μᾶλλον ἔργου τεχνικοῦ κατεσκευασμένος . πεποίηται γὰρ αὐτῷ τοῦτο τὸ ἀποίητον καὶ δέδεται τὸ λελυμένον καὶ ἐν αὐτῷ τῷ μὴ | ||
παντὸς ἔργου μᾶλλον τεχνικοῦ κατεσκευασμένος : πεποίηται γὰρ αὐτοῦ τὸ ἀποίητον καὶ δέδεται τὸ λελυμένον , καὶ ἐν αὐτῷ τῷ |
ἄνθρωπον τὸν ἀντιπρήσσοντα ἐπὶ κνάφου ἕλκων διέφθειρε , τὴν δὲ οὐσίην αὐτοῦ ἔτι πρότερον κατιρώσας τότε τρόπῳ τῷ εἰρημένῳ ἀνέθηκε | ||
, καὶ ἐν τῷ διά τι τὸ αὐτόματον οὐ φαίνεται οὐσίην ἔχον οὐδεμίην , ἀλλ ' ἢ οὔνομα μοῦνον : |
φησι , μήτε ἐν δυστυχίαις μήτε ἐν κακοῖς μήτε ἐν εὐεστοῖ φίλῃ , ἤτοι ἐν εὐδαιμονίᾳ προσφιλεῖ , συγκάτοικος εἴην | ||
ἄλλα ἐπιεικής , ἄφωνος δέ . Ἐν τῇ ὦν παρελθούσῃ εὐεστοῖ ὁ Κροῖσος τὸ πᾶν ἐς αὐτὸν ἐπεποιήκεε ἄλλα τε |
καὶ μεγαλονοίαι χρησάμενον διαφερόντως . ἐξ οὗ δὴ καὶ τὸ ὑπέρογκον αὐτῶι τοῦ φρονήματος εὐθαρσὲς πρὸς πάντα κίνδυνον ἦν , | ||
χρῆναι νικῆσαι Ἀλέξανδρον . καὶ τὸ μεγαλήγορον αὐτοῦ τοῦτο οὐχ ὑπέρογκον μᾶλλόν τι ἢ εὐθαρσὲς ἐν τοῖς κινδύνοις ἐφαίνετο : |
εὔλογα . ἢ τί γὰρ παθὼν Εὐθύδημος ἄνδρα γέροντα παρώξυνεν ἀόργητον καὶ θυμοῦ κρείττονα , σκύφον οὕτω βαρὺν ἐν τῇ | ||
ἐκ δ ' ἐγέλασσε : τὸ ἄθυμον δηλοῖ καὶ τὸ ἀόργητον τοῦ Διός . * Ἥφαιστον δ ' ἐκέλευσε : |
, αὐτὸν δὲ ἐν κροκωτῷ καὶ πορφυρίδι ἔρια ξαίνοντα καὶ παιόμενον ὑπὸ τῆς Ὀμφάλης τῷ σανδαλίῳ . καὶ τὸ θέαμα | ||
Ἀλέξανδρος τῇ μὲν ὑπορυσσόμενον τὸ τεῖχος καταβάλλει , τῇ δὲ παιόμενον ταῖς μηχαναῖς κατασείει ἐπὶ πολύ , ὡς μὴ χαλεπὴν |
ποιεῖσθαι τοῖς τε συνεκδήμοις καὶ αὑτῷ . εἶτα λιτότητι καὶ ἀφελείᾳ χρώμενος καὶ ἀκεραίῳ τῇ δικαιοσύνῃ τὴν ἐπαρχίαν ἀνέλαβεν ἐκ | ||
μύθων τε καὶ μυθικῶν μετριώτερον . ὅσον δὲ ὁ Ξενοφῶν ἀφελείᾳ τῇ κατ ' αὐτὸν ὑπερβέβληκε τὴν Πλάτωνος ἀφέλειαν , |
, εὕρομεν αὐτὸ μήτε ὑδατῶδες ἐκτρέχον ἐν ταῖς μετ ' ἐγκλίσεσι καὶ ἐκρέον , μήτε μελιτωδῶς προσκολλώμενον , χρηστὸν εἶναι | ||
ἄλλα ἐπιρρήματα τῆς τοιαύτης σημασίας ἀκώλυτον ἔσχον ἐν ἁπάσαις ταῖς ἐγκλίσεσι σύνταξιν . τὴν τοιαύτην σύνταξιν ἀκριβέστερον ἐν τῷ περὶ |
φύσιν τ ' ἐστὶ καὶ καλόν , τὸ δ ' εὐλόγιστον οὐ καλόν ; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει | ||
; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει τῷ φιλοστόργῳ τὸ εὐλόγιστον ; Οὐ δοκεῖ μοι . Εἰ δὲ μή , |
, δι ' ὧν ἄν τις τὴν διὰ σφυγμῶν σημείωσιν ἀποδείξειε , μακρολογίας φείσομαι . μετὰ δὲ τοῦτο Αἰγίμιός τε | ||
μέγα τὸ σφάλμα : σκέλος δὲ βραχύτερον γενόμενον , χωλὸν ἀποδείξειε τὸν ἄνθρωπον : τὸ γὰρ ὑγιὲς ἐλέγχει παρατιθέμενον , |
Ἀγκὼν εὐώνυμος εὐφρασίαν δηλοῖ . Ἀγκὼν δεξιὸς ὠφέλειαν σημαίνει . Πῆχυς εὐώνυμος πολλὰ ἀγαθὰ σημαίνει . δεξιὸς δὲ κέρδος ἀπροσδόκητον | ||
Υἱέσι : τοῖς υἱοῖς . Ἡδύς : ὁ γλυκύς . Πῆχυς : εἶδος μέτρου . Ὠκύς : ὁ ταχύς . |
ἐν δέ νυ θάλψαις ἤια κριθάων νεοθηλέα φυλλάδα τ ' ἰσχνήν πηγάνου ἥν τ ' ὤκιστα βορῇ ἐπεσίνατο κάμπη , | ||
σὺν ἐμοὶ ᾄσατε ἢ ἐπιπνεύσατε ᾆσαι . ῥαδινήν : τὴν ἰσχνήν : ἀκρίδι γὰρ αὐτὴν παρέβαλεν ὁ Μίλων . ῥαδινάν |
Κλεάνθης δὲ τὸ ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν * ἐν τῷ εὐλογιστεῖν , ὃ ἐν τῇ τῶν κατὰ φύσιν ἐκλογῇ κεῖσθαι | ||
