γρ . παναρκεῖς . . παντοδύναμοι . . τέλειοι ] ἀνελλιπεῖς : ἀνελλιπὲς γὰρ τὸ θεῖον . . δορύπονον ] | ||
ἑκάστη πηγῆς ἕξει λόγον εὐσεβοῦσα , χορηγούσης εὐσεβείας ἀενάους καὶ ἀνελλιπεῖς καλὰς πράξεις , γενάρχαι δὲ τοῦ σύμπαντος ἔθνους ἑβδομήκοντα |
ὑπὸ τῇ Καδμείᾳ οἰκοῦντας τὸν ποιητὴν τοὺς τότε Θηβαίους . Ὀγχηστὸς δ ' ἐστίν , ὅπου τὸ Ἀμφικτυονικὸν συνήγετο ἐν | ||
θ ' ἱερὸν , Ποσιδήιον ἀγλαὸν ἄλσος . οὐ γὰρ Ὀγχηστὸς δένδρεσι κομᾷ , ἀλλ ' ἱερός ἐστιν . ξυνὸν |
πουλυκνήμου αὐτοῦ τὰ φύλλα : ἐπὶ τελευτῆς δὲ θυμιῇν , φλόμου φύλλα κόψας καὶ λωτοῦ τορνεύματα : ἔμπροσθεν δὲ πρὶν | ||
δ ' ἔχει μήλινα καὶ καρπὸν περὶ τὸν καυλὸν ὥσπερ φλόμου : ὅλος δ ' ὁ καυλὸς καὶ τὰ φύλλα |
δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι . τάων οὔ | ||
εὔπνοοι αὔραις , αἰπολικαί , νόμιαι , θηρσὶν φίλαι , ἀγλαόκαρποι , κρυμοχαρεῖς , ἁπαλαί , πολυθρέμμονες αὐξίτροφοί τε , |
περὶ θυμὸν ἀπείριτον ἵκετο θάμβος . μέλψαι δὲ μνήσειας ἀειθαλέας πλοκαμῖδας , οἵαις κυδιόωσαν ἀπ ' ὀλβίστων σε λοετρῶν φαιδρὴν | ||
χειμῶνος ἐν γυναικείοις ὑποδήμασι διετέλουν περιπατοῦντες κόμας τε ἔτρεφον καὶ πλοκαμῖδας ἔχειν ἤσκουν , διειλημμένοι τὰς κεφαλὰς διαδήμασι μηλίνοις καὶ |
, τευθίδα : Ἐπίχαρμος δ ' ἐν Ἥβας γάμῳ : πώλυποί τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες χἀ δυσώδης βολβιτὶς | ||
τε καὶ κίχλαι , λαγοὶ δράκοντές τ ' ἄλκιμοι . πώλυποί τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες χἀ δυσώδης βολβιτὶς |
. καὶ πέμπουσιν ἐξαπιναίως τεσσαράκοντα ναῦς αἳ ἔτυχον περὶ Πελοπόννησον παρεσκευασμέναι πλεῖν : Κλεϊππίδης δὲ ὁ Δεινίου τρίτος αὐτὸς ἐστρατήγει | ||
ἄλλαι ὁλκάδες αἱ δημοτικαί , εὔζωνοι καὶ πρὸς τὴν χρείαν παρεσκευασμέναι . Μέχρι μὲν ἦν τὸ πνεῦμα πρᾶον , ἐκράτει |
τὸ βιασάμενον καὶ κρατῆσαν ὀνοματοποιήσῃ πάθος , οὕτως εὐβουλίαι καὶ εὐφροσύναι φυσικαῖς ἐκφωνήσεσιν ἀναγκάζουσι χρῆσθαι , ὧν οὐκ ἂν εὕροι | ||
, ὅτι ἐξ οὐδενὸς ἡμῖν αἱ ἡδοναὶ γίνονται καὶ αἱ εὐφροσύναι καὶ γέλωτες καὶ παιδιαὶ ἢ ἐντεῦθεν , καὶ λῦπαι |
ἦν , εἶχον δὲ ἀδυνάτως κινεῖσθαι , ὥστε καὶ τὰς ἀναστάσεις ὤκνουν : ὁ δ ' ἐπιτάττει . βέλτιον δ | ||
Πέρσαις πολέμους πυργοδαΐκτους διέπειν ἱππιοχάρμας τε κλόνους πόλεών τ ' ἀναστάσεις . ἔμαθον δ ' εὐρυπόροιο θαλάσσας πολιαινομένας πνεύματι λάβρῳ |
τις ἀνὰ φρένας : οἳ δ ' ἐνὶ μέσσῃ πυρκαϊῇ καίοντο λελασμένοι ἠριγενείης . Ἀμφὶ δὲ βουκόλοι ἄνδρες ἐθάμβεον , | ||
: ὃ δ ' ἐς ποταμὸν τρέψε φλόγα παμφανόωσαν . καίοντο πτελέαι τε καὶ ἰτέαι ἠδὲ μυρῖκαι , καίετο δὲ |
τὸ λάμπω , δύο ταυτοσημάντων λέξεων . . ΤΕΘΑΛΥΙΑΙ . Θάλλω , ὁ μέλλων θαλῶ , ὁ παρακείμενος τέθαλκα , | ||
τοῦ θῶ . οὗ μέλλων θώσω . οὕτω Φιλόξενος . Θάλλω . παρὰ τὸ θῶ τὸ τρέφω , καὶ παράγωγον |
μιῆς δὲ καὶ τεσσεράκοντα ἔτι τῶν ἐπιλοίπων γενέων , αἳ ἐπῆσαν τῇσι τριηκοσίῃσι , ἐστὶ τεσσεράκοντα καὶ τριηκόσια καὶ χίλια | ||
κατὰ ταύτας τὰς ἐσβολάς , καὶ τό γε παλαιὸν πύλαι ἐπῆσαν . Ἔδειμαν δὲ Φωκέες τὸ τεῖχος δείσαντες , ἐπεὶ |
δὲ χλωροὶ ξηροί εἰσι καὶ ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς πέρκης . ὁ δὲ σκάρος | ||
