, ὁπότε καὶ τὰ περὶ τὸν δράκοντα ἰδόντες ὅρκων τὸ δευτεροῦχον ἄρσαντες ζυγὸν στερρὰν παρηνώπλισαν ὠλέναις πλάτην . ἐπὶ δὲ
φησιν Ἡσίοδος νῦν δὲ περὶ τῆς στρατείας , ὅπερ ἐστὶ δευτεροῦχον . τὸ δευτεροῦχον : ἐκ δευτέρου γὰρ ὀμνύουσιν ἐν
5588176 ἀρσαντες
καὶ ἀλλ ' εἰ μὲν δώσουσι γέρας μεγάθυμοι Ἀχαιοί , ἄρσαντες κατὰ θυμόν , ὅπως ἀντάξιον ἔσται . ἐλλείπει γὰρ
ὁ ἀόριστος ἦρσα , ἡ μετοχὴ ἄρσας , τὸ πληθυντικὸν ἄρσαντες . ἢ ἀπὸ τοῦ ἁρμόζω ἥρμοσα ἁρμόσας ἁρμόσαντες καὶ
5362974 αὐτοχειρες
φίλοι : καὶ γὰρ εἰ ἐν τῷ παρόντι ἡσυχάζουσιν οἱ αὐτόχειρες , ἀλλὰ δύναμίν γε κτησάμενοι χωρήσουσιν ἐπὶ πλέον .
Σελήνης κακώσει καὶ ὁ Ἑρμῆς μαρτυρήσῃ οἱ δραπέ - ται αὐτόχειρες ἀποθνῄσκουσιν . τὰς δὲ προειρημένας κακώσεις οἱ ἀγαθοποιοὶ ἀναλύουσιν
5309703 θαλεροι
, τῶν δ ' αὖτε κασίγνητοί τε ἔται τε καὶ θαλεροὶ κακότητος ἄδην ἐσάωθεν ἀκοῖται : ἡμέτερον δὲ λέχος θαλάμοις
: λόγοι δὲ προσκρούουσι πρὸς κύμασι στυγνῆς καὶ χαλεπῆς μανίας θαλεροὶ καὶ συγκεχυμένοι , τουτέστιν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος τῆς μανίας
5252019 κλοπῃ
, τάδε ἔστω : Νύκτωρ φῶρα εἰς οἰκίαν εἰσιόντα ἐπὶ κλοπῇ χρημάτων ἐὰν ἑλὼν κτείνῃ , καθαρὸς ἔστω : καὶ
κοινὰ , ἅμα τε συκοφαντεῖν . οὗτος οὖν ἁλοὺς ἐπὶ κλοπῇ τῶν δημοσίων χρημάτων , ἀθρόως ἐξέπεσε δημευθεὶς , ταύτην
5246966 δελφινες
γηρᾶσαν , καθάπερ φύσις ἡ θεῶν : ἐν δὲ νήχουσι δελφῖνες , συμπαθήσουσι γὰρ καὶ τοῖς εἰς πέλαγος ἐμπίπτουσιν οὗτοι
ἄρα : οὕτω τὸ ψεῦδος ἐκείνοις ἔχθιστόν ἐστι . Οἱ δελφῖνες , τὸ μὲν φιλόμουσον αὐτῶν καὶ περὶ τὴν ᾠδὴν
5181755 ἱκεται
σωτῆρες ὠνομάσθησαν , ἡνίκ ' ἦλθον εἰς τήνδε τὴν γῆν ἱκέται , φεύγοντες Εὐρυσθέα . καὶ πρὸς πᾶσι τούτοις καὶ
οὔτε ἀνθρωπίνην ἐντραπέντες νέμεσιν . Ἐν τοσούτῳ δὴ κινδύνῳ σαλεύοντες ἱκέται γινόμεθα ὑμῶν , ὦ πατέρες , ἐπισκήπτοντες θεούς τε
5181608 ἐστεφανωσαν
Αἰγέαις τῆς Μακεδονίας οὐ μόνον κατ ' ἄνδρα τῶν ἐπιφανῶν ἐστεφάνωσαν αὐτὸν χρυσοῖς στεφάνοις , ἀλλὰ καὶ τῶν ἀξιολόγων πόλεων
ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ ταύτας τὰς δύο νίκας . * † ἐστεφάνωσαν . πλόκαμοι : ἐνταῦθα γὰρ σέλινα ἐδίδοτο ἆθλα .
5140434 ἀχθομενοι
φείσεσθέ μου : ὑμεῖς δ ' ἴσως τάχ ' ἂν ἀχθόμενοι , ὥσπερ οἱ νυστάζοντες ἐγειρόμενοι , κρούσαντες ἄν με
τῇ δυσμενείᾳ τὸν φόβον καλύπτομεν . καὶ πρὸς τὸν δῆμον ἀχθόμενοι κλέπτομεν ἀλλοτρίοις πάθος ἐγκλήμασιν ; οὐδεὶς ἐχθρὸς ὁ μὴ
5139632 συνηδοντο
καὶ διέλαθεν , ὥσθ ' οἱ ἐν τέλει τῶν Αἰγυπτίων συνήδοντο , ὡς πρῶτον ἄρτι τῶν ἀδελφῶν τοῦ προεστῶτος ἡκόντων
τὰς θύρας ἀνδρῶν , γυναικῶν . Οἱ μὲν τῷ Διονυσοφάνει συνήδοντο παῖδα εὑρόντι , καὶ μᾶλλον ὁρῶντες τὸ κάλλος τοῦ
5135382 γεγηθοτες
περὶ τὸ βλάπτον ὡς ὠφελοῦν , προσίασί τε αὐτῷ μάλα γεγηθότες καὶ δορυφοροῦσιν , ἵν ' ὕπαρχοι καὶ διάδοχοι φυλακῆς
ἕλκεται : οἱ δ ' ὁρόωντες ἀλλήλους , περὶ δαιτὶ γεγηθότες , ἰαίνονται ἑλκόμενοι , σπεύδουσι δ ' ὑποφθαδόν ,
5055150 ἐξελαθεντες
τὴν νῆσον κατὰ στάσιν , ὕστερον δὲ καὶ ὑπὸ σεισμῶν ἐξελαθέντες καὶ ἀναφυσημάτων πυρὸς καὶ θαλάττης καὶ θερμῶν ὑδάτων :
τότε κρημνοὺς γὰρ αὐτοὶ καὶ φαραγγώδεις τόπους ᾤκουν , ἐκεῖθεν ἐξελαθέντες ξίφει , πληγέντες ὁρμῇ καὶ βολῇ τῇ τοῦ κρύους
5052584 κτεινομενων
καὶ γυναικὸς ἀκολάστου θυμός : τοιοῦτοι γὰρ τῶν ἐξ ἐπιβουλῆς κτεινομένων οἱ λόγοι : ἀφ ' ἑστίας τὸ πάθος :
