ἂν τὰς μὲν χεῖρας ἔχον παρατεταμένας , τὰ δὲ σκέλη διαβεβηκότα . 〚 περὶ μὲν οὖν τῶν κατ ' Αἴγυπτον | ||
ἂν τὰς μὲν χεῖρας ἔχον παρατεταμένας , τὰ δὲ σκέλη διαβεβηκότα . Περὶ μὲν οὖν τῶν κατ ' Αἴγυπτον ἱστορουμένων |
τὸ νέφος : αἱ μὲν ἀγχιστῖναι : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται . ἐννῆμαρ μέν : τῇ δεκάτῃ δέ . | ||
προσαμύνει , ἀλλὰ κατὰ σταθμοὺς δύεται : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται : αἱ μέν τ ' ἀγχιστῖναι ἐπ ' |
μίαν ἐξ ἀμφοῖν ἀγέλην ὁρᾶσθαι : ἔτι δὲ αἰπόλια καὶ ποίμνια συμμιχθέντα ἐπὶ νομῆς διημερεύσαντα ῥᾳδίως καὶ πρᾴως ὑπὸ τῶν | ||
μηδέ , ὅταν ἀληθεύωσι , πιστεύεσθαι . καί που παιδίον ποίμνια νέμον ἐφ ' ὑψηλοῦ τόπου ἱστάμενον πολλάκις ἀνέκραγε : |
ὑπ ' αὐτῶν λευκαίνεται τὸ ὕδωρ πληττόμενον πτίλα δὲ τὰ πτερὰ παρὰ τὸ ἐν τῷ πέτεσθαι ? τίλλειν καὶ κόπτειν | ||
φωνήν . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος τὸ πρότερον . τανύπτερος τεταμένα πτερὰ ἔχων . τανυσσάμενος ἐκταθείς . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ |
' ἑφθά , παῖς δέ τις ἐκ Σαλαμῖνος ἄγεν τρισκαίδεκα νήσσας , λίμνης ἐξ ἱερῆς , μάλα πίονας , ἃς | ||
ἢ τρυγῶνες καὶ τῶν μικρῶν στρουθίων τινά : τὰς δὲ νήσσας φεύγειν δεῖ καθόλου καὶ πάντα τὰ ἐν τοῖς ἕλεσι |
διαμένουσι . Ἀλλ ' οὐκ ἐγίνωσκες τὴν ἐπῳδὴν καὶ τὰ ὄργια . Εἰ ταῦτα , ὦ Κριτία , ἐξ ἐπῳδῆς | ||
. 〛 κἀξίστασθαι : ἐκχωρεῖν . . μὴ ἐμυήθη . ὄργια δὲ τὰ μυστήρια . . μήτε Κρατίνου : Πρὸς |
. ἔτι γοῦν καὶ νῦν τὰ μένοντα αὐτοῦ ἐρείπια καὶ λείψανα ἰδόντι θαυμάζειν ἔστι καὶ τὴν τέχνην τῶν τὴν ἀρχὴν | ||
στιγμή . . , : τάφος : ὅπου τίθεται τὰ λείψανα . παρὰ τὸ θῶ καὶ τιθῶ , παράγωγον θάπτω |
ἀναβάντι ἐπ ' ἀπήνην τετράκυκλόν τε καὶ ὑψηλὴν καὶ ζευγνυμένῳ ἡμιόνους ἄλλοτε ἄλλας , μᾶλλον δὲ ὁρμαθοὺς ἡμιόνων ζυγίων τε | ||
τῶν ὑπερακρίων προστὰς μηχανᾶται τοιάδε : τρωματίσας ἑωυτόν τε καὶ ἡμιόνους ἤλασε ἐς τὴν ἀγορὴν τὸ ζεῦγος ὡς ἐκπεφευγὼς τοὺς |
εἶναί τινα ὅτῳ καὶ σκηνῆς μελήσει καὶ ὅπως τὰ ἐπιτήδεια παρεσκευασμένα τοῖς στρατιώταις εἰσιοῦσιν ἔσται . καὶ τοίνυν ἔγνω ὅτι | ||
, μόλις δὲ δύο . καὶ τὰ τοῖς ἐννέα ἀνδράσι παρεσκευασμένα παρὰ τῷ Ἀριοβαρζάνῃ εἰς τὸ δεῖπνον μόνον καταφαγεῖν . |
δὲ καὶ σαυνίοις ὁλοσιδήροις ἀγκιστρώδεσι , φοροῦσι δὲ κράνη καὶ ξίφη παραπλήσια Κελτίβηρσιν . ἀκοντίζουσι δ ' εὐστόχως καὶ μακράν | ||
πᾶν ὅσον βάρβαρον ἠγάπα ζῆν ἐν σπονδαῖς , αὖθις τὰ ξίφη θήξαντες ἐπιστρατεύουσι , διαπλέουσιν , ἀπειλοῦσι , δρῶσι , |
μετὰ πλοίων αὐτὴν ἁρπάσαντες ἔφυγον πτερὰ δὲ τῶν πλοίων τὰ λαίφη . τρίορχος καὶ τριόρχης καὶ μόρφνος καὶ μελανόστης καὶ | ||
αἱ νῆες διὰ τὸ λευκαίνεσθαι κηρῷ . λευκόχροοι διὰ τὰ λαίφη . Φαλακραῖαι δὲ ἀντὶ τοῦ Ἰδαῖαι . ὁ δὲ |
, κίχλας θ ' ἑξείης ἡβήτορας ὑψιπετήεις καὶ πέτρας κάτα βοσκομένας , ὑάδας θ ' ὑδατεινούς . ἐν δ ' | ||
πελάσῃς εὐεργέα νῆα Θρινακίῃ νήσῳ , προφυγὼν ἰοειδέα πόντον , βοσκομένας δ ' εὕρητε βόας καὶ ἴφια μῆλα Ἠελίου , |
ἐν τοῖσι καὶ ἐσθῆτες βάρβαροι καὶ λίθοι Ἰνδοὶ καὶ ἐλεφάντων κέρεα , τὰ Διόνυσος ἐξ Αἰθιόπων ἤνεικεν , καὶ φαλλοὶ | ||
