ἰδίου υἱοῦ Φιλώτου πεποιῆσθαι τὴν ἐπιβουλήν . ὁ μὲν οὖν Φιλώτας , βασανισθεὶς πρότερον καὶ ὁμολογήσας τὴν ἐπιβουλήν , κατὰ
ἄλλοις τε ἐλέγχοις οὐκ ἀφανέσι καὶ μάλιστα δὴ ὅτι αὐτὸς Φιλώτας πεπύσθαι μὲν ἐπιβουλήν τινα Ἀλεξάνδρῳ παρασκευαζομένην συνέφη , ἐξηλέγχετο
8295033 Λουκιος
ἐτέων οὐκ ἐπέβη πισύρων , ἐπεχείρησε δὲ χρόνοις ὕστερον καὶ Λούκιος , ἀνὴρ ἐν Βυζαντίῳ τὴν στρατηγίδα ἀρχὴν ὑπὸ βασιλεῖ
τοῦ Πομπηίου . Στρατηγοὶ δὲ ἦσαν αὐτῷ ἄνδρες ἄριστοι , Λούκιος Ἀφράνιος καὶ Μάρκος Πετρήιος καὶ Μάρκος Βάρρων . Εἶτ
8200029 Πειθων
νόσῳ ὑπολελειμμένοι τῶν ἑταίρων ἱππέων οὐ πολλοὶ καὶ ξὺν τούτοις Πείθων τε ὁ Σωσικλέους , ἐπὶ τῆς βασιλικῆς θεραπείας τῆς
συνεδρίου δὲ κροτηθέντος ἄρχοντες μὲν τῆς πάσης δυνάμεως ἀντὶ Περδίκκου Πείθων καὶ Ἀρριδαῖος ἐν τῷ τέως ἀνερρήθησαν , τῶν δὲ
8127729 Ἀσανδρος
Ἀντίγονος δὲ Παμφύλων καὶ Λυκίων μέχρι Φρυγίας , Καρῶν δὲ Ἄσανδρος , Μένανδρος δὲ Λυδῶν , Λεόννατος δὲ τῆς ἐφ
ἔτη . Μασσινίσσας δὲ Μαυρουσίων βασιλεὺς ἐνενήκοντα ἐβίωσεν ἔτη . Ἄσανδρος δὲ ὁ ὑπὸ τοῦ θεοῦ Σεβαστοῦ ἀντὶ ἐθνάρχου βασιλεὺς
8127161 Πρισκος
Χρυσάνθιον . καὶ ἄμφω γε ἦσαν μετάπεμπτοι , ὁ μὲν Πρίσκος ἐκ τῆς Ἑλλάδος , Χρυσάνθιος δὲ ἀπὸ Λυδίας καὶ
Σαλῶναι πόλις Δελματίας , ὧν Σαλωνεύς τὸ ἐθνικόν , ὡς Πρίσκος ἐν ἕκτῳ . Σαλώνεια , πόλις Βιθυνίας . καὶ
8088162 Λυσιμαχος
τὴν σκαιότητα καὶ ἀπόνοιαν τὸν κεραυνὸν ἔφερεν . Ὁ τοίνυν Λυσίμαχος διὰ τὴν παιδοκτονίαν μῖσός τε δίκαιον παρὰ τῶν ὑπηκόων
: ἡ δὲ ἐδεῖτο τυχεῖν ὧν ἐπόθει . Καὶ ὁ Λυσίμαχος σεμνύνων τὸ δῶρον , κατ ' ἀρχὰς μὲν οὐ
8083819 Ἀριστομαχος
Λάσιος , Χάλκων , Τρικόρωνος , Ἀλκάθους ὁ Παρθάωνος , Ἀριστόμαχος , Κρόκαλος : ὧν ταῖς κεφαλαῖς ἔμελλε ναὸν ἀνεγερεῖν
τῷ πολέμῳ τ ' ἐνεχείρουν αὐτοὶ καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς
8060067 Κυμαιον
οὐκ εἴα δήπουθεν ἐκ τοῦ περιβόλου τοὺς νεοττοὺς ἀναιρεῖσθαι τὸν Κυμαῖον , ἱκέτας ἑαυτοῦ λέγων . ] δι ' ὧν
τὴν παράλιον τῆς νῦν Ἰταλίας ὀνομαζομένης , κατήντησεν εἰς τὸ Κυμαῖον πεδίον , ἐν ᾧ μυθολογοῦσιν ἄνδρας γενέσθαι ταῖς τε
8058045 Ληιτος
εἰς λόγον ἀποτροφῆς τῶν στρατοπέδων νῆας λ : Πηνέλεως καὶ Λήιτος καὶ Ἀρκεσίλαος καὶ Προθοήνωρ καὶ Κλονίος σὺν νηυσὶν ν
ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε , οἵ
8007337 Καλας
ἐφ ' Ἑλλησπόντωι Φρυγίας Λεοννάτος , ἣν ἐξ Ἀλεξάνδρου μὲν Κάλας ὄνομα κατέχειν , ἔπειτα Δήμαρχος ἐπετέτραπτο . τὰ μὲν
Κυζικηνοὶ προσιόντας ἀπὸ τῶν τειχῶν ὁρῶντες , νομίσαντες , ὅτι Κάλας ὁ Μακεδὼν φίλος ὢν καὶ σύμμαχος ἥκοι βοηθήσων ,
7997611 Λαγου
τὴν θαυμαστὴν ἐκείνην νίκην ἐνίκησεν . Καὶ Πτολεμαῖος δὲ ὁ Λάγου Σελεύκῳ ἐπιστέλλων σαφῶς ἀνέστρεψε τὴν τάξιν ἐν ἀρχῇ μὲν
τοῦ Ἀκεσίνου τὸ μέγεθος μόνου τῶν Ἰνδῶν ποταμῶν Πτολεμαῖος ὁ Λάγου ἀνέγραψεν : εἶναι γὰρ ἵνα ἐπέρασεν αὐτὸν Ἀλέξανδρος ἐπὶ
7976006 Ναυσιθοος
ἀγείρας Φαιήκων , σὺν γάρ οἱ ἄναξ πόρσυνε κέλευθον ἥρως Ναυσίθοος : τόθι δ ' εἵσατο : καί μιν ἔπεφνον
. Καταναῖοι Χαρώνδας , Λυσιάδης . Κορίνθιος Χρύσιππος . Τυρρηνὸς Ναυσίθοος . Ἀθηναῖος Νεόκριτος . Ποντικὸς Λύραμνος . Οἱ πάντες
7971395 Εὐμηλος
Κολχίδα τῆς Σκυθίας ἀφικόμενος ὤικησε βασιλεύων . διδάσκει δὲ τοῦτο Εὔμηλός τις ποιητὴς ἱστορικός , εἰπὼν ἀλλ ' ὅτε δ
) οἶδα ὅτι ὁ τὴν Τιτανομαχίαν ποιήσας , εἴτ ' Εὔμηλός ἐστιν ὁ Κορίνθιος ἢ Ἀρκτῖνος ἢ ὅστις δήποτε χαίρει
7956459 συνορα
ταῦτα μὲν οὖν μηνύει διότι πολλαχῶς τῶν αὐτῶν χωρίων ἔνια σύνορα καὶ ὁμοίως καθήμενα καὶ οὐδεμίαν ἔχοντα κατὰ τὴν γῆν
