ἔσχατον τὴν ἐπιστήμην : παραινετικὴ πρὸς τὸ σπουδάζειν ἀεί . Πεύκης τρόπον : ἐπὶ τῶν πανωλεθρίᾳ ἀπολλυμένων : ἐπεὶ ἡ | ||
σοφίαν ἔλαχε : παρόσον οἱ πένητες πολλὰς τέχνας ἐπιτηδεύουσιν . Πεύκης τρόπον : ἐπὶ τῶν πανωλεθρίᾳ ἀπολλυμένων . παρόσον ἡ |
λοχήσαντες ἥρπασαν καὶ χρησάμενοι πολλάκις μετὰ τὴν τῆς ὕβρεως πλησμονὴν πανωλεθρίᾳ διέφθειραν , ἐκείνοις ταῦτα πεποιηκόσιν ἔχρησεν ὁ θεὸς μέχρι | ||
πένητες πολλὰς τέχνας ἐπιτηδεύουσιν . Πεύκης τρόπον : ἐπὶ τῶν πανωλεθρίᾳ ἀπολλυμένων . παρόσον ἡ πεύκη κοπεῖσα οὐκέτι φύεται . |
φάρυγγι ἰσχνῇ ἀλγήματα πνιγώδεα , ἀπὸ κεφαλῆς ἀλγηδόνος ὁρμώμενα , σπασμώδεα . Αἱ τραχήλου καὶ μεταφρένου ψύξιες , δοκέουσαι καὶ | ||
Ξυμβαίνει δὲ τοῖσι τοιούτοισι , καὶ ἐμέτους ἐπιγίνεσθαι καὶ τὰ σπασμώδεα ἐπὶ τελευτῇ , καὶ ἐνίους κλαγγώδεας εἶναι , καὶ |
ὡς θεόν , ἀπαθανατίζοντας τὴν Σεμίραμιν . αὕτη μὲν οὖν βασιλεύσασα τῆς Ἀσίας ἁπάσης πλὴν Ἰνδῶν ἐτελεύτησε τὸν προειρημένον τρόπον | ||
ὑπὸ τοῦ υἱοῦ Νινύου ἐτελεύτησεν , ἔτη βιώσασα ξβ , βασιλεύσασα ἔτη μβ . , , : αἱ δὲ τῶν |
οὗ ἡ σῦριγξ . 〛 ὅτι οἱ ἀρχαῖοι καλάμῳ ἀντὶ κερατίου ἐχρῶντο . ἢ ᾔδεσαν μὲν τὸ κέρας , ἀνέφερον | ||
στρεπτὸν καὶ ὅλμον χρυσοῦν . Ὁ δὲ ὅλμος ἐστὶ ποτήριον κερατίου τρόπον εἰργασμένον , ὕψος ὡς πυγωνιαῖον . : Ἐπεὶ |
ὃ νοεῖς μὲν οἶδεν , ὃ δὲ ποιεῖς βλέπει . Ὃν γὰρ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνήσκει νέος . Ὅμοια πόρνη δάκρυα | ||
, τίν ' ἐξήνεγκας , ὦ τέκνον , λόγον ; Ὃν οὐχ οἷόν τε μὴ τελεσθῆναι : τὸ γὰρ φανθὲν |
μέλος . τουτέστιν ὅπως διοδεύσω διὰ τοῦ Δωρίου μέλους . νεοσίγαλον τρόπον : νεοποίκιλτον ἐπινοήσαντι ὑπόθεσιν , τὸ γράψαι εἰς | ||
που ἡ Μοῦσα ἐπῆλθέ μοι τὸ εἰς θεοξένια γράψαι . νεοσίγαλον : νεοποίκιλον . σιγαλῶσαι γὰρ τὸ ἐπιθεῖναι ἐπὶ πᾶσι |
ἂν εἴης αὐτὸς ἀναπληρῶσαι τὸ τὴν ἐμὴν προθυμίαν ἐκφυγόν . Πολὺν τρέμοντες διηγάγομεν χρόνον δεδιότες μή σε ὁ καιρὸς καὶ | ||
Καλλίου , καὶ ὅτι μοιχεύων χρήματα ἐδίδου . γενναῖος : Πολὺν ἔχων ὄλβον . . κατωφαγᾶς : Ὅτε βαρύνεται , |
. ταῦτα τῶν ἐν τοῖϲ νεφροῖϲ λίθων τεκμήρια τελείοιϲ μᾶλλον ἀνδράϲι γινομένων : ἡ δὲ κατὰ κύϲτιν τῶν λίθων πῆξιϲ | ||
τοῦ ϲπαϲθῆναι . γίγνεται δὲ ὁ τοιοῦτοϲ κόποϲ μάλιϲτα εὐχύμοιϲ ἀνδράϲι πονέϲαϲιν οὐκ ὀξέα γυμνάϲια , ἀλλὰ μᾶλλον εὔτονα , |
, ῥεμβόμενος ἐχθροὺς ηὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . παύσασθε νοῦν λέγοντες : | ||
δουλοπρεπέστατα δυσβράκανον δυσθαλής δωδεκέται ἐθέλεχθρον ἐλλοπίδας ἐναύεσθαι ἐπιλησμονή ἐρρῶσθαι εὐζωρότερον εὐθανάτως εὐπινής ἐφετίνδα ἡμίλουτοι θεόθυτα θηλάστριαν ἰωνόκυσος καλαμώμενον κύαθος λαυροστάται |
τὰ ἐν Βοσπόρῳ γενόμενα ἧκεν εἰς τοὺς Μάχλυας καὶ πρῶτος ἀγγείλας αὐτοῖς τὸν φόνον τοῦ βασιλέως , “ Ἡ πόλις | ||
: ἢ ἀντὶ τοῦ , ὦ τιμιώτατον εἰπὼν λόγον . ἀγγείλας : Εἰπὼν , μηνύσας . ἐπῶν : Διὰ τῶν |
οὐκ ἔχει . τὸ σῶμα ; οὐκ ἔχει . ἀλλὰ πολύχρυσος εἶ καὶ πολύχαλκος : τί οὖν σοι κακόν ἐστιν | ||
καὶ μάλιστα τοῦ Δόλωνος : ἦν γὰρ κήρυκος υἱός , πολύχρυσος πολυχαλκός . . . Υ . τοῦ δ ' |
ἔλεξα . ἢν δὲ ἐπὶ τοῖϲι πρώτοιϲι ϲμικρὰ ᾖ , ἀνακωχὴ δὲ ἐϲ μακρὸν ᾖ νομῆϲ , ἄλλα ἐπ ' | ||