. . ὁ μὲν οὖν Διογένης τέλος φησὶ ῥητῶς τὸ εὐλογιστεῖν ἐν τῇ τῶν κατὰ φύσιν ἐκλογῇ . . . |
ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν | ||
αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς . |
θέσθαι , νόμον εἰσενεγκεῖν , νομοθετῆσαι νομοθετήσασθαι , δημαγωγῆσαι , δημηγορῆσαι , βουληγορῆσαι , συνηγορῆσαι τῷ δήμῳ , πιθανὸν εἶναι | ||
ὅπλων . οἱ μὲν ἧκον : ὁ δὲ προῆλθε βουλόμενος δημηγορῆσαι καὶ σμικρᾷ τῇ φωνῇ λέγειν ἤρχετο . οἱ δὲ |
ἀρετῆς ἀνευρὼν κατεκέντει καὶ ἀνῄρει τῷ λόγῳ τὴν μισάρετον καὶ φιλήδονον γένεσιν καὶ τοὺς τόπους , ἐξ ὧν ἐβλάστησαν αἱ | ||
ἄλλα κλονούμενα καὶ σαλευόμενα , | πατάξας καὶ συλλογισάμενος τὸν φιλήδονον κρύπτει ἐν τῷ σποράδι καὶ πεφορημένῳ νῷ , ὃς |
: Ὑπερείδης ἐν τῷ κατὰ Πασικλέους “ ἐὰν δέ τις ἔκδεια ” γένηται , “ ἤγουν ἐὰν δέ τις ἐνδεήσῃ | ||
ἀπορία , ἀχρημοσύνη ἀχρηματία , ἀκτημοσύνη , σπάνις , ἔνδεια ἔκδεια , ἐπίλειψις . ἰδίως δὲ τοὺς μὲν πλουσίους καὶ |
Ποντικός . Λάδανον κράτιστόν ἐστι τὸ εὐῶδες , ὑπόχλωρον , εὐμάλακτον , λιπαρόν , ἀμέτοχον ἄμμου ἢ ψαφαρίας , ῥητινῶδες | ||
τῇ γεύσει πικρόν , ταυροκολλῶδες , λιπαρὸν διὰ βάθους καὶ εὐμάλακτον , ἀμιγὲς ξύλων καὶ ῥυπαρίας , εὐῶδες ἐν τῇ |
αὐτῶν τῶν φίλων . Ἐν δωδεκάτῳ πραγμάτων φθορὰν φέρει , Ἐχθρούς τε πολλοὺς καὶ κλοπιμαίους τρόπους . Ἄρης τόποις δίδωσι | ||
αὐτῶν τῶν φίλων . Ἐν δωδεκάτῳ πραγμάτων φθορὰν φέρει , Ἐχθρούς τε πολλοὺς καὶ κλοπιμαίους τρόπους . Ἄρης τόποις δίδωσι |
ἣν Σκηνῆτιν καλεῖ , καὶ πᾶσαν τὴν παρακειμένην τῇ τε νεκρᾷ θαλάσσῃ καὶ τῇ ἐρυθρᾶ . Τὸ ἑπτακαιδέκατον περιέχει Αἴγυπτον | ||
αὐτὴν ] οὐδὲν ἧττον μητέρα καλοῦμεν . τὸ δὲ μιγῆναι νεκρᾷ τῇ μητρὶ νοσοῦντι τί ἂν ἄλλο σημαίνοι ἢ τὸ |
' ἐκάλεσε , Πέλοπί γ ' ἔρανον ἱστιῶν . ἦ παμπόνηρον ὄψον , ὦ ' τάν , ὁ γέρανος . | ||
. μὴ δῷς οὖν κἀμοί , πρὸς Ἀδώνιδος , εἰκάσαι παμπόνηρον ἄνθρωπον , ἁπάσῃ κακίᾳ σύντροφον , ἡμέρᾳ δυσφήμῳ καὶ |
τοῦ ἕως πότε τρέφειν . λέγει γὰρ ὅτι ἐὰν μεμερισμένως θρέψῃς , ῥώννυται τὸ ἔμφυτον θερμόν : ἐντεῦθεν διαλάμπει τὸ | ||
οἱ ἰατρικοί φασι τὰ μὴ καθαρὰ τῶν σωμάτων ὁκόσα ἂν θρέψῃς , μᾶλλον ἂν βλάψοις ὕλην ὑποβάλλων τῇ κακοχυμίᾳ , |
τὴν ἴτυν καὶ τὴν περιφέρειαν τὴν φοβεράν . Δινωτή : εὔστροφος , πολύστροφος , συστρεφομένη . ἅλυσις : δεσμοῦ . | ||
, αὐθάδης , ἀνδρεῖος . , ἀλαζών . εὔγλωττος ] εὔστροφος κατὰ γλῶτταν , στωμύλος . , εὐκόλως στρέφων ἤγουν |
φορούμεναι εἴξασι πολιαῖς , ἀνάπλεῳ ψιμυθίου . Ἀναξίλας δὲ ἐν Νεοττίδι φησίν : ὅστις ἀνθρώπων ἑταίραν ἠγάπησε πώποτε , οὐ | ||
τοὔνομα βλάπτουσι τοῖς τρόποις γὰρ ὄντως ὂν καλόν . Ἀναξίλας Νεοττίδι : ἐὰν δέ τις μέτρια καὶ λέγουσα . . |
ἢ ἐκ τῶν συμβεβηκότων , συγκεχυμένην δ ' ἔτι καὶ ἀδιάρθρωτον : ἐκ δὲ τῶν ἐγγυτάτω σαφῆ τε ἤδη κατάληψιν | ||
τὸ τῆς ἕξεως εὐμετάβολον καὶ τὸ τῆς ψυχῆς ἀτελὲς καὶ ἀδιάρθρωτον ἀπειργάσατο τοῖς περὶ τὸ ποιητικὸν αὐτῆς συμβεβηκόσιν οἰκείως . |
Αἰσχύλου „ ἀφθονέστερον λίβα „ . καὶ Ἐπίχαρμος δὲ ἐν Πύρρᾳ ” εὐωνέστερον ” ἔφη . καὶ ἐν τῷ κατὰ | ||
Δυσκόλῳ : εὕρηκ ' ἐγὼ τούτου τέχνην . Δίφιλος ἐν Πύρρᾳ : δῶρον δ ' ἐμαυτὴν πὰρ θεῶν εὑρημένην . |
