χρυσὸν ἔχουσι καὶ ἄργυρον , προφανῆ δὲ μόνον ἄργυρον : βαρύτεραι δὲ αὗται πολὺ καὶ τῇ ῥοπῇ καὶ τῇ ὀσμῇ
, ταχυτῆτι καὶ ἐμπειρίᾳ προῦχον , αἱ δὲ Ῥωμαίων ἅτε βαρύτεραι καὶ μείζους ἐμόχθουν . ὡς δ ' ὁ συνήθης
5430180 ὑδρᾳ
γὰρ κοπτομένης κεφαλῆς δύο ἀνεφύοντο . ἐπεβοήθει δὲ καρκίνος τῇ ὕδρᾳ ὑπερμεγέθης , δάκνων τὸν πόδα . διὸ τοῦτον ἀποκτείνας
δύο ἀνεφύοντο . καὶ ὁ καρκίνος δὲ ἦλθε βοηθῶν τῇ ὕδρᾳ : καὶ τότε δὴ ὁ Ἰόλαος ἀμύνει τῷ Ἡρακλεῖ
5357573 γεννωμενης
Βαβυλωνίαν οὐχ ἥκιστα θαυμάζεται καὶ τὸ πλῆθος τῆς ἐν αὐτῇ γεννωμένης ἀσφάλτου : τοσοῦτον γάρ ἐστιν ὥστε μὴ μόνον ταῖς
τε διαίτας εὐτελεῖς ἔχειν , καὶ τῆς ἐκ τοῦ πλούτου γεννωμένης τρυφῆς πολὺ διαλλάττοντας . εἶναι δὲ καὶ πολυάνθρωπον τὴν
5354499 ἐπονειδιστους
ἀτόλμους , ἀδιαφόρους , καταφερεῖς , ἐπιψόγους , ἀνεπιφάντους , ἐπονειδίστους . τῷ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ συνοικειωθεὶς ἐπὶ μὲν ἐνδόξων
ἔνιοι δὲ νωτοφοροῦσιν ὡς κτήνη τάς τε ἐργασίας ἐπιμόχθους καὶ ἐπονειδίστους ἔχουσι . πολλὴ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν σχημάτων τούτων
5333689 ἀφθονιᾳ
οὔτε πίνουσιν : καὶ οὗτος δὲ ἐμοὶ τράπεζαν παρέθετο ἐν ἀφθονίᾳ πάντων ἀγαθῶν τῶν ἐπιγείων καὶ φθαρτῶν : καὶ νῦν
παντοίοις φυτῶν εἴδεσι βρύοντες καὶ καρποῖς ὡραίοις βρίθοντες καὶ ὑδάτων ἀφθονίᾳ περιρρεόμενοι πάντοθεν ψυχρῶν τε καὶ ποτίμων καὶ διειδῶν καὶ
5294835 ἡκουσας
. Τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . Εἰς αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν
σώματος . ἀμέλει πολλὰς ἄν σοι δείξαιμι μορφῆς μὲν εὖ ἡκούσας , τὰ δ ' ἄλλα αἰσχυνούσας τὸ κάλλος ,
5261475 Καμαρινης
. ἤτοι ξύλα . . Ἵππαρις ποταμὸς ἐν Σικελίᾳ πλησίον Καμαρίνης , τοσοῦτος τῷ ῥεύματι ὡς καὶ ναυσίπορος εἶναι :
ἐνίκησε τὴν πβʹ Ὀλυμπιάδα τεθρίππῳ . ἦν δὲ Σικελὸς ἀπὸ Καμαρίνης πόλεως , ᾗ ὁμώνυμος καὶ λίμην . . Ἐλατὴρ
5218764 ψυχαγωγιᾳ
' ὅσον ἡ ψυχὴ καίεται , τῇ δὲ τῆς ἡμέρας ψυχαγωγίᾳ νικώμενον καταψύχεται . καί μού τις κατόπιν βαδίζοντος ἐν
πάσης ῥαχίας δυσχερεστέροις , ἀγαπῶν τὴν πλάνην καὶ χαίρων τῇ ψυχαγωγίᾳ : ὥσπερ οἱ πυρέττοντες , ἐμπιπλάμενοι ποτοῦ καὶ σιτίων
5207305 ἀμηχανους
γενναίως , ἀποδημῶν πανταχοῦ μόνος καὶ πρὸς πόνους καὶ κινδύνους ἀμηχάνους ὅσους παραβαλλόμενος , ἑλόμενος δὲ καὶ τὴν πατρίδα ἀπολιπεῖν
ἐκεῖ συναιωρούμενον τῷ ὑγρῷ τὸ πνεῦμα δεινούς τινας ἀνέμους καὶ ἀμηχάνους παρέχεται καὶ εἰσιὸν καὶ ἐξιόν . ὅταν τε οὖν
5199901 πνευσαντες
οὐσῶν πνεύσειαν . ἐν δὲ τῇ καθάρσει τῆς ἐκλείψεως ἄλλοι πνεύσαντες τὰς ὑφ ' αὑτοὺς χώρας αὐξήσουσιν , οἷον ὁ
αὔρας λαβόμενοι , πάντα κάλων ἀνασείσαντες , λαμπρὰ φυσῶμεν καὶ πνεύσαντες μέγα καὶ σύντονον πλησίστιοι πρὸς τὰς ἀπολαύσεις τῶν παθῶν
5190458 ἐπιπολαιους
ἢ καὶ σεμνὰς συμφορήσας λέξεις εἶτ ' ἐξαγγέλλῃ ταύταις ἐννοίας ἐπιπολαίους καὶ κοινάς , καὶ μάλιστα εἰ καὶ σχήμασι χρῷτο
τῇ λεπτόγεῳ οὔσας : εὐθέως γὰρ ξηραίνονται , τὰς ῥίζας ἐπιπολαίους ἔχουσαι διὰ τὴν λεπτότητα . Τῷ αὐτῷ μηνὶ τὰ
5149562 μαλακας
ὑπωροφίοισι χελιδών ἄψορρον ταχινὰ πέτεται βίον ἄλλον ἀγείρειν : ὠκυτέρα μαλακᾶς ἀπὸ δίφρακος ἔπτετο τήνα ἰθὺ δι ' ἀμφιθύρω καὶ
ἢ ζητήσεως ἄξιον ἐκ τοῦ μῶ τὸ ζητῶφέρει δηλονότι . μαλακᾶς : παρόσον αἱ γυναῖκες μαλακῶς κάθηνται , καθὼς ἐν
5119421 ἐκβοησεις
