, ὅπου μήτε νιφετὸς γίγνεται μήτε χειμών , ἀλλ ' αἰθρία δι ' ἔτους καὶ πρᾷος ἀήρ : ὁ γὰρ | ||
μὴ ἐνδεῖσθαι εἰπούσης , τοῦτο δὲ μόνον εὔχεσθαι , ὅπως αἰθρία τε ἐπιμείνῃ καὶ λαμπρὸς ὁ ἥλιος , ἵνα ξηρανθῇ |
τέσσαρες ῥίζης μιᾶς ἐπώνυμοι γῆς κἀπιφυλίων χθονὸς λαῶν ἔσονται , σκόπελον οἳ ναίους ' ἐμόν . Γελέων μὲν ἔσται πρῶτος | ||
βαθεῖαν , ἐξ ἧς ἀνέτεινε λισσὴ πέτρα πρὸς ὀρθὸν ἀνατείνουσα σκόπελον : περὶ δὲ τὴν ῥίζαν αὐτῆς ἄντρον ἦν εὐμέγεθες |
βουσὶ τίθησιν . Ἦμος δὲ σκόλυμός τ ' ἀνθεῖ καὶ ἠχέτα τέττιξ δενδρέῳ ἐφεζόμενος λιγυρὴν καταχεύετ ' ἀοιδὴν πυκνὸν ὑπὸ | ||
ἀφ ' ἱππείου θόρε δίφρου . ἦμος δὲ χλοερῷ κυανόπτερος ἠχέτα τέττιξ ὄζῳ ἐφεζόμενος θέρος ἀνθρώποισιν ἀείδειν ἄρχεται , ᾧ |
τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος . σημαίνει | ||
αὐτοὺς κύματα μακρὰ φέροντο : περὶ στεροπῇσι δ ' ἀνάσσης αἴγλη μαρμαίρεσκε διὰ κνέφας ἀίσσουσα . Οἳ δ ' ἄποτον |
πανημέριοι πονέονται τοῖς ἴκελοι ἥρωες ὑπὲξ ἁλὸς εἷλκον ἐρετμά . Ἦμος δ ' οὔτ ' ἄρ πω φάος ἄμβροτον οὔτ | ||
πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ κνέφας , ἔγρετο δ |
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο , | ||
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας |
πορευθῶ ; ἀμπτάμενος οὐράνιον ὑψιπετὲς ἐς μέλαθρον , Ὠαρίων ἢ Σείριος ἔνθα πυρὸς φλογέας ἀφίησιν ὄσσων αὐγάς , ἢ τὸν | ||
, ἐπὶ τῆς Παρθένου Στάχυς Προτρυγητήρ , ἐπὶ τοῦ Κυνὸς Σείριος , καὶ εἴ τινα τούτοις ὅμοια . ὁ δὲ |
. τὸ μέλαν . ἀπὸ τοῦ γνόφου καὶ δνόφου . γνόφος δὲ ὁ κενὸς φάους ἀήρ . κατὰ δὲ μετάθεσιν | ||
κυκῶν τὴν θάλατταν ὑπὸ τῶν ἐπῶν , χειμὼν ἄφνω καὶ γνόφος ἐμπεσὼν ὀλίγου δεῖν περιέτρεψεν ἡμῖν τὴν ναῦν : ὅτε |
. ἔστι δέ τις ἄκρη Ἑλίκης κατεναντίον Ἄρκτου , πάντοθεν ἠλίβατος , καί μιν καλέουσι Κάραμβιν , τῆς τ ' | ||
, ἧχί τε καὶ χάλκειος ἐς οὐρανὸν ἔδραμε κίων , ἠλίβατος , πυκνοῖσι καλυπτόμενος νεφέεσσιν . πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς |
ἀντίληψιν . μέσην δὲ χώραν αὐγῆς τε καὶ ἄνθρακος εἴληχε φλόξ : σβεσθεῖσα μὲν γὰρ εἰς ἄνθρακα τελευτᾷ , ζωπυρουμένη | ||
. . ; . . , . . . : φλόξ : παρὰ τὸ φλέγω φλέξω φλὲξ καὶ φλόξ . |
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ | ||
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι |
δὲ αἴτιον , ὅπερ ἔφην . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον παρακέκλιται ἡ διάνοια καὶ ἐπιτεταμένως περὶ αὐτὰ ἐνεργεῖ , ὥσπερ | ||
τετραμμένος , ἄχρις Ἐλανῶν . κεῖθεν δ ' ὀλβίστων Ἀράβων παρακέκλιται αἶα , πολλὸν ἀνερχομένη , δισσῇ ζωσθεῖσα θαλάσσῃ , |
διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφεται : οἷον , Ζέλεια : Ζέφυρος : ζέω τὸ ῥῆμα : ζέσις : ζέμα . | ||
ἑκάτερος : ἐτόξευε μὲν ὁ Ἀπόλλων , ἔπνει δὲ ὁ Ζέφυρος . μέλη μὲν ἦν τὰ παρ ' ἐκείνου καὶ |
, παρὰ τὸ μὴ λάω ἢ τὸ οὐ βλέπω . λάβρος : ἀπὸ τοῦ λίαν καὶ τοῦ βορός . Ὑπέροπλοι | ||