: σύγχορτα ναίω πεδί ' : πλησιόχωρα , γείτονα , σύνορα . τὰ ὅμορα ὅτι χόρτῳ διέγραφον τὰς πόλεις οἱ
7943302 Μεθωνης
γὰρ ἐν Θάσῳ διατριβαὶ τοῦ ναυτικοῦ ἐγίγνοντο , ἀφικνεῖται ἐκ Μεθώνης τῆς Μακεδονίας ὑπηρετικὸν εἰς Θάσον ἄγον ἄνδρα καὶ ἐπιστολὰς
. Καὶ ἡ μὲν Πιερία πρότερον ὑπὸ Πιέρου κτισθεῖσα τοῦ Μεθώνης ἀδελφοῦ , πα - τρὸς δὲ Λίνου , Πιερία
7929414 ἐβασιλευσεν
Δευκαλίδαι ἀπὸ Δευ - καλίωνος , Θεσσαλοί : τούτων γὰρ ἐβασίλευσεν ὁ Δευκαλίων . ἢ οἱ Λοκροί : Δευκαλίων γὰρ
Ἀθηνῶν . Ἀκτὴ δὲ λέγονται αἱ Ἀθῆναι ὅτι Ἀκτεὺς ἐκείνων ἐβασίλευσεν ἢ ὅτι ἀκτή ἐστι τουτέστι προβεβλημένη καὶ κειμένη τὸ
7924318 Λεοννατος
: ὑπερασπίζω : αἰτιατικῆι . Ἀρριανός : καὶ ἐπὶ τούτωι Λεοννάτος ὁ ὑπερασπίσας Ἀλέξανδρον . . . . : τινὲς
καὶ παρασκευὰς μείζους ἐποιοῦντο πρὸς τὴν τῶν ὅλων ἐπίθεσιν . Λεοννάτος δέ , παραγενομένου πρὸς αὐτὸν Ἑκαταίου πρεσβευτοῦ καὶ δεομένου
7906188 Δαρδανευς
καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ Ὀρχομένιος ἔλεγον
Φιλήσιος ὁ Ἀχαιὸς καὶ Ξανθικλῆς ὁ Ἀχαιὸς καὶ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς ἐπέμενον ἐπὶ τῇ στρατιᾷ , καὶ εἰς κώμας τῶν
7903719 Λαομεδων
τὰς ναῦς ἔφθασαν ἀνα - πλεύσαντες ἀπὸ τῆς γῆς . Λαομέδων δ ' ἐπανελθὼν καὶ πρὸς τῇ πόλει τοῖς μεθ
τῶν Φρυγῶν τύραννος οἰκῶν τυγχάνει γέρων , ἀπ ' ἀρχῆς Λαομέδων καλούμενος . οἴμοι περιπλοκὰς λίαν ἐρωτᾷς . ἀλλ '
7867555 Σικυωνιων
ἐν τῷ Περὶ πολιτικῶν . . : Ὅτι Μύρων ὁ Σικυωνίων βασιλεὺς , ἀπὸ Ὀρθαγόρου κατάγων τὸ γένος , ἦν
Τούτων δὲ ἐχόμενοι ἵσταντο Ἀρκάδες Ὀρχομένιοι ἑξακόσιοι , τούτων δὲ Σικυωνίων τρισχίλιοι . Τούτων δὲ εἴχοντο Ἐπιδαυρίων ὀκτακόσιοι : παρὰ
7855731 Σεξτος
τὴν ἡγεμονίαν τοῦ μὲν ἀριστεροῦ κέρως οἱ Ταρκυνίου παῖδες , Σέξτος καὶ Τῖτος , Ῥωμαίων τ ' αὐτῶν τοὺς φυγάδας
εἴ τις ἀρχὴ γένοιτο . ἐν τούτῳ δὴ τῷ καιρῷ Σέξτος ὁ πρεσβύτατος τῶν Ταρκυνίου παίδων ἀποσταλεὶς ὑπὸ τοῦ πατρὸς
7852046 Ἐργινος
Ἐργίνωι τῶι παιδὶ ἐκδικῆσαι τὸν θάνατον αὐτοῦ . στρατευσάμενος δὲ Ἐργῖνος ἐπὶ Θήβας , κτείνας οὐκ ὀλίγους ἐσπείσατο μεθ '
Ὑπερβορέων . . , : ὁ πτολίεθρον ἀγαυοῦ Μιλήτοιο νοσφισθεὶς Ἐργῖνος . . : Ὁ δὲ Μίλητος , ἀφ '
7844902 Περδικκας
, βασιλεύσας ἔτη τρία : τὴν δὲ ἀρχὴν διαδεξάμενος ὁ Περδίκκας ἐβασίλευσε τῆς Μακεδονίας ἔτη πέντε . Ἐπ ' ἄρχοντος
ὥστ ' ἐν τάχει ἀπελθεῖν . τὸν δὲ Σεύθην κρύφα Περδίκκας ὑποσχόμενος ἀδελφὴν ἑαυτοῦ δώσειν καὶ χρήματα ἐπ ' αὐτῇ
7836923 Εὐρυτου
κατ ' ὄνομα καὶ φύσιν , πατρὸς μὲν οὖσα γένεσιν Εὐρύτου ποτὲ Ἰόλη ' καλεῖτο , τῆς ἐκεῖνος οὐδαμὰ βλάστας
. αὐτοῦ δέ που καὶ ἡ Οἰχαλία ἐστὶν ἡ τοῦ Εὐρύτου ἡ νῦν Ἀνδανία , πολίχνιον Ἀρκαδικὸν ὁμώνυμον τῷ Θετταλικῷ
7830840 Παφλαγονιας
' Αἰγιαλόν τε Κρώμναν Κρωβίαλόν τε . Κρώμναν : πόλις Παφλαγονίας . Κύτωρον : πόλις Παφλαγονίας . Κάραμβιν : ἄκρα
πειστέον δὲ μᾶλλον Στράβωνι ὡς πολίτῃ . Ἄμαστρις , πόλις Παφλαγονίας , ἡ πρότερον Κρῶμνα . ” Κρῶμνάν τ '
7815935 τυραννησας
ἀργύρου πεποιημένα ἦν καὶ χρυσοῦ , Λαχάρης καὶ ταῦτα ἐσύλησε τυραννήσας : τὰ δὲ οἰκοδομήματα καὶ ἐς ἡμᾶς ἔτι ἦν
διὸ κληθῆναι Διονυσιοκόλακας . ἔπινε δὲ πλεῖστον καὶ Νυσαῖος ὁ τυραννήσας Συρακοσίων καὶ Ἀπολλοκράτης : Διονυσίου δὲ τοῦ προτέρου οὗτοι
7791753 Ἀνδρων
Πελοποννησιακήν . Σπαρτιάτην δὲ Ἀριστόδημον ἐν τοῖς ἑπτὰ σοφοῖς ἀναγράφει Ἄνδρων ὁ Ἐφέσιος . ὃς φᾶ κτεάνων θ ' ἅμα
Σαμίοις εὑρέθη πρώτοις τὰ κδʹ γράμματα ὑπὸ Καλλιστράτου , ὡς Ἄνδρων ἐν Τρίποδι . Τοὺς δὲ Ἀθηναίους ἔπεισε χρῆσθαι τοῖς
7789000 Προξενος
