| Καρχηδών ] Βήλου τοῦ Τυρίων βασιλέως υἱὸς Πυγμαλίων καὶ θυγατέρες διδὼ ἡ καὶ Ἔλισσα καὶ Ἄννα , ἣ γαμεῖται Συχαίῳ | ||
| Καρχηδών ] Βήλου τοῦ Τυρίων βασιλέως υἱὸς Πυγμαλίων καὶ θυγατέρες διδὼ ἡ καὶ Ἔλισσα καὶ Ἄννα , ἣ γαμεῖται Συχαίῳ |
| φεύγειν ἠτυχηκότα φίλον . ταῦτα δὲ τρὶς ἤδη πρὸς σὲ βοῶ : τὸ μὲν πρῶτον ἐν γράμμασιν , ἔπειτα πρὸς | ||
| ὡς διπλόος διπλόη , ὄγδοος ὀγδόη , ὡς ἔχει τὸ βοῶ βοήσω , γοῶ γοήσω : ἀκροῶ δὲ ἀκροάσω καὶ |
| τοιούτου γυνή , κηδεσταὶ δὲ ὑμεῖς . ἢν δὲ καὶ τέκω προϊόντος τοῦ χρόνου , μήτηρ μὲν ἐγὼ δηλαδή , | ||
| δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : πλέκω : τέκω : κρέκω : δέκω . Τὰ διὰ τοῦ ηκω |
| χρυσὸς ἡ λεγομένη μαρμάρῳ καὶ κονίᾳ . . ΗΛΗΛΑΝΤΟ . Κανόνισον : ἐλάω , ἐλῶ , τὸ ἐλαύνω : ὁ | ||
| τῷ Ποσειδῶνι , ταύρειος ἐκλήθη Βοιωτικῶς . . ΑΡΗΑΙ . Κανόνισον , αἴρω τὸ ἐπαίρω , ὁ μέλλων ἀρῶ , |
| τῇ γε μὴν σημασίᾳ παθητικά : καὶ τοὔμπαλιν ἔρχομαι πορεύομαι ἵσταμαι , ἃ τῇ μὲν φωνῇ παθητικά , οὐ μέντοι | ||
| ; ἐγὼ πρῶτος , ἐπειδὰν ἴδω σε , διψῶ καὶ ἵσταμαι μὴ θέλων , τὸ ἔκπωμα κατέχων : τὸ μὲν |
| ἰθαίνω , ἰθαίνεις , ἰθαίνει , ἰθαινάθυμος , ἰθαιγένης : μιαίνω , μιαίνεις , μιαίνει , μιαιφόνος : τὸ ἀλέξω | ||
| ὄνομα γεγόνασι : φαίνω φαίνομαι , μαίνω μαίνομαι , ῥαίνω μιαίνω . τὸ μέντοι αἰνῶ περισπώμενον ἔχει τὸ αἶνος , |
| τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου : τοῦ τέτυμμαι γίνεται , τροπῇ τῆς μαι εἰς μην καὶ προσόδῳ τοῦ ε τέτυμμαι ἐτετύμμην : | ||
| μέλλων τὸ ἐὰν τύπωμαι γίνεται : προσόδῳ γὰρ μόνης τῆς μαι συλλαβῆς γίνεται ἀπὸ τοῦ ἐὰν τύπω ἐὰν τύπωμαι . |
| ἐγὼ δ ' ἅμ ' ἡμέραι βοῦς εἰς ἀρούρας ἐσβαλὼν σπερῶ γύας . ἀργὸς γὰρ οὐδεὶς θεοὺς ἔχων ἀνὰ στόμα | ||
| κείρω , κερῶ : μείρω , μερῶ : σπείρω , σπερῶ : φθείρω , φθερῶ : δείρω , δερῶ : |
| ἄνθρωπος ἀποφρὰς καὶ βλέπων ἀπιστίαν . γίνεται παρὰ τὸ φρῶ φράς καὶ ἀποφράς . . . . ἀποφώλιος : ὁ | ||
| , φράζω , ὁ μέλλων φράσω , ἀποβολῇ τοῦ ω φράς καὶ ἐν συνθέσει ἀποφράς , . , , . |
| οὗ μέλλων εἰδήσω : τοῦ εἰδῶ παράγωγον εἴδημι , ὡς τιθῶ τίθημι , δεύτερον πρόσωπον εἴδης , ἐπεκτάσει εἴδησθα , | ||
| θ ' οἷ θέλεις σπεύδῃς , ἐγώ τε τἄνδον ἐξαρκῆ τιθῶ . Αὐτοῦ γε πρῶτον βαιὸν ἀμμείνας ' , ὅπως |
| λείβω καὶ τοῦ λείπω ὁ αὐτὸς μέλλων λείψω , λήγω λήχω λήξω : τὸ αὐτὸ καὶ ἐπὶ ἄλλων . Ὁ | ||
| ἐνεστῶτος διὰ τοῦ τος κλίνεται , λείβω λέβης λέβητος , λήχω Λάχης Λάχητος : οὕτω κρατῶ Κράτης Κράτητος . Εἰ |
| [ ] ο δε Ανδροτιμος [ και ] ? αχθομενος επει [ ] [ ! ! ] ! εν ? | ||
| ! γενναι ] [ ] δ ' ου μελλει εφη επει γε αν ? [ ] ι ευψυχον [ ! |
| ἢ προτακτικὸν ὂν ἢ ὑποτακτικόν , οἷον ἔχω ἴσχω , μένω μίμνω , τέκω τίκτω , ῥέπω ῥίπτω . Τὰ | ||