ξυμφοραὶ αὐτῷ ἄλλαι ἐπ ' ἄλλαις ξυνηνέχθησαν , οὐδέ τις ἀνακωχὴ ἐγένετο ἐπειδὴ πρῶτον ἐς τὴν ἀρχὴν παρῆλθεν : ἀλλὰ |
κήρυκι τὸν πόδα παρῶ . Κλεῶνος κιθαρῳδοῦ , ὃς ἐκαλεῖτο Βοῦς , ἀκούσας εἶπεν : ὄνος λύρας ἐλέγετο , νῦν | ||
ὃ ἐκλαμβάνεται ἐπὶ τῶν ἐν ἀπορίᾳ τι πράττειν προσποιουμένων . Βοῦς ἐν πόλει : ἐπὶ τῶν θαυμαζομένων . Λυσίας γὰρ |
Ζηνόδοτος γράφει ἐπισσεύεσθον . συγχεῖται δὲ τὸ δυικὸν κατὰ πλειόνων τασσόμενον . . . . . οὐδέ νυ τόν γε | ||
ἐν βουλαῖς ἄχρηστος οὔτε ἐν μάχαις ἀργός , ποιῶν τὸ τασσόμενον , πειθόμενος τοῖς ἄρχουσιν . ἀλλὰ γὰρ οὐκ ἐμὸν |
πανσεληνιακοῦ τόπου καὶ τοῦ ἑπομένου αὐτῷ κέντρου , κατὰ τὸν ὑποδεδειγμένον ἡμῖν τρόπον ἐν τοῖς ἔμπροσθεν περὶ τῶν ἐκλείψεων , | ||
τοῖς ἄλλοις τόποις , ἐὰν ἕτεροι ὦσιν , κατὰ τὸν ὑποδεδειγμένον τρόπον . Τοὺς δὲ τῶν προσνεύσεων τόπους ἐπισκεψόμεθα οὕτως |
ἑπτά . Ἐς Τροφωνίου μεμάντευται : ἐπὶ τῶν σκυθρώπων καὶ ἀγελάστων . Ἐγκιλικίζεται : κακοηθεύεται , κακοποιεῖ : διαβεβόηνται γὰρ | ||
τὸ δέον προφάσει . Εἰς Τροφωνίου μεμάντευται : ἐπὶ τῶν ἀγελάστων . Εἰς μακάρων νήσους : ἐπὶ τῶν εἰς εὐδαίμονά |
τόνδε ἢ τόνδε . πάλιν δὲ τὸ ἡμιόλιον πρὸς τὸ ὑφημιόλιον , τουτέστι τὰ ἓξ πρὸς τὰ τέσσαρα , κατ | ||
λεπτὰ τὸ ἥμισυ τῆς μονάδος καὶ τὰ μ λεπτὰ τὸ ὑφημιόλιον τῆς μονάδος , καὶ ποιῶ τὰ λ παρὰ μ |
οὖν μελεδανθῇ κατὰ τρόπον , ὑγιαίνεται : ἢν δὲ μὴ μελεδανθῇ , αὐτομάτη οὐκ ἐξέρχεται , θάνατον μέντοι οὐκ ἐπάγει | ||
ἀμφὶ τῆσδε ὧδε ἔχει : καί οἱ ξυμβήσεται , ἢν μελεδανθῇ , ὑγιέα γενέσθαι : ἢν δὲ μὴ , χωλὴν |
ἄνθρωποι . ἐπιβρίσαντες : δεσμήσαντες . Οὐρήων : ἡμιόνων . ταλαεργόν : ἐργοπόνον , ἀχθοφόρον : γράφεται τίνων ταλαεργῶν . | ||
ἄνθρωποι . ἐπιβρίσαντες : δεσμήσαντες . Οὐρήων : ἡμιόνων . ταλαεργόν : ἐργοπόνον , ἀχθοφόρον : γράφεται τίνων ταλαεργῶν . |
τὸν ἀκρατῆ ἐπὶ τὴν γαστρὸς νενευκότα ἡδονήν : οὗτος τὸν πολὺν ἄκρατον καὶ τῶν σιτίων τὴν παρασκευὴν ἀποδέχεται ὡς ἀγαθόν | ||
ῥεύματα , ὥστε πολλοὺς οἶδα ἀπὸ μιᾶς ἰαθέντας , καίτοι πολὺν χρόνον ῥευματισθέντας . καὶ οὐ δεῖ τὸ βοήθημα τοῦτο |
οὐ μὴν ἅπασα λέξις ἡ καθ ' ἓν μόριον λόγου ταττομένη ἐπὶ τῆς αὐτῆς λέγεται τάσεως , ἀλλὰ ἣ μὲν | ||
, Μεγαρέων δάκρυα ἔλεγον . Μετὰ Λέσβιον ᾠδόν : παροιμία ταττομένη ἐπὶ τοῖς τὰ δεύτερα φερομένοις , ἐξ αἰτίας τοιᾶσδε |
συμπτωμάτων θεωρουμένων , συμβαίνει δίδυμα γενέσθαι : ὡσαύτως περὶ τῶν διδυμογόνων ἐπεξῆλθεν . ἐὰν οὖν , φησίν , ὑπὸ δύσιν | ||
περὶ ἀδελφῶν . περὶ ἀρρενικῶν καὶ θηλυκῶν γενέσεων . περὶ διδυμογόνων . περὶ τεράτων . περὶ ἀτρόφων . περὶ χρόνων |
εἴποις ἂν κοίλην , ὑπτίαν , ἑλώδη , εὐέφοδον , εὐάλωτον , ἣν ἐξ ἐπιδρομῆς ἄν τις ἕλοι : τὴν | ||
οὐ γὰρ Τηριδάτην ἡμῖν ἐκήλησεν οὐδὲ Ἀρμένιον ἄνθρωπον εὐκαταγώνιστον καὶ εὐάλωτον καὶ προσέτι γε ἐκ τῶν ἐκείνῃ βαρβάρων , οἷς |
γούνασιν εὐφόρτοισι καὶ ἔγκασι κουφοτέροισι . Κερδὼ δ ' οὔτε λόχοισιν ἁλώσιμος οὔτε βρόχοισιν οὔτε λίνοις : δεινὴ γὰρ ἐπιφροσύνῃσι | ||
: τοὶ δ ' αὖτε κατὰ στίχας : οἱ δὲ λόχοισιν εἴκελοι ἢ δεκάδεσσιν : ὁ δ ' ἔρχεται οἶος |
Ὅτι κατὰ τὴν Ἀσίαν ἐπικρατοῦντος Μιθριδάτου καὶ τῶν πόλεων ἀφισταμένων ἀκατασχέτως ἀπὸ Ῥωμαίων , οἱ ἐν τῇ Λέσβῳ διέγνωσαν οὐ | ||
