| τῆς ἀρετῆς , εἰ μὴ πεντηκοντούτης ἀπέθανεν . ιβʹ . Πολυδεύκη δὲ τὸν Ναυκρατίτην οὐκ οἶδα , εἴτε ἀπαίδευτον δεῖ | ||
| ὀξεῖαν καὶ βαρεῖαν συναιροῦνται , οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους , Πολυδεύκεα Πολυδεύκη , τείχεα τείχη , βέλεα βέλητὸ γὰρ ἔαρος ἦρος |
| ; Τραχεῖαν ] Τὴν σκληρὰν καὶ δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ] | ||
| τῆς προθέσεως . : , : τὴν Λευκὴν . , Μακράν , . : . . . , : ; |
| εἴκοσι , καὶ τὰς ναῦς ἀνειρυσάμενοι , ὅσαι μὲν πεπονήκεσαν ἐπεσκεύαζον , τὰς δὲ ἄλλας ἐθεράπευον . ἐνθένδε ὁρμηθέντες εἰς | ||
| τοῖς τε ἄλλοις πᾶσιν ὡς δυνατὸν ἐξηρτύοντο καὶ τοῖς ὅλοις ἐπεσκεύαζον τὴν πόλιν τε καὶ τὰ τείχη ὡς κατὰ γῆν |
| ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς | ||
| ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς |
| ἰσχυρά : εἰ δὲ μὴ , δεῖ ῥάκεσι προκατειλίχθαι : ἐσκευάσθαι πρὶν ἢ ἐν τῇσιν ἀνάγκῃσι , πάντα συμμεμετρημένως τὰ | ||
| τὴν κατάτασιν , τὴν πρὸς τὸ τοῦ ποδὸς μέρος , ἐσκευάσθαι : ἀτὰρ καὶ τὴν ἐπὶ θάτερα κατάτασιν , μὴ |
| τῆς ᾠδῆς τῆς κιθάρας προοίμιον ἐκάλουν , οὗτοι δὲ τὸ προτιθέμενον τοῦ λόγου καὶ οἱονεὶ ὁδοποιοῦν τῇ διηγήσει καὶ τοῖς | ||
| προοίμια μάλιστα μὲν ἕκαστα τῶν προειρημένων καθ ' ἓν ἕκαστον προτιθέμενον ἐπιδεικνύειν , ὡς οὐκ ἔστι δίκαια οὐδὲ νόμιμα οὐδὲ |
| στάδιοι ιβʹ : ἀπὸ δὲ Πύδνης ἐπὶ τὸν Ψυχέα στάδιοι τνʹ : λιμὴν θερινός : καὶ ὕδωρ ἔχει . Ἀπὸ | ||
| τὸν Δυσωπὸν στάδιοι ρνʹ . Ἀπὸ Δυσωποῦ ἐπὶ Ἀσπίδα στάδιοι τνʹ . Ἀπὸ Ἀσπίδος εἰς Ταριχείας στάδιοι τνʹ Ἀπὸ Ταριχειῶν |
| γαμβρὸς ὁ Πολυνείκης . ἔστεφον ] ἐπλήρουν . ἔστεφον ] ἐζωγράφουν . ἔστεφον ] ἐτίθουν . ἔστεφον ] ἐζωγράφουν ἢ | ||
| ἤτοι τὴν ἑπτάπυλον πόλιν τῶν Θηβαίων : γίνωσκε γὰρ ὅτι ἐζωγράφουν ταύτην πρὸ τῶν πυλῶν τῆς πόλεως , ἣν καὶ |
| τὴν μὲν γὰρ Ἕλληνες ναυτίλλονται πᾶσα καὶ ἡ ἔξω Ἡρακλέων στηλέων θάλασσα ἡ Ἀτλαντὶς καλεομένη καὶ ἡ Ἐρυθρὴ μία ἐοῦσα | ||
| , εἶναι τῆς Λιβύης χῶρόν τε καὶ ἀνθρώπους ἔξω Ἡρακλέων στηλέων κατοικημένους , ἐς τοὺς ἐπεὰν ἀπίκωνται καὶ ἐξέλωνται τὰ |
| τοῦδε χρημάτων πειράσομαι ἄρχειν πολιτῶν : τὸν δὲ μὴ πειθάνορα ζεύξω βαρείαις , οὔτι μὴ σειραφόρον κριθῶντα πῶλον : ἀλλ | ||
| εἶξον , ὦ Ἀπολλωνιάς : ἀμφοτερᾶν τοι χαρίτων σὺν θεοῖς ζεύξω τέλος , καὶ τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων ἐν Κέῳ̆ |
| χασμώδεις ὄντες ἐκτείνωσι τὰς χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ | ||
| θέρω . Θρώσκω . ἀπὸ τοῦ θέρω θερίσκω , ὡς στέλω στελίσκω . μεταθέσει τοῦ ο εἰς ω , καὶ |
| καὶ θαρσεῖτε σαρκὸς ἐξαμείψασαι τρόμον . ὦ φάος μέγιστον ἡμῖν εὐίου βακχεύματος , ὡς ἐσεῖδον ἀσμένη σε , μονάδ ' | ||
| δὲ θαλάμοις βουκόλον . . . . κομῶντα κισσῷ στῦλον εὐίου θεοῦ . πόλλ ' ἔστιν ἀνθρώποισιν , ὦ ξένοι |
| ιϚʹ . ἡμέτερον + βᾶτ ' ἐν δόμωι : ἡ ὠιδὴ καὶ στροφὴ αὕτη ἡ ἐν ἐκθέσει τοῦ δράματος κώλων | ||
| . Κύκλωπος ἔσω βλεφάρων ὤσας λαμπρὰν ὄψιν διακναίσει ; [ ὠιδὴ ἔνδοθεν . ] σίγα σίγα . καὶ δὴ μεθύων |
| . θεατροπώλης μυάγρα τὸν Φρύγα , τὸν αὐλητῆρα , τὸν Σαβάζιον . ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς τὸ Θησεῖον δραμεῖν , | ||