| αὐτὸν εἶπεν : Ἀλλ ' ἐγὼ τέως νῦν ἄδειπνος οὐ μένω διὰ τό σέ μου ἀφορμὴν πᾶσαν λύειν . Ὅτι |
| . Ἐὰν γὰρ πεισθῇς , πατέρα τὸν ἐμὸν Ἄψυρτον ἐγὼ πείσω σοί με συνοικίσαι , καὶ τὴν νῦν σοι γυναῖκα | ||
| τοῦ ς , ὁ παρακείμενος διὰ τοῦ κ , πείθω πείσω πέπεικα : ὅτε δὲ διὰ τοῦ ψ , ὁ |
| [ ] νομονα ? ? ? ? [ [ ] εφη [ . . . κἀγὼ μὲν ἄτεκνος ἐγενόμην κείνης | ||
| ] μα προς ? [ αυ ] τον ο μισητος εφη εγω τι [ ] ως απολεισθε [ ] εν |
| . οὖθαρ : οὖθαρ : . . . ἀπὸ τοῦ θῶ , τὸ τρέφω ἢ θάλλω , θὰρ , καὶ | ||
| ; δῆλον ὅτι ἡ ἀναγκαῖον μὴ εἶναι . ἐὰν οὕτως θῶ τὴν οὐκ ἀναγκαῖον μὴ εἶναι ὑπὸ τὴν δυνατὸν εἶναι |
| Ῥωμαίων διαλέκτου . . , : ὀπωπή : παρὰ τὸ ὄπτω ῥῆμα γίνεται ὄνομα ῥηματικὸν ὀπή , ὡς κόπτω κοπή | ||
| , κλέπτω κλέβδην , κρύπτω κρύβδην , γράφω γράβδην , ὄπτω ὄβδην καὶ ἐσόβδην . καὶ παρὰ τοὺς εἰς ξω |
| Σταθεύειν φασὶν Ἀττικοὶ τὸ κατὰ μικρὸν κᾴεσθαι , ἀπὸ τοῦ ἵστημι στήσω καὶ τοῦ αἴθω . . . εὔω τὸ | ||
| μι τροπῇ τῆς μι εἰς ς τὸ δεύτερον ποιεῖ , ἵστημι ἵστης , δίδωμι δίδως , ζεύγνυμι ζεύγνυς . τίθησι |
| ] [ ] ασκ ? [ ] [ ] : εγ [ ] [ ] ο ? [ ] [ | ||
| ? [ τ [ ! [ π [ ά [ εγ ? [ τ [ ] ! α [ ] |
| δαίμων γὰρ ὅδ ' αὖ μετάτροπος ἐπ ' ἐμοί . ἥσω τοι τὰν πάνδυρτον , ζαπαθέα τε σέβων ἁλίτυπά τε | ||
| . . ἀφῆκα : ἐκ τοῦ ἵημι , ὁ μέλλων ἥσω , ὁ ἀόριστος ἦκα καὶ ἀφῆκα ' . . |
| ? μὲν τεθνᾶσι ἐγὼ δὲ σὺν τῇ λοιπῇ οἰκίᾳ | ἀποδημῶ καὶ τὸ τῆς ἀνάγκης ἅμα | ἰσχυρὸν προσγέγονεν , | ||
| ? ? ? ? [ ἐν τιμῇ ] ιζ εἰ ἀποδημῶ ιη εἰ συναλλάξαι συμφέρει μοι ? ? ? ιθ |
| αὐτὸν ἰδόντα , τὰ δὲ καὶ δι ' ἑτέρω τινὸς τρόπω κατανοήσαντα . οὔτε γὰρ ὁ ἐν λογισμοῖς καὶ μαθημάτεσσι | ||
| βάλλεις . μνημονικὸς ] ἐνθυμητικός , οὐκ ἐπιλήσμων . δύο τρόπω : ⌈ ἤτοι [ ἤγουν ] δύο τρόποι καὶ |
| ἄγομαι δῶρον δοθεῖσα τῇ Μαντοῖ καὶ εἰς χεῖρας τῆς ζηλοτυπούσης δίδομαι : σὺ δὲ ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ μείνας οἰκτρῶς ἀποθνῄσκεις | ||
| : τίθημι τίθεμαι τίθεσαι τίθεται , ἵστημι ἵσταμαι , δίδωμι δίδομαι δίδοτε δίδομεν δίδοται . ] Πᾶσα μετοχὴ εἰς ΩΝ |
| Δημόσθενες , Διομήδης Διομήδους ὦ Διόμηδες , Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους ὦ Ἀριστόφανες , ὁ Πολυδεύκης τοῦ Πολυδεύκους ὦ Πολύδευκες , ὁ | ||
| τῆς κλητικῆς καὶ τὰ εἰς ης σύνθετα κύρια , Διόμηδες Ἀριστόφανες , καὶ τὰ παρ ' οὐδετέρων ἐσχηματισμένα εἰς ης |
| [ ] ειν φρονιμοτερον [ ] [ ] τον ως εμε ημετερ [ ] [ ] ου και φθορας ραλε | ||
| ? ? [ ] ϲ ἀϲφαλῶϲ Ͻ αὐτὰϲ ἰδών ] εμε : ] υται μενῶ ] ϲοιδετι ] ηϲ μόνωι |
| ἄγαν πίνουσα . Νήσαντες σωρεύσαντες : ἐκ τοῦ νῶ τὸ σωρεύω : ὁ μέλλων νήσω : ἐξ οὗ καὶ νηδὺς | ||
| : γαστέρα , ἔλαβον : νηδὺς ἀπὸ τοῦ νῶ τὸ σωρεύω καὶ τὸ ἡδὺ , ἐν ᾗ σωρεύεται πᾶσα ἡδύτης |