Ἐνιπέως Λευκωσία ῥιφεῖσα τὴν ἐπώνυμον πέτραν ὀχήσει δαρόν , ἔνθα λάβρος Ἲς γείτων θ ' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά . |
? [ ] [ ] ὑπὸ ? ? ? [ ῥωγάδα ] λύγγας ἱμάσσων [ ] [ ] ! ! | ||
γλωχίνων προβολῇσιν ἀκαχμένον ἀμφοτέρωθεν , οἷον καὶ πέτρην ἑλέειν καὶ ῥωγάδα πεῖραι , τόσσον ἴτυν κρυερήν , ὅσσον περὶ χάσμα |
οὐ κατὰ διάνοιαν ἐφάνη αὐτοῖς μέγας κτλ . εὖτε γὰρ ἠέλιος φαέθων ὑπερέσχεθε γαίης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐξ ἡρωικοῦ | ||
γειοτόμον δαμάλῃσιν ἐπιθύνουσιν ἄροτρον : ἢ πάλιν ἑσπερίῃσιν ὅτ ' ἠέλιος ζυγὰ κλίνει , ὁππότε σημαίνουσιν ἑαῖς ἀγέλῃσι νομῆες , |
. καί ἐστιν ἡ σύνταξις οὕτως , τοῦ μὲν ὑπὲρ νιφόεντα φάη κέρατα δοιὰ μετώπῳ ἔγκειται , τουτέστι τούτου μὲν | ||
ἐνστρέφονταί τε ἀεὶ ἐν αὐτῷ , καὶ ἠχεῖσθαι ποιοῦσι τὸν νιφόεντα Ὄλυμπον , ἤτοι τὸν καθαρώτατον νοῦν . ἄρχου τε |
, καὶ Μοῦσαί τε καὶ Ὧραι . περὶ δὲ ἀνέμου Ζεφύρου , καὶ ὡς ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος Ὑάκινθος ἀπέθανεν ἄκοντος | ||
τὸ δὲ ῥόθιον πρὸς ὑποδοχὴν ἐκολποῦτο κυμαίνειν εἰωθός , καὶ Ζεφύρου τι κατέχει τὸ σῶμα λιγυρῷ πνεύματι τὴν θάλατταν κατευνάζοντος |
ἥν τ ' ἐν ὄρεσσιν ἀμφιχέῃ πρώνεσσι Νότου μένος ἢ Ζεφύροιο χείματος ἐγρομένου , ὁπότ ' οὔρεα δεύεται ὄμβρῳ . | ||
ἀράων ἀΐουσα μετάγγελος ἦλθ ' ἀνέμοισιν . οἳ μὲν ἄρα Ζεφύροιο δυσαέος ἀθρόοι ἔνδον εἰλαπίνην δαίνυντο : θέουσα δὲ Ἶρις |
, ῥῖγος * σείριος : ὁ ἥλιος * ἄζῃ : λάμπῃ , καίῃ * τοίη οἱ κέντροιο κόπις : τοιοῦτόν | ||
τροπαῖς , ὅταν ἐκ τοῦ αὐτοῦ νέφους ὕῃ τε καὶ λάμπῃ ὁ ἥλιος . συνίει δὲ ὅτι καὶ τοῦ τρόπου |
ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα , | ||
καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ |
πρωΐας : “ ἀλλὰ μάλλ ' ἦρι νέονται . ” ἠριγένεια ἤτοι ἡ τὸ ἦρι γεννῶσα ἢ ἐν τῷ ἦρι | ||
τότε κοιμήσαντο καὶ ὕπνου δῶρον ἕλοντο . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , βάν ῥ ' ἴμεν ἐς |
κνέφας . οὐδὲ μὲν ἠοῖ πείσματα νηὸς ἔλυσαν ἐπὶ πνοιῇ βορέαο . Λημνιάδες δὲ γυναῖκες ἀνὰ πτόλιν ἷζον ἰοῦσαι εἰς | ||
δὲ νέον κατεφαίνετο γαῖα : καὶ τότ ' ἀναρπάγδην ὀλοὴ βορέαο θύελλα μεσσηγὺς πέλαγόσδε Λιβυστικὸν ἐννέα πάσας νύκτας ὁμῶς καὶ |
Ἀρκάδες ἐγχεσίμωροι ” , καὶ τὸ ἐγείρω ἔγρω οἷον „ ἔγρετο δ ' ἐξ ὕπνου „ . . ἅδω : | ||
ἤλυθε λαιμοῦ . αὐτὰρ ὅ γ ' ἐξ ὕπνου βαρυαέος ἔγρετο δειλός , καὶ κακὸν ἐν λαγόνεσσι φέρων τόσον ἀπροτίελπτον |
μιν ἄλλυδις ἄλλῃ ἐσκέδασεν διὰ τυτθά : περίαχε δ ' αἶα καὶ αἰθήρ , ἐκλύσθη δ ' ἄρα πᾶσα περίδρομος | ||
* ἵξεται : εἰσίξεται ἡ αἶσα ἐλεύσεται * αἶσα : αἶα . * ἤτοι : δηλονότι ἀλλ ' ἤτοι θέρεος |
μέθυ ἡδύ . ἦμος δ ' ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθεν , οἱ μὲν κοιμήσαντο κατὰ μέγαρα σκιόεντα . | ||
μετ ' ἠὼ πιόμενον : τοὶ δ ' αἶψα κατὰ κνέφας ὁρμηθέντες ἀγρευτῆρες ἄγουσιν ἐείκοσιν ἀμφιφορῆας οἴνου νηδυμίοιο , τὸν |