| τις ἐκ Σαβαζίου . τὸν αὐτὸν ἄρ ' ἐμοὶ βουκολεῖς Σαβάζιον . κἀμοὶ γὰρ ἀρτίως ἐπεστρατεύσατο Μῆδός τις ἐπὶ τὰ |
| ἀπολεξάμενος χῶρον ἐν μέσῃ τῇ πόλει καὶ μᾶλλον τῶν ἄλλων ἀνέχοντα νεών τε ἀνεγείρειν ἐν τούτῳ κελεύει τοῖς ἐν αὐτῇ | ||
| , ὅπερ Ὅμηρος ὀφρύσι νευστάζων . καὶ ὀφρύας καλοῦσι τὰ ἀνέχοντα τῆς γῆς . ἤδη δέ τινες τῶν ἰατρῶν τίλους |
| καλουμένη . . . . . . ἀγχίαλόν τ ' Ἀντρῶνα : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀγχιάλην | ||
| ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀγχιάλην τ ' Ἀντρῶνα . καὶ εἰ θηλυκῶς δὲ λέγεται ἡ Ἀντρών , |
| χώρας ἔστε ἐπὶ θάλασσαν σατράπην ἀπέδειξεν [ Ὀξυάρτην καὶ ] Πείθωνα ξὺν τῇ παραλίᾳ πάσῃ τῆς Ἰνδῶν γῆς . Καὶ | ||
| ἐπιταχῦναι πρὸς τοὺς βασιλέας . οὔπω δὲ καταλαβόντος ἡ Εὐρυδίκη Πείθωνα καὶ Ἀρριδαῖον μηδὲν ἄνευ αὑτῆς ἠξίου πράττειν . οἱ |
| Κερχνείας ῥέος ] Κέρχνη κρήνη Ἄργους . τὸ ἀπὸ Κέρχνης κατιόν , ὅ ἐστιν ὄρος . καὶ ἡ ἄκρα δὲ | ||
| Κερχνείας ῥέος ] Κέρχνη κρήνη Ἄργους . τὸ ἀπὸ Κέρχνης κατιόν , ὅ ἐστιν ὄρος . καὶ ἡ ἄκρα δὲ |
| ὅμοιος . τὸ εʹ ἀναπαιστικὸν πενθημιμερὲς τὸν δεύτερον ἔχον πόδα τετράβραχυν . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον τὸν πρῶτον ἔχον | ||
| τὸ εʹ ὅμοιον , τὸν αʹ καὶ βʹ ἔχον πόδα τετράβραχυν . τὸ ἕκτον ὅμοιον , τὸν τρίτον ἔχον πόδα |
| τὸ δὲ πολλὸν ἀνέδραμεν αὐτόθεν οἶδος . ἄλλως . Διογενιανὸς κλώθειν ἢ καλῶς αὔξεσθαι ἢ βλαστάνειν . Θέων δὲ ἐν | ||
| ἤγουν δεδομένα καὶ εἱμαρμένα , Λάχεσις παρὰ τὸ ἐπιλαγχάνον τινὶ κλώθειν , Ἄτροπος δὲ παρὰ τὸ ἄτρεπτον εἶναι τὸ μέλλον |
| που παρὰ Νικοφῶντι ἐν Πανδώρᾳ . τὸ δὲ συνδῆσαι τὸν στήμονα καιρῶσαι λέγειν χρή , καὶ καίρωσιν τὴν σύνδεσιν . | ||
| διαψαίρουσα πέπλους ἀνθέων γέμοντας . Ἀπὸ τῆς τραπέζης τουτονὶ τὸν στήμονα ἄττεσθ ' ἐπινοῶ . Ὁ Ζεὺς δίδωμι Παλλάς , |
| ‖ Νεώτερον ὀνομάζει τὸν Χὰμ μέσον ὄντα ‖ . ‖ Νεώτερον οὐ τὸν ἡλικίᾳ καὶ χρόνῳ ἀλλὰ τὸν ψυχῇ . | ||
| , ἀγάπα . Ἀπόντι μὴ μάχου . Πρεσβύτερον αἰδοῦ . Νεώτερον δίδασκε . Πλούτῳ ἀπίστει . Σαυτὸν αἰδοῦ . Μὴ |
| † πατρὸς † ἀγαθόν † , ἀφ ' οὗ καὶ μητραλοίαν φαμὲν καὶ πατραλοίαν . ἀλλοίωσις ἑτεροιώσεως διαφέρει . ἀλλοίωσις | ||
| κατεπολέμησας . τοκεῦσιν ] συλληπτικῶς . συλληπτικῶς χρὴ λέγεσθαι τὸν μητραλοίαν . ἔτυψεν ] ὡς ἡνίοχος ἔτυψέ με . οὕτως |
| εὖ φρονεῖ : εἰ βούλει πρός τινα μὴ ὀρθῶς εἰπόντα ἐνσημήνασθαι , ἀνεπαχθὴς ἔσῃ . οὐδὲ πάτταλον ἂν δοίης : | ||
| εἴποι δ ' ἄν τις καὶ ἀπογράψασθαι καὶ ἀντιγράψασθαι καὶ ἐνσημήνασθαι . ὀνόματα δὲ τῶν ἐκ δικαστηρίου καὶ τὸ μεσεγγυῆσαι |
| ἐκκαλεῖσθαι . διόπερ ἀναβὰς ἐπί τινα πάσσαλον καὶ ἑαυτὸν ἐνθένδε ἀποκρεμάσας προσεποιεῖτο τὸν νεκρόν . τῶν δὲ μυῶν τις παρακύψας | ||
| τὸν σύλλογον , ἐμὲ δὲ ὁ Κυλλήνιος τοῦ δεξιοῦ ὠτὸς ἀποκρεμάσας περὶ ἑσπέραν χθὲς κατέθηκε φέρων ἐς τὸν Κεραμεικόν . |
| μὲν οὖν ἕλαις ἡ πρώτη σύνθεσις ἀπετελέσθη , στοιχείων ἀριθμὸν μιμησαμένη . ἀκολουθεῖ δὲ τοῖς πρώτοις τὰ δεύτερα , φέρει | ||
| νεκρῶν τοῦτο ποιεῖν . ἀλεαίνοιμι : Θερμανοίμην . ἵνα σε μιμησαμένη σώσαιμι τὸ ἱμάτιον . . πυρῶν ἑκτέα : Τριωβόλου |