λαοὶ ἀλλήλους ὀλέκοντες : ἐν αἵματι δ ' ἔπλετο δῆρις κτεινομένων ἑκάτερθε : νεκροὶ δ ' ἐπέκειντο νέκυσσι πανσυδίῃ ψεκάδεσσιν
5044709 ἠλασαν
τοι ἐς τρίτην ἡμέρην ὑποκρινέεσθαι . Τότε μὲν ἐς τοσοῦτο ἤλασαν . Ἐπείτε δὲ ἡ κυρίη ἡμέρη ἐγένετο τῆς ὑποκρίσιος
τε ἐκαλοῦντο καὶ τὸ γένος τὸ ἀπ ' ἐκείνων . ἤλασαν μὲν οὖν καὶ οἱ Ἀθηναῖοι τοὺς ἐναγεῖς τούτους ,
5003215 φαιδροι
διὰ τῆς πόλεως ἔρχεται , οἱ δὲ ταῦτα αὐτῷ καταπράξαντες φαιδροὶ φαιδρὸν ὁρῶσιν . Οἶμαι τοίνυν τοὺς αὐτοὺς ἀνθρώπους ἀφ
πρὸς τὴν τῶν ἀνέμων φορὰν κινουμένη : ὀφθαλμοὶ γοργοί , φαιδροὶ μὲν ὡς κόρης , φοβεροὶ δὲ ὡς σώφρονος :
4999134 ἐδεδωκεσαν
τὰς Θερμοπύλας , Λοκροὶ δὲ οἱ πλησίον τῶν παρόδων κατοικοῦντες ἐδεδώκεσαν μὲν γῆν καὶ ὕδωρ τοῖς Πέρσαις , κατεπηγγελμένοι δ
οὕτω δίκην , ἐν ταῖς σφετέραις αὐτῶν στρατηγίαις ἐκπολεμηθέντες , ἐδεδώκεσαν , Τρεβώνιος ἐν τῇ Ἀσίᾳ καὶ Δέκμος ἐν τῇ
4984873 πεπαυμενοι
' Εὐριπίδῃ ἐν Μηδείᾳ ἀλλ ' οἵδε παῖδες ἐκ τρόχων πεπαυμένοι Στείχουσι , μητρὸς οὐδὲν ἐννοούμενοι Κακῶν : καὶ πάλιν
. ἐν δὲ Μηδείᾳ ἀλλ ' οἵδε παῖδες ἐκ τρόχων πεπαυμένοι . ἀναλογώτερον δὲ τὸ βαρύνειν , τὰ γὰρ εἰς
4978979 ὑποτακτικοι
ἐὰν δὲ καὶ ὑπὸ κακοποιῶν μαρτυρηθῶσιν , ἐπίμοχθοι ἀλῆται αἰχμάλωτοι ὑποτακτικοὶ κακόβιοι ἐπισινεῖς ἐπικίνδυνοι . ἐὰν δέ πως τοῦ τε
μακρᾷ παρεδρεύεσθαι ; . Τέταρτον οἱ ζητοῦντες κατὰ τί οἱ ὑποτακτικοὶ μέλλοντες οὐ περισπῶνται παρὰ Δωριεῦσιν , γελοῖόν τι πείσονται
4958225 στρατηλαται
κηρῦξαι στρατῶι : ἔλεξε δ ' : Ὦ γῆς Ἑλλάδος στρατηλάται , Δαναῶν ἀριστῆς , οἵπερ ἤλθετ ' ἐνθάδε ,
: ἐπίρρημα : ἔλεξε δ ' , ὦ γῆς Ἑλλάδος στρατηλάται : ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικὸν μετέβη .
4954583 ἱζοντο
γὰρ ἔχον ἕλκεα λυγρά : κὰδ δὲ μετὰ πρώτῃ ἀγορῇ ἵζοντο κιόντες . αὐτὰρ ὃ δεύτατος ἦλθεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων
Τύριος , ἐπὶ δὲ ὧλλοι . Ὡς δὲ κόσμῳ ἐπεξῆς ἵζοντο , πέμψας Ξέρξης Μαρδόνιον εἰρώτα ἀποπειρώμενος ἑκάστου εἰ ναυμαχίην
4952334 θεραποντες
οἱ πάντες ἕξ , ὑμεῖς καὶ ὁ Κλεινίας καὶ δύο θεράποντες αὐτοῦ . ἐπελαύνομεν οὖν τὴν ἐπὶ Σιδῶνα καὶ περὶ
, ὡς μὲν Κλείταρχος ἐν γλώσσαις φησίν , ἄζοι , θεράποντες , ἀκόλουθοι , ὑπηρέται , πάλμονες , λάτρις .
4934631 κατηλθον
! ! ! ! ! ! ] ι ? : κατῆλθον [ ] [ ! ! ! ! ! !
Τέμνων ] Ἤγουν διαπλέων . Κατέβαν ] Ἤγουν κατῆρα καὶ κατῆλθον ἐπὶ τὸν λιμένα . Ἀέθλων Πυθίων ] * Τῶν
4918680 Ναβαταιοι
Ῥωμαίων καὶ τῶν συμμάχων , ὧν ἦσαν Ἰουδαῖοι μὲν πεντακόσιοι Ναβαταῖοι δὲ χίλιοι μετὰ τοῦ Συλλαίου . πολλὰ δὲ παθὼν
ἐλεγχθῆναι καταψευσάμενον τῆς ἀδελφῆς . Σώφρονες δ ' εἰσὶν οἱ Ναβαταῖοι καὶ κτητικοί , ὥστε καὶ δημοσίᾳ τῷ μὲν μειώσαντι
4915771 πεσοντες
νοῦς : τοιγαροῦν παρ ' αὐταῖς ταῖς ὄχθαις τοῦ Ἰσμηνοῦ πεσόντες αὐτόθι καὶ τὴν οἴκοι ἀνακομιδὴν ἀπέθεντο , θανάτῳ λυθέντες
μητέρα . Ἄρης καὶ Κρόνος μεσεμβολήσαντες τὰ φῶτα ἢ μέσοι πεσόντες [ ἢ ] τῶν ὑποδεξαμένων αὐτοὺς ἢ ταῖς ἀκτῖσιν
4897963 τριαινης
τύραννον εἰς χορὸν πρῶτα μέγαν κικλήσκω : τόν τε μεγασθενῆ τριαίνης ταμίαν , γῆς τε καὶ ἁλμυρᾶς θαλάσσης ἄγριον μοχλευτήν
/ [ ἐπικαλοῦμαι . ] μεγασθενῆ ] μεγαλοδύναμον . ⌈ τριαίνης ταμίαν : ἤγουν / φύλακα . ⌈ τὸν /
4893883 εὐβουλου
τῇ σκυθρωπότητι , πιστοῦ ἀνδρὸς τὰ σημεῖα εὐσεβοῦς τε καὶ εὐβούλου καὶ σώφρονος . ξηροὶ δὲ ὀφθαλμοὶ λυπηρὸν βλέποντες φιλοφροσύνης