, δύσφθαρτος , εὐέκκριτος . κίχλαι , κόττυφοι , φυκίδες ἁπαλόσαρκοι , εὔχυλοι , εὐδιαφόρητοι , ἄτροφοι , πρὸς διαχώρησιν |
ἀδρανέες μελάνουροι τραχούρων τ ' ἀγέλαι βούγλωσσά τε καὶ πλατύουροι ταινίαι ἀβληχραὶ καὶ μορμύρος , αἰόλος ἰχθύς , σκόμβροι κυπρῖνοί | ||
εἶναι τὸν ἔκπλουν δυνατόν : βραχέα γὰρ καὶ διθάλαττα καὶ ταινίαι μακραὶ μέχρι πολλοῦ διήκουσαι παντάπασιν ἄπορον καὶ δύσκολον παρέχουσι |
αὐτῶν οὐ λέγεις ταυτί ; τί δαί ; διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , | ||
' ἑαυτὸν κεραυνοὺς χρυσοῦς δεκαπήχεις δύο , καὶ στέφανον δρυὸς διάλιθον : ἀσπίδες χρυσαῖ εἴκοσι , πανοπλίαι χρυσαῖ ἑξήκοντα τέσσαρες |
αἱ μὲν οὖν τριήρεις παρ ' ὅλον τὸν λιμένα παρώρμουν κεκοσμημέναι τοῖς ἐπὶ ταῖς πρῴραις ἐπισήμασι καὶ τῇ λαμπρότητι τῶν | ||
βαρβαρικάς , ἐφ ' ὧν ἐκάθηντο γυναῖκες Ἰνδαὶ καὶ ἕτεραι κεκοσμημέναι ὡς αἰχμάλωτοι . κάμηλοι δ ' αἳ μὲν ἔφερον |
: παρενέβαλον δὲ ἐκεῖ παρὰ τὰ ὕδατα ” . Αἰλὶμ πυλῶνες ἑρμηνεύονται , εἰσόδου τῆς πρὸς ἀρετὴν σύμβολον : ὥσπερ | ||
, ἔτι δὲ πρόδομοί τε καὶ αὐλαὶ καὶ προαύλια καὶ πυλῶνες καὶ πρόθυρα καὶ ὀπτανεῖα καὶ λουτρὰ λόγου ἄξια , |
οἱ μὲν οὖν ἀτενεῖς περιττότερα ἤθη ἐμφαίνουσιν , οἱ δὲ ὑπορρέοντες δολερώτερα , εἰ μέντοι ὑπορρέοιεν ἀμαυρότητι , μωρότερα σημαίνουσι | ||
ἃς οἰκείων καὶ συγγενῶν ὅμιλοι μεγάλοι καὶ πολυάνθρωποι κατὰ μικρὸν ὑπορρέοντες ἀψοφητὶ ταχέως ἐξεφθάρησαν . εἰς ἅπερ , οἶμαι , |
' αὖτε ξανθοῖο κρόκου θυόεσσαν ἔθειραν δρέπτον ἐριδμαίνουσαι : ἀτὰρ μέσσῃσιν ἄνασσα ἀγλαΐην πυρσοῖο ῥόδου χείρεσσι λέγουσα οἷά περ ἐν | ||
Δάφνης , ἧχί περ Ἀντιόχοιο ἐπώνυμος Ἀντιόχεια : αὐτὰρ ἐνὶ μέσσῃσιν Ἀπαμείης πτολίεθρον : τῆς δὲ πρὸς ἀντολίην κατασύρεται ὑγρὸς |
τῷ Ἑρμῇ ταύτῃ διηκρίβωσεν εἰπών : Πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηνται : αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , | ||
, ἐν αἷς καὶ τὸ θύνον , σκοπεῖον λεγόμενον . περιηγέες : κυκλοτερεῖς . σαγῆναι : δίκτυα . Πέζας : |
λοετρῶν ἀέναοι ταμίαι : παρὰ δὲ χλοάουσι ῥέεθροις ποῖαί τε χθαμαλαί , μαλακὴ κλίσις ὕπνον ἑλέσθαι εὔδιον ἐκ καμάτοιο , | ||
ηὐδάξαντο : εἶπον , ὠνόμασαν . Ἄλλαι : πέτραι . χθαμαλαί : βαθεῖαι . χαμηλαί : κοῖλαι , ταπειναί . |
τε [ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν | ||
φησὶ χώραν Ἑλλάδα . λέγει δὲ τὰς Ἀθήνας . . πλήθουσι νεκρῶν : αἱ ἀκταὶ καὶ οἱ αἰγιαλοὶ τῆς Σαλαμῖνος |
ἢ ψύχειν δύναται , λουτρά τε γλυκέων ὑδάτων προσάγειν καὶ εὐκράτους τροφὰς καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν , ὥσπερ ἔχουσι τὸ εἶδος | ||
χρώματα συγκεκραμένα ταῦτα καὶ τὰ μεγέθη μέτρια καὶ τὰς φύσεις εὐκράτους καὶ τὰς οἰκήσεις συνεχεῖς καὶ ἡμέρους τὰ ἤθη . |
ἡ οἰκουμένη τὰς ἰσολυμπίους αὐτῷ τιμὰς ἐψηφίσαντο . καὶ μαρτυροῦσι ναοί , προπύλαια , προτεμενίσματα , στοαί , ὡς ὅσαι | ||
δωρήματα “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ηʹ : τὸ θʹ ” ναοί θ ' ὑψερεφεῖς καὶ ἀγάλματα “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ |
πνεῖν εἰ μὴ πρὸς ὀλίγον : ὁ δὲ Μηδιακὸς καὶ Συριακὸς τῇ δυνάμει εἰσὶν ἀσθενέστεροι καὶ βρωμωδεστέραν ἔχουσι τὴν ὀσμήν | ||
Ἐπέχει δὲ κοιλίαν ῥέουσαν καὶ σίδια ῥοιᾶς , καὶ ῥοῦς Συριακὸς ὁμοῦ κοπέντα , καὶ διὰ στόματος δοθέντα . Λουτέον |