, ] εἰ μὴ Ἀθήνη λάβρον [ ἐπεβρόντησε ] διὲκ νεφέων καταβᾶσα [ ] : πληξαμένη θέναρι [ ] δ | ||
, θηροτρόφε , ὑγροκέλευθε , μήτηρ μὲν Κύπριδος , μήτηρ νεφέων ἐρεβεννῶν καὶ πάσης πηγῆς νυμφῶν νασμοῖσι βρυούσης : κλῦθί |
παραμένειν ἀεί , Φύλλα τὰ μέν τ ' ἄνεμος χαμάδις χέει , ἄλλα δέ θ ' ὕλη τηλεθόωσα φύει ὧς | ||
ἀνθρώποισι πιφαυσκόμενος τὰ ἃ κῆλα : κοιμήσας δ ' ἀνέμους χέει ἔμπεδον , ὄφρα καλύψῃ ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας |
: δηλοῦται ὡς μὲν Ἀπίων ψῦχος , ὡς δὲ Ἡλιόδωρος πάχνη : Ἀπολλόδωρος τὸ ἐξ αἰθρίας ψῦχος . συμφερτή Ν | ||
σπόρου ὥρα . . , . β Δωι ψύχη ἢ πάχνη . . , . ιζ Δωι χειμὼν καὶ κατὰ |
ταχέως , καὶ ἀπέφθειρεν . Ἑτέρη λευκοῖς θυγατέρα ἔτεκεν : ἑτέρη ἐρυθροῖς , ὡς ἔδει . Φρικώδεες , ἀσώδεες , | ||
πλούτῳ καὶ γενεῇ κατ ' ἐμέ : ἡ δ ' ἑτέρη προβέβηκε . τί λώϊον ; εἰ δ ' ἄγε |
δ ' ἰλυόεντος ὑπὲκ φλοίσβοιο φύονται : εὖτε γὰρ ἐν δίνῃσι παλιρροίῃς τε θαλάσσης βράσσηται πάμφυρτος ἀφυσγετὸς ἐξ ἀνέμοιο σπερχομένου | ||
κῦμ ' ἀλίαστον ἐφέσσατο νειόθι δύψας : ἀμφὶ δέ οἱ δίνῃσι κυκώμενον ἄφρεεν ὕδωρ πορφύρεον , κοίλην δ ' ἄιξ |
, τόν ῥ ' ὑποκυσσαμένη τέκεν Ἀπόλλωνι ἄνακτι Ἀμφρύσου παρὰ χεῦμα Φερητιὰς Ἀντιάνειρα . Τῷ καὶ μαντοσύνην ἔπορεν καὶ θέσφατον | ||
ἀπολέσθαι . . . Μηδέ ποτ ' ἐκ λήθης ῥεύσωμεν χεῦμα ταπεινόν . ἧς κατασύρονται πολλοὶ σκολιοῖσι ῥεέθροις . . |
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος | ||
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ |
ναυπηγοὶ καὶ οἱ ναῦταί εἰσιν , ὅσοι κατὰ τοὺς ποταμοὺς πλώουσι . πέμπτον δὲ γένος ἐστὶν Ἰνδοῖσιν οἱ πολεμισταί , | ||
κρέα ἐσιτέοντο . ὑπὸ δὲ τὴν ἕω ἀναχθέντες σταδίους τριακοσίους πλώουσι , καὶ καθορμίζονται ἐς Δαγάσειρα : ἔνθα νομάδες τινὲς |
τε ] ὑπερμήκεα ἐόντα , διὰ μέσου τε αὐτῶν αὐλῶνα στεινὸν πυνθανόμενος εἶναι , δι ' οὗ ῥέει ὁ Πηνειός | ||
πρότερον ἢ ἐπράχθη τὸ ἔργον : ἦ τότ ' ἀμειψάμενος στεινὸν πόρον Ἑλλησπόντου † αὐδήσει Γαλατῶν ὀλοὸς στρατός , οἵ |
ὁριζόμενοι λέγομεν , ἄλλως δ ' ἀποδεικνύντες . ἀποδεικνύντες γὰρ βροντή ἐστι πυρὸς ἀπόσβεσις ἐν νέφει , ἡ ἀπόσβεσις πυρὸς | ||
τοῦ πνεύματος πειρωμένου διαφορηθῆναι , κτύπος γίνεται , καὶ καλεῖται βροντή . ἐκεῖνο δὲ τὸ πνεῦμα ἐν τῷ μέσῳ τῶν |
καταιβασίαι ἄνοδοί τε , ἣ μὲν πρὸς Βορέαο τετραμμένη ἠχήεντος πνοιάς , ἣ δὲ Νότοιο καταντίον ὑγρὸν ἀέντος , τῇ | ||
μὲν ἐκ βορέαο μί ' οἴη φοινίσσοιτο , ἐκ βορέω πνοιάς κε φέροι , νοτίη δὲ νότοιο : ἢ καί |
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἀστραπὴ διαΐξασα καὶ βροντὴ καταρραγεῖσα καὶ ὑετὸς ἢ χιὼν ἢ χάλαζα κατενεχθεῖσα καὶ ταῦτα δυσείκαστα πάντα | ||
βορείου Χηλῆς κρύπτεται . Αἰγυπτίοις ὑετοί , χειμαίνει . Εὐδόξῳ ὑετὸς καὶ ἄνεμος μεταπίπτων . Δοσιθέῳ ἐπισημαίνει . ηʹ . |
