' ἂν ἐκλίπῃ , τέθνηκε κοινῇ πᾶς ὁ τῶν ζώντων βίος . Οὐκ ἔστιν οὔτε ζωγράφος , μὰ τοὺς θεούς
ἔστιν εὐγενῶς φιλοσοφεῖν πόνων καταφρονήσαντα . τοὺς λόγους σου ὁ βίος βεβαιούτω . τῶν δογμάτων σου τὰ ἔργα ἀπόδειξις ἔστω
7623418 πλουτος
ὅτι μάλιστα ἐξομοιωθῇ τῷ μακαριωτάτῳ . τοῦτο δὲ εἰ μὲν πλοῦτος ποιεῖν ἐδύνατο , πλοῦτόν γ ' ἂν ἐχρῆν αἱρεῖσθαι
τὴν τῆς ψυχῆς ταραχὴν οὐδὲ τὴν ἀξιόλογον ἀπογεννᾷ χαρὰν οὔτε πλοῦτος ὑπάρχων ὁ μέγιστος οὔθ ' ἡ παρὰ τοῖς πολλοῖς
7326987 ἀμοιρος
τὸ δὲ βραχὺ δι ' ἐμοῦ . εἰ μὲν οὖν ἄμοιρος ἔτι παίδων ἐστὶν ὁ διαβάλλων τὴν αἴτησιν , εἰκότως
ἀριστοτέχνης , οὐδ ' ὅσον ἀνθρωπίνου τεχνίτου δυνάμεως μεθέξει , ἄμοιρος δ ' ἡμῖν πάσης ἔσται γενέσεως , οὔκ ,
7313449 ζηλος
ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς
εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ
7259482 ὠφελιμος
. Ἔστι ταῦτα . Καὶ μὴν ὅ γε ἀγαθὸς ἀνὴρ ὠφέλιμος ἡμῖν ὡμολόγηται εἶναι . Ναί . Ἐπειδὴ τοίνυν οὐ
πρὸς ἐγκράτειαν , ἐπίπονος μέν , ἐν δὲ τοῖς μάλιστα ὠφέλιμος : καὶ ἡ μὲν ὑποφέρει καὶ ὑπονοστεῖν ἀναγκάζει τῷ
7186871 σπουδαιος
, καὶ διὰ τοῦτο αἱρετόν ἐστιν . αἱρεῖται γὰρ ὁ σπουδαῖος καὶ ζῆν καὶ αἰσθάνεσθαι καὶ νοεῖν , ὅτι αἰσθάνεται
τὸ ἡδὺ καὶ τὸ ἵλεων τοῦτο : ἵλεως δὲ ὁ σπουδαῖος ἀεὶ καὶ κατάστασις ἥσυχος καὶ ἀγαπητὴ ἡ διάθεσις ἣν
7107959 λογισμος
μὴ ἐν τῇ ὄψει ἡ κρίσις , ἀλλά τις καὶ λογισμὸς ἐπακολουθεῖ τοῖς βλεπομένοις . Τὸ γὰρ τῆς τε ἡμέρας
: πολλὰ δ ' ἐστίν , ὧν οὐ δύναται στοχάσασθαι λογισμὸς ἀνθρώπινος : οὐ τὴν τύχην , ὥσπερ ἐχρῆν ,
6895047 εὐτυχια
διὰ τὸ συνεργεῖν ταῖς πράξεσι . καλὸν οὖν , ὅκα εὐτυχία παρῇ τῷ νόῳ , ὥσπερ ὠρίῳ ἀνέμῳ θέοντα ,
νόσος πασῶν : φθειρῶν γὰρ ἤνθησεν , ἥ τε πρότερον εὐτυχία δοκοῦσα ἐς τοιοῦτο περιῆλθεν αὐτῷ τέλος . τὸ δὲ
6868346 ἀνθρωπινος
, ὅτι ἐκ μὲν τοῦ πράως τὰ δυσχερῆ φέρειν ὁ ἀνθρώπινος τρόπος εὐλόγιστος ἀναφαίνεται καὶ πρὸς τὸ παρὸν ἐπελαφρύνων τὰ
ἔξω σώματος πάντῃ καὶ γενέσεως , ὁ δὲ λόγος ὁ ἀνθρώπινος μετὰ τούτων ἐστίν , ἔστ ' ἂν ἡ ψυχὴ
6763589 φθονος
ἀκοὴ τούτους λυπεῖ ἢ ἄλλο τι . Κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος ὁ μὲν γὰρ βέλτιστος φθονεῖται διὰ τὰ προσόντα αὐτῷ
ἀτελής , μή που μέμψις , μή που ταπείνωσις ἢ φθόνος ; ὧδε ἡ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν
6745772 ἀφρων
οἰκειότατον δὲ κακίας ὄνομα σύγχυσις : οὗ πίστις ἐναργὴς πᾶς ἄφρων , λόγοις καὶ βουλαῖς καὶ πράξεσιν ἀδοκίμοις καὶ πεφορημέναις
, φθονεῖς , ταράσσῃ , μεταβάλλῃ : διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων εἶναι . ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ ;
6706774 εὐδαιμων
πᾶς γὰρ λέγει τις ὁ μακαρίτης οἴχεται , κατέδαρθεν : εὐδαίμων , ὅς ' οὐκ ἀνιάσεται . καὶ θύομέν γ
φαίνεται πολύ . τίς ἂν οὖν εἰς ταῦτα βλέπων οἴοιτο εὐδαίμων εἶναι καὶ μακάριος , οἳ πρῶτον εὐθὺς φύσει συνέσταμεν
6689185 βεβαιος
καὶ ἀντιπεπονθέναι τοῖς αὐτῶ μερέεσσιν : οὗτος γὰρ ἰσχυρὸς καὶ βέβαιος : τὸ δ ' ἀντιπεπονθέναι λέγω αὐτῶ καὶ ἄρχεν
κακοτεχνίας ὑγιῶς προστιθεμένου : ἐπιστήμης δέ : κατάληψις ἀσφαλὴς καὶ βέβαιος , ἀμετάπτωτος ὑπὸ λόγου . μουσικὴν μὲν οὖν καὶ
6656555 ἐρως
. ἔρως γὰρ ἔσχεν : ἀλλ ' οὔ σφιν : ἔρως γὰρ καὶ ἐπιθυμία , φησί , τῶν ἐκείνης γάμων