καὶ φήληκες παρ ' Ἀθηναίοις . ἄπιοι , μῆλα , ὄχναι , ἀχράδες , ἀσταφίδες , σταφυλαί , καὶ τούτων | ||
τὰ μεταξὺ παρατρέχειν : ὑπὸ γὰρ τοῦ συνδέσμου τὰς συμβολὰς ὄχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι , ἐν ἁπάσαις ὁμοίως |
Νέαιρα . τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν , μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα | ||
ἤτοι ἀποκρουστικὰ νούσων . * Θρινακίην : γράφεται καὶ Τρινακίην Θρινακίην μὲν ῥίζαν : τὴν ἐν Σικελίᾳ γενομένην : οὕτως |
ἦχον τὸν γινόμενον κατὰ τὴν πνοὴν τὸ ὄνομα γέγονε . Βροντή , παρὰ τὸ βρομῶ βρόμος : κυρίως δὲ ἐπὶ | ||
Βοῤῥᾶς : ἴσως διὰ τὸ βίᾳ ῥεῖν καὶ ῥάσσεσθαι . Βροντή : ὡς οὖσα βαρεῖα τῇ φωνῇ . Βοῦς : |
, κόρυθι δ ' ἐπένευε φαεινῇ τετραφάλῳ : καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι χρύσεαι , ἃς Ἥφαιστος ἵει λόφον ἀμφὶ θαμειάς | ||
ἔχων , οὐχ ὡς Φιλητᾶς ὄμματα . . καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι Χρύσεαι : νῦν καταχρηστικῶς αἱ χαῖται τῆς κόρυθος |
κολίας , ὀρκύινος , πηλαμύς , σκόμβρος οὐκ εὐστόμαχοι , κακόχυλοι , φυσώδεις , ψαφαροί , δυσέκκριτοι , τρόφιμοι , | ||
τηγανιζόμενα . αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι , βρομώδεις δὲ καὶ κακόχυλοι . ἐχῖνοι δὲ ἁπαλοὶ μέν , εὔχυλοι , βρομώδεις |
ὅτι δὲ εἶδος κεστρέων οἱ νήστις δῆλον . Ἀντιφάνης : κεστρεῖς ἔχων ἄλλους στρατιώτας τυγχάνεις νήστις . Ἄλεξις : ἐγὼ | ||
δεύτεροι δὲ οἱ ἐκ Σινώπης . καλοῦνται δ ' οἱ κεστρεῖς ὑπό τινων πλῶτες ὥς φησι Πολέμων ἐν τῷ περὶ |
τὰ ἐγκοίλια αὐτῆς τουτέστι τὰ ἐπεντρώματα , ἅ φασιν οἱ φιλήδονοι ἐπιλεάνσεις εἶναί τινας τῶν προηγουμένων ἡδονῶν , ἃ γίνεται | ||
τροφὴν εὑρίσκοντες , ταῖς δὲ πράξεσι δοξαστικοί , πλούσιοι , φιλήδονοι , πραγματευταί , γεωργοί , ἐν παρύγροις τόποις διάγοντες |
καὶ ἄπλευροι καὶ ἀτράχηλοι ἄνθρωποι , οὕτω καὶ ἀναμάρτητοι καὶ ἄφθονοι λέγονται ; καὶ ὃν τρόπον ἐκεῖ ἄπλευρος οὐ κατὰ | ||
Ἤπειρον , κεφάλων εἰσὶ κατὰ ἴλας ὡς ἂν εἴποι τις ἄφθονοι νήξεις καὶ πλήθη πάμπολλα . οὐκοῦν θηρῶνται καὶ μάλα |
ἐόντα , καὶ φῦσαν ἐμποιέει : οἱ δὲ χιτῶνες αὐτέων στάσιμοι . Ἄκυλοι καὶ βάλανοι καὶ φηγοὶ στατικὰ ὠμὰ καὶ | ||
, ταχέως , σπουδαίως : οἱ δὲ παλαισταὶ βαρεῖς , στάσιμοι , μόνιμοι , ὠμίαι , ἀντερειδόμενοι , συμπλεκόμενοι , |
καὶ μελάντερος τὸν νῶτον . Ἐπίχαρμος : σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες . τοῦτο δὲ σημειωτέον πρὸς Σπεύσιππον λέγοντα εἶναι | ||
δράκοντές τ ' ἄλκιμοι . πώλυποί τε σηπίαι τε καὶ ποταναὶ τευθίδες χἀ δυσώδης βολβιτὶς γραῖαί τ ' ἐριθακώδεες . |
ἑκάστας ἐξέχει . Αἰσχύλος κόγχοι , μύες , ὄστρεα . Ἱκέσιος δέ φησι τῶν χημῶν τὰς μὲν τραχείας λέγεσθαι , | ||
ἀλλήλοις φίλους , ἐχθρὸν δὲ ἢ πολέμιον μηδένα μηδενός , Ἱκέσιος δὲ ὡς ἂν ἐπήκοός τε καὶ ἵλεως τοῖς δεομένοις |
, ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες , ξυστίδες χρυσόπαστοι , ὡς Εὔβουλος ταῖς ξυστίσιν ταῖς χρυσοπάστοις στόρνυται | ||
σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ κλῖναι πολυτελεῖς ; ἔτι δὲ καὶ κοῖλος ἄργυρος |