κέρεα : ἐν δὲ τοῖσι ἰσχυροῖσι ψύχεσι ἢ οὐ φύει κέρεα τὰ κτήνεα ἀρχὴν ἢ φύοντα φύει μόγις . Ἐνθαῦτα |
εἰσιν ἑπτά : ἔδει δὲ πομπεύειν πάσας τὰς ἐπιχωρίους παρθένους κεκοσμημένας πολυτελῶς καὶ τοὺς ἐφήβους , ὅσοι τὴν αὐτὴν ἡλικίαν | ||
, ἀνωτέρω ἄλλον περίβολον καὶ γυναῖκας ἔξω τοῦ περιβόλου ἑστηκυίας κεκοσμημένας ὥσπερ ἑταῖραι εἰώθασι ; Καὶ μάλα . Αὗται τοίνυν |
. . . . Δ . δὲ εἴδωλά τινά φησιν ἐμπελάζειν τοῖς ἀνθρώποις καὶ τούτων τὰ μὲν εἶναι ἀγαθοποιὰ τὰ | ||
τὴν δὲ ἠχὼ ἐκπλήττειν τὰ θηρία , καὶ μὴ ἐᾶν ἐμπελάζειν ταῖς ναυσί . Καταπλεύσαντες δὲ ἐς τὰς ἐκβολὰς τοῦ |
οἱ δὲ Μακεδόνες περὶ τὴν σκηνὴν ἠθροίζοντο μετέωρα ἔχοντες τὰ δόρατα . ταῦτα ἰδόντες οἱ Τετραχωρῖται καταπλαγέντες ἐξέλιπον τὸ χωρίον | ||
εὔδηλον γάρ , ὅτι τῶν μέχρι τοῦ πέμπτου ζυγοῦ τὰ δόρατα προπίπτει τοῦ μετώπου : οἱ μὲν γὰρ ἐν τῷ |
ἀγάλματα τοῖς μὲν ὄμμασι μεμυκότα , τὰς δὲ χεῖρας ἔχοντα καθειμένας καὶ ταῖς πλευραῖς κεκολλημένας . ὁ δ ' οὖν | ||
ἔχουσα τριχὰς ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἀναπεπλεγμένας , τὰς δὲ ἡμισεῖς καθειμένας . Λύδη . Ταύτην φησὶν Ξενόφιλος , ὁ τὰς |
ἐν Καρίᾳ , κολοσσὸς Ἡλίου εἴδωλον ἐν τῇ Ῥόδῳ , Καπετώλιον ἐν τῇ Ῥώμῃ , ὃ ἦν τόπος , ἐν | ||
, παρειστήκεσαν ταῖς πύλαις , φράξαντες πᾶσαν τὴν ἐς τὸ Καπετώλιον ἄνοδον τῷ πλήθει τῶν ὄχλων , λίθους τε καὶ |
Λ . ἀσπίδας εὐκύκλους λαισήιά τε πτερόεντα : πρὸς τὸ λαισήια , ὅτι οἱ μὲν κατὰ ἀντιπαράθεσιν τῶν εὐκύκλων παραμήκεις | ||
, ὅτι οἱ μὲν κατὰ ἀντιπαράθεσιν τῶν εὐκύκλων παραμήκεις τὰ λαισήια , οἱ δὲ ἐλαφρά . . λαισήια , οἱ |
οὐχ ἑτέρας μᾶλλον φλογὸς ἔλπομ ' ἔγωγε ἀθανάτοις οὕτω κεχαρισμένα μηρία καίειν . Πρὸς δ ' ἔτι τοι καὶ τοῦτο | ||
, οἳ δὲ λέβητι χρυσείῳ φορέοισιν ὕδωρ , ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς δ ' ὄπιθεν πτερύγεσσιν ἀναψύχει τὸν |
, φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί , κηπουρικοί | ||
Ἀτλαντίδας καὶ τὴν Δαρδάνου γένεσιν . ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἄλση τό τε Ἰωναῖον καὶ τὸ Εὐρυκύδειον . . . |
Βυσσός . βυθός . Βάρις . ναῦς . Βουπόρους . ὀβελοὺς μεγάλους . Βαλανάγρας . κλεῖς . Γνωσιμαχεῖν . τὸ | ||
ἐπεὶ κατὰ πῦρ ἐκάη καὶ φλὸξ ἐμαράνθη , ἀνθρακιὴν στορέσας ὀβελοὺς ἐφύπερθε τάνυσσε , πάσσε δ ' ἁλὸς θείοιο κρατευτάων |
καλεῖται Χαρσιάρω : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ εὐχαριστοῦσιν πάντα τὰ πετεινὰ τὸν θεόν : καὶ ἀποτελεῖται ἐν αὐτῇ πᾶν στοιχεῖον | ||
τοῖς ἀλόγοις ζῴοις μέγιστα καὶ σπουδαιότατα διείληπται . τὰ γοῦν πετεινὰ ἃ μάλιστα πέφυκε πρὸς τάχος , ἔστιν ἰδεῖν ὑπὲρ |
Οὐρανίοιο γένος Φαίηκες ἔασιν . τοὺς Ἀργὼ πολέεσσιν ἐνισχομένη καμάτοισιν Θρινακίης αὔρῃς ἵκετ ' ἐξ ἁλός . οἱ δ ' | ||
πάροιθε Διὸς στονόεντι κεραυνῷ Ἐγκέλαδος δέδμητο κατ ' ἀκαμάτοιο θαλάσσης Θρινακίης ὑπένερθεν , ὅλη δ ' ὑπετύφετο νῆσος : ἢ |
ἐδέδεντοαὐτὸς δὲ εἰς Πειραιᾶ δραμὼν νηὶ Σικελικῇ λύειν μελλούσῃ τὰ πρυμνήσια περιτυχὼν ἀπεδόμην τῷ ναυκλήρῳ τὴν προχόην . καὶ νυνὶ | ||
πρότονοι , καλῴδια , πείσματα , ἀπόγυα , ἐπίγυα , πρυμνήσια : ἐγχωρεῖ γὰρ τῷ ὀνόματι χρῆσθαι , κἂν ᾖ |