τῷ γὰρ ἀνδρί μου χαλεπαίνει Διονύσιος : φύσει δέ ἐστι βαρύθυμος , ὥσπερ καὶ φιλάνθρωπος . οὐδεὶς ἂν ῥύσαιτο ἡμᾶς | ||
Ἐκ δὴ τούτων μισοῦσα τὴν Στάτειραν ἡ Παρύσατις καὶ φύσει βαρύθυμος οὖσα καὶ βάρβαρος ἐν ὀργαῖς καὶ μνησικακίαις ἐπεβούλευεν αὐτὴν |
κρότωνος συμμίγδην πετάλοισι μελισσοφύτοιο δασείης , ἠὲ καὶ ἠελίοιο τροπαῖς ἰσώνυμον ἔρνος ἥ θ ' Ὑπεριονίδαο παλινστρέπτοιο κελεύθους τεκμαίρει γλαυκοῖσιν | ||
, ἐπίκλησιν δὲ Λοκροῦ . μάτρωος δ ' ἐκάλεσσέ μιν ἰσώνυμον ἔμμεν : ἡσθεὶς οὖν ἐκάλεσεν αὐτὸν τοῦ πρὸς μητρὸς |
κατειργασμένον γνώρισμα , καὶ διὰ τὸ τοῦ ἤθους ἀπαίδευτον μᾶλλον ἐλεεῖται . Σωπάτρου . Ἀπὸ τῶν εὐπορωτέρων ἐπὶ τὰ ἀπορώτερα | ||
Ἡ σωφροσύνη πάρεστιν , ἂν μετρῇς σεαυτόν . Ὁ πένης ἐλεεῖται , ὁ δὲ πλούσιος φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ |
. τοιγαροῦν τοῦ μὲν τὴν πενίαν τοῦ δὲ τὸν πλοῦτον φθερεῖ , ἐπεὶ καὶ ὁ κεραυνωθεὶς αἰφνίδιον παρασημότερος γίνεται . | ||
σύκων κλοπῆς φωράσεως . . . ἐξολεῖ : Ἐξολέσει , φθερεῖ ὄντας κακούς . οἴμοι τάλας : Φεῦ ὁ ἄθλιος |
. ὦ δαιμόνι ' ἀνδρῶν , μὴ φθονερὸν ἴσθ ' ἀνδρίον . κατ ' ἀντιβολίαν δέκα τάλαντ ' ἀπετισάμην . | ||
ἐκείνη αἰδεσθεῖσα λύσσαν τοῖς κυσὶν ἐμβάλλει , κἀκεῖνον κατέφαγον . ἀνδρίον : δυσγενὲς καὶ ἀνελεύθερον ἀνθρώπιον : ὑποκοριστικῶς . ἀνδρίον |
σχισμάς , οὗτοι καὶ δίψυχοί εἰσιν καὶ κατάλαλοι , μηδέποτε εἰρηνεύοντες ἐν ἑαυτοῖς , ἀλλὰ διχοστατοῦντες πάντοτε . καὶ τούτοις | ||
οἱ κατ ' ἀλλήλων ἐν ταῖς καρδίαις ἔχοντες καὶ μὴ εἰρηνεύοντες ἐν ἑαυτοῖς , ἀλλὰ πρόσωπον εἰρήνης ἔχοντες , ὅταν |
: δεσμοῦσι ἀλυσθαίνοντος δέ , τουτέστιν ἀδημονοῦντος , καὶ ἐν ἄλῃ τυγχάνοντος , ἤγουν ἀδημονίᾳ . * ἀλυσθαίνοντος : λύπαις | ||
Ἀλαζών : ὁ ἀπατεὼν † ἢ κομπαστής , ὁ ἐν ἄλῃ καὶ πλάνῃ ζῶν . ἢ ὁ ἐκ τοῦ ἀλᾶν |
ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ | ||
ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ] |
! ! ἐψόφηκεν : ἐπανάγω [ ] ! ην ? θῆτε : μηδὲν μηδέπω [ ] ! ον . ου | ||
, ὦ παῖδες , ὅταν τελευτήσω , μήτε ἐν χρυσῷ θῆτε μήτε ἐν ἀργύρῳ μηδὲ ἐν ἄλλῳ μηδενί , ἀλλὰ |
ἀποστῆναι τοῦ ἔρωτος καὶ κάλλους , κἂν ψυχικὸν ᾖ καὶ ἀυλότερον ὡς πρὸς τὸ αἰσθητὸν , περιάγειν δὲ ἑαυτὸν ἐπὶ | ||
' ἀμερῶς καὶ δραστικῶς , ψυχὴ δὲ ἔτι ἁπλούστερον καὶ ἀυλότερον , καὶ τὸ ψυχῆς ὑπέρτερον κατὰ τὴν ὑπεροχὴν τῆς |
ξίφος ἐπαινοῦμεν : ἐφ ' ὑψηλοῦ γὰρ ὄντι τῷ ἱππεῖ κοπίδος μᾶλλον ἡ πληγὴ ἢ ξίφους ἀρκέσει . ἀντί γε | ||
Τέλητος ὑπέστης ; κἀγχειριδίου δ ' ἀκόνῃ σκληρᾷ παραθηγομένης βρύχεις κοπίδος , δηχθεὶς αἴθωνι Κλέωνι . Χλανίδες δ ' οὖλαι |
' οὖν ἕν γέ τί σοι πρὸς εὐγλωττίαν συμβαλοῦμαι . ὀνομαστικὸν μὲν οὖν τῷ βιβλίῳ τὸ ἐπίγραμμα , μηνύει δὲ | ||
νεκρῶσαι . Ἄμφω : ἄθροισις , ὁμοῦ : ἐπίῤῥημά ἐστιν ὀνομαστικὸν σχηματιζόμενον κατὰ δυϊκὴν πτῶσιν . ἀσφαλέως : ἀκινδύνως , |
ὅλως ὁδοιπόρει . Καλὸν φέρουσι καρπὸν οἱ σεμνοὶ τρόποι . Κακὸν φυτὸν πέφυκεν ἐν βίῳ γυνή , καὶ κτώμεθ ' | ||
ἀβλαβῆ τοῖς ἄλλοις , γελοίαν εἶναι ; Πάνυ γε . Κακὸν δ ' οὐχ ὁμολογοῦμεν αὐτὴν ἄγνοιάν γε οὖσαν εἶναι |
ἔρρωσο . ἐρεῖς οὖν τὸ σύνηθες ἄνθρωπος , ἀνθρώπιον , ἀνθρωπίσκος , ἀνθρώπινον , ἀνθρωπικῶς , ἀνθρωπίνως , ἀνθρωπικόν , | ||