μάλα γε ἀκρατεῖ συνέχεται καὶ ἐκφρύγεται καὶ βοᾷ , καὶ ἀκατασχέτως ὁρμᾷ καὶ ἐπὶ παιδικὰ αἴσχιστα καὶ ἐπὶ γυναῖκα ἀφήλικα |
Πολιάς , ἐλθέ μοι κατὰ τῶν ἀλαζόνων σύμμαχος ἀναμνησθεῖσα ὁπόσα ἐπιορκούντων ὁσημέραι ἀκούεις αὐτῶν : καὶ ἃ πράττουσι δὲ μόνη | ||
. πλὴν ὑπ ' ἀσχολίας τε καὶ θορύβου πολλοῦ τῶν ἐπιορκούντων καὶ βιαζομένων καὶ ἁρπαζόντων , ἔτι δὲ καὶ φόβου |
τριῶν παρελθόντων παρέλαβε τὴν τῶν Λατίνων βασιλείαν , καὶ κατασχὼν τριετῆ χρόνον ἐξ ἀνθρώπων ἠφανίσθη καὶ τιμῶν ἔτυχεν ἀθανάτων . | ||
ηʹ καὶ διὰ τῶν ἴσων ἐπισφίγγειν πάλιν ; ὅταν δὲ τριετῆ γένηται τὰ στελέχη , ὀρύξαι παρὰ τὴν ῥίζαν τοῦ |
οὐκ ἄλλης τινὸς ἢ σοῦ ταῦτα γνωρίζεις πάθη . . οἰστρήσασα ] ὑπὸ οἴστρου βακχευθεῖσα . . μέγαν κόλπον Ῥέας | ||
συλλαμβάνοντες ἐν δεσμοῖς εἶχον . ἔλεγον οὖν ” ὥσπερ βοῦς οἰστρήσασα διαφεύγει ” * * * * καὶ τελευταῖον ἐμπόροις |
στρατιώτας , ὡς ἀδίκως καὶ ὁ πατὴρ ἀποθάνοι καὶ αὐτὸς ἐπιβουλεύοιτο . Ταῦτα λέγοντος οἱ μὲν ἐκ τῆς βουλῆς οὐ | ||
καὶ ὁ Βλάτιος οἰκτισάμενος τότε μάλιστα ἀξιοπίστως εἶπεν , ὡς ἐπιβουλεύοιτο ὑπ ' ἐχθροῦ τεχνίτου . “ τοῦτο δ ' |
[ ὁρῶ ; τί βούλει , τηθία ; τί μοι λαλεῖϲ ; πατὴρ ἐμόϲ ; ποῦ ; παιδίον , Κράτεια | ||
τί ] φήιϲ ; πέπονθαϲ ἀγάθ ' ; ὑπὲρ ταύτηϲ λαλεῖϲ [ ; ! ] ν ? ἔλεγ ' ἐμοὶ |
ἐν ἐπιστολῇ μειρακιῶδες . κύκλον δὲ ἀποτορνεύειν ἐν μὲν ταῖς βραχυτέραις τῶν ἐπιστολῶν ξυγχωρῶ , ἵνα τούτῳ γοῦν ἡ βραχυλογία | ||
συμβαίνει : κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπὶ μὲν ταῖς βραχυτέραις ὀξυτέραν , βαρυτέραν δ ' ἐπὶ ταῖς μακροτέραις . |
μεμφομένων τινῶν Ἑκαταῖον τὸν σοφιστήν , ὅτι παραληφθεὶς εἰς τὸ συσσίτιον οὐδὲν ἔλεγεν : ὁ εἰδώς , ἔφη , λόγον | ||
ἰχθύδι ' ὀπτᾶν . τί σὺ λέγεις ; ἰχθύδια ; συσσίτιον μέλλεις νοσηλεύειν ; ὅσον ἀκροκώλι ' ἕψειν ῥύγχη , |
Γ * [ τῷ Ἀριστοφάνει ] ὁ Κλέων , ὅτι ἐκωμῳδεῖτο ὑπ ' αὐτοῦ : ἄδηλον δέ , εἰ μετὰ | ||
ὑποθέσεις καὶ φοβεροῖς προσωπείοις χρῆσθαι . ἐδόκει δὲ κροτεῖσθαι . ἐκωμῳδεῖτο δὲ ὡς πάνυ κομῶν . διόπερ Ἄϊδος κυνῆν ἔφη |
πανταχοῦ δὲ λεγόμενον σημεῖον δημόσιον χειμέριον , ὅταν σύες περὶ φορυτοῦ μάχωνται καὶ φύρωσιν . . σύες φορυτῶι ἔπι μαργαίνουσαι | ||
ἄπλετόν ἐστι τὴν ἰσχύν . κοιμίζεται δὲ καὶ ἀφανίζεται πολλοῦ φορυτοῦ καταχυθέντος . λέγει ὁ Κνίδιος Κτησίας ταῦτα . Ἡ |
ἑξήκοντα πλεῖστον ἢ πεντήκοντα ἢ ἑκατὸν ἀμφοτέροις , ἐάνπερ ἡ δᾷς τυγχάνῃ πίειρα . συνθέντες οὖν αὐτὴν οὕτως καὶ κατασκεπάσαντες | ||
. . ἀκατάληκτον . ἔργον ] χρεία , πρᾶγμα . δᾷς ] δᾳδίον , λαμπάς . ἱέναι ] διδόναι . |
ἀπειρίτου καὶ ἀπολεμήτου διὰ τὸ ἰσχυρὸν τοῦ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου καὶ κτυποῦντος . ἐλεδεμνάς τε : καὶ ὁ ἐλαύνων | ||
τὸν ποταμὸν παρὰ τὸ ὠκέως νάειν . καὶ γὰρ ἄνωθεν κατερχομένου τοῦ ἀτμοῦ , τοῦ ἐκ τῆς γῆς ἀναχθέντος , |
τῆς πράξεως ὑποκοριζόμενοι τὸν τόπον καλοῦσιν [ γυναικῶν ἀγῶνα ] Γλυκὺν Ἀγκῶνα . οὐ μόνον δὲ Λυδῶν γυναῖκες ἄφετοι οὖσαι | ||
μεταβολὴ διαλύει σῶμα , καὶ ἑφθότητα καὶ καρηβαρίην ἐμποιέει . Γλυκὺν δὲ οἶνον καὶ οἰνώδεα καὶ λευκὸν καὶ μέλανα , |
πατρίδος , διὰ τὴν ὠμότητα καὶ βίαν ὑπὸ τῶν Καρρηνῶν πανοικίᾳ ἐνεπρήσθη . : Νικόλαος δ ' ὁ Δαμασκηνὸς ἐν | ||