εἰσιν καὶ σχεδὸν ἄφωνοι , κἂν ἀνακληθῶσι , πρὸς τὰς ἐκβοήσεις ἀσθενῶς ἀποκρινόμεναι πάλιν καταφέρονται : τινὲς δὲ καὶ συνέλκονται
δὲ ἐπίλογος τοὐναντίον κεκινῆσθαι τοῖς σχήμασιν ὀφείλει καὶ πολλὰς μὲν ἐκβοήσεις ἔχειν , πολλοὺς δὲ σχετλιασμούς : καὶ τὰ μὲν
5103174 δειλας
εὐμεταθέτους , ἀσθενεῖς , ἀφερεπόνους , ἐμπαθεῖς , ταπεινάς , δειλάς , ἀμφιβόλους , θρασυδείλους , ἀμβλείας , βλακώδεις ,
ἀβεβαίους , ἀσθενεῖς , ἀφερεπόνους , ἐμπαθεῖς , ταπεινάς , δειλάς , ἀμφιβόλους , θρασυδείλους , ἀμβλείας , βλακώδεις ,
5100140 καταπινεσθαι
γίνεται καὶ ῥοφήματι καὶ πολτῷ καὶ φακῷ καὶ παντὶ τῷ καταπίνεσθαι δυναμένῳ . οὐ δύο δὲ δραχμὰς αὐτοῦ δώσεις ,
τὰς λίμνας συμβαίνει μέχρι τῶν οἰκουμένων τόπων ὥστε καὶ πόλεις καταπίνεσθαι καὶ χώρας , ἀνοιχθέντων δὲ τῶν αὐτῶν ἢ ἄλλων
5081432 πλακας
; αἱ στῆλαι τῶν γενικῶν δέκα νόμων , ἃς ὀνομάζει πλάκας , οὐ δύο εἰσὶν ἰσάριθμοι τοῖς τῆς ψυχῆς μέρεσι
' ἡγητέον τὸ πλακῶδες καὶ χρυσίζον τῇ χρόᾳ τάς τε πλάκας λεπιζομένας ἔχον ὥσπερ ἐπικειμένας ἀλλήλαις , ἔτι δ '
5062603 ἀμπωτιδας
σοφὸν οὐδὲν θαυμάζειν τῶν δοκούντων παραδόξων , οἷον Χαρώνεια καὶ ἀμπώτιδας καὶ πηγὰς θερμῶν ὑδάτων καὶ πυρὸς ἀναφυσήματα . ἀλλὰ
ταῖς ἐφόδοις καὶ πλήμμυραν ποιοῦντας ὑφέλκοντας δὲ ταῖς ἀναπαύλαις καὶ ἀμπώτιδας κατασκευάζοντας . Σέλευκος ὁ μαθηματικὸς κινῶν καὶ οὗτος τὴν
5062554 πλημμυρας
τε τοῦ Ὠκεανοῦ κατά τε ἀνατολὰς καὶ δύσεις ὑποχωρήσεις , πλημμύρας τε καὶ ἀμπώτεις τοῦ τε Ἀτλαντικοῦ πελάγους καὶ τῆς
εὐετηρίας ἀφορίαν καὶ ἔμπαλιν ἐκ λιμοῦ φοράν , ἐνίοις δὲ πλημμύρας ποταμῶν καὶ κενώσεις καὶ θεραπείας λοιμικῶν νοσημάτων καὶ ἄλλων
5045804 μεσημβρινας
ὑπομένειν τὰς τοῦ Διὸς ἀστραπὰς καὶ τοὺς κεραυνοὺς ὥσπερ τὰς μεσημβρινὰς τοῦ ἡλίου φοράς , ἤτοι τὰ μεγάλα καὶ καυστικὰ
ἐν τῷ πίνακι τῆς οἰκουμένης καταγραφὴν , εἰ καὶ τὰς μεσημβρινὰς γραμμὰς καταλάβοιμεν τῇ φαντασίᾳ τῶν ἐπὶ τῆς σφαίρας μεσημβρινῶν
5045461 ἑλξινῃ
τῆς δασύτητος : καὶ τὰ φύλλα δὲ δασέα ὅμοια τῇ ἑλξίνῃ ἢ κιττῷ , μαλακώτερα μέντοι καὶ τριγωνοειδῆ : ἄνθη
ϲφραγίδι ἢ καταπλαϲϲέϲθωϲαν χόνδρῳ μετὰ χυλοῦ πολυγόνου ἢ ἀρνογλώϲϲου ἢ ἑλξίνῃ λείᾳ . καὶ τῆϲ Μιληϲίαϲ δὲ βοτάνηϲ χλωρᾶϲ τὰ
5042556 τεμνομενας
τεμνομένων αὐτῆς κεφαλῶν ἀνεφύοντο πλείους , κελεῦσαι Ἰολάῳ ἐπικαίειν τὰς τεμνομένας . Ὑηνεῖς . ὑϊκόν τι καὶ ζωῶδες ποιεῖς .
δρακόντων κεφαλὰς παμπληθεῖς εἶχεν . οὕτως γοῦν ὁρῶν αὐτὰς Ἡρακλῆς τεμνομένας καὶ πάλιν βλαστώσας ἐκέλευσεν Ἰολάῳ τὰς τεμνομένας περικαίειν .
5039394 ξηροτερας
, ἐπιβάλλων οἶνον πρὸς ὃ ξηραίνεται : μετὰ δὲ ταῦτα ξηροτέρας γινομένης ἐν τῇ λειώσει , ἐπίβαλλε τὸ ἔλαιον καὶ
καὶ μαλακοὺς καὶ ψυχροὺς καὶ ὑγροὺς ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ξηροτέρας δεῖσθαι τροφῆς . τοὺς δ ' ἐναντίον ἔχοντας τῆς
5038201 συμμιξει
τοὺς ἔχοντας δύνανται καὶ ἐν τῇ ποιᾷ χρήσει αὐτῶν καὶ συμμίξει τὸ ὠφέλιμον ἐν τούτοις ἐστὶ καὶ τὰ δίκαια ,
περὶ γῆν τὰς οἰκείας ἀπορροίας , οἵ τε παραδεχόμενοι αὐτὰς συμμίξει τῇ οἰκείᾳ καὶ παρατροπῇ μεταπλάττουσιν , ἑτέρως τε διδομένας
5027484 δραστηριῳ
μᾶλλον Κλεισθένει προσεῖχον οἱ ἄνθρωποι , ἅτε φοβερῷ ὄντι καὶ δραστηρίῳ , καὶ οἱ ἐκείνου φίλοι τούτῳ προσεχώρουν . Τελευτῶν
νομίζειν ὤσεσι καὶ μοχλείαις κἀκείνας γίνεσθαι , ἀλλὰ μὴ τῇ δραστηρίῳ δυνάμει τοῦ ποιοῦντος καὶ τῇ ἐπιτηδειότητι τοῦ πάσχοντος .
