| ὣς ἔφαθ ' , οἱ δ ' ἄρα πάντες ἀνήϊξαν γελόωντες , ἀμφὶ δ ' ἄρα πτωχοὺς κακοείμονας ἠγερέθοντο . | ||
| : βαιοὺς δ ' ἐπὶ μείζοσιν ὁπλίζοιο : δείπνοις γὰρ γελόωντες ἐπισπεύδουσιν ὄλεθρον : ἦ γὰρ ἀεὶ πλωτῶν σιφλὸν γένος |
| ” δίμετρον : τὸ οαʹ “ κεντούμενος ὥσπερ ὑπ ' ἀνθρήνων ” δίμετρον : τὸ οβʹ “ ὑπὸ τῶν [ | ||
| ὑπερβαλῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν τόξων . ὥσπερ ὑπ ' ἀνθρήνων : οὕτως οἱ ποιηταὶ τὰς μελίσσας συνεχῶς λέγουσιν . |
| θείοιο , τρητοῖς ' ἐν λεχέεσσιν , ὑπ ' αἰθούσῃ ἐριδούπῳ , πὰρ δ ' ἄρ ' ἐϋμμελίην Πεισίστρατον , | ||
| ἕποντο νομῆες . καὶ τὰς μὲν κατέδησαν ὑπ ' αἰθούσῃ ἐριδούπῳ , αὐτὸς δ ' αὖτ ' Ὀδυσῆα προσηύδα κερτομίοισι |
| λείπει τὸ ἐμποδισθεὶς ὑπὸ ἀσκαλαβώτου ὁ Σωκράτης . ὑπ ' ἀσκαλαβώτου : ὥσπερ σαῦρά ἐστιν ὁ ἀσκαλαβώτης : λέγεται δὲ | ||
| σὺ φθέγματα παντὸς τρόπου μυός , γαλῆς , μυογάλου , ἀσκαλαβώτου γένη σίλφης , ἁπάσης σφηκὸς καὶ μελίσσης παντοίας . |
| . βῆ δ ' ἴμεναι κείων , ὅθι περ σύες ἀργιόδοντες πέτρῃ ὕπο γλαφυρῇ εὗδον , βορέω ὑπ ' ἰωγῇ | ||
| ἀργαλέοιο κυδοιμοῦ φεῦγον : τοὶ δ ' ἐφέποντο κύνες ὣς ἀργιόδοντες κεμμάσιν ἀγροτέρῃσι κατ ' ἄγκεα μακρὰ καὶ ὕλην . |
| οὐδέ ποτ ' ἔσβη πῦρ , ἕτερον μὲν ὑπ ' αἰθούσῃ εὐερκέος αὐλῆς , ἄλλο δ ' ἐνὶ προδόμῳ , | ||
| . . . . . . γ . ὑπ ' αἰθούσῃ ἐριδούπῳ . αἴθουσα . , Υ : αἱ αἴθουσαι |
| ἀργαλέῳ ἔχετ ' ἄσθματι κῆρ ἀπινύσσων . ” ἀπ ' ἰκριόφιν ἀπὸ τοῦ ἰκρίου . λέγει δὲ ἴκριον καὶ τὴν | ||
| δ ' ἄρ ' ἀρνευτῆρι ἐοικὼς κάππες ' ἀπ ' ἰκριόφιν , λίπε δ ' ὀστέα θυμὸς ἀγήνωρ . Ζεὺς |
| τὸν δὲ ἀσκαλαβώτην γαλεώτην οἱ Ἀττικοὶ καλοῦσιν . ἔοικε δὲ σαύρᾳ . * ἐρέει : λέγει Δημήτηρ ἔβλαψεν : λέγεται | ||
| . , . * . . Ἀσκαλαβώτης : ζωΰφιον ἐοικὸς σαύρᾳ ἐν τοῖς τοίχοις ἀνέρπον τῶν οἰκημάτων : Ἀριστοφάνης : |
| αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες : πολλάκι δ ' ἰχθυβόλοισι καὶ ἐς λίνον ἀΐξαντες κύρτοις τ ' ἐμπελάσαντες ἐδηλήσανθ | ||
| ἁλίας . ἐπ ' : ἐν . δείπνοισιν ὑπ ' ἰχθυβόλοισι : ἐν τοῖς ἰχθυηροῖς δείπνοις . ἰχθυβόλοισι : ἀγρευομένοις |
| χαλεπαίνων , ὅσση ἄρα Τρώων καὶ Ἀχαιῶν ἔπλετο φωνὴ δεινὸν ἀϋσάντων , ὅτ ' ἐπ ' ἀλλήλοισιν ὄρουσαν . Αἴαντος | ||
| δὲ μέγ ' ἴαχον , ἀμφὶ δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν μῦθον ἀγασσαμένοι Διομήδεος ἱπποδάμοιο . διαφέρει |
| Γλυκὺς ἀπείρων πόλεμος : ἐπὶ τῶν ὑπ ' ἀπειρίας ἑαυτοὺς καθιέντων εἰς κινδύνους . Γέλως Ἰωνικός : ἐπὶ τῶν ἐκλελυμένων | ||
| Γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος : ἐπὶ τῶν ὑπ ' ἀπειρίας ἑαυτοὺς καθιέντων εἰς κίνδυνον . Γλυκεῖ ' ὀπώρα φύλακος ἐκλελοιπότος : |
| ἡμέρας τέτταρας , εὐωχούμενοι πανδημεὶ μεθ ' ἱλαρότητος καὶ ταῖς ἀνάρθροις ᾠδαῖς ἀλλήλους ψυχαγωγοῦντες : πρὸς δὲ τούτοις ἐπιμίσγονται τότε | ||
| . πολλὰ γὰρ αὖ κἀκεῖνοι περὶ ἡμῶν ἐμαντεύσαντο , πολλάκις ἀνάρθροις ἔτι καὶ κλαυθμώδεσι φωναῖς ὅτι μὲν δεόμεθα τινῶν σημηνάντων |
| φήσας ὁ αὐλητής : λόγος γὰρ παλαιὸς ὡς ὅτι ἀνδρὶ αὐλητῆρι θεοὶ νόον οὐκ ἐνέφυσαν , ἀλλ ' ἅμα τῷ | ||
| ὄρος ἄκρον εἵπετ ' Ἀριστομένης τοῖς Λακεδαιμονίοις . ἀνδρὶ μὲν αὐλητῆρι θεοὶ νόον οὐκ ἐνέφυσαν , ἀλλ ' ἅμα τῶι |