οἱ μετ ' αὐτῶν Χάονες καὶ Ἠπειρῶται . Καὶ ὁ Πρόξενος δὲ καταλέγων αὐτούς φησι : Χάονες , Θεσπρωτοί ,
. ἦν δὲ ὅτε ἐτελεύτα ἀμφὶ τὰ πεντήκοντα ἔτη . Πρόξενος δὲ ὁ Βοιώτιος εὐθὺς μὲν μειράκιον ὢν ἐπεθύμει γενέσθαι
7785861 Περικλυμενος
] Ἡρακληείη [ ] . ὄφρα μὲν οὖν ἔζωε ] Περικλύμενος [ ] θεοειδής [ ] , οὐκ ἐδύναντο Πύλον
Ποσειδῶνος δὲ αὕτη ἱερά . Ἀσκληπιάδης δέ φησιν ὅτι καὶ Περικλύμενος καὶ Ἐργῖνος καὶ Ἀγκαῖος : τί οὖν οὐδεὶς εἰλήφει
7779277 Λουκουλλος
τῆς θαλάσσης αὐτὸν ἐν ἀπορίᾳ καταστήσειν . ἃ θεωρῶν ὁ Λούκουλλος τοὺς φίλους ἀνεμίμνησκε τῆς ὑποσχέσεως καὶ τὸ ἐπαγγελθὲν ὡς
καταλέγειν ἔδοξεν ἀπὸ κλήρου τότε συναγαγεῖν . ὧν ἐστρατήγει Λικίνιος Λούκουλλος ὕπατος , πρεσβευτῇ χρώμενος Κορνηλίῳ Σκιπίωνι , τῷ Καρχηδόνα
7775251 Πυρρος
τοῦ τραύματος . ἔτ ' ἐν τῷ τῆς πληγῆς ὁ Πύρρος σχήματι ῥεόμενος τὴν χεῖρα τῷ λύθρῳ πολλῷ κατὰ τοῦ
καὶ σύνδεσμοι τῶν μηχανημάτων ἐγένοντο τῶν γυναικῶν αἱ τρίχες . Πύρρος Ἠπειρώτης ἐνέβαλεν εἰς Ἄργος καλέσαντος αὐτὸν Ἀριστέως Ἀργείου .
7775159 Δαμαγητος
εἰς ἑαυτὸν ἐπικλίνων . μετὰ δὲ τοῦτον ἵσταται καὶ ὁ Δαμάγητος ὁ πρεσβύτερος τῶν παίδων αὐτοῦ , ὃς ἦν καὶ
Λακεδαιμονίων μὲν οἵδε , Πλειστοάναξ , Ἆγις , Πλειστόλας , Δαμάγητος , Χίονις , Μεταγένης , Ἄκανθος , Δάιθος ,
7759855 Μυτιληναιος
τὰς Λεσβικάς φησι . λέγονται καὶ Μύτωνες καὶ Μυτωναῖοι καὶ Μυτιληναῖος . Μυτισέρατος , φρούριον Σικελίας . Φίλιστος δεκάτῃ .
Ἐξηκεστίδου Δαμαγήτου Ὑρραδίου Τευταμίδου Εὐαγόρου Κυψέλου πατρίδες Μιλήσιος Ἀθηναῖος Λακεδαιμόνιος Μυτιληναῖος Πριηνεύς Λίνδιος Κορίνθιος οἰκεῖος . λέγονται γὰρ οἰκεῖοι καὶ
7753536 Μαλλιος
ἐν Ῥώμῃ δ ' ὕπατοι κατεστάθησαν Λεύκιος Οὐαλέριος καὶ Αὖλος Μάλλιος , παρὰ δ ' Ἠλείοις ὀλυμπιὰς ἤχθη ἐνενηκοστὴ ἐνάτη
Λεύκιος Τιτίνιος , Πόπλιος Λικίνιος , Πόπλιος Μελαῖος , Κόιντος Μάλλιος , Γναῖος Γενύκιος , Λεύκιος Ἀτίλιος . τούτων δὲ
7745753 Ἀναφλυστιος
μαλακίαν καὶ τὸ κόπτεσθαι κακεμφάτως . Σεβῖνον , ὅστις ἐστὶν Ἀναφλύστιος : Ὀνοματοποιεῖ τοῦτο , ὡς πρὸς τὴν μαλακίαν Κλεισθένους
βουλῆς Νέαρχος Σωσινόμου , Πολυκράτης Ἐπίφρονος , καὶ κῆρυξ Εὔνομος Ἀναφλύστιος ἐκ τοῦ δήμου . ] Λέγε δὴ καὶ τὰς
7731945 Δημαρατος
ἐμὸς δ ' ἐχθρὸς καὶ ἀντίδικος ἐξ ἑτέρων συμβολαίων . Δημάρατος δὲ ὁ μετ ' αὐτοῦ Μνησιπτολέμῳ τῷ ἐγγυησα -
ἀγόμενος ὑπὸ τῆς μητρὸς , ἀπελύθη τῶν ἐγκλημάτων : ὡς Δημάρατος ἐν δευτέρῳ Ἀρκαδικῶν . . . . , :
7727848 Περιηρης
Γοργοφόνης τῆς Περσέως Ἀφαρεὺς καὶ Λεύκιππος , καὶ ὡς ἀπέθανε Περιήρης , ἔσχον οὗτοι τὴν Μεσσηνίων ἀρχήν : κυριώτερος δὲ
ἄλλης Εὐβοίας πλῆθος ἐλθὸν ξυγκατενείμαντο τὴν γῆν : καὶ οἰκισταὶ Περιήρης καὶ Κραταιμένης ἐγένοντο αὐτῆς , ὁ μὲν ἀπὸ Κύμης
7723402 Σελευκος
Δημήτριος προκατειλημμένους ὁρῶν τοὺς τόπους τῆς πορείας ταύτης ἀπετράπετο . Σέλευκος ἐς Κιλικίαν φυγὼν ἐκ τῆς μάχης τῆς πρὸς τοὺς
λεπτοὺς τῶν τυρῶν καὶ πλατεῖς Κρῆτες θηλείας καλοῦσι , φησὶ Σέλευκος : οὓς καὶ ἐν θυσίαις τισὶν ἐναγίζουσιν . πυριέφθα
7720622 Δωριευς
: καὶ γὰρ αὐτὸς Ἕλλην εἰμί , Συρακόσιος , γένος Δωριεύς . δεῖ δὲ ἡμᾶς μὴ μόνον εὐγενείᾳ τῶν ἄλλων
ὁ δὲ εἶπε : Ὦ γύναι , ἀλλ ' οὐ Δωριεύς εἰμι ἀλλ ' Ἀχαιός . Ὁ μὲν δὴ τῇ
7710454 Ἀσκανιος
τὴν Λαουινίαν ἀναιρεῖ Αἰνείαν . βασιλεύει οὖν ἀντ ' αὐτοῦ Ἀσκάνιος . καὶ τὸ Λαουίνιον ὑπεριδὼν ὡς εὐτελὲς ἑτέραν ᾤκισεν
καὶ τῆς Ἀσκανίας καλουμένης , ἣν ἔκτισεν ὁ Αἰνείου παῖς Ἀσκάνιος . . . . „ . οὐ μόνον δὲ
7703428 Εὐρυμεδων
τῶν ὀρῶν ἢ τοῦ οὐρανοῦ . ἢ τὸ Ὠρομέδων γράφεται Εὐρυμέδων , ἵν ' ᾖ ὁ Περσεὺς παρὰ Ἀργείοις .