5024980 κεατ
πυρός . . τ . σ γαστέρες αἵδ ' αἰγῶν κέατ ' ἐν πυρί παρὰ πυρί . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης
. . . . Ι . γαστέρες αἵδ ' αἰγῶν κέατ ' ἐν πυρί . † ) ἐν πυρὶ ἀντὶ
5024736 βραχυτερας
, ἐκπυρώσεων , λοιμῶν ἀνάγκη κατακρατεῖ , ὑποπιπτούσης ἀεὶ τῆς βραχυτέρας αἰτίας τῇ μείζονι , ἐπὶ δὲ τῶν μὴ οὕτως
τὰς αὐτάς , ἀλλ ' ἐν ταῖς ὀξυτέραις τάσεσι συνίστασθαι βραχυτέρας . παραβαλλομένων γοῦν ἀλλήλαις τῶν ἴσων συμφωνιῶν κατὰ τὰ
5021736 σκληρας
τ ' ἄπο δῶκε σιδήρου , τοῖς δ ' ἔργοις σκληρὰς καὶ ἀπηνέας ὤπασε τέχνας : αἰεὶ δ ' ἔν
] πάλιν Εὐριπίδου ποιήσαντος ἐκ γὰρ πατρὸς καὶ μητρὸς ἐκπονουμένων σκληρὰς διαίτας οἱ γόνοι βελτίονες [ . , . ]
5009571 τεταμενας
ὡς ἂν ταινίας τινὰς διὰ τῆς [ πάσης χώρας ] τεταμένας παραλλήλους : ὧν πρώτη ἐστὶν [ ἡ Ἀττικὴ σὺν
τανύγλωσσοί τε κορῶναι . ” κατὰ μέντοι τὸ προφαινόμενον , τεταμένας εἰς μέγεθος ἔχουσαι τὰς γλώσσας . ὁ δὲ Ἀπίων
4980293 διωρισμενας
Παρθυαίων : ἃς συναχθείσας κατ ' ἐπιγαμίαν , μηκέτι ποταμῷ διωρισμένας , μίαν ποιήσειν ἀρχὴν ἀνανταγώνιστον : τὰ γὰρ λοιπὰ
ἐξ ἐναντίων συνίστανται : ὅθεν λέγων τὰς ἐναντιότητας οὐχ ὑπετίθετο διωρισμένας , ὥσπερ καὶ οὗτοι οἱ Πυθαγόρειοι , ἀλλὰ τὰς
4980291 συλλογῃ
συλλέγεται . συλλογῇ ] συναθροίσει . συλλογῇ ] συνάξει . συλλογῇ ] + τῇ κατὰ μικρὸν ἐκφύσει : οὐ γὰρ
ἀλλὰ κατ ' ὀλίγον συλλέγεται . συλλογῇ ] συναθροίσει . συλλογῇ ] συνάξει . συλλογῇ ] + τῇ κατὰ μικρὸν
4970252 ψιαθους
Αἰγυπτιακῇ ἀκάνθῃ , οὗ ἐγκοπτομένου ἀπορρεῖ τὸ δάκρυον εἰς ὑπεστρωμένους ψιάθους , τὸ δ ' ἐπὶ τῷ στελέχει περιπηγνύμενον κάλλιον
πορφυροῦς ἐπὶ στρωμάτων Μένανδρος ὠνόμασεν . τὰς δ ' ἐγκοιμητηρίας ψιάθους χαμευνίας ὠνόμαζον . ὁ μὲν οὖν συνιστὰς τὸ συμπόσιον
4963812 χερσῳ
ἐλαύνουσαι τὸν πύργον , ἤγουν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τῇ χέρσῳ πλησιάζονται , τούτου τοῦ ἄνακτος ὑπήκοοι , ἤγουν τοῦ
δὲ καὶ Ἴων ὁ τραγικός : Ἀλλ ' ἔν τε χέρσῳ τὰς λέοντος ᾔνεσα καὶ τὰς ἐχίνου μᾶλλον οἰζυρὰς τέχνας
4956344 συνοδικῳ
βλάβης τὴν εὕρεσιν γενήσεσθαι δηλοῖ . οὔσης δὲ ἐν τῷ συνοδικῷ ζῳδίῳ λειψιφώτου καὶ μηδέπω τὰς τοῦ Ἡλίου παραδραμούσης αὐγάς
τινὸς τὴν εὕρεσιν ποιεῖσθαι δηλοῖ . οὔσης δὲ ἐν τῷ συνοδικῷ ζῳδίῳ λειψιφώτου καὶ μηδέπω τὰς τοῦ Ἡλίου συνεκδραμούσης αὐγάς
4955766 ἀπολαυσει
, ὅτι τῇ Ἐχίδνῃ , ἤγουν τῇ τῶν καρπῶν ἀφθόνῳ ἀπολαύσει , συνελθὼν ὁ Τυφών , ἤτοι ἡ θερμότης τοῦ
ἐπ ' ἀκρόασιν λόγου τινός , ὅς , εἰ χρηστῆς ἀπολαύσει τῆς τύχης , δέξεται καὶ σὲ κριτήν . τὸν
4950512 κογχῃ
τὸ συμβληθὲν ὕδωρ . Εἶτα τῷ προειρημένῳ σκεύει , τουτέστι κόγχῃ , τὸ ἐφιστὰν τὸ ἔλαιον ἀφελών , πάλιν ὁμοίως
κλαίειν ἡμεῖς μακρὰ τὴν κεφαλὴν εἰπόντες τῇ διαθήκῃ καὶ τῇ κόγχῃ τῇ πάνυ σεμνῶς τοῖς σημείοισιν ἐπούσῃ , ἔδομεν ταύτην
4941510 διαφυας
ἐργαζόμενοι τὴν φέρουσαν αὐτὸν γῆν . αὕτη δὲ πετρώδης οὖσα διαφυὰς ἔχει γεώδεις , ἐν αἷς τὸν πόρον κατεργαζόμενοι καὶ
καὶ νεύρων , καὶ τὰ μὲν ὀστᾶ ἐστιν στερεὰ καὶ διαφυὰς ἔχει χωρὶς ἀπ ' ἀλλήλων , τὰ δὲ νεῦρα
4941099 καραδοκουντες
δέει τοῦ μὴ λιμῷ πανοίκιοι παραπολέσθαι . τούτων τὰς διαλύσεις καραδοκοῦντες ἐπετήρουν καὶ τοὺς συλληφθέντας εὐθὺς διέφθειρον αἰκιζόμενοι πάσαις αἰκίαις
πλαζομένων καὶ προσδοκωμένης ἔσεσθαι πραγμάτων ὁλοσχεροῦς μεταβολῆς ἅπαντες ἠγωνίων , καραδοκοῦντες τὸ τέλος τῶν ἀποβησομένων . Ἄννων μὲν οὖν ἡγούμενος
4939973 ἀσωτιᾳ
ἀδικεῖν ἀγαθοὶ τελευταῖον γεγόνασιν : οἷον Θεμιστοκλῆς τὸ πρῶτον συνέζηκεν ἀσωτίᾳ : σοφίᾳ τὸ τελευταῖον πάντας παρῆλθεν : εἶτα Ἀλκιβιάδης
γενέσθαι . τῇ λέξει δὲ ταύτῃ ἐχρήσατο : καὶ τοσοῦτον ἀσωτίᾳ καὶ πλεονεξίᾳ διενήνοχε τοῦ δήμου τοῦ Ταραντίνων ὅσον ὃ
4931569 μηλινῃ
χρῆσθαι τῷ διὰ μελιλώτων καὶ τῷ Μνασαίου καὶ τῇ σεραπίωνι μηλίνῃ . Τῆλιν ἀποβρέχων τὸ πρῶτον καὶ τὸ δεύτερον ἀφέψημα
καὶ μετὰ ῥοδίνου . ἐπιμενούϲηϲ δὲ τῆϲ ϲκληρίαϲ χρηϲτέον τῇ μηλίνῃ Ϲαραπίωνοϲ : ϲπουδαϲτέον μέντοι ὡϲ ὅτι τάχιϲτα διαπυΐϲκειν τοὺϲ
4930469 ἐπικειμενας
