σφαλερᾶς οἱ Θρᾷκες γνώμονα τὴν ἀλώπεκα ποιοῦνται . καὶ ἂν διαδράμῃ τὸν κρύσταλλον μὴ ἐνδιδόντα μηδὲ εἴκοντα τοῖς ἐκείνης βήμασι | ||
Ἀσίᾳ προαγορεύει . ἐὰν δὲ ἐν Αἰγοκέρωτι τὸ ἱερὸν ἄστρον διαδράμῃ μέγα ποιοῦν φῶς , ταῖς παραθαλασσίοις πόλεσι ταῖς πρὸς |
, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ὅταν τὰ μὲν τρόπαι ' ἑστήκῃ δῆλα πᾶσιν ἀνθρώποις , ἃ ὑπὲρ ὑμῶν στρατηγῶν ἐκεῖνος | ||
ἱστὸν ἐπὶ λέκτρα βεβηκυῖα νευμαί τοι νεῦμαι ἐνιαύσιος ἔστε χελιδὼν ἑστήκῃ προθύροις ψιλὴ πόδας : ἀλλὰ φέρ ' αἶψα † |
οὐ μέγα : σκληρὸν δὲ μετρίως οὐκ ἄγαν : οὐδὲ πολύκαρπον ὡς κατὰ μέγεθος . σπάνιον δὲ τὸ ἐν λοβοῖς | ||
Ὁ δὲ κύαμος καὶ εἴ τι τῶν χεδροπῶν ἄλλο μὴ πολύκαρπον δι ' ἀσθένειαν ὀλιγόκαρπον : δι ' ὃ δὴ |
φέριστον ἔχων καὶ ἀκλινέας αὐγάς , σώματος ὡς ἀνέχοιτο μέγα βρίθοντα χαλινὰ ἐκ καθαρῆς ψυχῆς τε καὶ αἰθερίης πατρὸς αἴγλης | ||
πυλεῶνας στρωφῶντ ' ἔνθα καὶ ἔνθα πέριξ λυκάβαντα φέρουσαι καρποῖσι βρίθοντα , κυλινδομένου περὶ κύκλον χειμῶνος κρυεροῖο καὶ εἴαρος ἀνθεμόεντος |
. Ἀπυρέτῳ ἐόντι , ἀποσιτίη , καὶ καρδιωγμὸς , καὶ σκοτόδινος , καὶ στόμα ἐκπικρούμενον , ἄνω φαρμακείης δέεσθαι σημαίνει | ||
ἄνω , ἐφ ' ᾧ ἀπυρέτῳ ἀσιτίη ἢ καρδιωγμὸς ἢ σκοτόδινος ἢ στόμα ἐπιπικρούμενον , καθόλου ταῖς ὑπὲρ τῶν φρενῶν |
βαφαῖς , ἄλλαις δὲ καὶ ἄλλαις ἰδέαις ποικιλλόμενον ἐπὶ τὸ στιλπνόν τε καὶ ἐνερευθὲς τοῖς ὁρῶσιν ἐπιφαίνεσθαι : ἐξαλλάττειν δὲ | ||
ἐκκρίνεται μήν ποτε καὶ αἷμα μελάντερον τοῦ κατὰ φύσιν καὶ στιλπνόν , μὴ πέττοντος καλῶς τοῦ ἥπατος τὴν ἀναδιδομένην τροφήν |
ἐνταῦθα διακινδυνεύειν : καὶ γὰρ στενὸν ἦν ταύτῃ ἐπιεικῶς καὶ δύσβατον τὸ χωρίον . ὁ δ ' Ἀγησίλαος ἰδὼν ταῦτα | ||
πολλή τις ἤπειρος ἡ μέση , ἤ τι τοιοῦτον ὄρος δύσβατον , ἀφίημι τὴν αἰτίαν : εἰ δὲ πόλις ἡμᾶς |
τόπων ὡρμημένοις ἠπίστατο κρύος μὲν καὶ χιόνα φέρειν δυναμένους , καῦμα δὲ καὶ ἥλιον οὐδαμῶς . ἦν μὲν δὴ μὴν | ||
μέσοι εἰσίν , ὦτα δὲ ἔχουσι μικρά , καὶ πρὸς καῦμα ἀπαγορεύουσι δυσπνοίᾳ . Σαυρομάται δὲ ἵπποι μείζους τῶν Ἰβήρων |
. Καὶ μὴν ἔστιν γε , ὦ ξένε , προϊόντι κυπαρίττων τε ἐν τοῖς ἄλσεσιν ὕψη καὶ κάλλη θαυμάσια , | ||
Διὸς ἱερόν , στάδιον Ὀλυμπικόν , θέατρον ἁπάσης τέρψεως , κυπαρίττων πλῆθος καὶ πάχος καὶ ὕψος , ἀτραποὶ σκιεραί , |
: ἔχει * ἐειδόμενος : ὁμοιούμενος * ἵνα : ὅπου χηραμά : τὰς καταδύσεις . * χηραμά : ὅπου ποιήσῃ | ||
* ἵνα : ὅπου χηραμά : τὰς καταδύσεις . * χηραμά : ὅπου ποιήσῃ αὑτῷ φωλεούς φωλεούς τὰς καταδύσεις ἢ |
βάθος , ἣ δὲ ὡς ἑστῶτι τῷ κρυστάλλῳ θαρρεῖ , διαθεῖ τε ἀτρέπτως : εἰ δὲ μή , οὐκ ἂν | ||
μέντοι τοῦ ὄχλου τὰς βοὰς ἐκτρεπόμενος κατὰ γυμνοῦ τοῦ πεδίου διαθεῖ : ἀλλ ' οἱ ἐν τοῖς λόχοις αἰφνίδιον ἐξαλάμενοι |
, τὸν μετὰ πολλοῦ καμάτου γεγενημένον , ἢ τὸν πολὺν κάματον παρέχοντα . πόνος τὸ ἐνέργημα . πολύαινε Ἀρίσταρχος πολλοῦ | ||
, οἱ δ ' ἔντοσθε μένοντες ἐπηρεφέας κατὰ σίμβλους ἀλλότριον κάματον σφετέρην ἐς γαστέρ ' ἀμῶνται : ὣς δ ' |
αἰτίαν τοῦ ὀνόματος , ὅτι τεκοῦσα αὐτὸν ἡ μήτηρ εἰς σύνδενδρον ἐξέθετο τόπον , συνέβη δὲ τοὺς πόδας αὐτοῦ ὑπὸ | ||