| ὁμῶς , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσιν . οἳ τότε Τιτήνεσσι κατέσταθεν ἐν δαῒ λυγρῇ | ||
| μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν χάλκεα μὲν |
| ἀθρόωϲ ἀπὸ κεφαλῆϲ καταρρευϲάντων . τοὺϲ μὲν οὖν ἀπ ' ἀγχόνηϲ εἰϲ τοῦτο ἐμπεϲόνταϲ φλεβοτομεῖν ἀπ ' ἀγκῶνοϲ : εἰ | ||
| , ὥϲτε διαμένειν ἐξελθόνταϲ . τοὺϲ μὲν οὖν ὑπ ' ἀγχόνηϲ ἐκπιεϲθένταϲ ἀπ ' ἀγκῶνοϲ φλεβοτομεῖν : εἰ δὲ ἄλλωϲ |
| , πλῆρες δὲ σχαδόνων , καὶ ἀπ ' Αἰγίλω ἰσχάδα τρώγοις ἁδεῖαν , τέττιγος ἐπεὶ τύγα φέρτερον ᾄδεις . ἠνίδε | ||
| τοῦ ν ἰσχάδες : „ καὶ ἀπ ' Αἰγείρου ἰσχάδα τρώγοις „ . . . , . . . : |
| ἐπὶ τῷ αὐτῷ ἡμεῖς μέν φαμεν ” σκληρότης , “ Ἐρετριῆς δὲ ” σκληροτήρ “ ; Πάνυ γε . Πότερον | ||
| μισθοφόροι ξυνεστράτευον . καὶ τῶν μὲν ὑπηκόων καὶ φόρου ὑποτελῶν Ἐρετριῆς καὶ Χαλκιδῆς καὶ Στυρῆς καὶ Καρύστιοι ἀπ ' Εὐβοίας |
| ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα . | ||
| ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα . |
| ἠδὲ θάλασσαν , νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἁλὸς βένθοσδε ἔρυσσαν , ἐν δ ' ἱστόν τ ' ἐτίθεντο καὶ | ||
| Ἀχαιῶν , νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἐπ ' ἠπείροιο ἔρυσσαν ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις , ὑπὸ δ ' ἕρματα μακρὰ |
| καὶ σπάνιόν ἐστι τὸ ἐναντίον . συλλαβούσης γοῦν τῆς γυναικὸς χάσκει μὲν τὸ κατ ' εὐθὺ τῆς μὴ συνειληφυίας : | ||
| λευκὴ γάρ , καταμέμφεται , πρὸς δ ' ἄλλην τινὰ χάσκει . Κλεοβούλου μὲν ἔγωγ ' ἐρέω , Κλεοβούλωι δ |
| καὶ φίλοι τῇ ἀναιδείᾳ : ὄχθοις ἱεροῖς : πρὸ τῶν ὄχθων τῶν περὶ τὴν πόλιν ἐν ᾗ . πόλει , | ||
| μούνους : Ἀθηναίους γὰρ τραπομένους ἐς τὸ πεδίον ὑπὸ τῶν ὄχθων οὐ κατώρα . Πέρσας δὲ ὁρῶντες ὁρμημένους διώκειν τοὺς |
| ὥς πού φησι καὶ Ἐ . πολλὰ δ ' ἔνερθε οὔδεος πυρὰ καίεται . . . . . διέκρινε μὲν | ||
| δ ' ἄρα χεύατ ' ἔραζε μαψιδίη καρποῖο κατ ' οὔδεος ὀλλυμένοιο λευγαλέως , ὀλοὸν δὲ πέλει μέγα πένθος ἄνακτι |
| οἷς οὖν δύναται , μιμεῖται τὸν ἀνδρεῖον , διαμαρτάνων : θρασύνεται γὰρ πρὸ τῶν δεινῶν , ἐν δ ' αὐτοῖς | ||
| ὁ ἐν γῇ πόνος . Πόλεμος ὑπ ' εὐτυχίας μάλιστα θρασύνεται , ἡ δὲ γεωργία ὑπ ' εὐκαρπίας σωφρονίζεται . |
| ' εὑρίσκοντο θεῶν παλάμαις τιμάν οἵαν οὔτις Ἑλλάνων δρέπει πλούτου στεφάνωμ ' ἀγέρωχον . νῦν γε μὰν τὰν Φιλοκτήταο δίκαν | ||
| Οὔ τις ] Οὐδείς . Δρέπει ] Καρποῦται . Πλούτου στεφάνωμ ' ] * Ὥσπερ ὁ στέφανος τιμὴ τῷ δεξαμένῳ |
| ἀμφιλάλοις δεινὸν ἐπιβρέμεται Θρηικία χελιδὼν ἐπὶ βάρβαρον ἑζομένη πέταλον : τρύζει δ ' ἐπίκλαυτον ἀηδόνιον νόμον , ὡς ἀπολεῖται , | ||
| κατά . Κλάζει : ἀδυνατεῖ , ἠχεῖ , ἐξ ἀσθενείας τρύζει , τουτέστι τρύζει , τείνεται , ἢ ποτὲ μὲν |
| γοῦν μία κήτους καὶ ἐς τοὺς εἴκοσι πήχεις πρόεισι , χελύνην δὲ πήχεων πεντεκαίδεκα ἔχει , τὸ δὲ πτέρωμα βραγχίου | ||
| χολοβάφινα : τὰ χολῇ κεχρισμένα . χελυνοίδης : ὁ τὴν χελύνην μεγάλην ἔχων . ὅμοιον τὸ πεοίδης , οἷον ὁ |
| ἤτοι τὰ μέλλοντα μεριμνάν . Μάχαιρα : διὰ τὸ μάχεσθαι ῥᾶον : ἢ διὰ τὸ μάχεσθαι πάσῃ φύσει καὶ τόπον | ||
| ἡ κορύνη πληρεστέραν τὴν ἐντεριώνην ἕξει , καὶ τὸ ξεσθῆναι ῥᾶον ὑπομένει , καὶ ἐντιθεμένη κρατεῖ . Γυμνὰ κάρυα δίχα |