| ἀποπλεῦσαι εἰς Ἀσίαν καὶ τὴν ἐγγὺς τῆς Καρίας νῆσον ἔρημον κατοικήσαντα ἀπὸ τῆς γυναικὸς Σύμην αὐτὴν προσαγορεῦσαι . Εὐάνθης δὲ | ||
| . Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῇ Δηλίων πολιτείᾳ φησὶν ἐν Δήλῳ κατοικήσαντα μετὰ τῶν Νηρηίδων τοῖς θέλουσι μαντεύεσθαι . Πόσσις δ |
| μάρτυρας Θρασυάλκην τε καὶ τὸν ποιητὴν αὐτὸν τῶι τὸν μὲν Ἀργεστὴν τῶι Νότωι προσνέμειν ἀργεστᾶο Νότοιο , τὸν δὲ Ζέφυρον | ||
| μάρτυρας Θρασυάλκην τε καὶ τὸν ποιητὴν αὐτὸν τῶι τὸν μὲν Ἀργεστὴν τῶι Νότωι προσνέμειν ἀργεστᾶο Νότοιο , τὸν δὲ Ζέφυρον |
| ἐξέπεμψε στόλον παραφυλάξοντα τὴν σιτοπομπίαν , καὶ διέπεμψεν εἰς τὸν Πειραιέα τὴν κομιζομένην ἀγοράν . μετὰ δὲ ταῦτα Χαβρίας μὲν | ||
| τὸ μὲν ἄστυ τῆς πόλεως ἑαλωκὸς καταλίποι , τὸν δὲ Πειραιέα πολιορκούμενον , αὐτὸς δὲ μόλις διασωθεὶς ἥκοι : καὶ |
| γεγονέναι Φερεκύδας Συρίους , τὸν μὲν ἀστρολόγον , τὸν δὲ θεολόγον υἱὸν Βάβυος , ὧι καὶ Πυθαγόραν σχολάσαι . Ἐρατοσθένης | ||
| . οὐδὲ τοιοῦτος οἷος ὁ καθόλου Καὶ καθόλου λέγει τὸν θεολόγον , καὶ λέγει μὴ εἶναι τὸν διαλεκτικὸν ἢ τὸν |
| τοῖς ἄστροις ποικιλλομένη ἢ ποικίλον ἔνδυμα ἔχουσα , διὰ τὸ πεποικίλθαι τοῖς ἄστροις . . ποικιλείμων ] ἡ ποικίλον ἔνδυμα | ||
| γὰρ τὸ πάσσειν ποικίλλειν ἐστὶ , καὶ παστὸς διὰ τὸ πεποικίλθαι . ἀναποικίλλει σοι τὴν χάριν ἥ τε λύρα καὶ |
| ' οἰκόσιτος ὡς Ἀθηναῖοι : μηδὲ οἰκογενῆ , ἀλλ ' οἰκότριβα . . Τὸ ὁλοσφύρατον ἔκβαλλε καὶ ἤτοι σφυρήλατον λέγε | ||
| , ἀλλ ' οἰκόσιτος : μηδὲ οἰκογενῆ , ἀλλ ' οἰκότριβα . Σφυρήτατον , καὶ ὁλόσφυρον , οὐχ ὁλοσφύρατον . |
| παροξύτονον . τὸ δὲ ὀβολός ὀξύνεται . Τὰ διὰ τοῦ ΥΛΟΣ τρισύλλαβα προσηγορικὰ ἢ κύρια , εἰ ἄρχοιτο ἀπὸ φύσει | ||
| . τὸ δὲ αἴσυλος ἐπίθετόν ἐστιν . Τὰ διὰ τοῦ ΥΛΟΣ τρισύλλαβα ἐπιθετικὰ ἁπλᾶ ἔχοντα τὴν τρίτην μακρὰν παροξύνεται : |
| χάλκεα ἐποίουν , ἐνδύματα . Κόρυθες : περικεφαλαῖαι : ἀπὸ Κόρυθός τινος Ἰβηρίου ἐκλήθη , ταύτην ἐφεύραντος πρῶτον . δοῦρα | ||
| χάλκεα ἐποίουν , ἐνδύματα . Κόρυθες : περικεφαλαῖαι : ἀπὸ Κόρυθός τινος Ἰβηρίου ἐκλήθη , ταύτην ἐφεύραντος πρῶτον . δοῦρα |
| ἀμφοτέρας ἐφρούρησε θατέρου προσλιπαρήσαντος ἀθύρματι . Ἀθύρματα δὲ ἦν αὐτοῖς ποιμενικὰ καὶ παιδικά . Ἡ μὲν ἀνθερίκους ἀνελομένη ποθὲν ἐξ | ||
| ' ἀμνίδες : [ Περδίκα Ἀγρίππα ] σίττα , ψίττα ποιμενικὰ καὶ βουκολικὰ ἐπιφθέγματα . ἔλεγον δὲ ταῦτα διώκοντες τὰ |
| ὅτι τὸ Δ μέσον ἐστὶ τοῦ Θ καὶ Τ . Ὄγδοος ἀπὸ τοῦ ὀκτώ : καὶ ὤφειλεν εἶναι ὄκτοος : | ||
| καὶ θέσεων ταῦτα κατανοῆσαι , ἀγνοεῖται ἡ φύσις αὐτῶν . Ὄγδοος ὁ παρὰ τὰς ποσότητας αὐτῶν ἢ θερμότητας ἢ ψυχρότητας |
| τανυσίπτεροι , καὶ παρὰ τὸ Σιμωνίδου ἄγγελε κλυτὰ ἔαρος ἁδυόδμου κυανέα χελιδοῖ . ἀντὶ τοῦ οὐ φαύλως κακόν . . | ||
| μελιαδέα γᾶρυν ἀραρεῖν ἀκοαῖσι βροτῶν . ἄγγελε κλυτὰ ἔαρος ἁδυόδμου κυανέα χελιδοῖ τὸ δοκεῖν καὶ τὰν ἀλάθειαν βιᾶται . οὗτος |
| ' εἰπεῖν ἐκάθισε δικαστήριον καὶ ἀπεκληρώθη δικαστήριον . σκεύη δὲ δικαστικὰ σύμβολον , βακτηρία , πινάκιον τιμητικόν , μάλθη , | ||
| τῆς ὀπτήσεως τὰ κρέα μου . Γ ἐμβάδας ] τὰ δικαστικὰ ὑποδήματα . Γ τὰς λακωνικάς ] ἀστειότεραι γὰρ αὗται |
| εἴ τι πρὸς ἡμᾶς ἐθέλοιεν ἢ ἀγνωμονεῖν ἢ βλακεύειν . Ἀπόδος τῇ πόλει χάριτας , ἥ σε τοσοῦτον ἔθηκεν , | ||