Φερενδάτης ὁ Μεγαβάζου . Πάκτυες δὲ σισυρνοφόροι τε ἦσαν καὶ τόξα ἐπιχώρια εἶχον καὶ ἐγχειρίδια : Πάκτυες δὲ ἄρχοντα παρείχοντο | ||
ἅπαν ” , “ Ῥωμαίων ἔφητὰ σώματα καὶ ἵπποι καὶ τόξα καὶ βέλη καὶ δόρατα τῶν ἡμετέρων ἰσχυρότερα εἶναι παντί |
δ ' Ἑρμῆς δύνῃσι Κρόνου βεβαῶτος ἐφ ' ὥρῃ , πένθεα γεινομένοισι τελεῖ δειλοῖς ἐπὶ τέκνοις . ἔμπαλι δ ' | ||
ἀργαλέοις : δοῖεν δὲ καὶ ἄλλοις Ἀργείοισιν ὑσμίνας ὀλοὰς καὶ πένθεα δακρυόεντα αὐτῷ τ ' Ἀτρείδῃ Ἀγαμέμνονι : μηδ ' |
' αὐτοῖς μεγέθει μέγιστοι , ὧν οἳ μὲν ἁρπάζουσι τὰς ποίμνας καὶ σιτοῦνται , οἳ δὲ ἐκθηλάζουσι τὸ αἷμα , | ||
ἡλίου δυσμάς : εἶτα ἑαυτοὺς οἱ δράκοντες ἀποκρύψαντες ἐλλοχῶσι τὰς ποίμνας καὶ ἐκ τῆς νομῆς ἐπὶ τὰ αὔλια ἰούσας αἱροῦσι |
γυμνὸς ὤν , ὥρᾳ χειμῶνος ἐν ἄντρῳ ἐναυλισάμενος ἐπιπόνως , πρόβατα εὑρὼν ἀνεῖλε καὶ ταῖς δοραῖς αὐτῶν ἠμφιέσθη . , | ||
ἀποπατέει ἐπειδὰν γένηται τάχιστα , καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ πρόβατα : καίτοι οὐκ ἂν εἶχε κόπρον , εἰ μὴ |
τῆς κοτυληδόνος πόας , ὑπόκοιλα δέ . Ταῦτα οὖν τὰ στόματα τῶν εἰς τὴν ἐντὸς εὐρυχωρίαν τῆς μήτρας διασπειρομένων ἀγγείων | ||
φῦσαι , αἳ ἐπειδὰν μύσωσι τὰ δεκτικὰ ἑαυτῶν τοῦ πνεύματος στόματα , τότε ἡμεῖς οὐκέτι ὧδέ ἐσμεν , ἀλλ ' |
αὐτάρκως ἔχειν , ἐπέστρεφε , καὶ τοῖς Βιθυνοῖς τὰ δρεπανηφόρα ἅρματα ἐμπίπτοντα μετὰ ῥύμης διέκοπτε καὶ διέτεμνε τοὺς μὲν ἀθρόως | ||
, ὅς μοι Πηλεΐωνος ἀγαυοῦ μώνυχας ἵππους δωσέμεναι κατένευσε καὶ ἅρματα ποικίλα χαλκῷ , ἠνώγει δέ μ ' ἰόντα θοὴν |
δὲ ναὸν ὄντα τὴν οἴκησιν στεφανοῦσιν [ τὰ τῶν ἐρωμένων πρόθυρα ] : διὰ ταῦτα δὲ καὶ θύουσιν ἔνιοι ἐπὶ | ||
τῶν οἰκίας μεγαλοπρεπεῖς κατασκευαζόντων . ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνοι εἰς τὰ πρόθυρα κίονας μεγάλας ὑποβάλλουσιν , οὕτω καὶ οὗτος ὡσπερεὶ μέγαρον |
σφόδρα ἀσθενεῖ δυνάμει , καταλύοντα αὐτὴν , θάνατον ἐπάγει , φθάνοντα τὴν λειποθυμίαν . εἰ δὲ ὁπωσοῦν ἡ δύναμις ἀντέχοι | ||
μὴ μικρόν , ὑστερίζειν τὸ παράπαν , ἀλλ ' ὡσπερεὶ φθάνοντα προαπαντᾶν πρὸς τὰς | χρείας ἑκάστας . ψυχῆς ταῦτα |
ἄκρας ἐγένοντο , οἱ τὰς γυναῖκας καὶ τοὺς παῖδας ἄγοντες σπασάμενοι τὰ ἐγχειρίδια καταλαμβάνουσι τὴν ἄκραν , καὶ τῆς Τελμησσοῦ | ||
νομίσαντες ἀπεσκόπουν . οἱ δὲ ἀποβάντες τὸ πολεμικὸν ἐσήμηναν καὶ σπασάμενοι τὰς μαχαίρας ὥρμων ἐπὶ τὰς τραπέζας . οἱ μὲν |
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν | ||
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς |
ὁ δ ' Ἀλφειὸς παραλαβὼν τόν τε Λάδωνα καὶ τὸν Ἐρύμανθον καὶ ἄλλους ἀσημοτέρους διὰ τῆς Φρίξης καὶ τῆς Πισάτιδος | ||
καθεστήκεσαν ἀνέχοντες κατὰ τάδε . διαβάντων [ δὲ ] ποταμὸν Ἐρύμανθον κατὰ τὴν Σαύρου καλουμένην δειράδα τοῦ Σαύρου τε μνῆμα |
, λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ ' οὓς Νῖκαι χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη | ||
. Ποιῆσαι δέ φησιν ὁ Εὐπόλεμος τὸν Σαλομῶνα καὶ ἀσπίδας χρυσᾶς χιλίας , ὧν ἑκάστην πεντακοσίων εἶναι χρυσῶν . Βιῶσαι |
θάνατον ἀπαραίτητον ὑπομένει . τοσαύτη τίς ἐστιν ἡ περὶ τὰ ἄδυτα φυλακὴ τοῦ νομοθέτου μόνα ἐκ πάντων ἄβατα καὶ ἄψαυστα | ||