ἐπιείκειαν ἄνδρες τε αὐτῷ προσετίθεντο πολλοὶ καὶ ἀγαθοὶ δυνάμεις ἀξιοχρέους πανοικίᾳ μετανισταμένας ἐπαγόμενοι , ὧν ἐφ ' ἑνὸς ἡγεμόνος ἐκ |
μηνύουσιν , ἠχοῦσιν . κινύρονται ] πέμπουσι , σημαίνουσι . κιννύρονται ] ἀπηχοῦσι . κιννύρονται ] ἠχοῦσιν . θ κιννύρονται | ||
γενύων ] στομάτων . θ ἱππείων ] ἱππικῶν . θ κιννύρονται ] βοῶσι , μηνύουσιν , ἠχοῦσιν . κινύρονται ] |
μανικῷ . Δαϊζομένοιο : κοπτομένου . καταῤῥεῖ : κατέρχεται . καταῤῥέει : καταπίπτει , κατακόπτει . ἅψεα : μέλη . | ||
ἃ τὸ αἷμα διεφθάρη . Ἐς δὲ τὰ δεξιὰ μᾶλλον καταῤῥέει ἢ ἐς τὰ ἀριστερὰ , ὅτι αἱ φλέβες εἰσὶ |
κιθαρῳδὸς ἦν ἄριστος : τὸ γένος ἦν ἀπὸ Τερπάνδρου . Ἤκμασε δ ' ἐν τῇ Ἑλλάδι κατὰ τὰ Μηδικά . | ||
ἀφ ' ὧν τὰς ὑποθέσεις πάντες ὁμοίως μελετήσαντες φαίνονται . Ἤκμασε δὲ καθ ' ὑπερβολὴν ἐν τῇ δημαγωγίᾳ κατὰ τὸν |
ἐκάθευδεν . ἐπεὶ δὲ διυπνίσθη καὶ ἐθεάσατο τὸν Κῦρον , περιπλακεῖσα αὐτῷ κατὰ τὸν συνήθη τρόπον ἐφιλοφρονεῖτο αὐτόν . ὃ | ||
Ἀχιλλέως ἱκέτευσεν λαβεῖν τὸ τοῦ Ἕκτορος σῶμα . Πολυξένη δὲ περιπλακεῖσα τοῖς ποσὶ τοῦ Ἀχιλλέως ἐδέετο δουλεύειν αὐτῶι καὶ παραμένειν |
περίπλουν ἀπὸ Κανῆς καὶ τῆς Εὐδαίμονος Ἀραβίας οἱ μὲν * μικροτέροις πλοίοις περικολπίζοντες ἔπλεον , πρῶτος δὲ Ἵππαλος κυβερνήτης , | ||
' ἂν τοὺς ὁμοίους μὲν κατὰ τὸ ὄνομα , ἐπὶ μικροτέροις δὲ ἐγκαλουμένους τιμωρίας τυχόντας ἀποδείξωμεν : καθόλου γὰρ τὰς |
γηρῶν ἐνδεής του γίνεται , ῥεμβόμενος ἐχθροὺς εὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . | ||
γηρῶν ἐνδεής που γίνεται , ῥεμβόμενος ἐχθροὺς ηὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . |
εἷς ὀβολός : εἰσπήδησον : οὐκ ἔστ ' οὐδὲ εἷς ἀκκισμός , οὐδὲ λῆρος , οὐδ ' ὑφήρπασεν , ἀλλ | ||
Ἀττικοί , ὡς Θουκυδίδης ἐν αʹ , παραχρῆμα Ἕλληνες . ἀκκισμός Ἀττικοί , προσποίησις Ἕλληνες . ἀκέστρια Ἀττικοί , ἠπήτρια |
κρίναντες διακριθῆναι , Πομπήιος μὲν τῆς Περπέννα στρατηγίας κατεφρόνει , Περπέννας δ ' ὡς οὐ πιστῷ χρησόμενος ἐς πολὺ τῷ | ||
ἂν οὐδὲ χειρῶν ἀπέσχοντο , εἰ μὴ περιθέων αὐτοὺς ὁ Περπέννας τοὺς μὲν δώροις ὑπηγάγετο , τοὺς δ ' ὑποσχέσεσι |
κατάραις „ εἶπεν ” ἐχθρῶν μετακληθεὶς εὐχὰς τιθέμενος ἐκείνοις οὐκ ἐρυθριᾷς ; ἐλελήθειν ἄρ ' ἐμαυτὸν ἀπατῶν ὡς ἐπὶ φίλῳ | ||
οἴκων οὕτως ἀνεῖλον , ὡς μηδὲ οἰκήσεσθαι αὐτοὺς ἔτι . ἐρυθριᾷς , Δημήτριε , τούτων ἀκούων , ὁρῶ γάρ . |
ἐπὶ τῶν παρὰ δόξαν καὶ ἐλπίδα συμβαινόντων . Πρὸς κενὸν ψάλλεις : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Πρίν κεν δύο | ||
ἐν κακοῖς ὄντα ἀκριβολογεῖσθαι . Κακὸν κακῷ ἕπεται . Κενὴν ψάλλεις : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Κέρδος αἰσχύνης ἄμεινον |
: τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος ὁ τριπλόος καὶ ἐκ τρίτου ᾀδόμενος καλλίνικος φωνᾶεν καὶ φωνηθὲν ἐν τῇ Ὀλυμπίᾳ τῷ Ἐφαρμόστῳ | ||
προδοσίας καὶ δικασταί . ἕτερος μὲν οὖν ἴσως ἐπὶ τοιούτοις ᾀδόμενος ἔργοις τὸν ὑπόλοιπον βίον ἐξέδωκεν ἂν εἰς ἡδονὰς καὶ |
λεγομένων . Ἀεὶ ὁ πόρνος λέγει τὸν σώφρονα πόρνον . Ἀργύρου κρῆναι λαλοῦσιν : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον ἐμφανιζομένων ἢ | ||