| εἰς ΓΩ ὑπερδισύλλαβα μὴ παρ ' ὄνομα σύνθετα , εἰ παραλήγοιτο φύσει μακρᾷ , βαρύνεται : [ ἐπείγω ] ἀρήγω | ||
| λυῶ λυήσω : εἰ δὲ τῷ ε ἢ τῷ ι παραλήγοιτο , διὰ τοῦ α μακροῦ ποιεῖ τὸν μέλλοντα , |
| ηὔδαες ηὔδας , τὸ τρίτον ηὔδαε ηὔδα , καὶ τὸ προστακτικὸν αὔδαε αὔδα . Ὅμηρος : ἐξαύδα , μὴ κεῦθε | ||
| πρόσωπον τοῦ δευτέρου ἀορίστου τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν ἀποβάλλον προστακτικὸν γίνεται , ἔνυγον ἔνυγες ἔνυγε νύγε . τυπέτω . |
| ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον , ὅπερ ἀπὸ τοῦ δαγκάνω γέγονε κατὰ συγκοπήν . τὰ δὲ ἔχοντα πρὸ τοῦ | ||
| ὡς ἔχει τὸ τήκω : δήκω , ἐξ οὗ τὸ δαγκάνω : ἤκω τὸ παραγίνομαι , ὅπερ ἐν μὲν τοῖς |
| , . . . Ἀνήκεστον : ἀθεράπευτον : ἀκῶ τὸ θεραπεύω , οἷον : ἀλλ ' ἀκεώμεθα θᾶσσον : ὁ | ||
| τῶν νοσημάτων : καὶ γίνεται ἐκ τοῦ παίω , τὸ θεραπεύω , παίων καὶ παιάων , ὡς Μαχάων , καὶ |
| ἐντελείᾳ τῷ ε ψιλῷ παραλήγεται : οἷον , νοέω : ποιέω : φορέω : τὰ τῆς δευτέρας τὸ α : | ||
| περισπώμενα ἀπὸ τῶν ἐντελεστέρων συναιρούμενα διαφόρως ποιεῖ τὴν παραλήγουσαν , ποιέω ποιέομαι ποιοῦμαι , βοάω βοάομαι βοῶμαι , χρυσόω χρυσόομαι |
| λογίζω , Ὅμηρος ὁμηρίζω . τὸ δὲ ὀρτίζω προσελθόντος τοῦ αλ ἐποίησεν ὀρταλίζω . . . . Γ . , | ||
| . ἢ ἀπὸ τοῦ τηρὸς ταρός , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς τάλαρος , ὁ εἰς τυρὸν ἐπιτήδειος . . |
| μέλλων , καὶ τὴν παραλήγουσαν αὐτοῦ ἐκτείνει ὁ ἀόριστος , κερῶ ἔκειρα , τελῶ ἔτειλα . ἔτυψας , ἔτυψε . | ||
| ἀκέραιος , ὁ ἀόργητος καὶ ἀβλαβής . ἢ ἐκ τοῦ κερῶ , τὸ μιγνύω , κιρνῶ καὶ ὥσπερ παρὰ τὸ |
| χαίρω : εἶπον ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον διὰ τὸ ψαλῶ ψάλλω : θαλῶ θάλλω , καὶ εἴτι ὅμοιον : ἔχουσι | ||
| , ἦρμαι ἁρμός , τῆς δασείας † προελθούσης , ὡς ψάλλω ψαλμός , εἴρω εἱρμός , . , . * |
| οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τῆς Α . . . . ᾄδω : ἀπὸ τοῦ εἴδω γίνεται ἀείδω καὶ ἀποβολῇ τοῦ | ||
| τοῦ ι ἀμύσσω , ὡς μάθω μάθος καὶ μῦθος , ᾄδω ὕδω , τὸ ὑμνῶ : σημαίνει δὲ τὸ αἱματῶ |
| βαρύτονά τε καὶ περισπώμενα : ὡς ἔχει τὸ τήκω : δήκω , ἐξ οὗ τὸ δαγκάνω : ἤκω τὸ παραγίνομαι | ||
| δὲ ἡμιφώνου περισπῶνται . καὶ βαρύνονται μὲν ταῦτα : τήκω δήκω , μεθ ' ὧν καὶ τὸ ἥκω : περισπᾶται |
| γενήσομαι , νικήσας σε . Γ αἱρήσω ] διελέγξω , φθερῶ , ἀπὸ τοῦ χαιρήσω . τί θαλαττοκοπεῖς : ἐθαλαττοκράτουν | ||
| . ἐξολῶ : Ἐξολοθρεύσω . Θ . . ἀφανίσω , φθερῶ , ὄντας κακούς . . ἀνασχετὸν : Ὑπομονητόν . |
| . ὁ δὲ εἶπεν : Ἐὰν τοιούτους μὴ εὕρω , ἀγοράσω σοι ἕνα τριάκοντα ἐτῶν . Σχολαστικοὶ δύο πατραλοῖαι ἐδυσφόρουν | ||
| τοῦτο καὶ ἐγέλασεν . “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” θέλεις ἀγοράσω σε ; “ καὶ ὁ Αἴσωπος : ” ἐμοῦ |