| καὶ ἀκρατὴς γενόμενος , κλιθεὶς ἐς τὸ πλευρὸν ὑπ ' ἀκρασίης , ψαύει τοῦ πλευροῦ : καὶ ἐπὴν θίγῃ ὑγροῦ | ||
| τὴν σὴν ἰητρικὴν ἁνδάνειν αὐτέοισιν : δυσαρεστέονται γὰρ ὑπ ' ἀκρασίης ἅπασι , καὶ μανίην τὴν σοφίην νομίζουσιν . Ἤπου |
| δὲ σύνταξις οὕτως : παρ ' ἄλλου δ ' ἄλλος βύκτης καὶ ἄνεμος ἐνθρώσκων καὶ ἐμπίπτων ἐν πνοαῖς στροβήσει καὶ | ||
| παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης : ἠχητικός Ὅμηρος : ἔνθα δὲ βυκτάων ἀνέμων . |
| ἁλλόμενος ἀποδημίαν δηλοῖ : ἄλλως : ἀγαθὰ πολλὰ σημαίνει . Λαγὼν εὐώνυμος ἁλλόμενος εὐφρασίαν δηλοῖ πᾶσιν . ἄλλως : ἐργασίαν | ||
| δηλοῖ . Κοιλίας δεξιὸν μέρος ἁλλόμενον νόσον ὀλιγοχρόνιον δηλοῖ . Λαγὼν δεξιὸς ἁλλόμενος ἀποδημίαν δηλοῖ : ἄλλως : ἀγαθὰ πολλὰ |
| θοοὶ ξανθοί τ ' ἐρυθῖνοι καὶ κίθαροι καὶ τρίγλα καὶ ἀδρανέες μελάνουροι τραχούρων τ ' ἀγέλαι βούγλωσσά τε καὶ πλατύουροι | ||
| ἐρυθῖνοι : λιθρινάρια , ῥούσια . Κιθάρη : κιθάριος . ἀδρανέες : ἀσθενεῖς , οἱ λεπτοί . μελάνουροι : οἱ |
| συκῆς εἰς τρία ἔσχισται τριπετεῖ ] ἤγουν τρίσχιστον τριπετῆ ] τριπλῷ νέκταρι ] οἴνῳ γλυκεῖ μίξαις ] μῖξον αὐανθεῖσαν ] | ||
| ἔνθα καὶ ἡ Βύρσα ἦν , ἐπὶ τοῦ αὐχένος , τριπλῷ τείχει . τούτων δ ' ἕκαστον ἦν ὕψος μὲν |
| πέπλῳ ζεύξομαι ἅρματι πώλους . ” πέπλου ] ἤγουν τοῦ ἀρμένου . ναυφράκτῳ στρατῷ : τῷ συμπεφραγμένῳ καὶ συντεταγμένῳ ναυτικῷ | ||
| τοὺς τῆς νεὼς τοίχους , ἐφ ' ὧν τὰ τοῦ ἀρμένου σχοινία δεσμεύουσιν . ἐπ ' ἰκριόφιν : τὸ ἴκριον |
| λιγυξεῖν : ἆρ ' οὐκ αὐτὸς Ἔρωτος ὑπ ' ἀργαλέω ἐλυγίχθης ; σφόνδυλος : ἴσως αἰσχρόν τι πεποίηκεν . πῖθ | ||
| ἡ ἡδυτάτη καί φησι : βοῦτα , ὑπ ' ἀργαλέου ἐλυγίχθης Ἔρωτος καὶ ἐκάμφθης ; οἷον Εὔπολις : λυγίζεται καὶ |
| γέροντος , ὦκα δὲ κεκλόμενοι Μαντήιον Ἀπόλλωνα ῥέζον ἐπ ' ἐσχαρόφιν , νέον ἤματος ἀνομένοιο : κουρότεροι δ ' ἑτάρων | ||
| Ἀλκινόοιο , χειρὸς ἑλὼν Ὀδυσῆα δαΐφρονα ποικιλομήτην ὦρσεν ἀπ ' ἐσχαρόφιν καὶ ἐπὶ θρόνου εἷσε φαεινοῦ , υἱὸν ἀναστήσας ἀγαπήνορα |
| διὰ τὴν πονηρίαν ἣν ἔπραξαν . πολλοὶ δὲ ἐξ αὐτῶν ἐδιψύχησαν . οὗτοι ἔτι ἔχουσι μετάνοιαν , ἐὰν ταχὺ μετανοήσωσιν | ||
| κατοικία αὐτῶν εἰς τὸν πύργον . τινὲς δὲ ἐξ αὐτῶν ἐδιψύχησαν , τινὲς δὲ διψυχήσαντες διχοστασίας μείζονας ἐποίησαν . ἐν |
| καὶ δάκνουϲα ἐκ προϲαγωγῆϲ : ἀμφοῖν γὰρ χρέοϲ ληθαργικοῖϲι ἐϲ θάλψιν καὶ ἐγρήγορϲιν . τὰ πρῶτα μὲν ὦν καὶ κνίδῃ | ||
| τροφαῖς καὶ οἴνοις ἀνακτησόμεθα : ὅσοι δ ' ἐπὶ τούτων θάλψιν ἢ θλῖψιν παραλαμβάνουσιν , οὔ μοι δοκοῦσι δύνασθαι διακρίνειν |
| ἀσπίδος τύποις ἐπῆν : πῶς οὖν ἀνωτέρω [ ] εἶπε λεύκασπιν εἰσορῶμεν Ἀργείων στρατόν : ἐν δὲ τῇ Ἀντιγόνῃ λέγει | ||
| τὸ πεδίον , ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς φησι [ ] λεύκασπιν εἰσορῶμεν Ἀργείων στρατόν . ἀλλ ' οὐ πάντες ἦσαν |
| : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν τινὰ οἰκοῦσαν ἐν πέτραισι , ναυτίλων | ||
| ἔρφος : δέρμα στέρφος δερῶν * τὴν μέν : τὴν ἀμφίσβαιναν * ἁδρύνηται : αὔξηται , παχυνθῇ , αὐξηθῇ , |
| τε δεδουπότα δαρδάψουσιν . Ὣς ἄρ ' ἔφη δολόεντα μετὰ κταμένοις Ὀδυσῆα κεῖσθαι ὀιόμενος μεμορυγμένον αἵματι πολλῷ . Καὶ τότε | ||
| Ἐκβάλλοντες τῆς αἴθης πέπλους . Φοβερὸν ἀνθρώποις τόδ ' αὖ κταμένοις ἐπ ' αἰζηοῖσι καυχᾶσθαι μέγα . Παντοίοις γε μὴν |