τὰ παρατεθέντα διασκευάσαντας . παρὰ Συβαρίταις δ ' εὑρέθησαν καὶ πύελοι , ἐν αἷς κατακείμενοι ἐπυριῶντο . πρῶτοι δὲ καὶ | ||
τὰ παρατεθέντα διασκευάσαντας . παρὰ Συβαρίταις δ ' εὑρέθησαν καὶ πύελοι , ἐν αἷς κατακείμενοι ἐπυριῶντο : πρῶτοι δὲ καὶ |
θρυαλλίδ ' , ἢν δέῃ . μαινίδες . . . σκόμβροι , κοχλίαι , κορακῖνοι ἅλα δᾷδας ἐπιθυμήματα ἡμίπλεκτοι μετάκερας | ||
ὅτι σοι πεπρωμένον ἐστίν . ὅτι ἐν Ἐλευσῖνι ψῆτται καὶ σκόμβροι πολλοί . βατίς . βάτραχος . βάτος βατίδος καὶ |
καὶ ἔμβρωμα καὶ πλάδων καὶ ναυτίας ποιητικά , μάλιστα οἱ κέφαλοι : πνεύμων μέντοι ἐρίφειος δίσεφθος δοκεῖ ἐπὶ πᾶσι βρωθεὶς | ||
εἰς ὅσον τὸ χεῖλος αὐτῆς προσπελάζει τῷ ὕδατι . οἱ κέφαλοι δὲ καὶ οἱ τούτοις ὁμοειδεῖς κεστρεῖς , ἤτοι τῇ |
, πλὴν ὅτι λείπει πόλιν Ἀργείων . καὶ τίνες ἄλλαι στοναχαὶ μείζους ἢ γῆς πατρίας ὅρον ἐκλείπειν ; ἀλλ ' | ||
δ ' ἐξέρρεε δάκρυ , καὶ νηοὶ δεύοντο λύθρῳ : στοναχαὶ δ ' ἐφέροντο ἔκποθεν ἀπροφάτοιο : περισσείοντο δὲ μακρὰ |
λευκὸν καὶ ἄβρομον ἀνίησιν . ὁ γρύλλος ὅμοιος ἐγχέλει , ἄστομος δέ . βῶξ ἑφθὸς εὔπεπτος , εὐανάδοτον ὑγρὸν ἀνιείς | ||
? περικάθαρμα . ἀλλ ' αὐτὸς ἔρχεται καταδιαβαίνων καρνάρις , ἄστομος , δεινὸς ἄγροικος ! ! ! ! ! δ |
ἄσφαλτος , ἄνηθον , βάλσαμον , γίγαρτα , γιγγίδιον , ἐλαφόβοσκον , κάλαμος ἀρωματικός , λιβανωτοῦ φλοιὸς καὶ τὸ σπέρμα | ||
, ἀμόργη , ἄνηθον , ἀρτεμισίαι ἀμφότεραι , βάλσαμον , ἐλαφόβοσκον , κρόκος , λιβανωτός , μαστίχη Χία , μέλι |
ἀργύρου ἢ χαλκοῦ ἢ ἐλέφαντος ἢ λίθου ἢ ἠλέκτρου ἢ ἐβένου : τὰ δὲ ἐξ ὕλης ἄλλης πεποιημένα ἀγάλματα ἧττον | ||
τὰ ἀκάνθινα ἢ καὶ συκάμινα καλούμενα ξύλα ἐμφερῆ ὄντα ἀντὶ ἐβένου πωλοῦσι : διαγινώσκεται δ ' ἐκ τοῦ χαῦνά τε |
καὶ ἡ κατὰ Ἄσταν ἀνάχυσις καὶ Νάβρισσαν . λέγονται δὲ ἀναχύσεις αἱ πληρούμεναι τῇ θαλάττῃ κοιλάδες ἐν ταῖς πλημμυρίσι καὶ | ||
καὶ ζῴων καὶ φυτῶν ἀμυθήτους ἰδέας , ἔτι δὲ πελαγῶν ἀναχύσεις , ποταμῶν αὐθιγενῶν καὶ χειμάρρων φοράς , ἀενάων ῥεῖθρα |
? [ ἣ μὲν [ Τυνδαρέου θαλερὸν λέχος ] εἰσαναβᾶσα Λήδη ἐυπλόκαμος ? [ ἰκέλη φαέεσσι ] σελήνης γείνατο [ | ||
. . . . : καὶ μὴν Αἰτωλὶς κρατερὸν Πολυδεύκεα Λήδη ] εἰκότως αὐτὴν Αἰτωλίδα εἶπεν , ἐπεὶ Αἰτωλὸς ὁ |
εὔθρυπτον . διαφέρει δ ' αὐτῶν ἡ πιτυΐνη καὶ ἡ ἐλατίνη : εὐώδεις τε γάρ εἰσι καὶ λιβανίζουσι : κομίζονται | ||
, ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον , βαλάνινον , ὑοσκυάμινον , ἐλατίνη μετρίως , ἑλξίνη ἡ καὶ περδίκιον μετρίως , ἔλυμος |
οὐκ ὀλίγος δὲ χρυσὸς διηρπάζετο , πολλαὶ δὲ καὶ πολυτελεῖς ἐσθῆτες , αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς | ||
ἐν Πέρσαις δὲ τοῖς οἴκοι καὶ νῦν ἔτι πολὺ καὶ ἐσθῆτες φαυλότεραι καὶ δίαιται εὐτελέστεραι : ὁρῶν δὴ τὸν κόσμον |
ἁλουργεῖς ὑπέστρωντο τῆς πρώτης ἐρέας , καὶ περιστρώματα ποικίλα , διαπρεπῆ ταῖς τέχναις , ἐπῆν . Ψιλαὶ δὲ Περσικαὶ τὴν | ||
δὲ ἀνδριάντες ἐπιφανεῖς ταῖς κατασκευαῖς , οὐκ ὀλίγα δὲ ἀναθήματα διαπρεπῆ θεῶν ἀργυρᾶ τε καὶ χρυσᾶ . ἐν δὲ τούτοις |
ἡ καλλιπάρειος . λέγοιντο δ ' ἂν ἀνθοῦσαι παρειαί , εὐανθεῖς , ἐρυθαινόμεναι , λάμπουσαι , στίλβουσαι , ἐρυθριῶσαι , | ||
, ἀλλὰ συνοικίαι ὅλαι καὶ ἀγροὶ καὶ θεράπαιναι καὶ ἐσθῆτες εὐανθεῖς καὶ χρυσὸν ὁπόσον ἐθελήσειε . Καὶ τί γάρ ; |