καμάτοισι , δέρος δέ τοι ἶσον ὀνείρῳ οἴχοιτ ' εἰς ἔρεβος μεταμώνιον : ἐκ δέ σε πάτρης αὐτίκ ' ἐμαὶ | ||
: ἐρεμνὴν γὰρ εἴρηκε διὰ τὸ ὑπὸ τῶν ἀρχαίων παραδεδομένον ἔρεβος . Αἰθίοπας δὲ λέγει τοὺς πρὸς τῇ δύσει , |
μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι | ||
ὄψ ' ἀρόσῃς , τόδε κέν τοι φάρμακον εἴη : ἦμος κόκκυξ κοκκύζει δρυὸς ἐν πετάλοισι τὸ πρῶτον , τέρπει |
θέαν τῆς πομπῆς ἦλθε , φησί , καὶ ἰδοῦσα τὸν Δέλφιν ἠράσθη αὐτοῦ . εἰώθασι γὰρ τῇ Ἀρτέμιδι κανηφορεῖν αἱ | ||
ἐλθεῖν τῆς πομπῆς , καὶ οὕτω συμβέβηκεν ἰδεῖν με τὸν Δέλφιν . ἁ μεγάλοιτος : ἡ μεγάλως δυστυχής . οἶτος |
ἀπὸ μεγάλου πέτρη πρηῶνος ὀρούσῃ , μακρὰ δ ' ἐπιθρώσκουσα κυλίνδεται , ἣ δέ τε ἠχῇ ἔρχεται ἐμμεμαυῖα : πάγος | ||
, εἷος ἵκηται ἰσόπεδον , τότε δ ' οὔ τι κυλίνδεται ἐσσύμενός περ : ὣς Ἕκτωρ εἷος μὲν ἀπείλει μέχρι |
τόρνωσε : κατεσκεύασεν . τὰ μέν : τὰ ἱστία . πνοιῇσι : τοῦ ἀνέμου δηλονότι , καὶ ἀναπνοαῖς τῶν ἀνέμων | ||
ἐξόπιθε ῥιπῇσιν ἐλαυνόμενοι μογέουσιν . ἀλλ ' ἁλιεὺς στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος |
τοῖς ποταμοῖς ποιοῦνται τὰς διατριβὰς τὰ ὄρνεα . . 〚 νήνεμος αἴθρη : Οἷον , ὑπὸ τῆς εὐαερίας λῆξις κυμάτων | ||
- βαθής , ἐν σκέπῃ τῶν πνευμάτων , ἀπήνεμος , νήνεμος , ὑπήνεμος , ἀσφαλής , ἀκύμων , ἀκίνδυνος , |
πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι , | ||
ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία , |
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ ' | ||
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι |
δὲ Ἰδομενεύς φησι Περὶ δημαγωγῶν , ἐπεὶ ἀπὸ σκοτεινῶν τόπων ἀνεφαίνετο τοῖς μυουμένοις . . . . , : Νῆσον | ||
ὄντων τῶν παραλληλογράμμων καὶ χωρὶς τῶν τριγώνων ὁ τῆς ἰσότητος ἀνεφαίνετο λόγος : πάντα γὰρ ἴσα ἀλλήλοις τὰ ἐπὶ τῶν |
Ὕδρος , ἐφ ' ὧι κατηστέρισται Κρατήρ , Κόραξ Προκύων Ἀετὸς Δελφὶς Ὠρίων Ὀιστὸς Δελτωτὸν Ἀνδρομέδα Λαγωὸς Κῆτος Κύων , | ||
καὶ πρὸς τὸ οὖς σαλεύων θῇς , ἀκούσει κωδωνίζοντος . Ἀετὸς ἰχθύς ἐστιν ἀλέπιδος , θαλάσσιος παρόμοιος ἱέρακος , μελανώτερος |
τὰ Ναυπακτικὰ ποιήσας καὶ Φερεκύδης ἐν Ϛʹ φασὶν εἰς τὸ σπέος αὐτὰς φυγεῖν τῆς Κρήτης τὸ ὑπὸ τῷ λόφῳ τῷ | ||
δ ' ἀλίτησεν ἀταρποῦ ὕλῃ ἔνι πλαγχθεὶς , ἐν δὲ σπέος ἥλυθε Νυμφῶν Λιμνακίδων : αἱ δέ σφιν ἐσαθρήσασαι ἰόντα |
μήτε χλιαρὰ μήτε πικρὰ , ἀλλ ' ἡδίστη . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ παροιμία : ἐπ | ||
τῶν κρημνῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον . εἴχετό τε Ἀλεξάνδρῳ ἡ πέτρα ἡ τῷ Ἡρακλεῖ ἄπορος γενομένη καὶ ἔθυεν ἐπ ' |
ὀφθαλμόϲ : καὶ εἰ μὲν τὸ βλέφαρον μόνον παραλυθείη , μέμυκε διηνεκῶϲ ὁ ὀφθαλμὸϲ καὶ ἀναιϲθητεῖ τὸ βλέφαρον . εἰ | ||
ὡς δάμαλιν ἂμ πέτραις ἠλιβάτοις , ἵν ' ἀλκᾷ πίσυνος μέμυκε φράζουσα βοτῆρι μόχθους . ὁρῶ κλάδοισι νεοδρόποις κατάσκιον νεύονθ |
εἰς νότια καὶ βόρεια . Πρὸς δὲ ἠελίοιο κελεύθους σφενδόνῃ εἰκυῖα , ἵνα τοὺς πόδας τῆς σφενδόνης , τὴν ἕω | ||