ἔσκαπτεν , ἐπιλαμβάνεται τῆς χειρὸς αὐτῆς καὶ ἤγαγεν ἐπὶ τὴν σύνδενδρον καὶ προέθηκεν ἐκ τοῦ μάνδικος ἄρτον καὶ ἐλαίας , |
ἐμέσῃ νηδύς ] γαστήρ οὐθατόεντα ] οὔθατα κυρίως λέγεται ὅταν ἐσθίηται βρίθοντα γάλακτι διοιδέα ] πεφυσημένον ἤτοι πεπληρωμένον διοιδέα ] | ||
ἐμφράξεις λύει , καὶ μᾶλλον ὅταν μετὰ νάπυος ἢ ὄξους ἐσθίηται : ὁμοίως λάπαθον . ἀκαλήφη λεπτομερῆ δύναμιν ἔχει . |
Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα λαμπομένην Ὑπερίονι χειρὶ κομίζων , | ||
Ἀπόλλωνος ἀστήρ . πέμπτος ὁ τῆς Ἀφροδίτης παρὰ μὲν Ἕλλησιν Ἑωσφόρος . . . πρῶτος δὲ Ἴβυκος εἰς ἓν συνέστειλε |
. τελευταῖον διά τινος μηχανῆς πῦρ μετά τινος ἐνθουσιασμοῦ καὶ φλόγα διὰ τοῦ στόματος ἠφίει , καὶ οὕτω τὰ μέλλοντα | ||
δοκεῖν ἐρυθρὸν εἶναι : καὶ τὴν ἀπὸ τῶν χλωρῶν ξύλων φλόγα πεφοινιγμένην διὰ τὸ πολὺν αὐτῇ καταμεμῖχθαι καπνόν . κατὰ |
ἐπενθύμησίς ἐστιν ἐνθύμημα ἐπιφερόμενον , ὃ μὴ προστεθὲν μὲν οὐ ποθεῖται , προστεθὲν δὲ τὸ πᾶν ὠφελεῖ . οἱ δὲ | ||
ἡνίκ ' ἂν μὲν ᾖ πρόσω τὸ κατθανεῖν , Ἅιδης ποθεῖται τοῖς δεδυστυχηκόσιν : ὅταν δ ' ἐφέρπῃ κῦμα λοίσθιον |
τραχύτηταϲ ἴϲχει κεγχραμίϲιν ὁμοίαϲ : δεῖ οὖν θρύπτειν αὐτὴν εἰϲ ἁδρὰ καὶ ἕψειν ἐν ὄξει μὴ κινοῦντα , ἕωϲ μηκέτι | ||
κατελείφθη , καί ποτε καὶ ἕλμινς δι ' αὐτοῦ διῆλθεν ἁδρὰ , καὶ ἔφη , ὅτε πυρέξειε , χολώδεα ὅτι |
πῆξιν , τὸ δ ' ἐπὶ τῆς γῆς πεπηγὸς ὕδωρ κρύσταλλον , πάχνην δὲ δρόσον πεπηγυῖαν . . . . | ||
: τοσαύτη ψυχρότης ἐνῆν ὑπὲρ τὴν Κασπιακὴν χιόνα καὶ τὸν κρύσταλλον τὸν Κελτικόν . ἡ γοῦν ἀσπὶς ἡ τοῦ αὐτοκράτορος |
σπέρμα σου ὡς τοὺς ἀστέρας τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὡς τὴν ἄμμον τὴν παρὰ τὸ χεῖλος τῆς θαλάσσης „ . εὖ | ||
σκιερῷ τόπῳ ὀρύξας τάφρον ἐπὶ πήχεις βάθους δύο , καὶ ἄμμον ἐπιβαλὼν χάρακας κατάπηξον , καὶ τὰ κλήματα λυγίζων ἐπίστρεψον |
δόξαι τινῶν ἀφειμένην τοῦ σώματος παρεθέντος μετέωρον ἀρθῆναι , καὶ ἀρθεῖσαν ὑπὲρ γῆς ἰδεῖν τόπους ἐν αὐτῇ παντοδαποὺς καὶ τοῖς | ||
, ὁπλίτας τρισχιλίους ἀποκρύψας συνέταξεν , ὅταν ἴδωσι πέλτην χαλκῆν ἀρθεῖσαν , ἐκδραμόντας ἀναιρῆσαι πάντας τοὺς ἠθροισμένους . ἀνεδείχθη μὲν |
, τὰ δὲ μέλανα φρύξιν τοῦ αἵματος , τὰ δὲ πιτυρώδη καὶ σημαίνει ἰσχυροτέραν τὴν θερμασίαν , ὅσῳ καὶ ἁδρομερέστερά | ||
ἡ δὲ ψώρα ἐπιπολαιοτέρα τέ ἐϲτι καὶ ποικίλωϲ ἐϲχηματιϲμένη καὶ πιτυρώδη ἀφίηϲι ϲώματα . ἐφ ' ὧν δεῖ φλεβοτομίαν παραλαμβάνειν |
ταχεῖα καὶ πυκνὴ καὶ μεγάλη γίνεται ἡ ἀναπνοὴ σημαίνει πολλὴν θερμασίαν καὶ δίψαν : εἰ δὲ ἀραιὰ καὶ βραδεῖα , | ||
θερμασία : ἐκ τούτου γίνεται ἀλεείνω , οἱονεὶ εἰς τὴν θερμασίαν ἐκ τοῦ ψύχους ἀποφεύγω . τὰ διὰ τοῦ εινω |
φίλα γήραος ἄχρις καὶ πόσις ἧι ἀλόχωι , μηδ ' ἐμπέσηι ἄνδιχα νεῖκος ; Μὴ δέ τις ἀμνήστευτα βίηι κούρηισι | ||
: συγγνώμης δ ' ἄξιον , ὅταν εἰς ἐκεῖνά τις ἐμπέσηι ποτὲ τὰ μέτρα , ἅπερ ἔχει ὁμοιότητα πρὸς τὸ |
ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει . ὑπολαβόντες | ||
] τοὺς προπέμποντας ⌈ αὐτούς * [ αὐτόν ] ἐν κάρφει γὰρ ἠρέμα τις προμύσσει . ἐν κάρφει ἠρέμα προμύσσειν |