χαλκῷ : καὶ τοὺς μὲν θεράπων ἀπάνευθ ' ἔχε φυσιόωντας Εὐρυμέδων υἱὸς Πτολεμαίου Πειραΐδαο : τῷ μάλα πόλλ ' ἐπέτελλε
7697469 Μιλητος
εἰς τὴν Σάμον : ἀφ ' οὗ καὶ τόπος ἐστὶ Μίλητος : καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν
: ἀφ ' οὗ καὶ τόπος ἐστὶ [ ἐκεῖ ] Μίλητος : καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν
7696984 Γναιος
δὲ Ῥωμαίων ἐν Ἰβηρίᾳ , Πούπλιός τε Κορνήλιος Σκιπίων καὶ Γναῖος Κορνήλιος Σκιπίων , ἀλλήλοιν ἀδελφώ , λαμπρὰ ἔργα ἀποδεικνυμένω
ἔστε ἐπανέλθοιεν ἐς Ῥώμην . ἐπὶ δὲ τῷ Μετέλλῳ καὶ Γναῖος Πομπήιος , ὁ μετ ' οὐ πολὺ Μέγας παρονομασθείς
7679523 Ἀμφιλοχος
τὴν τῶν τέκνων ἀπαίτησιν καὶ τὸν υἱὸν κομίσασθαι . καὶ Ἀμφίλοχος κατὰ χρησμοὺς Ἀπόλλωνος Ἀμφιλοχικὸν Ἄργος ᾤκισεν . Ἐπανάγωμεν δὲ
* μετὰ Μόψου * ἀπῆλθεν εἰς Κιλικίαν * ὁ * Ἀμφίλοχος . ἄλλοι δέ φασιν ὡς καὶ Ἀπολλόδωρος : Ἀμφίλοχος
7675894 Ἀριστοδημος
αὐτὰς εἶναι καὶ ἑπτὰ τοὺς ἄρρενας : ἄλλως : ὁ Ἀριστόδημος [ . ] οὐδαμοῦ φησιν ἐν ταῖς Θήβαις τῶν
Μεγαλοπολιτῶν βοηθείας δημηγορικὸν αὐτὸς ἀπήγγειλε . μετὰ δὲ Θούδημον ἔστιν Ἀριστόδημος ἄρχων , ἐφ ' οὗ τῶν κατὰ Φιλίππου δημηγοριῶν
7675114 Καρδιανος
θηλυκῶν προῆκται . τοῦ μὲν προτέρου παραδείγματος ταῦτα , Ἀσιανός Καρδιανός Ὀλβιανός Φασιανός , ἀπὸ τῆς Φάσιος πόλεως , Τράλλιος
ἔχει πρὸ τέλους , ὀφεῖλον τὸ α , ὡς Ὀλβιανός Καρδιανός . Βούβαστος , πόλις Αἰγύπτου , ἣν Ἡρόδοτος Βούβαστιν
7669071 Θαλπιος
, Ἀγαπήνωρ Ἀγκαίου , Σθένελος Καπανέως , Ἀμφίμαχος Κτεάτου , Θάλπιος Εὐρύτου , Μέγης Φυλέως , Ἀμφίλοχος Ἀμφιαράου , Μενεσθεὺς
τὴν Ἠλείων Ἀγασθένης ἔσχεν ὁ Αὐγέου καὶ Ἀμφίμαχός τε καὶ Θάλπιος : Ἄκτορος γὰρ τοῖς παισὶν ἀδελφὰς ἐσαγαγομένοις διδύμας ἐς
7667988 ναυαρχος
διεφύλαττεν ὁ Πάμφιλος . Ἐκ δὲ τούτου ἀπὸ Λακεδαιμονίων Ἱέραξ ναύαρχος ἀφικνεῖται . κἀκεῖνος μὲν παραλαμβάνει τὸ ναυτικόν , ὁ
σπεύδοντες λῦσαι τὴν Μιτυλήνης πολιορκίαν . ὁ δὲ τῶν Λακεδαιμονίων ναύαρχος Καλλικρατίδας πυθόμενος τὸν κατάπλουν τῶν νεῶν , ἐπὶ μὲν
7666438 Θρασυβουλος
, Ἀθηναίοις δὲ τὸ μὲν ἀριστερὸν Θράσυλος , ὁ δὲ Θρασύβουλος τὸ δεξιόν : οἱ δὲ ἄλλοι στρατηγοὶ ὡς ἕκαστοι
ἢ πλουτεῖν ὡς Καλλίας | , καὶ ἠτιμῶσθαι ὡς | Θρασύβουλος ἢ ἄρχειν ὡς Κριτίας , καὶ φεύγειν | ὡς
7661684 στρατευσας
δὲ τὴν μεγίστην τῶν περὶ τοὺς τόπους τούτους πόλεων Ὄλυνθον στρατεύσας μετὰ πολλῆς δυνάμεως τὸ μὲν πρῶτον νικήσας τοὺς Ὀλυνθίους
στρατηλάτας χρή , τῶν θεῶν δὲ μὴ βίαι . οὐδεὶς στρατεύσας ἄδικα σῶς ἦλθεν πάλιν . τὰς οὐσίας γὰρ μᾶλλον
7660118 Εὐαινετος
Ἀπολλώνιος Ἀντίγονος Βόηθος Γεμῖνος Διόδοτος Δίδυμος Διόδωρος Εὔδωρος Ἐρατοσθένης Ἕρμιππος Εὐαίνετος Μηνόδοτος Ζηνόδωρος Ἡγησιάναξ Θεόδωρος Θαλῆς Ἵππαρχος Κράτης Ζηνόδοτος Πύρρος
. Ἀλέξανδρος Αἰτωλός . Ἀλέξανδρος Ἐφέσιος . Δίδυμος πονηρός . Εὐαίνετος ἕτερος . Ἕρμιππος Περιπατητικός . Καλλίμαχος Κυρηναῖος . Κλεόστρατος
7651997 Ἀρταβαζος
ὅκως βυβλίον γράψειε ἢ Τιμόξεινος ἐθέλων παρὰ Ἀρτάβαζον πέμψαι ἢ Ἀρτάβαζος παρὰ Τιμόξεινον , τοξεύματος παρὰ τὰς γλυφίδας περιειλί -
στρατηγὸν Ἀθηναίων ἔχοντα ξενικὴν δύναμιν καὶ ἐποίησαν αὐτὸν ἡγεμόνα . Ἀρτάβαζος δὲ Πέρσης ἀνήρ , ἀποστὰς βασιλέως καὶ πολεμῶν πρὸς
7643030 Ἀτταλου
ἐκείνοις οὐχ ὁμοίου λόγου Φιλοποίμενι ὁ Μόμμιος τῷ παρ ' Ἀττάλου στρατηγῷ δίδωσι : καὶ ἦν Περγαμηνοῖς καὶ ἐς ἐμὲ
Σμύρναν αἱ Λεῦκαι πολίχνιον , ὃ ἀπέστησεν Ἀριστόνικος μετὰ τὴν Ἀττάλου τοῦ φιλομήτορος τελευτήν , δοκῶν τοῦ γένους εἶναι τοῦ