πέντε : τὰ μὲν γὰρ ἐντὸς αὐτῶν ἐκνένευκε πρὸς τὰ ἄδυτα τῆς σκηνῆς , ἅπερ ἐστὶ συμβολικῶς νοητά , τὰ |
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς | ||
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ |
πέτω καὶ συγκοπῇ πτῶ καὶ διπλασιασμῷ πίπτω : τὰ γὰρ πετόμενα τοῖς πίπτουσιν ἔοικε . πτῶ οὖν καὶ πταίω . | ||
πέτω συγκοπῇ πτῶ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν πίπτω : τὰ γὰρ πετόμενα τοῖς πίπτουσιν ἔοικεν . πτῶ οὖν καὶ κατὰ παραγωγὴν |
, ἀντροδίαιτε , ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους ἠδ ' ὄρεα σκιόεντα , νάπαισί τε σὴν φρένα τέρπεις , ὁπλοχαρής | ||
ἐν τῇ νήσῳ , πάντ ' ἐκλείπειν καὶ ἐς τὰ ὄρεα καταφυγοῦσιν ἀντέχεσθαι σωτηρίης . Ὅθεν δὴ τί κακὸν οὐκ |
ἐπλάζοντο . Ξενοφῶν Ἀναβάσεως ζʹ : κατὰ τὸν Θρᾴκιον νόμον κέρατα οἴνου προὔτεινον . καὶ ἐν τῇ ἕκτῃ : ἔπινον | ||
Κράτης γράφει μαλκιόωντες . [ νήκεροι δὲ κατὰ στέρησιν οἱ κέρατα μὴ ἔχοντες : τὸ γὰρ νη στερητικόν ἐστι . |
τῶν ἀγαπητῶν , καὶ δῆσον αὐτοὺς ἑβδομήκοντα γενεὰς εἰς τὰς νάπας τῆς γῆς μέχρι ἡμέρας κρίσεως αὐτῶν καὶ συντελεσμοῦ , | ||
πάνυ ἀγροίκως λέγων , τούς τε λειμῶνας καὶ πεδία καὶ νάπας καὶ ἀκτάς , ἐν οἷς τὰ μὲν φύεσθαι , |
ἀκόντια , τόξα , προβόλια , ἄρκυες , ἐνόδια , δίκτυα , κυνοῦχος , σχαλίδες , στάλικες , σχαλιδώματα , | ||
ἔνσπονδά ἐστιν : εἰ δὲ μή , διαξαίνουσιν αὐτῶν τὰ δίκτυα καὶ ἀφανίζουσι , καὶ ἔδοσαν ὑπὲρ τῆς σφετέρας ἀμοιρίας |
καί τις ἐκ τούτου κατ ' αὐτῶν ἐπινενόηται τρόπος : λίνα τις ποταμοῦ πλησίον ἢ λίμνης ἐπιτηδείῳ στήσας χωρίῳ καὶ | ||
ἐπίστασθαί σε ὧδε ἔχει . Ὅσα πέπλεκται , οὐ μόνον λίνα καὶ δίκτυα καὶ νεφέλαι ἀλλὰ καὶ κανᾶ καὶ σπυρίδες |
πρῶτον μὲν ἐξεμεῖ τὸν λίθον , ἔπειτα τοὺς παῖδας οὓς κατέπιε : μεθ ' ὧν Ζεὺς τὸν πρὸς Κρόνον καὶ | ||
ἁλιάδι αὐτοῦ κῆτος ἐπελθὸν ἐν ὄψει τοῦ παιδὸς τὸν Ἐπωπέα κατέπιε . λέγουσι δὲ καὶ τοὺς δελφῖνας πολεμίους τῷ πομπίλῳ |
ἐπὶ Δήλῳ τῇ νήσῳ τὸν αὐτὸν νόμον . τὰ δὲ θυόμενα , ἤν τέ τις Ἐπιδαυρίων αὐτῶν ἤν τε ξένος | ||
πολλοὶ ἱερόθυτα καλοῦσι . Κρατῖνος . . τὰ τοῖς θεοῖς θυόμενα ἱερεῖα . θυμέλη : νῦν μὲν θυμέλην καλοῦμεν τὴν |
κυλιστὸς στέφανος αἰωρούμενος . Ἀριστογείτονα τὸν ῥήτορ ' εἶδον λάρκον ἠμφιεσμένον τῶν ἀνθρακηρῶν . Ἀπόλαβε . τοῦτο δ ' ἐστὶ | ||
καὶ τοῦτο πολλάκις , ὁπότε τῶν πολιτῶν τινα ἴδοι κακῶς ἠμφιεσμένον , κελεύειν αὐτῶι μεταμφιέννυσθαι τῶν νεανίσκων τινα τῶν συνακολουθούντων |
οἱ Κᾶρες ἀγορὰν πολέμου ἐπενόησαν , καὶ ἐστρατεύσαντο ἀργυρίου , ὄχανά τε ταῖς ἀσπίσι προσήρτησαν , καὶ λόφους ἐνέπηξαν τοῖς | ||
οἱ Κᾶρες ἀγορὰν πολέμου ἐπενόησαν , καὶ ἐστρατεύσαντο ἀργυρίου , ὄχανά τε ταῖς ἀσπίσι προσήρτησαν , καὶ λόφους ἐνέπηξαν τοῖς |
ὁ Διογένης καὶ οὐκέτι ἐπράθη , ἀλλ ' οἱ λῃσταὶ καθελόντες αὐτὸν ἀπὸ τοῦ λίθου ἦγον οἴκαδε παρ ' αὑτούς | ||
ἔτι ὄντας ἐν τῷ φιληδόνῳ καὶ φιλοπαθεῖ καὶ ἀπεριτμήτῳ πόνῳ καθελόντες : χρησμοῦ γὰρ ὄντος , ὡς „ οὐκ ἂν |
ϲτέφειν τὰ οἰκήματα εἰϲ τὴν ὁδόν , καὶ τὰϲ πλίνθουϲ ἀναβάλλειν πρὸϲ ἀριθμόν . Ὑπ . γὰρ ἐν τῷ πρὸς | ||