σε παρευδοκιμῇ κίναιδός τις ἢ ὀρχηστοδιδάσκαλος ἢ Ἰωνικὰ συνείρων Ἀλεξανδρεωτικὸς ἀνθρωπίσκος . τοῖς μὲν γὰρ τὰ ἐρωτικὰ ταῦτα διακονουμένοις καὶ |
καθέδρας . ΓΘ πνὺξ : τὸ ἐν Ἀθήναις δικαστήριον . πυκνίτης ] ἐν τῇ πνυκὶ συναγόμενος . πνὺξ ] τόπος | ||
καθεύδειν . οἱ δὲ κυάμοις φασὶν ἐχρῶντο ἀντὶ ψήφων . πυκνίτης : πνὺξ τόπος Ἀθήνησιν ἔνθα ἔστιν ὅτε ἐκκλησίαζον οἱ |
θέλει περισπᾶν , ἀμυγδαλῆ καὶ ῥοδῆ . καὶ Ἀρχίλοχος „ ῥοδῆς τε καλὸν ἄνθος „ . Ἀρίσταρχος δὲ καὶ τὸν | ||
μέντοι ψευδής καὶ φραδής ἐπιθετικά . καὶ τὸ Ποδῆς καὶ ῥοδῆς περισπάσθη , ὅτι τὸ Ο παραλήγει . Τὰ εἰς |
συνεχῶς ἐνεργῇ , τουτέστιν ἵνα ἐνδελεχῶς ἐνεργείᾳ ᾖ αἰσθητικὸς καὶ διανοητικός . τοῦτο γὰρ κρεῖττον τοῦ δυνάμει , εἴπερ αἱ | ||
ἄλογος ὤν . ὅτι οὖν μὴ ἄλογος : πᾶς ἄνθρωπος διανοητικός , οὐδὲν διανοητικὸν ἄλογον , οὐδεὶς ἄρα ἄνθρωπος ἄλογος |
καὶ γοργόν , ἐν δὲ τῇ ἡσυχίᾳ φιλέταιρόν τε καὶ εὐπροσήγορον τὰς βολάς , λέγεται δὲ καὶ μεγίστοις ἀνθρώπων ὀφθαλμοῖς | ||
ἄνδρα γ ' εὖ φρονεῖν . Ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρὸς γῆρας εὐπροσήγορον . Εἰσὶν καταφυγὴ πᾶσιν οἱ χρηστοὶ φίλοι . Ἔχει |
με σκῶπτε . “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” τί οὕτω πολύλαλος εἶ ; “ Αἴσωπος εἶπεν ” εἰ πετεινὸν λαλεῖ | ||
πρωτοκαθεδρίαν ἔχειν , καὶ εὐθὺς ἰταμός ἐστι καὶ ἀναιδὴς καὶ πολύλαλος καὶ ἐν τρυφαῖς πολλαῖς ἀναστρεφόμενος καὶ ἐν ἑτέραις πολλαῖς |
, ἀλλὰ τοσοῦτον . Ταὐτὸν οὖν ἐστιν ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ ὑγιεινοῦ , καὶ ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ δικαίου ; | ||
παντελὴς ἀναισθησία , τὸ δὲ διπλοῦν , ὅταν μὴ μόνον ἀνεπιστημοσύνῃ τις συνέχηται , ἀλλὰ καὶ οἴηται εἰδέναι ἃ μηδαμῶς |
. Ἐὰν δέ γε οἶμαι μεμιασμένη καὶ ἀκάθαρτος τοῦ σώματος ἀπαλλάττηται , ἅτε τῷ σώματι ἀεὶ συνοῦσα καὶ τοῦτο θεραπεύουσα | ||
πολίταις δικαιοσύνη μὲν ἐν ταῖς ψυχαῖς γίγνηται , ἀδικία δὲ ἀπαλλάττηται , καὶ ἄλλη δὲ ἀρετὴ ἐγγίγνηται , κακία δὲ |
ἑκάτερος αὐτῶν ἀπειλήφῃ τὰ ὑπὸ τοῦ λόγου ὀφειλόμενα ἀκοῦσαι . Λέγοις ἄν , ἔφη , ὡς οὐ πολλὰ ἄλλ ' | ||
, ὦ Σώκρατες , ἄρτι δοκῶ κατανενοηκέναι τοὺς ἄνδρας . Λέγοις ἄν : ἔοικας γὰρ ἄτοπόν τι καθορᾶν . Ναί |
τοῦτο , εἴπερ τι ἄλλο , ἔδοξε δημοτικόν τε καὶ φιλέταιρον πρᾶξαι Ἀλέξανδρον . οἱ δὲ παραλαβόντες ἀπῆγον τὴν αὑτοῦ | ||
τοῖς τοιούτοις χρησιμώτερον γένος . εἰ δ ' ἐστὶ τὸ φιλέταιρον ἕν τι τῶν καλῶν , ἀνὴρ παράσιτος τοῦτο ποιεῖ |
ἐστι φρόνησις ἀπηλλαγμένη πανουργίας καὶ οἷον ἁπλῆ τις οὖσα , μωρία δὲ ἐρημία φρενῶν . λαμβάνεται δὲ πολλάκις καὶ ἡ | ||
οἱ ἐξ αὐτοῦ γεννώμενοι γνωρίζουσι τὸν πατέρα . τι - μωρία μὲν δὴ καὶ τοῖς ἀλόγοις ἐπ ' ἀνδροφονίᾳ παρὰ |
δ ' εἶναι μέτριος αὐτός τε ἂν ταύτην τὴν δόξαν καρπώσαιτο , τοῖς τε βουλομένοις ὕστερον εὐέμβατον ἀπολίποι τὴν ἀκρόπολιν | ||
. Ἔστι δὲ οὗτος , ὃς ἀπορεῖ , τί ἂν καρπώσαιτο ὁ νοῦν ἔχων εἰς ἀγαθοῦ μοῖραν οὐδὲν πληττόμενος , |
πεποίηκε καὶ δεύτερόν ἐστι τῆς φύσεως καὶ τῷ ἀνειδέῳ καὶ ἀμόρφῳ συμπλέκεται : καὶ ἄτοπον τὴν φύσιν τοῦ τε μηδέπω | ||