τοὺς πλοκάμους φολίδες , πλεκτάναι : οὕτω λέγονται διὰ τὰς ἐπικειμένας τοῖς πλοκάμοις κοίλας οἷον κοτύλας . κατὰ κόσμον :
: τὸ ἑξῆς , ἔλυσαν ὑπὸ τῆς παρούσης ἐκπλήξεως . ἐπικειμένας : ἐπὶ τοῖς χιλίοις ταλάντοις δηλονότι τῷ Πειραιῷ :
4926512 περιφερουσιν
θύουσι μὲν ἑστῶτες ἐπὶ τῇ θαλάσσῃ καὶ τρὶς ἐπὶ σκαφῶν περιφέρουσιν ἀνὰ τὸν στόλον τὰ καθάρσια , συμπεριπλεόντων αὐτοῖς τῶν
σοφίᾳ οὕτω σφόδρα φιλοῦνται ὥστε μόνον οὐκ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς περιφέρουσιν αὐτοὺς οἱ ἑταῖροι . Ὅμηρον δ ' ἄρα οἱ
4925939 τεταγμενας
δέ γε μερικὰς καλοῦσιν ὑπεναντίας , ὡς ὑπὸ ταῖς ἐναντίαις τεταγμένας κἀκείναις ἀκολουθούσας : ὅταν γὰρ ἡ ἑτέρα τῶν καθόλου
οὐσίας διήκοντα λόγον καὶ διὰ παντὸς τοῦ αἰῶνος κατὰ περιόδους τεταγμένας οἰκονομοῦντα τὸ πᾶν . Ὅσον οὐδέπω σποδὸς ἢ σκελετὸς
4923902 κρηνας
ἡμέραν τρίτην μεθ ' ἑπτά . Μὰ γῆν , μὰ κρήνας , μὰ ποταμούς , μὰ νάματα . Περίνησα καὶ
μὴν χρῆσθαί γε πρὸς τοὺς καρπούς : ἀλλ ' εἶναι κρήνας ἐν τῇ νήσῳ πολλάς , ἀφ ' ὧν πάντα
4919889 κηλουνται
πιθανῶν λόγων , ὅτι οἱ πολλοὶ τούτοις μὲν ἄγονται καὶ κηλοῦνται καὶ τὰ ὦτα ὑπέχουσι , τοὺς δὲ ἀληθεῖς οὐ
καὶ τῇ ἀκοῇ θέλγονται , καὶ τῇ ὄψει τῆς ὀρχήσεως κηλοῦνται καὶ προσίασιν ἐγγυτέρω : οἱ δὲ ὑπαναχωροῦσιν ἡσυχῆ καὶ
4917156 ἐξεχουσαι
Φρίσσουσι : πεπύκνωνται , ἀνορθοῦνται . Πρόκροσσαι : ὀξύτητες , ἐξέχουσαι . πυκινῇσιν : ὀξύτησιν . σταλίκεσσιν : ταῖς ὀξυτέραις
: καὶ ἐν ταῖς γραφαῖς ἀκρώρειαι ὁρῶνται μὲν γὰρ πάνυ ἐξέχουσαι , λεῖαι δὲ τῇ φύσει καὶ ὁμαλαί εἰσι παντελῶς
4914168 ἐπικτητους
. εἶναι δὲ τὰς πολλὰς τῶν ἀνθρω - πίνων ἐπιθυμιῶν ἐπικτήτους τε καὶ κατεσκευασμένας ὑπ ' αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων :
ἄνθρωπον πολυειδέστατον . εἶναι δὲ τὰς πολλὰς τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιθυμιῶν ἐπικτήτους τε καὶ κατεσκευασμένας ὑπ ' αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ,
4904800 ἀμμῳ
ἔνθα γυμνασάμενοι οἱ Ἀργοναῦται τὸν ἱδρῶτα αὐτῶν ὕστερον ἐν τῇ ἄμμῳ ἀπεστελγίσαντο , ὅθεν καὶ μέχρι τοῦ νῦν δίκην ἐλαίου
παθῶν καὶ κακιῶν στῖφος καθαιρῶν . τὸ δὲ σοφίας γένος ἄμμῳ γῆς ἐξομοιοῦται διά τε πληθὺν ἀπερίγραφον , καὶ διότι
4890483 ἐπικρατειᾳ
ἐξ ἀρχῆς μὲν αὐτῇ ὡς ἐμπυρεύματα ἐν αἰθάλῃ ἀποκεκρύφαται τῇ ἐπικρατείᾳ τῶν χειρόνων δυνάμεων συγχεόμεναι , λέγω δὴ τῆς φυτικῆς
φίλους ἐκέλευσε καταθέσθαι , εἰ βούλοιντο , ἐν τῇ ἑαυτῶν ἐπικρατείᾳ : τὴν δὲ τῶν πολεμίων λείαν ἦγον ὁπόθεν δύναιντο
4890047 φυλαττωσι
φυλάκων κυνῶν πότερα συμφυλάττειν οἰόμεθα δεῖν ἅπερ ἂν οἱ ἄρρενες φυλάττωσι καὶ συνθηρεύειν καὶ τἆλλα κοινῇ πράττειν , ἢ τὰς
ἀέρα , φοροῦντες ταῦτα ἐπάνω τῶν ζαβῶν καὶ τῶν τοξαρίων φυλάττωσι τὸ ἄρμα αὐτῶν καὶ οὐκ ἐμποδίζωνται , εἴτε τοῖς
4883314 τειχιῳ
ἐνέφραττον τοὺς στενωπούς , καὶ ταῖς ἐσχάταις οἰκίαις ἐχρῶντο καθάπερ τειχίῳ πολυτελῶς ᾠκοδομημένῳ . ὅθεν εἰς μείζονα δυσχέρειαν οἱ περὶ
, ὅτι φύσεως δεῖ πρῶτον χρηστῆς , ὥσπερ κρηπῖδος ἀνισταμένῳ τειχίῳ : καὶ μετὰ τοῦτο τροφῆς καὶ ἔθους πρὸς σωτηρίαν
4882185 σηπεδονωδεσι
ὕδατι θαλαττίῳ θερμῷ . Πρὸς σκώληκας τοὺς ἐν ἕλκεσι τοῖς σηπεδονώδεσι γινομένους . Χυλὸν καλαμίνθης ἔγχει ἢ αὐτὴν τὴν καλαμίνθην
καὶ ἁπαλὰ τὰς κατὰ βάθος ὑγρότητας ἐν ταῖς πλαδαραῖς καὶ σηπεδονώδεσι διαθέσεσιν ἀλύπως τε ἅμα καὶ ἀσφαλῶς ἐκβόσκεται . κυπέρου
4873491 συννευσει
, ἀλλ ' ἔτι τῇ πρὸς ἄλληλα καὶ τὸ ὅλον συννεύσει συνουσιωμένα , οἷα μάλιστα φαίνεται τὰ ὁμοιομερῆ λεγόμενα τῶν
τοσοῦτον πρὸς τῇ κορυφῇ συνεισφέρουσαι τὴν τρίτην γωνίαν ἀποτελοῦσι τῇ συννεύσει καὶ ἐξ ἀνάγκης ποιοῦσι τὰς ἐντὸς τρεῖς γωνίας δυσὶν
4868337 εὐκαρπους
καρποδοτείρηι : ἔλθετ ' ἐπ ' εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν
τῇ πηγῇ : ὅπου τὸ καλλιπόταμον ὕδωρ τῆς Δίρκης τὰς εὐκάρπους χώρας ἐπιβαίνει : ἡ ὑγρασία : γᾶς : βοτανοτρόφους
4864049 θαλλουσαι
ἰσοχειλεῖς ] ἢ ἴσους τοῦ χείλους τῶν κρατήρων ἢ ὁμοίως θάλλουσαι τῷ χιλῷ , ὅ ἐστι τῷ σίτῳ . .