ταῖς ψυχαῖς καὶ ἀκρασία καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν ἀφροδισίων ἔρως καὶ φλεγμονῆς ἀπάτη καὶ τοῦ προπετοῦς ἀβλεψία . τὴν
6615872 παιδεια
οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν
' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ
6614626 σοφια
σοφία ἕξις ἐπαινετή , ἡ ἐπαινετὴ ἕξις ἀρετή , ἡ σοφία ἄρα ἀρετή . ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ σύνεσις καὶ
οὖν ἐστι συμφέρον ῥώμη κάλλος ὑγίεια , ψυχῇ δὲ ἀνδρεία σοφία δικαιοσύνη : τὰ δὲ ἐπίκτητα φίλοι χρήματα κτήματα :
6556934 μακαριος
ἔθος Ῥωμαίων Ῥωμαῖοι διαφυλάττοντες : ὃ οὐ μόνον διατετήρηκεν ὁ μακάριος ὑμῶν ἐπίσκοπος Σωτὴρ , ἀλλὰ καὶ ἐπηύξηκεν : ἐπιχορηγῶν
: Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ πενίαν , τὴν ἀνίατον νόσον
6556553 τιμιος
δ ' ἐν τυμβήρει θαλάμῳ κατεζεύχθη : καίτοι καὶ γενεᾷ τίμιος , ὦ παῖ , παῖ , καὶ Ζηνὸς ταμιεύεσκε
καὶ συμμάχους , καὶ σὺν ὑμῖν μὲν ἂν οἶμαι εἶναι τίμιος ὅπου ἂν ὦ , ὑμῶν δὲ ἔρημος ὢν οὐκ
6507803 τυχη
τὸ κέρδος ἐν πᾶσιν σκόπει . ὡς ὡραΐζεθ ' ἡ τύχη πρὸς τοὺς βίους . πένης λέγων τἀληθὲς οὐ πιστεύεται
μένειν καὶ κηδεμονίαν αὐτοῦ ποιήσεται ὁ οἰκεῖος αὐτοῦ δαίμων καὶ τύχη , ἔσται δὲ ἐπίνοσος , τεύξεται δὲ καὶ ἰατρικῶν
6505231 εὐφροσυνη
θρασύδαιον δηλονότι καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ . τούτων γὰρ ἡ εὐφροσύνη καὶ ἡ δόξα ἡ ἐκ τῆς νίκης διαλάμπει :
τοὺς ἀμέτρως αὐτῆς πίνοντας τὸ πόμα . . γάνος ] εὐφροσύνη . εὐφραῖνον τοὺς συμπίνοντας . . αἰὲν ἐν φύλλοισι
6496860 φιλανθρωπος
, οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ Διὸς ζηλωτὴς καὶ οὗτος ὁ φιλάνθρωπος ἀτεχνῶς . τῶν δὲ ἄλλων Κῦρον μὲν φιλοπέρσην καλῶ
, ἅπερ οὐκ ἐάσει καθ ' ὑμῶν ἰσχῦσαι ψῆφος ὑμετέρα φιλάνθρωπος . Εὔβουλος ἐγράψατο Ἀρίσταρχον ἐπὶ τῷ Νικόδημον πεφονευκέναι :
6456173 φρονιμος
Ὅτι δ ' οὐκ ἔστιν ὀρθῶς ἡγεῖσθαι , ἐὰν μὴ φρόνιμος ᾖ , τοῦτο ὅμοιοί ἐσμεν οὐκ ὀρθῶς ὡμολογηκόσιν .
ἡ μὲν τρυγὼν ἐκ φύσεώς ἐστι σώφρων ἡ δὲ ἀλώπηξ φρόνιμος ὁ δὲ λέων ἀνδρεῖος ὁ δὲ πελαργὸς δίκαιος :
6445323 σωφρων
/ καὶ τοῦ λοιποῦ τοῖς σύμπασιν ἦν πρᾶιός τε καὶ σώφρων . / Κτησίας καὶ Ἡρόδοτος , Διόδωρος καὶ Δίων
δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται πλούσιος καὶ πεπαιδευμένος , σώφρων , δίκαιος , ἰδιοπράγμων , εὐσεβής , εὐμετάδοτος καὶ
6432724 κρειττων
μέσον φέρω . προφέρω δὲ τῶν πολλῶν , ἀντὶ τοῦ κρείττων εἰμί , ὥσπερ καὶ ὑπερφέρω . Κομίζω τὸ φέρω
ἀποτίθεται δὲ καὶ τῆς στύψεως οὐκ ὀλίγον , ὥστε πάντῃ κρείττων ἐστὶν ἡ κεκαυμένη χαλκῖτις τῆς ἀκαύστου , λεπτομερεστέρα μὲν
6430501 ἀφθονος
καὶ γῆ καὶ θάλασσατὸ μέγιστον ὁ χαλκός ἐστιν , ὃς ἄφθονος ἀνορυττόμενος αὐτοῦ γεωργεῖται καὶ διαδιδόμενος πανταχοῦ τῆς Ἀσίας τε
τις μέμψασθαι . ἔστι δὲ ἐνταῦθα τὸ ἀμεμφής ὅμοιον τῷ ἄφθονος . λέγει δὲ ὡς ἐστὶ μέν τις πλούσιος σφόδρα
6426558 χαρα
καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται
τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα
6411023 αὐταρκης
δύναται , κρῖναι δὲ ἕκαστα μὴ προσλαβοῦσα σύνεσιν ἑτέραν οὐκ αὐτάρκης . ἔτι διακριτέον εἰ πλείους αἰτίαι εἰσὶ περὶ ὧν
τὸ εὖ ζῆν : τελειότης κατ ' ἀρετήν : ὠφελία αὐτάρκης ζῴου . Μεγαλοπρέπεια ἀξίωσις κατὰ λογισμὸν ὀρθὸν τὸν σεμνότατον