ὁμότˈροφος Εἰρήνα , τάμι ' ἀνδράσι πλούτου , χρύσεαι παῖδες εὐβούλου Θέμιτος : ἐθέλοντι δ ' ἀλέξειν Ὕβριν , Κόρου
4889078 Ἀργειοι
ἡμῶν δηλονότι πόλεως , μή πως ἁλῷ : οἱ γὰρ Ἀργεῖοι τὴν πόλιν ἤτοι τὰς Θήβας περικυκλοῦσιν . φόβος δὲ
Τριποδίσκον ? ? ? ? . ὅθεν [ ] [ Ἀργεῖοι κατὰ ] ? [ τὸν ] ? καλούμενον [
4888763 ἀγκυλοτοξοι
αὐτῆς λαῷ , ἐν τῇ Πλαταίᾳ κάμον καὶ κατεπολεμήθησαν οἱ ἀγκυλότοξοι Μῆδοι . παρὰ δὲ τὴν εὔυδρον ἀκτὴν τοῦ Σικελικοῦ
αὐτῆς λαῷ , ἐν τῇ Πλαταίᾳ κάμον καὶ κατεπολεμήθησαν οἱ ἀγκυλότοξοι Μῆδοι . Παρὰ δὲ τὴν εὔανδρον ἀκτὴν τοῦ Σικελικοῦ
4886226 ἐπικουροι
τὸν ἐπὶ τῆς ῥάχιος τοῦ ὄρεος ἐπεόντα ἐπεξῆλθον οἵ τε ἐπίκουροι καὶ αὐτῶν Σαμίων συχνοί , δεξάμενοι δὲ τοὺς Λακεδαιμονίους
ὄρη τὸν γεωργικὸν ἁρπάσαντες σίδηρον . ἧκον δ ' αὐτοῖς ἐπίκουροι κατὰ τάχος ἐνδιατρίβοντες ἐν Καπύῃ Κυμαίων φυγάδες , ὧν
4871588 κορυνας
' ἄρα Βέβρυκες ἄνδρες ἀφείδησαν βασιλῆος , ἀλλ ' ἄμυδις κορύνας ἀζηχέας ἠδὲ σιγύννους ἰθὺς ἀνασχόμενοι Πολυδεύκεος ἀντιάασκον : τοῦ
μὲν οὐκ ἐγένοντο Πεισιστράτου , κορυνηφόροι δέ : ξύλων γὰρ κορύνας ἔχοντες εἵποντό οἱ ὄπισθε . Συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα
4871567 ὡπλιζοντο
ἀντικρὺ τῆς ἀκροπόλεως , ἐφ ' ὃν οἱ Πελληνεῖς συνελθόντες ὡπλίζοντο . τῆς Ἀθηνᾶς ἱέρεια κατά τι νόμιμον ἐκείνης τῆς
ἢ δόξας προγονικὰς εἶχον , οἷα δὴ περὶ μεγάλων κινδυνεύοντες ὡπλίζοντο διὰ τάχους : ὅσοι δ ' ἦσαν αὐτῶν ἄποροι
4844053 πεμπον
Ἱπποκράτης , καὶ εἰ εὗρε πᾶν τὸ σῶμα ὡς πληθωρικὸν πέμπον τῷ χωρίῳ , ἐχρήσατο φλεβοτομίᾳ , τὰς ἐγγὺς τέμνων
με φέρουσιν , ὅσον τ ' ἐπὶ θυμὸς ἱκάνοι , πέμπον , ἐπεί μ ' ἐς ὁδὸν βῆσαν πολύφημον ἄγουσαι
4842751 ἑῳ
ἄφοβον Μέμνονα χαλκοάραν : τίς ἄρ ' ἐσλὸν Τήλεφον τρῶσεν ἑῷ δροὶ Καΐκου παρ ' ὄχθαις ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει
οὗ πατρὸς : κὰδ δ ' ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν , ἑῷ : καὶ οὕνεκ ' ἄρ ' οὐχ ᾧ πατρί
4832685 συνελθοντες
καὶ πολλὰ τῆς Ῥώμης κατηγορούντων . Ἕρνικες μὲν οὖν κοινῇ συνελθόντες ὕποπτα καὶ οὐδὲν ὑγιὲς ἀμφοτέραις ταῖς πρεσβείαις ἀπεκρίναντο ,
αἱ συμφοραὶ παραπλήσιοι γένοιντο αὐτῆς μηδενὶ τῶν Ἑλλήνων . Καὶ συνελθόντες ἐψηφίσαντο ἐπιστρατεύειν ἐπὶ τοὺς Ἀμφισσέας , καὶ στρατηγὸν εἵλοντο
4818318 εὐοι
ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . Βακχικόν τι ἐπίφθεγμά ἐστι τὸ εὐοῖ . Ἀριγνώτη δέ φησιν ὅτι τινὲς ἔλεξαν εὐοῖ ἀντὶ
πάλλε πόδ ' αἰθέριον , ἄναγ ' ἄναγε χορόν εὐὰν εὐοῖ ὡς ἐπὶ πατρὸς ἐμοῦ μακαριωτάταις τύχαις . ὁ χορὸς
4811577 μηχανησαμενοι
εἴ πως τὴν ἀκρατῆ βιάσαιντο φύσιν , καὶ πλείστας ἡνίας μηχανησάμενοι , παιδαγωγούς , ἀπειλάς , διδασκάλους , μάστιγας ,
τινα καὶ κόσμον οἰκεῖον τῇ παρὰ τὸν οἶνον διαγωγῇ , μηχανησάμενοι τὸν στέφανον . βέλτιον δὲ διὰ τὸ πάσας τὰς
4796820 ἐστησαντο
Ἰνδῶν ἐκ πολέμοιο δεδεγμένοι ἐξείνισσαν καὶ μετὰ Ληνάων ἱερὸν χορὸν ἐστήσαντο , ζώματα καὶ νεβρῖδας ἐπὶ στήθεσσι βαλόντες , εὐοῖ
. Ταῦτα δὲ ἦν γινόμενα ἐν Μιλήτῳ . Βασιλέας δὲ ἐστήσαντο οἱ μὲν αὐτῶν Λυκίους ἀπὸ Γλαύκου τοῦ Ἱππολόχου γεγονότας
4794315 μαρναντ
θῖνα θαλάσσας : [ ναυσὶ ] δ ' εὐπρύμνοις παραὶ μάρναντ ' , ἐναριζομένων [ ] [ δ ' ἔρευθε
μέγαν Διὸς αἰθέρ ' ἱκ [ ] [ μὲν ] μάρναντ [ ' ] ἐπ ? ' ἀριστερὰ δαϊοτᾶτος [
4793888 ἐνικηθησαν
. Δήλιον χωρίον ἐστὶ τῆς Βοιωτίας : ἐνταῦθα Ἀθηναῖοι μαχόμενοι ἐνικήθησαν ὑπὸ Βοιωτῶν , καθά φησι Θουκυδίδης ἐν δʹ .