ἀπὸ δάδων ἡμμένων ἔλαμπε πῦρ μακράν . Αἱ δὲ γυναῖκες θάλλουσαι τῇ τῶν ἱματίων λαμπρότητι , ἡγοῦντο ἔμπροσθεν . Ἐν
4837873 παρδαλεις
ὕδωρ κρᾶσιν τοῦ οἴνου συνῶφθαι χρησίμην οὔσαν . τὰς δὲ παρδάλεις ὑποζευγνύουσι τῷ Διονύσῳ καὶ παρακολουθούσας εἰσάγουσιν ἤτοι διὰ τὸ
τὰ δὲ ταῖς ἴδαις τε καὶ ὕλαις χαίροντα ὡς αἱ παρδάλεις , ὅθεν καὶ Ὅμηρος εἴρηκεν ἠύτε πάρδαλις εἶσι βαθείης
4835834 συνεστασιν
ἐπὶ σιτία καὶ ποτά , ἐξ ὧν αἱ γαστρὸς ἡδοναὶ συνεστᾶσιν ; ἀγαπητὸν οὖν ἐστιν ἀντιβῆναι καὶ μαχέσασθαι τῷ γένει
ἰδιώτης βίος , πόλεις δὲ ὁμοφρόνως , καὶ ἔθνη εὐνόμως συνεστᾶσιν . Οὐκ ἀπεικότως ἄρα σοι καὶ Μουσῶν θεράπων ἔδοξεν
4833723 ἀμυθητους
. μελλήσεως δέ τινος γενομένης τὰς πληγὰς ἐκείνας ἤκουσα τὰς ἀμυθήτους γενέσθαι , παρ ' ὧνπερ ἤλπισε καὶ θανάτους ἔσεσθαι
ἐτησίους ὥρας , φυτῶν τε καὶ ζῴων ἔτι δὲ καρπῶν ἀμυθήτους ἰδέας εἰς χρῆσιν καὶ ἀπόλαυσιν ἀνθρώπων ; εἶτ '
4827700 ἀναβασεις
ἦν : ὥστ ' ἐκ τούτων εἰκάζειν ὅτι καὶ τὰς ἀναβάσεις ᾔδει καὶ τὰ στόματα τοῦ Νείλου . Ἡ δ
Μετὰ δὲ τὴν ἐν Νάξῳ ναυμαχίαν ἐπιβουλευόμενος ὁ φρούραρχος Νικοκλῆς ἀναβάσεις κλειστὰς ποιήσας κατέστησε φύλακας ἐπὶ τῷ τείχει , ἔξω
4819131 νηξει
τετάχαται οἱ νέοι καὶ ἁπαλοί , ἕπονται δὲ αὐτῶν τῇ νήξει οἱ τέλειοι . φιλότεκνον γὰρ καὶ φιλόστοργον ὁ δελφὶς
τὸν θεὸν εὐδοκιμεῖν τὸν καλὸν ἐρώμενον καὶ οὖν καὶ τῇ νήξει διαπρέπειν . τὸν δὲ Ἥλιον νεμεσῆσαι τῷ τάχει τοῦ
4814387 εὐρυχωριᾳ
κοτυληδόνας καὶ πλεκτάνας καὶ κεραίας λεγομένας εἶναί φησιν ἐν τῇ εὐρυχωρίᾳ τῆς ὑστέρας , αἵτινες μαστοειδεῖς ἐκφύσεις ὑπάρχουσι πλατεῖαι μὲν
αὐτὴν εἶναι γεννητικήν . κεῖται δὲ ἐν τῇ τῶν ἰσχίων εὐρυχωρίᾳ [ ἐντὸς τοῦ | περιτοναίου ] μεταξὺ κύστεως καὶ
4813062 χλαινῃ
μόνον ἐκόσμησε τὸν Ἀγαμέμνονα , καὶ τὸν Ὀδυσσέα δὲ μιᾷ χλαίνῃ τῇ οἴκοθεν . οὐδὲ γὰρ οἴεται δεῖν Ὅμηρος τὸν
λαμβάνει . ἐντροπαλιζομένη ἐπιστρεφομένη . ἐντύνεαι παρασκευάζῃ . ἐντυπὰς ἐν χλαίνῃ . τῶν ἅπαξ εἰρημένων , ἐν τῇ Ω τῆς
4804487 ἐκπνοῃ
δ ' , ὥσπερ Ἀθηνόδωρός φησιν , εἰσπνοῇ τε καὶ ἐκπνοῇ τὸ συμβαῖνον περὶ τὰς πλημμυρίδας καὶ περὶ τὰς ἀμπώτεις
ὅτι παχύς τε καὶ ἠρεμῶν . οὐ γὰρ διαδίδωσι τῇ ἐκπνοῇ . διὸ καὶ τὰ ψυχαγωγεῖα ποιοῦσιν , ὅπως λεπτύνηται
4795437 πτησει
ἐξαπτομένων ἐξ αὐτοῦ παντοδαπῶν πτερῶν καὶ ὀρνέων ἀνακουφίζειν δυναμένων τῇ πτήσει τὸ ἅλμα , ὑποδέχεσθαι δὲ κάτω μικραῖς ἁλιάσι κύκλῳ
ἐπῄνουν καὶ μετ ' εὐφημίας καθ ' οὓς γενοίμην τῇ πτήσει παρέπεμπον . Δείξασα δέ μοι τὰ τοσαῦτα κἀμὲ τοῖς
4795017 ἐκβοσκεται
ταῖς πλαδαραῖς καὶ σηπεδονώδεσι διαθέσεσιν ἀλύπως τε ἅμα καὶ ἀσφαλῶς ἐκβόσκεται . κυπέρου ῥίζαι τὰ δι ' ὑγρότητα πολλὴν ἑλκύδρια
ταῖς πλαδαραῖς καὶ σηπεδονώδεσι διαθέσεσιν ἀλύπως τε ἅμα καὶ ἀσφαλῶς ἐκβόσκεται . κυπέρου αἱ ῥίζαι τὰ δι ' ὑγρότητα πολλὴν
4794894 κατατρησεις
οὕτω καλούμενον πέφυκεν , ὄγκος τις ὢν περὶ τὸ δέρμα κατατρήσεις ἔχων , δι ' ὧν μελιτῶδες ὑγρὸν ἐκκρίνεται .