| . τύπτοις : πᾶν ῥῆμα εἰς μι λῆγον τροπῇ τῆς μι εἰς ς τὸ δεύτερον ποιεῖ , λέγοιμι λέγοις , | ||
| τὸ ω εἰς η ποιοῦσι ῥήματα εἰς μι πλεονασμῷ τῆς μι συλλαβῆς ἐπὶ τέλους : οὕτω φασὶ καὶ ἀπὸ τοῦ |
| : πῶς οὖν , εἴπερ ἐκεῖ , πῶς οὐχὶ καὶ κεῖ ; Αἰολεῖς κῆνος : φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν | ||
| ην ] [ [ ± φερ ] ! [ ± κεῖ ] ὑμῖν [ Φρύνιχος ] ? ἢ Πεισίστρατος [ |
| σήπω , ἔσαπον : λήβω , ἔλαβον : δήκω , ἔδακον : λήχω , ἔλαχον : τήκω , ἔτακον : | ||
| . δαφοινήν : ἄγαν φονικήν . Ἕλον : ἔλαβον , ἔδακον . Νηδύν : γαστέρα , ἔλαβον : νηδὺς ἀπὸ |
| μα προς ? [ αυ ] τον ο μισητος εφη εγω τι [ ] ως απολεισθε [ ] εν ? | ||
| [ [ ! ! ! ! ! ! ! ] εγω ? ? [ [ ! ! ! ! ! |
| τὸ ο . Τὸ τυπτοίμην χρόνου μέν ἐστιν ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ παθητικοῦ : γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ ὁριστικοῦ παθητικοῦ ἐνεστῶτος | ||
| . πάλιν γὰρ τὸ γράφειν , μεταληφθὲν ἐξ ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ κατὰ τὴν αὐτὴν φωνήν , ἐν τῇ προκειμένῃ συντάξει |
| δύο συλλαβὰς ἔχοντα τὸ α μακρὸν παροξύτονα , ἢ καὶ συναιρέσει ὑποπίπτοντα τοῦ ε καὶ α εἰς η , διὰ | ||
| ἀΐξω ἀῒξ , καὶ κατὰ συναίρεσιν αἴξ : ἐν ὀξείας συναιρέσει ὀξεῖαν ποιεῖ : οἷον , Νηρεῒς Νηρίς : ἑσταὼς |
| τὸ μέτρον συνεστάλη τὸ ω . Τὸ δὲ Ἰάσων Ἰάσονος τρέπον τὸ ω οὐκ ἀντίκειται ἡμῖν : οὐ γὰρ ἔστι | ||
| : εἴπομεν ὡς πᾶν τρίτον ἑνικὸν ἔχον τὸ τ κλιτικὸν τρέπον τὴν ἐσχάτην εἰς θε δεύτερον πληθυντικὸν ποιεῖ : καὶ |
| καὶ Λιβάνιος : ” ὡς τὰ αὐτὰ ἐφροντίζομεν “ . τελῶ λέγεται τὸ πληρῶ , ἀφ ' οὗ καὶ τέλος | ||
| καὶ τελευτὴ ὁ θάνατος : τελῶ καὶ τὸ γίνομαι , τελῶ καὶ τὸ μυοῦμαι καὶ τὸ διδάσκομαι , ὡς ἐνταῦθα |
| καὶ τὸρ μονοσύλλαβον , ὥσπερ παρὰ τὸ φέρω φὲρ καὶ φὸρ καὶ ἐπεκτάσει τοῦ ο εἰς ω φώρ , ὁ | ||
| τὸ λέγω . φὼρ ὁ ληστής : παρὰ τὸ φέρω φὸρ καὶ τροπῆ τοῦ ο εἰς ω μέγα φώρ . |
| ἧκα , ἕμαι , εἷμαι , κατὰ πλεονασμὸν ὡς τὸ τέθειμαι , καὶ εἷσαι , καὶ ἀφεῖσαι . φυλάττεται γὰρ | ||
| παθητικοῦ παρακειμένου γίνεται πρὸ τῆς αι δεχόμενος τὸ ομ , τέθειμαι τέθεισαι τεθείσομαι , εἴγε ἄρα γίνεται . Δυϊκά . |
| τοῦ καλινδῶ καλινδήθρα καὶ ἀποβολῇ τοῦ κ ἀλινδήθρα . ἄνθρωπος ἀποφράς : ἀποφράδες ἡμέραι , καθ ' ἃς ἀπηγόρευτό τι | ||
| καὶ βλέπων ἀπιστίαν . γίνεται παρὰ τὸ φρῶ φράς καὶ ἀποφράς . . . . ἀποφώλιος : ὁ ἀπαίδευτος : |
| ἀλλὰ βοῦν σίτου καὶ οἴνου τράγον καὶ τοιαῦτα τοιούτων ἢ ὠνοῦμαι ἢ αὐτὸς ἀποδίδομαι σμικρὰ εἰπών τε καὶ ἀκούσας . | ||
| πλωϊζόμενον ; Πάνσεμνα φὴς καὶ ὀνησιφόρα τὰ μαθήματα , ὥστε ὠνοῦμαι αὐτὸν τῶν εἴκοσιν . Εἶεν . Τίς λοιπὸς ἡμῖν |
| , Ρ , οἷον τίλλω , νέμω , κρίνω , σπείρω . Φυλάττει ἡ συζυγία αὕτη τὸ τοῦ ἐνεστῶτος χαρακτηριστικὸν | ||