| τῇ χειρί . γνώσομαι : Γνωρίσω . . ἀπότισον : Ἀπόδος , ἡττηθεῖσα τὸ συμπεφωνημένον . . ἀπόδος . Θ |
| κατατείνειν αὐτὴν , τὴν δὲ πτέρνην ἐς τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθέειν , τῇ μὲν δεξιῇ ἐς τὴν δεξιὴν , τῇ | ||
| καὶ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δ ' ἕτερον ἀντωθέειν , δύο εἴδεα ἅμα , καὶ ἐς τοὐπίσω καὶ |
| τοῦ κατὰ θάλασσαν κινδύνου αὐτὸν εἰς ἐλευθερίαν πάλιν ἐπανήγαγε . ΠΡώτη ἀντίθεσις παρὰ τοῦ πλουσίου . δοῦλος ἐμὸς εἶ . | ||
| τυραννοῦντα τὸν υἱὸν ἀνελὼν αἰτεῖ δωρεάν : ἀντιλέγει τις . ΠΡώτη ἀντίθεσις : οὐ σοὶ δίδωσιν ὁ νόμος πατρὶ ὄντι |
| ὅτι ποτ ' εἴη τὸ κυβερνώμενον ὑπ ' αὐτοῦ ; Παντάπασιν τοῦτό γε ἀληθὲς εἴρηκας , ὦ ξένε : τοὐπὶ | ||
| ἐφαπτομένη : καὶ τοῦτο αὐτῆς τὸ πάθημα φρόνησις κέκληται ; Παντάπασιν , ἔφη , καλῶς καὶ ἀληθῆ λέγεις , ὦ |
| νεμόντων μετοίκων : ᾑρεῖτο γὰρ ἕκαστος ἑαυτῷ τῶν πολιτῶν τινὰ προστησόμενον περὶ πάντων τῶν ἰδίων καὶ τῶν κοινῶν . Ὑπερείδης | ||
| τὴν ἡλικίαν ὄντος ἀντίπαιδος , οὐκ εἶχεν ἡ βασιλεία τὸν προστησόμενον ἀξιόχρεων . διὸ καὶ τὸ μειράκιον ταῖς τῶν κολάκων |
| πρῶτον μὲν ἀόριστον τὸν παντελῶς ἀορισταίνοντα , δεύτερον δὲ τὸν ὑφειμένον : οὕτως ἔχει καὶ ἐπὶ τῶν μελλόντων , καὶ | ||
| ἐχρῆν , ταπεινὸν δὲ οὐδέν , οὔτε ἐπτηχός , οὔτε ὑφειμένον , ἀλλ ' ἐλεύθερόν τι καὶ ἄξιον φιλοσοφίας ; |
| κρᾶτα σεῖσαι πολιόν ; ἐξηγοῦ σύ μοι γέρων γέροντι , Τειρεσία : σὺ γὰρ σοφός . ὡς οὐ κάμοιμ ' | ||
| βαίνων ἤλυσιν μόλις περῶ . θάρσει : πέλας γάρ , Τειρεσία , φίλοισι σοῖς ἔσθ ' ὁρμίσαι σὸν πόδα : |
| ἀμύμονος ἔκγονον εἶναι , μητρὸς δ ' ἐκ Θέτιδος καλλιπλοκάμου ἁλοσύδνης : αὐτὰρ ἐγὼν υἱὸς μεγαλήτορος Ἀγχίσαο εὔχομαι ἐκγεγάμεν , | ||
| ὑπὸ σπέεσι γλαφυροῖσιν : ἀμφὶ δέ μιν φῶκαι νέποδες καλῆς ἁλοσύδνης ἁθρόαι εὕδουσιν , πολιῆς ἁλὸς ἐξαναδῦσαι , πικρὸν ἀποπνείουσαι |
| Γεώργιος , καὶ θέλῃς ἀκριβεστάτην αὐτοῦ τὴν κλίσιν ἐργάσασθαι , πάραγέ μοι τὸν Μενέλαον , ὅν σοι ἀντὶ κανόνος ὁ | ||
| Γεώργιος , καὶ θέλῃς ἀκριβεστάτην αὐτοῦ τὴν κλίσιν ἐργάσασθαι , πάραγέ μοι τὸν Μενέλαον , ὅν σοι ἀντὶ κανόνος ὁ |
| ἐπιῤῥιγώσασιν : οὗτοι ἐπιῤῥιγέουσι , περὶ κοιλίην καύματι προκληθέντες . Ὀσφύος πόνος , καὶ κεφαλαλγικῷ καὶ καρδιαλγικῷ , μετὰ ἀναχρέμψιος | ||
| Ὀσφὺς εὐώνυμος παρέχειν πράγματα ὑφ ' ὧν εὐφρανθῆναι σημαίνει . Ὀσφύος τὸ μέσον κέρδος σημαίνει . Ἥβη πάλλουσα ἀγαθὰ παρά |
| γεωργικοῖς αὐτοῦ φησιν , ὅτι καλῶς ἐγκεντρίζεται τὰ μῆλα εἰς δαμασκηνά , καὶ ὅτι τὸ μῆλον εἰς κίτριον ἐγκεντριζόμενον σχεδὸν | ||
| καὶ ἀπὸ παρασπάδων φυτεύεσθαι , ἔστι ταῦτα : βερικόκκια , δαμασκηνά , ἀμύγδαλα , φοῖνιξ , πιστάκιον . Ὀρύξας βόθρον |
| ' ἡμᾶς νήσων τὰς περιμέτρους , λαβόντες παρὰ Ἀρτεμιδώρου καὶ Μενίππου καὶ ἑτέρων ἀξιοπίστων . Γάδειρα μῆκος σταδίων ρηʹ , | ||
| Ἐγὼ τοίνυν τοσοῦτον ὑμῶν μόνον δέομαι : τὸ ψήφισμα ὃ Μενίππου εἰπόντος ἐψηφίσασθε , εἶναί μοι ἄδειαν , πάλιν ἀπόδοτε |
| , ψυκτηρίδιον δὲ δύ ' ὀβολούς , Φιλιππίδου λεπτότερον . Ἡρακλέων δὲ ὁ Ἐφέσιος ὃν ἡμεῖς , φησί , ψυγέα | ||