ὀρθῶς . κυττάρους γὰρ καλοῦσι τὰς τῶν κηρίων καὶ σφηκίων κατατρήσεις , ὡς καὶ ἐν τοῖς Σφηξὶν εἴρηκεν ὥσπερ οἱ
4793370 συκας
πονηρὸν ὡστ ' ᾐσχυνόμην . τὰ λοιπὰ μὲν γὰρ τοξαλίους συκᾶς καὶ τὰ ἑξῆς . καὶ ἐν Πάρῳ δὲ καλὰ
καὶ Ἀμφίπολιν καὶ Γραστωνίαν τῆς Μακεδονίας ἔαρος μεσοῦντος τὰς μὲν συκᾶς σῦκα , τὰς δ ' ἀμπέλους βότρυς , τὰς
4792956 λευκαινομενης
τὸ ἐπιτήδειον εἶναι τὸν καιρόν : τοὺς δὲ ἀμῶντας ἄρτι λευκαινομένης τῆς ἠοῦς ἄρχεσθαι τοῦ ἀμητοῦ , λήγειν δὲ ἐπισκιαζομένης
πλατείας . θαλάσσας ] η . πολιαινομένας ] η . λευκαινομένης τοῖς κύμασιν . πνεύματι ] ἀνέμῳ . λαύρῳ ]
4792082 ὁλκαδας
, ταῖς δὲ περὶ Τριόπιον οὔσαις τὰς ἀπ ' Αἰγύπτου ὁλκάδας προσβαλλούσας ξυλλαμβάνειν : ἔστι δὲ τὸ Τριόπιον ἄκρα τῆς
γευστηρίοις : σφίσι δέ γ ' αὐταῖσιν βαθείας κύλικας ὥσπερ ὁλκάδας οἰναγωγούς , περιφερεῖς , λεπτάς , μέσας γαστροιίδας ,
4771193 ἰλυι
σημαίνει τὴν ἀνάδοσιν τοῦ Νείλου : πατεῖ γὰρ ἐν τῇ ἰλύι ἕως ὅπου μέλλει τὸ ὕδωρ ἀναβαίνειν . ὅτι ἀναβαίνει
φησί : πάντα δὲ τὰ ὀστρακώδη γίνεται καὶ ἐν τῇ ἰλύι , ἐν μὲν τῇ βορβορώδει τὰ ὄστρεα , ἐν
4769935 δικελλῃ
ἐστάλη εἰς τὸν ἀγρὸν τὸν ἀμπελῶνα ἐργάσασθαι , ἀνεσπακὼς δὲ δικέλλῃ προρρίζους τὰς ἀμπέλους ἁπάσας νωτοφορήσας τε αὐτὰς εἰς τὸ
Καὶ μὴν ἐλεγεῖά γε ᾄσῃ μάλα περιπαθῶς ὑπὸ ταύτῃ τῇ δικέλλῃ . Τί τοῦτο ; παίεις , ὦ Τίμων ;
4768146 διαστροφῃ
ἐπὶ ταύτης κάταγμα τῇ ὑπεροχῇ καὶ τῇ κοιλότητι καὶ τῇ διαστροφῇ τῇ πρός τι τῶν εἰρημένων μερῶν , ὥστε μὴ
θρασύνοντες , ἀνθηροὶ , ὀπισθοτονώδεες γίνονται . Ἐπ ' ὀμμάτων διαστροφῇ , πυρετώδει , κοπιώδει , ῥῖγος ὀλέθριον : καὶ
4766280 ἐπισπωνται
μὲν αὐτῆς εἰσιν , οὐ μὴν οὔτε διαφοροῦσι μᾶλλον οὔτε ἐπισπῶνται . μέσαι δ ' αὐτῶν εἰσιν ἡ πιτυΐνη τε
πονηρὰ βουλευόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν θάνατον καὶ αἰχμαλωτισμὸν ἑαυτοῖς ἐπισπῶνται , μάλιστα οἱ τὸν αἰῶνα τοῦτον περιποιούμενοι καὶ γαυριῶντες
4765433 ὑλας
ἄργυρον , χαλκόν τε καὶ σίδηρον , καὶ τὰς ἄλλας ὕλας ἀναζητούντων . θεοπλαστοῦσα δὲ ἡ κενὴ δόξα τὸν τῦφον
, ὃν διοδεύουσιν αἱ ἀρτηρίαι τε καὶ αἱ φλέβες , ὕλας ἐκ τῆς μήτρας εἰς τὸ κυούμενον ἄγουσαι , τὴν
4758676 Παραλῳ
⌉ δὲ . . . ἐκαλοῦντο δὲ οἱ ἐμπλέοντες τῇ Παράλῳ Πάραλοι , ὡς καὶ παρ ' Αἰσχίνῃ , ⌈
ἐπὶ τὰς δημοσίας . ἅτε δὲ οἱ πλέοντες ἐν τῇ Παράλῳ , τοὺς πρέσβεις παράγοντες πρὸς Ἀλέξανδρον , ᾔδεσαν ἅπερ
4757859 ἐλαᾳ
τότε γὰρ εὐθενεῖ μάλιστα . ὡς δ ' ἁπλῶς εἰπεῖν ἐλάᾳ μὲν καὶ συκῇ καὶ ἀμπέλῳ τὴν πεδεινήν φασιν οἰκειοτάτην
θῆλυ κάρπιμον . πυρῆνα δ ' ὁ καρπὸς ἔχει παραπλήσιον ἐλάᾳ , καὶ ἐσθιόμενος γλυκὺς καὶ εὐώδης : ἄνθος δὲ
4756700 ἀμπωτεις
. ἔνιαι μὲν οὖν τῶν τοιούτων κοιλάδων κενοῦνται κατὰ τὰς ἀμπώτεις , τινὰς δ ' οὐ παντάπασιν ἐπιλείπει τὸ ὕδωρ