6369271 ἡδιστος
καὶ ἀμπεχόνῃ καὶ φωνῇ καὶ βαδίσματι : ὁ μὲν ὡς ἥδιστος ἰδεῖν ὤν , ὁ δὲ ὡς ἀληθέστατος : καὶ
' ἀλλήλων μὴ ἡδεῖς ὄντας , οὐχ οἷόν τε . ἥδιστος δὲ ὁ φίλος τῷ φίλῳ . διὰ τοῦτο δὲ
6368239 θνητος
, ὡς ὅσων ἂν πόλεων μὴ θεὸς ἀλλά τις ἄρχῃ θνητός , οὐκ ἔστιν κακῶν αὐτοῖς οὐδὲ πόνων ἀνάφυξις :
' , ἐγὼ δ ' ὔμμιν θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός καὶ ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κόρη τε
6358845 μετριος
ὑβριστής . ἔφης ἂν αὐτὸν ἐπίστασθαι τὸ μέλλον : οὕτω μέτριος ἦν . ᾧ καὶ φίλον ἐποίησας ἐμοί τε καὶ
ὁ θυμὸς λειποθυμίαν ποιῶν εἰς θάνατον οὐδέποτ ' ἄγει : μέτριος μὲν γὰρ οὐδὲ λειποθυμίαν , μὴ δυνάμενος μηδὲ αὐτὴν
6348437 φαυλος
βασιλεῖ διατρίβων ἐν Μακεδονίᾳ οὐχ ἧττον αὐτοῦ [ ἐβασίλευε ] φαῦλος ὢν καὶ διάβολος [ ὃς ] οὕτω ψυχρῶς συνέταξε
. καὶ τὸ ναῦλος μὴ ὂν κύριον . τὸ δὲ φαῦλος ἐπίθετον . Τὰ εἰς ΛΟΣ ἐπιθετικὰ ἔχοντα πρὸ τοῦ
6306626 ἀσφαλης
. ἀσφαλής : ἑδραῖος : ἀπὸ τοῦ σφάλλω σφαλὴς καὶ ἀσφαλής ' . . . . ἀσφάλαξ : παρὰ τὸ
συνάπτοντας αὐχένας τῶν ὀρῶν ἀπολείπειν τοὺς παραφυλάττοντας , ἵν ' ἀσφαλής σφισιν ἡ ἀνακομιδὴ γίγνηται . ταῦτα δ ' εἰρήσθω
6305420 ἐνεργος
ἡλικιωτῶν αὐτοὺς ἀναιρεῖ . . . : ὁ δὲ Θησεὺς ἔνεργος εἶναι βουλόμενος , ἅμα δὲ καὶ δημαγωγῶν ἐξῆλθεν ἐπὶ
ἄλλον τρόπον . . ἄλλο τι . . δραστήριος ] ἔνεργος ἐφεύρηται , ἢ ὅθεν καὶ τοὺς τοιούτους ἄνδρας δραστηρίους
6301799 πενια
πρὸς εὐδαιμονίαν , οὔτε ποτὲ αὐτῆς ἀφαιρουμένη , ἀλλὰ κἂν πενία , κἂν νόσος , κἂν ἀδοξία , κἂν βάσανοι
οὔτε , οὔτε ἐλευθερία οὔτε δουλεία , οὔτε πλοῦτος ἢ πενία | ἀγαθὰ ἢ κακά , ἀλλὰ ἡ μὲν τούτων
6288736 χαλεπος
Ἀφροδίτης κʹ , οὐ κακός . ρβʹ Κρόνου λδʹ , χαλεπός . ρεʹ Κρόνου λεʹ , Ἀφροδίτης καʹ Ἄρεως ιεʹ
τυχὼν ἦν πυρετός . ὀξὺς γὰρ ἦν καὶ δακνώδης καὶ χαλεπός . εἴρηται δὲ ἐν τῷ περὶ διαφορᾶς πυρετῶν ,
6278278 ποθος
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων
6253264 ζωη
τοῦτο ἀθάνατον καὶ ἄπαυστον ἐν τοῖς οὖσίν ἐστιν , οἷον ζωή τις ὑπάρχουσα πᾶσι τοῖς ὑπὸ φύσεως συνεστῶσιν . καὶ
ταῦτα πάσχουσιν : φιλοψυχοῦσι μέν , ὅτι † τοῦτο ἢ ζωή ἐστιν ἢ ψυχή : ταύτης οὖν φείδονται καὶ ποθοῦσιν
6252558 τερψις
μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ
6243315 πρακτικος
δὲ ἡ ἐμπαθής , ἁμαρτάνει . καὶ ἀεὶ μὲν ὁ πρακτικὸς νοῦς ἕνεκά του , ὁ θεωρητικὸς δ ' οὔ
καὶ τὸ κοινωνεῖν τὴν φρόνησιν τῷ νῷ κατὰ τοὔνομα . πρακτικὸς γὰρ νοῦς ἡ φρόνησις ὀνομάζεται , περὶ τὰ συμφέροντα
6241845 ὀλβος
: περισσὸν τὸ ἓν ὡς : οὐ μόνιμος ὁ μέγας ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος
καταστᾶσα ὅτι αὐτὴν δίκαιόν ἐστι , ἀναγορεύειν : ὁ γὰρ ὄλβος οὐ βέβαιος , ἀλλ ' ἐφήμερος ἐξίπτατ ' οἴκων
6239836 ἀπαθης
, ἄρα σύμφωνόν ἐστιν . Ἔτι πᾶς παρακείμενος ἀπαθήςλέγω δὲ ἀπαθής διὰ τὸ ἑώρακα πᾶς παρακείμενος ἀπαθὴς ἀρχόμενον ἀπὸ τοῦ
τιμῶν ; οὔτ ' οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς
6232510 μεγαλοφρων
πλουσίων , εἷς που τάχα ἐν μυρίοις , δαψιλὴς καὶ μεγαλόφρων τὸν τρόπον εὑρεθείη , τοῦτο ἱκανῶς δείκνυσι τὸ μὴ
τοῦτο αἰεὶ γίγνεται . Ἡράκλειτος † Βαθέωνος , Ἐφέσιος , μεγαλόφρων γεγονὼς καὶ ὑπερόπτης παρ ' ὅντιν ' οὖν .