7641466 Τιγρανης
. Χολοβητηνή : μοῖρα Ἀρμενίας . Ἀρριανὸς Ϛ Παρθικῶν : Τιγράνης † ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς
καθάπερ οἱ παρὰ Ῥωμαίοις νομικοί . διέθηκε δὲ φαύλως αὐτοὺς Τιγράνης ὁ Ἀρμένιος , ἡνίκα τὴν Καππαδοκίαν κατέδραμεν : ἅπαντας
7639642 Πηνελεως
εὐφώνοις διείληφεν ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε
Πετεώ , Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος Ἰφίτου , Πολύξενος Ἀγασθένους , Πηνέλεως Ἱππαλκίμου , Λήιτος Ἀλέκτορος , Αἴας Ὀιλέως , Ἀσκάλαφος
7632853 Νεων
Ἀναξίμανδρος καὶ Διονύσιος καὶ Ἑκαταῖος , οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι παρατίθεται . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν
ἐν α Ἡρακλείας καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος ἐν ε Περὶ Νεῶν Καταλόγου . . . , : Ἀσέληνα : ὄρη
7632016 Κρασσος
τῆς Ἀσίας αὐτῆς . Καὶ πεμφθεὶς ἐπ ' αὐτὸν Λικίνιος Κράσσος μετὰ πολλοῦ συμμαχικοῦ : Νικομήδης τε γὰρ Βιθυνίας βασιλεὺς
τὸ Σπαρτάκειον ἔργον . Διὰ δὲ τὴν χειροτονίαν τήνδε καὶ Κράσσος , ἵνα μὴ τὸ κλέος τοῦ πολέμου γένοιτο Πομπηίου
7627193 Αἰγινητης
Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Πυθέου ξενίας . τὸ θηλυκὸν τοῦ Αἰγινήτης Αἰγινῆτις . σπάνια δὲ τὰ εἰς της ἐθνικὰ τῷ
πολίτης Αἰγινεύς , ὡς Στράβων , ὡς οἱ πολλοί , Αἰγινήτης . . . Αἰγιναῖος δὲ ὁ ἔποικος ἢ κέραμος
7625960 Νικομηδης
, οὐδεὶς δὲ διὰ τῶν ἰδίως ἐπιπέδων καλουμένων ] , Νικομήδης δὲ λέλυκε διὰ κοχλοειδοῦς γραμμῆς , δι ' ἧς
τὴν Μιθριδάτου δύναμιν δεδιότες : ἐγκειμένων δὲ τῶν πρέσβεων ὁ Νικομήδης , πολλὰ μὲν ὑπὲρ τῆς ἐπικουρίας τοῖς στρατηγοῖς καὶ
7615321 Φαλκην
, | ὕστερον Ἀλήτην δ ' οἰκίσαι Κορινθίους , | Φάλκην δὲ τὸν Σικυῶνα , τὴν δ ' Ἀχαίαν |
τὴν Ἡρακλειδῶν κάθοδον : Κορίνθου μὲν Ἀλήτην , Σικυῶνος δὲ Φάλκην , Ἀχαΐας δὲ Τισαμενόν , Ἤλιδος δ ' Ὄξυλον
7613466 Ναυκρατιτης
λάροις δεῖπνόν εἰσιν . λέγει δὲ Ἀπολλώνιος ὁ Ῥόδιος ἢ Ναυκρατίτης ὅτι καὶ ἄνθρωπός ποτε οὗτος ἦν , καὶ ἐπόρθμευεν
, ἔφη , ἐγὼ ἐρῶ . Φύλαρχος ὁ Ἀθηναῖος ἢ Ναυκρατίτης ἐν οἷς ὁ λόγος ἐστὶν αὐτῷ περὶ Ζηλᾶ τοῦ
7610065 Ἀρσακην
γύναιον καὶ τὸν εὐνοῦχον Ἀρβάκην ἕλκοντα τὸ ξίφος ἐπὶ τὸν Ἀρσάκην , Σπατῖνος δὲ ὁ Μῆδος ἐκ τοῦ συμποσίου πρὸς
τὸν υἱὸν ἐγχέοντα τὸ φάρμακον , ἑτέρωθι δ ' αὖ Ἀρσάκην φονεύοντα τὸ γύναιον καὶ τὸν εὐνοῦχον Ἀρβάκην ἕλκοντα τὸ
7609938 Ἀριστοκρατης
οὐ παρὰ πάντας τοὺς νόμους φανερῶς γέγραφεν τὸ ψήφισμ ' Ἀριστοκράτης , οὐκ οἶμαι λέγειν αὐτὸν ἕξειν : ἤδη δέ
' Ἄνδρον ἀφεστηκυῖαν τῶν Ἀθηναίων , καὶ μετ ' αὐτοῦ Ἀριστοκράτης καὶ Ἀδείμαντος ὁ Λευκολοφίδου συνεπέμφθησαν ᾑρημένοι κατὰ γῆν στρατηγοί
7609362 Λουκιον
εἶτα ἀπέπνιξαν . Μετὰ τοῦτον ἧκε τὰ τῆς ὑπατείας ἐπὶ Λούκιον Δίλιον Μέτελλον καὶ Τίτον Κύντιον Φλαμίνιον . Κατὰ τοῦτον
Μάμερκος Αἰμίλιος , δικτάτωρ χειροτονηθεὶς καὶ λαβὼν ἄρχοντα τῶν ἱππέων Λούκιον Κυίντιον Κιγκιννάτον , τόν τε πόλεμον ἔλυσε καὶ τὸν
7606632 Σεμπρωνιος
Οἱ οὖν ἑξῆς ὕπατοι , Γνέος Σερβίλιος Σκηπίων καὶ Γάϊος Σεμπρώνιος Βλέσος ἑξήκοντα καὶ διακοσίας ναυσὶν ἐπὶ τὴν Ἀφρικὴν ἐξέπλευσαν
τέλος ἀκριβές . Ἰάποσι δὲ τοῖς ἐντὸς Ἄλπεων ἐπολέμησε μὲν Σεμπρώνιος ὁ Τουδιτανὸς ἐπίκλην καὶ Πανδούσας Τιβέριος . καὶ ἐοίκασιν
7605139 Πυθοδοτος
Ἀθηναῖος ] , ἦρχον δ ' Ἀθήνησι | [ Λυκίσκος Πυθόδοτος ] Σωσιγένης | [ ] Νικόμαχος [ ] .