τῆς Πρεττανικῆς , ὀνομαζομένην δὲ Ἴκτιν : κατὰ γὰρ τὰς ἀμπώτεις ἀναξηραινομένου τοῦ μεταξὺ τόπου ταῖς ἁμάξαις εἰς ταύτην κομίζουσι
4754590 λεπτοτητι
τοιάνδε κράσιν αὐτῶν ἐλλείψει ἢ πλεονασμῷ τὴν νόσον κεκτημένων ἢ λεπτότητι ἢ δριμύτητι ἢ παχύτητι καὶ γλισχρότητι ἀνιωμένων , ἢ
δὲ τὰ μὲν πρὸς ἀνατολὰς νεύοντα πάντα καὶ ὑγρότητι καὶ λεπτότητι καὶ εὐωδίαις καὶ τῷ μετρίως μὲν ψυχραίνειν , μετρίως
4745179 ἀγαπῃ
καὶ τὴν μισαδελφίαν , καὶ προσκολλᾶσθε τῇ ἀγαθότητι καὶ τῇ ἀγάπῃ . Ὁ ἔχων διάνοιαν καθαρὰν ἐν ἀγάπῃ οὐχ ὁρᾷ
: βοηθὸν διαδοχήν . Ἀμοιβαίῃ φιλότητι : τῇ ἐκ διαδοχῆς ἀγάπῃ , τῇ ἐκ διαδοχῆς φιλίᾳ , ἀμοιβὴν ἔχοντες τῶν
4743931 πτυσεις
ὅθεν πινόμενος ἰᾶται δυσεντερίας καὶ κοιλιακὰς διαθέσεις καὶ πρὸς αἵματος πτύσεις καὶ τὰς ἐκ μήτρας αἱμορραγίας καὶ προπτώσεις ἕδρας τε
γυναικεῖον ἀναγραφησόμενα ἐπιθέματα , καὶ τὰ πρὸς τὰς τοῦ αἵματος πτύσεις , καὶ ὅσα τῇ στύψει καὶ τῇ ξηρότητι τόνον
4739832 τριαινουν
μεταστήσειε τὰ φυτὰ ἀπὸ τῶν ἀρουρῶν τῶν σπειρομένων . Γ τριαινοῦν : ἠρέμα σκάπτειν καὶ ἐπισύρειν τὰς βώλους ὑπὲρ τοῦ
ἔγωγ ' ἤδη ' πιθυμῶ καὐτὸς ἐλθεῖν εἰς ἀγρὸν καὶ τριαινοῦν τῇ δικέλλῃ διὰ χρόνου τὸ γῄδιον . Ἀλλ '
4739487 ἐπικαιρους
διὰ κινδύνων , πεπασμοὺς τῶν ἀπιόντων πάν - τας πάντοθεν ἐπικαίρους , ἢ καλὰς καὶ κρισίμους ἀποστάσιας , σκοπέεσθαι .
, πολλά τ ' ἄλλα φρούρια βραχύτερα κατὰ τοὺς ἧττον ἐπικαίρους τόπους : καὶ πάντα ἦν μεστὰ ὅπλων . ὁ
4733319 ἐπικλυσεις
διωλύγια καὶ εὐμορφίας ἀμηχάνους καὶ θαλάσσης ἑῴας τε καὶ Ἰωνικῆς ἐπικλύσεις καὶ ἀποκλύσεις , καὶ ποταμῶν ὀνομαστῶν γεφυρουμένων , καὶ
ἀμπώτιδες καὶ πλημμύραι , οἷον αἱ τοῦ ῥοθίου ὑποχωρήρεις καὶ ἐπικλύσεις . ἀμύνεσθαι : Θουκυδίδης μὲν ἀντὶ τοῦ ἀμείβεσθαι ,
4732084 βωλους
τὸ λατόμιον Συνναδικοῦ λίθου , κατ ' ἀρχὰς μὲν μικροὺς βώλους ἐκδιδόντος τοῦ μετάλλου , διὰ δὲ τὴν νυνὶ πολυτέλειαν
ὀργυιάν . ἀναβωλακίας δὲ , τῆς ἐν τῇ τμήσει τοὺς βώλους ἀναπεμπούσης . ἔειπε δ ' ὧδε : ὁ νοῦς
4724342 πυρωδεις
ὀσμῆς προσβάλλειν : τοὺς δὲ ὀφθαλμοὺς ὑφαίμους αὐτῷ γίνεσθαι καὶ πυρώδεις , τὰ βλέφαρα δὲ διογκοῦσθαι . ἐμέτων δὲ ἐπιθυμίαι
εἰσὶν αἱ ξηραὶ καὶ λευκαί , τεταναὶ καὶ ἄβρωτοι , πυρώδεις ἐν τῇ γεύσει καὶ ἀρωματίζουσαι . τοῦ δ '
4723802 εὐκατεργαστοι
ἕξεις , ἀλλὰ καὶ αἱ τροφαὶ θερμαντικώτεραι καὶ ξηρότεραι τυγχάνουσαι εὐκατέργαστοί εἰσι καὶ εὐδιοίκητοι καὶ τὰς ἕξεις θερμοτέρας καὶ καθαρωτέρας
ἕξεις , ἀλλὰ καὶ αἱ τροφαὶ θερμαντικώτεραι καὶ ξηρότεραι τυγχάνουσαι εὐκατέργαστοί εἰσι καὶ εὐδιοίκητοι καὶ τὰς ἕξεις θερμοτέρας καὶ καθαρωτέρας
4703913 διαπαντος
τῷ Καυκάσῳ . . πελῶ ] πλησιάζω . . χρῄζω διαπαντὸς ἀκοῦσαι ] θέλω δι ' ὅλου μαθεῖν . .