Συρίας εἴκοσι , Παλαιστίνης δὲ ἡ νῦν Σελευκίς . βασιλεῖς ἐνικήθησαν Τιγράνης Ἀρμένιος , Ἀρτώκης Ἴβηρ , Ὀροίζης Ἀλβανός ,
4793136 ὁπλοφοροι
, κρουσιλύραι , παράρυθμοι , ἐπεμβάται , ἴχνεσι κοῦφοι , ὁπλοφόροι , φύλακες , κοσμήτορες , ἀγλαόφημοι , μητρὸς ὀρειομανοῦς
: ἐπίκουροι , πολεμισταὶ , ἀσπίδας φέροντες , ὁπλίται , ὁπλοφόροι , ἀπὸ μέρους τὸ πᾶν . Ἠϋγένειος : μεγαλόστομος
4787497 Ἀτρειδαι
ἐλθών , ἀρίστου πατρὸς ἔχθιστος γεγώς . Ὄλοισθ ' , Ἀτρεῖδαι μὲν μάλιστ ' , ἔπειτα δὲ ὁ Λαρτίου παῖς
' ἂν φθάνοιτε κλῆιθρα συμπεραίνοντες μοχλοῖς , ὦ κατὰ στέγας Ἀτρεῖδαι . δεινὸν εὐτυχῶν ἀνὴρ πρὸς κακῶς πράσσοντας , ὡς
4786344 ὑποδυντες
. Θάρρει , ὦ Λυκῖνε . οἱ δελφῖνες γὰρ αὐτὸ ὑποδύντες ἐξοίσουσιν ἐπὶ τὴν γῆν . ἢ νομίζεις κιθαρῳδὸν μέν
τὴν ἀγοράν . Καίλιος μὲν δὴ καὶ Μίλων δούλων ἐσθῆτας ὑποδύντες ἀπέδρασαν , πολὺς δὲ τῶν ἄλλων ἐγίγνετο φόνος ,
4778093 λιποντες
πατέρες : εἰκοστῶι δ ' οἱ μὲν κατὰ πίονα ἔργα λιπόντες φεῦγον Ἰθωμαίων ἐκ μεγάλων ὀρέων . ὥσπερ ὄνοι μεγάλοις
ἀφ ' ἡμετέρης . Οἵδε ποτ ' Αἰγαίοιο βαρύβρομον οἶδμα λιπόντες Ἐκβατάνων πεδίωι κείμεθ ' ἐνὶ μεσάτωι . χαῖρε ,
4764167 υἱεων
οὖν ἔχεις εἰπεῖν , Περικλῆς τίνα ἐποίησε σοφὸν ἀπὸ τῶν υἱέων ἀρξάμενος ; Τί δὲ εἰ τὼ Περικλέους υἱέε ἠλιθίω
τίνα τούτῳ ἀντίπαλον καταστήσειαν . Ἔδοξεν οὖν τῶν τοῦ καίσαρος υἱέων τῷ νεωτέρῳ τὸ Ῥωμαϊκὸν πιστεύειν στρα - τόπεδον ,
4757100 οἱγε
ὑπέδεκτο δ ' ἀπόπροθι παιπαλόεσσα Κάρπαθος . ἔνθεν δ ' οἵγε περαιώσεσθαι ἔμελλον Κρήτην , ἥ τ ' ἄλλων †
: τὸ δ ' ἐπισχεδὸν ἦεν νισσομένων . ἔνθ ' οἵγε διὰ κνέφας ηὐλίζοντο : ἠὼς δ ' οὐ μετὰ
4745921 σθεναρων
ἐρατῆς : τῶν δ ' ἐσσυμένως θεράποντες ῥινοὺς αἱματόεντας ἄφαρ σθεναρῶν ἀπὸ χειρῶν λῦσαν : τοὶ δ ' ἄρα τυτθὸν
ἔκθεσιν τοῦ μύθου ἐπαγαγὼν , καὶ δείξας ὅτι ὑπὸ τῶν σθεναρῶν καταβλάπτονται οἱ ἀσθενεῖς ἀδίκως , ἀποστρέφει τὸν λόγον πρὸς
4734215 ἐμαχοντο
ἐξ ἀνάγκης εἵποντο , διὰ τὴν Κορινθίων ἔχθραν κατὰ ξυμφορὰν ἐμάχοντο : ξυμφορὰν ἄρτι τὴν φυγὴν λέγει , ὅτι φυγάδες
τῶν Γοργόνων , ἐν τῷ πλάτει τῆς ἀσπίδος , ἄνδρες ἐμάχοντο μεθ ' ὅπλων : οἱ μὲν μαχόμενοι ὑπὲρ τῆς
4731900 βοωντες
χειμάσει . Καὶ ἐὰν ὑποστραφῶσι πετόμενοι χειμῶνα σημαίνουσι . Χῆνες βοῶντες μᾶλλον ἢ περὶ σῖτον μαχόμενοι χειμέριον . Σπίνος στρουθὸς
θαμίν ' ] μικρά ἀναβοῶντες ] μέλη ἤγουν βληχώμενοί ] βοῶντες , λέγοντες τε ] . ] δίμετροι ὑπερκατάληκτοι εἰς
4729723 Τρωες
οἵ γε ὑπὸ τῷ Ἕκτορι ἐν τῷ καταλόγῳ ταττόμενοι λέγονται Τρῶες „ Τρωσὶ μὲν ἡγεμόνευε μέγας κορυθαίολος Ἕκτωρ . „
τὸν νεκρόν ; . οἱ δὲ ἐρύσσασθαι ποτὶ Ἴλιον ἠνεμόεσσαν Τρῶες ἐπιθύουσι . μάλιστα δὲ φαίδιμος Ἕκτωρ ἑλκέμεναι μέμονεν :
4722246 εὐαν
εὐίοις : ταῖς περὶ τὸν Διόνυσον χορευούσαις καὶ τὸ εὐοῖ εὐάν ἐπιφθεγγομέναις : μυστικαῖς : ἔνθα φόνιος ἦν δράκων :
μυκτήρων : τὸ ἰαπαπαιάξ , τὸ εὐοῖ , εὐαί , εὐάν ἐπὶ νίκης : καὶ εὐά χωρὶς τοῦ Ν :
4712608 δοκιμασιᾳ
νόμος ὧδε εἶχεν , καὶ ὁ Ἀπουλήιος ἡμέραν αὐτοῦ τῇ δοκιμασίᾳ προυτίθει καὶ περιέπεμπε τοὺς ἐξαγγέλλοντας τοῖς οὖσιν ἀνὰ τοὺς
δὲ ὁ Ἱππονίκου προσήκατο τὸ εἴδωλον , ὃ ἔδειξεν ἐπὶ δοκιμασίᾳ φίλων πεποιημένον . πιστὸν φίλον ἡγεῖται Καλλίαν , καὶ
4709072 ἀγρευτων
ξυλόχοισιν ὀλέθριον ἦτορ ἔχουσα αἰνὰ περισσαίνουσα θόρῃ κατέναντ ' ἐπιόντων ἀγρευτῶν , οἵ πέρ μιν ἐν ἔντεσι θωρηχθέντες ἐσσυμένην μίμνουσι
τὸ πάνυ ψοφοδεές . Ταῦτα μὲν οὖν εἰρήσθω περὶ σκευῆς ἀγρευτῶν . Καιρὸς δὲ θήρας οὐχ ὁ αὐτὸς , ἀλλ
4703571 ἀθρησαντες
ἀμβλύνουσι μέριμνας . παῦρον δ ' ἐν ζωῆισι βίου μέρος ἀθρήσαντες ὠκύμοροι καπνοῖο δίκην ἀρθέντες ἀπέπταν αὐτὸ μόνον πεισθέντες ,