ἐκ δὲ Ἀμβρακίας καὶ Κορίνθου τε καὶ Λευκάδος Τηλυκράτης καὶ Πυθόδοτος Κορίνθιος καὶ Ἀμβρακιώτης Εὐαντίδας : τελευτᾷ δὲ Ἐπικυδίδας καὶ
7604893 Ἀμφιμαχος
τοῦ Μελικέρτου ἀπὸ τῆς Σχοινουντίας . ἐκεῖ γὰρ ἐξερρίφη , Ἀμφίμαχος καὶ Δονακῖνος ἐκαλοῦντο . ἄλλως . τὸν τῶν Ἰσθμιονικῶν
, ἐξήχθη δὲ ὑπὸ Κόρινθον περὶ Σχοινουντίαν ὑπὸ δελφῖνος . Ἀμφίμαχος δὲ καὶ Δονακῖνος ἀνελόμενοι τὰ σώματα ἄγουσιν εἰς Κόρινθον
7604608 Ἀντιγονος
ταῦτα ποιῆσαι καὶ παθεῖν ὑπὸ τοῦ πατρός : ὧν καὶ Ἀντίγονός ἐστι . . . . Ἀβάντις : Δοκεῖ δ
φιλόσοφος καὶ φιλόκηπος ἦν σφόδρα καὶ ἰδιοπράγμων , ὡς καὶ Ἀντίγονός φησι . λόγος γοῦν εἰπεῖν Ἱερώνυμον τὸν περιπατητικὸν ἐπ
7603352 Ἱπποστρατος
τὰ Ὁμήρου ἔπη κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν ἐννάτην Ὀλυμπιάδα , ὡς Ἱππόστρατός φησιν . . . . , : Ἱππόστρατος δὲ
ἐραψῴδησε τὰ Ὁμήρου ἔπη κατὰ τὴν ξθʹ Ὀλυμπιάδα , ὡς Ἱππόστρατός φησιν . ἄλλως . τοὺς ῥαψῳδοὺς οἱ μὲν ῥαβδῳδοὺς
7601876 Αἰνιοι
, Τιμόλαος Κυζικηνός , Εὐαίων Λαμψακηνός , Πύθων καὶ Ἡρακλείδης Αἴνιοι , Ἱπποθάλης καὶ Κάλλιππος Ἀθηναῖοι , Δημήτριος Ἀμφιπολίτης ,
μὲν ναυσὶ καὶ οὐ φόρῳ ὑπήκοοι , Τενέδιοι δὲ καὶ Αἴνιοι ὑποτελεῖς . οὗτοι δὲ Αἰολῆς Αἰολεῦσι τοῖς κτίσασι Βοιωτοῖς
7598287 Μετελλος
ἐν τῷ ψηφίσματι Μάριος ἐπεκήρυττεν . Οὕτω μὲν δὴ καὶ Μέτελλος , ἀνὴρ εὐδοκιμώτατος , ἔφευγε , καὶ ὁ Ἀπουλήιος
ἐκ τοῦ πυρὸς τῶν ἱεροφαντῶν τις Λεύκιος Καικίλιος ὁ καλούμενος Μέτελλος ἀνὴρ ὑπατικός , ὁ τὸν ἀοίδιμον ἐκ Σικελίας ἀπὸ
7594606 Ἀστυλος
οἶνος Λέσβιος , ποθῆναι κάλλιστος οἶνος . Ὁ μὲν δὴ Ἄστυλος ἐπῄνει ταῦτα καὶ περὶ θήραν εἶχε λαγῶν , οἷα
γνωρίσματα φιλοῦντος καὶ ὑπὸ περιττῆς ἡδονῆς δακρύον - τος ὁ Ἄστυλος συνεὶς ὡς ἀδελφός ἐστι , ῥίψας θοἰμάτιον ἔθει κατὰ
7593748 Μελεαγρου
ἐστὶν ἱκανώτατος μάρτυς Σιμωνίδης ὁ ποιητής , ὃς περὶ τοῦ Μελεάγρου τὸν λόγον ποιούμενός φησιν : ὡς δουρὶ πάντας νίκασε
τῷ Παλαμήδει γένειά ἐστι τοῖς ἄλλοις . ἐς δὲ τοῦ Μελεάγρου τὴν τελευτὴν Ὁμήρῳ μέν ἐστιν εἰρημένα ὡς Ἐρινὺς καταρῶν
7592564 Δαρδανος
. διακηκόει καὶ διάδοχος | ἐγένετο Ἀντιπάτρου | σχολῆς : Δάρδανος | Ἀνδρομάχου | , καὶ οὗτος | ! !
