μοῖρα . ἀνάγκη γὰρ παραλλαγήν τινα τῶν χρόνων εἶναι τῆς διελεύσεως παρὰ τοὺς ἐν τοῖς κέντροις . Πῶς δὲ ἡ
συντόμως εἰπεῖν τοῦτο βούλεται ἐπειδὴ αἰτίαν τῆς ἀνισότητος τῆς τοιαύτης διελεύσεως τῶν χρόνων ἀποδίδωσι διδασκαλικῶς αὐτὴν προσάγων καὶ γραμμικῶς .
5662135 κρυπτως
εἰσι : τοὺς γὰρ τοιούτους καὶ ἐπιβούλους ἢ κακόν τι κρυπτῶς ἀρτύοντας μαντεύουσιν . οἱ δὲ αὐτοὶ οὗτοι διάστροφοι ἢ
ἀξιόλογος , δι ' οὗ καθορᾶν ἔστι τὸ ὕδωρ ὑποφερόμενον κρυπτῶς μέχρι πολλοῦ διαστήματος ὑπὸ γῆς , εἶτ ' ἀνατέλλον
5648940 λογισμωι
Ἀ . καὶ Δημόκριτος καὶ οἱ Στωικοὶ ἄδηλον αἰτίαν ἀνθρωπίνωι λογισμῶι : ἃ μὲν γὰρ εἶναι κατ ' ἀνάγκην ,
περιστάντες αὐτὸν οἱ τρεῖς , καθικέτευον ἀλλὰ νῦν γε χρησάμενον λογισμῶι μεταβαλέσθαι . τοῦ δὲ Τιμοφάνους πρῶτον μὲν αὐτῶν καταγελῶντος
5573379 τραχυν
τὰ μὲν ἄλλα τὸν Φθιώτην ἀποδεχομένου , δύσκολον δὲ καὶ τραχὺν ὀνομάζοντος τεκμηρίῳ χρωμένου τῇ κατὰ τῶν Ἑλλήνων ὑπὲρ τῆς
καὶ τῷ γεγωνιωμένα τυγχάνειν , γνωϲτέον μὲν αὐτὰ τῷ τε τραχὺν καὶ ἀνώμαλον ὑποπίπτειν τὸν ὄγκον καὶ τῷ μὴ πάντωϲ
5518888 ἀναγεγραμμενας
ἀναγραφομένας , ἀλλὰ πάντοτε τὰς παρὰ τοῖς ἀνατολικωτέροις τῶν τηρησάντων ἀναγεγραμμένας ὥρας ὑστεριζούσας τῶν παρὰ τοῖς δυτικωτέροις . καὶ τῆς
σύλληψιν ἐνεργεῖ , ἀλλὰ καὶ ἄλλας δυνάμεις παρὰ τοῖς ἀρχαίοις ἀναγεγραμμένας εὑρίσκομεν συλλήψεως ποιητικάς , εὔλογον καὶ τὰς τούτων σκευασίας
5511946 λεπτολογιας
πλαγίων παροξύνεται . ⌈ σκινδαλαμοὺς [ σκινδαλάμους / ] ] λεπτολογίας . ἰτητέον ] ἄξιόν ἐστι πορευθῆναι . ἔχων ]
βραδὺς ] ἀργός . λόγων ἀκριβῶν σκινδαλμοὺς : λόγων ἰσχνῶν λεπτολογίας , λεπτουργίας : λεπτὰ γὰρ καὶ ἰσχνὰ τὰ τῶν
5458041 κατειλησιν
ἄλλη ὑπόνοια φαύλη , παραιτητέον . Παραληπτέον διάσφιγξιν τε καὶ κατείλησιν ἐν παντὶ μέρει τῆς νόσου , καὶ πρὸ τοῦ
ἐκπύρωσιν τὴν γινομένην διά τε συντονίαν φορᾶς καὶ διὰ σφοδρὰν κατείλησιν : καὶ κατὰ ῥήξεις δὲ νεφῶν ὑπὸ πνευμάτων ἔκπτωσίν
5452664 συντονιαν
καὶ κατὰ τὴν τοῦ πνεύματος ἐκπύρωσιν τὴν γινομένην διά τε συντονίαν φορᾶς καὶ διὰ σφοδρὰν κατείλησιν : καὶ κατὰ ῥήξεις
ἄπρακτοι καὶ τὴν ἐν τοῖς ἄλλοις μέρεσι τῆς ἡμέρας ἀμβλύνουσι συντονίαν . τὸν μὲν οὖν Ὅμηρόν φησιν ὁ Πλούταρχος ἐπιθέτοις
5449721 ἑαυτοιϲ
φύϲιν ἐϲτίν , ἔνια δὲ καὶ ἀέροϲ οὐκ ὀλίγον ἐν ἑαυτοῖϲ περιέχει , γλίϲχρα μὲν ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο ἐμπλαϲτικά
καὶ ἀποϲφίγγειν ἐρίῳ ἐϲτραμμένῳ , ἔπειτα ϲυμμέτροιϲ ἁλϲὶ καθ ' ἑαυτοῖϲ λεπτοτάτοιϲ περιπάττομεν . ἔϲθ ' ὅτε δὲ καὶ ϲὺν
5447819 Μαυριτανιας
γʹ . Ὁ πρῶτος πίναξ τῆς Λιβύης περιέχει τὰς δύο Μαυριτανίας , τήν τε Τιγγιτανὴν καὶ τὴν Καισαρηνσίαν . Ὁ
δὲ καὶ Λίγγιος καὶ Λίγγιος κόλπος . Λίγξ , ποταμὸς Μαυριτανίας καὶ πόλις . τινὲς δὲ Λίξον γράφουσι καὶ Λίξους
5406470 Μηνιγξ
Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ὥραις α ∠ ʹιε : ἡ δὲ Μῆνιγξ νῆσος ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν ιδ ιβʹ ,
. . . . . . λθ δʹ λα δʹ Μῆνιγξ . . . . . . . . .
5403616 ἀνακροτησασα
: ἐπὶ τῶν ἀχρήστων . Γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος . Γραῦς ἀνακροτήσασα πολὺν κονιορτὸν ἐγείρει : ἐπὶ τῶν δι ' ἐμπειρίαν
. Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα πολὺν κονιορτὸν ἐγείρει : ἐπὶ τῶν δι ' ἐμπειρίαν
5394866 Συρτεως
. . . . . λη ∠ ʹ λβ . Σύρτεως μικρᾶς θέσις . Θέαιναι . . . . .
