ὅτι δεῖξον , ὦ πάτερ , ὅτι οὐ παρανομεῖς : αἴτησον τὸν δῆμον τὴν δωρεὰν , ἄνελθε ἐπὶ τοῦ βήματος
. ὕδωρ κατὰ χειρός : λείπει ⌈ τὸ Γ ⌈ αἴτησον Γ [ αἴτησαι ] . ⌈ οὕτως δὲ ἔθος
5721066 αὐλητριδες
γὰρ τῷ φιλογεώργῳ ἐκείνῳ Διονύσῳ Ὀσίριδι συνείποντο τὴν γεωργίαν διδάσκοντι αὐλητρίδες ἐννέα μουσικὸν ᾄδουσαι , ἅσπερ Μούσας ἐκάλουν . Τινὲς
ταῦτα : ἤδη δὲ ἡμῶν ἡδέως ἀπηλλοτριωμένων τοῦ σωφρονεῖν ἐπεισβάλλουσιν αὐλητρίδες καὶ μουσουργοὶ καὶ σαμβυκίστριαί τινες Ῥόδιαι , ἐμοὶ μὲν
5636540 αἰτουσαι
κατειληφότων , αἱ θεαὶ δὲ ἐς ἱκεσίαν τοῦ Ἔρωτος ἥκουσιν αἰτοῦσαι ξυλλαβεῖν σφισιν ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν πλωτήρων τὴν Αἰήτου Μήδειαν
Εὐθίας ἐπανείλετο , ὁ δὲ κίνδυνος ἁπασῶν . εἰ γὰρ αἰτοῦσαι παρὰ τῶν ἐραστῶν ἀργύριον οὐ τυγχάνομεν ἢ τοῖς διδοῦσιν
5413254 ἐκληρουντο
ἐν ταῖς δοκιμασίαις . καὶ τὰς ἀρχὰς δὲ ἐνίας φύλλοις ἐκληροῦντο , πρότερον κυάμοις κληρουμένας . Ἄλλως . μὴ ἄρα
διῄρητο λʹ , ἐξ ὧν αἱ ἱερωσύναι αἱ ἑκάστοις προσήκουσαι ἐκληροῦντο . καὶ γεννῆται οἱ ἐκ τοῦ αὐτοῦ καὶ πρώτου
5412167 λουουσι
φρονεῖς τῆς πόλεως καταλυομένης ἐν τοῖς νεκροῖς διατρίβεις ἄλουστος : λούουσι γὰρ τοὺς νεκροὺς οἱ νομίμως θάπτοντες οὕτως καλεῖται τὸ
ἑαυτῶν κατακλίνασαι : ἔν τε τοῖς ἔργοις πολλάκις αὐταὶ καὶ λούουσι καὶ σπαργανοῦσιν ἀποκλίνασαι πρός τι ῥεῖθρον . ἐν δὲ
5411463 πρυτανεια
τὰ τῶν ἀφυστερούντων ὀνόματα : καὶ τοῦτο παραστίζειν ἐκαλεῖτο . πρυτανεία δέ ἐστι ὁ χρόνος ὃν ἑκάστη φυλὴ πρυτανεύει :
Ἀναφλύστιον , Δημόκριτον Δημοφῶντος Ἀναγυράσιον , Πολύκριτον Ἀπημάντου Κοθωκίδην . πρυτανεία φυλῆς Ἱπποθωντίδος , Ἀριστοφῶν Κολλυτεὺς πρόεδρος εἶπεν . ]
5378440 μναι
. ἓξ τάλαντα περιόντα τῶν ἑπτὰ ταλάντων , καὶ εἴκοσι μναῖ τῶν τετταράκοντα μνῶν . οὐ γὰρ ἂν δύναιτο ἀποδεῖξαι
προτελέσωσιν εἰς τὴν ἀφορμήν : ᾧ μὲν γὰρ ἂν δέκα μναῖ εἰσφορὰ γένηται , ὥσπερ ναυτικόν , σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ
5287971 τραπεζαι
παλαιᾶς τε καὶ ἄκρας τέχνης καὶ χρυσοῖ κρατῆρες καὶ ποικίλαι τράπεζαι καὶ πορφύρα καὶ ἐλέφας καὶ ἤλεκτρος καὶ μύρων ὀσμαὶ
οὗ δὴ πλεῖστον ἀνὴρ ὑπὲρ ἄνδρα πεπώκει . δεύτεραι αὖτε τράπεζαι ἐφωπλίζοντο γέμουσαι : ἐν δ ' αὐταῖσιν ἐπῆν ἄπιοι
5271017 διδονται
. αἱ θαλαττίζουσαι δὲ τὴν γεῦσιν , σκληρόσαρκοι καθεστῶσαι , δίδονται [ δὲ ] τοῖς ἀσθενέσιν . τὸ δ '
ἢ οἰνομέλιτι κεκραμένη . τοῖς δ ' ἄγαν ἀποκρατοῦσι σήσαμα δίδονται καὶ βολβοὶ οἱ ἀπὸ τῆς ναρκίσσου , ὡς ἄλλως
5229545 τριττυς
δ ' ἑκάστη εἰς τρία , καὶ τὸ τρίτον ἐκλήθη τριττύς , εἶτα πατριὰ καὶ φρατρία , καὶ φράτορες οἱ
νομιζομένην . Τριττύς : Αἰσχίνης ἐν τῷ κατὰ Κτησιφῶντος . τριττύς ἐστι τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς : αὕτη γὰρ
5221124 σανιδες