, φησί , χωλὸς ὑφεῖ : ἀντὶ τοῦ συνουσιάζει . Ἀργύρου κρῆναι καλοῦσιν : ἐπὶ τῶν ἀπαιδεύτων , δι ' |
. ἐσχημάτισται ] ἐζωγράφηται . Ξ ἐσχημάτισται ] ηὐτρέπισται , ἐζωγράφηται . ἐσχημάτισται ] σῆμα ἔχει . ἐσχημάτισται ] τετύπωται | ||
ἐσχημάτισται δ ' ἀσπίς : ἡ ἀσπὶς δὲ τοῦ Ἐτεόκλου ἐζωγράφηται οὐ μικρὸν τρόπον , ἤτοι οὐ λιτῶς καὶ εὐτελῶς |
ὑπ ' Αἰγίσθου παθών , ὅς μου κατέκτα πατέρα χἠ πανώλεθρος μήτηρ . ἀφῖγμαι δ ' ἐκ θεοῦ μυστηρίων Ἀργεῖον | ||
Βακτρίων ] τῶν . ἔρρει ] ἐφθάρη . πανώλης ] πανώλεθρος . οὐδὲ ] ἐφθάρη ἀλλὰ πᾶσα ἡ νεότης . |
Λικριφίς : ἔστιν ἐπίρρημα , καὶ σημαίνει τὸ πλαγίως . λέχριον γὰρ τὸ πλάγιον οἱονεὶ λεχριφίς . Λιλαίω : ἀπὸ | ||
οὐκ ὀρθόν , ἀλλὰ κατὰ μικρὸν αὐξόμενον . τὸ δὲ λέχριον φέρων νεῦμα ποδῶν σποράδην , ὅτι πλάγιον καὶ ἀσαφὲς |
τῶν ἤτοι δοιοὶ μὲν ἐπηρέτμοισι πόνοισι μέμβλονται , τρίτατος δὲ δολόφρονα μῆτιν ὑφαίνει . θῆλυν ἀναψάμενος σύρει σκάρον ἀκροτάτοιο χείλεος | ||
ὅ γ ' ἁρπάγδην κεχαρημένος εἰλαπινάζει δαῖτα φίλην σαίνει τε δολόφρονα θηρητῆρα . ὡς δὲ φιλοξείνοιο μετ ' ἀνέρος οἰκία |
δὲ ὁ Ἀριστείδης νέος ὢν πικροτάτην λέγεται νενοσηκέναι νόσον : ἐπιληπτικὸν γὰρ αὐτὸν λέγουσι γεγονέναι , καὶ τὸ τῶν λόγων | ||
μὴ οὕτως σαφηνισθείη , ὅτι ποτὲ γίνεται χρόνιον νόσημα ἢ ἐπιληπτικὸν ἢ τεταρταϊκὸν , καὶ συνοῖδεν ἡ τέχνη φλεβοτομίᾳ χρήσασθαι |
πτερόεντα καταστάσω ἀν ' αἰθέρ ' , ἢ γᾶς ὑπὸ κεῦθος ἄφαντον ἐξαμαυρωθῶ ; ἰώ μοί μοι . κακὰ φανήσεται | ||
καταστάσω ; ἀν ' αἰθέρ ' ; ἢ γᾶς ὑπὸ κεῦθος ἄφαντον ἐξαμαυρωθῶ ; ἰώ μοί μοι , κακὰ φανήσεται |
. . εἰσδὺς : Λάθρα ὑπεισελθών : τοῦτο γὰρ τὸ εἰσδὺς σημαίνει . . . εἰσελθών . . 〚 ἁπαξάπαντα | ||
τῶν ἐχόντων οὐσίας σκώληκες . εἰς οὖν ἄκακον ἀνθρώπου τρόπον εἰσδὺς ἕκαστος ἐσθίει καθήμενος , ἕως ἂν ὥσπερ πυρὸν ἀποδείξῃ |
. 〛 ἰστέον ὅτι τὸ ἰήκοπον οὐ πελάθεις ἐπ ' ἀρωγὰν παίζων πανταχοῦ ἐπιφέρει , κυρίως ἐκείνων τῶν ἰαμβείων ὂν | ||
. γυναικοποίνων ] τῶν εἰσπραξομένων ποινὰς ὑπὲρ τῆς Ἑλένης . ἀρωγὰν ] βοήθειαν . προτέλεια ] προθύματα ἀπὸ τῶν θυμάτων |
Ἀχαιοί . ἀμφὶ δέ ς ' ἔστησαν κοῦραι ἁλίοιο γέροντος οἴκτρ ' ὀλοφυρόμεναι , περὶ δ ' ἄμβροτα εἵματα ἕσσαν | ||
ἀλλ ' ἄρ ' ἐπ ' οὐδοῦ ἷζε πολυκμήτου θαλάμοιο οἴκτρ ' ὀλοφυρομένη : περὶ δὲ δμῳαὶ μινύριζον πᾶσαι , |
τὸ δεξιὸν τοῦ Ἀλεξάνδρου οἵ τε Σκύθαι ἱππεῖς καὶ τῶν Βακτριανῶν ἐς χιλίους καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα ἑκατόν . οἱ δὲ | ||
Βακτριανοί , μικρὸν δ ' ὅμως ἡμερώτερα ἦν τὰ τῶν Βακτριανῶν , ἀλλὰ καὶ περὶ τούτων οὐ τὰ βέλτιστα λέγουσιν |
πονηρία . ἅπαντα δοῦλα τοῦ φρονεῖν καθίσταται . τυφλόν τι τἀνόητον εἶναί μοι δοκεῖ . ἀνδρὸς τὰ προσπίπτοντα γενναίως φέρειν | ||
, ἃ καὶ λέγειν ὀκνοῦμεν οἱ πεπραχότες . τυφλόν τι τἀνόητον εἶναί μοι δοκεῖ . εὐηθία μοι φαίνεται , Φιλουμένη |
τῶν ἄνω καὶ ἠρεμεῖν οὐκ ἀνέχεται καὶ ὀδυνᾶται ὡς ἔτι κατεχομένη ἐνταῦθα , ἐφιεμένη δὲ ἐκείνων . Ὅρα δὲ πόσαις | ||
ψυχὴ ἐνταῦθα ἐπιθυμεῖ μὲν τῶν ἐκεῖ καὶ ἔχει ἔρωτα , κατεχομένη δὲ ὑπὸ τῆς γενέσεως ἔτι εἰκότως ὀδυνᾶται : ὅθεν |
ὠφελῶνται οἱ κάμνοντες . καί μιν καλύπτει : μῶν χαραδριὸν περνάς ; ὥς φησιν Ἱππῶναξ . λέγεις οἷον κτλ . | ||