ἀπὸ τοῦ Ἀμψάγα ποτ . μέχρι τοῦ μυχοῦ τῆς Μεγάλης Σύρτεως , ἧς ἡ περιγραφὴ ἔχει οὕτως : Μετὰ τὰς
5376897 διαφερομεν
ἀλλὰ συμπληρωτικὸν τῆς οὐσίας οἷον τὸ λογικὸν τὸ θνητόν : διαφέρομεν γὰρ τῶν ἀλόγων ζῴων , καθὸ ἡμεῖς μὲν λογικοί
ὡς εἰδότας τι περιττότερον , εἴπερ μηδὲν τῶν ἄλλων ἀνθρώπων διαφέρομεν . Ἀλλ ' οὐδέν ἐστι τούτων ὑγιές : οὔτε
5376338 ὑποπτευουσιν
καὶ τὰ ὑπάρχοντα αὐτῶν ἐκβάλλουσιν εἰς τὴν θάλασσαν , καὶ ὑποπτεύουσιν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν ὅτι ἡ [ θάλασσα καταπίεται
οὐδ ' ἂν ἐλπισθέντα παρεσκεύασεν , ἐν ᾧ στασιάζουσι καὶ ὑποπτεύουσιν ἀλλήλους καὶ ἡγεμόνας ἔχουσιν ἀπείρους πολέμου . ἃ μὲν
5360536 βυκτης
δὲ σύνταξις οὕτως : παρ ' ἄλλου δ ' ἄλλος βύκτης καὶ ἄνεμος ἐνθρώσκων καὶ ἐμπίπτων ἐν πνοαῖς στροβήσει καὶ
παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης : ἠχητικός Ὅμηρος : ἔνθα δὲ βυκτάων ἀνέμων .
5347070 διαγομεν
, οἷπερ ἐπέμπετο , καὶ οὐκ ἔλαφος ἀντὶ παρθένου . διάγομεν δὲ τὰ μὲν χαίροντες , τὰ δὲ οὐχ οὕτω
ἄλλης : πολλαπλασίονα γοῦν λαβόντες αὐτὴν τῆς λοιπῆς ὁπώρας ἀλύπως διάγομεν , ἀλλ ' οὐδὲ τὴν εἰωθυῖαν τροφὴν λαβόντες τούτων
5342786 θαλλουσης
ἀεὶ τὰ φύλλα ἔχει . διὸ προσέθηκεν ” ἐν φύλλοισι θαλλούσης , “ πρὸς τὸν καρπόν . οὐ γὰρ διηνεκὴς
ἀεὶ γὰρ ἔχει τὰ φύλλα : διὸ προσέθηκεν ἐν φύλλοισι θαλλούσης πρὸς τὸν καρπόν . οὐ γὰρ διηνεκής . στέμματα
5329806 Ἀμφισσῃ
μὲν πρὸς τὴν πολιτικὴν δύναμιν , χωρὶς δ ' ἐν Ἀμφίσσῃ πρὸς τοὺς ξένους διαγωνίσασθαι , ἀθύμους δὲ τοὺς Ἕλληνας
. ἀλλ ' ἐκεῖς ' ἐπάνειμι , ὅτι τὸν ἐν Ἀμφίσσῃ πόλεμον τούτου μὲν ποιήσαντος , συμπεραναμένων δὲ τῶν ἄλλων
5311751 ἐκτεταμενην
ὀλίγον παρατροπὰϲ καὶ μετρία κατάταϲιϲ ἀποκαθίϲτηϲι , τῶν μὲν ὑπηρετῶν ἐκτεταμένην τὴν χεῖρα κατά τε τὸν βραχίονα καὶ τὸν πῆχυν
, ποικίλη τὴν τρίχωσιν , δολιχόδειρος , γλῶσσαν ἐπὶ πολὺ ἐκτεταμένην ἔχουσα πυκνῶς περιστρεφομένην καὶ σείουσα τὸ οὐραῖον . Ταύτην
5311360 ἀπροσορατον
θεῶν , οἵτινες δίκαιοι ἦσαν ζῶντες . τοὶ δ ' ἀπροσόρατον : οἱ ἀσεβεῖς . ἀπροσόρατον δὲ , ἤτοι ὃν
ἀενάου βασιλῆα μέγιστον , Κύρβαντ ' ὀλβιόμοιρον , Ἀρήιον , ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν , φαντασιῶν
5279676 ἀναδιδομενης
δὲ τὴν κίνησιν , ἢ εὐθέως ἐξ ἀρχῆς τῆς θερμασίας ἀναδιδομένης , ἢ εἰς ὕστερον καὶ κατὰ μέρος . Καὶ
ἀνευρυσμὸς ἢ πνευματικοῖς ὕλης παρασπορὰ ὑπὸ τῆς σαρκὸς κατὰ διαπήδησιν ἀναδιδομένης . τοθʹ . Ὑπόσφαγμά ἐστιν ἔξωθεν τῆς ἐπιφανείας ὠμόλυτι
5266573 ἀναλγηϲ
τοῖϲ ἐν θαλάϲϲῃ διατρίβουϲιν . ἡ μὲν οὖν εὐήθηϲ ἐγκανθὶϲ ἀναλγήϲ ἐϲτι ὑπόϲομφοϲ μαλακή : ἡ δὲ κακοήθηϲ ϲκληρὰ ἀνώμαλοϲ
δέρματοϲ καὶ περικρανίου ὑμένοϲ παρέπεται ὄγκοϲ εὐαφήϲ , ὁμόχρουϲ , ἀναλγήϲ , εἰϲ ὕψοϲ κεκυρτωμένοϲ , δι ' ὀλίγου ϲώματοϲ
5264500 ἐργαϲηται
ὅταν δ ' ἐπιπεϲόντα τὰ νοϲήματα ϲτάϲιν τινὰ καὶ ἀναρχίαν ἐργάϲηται , ἐφ ' ὅϲον ἂν ἰϲχύϲῃ τὰ πάθη ,
αὐτοῖϲ ἐπικρατείαϲ ἴϲωϲ ἄν τιϲ καὶ τὸ ἐπιδιδόμενον ποικίλον ϲτοχαζόμενοϲ ἐργάϲηται ποτὲ μὲν ἐξ ἴϲου , ποτὲ δὲ κατ '
5264481 Λυπης
Λίθοις τὸν Ἥλιον βάλλει : ἐπὶ τῶν διακενῶς κοπιώντων . Λύπης δὲ πάσης γίνετ ' ἰατρὸς χρόνος : . Διφίλου
αὐτῷ ἡ χαλᾷ φωνή . * : ἐμοὶ λέγειν : Λύπης γάρ εἰσι ταῦτα αἴτια ἐμοί : σοὶ δὲ τῷ
5258896 δυσοσμιας
κάρα καὶ τάχ ' ἂν κεραυνία πέμφιξ σε βροντῆς καὶ δυσοσμίας λάβοι πέμφιγι πᾶσιν ὄψιν ἀγγελῶ πυρός Καρικοὶ τράγοι θῆμα
καὶ τάχ ' ἂν κεραυνία πέμφιξ † ι βροντῆς καὶ δυσοσμίας † λάβοι . Αἰσχύλος δὲ ἐν Προμηθεῖ Δεσμώτηι :
5252698 σβεννυει
. ηʹ . ἀναλαβὼν χρῶ δὶς τῆς ἡμέρας ἀλλάσσων , σβεννύει γὰρ τὸ γάλα καὶ τὰς φλεγμονὰς παύει : εἰ
βουλόμενοι σημῆναι , σαλαμάνδραν ζωγραφοῦσιν : αὕτη γὰρ πᾶσαν φλόγα σβεννύει . . . . . . . . .