υἱὸς Αἰνείου . . . . Κεφάλων δέ φησιν ὅτι Δάρδανος ἀπὸ Σαμοθράικης ἐλθὼν εἰς τὴν Τρωάδα τὴν Τεύκρου τοῦ
7579309 Παυσανιας
ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Ἀθηναίων Ἀριστείδης , τῶν δὲ συμπάντων Παυσανίας , ἐπίτροπος ὢν τοῦ Λεωνίδου παιδός . Μαρδόνιος δὲ
ἀντὶ τοῦ ὁμοίαν ποιησάμενος ʃ ὁ Ἀργίλιος ἐκεῖνος : ὁ Παυσανίας ʃ ὁ Παυσανίας ἐπὰν πάλιν ζητήσῃ τὰς ἐπιστολὰς ἵνα
7577125 Βησσος
ξυνέλαβε καὶ δήσας ἦγεν , ἔπειτα ἀπέκτεινε . καὶ ὁ Βῆσσος οὐ μόνῳ οἷ ταῦτα δόξαντα πρᾶξαι ἔφη , ἀλλὰ
τοῖς ἱππεῦσιν ἐλάσας ἀφίκετο πρὸς κώμην τινά , ἵνα ὁ Βῆσσος ἦν ξὺν ὀλίγοις στρατιώταις . οἱ γὰρ ἀμφὶ τὸν
7575907 προσηγαγετο
τὰς δ ' ἄλλας τὰς ἐν τῇ Φοινίκῃ πόλεις καταπληξάμενος προσηγάγετο : ἐνίκησε δὲ καὶ ναυμαχίᾳ μεγάλῃ Φοίνικάς τε καὶ
ἐνδιατριβούσας διαθρέψαι καὶ παρέχεσθαι τὴν ἀσφάλειαν , ἐντεῦθέν τε ὁρμώμενος προσηγάγετο τοὺς πλησιοχώρους καὶ τῶν πρὸς πόλεμον χρησίμων τὰς παρασκευὰς
7575715 Κονων
μὲν οὖν τριήρων δέκα μόνον διεξέπεσον , ὧν μίαν ἔχων Κόνων ὁ στρατηγὸς τὴν μὲν εἰς Ἀθήνας ἐπάνοδον ἀπέγνω φοβηθεὶς
Κορίνθιοι . ἦν δὲ ὁ καταστήσας τοὺς ξένους ἐν Κορίνθῳ Κόνων ὁ Ἀθηναίων στρατηγὸς καθελὼν Λακεδαιμονίους , ὅπως φυλάττῃ τὴν
7575542 Ἀλκετας
καὶ τῶν ἀξιολόγων ἡγεμόνων τοὺς ἱκανούς , ὧν ἦσαν ἐπιφανέστατοι Ἀλκέτας ὁ ἀδελφὸς καὶ Νεοπτόλεμος , καὶ τούτοις παρεκελεύσατο πάντα
μὲν Ἠπειρῶται καταπλαγέντες προσεχώρησαν τοῖς πολεμίοις , ὁ δ ' Ἀλκέτας καταλειφθεὶς κατέφυγεν εἰς Εὐρυμενὰς πόλιν Ἠπειρωτικήν . ἐνταῦθα δ
7572018 Στεφανος
ὁπότε ἐπιδημήσειεν Ἀθήναζε διὰ τὴν φιλίαν τὴν Νεαίρας , ἐπιβουλεύσας Στέφανος οὑτοσί , μεταπεμψάμενος εἰς ἀγρὸν ὡς θύων , λαμβάνει
Ἀχαρνεῖ ψευδομαρτυρίων , τίμημα τάλαντον . τὰ ψευδῆ μου κατεμαρτύρησε Στέφανος μαρτυρήσας τὰ ἐν τῷ γραμματείῳ γεγραμμένα . Στέφανος Μενεκλέους
7571656 Ῥησον
ἐπιφανεῖσα κατέσχεν καὶ τὸν μὲν Ἕκτορα ἐκέλευσε μὴ ζητεῖν , Ῥῆσον δὲ ἀναιρεῖν ἐπέταξεν : τὸν γὰρ ἐκ τούτου κίνδυνον
ἐκ τοῦ χοροῦ τῶν Μουσῶν ἁρπασθεῖσαν νυμφευθῆναι τεκνῶσαί τε τὸν Ῥῆσον καὶ μετ ' ὀλίγον : ἔστιν ἱερὸν τῆς Κλειοῦς
7569908 ἐξεπολιορκησεν
ἀποστάντων Ἀντιπάτρου καὶ Κλονίου καὶ Ἀερόπου , τούτους καταλαβομένους Λαοδίκειαν ἐξεπολιόρκησεν . καὶ χρησάμενος μεγαλοψύχως αὐτοῖς ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων :
Ὡς τὴν Ἄορνον καλουμένην Πέτραν , ἀνάλωτον ἀεὶ γεγενημένην , ἐξεπολιόρκησεν . λϚʹ . Ὡς Ταξίλην μὲν τὸν βασιλέα τῶν
7560398 ναυπηγων
τέκτονες καὶ τεκτονική , κλινοποιοί θυροποιοί . καὶ τὰ μὲν ναυπηγῶν εἴρηται ἐν τοῖς περὶ νεῶν , τὰ δὲ κλινοποιῶν
τὴν ναῦν Κάνωβος , ὅστις καὶ πολλὰ διατρίψας ἐν Αἰγύπτῳ ναυπηγῶν τὰ σκάφη ὑπὸ ὄφεως πληγεὶς τελευτᾷ . Ὃν θάψας
7556839 Ἠλειος
οὕτω δὴ πέντε σφι μαντευόμενος ἀγῶνας τοὺς μεγίστους Τεισαμενὸς ὁ Ἠλεῖος , γενόμενος Σπαρτιήτης , συγκαταιρέει . Μοῦνοι δὲ δὴ
Αἰτωλὸς ἀνὴρ ὁ Ἠλεῖος . ἄλλως : Αἰτωλὸς ἀνὴρ ὁ Ἠλεῖος , ἤτοι ἀπὸ Αἰτωλοῦ τοῦ Ἐνδυμίωνος , ὃς ἦν
7555904 Πολεμαρχος
ὅταν παρακαταθέσθαι δεῖ ἀργύριον καὶ σῶν εἶναι , ὥς φησι Πολέμαρχος , καὶ τούτου ἔλεγχος . εἴτε πυκτικῇ . περὶ
τέμνων . Καταγινέων . καταλύων . Ἄρθμια . φίλια . Πολέμαρχος . ἄρχων πρὸς ὃν κατηγγυῶντο τοὺς ξένους . Ἄφλαστον
7555596 σατραπης
τῶν τετρακοσίων . Πολέμων δ ' ὁ Μακεδών , Καρμανίας σατράπης ἀποδεδειγμένος , εἶχε πεζοὺς μὲν χιλίους πεντακοσίους , ἱππεῖς
ἡγησαμένων τοῦ ἱππικοῦ : ἀποθνήσκει δὲ καὶ Σαυάκης ὁ Αἰγύπτου σατράπης καὶ Βουβάκης τῶν ἐντίμων Περσῶν : τὸ δὲ ἄλλο
7555519 Ἰουλιος
] σὺ δὲ οὕτω πικρὸς ὥστε καιροῦ παραπεσόντος ἐτιμωρήσω . Ἰούλιός γε τοι τῶν μὲν ἄλλων γράμματα ἐκόμισε , παρὰ
: σὺ δὲ οὕτω πικρὸς ὥστε καιροῦ παραπεσόντος ἐτιμωρήσω : Ἰούλιός γέ τοι παρὰ τῶν μὲν ἄλλων γράμματα ἐκόμισε ,
7551966 Σχοινεως