ἐΐκτην . ” ἔϊκτο ὡμοιοῦτο . εἰκυῖα ἐοικυῖα : “ εἰκυῖα θεῇσι . ” εἰλαπίνη εὐωχία . εἶλαρ ἕρκος καὶ |
ἐς νότον , οἱ δ ' ἐπὶ ῥιπὴν εὔρου καὶ ζεφύροιο : τίς ἂν πάντων ὄνομ ' εἴποι ; οὐ | ||
παρὰ στόμα Θερμώδοντος . τῆς δὲ πρὸς ἀντιπέραιαν ὑπαὶ ῥιπὴν ζεφύροιο φαίνετ ' ἀπειρεσίου ποταμοῦ ῥόος Εὐφρήταο , ὃς δ |
λέγεται : ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι , Σαπφώ . ἦρ ' ἔστι θ ' ὕδωρ ς . . . | ||
' ὥσπερ οἶμαι τὴν ἡμέραν ἠριγένειαν ὀνομάζει , τὴν τὸ ἦρ γεννῶσαν , ὅπερ ἐστὶν ὄρθρον , οὕτω λυκηγενῆ προσηγόρευσε |
ἑτέρης : ἑτέρην δ ' ἂν ἴδοις προτέρωσε περήσας , ἑσπερίην : τῆς πρόσθε δύω νησῖδες ἔασι , Μῆνιγξ καὶ | ||
: ὡς καὶ ἐπ ' ἐκείνων ἔλεγεν , ὀξὺ μὲν ἑσπερίην , πλατὺ δ ' ἀντολίην ὑπὸ μέσην : ὅθεν |
πέδον Ἀλκινόοιο . τῇ δ ' ἐπὶ Νηρικίης Ἰθάκης ἕδος ἐστήρικται νήσων τ ' ἀλλάων , ὅσσας τ ' ἀπὸ | ||
ἀλλ ' ἔφθασαν μὲν μέχρι γῆς , κάρα δὲ αὐταῖς ἐστήρικται ὑπεράνω τοῦ οὐρανοῦ . Πλέον δὲ αὐταῖς κατελθεῖν συμβέβηκεν |
πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος . . . : . | ||
κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . καὶ πάλιν : ἀντέλλει δ ' Ὕδρης κεφαλὴ χαροπός τε Λαγωός καὶ Προκύων |
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς | ||
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ |
ἐν προβολῇς ὀφιήτιδος ἔνδοθι πέτρης . αὐτὰρ ὑπὲρ Βαβυλῶνος ἐπὶ πνοιὴν βορέαο Κισσοὶ Μεσσαβάται τε Χαλωνῖταί τε νέμονται : ἀλλ | ||
μετεωρίζεταί τε καὶ διαχέεται , καὶ κινέεται , καὶ τὴν πνοιὴν ἐσάγεταί τε καὶ ἀφρέει καὶ χωρίζεται τῆς χολῆς , |
πόθεν νιν κυρήσω ; τίνι προσεικάσω , ὅστις δι ' ὄρφνης ἦλθ ' ἀδειμάντωι ποδὶ διά τε τάξεων καὶ φυλάκων | ||
ἱπτάμεναι προθέουσιν ὁμόζυγες : ἀρχομένη δὲ πρώτη ἀναθρώσκουσα λιπόσκιος ἐγγύθεν ὄρφνης ἀκροφαὴς δροσόεσσα χαράσσεται ὄρθριος Ὥρη , λείψανα νυκτὸς ἔχουσα |
προσγένηται , μηδέποτε δ ' ἠρεμεῖν μηδὲ τὸν αὐτὸν * ῥόον κρατεῖν . Ὅρκιόν τ ' εἶναι τὸ δίκαιον καὶ | ||
. ἔνθεν πανσυδίῃ σὺν τεύχεσι θωρηχθέντες ἔνδιοι ἱκόμεσθ ' ἱερὸν ῥόον Ἀλφειοῖο . ἔνθα Διὶ ῥέξαντες ὑπερμενεῖ ἱερὰ καλά , |
οὖν ἰχθύν τις παρὰ τῷ ποιητῇ ἕλκει : ἀκτῇ ἐπὶ προβλῆτι καθήμενος ἱερὸν ἰχθύν , εἰ μὴ ἄλλος τίς ἐστιν | ||
πρώτας ἐν γαίῃ θέσαν . ” ὅταν δὲ λέγῃ “ προβλῆτι σκοπέλῳ , ” ἑτέρως ἀκουστέον , τῷ προβεβλημένῳ φυσικῶς |
βουλήν . ἐκ Χάεος δ ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο . Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον | ||
σεύεσθ ' ἐν τεύχεσσιν ἑοῦ πατρός : ἀλλά μιν ἔσχε Νὺξ ἥ τ ' ἀνθρώποισι λύσιν καμάτοιο φέρουσα ἔσσυτ ' |
ἐπιστέγην ἕως τῶν ἐπ ' αὐτῷ δοκῶν , ὅπως ᾖ περίδρομος ἔγκυκλος . Ἐξῇρε δ ' ἐκ μέσης τῆς στέγης | ||
εἶναι τὴν γῆν . . διαπρὸ ] διόλου . . περίδρομος ] στρογγύλη . . διαπρὸ περίδρομος : οὐ περὶ |