5251071 λοξωσεις
ὡς τὰς ἐπὶ τὰ ἕτερα τῶν κατὰ τοὺς ἐκκέντρους ἐπιπέδων λοξώσεις τοῦ ἐπικύκλου κατὰ μέσον λόγον δύο που καὶ ἥμισυ
μειώσεων ὑπεροχαὶ διαφωνεῖν ἔμελλον πρὸς τὰς τῶν παρὰ τὰς μεγίστας λοξώσεις μειώσεων : χωρισθείσης μέντοι τῆς διαφορᾶς ἕκαστα ἡμῖν προχειρό
5249055 ἐφιεμενη
τὰ στερεώτερα καὶ ὕλῃ σύντροφα καταφερομένην . διὸ δὴ σώματος ἐφιεμένη , φασίν , ἀφ ' ἑκάστου τῶν ἀνωτέρω τόπων
ἡ ἐπιστήμη , τοσοῦτον ἂν εἴη καὶ μᾶλλον τοῦ ἀγαθοῦ ἐφιεμένη καὶ ἀπολαύουσα . ἴσως μὲν οὖν καὶ δήλου ὄντος
5241855 καρηβαριας
δὲ καὶ ἐς ἄλλα χρησίμη ἂν ἦν , εἰ μὴ καρηβαρίας ἐνεποίεεν . Τὰς κυούσας φαρμακεύειν , ἢν ὀργᾷ ,
νότιοι διαλύουσι τὰ σώματα καὶ ὑγραίνουσι , καὶ βαρυηκοΐας καὶ καρηβαρίας καὶ ἰλίγγους ποιέουσιν , ἐν δὲ τοῖσιν ὀφθαλμοῖσι καὶ
5231516 Ἐρχεται
μόνον . οὕτως ἔσθ ' ἅγιον παντελῶς τὸ θηρίον . Ἔρχεται , μετέρχεθ ' αὕτη , προσέρχετ ' , οὐ
μὲν διὰ τύχην γίγνεται , τὸ δ ' αἱρέσει . Ἔρχεται τἀληθὲς εἰς φῶς ἐνίοτ ' οὐ ζητούμενον . Ἆρ
5224950 ἠκριβωμενην
ἴσα τε καὶ παράλληλα ὀπὴν ἔχον ἑκάτερον κατὰ τὸ μέσον ἠκριβωμένην τὸ μὲν πρὸς τῇ ὄψει ἐσόμενον λεπτήν , τὸ
γὰρ δῖος καὶ βασιλικὸς ὁ ἀετὸς τὴν βασιλικωτέραν τῶν αἰσθήσεων ἠκριβωμένην ἔχει , φημὶ δὲ τὴν ὄψιν . ὅτι δὲ
5220802 σπερματικας
τῆς σελήνης , ἐλαττοῦσθαι δὲ μειουμένης , οὕτως καὶ τὰς σπερματικὰς δυνάμεις ἐν ἡμῖν τε καὶ τοῖς ἄλλοις ζῴοις αὔξεσθαι
” τὸ μόρον τὸ βατῶδες ξηρανθείσης τῆς σφαίρας τῆς συκαμινώδους σπερματικὰς ἔχει τὰς συκαμινώδεις † διαγονάς † , καθάπερ †
5213153 μερεϲι
τοῖϲ ὠμοῖϲ χυμοῖϲ τοῖϲ κατὰ θώρακα καὶ πνεύμονα καὶ κεφαλὴν μέρεϲι περιεχομένοιϲ οὐ ϲυμφέρει . διάχριϲτον δὲ ϲτόματόϲ ἐϲτι τοιόνδε
ϲφοδρῶϲ ἀναπνεῖν τε καὶ φθέγγεϲθαι , ἐπιρριπτέον δὲ τοῖϲ πεπονθόϲι μέρεϲι ϲπόγγουϲ δι ' ὀξυκράτου χλιαροῦ , μετὰ δὲ τὴν
5210768 Πεντελησι
ἐξεγεγόνει τὴν ἡμέραν ταύτην καὶ τὸ ἄγαλμα εἶδον λίθου τοῦ Πεντελῆσι καὶ αὐτὸ καὶ τὸν θρόνον . κατὰ δὲ τὴν
πλίνθου μὲν τῆς ὠμῆς τὸ ἱερόν , λίθου δὲ τοῦ Πεντελῆσι τὸ ἄγαλμα , δᾷδας ἡ θεὸς ἔχουσα . παρὰ
5202727 πληρωθεισων
εἰς Καλχηδόνα τε καὶ Βυζάντιον . δόξαντος δὲ τούτου , πληρωθεισῶν νεῶν ἔκ τε Μεγάρων καὶ παρὰ τῶν ἄλλων συμμάχων
, μετεωρισθῆναι θέλων τὸν σχολαστικὸν καθεύδοντα ἔξυρεν καὶ τῶν ὡρῶν πληρωθεισῶν διύπνισεν . ὁ δὲ σχολαστικὸς ψήχων ὡς ἀπὸ ὕπνου
5201794 ὑψηλοτερας
ναῦς καταρράκτας ἐρρίπτουν ἐς τὸ ἐπιέναι δι ' αὐτῶν . ὑψηλοτέρας δ ' οὔσης τῆς Μηνοδώρου νεώς , οἵ τε
ἀρχῶν ὁρμῶνται ἀποδεικτῶν , αἳ συλλογισμῷ δείκνυνται , ἄλλης ἐπιστήμης ὑψηλοτέρας , οἵα ἐστὶν ἡ ὀπτική , καθάπερ ἀρχαῖς χρωμένη
5201736 ἐπακανθιζον
προσεμφερὲς ἔχειν τῇ πτελέᾳ , πλὴν οὖλον ἐξ ἄκρου δὲ ἐπακανθίζον , ὥσπερ τὸ τῆς πρίνου . Ἔφασαν δὲ οὗτοι
ὥσπερ ἐλέχθη , παρὰ ταῦτα : καὶ γὰρ τὸ φύλλον ἐπακανθίζον ἔχει καὶ τὸν καυλόν , οὐχ ὥσπερ ὁ φέως
5200339 Δανουβις
πηγὰς ἔχει , ὁ μέγας Ἴστρος , ὅστις ἐστὶν ὁ Δάνουβις , ἐπὶ τὴν ἀνατολὴν ἐστραμμένος , πλησίον τοῦ Εὐξείνου
τὴν Μαιῶτιν λίμνην καὶ τὸν Τάναϊν ποταμόν , ὁ καλούμενος Δάνουβις . ὁ πολίτης Βορυσθενίτης , τὸ θηλυκὸν Βορυσθενῖτις ,