| τοῦ ὅτι μάλιστα τοῖς ἡγεμόσι δεῖ τὸν φιλόσοφον διαλέγεσθαι : σπείρω δ ' ἄρουραν δώδεχ ' ἡμερῶν ὁδόν , Βερέκυντα |
| θέλομεν λιμαγχονῆσαι τὸ σῶμα , ἵνα ἀποθάνῃ . οὐδὲ γὰρ τήκω τὰς σάρκας , ἵνα ἰσχνότητα ποιήσω . ταῦτα μὲν | ||
| ] ἀντικρύ . ἐκτήξαιμι ] κατακαύσαιμι , διαλύσαιμι . . τήκω τὸ φθείρω καὶ ἀφανίζω : κυρίως δὲ λέγεται ἐπὶ |
| ἥλην . ἀφ ' οὗ τὸ ἐάλην , παράκειται , μετοχὴ ἀλεὶς , ὡς ἐνύγην νυγείς . τὸ δὲ ἀλῶ | ||
| τοῦ ῥήματος : μετέχει γὰρ καὶ ἀμφοτέρων , διὸ καὶ μετοχὴ ὀνομάζεται , καθόσον γὰρ ἐπιδέχεται ἡ μετοχὴ γένη καὶ |
| τὸ κατακλινείς μετοχὴ τοῦ παθητικοῦ δευτέρου ἀορίστου : κλίνω , κλινῶ , ἔκλινα , ἔκλινον , ὁ παθητικὸς βʹ ἀόριστος | ||
| τὸ κατακλινείς μετοχὴ τοῦ παθητικοῦ δευτέρου ἀορίστου : κλίνω , κλινῶ , ἔκλινα , ἔκλινον , ὁ παθητικὸς βʹ ἀόριστος |
| ἀόριστος τὴν ον εἰς ω μεταβαλὼν καὶ τὴν ἐν ἀρχῇ κλιτικὴν ἔκτασιν ἀποβαλὼν δεύτερον μέλλοντα ποιεῖ πάντως περισπώμενον καὶ τὸ | ||
| τὸ ι δεχόμενον πρὸ τοῦ μ , τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν συστεῖλαν εὐκτικὸν γίνεται , τύπτομαι τυπτοίμην , ἐτυψάμην |
| τὸ δεύτερον ἑαυτοῦ πρόσωπον πρὸ τῆς αι διφθόγγου δεχόμενος τὸ ομ μετ ' ὀλίγον μέλλοντα ποιεῖ , τέτυμμαι τέτυψαι τετύψομαι | ||
| [ ? ] δετοις ? ? ] λτ [ ] ομ [ ] οι φανερο [ ] [ ! εἶναι |
| : καὶ τροπὴ μὲν παραγωγῆς ἐστιν , ὡς ἐπὶ τοῦ νέμω νόμος , λέγω λόγος , ἐπιστέλλω ἐπιστολή : διαλέκτου | ||
| ο , καὶ αὖθις ἔκτασις τοῦ ο εἰς ω : νέμω , νωμῶ : λέγω , λωγῶ : τρέχω , |
| εἴητε , εἴηϲαν Ἀορίϲτου αʹ Ἑν . τυφθείην τυφθείηϲ τυφθείη Δυ . τυφθείητον τυφθειήτην Πληθ . τυφθείημεν τυφθείητε τυφθείηϲαν Μέϲου | ||
| . τύπτετε τυπτέτωϲαν Παρακειμένου καὶ ὑπερϲυντελίκου Ἑν . τέτυφε τετυφέτω Δυ . τετύφετον τετυφέτων Πληθ . τετύφετε τετυφέτωϲαν Μέϲου παρακειμένου |
| . . . + . ἄνωγε : τὸ θέμα , περισπωμένων : γίνεται δὲ παρὰ τὸ ἀνωγή , τοῦτο παρὰ | ||
| μικροῦ γράφονται , καὶ διὰ τοῦ ντ κλίνονται : τῶν περισπωμένων δὲ ἡ δεύτερα μόνη διὰ τοῦ ω μεγάλου : |
| ην εἰς ω μέγα , καταβιβάσῃς δὲ καὶ τὸν τόνον τυφθῶ γίνεται . Ὁμοίως ἀπὸ τοῦ ἐτύπην γίνεται τὸ ἐὰν | ||
| εἰς ω μετὰ περισπωμένης τὸ ὑποτακτικὸν ποιεῖ , τυφθείς ἐὰν τυφθῶ , διδούς ἐὰν διδῶ . ἐὰν τυφθῇςτυφθῇ . Δυϊκά |
| βίβλῳ κατέταξεν , κατὰ μέρος ἐπισκοπήσωμεν ἀπὸ τοῦ τύπτω καὶ λείβω τὴν ἀρχὴν ποιησάμενοι , ἀφ ' ὧν καὶ αὐτὸς | ||
| παρακείμενος τὸ Φ , τύπτω , τύψω , τέτυφα , λείβω λείψω λέλειφα , γράφω , γράψω γέγραφα : καὶ |
| ὑπομνήματα ἐρωτήσεως ἵνα γένηται αὐτοῖς ἄφεσις , καὶ ἵνα ἐγὼ ἀναγνῶ αὐτοῖς τὸ ὑπόμνημα τῆς ἐρωτήσεως ἐνώπιον Κυρίου τοῦ οὐρανοῦ | ||
| . ἐν γὰρ αἰτία τοῦ ἀναγνῶναί φαμεν οὕτως , ἵνα ἀναγνῶ ἐτιμήθην , ἵνα λοιδορήσω ἐπεπλήχθην : οὐκέτι δὲ τὸ |