. Τούτοις τοῖς τῶν χελωνῶν ξύλοις ἀποκρεμάσθωσαν δέρρεις τρίχιναι καὶ σανίδες προσηλούσθωσαν , ἵνα μήτε ἄμμος θερμὴ μήτε πίσσα μήτε
καὶ ιβ πόδας ἀποχωρησάντων ἡμῶν περὶ πλευρὸν ἑκάτερον ἡρμόσθωσαν δύο σανίδες κ ποδῶν , καὶ συμπληρούσθωσαν τὸ μῆκος ἀπὸ η
5193071 ἐκκριτοι
κάπηλοι καὶ ναῦται καὶ φορτικὸς ὄχλος , ἀλλ ' οἱ ἔκκριτοι καὶ φιλομαθέστατοι καὶ ὅ τι ἄνθος Ἑλλήνων , λόγοι
, πέλας δ ' ἐγώ : λεκτοί τ ' Ἀχαιῶν ἔκκριτοι νεανίαι , σκίρτημα μόσχου σῆς καθέξοντες χεροῖν , ἕσποντο
5156842 προκεινται
τῶν ἐν αὑτοῖς κρεῶν περιφέροντας , οἷς ἔπαθλα καὶ στέφανοι πρόκεινται προκαλουμένων αὐτοὺς τῶν ἀγωνοθετῶν οὐκ ἐπ ' ἀνδραγαθίᾳ ,
μετὰ δικαιοσύνης πλοῦτος ἀναφαίρετος . Ἐπεὶ δὲ φιλεργίας ἆθλα μισθοὶ πρόκεινται τοῖς δημιουργοῖς , δημιουργοῦσι δὲ οἱ ἐν ἐνδείαις ,
5153096 ἐσχηκασι
διαθετῆρα αἱρεῖσθαι χρὴ τοιόνδε τινὰ τρόπον . ὅσοι μὲν φιλοφρόνως ἐσχήκασι περὶ τὰ τοιαῦτα , εἰς τὸν σύλλογον ἴτωσαν ,
καὶ δεξάμενοι μεθ ' ἑαυτῶν φάλαγγα μὴ προσήκουσαν ἀτίμους συστρατευομένους ἐσχήκασι : καὶ τὴν αὐτὴν ὀδυρομένους τῷ πένητι συμφορὰν ,
5125035 φιαλαι
. Εὔβουλος δ ' ἐν Κατακολλωμένῳ : ἀλλ ' εἰσὶ φιάλαι πέντε , τραγέλαφοι δύο . Μένανδρος δ ' ἐν
ἐκπωμάτια καὶ ποτήρια καὶ κώθωνες καὶ κότυλοι καὶ κοτυλίσκοι καὶ φιάλαι καὶ κύλικες καὶ κυλίσκαι καὶ κυλίσκια καὶ σκύφοι καὶ
5115068 Βαρεως
ἐπέσπε καὶ ἐπεσπάσατο ταῖς βαρίδεσσι ναυσὶ , ταῖς ἀπὸ τῆς Βάρεως οὔσαις , ἥτις ἐστὶ πόλις Περσίδος , ἐξ ἧς
Ξέρξῃ . . φεῦ , ὦ ὀλόμενοι ἐν ταῖς ἀπὸ Βάρεως ναυσὶ ταῖς τρισκάλμοις . . . Ἀγαμέμνων . Ἀθάμας
5109607 κατοικισθεντες
Αἴτνῃ Ἱέρων ἐθέσπισεν , ἢ ὅτι οἱ ἐν τῇ πόλει κατοικισθέντες Γελῷοι καὶ Συρακούσιοι ἄποικοι Δωριέων εἰσίν . ἐστὶ δὲ
, ἀφ ' οὗ ταύτης ἔτυχε τῆς προσηγορίας , οἱ κατοικισθέντες νεμόμενοι πολλὴν καὶ καρποφόρον χώραν μεγάλους ἐκτήσαντο πλούτους .
5101491 Λευιται
ἀφίξονται τοῦ καθαρθῆναι χάριν : ἔπειθ ' ὅτι φυγάδας οἱ Λευῖται προσίενται καὶ αὐτοὶ δυνάμει φυγάδες ὄντες : ὡς γὰρ
' ἔρωτα τῶν ἀρίστων , καὶ ὅτι τοῖς μὲν οἱ Λευῖται καταφυγή , τοῖς δὲ Λευίταις ὁ πάντων ἡγεμών ἐστιν
5073521 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
5067481 γυμναζουσι
τὸ πήδημα , ἢν μὴ ἀρτίως ἔχῃ τοῦ ἴχνους . γυμνάζουσι δὲ οἱ μὲν μακροὶ τῶν ἁλτήρων ὤμους τε καὶ
θερμοὶ μέν , ξηροὶ δὲ τὴν κρᾶσιν καὶ ἄκαρποι τοῖς γυμνάζουσι , καθάπερ τοῖς σπείρουσιν αἱ θερμαὶ ψάμμοι . ἔῤῥωνται
5052463 παραμενουσιν
τισι καὶ βιαίως ἐπικτώμενα τοῖς ταῦτα ἁρπάζουσιν οὐκ εἰς τέλος παραμένουσιν . ποτὲ τῶν πτηνῶν εἰς κοινὴν βουλὴν ἐπὶ τὸ
: Καὶ γὰρ αἱ δόξαι αἱ ἀληθεῖς ὅσον μὲν χρόνον παραμένουσιν , καλὸν τὸ χρῆμα καὶ πάντα ἀγαθὰ ἐργάζονται :
5045373 σαλκα
ἐλαίων συνθέσεως , ἔνθα ἔχεις γεγραμμένην ἑτέραν γραφὴν καλλίστην ἐλαίου σαλκᾶ καὶ νάρδου μύρου σκευασίαν . Ἐλαίου σαλκᾶ λίτ .