ῥυῆναι συγχωρεῖ οὔτε τῶι ὕδατι χυθῆναι , ἀλλ ' ἕκαστον μόνιμον τοῦ τόπου τηρεῖν τὴν στάσιν κατὰ τὸ ἐπὶ τοῦ | ||
οὔτε τὸ εἶναι οὔτε τὸ ἐνεργεῖν , ἀλλὰ τὸ μὲν μόνιμον τὸ δὲ μεταβαλλόμενον , περὶ δὴ τὴν μένουσαν τῆς |
, ἀντὶ τοῦ πολύ , δαψιλές , ἀφύσιμον καὶ ἀρύσιμον ἀφυσγετόν ] δαψιλές , ἀρυόμενον δαψιλῶς δεπάεσσιν ] ποτηρίοις χεύοις | ||
, καὶ ἐν συνθέσει ἀφυλίσαι ' . . . . ἀφυσγετόν : τὸ ἰλυῶδες ἀφυσγετός ' . . . . |
βόθρῳ καταλιπεῖν : ὁκόταν δὲ ὁ χύτρινος ζέσῃ καὶ ἡ ἀτμὶς ἐπανῇ , ἢν μὲν ᾖ λίην θερμὴ ἡ πνοιὴ | ||
τέφρας διηθούμενον ὕδωρ καίει τὰ σώματα . τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀτμὶς ἀποπορεύεται πολλή , ὥστε μειοῦσθαι τοὺς ὄγκους διὰ τὴν |
εἴη καὶ ἥμερος : ἀλλ ' ὅταν ἐκεῖνο τὸ ὄμμα γαλήνην ἔχῃ , Ὧι λαοί τ ' ἐπιτετράφαται καὶ τόσσα | ||
, καὶ ἡμέρας διὰ τὴν ἐν ταῖς νήσοις ἡσυχίαν καὶ γαλήνην ἀφικόμεναι κοιμῶνται , καὶ τοῦτο ποιοῦσι πρὸς τὸν ἥλιον |
καθάπερ ὧν Πέρσαι τυραννοῦσι τὰ νῦν διαπεφορημένα καὶ συμπεφορημένα κακῶς ἐσπαρμένα κατοικεῖται . ταῦτ ' , ὦ Κλεινία καὶ Μέγιλλε | ||
Ὅτ ' ἂν δὲ κατὰ πλείω μέρη πορεύωνται , ἢ ἐσπαρμένα συντάγματα πορεύσεται ἢ πεπλεγμένα : πεπλεγμένα δέ ἐστιν ὅτ |
φυομένοις κατὰ καιρόν : κατὰ μὲν τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν τοῖς βλαστοῖς τῶν δενδρικῶν καρπῶν τῶν τότε συνακμαζόντων , κατὰ δὲ | ||
τοῖς φύλλοις ὅτι μείζω καὶ πλατύτερα ἔχει ἀλλὰ καὶ τοῖς βλαστοῖς : εὐθὺς γὰρ ὀρθοὺς ἔχει , καὶ οὐχ ὥσπερ |
σοι σκεπτέον τὸ αἴτιον τῆς ἀναβάσεως , ὡς οὔτε τὴν ἀραιότητα τῆς γῆς οὔτε τὴν κοιλότητα λέγειν ἐνὸν φαίνεται , | ||
δυνάμεσι καθίστανται , ἐν δὲ τοῖς προειρημένοις κλίμασι διὰ τὴν ἀραιότητα περισσότερον εἰς ἑαυτὰς ἕλκουσι τὸν ζωτικὸν ἀέρα , ὥστε |
ἑκάστης ἡμέρας καὶ νυκτός , καθάπερ τὸν ὠκεανὸν δὶς μὲν πλημμυρεῖν δὶς δὲ ἀναχωρεῖν . τῇ μὲν οὖν πλημμυρίδι ὁμολογεῖν | ||
κλέπτεσθαι [ μέν , εἴ τις ἐθέλοι πιεῖν ἀβάκχευτος , πλημμυρεῖν δὲ | αὖ πάλιν , εἰ βακχικός τις προσίῃ |
φησίν : ὃ μὲν γὰρ αὐτῶν ἡσυχῇ τε καὶ ῥύβδην θυννίδα τε καὶ μυττωτὸν ἡμέρας πάσας δαινύμενος , ὥσπερ Λαμψακηνὸς | ||
ὄρκυνόν φησι λέγειν τοὺς Ἀττικούς . Σώστρατος δὲ τὴν πηλαμύδα θυννίδα καλεῖσθαί φησι , μείζω δὲ γινομένην θύννον , ἔτι |
. . . . . . οα λθ ∠ ʹδ Μελιτηνή . . . . . . . . . | ||
τὰ τοπικὰ εἰς Μελίτην ἐκ Μελίτης καὶ ἐν Μελίτῃ . Μελιτηνή , πόλις Καππαδοκίας . Στράβων ἑνδεκάτῃ ” τὸ δ |
οὔτε λίην ἀνέμοισιν ἐπίδρομον , ἀλλὰ καὶ αἴθρῃ καὶ σκεπανοῖς κευθμῶσιν ἐναίσιμα μέτρα φέροντα . ἔνθ ' ἤτοι πρῶτον μὲν | ||
, δασέσι , δασυτάταις . Αἴθρῃ : εὐδίᾳ . Σκεπανοῖς κευθμῶσιν : σκεπάσμασι , κατασκόποις , ἐσκεπασμένοις . ἐναίσιμα : |
] ἀγαθά . τις δοκῶν ] ἤγουν τινὸς δοκοῦντος . παραλλάξασα ] διελθοῦσα ἡ ὄψις . διὰ χερῶν ] ἤγουν | ||
ἐκλήθη ἀπὸ τοῦ ἐξιέναι τοῦ Ἡλίου τὴν Σελήνην , ἐπεὶ παραλλάξασα αὐτὸν μοῖραν μίαν ἄρχεται φαίνεσθαι τῷ κόσμῳ , οὐχ |
τε ἔχων ὕλην καὶ ταύτην οὐ πηγνὺς ἀλλ ' ἀπωθῶν αἰθρίαν ἄγει τοῖς πλησίον : ὑετιώτερος δ ' ἀεὶ τοῖς | ||