καὶ ἀχνύμενοι τὸ πάροιθεν : ὡς δ ' ὁπότ ' ἀθρήσαντες ἀπ ' οὔρεος ἀγροιῶται Ἶριν ἀνεγρομένην ἐξ εὐρυπόροιο θαλάσσης
4701213 ἀνασχομενοι
καὶ βοή , καὶ τῶν ὑπάτων εἰπεῖν τι βουλομένων οὐκ ἀνασχόμενοι δεξιώσασθαι αὐτοὺς καὶ συναλλαγῆναι πρότερον ἐκέλευον . καὶ γίγνεται
ἐκάλουν , καὶ ἀτίμους ἔκριναν . Οἱ δ ' οὐκ ἀνασχόμενοι ἐπεβούλευσαν τοῖς τοῦ δήμου . Αἰσθόμενοι δ ' ὑπέπεμψαν
4695770 ἐπιβητορες
, διηκόσιοί γε μὲν ἄλλοι φοίνικες : πάντες δ ' ἐπιβήτορες οἵγ ' ἔσαν ἤδη . ἄλλοι δ ' αὖ
τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἵππων τ ' ὠκυπόδων ἐπιβήτορες , οἵ κε τάχιστα ἤγειραν μέγα νεῖκος ἀπαιδεύτοισι θεαταῖς
4690148 νεανιαι
ἐνὶ δεσμῷ . Γεννικοὶ γὰρ οὗτοι οἱ κατ ' ἀλκὴν νεανίαι ταραχῆς καὶ πολέμου μεστὸν ᾔδεσαν τὸν βίον : οὐδεμιᾶς
καὶ δώροις αὐτοὺς καὶ παντοδαπαῖς τιμαῖς ᾠκειώσατο . ὅθεν οἱ νεανίαι , ἐν οἷς ἦν τὸ πολὺ πλῆθος Παιόνων μάλιστα
4689593 φευγοντες
ἠρέθισθε ; τίνα τῆς ψυχῆς τυφλὴν ἀναισθησίαν καταχέαντες ἀμφοῖν ἠστοχήκατε φεύγοντες ἃ διώκειν ἔδει καὶ διώκοντες ἀφ ' ὧν ἔδει
εἰς τάξεις γενναίως ἐξώρμων κατὰ τῶν Τούρκων . Οἱ δὲ φεύγοντες προτροπάδην εἷλκον ἐκείνους πρὸς τὰς ἐνέδρας , ἕως ἐγγὺς
4688200 ἀνακειμενοι
τε θριγκῷ περιέχεται καὶ δένδρα ἐντὸς πεφυκότα καὶ ἀνδριάντες εἰσὶν ἀνακείμενοι , ἔσοδος δὲ ἐς αὐτὸ πρὸς δυσμῶν ἐστιν ἡλίου
ἐς τὴν Κυνίσκαν ἔχοντα . εἰσὶ δὲ Λακεδαιμόνιοι καὶ ἐφεξῆς ἀνακείμενοι τῇ Κυνίσκᾳ , ἵππων νῖκαι γεγόνασιν αὐτοῖς : Ἀνάξανδρος
4684835 σφετερου
πρὸς λῃστείαν , ἡγουμένων ἀνδρῶν οὐ τῶν ἀδυνατωτάτων κέρδους τοῦ σφετέρου αὐτῶν ἕνεκα καὶ τοῖς ἀσθενέσι τροφῆς , καὶ προσπίπτοντες
δύναμιν δὲ παρὰ Φράγγοις μεγίστην εἰχέτην , ὡς καὶ τοῦ σφετέρου ἔθνους ἡγεῖσθαι , Θευδιβέρτου πρότερον παρασχόντος . οἱ δὲ
4680188 πουλυβοτειραν
' ἱκόμεσθα δόμους εὖ ναιετάοντας λαὸν ἀγείροντες κατ ' Ἀχαιΐδα πουλυβότειραν . ἔνθα δ ' ἔπειθ ' ἥρωα Μενοίτιον εὕρομεν
κλέος εἴη πλεῖον ἔτ ' ἢ τὸ πάροιθεν ἐπὶ χθόνα πουλυβότειραν . ταῦτ ' ἄρα ἁζόμενος τίμα ἀριδείκετον υἱόν :
4680124 ἱρον
τις αὐτέων νέκυν ἴδηται , ἐκείνην τὴν ἡμέρην ἐς τὸ ἱρὸν οὐκ ἀπικνέεται , τῇ ἑτέρῃ δὲ καθήρας ἑωυτὸν ἐσέρχεται
αὐτὸν οὔτε ὄργια ἐδέκοντο , ἐν τῷδε τῷ χώρῳ τὸ ἱρὸν ἐποιήσατο . σημήια δέ : ἡ θεὸς τὰ πολλὰ
4679720 καθεστηκοτες
αὐτὸς δὲ τί φημι ; εἰ μὲν ἔν τινι κινδύνῳ καθεστηκότες ἦσαν οἱ Θηβαῖοι , δικαίως ταῦτ ' ἄν τις
ἐγένοντο τῆς διαφορᾶς οἱ ταῖς συγγενείαις καὶ ταῖς οἰκειότησιν ἐγγύτατα καθεστηκότες τῶν Πυθαγορείων . αἴτιον δ ' ἦν , ὅτι
4676968 διεσσυτο
ἤιξαν . . . . . . . αἰχμὴ δὲ διέσσυτο μαιμώωσα ὀστέῳ ἐγχριμφθεῖσα : ἡ διπλῆ , ὅτι ἀκαταλλήλως
, τὸ ὃν μένος οὐδενὶ εἴκων . Ὣς φαμένη μεγάροιο διέσσυτο μαινάδι ἴση παλλομένη κραδίην : ἅμα δ ' ἀμφίπολοι
4674467 πισυνοι
κελαινόν : ἄλλοι δ ' ἀλλαχόθεν μιν ἐπασσύτεροι κλονέουσι ῥινοῖσιν πίσυνοι σακέεσσί τε καὶ τελαμῶσι , τοὺς οὔτε κρατεροὶ γενύων
Ἀχιλλῆος , τοί ῥ ' ἔσχατα νῆας ἐΐσας εἴρυσαν ἠνορέῃ πίσυνοι καὶ κάρτεϊ χειρῶν ἔνθα στᾶς ' ἤϋσε θεὰ μέγα
4667319 κεχαρισμενοι
φωτὶ δὲ μάλιστα χαίρουσι καὶ προαγγέλλουσι τὴν ἡμέραν ὡς ἡλίῳ κεχαρισμένοι , καὶ τὰς τῶν γαμετῶν ὠδῖνας παρηγοροῦσι τῇ κοινωνίᾳ
καὶ εὐωδέστεροι καὶ θᾶττον πεπαίνονται καὶ τῇ γεύσει μᾶλλόν εἰσι κεχαρισμένοι : καὶ ἑκάστου δένδρου τὸ πρὸς μεσημβρίαν τετραμμένον τῆς
4655716 θυμουμενοι
. ἐκ θυμοῦ ] οὐ γλώσσηι , ἀλλ ' ἔργωι θυμούμενοι . κλάγξαντες ] βοήσαντες , ἠχήσαντες . τρόπον ]
οἱ ὀργιζόμενοι , ἅτε δὴ ἧττον λογιζόμενοι , μᾶλλον δὲ θυμούμενοι , εἰς τὸ πολεμεῖν ἐπείγονται ῥιψοκινδύνως ʃ καὶ πάνυ
4655192 Μαικηνας
πραγμάτων . Ἦσαν δὲ οὗτοι , Μάρκος Ἀγρίππας , Λεύκιος Μαικήνας , Κόϊντος Ἰουέντιος , Μάρκος Μοδιάλιος καὶ Λεύκιος .