ἄρατε τὰς βουλὰς ταύτας ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν , ἵνα διαπαντὸς ζήσητε τῷ θεῷ . Ἐκ δὲ τοῦ ὄρους τοῦ
4703559 ἐκλυσεις
δίδομεν δὲ τάχιον ποτὸν καὶ ἐφ ' ὧν βουλιμιώδεις ἐπισυμβαίνουσιν ἐκλύσεις , παρηγοροῦντες τὸ σύμπτωμα . θερμοῦ μὲν ποτοῦ καιρὸς
λουτρῶν καὶ πυριάσεων ἔκλυσις : δῆλον γὰρ ὡς αἱ τοιαῦται ἐκλύσεις τῷ θερμῷ καὶ διὰ τὸ θερμὸν γίνονται μαραίνοντος τοῦ
4700833 ἠρεμουντες
ὄντες , κατὰ μετάθεσιν στοιχείου , ὡς ἂν εἰ οὐκ ἠρεμοῦντες , ἢ ὡς οὐδὲν τὸ αὐτὸ μένοντες . Ἀγρός
ἄνεμοι : μᾶλλον δὲ μεταθέσει τοῦ στοιχείου : οἱ μὴ ἠρεμοῦντες , μηδὲ ἐν ταὐτῷ μένοντες . Ἀπηλεγέως , ἤτοι
4696882 ἀνελλιπεις
γρ . παναρκεῖς . . παντοδύναμοι . . τέλειοι ] ἀνελλιπεῖς : ἀνελλιπὲς γὰρ τὸ θεῖον . . δορύπονον ]
ἑκάστη πηγῆς ἕξει λόγον εὐσεβοῦσα , χορηγούσης εὐσεβείας ἀενάους καὶ ἀνελλιπεῖς καλὰς πράξεις , γενάρχαι δὲ τοῦ σύμπαντος ἔθνους ἑβδομήκοντα
4688857 οἰκουμενας
συμφέροντος , ἐξείλοντο μὲν αὐτὰς τὰς Ἀθήνας ἐχομένας ἤδη καὶ οἰκουμένας ὑπὸ Περσῶν , ἐρρύσαντο δὲ τὴν Ἑλλάδα ὑποβρύχιον φερομένην
καὶ κατέστησεν , ἀλλὰ καὶ τὰς ἐκ πλείστου τῶν πόλεων οἰκουμένας ἔτι καὶ νῦν ῥητορικὴ συνέχει τε καὶ κοσμεῖ ,
4685630 στυψει
, ἐκδαπανῶσα μὲν τῇ θερμότητι τὴν ὑγρὰν σάρκα , τῇ στύψει δὲ συνάγουσα καὶ πιλοῦσα τὴν οὐσίαν . Χαλκῖτις μεμιγμένας
δ ' ἐστὶ τὸ λευκότερον . μύρτα ψύχει μὲν ἅμα στύψει , ἔχει δέ τι καὶ δριμύτητος . στρύχνος δραστήριον
4684353 σηραγγας
πελάσω διὰ σαρκὸς ἅμιλλαν , θῦμα τριζύγοις θεαῖσι τῶι τε σήραγγας Ἴδας ἐνίζοντι Πριαμίδαι ποτ ' ἀμφὶ βουστάθμους . ἄλλος
καὶ τὰ ὅμοια ἐν τοῖς λίθοις : περὶ δὲ τὰς σήραγγας τῶν πετρῶν τὰ τήθεα καὶ αἱ βάλανοι καὶ αἱ
4684283 ἐγκεντριδας
σύστημα τῶν γερόντων . σμῆνος ] τὸ σύστημα . τὰς ἐγκεντρίδας ] ⌈ ἀντὶ τοῦ [ τὰ ] κέντρα .
παντοδαπῶν κατάγωμεν . κἀναψηφίσασθ ' ἀποδοῦναι πάλιν τὰ χρυσία . ἐγκεντρίδας θησέω ῥαβδίζειν κἂν μὲν σιωπῶ , τείρεται καὶ πνίγεται
4678717 εἰρεσιᾳ
κελευστὰς ἡ θάλαττα , ὁπόταν πρὸς κύματος ἦχον ἐπᾴδειν τῇ εἰρεσίᾳ θέλωσιν : ἐπικρατεῖ γὰρ ἡ μεγαλοφωνία καὶ κατασιωπᾷ τὸ
πολεμίους ἐγγὺς ὄντας . τὸν μὲν δὴ ποταμὸν ὁ κυβερνήτης εἰρεσίᾳ βιαζόμενος ἔπλει : ὡς δ ' ἐπὶ τὰς ἐκβολὰς
4675379 γναθῳ
στόματος . . ἡ Σαλμυδησία ἐστὶ ῥαχία ἀκρωτηριώδης ἐοικυῖα ὄνου γνάθῳ . καλεῖται δὲ ἀπό τινος Σαλμυδησοῦ ποταμοῦ ἐντεῦθεν ἐκρέοντος
ἕτερος , ὅτι Μηδόκης ὁ βασιλεὺς βοῦν ἔφερεν ὅλον ἐν γνάθῳ . Τοῦ δὲ αὐτοῦ εἴδους καὶ τὰ τοιαῦτά ἐστιν
4672953 ἑψησεις
ἑαυταῖς ἔχειν ὑγρότητα παραπλησίαν μέλιτι , καὶ εἰ τοιαύτας λαβὼν ἑψήσεις ἄχρι πλείστου , τὸ ἀφέψημα μέλιτι λεπτῷ γενήσεται παραπλήσιον
κτείνειν μητέρα καὶ ἔγγονον , ἐπιδαψιλεύεται φάσκων : ” οὐχ ἑψήσεις ἄρνα ἐν γάλακτι μητρός ” . πάνυ γὰρ ἄτοπον
4663308 ἀμμωδει
ἓξ ποδῶν . ἐν δὲ τῇ λεπτογείῳ καὶ ξηρᾷ καὶ ἀμμώδει , καὶ ὑπὸ σφοδρῶν ἀνέμων ἐνοχλουμένῃ , ταπεινότερον χρὴ
Σελήνης ἱερὸν εἶναί φασιν . Ἔστι δὲ καὶ Σαράπειον ἐν ἀμμώδει τόπῳ σφόδρα ὥσθ ' ὑπ ' ἀνέμων θῖνας ἄμμων
4659775 μαστευουσι
Ἀντιόχου , οὐδὲ ὅσοις ἐκεῖ ξυνέμιξα ἀνδράσι τὰ ἐμὰ φορτία μαστεύουσι καὶ περιποιουμένοις , οὐδὲ ὅσοις ἐν Γαλατίᾳ τῇ Ἑλληνίδι
ἕκαστος καλιᾶς φυγάδας ἀποφαίνουσιν : ὑπὲρ ὅτου * * τροφὴν μαστεύουσι , καὶ τοὺς γειναμένους σφᾶς μὴ τρέφουσιν . Ὑπονύξαντες
4659298 ἀνειμενας
οὐ χειροποιήτους , ἀλλ ' ὑπ ' αὐτῆς τῆς φύσεως ἀνειμένας θεοπρεπῶς . κατὰ πάντα δὲ τὸν τῆς περιφερείας κύκλον
θέας ἀτόπους καὶ φιλοτιμίας οὐκ εὐλόγους καὶ ἡδονὰς καὶ δαπάνας ἀνειμένας , ἃς οὐδεὶς τῶν εὖ φρονούντων οὐδὲ ἐν εὐπραγίαις
4658637 ἀναιρεθεισας
ἀπαραίτητον δίκην . ἀπιστήσουσι μὲν οἱ θεασάμενοι τὰς αὐτοῖς θεμελίοις ἀναιρεθείσας πόλεις , εἰ πώποτε ᾠκίσθησαν : ἐν εἴδει δὲ
εὐγενῶς μαχομένας ἁπάσας κατακοπῆναι . τὴν δὲ Μύριναν θάψασαν τὰς ἀναιρεθείσας τῶν συστρατευουσῶν ἐν τρισὶ πυραῖς χωμάτων μεγάλων ἐπιστῆσαι τάφους
4657802 ἑλεπολεις
' ἐμοὶ τὸ λέγειν , ὅτι δεῖ κριοὺς ἔχειν ἢ ἑλεπόλεις ἢ σαμβύκας ἢ πύργους ὑποτρόχους ἢ χελώνας χωστρίδας ἢ
εἰδότων κατασκευάζειν τῶν τότ ' ἀνθρώπων , οὔτε τὰς καλουμένας ἑλεπόλεις μηχανάς . οἱ μὲν δὴ πολέμιοι ἀπογνόντες τῆς πόλεως

Back