κατὰ φύσιν : Ἀριστοφάνης : ἀσκωλίαζ ' ἐνταῦθα πρὸς τὴν αἰθρίαν . εἴρηται παρὰ τὸ σκῶλον , ὅ ἐστι σκόλοπα |
τούτου χάριν ἐριναζομένων : ἐὰν γὰρ συμμύωσιν οὔθ ' ἡ δρόσος οὔτε τὰ ψακάδια δύναται διαφθείρειν ὑφ ' ὧν ἀποπίπτουσι | ||
, καὶ πλεονασμῷ τοῦ , καὶ συγκοπῇ τοῦ ι , δρόσος . Δυάς . παρὰ τὸ συνδεδέσθαι ἄλλῳ ἀριθμῷ , |
, παρὰ τὸ μὴ λάω ἢ τὸ οὐ βλέπω . λάβρος : ἀπὸ τοῦ λίαν καὶ τοῦ βορός . Ὑπέροπλοι | ||
Ἐνιπέως Λευκωσία ῥιφεῖσα τὴν ἐπώνυμον πέτραν ὀχήσει δαρόν , ἔνθα λάβρος Ἲς γείτων θ ' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά . |
μέρεσιν τῆς ὄψεως περὶ τἀναντία μέρη γίγνεται ἐπαφὴ παρὰ τὸ καθεστὸς ἔθος τῆς προσβολῆς : δεξιὰ δὲ τὰ δεξιὰ καὶ | ||
ἡμεδαπός καὶ ὑμεδαπός , ἀν - τωνυμικοῖς οὖσι , τρίτον καθεστὸς συμπαρήχθη : χρῆν γὰρ σφεδαπός . Καὶ τοῦτο εὐαπόλυτον |
καταλείπεταί τινα τῶν ὑδάτων , ἁλμυρὰ εὑρίσκεται πάντως , τοῦ ἐλαφροῦ καὶ γλυκέος ἐξ αὐτῶν ἀναλισκομένου , καθάπερ καὶ τὴν | ||
, ἐν δὲ τὸ κέντρον Σκορπίου , ἐν καὶ τόξον ἐλαφροῦ Τοξευτῆρος . ὁμοίως δὲ τούτοις παραγέγραφεν ὁ Ἄρατος καὶ |
λαβών , τὸν Ἑλένης φόνον διώκων , κἀμὲ μὴ σώιζειν θέληι σύγγονόν τ ' ἐμὴν Πυλάδην τε τὸν τάδε ξυνδρῶντά | ||
σπάσας ; οὐ δῆτα : θυγατρὶ δ ' , ἢν θέληι , δώσω κτανεῖν . οἴμοι : τί δῆτά ς |
οὕτω δὲ συνέχει πᾶν ὅ τι ἂν συνδήσῃ τε καὶ συνάψῃ , ὡς καὶ δέκα ἡμερῶν αὐτὴν βρεχομένην μήτε λύεσθαι | ||
. Ἐπειδὰν δὲ κατ ' ἰδίαν ταῖς μοίραις τοῦ παντὸς συνάψῃ καὶ ταῖς διηκούσαις δι ' αὐτῶν ὅλαις θείαις δυνάμεσι |
στρέφειν τὰ φύλλα τὴν φίλυραν καὶ τὴν ἐλάαν καὶ τὴν πτελέαν ταῖς τροπαῖς ταῖς θεριναῖς καὶ ὡς ἔνια τῶν ἀνθῶν | ||
ἀλλ ' ἡ ἄμπελος αὕτη ἐὰν μὴ ἀναβῇ ἐπὶ τὴν πτελέαν , οὐ δύναται καρποφορῆσαι πολὺ ἐρριμμένη χαμαί , καὶ |
Φίλτατοι δ ' εἰσὶν οἱ ἐρῳδιοὶ τοῖς ἀνθρώποις καὶ προσημαίνουσιν εὐδίαν τε καὶ χειμῶνα , μάλιστα πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέρος | ||
. . . . . ἐνάλιος θεωρία , χραίνοντες οὐραίοισιν εὐδίαν ἁλός . ἀπομνημονεύσω δέ σοι ἃ περὶ ἑκάστου ἔλεξαν |
ἐπεὶ κεῖν ' ἦμαρ ἐπέσχεθον : αὐτὰρ ἐς ἠῶ λαίφεσι πεπταμένοις , αὐτὴν ἐπὶ δεξί ' ἔχοντες γαῖαν ἐρημαίην , | ||
ἀπατεῶνας : φενάκη γὰρ ἡ ἐπιθετὴ θρίξ εἴξασι : ἐοίκασι πεπταμένοις : ἡπλωμένοις οὐδ ' ὁτιοῦν : οὐδαμῶς ἅττ ' |
: ἡ δ ' εἰς τὸ ἄνω διϊοῦσα πρὸς τὴν βλάστην καὶ τὸ μῆκός ἐστιν . Ἐφισταμένης οὖν καὶ ὥσπερ | ||
στόματα ᾗ τὸ πτερὸν ὁρμᾷ , συναυαινόμενα μύσαντα ἀποκλῄει τὴν βλάστην τοῦ πτεροῦ , ἡ δ ' ἐντὸς μετὰ τοῦ |
παλάμην ἐτίταινε φέρων χθονὶ νύμφιον ὕδωρ , πυκνὸν ἀκοντίζων αὐτόσσυτον ὄμβρον ἐρώτων , καὶ νεφέλης ἔπλησε μελανστέρνοιο καλύπτρην . ἣ | ||
ὡς δ ' οὔ μοι μέλει ἄκουσον : ὅταν ἄνωθεν ὄμβρον ἐκχέηι , ἐν τῆιδε πέτραι στέγν ' ἔχων σκηνώματα |
προθύροις , φίλα ; πότερα δώματος εἰσόδους σαίρεις , ἢ δρόσον ἐπὶ πέδωι βάλλεις οἷά τε δούλα ; ἦ τὰν | ||
ἀρύεται διὰ τῶν ἀκτίνων αὑτοῦ τὴν ἐπικειμένην αὐτῇ πρὸς τροφὴν δρόσον . Καὶ εὑρίσκεται , ὥσπερ χῆρα καὶ ἄνανδρος , |
τοῖς αὐτοῖς δένδρα τε ἀναδραμόντα καὶ ὑπὸ τοῖς δένδρεσι λήια θάλλοντα , μᾶλλον δὲ καὶ μεμερισμένως ταῦτα δείκνυσι καὶ κατὰ | ||