“ ἔφη , ” πάσχειν , ὥσπερ ἂν εἴ τινι ἀμόρφῳ προσωπεῖον εὔμορφον ἐπιθείη τις φέρων , ὁ δὲ μέγα |
ἥ τε προσεχὴς τῷ κρημνῷ νάπη πυκνοῖς καὶ μεγάλοις δένδρεσιν ἐπίσκιος . ἔνθα βωμὸν ἱδρυσάμενοι τῷ θεῷ τὴν πάτριον θυσίαν | ||
εἶπον ἐγώ , δύσβατός γέ τις ὁ τόπος φαίνεται καὶ ἐπίσκιος : ἔστι γοῦν σκοτεινὸς καὶ δυσδιερεύνητος . ἀλλὰ γὰρ |
τίς τέχνη ὑπόδημα βέλτιον ποιεῖ , μὴ εἰδότες ὑπόδημα ; Ἀδύνατον . Οὐδέ γε τίς τέχνη δακτυλίους βελτίους ποιεῖ , | ||
γνωστόν τε καὶ δοξαστὸν τὸ αὐτό ; ἢ ἀδύνατον ; Ἀδύνατον , ἔφη , ἐκ τῶν ὡμολογημένων : εἴπερ ἐπ |
ταὶ δὲ σύνθετοι ἐκ τούτων . ἁγεμονικαὶ μὲν οἷον ἁ φρόνασις : ἑπητικαὶ δὲ οἷον ἀνδρεία καὶ σωφροσύνα , σύνθετοι | ||
δὲ ψυχᾶς νόος , τᾶς δὲ περὶ τὸν βίον εὐδαιμοσύνας φρόνασις : οὐθὲν γὰρ ἅτερόν ἐστι φρόνασις , εἰ μὴ |
. κλίνη καὶ αὐτὴ λίθου . ἐπ ' αὐτῆς κεῖται νοσοῦν τὸ ἐκείνου φάσμα χειρουργίᾳ φιλοτέχνῳ : παρέστηκε δὲ ὁ | ||
σώματος , ἢ τὸ ζῷον οὐκ ἂν ὑγιαίνοι τῷ κρείττονι νοσοῦν . κδʹ . Ἑλλανοδίκαις καὶ Ἠλείοις . Ἀξιοῦτέ με |
αὐτοῦ τέσσαρα , κανόνα δὲ τοιόνδε : αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον | ||
: αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον δὲ ἀκατάληκτον τὸ τούτου περιττεῦον συλλαβῇ |
σε τούτοις τὸ ἐξ αὐτῶν ἔτνος ἄμεινον , μᾶλλόν τε ῥυπτὸν καὶ τὸ πλέον τοῦ πνεύματος ἐν τῇ ἑψήσει διαφοροῦν | ||
σε τούτοις τὸ ἐξ αὐτῶν ἔτνος ἄμεινον , μᾶλλόν τε ῥυπτὸν καὶ τὸ πλέον τοῦ πνεύματος ἐν τῇ ἑψήσει διαφοροῦν |
ἀπορήσῃς , ποίας ἐστὶν ἐγκλίσεως ἢ ποίας συζυγίας , ἀλλὰ διαγνῷς ἄν , ὅτι ὁριστικῆς , οὔτε ποίας διαθέσεώς ἐστιν | ||
γὰρ ἐν οὐρανῷ τὰ πράγματα . ἵνα γνῷς : ἵνα διαγνῷς καὶ διακρίνῃς ἐκ τοῦ ἱλαροὺς εἶναι ἢ κατηφεῖς , |
[ τὸ μεταβάλλον ] . Δοκεῖ μοι τῶν ἀνδρῶν τὰν δικαιοσύναν ματέρα τε καὶ τιθηνὰν τᾶν ἀλλᾶν ἀρετᾶν προσειπέν : | ||
δὲ ἀνδρειότατα οἷον ποτὶ ῥώμαν καὶ ἰσχύν , ποτὶ δὲ δικαιοσύναν οἷον ποτὶ κάλλος τὸ σῶμα . τουτέων δὲ ἀρχαὶ |
. καὶ φιλοκίνδυνος , ῥιψοκίνδυνος , θρασύς , τολμηρός , πάντολμος , παρακινδυνευτικός , ἐθελοκίνδυνος , ῥᾳδιουργός , θερμουργός , | ||
, οὔτε ἀπιστῷ κομιδῇ . Τί γὰρ οὐκ ἂν ἐθελήσασα πάντολμος ψυχὴ ἐπιτεχνήσαιτο ; Διὰ μέσου δὴ ἥκων πίστεως καὶ |
πόλις Οἰνώτρων ἐν μεσογείᾳ . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ ” ἐν δὲ Ἰξιὰς πόλις , ἐν δὲ Μενεκίνη πόλις „ . Ἰξιβάται | ||
πόλις Οἰνώτρων ἐν μεσογείαι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι : ἐν δὲ Ἰξιὰς πόλις , ἐν δὲ Μενεκίνη πόλις . . Μενεκίνη |
ἐπ ' ἀργυρίου , ἵν ' εἰπεῖν δύνωμαι καθάπερ ὁ ἀργυρογνώμων λέγει φέρε ἣν θέλεις δραχμὴν καὶ διαγνώσομαι . ἀλλ | ||
πρὸς ἡμᾶς , πῶς καὶ τέχνην ἐξευρήκαμεν καὶ ὅσοις ὁ ἀργυρογνώμων προσχρῆται πρὸς δοκιμασίαν τοῦ νομίσματος , τῇ ὄψει , |
τινων προκρίνομαι , τούτου ἕνεκα θανάτου ὑπὸ σοῦ διώκεσθαι ; Ἐρρήθη μὲν δῆλον ὅτι τούτων πλείω ὑπό τε αὐτοῦ καὶ | ||
τις , ὅπερ καὶ ἐν τοῖς πρόσθε που ἐρρήθη . Ἐρρήθη γάρ . Οὕτω τοίνυν καὶ περὶ ἁμάξης ἡμᾶς μὲν |
ὡς πλείω ἔστι μοι τῶν ὄντων , ἐπιδεικνύς τε ἀργύριον κίβδηλον [ δηλοίην σε ] καὶ ὅρμους ὑποξύλους καὶ πορφυρίδας | ||