καλὰ τάμοιο βουσί τε καὶ σμινύῃσιν , ἔοι δέ κε κάρπιμος ὦκα . ὣς δ ' αὕτως Ταύρῳ κεραῷ πονέεσθαι | ||
Καὶ τῆς ὀριγάνου δὲ ἡ μέλαινα ἄκαρπος ἡ δὲ λευκὴ κάρπιμος . καὶ θύμον τὸ μὲν λευκὸν τὸ δὲ μέλαν |
κύειν τῶν κεστρέων οἱ μὲν χελλῶνες Ποσειδεῶνος μηνὸς καὶ ὁ σαργὸς καὶ ὁ μύξος καλούμενος καὶ ὁ κέφαλος : κύουσι | ||
τὸν ἐκκρινόμενον θορὸν λάπτουσι καὶ οὕτως συλλαμβάνονται . Ὅτι ὁ σαργὸς καὶ ὁ κόσσυφος πολλὰς γαμετὰς ἔχουσιν , οἱ δὲ |
θυμωθεὶς οὐδεὶς ἀπέθανε , κἂν τύχῃ λειποθυμήσας . Ἀλλὰ καὶ νοτίδες ἔσθ ' ὅτε μὴ κατὰ καιρὸν τοῖς οὕτως ἔχουσιν | ||
μένει τῆς τὸν πυρετὸν ἐργασαμένης . ἀλλὰ καί τισιν αὐτῶν νοτίδες χρησταὶ φαίνονται , καί τισιν ἱδρῶτες . καὶ ἄξιον |
, ὡς Ἀλέξανδρός φησι . πρότερον δὲ Ὀλβία ἐκαλεῖτο καὶ Ὑρία . οἱ πολῖται ἀπὸ τῆς Ὑρίας Ὑριεῖς , καὶ | ||
νῆσος παρὰ τῇ Κερκύρᾳ . τὸ ἐθνικὸν Πτυχιεύς , ὡς Ὑρία Ὑριεύς . Πύγελα , πόλις Ἰωνίας . ὁ πολίτης |
Μῆτις : μηχανὴ , βουλή . φορβήν : τροφήν : φορβὴ ἡ τροφὴ ἀπὸ τοῦ φέρειν , ἤως συνιστάνειν τὸν | ||
. φερβομένης δὲ λέγει , οὐ τρεφομένης , ὥσπερ καὶ φορβὴ ἡ τροφὴ , ἀλλὰ μειουμένης καὶ νεμομένης καὶ ἀπολλυμένης |
ἴγδιν . . τὴν θυΐαν ἀγνοεῖς ; τοῦτ ' ἔστιν ἴγδις . ἐλθών τε πρὸς τὸν τεμαχοπώλην περίμενε , παρ | ||
καὶ στρόβιλος . μακτρισμὸς δὲ καὶ ἀπόκινος καὶ ἀπόσεισις καὶ ἴγδις ἀσελγῆ εἴδη ὀρχήσεων ἐν τῇ τῆς ὀσφύος περιφορᾷ . |
: ὄρος γὰρ παρατείνει τραχὺ καὶ ὑψηλόν : εἶθ ' ὑπώρειαι σπιλαδώδεις μέχρι τῆς θαλάττης , τοῖς ἐτησίαις μάλιστα καὶ | ||
καθ ' ἕκαστα διαφοραὶ δῆλον ὅτι κυριώταται , καὶ γὰρ ὑπώρειαι πολλαὶ καὶ παντοῖαι , καὶ τὸ ὅλον ὥσπερ μία |
' ἐγώ : πρὸς γὰρ κακοῦ τε καὶ βαρυψύχου γόους τοιούσδ ' ἀεί ποτ ' ἀνδρὸς ἐξηγεῖτ ' ἔχειν : | ||
πάγον ἐγὼ ξυνῄδη χθόνιον ὄνθ ' , ὃς οὐκ ἐᾷ τοιούσδ ' ἀλήτας τῇδ ' ὁμοῦ ναίειν πόλει : ᾧ |
' ἰδέσθαι : ἐν γάρ οἱ δήεις ὁρόων ὑάλωπιν ἴασπιν σάρδιά θ ' αἱματόεντα καὶ αἰγλήεντα μάραγδον . Ἐν δ | ||
καὶ τὰ ἐνθάδε λιθίδια εἶναι ταῦτα τὰ ἀγαπώμενα μόρια , σάρδιά τε καὶ ἰάσπιδας καὶ σμαράγδους καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα |
θριγκὸν περιβαλεῖν , αἱμασιὰν περιελάσασθαι , ῥάχον περιστήσασθαι , ἢ ἀσπαλάθους ἐγείρειν . θλίβειν τὰς σταφυλὰς ἐν ταῖς ληνοῖς , | ||
' εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς πάλιν . Ὑπ ' ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ , κύπειρόν τε δροσώδη , |
Λάρισσα , Ἥραια , Ἀπολλωνία , ἐν δὲ τῇ Παρθυηνῇ Σώτειρα , Καλλιόπη , Χάρις , Ἑκατόμπυλος , Ἀχαΐα , | ||
μέλλοντος δυσελπιστίαν οὐ μειοῖ . Ἐμοὶ δὲ δοκεῖ , ὦ Σώτειρα , οὔτε ὁ θάνατος αἰσχρὸν οὔτε τι καλὸν εἶναι |
καὶ ἄγριον πήγανον , καὶ ἕρπυλλος σὺν ἀσφοδέλῳ λελειωμένος : ποτιζόμενα δὲ παραχρῆμα , κενταυρίου τῆς ῥίζης ⋖ βʹ σὺν | ||
καὶ δίδου μετ ' οἰνελαίου ⋖ α . Ἁπλᾶ κοινὰ ποτιζόμενα . Κοινῶς δὲ ποιεῖ ποτιζόμενα μετὰ κράματος καστορίου ⋖ |
Χάριτές τ ' ἔλαχον καὶ ἐύφρονες Ὧραι μοῖραν καὶ Διόνυσος ἐρίβρομος , οἵπερ ἔτευξαν . τοῖς δ ' ἔπι Κυπρογένεια | ||
Χάριτές τ ' ἔλαχον καὶ ἐύφρονες Ὧραι μοῖραν καὶ Διόνυσος ἐρίβρομος , οἵπερ ἔτευξαν . τοῖς δ ' ἔπι Κυπρογένεια |