| Ἕλληνες λέγουσι Ἐρύθειαν νῆσον , τὴν πρὸς Γηδείροισι τοῖσι ἔξω Ἡρακλέων στηλέων ἐπὶ τῷ Ὠκεανῷ : τὸν δὲ Ὠκεανὸν λόγῳ |
| δεύτερον , καὶ ποῖα ἐνδείᾳ καὶ κράσει : τοῦ τοίνυν τέτυπται τρέποντος τὸ τ εἰς ς γίνεται πς , ἃ | ||
| : ἐνεστὼς καὶ παρατατικὸς τύπτεται τύπτεσθαι , παρακείμενος καὶ ὑπερσυντέλικος τέτυπται τετύφθαι [ ἀόριστος πρῶτος ἐτύφθη τυφθῆναι , ἀόριστος δεύτερος |
| καὶ ἡ τῶν πραγμάτων ἔκβασις δείκνυσι τὴν προαίρεσιν . ΓΝΩΜΗ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥ . Ἤρκει μὲν οὖν , οἶμαι , καὶ ταῦτα | ||
| οὐκ ἔστιν ἴσον τῷ προευτρεπίσαι καμόντα καὶ μαχεσάμενον . ΓΝΩΜΗ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥ ΟΥΚ ΕΜΠΙΠΤΕΙ . Νόμος γὰρ οὐδεὶς πρόκειται τῷ πλάσματι |
| τὴν φιλοσοφίαν . Θράσυλλος δέ φησι καὶ κατὰ τὴν τραγικὴν τετραλογίαν ἐκδοῦναι αὐτὸν τοὺς διαλόγους , οἷον ἐκεῖνοι τέτρασι δράμασιν | ||
| τῆς Πολιτείας καὶ ἑνὸς τῶν Νόμων . πρώτην μὲν οὖν τετραλογίαν τίθησι τὴν κοινὴν ὑπόθεσιν ἔχουσαν : παραδεῖξαι γὰρ βούλεται |
| Γάρ . μανικὸν : Ἄγριον . . ἀσυμπαθές . . τραγῳδικὸν : Δαιμονικόν . . θρηνῶδες . . ἀλλ ' | ||
| πολλοῖς τῶν λογοποιῶν , ὡς ἐξετάζων εὑρήσεις . 〛 〚 τραγῳδικὸν : Θρηνῶδες , καὶ οἷον ἐν ταῖς τραγῳδίαις οἱ |
| ἁνύειν : δασύνουσιν οἱ Ἀττικοί . καὶ δῆλον ἐκ τῆς συναλοιφῆς . καθήνυσαν γάρ . ἀσύφηλος ὕβρις : ἡ μετὰ | ||
| λέγοντες ὡς χρυσῆν . πῶς ἔδοξεν ὁ Ἡγέλοχος ἐκ τῆς συναλοιφῆς γαλῆν εἰπεῖν ; τὸ μὲν γὰρ περισπωμένως προενέγκασθαι οὐ |
| λίνου Εὐριπίδης ὠνόμασεν λίνου κλωστῆρα περιφέρει λαβών . πηνίον , ἀγαθίς , ὅθεν καὶ παροιμία ἀγαθῶν ἀγαθίδες , ᾗ πλείστῃ | ||
| πράσων ἀβυρτάκη . ἔστι καὶ ἐν Κεκρυφάλῳ Μενάνδρου τοὔνομα . ἀγαθίς : δέσμη , ῥάμμα , στήμονες . ἀγαθός : |
| ' ἐφελκυσάμην . Ὥσπερ σκύφος γάλακτος ἢ καὶ κισσύβη ἡ βουκολικὴ πᾶσιν ἄγκειται βίβλος : τοιγὰρ ῥοφῶμεν οἱ θέλοντες τὸν | ||
| . μήποτε οὖν τὸ χαῖον ἐγκεῖσθαι , ὅ ἐστιν ἡ βουκολικὴ ῥάβδος , καὶ τὸν ἐρύσω μέλλοντα . διχῶς οὖν |
| τὴν πόαν . θηλυκῶς λέγουσι τὴν τρύχνον , οὐ τὸν τρύχνον . [ σὺν τῷ σ δὲ στρύχνον οὐδαμοῦ εὗρον | ||
| ' ἐπὶ καιροῦ τινος εὐφυΐας καὶ ἀρετῆς . σῷ ταινία τρύχνον : τὴν πόαν . θηλυκῶς λέγουσι τὴν τρύχνον , |
| παρωκεανιτικὰ τὰ δὲ εἰς τὴν μεσόγαιαν καὶ τὰ ἄκρα τῶν Κεμμένων ὀρῶν μέχρι Τεκτοσάγων ἀνέχοντα . ἐπειδὴ δὲ μικρὰ μερὶς | ||
| πλησιάζουσιν , ἐφάπτονται δὲ μικρὰ καὶ τοῦ προσαρκτίου πλευροῦ τῶν Κεμμένων , πολύχρυσόν τε νέμονται γῆν . ἐοίκασι δὲ καὶ |
| μιαρώτατ ' ἀνθρώπων ; Ἐγώ ; ἔκρινα νικᾶν Αἰσχύλον . Τιὴ γὰρ οὔ ; Αἴσχιστον ἔργον προσβλέπεις μ ' εἰργασμένος | ||
| μαγειρικῶς σφάξεις τὸν οἶν . Ἀλλ ' οὐ θέμις . Τιὴ τί δή ; Οὐχ ἥδεται δήπουθεν Εἰρήνη σφαγαῖς , |
| ' ἐν τῆι α τῆς Ἀλεξανδρειάδος . . . Σωτήριχος Ὀασίτης : ἐποποιός , γεγονὼς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ . Ἐγκώμιον εἰς | ||
| , πόλις Αἰγύπτου . τὸ ἐθνικὸν Ἀνυσίτης , ὡς Ὄασις Ὀασίτης . Ἄνωλος , πόλις Λυδίας . ἐκλήθη ἀπὸ Ἀνώλου |
| αὐλῶν ἀνανεῦον πρόσεστιν , αὐλεῖ δὲ τῇ Φρυγίᾳ θεῷ . ἱπποφορβός : Λίβυες μὲν οἱ σκηνῖται τοῦτον εὗρον , χρῶνται | ||
| , ἱπποδαμαστής , πωλοδάμνης , ἱπποκόμος , ἵππων ἐπιμελητής , ἱπποφορβός . εἶτα ἵπποι φορβάδες , ἵπποι ἀγελαῖοι , ἵπποι |