τοῦ εἰπεῖν . φλύζειν δὲ κυρίως τοὺς λέβητάς φαμεν καιομένους ἀναβάλλειν τῇ θερμότητι τὸ ὕδωρ . περισπᾶται δὲ τὸ ὀρεχθεῖν |
τήβενναν φορῶν μόνος ἐρέμβετο λίθους ὑπὸ μάλης ἔχων , οἷς ἔβαλλε τῶν ἰδίων τοὺς ἀκολουθοῦντας . ἐλούετό τε καὶ εἰς | ||
ὅσα τε κερασφόρα πλὴν ταύρων , συνθέων αὐτοῖς καὶ καταδιώκων ἔβαλλε φθάνων τε αὐτῶν τὸν δρόμον καὶ πληγαῖς καιρίοις ἀναιρῶν |
καὶ πρὸς τὴν λεπτὴν γρύτην . πρῶτον δὲ πάντων ἐστὶ δέλη πρὸς τὰ μεγάλα ὀψάρια , οἷον ἴλλους , γλαύκους | ||
Ϛʹ . ἰχθύων ἁλιευτικόν [ Ταραντίνου ] . ζʹ . δέλη ἰχθύων . ηʹ . ἔστι δὲ ἡ σύνθεσις τοῦ |
τῶν ποδῶν ἐπὶ τῶν ἵππων ἔχουσιν , ἀλλ ' οὐ χλαμύδας . ἀφιεὶς δὲ τῶν αἰχμαλώτων ὁ Σεύθης εἰς τὰ | ||
ἢ ὡς ἡ νέα κωμῳδία εὐπάρυφος . τὰς δὲ Θετταλικὰς χλαμύδας Θετταλικὰ πτερὰ ὠνόμαζον , καὶ ἐντεθετταλίσμεθα ἔλεγον τὸ χλαμυδοφοροῦμεν |
' ἂν αἰσθέσθαι ; οὐχ ὁρᾷς ὅτι τὰ πολυχρονιώτατα καὶ σοφώτατα τῶν ἀνθρωπίνων , πόλεις καὶ ἔθνη , θεοσεβέστατά ἐστι | ||
πνεόντων ἀρχὸς ἵππων : ἔνθα Ῥόδῳ ποτὲ μιχθεὶς τέκεν ἑπτὰ σοφώτατα νοήματ ' ἐπὶ πˈροτέρων ἀνδρῶν παραδεξαμένους παῖδας , ὧν |
εἰ μὲν οἷόν τε ἦν δεηθέντα τῶν θεῶν πτερῶσαι τὰ ζεύγη , τοῦτ ' ἂν ἐποίησεν , ἢ εἰ τὸ | ||
ἐπὶ τοσοῦτον γὰρ ἐξετρύφησαν ὥστ ' ἐπὶ δεῖπνον ἐκάλουν πρὸς ζεύγη μονομάχων , ὁρίζοντες ἀριθμὸν κατὰ τὴν τῶν [ συνδείπνων |
ἐλάττους ἦσαν αἱ μέλαιναι , κατεκρίνετο . ποιοῦσιν οἱ βομβύλιοι κηρία . βομβύλιος : ζῷον μελίττῃ ὅμοιον ⌈ : καὶ | ||
καὶ τὰ τῶν ἀλόγων , οἷον τῶν μὲν μελισσῶν τὰ κηρία , ἀραχνῶν δὲ τὰ ἀράχνια καλούμενα : ἀλλ ' |
καὶ λίθων . φησὶ γοῦν πολὺν δ ' ὀρυμαγδὸν ὄρινε φιτρῶν καὶ λαῶν . . οὐδέ οἱ ὀστέ ' ἐπιστήσονται | ||
εὑρίσκεται δὲ παρ ' Ὁμήρῳ , ὡς Ἀπίων τέταχεν . φιτρῶν κορμῶν . καὶ ἔστι παρὰ τὸ φύεσθαι . φιληρέτμοισι |
Αἴγυπτον ἡγεμονίαν Μοῖρις ἐν μὲν τῇ Μέμφει κατεσκεύασε τὰ βόρεια προπύλαια , τῇ μεγαλοπρεπείᾳ πολὺ τῶν ἄλλων ὑπερέχοντα , ἐπάνω | ||
ὑπέρλεπτα καὶ μόλις ὁρατά . οἰκίας μὲν οὐκ εὖ πραττούσης προπύλαια ταῦτα , φήσεις αὐτὴν χηρεύειν δεσποτῶν , αὐλὴ δὲ |
ἄλλου οὐδενός , καὶ τἆλλα ἐχρᾶτο διαίτῃ Ἑλληνικῇ καὶ θεοῖσι ἱρὰ ἐποίεε κατὰ νόμους τοὺς Ἑλλήνων : ὅτε δὲ διατρίψειε | ||
ἐχθροῖσι τῆς πατρίδος ἅλωσιν καὶ τὰ ἐς ἔρσενα γόνον ἄρρητα ἱρὰ ἐκφήνασαν Μιλτιάδῃ . Ἡ δὲ Πυθίη οὐκ ἔα , |
φίλους τε καὶ ἐχθροὺς νομίζειν , ξυνίσταντό τε καὶ λαβόντες ἐγχειρίδια ἐξαπιναίως ἐς τὴν βουλὴν ἐσελθόντες τόν τε Πειθίαν κτείνουσι | ||
προέχουσι παρέστησαν ἐν ταῖς εὐχαῖς , ἀνὴρ ἀνδρί , ἔχοντες ἐγχειρίδια . Καὶ τοὺς μὲν κατεβεβλήκεσαν , οἱ δὲ αὐτῶν |
τε κραταιγύαλοι : ἡ διπλῆ ὅτι οἱ κραταιοὶ κατὰ τὰ γύαλα καὶ κύτη καὶ κοιλώματα . [ ἀπὸ δὲ μέρους | ||
ὅτι καὶ θέμις , ὄμμασι . μεθεῖσαν δεσπόται με θεοῦ γύαλα τάδ ' εἰσιδεῖν . δμωαὶ δὲ τίνων κλήιζεσθε δόμων |
ἀκούων ὅτι ὄνος ὢν ἠμπέσχετο λεοντῆν . ταύτῃ τοι ξυνελθόντα παιδάρια ξαίνει τε αὐτὸν τοῖς ῥοπάλοις καὶ ἀφαιρεῖται τῆς δορᾶς | ||
, ὁπότ ' ἔδει τοῦτόν τε καὶ αὑτὴν τρέφειν καὶ παιδάρια τρία , ἃ ἦλθεν ἔχουσα ὡς αὐτόν , καὶ |
ἑαυτοῦ τὸ συμπέρασμα ἔχει : οἷον τυμβωρύχος ἐστὶν ὁ ἀνῃρημένος ἱμάτια καὶ κόσμον τοῦ νεκροῦ : ἐγὼ δὲ οὐκ ἀφειλόμην | ||
γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει τὸν πόθον . τοῦτο |
ἐγὼ δ ' ἱκόμην ἐπὶ Ταίναρον ἠνεμόεντα , ὄφρα κεν ἔντομα ῥέξω ἀγακλειτοῖς βασιλεῦσιν οἵ τ ' ἄρα νερτερίων βερέθρων | ||
ὑπὸ πέπλους ἐπονεύμην ἂν δὲ πυρὴν ἐπέβαλλον , ἰδ ' ἔντομα θύματ ' ἔρεζον , σκύμνους παμμέλανας σκυλάκων τρισσοὺς ἱερεύσας |
ἁπλοῦς . γεῖσα : ἅπαντα τὰ ἐξέχοντα τῶν τοίχων . γέρρα : δύο σημαίνει , τάς τε πλεκτὰς ἀσπίδας καὶ | ||
. γέρρον Περσικὰ μὲν εἰσὶν ὅπλα : κυρίως δὲ τὰ γέρρα : κατὰ χρηστικῶς δὲ καὶ ἅπαν σκέπασμα , εἶτε |
δάπτοντες εἰπὼν εἰκότως προσέθηκε καὶ τὸ ἀγρίαις γνάθοις , ἤγουν στόμασιν ἀπὸ μέρους : ἢ ὀδοῦσι . τούτων γάρ ἐστι | ||
, κἂν ὁ Νεῖλος , ὦ μακάριε , τοῖς ἑπτὰ στόμασιν εἰ λάβοι φωνὴν , ὥσπερ ὁ Σκάμανδρος κατὰ τὸν |
αἵματος γεννητικά , γυμναστικοῖς μᾶλλον σώμασιν ἐφαρμόζονται : τὰ δὶς πτηνὰ δὲ ἐναέρια κουφότερα μὲν πολλῷ καὶ οὐχ οὕτω πολύτροφα | ||
γὰρ τὰ θηρία ὑπὸ τῶν φιλοσοφούντων μεταβάλλομαι , χερσαῖα ἔνυδρα πτηνὰ πολύμορφα ἄγρια τιθασσὰ ἄφωνα εὔφωνα ἄλογα λογικά : νήχομαι |
Τυδεύς ” ὁ πολεμικός , ὁ κατὰ τῶν ἐναντίων τὰ σάκη πάλλων . καὶ τὸ “ σάκε ' ὤμοισι κλίναντες | ||
' ἀνέρες ἀλκήεντες Αἴθοπες ἠνορέῃ πίσυνοι πίσυρες τελέουσι . πλεκτὰ σάκη τεύχουσιν ἐϋστρέπτοισι λύγοισι καρτερὰ καὶ πλευρῇσι περίδρομα , κὰδ |
τῷ Θησεῖ , τὸν μὲν Λυκομήδην ἀνεῖλον , τὰ δὲ ὀστᾶ μεταστειλάμενοι καὶ τὸ Θησεῖον οἰκοδομήσαντες ἰσοθέους οὕτω τιμὰς διανέμουσι | ||
καταπορνευθείσας γὰρ ἐστραγγάλησαν , εἶτα καύσαντες τὰ σώματα κατήλεσαν τὰ ὀστᾶ καὶ κατεπόντωσαν . τῆς δὲ τῶν Λοκρῶν νομογραφίας μνησθεὶς |
ἐν τῷ μεταξὺ χώρῳ κατοικεῖσθαι πρότερον φασίν , ἣν καλεῖσθαι Ταρτησσὸν ὁμώνυμον τῷ ποταμῷ , καὶ τὴν χώραν Ταρτησσίδα , | ||
δι ' Εὐρώπης οὖν πορευθεὶς Λιβύης ἐπέβη , καὶ παρελθὼν Ταρτησσὸν ἵστησι μὲν σημεῖα τῆς πορείας ἐπὶ τῶν ὅρων Εὐρώπης |
ἐν τῇ οἰκίᾳ Πλάτων ὁ κωμικὸς εἴρηκεν ἐν Ἑορταῖς , ὀρόφοις δὲ καὶ θυρώμασι Θουκυδίδης . καὶ κιγκλίδες δὲ εἴδη | ||
μακροβιώταταί εἰσιν καὶ τοῦ χειμῶνος ὅλου ἄσιτοι διακαρτεροῦσιν ὑπεπτηχυῖαι τοῖς ὀρόφοις μάλιστα , ἐφ ' ὧν κἀκεῖνο θαυμάζειν ἄξιον , |
πλεῖος δόμος , οἵ τέ μοι αἰεὶ μῆλ ' ἁδινὰ σφάζουσι καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς , μητρὸς ἐμῆς μνηστῆρες ὑπέρβιον | ||
μνηστήρεσσιν ἀπειπέμεν , οἵ τέ οἱ αἰεὶ μῆλ ' ἁδινὰ σφάζουσι καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς . πέμψω δ ' ἐς |
οὗ καὶ στολή . εὔδια : εὐδιεινὰ , ευδιαδί . σήματα : γνωρίσματα . φαίνεις : δεικνύεις . Καὶ μὲν | ||
ἐυφρονέοντι νόημα : ἤδη γὰρ Δαναοῖσι θεοὶ τελέουσιν ἐέλδωρ , σήματα δ ' οὐκ ἀτέλεστ ' ἀναφαίνεται ἄλλοθεν ἄλλα : |
καὶ ἐκεῖνο προσακήκοα . τῶν Αἰολέων καὶ τῶν Τρώων τὰ λήια πολλὰς μυῶν μυριάδας ἐπελθούσας ἄωρα ὑποκείρειν καὶ ἀτελῆ τὰ | ||
μυχάτους προλελοιπότες οἴκους ἔρχονται βιότου κεχρημένοι , ὁππότ ' ἄρουραι λήια κειράμεναι καρπῶν πλήθωσιν ἀλωάς . οἱ δ ' αὐτοὶ |
Μαιητέων ἐκδιδοῦσι ἐς τὴν λίμνην τὴν καλεομένην Μαιῆτιν , τοῖσι οὐνόματα κεῖται τάδε : Λύκος , Ὄαρος , Τάναϊς , | ||
ἐς τὠυτὸ γράμμα τελευτῶσι , κατά περ τῶν Περσέων τὰ οὐνόματα . Αὗται μὲν αἱ Ἰάδες πόλιές εἰσι , αἵδε |