πεφύκει , κυάνεόν τε χελιδόνιον χλωρόν τ ' ἀδίαντον καὶ θάλλοντα σέλινα καὶ εἰλιτενὴς ἄγρωστις . ὕδατι δ ' ἐν |
μείζονι θυμῶι : τί ποτ ' ἐργάσεται μεγαλόσπλαγχνος δυσκατάπαυστος ψυχὴ δηχθεῖσα κακοῖσιν ; αἰαῖ , ἔπαθον τλάμων ἔπαθον μεγάλων ἄξι | ||
ὅταν εἰσέλθῃ τι δάκνει αὐτὴν ὥσπερ σημαίνων , ἣ δὲ δηχθεῖσα συμμύει . καὶ οὕτως τὸ ἀποληφθὲν ἔνδον κατεσθίουσι κοινῇ |
τούτοις ἢ ἄλλον τινὰ ἔφευγον ἔλεγχον , αὐτοῖς δὴ τούτοις ἰσχυροτάτοις εἰς τὰ πράγματ ' ἂν ἐχρῶντο , καὶ ἦν | ||
δὲ εἴσω βελῶν ἐγένοντο , πρῶτον μὲν ἀνακωχεύσαντες μικρὸν ἀκροβολισμοῖς ἰσχυροτάτοις ἐχρήσαντο , τοξεύμασί τε καὶ λίθοις τοῖς ἀπὸ τῶν |
τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ γελῶσα , διατελεῖ τὴν ἡμέραν ἔνδον , ὥσπερ τοῖς | ||
τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ γελῶσα , διατελεῖ τὴν ἡμέραν ἔνδον , ὥσπερ τοῖς |
τὸ σέλινον , εἰ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἠρέμα , πρὶν φυτευθῇ , πτισθῇ καὶ κυλινδρωθῇ . Βρωθὲν δὲ τὸ σέλινον | ||
τὸν ἐπισημότατον οἶνον : καὶ ὅλως ὅπου δ ' ἂν φυτευθῇ τὸ τούτου τοῦ οἴνου φυτόν , τῶν ἄλλων πολὺ |
* νεμέθων : νεμόμενος * ἀχλύς : ζόφος σκοτός , ὀμίχλη κακοσταθέοντα δέ , ἤγουν μηδ ' ὁπωσοῦν ἠρεμοῦντα καὶ | ||
γέροντι : καρπαλίμως δ ' ἀνέδυ πολιῆς ἁλὸς ἠΰτ ' ὀμίχλη , καί ῥα πάροιθ ' αὐτοῖο καθέζετο δάκρυ χέοντος |
, ἀπὸ οἰκιστοῦ Τήνου . ἐκλήθη καὶ Ὑδρόεσσα διὰ τὸ κατάρρυτον εἶναι , καὶ Ὀφιοῦσσα . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ περὶ | ||
πλησίον Ἱππωνίου πόλεως ἄλσος τι δείκνυσθαι , κάλλει διάφορον καὶ κατάρρυτον ὕδασιν , ἐν ᾧ καὶ τόπον τινὰ εἶναι καλούμενον |
: δηλοῦται ὡς μὲν Ἀπίων ψῦχος , ὡς δὲ Ἡλιόδωρος πάχνη : Ἀπολλόδωρος τὸ ἐξ αἰθρίας ψῦχος . συμφερτή Ν | ||
σπόρου ὥρα . . , . β Δωι ψύχη ἢ πάχνη . . , . ιζ Δωι χειμὼν καὶ κατὰ |
' ἑταῖρον ὠνόμασεν ὁ ἱερὸς λόγος . καθάπερ γὰρ τοῖς δένδρεσιν ἐπιφύονται βλάσται περισσαί , μεγάλαι τῶν γνησίων λῶβαι , | ||
τὸ ” περιέφυσαν “ ἐν τοῖς ὑποδήμασιν , ὅπερ οἰκεῖον δένδρεσιν . περσικαί ] ὑποδήματα . ἢ ἴχνη . ὑπολύσας |
τῶν θέρμων θαυμαστὸν ἧττον , ὅτι ἂν ἐν ὕλῃ βαθείᾳ σπαρῇ διείρει τὴν ῥίζαν πρὸς τὴν γῆν καὶ βλαστάνει διὰ | ||
μέλιτι καὶ γάλακτι γλυκύτερα γίνεται : πέφυκε γὰρ οἷον ἂν σπαρῇ τοιοῦτον καὶ γεννᾷν : σπείρεται δὲ διηλλοιωμένον καὶ μεταβεβηκός |
δριμυτέρα τοῦ ἄρου . Ἀριστολοχεία ἡ μὲν στρογγύλη φύλλα ἔχει κισσοειδῆ , εὐώδη μετὰ δριμύτητος , ὑποστρόγγυλα , ἁπαλὰ περὶ | ||
αὐτὴν βρυωνίαν ὀνομάζουσιν , οἱ δὲ χειρώνιον . φύλλα ἔχει κισσοειδῆ , μᾶλλον ὅμοια σμίλακος , μείζονα δὲ ἐπιλαμβανομένη καὶ |
δὴ τὴν ἐν ἥπατι , τυχὸν μετὰ τὴν κατὰ λόγον ἐξαιμάτωσιν , τότε ἐστὶν ὁ πρέπων καιρὸς τῆς ἀποθέσεως τοῦ | ||
δὲ διττὴν δύναμιν ἧπαρ , διακριτικήν τε καὶ τὴν πρὸς ἐξαιμάτωσιν : ἡ μὲν οὖν διακριτικὴ πᾶν ὅσον ἀτέραμνον καὶ |
] δύσκολον , ἀπορίαν τινὰ δυσνόητον , δυσνόητον θεώρημα . πέσῃς ] ἐμπέσῃς , ἔλθῃς . πήδα ] μετάβαινε . | ||
ἔχειν , ὅταν δ ' ὑπ ' ἀνδρὸς χλαῖναν εὐγενοῦς πέσῃς , . . . . . . . . |