| καταφθείρειν . μεγάλης δὲ δόξης τυχόντα , καὶ γήρᾳ μέλλοντα καταστρέφειν τὸν βίον , ἀρὰν θέσθαι παραστησάμενον τὸν διαδεχόμενον τὴν | ||
| τὸν μὲν νέον καλῶς ζῆν , τὸν δὲ γέροντα καλῶς καταστρέφειν εὐήθης ἐστὶν οὐ μόνον διὰ τὸ τῆς ζωῆς ἀσπαστόν |
| τινος ὄρους καὶ περισπάσας τῆς ὁπλῆς . ὦ χαρίεσς ' Ἀμαρυλλί : ταῦτά φησιν ἀναμνησθεὶς τοῦ ἔρωτος τῆς Ἀμαρυλλίδος . | ||
| κνάκωνα , φυλάσσεο μή τυ κορύψῃ . Ὦ χαρίεσς ' Ἀμαρυλλί , τί μ ' οὐκέτι τοῦτο κατ ' ἄντρον |
| ὅπλων μεγάλην ἐπιφέρων κατάπληξιν Ἄρει παρεμφερὴς ὑπελαμβάνετο , ὁ δὲ Διώξιππος ὑπερ - έχων τε τῇ ῥώμῃ καὶ διὰ τὴν | ||
| τὰς σατραπῶν καὶ βασιλέων κελεύων με δειπνοῦντα προσφέρεσθαι κεφαλάς . Διώξιππος δὲ ὁ Ἀθηναῖος παγκρατιαστὴς τρωθέντος ποτε τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ |
| , ἐπεὶ οὐκ ἠνέσχετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὸ ὀμνύειν τὸν ἵππιον Ποσειδῶ : ἢ διὰ τὸ εἶναι τότε τὴν ἑορτὴν | ||
| καὶ βασιλεύς : θεὸς γὰρ οὗτος τῆς θαλάσσης κρατήσας . ἵππιον λέγει τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὸ ὕδωρ ταχέως καὶ δίκην |
| ' ὅλου σκαλεύει καὶ τὰ κεκρυμμένα ἐρευνᾷ . Ψιλοῦσθαι καὶ πιττοῦσθαι βλάβας καὶ ζημίας σημαίνει . Ἔτι καὶ τοῦτο . | ||
| , ἄφελε , τὸ μύρῳ χρίεσθαι τὰς πολιὰς καὶ τὸ πιττοῦσθαι μόνα ἐκεῖνα . εἰ μὲν γὰρ νόσος τις ἐπείγει |
| δύο ἔχοντα συνεζευγμένους ἵππους ἱμᾶσι χωρὶς ζυγοῦ καὶ τὸν μὲν ἡνιοχοῦντα , τὸν δὲ μαχόμενον . . . ἀμνημονῶ τούτου | ||
| , κεκοσμημένα ἱματίοις καὶ χρυσίοις . Ἐστεφάνωτο δὲ τὰ μὲν ἡνιοχοῦντα παιδάρια πίτυϊ , τὰ δὲ παιδισκάρια κισσῷ . Ἐπῆσαν |
| ' ὅταν τις ἡμῶν μουσικῇ χαίρῃ νέων . ὡρᾳζομένη καὶ θρυπτομένη ἐξεπλάγη γὰρ ἰδὼν στίλβοντα τὰ λάβδα . χήτει τοι | ||
| ἐξιόντι μοι ἄνθρωπος ἀποφρὰς καὶ βλέπων ἀπιστίαν . Ὡρᾳζομένη καὶ θρυπτομένη . Καὶ γὰρ αἰσχρὸν ἀλογίου ' στ ' ὀφλεῖν |
| ἐκεῖνος [ ] ἀνθρώπων [ ] εδοκει ? . [ Λολλιανοῦ ] Φοινεικικῶν ? [ ] [ ] στερ [ | ||
| πολιτικῶν προσειπὼν λόγων καὶ ῥητορικῆς ὄφελος . ὁ ἀνὴρ οὗτος Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατής , Ἡρώδου δὲ οὐκ ἀνήκοος . ἐβίω |
| ἀναγνώσματα . Ἐντατικὸν ποιοῦν καὶ πρὸς πάρεσιν τῶν αἰδοίων . Νάπυος , πάνακος , εὐζώμου σπέρματος ἀνὰ ἑξάγια η , | ||
| εἴρηται . δευτέραν δύναμιν τοῦτο τοῦ πρόσθεν ἔχειν γίνωσκε . Νάπυος πεφρυγμένου καὶ σεσησμένου λεπτοτάτῳ κοσκίνῳ μέρη γ , πεπέρεως |
| τʹ ἐπὶ μῆκος . Ἀπὸ δὲ Ἰκάρου πλοῦς εἰς Σάμον προαριστίδιος . Αὐτῆς δὲ Σάμου στάδια σʹ . Ἐκ Σάμου | ||
| κόλπου μῆκός ἐστιν ἀπὸ στόματος εἰς τὸν μυχὸν Παγασῶν πλοῦς προαριστίδιος . Τὸ δὲ στόμα αὐτοῦ ἐστὶ στάδια εʹ . |
| ἐς ἰσχία πόνους . Ἐν πυρετοῖσι κώφωσις κοιλίην ἐφίστησιν . Ὦτα ψυχρὰ καὶ διαφανέα καὶ συνεσταλμένα , ὀλέθριον . Βόμβος | ||
| περὶ τῶν ἄλλων ζῴων κατὰ τὸ οἰκεῖον ἐκλαμβάνειν δεῖ . Ὦτα ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἔχειν κωφὸν σημαίνει γενέσθαι καὶ τὰ |
| , σύντονα δ ' ἕλκετε τὸν κακοδαίμονα καὶ κατάρατον πατρὸς ἀμπλακίαις . Ζεῦ Ζεῦ , τάδ ' ὁρᾶις ; ὅδ | ||
| ἄταις , Κύρν ' . ἦ καὶ μεγάλαις κεῖται ἐν ἀμπλακίαις . Βουλεύου δὶς καὶ τρίς , ὅ τοί κ |