| ] δίκην τριβόλων κεντοῦντα , πικρά : καὶ ἐκτράπελα , ἄσεμνα ἤτοι ἔξω τοῦ δέοντος τετραμμένα . γλισχραντιλογεξεπιτρίπτου : ἐκ | ||
| καλὸν ἀσχημονεῖν πρὸς τὸν αἰῶνα . Ἅπαντα μέντοι τὰ οὕτως ἄσεμνα διὰ μίαν ἐμφύεται τοῖς λόγοις αἰτίαν , διὰ τὸ |
| λεπτῶν , ἁπαλῶν ἤγουν παρθενικῶν † περισσὸν ἦν ἐνταῦθα τὸ λειβομένα ῥέος πρὸς τὸ τῆς ἀντιστροφῆς κῶλον : διὸ ἐξεβλήθη | ||
| τῶν δακρύων . . ῥαδινῶν ] ἁπαλῶν , παρθενικῶν . λειβομένα ῥέος ] στάζουσα ῥεῦμα . . νοτίοις ἔτεγξα πηγαῖς |
| ἐπώνυμον αὐδηθῆναι . Οἷοι ἐπιθύουσι βοῶν λίες . κάπροι τε λίες τε . Εὔμολπος Δόλιχός τε καὶ Ἱπποθόων μεγάθυμος Ἢ | ||
| , οἳ δὲ Ποσειδάωνος ἐπώνυμον αὐδηθῆναι . Οἷοι ἐπιθύουσι βοῶν λίες . κάπροι τε λίες τε . Εὔμολπος Δόλιχός τε |
| ἀποκνεῖν . Θουκυδίδης πρώτῃ : καὶ νικώμενοι ἐπ ' ἐλάχιστον ἀναπίπτουσιν . ἀναπόμπιμα δῶρα : τὰ ἀποστρεφόμενα . ἀνασπᾶν : | ||
| ἀντὶ τοῦ ἀθυμεῖν . ὡς καὶ Θουκυδίδης φησί , νικώμενοι ἀναπίπτουσιν . Τὸ πάσασθαι οἱ παλαιότεροι ἐπὶ τοῦ ἀπογεύσασθαι ἐλάμβανον |
| , ὑγιάζεται : τί οὖν τῇ ὑγιάνσει ταύτῃ ἠρεμίας εἶδος ἀντιτάξομεν ; Εἰ μὲν γὰρ τὸ ἐξ οὗ , νόσος | ||
| ἐχθρόν . θ πυλωρὸν ] φύλακα τῶν πυλῶν . θ ἀντιτάξομεν ] ἀντιστήσομεν . θΞ γέροντα ] φρόνιμον . ἡβῶσαν |
| , ἀλλὰ καὶ ἀδοξοῦσι διὰ ταῦτα καὶ καταγέλαστοι γίγνονται καὶ καταφρονούμενοι καὶ ἀτιμαζόμενοι ζῶσιν . ὁρᾷς δὲ καὶ τῶν πόλεων | ||
| τὰ πολεμικὰ καταφρονούμενοι μὲν ὑπ ' Ἀρκάδων καὶ Ἀργείων , καταφρονούμενοι δὲ ὑπ ' Ἀχαιῶν καὶ Ἀθηναίων , ὅμως ἐκείνῃ |
| σκληρότερον κατενεγκόντος ὑπ ' ἀπειρίας τὸν ἐκκοπέα , κατεάγη ἡ πλάξ . Ὑπερβάλλω ἐνεργητικῶς καὶ παθητικῶς αἰτιατικῇ , ὡς παρὰ | ||
| Ι , Δίς . Τὰ εἰς Ξ μονοσύλλαβα ὀξύνεται : πλάξ δράξ γλάξ σάρξ Λέξ φλόξ προίξ στίξ ὅλξ αἴξ |
| ἀποτομάσι βουδόροισι [ : τῶν δὲ ] βίοτος ἐθύετ ' ἀδινὸς [ ] ὑπὸ τανυπτέροισι χαλκόκρασι νευρε [ σμαραγδοχαίτας δὲ | ||
| καὶ ἀμφαδὰ ἔργα πέλοιτο . Κούρην δ ' ἐξ ἀχέων ἀδινὸς κατελώφεεν ὕπνος λέκτρῳ ἀνακλινθεῖσαν . ἄφαρ δέ μιν ἠπεροπῆες |
| τῶν γαστρὸς καὶ τῶν ὑπ ' αὐτήν , ὥστε πολλῶν ἐκκρεμαμένων ἐγγόνων βαρύτατον ἄχθος φέρουσα παρίεται καὶ χεῖρας ὑπ ' | ||
| μάθησις . Πάντων οὖν τῶν Πλάτωνος δογμάτων ἀτεχνῶς ἐξηρτημένων καὶ ἐκκρεμαμένων τῆς κατὰ τὴν ψυχὴν θειότητός τε καὶ ἀθανασίας , |
| . . πεδάρσιοι ] ἐν πεδίῳ αἰρόμενοι . ἐπ ' εὐκύκλοις ὄχοις ] καλοὺς τροχοὺς ἔχουσι ἐν τοῖς ἅρμασι . | ||
| , καὶ ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαιρόμενοι καὶ ὑψούμενοι ἐπὶ τοῖς εὐκύκλοις ὄχοις , ἤτοι ταῖς ἁμάξαις ταῖς εὐτρόχοις . τούτων |
| ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ ' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγ ' εἰσεπέτοντο . Συρακούσιοι δὲ τὰς κίχλας κιχήλας λέγουσιν . Ἐπίχαρμος | ||
| ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ ' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγ ' εἰσεπέτοντο : τῶν δὲ πλακούντων ὠστιζομένων περὶ τὴν γνάθον ἦν |
| ἐξ ἀγορᾶς ἰχθύδια τριταῖα , πολυτίμητα , βεβασανισμένα ἐπ ' ἰχθυοπώλου χειρὶ παρανομωτάτῃ . Τί σὺ λέγεις ; εἰσὶν δὲ | ||
| πριάμενός τε πτωχὸς εὐθὺς ἀποτρέχει . μέμνηται δ ' Ἄρχιππος ἰχθυοπώλου Ἑρμαίου . Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων κάπηλος Ἑρμαῖος . |