χρῶ . εἰ δὲ παχύτερον εἴη , ἔκλυε αὐτὸ μύρῳ σαλκᾶ . Κηροῦ λιτ . α . νάρδου κυζικηνικοῦ λίτ
5041172 Πενθηα
κίνηον . Ἀταρτηροῦ : ὠμῶς . Σκοπιῇσι : ὄρεσιν . Πενθῆα : ὄνομα ἀνθρώπου . Κορυσσομένας : ὡπλισμένας . Ἐνυάλιος
ἐπικλήδην καλέεσκον . Ζηνὸς γὰρ μεγάλην ἄλοχον μέγα δειμαίνουσαι καὶ Πενθῆα τύραννον Ἐχιονίδην τρομέουσαι εἰλατίνῃ χηλῷ δῖον γένος ἐγκατέθεντο ,
5040434 οἰνοχοοι
οὐ Τίγρις , οὐ Νεῖλος , οὐκ ἐκπώματα , οὐκ οἰνοχόοι : καὶ ἠγάπησεν παρὰ ἀνδρὸς Μάρδου λαβὼν ἐν ἀσκῷ
ἐξεπορεύθησαν Πυθικοὶ τέτταρες αὐτόματοι , καθάπερ οἱ Ὁμήρειοι προϊόντες , οἰνοχόοι δ ' ὑπ ' αὐτοῖς χαλκοῦ μέλανος , οἷοι
5029238 μαρτυριαι
αἱ ψῆφοι ἐπικειμένου τῷ καδίσκῳ , ἐχῖνος δὲ οὗ αἱ μαρτυρίαι ἐμβληθεῖσαι κατεσημαίνοντο . τάχα δὲ τῶν τοῦ δικαστηρίου μερῶν
δυσχεραίνοντα , τὸ δὲ συμβεβηκὸς ἡσυχῇ καὶ πρᾴως ἐπελαφρίζοντα . μαρτυρίαι δὲ τούτων ἐν ταῖς ἱεραῖς βίβλοις κατάκεινται , ἃς
5028675 ἱερωσυναι
ἀγορανόμους . ἱερῶν δὲ ἱερέας , οἷς μέν εἰσιν πάτριαι ἱερωσύναι καὶ αἷς , μὴ κινεῖν : εἰ δέ ,
τὰ γένη τεταγμένους , οἵτινες γενηταὶ ἐκαλοῦντο : ὧν αἱ ἱερωσύναι ἑκάστοις προσήκουσαι ἐκληροῦντο , οἷον Εὐμολπίδαι , καὶ Κήρυκες
5021498 ἀργυρωματα
ὅπλον βύβλινον . φαίης δ ' ἂν καὶ χρυσώματα καὶ ἀργυρώματα καὶ χαλκώματα ἐν μέρει τῶν σκευῶν , οὐ μόνον
τινα πολίτην ἡμέτερον πτωχαλαζόνα , ὃς δραχμῆς ἔχων τὰ πάντα ἀργυρώματα ἐβόα καλῶν τὸν οἰκέτην ἕνα ὄντα καὶ μόνον ,
5008976 αἰγυπτιου
ἑνώϲαϲ τὰ πάντα ἀπόθου εἰϲ πυξίδα ὑελίνην καὶ δίδου κυάμου αἰγυπτίου τὸ μέγεθοϲ μετὰ μελικράτου κυάθων β , ἐπιρραινομένου τῷ
κικίδα , καὶ σμύρναν , καὶ λιβανωτὸν , καὶ τοῦ αἰγυπτίου ἀκάνθου τὸν καρπὸν , καὶ οἰνάνθην τὴν ἀγρίην ,
4990845 τριττυν
καὶ ἀξιοῖ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , τουτέστι τὴν τριττύν , πληροῦν τὰς δέκα τριήρεις εἰς τὰς τοῦ πολέμου
θυσία ἡ ἐκ συὸς τράγου κριοῦ , ἣν Ἀθηναῖοι καλοῦσι τριττύν . ἔδακνε γὰρ τὰ βλέφαρα [ : μεταβολὴ ]
4980056 κομιζουσι
ὤφειλεν , ἀποπέμπει . οἱ δὲ ἀφικόμενοι τά τε δῶρα κομίζουσι τῷ βασιλεῖ καὶ τὸν δασμὸν ἀπαγγέλλοντες αὐτῷ καὶ τὰ
τοῦ πνεύματος πέτονται , καὶ βραχεῖαν λίθον ἐν τοῖς ποσὶ κομίζουσι καὶ τοσαύτην ὅσην εὔφορον αὐταῖς πετομέναις εἶναι , καὶ
4977135 ὑπεσχοντο
ἀπέδρασαν , πολεμίων ἐπιόντων ἐπρεσβεύσαντο πρὸς αὐτοὺς οἱ πολῖται , ὑπέσχοντο βοηθεῖν , εἰ λύσωσι τὸν νόμον , καὶ βουλεύονται
πλῆθος , ὅστις αὐτὸν γυναῖκα ποιήσειεν . Ἦ οὖν καὶ ὑπέσχοντο ; Τί δὲ οὐκ ἔμελλον ἐκείνῳ ὑποσχέσθαι τοσαῦτα διδόντι
4973644 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
4969082 φυλην
„ ἔστι καὶ Ἱπποθόωντος ἡρῷον , ἀφ ' οὗ τὴν φυλὴν ὀνομάζουσι [ καὶ πλησίον Ζάρηκος ” . ] τὸ
κατέλεξαν , ἀποδεικνύμενον ἔργα λαμπρὰ κατὰ τῶν Σαβίνων : καὶ φυλὴν ἐπώνυμον αὐτοῦ κατέστησαν . . . , . .
4967328 ἀπαρχονται
ὑπ ' ἐμοῦ ἀφαιρεθέντες δημοσίᾳ τε θύουσί μοι καὶ ὡραίων ἀπάρχονται καὶ ἱκετηρίαν τιθέμενοι σπονδὰς αἰτοῦσιν , ἃς ἐγὼ οὐ
ἀπαρχῆς ἀπαρχὴ ὁ ἑκατοστὸς λόγος , ὃν Λευῖται τοῖς ἱερωμένοις ἀπάρχονται : λαβοῦσι γὰρ αὐτοῖς τὰς δεκάτας παρὰ τοῦ ἔθνους
4958317 ὠσφροντο
Φρύγες τῶν ἐλαῶν ἕνεκα τῆς συλλογῆς , καὶ προσιόντων εὐθὺς ὤσφροντο καὶ παραλαβόντες ἄγουσι , καὶ τὴν ἀρετὴν παραδώσειν ὑπισχνοῦνται
ἀναφορᾶς τοῦ οἴνου . Γ ὤσφροντο ] ᾔσθοντο . “ ὤσφροντο ” δὲ εἶπεν ὅτι δι ' οἴνου αἱ σπονδαί
4920739 φυλαι
ὅτι δέκα δικαστήρια ἦσαν ἐν Ἀθήναις , ἐπεὶ καὶ δέκα φυλαί : τούτων δὲ μία ἦν καὶ ἡ Ἡλιαία .