. ἀλλ ' εἲς πονηρός , Κότταλε , ὤστε καὶ περνάς οὐδείς ς ' ἐπαινέσειεν , οὐδ ' ὄκου χώρης |
τῶν δριμέων ὁ κίων . ἢν δὲ ἔμπυοϲ ὅδε ὁ χῶροϲ γένηται , μετεξετέροιϲι ἠδὲ τὰ τῆϲ ὑπερώηϲ ὀϲτέα ἐφθάρη | ||
ἐνθάδε γὰρ τῆϲ ζωῆϲ ἐϲτὶ ἡ ἀρχή : κεφαλὴ δὲ χῶροϲ μὲν αἰϲθήϲιοϲ καὶ νεύρων ἀφέϲιοϲ : αἷμα δὲ παρὰ |
ἀρχομένης νυκτός , προστάξαντές σφισι κατοπτεῦσαί τε τὰ τῶν Θεσσαλῶν ὅντινα ἀφανέστατον δύναιντο τρόπον καὶ αὖθις ἐς τὸ στράτευμα ἐπανήκειν | ||
δὴ παρεσκευασμένοι πίνειν τρόπον ἐστὲ νυνί , λέγεθ ' . ὅντινα τρόπον ἡμεῖς ; τοιοῦτον οἷον ἂν καὶ σοὶ δοκῇ |
καθάπερ ἐν δανείοις ἀπόδοσιν , καὶ θεράπουσι μὲν εἰς ὑπηρεσίαν φιλοδέσποτον , δεσπόταις δ ' εἰς ἠπιότητα καὶ πρᾳότητα , | ||
βασιλέως . ἀπίωμεν πρὸς αὐτήν : ἄγε με , Πλαγγόνιον φιλοδέσποτον . ” Ἀναδραμὼν δὲ εἰς τὰ ὑπερῷα τὸ μὲν |
ὅτι οὐκ ἔστι δυνατὸν εἰς πάντας τοὺς ἐπαίνους χωρεῖν τοῦ Τιμασάρχου . ἐπάγει γοῦν , ὅτι οὐκ ἔστι δυνατὸν τὸν | ||
ἐστὶ τὸ γένος Ἀθηναῖος . ταῦτα δέ φησιν ὡς τοῦ Τιμασάρχου ὑπὸ τοῦ Μελησίου ἀληλιμμένου . ἔφεδρος οὖν τοῖς ἐχθροῖς |
, τὰ δὲ μικρὰ αὐτῶν : εἰ δὲ βούλεσθε , κἀ - κεῖνα λάβετε . πάλιν οὖν ἠγανάκτει καὶ ἔφη | ||
γούνατα πίπτω πλήθριον . κὠ τοξότας Ἡρακλέης κάλλιστ ' ὑπαυλῆν κἀ μεγασθενὴς Ἀσαναία Μελάμποδά τ ' Ἁρπόλυκόν τε ἄρχοι μὲν |
αος κς , ὁ δὲ βος ρλϚ . κε . Δοθέντα ἀριθμὸν διελεῖν εἰς τρεῖς ἀριθμούς , ὅπως ὁ ἐξ | ||
τὸ δὲ μόριον ΜαΜΥ˙ ͵ϚτβΜΥ˙ Μο ͵αωκδ . κ . Δοθέντα ἀριθμὸν διελεῖν εἰς δύο ἀριθμοὺς καὶ προσευρεῖν αὐτοῖς τετράγωνον |
ἡμῖν ὁ ὁρμαθὸς οὗτος τῶν ἀγαθῶν ἀνεπίληπτος χορηγῆται καὶ μὴ συγχωρῶμεν ἀπομισήσασαν τὰ ἀνθρώπινα ἀναπτάσθαι εἰς τὸν οὐρανόν , ἀλλὰ | ||
λέγει ὃ καὶ ἐπάγει , „ ὅταν τὸ μὲν πρᾶγμα συγχωρῶμεν , ἓν δὲ τούτων αἰτιώμεθα μεταλαμβάνοντες : ” εἰ |
[ ] ἐστι , μᾶλλον δὲ καὶ μάχονται πρὸς τοὺς ἐπόχους αὐρι . . . . . καὶ ὅσον τὸ | ||
ἡ πολύχρυσος πάμμεικτον ὄχλον πέμπει σύρδην , ναῶν τ ' ἐπόχους καὶ τοξουλκῷ λήματι πιστούς : τὸ μαχαιροφόρον τ ' |
θεὸς ἀναφανείς : ἐπὶ τῶν φαινομένων ἀπροσδοκήτως εἰς σωτηρίαν . Ἀπόλογος Ἀλκίνου : ἐπὶ τῶν φλυάρων καὶ μακρὸν ἀποτεινόντων λόγον | ||
Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου : ἐπὶ τῶν φλυάρων καὶ μακρὸν ἀποτεινόντων λόγον |
εἶπον , καὶ μεθυσθεὶς ἀνὴρ τυραννικόν τι φρόνημα ἴσχει ; Ἴσχει γάρ . Καὶ μὴν ὅ γε μαινόμενος καὶ ὑποκεκινηκὼς | ||
ὧν οὗτος τείνεται . τένοντος : τοῦ ἐξηπλωμένου νεύρου . Ἴσχει : κρατεῖ . ἐμπεφυώς : ἐμπλακεὶς , περιπλακεὶς , |
τόνδε μολοβρὸν ἄγεις , ἀμέγαρτε συβῶτα , πτωχὸν ἀνιηρόν , δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα ; ὃς πολλῇς φλιῇσι παραστὰς φλίψεται ὤμους , | ||
ἢ ἀπὸ τοῦ πτώσσειν , ὡς Ὅμηρος : πτωχὸν ἀνιηρὸν δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα , καὶ ἐτυμολογῶν φησιν ἀλλὰ πτώσσων βούλεται αἰτίζων |
: Θρᾷξ εὐγενὴς εἶ πρὸς ἅλας ὠνημένος . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἄλλοι κάμον , ἄλλοι | ||
μὲν ἑαυτοὺς τρέφειν , ἄλλους δὲ ἐπαγγελλομένων . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἅμαξα τὸν βοῦν ἕλκει |