| καὶ εἶπεν ὁ θεὸς ὑψηλῷ τῷ κηρύγματι : οὐ μὴ ἐλεήσω τοὺς παρερχομένους τὴν διαθήκην μου . καὶ εἶπεν ὁ | ||
| , ἐγχρίου παρὰ Πιττάλου . Γ οὐκ ἔστιν ] ὅπως ἐλεήσω σε . τοὺς ] λείπει μαθητάς . Πιττάλου ] |
| διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
| ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
| : παλαίω : παρὰ τὸ πάλλω , τὸ σείω , παλαίω . . , : παραβλώψ : παρὰ τὸν βλέψω | ||
| ὡς τὸ κυριεύω σοῦ , καὶ δοτική , ὡς τὸ παλαίω σοί , καὶ αἰτιατική , ὡς τὸ τιμῶ σέ |
| πλεῖος . τὸ δὲ νειός . . . ἀρσενικὸν καὶ μονογενές . Τὰ εἰς ΟΣ καθαρὸν δισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Ι | ||
| ἀπὸ τοῦ πρεσβεία , δηλονότι μονογενές ἐστιν : εἰ δὲ μονογενές ἐστιν , ὤφειλε φυλάξαι τὸ υ ἐν τῇ γενικῇ |
| τὰ ὑποτακτικὰ κλίνουσιν , ἐὰν βοῶ βοᾷς βοᾷ , ἐὰν χρυσῶ χρυσοῖς χρυσοῖ . ἐὰν τύπτῃ : ἀπὸ τοῦ ἰδίου | ||
| λέγω ἐὰν λέγωμαι , ἐὰν βοῶ ἐὰν βοῶμαι , ἐὰν χρυσῶ ἐὰν χρυσῶμαι : [ ὥσπερ γὰρ ἐν τοῖς ἐνεργητικοῖς |
| θοία ζεῦγος ἡμιόνων : θοίνη , ἡ εὐωχεῖα διὰ τῆς οι διφθόγγου . Πᾶσα λέξις ἐκ τῆς θρυ συλλαβῆς ἀρχομένη | ||
| ! ] ῶνο ? [ ῝ ? δ ' ἦλθεν οι ? [ ! ] ειουακες [ ! ] [ |
| μετοχῆς τοῦ ὁριστικοῦ παθητικοῦ αʹ ἀορίστου , ἥτις ἐστὶν ὁ τυφθεὶς καὶ κλίνεται τοῦ τυφθέντος τοῦτο παράγει , τρέπον τὸ | ||
| . Οὗτος γὰρ ὁ Ἀντισθένης Κυνικὸς ἦν φιλόσοφος ὅς , τυφθεὶς καὶ πληγεὶς τὸ πρόσωπον , λαβὼν χαρτίον καὶ ἐγγράψας |
| καὶ τίμιον . τούτων μὲν ὀβολόν , εἰ πολύ , τίθημι . λογιοῦμαι γάρ . αὗται δὲ ῥόαι . ὡς | ||
| ' οἶκον ἐγκεκρυμμένη οὐ πρὸς θυραίων οὐδαμῶς ἀκουσίμη . ἐξαίρετον τίθημι τὴν ἀκουσίαν ἀντάρης νυκτερὶς ὄψεσιν ῥήξασα κίρκους οἴμοι , |
| γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι ὥστε λίθος ἄφθογγος , λείψω δ ' ἐρατὸν φάος ἠελίοιο : ἔμπης δ ' | ||
| μὴ θανοῦμαί γ ' : εἰ δὲ μή , οὐ λείψω ποτέ . ὡς τοῦτ ' ἄραρε κοὐ μενῶ πόσιν |
| . σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν . . τί δαί : | ||
| κατὰ θάλατταν ἐμπορίαν ποιούμενος . . σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν |
| . Πᾶς παθητικὸς ἀόριστος κατὰ τὸ τρίτον πρόσωπον προσλαβὼν τὸ σομαι καὶ τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν ἀποβαλὼν παθητικὸν μέλλοντα | ||
| δευτέρου ἀορίστου γίνεται , λέγω δὴ τοῦ ἐτύπη προσθέσει τῆς σομαι καὶ συστολῇ τῆς ἀρχούσης . Ὁ τύψομαι μέσος μέλλων |
| : . . . ἢ ζητήσεως ἄξιον : ἐκ τοῦ μῶ , τὸ ζητῶ . . . Δ : ἐπιμάσσεται | ||
| τὸ ζητῶ . Ἐπίχαρμος ὁ κωμικός : ” Πύρραν γε μῶ καὶ Δευκαλίωνα . ” καὶ τὴν τοῦ Ἑρμοῦ , |
| οἱ Στωϊκοὶ τὸν μὲν ἀποφαντικὸν λόγον ἀξίωμα , τὸν δὲ εὐκτικὸν ἀρατικόν , τὸν δὲ κλητικὸν προσαγορευτικόν , προστιθέντες τούτοις | ||
| θεωρίαν . τοῦ δὲ λόγου πολλά εἰσι μέρη , ἀποφαντικὸν εὐκτικὸν κλητικὸν προστακτικὸν πυσματικόν , καὶ ἄλλα δέ ἐστιν , |