| ἀφ ' ὧν ὁ Φᾶσις ποταμὸς καταφέρεται : ὅπερ ἀγνοήσας Ἡγησίστρατος ὁ Ἐφέσιος Ἀμαραντίους ἀπέδωκε λειμῶνας τοῦ Φάσιδος διὰ τὸ | ||
| ἐξ ὧν καταφέρεται ὁ Φᾶσις . ὅπερ ἀγνοήσας ὁ Ἐφέσιος Ἡγησίστρατος Ἀμαραντίους λιμένας ἀπέδωκεν τοῦ Φάσιδος διὰ τὸ εὐθαλεῖς εἶναι |
| ἐξαίρετον εἴληφε παρὰ τῆς Ἱπποδαμείας νικήσας τὸν Οἰνόμαον ἕδνον . ἔπελθε . ὕμνησον . ἀκρωτήριον Ἄλιδος : τὴν Πίσαν λέγει | ||
| ἑαυτὸν ἢ πρὸς τὸν χορόν . ἄλλως : ἐπίνειμαι : ἔπελθε . ἡ δὲ παρακέλευσις ἢ ὡς πρὸς ἑαυτὸν ἢ |
| . . . . . λη ∠ ʹ λβ . Σύρτεως μικρᾶς θέσις . Θέαιναι . . . . . | ||
| ἀπὸ τοῦ Ἀμψάγα ποτ . μέχρι τοῦ μυχοῦ τῆς Μεγάλης Σύρτεως , ἧς ἡ περιγραφὴ ἔχει οὕτως : Μετὰ τὰς |
| . Ἐμπρήσαντες δὲ τὸ τεῖχος καὶ τὰς νέας ἀπέπλεον . Ἀπικόμενοι δὲ ἐς Σάμον οἱ Ἕλληνες ἐβουλεύοντο περὶ ἀναστάσιος τῆς | ||
| τῶν πολίων τῶν τὰ ἀμείνω φρονεουσέων περὶ τὴν Ἑλλάδα . Ἀπικόμενοι δὲ ἐπὶ τούτους τῶν Θεσσαλῶν οἱ ἄγγελοι ἔλεγον : |
| εἰκῇ δὲ ] ὡς ἔτυχεν . ἀμερίμνως δὲ ] . καταδαρθέντα ] κοιμηθέντα . καταδαρ - ˘˘˘ ] δίμετρος ὑπερκατάληκτος | ||
| . ἡμμένον ἤτοι ὠξυμμένον ὥστε ἐκτυφλῶσαί σε ὡς τὸν Κύκλωπα καταδαρθέντα ἤτοι κοιμηθέντα , ὃν σὺ μιμῇ . σφηκίσκον : |
| . καταλελειμμένον : Ἐγκαταλειφθέν . . ἐναπολειφθέν . . εἰς σάκταν τινά : ἀρσενικῶς δὲ ὁ σάκτας , ὡς αἱ | ||
| ὀνομάζετε , τὸν ἀλεκτρυόνα δὲ ὀρτάλιχον . τὸν ἰατρὸν δὲ σάκταν , βλέφυραν δὲ τὴν γέφυραν , τῦκα δὲ τὰ |
| οὔτ ' αὐτὸς οὔθ ' ὁ ζύγιος οὔθ ' ὁ σαμφόρας , ἀλλ ' ἐξελῶ ς ' εἰς κόρακας ἐκ | ||
| κοππατίας ἵππους ἐκάλουν οἷς ἐγκεχάρακτο τὸ κ στοιχεῖον , ὡς σαμφόρας τοὺς ἐγκεχαραγμένους τὸ σ . Θ τὸ γὰρ σ |
| . Τὸ ΑΓΧΙΜΟΛΟΝ ἐπίῤῥημά ἐστιν εἰς παρατατικὸν , ἐκ τοῦ μολῶ τὸ παραγίνομαι : σημαίνει δὲ τὸ πλησίον . . | ||
| : καὶ γὰρ ἀντὶ τοῦ Μ παραλαμβάνεται , ὡς τὸ μολῶ μολήσω καὶ τροπῇ τοῦ Μ εἰς Β βολῶ βολήσω |
| κακόν τί σοι δώσοντα . καθεδοῦμαι δ ' ἐνθαδὶ τὸν Λοξίαν αὐτὸν καταλαβών . ὡς ἡδὺ πρᾷος καὶ νεάζων τῷ | ||
| αὑτὸν τῶν τραγημάτων ἔφλα . Καθεδοῦμαι δ ' ἐνθαδὶ τὸν Λοξίαν αὐτὸν καταλαβών . Κόψω τὴν θύραν . Ἀλλ ' |
| Ἡρακλεέων Ἡρακλεῶν , Ἡρακλέεσι Ἡρακλῆσι , Ἡρακλέεας Ἡρακλέας , Ἡρακλέεες Ἡρακλέεις . Ἑνικά . Ἡρακλῆς , Ἡρακλέος Ἡρακλοῦς , Ἡρακλέϊ | ||
| Ἡρακλήοιν , Ἡρακλέεε Ἡρακλέη καὶ Ἡρακλῆε . Πληθυντικά . Ἡρακλέεες Ἡρακλέεις Ἡρακλῆες , Ἡρακλεέων Ἡρακλεῶν Ἡρακλήων : ἰστέον ὅτι διὰ |
| ἐπιλανθάνεσθαι . ἔναγχος δὲ δήπου καὶ πρὸς ἐμὲ ἐπαινῶν τὸν Ἡρακλεώτην ξένον ἐπεί με ἐποίησας ἐπιθυμεῖν αὐτοῦ , συνέστησάς μοι | ||
| ἐπιλανθάνεσθαι . ἔναγχος δὲ δήπου καὶ πρὸς ἐμὲ ἐπαινῶν τὸν Ἡρακλεώτην ξένον ἐπεί με ἐποίησας ἐπιθυμεῖν αὐτοῦ , συνέστησάς μοι |
| δὲ καὶ Φαλωρία καὶ Ναρύκειον καὶ Θρονίτιδες πόλεις Λοκρίδος . Νᾶρυξ : τινὲς δὲ Ναρύκειον τὴν πόλιν φασίν : ἐξ | ||
| ὀκτωκαιδεκάτῳ Ῥωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας . τὸ ἐθνικὸν Ναρνιάτης ὡς Καυλωνιάτης . Νᾶρυξ , πόλις Λοκρίδος , θηλυκῶς λεγομένη . τινὲς δὲ |
| . μὴ τἄρ ' εἶναί μ ' ἐγκριδοπώλην καὶ τὸν κυλλάστιν φθέγγου καὶ τὸν Πετόσιριν . τῶν χοίρων μνοῦς ἔρι | ||