Ἡρακλέα καὶ Τελαμῶνα , πρὸς δὲ τούτοις Ὀρφέα καὶ τὴν Σχοινέως Ἀταλάντην , ἔτι δὲ τοὺς Θεσπίου παῖδας καὶ αὐτὸν
τῆς ᾠδῆς . Ἱππομένης : Ἱππομένης ὁ υἱὸς Μεγαρέως τῆς Σχοινέως Ἀταλάντης τῆς δρομαίας ἐρασθεὶς Ἀφροδίτης συνεργούσης ἔδραμεν ἐπὶ τὸν
7550504 Καππαδοκων
καὶ γὰρ ὅλα ἔθνη ἀθρόως αὐτόθι συνῴκισται , ὡς τὸ Καππαδοκῶν καὶ Σκυθῶν καὶ Ποντίων καὶ ἄλλων πλειόνων . οὗτοι
στρατιωτικὰ δεξιώτατος ὤν . Ἐπεὶ δ ' ἀφικέσθην εἰς τὴν Καππαδοκῶν μητρόπολιν , φημὶ δὴ τὴν περιβόητον Καισάρειαν , ἐστρατοπεδευσάτην
7550197 Μαρκον
ἑαυτὸν πάντων τῶν Ἑλλήνων ἐπιφανέστατον ἀνέδειξεν : υἱόν τε ἀπέλιπε Μάρκον Πομπήιον , ὃν τῆς Ἀσίας ἐπίτροπον κατέστησέ ποτε Καῖσαρ
Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Σωσιγένους Ῥωμαῖοι κατέστησαν ὑπάτους Μάρκον Οὐαλέριον καὶ Γναῖον Πόπλιον . ἐπὶ δὲ τούτων Ἀρύμβας
7547915 Θηβαιος
καὶ ἀδίκως διατεθῆναι . Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Ἐπαμεινώνδας ὁ Θηβαῖος , μέγιστον ἔχων τῶν πολιτῶν ἀξίωμα , συναχθείσης ἐκκλησίας
εἰσὶν ἴαμβοι ξεʹ . Γ ἄλλως : ἔρχεταί τις ἀνὴρ Θηβαῖος καμὼν τὸν ὦμον ἐν τῷ βαστάζειν τὸ φορτίον ὃ
7547186 κατεκοψεν
δὲ Φάυλλος ὁ ἀδελφὸς Ὀνομάρχου στρατηγήσας οὐκ ὀλίγα τῶν ἀναθημάτων κατέκοψεν εἰς τὰς τῶν ξένων μισθοφοράς . τὰς γὰρ ἀνατεθείσας
Φάυλλος διαδεξάμενος τὴν ἀρχὴν πολλὰ τῶν ἀργυρῶν καὶ χρυσῶν ἀναθημάτων κατέκοψεν . κϚʹ . Ὡς τὰς μισθοφορίας ἀναβιβάσας ἤθροισε μισθοφόρων
7543722 Περσης
αὐτὸν τὸ περιττὸν τῆς τρυφῆς . [ . ] Ὅτι Πέρσης ἦν ἐν Ῥώμῃ ἔπαρχος πρὸς χλευασίαν καὶ γέλωτα τὴν
ἀφανῶς ἐπὶ Καρίας . ἠγγέλη ταῦτα Τισαφέρνῃ . ὁ μὲν Πέρσης ὥρμησε Καρίαν φυλάττειν , ὁ δὲ Λάκων κατέδραμε Λυδίαν
7543673 Πυρριας
διακέκναικ ' αἴσχιστα . Ποῖος οὑτοσὶ Τιμόθεος ; Μιλήσιός τις Πυρρίας κακά μοι παρέσχεν : οὗτος ἅπαντας οὓς λέγω παρελήλυθ
' αἴσχιστα . ποῖος οὑτοσὶ ὁ Τιμόθεος ; Μιλήσιός τις Πυρρίας . κακά μοι παρέχων ἅπαντας οὗτος οὓς λέγω παρελήλυθ
7542320 Ζωπυρος
Ἀφροδίτης καὶ Ἔρωτος , ἅπερ πρῶτος ἐποίησεν , ὥς φησι Ζώπυρος , Θησεύς , ἐπεὶ Φαίδρα , ὥς φασιν ,
κατέργαστο , πάντα δὴ ἦν [ ἐν ] τοῖσι Βαβυλωνίοισι Ζώπυρος , καὶ στρατάρχης τε οὗτός σφι καὶ τειχοφύλαξ ἀπεδέδεκτο
7539088 Λαρισης
ἄλλους τῶν πολιτῶν ὀκτὼ τοὺς κρατίστους ἀπέκτεινεν , ἔκ τε Λαρίσης πολλοὺς φυγάδας ἐποίησε . ταῦτα δὲ ποιῶν καὶ οὗτος
ἄλλους τῶν πολιτῶν ὀκτὼ τοὺς κρατίστους ἀπέκτεινεν , ἔκ τε Λαρίσης πολλοὺς φυγάδας ἐποίησε . ταῦτα δὲ ποιῶν καὶ οὗτος
7532336 Ἀριαραθης
ἦσαν δ ' οὖν διωρισμένοι , προσεκτήσατο δ ' αὐτοὺς Ἀριαράθης ὁ πρῶτος προσαγορευθεὶς Καππαδόκων βασιλεύς . Ἔστι δ '
Τρόκμοι καὶ Τολιστόβιοι , καὶ Καππαδόκαι τινές , οὓς ἔπεμψεν Ἀριαράθης , καὶ μιγάδες ἄλλοι ξένοι κατάφρακτός τε ἵππος ἐπὶ
7530109 Θεσσαλος
ἦρχον δ ' ] Ἀθήνησιν | [ Ἀριστόδημος ] [ Θεσσαλός ] | [ Ἀπολλόδωρος Καλλίμαχος ] . | [
ἄντικρυς ἐπίθετον : ἐπάγει γὰρ τὸ Ἆπις . καὶ ὁ Θεσσαλός : ἀντὶ τοῦ : ὁ ἐκ Θεσσαλίας Ἆπις καὶ
7529151 Ἀννων
ἡμέραν τε συνθέμενος αὐτοῖς ἐπανῆλθεν . καὶ τὴν ἡμέραν ὁ Ἄννων τῷ Ἀσρούβᾳ μετέφερεν . Σκιπίωνι δὲ θυομένῳ κίνδυνον τὰ
' ὃν καιρὸν ἦλθόν τινες ἀπαγγέλλοντες τὸν Ἔρβησσον παραδώσειν . Ἄννων δὲ πολεμήσας ἐν δυσὶ μάχαις ἀπέβαλε στρατιώτας πεζοὺς μὲν
7526593 Ἀρσινοην
ἐνεδρευθεὶς ὑπὸ τῶν Φηγέως παίδων ἐπιτάξαντος τοῦ Φηγέως ἀναιρεῖται . Ἀρσινόην δὲ μεμφομένην οἱ τοῦ Φηγέως παῖδες ἐμβιβάσαντες εἰς λάρνακα
στάδιοι ψʹ . Ἀπὸ Ἀκάμαντος ἔχων δεξιὰν τὴν Κύπρον εἰς Ἀρσινόην τῆς Κύπρου στάδιοι σοʹ : πόλις ἐστί : λιμένα
7526141 Μαντινευς
καλούμενος κόλπος ἀπὸ τοῦ Θυραίου τούτου τὰ ὀνόματα ἐσχήκασι . Μαντινεὺς δὲ καὶ Τεγεάτης καὶ Μαίναλος , ὁ μὲν τῶν
ἐπιγέγραφε . Θεόφιλος δ ' ἐν Ἐπιδαύρῳ : Ἀτρεστίδας τις Μαντινεὺς λοχαγὸς ἦν , ἀνδρῶν ἁπάντων πλεῖστα δυνάμενος φαγεῖν .

Back