| προσέτι δὲ καὶ ὀφθαλμιῶσι σφοδρῶς καὶ σφακελιζομένοις καὶ ὀδυνωμένοις καὶ ἀγρυπνοῦσι καὶ ῥευματιζομένοις . καὶ λεπτοῦ καὶ δριμέος φερομένου τοῦ | ||
| ψυχρισθεῖσαι καλῶς διδόμεναι . δεῖ δὲ διδόναι μάλιστα ταῦτα τοῖς ἀγρυπνοῦσι καὶ θερμοτέραν ἔχουσι τὴν κρᾶσιν καὶ ἀκμάζουσι τὴν ἡλικίαν |
| . χρὴ δὲ προκλύζειν αὐτὰς οἴνῳ . σὺν ὕδατι δὲ περιχριομένη λέπρας καὶ λειχῆνας θεραπεύει . Ὅλον δὲ τὸν μῦν | ||
| καὶ μελικράτῳ . Πρὸς τὰς ἑλκώσεις τῆς μήτρας ἁρμόζει ἀμόργη περιχριομένη ἑφθὴ μετὰ κηρωτῆς ἢ λύκιον ὁμοίως ἢ χυλὸς ἀκακίας |
| : παρόσον ταῖς ῥαχίαις ἐπιβάλλοντα τὰ κύματα ψόφον ποιεῖ . Ῥήματα ἀντὶ ἀλφίτων : ἐπὶ τοῦ προϊεμένου φωνὰς μόνας . | ||
| ἐπὶ τοῦ παραπολαύοντός τινος , δι ' ὃ πράττει . Ῥήματα ἀντὶ ἀλφίτων . Ῥοδίων χρησμός : ἐπὶ τῶν περιεργότερον |
| δ ' ὀστέον ἔγχος , ὃ δὲ πρηνὴς ἐπὶ γαίῃ κάππες ' : ἀτὰρ Μενέλαος ἀρήϊος οὖτα Θόαντα στέρνον γυμνωθέντα | ||
| πρόσθε ποδῶν : ὃ δ ' ἄρ ' ἀρνευτῆρι ἐοικὼς κάππες ' ἀπ ' εὐεργέος δίφρου , λίπε δ ' |
| . . . ἀσφάραγος : ὁ λαιμός : παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ | ||
| καὶ πάλιν : ἐρισφάραγος πόσις Ἥρης ἔσται . παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ |
| ἣ περιεῖχε τὴν ἐξ Ἰνδῶν κάθοδον Διονύσου , Διόνυσος ἦν δωδεκάπηχυς ἐπ ' ἐλέφαντος κατακείμενος , ἠμφιεσμένος προφυρίδα καὶ στέφανον | ||
| τῶν φύλλων ἔχει . μεγέθει δὲ μέγα , καὶ γὰρ δωδεκάπηχυς ἐξ αὐτῆς ἐρέψιμος ὕλη τέμνεται . διττὸν δὲ τὸ |
| ψαιστὰ παρῆν ἡδυσματίοις κατάπαστα , ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ ' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγ ' εἰσεπέτοντο : τῶν δὲ πλακούντων | ||
| ἀνάπαιστα παρῆν ἡδυσματίοις κατάπαστα . ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ ' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγ ' εἰσεπέτοντο : τῶν δὲ πλακούντων |
| τοῦ κόσμου . λέγε δύσφημον καὶ τὸ φυλλορροεῖν καὶ τὸ ἰσχάδα γίνεσθαι ἀντὶ σύκου καὶ ἀσταφίδας ἐκ σταφυλῆς . πάντα | ||
| τοῖς ᾄδουσι καὶ αὐλοῦσι συγκινούμενον ὑμέναιον , ἐπεὶ δὲ εἶδεν ἰσχάδα οἶμαι ἢ ἀμύγδαλον πόρρω κειμένην , μακρὰ χαίρειν φράσαντα |
| διόπερ οὐδὲ πολύχρηϲτόϲ ἐϲτιν , πλὴν ἐν περιπνευμονίαιϲ τε καὶ ἡπατικοῖϲ πάθεϲιν ἐν μελικράτῳ καθεψηθεῖϲα δίδοται . κινεῖ δὲ καὶ | ||
| . δύναμιν δὲ ἔχει δίψουϲ παρηγορικὴν καὶ ὑδρωπικοῖϲ βοηθεῖ καὶ ἡπατικοῖϲ καὶ περιπνευμονικοῖϲ καὶ πλευριτικοῖϲ πινόμενοϲ καὶ τὸ ϲῶμα εὐανθὲϲ |
| , ξηραίνουϲι δὲ κατὰ τὴν πρώτην : εἰϲὶ δὲ καὶ λεπτομερεῖϲ , ὥϲτε καὶ τοὺϲ ἐν νεφροῖϲ λίθουϲ θρύπτειν καὶ | ||
| : νίτρου δὲ τὸ διπλοῦν ἐμβαλλέϲθω . τροφαὶ δὲ ἔϲτωϲαν λεπτομερεῖϲ καὶ τμητικαὶ καὶ ξηραντικαὶ καὶ δι ' ἀρτυμάτων ϲελίνου |
| καὶ ὀρχούμενοι χειμέριον . Καὶ κύων τοῖς ποσὶν ὀρύττουσα καὶ ὀλολυγὼν ᾄδουσα μόνη ἀκρωρίας χειμέριον . Γῆς ἔντερα πολλὰ φαινόμενα | ||
| , καὶ κύνες ὀρύσσοντες τὴν γῆν χειμῶνα δηλοῦσι : καὶ ὀλολυγὼν τρύζουσα ἑωθινὸν καὶ τὰ ὄρνεα εἰς τὰ πρὸς πέλαγος |
| : ἀπὸ τοῦ οἴω ὃ σημαίνει τὸ φέρω : γίνεται οἰστός : καὶ μετὰ τῆς ὑπὸ , ὑποιστὸς , καὶ | ||
| καὶ τὰ τοῦ τόξου μέρη , κέρας καὶ νευρὰ καὶ οἰστός . τὸ αὐτὸ καὶ βέλος καὶ τόξευμα : Θουκυδίδης |