μεμνῶμαι , καὶ Λεύκολλος Ἀντιόχου τι ὤνητο τοῦ Ἀσκαλωνίτου καὶ Μαικήνας Ἀρείου καὶ Κικέρων Ἀπολλωνίου καὶ ὁ Σεβαστὸς Ἀθηνοδώρου .
4647399 ὀρρωδουσιν
καὶ ἐλέφαντί που πράῳ καὶ ἡμέρῳ συντρέφοιντο , οἵδε οὐκ ὀρρωδοῦσιν , ἀλλὰ καὶ δι ' αὐτῶν ἐκείνων ἔρχονται .
ἤ τι ἢ οὐδὲν φροντίζουσιν , ἱέρακα δὲ βραχύτατον ὄντα ὀρρωδοῦσιν . ὁ δὲ ἀλεκτρυὼν ᾄσας φοβεῖ μὲν λέοντα ,
4645309 Τιφυς
οὖρος , ἐν δ ' ἔπες ' ἀργενναῖς ὀθόναις , Τῖφυς δ ' ἐγεγώνει νηὸς ἔσω περάαν , θινὸς δ
τῆς Ἀργοῦς : καὶ γὰρ τὸ τηνικαῦτα τελευτήσας ἦν ὁ Τῖφυς . ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν Ἀγκαῖον οὗ καὶ Ὅμηρος μέμνηται
4639334 ἐκαθηντο
ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ ἐν τῇ βουλῇ μετὰ τῶν προέδρων ἐκάθηντο , κωλύοντες τὰ ἀσύμφορα τῇ πόλει πράττειν . ἑπτὰ
αὗται δ ' εἶχον σκηνὰς βαρβαρικάς , ἐφ ' ὧν ἐκάθηντο γυναῖκες Ἰνδαὶ καὶ ἕτεραι κεκοσμημέναι ὡς αἰχμάλωτοι . κάμηλοι
4635802 ἱδρυσαντο
καὶ διαρπαζόμενοι , μνησθέντες τῆς τοῦ τετελευτηκότος ἐπιεικείας , ἡρῷον ἱδρύσαντο κατὰ τὴν χώραν , καὶ ἐπωνόμασαν ἥρωος εὐμενοῦς .
Πάμφυλος καὶ Δύμας . ἐπειδὴ δὲ ἐκράτησαν Πελοποννήσου , τρεῖς ἱδρύσαντο βωμοὺς πατρῴου Διός , καὶ ἐπὶ τούτων ἔθυσαν ,
4634159 κρατερου
Ἡφαίστοιο . τὼ δ ' ἐπεὶ ἐκ δεσμοῖο λύθεν , κρατεροῦ περ ἐόντος , αὐτίκ ' ἀναΐξαντε ὁ μὲν Θρῄκηνδε
κονίῃσιν ἐπασσύτερ ' ἄλλοθεν ἄλλα κάββαλεν , ἠύτε φύλλα μένος κρατεροῦ Βορέαο χεύῃ , ὅτ ' ἀνυμένου θέρεος μετὰ χεῖμα
4634028 ἐκγονοι
χερσὶ ἤτοι τοῦ Ἐπειοῦ ἢ Νεοπτολέμου . Αἰακοῦ γὰρ δεύτεροι ἔκγονοι καὶ ἀμφότεροι ὡς μαθήσῃ . τούτοις οὖν φησι μέλλεις
οὐκ ἴσμεν ὡς οἱ μὲν Ἡρακλέους , οἱ δὲ Ἀχαιμένους ἔκγονοι , τὸ δ ' Ἡρακλέους τε γένος καὶ τὸ
4633368 ἐκπεπτωκοτες
τῆς Αἴτνης ἱππεῖς : οὗτοι γὰρ ἐν ἀρχῇ τῆς τυραννίδος ἐκπεπτωκότες ᾤκουν τοῦτο τὸ φρούριον . Διονύσιος δὲ καταπλαγεὶς τὴν
: ἀλλ ' ἐποιοῦντο διαβάσεις ἐκ τῶν φοινίκων οἳ ἦσαν ἐκπεπτωκότες , τοὺς δὲ καὶ ἐξέκοπτον . καὶ ἐνταῦθα ἦν
4632969 πεποιθοτες
ἐς γαῖαν ὑπερφιάλων ἀθεμίστων ἱκόμεθ ' , οἵ ῥα θεοῖσι πεποιθότες ἀθανάτοισιν οὔτε φυτεύουσιν χερσὶν φυτὸν οὔτ ' ἀρόωσιν ,
ἀποστείλαντες δύναμιν . οἱ δὲ Οὐιεντανοὶ τῇ τε σφετέρᾳ δυνάμει πεποιθότες καὶ τῇ Σαβίνων νεωστὶ ἡκούσῃ καὶ τὰς παρὰ τῶν
4629782 παυσαμενοι
πέσῃ ἄλλος ἐπ ' ἄλλῳ , πρὶν δὲ σιωπῶσι . παυσάμενοι δὲ βοῆς νέκταρ ἀμέλγονται , μόνον ὄλβιον ἀνθρώποισι ,
ἐπεγένετο τῇ φλογὶ ἐπίφορος ἐς αὐτήν . Καὶ οἱ μὲν παυσάμενοι τῆς μάχης ὡς ἑκάτεροι ἡσυχάσαντες τὴν νύκτα ἐν φυλακῇ
4629199 πεφυρμενοι
ἢ ἀνὴρ ἀνδρὶ συνέπεσον , ἱππεῖς τε καὶ πεζοὶ ἅμα πεφυρμένοι ἐμάχοντο . ἀρωγοὶ δ ' αὐτοῖς ἑκατέρωθεν ἐπῄεσαν οὐ
καθεκ ? ! [ | ˘˘ – × – – πεφυρμένοι ] τότ ' ἐκ θαλάςσης [ | – ˘μιας
4627106 τετρυμενοι
, ἀπειρηκότες ταῖς ξενοτροφίαις καὶ ἐκ πάνυ πολλοῦ τῶι πολέμωι τετρυμένοι , ὅτε καὶ τὸν τῆς Εἰρήνης βωμὸν ἱδρύσαντο .