βλέπειν δυναμένοις ἀγαθῶν τῶν ἐθνικῶν ἐναργῆ σημεῖα καὶ δείγματα : φυλαί τε γάρ εἰσι τοῦ ἔθνους δώδεκα , ὧν ἑκάστη
4916489 ἐφυσαν
πτερῶν τοῖς ὕστερον : τὰ δὲ ὑμῶν πτερὰ Μοῦσαι μὲν ἔφυσαν ἐν Μνημοσύνης κήποις , ἔθρεψαν δὲ Ὧραι καὶ Χάριτες
κλῆρον παρέπεμψεν , ἀλλ ' ἀγαθοί τε ἐξ ἀγαθῶν πάντες ἔφυσαν καὶ ζηλοῦντες ἀεὶ παῖδες πατέρας τῇ τε ἄλλῃ καὶ
4911309 θυμιατηρια
καρχήσια , σταθμὸν ἔχοντα τριάκοντα ταλάντων . ἦσαν δὲ καὶ θυμιατήρια τὸν μὲν ἀριθμὸν ἴσα , τὸν δὲ σταθμὸν ἑκάτερον
. πεπαρῴνηκεν Ἀττικοί , παροίνικεν Ἕλληνες . πομπεῖα Ἀττικοὶ τὰ θυμιατήρια καὶ τὰς χέρνιβας , ὡς Θουκυδίδης . ῥαΐσας Ἀττικοί
4907570 τυροκνηστιν
ζωμήρυσιν φέροις : ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : δορίδα :
γὰρ ἐσκαλῶ . Λάβητι μάρτυρας παρεῖναι τρύβλιον , δοίδυκα , τυρόκνηστιν , ἐσχάραν , χύτραν , καὶ τἄλλα τὰ σκεύη
4906963 πεντακοσιας
τὰς τιμὰς τῶν ἐν ἀγῶσιν ἀθλητῶν , Ὀλυμπιονίκῃ μὲν τάξας πεντακοσίας δραχμάς , Ἰσθμιονίκῃ δὲ ἑκατόν , καὶ ἀνὰ λόγον
εἴρηται , ἐὰν δέ τις εἴπῃ ἀποβεβληκέναι τὴν ἀσπίδα , πεντακοσίας δραχμὰς ὀφείλειν κελεύει . οὐκ οὖν δεινόν , εἰ
4904443 ἐλεγοντο
, ὅτι οὐ μόνον οἱ κατ ' ἀγροὺς ὑπουργοὶ οὕτως ἐλέγοντο , ἀλλὰ καὶ οἱ ἐν οἰκίαις ἐλεύθεροι [ ὡς
ἐν Παρειτάκαις χωρίον τι ὀχυρόν , ἄλλην πέτραν , κατέχειν ἐλέγοντο πολλοὶ τῶν βαρβάρων . ἐκαλεῖτο δὲ αὕτη Χοριήνου ἡ
4890576 Σικυωνιοις
[ ὁ Διόνυσος ] . ” ἐκαλεῖτο δὲ παρὰ μὲν Σικυωνίοις Ἀκρωρείτης , παρὰ δὲ Μεταποντίνοις Ἐρίφιος ” Ἀπολλόδωρός φησιν
ὄρθιον ἑτέραν ἐπορεύοντο : τοῖς δὲ Βοιωτοῖς καὶ Μεγαρεῦσι καὶ Σικυωνίοις εἴρητο τὴν ἐπὶ Νεμέας ὁδὸν καταβαίνειν , ᾗ οἱ
4888949 δωδεκ
ἐγκύμων , κίχλαι ἑκκαίδεχ ' ὁλόκληροι μέλιτι μεμιγμέναι , λαγῷα δώδεκ ' ἐπισέληνα . τἄλλα δὲ ἤδη τάδ ' εὐτελέστατ
ὑγράς τε λιβάδας : δαψιλὴς χῶρος βαθύς , πηγὰς ἀφύσσων δώδεκ ' ἐκ μιᾶς πέτρας , στελέχη δ ' ἐρυμνὰ
4881955 συντιθενται
δίφρον ἁρμάτιον ἐκποιῆσαι , Ἀηδόνι δὲ τὸν ἱστὸν ἐξυφῆναι καὶ συντίθενται εἰς ἀλλήλους ὅπως ὁποτέρῳ ἂν τάχιον ἀνυσθῇ τὸ ἔργον
μονομάχων καταγωγίου : προσποιησάμενοι δὲ περὶ τῶν ἐκείνῳ διαφερόντων σκέπτεσθαι συντίθενται φθάσαι τι δράσαντες ἢ παθεῖν , οὐδὲ καιρὸν εἶναι
4876057 μεγαλοπλουτ
καὶ φλυαρίας καὶ κάρδαμ ' ἐσκευασμένα . μετὰ ταῦτα θύννων μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν , αἵ τε λιμνοσώματοι
ὡς καὶ Εὔβουλός φησιν ἐν Ἴωνι : μετὰ ταῦτα θύννων μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν . Ἀριστοφάνης Λημνίαις :
4863373 λαχαι
τάφοι γὰρ ἄντικρυς τῷ πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ
πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ τοῦ λαχαίνω τὸ σκάπτω
4860251 δισχιλιας
κατεφρόνησεν ὥστ ' εὐθὺς ἐπὶ ταῖς ἐν τοῖς δήμοις διαψηφίσεσι δισχιλίας δραχμὰς ἔλαβε . Φήσας γὰρ Φιλωτάδην τὸν Κυδαθηναιᾶ ,
ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς δὲ ποταμίας κατεσκεύασε διαιρετὰς δισχιλίας , αἷς παρεσκευάσατο καμήλους τὰς πεζῇ παρακομιζούσας τὰ σκάφη
4854047 ὑπεσχου
' , ὦ πάτερ Πόσειδον , ἃς ἐμοί ποτε ἀρὰς ὑπέσχου τρεῖς , μιᾶι κατέργασαι τούτων ἐμὸν παῖδ ' ,
τὰ δὲ τῶν ἄλλων σοῦ κινοῦντος καὶ συναγωνιζομένου . Ἣν ὑπέσχου μοι προθυμίαν ἐπὶ τοὺς ἐχθρούς , ταύτην ὑπὲρ ἀνδρὸς
4848695 κεκτημαι
ἀπαιδευσίας εἰς τὸν σὸν υἱόν : ὡς ἐγὼ μὲν ὧν κέκτημαι μεταδοῦναι πρόθυμος , εἰ δὲ τῷ λαμβάνοντι τὸ λαβεῖν
, ὑπολαμβάνεις ὡς ἐγὼ νῦν τοσούτῳ ἥδιον ζῶ ὅσῳ πλείω κέκτημαι ; οὐκ οἶσθα , ἔφη , ὅτι ἐσθίω μὲν
4848334 ἱερευ
πρὸς : Ἕνεκεν . . τοῦ μὴ ἔχειν σε . ἱερεῦ . Θ . θύειν : Θυσιάζειν . . .
