ τῶν ἁρμάτων . κρηπῖδες : πανταχοῦ κεκρηπιδωμένοι ἄνδρες : λέγει δὲ τοὺς ἐν
εἴδη βασιλίδες : ἐφόρει δὲ αὐτὰς ὁ βασιλεὺς Ἀθήνησιν . κρηπῖδες : τὸ μὲν φόρημα στρατιωτικόν , ἔνιοι δ '
6771794 ἐκχεομενου
. ” Χιόνα δ ' ἐνδέχεται συντελεῖσθαι καὶ ὕδατος λεπτοῦ ἐκχεομένου ἐκ τῶν νεφῶν διὰ πόρων συμμετρίας καὶ θλίψεις ἐπιτηδείων
, ἀμυδροτέραις χρῆται ταῖς προσβολαῖς , ἀκράτου καὶ πολλοῦ φέγγους ἐκχεομένου , ὡς τὸ τῆς ψυχῆς ὄμμα ταῖς μαρμαρυγαῖς σκοτοδινιᾶν
6771697 κοιλωματων
καταδένδρων . . τῶν κοίλων ] τῶν κοιλοτήτων , τῶν κοιλωμάτων . . τῶν δασέων ] τῶν δασέων ὀρῶν ,
ὁ ποταμὸς τῶν ἀραιωμάτων , ἀδύνατον ἦν ἐκ τῶν ταπεινοτέρων κοιλωμάτων εἰς τὴν ὑψηλοτέραν ἐπιφάνειαν τὴν τῶν ὑγρῶν σύρρυσιν γίνεσθαι
6764431 ἀϲθμα
. ἧκέ κοτε πόνοϲ ἐϲ μετάφρενον ἐπ ' ἀνέϲει . ἆϲθμα ἀραιόν , λεῖον , οὐ κερχνῶδεϲ . ὧδε μὲν
δρόμου καὶ γυμναϲίων καὶ παντὸϲ ἔργου δυϲπνοεῖ ἡ ἀναπνοή , ἆϲθμα καλεῖται . καὶ ἡ νοῦϲοϲ δὲ ὀρθόπνοια καὶ ἥδε
6761783 συντετριμμενην
. πῶς οὖν οἶσθα ; ἔχων τὴν ἀσπίδα ἔκειτο : συντετριμμένην δέ μοι δοκεῖ οὐκ ἔλαβεν αὐτὴν οὐδὲ εἷς τῶν
. Θ . . ἐρρωγυῖαν : Τεθραυσμένην . Θ . συντετριμμένην . ἆρά γε : Συμπέρασμα εἰρωνικόν . Θ .
6761171 κοινωνιαι
ἢ ἐπιτείνοντα . γίνονται δ ' αὐτῶν καὶ κατὰ τετράχορδα κοινωνίαι : οἱ μὲν γὰρ ἡμιτονίῳ ἀλλήλων ὑπερέχουσιν , οἱ
ἐγένετο σῶι πόσει ; Πενθεύς , ἐμῆι τε καὶ πατρὸς κοινωνίαι . τίνος πρόσωπον δῆτ ' ἐν ἀγκάλαις ἔχεις ;
6758085 ὡρμουν
. καὶ αὐτοῖς τοῦ χωρίου μηνοειδοῦς ὄντος ἐφ ' ᾧ ὥρμουν , ὁ μὲν πεζὸς ἑκατέρωθεν προσβεβοηθηκὼς τῶν τε Κορινθίων
μὲν σῖτον ἐν τῇ γῇ ᾑροῦντο , αἱ δὲ μετέωροι ὥρμουν . σίτου ἐκβολή : Θουκυδίδης , ὅταν ὁ στάχυς
6747783 χυμοιϲ
μορίων φύϲιν : ῥωϲθεῖϲα δὲ ἡ φύϲιϲ ἐπιτίθεται τοῖϲ προλελεπτυϲμένοιϲ χυμοῖϲ , ὥϲτε τοὺϲ χρηϲτοὺϲ μὲν κατέχειν , τοὺϲ δὲ
τεύτλων ἀφεψήματοϲ ἢ χυλοῦ . πταρμὸϲ δὲ ἐπὶ τοῖϲ ὠμοῖϲ χυμοῖϲ τοῖϲ κατὰ θώρακα καὶ πνεύμονα καὶ κεφαλὴν μέρεϲι περιεχομένοιϲ
6747215 κλεισιον
πλατεῖαι θύραι , δι ' ὧν καὶ ζεύγη εἰσέρχονται . κλείσιον : θυρών , ἐν ᾧ καὶ ζεύγη ἵσταται .
δ ' ἂν καλοῖτο ἡ τῶν ὑποζυγίων στάσις , καὶ κλείσιον παρὰ τὸ κεκλεῖσθαι : ἀφ ' οὗ καὶ αἱ
6743848 ὀλων
. πάλιν δὲ εὐφυῶς ὑπομιμνήσκει τῶν ἐν Πύλῳ . ΓΘ ὀλῶν ] κριθῶν . Γ τῶν ὀλῶν ] τῶν αἱμάτων
ἐπινεύειν τοῖς ἱερείοις δοκῇ . δέον εἰπεῖν “ ῥῖπτε τῶν ὀλῶν ” “ κριθῶν ” νῦν εἶπε γενικῶς . ὀλαὶ
6740742 μηνιαιαν
ἀστροειδῆ περίοδον , τὴν μὲν ἡμερήσιον ἀποδιδοῦσαν , τὴν δὲ μηνιαίαν , τὴν δ ' ἐνιαυσιαίαν συμπαθῶς τῇ σελήνῃ :
ταύτην μὲν εἶναι λέγει τὴν ἡμερήσιον περίοδον . τὴν δὲ μηνιαίαν , ὅτι μέγισται μὲν αἱ παλίρροιαι γίνονται περὶ τὰς
6740431 χονδρων
Ἑκάτης κέντρον πεφορῆσθαι . Δεξιτερῆς μὲν γὰρ λαγόνος περὶ χήραμα χόνδρων πολλὴ ἅδην βλύζει ψυχῆς λιβὰς ἀρχιγενέθλου ἄρδην ἐμψυχοῦσα φάος
ἢ λάρυγξ . συνέστηκε δὲ ὁ πᾶς πόρος , ἐκ χόνδρων οἷον κρικοειδῶν , ἢ κυκλοτερῶν , ἵνα ἀσύμπτωτος μένῃ
6738480 Θερμοπυλαι
ἐκ τῆς Ἀσίας ἀναμενῶν . δίοδος δ ' ἐστὶν αἱ Θερμοπύλαι στενὴ καὶ ἐπιμήκης , καὶ αὐτὴν περιέχει τῇ μὲν
Λοκρικὴν καὶ [ τὴν Οἰταίαν ] εἰρήκαμεν . αἱ τοίνυν Θερμοπύλαι τοῦ μὲν Κηναίου διεστήκασιν ἑβδομηκοντασταδίῳ πορθμῷ , παραπλέοντι δ
6734570 ἐρειπιων
? [ ] ἀνεῖται . καὶ σκευοθηκῶν ναυτικῶν τ ' ἐρειπίων ἐρωδιὸς γὰρ ὑψόθεν ποτώμενος ὄνθῳ σε πλήξει νηδύος χαλώμασιν
ἂν ἐν τοῖς Αἰσχύλου Ψυχαγωγοῖς καὶ σκευοθηκῶν ναυτικῶν τ ' ἐρειπίων , καὶ παρ ' Αἰσχίνῃ ἐν τῷ κατὰ Κτησιφῶντος

Back