6229432 φροντις
ἁπλῶς ἵνα γενικώτερον αὐτὰ διαστειλώμεθα , οὕτως εἴπωμεν : ἡ φροντὶς ἢ διὰ τὰ κρείττονα γίνεται [ ἢ διὰ τῶν
ἐπειδὴ κόραι ἦσαν καὶ οὐ χοῖροι . ἡ δὲ τούτων φροντὶς καὶ δαπάνη πολλή ἐστι . Γ Μεγαρικά τις μηχανά
6223742 εὐνομια
ἡμῖν [ δὲ δικαιοσύνη ] ? τε καὶ ἀδικία , εὐνομία ? ? ? ? τε καὶ δυσνομία , ἥ
εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία ,
6218765 κρεισσων
παραίνεσιν ἀδιανοήτως . ἢ εἰπάτω τις , τί βούλεται τὸ κρείσσων εἰς ἐμέθεν καὶ φέρτερος οὐκ ὀλίγον περ ἔγχει :
ἔν τοι μυρίωι στρατεύματι ἀκόλαστος ὄχλος ναυτική τ ' ἀναρχία κρείσσων πυρός , κακὸς δ ' ὁ μή τι δρῶν
6217947 ἀπειρος
. πῶς οὖν δυνήσηι ; μῶν ἄπειρος εἶ ξένου ; ἄπειρος : οὔπω Βιστόνων ἦλθον χθόνα . οὐκ ἔστιν ἵππων
νωθής , βραδύς , μισοστρατιώτης , ἀνεπιστήμων , ὀκνηρός , ἄπειρος , ἀμαθὴς τῶν στρατιωτικῶν , ὑπνώδης , μέθυσος ,
6183162 κυβερναται
καὶ ἡγεμονεῦον , ὑφ ' οὗ τἄλλα | δεσπόζεται καὶ κυβερνᾶται , πολλὰ κατεμέμψατο τῆς προτέρας ζωῆς ἑαυτὸν ὡς τυφλὸν
τὰς κάτω τεταμένας , δι ' ὧν ὁ θνητὸς πᾶς κυβερνᾶται βίος . ἐν δὲ Αἰόλῳ διαβάλλων ὅσα δεινὰ πράττουσιν
6178285 ἐνδεης
δῆλόν ἐστιν . Εἰ γὰρ ἔζη μὲν ὁ πάππος , ἐνδεὴς δὲ ἦν τῶν ἐπιτηδείων , οὐκ ἂν οὗτος ὑπόδικος
ὁ ἀνὴρ χρήσιμος , μέγιστον δὲ οὗ καὶ σὺ νῦν ἐνδεὴς εἶ διά τε τὴν ἡλικίαν καὶ διὰ τὸ μὴ
6178002 εὐφυης
πλήρης ? ? ? ? ? ὡς [ ἂν ] εὐφυὴς [ ] ? τῶν κοινῶν [ ] ἐννοιῶν ?
καὶ προτελεῖν τῇ ἡλικίᾳ βουλόμενος , οὐχ ἥκιστα δὲ ὅστις εὐφυὴς τῶν νέων βασιλείου γένους πα [ . . .
6158013 ὀξυχολος
καὶ τοῦ ἀγγέλου τῆς πονηρίας τὰ ἔργα . πρῶτον πάντων ὀξύχολός ἐστι , καὶ πικρὸς καὶ ἄφρων , καὶ τὰ
ἀντὶ τοῦ : διαπαντὸς ὀξύθυμός ἐστιν . δριμεῖα χολά : ὀξύχολός ἐστι , παραδείκνυσιν αὐτοῦ τὸ ὀξύχολον . τὰ Δάφνιδος
6150699 χαλεπωτατος
καὶ αὕτη τις ἰδιότης . Ὁ δὲ τῆς γῆς πάγος χαλεπώτατος , ὅταν περιβεβοθρωμένα καὶ γυμνὰ λάβῃ τὰ δένδρα ,
λογιζόμενοι ὅτι αὐτῶν οὐ φείσεται , φύσει μὲν ὢν ἐχθρὸς χαλεπώτατος καὶ μικρᾶς προφάσεως δεόμενος ἐς τὸ ἀδικῆσαι , τότε
6149743 ἀστατος
πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος βέβηλος ἐναγὴς βωμολόχος ἀλάστωρ παλαμναῖος ἀνελεύθερος ἀπότομος θηριώδης
ἀλλ ' ἡ φύσις ἡ ἔνυλος καὶ διὰ τὸ ἔνυλον ἄστατος , καὶ δῆλον ὅτι τοῖς ὀρθῶς κρίνουσιν οὐχ ὁ
6143096 ἀπλαστος
μὲν ἀνυπόκριτος πρὸς τοὺς προήκοντας , πρὸς δὲ τοὺς ὁμήλικας ἄπλαστος ὁμοιότης καὶ φιλοφροσύνη , συνεπίτασις δὲ καὶ παρόρμησις πρὸς
. . ἄπλαστος καὶ ἅμα αὐτοῖς ἐπιθέουσα σεμνότης ἡδεῖα καὶ ἄπλαστος αἰδὼς ἐπέστρεφεν ἱκανῶς τὸν φιλόσοφον καὶ ἤδη γνώριμον ἐποίει
6132426 ἐπαινος