| πρὸς ἀπληστίην , πρὸς ἐπιθυμίην , πρὸς ἀφαίρεσιν , πρὸς ἀναιδείην . Αὕτη γὰρ ἡ γνῶσις τῶν προσιόντων καὶ χρῆσις | ||
| καὶ ἀγήνορες , οὐδέ κεν ἄν τι ἀντόμενοι τρέσσειαν , ἀναιδείην ἀχάλινον αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες : πολλάκι |
| . . τῆς δὲ Βοιωτίας τὰ ἐν ἀριστερᾶι τοῦ Εὐρίπου Μεσσάπιον ὄρος καλούμενον καὶ ὑπ ' αὐτῶι Βοιωτῶν ἐπὶ θαλάσσης | ||
| εἶδος , τῆς δὲ Βοιωτίας τὰ ἐν ἀριστερᾷ τοῦ Εὐρίπου Μεσσάπιον ὄρος καλούμενον καὶ ὑπ ' αὐτῷ Βοιωτῶν ἐπὶ θαλάσσης |
| πολλάκιϲ ξηραντικὴν ἱκανῶϲ αὐτῷ δύναμιν ἐναποτίθεται : πινόμενον γοῦν ἁρμόττει ϲπληνικοῖϲ . εἰ δὲ εἰϲ οἶνον ἀποϲβεϲθείη , κοιλιακοῖϲ τε | ||
| β ἐν μελικράτῳ πινόμεναι ὕδωρ ἄγουϲιν : τινὲϲ δὲ τοῖϲ ϲπληνικοῖϲ αὐτὸ μετ ' ὀξυκράτου διδόαϲιν . Ἀκτῆϲ τοῦ φλοιοῦ |
| ἐϲ εὖροϲ κέχυται . ἔϲτω δὲ καὶ ἡ ὑπὸ τῇ ϲικύῃ φλὸξ πολλή , ὡϲ μὴ μοῦνον ἑλκύϲαι , ἀλλὰ | ||
| , ἢ ἐρυϲίπελαϲ ἐμφανέωϲ . καὶ ἰητρὸϲ δὲ ἀγαθὸϲ ἢ ϲικύῃ ἐϲ τὸν θώρηκα τὸ κακὸν ἀνήγαγε , ἢ ϲίνηπι |
| νεμέεσσι δὲ τοῖς πρὸς νομὴν ἐπιτηδείοις . * καὶ ἐν νεμέεσσι : καὶ ἐν τοῖς τόποις περιεκτικοῖς βοσκῆς * φωλεύει | ||
| ἐν κνημοῖσι ] ἐν τοῖς τραχέσι καὶ δυσβάτοις τόποις ἐν νεμέεσσι ] γράφεται ἐν κνημοῖσι Φαλακραίῃς : Φαλάκρα δὲ ἀκρωτήριον |
| ὅς ῥ ' ἐνὶ βήσσῃς φέρβετο Λαμπείης Ἐρυμάνθιον ἂμ μέγα τῖφος , τὸν μὲν ἐνὶ πρώτοισι Μυκηνάων † ἀγορῇσι δεσμοῖς | ||
| ἔμπης πάντεσσιν νομοὶ ὧδε τεθηλότες αἰὲν ἔασι Μηνίου ἂμ μέγα τῖφος , ἐπεὶ μελιηδέα ποίην λειμῶνες θαλέθουσιν ὑπόδροσοι εἱαμεναί τε |
| . . ἀλλ ' ἤτοι κακοεργὰ φαλάγγια , σὺν καὶ ἀνιγροὺς ἑρπηστὰς ἔχιάς τε καὶ ἄχθεα μυρία γαίης Τιτήνων ἐνέπουσιν | ||
| ] κλείω ποιητικόν : οἱ μὲν καλοῦσι , ὀνομάζουσι καὶ ἀνιγροὺς δὲ τοὺς ἀνιαρούς , ἀκαθάρτους ὕρακας : τοὺς μύας |
| δὲ ῥηθεῖσαι φαῦλαι τῶν ὑποστάσεων ἀεὶ μὲν πλῆθος καὶ πάχος ἐπικτῶνται , τὸ πλέον δὲ τὸν τῆς ἀμίδος τηροῦσι πυθμένα | ||
| δι ' οἰκονομίας ὠφέλιμον , συστάσεις τε καὶ φιλίας καινοτέρας ἐπικτῶνται καὶ συνηθείας , καὶ ἐπιπλοκαῖς ἀρρενικῶν καὶ θηλυκῶν περιτρέπονται |
| Λίβυας . . . ” Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ ” Ἐλβέστιοι καὶ Μαστιηνοί „ Ἔλβονθις , πόλις μεταξὺ Αἰγύπτου καὶ Κυρήνης . | ||
| περὶ δὲ τοὺς Λίβυας * * Ἑκαταῖος Εὐρώπηι Ἐλβέστιοι καὶ Μαστιηνοί . . Μαστιανοί : ἔθνος πρὸς ταῖς Ἡρακλείαις στήλαις |
| σκάρου , κεφάλων , σηπιῶν , κοσσύφων , κιχλῶν , γαλεῶν , πολυπόδων , σαργῶν , ἱππούρων , πομπίλων , | ||
| καὶ ἁπαλοῦ τυγχάνοντος : ἔστι γὰρ καὶ οὗτος τοῦ τῶν γαλεῶν γένους . σκορπιοί τε καὶ τραχοῦροι ὄρφοι τε καὶ |
| ὠλλύμαν , ἦμος ἐκ δείπνων ὕπνος ἡδὺς ἐπ ' ὄσσοις σκίδναται , μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χοροποιὸν θυσίαν καταπαύσας | ||
| ἐγκέφαλον πρῶτον ἀφικνέεται , καὶ οὕτως ἐς τὸ λοιπὸν σῶμα σκίδναται ὁ ἀὴρ , καταλιπὼν ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ ἑωυτοῦ τὴν |
| γῆ στερεὰ καὶ πάντα ἀντίτυπα καὶ ταῖς πληγαῖς βιαζόμενα τὰ πληττόμενα ὁμολογεῖν αὐτῶν τὴν οὐσίαν ; Εἰ οὖν τις λέγοι | ||
| ' αὐτοῖς , οὕτω πάντα κρείττω τοῦ τι παθεῖν ἤρχετο πληττόμενα μὲν τοῖς πεφυκόσι λυμαίνεσθαι , κρατούμενα δὲ ὑπ ' |
| ; Φαίνεται . Οἱ δὲ ἄδικοι πονηροί ; Ναί . Ἄκοντες ἄρα πονηροὶ καὶ ἄδικοι ; Παντάπασι μὲν οὖν . | ||