, ῥοιζήτωρ , πυρόεις , φαιδρωπέ , διφρευτά , ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων , εὐσεβέσιν καθοδηγὲ καλῶν , ζαμενὴς | ||
κονίῃσι δεδουπότες ἐξεχέοντο . Ὡς δ ' ὅτ ' ἐπιβρίσαντος ἀπειρεσίου ποταμοῖο ὄχθαι ἀποτμήγονται ἐπὶ ψαμαθώδεϊ χώρῳ μυρίαι ἀμφοτέρωθεν , |
, φυλάττει τὸ ω : οἷον , χειμὼν χειμῶνος : κευθμὼν κευθμῶνος : οὐχ οὕτως δὲ ἔχοντα διὰ τοῦ ο | ||
συνεβούλευσα μελαμβαθὴς [ ] ] ὁ σκοτεινὸς διὰ τὸ βάθος κευθμὼν ] ὁ κατώτατος τόπος ἤγουν ὁ Ἅιδης καλύπτει ] |
, καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς υ , ὡς βάθος βύθος , . . , . Βύνη : ἡ Λευκοθέα | ||
αἰγιαιλοὶ παρὰ τὸ κρύος κύειν : ψυχροὶ γὰρ ἤπερ ὁ βύθος . κρόκαι δὲ Μινυῶν οὕτω σύντασσε : ὅντινα ναὸν |
τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσιν ἀστεμφέως , ὅθι Νύξ τε καὶ Ἡμέρη ἆσσον ἰοῦσαι ἀλλήλας προσέειπον ἀμειβόμεναι μέγαν οὐδὸν χάλκεον : | ||
. ] Νυκτὸς δ ' αὖτ ' Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο : ἄλλως : ὅντινα Τιθωνὸν ὁ τέθριππος ὄχος |
ὀλοῆς ὑπὸ μάρνατ ' ἀνάγκης , ἀμφὶ δέ οἱ μελέεσσιν ἑλίσσεται , ἄλλοτε ἄλλας παντοίας στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων | ||
ἐξερχομένῳ πνεύματι : πρῶτον γὰρ περὶ τὸ χεῖλος τῆς σύριγγος ἑλίσσεται τὸ πνεῦμα . φορέοιτε βάτοι : βάτος . . |
, οὐρανοῦ οὐρανόθεν , Θήβης Θήβηθεν , Λυκίας Λυκίαθεν , ἀγορῆς ἀγορῆθεν , ἀγχοῦ ἀγχόθεν , ποῦ πόθεν . πῶς | ||
δὲ ἐπεὶ ἡλίου ἀνατείλαντος σπονδὰς ἐποιήσατο , ἐπισχὼν χρόνον ἐς ἀγορῆς κου μάλιστα πληθώρην πρόσοδον ἐποιέετο : καὶ γὰρ ἐπέσταλτο |
Ἀντίμαχος ῥίμφα δ ' ἀπ ' ἠπείροιο μελαίνης ὑψός ' ἀερθεὶς Πηλείδης ἀπόρουσεν ἐλαφρὸς ἠύτε κίρκος , τοῦ δ ' | ||
ὡς μνοῦς ἐστιν , ἔστι δ ' ὅτε ἀντιτυπεύμενος : ἀερθεὶς δὲ καὶ ὑπερπιμπλάμενος ἐκδιδοῖ κατὰ τὰς φλέβας τῷ σώματι |
δίνας , οἳ κατὰ καλὰ ῥέεθρα κυβίστων ἔνθα καὶ ἔνθα πνοιῇ τειρόμενοι πολυμήτιος Ἡφαίστοιο . καίετο δ ' ἲς ποταμοῖο | ||
πεπταμένοις , αὐτὴν ἐπὶ δεξί ' ἔχοντες γαῖαν ἐρημαίην , πνοιῇ ζεφύροιο θέεσκον . ἦρι δ ' ἔπειτ ' ἀγκῶνά |
' ὡς τάχος εἴσω . δῆλον ἀπ ' ἀρχῆς ἐξαιρόμενον νέφος οἰμωγῆς ὡς τάχ ' ἀνάψει μείζονι θυμῶι : τί | ||
. δωδ . § : κρεῖττον γὰρ ἐπερχόμενον ἐκκλῖναι τὸ νέφος ἢ φερομένῳ συναπενεχθῆναι τῷ ῥεύματι . . . ὑπ |
λιθόλευστον Ἄρη ξυναλγεῖν μετὰ τοῦδε τυπείς , τὸν αἶς ' ἄπλατος ἴσχει . Οὐκέτι : λαμπρᾶς γὰρ ἄτερ στεροπᾶς ᾄξας | ||
. ἐκ γὰρ τοῦ παντὸς αἰῶνος σεσώρευται τοῦ μνίου φόρτος ἄπλατος , ὄρει παρεμφερής : οὗτος ὑπὸ τῆς συνεχοῦς τοῦ |
θεαὶ περικωκύσαντο υἱέα κυδαίνουσαι ἐυθρόνου Ἠριγενείης . Δύσετο δ ' ἠελίοιο φάος : κατὰ δ ' ἤλυθεν Ἠὼς οὐρανόθεν κλαίουσα | ||
] [ τὸν μὲν πρῶτον ] ἔθαλψεν ? ὑπ ' ἠελίοιο ? ? [ βολαῖσιν ] [ ] πωτᾶτο φιλόδρομος |
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ | ||
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος |
δὲ ὁ Βορέας πνεῦσον ἐν Λυδίᾳ , σὺ δὲ ὁ Νότος ἡσυχίαν ἄγε , ὁ δὲ Ζέφυρος τὸν Ἀδρίαν διακυμαινέτω | ||
λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος ὑγρὸς ἄῃσιν : ἐς Νοτίην δὲ θάλασσαν ἐπειγομένου Βορέαο |
ἑκάστη . Ἐν μέσῃ Ἀσίῃ Πέρσαι οἰκέουσι κατήκοντες ἐπὶ τὴν νοτίην θάλασσαν τὴν Ἐρυθρὴν καλεομένην : τούτων δ ' ὑπεροικέουσι | ||
Ἄρατος : ἢ λύχνοιο μύκητες ἐγείρονται περὶ μύξαν νύκτα κατὰ νοτίην . τινὲς δέ φασι τὸν μύκητα ζωΰφιόν τι εἶναι |
, πυκνοῖσι καλυπτόμενος νεφέεσσιν . πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς ἀρχομένοισιν ἀγκέχυται , ὅσπερ τε καὶ Εὐρώπης πέλει ἀρχὴ καὶ Λιβύης | ||
, ἂμ πεδίον Λειμώνιον : ἔνθ ' ἔτι νῦν περ ἀγκέχυται τόδε σῆμα καὶ ὀψιγόνοισιν ἰδέσθαι . οὐδὲ μὲν οὐδ |
ἀλλήλοις περὶ πρέμνα , τὰ δ ' οὔ ποτε ἲς ἀνέμοιο σφῶν ἀπὸ νόσφι βαλέσθαι ἐπισθένει : ὣς ἄρα τώ | ||
νεφέων ἀνεμοτρεφές , ἡ δέ τε πᾶσα ἄχνῃ ὑπεκρύφθη , ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτης ἱστίῳ ἐμβρέμεται , τρομέουσι δέ τε |
λείπω λείπεις λείπει , ποιῶ ποιεῖς ποιεῖ . τὸ δὲ πνεῖ καὶ ῥεῖ καὶ πλεῖ οὐκ ἰσοσυλλαβεῖ . οὕτω καὶ | ||
. ναῦς ὥς τις ἐκ μὲν γῆς ἀνήρτηται βρόχοις , πνεῖ δ ' οὖρος , ἡμῖν δ ' οὐ κρατεῖ |
καὶ ἰκτεριῶν ὠχραντικῶς ὑπὸ πάντων κινεῖται , ὁ δὲ ὀφθαλμιῶν ἐρυθαίνεται , ὁ δὲ παραπιέσας τὸν ὀφθαλμὸν ὡς ὑπὸ δυεῖν | ||
ἤγουν τραχηλώδεις , οἱονεὶ τραχήλους ἔχοντας . * ἐνερεύθεται : ἐρυθαίνεται ὕσσωπος δὲ βοτάνη ὁμοία σαμψύχῳ . * οἴνωνις : |
νύκτα . σκιερῆς : σκοτεινῆς . κνέφας : σκότος . μήνη : ἡ σελήνη . Κελαινιόωσι : μελαίνουσι , μελαίνονται | ||
ἃς οὔθ ' ἥλιος προσδέρκεται ἀκτῖσιν οὔθ ' ἡ νύκτερος μήνη ποτέ . πέλας δ ' ἀδελφαὶ τῶνδε τρεῖς κατάπτεροι |
, περὶ οὗ λέγει ὁ Ἡρακλείδης τοιαῦτα : πεποίηται ὁ ἀήτης ὡς ἀπὸ περισπωμένου τοῦ ἀῶ ἀήσω , διὸ ἡμάρτηται | ||
τὸ οἷόν τε ὑπὸ ἀνέμου σύρεσθαι , τουτέστιν ὑπὸ τῆς ἀήτης , τῆς ἀνέμου πνοῆς . ἀήρ , ὅτε μὲν |
Τρίτωνος , ὡς ἔφην , Εὐρυπύλῳ ὁμοιωθέντος ἐλύθη δὲ ἡ βῶλος περὶ τὴν Θήραν βραχεῖσα ἐν τῷ πλοίῳ , μαντεύεται | ||
διχῶς τὸ σπέρμα δύναται νοεῖσθαι , καὶ ὅτι Λιβυκὴ ἡ βῶλος , καὶ ὅτι οἷον ἀρχὴ τῆς εἰς Λιβύην ἀποικίας |
πνεύματα . Ἢν ῥόος ἐν τῇσι μήτρῃσιν ἐγγένηται , αἷμα ῥέει πολλὸν , καὶ θρόμβοι πεπηγότες ἐκπίπτουσι , καὶ ὀδύνη | ||
οὐδεμία ἐκδιδοῦσα ἐς πλῆθός οἱ συμβάλλεται . Ἴσος δὲ αἰεὶ ῥέει ἔν τε θέρεϊ καὶ ἐν χειμῶνι ὁ Ἴστρος κατὰ |
. ἐκ δ ' αὐτῆς εἴσω κατακέκλιται ἤπειρόνδε κοίλη ὕπαιθα νάπη , ἵνα τε σπέος ἔστ ' Ἀίδαο ὕλῃ καὶ | ||
τέλους συλλαβὴν εἰς φωνῆεν λήγουσαν μὴ τῷ Ο βαρύνεται : νάπη λύπη σκέπη κώπη . τὸ δὲ τυπή ὀξύνεται καὶ |
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος , εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι | ||
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος : εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι |
ἀεὶ δεῖ τὰ ὅμοια . ὁ μὲν γὰρ πελαγίζων ἢ ὁδεύων διὰ χώρας πεδιάδος κοιναῖς τισι φαντασίαις ἄγεται , καθ | ||