〛 ἢ δυσγενὴς ὢν : Τὸ λοιπὸν τοῦ ἰάμβου πλουσίαν ἀροῖ πλάκα . 〚 ὑφέσθαι δὲ , 〛 ὑποχωρῆσαι , | ||
; . . διάθεσις . Οὑτοσὶ δὲ πυροὺς ἐπὶ καλάμῃ ἀροῖ . . . ἐπὶ καλάμῃ ἀροῦν . Ἀναγκαῖόν μοι |
τῆς ἐννοίας λόγον ποιήσομαι . Ἔστιν οὖν ἐπίρρημα μὲν λέξις ἄκλιτος , κατηγοροῦσα τῶν ἐν τοῖς ῥήμασιν ἐγκλίσεων καθόλου ἢ | ||
αἰτιατικὴ νοείσθω ἐκ τοῦ ἔτυψα . ] οὐχὶ οὖν γενήσεται ἄκλιτος ἡ ἐμαυτός κατὰ μὲν τὸ τέλος διὰ τὸ ῥῆμα |
καὶ ὁ Συρρεντῖνος ἐνάμιλλος καθίσταται τούτοις , νεωστὶ πειρασθεὶς ὅτι παλαίωσιν δέχεται . ὡς δ ' αὕτως εὐέλαιός ἐστι καὶ | ||
δὲ , ὀργὴ θυμὸν ἐπιτηροῦσα . μῆνις δὲ ὀργὴ εἰς παλαίωσιν ἀποτιθεμένη . χόλος δὲ , ὀργὴ διοιδοῦσα . ὀργὴ |
βλέπουσι τῶν ἀλωπέκων : ἐπὶ τῶν λανθάνειν μὴ δυναμένων . Ὀξύτερον Λυγκέως βλέπει : ἐπὶ τῶν τὰ πόῤῥωθεν ἀκριβῶς βλεπόντων | ||
τῷ ἐλαίῳ ἄνηθον , πήγανον , ἀλθαίαν , ἀρτεμισίαν . Ὀξύτερον δὲ πεπονθότων τῶν νεφρῶν , καὶ σφοδροτέρας οὔσης ὀδύνης |
σοῦ , αὐτὴ δέ σοι καὶ ἀργύριον δώσω καὶ τὴν παραπομπὴν ἐπισκευάσω . Δυνήσῃ δὲ πρὸ τοῦ πυθέσθαι τινὰ ἐπιβὰς | ||
μετ ' αὐτοῦ ἀποσταλέντα σκάφη εἴκοσι ἐπὶ τὴν τοῦ σίτου παραπομπὴν εἰς Ἑλλήσποντον ὁ παρὰ Φιλίππου στρατηγὸς Ἀμύντας καταγήοχεν εἰς |
δεσμὰ καὶ βρόχους λαβὼν χεροῖν : εἰ μὴ γὰρ οἶδμα νήνεμον γενήσεται , οὐκ ἔστιν ἐλπὶς τοῖς ξένοις σωτηρίας . | ||
τῶν ἀνηκουστούντων : ὡς καί : Ἀνέμῳ διαλέγῃ . Αἰθέρα νήνεμον αἱρήσεις : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων ἐπ ' ἀνηνύτοις |
καὶ ὠνομάζετο ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων Στρατηγὶς , ἥν φησιν Ἑλλάνικος Ἠλεκτρυώνην καλεῖσθαι . Ἐγέννησε δὲ τρεῖς παῖδας , Δάρδανον , | ||
καὶ ὠνομάζετο ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων Στρατηγίς : ἥν φησιν Ἑλλάνικος Ἠλεκτρυώνην καλεῖσθαι . ἐγέννησε δὲ γʹ παῖδας : Δάρδανον τὸν |
ἔην δολιχὸς πλόος , οὐδὲ γαλήνης δηρὸν ἐρεσσομένων ἠκούετο δοῦπος ἐρετμῶν , καὶ χθονὸς εὐκόλποισιν ἐπ ' ἠιόνεσσι βαλόντες πείσματα | ||
ἤτοι πρῶτον μὲν ἐπασσυτέραις βολίδεσσι κοντῶν τε ῥιπῇσι καὶ αἰκίῃσιν ἐρετμῶν εἱλεῦσιν νεπόδων δειλὰς στίχας εἰς ἕνα χῶρον κοιλοφυῆ , |
, καὶ ἐμπιμπράντες , ὅσα λείποιεν , τοῦ μηδὲν ἔτι Λούκουλλον εὑρεῖν . ὃ δὲ πολλὴν γῆν ἔρημον ὁδεύσας ἔς | ||
ἐν τούτῳ Σκύθης , ὄνομα Ὁλκάβας , αὐτόμολος ὢν ἐς Λούκουλλον ἐκ πολλοῦ καὶ παρὰ τήνδε τὴν ἱππομαχίαν πολλοὺς περισώσας |
ἐῆος . ” ἐθάμιζεν ἐπύκναζεν : “ ἐπεὶ οὔτι κακιζόμενος ἐθάμιζεν . ” ἔθεεν ἔτρεχεν . ἐθελοντῆρας ἑκουσίους . ἔθειραι | ||
“ εἰ δύνασαί γε , περίσχεο παιδὸς ἐῆος . ” ἐθάμιζεν ἐπύκναζεν : “ ἐπεὶ οὔτι κακιζόμενος ἐθάμιζεν . ” |
καὶ ταῖς ἐκδήμοις στρατιαῖς ἕπονται γῦπες , καὶ μάλα γε μαντικῶς ὅτι ἐς πόλεμον χωροῦσιν εἰδότες , καὶ ὅτι μάχη | ||
, καὶ ἐπὶ πᾶσι τὸν τριπόθητον ἡμῖν θρίαμβον . οὕτω μαντικῶς ἅμα ἔχων ἔσπευδεν ἤδη πρὸς τὸ τέλος τῆς γραφῆς |
αὐτὴν φήσουσι ποιῆσαι νεύσασαν , οὐκ ἦν δηλονότι ὅπου ἂν ἔνευσεν , οὐδ ' αὐτὸ τὸ σκότος αἴτιον τῆς νεύσεως | ||
εὔξασθαι ἔφρασε καὶ εἶπε τοῖς παρεστῶσιν ἐν ὄσσοις , τουτέστιν ἔνευσεν αὐτοῖς ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς , δίκην καὶ τρόπον χιμαίρας |
, ἔλεγε , Παρακύψεως ὄνου . Ἐπὶ τῶν καταγελάστως οὖν συκοφαντουμένων εἴρηται ἡ παροιμία . Οὐδὲν πρὸς τὸν Διόνυσον : | ||