συνοικούσας ἡμῖν ἀρετὰς ἀπηριθμησάμην . καὶ τὰ πλεῖστα τῶν εἰρημένων ἔπαινος ἦν τῶν ἐνθάδε τὰ πολεμικὰ μετιόντων , καὶ μετεῖχε
ὑπομεμενηκὼς καὶ συμφοράς . ἔτι δὲ πρὸς τούτοις ἐρρύη πολὺς ἔπαινος ἰσότητος αὐτοῦ καὶ δεξιότητος : τὰς γὰρ τῶν ἄλλων
6131729 βραχυς
ὅ τε καιρός , ὃν τὰ πράγματά μοι δίδωσι , βραχύς , ἐν ᾧ λέγειν μὲν ὀλίγα δεῖ , πράττειν
ἐπῳδὰς ἐκ φιλοσοφίας ἐπίσταται . εἰ δ ' οὖν καὶ βραχύς σοι λόγος ἡμῶν , ἀλλὰ μὴ τά γε Κέλσου
6109770 ἐχθρα
μὲν εἴη [ ἔτι ] αὐτῷ ὁ πατὴρ ἐρρωμένος , ἔχθρα αὐτῷ πρὸς τὸν πατέρα ἔσται διὰ τὴν καὶ ἐπὶ
ἄνδρες , οἱ ἀντιλογικοί , καὶ ἐρήσονται εἰ οὐκ ἐναντιώτατον ἔχθρα φιλίᾳ ; οἷς τί ἀποκρινούμεθα ; ἢ οὐκ ἀνάγκη
6104204 προσηνης
ὅμως : ὅτι καλὴ μὲν ὑμῶν ἡ ἁρμονία καὶ ᾄδεσθαι προσηνής , ἄλλο δὲ ποθεῖ ἡ ἐπιεικὴς ψυχή , καὶ
, ἔτι δὲ ἐν ταῖς ὁμιλίαις καὶ ἐν ταῖς ἐντεύξεσι προσηνής . ὧν χάριν διαφερόντως ὑπὸ τῶν πολλῶν ἠγαπᾶτο .
6074010 τρυφη
, τρυφαί εἰσι βλαβεραί ; Πᾶσα , φησί , πρᾶξις τρυφή ἐστι τῷ ἀνθρώπῳ ὃ ἐὰν ἡδέως ποιῇ : καὶ
ἀντὶ τῶν πατρῴων περίεστι βδελυρία , συκοφαντία , θράσος , τρυφή , δειλία , ἀναίδεια , τὸ μὴ ἐπίστασθαι ἐρυθριᾶν
6070802 τελειος
' ἐκάλεσαν ὅτι τῶν σχημάτων ὁ κύκλος ἀπήρτισται καὶ ἔστι τέλειος . καὶ τὸ ποτήριον οὖν τὸ δεχόμενον τὴν ὑγρὰν
καὶ ἀεὶ ἄλλη : ἡ δὲ κίνησις οὐκ ἦν ἡ τέλειος ἐνέργεια , καθάπερ εἴρηται πρότερον , ἀλλ ' ἡ
6035008 πραος
οὐ δύναται . Ἑρμηνεία . Γαστρὸς τὸν κόρον οὐκ οἴσει πρᾶος ἀνήρ , Ἡ δὲ κτηνώδης φύσις εἰς ἄγαν φέρει
[ εἴτε ] ? οἶστρος ἢ κεραυνὸς [ εἴσελθε ] πρᾶος ? ? τασδ ? [ αἰσχρὸν ] ? δὲ
6030380 ἡδιων
καὶ ἀσινής , καὶ ἔτι πρὸς τὴν κοιλίαν ἀγαθός : ἡδίων δ ' ὁ ἀπύρηνος . ποιοῦσι δὲ καὶ οἶνον
βραχὺς ἐκεῖνος χρόνος καὶ πολλῶν ἐτῶν ἀντάξιος καὶ πάσης ἑορτῆς ἡδίων . ἀλλ ' , οἶμαι , πολλοῖς ἂν ἄνθρωπος
6029494 ἡδεια
τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε
δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν
6023322 συνηθης
ἅτε βαρύτεραι καὶ μείζους ἐμόχθουν . ὡς δ ' ὁ συνήθης τοῦ πορθμοῦ κλύδων ἐπεγίγνετο καὶ διεσπᾶτο ἡ θάλασσα ἐφ
ἤγουν ἡ Ἀθηνᾶ . . ἐπιχώριος ] ἐντόπιος . , συνήθης , τοπική . τὸ “ θεὸς ” ἀντὶ τοῦ
6019516 ἀηδης
πληττόμενος , βλαπτόμενος , ἀπὸ τῆς ἄτης . Ἀπηχής : ἀηδής . Ἀνασιμῶσαι : τὸ ἀναλῶσαι καὶ δαπανῆσαι . Ἀρχαιρεσιάζειν
καὶ ὑπὲρ αὑτοῦ δὲ λέγειν , ὡς ἡδύς ἐστι καὶ ἀηδής , ἀμφότερα δὲ οὐκ ἔχοντα οὐ ῥᾴδιον ἄνθρωπον λαβεῖν
6006946 περιουσια
φυλακῆς τυγχάνει καὶ σωτηρίας , καὶ ἱκανὴ αὐτὴ διασῴζειν ἡ περιουσία τῆς ἀρετῆς . ὅσοι δὲ ὀπαδοί τε ἐκείνων καὶ
ἀρκοῦσαν ἔχειν τροφήν . ʃ μετρίως ζῆν . περιουσίαν : περιουσία ἐστὶν ἡ περιττὴ οὐσία , οὐσία δὲ ἡ σύμμετρος
6001275 ἀλογιστος