ἐννεοττεύειν ὄρνεα παντοδαπὰ ταῖς φύσεσιν , ἃ τὴν χρόαν ἔχειν ἐπιτερπῆ καὶ τὴν μελῳδίαν προσηνεστάτην . διὸ καὶ πάντα τὸν | ||
τοῦ ἐνιαυτοῦ παραμένειν θάλλοντα καὶ τὴν ὅλην πρόσοψιν ἀνθηρὰν καὶ ἐπιτερπῆ παρεχόμενα . μυθολογοῦσι δὲ μετὰ τῆς Κόρης τὰς τῆς |
κούφην , καὶ τὴν λευκάργιλλον , καὶ τὴν ἐν τοῖς γηλόφοις ἐργάσῃ διὰ τοῦ χειμῶνος . τὴν δὲ ἁλμυρὰν ἐν | ||
τοὺς ποταμοὺς σπεύδουσι καθέζονταί τ ' ἐν μέσοις τοῖς ἐκείνων γηλόφοις , οὓς ὥσπερ τινὰς νήσους παραρρεῖ τὸ ὕδωρ περισχιζόμενον |
ὁ γέρων ἔφη : ” ἵνα τὸν φόρτον τοῦτον ἄρας ἐπιθῇς μοι . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πᾶς | ||
βουλοίμην ἂν μὴ καταλῦσαι τὴν προθυμίαν , πρὶν ἂν τέλος ἐπιθῇς τοῖς ἐν χερσὶ τούτοις ἄξιον τοῦ μακροῦ χρόνου . |
, τὸ ζῷον , ἔνθα ἂν οὐρήσῃ , τὸν τόπον ἄκαρπον ποιεῖ ξηραίνουσα καὶ τὴν προϋπάρχουσαν βοτάνην καὶ ἑτέραν ἀναβλαστῆσαι | ||
ἔτι τῆς ἐξ ἐμοῦ εὐεργεσίας ἀπολαύοντες ἄχρηστόν με ἀποκαλεῖτε καὶ ἄκαρπον ; „ ὁ μῦθος , ὅτι οὕτω καὶ τῶν |
πολλάς . καθόλου δ ' ἡ νῆσος αὕτη κατάρρυτός ἐστι ναματιαίοις καὶ γλυκέσι ὕδασι , δι ' ὧν οὐ μόνον | ||
πολλάς . καθόλου δ ' ἡ νῆσος αὕτη κατάρρυτός ἐστι ναματιαίοις καὶ γλυκέσιν ὕδασι , δι ' ὧν οὐ μόνον |
: σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι : σὸς ἐραστὴς οὐ ποταμός | ||
: συστροφαῖς . παλιῤῥοίαις : ταῖς ὑποστροφαῖς τῶν κυμάτων , κύμασι , ταῖς εἰς τοὐπίσω ῥεύσεσιν , ἢ ταῖς ἀναστροφαῖς |
τοῖς πᾶσι φαινομένη : καὶ γὰρ Ἡλίου λάμποντος εἰ λαμπάδα προσάψῃς , οὐδ ' ὅλως ἂν φανήσεται ἡ τῆς λαμπάδος | ||
μὴ τεύξομαι τοῦ πράγματος μηδὲ πείσω , μὴ τῷ νομοθέτῃ προσάψῃς τὴν ἀλογίαν , ἀλλ ' ἐμοὶ τῷ μὴ δυναμένῳ |
διδάσκει τρυγᾶν ἑαυτήν , ὥσπερ τὰ σῦκα συκάζουσι , τὸ ὀργῶν ἀεί . Ἐνταῦθα δὴ ἐγὼ εἶπον : Πῶς οὖν | ||
φυτεία : ταχεῖα γὰρ ἡ ῥίζωσις καὶ ἡ βλάστησις ὅταν ὀργῶν εἰς ὀργῶσαν τεθῇ καὶ τὰ τοῦ ἀέρος ᾖ μαλακὰ |
τῷ στιβαδίῳ δεῖσαι , δόξαντα τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ Μαρίου πυρὸς αὐγὴν καὶ φλόγα ἀφιέναι : ὡς δὲ καὶ ὁ Μάριος | ||
χρὴ τοίνυν κατακλίναντας τὸν κάμνοντα καὶ σχηματίσαντας , ὅπως πρὸς αὐγὴν ᾖ τὸ χειριζόμενον μέρος , διδόναι διαίρεσιν εὐθεῖαν ἐν |
, καίτοι τὸν διορισμὸν ἤδη πως ἐν ἑαυτῇ προβαλλομένη . Ἴστω δὲ καὶ ἡμᾶς τὸ ἀπόρρητον ἐπίσης πάντα πρὸ πάντων | ||
τῶν στοῶν καὶ κρηνῶν ὥρᾳ τὴν ἀπὸ τῶν ἐπῶν . Ἴστω νῦν τόδε γαῖα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθεν , προστίθημι |
: † τὸ γὰρ ζῷον τοῦτο λέγεται † ἔνθα ἂν οὐρήσῃ , ἄγονος ὁ τόπος τῷ ἔτει ἐκείνῳ γίνεται . | ||
ἀνορύττοντες οἱ ἔμπειροι : κατακρύπτεται γὰρ καὶ ἐπαμᾶται γῆν ὅταν οὐρήσῃ . γίνεται δὲ καὶ κατεργασία τις αὐτοῦ πλείων . |
ὠκέες ἵπποι . ὡς δ ' ὑπὸ λαίλαπι πᾶσα κελαινὴ βέβριθε χθὼν ἤματ ' ὀπωρινῷ , ὅτε λαβρότατον χέει ὕδωρ | ||
' ἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν καὶ λιβάνων σκιαρᾶν καὶ χρυσοκάρποισιν βέβριθε δενδρέοις καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι τε – – |
Ἀλλ ' ἡ μὲν Συρία πολλὰς πόλεις ἔχουσα ἐπὶ τὴν νοτίαν ἀνατολὴν ἀπὸ τῆς θαλάσσης εἰς ἤπειρον ἕρπει , ἣν | ||