ὑφέξει κἂν ὄνος δάκῃ κύνα : ἐπὶ τῶν ἐπὶ μικροῖς συκοφαντουμένων . Διὸς Κόρινθος : παροιμία ἐπὶ τῶν τὰ αὐτὰ |
ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν “ ἐπὶ τραπεζίῳ ” πικρῶς “ ἐπὶ βαλλαντίῳ ” εἶπεν , ἵνα δηλώσῃ αὐτὸν ὡς κλέπτην καὶ | ||
ὀργὴν εὔκολος . Γ δῶ ] παράσχω . Γ ἐπὶ βαλλαντίῳ : ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν ἐπ ' ἰχθύσι φάγοις ἄν |
ἔχθουσιν βροτοί : ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι ἀποπτύξαι δεῖ καὶ καθήρασθαι στόμα ○○ | ||
διὰ τῶν ὅπλων δεινὸς εἶναι καὶ κατὰ τὸν Αἰσχύλον βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι . . . Π . τῆς |
μηχανῆς πεποιημένον . . χρυσήλατον ] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . τευχηστὴν ] ὡπλισμένον . . ἡγουμένη ] προοδοποιοῦσα . . | ||
] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . θ τευχηστὴν ] ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην , ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην . |
Ὅμηρον Ἄτλανθ ' ] εἶδον , ἀπὸ κοινοῦ ὑπείροχον ] ὑπέροχον , μέγα κραταιὸν ] ἰσχυρὸν λέγω οὐράνιον ] τὴν | ||
' ἄμικτον ἱπποβάμονα στρατὸν θηρῶν , ὑβριστήν , ἄνομον , ὑπέροχον βίαν , Ἐρυμάνθιόν τε θῆρα , τόν θ ' |
τῆς κάτω γῆς : ὅταν δὲ προσπελασθῇ αὐτῇ , διϋπνίζεται κρουσθεὶς πρὸς τὸ δάπεδον , εἶτα ἀναδύνει : καὶ πάλιν | ||
ἡ θεὸς ὀργισθεῖσα ἀνῆκε σκορπίον κατ ' αὐτοῦ . καὶ κρουσθεὶς ἀπέθανε , διό ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ μετὰ τοῦ |
μιν ἐρύξει οὐδ ' ὀλίγον μίμνοι κεν ἐπὶ χρόνον , ἔμπα δὲ λύει . Τοξευτὴρ ἐπὶ μακρὸν ἐν ἄλγεσιν ἀνέρα | ||
καὶ ἔμπης . † ) τὸ ἔμπης , ὃ καὶ ἔμπα λέγεται , ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ ὅμως σημαίνει , |
ἡσύχασεν . 〛 Ἄλλως . ἀντὶ τοῦ ἡσύχασεν ἡ θάλασσα κυμαίνουσα κατακηρουμένη . . ἀντὶ τοῦ ἐκτύπησεν . . ἄνακτας | ||
, ἀναπνεύσῃ δὲ θάλασσα χείματος εὐδιόωσα γαληναίη τε γένηται ἤπια κυμαίνουσα , τότ ' ἰχθύες ἄλλοθεν ἄλλοι πανσυδίῃ φοιτῶσι γεγηθότες |
τῆς Ἀσίας ἁπάσης πλὴν Ἰνδῶν ἐτελεύτησε τὸν προειρημένον τρόπον , βιώσασα μὲν ἔτη ἑξήκοντα δύο , βασιλεύσασα δὲ δύο πρὸς | ||
οὐκ ἦλθεν , ἀλλ ' ἀπέθανεν οὐ πολὺν μετέπειτα χρόνον βιώσασα . μεʹ . Ξυνέβη δὲ καὶ Καννοῖ τῇ Στοργίππου |
ὄρει , ἐν ᾧ ἐτράφη Χείρων ὁ Κένταυρος . * Πελεθρόνιον : κατά τινας τόπον τοῦ Πηλίου καλούμενον Πελεθρόνιον , | ||
, ὅν ποτε Παιήων λασίῃ ἐνεθρέψατο φηγῷ Πηλίῳ ἐν νιφόεντι Πελεθρόνιον κατὰ βῆσσαν . ἤτοι ὅγ ' ἄγλαυρος μὲν ἐείδεται |
καὶ βλίτα καὶ ἀτράφαξιϲ ὑδατωδέϲτατα λαχάνων ἐϲτίν . κύαμοι χλωροὶ ὑγραίνουϲι καὶ ἐρέβινθοι : ὕδωρ θερμὸν μὲν ὑγραίνει καὶ θερμαίνει | ||
τὰ δὲ ϲυκάμινα , ἃ δὴ καὶ μόρα καλεῖται , ὑγραίνουϲι μὲν πάνυ , ψύχουϲι δὲ μετρίωϲ , καὶ γαϲτέρα |
τοιῷδ ' ἀπαμείβετο μύθῳ : ποιμὴν εἰροπόκων ὀίων , συρικτὰ Μενάλκα , οὔποκα νικασεῖς μ ' , οὐδ ' εἴ | ||
νόμιον , ἐν ᾧ ἐστι : μακραὶ δρύες , ὦ Μενάλκα . Ἀριστόξενος δέ φησιν : ᾖδον αἱ ἀρχαῖαι καλύκην |
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ | ||
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ |