' ὡς πρὸς ἑαυτό : οὕτω γὰρ ἔσται καὶ τὸ δαπάνημα μέγα , καὶ πρέπον τῷ ἔργῳ , ἂν τὸ | ||
καὶ ἀγαθά . γιγνώσκω μὲν οὖν ὅτι ἐν τούτοις οὔτε δαπάνημα οὔτε κίνδυνον οὔτε μηχάνημα ἀξιόλογον οὐδὲν διηγοῦμαι : ἀλλὰ |
, ἀλλὰ καὶ κακῶς ποιοῦσι . Πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἐναντίωμα λέγει : φησὶ γὰρ καὶ ἔργῳ καὶ λόγοις καὶ | ||
περὶ μοίρας ιηʹ , τάπεινωμα Ἄρεως περὶ μοίρας κηʹ , ἐναντίωμα Κρόνου , τρίγωνον ἡμέρας μὲν Ἀφροδίτης , νυκτὸς δὲ |
ἐάν τε τιθῇ τις ταῦτα ποσὰ εἶναι ἐάν τε μὴ τιθῇ , οὐκ ἔστιν αὐτοῖς ἐναντίον οὐδέν : ὃ γὰρ | ||
λέγειν . ὅταν γὰρ ἐν αὐτῇ τῇ χώρᾳ τῆς θέρμης τιθῇ τις εἶναι χιόνα , πῶς οὐ τοιοῦτον γίγνεται , |
: τὸ δὲ κατὰ τὸ ἓν καὶ τοῦ ἐπίσης ἐστὶν ἰσαίτερον , εἰ οἷόν τε οὕτως εἰπεῖν : τὰ δὲ | ||
, ὁ μὴ θέλων σιγᾶι . τί τούτων ἔστ ' ἰσαίτερον πόλει ; καὶ μὴν ὅπου γε δῆμος εὐθυντὴς χθονὸς |
τί δοῦλον ἢ ἐλεύθερον εἶναι διαφέρει , τοῦτο μέγιστον ἂν εὕροιτε , ὅτι τοῖς μὲν δούλοις τὸ σῶμα τῶν ἀδικημάτων | ||
ἡ πόλις ἐστὶν ἱερά , τῶν δὲ ἀνδριάντων πολλοὺς ἂν εὕροιτε τῶν ἐν αὐτοῖς τοῖς ἱεροῖς ἑστηκότων τοῦτο πεπονθότας . |
δέ φησι τὸ ποτήριον κεκομίσθαι . γράφεται δὲ Αἰτωλικόν . αἰπολικόν : διὰ τῶν αἰπόλων δηλοῖ καὶ τοὺς ποιμένας καὶ | ||
καταφερῆ καὶ συνουσιαστικόν , ὅθεν παρὰ Καλλιμάχῳ τὸ πᾶν τρύπανον αἰπολικόν . . . . , : κωμικὴ λέξις ὁ |
ὑποκαταβὰς γράφει οὕτως : ἀπὸ τοῦ θείς καὶ βλείς γίνεται θεῖο εὐκτικὸν καὶ βλεῖο , οὗ χρῆσις ἐν Ἰλιάδι . | ||
' , αὐτὸς νῦν ὄνομ ' εὕρεο , ὅττι κε θεῖο παιδὸς παιδὶ φίλῳ : πολυάρητος δέ τοί ἐστι . |
μέγιστον καὶ τὸ πλάτος τῷ πλάτει . τὸ μὲν δὴ χλαμυδοειδὲς σχῆμα οἰκουμένη ἐστί : τὸ δὲ πλάτος ὁρίζεσθαι ἔφαμεν | ||
, ὥστε κάλλιστα τοῦ θέρους Ἀλεξανδρεῖς διάγουσιν . Ἔστι δὲ χλαμυδοειδὲς τὸ σχῆμα τοῦ ἐδάφους τῆς πόλεως , οὗ τὰ |
πόλις , ἀλλ ' ὅμως , ὁποῖον ἂν τῶν οἰκετῶν κελεύσῃς πριάμενόν τί σοι ἐξ ἀγορᾶς ἐνεγκεῖν , οὐδεὶς ἀπορήσει | ||
] μετεώρου καὶ ἑτοίμου πᾶν ποιήσειν , ὃ ἂν ⌈ κελεύσῃς . / [ κελεύῃς . ] οἱ λέγοντες τὸ |
' ἔχω ταῦτ ' ἐς ταρίχους ἀπολέσω . κεράτινον εἶχον σκευοφόριον καμπύλον . καί τοι φορεῖτε γλῶτταν ἐν ὑποδήμασιν , | ||
κακουμένῳ καὶ τὸ τόξον ἐν παιδιᾷ παρεικάζων ἔφη κεράτινον εἶχε σκευοφόριον καμπύλον . ἀλλὰ μὴν καὶ ἀνάφορον κατὰ τὴν τῶν |
μέλοι δ ' ἄν , εἰ οὓς ἐπέστησε τοῖς πράγμασι γνωρίζοις τε καὶ δικαστηρίου χρῄζοντας εὐμενῶς δέχοιο . ταῦτά τε | ||
τραγῳδίας ἐπέραστον ἐκεῖνον ποιητήν . λέγω δὲ ὡς ἀπὸ τούτων γνωρίζοις αὐτόν , μηδέ σε οὕτω θεσπέσιον χρῆμα καὶ φίλον |
ἐπὶ παραλύσεως προειρημένα . Ἰσχιαδικὸν πότημα . Ὀροβίνου ἀλεύρου , ἀνήσσου , μαράθου ἴσα μέτρῳ δίδου ὀβολοὺς ἐννέα οἴνου ἡμικοτυλίῳ | ||
τρόπον τοῦτον : σελίνου σπέρματος δρ . Ϛʹ , ⌊ ἀνήσσου δρ . δʹ ⌋ παρ ' ἐνίοις ⌊ δ |
δίπρῳρον καὶ δίπρυμνον , τὴν θαλαμηγὸν καλουμένην , μῆκος ἔχουσαν ἡμισταδίου , τὸ δὲ εὖρος ᾗ πλατύτατον τριάκοντα πηχῶν , | ||
δὴ τὸ ἡμιστάδιον Ἀχιλλεὺς διατρέχει , τὸ δέκατον ἂν τοῦ ἡμισταδίου τοῦ λοιποῦ ἡ χελώνη διαπορεύοιτο : ἐν ᾧ δὲ |
, ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο . ἀμφὶ δὲ πόρκης χρύσεος ἀστράπτει καὶ ἐπ ' | ||
, ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο ” . τοῦτο δὲ ἵνα δείξῃ ὡς Δημοσθένους , |
ἀνέμου καὶ ἐπὶ πυρός : λέγεται δὲ καὶ σπέρμα λεπτῇ κριθῇ ὅμοιον . βρωμᾶσθαι : ὀγκᾶσθαι , τὸ βρώμης , | ||
γάρ ποτε καὶ ὃ μὴ γέγονεν , ἂν ὡς γεγονὸς κριθῇ : τὸ δ ' ἀπίθανον τῆς θυσίας , ὦ |
βέβαιος σαφὲς καταστήσουσι : ἀποδείξουσιν . τουτέστιν , εἰ τοιαῦτα ἀποδείξουσιν ἑαυτοὺς ζητοῦντας , ἐπιτυχεῖν εἶεν ἂν ἄξιοι , εἰ | ||
ἂν βούλωνται . Ἀπορεῖ δέ τις , πῶς τὸ πρῶτον ἀποδείξουσιν ἐν τοῖς στοιχείοις θεώρημα . δεδόσθω γὰρ αὐτοῖς ἡ |
. Γαμψώνυχον μηδὲν παράτρεφε . κʹ . Ἐν ὁδῷ μὴ σχίζε . καʹ . Χελιδόνα οἰκίᾳ μὴ δέχου . κβʹ | ||
: καὶ εἰ μὲν ἔνι ” πρίῃ “ ἤγουν μὴ σχίζε , κανονίζεται οὕτως : πρίω καὶ τὸ παθητικὸν πρίομαι |
. Μονογενὲς δὲ καὶ ἡ κλήθρα : φύσει δὲ καὶ ὀρθοφυές , ξύλον δ ' ἔχον μαλακὸν καὶ ἐντεριώνην μαλακήν | ||
πρὸς τὰ ἐγκοίλια αὐτῇ . τὸ δένδρον δὲ οὐκ ἄγαν ὀρθοφυές . ὁ δὲ καρπὸς ἔλλοβος , καθάπερ τῶν χεδροπῶν |
, πλεόνων δὲ ἀριθμόν : καὶ διὰ τοῦτο τῷ χωρίῳ Σύμβολα γέγονεν ὄνομα . φαίνεται δὲ ὁ Ἀλφειὸς παρὰ τοὺς | ||
. [ . , . ] ἔστω δὲ τὰ φρασθησόμενα Σύμβολα ταῦτα : α . εἰς ἱερὸν ἀπιὼν προσκυνῆσαι , |
εἶναί φημι : Πρὸς βραχὺ δὲ πίπτουσα αὖθις ἀνίσταται . Σὸν φίλον εἰ θέλεις δοκιμάσαι , ἢ μέθυσον ἢ ὕβρισον | ||
βωμόν : ὁ δ ' ὡς ματέρι παῖς ἕπεται . Σὸν τόδε , Δάματερ , σὸν τὸ σθένος : ἵλαος |
' οὖν ἕν γέ τί σοι πρὸς εὐγλωττίαν συμβαλοῦμαι . ὀνομαστικὸν μὲν οὖν τῷ βιβλίῳ τὸ ἐπίγραμμα , μηνύει δὲ | ||
νεκρῶσαι . Ἄμφω : ἄθροισις , ὁμοῦ : ἐπίῤῥημά ἐστιν ὀνομαστικὸν σχηματιζόμενον κατὰ δυϊκὴν πτῶσιν . ἀσφαλέως : ἀκινδύνως , |
τὰ ἑξῆς , ὡς ἕτερον δὲ τὸ καὶ ἀποκρινόμενον ἂν προαισθάνηται προενίστασθαι καὶ προαγορεύειν , ὅπερ οἶμαι καὶ κάλλιον . | ||
μὲν τὸ ἀφίστασθαι δεῖ : τὸ δὲ καὶ ἀποκρινόμενον ἂν προαισθάνηται τοιοῦτόν ἐστι : καὶ δεῖ σε , ἂν ὁ |
ἐστι λουτρὰ ἐπώνυμα αὐτοῦ καὶ θέατρον μέγα κυκλοτερὲς πανταχόθεν καὶ οἰκοδόμημα ἐς ἵππων δρόμους προῆκον καὶ ἐς δύο σταδίων μῆκος | ||
εἰκόνας ἀναθεῖναι μόνων . τοῦ δὲ ἱεροῦ τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν οἰκοδόμημα ἔμπροσθεν , Ὀρέστου καλούμενον σκηνή . πρὶν γὰρ ἐπὶ |
ἐν ἰγδίῳ ἐν ἀγγείῳ σκαφίδεσσι δοχαίαις : ἀντὶ τοῦ ἀγγείοις δεκτικοῖς : Ὅμηρος : γαυλοί τε σκαφίδες τε . * | ||
' ἀγγέλων λαβὼν Ἑρμῆς ὁ τρισμέγιστος θεὸς ἀνθρώποις πᾶσιν μετέδωκεν δεκτικοῖς μυστικῶν βιβλίον τόδε . μὴ οὖν μετάδος ἀνδράσιν ἀγνώμοσιν |
τὸν ὀρφανόν , ὅτι χρὴ τίνειν αὐτὸν τῷ παιδί , τιμάτω τὸ δικαστήριον , ἐὰν δὲ ἀδικίᾳ , πρὸς τῷ | ||
ταὐτὸν καὶ τούτῳ γιγνέσθω : περὶ γὰρ αὖ καὶ τούτου τιμάτω τὸ δικαστήριον ὅτι ἂν αὐτοῖς δεῖν αὐτὸν δόξῃ πάσχειν |
ἑλάνη . Σέλευκος δὲ γράβιόν φησι λέγεσθαι τὸ πρίνινον ἢ δρύινον ξύλον , ὃ ἐθλασμένον καὶ κατεσχισμένον ἐξάπτεσθαι καὶ φαίνειν | ||
ἐδάφεος , ὅπως ἂν μετρίως ἔχῃ : ἔπειτα οἷον στύλον δρύινον , τετράγωνον , πλάγιον παραβάλλειν ἀπολιπόντα ἀπὸ τοῦ τοίχου |
ἐκήδευσε δὲ Γέλωνι τῶι τυράννωι , δοὺς αὐτῶι τὴν θυγατέρα Δημαρέτην , ἀφ ' ἧς καὶ τὸ Δημαρέτειον ὠνομάσθη νόμισμα | ||
Γέλωνι τῷ Ἱέρωνος ἀδελφῷ ἐπικηδεύσας γάμῳ συνάπτει τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα Δημαρέτην , ἀφ ' ἧς καὶ τὸ Δημαρέτειον νόμισμα ἐν |
ἁ Νέμεσις συνδιέκρινε σὺν δαίμοσι παλαμναίοις χθονίοις τε , τοῖς ἐπόπταις τῶν ἀνθρωπίνων , οἷς ὁ πάντων ἁγεμὼν θεὸς ἐπέτρεψε | ||
ἐξ αὐτῶν ὁ δρόμος τῶν ἵππων , τοσούτοις δὲ ἑτέροις ἐπόπταις εἶναι τοῦ πεντάθλου , τοῖς δὲ ὑπολειπομένοις τὰ λοιπὰ |
τῆς τετάρτης ἀντὶ τοῦ ἰπωτηρίου σωληνάριον ἐντίθεται εἰς τὴν οὐρήθραν κασσιτέρινον ἢ μολυβδοῦν , ἀσπιδίσκην ἔχον προκειμένην , ἵνα τῷ | ||
ἕψε , ἕως ἀποτεταρτωθῇ , εἶτ ' ἀπόθου εἰς ἄγγος κασσιτέρινον : χρῶ δὲ ἐπὶ τῶν χρειῶν : ἐὰν δὲ |
δῶρον εἰπεῖν εὐμορφίαν : Σωκράτην δὲ ὀλιγοχρόνιον τυραννίδα : Πλάτωνα προτέρημα φύσεως : Θεόφραστον σιωπῶσαν ἀπάτην : Θεόκριτον ἐλεφαντίνην ζημίαν | ||
ἐν Μαραθῶνι γενομένη νίκη καὶ τὸ περὶ Πλαταιὰς κατὰ Περσῶν προτέρημα καὶ τἄλλα τὰ περιβόητα τῶν Ἀθηναίων ἔργα δοκεῖ μηδὲν |
ἐρωτῶμεν , ἄνωθεν ἄρξαι , πάντα ἡμῖν λέγε , μηδὲν παραλίπῃς . “ ὤκνει Χαιρέας , ὡς ἂν ἐπὶ πολλοῖς | ||
συχνά γε ἀπολείπω . Μηδὲ σμικρὸν τοίνυν , ἔφη , παραλίπῃς . Οἶμαι μέν , ἦν δ ' ἐγώ , |
σῦκα . σῦκα μὲν νὴ τὸν Δία πάνυ φέρει . βοσκήματ ' , ἔρια , μύρτα , θύμα , πυρούς | ||
σῦκα μέν , νὴ τὸν Δία , πάνυ φέρει . βοσκήματ ' , ἔρια , μύρτα , θύμα , πυρούς |
. , : κρωσσόν : παρὰ τὸ κρῶ , τὸ ἐπιχέω , γενόμενον ἀπὸ τοῦ † χέω † κερῶ κατὰ | ||
ῥῆμα μονοσύλλαβον συγκοπὲν ἀπὸ τοῦ κερῶ , ὃ δηλοῖ τὸ ἐπιχέω . καὶ ὡς παρὰ τὸ εἴρω , τὸ λέγω |
Δαμάσου παῖδα † Νεστορίδην , καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : ἤνις ἠκέστας , τουτέστιν ἐνιαυσιέως : ἐκ τούτου γίνεται σύνθετον | ||
γούνασιν ἠϋκόμοιο , καί οἱ ὑποσχέσθαι δυοκαίδεκα βοῦς ἐνὶ νηῷ ἤνις ἠκέστας ἱερευσέμεν , αἴ κ ' ἐλεήσῃ ἄστύ τε |
γιγνομένων ὑπονοοῦντα τὸν Βύβλον ἔχων , χεῖρά τε πολλὴν ἀφανῶς ἡτοιμάζετο καὶ νόμους ὑπὲρ τῶν πενήτων ἐς τὸ βουλευτήριον ἐσέφερε | ||
γενόμενον . ἐπὶ δὲ Βοσποριανοὺς ναῦς τε συνεπήγνυτο καὶ στρατὸν ἡτοιμάζετο πολύν , ὡς τὸ μέγεθος αὐτοῦ τῆς παρασκευῆς δόξαν |
' αὐτοῖς αὐτὸ τοῦτο πάλιν . Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν | ||
ἐκόψατο . διὰ τοῦτο καὶ ὁ κῆρυξ , ἵνα μὴ τιμηθῇ ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι |
οἱ πολεμικοί . ὡς ἐπιτελούντων καὶ ἐν τῇ Λιβύῃ ἑορτὴν Καρνείῳ Ἀπόλλωνι . τέθμιαι : νόμιμοι , ὡρισμέναι . Κυρῆς | ||
χρὴ ποιεῖν ; Καὶ πῶς ἂν ἱλασαίμην ὑμᾶς ; Εὔχευ Καρνείῳ τελέειν σέβας Ἀπόλλωνι . Ὦ μιαρώτατε καὶ ἀναισχυντότατε μάντι |
πλέον τοῦ καθαρσίου τὴν δόσιν . οὕτω γὰρ ἂν ἄριστα πράξαις , ἐφ ' ὧν μὴ μελαγχολία φαίνοιτο γεγενῆσθαι , | ||
παρακαλῶν ἐκείνοις ᾤμην διδόναι χάριν , Ὀλυμπίῳ δὲ εἴ τι πράξαις κεχαρισμένον , λήψεσθαί σε μᾶλλον ἢ δώσειν ἡγοῦμαι χάριν |
διαχωρέει δὲ ἧσσον . Αὐτῶν δὲ τῶν ἄρτων ὁ μὲν ζυμίτης κοῦφος καὶ διαχωρέει : καὶ κοῦφος μέν ἐστιν , | ||
διὰ τὸ ἰσχυρόν . ἔστω δὲ καὶ ἕωλος μᾶλλον καὶ ζυμίτης : ἀποβρεχέσθω δ ' ὕδατι θερμῷ ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ |
σικύης ἐντε - ριώνην , τέσσαρας δραχμὰς ἀποβρέξας ἐν ὕδατος ἡμικοτυλίῳ , τουτέῳ κλύσαι , καὶ ἐὰν ἐξελθὼν δάκνῃ , | ||
, ὀπὸν σιλφίου ὁκόσον ὄροβον διεὶς , ἐν οἴνῳ λευκῷ ἡμικοτυλίῳ πίνειν , καὶ γάλα αἰγὸς , τρίτον μέρος μελικρήτου |
σοι ποταπῶν . ἔπειτ ' ἂν τἀργύριον αὐτῷ καταβάλῃς , ἐπράξατ ' Αἰγιναῖον . Ξέναρχος : οἱ ποιηταὶ λῆρός εἰσιν | ||
ἐβοῶμεν ; τὸ κύβιον τριωβόλου . ονεῖν κεχειρῶν γε οὐκ ἐπράξατ ' οὐδὲ ἕν . οὐκ οἶσθας , ὦ μακάριε |
' ἐκάλεσε , Πέλοπί γ ' ἔρανον ἱστιῶν . ἦ παμπόνηρον ὄψον , ὦ ' τάν , ὁ γέρανος . | ||
. μὴ δῷς οὖν κἀμοί , πρὸς Ἀδώνιδος , εἰκάσαι παμπόνηρον ἄνθρωπον , ἁπάσῃ κακίᾳ σύντροφον , ἡμέρᾳ δυσφήμῳ καὶ |
, νύκτωρ δὲ περικαλύπτοντα τὴν κεφαλὴν τριβωνίῳ καὶ περὶ χαμαιτυπεῖα εἱλούμενον , ἐζήλωσεν ἐν καλῷ . καὶ πέμπτην ταύτην ἡμέραν | ||
τὸν πόδα : ὅθεν καὶ πέδιλον τὸ ὑπὸ τοὺς πόδας εἱλούμενον . ἀνάλιπος ὁ ἀνυπόδητος . . . . ἐξ |
“ μῆτερ , ὁ πατήρ μου φιλεῖ σε , ” ὀνειδίσῃς δὲ μηδέν . τί λέγεις , παιδαγωγέ ; οὐδεὶς | ||
πλευσείω ⌈ ἀντὶ τοῦ ἐπιθυμῶ πλεῦσαι ) . σκώψῃς ] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς |
τὸ μέτρον , οὐχὶ διὰ τὸ πληθυντικόν : ” ἤνις ἠκέστας ” : καὶ γὰρ πόλῑς λέγουσι καὶ πόλῐν καὶ | ||
εἶναι . ἦδος : τὸ ὄφελος καὶ τὸ ὄξος . ἠκέστας βόας : φορβάδας , ἀδαμάστους , νομάδας . ἡ |
Καταστατέον οὖν τὰ τοῦ σχηματισμοῦ τῇδε . ἀπὸ ῥήματος τοῦ ἀεκάζω , ᾧ συνήθως Ὅμηρος κέχρηται , πόλλ ' ἀεκαζομένη | ||
ἀεικίσουσι δὲ νεκρόν , . , . Ἀέκητι : ἔστιν ἀεκάζω , [ οὗ ] ἡ μετοχὴ πόλλ ' ἀεκαζομένη |
, τοὺς δὲ ἐχθροὺς μὴ κακῶς ποιεῖν , ἀλλὰ φίλους μεταγράφων , καὶ πρὸς τὸν ἀπειλήσαντα , ἂν μή σε | ||
ποιεῖν . ἐπηνώρθου δὲ τὸ μὲν φυλάττων , τὸ δὲ μεταγράφων : τὸ τοὺς μὲν φίλους εὖ ποιεῖν μεταγράφων , |
: παρακειμένου τοῦ κεκραγμὸς εἰπεῖν ἐρεῖ τις ἀμαθῶς κραυγασμός . Κορυδαλός : Εὐβούλου τοῦ κωμῳδοποιοῦ δρᾶμα ἐπιγράφεται οὕτως : σὺ | ||
: παρακειμένου τοῦ κεκραγμὸς εἰπεῖν ἐρεῖ τις ἀμαθῶς κραυγασμός . Κορυδαλός : Εὐβούλου τοῦ κωμῳδοποιοῦ δρᾶμα ἐπιγράφεται οὕτως : σὺ |
καὶ πολυπράγμων . πυτιναῖα μόνον ἔχων : Ὄρνεον μικρὸν ἡ πυτίνη . . ὄρνεον μικρόν . πυτίνη δὲ πλέγμα ἐστίν | ||
δειπνοφόρος . ἵνα δ ' ὁ οἶνος , λάγυνος , πυτίνη , ἀσκός , κρατήρ , προχοίδιον , κάδος καδίσκος |
προβασκάνιον μετὰ τῆς προ : ἀδόκιμον γάρ . Νοίδιον καὶ βοίδιον ἀρχαῖα καὶ δόκιμα , οὐχὶ νούδιον καὶ βούδιον . | ||
διδοὺς , παρ ' ἑαυτῷ πάλιν εὕρισκε . Τὸ βασιλικὸν βοίδιον : ἐπὶ Πτολεμαίου τοῦ νέου βοῦς ἔτεκεν ἓξ βοίδια |
Δία καὶ πολύν γε μισθόν , ἔφη ὁ Κριτόβουλος , φέροιτ ' ἄν , εἰ δύναιτο οἶκον παραλαβὼν τελεῖν τε | ||
γῆ μὲν συντυγχάνουσα πυρὶ διαλυθεῖσά τε ὑπὸ τῆς ὀξύτητος αὐτοῦ φέροιτ ' ἄν , εἴτ ' ἐν αὐτῷ πυρὶ λυθεῖσα |
' οὕτως ἔχει . τὸ δὲ παραινετικὸν καὶ αὐτὸ δυνάμει στασιάζεται , οἷον εἴ τις λέγοι δεῖν τιμᾶν τὸ δαιμόνιον | ||
στήθη πιέζει . ἄλλως : τόν ποτε Κιλίκιον θρέψε : στασιάζεται ἡ περὶ τοῦ Τυφῶνος ἱστορία . οἱ μὲν γὰρ |
πόλεως μεταλαβὼν , ἀνατρέπει δι ' αὐτοῦ τὸ εἰρημένον . Ποτέρῳ δὲ πρότερον χρηστέον . Δυσχερῆ τούτων ἀποφαίνεται τὴν αἰτίαν | ||
τότε παύσοιτο στρεβλούμενος , ὁπότε εἴποι τὰ τούτοις δοκοῦντα . Ποτέρῳ οὖν εἰκός ἐστι πιστεῦσαι , τῷ διὰ τέλους τὸν |
' ἥδιστά γ ' ἐπιδορπίζομαι . πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραπόδι ' ἤδη ταῦθ ' , | ||
ἄλλα γένη καταλέγων ποτηρίων φησί : πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραποδιον δὴ ταῦθ ' , ὁρᾷς |
] τὸν ἀξιόχρεων . τὸν φερέγγυον ] τὸν ἀντάξιον . φερέγγυον ] ἱκανώτατον . θ φερέγγυον ] τὸν ἀσφαλῆ καὶ | ||
καὶ τὸ μὴ ἀμελεῖν μάθε . σθένος δὲ ποιεῖν εὖ φερέγγυον τὸ σόν . οὔτοι προδώσω : διὰ τέλους δέ |
ὅμως δι ' ἐναντίων ἀλλήλοις πραγμάτων τὸ δηλούμενον ἐπείπομεν . Ὁπότ ' οὖν συνήθης μὲν ἅπασι τοῖς ἄλλοις ὁ τῆς | ||
ὁ δὲ τριταῖος οὐκ ἀκριβής . Διὰ τὶ τοῦτο ; Ὁπότ ' ἂν ὑπερβάλλῃ τὰ τοῦ ἐφημέρου γνωρίσματα καὶ ἐπικρατῇ |
μᾶλλον ἔργου τεχνικοῦ κατεσκευασμένος . πεποίηται γὰρ αὐτῷ τοῦτο τὸ ἀποίητον καὶ δέδεται τὸ λελυμένον καὶ ἐν αὐτῷ τῷ μὴ | ||
παντὸς ἔργου μᾶλλον τεχνικοῦ κατεσκευασμένος : πεποίηται γὰρ αὐτοῦ τὸ ἀποίητον καὶ δέδεται τὸ λελυμένον , καὶ ἐν αὐτῷ τῷ |
: ἐς πάντα γὰρ δὴ σοὶ τὰ πιστὰ χρώμεθα . λέξηις δὲ μηδὲν τῶν ἐμοὶ δεδογμένων , εἴπερ φρονεῖς εὖ | ||
' αἴνει κακά . σίγα : πόλει δὲ τούσδε μὴ λέξηις λόγους . ἀδικεῖν κελεύεις μ ' : οὐ σιωπήσαιμεν |
ἐστι καὶ τὸ εἰδέναι τὸ αἴτιον τοῦ τί ἐστι : λείποι γὰρ ἂν αὐτῇ τὸ οἷόν τε διὰ συλλογισμοῦ τὸ | ||
εἰν ἐριθηλέι κήπῳ . εἰ δὲ Σεληναίης ἐνὶ Παρθένῳ οἰχνευούσης λείποι οἶκον ἄνακτος , ἕλοις κέ μιν ἐν πολέεσσιν ἤμασι |
τῶν ⌊ σῶν ⌋ ἐπιτευγμάτων πλέον ἄνθρωποι θρησκεύσουσί σε : ἐπερώτα τοίνυν περὶ ὧν θέλεις : ἀσμένως γὰρ πάντα παρέξω | ||
πιθανὸν ἐπιγεγενῆσθαι καὶ ἐπιγενήσεσθαι ἀλλὰ καθ ' ἕκαστον τῶν παρόντων ἐπερώτα σεαυτόν : τί τοῦ ἔργου τὸ ἀφόρητον καὶ ἀνύποιστον |
, τὸ δὲ νῦν κακὸν πῶς οἴσω μακρὸν γιγνόμενον ; ἐξάγιστος ἡ πόλις , ὡς ὁ Κιρραίων λιμήν , ἐπάρατος | ||
ἀρά . τάχα δὲ τῷ ἐπαράτῳ προσήκοι ἂν καὶ ὁ ἐξάγιστος , ἐξώλης προώλης πανώλης . τὸ μέντοι ἐπαρασαμένους ἀναλύειν |
καὶ τριάκοντα εἶναι φαίνοιντο ἂν πήχεις . ἔργον δὲ οὐ Βαθυκλέους ἐστίν , ἀλλὰ ἀρχαῖον καὶ οὐ σὺν τέχνῃ πεποιημένον | ||
ἐπὶ τὰς Γηρυόνου βόας ὁρμῶντα . οἴδαμεν δὲ καὶ τὸ Βαθυκλέους τοῦ Ἀρκάδος ποτήριον , ὃ σοφίας ἆθλον ὁ Βαθυκλῆς |
σημεῖον , ὅτε οὗ ἐκκαλυπτικόν ἐστι , τὸ σημειωτόν , προκαταλαμβάνεται αὐτοῦ ; ἄλλως τε καὶ μαχόμενόν τι προσδέξονται οἱ | ||
σημειωτοῦ ἢ συγκαταλαμβάνεται αὐτῷ ἢ ἐπικαταλαμβάνεται αὐτῷ : οὔτε δὲ προκαταλαμβάνεται οὔτε συγκαταλαμβάνεται οὔτε ἐπικαταλαμβάνεται , ὡς παραστήσομεν : οὐκ |
„ ὁ αὐτός φησι : ” πτέρις , ἣν ἔνιοι βλάχνον καλοῦσι ” . : Φαινίας δ ' ἐν εʹ | ||
καὶ ἡ ἕλιξ καὶ ἡ πτέρις δέ , ἣν ἔνιοι βλάχνον καλοῦσιν , ὡς καὶ Ἀρριανὸς δηλοῖ ἐν Βιθυνιακοῖς . |
, ἄλσος . Ὅμηρος ” Ὀγχηστόν θ ' ἱερόν , Ποσιδήιον ἀγλαὸν ἄλσος „ . κεῖται δὲ ἐν τῇ Ἁλιαρτίων | ||
ἱερὰ Ποσειδῶνος . Ὅμηρος : Ὀγχηστόν θ ' ἱερόν , Ποσιδήιον ἀγλαὸν ἄστυ . Ὑάντιον δὲ ἀντὶ τοῦ Βοιώτιον : |
. Τοῦτο οὖν τὸ σοφὸν οἱ δοῦλοι κατανοήσαντες , ἐπειδὴ προΐοι Λακύδης εἰς περίπατον ἢ ὅποι ἄλλοσε , καὶ αὐτοὶ | ||
εἴη καὶ τρίτος ἄνθρωπος : καὶ τοῦτο εἰς ἄπειρον ἂν προΐοι . εἰ δὲ μὴ εἶεν τὰ πρὸς τὰς ἰδέας |
ἀλλ ' ὀργῆς ἄξια . καὶ ὁ δικάζειν εἰσιὼν καθάπερ ἀργυραμοιβὸς ἀγαθὸς διαιρείτω καὶ διακρινέτω τὰς φύσεις τῶν πραγμάτων , | ||
ἠξίωσε προσρήσεως : οὓς μὲν γὰρ ἂν οὗτος ἀποδοκιμάσῃ καθάπερ ἀργυραμοιβὸς ἀγαθὸς ἐκ τοῦ τῆς ἀρετῆς νομίσματος , κεκιβδηλευμένοι νεωτεροποιοὶ |
ὑπηκόους ἐπαινέσεις , τὴν πρὸς τοὺς δεομένους φιλανθρωπίαν , τὸ εὐπρόσοδον . οὕτως οὐ μόνον ἐν τοῖς κατὰ τὸν πόλεμον | ||
εὐάλωτον , εὐαίρετον , εὐκαθαίρετον , ἐπίδρομον ὡς Ὅμηρος , εὐπρόσοδον , εὐεπίβλεπτον , εὐεπιβούλευτον , εὐεπιχείρητον , ἁλώσιμον . |
βολβοῖς . * * * * ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν | ||
' οὐχ ἧψον ὁμοῦ βολβοῖς . ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν |
καὶ διαρκῆ ἔχω τὰ ἄλφιτα παρὰ τῆς δικέλλης . ὥστε παλίνδρομος ἄπιθι , ὦ Ἑρμῆ , τὸν Πλοῦτον ἀπαγαγὼν τῷ | ||
κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . Κυρτεύς : |
' ἐπ ' ἄλλοισιν τρέπε . Ὧδ ' ὡς ἔχω στείχοιμ ' ἄν : ἴτ ' , ἴτ ' , | ||
, τὰ δὲ παρ ' ἀνδράσιν τέλειά σοι φαίνεται . στείχοιμ ' ἄν : ἐλθὼν δ ' ἐς δόμους ἐφέστιος |
. ἢ ἢ ] ἐπίρρημα ἐπιτιμητικόν , ἐπιπληκτικόν , ἐπίρρημα ἐφεκτικόν , ἐπίρρημά ἐστιν ὥσπερ καὶ τὸ ἆ . ἦ | ||
, ἆ : Ἐπιφώνημα , ἐπίρρημα ἐκπλήξεως . . ἐπίρρημα ἐφεκτικόν . μή μοι πρόσφερε Μηδαμῶς πλησίον ἐμοῦ φέρε . |
βοτρύχοισι κομῶν . Μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην . Τουτὶ τί ἐστιν ; ὡς ἀνεκὰς τὸ κρίβανον . Ἀδώνι | ||
δή , μή πώς σε δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας ἰκτῖνος μάρψῃ Τουτὶ μέντοι σὺ φυλάττου , ὡς οὗτος φοβερὸς τοῖς σπλάγχνοις |
. δωδεκαμήχανος . πόρνη δώδεκα σχήμασι χρωμένη . ἐγκεκοισυρωμένη . τρυφῶσα : ἀπὸ Κοισύρας γυναικὸς πλουσίας , Ἀλκμαίωνος γυναικός . | ||
, καὶ τὰ μὲν ἐκείνῳ μαχομένη , τὰ δὲ αὐτὴ τρυφῶσα , ἐνοχλεῖν σε ἔμελλεν : νῦν δὲ ἧττον μὲν |
τρόπον ἐπεισχεομένων . ἀλλὰ γὰρ καὶ ἐπὶ τούτοις θεῷ προσῆκον εὐχαριστεῖν , ὅτι καίτοι κατακλυζόμενος οὐκ ἐγκαταπίνομαι βύθιος : ἀλλὰ | ||
ῥᾴδιον ἐξ ὀλίγου μηδὲ εἶναι . ἀλλὰ γὰρ τὸ μὲν εὐχαριστεῖν τῷ μεταβάλλοντι τὰ πράγματα χρόνῳ καὶ τὸ τοὺς τὰ |
, παρὰ τὸ „ ἁλέες δεῦτε ” παράγωγον ἁλία καὶ ἡλιαία . ἔστι δὲ τὸ μέγα δικαστήριον , τὸ ἐκ | ||
ἀντὶ ἐνεργητικοῦ κεῖται τοῦ ἠκρωτηριακότες . Ἡλιαία καὶ ἡλίασις : ἡλιαία μέν ἐστι τὸ μέγιστον δικαστήριον τῶν Ἀθήνησιν , ἐν |
ῥηματικὸν ὄνομα κάβη καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ κακκάβη . ἀναλογώτερον δὲ θέλουσι λέγειν ἡ κάκκαβος θηλυκόν : | ||
. κάκκαβος ἐπὶ ἀρσενικοῦ . . . . . . κακκάβη , , : κακκάβη : σκεῦος πρὸς ἕψησιν ἐπιτήδειον |
. εἰ δὲ μηδὲ ἀδικεῖται αὐτός , οὐδ ' ἂν ἀδικοίη ἐν τῇ οὕτω γινομένῃ ἀνίσῳ νομῇ . πᾶς γὰρ | ||
- ποιῶν καὶ οὐ καταρχόμενος . οὕτω δὲ οὐκ ἂν ἀδικοίη τις ἑαυτόν : τί γὰρ μᾶλλον ἄρχεται ἢ ἀμύνεται |
τὰς ὑστέρας τὸ σῶμα παχῦναι : οὐ γὰρ δυνήσεται πρότερον διενέγκαι , ἔστ ' ἂν αὐτῆς παχεῖαι γένωνται αἱ ὑστέραι | ||
οὐδ ' ὁ βίος ἡμῶν τοῦ τῶν θηρίων οὐδὲν ἂν διενέγκαι . τί γὰρ ἂν τοῦτον αὐτὸν οἴεσθε ποιεῖν λυθέντων |
τὸ μὲν γὰρ ἰσχνὸν καὶ δεινόν , τὸ δὲ μῆκος μεγαλοπρεπές . ἀλλ ' οἷον ὀλίσθῳ τινὶ ἔοικεν τὰ κῶλα | ||
μέντοι καὶ τὸ ψυχρὸν ἐν τρισίν , ὥσπερ καὶ τὸ μεγαλοπρεπές . ἢ γὰρ ἐν διανοίᾳ , καθάπερ ἐπὶ τοῦ |
τοῦ ἀργυραμοιβοῦ φησιν ὁ Μένανδρος ἀδοκίμως : ὁ μὲν γὰρ κόλλυβος δόκιμον , ὁ δὲ κολλυβιστὴς παρασεσημασμένον . Τὰ ἴδια | ||
Λυσίας ἐν τῷ περὶ χρυσοῦ τρίποδος . καὶ ὁ νῦν κόλλυβος ἀλλαγή , καὶ τὸ καταλλάττειν τὸ νόμισμα , καὶ |
κηδεός : ὀχεύω ὀχεός : καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ σ ὀσχεός : ὀρεύω ὀρεός : μεδεύω Μεδεός , ὄνομα κύριον | ||
, ὡς παρὰ τὸ φωλεύω φωλεὸς , ὀχεύω ὀχεὸς καὶ ὀσχεός . τὸ ἀπὸ ἤτρου χαλώμενον δέρμα , ὀχεὸς σὺν |
ἀνέμῳ διαλέγει ἄλλη συνωρίς ἁμαξιαῖα χρήματα ἀμήρυτοι λόγοι ἀνασπᾶν γνωμίδιον ἀνδρόγυνον ἄθυρμα ἀνέμους γεωργεῖν ἄνθρωπος φιλοπραγματίας ἀνωφρυασμένος ἄνθρωπος ἄπλυτον πώγωνα | ||
. εἰ δὲ ὀξὺ καὶ μαλακὸν καὶ εὐκαμπὲς φθέγγοιτο , ἀνδρόγυνον ἐπισημαίνει εἶναι τὸν τοιοῦτον . ὅσοι δὲ κοῖλον καὶ |
εἶναι , τὸ δὲ δαπάνημα μικρόν , οἷον σφαῖρα ἢ λήκυθος ἡ καλλίστη ἔχει μεγαλοπρέπειαν παιδικοῦ δώρου : τοῦτο δὲ | ||
; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν αὐτῷ στλεγγὶς οὐδὲ λήκυθος . οὐδ ' ἀργύριον ἔστιν κεκερματισμένον . ὁ δ |
δὲ καὶ ὁ μεταξὺ χρόνος τῆς μὲν πρώτης διαστάσεως ἐνιαυτοῦ Αἰγυπτιακοῦ ἑνὸς καὶ ἡμερῶν ρξϚ καὶ ὡρῶν ἰσημερινῶν ἁπλῶς μὲν | ||
νθ λ . πάλιν τὰ ἡμερήσια πολυπλασιάσαντες ἐπὶ τὰς τοῦ Αἰγυπτιακοῦ ἐνιαυτοῦ ἡμέρας τξε καὶ ἀφελόντες ὅλους κύκλους ἕξομεν ἐνιαύσιον |
ν σπερχόμενος . ἔστι δὲ ἐπειγόμενος . | συριγγῶδες : κατατετρημένον . σάφα : σαφῶς , ὡς Εὐριπίδης ἐν Ὀρέστῃ | ||
πλάτος δὲ πεντεκαίδεκα ἐν παραλληλογράμμῳ σχήματι , ξύλινον περίβολον ἔχουσαν κατατετρημένον ὥστε διὰ τῶν ὀπῶν τοξεύειν : προκεῖσθαι δὲ καὶ |
λειοῦται οἴνῳ ἢ χυλῷ τήλεωϲ . μὴ παρόντοϲ δὲ τοῦ ἑλκύϲματοϲ μολυβδαίνῃ χρώμεθα . Χυλοῦ τήλεωϲ καὶ λινοϲπέρμου καὶ ἀλθαίαϲ | ||
δὲ πρὸϲ τὰ αὐτὰ καὶ τὸ πιλάριον τὸ δι ' ἑλκύϲματοϲ καὶ ἡ δι ' ᾠῶν ὁμοίωϲ . Ἑκάτερον τούτων |
αὐτῆϲ τῆϲ διαιρέϲεωϲ : καὶ ἡμεῖϲ δὲ διὰ τὸ ἀϲφαλὲϲ μότου ϲτρεπτάριον διὰ μόνηϲ τῆϲ τοῦ ἐπιγαϲτρίου καθήϲομεν διαιρέϲεωϲ . | ||
ἐλαίου . ἡ χρῆσις τοῦ μὲν ἀνεθέντος σὺν ῥοδίνῳ διὰ μότου ἐρεοῦ ἢ λινοῦ , ὡς ἂν ἁρμόττειν δοκῇ . |
αὐτοῖς . Βιβλιαγράφος λέγεται , ἀλλ ' οὐ βιβλιογράφος . Ὀσμὴ γράφεται διὰ τοῦ σ , τὸ δὲ διὰ τοῦ | ||
φατὸν λέγειν , πάλλων κεραυνόν , πτεροφόρον Διὸς βέλος . Ὀσμὴ δ ' ἀνωνόμαστος εἰς βάθος κύκλου χωρεῖ , καλὸν |