εἰ μὴ Μάμερκος , ἕτερος Ῥωμαίων στρατηγός , ἐπὶ Σαυνίτας ὁδεύων ἔμαθε τὸ βούλευμα τῶν φυλάκων καὶ ἐπικρύψας τοὺς μὲν |
τῆς λείας , ὅπερ καὶ θηλυκῶς λέγεται , οἷον : πέτρη γὰρ λίς ἐστι περιξεστῇ εἰκυῖα . Λίσπη : ἐκτετριμμένη | ||
πᾶσα μὲν ὕλη , πᾶσα δ ' ἄρ ' ὀκριόεσσα πέτρη ποταμῶν τε ῥέεθρα πνοιαί τε λιγέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀέντων |
ἐπὶ δὲ τῆς σωματοειδοῦς ἀλλ ' ἤτοι Κλεῖτον χρυσόθρονος ἥρπασεν Ἠώς . ἦις , ἦσθα , φησίν , διαφέρει παρὰ | ||
φάω φάσω φαλὸς καὶ φαλιός : „ φάε δὲ χρυσόθρονος Ἠώς „ . . . . . φλόξ , , |
καὶ Αἰακίδην προσέειπεν : Ὦ Ἀχιλεῦ , περὶ δή μοι ἀπείριτος ἤλυθεν αὐδὴ οὔασιν , ὡς πολέμοιο συνεσταότος μεγάλοιο . | ||
γὰρ σκοπιὴν ἐς παιπαλόεσσαν ἀνελθὼν νῆσον , τὴν πέρι πόντος ἀπείριτος ἐστεφάνωται . αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ κεῖται : καπνὸν δ |
ὡς στέγης τινὸς ἐπικειμένης τοῖς τῶν ἀνθρώπων ὀφθαλμοῖς ὄρφνη καὶ ὀρφνὴ ἡ νὺξ ἀπὸ τοῦ τὴν ὅρασιν φονεύειν , ἢ | ||
περιφορᾷ καὶ δινήσει . . Ὄρφνη ἡ νὺξ βαρυτόνως : ὀρφνὴ δὲ νὺξ ἀντὶ τοῦ σκοτεινὴ ἐπιθετικῶς , ὀξύνεται . |
τὸ τὴν ἔλην τοῦ ἡλίου . δεέλη ἐστὶ , καὶ δείλη . Δίκτυον . παρὰ τὸ βαλεῖν , ὃ ἐστὶ | ||
μέρος τῆς ἡμέρας , ὡς Ὅμηρος : ἢ ἠὼς ἢ δείλη ἢ μέσον ἦμαρ . ὁ δὲ Ἡσίοδος οὐ τοῦ |
Βυζαντίῳ ταῦτα . . παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν τότε μοι χάνοι εὐρεῖα χθών . . λείπει εὖ ἂν ἔχοι . εἰ | ||
ὁκόϲαι πρὸ ἑβδόμηϲ ἀπαιτέουϲι ϲικύην . ἔϲτω δὲ μεγάλη , εὐρεῖα πάντῃ , ἀμφιϲχεῖν τὸ ἀλγέον χωρίον ἱκανή . οὐ |
τῆς Ἀθηνᾶς τὸν Ὀρέστην , ἐφ ' ὧι ὁ Ἄρειος πάγος ὑπῆρχε , τῆς δίκης ἀκούσαντος Μενεσθέως μεταξὺ Οἴακος τοῦ | ||
καὶ ἐὰν ἀναζυμωμένης τῆς γῆς ἐπιγένηται ψύχη καὶ πάχνη καὶ πάγος ἐκπήγνυσιν : καὶ διαδύεται διὰ τὴν μανότητα καὶ αὐτὴν |
, οἷον οὐδὲ εἷς λειμὼν νοτερός τε καὶ ἁβρὸς καὶ εὐθαλὴς τεκεῖν ὑπὸ δρόσῳ ἐαρινῇ οἶδεν , ἐρύθημά τε ὡραῖον | ||
χωρίων ; καίτοι Σωκράτει μὲν ἀπέχρησε πλάτανος εὐφυὴς καὶ πόα εὐθαλὴς καὶ πηγὴ διαυγὴς μικρὸν ἀπὸ τοῦ Ἰλισσοῦ , κἀνταῦθα |
Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν | ||
ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν ' |
τὴν ψυχὴν ἀποφηνάμενοι , διότι μηδέποτε ἠρεμεῖ κἂν παντελὴς ᾖ νηνεμία . ἴδιον δὲ μάλιστα τῆς ψυχῆς τὸ κινεῖν ὑπολαμβάνουσι | ||
Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις ἐπισημαίνει . Εὐκτήμονι καὶ Φιλίππῳ νηνεμία ἢ νότος , ψακάς . Ϛʹ . ὡρῶν ιγ |
ὑπ ' Αἰακίδαο χέρεσσι δάμνασθ ' : ἀμφὶ δέ μιν ζόφος ἔκρυφε : τὴν δ ' ὀρόθυνεν αἰὲν ἄιστος ἐοῦσα | ||
λέγων ὦ φίλοι , οὐ γάρ τ ' ἴδμεν ὅπῃ ζόφος οὐδ ' ὅπῃ ἠώς , οὐδ ' ὅπῃ ἠέλιος |
: Χάος ἦν καὶ Νὺξ Ἔρεβός τε μέλαν πρῶτον καὶ Τάρταρος εὐρύς : γῆ δ ' οὐδ ' ἀὴρ οὐδ | ||
ὡς Χάος πρῶτον , ἐπὶ δὲ αὐτῷ Γῆ τε καὶ Τάρταρος καὶ Ἔρως γένοιτο : Σαπφὼ δὲ ἡ Λεσβία πολλά |