| τῶν ἀνέμων . . , : Αἰγύπτιοι τὸν ὑποξίζοντα ἄρτον κυλλάστιν καλοῦσι . Μνημονεύει δ ' αὐτοῦ Ἀριστοφάνης ἐν Δαναΐσι |
| : θεωρηθήσεται ἄρα διὰ τῆς αὐτῆς διόπτρας Ὑδροχόος δύνων . θεωρείσθω κατὰ τὸ Ε σημεῖον . καὶ ἐπεὶ τὰ Ε | ||
| : ταῦτα οὖν , φησίν , ἐκ τῶν περὶ ἀστρολογίαν θεωρείσθω : καὶ γὰρ ἐκεῖ περὶ τῆς τάξεως τῶν πλανωμένων |
| διάπυρον . . . Θαλῆς δὲ γεώδη . . . κισηροειδῆ δὲ Διογένης . . . ὁ δὲ Ἀριστοτέλης σφαῖραν | ||
| Αἰγὸς ποταμοῖς πυροειδῶς κατενεχθέντα ἀστέρα πέτρινον . , Δ . κισηροειδῆ τὸν ἥλιον , εἰς ὃν ἀπὸ τοῦ αἰθέρος ἀκτῖνες |
| θερμότατα , ψυχρότατα , ξηρότατα , ὑγρότατα , λειότατα , τραχύτατα , εἴκοντα , ἀντίτυπα , μαλακά , σκληρά . | ||
| προεστῶτα : Βιταλιανὸς δὲ ἦν ὄνομα αὐτῷ . τοῦτον ᾔδει τραχύτατα καὶ ὠμότατα πράττοντα , φίλτατόν τε ὄντα καὶ καθωσιωμένον |
| πωλοῦσαν . . λεκυθόπωλις λέγεται ἡ τὰ ὑέλινα ἀγγεῖα κυρίως πωλοῦσα . . τοσουτονὶ : Μέγα . . ἐνέκραγες : | ||
| , εἷς ἀπὸ ἑκάστης φυλῆς , πάντα τὰ δημόσια τέλη πωλοῦσα : ἐπώλει δὲ καὶ τὰ κτήματα τὰ δημευόμενα . |
| τὰ αὐτὰ ταῦτα . ἀποξιφίσαι : ἐξορχήσασθαι . ὁ γὰρ ξιφισμὸς εἶδος ὀρχήσεως . ἀποτυχίσαι : ἀποπελεκῆσαι λίθον , καὶ | ||
| εἶπον . . . ἀποξιφίσασθαι : ἀπορχήσασθαι : ὁ γὰρ ξιφισμὸς εἶδος ὀρχήσεως . . . ἀποτριάσαι : πληγὰς τρεῖς |
| προγόνου Μετώπης ἀπὸ Στυμφήλου πόλεως Ἀρκαδικῆς . ματρομάτορα δὲ τὴν Μετώπην λέγει ὁ Πίνδαρος οὕτω . Μετώπη θυγάτηρ μὲν ἦν | ||
| ' εἶχον καὶ Παρρασίην ἐνέμοντο . ματρομάτορα δὲ λέγει τὴν Μετώπην ὁ Πίνδαρος οὕτω : Μετώπη θυγάτηρ μὲν Λάδωνος τοῦ |
| Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ Νίσαια ἐπίνειόν ἐστιν τῶν Μεγάρων δεκαοκτὼ σταδίους τῆς πόλεως διέχον , σκέλεσιν ἑκατέρωθεν συναπτόμενον πρὸς | ||
| τὸ ἐλθεῖν ἡμᾶς ἐκ Μεσοποταμίας ἀπὸ Λάβαν . Καὶ πληρωθέντων δεκαοκτὼ ἐτῶν , ἐν τεσσαρακοστῷ ἔτει ζωῆς μου , ἐπῆλθεν |
| ὁ ἀχυρών . * * : ˘ ˘ – Ἑκάβην ὀτοτύζουσαν καὶ καόμενον τὸν ἀχυρόν . ἀωρόλειος : ὁ παρὰ | ||
| ἄστυ σῦκα . Ἕξιππα καὶ τέθριππα καὶ ξυνωρίδες . Ἑκάβην ὀτοτύζουσαν καὶ καόμενον τὸν ἀχυρμόν . Ὃς τόνδ ' ἔχεις |
| εἰς Μο η , καὶ τὰ γενόμενα μερίσω παρὰ τὸν Μοι ἐλάσσονα τοῦ βου , ἕξω τὸν αον , κατὰ | ||
| ἀπὸ Μο η ἄρω αὐτόν , καὶ μερίσω παρὰ τὸν Μοι μείζονα τοῦ βου , ἕξω τὸν αον . τετάχθω |
| ἐνωμοτίας διμοιρίαν καὶ τὸν ἡγούμενον τούτου διμοιρίτην . Ξενοφῶν δὲ πόστον μὲν μέρος τοῦ λόχου ἡ ἐνωμοτία ἐστὶν οὐ διασαφεῖ | ||
| τῆς φιλοσοφίας πραγματείαν , ἵν ' εἰδῶμεν τί ἐστι καὶ πόστον μέρος αὐτῆς ἡ φυσικὴ διέξοδος . οἱ μὲν οὖν |
| μείξει κοινωνούσας λέγεις ; Πάνυ μὲν οὖν . Εἰσὶ τοίνυν μείξεις αἱ μὲν κατὰ τὸ σῶμα ἐν αὐτοῖς τοῖς σώμασιν | ||
| : ἡ πολύλαλος . κάπραινα : γυνὴ ἡ ὀργῶσα πρὸς μείξεις . καπρῶντας : ὁρμητικῶς ἔχοντας πρὸς συνουσίαν . κυρίως |
| : ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ : | ||
| : ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ : |
| ἐν εἰρήνῃ καταστήσασθαι τὴν πολιτείαν . ἔοικε δὲ καὶ τῆς Ὀλυμπιακῆς ἐκεχειρίας ἡ ἐπίνοια πρᾴου καὶ πρὸς εἰρήνην οἰκείως ἔχοντος | ||
| τοῦ Κρόνου παῖδα Δία ὑμνεῖν . πιθανώτερον γὰρ τῆς νίκης Ὀλυμπιακῆς οὔσης τὸν Ὀλύμπιον Δία παρὰ τῷ Ὀλυμπιονίκῃ ὑμνεῖσθαι . |