| . Ναί . Τὸ δὲ ἄδικον ἀκούσιον . Ἀκούσιον . Ἄκοντες ἄρα ἀδικοῦσιν καὶ ἄδικοί εἰσιν καὶ πονηροί . Ἄκοντες |
| Μακεδονίας ἀπὸ Βισάλτου τοῦ Ἡλίου καὶ Γῆς . × . Βίστονες δὲ ἀπὸ Βίστονος τοῦ υἱοῦ Ἄρεος . ? Βιστονίαἀπὸ | ||
| Παίονος τοῦ Ἄρεος παιδός . . Ἀψύνθιοι * καὶ * Βίστονες ἔθνη Θρακῶα , ὅθεν Ἀπολλώνιος περὶ Ὀρφέως λέγει . |
| δ ' ἱππόται ἢ πεζοί , καὶ ἔστι Ῥωμαίοις τῆς ἱππείας ἀρίστη παρὰ τούτων . ἀεὶ δὲ οἱ προσβορρότεροι καὶ | ||
| ὑπερῴαν ἀβασάνιστον : ἀναγκάζουσι δὲ αὐτοὺς ὅμως οἵδε οἱ τῆς ἱππείας σοφισταὶ περικυκλεῖν καὶ περιδινεῖσθαι ἐς ταὐτὸν στρεφομένους , καὶ |
| κεκρύφεις : ἔκρυψας . καθιδρύει : κάθηται καὶ καταμένει . κλισμοῖσι : θρόνοις . λυγρῶς : ἐλεεινῶς , ἀθλίως . | ||
| φωνήσας προτέρω ἄγε δῖος Ἀχιλλεύς , εἷσεν δ ' ἐν κλισμοῖσι τάπησί τε πορφυρέοισιν . αἶψα δὲ Πάτροκλον προσεφώνεεν ἐγγὺς |
| Ἀσσύριοι δὲ στρατευόμενοι περὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι εἶχον χάλκεά τε κράνεα καὶ πεπλεγμένα τρόπον τινὰ βάρβαρον οὐκ εὐαπήγητον : ἀσπίδας | ||
| ἐγένετο τοῖσι οἱ Ἕλληνες ἐχρήσαντο : καὶ γὰρ ἐπὶ τὰ κράνεα λόφους ἐπιδέεσθαι Κᾶρές εἰσι οἱ καταδέξαντες καὶ ἐπὶ τὰς |
| οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . Ἀχνυμένη σκυτάλη : ἐπὶ τῶν λυπρὰς ἀγγελίας ἀγγελλόντων . ἔθος γὰρ ἐπὶ ξύλου εἱλίσσειν τὸ | ||
| οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . Ἀχνυμένη σκυτάλη : ἐπὶ τῶν λυπρὰς ἀγγελίας ἀγγελλόντων . ἔθος γὰρ ἐπὶ ξύλου εἱλίσσειν τὸ |
| τὴν βουλήν . γραψάμενοι δὲ οἱ βουλευταὶ τὰ ὀνόματα τῶν ἐγγυωμένων καὶ κωλυόντων , ἀπιόντες ᾤχοντο εἰς ἄστυ . ὁ | ||
| Ἐγγύα , πάρα δ ' ἄτα : ἐπὶ τῶν ῥᾳδίως ἐγγυωμένων καὶ κακῶς ἀπαλλαττομένων . λέγουσι δὲ αὐτὴν ἐν Δελφοῖς |
| κατάπαστα . ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ ' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγ ' εἰσεπέτοντο : τῶν δὲ πλακούντων ὠστιζομένων περὶ τὴν | ||
| Τηλεκλείδης : ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ ' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγ ' εἰσεπέτοντο . Συρακούσιοι δὲ τὰς κίχλας κιχήλας λέγουσιν |
| ἦν ἡ Ἔφεσος . ἡ Ἀθηνᾶ : παρὰ τὸ ὁμηρικὸν αἰγίδ ' ἔχους ' ἐν χειρί . πολιοῦχος ] ἔχουσα | ||
| Ἀθηναίη , κούρη Διὸς αἰγιόχοιο , ἀντίη ἦλθεν Ἄρηος ἐρεμνὴν αἰγίδ ' ἔχουσα : δεινὰ δ ' ὑπόδρα ἰδοῦς ' |
| γοῦν ἐξ αὐτοῦ κατασκευασθέντα διὰ τοῦ η , ὀξύη : οἰσύα : κωδύα τῆς μήκωνος ἡ κεφαλή : καρύα : | ||
| ὄνειρος . οἴσυον : οὐδετέρως . οἱ δὲ θηλυκῶς λέγοντες οἰσύα διαμαρτάνουσιν . σημαίνει δὲ ῥάβδους ἑλώδεις . οὐκοῦν : |
| ] ὅμως δὲ ἐπ ' αὐτῷ τῷ Ἀμφιαράῳ ἀντιτάξομεν καὶ ἀντιστήσομεν πυλωρὸν , ἤγουν φύλακα τῶν πυλῶν , ἄνδρα ἐχθρόξενον | ||
| , κρατηθῆναι τὴν ναῦν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος ἤ τινα πρόνοιαν ἀντιστήσομεν τῷ κλύδωνι ; ἐμοὶ μὲν τοῦτο δοκεῖ καὶ τοῦτο |
| μεγακήτεϊ νηῒ μελαίνῃ , ἥ ῥ ' ἐν μεσσάτῳ ἔσκε γεγωνέμεν ἀμφοτέρωσε , ἠμὲν ἐπ ' Αἴαντος κλισίας Τελαμωνιάδαο ἠδ | ||
| τὴν τάξιν τῆς νεωλκίας ἡ παρατήρησις , καὶ πρὸς τὸ γεγωνέμεν , ὅτι οὐ ψιλῶς ἐστὶ φωνεῖν ἀλλ ' ἀκουστὸν |
| καὶ φυσωδῶν φάσιλοι , λάθυροι , ὦχροι , ἄρακοι . Ἐρέβινθοι , θέρμοι , φάσιλοι , ὦχροι , μελίνη , | ||