μοχθηρῶν ἡ ἀπάτη : καὶ δόκιμον μὲν ἡ δίκη , κίβδηλον δέ τι ἡ ἀπάτη : καὶ ἰσχυρὸν μὲν ἡ |
Χαρικλέους ἐμμανέστερον ἀνεβόησεν , Ἡράκλεις , ὅση μὲν τῶν μεταφρένων εὐρυθμία , πῶς δ ' ἀμφιλαφεῖς αἱ λαγόνες , ἀγκάλισμα | ||
; Ναί . Εὐλογία ἄρα καὶ εὐαρμοστία καὶ εὐσχημοσύνη καὶ εὐρυθμία εὐηθείᾳ ἀκολουθεῖ , οὐχ ἣν ἄνοιαν οὖσαν ὑποκοριζόμενοι καλοῦμεν |
ἐν τῷ ὑπὸ γῆν αὐτὴν διελεύσεται : ὥστε καὶ τὴν εγʹ : τοῦ ἄρα ἡλίου τὴν εγʹ περιφέρειαν διαπορευομένου ἐν | ||
, τὸ δʹ ἄστρον ἀνατέλλον : τοῦ ἄρα ἡλίου τὴν εγʹ περιφέρειαν διαπορευομένου ἐν τῷ ὑπὸ γῆν , τὸ δʹ |
θεωρίαν ἐνδεικνυμένου τοῖς μεταγενεστέροις . οὐδέ γε αὐτὸν μεθεῖλκεν ἀνάγκη βιωτικὴ καὶ πλάνη φιλάργυρος , ὥσπερ πολλοὺς τῶν νῦν : | ||
ἀρεταῖς τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ |
εἰς Κρότωνα ἐπεδήμησε , τίνα τε ἔπραξεν ἐν τῇ πρώτῃ ἐπιφοιτήσει , καὶ τίνας λόγους εἶπεν εἰς τοὺς νεανίσκους . | ||
ἐπιφοιτήσει , τοῦτο ἤδη μαθητέον ἐστί : εἰ γὰρ δὴ ἐπιφοιτήσει γε συνεχέως , φαίην ἂν καὶ αὐτὸς θεῖον εἶναι |
ἃς τῶν αἰσθητῶν ἀποτελεσμάτων σφραγῖδας εἶναι συμβέβηκε ; πρὶν γὰρ χλοῆσαι τὴν γῆν , αὐτὸ τοῦτο ἐν τῇ φύσει τῶν | ||
; Ἅπασα γὰρ ποθοῦμεν ἡ κλεινὴ πόλις . Ἀμβλυστονῆσαι καὶ χλοῆσαι τὴν πόλιν . Καὶ μηκέτ ' , ὦναξ Μιλτιάδη |
πολλὰ τῶν κατὰ τὴν βασιλείαν συνδιῴκει τῷ βασιλεῖ . καὶ μεγαλόπλουτος ὢν πολλοῖς τῶν ἀπόρων ἐβοήθει χρήματα διδούς , καὶ | ||
μεγαλόψυχος , μεγαλόθυμος , μεγαλότολμος , μεγαλόφωνος , μεγαλοπολίτης , μεγαλόπλουτος , μεγαλόδωρος , μεγάλαυχος , μεγαλόφρων . ἐκ δὲ |
' ὑμῖν τῆς φακῆς τὴν σκευήν : εἰς ἣν ἀποβλέπουσα συμβουλεύσαιμ ' ἂν ὑμῖν κατὰ τὸν Σωκρατικὸν Ἀντισθένην ἐξάγειν ἑαυτοὺς | ||
τάξιν ἄλλην εὐπετῶς μετακινήσει , τοῦτο ἐπασκητέον . τοσόνδε μέντοι συμβουλεύσαιμ ' ἂν τῷ στρατηγῷ , ἐκ τοῦ παντὸς πλήθους |
ἐν αὐτῇ πάντας ἐπιλανθάνεσθαι τῶν κακῶν καὶ τῶν θλίψεων . μειλίχιον δὲ εἶπε διὰ τὸ πάντας ἐν νυκτὶ ἡμεροῦσθαι . | ||
αὐτὸν μετὰ θάνατον ἐσεβάσθησαν : καλεῖσθαι δὲ αὐτὸν καὶ Δία μειλίχιον . Οἱ δὲ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ τοίχους φασὶν ἐπινοῆσαι |
ἀπεφαίνοντο ἐν παντὶ ἕν τι τῶν τιμιωτάτων εἶναι ὁμοίως ἐν ἐπιστήμηι τε καὶ ἐμπειρίαι καὶ ἐν γενέσει , καὶ πάλιν | ||
ταὐτὸν τοῦτο καὶ ἐπειδὰν ἔχων ἤδη τὴν ἐπιστήμην ταύτηι τῆι ἐπιστήμηι ταὐτὸν τοῦτο πρᾶγμα ἐπισκοπῆι ἢ πραττόμενον ἢ λεγόμενον . |
στέφανον ὑπισχνούμενος φιλοτιμίας μισθόνεἰ τοίνυν πάνδημον εἰσφορὰν τῆς χρείας εἰσπραττομένης φιλόδωρός τις ἀνὴρ καὶ πλούτῳ πολὺς ἧκεν οἴκοθεν ἄγων τὸν | ||
αἰδοῦς τε σοβαρωτέραις . , . . Θεαγένης ἦν γὰρ φιλόδωρός τε καὶ μεγαλόδωρος εἰς ὑπερβολήν . ἀναλοῦτο δὲ αὐτῷ |
κεφαλαλγεῖν , ὡς ἂν λυπηθῇ καὶ αὐτὴ ἡ Γαλάτεια . φασῶ τὰν κεφαλάν : προφασισθῶ καὶ πρόφασιν ποιήσομαι , φησί | ||
γάρ μοι Μεγαρικά τις μαχανά : χοίρως γὰρ ὑμὲ σκευάσας φασῶ φέρειν . Περίθεσθε τάσδε τὰς ὁπλὰς τῶν χοιρίων : |
ὄντας ἡμᾶς ὁ τρισκατάρατος οὑτοσὶ Παρρησιάδης ὕβρικεν ἤδη ἐρῶ . Ῥήτωρ γάρ τις , ὥς φασιν , ὤν , ἀπολιπὼν | ||
' εἶναι φλυαρίαν πρὸς ἐκεῖνον . φησὶ γοῦν οὑτωσὶ δυσχεραίνων Ῥήτωρ γάρ ἐστι νῦν τις ὧν γ ' ἐστὶν λέγειν |