τοῦτο φυσικόν φησιν , ἀπὸ τοῦ Ὠκεανοῦ πάντα τὸν ἀέρατὴν νοτίαν , τὴν ἰκμάδα καὶ τὸν ὑετόντούτοις ἐπιχορηγεῖν . . |
δ ' ἔκυρσα δαίμονος , πρὶν ἐς πόλιν μολεῖν Ἀθηνῶν χὐπὸ μητρυιὰν πεσεῖν . ἐν συμμάχοις γὰρ ἀνεμετρησάμην φρένας τὰς | ||
: ἀλλ ' ὁ μυρίος χρόνος τὰ πάντ ' ἀμαυροῖ χὐπὸ χεῖρα λαμβάνει ὦ καλλιφεγγῆ λαμπάδ ' εἱλίσσων φλογός Ἥλιε |
ψυχῆς ἐκπέμπειν οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης , εὐμενὲς εὐίερον μύσταις φαίνουσα πρόσωπον . Δεῦρο , Τύχη : καλέω ς ' | ||
τὰ πάντα . ἡ Σελήνη δὲ ἄγρυπνος καὶ αὐτὴ περίεισιν φαίνουσα τοῖς κωμάζουσιν καὶ τοῖς ἀωρὶ ἀπὸ τῶν δείπνων ἐπανιοῦσιν |
αὐτὴν καὶ διὰ τὸ ἀποκόπτειν τὰς ἀγκύρας τραχὺν ὄντα καὶ πετρώδη τὸν βυθόν . Κἂν κατ ' αὐτὸν δέ τις | ||
τὰ τείχη σαλεῦσαι . τῶν δὲ Καρχηδονίων ἀντιμαχομένων διὰ τὸ πετρώδη εἶναι τὸν τόπον , δύο μῆνας πολιορκήσας καὶ ἀπογνοὺς |
: ὅπου γὰρ ἂν σπαρῇ καὶ φυῇ πανταχοῦ λαμβάνει τὴν ἁλμυρίδα κἂν μὴ τὸ ἔδαφος ᾖ τοιοῦτον : ἐπεὶ καὶ | ||
Ξανθίων αὐτοῦ πρὸς τὸν Ποσειδῶνα , πᾶν τὸ πεδίον ἐξήνθησεν ἁλμυρίδα , καὶ διέφθαρτο παντάπασι , τῆς γῆς πικρᾶς γενομένης |
. ἢ ἀπὸ τοῦ ποία ἡ βοτάνη . ἡ πρὶν καλάμην συλλέγουσα καὶ σταχυολογοῦσα . ποιολογεῦσα : ἀσταχυολογοῦσα . κυρίως | ||
ὁμοίωσιν ἐπὶ τὸ πλεῖστον , οἷον ἧς τε πλείστην μὲν καλάμην χθονὶ χαλκὸς ἔχευεν . Αἴνιγμά ἐστι φράσις ἐπιτετηδευμένη κακοσχόλως |
αὐτὸν καὶ οὐδὲν ἄμοιρόν ἐστιν αὐτῆς , ὡς ἂν ἐν ὕδασι δίκτυον τεγγόμενον ζῴη , οὐ δυνάμενον δὲ αὑτοῦ ποιεῖσθαι | ||
ἐλάττω μὲν θεωρίαν ἔχει , αἰτιολογεῖ δὲ τὰ ὑπὸ τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις , ὁπότε διασπαραττόμενα φαίνεται τὰ |
πολλοὶ φίλοι ἕπονται . τὸ δὲ ἀνάγῃ τὸ αὐτὸ τῷ αὔξῃ . ἢ ἐν τῷ καθόλου τὸν πολύφιλον πλοῦτον , | ||
καὶ οὕτως αὑτῷ κρυβήσεται τὸ ἁμάρ τημα . ἐὰν δὲ αὔξῃ ἡ Σελήνη , οὐκ ἔξω λήσει ὁ φυγών , |
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο , | ||
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας |
δύεται καὶ οὐ δύναται πᾶν διαδιδόναι τοῖς καρποῖς οὐχ ὁμοίως εὔτροφον οὐδὲ πολύχουν , ὥστε πάλιν ἄλλης καὶ ἄλλης ἐπιγινομένης | ||
οὕτως : ἡ Σελήνη μετὰ τοῦ κλήρου τοῦ δαίμονος τυχοῦσα εὔτροφον σημαίνει τὸ τεχθὲν καὶ ἀπόνως ἐκφυῆναι τοὺς ὀδόντας . |
δὲ ἐς τὸ θεῖον καὶ τόδε : ἄνεμος νότος ἐπὰν πνεύσῃ ἐν ἐκείνῳ τῷ χώρῳ , τῆς ψάμμου ἐπιφορεῖ κατὰ | ||
καὶ ἀποκάειν : οἷον ἐν Χαλκίδι τῆς Εὐβοίας Ὀλυμπίας ὅταν πνεύσῃ μικρὸν πρὸ τροπῶν ἢ μετὰ τροπὰς χειμερινὰς ψυχρός : |
εἰς οὖς καὶ ἄπονος ἔσται . [ γʹ . Πρὸς περιωδυνίαν . ] Ἧπαρ χήνειον τεταριχευμένον τήξας μετὰ νάρδου καὶ | ||
μετ ' ὀλίγου κηροῦ καὶ μεμαλαγμένου . χρήσιμον πρὸς πᾶσαν περιωδυνίαν . εἰ δὲ μὴ παρείη πευκεδάνου ῥίζα , βάλε |
τῆς πιτύης τὸ δέρμα κόψας λεῖον , καὶ σπόγγον καὶ βρύα λεῖα μίσγειν τῷ ἐλαίῳ τῆς φώκης , καὶ ὑποθυμιῇν | ||
' ἐνὶ πόντῳ ἀτρυγέτῳ , ἵνα φύκι ' , ἵνα βρύα γίνετ ' ἐλαφρά . αὐτὰρ ἐπεί κ ' ἔλθῃσι |
ἀλέγω ὀρέγω . πρόσκειται ” μὴ παρώνυμα ” διὰ τὸ τρύγη τρυγῶ , στύξ στυγῶ , ἄλγος ἀλγῶ , σιγή | ||