| τῶν ἀφύσων καὶ φυσωδῶν φάσιλοι , ὦχροι , λάθυροι . Ἐρέβινθοι , θέρμοι , μελίνη , κέγχρος καὶ ὅσα τοιαῦτα |
| ἐν κνημοῖσι δίδη μόσχοιο λύγοισιν , ποιμαίνοντ ' ἐπ ' ὄεσσι λαβών , καὶ ἔλυσεν ἀποίνων . ὥ : ἡ | ||
| Ζ ἐπ ' ὄεσσι : ὅτι ἀντὶ τοῦ παρ ' ὄεσσι καὶ ὅτι ἐν τῷ τόπῳ τῶν ὀίων λέγει . |
| τὸ κοίλωμα τοῦ ναυτικοῦ προσαγαγεῖν , ἵνα κατὰ πρύμναν αὐτῶν πλέωσιν . Ὅτι τις πλείονας κεκτημένος ὀφείλει προτάξαι τὰς ἴσας | ||
| Ἀσφάλειος ] τιμᾶται Ποσειδῶν Ἀσφάλειος παρ ' Ἀθηναίοις ἵνα ἀσφαλῶς πλέωσιν . τονθορύζοντες : λάθρᾳ φθεγγόμενοι ἢ ὑπότρομοι τὰ χείλη |
| κομαρίδας τε καὶ κύνας , κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . Νουμήνιος δ ' ἐν Ἁλιευτικῷ : ἄλλοτε δ | ||
| : χαλκίδας τε καὶ κύνας κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . καὶ Σώφρων ἐν ἀνδρείοις : κέστραι βότιν κάπτουσαι |
| ] μνείαν . σὲ ] ὦ στολή . δυσοίζω ] δυσχεραίνω . ἐπιξενοῦμαι ] φιλιοῦμαι . τιμαόροις ] τιμωροῖς . | ||
| . Καὶ ἐμοί , ἦν δ ' ἐγώ . καίτοι δυσχεραίνω τί γε ἐν αὐτῷ : φέρε οὖν , ὦ |
| δὲ ἀλείμματα . καὶ ὅτι τὸ μήλινον εὐστόμαχόν ἐστι καὶ ληθαργικοῖς χρήσιμον . τὸ δὲ οἰνάνθινον εὐστόμαχον ὂν καὶ τὴν | ||
| καθαίρει γὰρ καὶ οὐλοῖ . Ταύτης ὁ μὲν χυλὸς ποιεῖ ληθαργικοῖς : εἰς καταπότιον σκευάζεται δὲ οὕτως : στάχυος δρ |
| πόλει τοιοῦτοι . Κεραμέως πλοῦτος : ἐπὶ τῶν σαθρῶν καὶ ἀβεβαίων καὶ εὐθράστων . Κεραμεὺς ἄνθρωπος : ἐπὶ τοῦ σαθροῦ | ||
| τὰς μὲν ἀληθεῖς καταλήψεις ἀφαιρεῖται , ψευδῶν δὲ εἰδώλων καὶ ἀβεβαίων φαντασμάτων ἀναπίμπλησι τὴν διάνοιαν , τὰ ὑπαίτια ὡς ἑπαινετὰ |
| ἄεθλον ἆθλον , τοῦτο ἀπὸ τοῦ λῶ τὸ θέλω . ἀεθλεύουσι : κακοπαθοῦσιν , ἀγωνίζονται . Χαλεπῷ : χαλῶν τὴν | ||
| ὀπισθόρμητος . Δουροτόμοι : ναυπηγοὶ , πρίσται : παραβολή . ἀεθλεύουσι : ποιοῦσιν , ἀγωνίζονται . Πριόνος : διά . |
| ' ἐννεσίῃσι φέρειν μακάρων ἐπὶ γαῖαν . Τοὔνεκα καὶ στυγερῇ βεβολημένοι ἦτορ ἀνίῃ μίμνον πὰρ νήεσσιν ἑὸν κατὰ θυμὸν ἄνακτα | ||
| ἀναζείεσκε διοιγομένοιο κλύδωνος . Οἳ δ ' ἄρ ' ἀμηχανίῃ βεβολημένοι οὔτ ' ἐπ ' ἐρετμῷ χεῖρα βαλεῖν ἐδύναντο τεθηπότες |
| παρόντος , οὗτος οὐκ ἔχει φρένας . οἱ δὲ Νειλῶται κορακῖνοι ὅτι γλυκεῖς καὶ εὔσαρκοι , ἔτι δὲ ἡδεῖς , | ||
| δευτέραν δ ' ἐπ ' αὐτοῖς ἔχουσι τάξιν οἵ τε κορακῖνοι καὶ ἡ πηλαμὺς καὶ τὰ σαρξίτανα καλούμενα . ἐγκέφαλος |
| καταμήνια κινεῖ καὶ πάχοϲ χυμῶν τέμνει καὶ τὰϲ ἐν τοῖϲ ϲπλάγχνοιϲ ἐμφράξειϲ ἐκκαθαίρει . ἐϲτὶ δὲ τῆϲ τρίτηϲ τάξεωϲ κατὰ | ||
| διαφορητικὴν καὶ πάχουϲ τμητικήν , διακαθαίρει τε τὰϲ ἐν τοῖϲ ϲπλάγχνοιϲ ἐμφράξειϲ καὶ διὰ τοῦτο ἰκτεριῶνταϲ ἰᾶται , τοὺϲ ἐπ |
| τίςποτε τινόςποτε καὶ ἐπὶ θηλυκοῦ τὸ αὐτό , οὐδετέρου δὲ τίποτε τινόςποτε ; τινέςποτε καὶ οὐδετέρου τινάποτε τινῶνποτε . οὐδεὶς | ||
| ἢ ϲικύαϲ προϲβαλόντεϲ ἢ πταρμοὺϲ ἢ βῆχαϲ ἢ φύϲαϲ ἐπιτηδεύϲαντεϲ τίποτε κατορθοῦν ᾠήθηϲαν , ἱκανῶϲ ὑπὸ τοῦ Ἱπποκράτουϲ ἠλέγχθηϲαν . |
| ἄμφωτον . Σιμάριστος δὲ παρὰ Κυπρίοις τὸ δίωτον ποτήριον . κύμβη κύλικος εἶδος ὃ Πάφιοι κύμβαν καλοῦσιν . κώθων Λακωνικὸν | ||
| ποτήριον καὶ στενὸν τῷ σχήματι , παρόμοιον πλοίῳ ὃ καλεῖται κύμβη . καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Ἀγροίκοις : μεγάλ ' ἴσως |