καὶ ὁλκίμου ὕλης γόνιμοι , εὐτράπεζοι δέ . σαργοί , μελάνουροι , κάνθαροι εὐστόμαχοι , εὔχυλοι , εὐδιοίκητοι , τροφώδεις | ||
: κιθάριος . ἀδρανέες : ἀσθενεῖς , οἱ λεπτοί . μελάνουροι : οἱ μοσχίται οἱ οὐροῦντες μέλαν , ἢ τὰ |
μαλακόδερμα , βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , | ||
ἐν τῷ περὶ ἰχθύων . ΚΟΚΚΥΓΕΣ . Ἐπίχαρμος : κἀγλαοὶ κόκκυγες , οὓς παρσχίζομες πάντας , ὀπτᾶντες δὲ χἀδύναντες αὐτοὺς |
περιμέτρῳ , τεσσαρακοντάπηχυς ὕψει , ἡ δὲ πηχῶν πεντεκαίδεκα . Ἐπόμπευσαν δὲ καὶ Δελφικοὶ τρίποδες χρυσοῖ ἐννέα , ἐκ πηχῶν | ||
μέγιστος ἐχώρει μετρητὰς τριάκοντα , ὁ δὲ ἐλάχιστος μετρητήν . Ἐπόμπευσαν δὲ τρίποδες χρυσοῖ μεγάλοι τέτταρες : καὶ χρυσωματοθήκη χρυσῆ |
. ὑπῆρχον δὲ καὶ ἄνδρες ἐπὶ καμήλων ὀχούμενοι , μαχαίρας τετραπήχεις ἔχοντες , τὸν ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς | ||
ἐξ εὐνῆς τηροῦς ' ἐπὶ τοῖσι δρυφάκτοις ἄνδρες μεγάλοι καὶ τετραπήχεις : κἄπειτ ' εὐθὺς προσιόντι ἐμβάλλει μοι τὴν χεῖρ |
αὐτὰς εὑρῆσθαι ὑπό τινων τριῶν νυμφῶν . διὰ τοῦτο καὶ θριαὶ ὠνομάσθησαν οἱονεὶ τριαί . ἐπ ' Ἀμφρυσσῷ : Ἀμφρυσσὸν | ||
καλούμεναι Θριαί , ἀφ ' ὧν αἵ τε μαντικαὶ ψῆφοι θριαὶ καλοῦνται καὶ τὸ μαντεύεσθαι θριᾶσθαι . Ἄλλοι δὲ λέγουσι |
ἤτοι λευκὰ καὶ μὴ βεβαμμένα ἢ πεποικιλμένα , τὰ δὲ περιστρώματα ῥήγεα καλά , πορφύρεα . πρῶτοι δὲ Πέρσαι , | ||
, χλαῖναι , τάπιδες , ξυστίδες : τάχα δὲ καὶ περιστρώματα . Εἴρηται γὰρ παρά τε Φιλίστου ἐν τῇ ἕκτῃ |
ἠχώ , μελάμφυλλά τ ' ὄρη δάσκια πετρώδεις τε νάπαι βρέμονται : κύκλῳ δὲ περί σε κισσὸς εὐπέταλος ἕλικι θάλλει | ||
δόρει καίνεται : βλαχαὶ δ ' αἱματόεσσαι τῶν ἐπιμαστιδίων ἀρτιτρεφεῖς βρέμονται . ἁρπαγαὶ δὲ διαδρομᾶν ὁμαίμονες : ξυμβολεῖ φέρων φέροντι |
καὶ κρηνῶν ἀφθονία καὶ δένδρεσιν οἰκίαι κρυπτόμεναι καὶ δένδρα ὑπεραίροντες θάλαμοι καὶ λουτρῶν πολυτέλεια , χῶρος Ἀφροδίτῃ πρέπων καὶ τῷ | ||
ξεστῇς αἰθούσῃσι τετυγμένον : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ πεντήκοντ ' ἔνεσαν θάλαμοι ξεστοῖο λίθοιο πλησίον ἀλλήλων δεδμημένοι , ἔνθα δὲ παῖδες |
ἄλλοι χρῶνται μέν , ὀλίγωι δέ . πολλὰς δ ' ἀοίνους ἁγνείας ἔχουσιν , ἐν αἷς φιλοσοφοῦντες καὶ μανθάνοντες καὶ | ||
γὰρ τῆς νυκτὸς αἱ ἔννοιαι ἄρισται . Χοάς τ ' ἀοίνους : οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐριννύσιν . ἔθυον δὲ |
εἶχε χρυσῆν . Ἀλεξάνδρου δὲ καὶ Πτολεμαίου ἀγάλματα ἐστεφανωμένα στεφάνοις κισσίνοις ἐκ χρυσοῦ . τὸ δὲ τῆς Ἀρετῆς ἄγαλμα τὸ | ||
ἔχουσαι πτέρυγας . Ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη , κισσίνοις χρυσοῖς κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας , αὐταὶ |
τῷ ὕδατι ἰτέα κάλαμος , πλὴν τοῦ αὐλητικοῦ , κύπειρον τύφη φλεὼς βούτομος : ἐν δὲ τῷ ὕδατι μόνον σίδη | ||
σίδη κάλαμος ὅ τε αὐλητικὸς καὶ ὁ ἕτερος κύπειρον φλεὼς τύφη , ἔτι γε μήνανθος ἴκμη καὶ τὸ καλούμενον ἴπνον |
τῆς ἐπιθυμίας , καὶ αἱ ἡλικίαι μαρτυροῦσιν αἱ διάφοροι . Ἄλλαι γὰρ παίδων καὶ μειρακίων καὶ ἀνδρῶν αἱ σωματικαὶ ὑγιαινόντων | ||
, θέμις σέ γ ' εἶναι κεῖνον ἀντιδρᾶν κακῶς . Ἄλλαι γονεῦσι χἀτέροις γοναὶ κακαὶ καὶ θυμὸς ὀξύς , ἀλλὰ |
ἄμης πλακοῦντος εἶδος , καὶ τὸ διακόνιον δὲ καὶ ὁ ἀμφιφῶν , ὡς φερεκράτης : διακόνιον ἔπησθεν , ἀμφιφῶντ ' | ||