μὲν Κλωθώ , Λάχεσιν , Ἄτροπον , ἄνδρας δὲ Ἑκατόγχειρας Κόττον , Γύγην , Βριάρεων καὶ Κύκλωπας , Βρόντην καὶ | ||
τινι δεσμῷ περιέδησε , Βριάρεων μὲν διὰ τὸ ἰσχυρὸν καὶ Κόττον ὡσαύτως , Γύγην δὲ διὰ τὸ ὑπὸ γῆς εἶναι |
. αὗται δέ γε ῥῖνας ἔχουσιν : εἰσεληλύθασιν οἱ χορευταὶ προσωπεῖα περικείμενοι μεγάλας ἔχοντα ῥῖνας καὶ ἄλλως γελοῖα καὶ ἀσχήμονα | ||
τῷ βατραχείῳ τὰ πρόσωπα , πρὶν ἐπινοη - θῆναι τὰ προσωπεῖα . τὸ “ ψηνίζων ” δὲ εἶπεν ὡς πρὸς |
εὐερκής ἐστιν , ὥσπερ τείχους ἀνεστηκότος . ἐὰν δὲ τὰ πεδία προβαλλομένη ἐν τοῖς σκληροῖς φαίνηται ἱδρυμένη , ὅτι ἥμερός | ||
ὑπὸ τῆς δασύτητος τῶν χωρῶν : πολλὰ δὲ κατὰ τὰ πεδία χαλεπώτερα τῶν ἰοβόλων ζώων ἡ Αἴγυπτος φέρει : ἐπειδὰν |
. ὑπερβάντος δὲ τοῦ στρατοῦ τὰ προβεβλημένα ῥεύματά τε καὶ χώματα τῆς Ῥωμαίων ἀρχῆς συμβολαὶ καὶ ἀκροβολισμοὶ πολλάκις ἐγίνοντο τροπαί | ||
αὐτὸ καὶ ἄλλα σκεπαστήρια ἦν . οἳ δὲ τὰ μὲν χώματα ὑπετάφρευον καὶ τὰ δρέπανα βρόχοις παρῆγον καὶ τοὺς κριοὺς |
τῷ Σπερχειῷ κερεῖν ἀνασωθέντος ἐκ Τροίας Ἀχιλλέως τὴν κόμην . διαβᾶσι δὲ τὸν Κηφισὸν βωμός ἐστιν ἀρχαῖος Μειλιχίου Διός : | ||
μάλιστα Αἰγυπτίων ὁ κολοσσός . ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις , διαβᾶσι τὸν Νεῖλον πρὸς τὰς Σύριγγας καλουμένας , εἶδον ἔτι |
ἔχουσα : καλυπτομένης δ ' ἐνὶ πέπλωι γλαυκὸν ἐρευθομένων ἀμαρύσσετο νῶτα χιτώνων , οἷα κάλυξ φοίνισσεν ἀεξομένου ῥοδεῶνος . καὶ | ||
ἀφανίζουσα τοῖς θηραταῖς τὰ ἴχνη : ἑαυτὴν γὰρ ἐπισύρει κατὰ νῶτα καὶ παρεισελθοῦσα ἡσυχάζει . Ἀρχὴν ἰᾶσθαι πολὺ λώϊον ἢ |
, θεοπρόπε ; τὰ σχήματ ' εὐθὺς εἰσιδὼν καὶ τὰ σκύτα . παχεῖα γαστὴρ λεπτὸν οὐ τίκτει νόον . μὴ | ||
. . . ἢ παίσει τυ βάκτρωι καλίνωι κὰτ τὰ σκύτα Φρὺξ ἀνήρ . . Ἐπίχαρμος Τιτύρου ἢ Χιμάρου καὶ |
τὴν ἐν θεοῖς διατριβὴν λέγουσιν : οἱ δὲ ὅτι ὡς ἐπιχωρία θεός . ἄγαλμα γὰρ αὐτῆς ὁ Κάδμος ἱδρύσατο ἐν | ||
τὸ ξυλίνους οἴκους ἔχειν . μόσσυνος γὰρ ὁ ξύλινος οἶκος ἐπιχωρία φωνή . . περὶ τῶν Μοσσυνοίκων φησὶν ὁ Ἀπολλώνιος |
γὰρ πλοῖα ποιοῦσιν ἐξ αὐτοῦ , καὶ ἐκ τῆς βίβλου ἱστία τε πλέκουσι καὶ ψιάθους καὶ ἐσθῆτά τινα καὶ στρωμνὰς | ||
πτερωτὰς τὰς ναῦς εἶπε διὰ τὰς κώπας ἢ διὰ τὰ ἱστία . τὸ δὲ εἰς Βεκρύκων λείπει τὸ ὡς ἵνα |
τρίπορνον αὐτήν . ἀπὸ πλειόνων δὲ ταλάντων ἢ διακοσίων δύο μνήματα κατεσκεύασεν αὐτῆς : ὃ καὶ πάντες ἐθαύμαζον , ὅτι | ||
ἐᾷς ἀνέλεγκτον . Ἀλλ ' ἀκούεις οἷα τὰ περὶ τὰ μνήματα σκιοειδῆ φαντάσματα ; Ταῦτά ἐστι τὰ ἀερώδη τῶν ψυχῶν |
δῖός τε Σκάμανδρος καὶ Σιμόεις , ὅθι πολλὰ βοάγρια καὶ τρυφάλειαι κάππεσον ἐν κονίῃσι , καὶ ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν : | ||
λόφους ἐχούσας νευούσας τῇδε κἀκεῖσε , αἳ κόρυθες λέγονται καὶ τρυφάλειαι . δοχμολόφων ] ὁπλιτῶν τῶν πλαγιαζόντων τὴν πήληκα . |
, ὡς ἔοικε , τὸν τεχνίτην : ἰδοὺ γάρ , ἀναπετάσαντες τὰ πτερὰ τῶν παρακειμένων τε δένδρων ἀποδρεψάμενοι φιλονεικοῦσι μετάρσιοι | ||
: ὃς γὰρ ἂν ἀκούσῃ , συγχαρεῖταί μοι ” . ἀναπετάσαντες οὖν ὦτα , ὦ μύσται , παραδέξασθε τελετὰς ἱερωτάτας |
ἠγόρευσε τὰς μὲν ἁμάξας καὶ τὰ περιττὰ τῆς σκευῆς [ κατακαῦσαι , συγκατακαῦσαι δὲ καὶ τὰς σκηνὰς ] , ὅπως | ||