5198643 πορισμον
πλοῦν τοῦ Ἑλλησπόντου : νῦν δὲ πορισμόν . πόρον ] πορισμὸν ἔχει . στροφή . νῶϊν ] συνίζησις . πράγματα
καὶ αἱ ἄλλαι τέχναι καὶ πραγματεῖαι καὶ μάλιστα αἱ περὶ πορισμὸν καὶ βίου ζήτησιν ἢ διὰ πυρός εἰσιν ἢ οὐκ
5193787 παρηνεγκε
βίον ἐτελεύτησεν , ὁ δὲ σὸς πατὴρ βασιλεύων κατεγήρασε . παρήνεγκε δέ σοι καὶ τὴν Διονυσίου μοναρχίαν , ὥσπερ προσῆκόν
καὶ Πίνδαρος ἱστορεῖ . 〛 κωδωνοφαλαροπώλους : Ἀπολλώνιός φησιν ὅτι παρήνεγκε χρωμένους κώδωσί τινας . 〚 κώδωνας ἐν τοῖς φαλάροις
5181097 ὑβρισμενον
δὲ καὶ λέγοντες ἄνδρα προτρέπειν ἡγεῖσθε δὶς ὑφ ' ὑμῶν ὑβρισμένον , πρότερον μέν , ἡνίκα τοῦτον προείλεσθε στρατηγεῖν ,
ἐπ ' ἐκείνων τεταγμένων τόνδε σωφρονέστερον καὶ οὐδένα τῶν θεῶν ὑβρισμένον ἀπεληλακότα τῆς ἐπιμελείας οὐδένα . ἀλλ ' ἐφ '
5178261 ἐρισειε
φάς ' ἔμμεναι , οὐδέ κέ τίς τοι ἄλλος ἀνὴρ ἐρίσειε καταθνητῶν ἀνθρώπων . [ ἡμεῖς δὲ μεμαῶτες ἅμ '
θαλασσίῳ . πρὸς δὲ νήξεως τάχος οὐκ ἂν ὄρνις ἕτερος ἐρίσειε λάρῳ . Αἱ δ ' αἴθυιαι τροφῆς μὲν ἀεὶ
5177517 ἐλθουσων
Δημωνάσσης [ ? ] μετὰ τῆς βασιλίσσης ἐφ ' ὑδρείαν ἐλθουσῶν πυνθάνεσθαι τῆς Δήμητρος ὡς θνητῆς τινος , χρείας δ
ἧς καὶ τὸν κόσμον ἐδημιούργησενἄληπτον αὐτὴν φυλάττειν τὰς πολλὰς τῶν ἐλθουσῶν δεῦρο ψυχῶν . φωτὸς γὰρ αἴτιον τὸ πῦρ ὂν
5177153 Κιων
παρεμβολήν , τοῦ βασιλέως δὲ θέλοντος περὶ πολλοῦ θεραπεῦσαι τὸν Κίων , ἧκόν τινες ἵππους φέροντες ἐκ τοῦ πολέμου εἰς
κνισσῶ μέλλοντα . κνισμὸς γὰρ γίνεται ἀπὸ τῆς ὀσφρήσεως . Κίων . ἀπὸ τοῦ κίειν καὶ ἰέναι . ἢ ὅτι
5169835 ἡμιτελεις
τῶν ἀνδριάντων τοὺς μὲν τελείους καὶ ἀπηρτισμένους , τοὺς δὲ ἡμιτελεῖς , ἄλλους δὲ ἀρχὴν ἔχοντας τυπώσεως , πιστεύειν ὅτι
ταραττομένης ἐν τῷ διασπᾶσθαι τὰ πράγματα τῆς διανοίας καὶ τὰς ἡμιτελεῖς τῶν ἀκουσθέντων μνήμας οὐ ῥᾳδίως οὐδ ' ἀκριβῶς ἀναφερούσης
5166894 χωριζομενης
ἐρῶ . „ Καταψήχεται , ἀντὶ τοῦ καταψύχεται τῆς γλισχρότητος χωριζομένης , ἢ καταψᾶται . οὕτως Πλάτων ἐν Τιμαίῳ .
ἀεὶ δέ ποτε πράττειν ἢ πάσχειν κατ ' ἀρετήν , χωριζομένης φρονήσεως , ἀλλὰ δεῖ παρεῖναι καὶ τὸν ὀρθὸν λόγον
5166328 ἀφοριζοντα
τὴν οὐσίαν καὶ τὰς δυνάμεις καὶ τὰ τέλη τῶν μετρητῶν ἀφορίζοντα τῆς τῶν μέτρων οὕτως ἐπωνυμίας ἠξίωται . καὶ ταῦτα
τετραγώνου πλευρᾶς μεγέθους τὰ τοὺς τοῦ διὰ μέσων κύκλου πόλους ἀφορίζοντα σημεῖα , τουτέστιν ἀπὸ τῶν μέσων σημείων τῶν ἐντομῶν
5164092 ἀργιαι
ἀπεψίαι γὰρ τέως ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ προηγοῦνται συνεχεῖς καὶ ἀργίαι καὶ ἀκαίρων λουτρῶν χρήσεις καὶ ὀσπρίων καὶ ὀπωρῶν καὶ
, καὶ πυρεκτικὴν ἀθροίζουσι θερμότητα . καὶ μέντοι καὶ ξηραίνουσιν ἀργίαι κατὰ συμβεβηκός , ἀρρώστους ἐργαζόμεναι τὰς δυνάμεις , καθ
5155200 ἀναπαυϲιϲ
ἅμα καὶ μαλακὴ δι ' ἐλαίου γλυκυτάτου χλιαροῦ γιγνομένη , ἀνάπαυϲιϲ δὲ πᾶϲα καὶ ἡϲυχία καὶ λουτρὰ εὐκρατότατα μάλιϲτα μὴ
πνεῦμα ἔξω τιταίνηται , οἷϲί περ ὁ πνεύμων πνίγεται , ἀνάπαυϲιϲ ἂν γίγνοιτο τοῦ κακοῦ . πάντῃ γὰρ πολιορκέειν χρὴ
5154570 ἀκορεστως
ἐξηχεῖται , ἀκούεται : ἄδην δὲ ἀντὶ τοῦ συνεχῶς ἢ ἀκορέστως . βρυχὴ δέ ἐστιν ὁ τῶν ὀδόντων ἦχος .