ὑπὸ τῆς ἀνατολῆς τοῦ ἡλίου . . , . : ἀμφιφῶν πλακοῦς Ἀρτέμιδι ἀνακείμενος , ἔχει δ ' ἐν κύκλωι |
. σκορπίοι τε ποικίλοι γλαῦκοί τε , σαῦροι πίονες . κὠξύρυγχοι ῥαφίδες ἵππουροί τε καὶ χρυσόφρυες . καρκίνοι θ ' | ||
. μνημονεύει δ ' αὐτῶν Ἐπίχαρμος ἐν Ἥβας γάμῳ : κὠξύρυγχοι ῥαφίδες ἵππουροί τε καὶ χρυσόφρυες . Νουμήνιος δ ' |
διὰ τὸ ἐντίθεσθαι τὰς θηλάς : ) νεβροὺς κοιμήσασα νεηγενέας γαλαθηνούς . περιενεχθεισῶν δέ ποτε καὶ ΔΟΡΚΑΔΩΝ ὁ Ἐλεατικὸς Παλαμήδης | ||
ἀμφοτέραις τῇ μὲν ἀρτιπαγεῖς τυρούς , τῇ δὲ ἐρίφους ἔτι γαλαθηνούς . Εἴ ποτε Ἀπόλλων Λαομέδοντι θητεύων ἐβουκόλησε , τοιόσδε |
ἂν ἀπογόνους ἑβδομάδος εἶναι μητρὸς λόγον ἐχούσης * * * ἀφροσύναι καὶ εὐφροσύναι , καὶ διότι ἐν πανηγύρεσι καὶ ἱλαρῷ | ||
οἰκειώσασθαι . δυσμενεῖς μὲν οὖν ἄσπονδοι καὶ ἀκατάλλακτοι γράφονται ψυχῆς ἀφροσύναι καὶ ἀκολασίαι δειλίαι τε καὶ ἀδικίαι καὶ ὅσαι ἄλλαι |
οἱ γινόμενοι περὶ τὴν Βαβυλωνίαν , οὕτω δὲ τοῖς τριχώμασι στίλβοντες ὥστε ἀπὸ τῶν αὐχένων ξανθότητα ἀπολάμπειν χρυσῷ παραπλησίαν . | ||
γὰρ ὤθουν , φαιδίμους βραχίονας ἥβῃ σφριγῶντες ἐμπορεύονται , νέῳ στίλβοντες ἄνθει καρτερὰς ἐπωμίδας : ἄδην δ ' ἐλαίου στέρνα |
: ὥστε τὰς ἀηδόνας οὐδέν τι δεῖ οἰκτίρειν οὐδὲ τοὺς ἔποπας , ὅτι ὄρνιθες ἐγένοντο ἐξ ἀνθρώπων , ὡς ὑπὸ | ||
διὰ τιμῆς . οἱ αὐτοὶ δὲ Αἰγύπτιοι καὶ χηναλώπεκας καὶ ἔποπας τιμῶσιν , ἐπεὶ οἳ μὲν φιλότεκνοι αὐτῶν , οἳ |
, ἀετοὶ δὲ τὸν λίθον , ὅσπερ οὖν ἐξ αὐτῶν ἀετίτης κέκληται . λέγεται δὲ οὗτος ὁ λίθος καὶ γυναιξὶ | ||
πηγνύμενον προστεθεὶς ὁ ἐν τῇ Σαμίᾳ γῇ εὑρισκόμενος λίθος , ἀετίτης λίθος περιαπτόμενος , μαλάχης ἀγρίας ῥίζα ὁμοίως . τηρεῖ |
κλήρους ἐμοί , τουτέστι τὰς τῶν πτήσεων σημειώσεις : τὰς μαντικὰς ψήφους : οἱ γὰρ οἰωνοσκόποι ἐν δέλτῳ ἐσημειοῦντο τὰς | ||
τὸ ὕδωρ καὶ ἐν τῷ ἀδύτῳ τοῦ θεοῦ τὰς γυναῖκας μαντικὰς ποιεῖν : τὴν δὲ τῇ κρήνῃ δεδωκυῖαν τὸ ὄνομα |
τῆς κεφαλῆς , τὸ δὲ μνημονευτικὸν ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ . πυρρίχη ἦν εἶδος ὀρχήσεως , ἥτις ἐτελεῖτο ἐπὶ τιμῇ τῆς | ||
: Ἔνοπλον καὶ πολεμικόν τι . ἐνόπλιος γὰρ ὄρχησις ἡ πυρρίχη . ἐσθεῖ : Εἰστρέχει . . εἰς τὸν ἀέρα |
ἐστιν ἀνθρώποις ὁ νοῦς . Κἂν ᾖ γαλεός , κἂν λειόβατος , κἂν ἔγχελυς . Ἐν τρισὶν πληγαῖς ἀπηδέσθη τὸ | ||
, φησί , μνημονεύειν δύναμαι πολυτελῆ τὴν ἀποδημίαν ἔχων . λειόβατος . οὗτος καλεῖται καὶ ῥίνη . ἔστι δὲ λευκόσαρκος |
δ ' αὐτῶν οὐ λέγεις ταυτί ; τί δαί ; διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , | ||
κτένιον εἶναι νομίζουσιν . περὶ δὲ τοῖς ὠσὶν ἕρματα , διόπας , ἐλλόβια , ἐνώτια , ἕλικας , ἑλικτῆρας , |
, [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ ] ἀσπίδας . Αἱδὲ ζῶναι αὐτῶν , αἵτινες ἥλικες καὶ κληματίδες ἀμπέλου ἦσαν | ||
, [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ ] ἀσπίδας . Αἱδὲ ζῶναι αὐτῶν , αἵτινες ἥλικες καὶ κληματίδες ἀμπέλου ἦσαν |
, ὡς οὐκ ἀλλαχόθεν οἶμαι γιγνόμενον τὸ εὐδαιμονεῖν , ἀπὸ χρυσωμάτων ἢ πόλεων ἢ χώρας ἢ ἄλλων ἀνθρώπων , ἑκάστῳ | ||
ὑδρίαι δεκαδύο , μαζονόμια πεντήκοντα , τράπεζαι διάφοροι , κυλικεῖα χρυσωμάτων πέντε , κέρας ὁλόχρυσον πηχῶν λʹ . ταῦτα δὲ |