ταῖς ξενοτροφίαις [ ] καὶ ἐκ πάνυ πολλοῦ τοῦ πολέμου τετρυμένοι , ὅτε καὶ τὸν τῆς Εἰρήνης βωμὸν ἱδρύσαντο .
4624693 παραφαινεται
τιμίοις καὶ τότε , ὅτε οὐδεμία ἄλλη τῶν τοιούτων σωτηρία παραφαίνεται εἰ μὴ διὰ μόνης τῆς ἐκ τοῦ ὅρκου ἀληθείας
Λευκὴν ἐπὶ πέτρην . κεῖθεν δ ' ἐς βορέην Ζεφύρου παραφαίνεται ἄκρη : τῇ δ ' ὑπὸ Λοκροὶ ἔασιν ,
4622107 ἀνορυξαντες
ἐναγίσαι τῷ τάφῳ . καὶ περισκηνώσαντες τὸ χωρίον λάθρα κομίζουσιν ἀνορύξαντες τὰ ὀστᾶ . Σύμμαχος δέ φησι ψεύδεσθαι περὶ Θεμιστοκλέους
μετέστησαν οἱ ζῶντες , τῶν δ ' ἀποθανόντων τοὺς νεκροὺς ἀνορύξαντες ἐξέρριψαν ὑπὲρ τοὺς ὅρους . ταύταις δὲ ταῖς ταραχαῖς
4615421 ἐλευθερωθεντες
ἐκυρίευσε τῆς πόλεως ἅμα καὶ δυνάμεως ἁδρᾶς καὶ χρημάτων . ἐλευθερωθέντες οὖν οἱ Γελῷοι προθυμότατα πανδημεὶ συστρατεύοντες ἠλευθέρουν τὰς πόλεις
γυμνωθέντος τοῦ τόπου γίνεται κάτοπτα πάντα : καὶ οἱ Χῖοι ἐλευθερωθέντες τοῦ δέους ἧκον ἐπὶ θέαν , καὶ καταλαμβάνουσι τὰ
4613415 σωθεντες
πάλιν δὲ φύζα τοὺς μύας κατειλήφει . ἄλλοι μὲν οὖν σωθέντες ἦσαν ἐν τρώγλαις , τοὺς δὲ στρατηγοὺς εἰστρέχοντας οὐκ
ἐξενήνεγμαι τεσσαρεσκαίδεκα μὲν στεφάνους πολιτικούς , οἷς ἀνέδησάν με οἱ σωθέντες ἐν ταῖς μάχαις ὑπ ' ἐμοῦ , τρεῖς δὲ
4609111 ἐφυγον
μέντοι οὐκ ἐδέξαντο τοὺς ἀμφ ' Ἀγησίλαον , ἀλλ ' ἔφυγον ἐπὶ τὸν Ἑλικῶνα . κἀνταῦθα οἱ μέν τινες τῶν
προγόνων , ὅτι Ἀλκμαιωνίδης ὑπάρχων , οἳ ὑπὲρ τῆς δημοκρατίας ἔφυγον στασιάσαντες πρὸς τοὺς τυράννους καὶ ἀνεκτήσαντο αὐτὴν τοῖς ἰδίοις
4605439 φυγοντες
φανείη , οἳ δὲ καὶ ἐκ πόντοιο καὶ ἐκ θανάτοιο φυγόντες πάτρῃ χεῖρ ' ὀρέγουσι γεγηθότες ἄσπετα θυμῷ : ὣς
πᾶσιν ἀνθρώποις κτήσασθαι , ὡς τῶν αὐτῶν ὄντας ἀξίους ὅσοι φυγόντες μετὰ τῶν πολεμίων ἐπὶ τὴν χώραν ἐστράτευσαν , καὶ
4604713 Θεσσαλοι
ἐπιόντα ἐπὶ τὴν χώρην ἀποτρέψειν . Ταῦτά σφι ἐπαγγέλλοντο οἱ Θεσσαλοί . Οἱ γὰρ Φωκέες μοῦνοι τῶν ταύτῃ ἀνθρώπων οὐκ
ἱππέας , ἐν ᾗ οὐκ ἔλασσον ἔσχον οἱ Ἀθηναῖοι καὶ Θεσσαλοί , μέχρι οὗ προσβοηθησάντων τοῖς Βοιωτοῖς τῶν ὁπλιτῶν τροπὴ
4602812 Ἀδρηστη
Κλυμένη . , . . . . . ἅμ ' Ἀδρήστη , ἅμα δρήστη . κλισίην . , κλισίην ,
κἀκ τούτων : τῇ δ ' ἄρ ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν : Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ
4593243 προσειληφοτες
καὶ Οὐολοῦσκοι πλήθει τε ὑπερέχοντες καὶ τὸ ἐκ τοῦ τόπου προσειληφότες ἀσφαλές , οὐδετέρου τούτων οὐδὲν ἀγαθὸν ἀπήλαυσαν , ἀλλ
πολλοὶ συνεστηκότες , τὸ δοκεῖν τινες εἶναι δι ' εὐπορίαν προσειληφότες , καὶ πάλιν μισεῖ Μειδίας ἴσως ἐμέ . Καὶ
4590527 ἁρπαγης
αἰτῆσθε , ἀποδίδοτε τοῖς στρατηγοῖς . μηδὲ ἄχθεσθε τῆς ἐχθὲς ἁρπαγῆς μηδ ' ἐπ ' ὀλίγον : οὐ γὰρ ἐν
ἐξέσται δέ σοι ἰδόντι ταῦτα ἐλθόντα ἔτι καὶ περὶ τῆς ἁρπαγῆς βουλεύσασθαι . πρῶτον δ ' , ἔφη , ἐπὶ
4590340 ἐσσυμενοισι
ὁ ἐξώκοιτος : οὗτος δὲ , ἤως ὁ ἄδωνις . ἐσσυμένοισι : τοῖς κινουμένοις ῥεύμασιν , ὁρμητικοῖς , ὁρμωμένοις ,
εὐνήσῃ χαροπῆς ἁλὸς ἔργα γαλήνη , αὐτὰρ ὅ γ ' ἐσσυμένοισι συνορμηθεὶς ῥοθίοισι , πέτραις ἀμφιταθεὶς ἀμπαύεται εὔδιον ὕπνον .