ἂν καὶ μακροβιώτατοι γενέσθαι , τῆς ἀνωτάτω βαρυδαιμονίας ἀπλήστως καὶ ἀκορέστως ἔχοντες . τοιαῦτα τὸ κουφότατον εἶναι δοκοῦν τῶν κακῶν
5147852 ἐκπνοης
εἰσπνοῆς ἡ τῶν ἀτμῶν γίνεται διάγνωσις , διὰ δὲ τῆς ἐκπνοῆς ἡ τῶν περιττωμάτων ἔκκρισις : ἡ γάρ τοι ῥύμη
κινεῖν τὸ γεννητικὸν καὶ θρεπτικόν . περὶ δὲ ἀναπνοῆς καὶ ἐκπνοῆς καὶ ὕπνου καὶ ἐγρηγόρσεως ὕστερον ἐπισκεπτέον : ἔχει γὰρ
5139406 παρεμπτωσις
ἀνθ ' ὧν δεινὰ δέδρακας : ἰδοὺ γὰρ καὶ ἄρθρου παρέμπτωσις . καὶ ἔτι εἰ ἡμέρα ἐστί , φῶς ἐστί
ἀποτελευτῶσιν . ὅταν οὖν γένηταί τις εἰς ταύτας τὰς ἀρτηρίας παρέμπτωσις αἵματος . κατὰ τὴν κοίλην ἀρτηρίαν ἐνίοτε λαμβάνει τὴν
5130288 δρυμῳ
πλείους , κεχρισμένους τῇ χολῇ τῶν ὄφεων , ἑστᾶσιν ἐν δρυμῷ παρὰ τὰς τῶν θηρίων διεξόδους . ἐπὰν οὖν προσάγῃ
τὸ ἀρχαῖον ὡς λέγεται σπήλαιον ὑπὸ τῷ λόφῳ μέγα , δρυμῷ λασίῳ κατηρεφές , καὶ κρηνίδες ὑπὸ ταῖς πέτραις ἐμβύθιοι
5123604 πιννα
ἐπιτηροῦντα τὴν πίνναν . φασὶ γάρ , ὅτι ἡ μὲν πίννα πρὸς τὰς ἀκτῖνας πεσοῦσα τοῦ ἡλίου ἀνοίγνυσι τὸ ὄστρακον
καὶ διαυγεστέραν ποιεῖ καὶ καθαρωτέραν . ἡ μὲν οὖν ἐμβύθιος πίννα διαυγεστάτην [ ποιεῖ ] καὶ καθαρωτάτην καὶ μεγάλην γεννᾷ
5121754 Θεοκρινην
πόλεως . φημὶ δὴ κατὰ ταύτην τὴν ἔνδειξιν ἔνοχον εἶναι Θεοκρίνην τῷ φήναντα Μίκωνα Χολλῄδην μὴ ἐπεξελθεῖν , ἀλλ '
μὲν οὐδαμῶς νομίζω . οὐ γὰρ δὴ προσδοκᾶν γε δεῖ Θεοκρίνην αὐτὸν ὁμολογήσειν ὀφείλειν ὑμῖν τῷ δημοσίῳ καὶ δικαίως ἐνδεδεῖχθαι
5117918 Λαβρον
ὀφθαλμοὺς , τὸ δὲ στόμα ἐν μέσῳ τῶν ὀφθαλμῶν . Λάβρον : λαίμαργον . Αἰεί : διηνεκῶς . ψαμάθοισι :
ἀποπέμψῃ , ὑπαντλήσῃ . ἀέξῃ : σωρεύσῃ , συναθροίσῃ . Λάβρον : σφοδρὸν , πολὺν , βαρὺν , μέγαν :
5117581 ἐφωδευσα
καὶ αὐτὰ ἔκτισεν καὶ εἶπεν δοῦναι αὐτοῖς . Καὶ ἐκεῖθεν ἐφώδευσα εἰς τὸ μέσον τῆς γῆς , καὶ ἴδον τόπον
θεὸς ἐπὶ τῶν ἀνισταμένων . ὀνόματα ζʹ ἀρχαγγέλων . Καὶ ἐφώδευσα μέχρι τῆς ἀκατασκευάστου . καὶ ἐκεῖ ἐθεασάμην ἔργον φοβερόν
5117063 καταφερομενη
: κιονίσκος λίθινος στρογγύλος . προπροκαταΐγδην : εἰς τοὔμπροσθεν ἄνωθεν καταφερομένη . ἐν δ ' ἄρα μέσσαις : ἐν δὲ
τὰς μὲν ἐξηπείρωκεν αὐτῶν ἤδη , τὰς δὲ μέλλει πολλὴ καταφερομένη : ἥπερ καὶ τὴν Παραχελωῖτιν καλουμένην χώραν , ἣν
5116474 κυνηγετῃ
. ἡ δὲ παρεκάλει ἐαθῆναι καὶ πολλὰς πέρδικας προσάξει τῷ κυνηγέτῃ . ὁ δὲ κυνηγός : „ διὰ τοῦτο μᾶλλόν
δὲ περὶ αὐτὸν ὦσι τὸν λαγῶ , δῆλον ποιείτωσαν τῷ κυνηγέτῃ θᾶττον φοιτῶσαι , μᾶλλον γνωρίζουσαι ἀπὸ τοῦ θυμοῦ ,
5115671 στρυφνοτητα
, κατεχόμενα ὑπὸ τοῦ φλέγματος ἐν τῇ κοιλίᾳ , καὶ στρυφνότητα ἔχοντα . τὸ δὲ Ποντικὸν λιπαρὸν καὶ δυσκατέργαστον .
' [ ἐν ] ἀμφότερα ταῦτα ἀναδίδωσι λιπαρὸν κολλώδη , στρυφνότητα ἔχοντά τινα : λεκιθώδης οὖν ἐξ αὐτῶν γένοιτο ἂν
5109869 ἠχοϲ
ἂν ϲυμβάλλοιτο πρὸϲ ὑγίειαν , ὁ δὲ τῶν βαρυτέρων φθόγγων ἦχοϲ χρήϲιμοϲ : ὥϲτε τοῦτον ἀϲκητέον . οὕτω γὰρ πλεῖϲτοϲ
καὶ βουβώνων , πρόϲ τε τὴν ἐκ τῶν δακτύλων ἐπίκρουϲιν ἦχοϲ τυμπανώδηϲ γίνεται . θεραπεύειν οὖν πρῶτον μὲν διὰ φλεβοτομίαϲ
5108516 καταλαμβανομεν
ἀποδείξεως ἅμα τό τε εἶναι καὶ τὸ τί ἦν εἶναι καταλαμβάνομεν , καὶ δεύτερον τίθησιν . ἔστι δὲ τοῦτο :
. τόν τε γὰρ ἑπόμενον λόγον τοῦ συνήθους χρωματικοῦ μείζονα καταλαμβάνομεν τοῦ ἐπὶ κζʹ καὶ τὸν ἐν τῷ ἐναρμονίῳ πάλιν
5107266 καθημεναι
ἤδη μεμελετηκέναι καλῶς . ἐμοὶ γάρ , ὦ γυναῖκες αἱ καθήμεναι , γυναῖκας αὖ , δύστηνε , τοὺς ἄνδρας λέγεις
ἂν ἐσῴζετο , εἰ μή τι καινὸν ἄλλο περιηργάζετο . καθήμεναι φρύγουσιν ὥσπερ καὶ πρὸ τοῦ . ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
5105509 ὑπερωας
εἶναι δοκεῖ εἰς τὸ ἀρχαῖον σχῆμα . ἀλλὰ κᾂν ἐξ ὑπερώας μεσίζῃ ἡ ῥὶς , ὥς φησι , σιμοῦται ἀθεράπευτος
ὡράθη γὰρ πολλάκις τοῦτο γινόμενον . ἢ φέρεται δι ' ὑπερώας ἐπὶ τὸν πνεύμονα καὶ εἰς ἐμπύημα μεθίστησι τὴν ὕλην
5099526 κακωδιαν
, ἀλλ ' ἡ κατάπνιξις καὶ ἡ κοιλία ποιεῖ τὴν κακωδίαν . Ταὐτὸ δὲ πέπονθεν ὁ τόπος ὁ τοιοῦτος καὶ
ὁ τόπος ὁ τοιοῦτος καὶ ὅλον τὸ σῶμα πρὸς τὴν κακωδίαν : ἀπεψία γὰρ κἀκεῖ γίνεται . Τὴν δὲ διὰ
5098880 ἀνακαθαρσει
ὑπόμνησιν , διανοίγεται δὲ ἡ κατάποσις , εὐοδίᾳ δὲ καὶ ἀνακαθάρσει τῶν πόρων ἡ ἀνάδοσις ἑτοιμάζεται καὶ τρέφεται ἡ σύγκρισις
καθ ' ὧν ἐγγὺς οὐσῶν πνεύσειαν . ἐν δὲ τῇ ἀνακαθάρσει τῆς ἐκλείψεως ἄλλοι πνεύσαντες τὰς ὑφ ' αὑτοὺς χώρας
5096865 διαδιδουσα
τῶν ἁπανταχοῦ : οὓς ἀνὰ πᾶσαν Θρᾴκην τε καὶ Μακεδονίαν διαδιδοῦσά τε καὶ διατιθεμένη ὅτι πλεῖστον συλλέγει χρυσὸν καὶ ἄργυρον
τῶν ἁπανταχοῦ : οὓς ἀνὰ πᾶσαν Θρᾴκην τε καὶ Μακεδονίαν διαδιδοῦσά τε καὶ διατιθεμένη ὅτι πλεῖστον συλλέγει χρυσὸν καὶ ἄργυρον
5096294 ἡμιξεστον
μεθυούσας . κοτύλη δέ ἐστιν εἶδος μέτρου ὃ νῦν καλεῖται ἡμίξεστον . ἠσπάζοντο : ἐφιλοφρονοῦντο . κυρίως δὲ ἀσπάζεσθαί ἐστι
τῆς χειρὸς , ἀλλὰ καὶ εἶδος μέτρου , ὃ ἡμεῖς ἡμίξεστον λέγομεν . λέγεται καὶ ἐπὶ τῶν ποδῶν τοῦ πολύποδος
5092167 παρεταττοντο
οἱ δὲ Ἀσσύριοι καὶ δὴ ἠριστηκότες ἐξῇσάν τε θρασέως καὶ παρετάττοντο ἐρρωμένως . παρέταττε δὲ αὐτοὺς αὐτὸς ὁ βασιλεὺς ἐφ
Ἰόβαν τὸν Μαύρων βασιλέα σύμμαχον λαβόντες , κατ ' αὐτοῦ παρετάττοντο . Ἐπὶ τούτοις ἦσαν Πούβλιος Κορνήλιος Σκιπίων , ἀπόγονος
5087085 ὠκειας
μὲν οἰχθεισᾶν πυλᾶν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν , τέκˈνοισιν ὠκείας γνάθους ἀμφελίξασθαι μεμαῶτες : ὁ δ ' ὀρθὸν μὲν
. θηρῶσιν δὲ Κελτοὶ καὶ ἀναμιγνύοντες τοῖς ἰχνευταῖς κυσὶν τὰς ὠκείας . καὶ οἳ μὲν μαστεύουσιν , αὐτοὶ δὲ διί
5085247 ϲυνεχουϲ
, μελαγχολικὸν τὸ αἷμα καθίϲταται : χρὴ οὖν ἀπέχεϲθαι τῆϲ ϲυνεχοῦϲ αὐτῶν χρήϲεωϲ , καὶ μάλιϲτα τοὺϲ χολώδειϲ τὴν κρᾶϲιν
δεύτερον , τὸ δὲ τρίτον , τὸ δὲ τέταρτον , ϲυνεχοῦϲ μενούϲηϲ τῆϲ κινήϲεωϲ , καθ ' ὁμοιότητα τῆϲ ἐπὶ
5085107 ὀρχεσι
Σαμία καὶ παρηγορεῖ φλεγμονάς , μάλιστα τὰς ἐν τιτθοῖς καὶ ὄρχεσι καὶ πᾶσι τοῖς ἀδενώδεσιν . χρὴ δὲ λειοῦν αὐτὴν
ῥοδίνῳ , καθαίρει τὰ ἕλκη καὶ σαρκοῖ μάλιστα τὰ ἐν ὄρχεσι γιγνόμενα καὶ αἰδοίοις . Εἰ δὲ χωρὶς τοῦ ἰοῦ
5075798 ΓΘΖ
ΓΕΖ τῇ ὑπὸ ΓΘΖ ἐστιν ἴση . ἡ δὲ ὑπὸ ΓΘΖ τῇ ὑπὸ ΔΘΗ ἴση : κατὰ κορυφὴν γάρ :
γʹ ἀκρωνύκτου καταγραφή . ἐπεὶ οὖν καὶ ἐνταῦθα ἡ ὑπὸ ΓΘΖ γωνία τῆς ὁμαλῆς τοῦ ἐπικύκλου παρόδου , οἵων μέν
5075371 ἀπομαραινεσθαι
, τὴν ἐφ ' ᾗ γέγονεν ἀνάγκην οὐκ ἐᾷ ταχέως ἀπομαραίνεσθαι τοῖς πεπονθόσιν . εἰ μὲν γὰρ πολὺς ἐν μέσῳ
τὸ κάλλος , ὡς καὶ μόνον φθεγξαμένων ἀπανθεῖν αὐτὸ καὶ ἀπομαραίνεσθαι ἐλεγχόμενόν τε καὶ ἀσχημονοῦν καὶ παρ ' ἀξίαν συνὸν
5075028 ἀλευεται
πρωῒ παραστήσεσθαι ἔμελλε μοῖρ ' ὀλοή , τὴν οὔ τις ἀλεύεται , ὅς κε γένηται . ὡς ὄφελες τιμῆς ἀπονήμενος
. α . . . . ὄφρα καὶ ἄλλος πτωχὸς ἀλεύεται ἠπεροπεύειν . , ὅτι τὸ ἀλεύεται ἀντὶ τοῦ ἀλεύηται
5073337 ἀναξηραντικη
ἔχουσα τὸν στάχυν , πικρὰ τῇ γεύσει καὶ τῆς γλώσσης ἀναξηραντικὴ ἐπιμένουσά τε τῇ εὐωδίᾳ ἐφ ' ἱκανὸν χρόνον .