, πάντα χρυσᾶ . εἶτα πάλιν τετράκυκλος καὶ κυλικία καὶ λουτῆρες καὶ κρατῆρες καὶ λέβητες καὶ τρίποδες καὶ τράπεζαι καὶ | ||
ἀγορᾶς ἦν περιρραντήρια παρ ' ἑκάτερα : τοῦτ ' ἔστι λουτῆρες ὕδωρ ἔχοντες . . τοῖς τραγῳδοῖς ] πάλιν ἀντὶ |
πηγὰς ἡ Κασπειρία , ὑπὸ δὲ τὰς Βιβάσιος καὶ τοῦ Ζαράδρου καὶ τοῦ Διαμούνα καὶ τοῦ Γάγγου ἡ Κυλινδρινή , | ||
. ρκδ λ συμβολὴ Ζαράδρου καὶ Βιδάσπου ρκε λ συμβολὴ Ζαράδρου καὶ Βιβάσιος . . ρλα λδ συμβολὴ Βιδάσπου καὶ |
ἡ ἐντεριώνη , ὡσαύτως καὶ τῶν σταφυλῶν αἱ γλυκεῖαι καὶ σκληρόσαρκοι καὶ τῶν μήλων , ὅσα μὴ στυφά . τὰ | ||
ἐσθιώμενα κρέα καὶ τῶν ἀκμαζόντων ζῴων μᾶλλον , ἰχθύες δὲ σκληρόσαρκοι καὶ πόμα οἰνωδέστερον μὲν καὶ ἀκρατέστερον μὴ πλῆθος δὲ |
σταυροὶ καὶ σταυρώματα , σκηνώματα καὶ σκηναὶ καὶ σκηνήματα , καλύβαι , στρατόπεδα , καὶ πάνθ ' ὅσα ἐπὶ φρουρᾷ | ||
τοῦ πλακοῦντες διάφοροι . χλωραὶ δὲ σκιάδες : σκιάδες καὶ καλύβαι ἀνήθων αὐτῷ τῷ καρπῷ καταβριθόμεναι γεγόνασιν . οἱ δέ |
τῷ . ἐΐσκοι : ὁμοιοῖ . Θῶας : πτώκας , λάγους . ἐχίνοις : ῥοίτζοι . Λάρον : ὄνομα ἰχθύος | ||
τῷ . ἐΐσκοι : ὁμοιοῖ . Θῶας : πτώκας , λάγους . ἐχίνοις : ῥοίτζοι . Λάρον : ὄνομα ἰχθύος |
κῶνοι ἐδέσματα πολύσπερμα λέγεται καὶ ἔστιν : σκίγκος δὲ καὶ σατύριον φάρμακα : τροφαὶ δ ' ἅμα καὶ φάρμακα τό | ||
ζύθος , ὀποὶ πάντες , καὶ μᾶλλον ὁ Κυρηναϊκός , σατύριον , σιλφίου ὀπὸς καὶ ἡ ῥίζα . σύκων ὀλιγοχρόνιος |
Εἰσὶ δὲ αὗται : Στρογγύλη , Εὐώνυμος , Διδύμη , Φοινικώδης , Ἐρικώδης , Ἱερὰ Ἡφαίστου καὶ Λιπάρα . Ἀονίῳ | ||
Εὐώνυμος , Λιπάρα , Ἱέρα , Διδύμη , Ἐρικώδης , Φοινικώδης . ἐλθεῖν εἰς ἀκτάς : Ἀγαθοκλῆς ἐν τοῖς Ὑπομνήμασι |
πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , περόνας , ἀμφιδέας , ὅρμους , πέδας , σφραγῖδας , ἁλύσεις , | ||
περιβραχιόνια , περὶ δὲ τοὺς καρποὺς περικάρπια καὶ ἐχίνους καὶ ἀμφιδέας καὶ ὄφεις καὶ ψέλια καὶ χλιδῶνας καὶ βουβάλια , |
χωριστὰ τῶν φωνῶν , οὕτω καὶ τὰς ἀρχὰς τῶν ὄντων ἀχωρίστους οὔσας τῶν ἀτόμων * * τῇ αἰσθητῇ οὐσίᾳ . | ||
ἔνυλα ὄντα καὶ ἐν ὑποκειμένοις σώμασιν ὑφιστάμενα . διὸ καὶ ἀχωρίστους ἐντελεχείας ταύτας εἰρήκασιν οἱ περὶ ταῦτα σπουδάζοντες . ὁ |
. ψιλοδάπιδας τὰς ψιλὰς καὶ μὴ μαλλωτὰς δάπιδας λέγουσιν . ψίττα : ποιμενικὸν ἐπίφθεγμα καὶ ψιττάζειν : τὸ ποιμενικῶς ἐπιφθέγγεσθαι | ||
σκανθαρίζειν , ῥαθαπυγίζειν , πεντάλιθα , ψίττα Μαλιάδες ψίττα Ῥοιαί ψίττα Μελίαι , πλαταγώνιον , τηλέφιλον , κρίνα , σπέρμα |
δὲ προπαρασκευὴ τοῦ ἰπωτηρίου γίνεται τρόπῳ τοιούτῳ : βρέχεται ἡ πάπυρος ἐπὶ δύο ἢ τρεῖς ἡμέρας : ὅταν δ ' | ||
γὰρ ἔχει τὸ ξύλον καὶ καλόν . αὐτὸς δὲ ὁ πάπυρος πρὸς πλεῖστα χρήσιμος : καὶ γὰρ πλοῖα ποιοῦσιν ἐξ |
, μὴ τοῖς δράμασι μόνον ἀλλὰ καὶ τῇ τοῦ βίου συμπάσῃ τραγῳδίᾳ καὶ κωμῳδίᾳ , λύπας ἡδοναῖς ἅμα κεράννυσθαι , | ||
τῇ πόλει , τάχα δὲ καὶ ἐν τῇ Ῥωμαίων πολιτείᾳ συμπάσῃ . καὶ γὰρ ἦν τῶν Ῥωμαϊκῶν πατέρων εἷς καὶ |
καὶ ἔργον καὶ πλάσμα καὶ κατασκεύασμα . τέχναι δ ' ἔμπυροι καὶ ἄπυροι . Αἱ μὲν ἐκ τοῦ πωλεῖν , | ||
οἱ χαλεπώτατοι καὶ φλέγοντες τοῖς ἀλγήμασι τοὺς πληγέντας . * ἔμπυροι : φλογώδεις μεταμώνιον : οὐ μάταιον , ἀλλὰ δεινόν |