ἡμῖν ἃ ἕκαστος ὑπέσχετο ἀποδεικνύναι ὡς πολλοῦ ἄξιά ἐστιν . Ἀκούοιτ ' ἄν , ἔφη ὁ Καλλίας , ἐμοῦ πρῶτον | ||
ἡμῖν ἃ ἕκαστος ὑπέσχετο ἀποδεικνύναι ὡς πολλοῦ ἄξιά ἐστιν . Ἀκούοιτ ' ἄν , ἔφη ὁ Καλλίας , ἐμοῦ πρῶτον |
πλέονα μοῖραν , μέλιτι ξυμμίξασα , ἡ θεραπευομένη προστιθέσθω . Προσθετόν : κυκλαμίνου τὴν κεφαλὴν καθαίρειν ὕδατι , τρῖψαι , | ||
, νῆστις ὡς μάλιστα , καὶ λούειν πολλῷ θερμῷ . Προσθετόν : αἰγυπτίην στυπτηρίην μαλθακῷ εἰρίῳ περιειλήσασα προστιθέσθω . Ἄλλο |
ὀμνύουσι πάντες οἱ πολῖται , ἐπειδὰν εἰς τὸ ληξιαρχικὸν γραμματεῖον ἐγγραφῶσιν καὶ ἔφηβοι γένωνται , μήτε τὰ ἱερὰ ὅπλα καταισχυνεῖν | ||
τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ τῶν ἐφήβων ἐξελθόντες ἐγγραφῶσιν εἰς ἄνδρας . . . . βούλομαι δὴ ] |
: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Στεφάνου . ἐπιτίμιόν ἐστιν ἡ ἐπωβελία τὸ ἕκτον μέρος τοῦ τιμήματος , ὅπερ ἐδίδοσαν οἱ | ||
κατηγορῶν μὴ ἀποδεικνὺς τὰς χιλίας προσώφειλεν . . . . ἐπωβελία οὖν τὸ ἕκτον μέρος τοῦ τιμήματος , ὃ προσώφειλεν |
ξηρῷ . [ βʹ . Πρὸς δυσωδίαν μυκτήρων . ] Ἀμώμου , σμύρνης , κασίας , ῥόδων ξηρῶν ἑκάστου τὸ | ||
ἑψήσας ἐπιπολὺ , καὶ διηθήσας , πότιζε τὸ ἀφέψημα . Ἀμώμου , καρδαμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛʹ , |
. Ἄλεξις : παραφέρων ἀγαθῶν ἁμάξας . ὡσαύτως καὶ τὸ γεῦμα : Ἔφιππος : γεύματα οἴνων . ὡσαύτως καὶ τὸ | ||
ψυχῆς , τὸ α βραχύ : ἄριστον δὲ , τὸ γεῦμα , μακρόν . Ὕδωρ ] * Ὕδωρ ἐστὶ στοιχεῖον |
τῶν βασιλείων . ὢν γὰρ τἄλλα νομιμώτατος αὐτοκρατόρων οἶσθα ὅπου βασιλικώτερον παραρρῆξαι τὸν νόμον ἢ ἐμπεδῶσαι . εἰσφοιτᾷ δὲ εἰς | ||
ἐπεὶ δάκρυα κινεῖ ἡ κρομμύων βρῶσις . οὕτως οἱ σοφοὶ βασιλικώτερον οὐδὲν ἀρετῆς νομίζοντες , ἣ τοῦ βίου παντὸς αὐτοῖς |
δυσεντερικοὺς θεραπεύει καὶ χίμετλα ἰᾶται . τὴν δὲ καρδίαν αὐτοῦ ἐνειλήσας βυσσίνῳ ῥάκει καὶ περιάψας τεταρταΐζοντας ἰάσει ἄκρως . Τούτου | ||
κάλλιον δὲ ποιήσεις , ἐὰν ἕκαστον μῆλον εἰς φύλλα καρύας ἐνειλήσας ἀπόθοιο . φυλάξεις τὰ μῆλα , ἐὰν εἰς χύτρας |
δὲ ὁ κατὰ σύμφωνον αἱρεθεὶς συμβιβάσεως χάριν . Μένανδρος ἐν Παιδίῳ εἴ τις δικαστὴς ἢ διαιτητὴς θεῶν . διέφθαρται καὶ | ||
δὲ ὁ κατὰ σύμφωνον αἱρεθεὶς συμβάσεως χάριν . Μένανδρος ἐν Παιδίῳ : εἴ τις δικαστὴς ἢ διαιτητὴς θεῶν . διέφθαρται |
τούτων ἀνελόμενος δημόσιον ἔργον εἴθ ' ἑκὼν εἴτε προσταχθὲν καλῶς ἐξεργάσηται , τὰς τιμάς , οἳ δὴ μισθοὶ πολεμικοῖς ἀνδράσιν | ||
θαλαττίας ἐπελάβετο , μὴ ἀφῶμεν αὐτὸν ἀπελθεῖν ἡμῖν , πρὶν ἐξεργάσηται σαφῶς τὴν γραφήν , εἰκάζων τὴν Ἐπικούρου φιλοσοφίαν βασιλικῇ |
ἐπὶ τοῖς σαπροῖς ὕδασιν εὑρισκομένων . ἀπαρτί : ἀντὶ τοῦ ἀπηρτισμένως καὶ παντελείως καὶ ὁλοκλήρως : αὐασμόν : ξηρασμόν . | ||
. ῥητ . . . . , : ἀπαρτί : ἀπηρτισμένως , ἀκριβῶς . Αἰσχύλος Ἀθάμαντι . . Τῶν παρ |
κοπτομένῳ καὶ πιεζομένῳ ἢ εἰϲ ζέον ὕδωρ ἐμβαλλομένῳ μετὰ τὸ κοπῆναι καὶ ἁρμόζει δὲ τοῖϲ αὐτοῖϲ : περιττὸν δὲ ἔχει | ||
χόας ιβʹ , ἐλαίου χόας δʹ . κόψας τὰ ὀφείλοντα κοπῆναι ἁδρομερῶς , ἐπίχεε ὕδωρ ὀλίγον ὡς ὑγρᾶναι τὰ κοπέντα |