| πρὸ τέλους συλλαβὴν εἰς φωνῆεν ἢ φωνήεντα λήγουσαν περισπᾶται , ὑπεσταλμένων τῶν ἐχόντων τὴν ΟΥ δίφθογγον ἢ τὸ Ε ἐν | ||
| . Πᾶσα μετοχὴ εἰς Σ λήγουσα ἀρσενικὴ μακροκατάληκτος ὀξύνεται , ὑπεσταλμένων τῶν μετοχῶν τοῦ πρώτου ἀορίστου ἐνεργητικοῦ , περὶ οὗ |
| τὸ πάντα τὰ φάη περιάγειν . Πῆμα . παρὰ τὸ πήθω , ὡς παρὰ τὸ νήθω , νήσω , νῆμα | ||
| τὸ Ν , συστέλλουσι τὴν ἄρχουσαν οἷον λήθω λανθάνω , πήθω πανθάνω : οὕτως οὖν καὶ λείπω λιμπάνω . εἰ |
| ἐκφέρεται δὲ διὰ τοῦ Ζ ἢ δύο ΣΣ , οἷον παίζω , πλήσσω : ἔχει δὲ αὐτῆς ὁ μέλλων ποτὲ | ||
| ποιμνίων ὁ ποιμήν , μεθύων γάλακτι Μούσης , λιγέως ἄριστα παίζω , καλύκων χάριν δοκεύων . Ὁ δὲ Φοῖβος ὀργιάζων |
| δὲ περισπωμέ - νων ὁ παρατατικὸς προσόδῳ τοῦ ν καὶ συστολῇ τῆς ἀρχούσης , ἐποίει ποιεῖν , ἐβόα βοᾶν , | ||
| ἀνίᾳ ταύτῃ καὶ τὰ λοιπὰ μόρια συστελλόμενα , οὕτω τῇ συστολῇ ταύτῃ ὠθεῖται , καὶ οἷον ἐκθλίβει τε καὶ ἀπελαύνει |
| κώπης . παρὰ τὸ τρέπειν ὅπου δεῖ τὴν κώπην . τρέπω τροπός , ὡς πέμπω πομπός . . . , | ||
| τὸ ὁμοιῶ , γίνεται εἴκελος , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ τρέπω ἔτραπον τράπελος καὶ εὐτράπελος . . . . . |
| ἄωτον . ἐλεφαντίνωι δὲ πλήκτρωι λιγυρὸν μέλος κροαίνων Φρυγίωι ῥυθμῶι βοήσω , ἅτε τις κύκνος Καΰστρου ποικίλον πτεροῖσι μέλπων ἀνέμου | ||
| κεκραγμῷ σου περιέσομαι ἀντὶ τοῦ νικήσω . Γ κεκράξομαι ] βοήσω . καταβοήσομαι βοῶν σε ] τῇ βοῇ νικήσω σε |
| καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω , φεύγω | ||
| τὴν αὐτὴν φυλάττει τῷ ἐνεστῶτι : τύπτω τέτυμμαι τύμμα : λήβω λέλημμαι λῆμμα : τοῦτο συστέλλουσι τινὲς , καὶ διὰ |
| ! ] ! [ [ ] τοιο [ [ ] κτ [ . . . . . . ] φ | ||
| ? [ ιτ ? ? ! [ τεθ ? [ κτ [ τιτ [ ομω [ καλη [ ητα ? |
| λέγει , ὅτι παρὰ τὸ τρῶ , τὸ φοβοῦμαι , τρέω γίνεται , ῥηματικὸν ὄνομα τρεερός , ὡς φαίνω φανερός | ||
| . . . , : ὀτρηρός : Φιλόξενος ἀπὸ τοῦ τρέω , τὸ φοβοῦμαι , οὗ ὄνομα ῥηματικὸν τρεερός , |
| γράφεται : οἷον , δολῶ : δονῶ : θολῶ : κροτῶ : κλονῶ : σοβῶ : στορῶ : τορῶ : | ||
| κροταφὶς , σφύρα μικρά : κροαίνων κρούων τοῖς ποσίν : κροτῶ : Κροτώνη : Κροκύλιον πόλις : κροκόπεπλος : κροκοείδης |
| , οὕτως καὶ παρὰ τὸν τείρω ἐνεστῶτα τὸν σημαίνοντα τὸ καταπονῶ ὁ μέλλων τερῶ , ὡς κείρω κερῶ , γέγονε | ||
| Ἔγωγε , εἶπεν ὁ νε - ανίσκος , καὶ ἔλαφον καταπονῶ καὶ σῦν ὑφίσταμαι . ὄψει δὲ αὔριον , ἂν |
| ἐπηύξατο Οἰδίπους ἐλθεῖν τοῖς ἑαυτοῦ παισί . πέφρικα ταύτην καὶ πτοοῦμαι τελέσαι καὶ πληρῶσαι τὰς ὀργίλους κατάρας τοῦ Οἰδίποδος τοῦ | ||
| πενθῶ ; ἀστράπτω , ὑπορθῶ ; δογματίζω , αὐξάνω ; πτοοῦμαι , νέμω ; ἵστημι , ἵσταμαι . θέλω , |
| τὸ σμήχω ἔχει τὴν παραλήγουσαν φύσει μακράν . τὸ δὲ τρέχω ἔχει Ε , καὶ τὸ ἄρχω Α . Τὰ | ||
| : Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . |
| : γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός . | ||
| , κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι |
| τοῦ χρόνου τοῦ παρεδρεύοντος σεσημειώσεταιὅθεν . διακριτέον , πότερον ἐν προσθέσει ἐστὶ τοῦ ς τὸ οὕτως ἢ ἐν ὑφαιρέσει τοῦ | ||
| ἠξίουν βαρυτονεῖν , οἰόμενοι ἀπὸ τῆς τέο τῇ τοῦ υ προσθέσει γεγενῆσθαι . Ἡ χρῆσις παρ ' Ἐπιχάρμῳ καὶ Σώφρονι |
| ] εν τῆι [ ] ἀναφωνήσει χρη [ ] ! ατο [ ] ? τίς ἄμφατις ἔσται [ ] ! | ||
| ] ! η ! [ ] ! [ [ ] ατο ? κυανοχαίτηι : [ ] Μυρμιδόνεσσιν [ ] νισε |
| ἐσθίω ἢ φιλήσω τι ἐπ ' ὀλίγον καὶ ἠρέμα ἐρᾶν λέγομαι : ἀλλὰ δηλονότι τὴν δύναμιν τὴν ἐρρωμένην τοῦ ἐπιθυμητικοῦ | ||
| καὶ τὸ γράφω , ποτὲ δὲ πάθος , ὡς τὸ λέγομαι καὶ γράφομαι , ποτὲ δὲ οὐδέτερον τούτων , οὔτε |
| ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
| τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
| νεωστὶ κοπεῖσι , τοῖς νεωστὶ πεπλεγμένοις παρὰ τὸ στέφω τὸ πλέκω . κομῶντα : στεφανούμενον , περιφραστικῶς αὐτοῦ στεφανοφοροῦντος κλανεως | ||
| τοῦ εκω δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : πλέκω : τέκω : κρέκω : δέκω . Τὰ διὰ |
| ὀξεῖαν συνέρχονται , οἷον ζωός ζώς , Νηρηΐς Νηρῄς , ἑσταώς ἑστώς , βεβαώς βεβώς : οὕτως οὖν καὶ ποός | ||
| ἢ τοῦ η εἰς α . κατὰ δὲ τὸ ἕσταα ἑσταώς γίνεται καὶ δεδαώς ἐκ παρακειμένου τοῦ δέδαα , οὕτω |
| ? [ ] [ πρεσβυτας ] αδυναμουντας [ ] [ επι ] τα ϋψηλα και π ! ! [ ! | ||
| εξ ϋ [ ψους και ειπε μοι αναστα ] ? επι τους ποδας [ σου Βαρουχ και ακουε ] τον |
| κρεμάμενον εἶπε : Καταβαίνεις καὶ ἀπαγγέλλεις ; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε . Λιμόξηρος ἰατρὸς ἰδὼν ἄρτον εἰς τρύπην κείμενον | ||
| εἰ φαρμακοῦμαι Ϙβ εἰ λαμβάνω ληγᾶτον Ϙγ εἰ ὃ ἐπιβάλλομαι ἀπαρτίζω καὶ πληρῶ Ϙδ εἰ θεωρῶ τὴν πατρίδα μου Ϙε |
| αθ [ [ ] ! κακ [ [ ] ! ηκα [ . . . [ ] ου ! [ | ||
| . . . . [ ] ! [ [ ] ηκα ! [ [ ] αρης [ [ ] ! |
| λέγει . πάλιν δὲ φῶς ἐγένετο αὐτοῖς ἀπὸ τῆς ἡμετέρας φω - νῆς : ἄνευ γὰρ κιθάρας ἢ ἄνευ ἀνδρὸς | ||
| ἀκαμαντοχάρμαν μετὰ τοῦ ν , ἢ διὰ τὴν ἐπαλληλίαν τῶν φω - νηέντων , ἐπεὶ εἰ οὕτω ἐγένετο ὦ ἀκαμαντοχάρμα |
| , κἂν τὰ τῆς συντάξεως ἐλάνθανεν , ὡς ἐπὶ τοῦ στήσω καὶ ἔστησαἐὰν στήσω . . Πέμπτον ὅτι τὸ δώσω | ||
| ἅπαντα τῶν σοφιστικῶν προπαιδευμάτων . „ τὴν δὲ διαθήκην μου στήσω πρὸς Ἰσαάκ „ , ἵν ' ἑκατέρας ἀρετῆς τὸ |
| ο ἐπὶ τῆς δευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων κατὰ ποιητάς : βοάω βοόω , κομάω κομῶ κομόω , ἀντιῶ ἀντιόω : | ||
| δὲ δευτέρα ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ αω ῥημάτων γίνεται , βοάω , ναρκάω , διψάω , καὶ διὰ τοῦτο τὴν |