παρὰ σοὶ καὶ συμπόσιον : τάχα δὲ καὶ συνεκάθευδες , ἱερεῦ : οἴκημα τὸ ἱερὸν ἐποίησας . ἡ τῆς Ἀρτέμιδος
4840247 θυραι
ἐξ οὐδοῦ , περὶ δὲ θριγκὸς κυάνοιο : χρύσειαι δὲ θύραι πυκινὸν δόμον ἐντὸς ἔεργον : ἀργύρεοι δὲ σταθμοὶ ἐν
αὐτὸν ἔνδον , ὅτι ἀποκλεισθήσῃ , ὅτι ἐντιναχθήσονταί σοι αἱ θύραι , ὅτι οὐ φροντιεῖ σου . κἂν σὺν τούτοις
4834943 χρυσαι
ἡδὺ καὶ μετέωρον ὑπὸ τοῦ τιάρᾳ ἐπισοβεῖν , ἧς οἷα χρυσαῖ λιβάδες ἡ κόμη τοῦ μειρακίου ἀποστάζουσα μετώπῳ ὁμολογεῖ καὶ
. καὶ στέφανοι εἰσηνέχθησαν πολλοὶ παντοδαπῶν ἀνθέων ἐπὶ πᾶσί τε χρυσαῖ στλεγγίδες , ὁλκὴν ἴσαι τῷ πρώτῳ στεφάνῳ . ἐπὶ
4834185 περιστρωμα
τῇ γυναικὶ αὐτοῦ Ῥοδιακῶν ζεῦγος , ψιλοτάπιδα , ἀμφίταπον , περίστρωμα , προσκεφάλαια δύο τὰ βέλτιστα τῶν καταλειπομένων : ὡς
καὶ Ἱλαρᾷ πέντε μνᾶς καὶ ἀμφίταπον καὶ δύο προσκεφάλαια καὶ περίστρωμα καὶ κλίνην ἣν ἂν βούληται . ἀφίημι δ '
4832268 κατεταχθησαν
ἀνδρείᾳ τε διαφέροντες , παρέδοσαν ἑαυτοὺς Ἀλεξάνδρῳ καὶ συγγνώμης ἀξιωθέντες κατετάχθησαν εἰς τὰς τάξεις ἐπὶ ταῖς αὐταῖς μισθοφοραῖς . ὁ
: οὓς καὶ πολίτας ὕστερον ποιήσαντες προσηγόρευσαν ἐπευνάκτους , ὅτι κατετάχθησαν ἀντὶ τῶν τετελευτηκότων ἐπὶ τὰς στιβάδας . ὁ δ
4829799 πιθηκοι
δὲ ἄλλως βροτῶν εἴδωλα καμόντων , Ἡσιόδου κηφῆνες , Ἀρχιλόχου πίθηκοι , δύο μορφὰς ἔχοντες ἀντὶ τριῶν , τῆς τραγικῆς
ὄντες γὰρ ταῖς μὲν ὄψεσιν ἄνθρωποι , ταῖς δὲ ψυχαῖς πίθηκοι , προσποιεῖσθε μὲν πάντα , γινώσκετε δὲ οὐδέν :
4821158 ἐπιξενουμαι
. σὲ ] ὦ στολή . δυσοίζω ] δυσχεραίνω . ἐπιξενοῦμαι ] φιλιοῦμαι . τιμαόροις ] τιμωροῖς . σημείωσαι ὅλον
λέγεται . Αἰσχύλος Κρήσσαις . . , . . : ἐπιξενοῦμαι : ξενοδοκοῦμαι , ἐπιμαρτύρουμαι . ‖ ἐπιξενοῦσθαι : μαρτύρεσθαι
4818715 ἐλαμβανον
φάγε . τριώβολον ] τὸν δικαστικὸν μισθόν : τριώβολον γὰρ ἐλάμβανον . δόρπον ] τὸ ἑσπερινὸν φαγεῖν . Γ δόρπον
πάτταλον : Τὸ τυχόν . οἱ γὰρ ὕστερον ἐλθόντες οὐκ ἐλάμβανον τὸ ἐκκλησιαστικόν . τὸ ἄνδρας . . ἐκπέσῃ .
4818215 Ὀγκαιαι
Θηβαίοις . Ὄγκα δὲ παρὰ Φοίνιξιν ἡ Ἀθηνᾶ , καὶ Ὀγκαῖαι πύλαι : μέμνηται τούτου καὶ Ἀντίμαχος . Φοῖνιξ δὲ
Ἀθηνᾶς τῆς Ὀγκαίας , ἀφ ' ἧς καὶ αἱ πύλαι Ὀγκαῖαι . ἡ δὲ ἱστορία αὕτη . Ἀγήνωρ ὁ Τύριος
4808851 στρωματ
γυναῖκές μοι . πολύς τις ἔρχεται ὄχλος ὡς ἔοικε . στρώματ ' ἀδιήγηθ ' ὅσα φέρεις . τί δ '
Παθυμίας ὁ Αἰγύπτιος . ὡς ἐγὼ σκιρτῶ πάλαι ὅπου ῥοδόπνοα στρώματ ' ἔστι , [ καὶ ] λούμενος μύροις ψακαστοῖς
4808106 Θεανοι
καὶ πρὸς τοὺς δεομένους προσηνές ; εἰκάσθω οὖν καὶ αὐτὴ Θεανοῖ τε ἐκείνῃ τῇ Ἀντήνορος καὶ Ἀρήτῃ καὶ τῇ θυγατρὶ
γάρ . ἀφύας δὲ λεπτὰς τάσδε καὶ τὴν τρυγόνα χωρὶς Θεανοῖ δεῦρ ' ἔθηκ ' ἀντιρρόπους . πιθανώτατα ἐν τούτοις
4805605 χηρων
ἦρται ὁ τῶν ξένων ξενοδόχος , ἦρται ἡ ἔνδυσις τῶν χηρῶν . τίς λοιπὸν οὐ κλαύσει ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον τοῦ
ὁτιοῦν κακὸν ἐν ἑαυτοῖς ἐξευρίσκοντες , ὀρφανοὺς ἄγχοντες , ὁρίοις χηρῶν ἐπεμβαίνοντες , ἔχθρας συνάπτοντες , δόλους συρράπτοντες . καὶ
4805033 θρονοι
οἴκου οἷον ἐκ στιβάδων ᾠκοδομημένον , πρὸς οὗ καὶ οἱ θρόνοι ἔκειντο , ὥστε οὖν καὶ ἐπ ' αὐτῶν καθιζομένους
οἴκου οἷον ἐκ στιβάδων ᾠκοδομημένον , πρὸς οὗ καὶ οἱ θρόνοι ἔκειντο , ὥστε οὖν καὶ ἐπ ' αὐτῶν καθιζομένους
4801411 Μελιτη
αὐτόν , ὑμῖν καταλείπω σκοπεῖν . ἐπεὶ τοίνυν ἔμαθεν ἡ Μελίτη τὴν προτέραν εὑρόντα με γυναῖκα , φοβηθεῖσα μὴ πρὸς
δύο δὲ οἰκέται : τούτους γὰρ ἐπεπόμφει ζητήσοντας αὐτὸν ἡ Μελίτη . συνεὶς δὲ ὁ Θέρσανδρος πόρρωθεν καὶ καταμηνύσειν τὸ
4793342 Σωρα
τὸ ἐθνικὸν Σουρηνός ὡς Καρρηνός . ἔστι καὶ Φοινίκης πόλις Σῶρα . τὸ ἐθνικὸν Σωρανός ὡς Νωλανός . Σοῦσα ,