ἐστὶ τὸ τῆς ψυχῆς παράστημα μετὰ λογισμοῦ , θράσος δὲ ἀλόγιστος τόλμα . ὅθεν Εὐριπίδης ἁμαρτάνει λέγων : οὔτι θράσος
ἡμέραι αἱ πρότεραι ἄλογοι „ : κατὰ τὸ εἰκός : ἀλόγιστος γὰρ ὁ μὴ ἅγιος τρόπος , ὥστε ὁ εὐλόγιστος
5998062 τοιοσδε
τι ἄλλο κώλυμα γένηται πρὸς τῶν ὑπάτων . ἦν δὲ τοιόσδε ὁ νόμος : Δημάρχου γνώμην ἀγορεύοντος ἐν δήμῳ μηδεὶς
τοῦ Αἴαντος θανάτῳ , ὁ Ἀγαπήνωρ δὲ ὁ τοιόσδε καὶ τοιόσδε ἐλθὼν εἰς τὴν Κύπρον χαλκωρυχήσει , οὗ τὸν πατέρα
5992613 ὀχλος
ἔνεισι καὶ τοξόται καὶ ἀκοντισταί , πολλαὶ δὲ τριήρεις καὶ ὄχλος ὁ πληρώσων αὐτάς . χρήματά τ ' ἔχουσι τὰ
αὐτῶν ἐκαρπούμεθά τε καὶ προσεκτώμεθα . ἔνθεν καὶ παμμιγής τις ὄχλος ἀεὶ περιεστοίχει τὰς ἀγυιὰς τῶν τε αὐτοχθόνων καὶ τῶν
5982624 φιληδονος
Αἰγυπτιακῶν ἔργων „ : ἐπεὶ ζῶν γε ὁ βασιλεὺς καὶ φιλήδονος τρόπος ἐν ἡμῖν γεγηθέναι τὴν ψυχὴν ἀναπείθει ἐφ '
νομίζων τὰς εὐεργεσίας ] . οὐδεὶς γὰρ οὕτω μαλακὸς οὐδὲ φιλήδονος ὃς οὐχ ἥδεται τῇ αὑτοῦ πράξει , κἂν τύχῃ
5979646 κοινος
δὲ ὑπόκειται , τοῦ δὲ δευτέρου , ἐν ᾧ ὁ κοινὸς ὅρος ἀμφοτέρων κατηγορεῖται , τοῦ δὲ τρίτου , ἐν
οὐδὲ ἑαυτόν . μηθὲν ἴδιον κτῆμα νομιζέσθω φιλοσόφῳ . ὧν κοινὸς ὁ θεὸς καὶ ταῦτα ὡς πατήρ , τούτων μὴ
5974204 ἀλυπος
Κρόνου καὶ Ἄρεως καὶ Ἡλίου καὶ τῶν ἐκλειπτικῶν εὑρεθῶσιν , ἄλυπος ὁ περὶ τέκνων ἔσται λόγος , ἐπάνπερ μὴ ἐπὶ
' ἔστι περὶ ὃ ἐσπούδακας ; οὐ μανθάνειν , ὥστε ἄλυπος εἶναι καὶ ἀτάραχος καὶ ἀταπείνωτος καὶ ἐλεύθερος ; πρὸς
5973145 κορος
Ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει ] ἀπαμβλύνει γὰρ καὶ καταβάλλει ὁ κόρος τῶν λόγων τὰς ταχείας ἐλπίδας τῶν ἀκροατῶν : ποταπός
ἐστιν ἡ διακόσμησις κατ ' αὐτόν , ἡ δὲ ἐκπύρωσις κόρος . πάντα γάρ , φησί , τὸ πῦρ ἐπελθὸν
5969569 κτησις
μὴ παρούσης , ὦ ἄνδρες Ἕλληνες , ἀλλοτρία γίνεται ἡ κτῆσις τῶν παρ ' ὑμῖν ἀγαθῶν , εὔξαιντό τ '
αὐταῖς ὁμολογίαις . καίτοι πῶς ἂν ἑτέρα γένοιτο βεβαιοτέρα ταύτης κτῆσις , τῆς τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς καταλειφθείσης ἡμῖν ὑπὸ
5967595 πολιτικος
τοιαύτῃ πόλει ὁ ῥητορικὸς πάντα ὑποδύσεται : καὶ γὰρ ὡς πολιτικὸς καὶ ὡς ἀρχιτέκτων συγκεχυμένως ὑποκριθήσεται πάντα εἶναι καὶ πάντα
σχέσεσιν ὁ σπουδαῖος ἐπαινετός , ἔνδον τε καὶ ἔξω , πολιτικὸς ὁμοῦ καὶ οἰκονόμος , ὡς τὰ μὲν ἔνδον ἐξορθοῦν
5952689 ἀγαθη
τὸ εὔβοτον καὶ ὅτι ποταμοῖς ἐστι κατάρρυτος καὶ ὅτι θάλαττα ἀγαθὴ παράκειται αὐτῇ ὅρμοις πανταχόθεν διειλημμένη καὶ καταγωγαῖς ἀφθόνοις καὶ
. ἄνηθον κρεῖσσον τοῦ μαράθρου καὶ λυγμοὺς παύει . σκάνδιξ ἀγαθὴ πρός τε οὔρησιν καὶ πρὸς ὑστέρας κάθαρσιν . τῆς
5951564 ἀμεινων
ὁρμῆσαι . * τοῦ δ ' οὔ τι νεώτερος ἄλλος ἀμείνων | σπέρματα δάσσασθαι : τὸ μὲν σπέρματα δάσσασθαι δηλοῖ