τῷ γ ' ἐμῷ δοκῷ „ , ἤγουν τῇ ἐμῇ δοκήσει . καί τις ἕτερος βάδον τὴν βάδισιν . Καὶ | ||
γὰρ εἰ τὰ μὲν αἰσχρά ἐστιν ἀληθῶς , τὰ δὲ δοκήσει , ἤδη τὰ κατὰ δόκησιν πράξει . οὐ γάρ |
δὲ Ἰξιὰς πόλις , ἐν δὲ Μενεκίνη πόλις . . Μενεκίνη πόλις Οἰνώτρων ἐν μεσογείαι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . | ||
ἐν Ἰσαυρικῶν τρίτῳ . τὸ ἐθνικὸν Μενεδήμιος ἢ Μενεδημιεύς . Μενεκίνη , πόλις Οἰνώτρων ἐν μεσογείᾳ . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . |
. στρωματόδεσμος Ἀττικοί , στρωματεύς Ἕλληνες . στασιώτης Ἀττικοί , στασιαστής Ἕλληνες . στερίφη Ἀττικοί , στερρά Ἕλληνες . σκιμαλίσαι | ||
. καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα : πολίτης , μυθίτης ὁ στασιαστής . ὅτι γὰρ ταῦτα διὰ τοῦ ι γράφεται δείκνυσιν |
Ἰλλυρίας , οἱ δὲ Θεσσαλίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀθαμᾶνες . Ἀθάρραβις , πόλις Αἰγύπτου , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν τετάρτῳ ” | ||
τὸ κάνναβις . τὰ δὲ κύρια ἢ προσηγορικὰ βαρύνεται : Ἀθάρραβις κάνναβις . σημείωσαι τὸ καλλαβίς . Τὰ εἰς ΓΙΣ |
δὲ λανθάνον οὐ φαίνεται : ὑποβαίνων γὰρ ἐρεῖ ὧδέ που μεθύει τῷ μεγέθει τῶν πεπραγμένων Φίλιππος , ὥρμητο δὲ τὸ | ||
περὶ Ἠλείων λέγων παρατίθεται τόδε τὸ ἐπίγραμμα : Ἦλις καὶ μεθύει καὶ ψεύδεται : οἷος ἑκάστου οἶκος , τοιαύτη καὶ |
ὁ δὲ Στράτων ἐν μεσοφρύῳ . , : Στράτων ἐν μεσοφρύῳ . : καὶ ὁ μὲν νοῦς καὶ λογισμὸς καὶ | ||
. Πλάτων Δημόκριτος ἐν ὅλῃ τῇ κεφαλῇ . Στράτων ἐν μεσοφρύῳ . Ἐρασίστρατος περὶ τὴν μήνιγγα τοῦ ἐγκεφάλου , ἣν |
ὁ Πορφύριος δὲ τὴν φιλόσοφον ἱστορίαν συγγράψας πρῶτον μὲν αὐτὸν ἀκρόχολον καὶ εὐόργητον εἴρηκε γεγενῆσθαι , Ἀριστοξένῳ μάρτυρι κεχρημένος τὸν | ||
ἀλαζόνα πολλὴν ἰσηγορίαν ζητοῦντι μήποτε ἐγκρίνωμεν , οὐ μὴν οὐδὲ ἀκρόχολον ἢ ὀργίλον . πῶς γὰρ ἐπιτήδειος εἰς συνήθειαν ὁ |
τάχ ' ἐν πέδῳ βαλῶ . ἑπόμενα προτέροισι τάδ ' ἐφημίσω . καί τίς σε κακοφρονῶν τίθησι δαίμων ὑπερβαρὴς ἐμπίτνων | ||
ἔκυρσας ὥστε τοξότης ἄκρος σκοποῦ : μακρὸν δὲ πῆμα συντόμως ἐφημίσω . πότερα γὰρ αὐτοῦ ζῶντος ἢ τεθνηκότος φάτις πρὸς |
κωμῳδία τὴν ἀλετρίδα μυλακρίδα καλεῖ ἢ ζῷόν τι ἐν τῷ μυλῶνι γινόμενον , ὡς Ἀριστοφάνης λέγει ἵνα ξυνῶσιν ᾧπερ ἥδεσθον | ||
, διότι παῖδ ' ἐλεύθερον ἐκ Πελλήνης ἔσχεν ἐν τῷ μυλῶνι : Θεμίστιον δὲ τὸν Ἀφιδναῖον , διότι τὴν Ῥοδίαν |
ἐγγίσει . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Κρόνος ἐν τῇ τοῦ Ἑρμοῦ φαρταρίᾳ ἔτος α μῆνας ι ἡμέρας η ὥρας ιγ ἔγγιστα | ||
καὶ ἡ ἀργία . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ζεὺς ἐν τῇ φαρταρίᾳ τοῦ Κρόνου ἔτος ἓν μῆνας Ϛ ἡμέρας κε ὥρας |
, καὶ τὸ μέλαν τὸ Ἰνδικὸν καὶ διὰ τοῦτο τοῖϲ ἀφλεγμάντοιϲ ἕλκεϲιν ἀλύπωϲ ὁμιλεῖ : μικτῆϲ δέ πώϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ | ||
ἐμβολὴν τούτων καὶ τὴν ἰϲχυροτέραν ἐπίδεϲιν , μόνοιϲ δὲ τοῖϲ ἀφλεγμάντοιϲ τε καὶ παραμυθητικοῖϲ ἐν ἀρχῇ χρῆϲθαι κελεύει βοηθήμαϲιν : |
αὐτοῦ πολὺ δάκρυον ἐπιϲπᾶϲθαι : καὶ γὰρ ὀξυδορκίαν ποιεῖ , δριμὺϲ δὲ καὶ πικρόϲ ἐϲτιν : ὅθεν οὖρά τε χολώδη | ||
καρπόϲ . ὁ δὲ φλοιὸϲ τῆϲ ῥίζηϲ ἧττον μέν ἐϲτι δριμὺϲ καὶ θερμόϲ , μᾶλλον δὲ πικρόϲ , καί τι |