ὑποθεὶς τράπεζαν χαλκῆν ἐστάθευσά τε τῷ πυρί , ὡς μήτε κατακαῦσαι μήτ ' ὠμὸν ἀφελεῖν . καὶ τῆς φορίνης ἤδη |
, καὶ ὅτι ἐκαλεῖτό ποτε καὶ Χρυσῆ νῆσος διὰ τὰ χρυσᾶ μέταλλα , ὧν καὶ Ἡρόδοτος μέμνηται . . . | ||
καὶ τὰ ἐν Δελφοῖς δὲ ἀναθήματα τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ ὑπὸ πρώτου Γύγου τοῦ Λυδῶν βασιλέως ἀνετέθη : καὶ |
τυροὺς ποιεῖν καλούς : ἔτι ταῦτα προσετίθην ἀκηκοώς , ἱμάτια ποικίλ ' εἰ λέγοι τις Σικελικά . σκεύη μὲν οὖν | ||
νούσους οὐδὲ κακὸν γῆρας ἐπερχόμενον . Φροντίδες ἀνθρώπων ἔλαχον πτερὰ ποικίλ ' ἔχουσαι , μυρόμεναι ψυχῆς εἵνεκα καὶ βιότου . |
παρὰ τὰς ῥαχίας , αἳ καὶ κοιλάδας βαθείας ἔχουσι καὶ φάραγγας ἀνωμάλους καὶ στενοὺς αὐλῶνας καὶ σκολιὰς ἐκτροπάς . Ὧν | ||
ἐπὶ Ἀσρούβαν ἐδυσχέραινεν ὁ Σκιπίων , ὁρῶν πάντα ἀπόκρημνα καὶ φάραγγας καὶ λόχμας καὶ τὰ ὑψηλὰ προειλημμένα . ὡς δ |
ὤκιστος . τὰ βρέφη δὲ τῶνδε τῶν ζῴων Ἰνδοὶ θηρῶσιν ἀκέντρους τὰς οὐρὰς ἔχοντα , καὶ λίθῳ γε διαθλῶσιν αὐτάς | ||
θεὸς πεποίηκεν , τοὺς δὲ πεζοὺς τούτους ἐνίους μὲν αὐτῶν ἀκέντρους , ἐνίους δὲ δεινὰ κέντρα ἔχοντας ; καὶ ἐκ |
φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα πόλεως αἰθαλόεσσαν δέ φησιν | ||
Ὁμοίως δὲ καὶ Ἀθηναῖοι κτίσαντες ἐν Αἰγύπτῳ πόλιν τὴν ὀνομαζομένην Σάϊν , τῆς ὁμοίας ἔτυχον ἀγνοίας διὰ τὸν κατακλυσμόν . |
ὁ μαινόλης ὀδόντι σκυλακοκτόνωι Κύπριδος θάλος ὤλεσεν . Γάλλαι μητρὸς ὀρείης φιλόθυρσοι δρομάδες αἷς ἔντεα παταγεῖται καὶ χάλκεα κρόταλα . | ||
φύλλα ἤτοι φύλλον ἐχούσην κορυφήν * βρίθουσαν : θάλλουσαν * ὀρείης : τῆς ὀρεινῆς : ἢ εἶδος βοτάνης τῆς ὀρεινῆς |
οἷς γε δεῖ ἄνδρα ἱππέα χρῆσθαι ἔχομεν , θώρακας μὲν ἐρύματα τῶν σωμάτων , παλτὰ δὲ οἷς καὶ μεθιέντες καὶ | ||
ἐς τὰ ἐντὸς τοῦ θρόνου παρερχόμεθα : ἐν Ὀλυμπίᾳ δὲ ἐρύματα τρόπον τοίχων πεποιημένα τὰ [ δὲ ] ἀπείργοντά ἐστι |
ἀνόητοι , καὶ πετεηνὰ σέβεσθε καὶ ἑρπετὰ θηρία γαίης καὶ λίθινα ξόανα καὶ ἀγάλματα χειροποίητα , καὶ παρ ' ὁδοῖσι | ||
Νικάνορα σωθέντα , ἣν εὐχὴν ὑπὲρ αὐτοῦ ηὐξάμην . ζῷα λίθινα τετραπήχη Διὶ σωτῆρι καὶ Ἀθηνᾷ σωτείρᾳ ἐν Σταγείροις . |
καλουμένους Ὀλύμπους , ὅπου ὁ Κίος ποταμὸς τὰ ἐπιθυμητὰ αὐτοῦ ῥεῖθρα ἐπιπέμπει , ἐφ ' οὗτινός ποτε Κίου προχοαῖς ἢ | ||
ποταμούς , ἀπό τε τῶν ἤχων καὶ τῶν κατὰ τὰ ῥεῖθρα καμπῶν , ἃς καλοῦσι κέρατα , δράκοντι δὲ διὰ |
, ἀμερμερεί . Ἔτι τὰ εἰς χει οἷον ἀμαχεί , τριστοιχεί . Αὐτολεξεί , αὐτοψεί : παροκί δὲ Ι γράφεται | ||
νηνεμεί ἀτρεμεί ἠρεμεί ἀναιμεί πανδημεί αὐτολεξεί ἀμερεί ἀμερμηρεί ἀμαχεί παμμαχεί τριστοιχεί . τὸ πρωΐ οὐκ ἐναντιοῦται . ἀκαρῆ : : |
δώδεκα βασιλέων καὶ τῶν παρὰ θάλατταν μερῶν κυριεύων , παρείχετο φορτία πᾶσι τοῖς ἐμπόροις , μάλιστα δὲ τοῖς τε Φοίνιξι | ||
ἡμᾶς φιλοσοφίᾳ . ” ἔνιοι δέ , διαθέμενον Ἀθήνησι τὰ φορτία , οὕτω τραπῆναι πρὸς φιλοσοφίαν . Ἀνακάμπτων δὴ ἐν |
γράμματος οὐ πανταχοῦ ἤισθησαι . καίτοι ὥσπερ γε αἱ Λάκαιναι σκύλακες εὖ μεταθεῖς τε καὶ ἰχνεύεις τὰ λεχθέντα : ἀλλὰ | ||
μὲν ἰδεῖν , μεγάλων δὲ ἀντάξιον . τροφὴ Βρεττανίας οἱ σκύλακες : Ἀγασσαῖοι τοῖς σκύλαξι τοὔνομα . Μέγεθος οἵδε παρόμοιοι |