τῷ μὰ Δία ὑπερουρανίῳ , ὃς οὐκ ἀρετὴν ἔχει , ἀμείνων δ ' ἐστὶ ταύτης : ὅθεν ὀρθῶς ἄν τις
5944706 βασανιζεται
] χρήματα θέλει , πλούσιος ὢν δ ' ὁ τάλας βασανίζεται ὥσπερ ὁ πένης . αὔλει [ μοι . Νεκρὸν
κολληθῇ τῷ ἀνθρώπῳ μίαν ἡμέραν , μέχρι ἐνιαυτοῦ τιμωρεῖται καὶ βασανίζεται : μνήμας γὰρ μεγάλας ἔχει ἡ τιμωρία καὶ βάσανος
5936745 ἀρετη
θάτερον πρὸς θάτερον , καί , εἰ βούλει , ὡς ἀρετὴ πρὸς δικαιοσύνην καὶ κακία πρὸς ἀδικίαν . Εἰ τοίνυν
μᾶλλον ἂν χρῆσθαι θέλῃς , τοσῷδε μείζων αὔξεται τελουμένη . ἀρετὴ μέγιστον τῶν ἐν ἀνθρώποις καλόν . τὸ μὴ εἰδέναι
5936722 ἀνοητος
ἀπόρου σχήματος καὶ ματαία ἡ σκέψις διότι οὔτε ἀλαζὼν οὔτε ἀνόητος ἀρετή , οἷοι δὴ καὶ τυφλοὶ πόνοι πάντες οἱ
Ὑπέρβολος ὁ λυχνοποιὸς καὶ Διοκλῆς ὁ λωποδύτης καὶ Μελιτίδης ὁ ἀνόητος . Καὶ τί σοι λέγομεν τὸν Ἀπόλλω ; ὁρᾷς
5932777 χαιρει
' ἄλλα πάντα καὶ μέρη τοῦ σώματος καὶ πάθη χρόνια χαίρει τῷ βοηθήματι . καὶ καυλὸς δὲ καὶ κύστις ἐν
ἰδιώτου μεῖζον οὐδὲν ἄν τις κατηγορήσειεν οὔτε πόλεως ἢ ὅτι χαίρει κακοῖς . ὃ γὰρ ἔσχατον εἶναι δοκεῖ τῶν ἀνθρωπίνων
5930424 βιοτος
' ἀφροσύνας τὸ τέλος δυστυχία : ὁ δὲ τᾶς ἡσυχίας βίοτος καὶ τὸ φρονεῖν ἀσάλευτόν τε μένει καὶ ξυνέχει δώματα
δὲ τοῦ παρόντος οὐ μνείαν ἔχεις ; Καλὸς γὰρ οὑμὸς βίοτος ὥστε θαυμάσαι . Ἀλλ ' ἦν ἄν , εἰ
5927704 μεθη
ὁπλῖται δέκα κτεῖναι καὶ μελέτης τῶν τακτικῶν ἀνέμενον ἡμέραν . μέθη δὲ εὖ ποιοῦσα προλαβοῦσα τὸν καιρὸν πάντα ἐξήλεγξε καὶ
γε ἐν αὐτοῖς ἔμπεδον : ταῦτα δὲ ἦν ἐρωτομανία καὶ μέθη καὶ πλεονεξία . οὕτω δὲ ἐς ἔσχατον ὅρον τὰς
5927104 ἰσχυς
κατηγόρῳ : καὶ τὰ παρακολουθοῦντα τούτοις τῇ νεότητι , σώματος ἰσχὺς , κάλλος , ἀφροσύνη : τὸ κοῦφον καὶ εὐχερὲς
ἡ σκιὰ λυπεῖ καθάπερ εἴρηται καὶ τὸ ὄψιον ὡς ἡ ἰσχὺς τῶν ῥιζῶν : ἀφαιρεῖται γὰρ τὴν τροφὴν συντάρρων γινομένων
5925082 πρᾳος
Ἀγκύρᾳ Μάξιμος , εὐγενής , εὐγενέστερος Κόδρου , φασί , πρᾷος , ἐκ τοῦ δικαίου πλουτῶν , οὐ τὴν τοῦ
ἐπαινεῖται : ὃς δὴ ὁ πρᾷός ἐστι . δοκεῖ γὰρ πρᾷος εἶναι ὁ ἀτάραχος καὶ μὴ ἀγόμενος ὑπὸ τοῦ πάθους
5916198 ἀπορος
καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος ἦν τῆς αἰσχύνης αὐτῷ τὴν γλῶτταν ἀγχούσης : τοσοῦτον
δὲ καὶ γυναίου χιτὼν ἀνεύθυνον , ὅταν ἡ σωτηρία πανταχόθεν ἄπορος ᾖ , μαρτυρία διαφανὴς οἱ Πέρσας παρὰ τὸ δεῖπνον
5913317 αἰσχυνη
βροτολοιγὸς ἴδησι ἢ Φαίνων κρυόεις ὀλοὸν τόδε σῆμα δάμαρτι ἔσσεται αἰσχύνη τε καὶ οὐκ ἐπὶ δηθὰ μένουσιν , ἢν δ
: κηλὶς ἄφραστος : κακὸν ἀπροσδόκητον : ῥυπαρία μολύνουσα , αἰσχύνη . ἄφραστος δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπροόρατος , ἀπροσδόκητος .