ϲὺν ῥοδίνῳ ἢ μωρϲίνῳ ἐπίχριε . Ἄλλο : μηλίνη ὑγιεινὴ ἀναξηραντικὴ παντὸϲ ῥεύματοϲ , μάλιϲτα ἐπὶ τῶν χρονίων . λιθαργύρου
5072848 Πολυπους
θεάσει αὐτὸν κατὰ τὴν νύκτα φαίνοντα , ὥσπερ λαμπάδα . Πολύπους ζῷόν ἐστι , τὸ λεγόμενον ὀκταπόδιον . οὗτος ζωμευθεὶς
Ὄψον κυρίως πᾶν τὸ διὰ πυρὸς εἰς ἐδωδὴν κατασκευαζόμενον . Πολύπους , πολύποδος , ἡ αἰτιατικὴ τὸν πολύπουν , ὡς
5069090 ἀντιπραττοντα
τῆϲ ἐμπλάϲτρου , εἰ δὲ ἔχοι καὶ τὰ ἄλλα μὴ ἀντιπράττοντα , μέλαιναν ποιεῖ τὴν ἔμπλαϲτρον . μίϲυ ἐπὶ τέλει
εἰπεῖν ὅτι ᾔσθημαι ἐν ταῖς τοιαύταις ἀγαθαῖς ἡδοναῖς τὸν θυμὸν ἀντιπράττοντα ταῖς ἐπιθυμίαις , ὥσπερ ἐπὶ ταῖς τοῦ Λεοντίου ἀλόγοις
5067070 χρονιαιϲ
πολὺν καὶ ἱκανῶϲ κουφίζει . ποιεῖ καὶ τοῖϲ ὑπερϲαρκώμαϲιν , χρονίαιϲ ὀδύναιϲ καὶ ἑλκώϲεϲιν . Ἄλλο . ἀλόηϲ , λιβάνου
πάθη χαίρει τῷ βοηθήματι , ἐξαιρέτωϲ δὲ κεφαλὴ ἐν ταῖϲ χρονίαιϲ κεφαλαλγίαιϲ καὶ ἑτεροκρανίαιϲ καὶ ϲκοτώμαϲιν ἐπιληψίαιϲ τε καὶ μανίαιϲ
5064255 ϲυνιϲταμεναϲ
εἰϲι δυϲιάτων . τὰϲ μέντοι διὰ χολώδη χυμὸν ἀνάρροπον γινόμενον ϲυνιϲταμέναϲ ταῖϲ διὰ τῶν χολαγωγῶν φαρμάκων κενώϲεϲιν οὐ χαλεπῶϲ ἂν
ἐν τοῖϲ διαλείμμαϲιν ἐπιτιθέμενα πρὸϲ τὰϲ περὶ πάντα τὰ ἄρθρα ϲυνιϲταμέναϲ ϲυλλογὰϲ ἁρμόζοντα ἀπαλλάττειν καὶ τῆϲ ὅληϲ νόϲου μεμαρτύρηταί τιϲι
5061997 Σαγγαριος
τόποις , Λοκοξίτας τούτους καλῶν . . . , : Σαγγάριος , ποταμὸς Φρυγίας : ὁ δὲ Μυρλεανὸς Σάγγαρον αὐτὸν
: διὰ γὰρ τοῦ παρακολουθοῦντος εὔχεται Ἀγαμέμνων Ἕκτορα ἀνελεῖν . Σαγγάριος ποταμὸς ἐν Φρυγίᾳ . Σάμος πόλις ἐν Κρήτῃ .
5058827 πεττομενης
ψυχὴν τοῦ φιλομαθοῦς καὶ ἐλπίδα τελειώσεως ἔχοντος , ἐπειδὴ τροφῆς πεττομένης συγκραταιοῦν ἑκάτερον ἀγγεῖόν ἐστιν , ὁ μὲν τῆς διὰ
ἐν τῷ ὕπνῳ γενομένης πέψεως κατὰ λόγον καὶ τῆς τροφῆς πεττομένης , ἀναδίδοται ἡ ὑγρότης , καὶ ἕκαστον τῶν μορίων
5057602 ἡδειν
παρρησιαζομένῳ : πηδᾶν μὲν αὐτῷ τὴν καρδίαν ἐπὶ Χαρμίδῃ καὶ ἥδειν τὸ σῶμα , ἐπτοῆσθαι δὲ καὶ ἐνθουσιᾶν , καθάπερ
καὶ τιμὴ καὶ ἔπαινος καὶ δωρεαὶ καὶ δόξαι ἱκανά ἐστιν ἥδειν καὶ διαχεῖν τὴν διάνοιαν καὶ παρ ' αὐτὸ τοῦτο
5056090 Φερειν
, ὃν καὶ πρῶτον περαιοῦσθαι τοὺς εἰς Ἅιδου πορευομένους . Φέρειν δὲ αὐτοῖς τρὶς τὴν γῆν τοῦ ἔτους καρπὸν ,
βίον κτήσῃ καλόν . Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους . Φέρειν ἀνάγκη θνητὸν ὄντα τὴν τύχην . Φιλεῖ δ '
5053359 ἀρτηριαϲ
τῆϲ κινήϲεωϲ καὶ κατά τιναϲ μὲν δακτύλουϲ ταχύτερον κινουμένηϲ τῆϲ ἀρτηρίαϲ , κατά τιναϲ δὲ βραδύτερον , ὁτὲ δὲ καὶ
ὥϲτε κατὰ τὸ ἐξωτέρω πρὸϲ τῷ τοῦ κάμνοντοϲ ἀντίχειρι τῆϲ ἀρτηρίαϲ μέροϲ μικρότατον αὐτὸν φαίνεϲθαι , μύουροϲ καλεῖται καθ '
5049916 καταφλεξαντα
προστάγματι . ὁρκίζω σε τὸν τῶν αὐχενίων γιγάντων τοῖς πρηστῆρσι καταφλέξαντα , ὃν ὑμνεῖ ὁ οὐρανὸς τῶν οὐρανῶν , ὃν
δὲ εὐτονίαι τῆς περιδινήσεως ἀναρπάσαντα πέτρους ἀπὸ τῆς γῆς καὶ καταφλέξαντα τούτους ἠστερωκέναι . , Ἀ . μύδρον ἢ πέτρον
5043879 Ἱκανως
παράκοπον ] Παρακεκομμένην μέρος τοῦ νοῦ . : ἄδην ] Ἱκανῶς . : γεγυμνάκασιν ] Παρήλασαν . : παρθένου :
τὴν μνήμην , δοίης δὲ τῷ παντὶ τὴν ἀθανασίαν . Ἱκανῶς ἡμῖν ηὖκται . Ἀλλ ' ἴωμεν . Εἰ σὸν
5039126 βαπτειν
λαβόντα θερμοὺς ἐσχαρίτας , πῶς γὰρ οὔ ; τούτους ἀνειλίττοντα βάπτειν εἰς γλυκύν . καὶ Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : καὶ