. . . . . . ρλγ κα Ἀρκατοῦ βασίλειον Σῶρα . . . ρλ κα : Πάλιν τὰ μὲν
4792823 Βοιωτιαι
μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν αἵ τ ' ἐχιδνοσώματοι Βοιώτιαι παρῆσαν ἐγχέλεις θεαὶ τεῦτλ ' ἀμπεχόμεναι . καὶ ἐν
πρὸς δύσεις ὥρας γεʹ . Τῆς δὲ Ἀχαΐας αἱ μὲν Βοιώτιαι Θῆβαι τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχουσιν ὡρῶν ιδ ∠ ʹδ
4791059 Τεκμησσα
Εὐρυσάκη κτλ . ►Ζεύς Αἴγινα Αἰακός Ἐνδηίς Τελαμών Περίβοια Αἴας Τέκμησσα Εὐρυσάκης διὰ μέσου πολλοί πολλαί Κλεινίας Δεινομάχη Ἀλκιβιάδης◄ εἰς
Ἦ ῥα μέγα στενάχων . Ἐπὶ δ ' ἔστενε δῖα Τέκμησσα , Αἴαντος παράκοιτις ἀμύμονος , ἥν περ ἐοῦσαν ληιδίην
4790264 διαπεπραγμενοι
ἐγὼ μὲν οὐδὲ ἀκήκοα πώποτε πρᾶγμα μιαρώτερον ἢ ὃ οὗτοι διαπεπραγμένοι εἰσὶ περὶ ἡμᾶς , καὶ ταῦτα ὁμολογοῦντες λαβεῖν παρ
ἡμῶν ἐλέγχονται , ἀλλὰ καὶ ἐξ ὧν αὐτοὶ οἱ ἐπίτροποι διαπεπραγμένοι εἰσί . Τοῦτο γὰρ ὑμῶν δέομαι καὶ ἱκετεύω σφόδρα
4777937 πεπυκνωνται
πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ
ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν λόγχαις ἀπαστράπτοντες . * γυῖαι τὸ
4776372 σιτησιν
τῆι τῆς ἐννοίας εὑρέσει καὶ καινότητι τὴν ἐν Μουσῶν αὐτῶι σίτησιν ἔχειν ἐχαρίσατο . . . . ὁ δὲ Παγκράτης
εἰκόνα χαλκῆν παρὰ τοῦ δήμου σπουδάσαι λαβεῖν , οἱ δὲ σίτησιν , οἱ δὲ στέφανον εὕρασθαι παρὰ τοῦ δήμου μετὰ
4768901 οἰνοχοαι
φιάλαι , ἐκπώματα , θυμιατήρια , χρυσίδες , ἀργυρίδες , οἰνοχόαι , ἀμφορίσκοι . ἡ δὲ Πυθία καὶ κνισᾶν ἀγυιὰς
τε καὶ δακτυλίους ἐμβιβάζονται διὰ σμικρότητα , παρὰ δὲ Ἰνδοῖς οἰνοχόαι τε ψυκτῆρές τε γίγνονται διὰ μέγεθος καὶ κρατῆρες ἡλίκοι
4756429 ἑψησαντα
καὶ μέλι καὶ ῥίζα χαλβάνης καὶ ᾠὰ χελώνης κελεύει διδόναι ἑψήσαντα ἐπ ' ἀνθράκων χαλβανόεσσα ] ἡ χαλβάνη δὲ ὀπός
δὲ ξέστην α , καὶ ταῦτα ἐπ ' ἀνθράκων διακεκαυμένων ἑψήσαντα μετρίως καὶ ἀπαφρίσαντα μῖξαι ζιγγιβέρεως μὲν # γ ,
4754934 θησαυροι
ὑποδοχαὶ στρατοπέδων τε καὶ ἵππων καὶ ἐλεφάντων ; τί δὲ θησαυροὶ τούτοις παρῳκοδομημένοι ; τί ταῦτα μνημεῖα ὑμῖν ἐστιν ;
μέθοδον . ἐντεῦθεν χρυσίου καὶ ἀργυρίου καὶ λίθων τιμίων παμπληθεῖς θησαυροὶ τοῖς πολλοῖς ἐγίνοντο , καὶ τὰ ἐκ Σηρῶν ὑφάσματα
4749600 ὀνομαζονται
καὶ μάλιστα , ὅταν πυκνὰ ὦσιν . τὰ δένδρα τριχῶς ὀνομάζονται : τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν λέγονται φυλλοβόλα , τὰ
μὲν οἱ ἐπὶ τοῖς ἐσχάτοις οἰκοῦντες τὰ πρὸς δυσμέων Κύνητες ὀνομάζονται , ἀπ ' ἐκείνων δὲ ἤδη πρὸς βορέαν ἰόντι
4747602 ξενιων
. οἱ δ ' ἥσθησαν τὸν ἡγεμόνα τὸν ἀπὸ τῶν ξενίων εἰληφότες , καὶ πάντα αὐτῷ διηγησάμενοι στρατηγὸν ἐχειροτόνησαν αὑτῶν
τὸ πλῆθος εἰς δεισιδαιμονίαν ἐμβαλών , καταλύματος μὲν δημοσίου καὶ ξενίων ἠξιώθη , τὸν δὲ στέφανον ἐκωλύθη φορεῖν ὑφ '
4745017 συνῳκησαν
: ἐκ μέν σε Σπάρτης ἕκτον γένος . ἄλλως : συνῴκησαν γὰρ οἱ Θηβαῖοι τοῖς Λακεδαιμονίοις . χρόνῳ δὲ οἱ
δ ' ᾤκουν πρότερον : εἶτ ' Ἀχαιοὶ καὶ Λάκωνες συνῴκησαν τειχίσαντες ἐρυμνὸν χωρίον βλέπον πρὸς μεσημβρίαν . Τῶν δ
4738581 Ἱμεραιοι
εἰς τοῦτο οὐχ ἥκιστά με ὑμεῖς γ ' , ὦ Ἱμεραῖοι , τὸ σχῆμα κατεστήσατε καὶ οἱ ἄνδρες ὑμῶν ἐκεῖνοι
καὶ ὑμῖν δὲ ἐπισκήπτω λιπαρῶς ὡς οἷόν τε , ὦ Ἱμεραῖοι , μὴ κατασύρειν αὐτὸν εἰς ἐκμελῆ καὶ ἀπῳδὰ τῶν
4736928 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
4736261 γυμναι
ὑγροῦ ἔκκρισιν τὸν λιχανὸν δάκτυλον καθιέναι καὶ σκοπεῖν , πότερον γυμναί εἰσιν αἱ πλευ - ραὶ ἢ λελιπασμέναι ἢ σκέπονται
τοι γυναῖκας κατὰ τόπους κοινὰς ἅπασι καὶ κατεσκευασμένας . ἑστᾶσι γυμναί , μὴ ' ξαπατηθῇς : πάνθ ' ὅρα .