4587699 ἐγχειρωσι
συνέθεντο ἆραι σύσσημον ἐν τῆι ἀγορᾶι πῖλον Λακωνικόν , ἐπειδὰν ἐγχειρῶσι . τῶν δὲ εἱλώτων τινὲς ἐξαγγείλαντες , τὸ μὲν
[ ἄλλοι ] ἀλλήλοις κεκωφωμένοι * * * κατὰ συμπράξεις ἐγχειρῶσι τοῖς αὐτοῖς . τὸ δὲ οὐκ ἐπ ' ὠφελείᾳ
4578351 μαχλοσυνην
ἵκοντο , τὴν δ ' ᾔνης ' ἥ οἱ πόρε μαχλοσύνην ἀλεγεινήν . ἀλλ ' οὐ πρέπον ὑπολαμβάνειν θεοὺς ὑπὸ
, μανίαν ἢ μωρίαν , εἰ δὲ ἐπὶ φαιδραῖς , μαχλοσύνην δηλοῦσιν . Ὦτα μεγάλα φοροῦσιν ἀναίσθητοι , μικρὰ δὲ
4576812 φυλακες
ἠτύχει . ὡς δὲ καὶ περὶ τῶν πυλῶν δείσαντες οἱ φύλακες τὰ κλεῖθρα καθῆκαν ἐς αὐτὰς ἀπὸ μηχανῆς , Νοῦδον
εἰρήνη ἐστί : πλεονεξία γὰρ καὶ ἀδικία πολέμους ποιεῖ . φύλακες . * πολυτίμητοι : * * αἱ πολυτίμητοι ,
4565429 ἡρπασαν
τῇ Δρυοπίδι . καὶ εἰς τοῦτο παριοῦσαν τὸ ἱερὸν Δρυόπην ἥρπασαν ἁμαδρυάδες νύμφαι κατ ' εὐμένειαν καὶ αὐτὴν μὲν ἀπέκρυψαν
Διοσκούρων κώμη , Λιβύης , ἐν ᾗ τὸν Πάριν ἐπιδιώξαντες ἥρπασαν τὴν Ἑλένην οἱ Διόσκουροι [ ἣν ] ᾤκησαν .
4565001 ἀναγκασθωσιν
ἐξ ὑπερδεξιῶν βαλλόμενοι σὺν αἰσχύνῃ τε καὶ μετὰ μεγάλης βλάβης ἀναγκασθῶσιν ὑποχωρεῖν , ἔπειτα καὶ τὴν ἐκ τῆς προτέρας νίκης
φαινομένην : τὰ δ ' αὐτῶν φυλάσσειν λέγουσιν ἵνα μήποτε ἀναγκασθῶσιν αἰσχρόν τι πρᾶξαι : οἱ δὲ διὰ φόβον ἀπέχονται
4556196 καταβαντες
ἅπασι καὶ τοῖς καθ ' ἡμέραν πεμπομένοις . καὶ ὅτε καταβάντες ἐκ τῆς πόλεως δυσωνοῖντό τι τῶν πωλουμένων , ἔθος
Ἀριαῖον ἀποτραπόμενοι ἄλλην ὁδὸν ᾤχοντο . οἱ δὲ ἀμφὶ Χειρίσοφον καταβάντες ἐστρατοπεδεύοντο ἐν κώμῃ μεστῇ πολλῶν ἀγαθῶν . ἦσαν δὲ
4555905 ἁρπαγαι
τοῖς μετρίοις κατεσκευάσαντο ἀπεχομένοις τοῦ ἀγρίου βίου , ἐν ᾧ ἁρπαγαὶ καὶ ἀλληλοκτονίαι οὐ περὶ μεγάλων οὐδὲ θείων , περὶ
οἰκειότητα γὰρ ἡ ἁρπαγὴ ἔχει πρὸς τὰς διαδρομάς . αἱ ἁρπαγαὶ δὲ αἱ εἰς τὴν καταδρομὴν γεγονυῖαι τῆς πόλεως ὁμαίμονες
4552736 φραξαμενοι
τοὺς κατ ' Αἴγυπτον στρατιώτας πεπιστευμένου : οἵτινες , ἅμα φραξάμενοι κατὰ τῶν ἱερῶν λιθίνων καὶ λιθοξοάνων , ἐπὶ θυμὸν
στρατεύματος ἐξήπτοντο πάλιν οἱ Οὐολοῦσκοι τοῦ πολέμου τάς τε πόλεις φραξάμενοι , καὶ εἴ τι ἄλλο χωρίον ἐπιτήδειον ἦν ἀσφάλειαν
4549409 ἀυτης
. . . . οὐ γάρ πώ σφιν ἀκούετο λαὸς ἀυτῆς : ἡ διπλῆ , ὅτι τὸ ἀκούετο ἀντὶ τοῦ
πόλιν καὶ νῆας Ἀχαιῶν Ἰλιάδας τε μάχας Ἀχιλῆά τε πύργον ἀυτῆς : ὑμῖν αὖ καὶ ἐγὼ λιγεῶν μειλίγματα Μουσέων ,
4545920 θεοπροπιου
καλεόμενος . Παρὰ τούτων Ἡρακλεῖδαι ἐπιτραφθέντες ἔσχον τὴν ἀρχὴν ἐκ θεοπροπίου , ἐκ δούλης τε τῆς Ἰαρδάνου γεγονότες καὶ Ἡρακλέος
Φρίξου παιδὸς ἀπόγονοι διότι καθαρμὸν τῆς χώρης ποιευμένων Ἀχαιῶν ἐκ θεοπροπίου Ἀθάμαντα τὸν Αἰόλου καὶ μελλόντων μιν θύειν ἀπικόμενος οὗτος
4544884 ἀπεκρουσαντο
τε γῆν καὶ διὰ θαλάσσης . οἱ δὲ αὐτὸν ἑκατέρωθεν ἀπεκρούσαντο : καὶ γάρ τις ἦν ἐν τῇ Κυζίκῳ στρατὸς
πολεμίους . Τὸν μὲν οὖν Κλεομένη , πολλῶν πεσόντων , ἀπεκρούσαντο : τὸν δὲ ἕτερον βασιλέα , Δημάρατον , ὡς
4544227 ἡμισεες
ἑταίρων , ὁ βασιλεύσας ὕστερον , καὶ τῶν ὑπασπιστῶν οἱ ἡμίσεες : τοὺς δὲ ἄλλους ὑπασπιστὰς ἄλλαι τριακόντοροι ἔφερον .
πάροιθεν ἐπιφρασθείς , ἐνέποιμι : ἀνθέμενοι κεφαλῇσιν ἀερσιλόφους τρυφαλείας , ἡμίσεες μὲν ἐρέσσετ ' ἀμοιβαδίς , ἡμίσεες δέ δούρασί τε

Back