λαβόντα θερμοὺς ἐσχαρίτας , πῶς γὰρ οὔ ; τούτους ἀνειλίττοντα βάπτειν εἰς γλυκύν . Θάσιον ἔγχει . . ὃ γὰρ
5037939 φλεων
φακῆν ἥδιστον ὄψων λοιδορεῖς πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ταυτὶ τὰ κρέ ' αὐτῷ παρὰ γυναικός του
αὐτοῦ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ] Ἄλλως . κύπειρον καὶ φελεὺς εἴδη εἰσὶν
5037231 ληιης
τούτους φυλάκους τῆς οἰκίης πάσης ὑπεραιωρέεσθαι . Ζώουσι δὲ ἀπὸ ληίης τε καὶ πολέμου . Ἀγάθυρσοι δὲ ἁβρότατοι ἄνδρες εἰσὶ
κὠ τάπης ἦμιν , τὸ τοῦ λόγου δὴ τοῦτο , ληίης κύρσηι . ἐπὴν δ ' ἐλεύθερός τις αἰκίσηι δούλην
5030249 Χαλεπη
ἀκρατής : ἴσον δέ γ ' εἰσὶν ἀμφότεροι κακοί . Χαλεπή , λέγω σοι , καὶ προσάντης , ὦ τέκνον
Νέμει ] Κέκτηται . Μαλθακόφωνοι ] Ἡδύφωνοι . Προσάντης ] Χαλεπή . Ὑπέστειλεν ἱστίον ] Ὑπεχάλασεν , ὅπερ εἰώθασι ποιεῖν
5030188 περισχεθεντα
: κρανείας δέ ἐστι ταῦτα , ἰσχυρὰ ἄγαν . εἶτα περισχεθέντα τῷ ἀγκίστρῳ καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι
τῆς ἰσχύος τῆς ἔνδον , ἤδη δέ τινα καὶ κλάδοις περισχεθέντα καὶ ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ
5027882 Σφαιρας
τὸ γʹ , καὶ ἔσται τὸ στερεὸν τοῦ κώνου . Σφαίρας ἡ διάμετρος ιγ : εὑρεῖν αὐτῆς τὸ στερεόν .
ΖΓ . ὅλη ἄρα ἡ ΒΓ περιφέρεια εὐθεῖα δόξει . Σφαίρας ὁπωσδηποτοῦν ὁρωμένης ὑπὸ ἑνὸς ὄμματος ἔλασσον ἀεὶ ἡμισφαιρίου φαίνεται
5027443 γαστροκνημιας
στροφῶν χαλεπῶν μετὰ τῶν ἐπιγινομένων σπασμῶν καὶ συνολκῶν κατὰ τὰς γαστροκνημίας μάλιστα : ἐπιμέλεια δὲ ἐπιβροχῶν μὲν θερμῶν κατὰ τῶν
τῷ δεξιῷ γόνατι τετράπλευρον καὶ ἔτι ὁ ἐπὶ τῆς αὐτῆς γαστροκνημίας ἐν μέσῳ κεῖται τῷ γάλακτι , ὁ δ '
5026933 ἀκνηστις
εἶδος βοτάνης , παρὰ τὸ πολὺ κνῆσαι , ἢ ἐγκνήθεσθαι ἄκνηστις δὲ οἱονεὶ πολύκνηστις , ὥσπερ καὶ τὸ ἄξυλος ὕλη
Συριακοῦ , ὁ δὲ Θεόφραστος βέλτιον ὀπὸν πανάκους . * ἄκνηστις : εἶδος βοτάνης , παρὰ τὸ πολὺ κνῆσαι ,
5026189 Τιβεριν
καὶ Ἰβηρίας ποταμός . ἔστι καὶ Ἰταλίας τρίτος περὶ τὸν Τίβεριν ποταμόν . × . δομήσαντες ω : τὸ δο
δὲ βρέφη Φαιστύλῳ ποιμένι Λαβρεντίας ἀνδρὶ ἐδίδοντο ῥῖψαι περὶ τὸν Τίβεριν ποταμόν , ἃ ἡ τούτου γυνὴ λαβοῦσα ἀνέτρεφεν :
5026056 Πλειω
συλλογισμὸς μόνον , τὸ δὲ καὶ ὡς ἀπόδειξις ἤδη . Πλείω δὲ ταὐτοῦ μέσα τε καὶ αἴτια εἶναι οὐχ οἷόν
οὕτως ἀκαίρως . ἰτέον δ ' ἐφεξῆς τῷ λόγῳ . Πλείω γοῦν ποτε ἐδηδοκότων καὶ ἀπεπτησάντων λεπτά τε καὶ λευκὰ
5024946 ἀπορροιας
τὸ ἀπορροίας γίνεσθαι , αὐτὸ τοῦτο παραλαμβάνοι πρὸς βεβαίωσιν τοῦ ἀπορροίας γίνεσθαι . Ἀνῄρουν δ ' οὗτοι καὶ πᾶσαν ἀπόδειξιν
ἑπομένου αὐτῷ κέντρου κατά τε τὰς ἔγγιστα φαινομένας συναφὰς ἢ ἀπορροίας καὶ συ - σχηματισμοὺς καὶ ἔτι κατὰ τὴν κυριότητα
5020664 προηχθαι
ὥσπερ δὲ ἐπὶ τῶν ἀποδείξεων πρῶτον ἁπάντων ἀπαιτητέον τὸ συλλογιστικῶς προῆχθαι , οὕτως ἐπὶ τῶν ὁρισμῶν τὴν σαφήνειαν . ἀσαφείας
, διαφεύγει τὸ σχῆμα . βέλτιον οὖν λέγειν ἠθικῶς αὐτῷ προῆχθαι ὅσα δοκεῖ λέγεσθαι κατὰ σχῆμα . τοῦτο δὲ πέπονθε
5017984 ἀνακινει
χαμαίμηλον , καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν εἰς τὸ πῦρ ἐπιθεὶς ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς μιχθῇ , ἑνωθέντων δ '
ἔμπασσε εἰς αὐτὸν τὴν σανδαράκην καὶ τὴν σάνδυκα λεῖα καὶ ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ

Back