4731113 Περσικαι
καὶ Ἀλέξανδρον Μακεδόνες : τῆς δὲ κολακείας τὰ ἔργα ἀναξυρίδες Περσικαί , καὶ προσκυνήσεις βαρβαρικαί , καὶ λήθη τοῦ Ἡρακλέως
εἰς τὸν κηρὸν αὐτῆς τὼ πόδε , κᾆτα ψυχείσῃ περιέφυσαν Περσικαί . ταύτας ὑπολύσας ἀνεμέτρει τὸ χωρίον . ὦ Ζεῦ
4728766 κλεινη
γ ' ἀχρεῖον ἀνόσιον κεκτημένοι ; χορευέτω δὴ Ζηνὸς ἡ κλεινὴ δάμαρ † κρόους ' Ὀλυμπίου Ζηνὸς ἀρβύληι πόδα †
τυχὸν γὰρ καὶ οἱ ὑμέτεροι ὀφθαλμοὶ οὕτως ὁρῶσιν , ἡ κλεινὴ καὶ ἀοίδιμος Ῥώμη πέλαγος εἶναι κάλλους ἄφραστον καὶ ἀνεξήγητον
4728233 προπινων
Οὐ συμποσίαρχος ἦν γὰρ ἀλλὰ δήμιος ὁ Χαιρέας , κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Ὦ τὴν εὐτειχῆ ναίων Πάρον , ὄλβιε
λαβὼν πεπληρωμένην οἴνου δωρήσεται ἀκμαίῳ νυμφίῳ , ἅμα τὸν οἶνον προπίνων καὶ αὐτὴν τὴν φιάλην δωρούμενος , οὖσαν κεφάλαιον τῶν
4725877 Λαβουσα
οὐκ ἂν ἔλθοιμι , οὔτε ἂν τοιαῦτα πεισθείην κελευούσῃ . Λαβοῦσα ταῦτα τὰ γράμματα ἡ Μαντὼ ἐν ὀργῇ ἀκατασχέτῳ γίνεται
ὑός . Ἀπὸ τηγάνου τ ' ἔφασκεν ἀφύας φαγεῖν . Λαβοῦσα μὲν τῆς χοίνικος τὸν πύνδακ ' εἰσέκρουσεν . Τὸ
4725037 περοναι
δὲ δύο κάτω : καὶ πρὸς μὲν τὸν ἀγκῶνα δύο περόναι πεφυκυῖαι ἄνω ἐκ τοῦ ὀστέου πεφύκασιν , αὗται σὺν
ὀργάνοις τισὶ πρὸς ἄλλας μοχλείας κατεσκευασμέναι . ῥίζαι δὲ καὶ περόναι ἐν τοῖς ὀργάνοις πλείστας ἔχουσι χρείας . εὐθέως μέντοι
4715433 ἁμαξαι
δὲ πεποίηντο ὅτι ὅσῳ πυκνοτέρᾳ τῇ φάλαγγι καταφερόμεναι συμμίξουσιν αἱ ἅμαξαι , τοσῷδε μᾶλλόν τι διασκεδάσουσιν αὐτὴν βίᾳ ἐμπεσοῦσαι .
ἐν τῇ τοῦ Διονύσου πομπῇ διενεχθέντων . Εἶτ ' ἀργυρωμάτων ἅμαξαι τετρακόσιαι , καὶ χρυσωμάτων εἴκοσι , ἀρωμάτων δὲ ὀκτακόσιαι
4713607 ἰσομηκεις
ὥσπερ αἱ δρῦς : λεῖαι γὰρ καὶ εὐθεῖαι καὶ σχεδὸν ἰσομήκεις γίνονται ταῖς ἐλάταις καθάπερ φασὶ καὶ περὶ τὸν Αἷμον
καθὼς ἄν τις μεταφράσειεν , ἢ ἐπιστολή . κατεσκεύαζον δὲ ἰσομήκεις σκυτάλας πρὸς τόρνον τοῦ αὐτοῦ μήκους καὶ πάχους ἀκριβῶς
4707982 πορευθεντες
ἐκ τῆς πόλεως , ὑφορώμενος αὐτῶν τὴν ἀβεβαιότητα . οἳ πορευθέντες εἰς Ἔντελλαν , καὶ πείσαντες τοὺς ἐν τῇ πόλει
εἰς ἐπιθυμίαν πονηράν , ἀλλὰ πάντοτε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ πορευθέντες , καθὼς καὶ παρέλαβον τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον .
4702639 πεποικιλμεναι
: ταραχήν . Ἀνθεμόεσσαι : ἀνθηραὶ , ἄνθος ἔχουσαι , πεποικιλμέναι τοῖς ἄνθεσι , πεποικιλμέναι ὑπὸ τῶν ἀνθῶν , ἢ
, αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς ἐνυφάσμασι πεποικιλμέναι , τοῖς κρατοῦσιν ἔπαθλα καθίσταντο . τὰ δὲ μεγάλα
4699303 ναυαρχων
, ἠχητικήν . ἐκ κελεύσματος ] † παρὰ κελεύσεως τῶν ναυάρχων . θοῶς ] † ταχέως . ἐμφανεῖς ] κ
τῶν ταξιάρχων δέκα καὶ τὰς Σαμίων δέκα καὶ τὰς τῶν ναυάρχων τρεῖς , αὗται ἅπασαι γίγνονται ἑπτὰ καὶ τετταράκοντα ,
4691844 τριηραρχοι
ᾄδοντες , Λύσανδρος δὲ κατόπιν πέμπει δύο τριήρεις . οἱ τριήραρχοι τοὺς Ἀθηναίους ἐκβάντας ὡς εἶδον , σημεῖον μετέωρον αἴρουσι
τῶν ἄλλων : διὰ τοῦτο τούτοις μόνοις ἐπιδόσεις ἐποιοῦντο οἱ τριήραρχοι , οὐχὶ δὲ πᾶσι τοῖς ἐρέταις θρανῖται : οἱ
4686866 ἐξαγγειλαι
καὶ ἀνθ ' ὅτου οὕτως ἐγγὺς παρασκηνοῦσι : καί τινα ἐξαγγεῖλαι , ὅτι : ὦ βασιλεῦ , ἡ μήτηρ τε
Ἀποξενωσάντων δὲ αὐτὸν τῶν Αἰγυπτίων , ὁρκωμοτῆσαι τοὺς φίλους μὴ ἐξαγγεῖλαι τῷ Μωύσῳ τὴν ἐπισυνισταμένην αὐτῷ ἐπιβουλὴν , καὶ προβαλέσθαι
4681021 ἀχθεσεται
. Νῦν δέ γε τόδ ' ἐπισκεψώμεθα , πότερον οὐδὲν ἀχθέσεται , ἢ τοῦτο μὲν ἀδύνατον , μετριάσει δέ πως
” ἀνακοινώσασθαι Ἕλληνες . ἄφυκτον Ἀττικοί , ἄφευκτον Ἕλληνες . ἀχθέσεται Ἀττικοί , ἀχθεσθήσεται Ἕλληνες . ἀπελαθείς Ἀττικοί , μετὰ
4680639 τελλιναι
ἐκ θαλάσσης ὄστρεα καὶ κτένες ἐχῖνοί τε καὶ πελωρίδες καὶ τελλῖναι σεύτλοις συνηψημέναι : καὶ γὰρ ἰδιαίτερον ὁ ζωμὸς αὐτῶν
, εὔχυλοι , εὐστόμαχοι , καὶ μάλιστα αἱ μείζους . τελλῖναι γίνονται μὲν ἐν Κανώβῳ πολλαὶ καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ
4677170 ἁλμαδες
ὕδωρ πᾶν . Φοίνικες αὐστηροί , μῆλα κυδώνια , ἐλαῖαι ἁλμάδες , σταφίδες αἱ αὐστηραί , ἡ ἐν τοῖς στεμφύλοις
τυγχάνει ἐπίδημος ὤν . θλαστὰς ποῐεῖν ἐλάας οὐ ταὐτόν ἐστιν ἁλμάδες καὶ στέμφυλα : θλαστὴν γὰρ εἶναι κρεῖττον ἁλμάδος .
4673296 κελευσον
δὲ οὔπω μοι ὅσιον προσφθέγξασθαι τὸν ἐν τῷ αἵματι , κέλευσον αὐτόν , ὦ μειράκιον , θαρρεῖν , ὡς αὐτίκα
: Κύριε , κύριε , εἰσάκουσον τῆς φωνῆς μου καὶ κέλευσον ἵνα ἐξέλθωσιν θηρία ἐκ τοῦ δρυμοῦ καὶ καταφάγωσιν αὐτούς
4672875 Ξενιου
ξένους ἡσυχῆ καὶ ὅσον παρασχεῖν ὀδαξησμόν , ἐμοὶ δοκεῖν τοῦ Ξενίου Διὸς τοῖς ἀφικνουμένοις τὸ δῶρον τοῦτο ἀποκρίναντος . Βασιλεύονται
. Πάντα φορητὰ πάντα τολμητὰ τῷδε τῷ χορῷ . Πλὴν Ξενίου νόμοισι καὶ Σχοινίωνος , ὦ Χάρον . Ἄρχων εἰμὶ
4671118 Ἡκον
ἐστὶ πρὸς θεῶν , ἣ δὲ εὕρημα τοῦ θεοῦ . Ἧκον εἰς Κόρινθον ἐκ Μεγάρων καὶ διαπορευόμενος τὴν ἀγορὰν παρίσταμαι
ἀναλαβὼν τὸν τρίβωνα καὶ τὴν πήραν ἐξῆλθον ἐπὶ θάλασσαν . Ἧκον εἰς Κύζικον καὶ διαπορευόμενος τὴν ὁδὸν ἐθεασάμην ἐπί τινος
4670449 ἐκπεμφθεντες
τῆς Σικελίας Κελτοὶ καὶ Ἴβηρες δισχίλιοι κατέπλευσαν εἰς Κόρινθον , ἐκπεμφθέντες ὑπὸ Διονυσίου τοῦ τυράννου συμμαχῆσαι Λακεδαιμονίοις , εἰς μῆνας
γενέσθαι ἐλθεῖν . ξυνέβαινον δὲ τούτοις καὶ οἱ παρὰ Ἀλεξάνδρου ἐκπεμφθέντες πρέσβεις πρὸς Ἀβισάρην . καὶ ταῦτα οὐ χαλεπῶς πιστεύσας
4662523 δικαστικου
Ῥαδάμανθυς μεταγενέστερος , τοῦτο αἰνιττόμενος ὅτι τὸ νομοθετικὸν πρὸ τοῦ δικαστικοῦ ἐστι : καὶ γὰρ εἰ μὴ πρότερον θῇ τις
. 〛 Ἀριστοφάνης ὁ γραμματικὸς τούτους ταμίας εἶναί φησι τοῦ δικαστικοῦ μισθοῦ . οὐ μόνον δὲ τούτοι τὴν ἐπιμέλειαν ἐποιοῦντο
4661097 δουλαι
, ἤτοι ἐπειδὰν ἀφελκυσθῶσι τῶν δωμάτων ὑπὸ τῶν πολεμίων καὶ δοῦλαι γένωνται , στυγερὰν ὁδόν , ἤτοι διεφθάρθαι , προπάροιθεν
ὠφεληθήσεται καὶ ἀρρωστήσει καὶ προστεθήσονται οἱ δοῦλοι αὐτοῦ καὶ αἱ δοῦλαι ἢ γυναῖκα λήψεται . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ἄρης ἐν
4660823 καλλινικον
Ἀσωπιάδες κόραι πατρὸς ὕδωρ βᾶτε λιποῦσαι συναοιδοὶ Νύμφαι τὸν Ἡρακλέους καλλίνικον ἀγῶνα . Πυθίου δενδρῶτι πέτρα Μουσᾶν θ ' Ἑλικωνίδων
, ταῦρον προηγητῆρα συμφορᾶς ἔχων . βάκχαι Καδμεῖαι , τὸν καλλίνικον κλεινὸν ἐξεπράξατε ἐς γόον , ἐς δάκρυα . καλὸς
4653360 τρεμεις
ταῦτα νῦν τίνεις δίκας ὧν ἠμέλησας [ φιλοσοφίας ] : τρέμεις , ἀγρυπνεῖς , μετὰ πάντων βουλεύῃ : κἂν μὴ
τύραννον , οὐ φίλον τινὰ τοῦ τυράννου ; τί οὖν τρέμεις ἐπί τινα τοιαύτην ἀπιὼν περίστασιν ; Διὰ τοῦτο λέγω

Back