Παλαμήδῃ λέγει κώπην χρυσόκολλον , Μένανδρος δὲ ἐν Ἁλιεῦσι καὶ χρυσολαβὲς καλὸν πάνυ ἐγχειρίδιον , Θεόπομπος δὲ ἐν Πόλεσιν ἐλεφαντοκώπους | ||
δυσδιάθετον . δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν . καὶ χρυσολαβὲς καλὸν πάνυ ἐγχειρίδιον . παχὺς γὰρ ὗς ἔκειτ ' |
μέν , ἑαυτοῦ δέ . φέρε γὰρ τὸν Εὔμαιον ἑαυτοῦ κήδεσθαι : τί ἂν γένοιτο ἄλλο ἢ τὸ ἐπεὶ ἕο | ||
καὶ τοιούτως ἐνοχλεῖ , ὥστε περὶ πλείονος ἐποιήσατο δοκεῖν ἐμοῦ κήδεσθαι μᾶλλον ἤ μου κατειπεῖν . ἃ δ ' ἔλεγε |
μαλακτικήν , χρήϲιμον δέ ἐϲτι πρὸϲ πίτυρα καὶ ἀχώραϲ καὶ ἐφήλειϲ ἀποκαθαίρει καὶ τὸ πρόϲωπον λευκαίνει καὶ ἀποϲμήχει καὶ πρόϲφατον | ||
ϲυνοῦϲαν πικρότητα καὶ πλατείαϲ ἕλμινθαϲ ἀναιρεῖν πέφυκε καὶ πρὸϲ τὰϲ ἐφήλειϲ αὐτῷ χρῶνται μεθ ' ὕδατοϲ ἢ μέλιτοϲ : ἐνυπάρχει |
] ἐπὶ τῆς . διασύρει τῶν φιλοσόφων τὸν βίον ὡς πενιχρὸν καὶ ἐπίπονον καὶ ἐνδεῶς ἔχοντα καὶ αὐτῆς τῆς ἀναγκαίας | ||
ἐν ἀγαθοποιοῦ ὁρίοις ᾖ , τὸ μὲν γένος ἐλεύθερον , πενιχρὸν δὲ καὶ ὑποτεταγμένον καὶ δούλια ἔργα ποιεῖν σημαίνει . |
γὰρ τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι , κυπτάζειν δέ ἐστι τὸ στραγγεύεσθαι . Ἀριστοφάνης ἐν Νεφέλαις χώρει , τί κυπτάζεις ἔχων | ||
μὲν λέγεται τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι : κυπτάζειν δὲ τὸ στραγγεύεσθαι . κωμῳδὸς καὶ τραγῳδὸς λέγεται ὁ χορευτὴς καὶ ὁ |
γήρως ἢ κατὰ πήρωσιν ἀπόλεμοι ἦσαν . Αὐτὸς δὲ ὡς ἐξελέγξας δὴ τῶν Χαλδαίων τὴν μαντείαν , ὅτι οὐδὲν πεπόνθοι | ||
τούς τε πρώτους τῶν πολιτῶν ὑβρίζοντας καὶ διαφοροῦντας τὰ κοινὰ ἐξελέγξας ἐξέβαλε τήν τε χώραν ἀπήλλαξεν ἀκαρπίας καὶ λοιμοῦ διασφάγας |
, οὐκ ἐρᾷ ποικίλης ἐσθῆτος . ἀλλὰ ταῦτα καὶ ἀναλίσκει γανύμενος καὶ προΐεται . ἐρᾷ δὲ ἑνὸς μόνου καὶ ἥττων | ||
θαυμαστὸς καὶ τὴν κίνησιν ὑπερφυής . καὶ ᾄδων αὐτὸν καὶ γανύμενος ὡς ῥᾳδίως τε καὶ τὰ προσήκοντα εἰρηκὼς ἀφυπνιζόμην . |
ἔνδειαν , ὡς ἐπὶ τῆς ἐλευθεριότητος ὁρᾶται ἐπὶ θάτερα μὲν μικρολογία , ἐπὶ θάτερα δὲ ἀσωτία . Γίνεται γὰρ ἐν | ||
[ ἢ ἄνοιαν ] γινόμενα . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μικροψυχίᾳ μικρολογία : μεμψιμοιρία : δυσελπιστία : ταπεινότης . . . |
' . Ἀγοράκριτος : ἐν τἀγορᾷ γὰρ κρινόμενος ἐβοσκόμην . Ἀγορακρίτῳ τοίνυν ἐμαυτὸν ἐπιτρέπω καὶ τὸν Παφλαγόνα παραδίδωμι τουτονί . | ||
] ἐκδίδωμι . Γ παραδίδωμι ] ἤγουν σοί , τῷ Ἀγορακρίτῳ . Γ τὸν Παφλαγόνα ] τὸν Κλέωνα . παραδίδωμι |
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις | ||
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων |
δὲ ὄψον , ὃ δὲ οἶνον . καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Γηρυτάδῃ καὶ Αἰολοσίκωνι διὰ τούτων : ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών | ||
μόνον ἐστὶν ἀλλὰ καὶ οἰνοχόη , σαφὲς Ἀριστοφάνης ἐν τῷ Γηρυτάδῃ ποιεῖ : περιέφερε δὲ κύκλῳ λεπαστὴν ἡμῖν ταχὺ προσφέρων |
. τοιαῦτ ' ] οἷα ἐμοῦ ἤκουσας . θΞ μὴ φιλοστόνως ] ἀλλὰ μὴ ἐν θρήνοις καὶ οἰμωγαῖς . φιλοστόνως | ||
ἐν θρήνοις καὶ οἰμωγαῖς . φιλοστόνως ] θρηνητικῶς . θΞ φιλοστόνως ] θρηνωδῶς . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . θΞ ἀγρίοις |