: εἰ μὲν παρὰ τὴν τρύγην , οὐ πλεονάζει : τρύγη δέ ἐστιν ὁ Δημητριακὸς καρπός : † Λυκόφρων : |
ἐπὶ τὴν ἀνατολήν , ταῖς δὲ χειμεριναῖς τροπαῖς τὸ πλεῖστον μετεωρίζεσθαι τὸν ἥλιον ἐπὶ πήχεις ἐννέα . , δοκιμάζει δὲ | ||
μόρια , πόδας λέγω καὶ χεῖρας , καὶ ἐν τῷ μετεωρίζεσθαι , τυχὸν ἐν τῷ ἀνακαθέζεσθαι : δηλοῖ γὰρ ἐσχάτην |
τοῦ ἐνεργουμένου τὸ ἐνεργοῦν : ἐνεργοῦσι γὰρ οἱ πόδες τὴν περιπλοκήν : γράφεται σπείραις ἤως ποσίν : καὶ παρ ' | ||
κεκρυμμένως ἀπέραντον ] ἀτελές , ἀδιεξόδευτον δίκτυον ] † ἤγουν περιπλοκήν ἐμπλεχθήσεσθ ' ] † περιπλακήσεσθε ἀνοίας ] μωρίας ὑμῶν |
. εἶναι γὰρ αὐτὴν κοίλην καὶ ἔχειν ὕδωρ ἐν τοῖς κοιλώμασιν . τὸν δὲ Νεῖλον αὔξεσθαι κατὰ τὸ θέρος καταφερομένων | ||
χειμῶνα δ ' οὐ πλέουσιν , ἀλλ ' ἐν πετρῶν κοιλώμασιν ἢ σπηλαίοις ἠρεμοῦντες , τοὺς ἰδίους πόδας ἐσθίουσιν , |
τὰ δὲ προσηνῆ καὶ τερπνὰ τοῖς θερμοῖς διὰ τὴν γινομένην διάχυσιν . οὕτως οὖν ἐπιπολὺ γελάσας : οὐ γὰρ ὡς | ||
μοιχὲ ” καὶ τὸ “ παιδεραστά ” , ἀλλὰ πρὸς διάχυσιν καὶ ἱλαρότητα τοῦ φαλλοῦ , ὡς καὶ παρ ' |
σιτηγός , ὁπλιταγωγός , στρατιῶτις , στρατηγίς , ἱππαγωγός , φορτίς , φορτηγός , φορτηγικὸν πλοῖον καὶ ὡς Θουκυδίδης λέγει | ||
. Φροντίσιν ] * Φροντὶς λέγεται ἐκ τοῦ φέρω , φορτίς , ὑπερβιβασμῷ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν φροντίς . Δίκην |
μνησθήσομαι , ἧς Πλάτων ἐμνήσθη ἐν Διὶ Κακουμένῳ : καίτοι φορεῖτε γλῶσσαν ἐν ὑποδήμασι , στεφανοῦσθ ' ὑπογλωττίσιν , ὅταν | ||
πού φησιν . ὅτι ἔξοινον Ἄλεξις τὸν μέθυσόν φησιν . φορεῖτε , μασσέτω τις , ἐγχείτω βαθὺν κρητῆρα : ὁδ |
προήκουσαν ἀποστέγειν τὴν ἀκτῖνα καὶ παρέχειν τοῖς πλέουσι πλεῖν κατὰ ψῦχος . πᾶς δὲ ὁ περίοικος λεὼς συνίασιν ἄλλοι ἄλλοις | ||
γὰρ ὡς τὸ πολὺ τὸν ἥλιον , φεύγειν δὲ τὸ ψῦχος : τὴν δὲ ψιλότητα τοῦ σώματος μηδὲν ἐνοχλεῖν . |
ὄντα καθ ' Ὅμηρον ταλασίφρονα ὁ κατακλυσμὸς ἐκεῖνος καὶ ἡ ζάλη καὶ ἡ τρικυμία , ἀωρὶ μὲν ἀρξαμένη , πολλὴ | ||
. τὰ δὲ ἐναντία χειμών , κλύδων , κλυδώνιον , ζάλη , τρικυμία , θάλαττα τραχεῖα , κοίλη θάλαττα καὶ |
ποτε πρᾶξαι . καὶ ἄλλας δὲ ὑπονοίας ἔλυσε , μὴ διαφθείρηται τὰ χρήματα , μὴ μάτην ἀναλωθῇ , δι ' | ||
καὶ τὸ κέρας τὸν τοίχαρχον . ὁποῖον ἂν οὖν μέρος διαφθείρηται τῆς νεὼς ὁρμούσης , τὸν ὅμοιον εἰκὸς διαφθαρήσεσθαι : |
ὀστοῦν . συμβάλλει δὲ ἐπικεκαμμένῃ μετρίως τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ εἰς βαθεῖαν κοτύλην τοῦ ἰσχίου καὶ νεύρῳ ἀπήρτηται ἐκφυομένῳ ἐκ μέσης | ||
: Ἀριστομένης δὲ ἔχων τοὺς λογάδας τὴν μὲν ἔξοδον περὶ βαθεῖαν ἐποιήσατο ἑσπέραν , ἔφθη δὲ ὑπὸ τάχους τὴν ἐς |
τοῖς πρὸς βορρᾶν ἐστραμμένοις μέρεσι τῆς Ἰνδικῆς ὡρισμένοις καιροῖς καὶ χάλαζαν ἄπιστον τὸ μέγεθος καὶ τὸ πλῆθος καταράττειν , καὶ | ||
ὀλιγάκις καὶ ὅταν ἧττον ᾖ ψῦχος . εἶναι δὲ τὴν χάλαζαν τοῦ καταφερομένου πῆξιν ἐκ τῶν νεφῶν ὕδατος . ἐκ |
' ἑωυτὰς αἱ χῶραι ὧδε ἔχουσι : τὰ ὑψηλὰ καὶ αὐχμηρὰ καὶ πρὸς μεσημβρίην κείμενα ξηρότερα τῶν πεδίων τῶν ὁμοίως | ||
ἀντιποιοῖτο . ἦν δὲ ἡ μὲν ἐργατικὴ καὶ ἀνδρικὴ καὶ αὐχμηρὰ τὴν κόμην , τὼ χεῖρε τύλων ἀνάπλεως , διεζωσμένη |