5911508 εὐτυχης
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος
5904621 δοξα
ἐγνώρισας ἡμῖν διὰ Ἰησοῦ τοῦ παιδός σου : σοὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας . Ἀμήν . Σύ , δέσποτα
γὰρ τὸ χάος πρώτην ταύτην γεννᾷ . ἀρχαία οὖν ἡ δόξα αὕτη ἐστὶν ἡ περὶ τῆς γῆς καὶ δημοτική ,
5894434 δαιμων
, καὶ πάσχειν ἕτοιμοι πᾶν , ὅ τι ἂν ὁ δαίμων καὶ τὸ χρεὼν φέρῃ . μαντεύομαι δὲ καλοῖς ἐγχειρήμασιν
ἐπῄνει τὴν φιλεργίαν . ἐφάνη δέ μοί ποθεν ὁ Κωρυκαῖος δαίμων , Στρόμβιχος ὁ παμπόνηρος . ἰδὼν γάρ με ἐφεπόμενον
5894044 ἁπας
, ἐψηφίζετο δέ μοι τὴν ἱερωσύνην τοῦ Ἀσκληπιοῦ μάλα φαιδρῶς ἅπας , ἔτι δ ' ἦν ἐν κατασκευῇ τότε ὁ
τοῦ ὑπὲρ αὐτοῦ τριγώνου καὶ τοῦ πρὸ ἐκείνου ὁμοειδοῦς , ἅπας δὲ πεντάγωνος τοῦ κατ ' αὐτὸν ἐπὶ βάθος τριγώνου
5884243 ἡσσων
] . [ ἀργοῦντι θυμῶι ] ῥαιδίως φέρεις τάδε , ἥσσων δὲ δούλου Φρυξὶν ] ἐμφανὴς ἔσηι . [ ]
μετανάστας : ἠματίῃ γενέθλῃ δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ ' ἑσπέριος γεγαὼς ἀδρανέστερα ῥέζει . Ἀφρογενὴς δὲ
5883564 χρησιμος
τὴν ὕπατον ἀρχήν , ἐς τὰ μέγιστα τῇ πατρίδι γεγονὼς χρήσιμος , ἀνῄρητο καὶ ἀνῃρημένος ἐνυβρίζετο : ὁ δὲ παῖς
ἄμφω : καὶ διὰ τοῦτο πρός τε σηπεδόνας καὶ ῥεύματα χρήσιμος ὑπάρχει . Ἀσπάραγος μυακάνθινος ῥυπτικῆς ἐστι δυνάμεως : οὔτε
5879819 ποριμος
με . ἀπόλεμος ὅδε γ ' ὁ πόλεμος , ἄπορα πόριμος : οὐδ ' ἔχω τίς ἂν γενοίμαν : τὰν
καὶ οἷον εἰπεῖν , καὶ τοῖς ἀδυνάτοις ἐπιχειρῶν , καὶ πόριμος αὐτοῖς . ψαύουσι γὰρ καὶ τῶν ἀψαύστων οἷς λίχνοι
5875263 ταπεινος
νοῦν δὲ ταπεινόν , ὡς ἔχει τὰ τοῦ Λυκόφρονος : ταπεινὸς δὲ ὁ νοῦν μὲν ἔχων ὑψηλόν , λέξεις δὲ
ἤθη πρὸς ἀπόνοιαν ἀποθηριοῦται : πᾶς γὰρ ὁ τῇ τύχῃ ταπεινὸς τοῦ μὲν καλοῦ καὶ τῆς δόξης ἑκουσίως ἐκχωρεῖ τοῖς
5870171 ἀριστος
οὖν σοφώτατός τε εἶ καὶ δυνατώτατος μόνον , ἢ καὶ ἄριστος ταῦτα ἅπερ δυνατώτατός τε καὶ σοφώτατος , τὰ λογιστικά
ὃ σημαίνει τὸν πόλεμον , τὸ συγκριτικὸν ἀρείων . καὶ ἄριστος ὑπερθετικῶς , ὁ ἐν πολέμῳ ἀνδραγαθῶν . τὸ δὲ
5869390 πονηρια
μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος
καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ
5867086 νεοτης
] πανώλεθρος . γέρων ] ἔρρει , ἀλλὰ πᾶσα ἡ νεότης . . μονάδα δὲ ] μεμονωμένον δέ φασι τὸν
τοῦ τε Ἑλληνικοῦ καὶ βαρβαρικοῦ γένους καὶ τῶν πόλεων ἡ νεότης ἐφθάρη . εἰ δὲ τὰ ἐξ ἀκρασίας στάσεις ἐμφύλιοι
5861234 θαυμαστος
οὗτος δὲ ὑβριστὴς ἢ κίναιδος ἢ μοιχός . ὡς οὖν θαυμαστὸς ἦν ἐπιδεικνύμενος καὶ οὐδαμῇ διημάρτανε , προσάγουσιν αὐτῷ σκληρόν
καταβρωθείη καὶ ἡλίκους ἰχθῦς ἐπρίατο ἐν Καισαρείᾳ . καὶ ὁ θαυμαστὸς συγγραφεὺς ἀφεὶς τὰς ἐν Εὐρώπῳ γιγνομένας σφαγὰς τοσαύτας καὶ
5859584 βιου
βλέπειν „ τὴν τοῦ ἀνδρός ἕνα τε τοῦτον σκοπὸν τοῦ βίου ποιεῖσθαι καὶ τέλος , τούτῳ ἀρέσκειν , αὐτῶν τῶν
] . . . . . . Εὐρυφάμου Πυθαγορείου Περὶ βίου . Βίος ἀνθρώπω τέλῃος θεῶ μὲν λείπεται τῷ μὴ
5847912 αἰων
καθέλοι αὐτόν , τὸν Λοκρὸν δηλονότι , ἤγουν καταστρέψειεν ὁ αἰών , ἀντὶ τοῦ ὁ χρόνος , ἐστερημένον γενεᾶς ,
' ἐνορώμενον καὶ ἐνόντα καὶ συνόντα , ὥσπερ κἀκεῖ ὁ αἰών . Νοῆσαι δὲ δεῖ καὶ ἐντεῦθεν , ὡς ἡ
5837422 ἡττων
φθόγγων καὶ καθ ' ἕνα πύθῃ σεαυτοῦ , εἰ τούτου ἥττων εἶ : διατραπήσῃ γάρ : ἐπὶ δὲ ὀρχήσεως τὸ
ἀπὸ βαλβίδων περὶ τῆς ἀρχῆς ἀποδείξω τῆς ἡμετέρας ὡς οὐδεμιᾶς ἥττων ἐστὶν βασιλείας . τί γὰρ εὔδαιμον καὶ μακαριστὸν μᾶλλον

Back