| „ εἰ μὴ Ἀπόλλων Φοῖβος ὑπὲκ θανάτοιο σαώσαι ἢ καὶ Παιήων , ὃς ἁπάντων φάρμακα οἶδεν . „ . . | ||
| καὶ Παιήον ' ἀνώγειν ἰήσασθαι . τῷ δ ' ἐπὶ Παιήων ὀδυνήφατα φάρμακα πάσσων ἠκέσατ ' : οὐ μὲν γάρ |
| ἰᾶται τὴν ἄνθρωπον οὐ χρώμενος ἐπῳδαῖς οὐδ ' ἤπια φάρμακα πάσσων , τὴν χεῖρα δὲ μόνον ὀρέγων . Τὸ δὲ | ||
| θεῶν , “ τῷ δ ' ἐπὶ Παιήων ὀδυνήφατα φάρμακα πάσσων . ” Παιόνες ἔθνος βαρβαρικόν . παιπαλόεντος τραχέος καὶ |
| ἀληλεσμένον ὑπὸ τῆς μύλης ἠφάνισται : ὅθεν καὶ τὰ φάρμακα ὀδυνήφατα , ὅτι τὰς ὀδύνας ἀναιρεῖ καὶ ἀφανίζει . μυρία | ||
| ἰατρὸν τῶν θεῶν , “ τῷ δ ' ἐπὶ Παιήων ὀδυνήφατα φάρμακα πάσσων . ” Παιόνες ἔθνος βαρβαρικόν . παιπαλόεντος |
| τε καὶ βίον ὅπερ ἁρμονία ποτ ' ἀκοάν τε καὶ φωνάν : ὅ τε γὰρ νόμος παιδεύει μὲν τὰν ψυχάν | ||
| ὃν λόγον γὰρ ἔχει ῥυθμὸς ποτὶ κίνασιν καὶ ἁρμονία ποτὶ φωνάν , τοῦτον ἔχει τὸν λόγον δικαιότας ποτὶ κοινωνίαν : |
| ἐνιαχοῦ . Καὶ ἡ ἄρκευθος ἐμφαίνει τινὰ τῇ μασήσει κακωδίαν γλυκεῖα οὖσα : τὸ δ ' οὖρον ποιεῖ εὐῶδες . | ||
| ὀπώρας : ἡδονῆς δὲ χάριν καὶ εὐστομαχίας διδόσθω σταφυλὴ λευκὴ γλυκεῖα συμπεπτωκυῖα μετ ' ἄρτου καὶ σῦκα πέπειρα , περιαιρεθέντος |
| πιεῖν . ἢ ὀμφαλόεσσαν τὴν τροφώδη παρὰ τὸν ὀμφαλόν : βρῶσις γὰρ ὁ ὀμφαλός , ἐπεὶ δι ' αὐτοῦ τὰ | ||
| ἀχρείους ἔχει . Τῶν μὲν οὖν μονονύχων ἐστὶν ἀνδραποδώδης ἡ βρῶσις κομιδῇ : βέλτιστα μέντοι καὶ πάντων ἐλαφρότατά ἐστι τὰ |
| σώματι περίκεινται ὥσπερ ἀνθρώποις τὰ χρήματα . εἰσὶ δὲ οἵδε σμύραινα ἔγχελυς γόγγρος . οἱ δὲ πλατεῖς [ καὶ ] | ||
| ' ξ Ἀρκαδίας τοι δριμυτάτην ὀρίγανον . Βατίς τε καὶ σμύραινα πρόσεστι . Νάρκη γὰρ ἑφθὴ βρῶμα χάριεν γίγνεται . |
| θέρμος , λάχανον , * * γογγυλίς , ὦχρος , λάθυρος , φηγός , βολβός , τέττιξ , ἐρέβινθος , | ||
| , τὰ δὲ προμηκέστερον , οἷον ὁ πισὸς καὶ ὁ λάθυρος καὶ ὁ ὦχρος καὶ τὰ τοιαῦτα . καὶ τὰ |
| καὶ οὐχ ἕξει σύστασιν : ἡ γὰρ φύσις τὴν φύσιν τέρπεται , καὶ ἡ φύσις τὴν φύσιν νικᾷ . Αὐτῇ | ||
| ὕσω ὕεσθαι , ὅ ἐστι βρέχεσθαι : ἐπεὶ τοῖς ὕδασι τέρπεται , καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ , ὡς σῖτος , |
| ἡ ἀποστολὴ , λέγεται δὲ πομπὴ καὶ ἡ μετὰ σταυροῦ λιτὴ καὶ ἔφοδος καὶ ἐξαποστολὴ καὶ δημοσίευσις , καὶ πομπεῖα | ||
| καὶ διὰ τοῦ σώματος ἐνδείκνυσθαι , ὅτι ἡ ἀφελὴς καὶ λιτὴ καὶ ὕπαιθρος δίαιτα οὐδὲ τὸ σῶμα λυμαίνεται : ἰδοὺ |
| μεγάλως ἐμίσησαν : ἃ δὴ πάντα ἀναλογισάμενοι ἐκ τᾶς παραδεδομένας ἁμῖν ἱστορίας , καὶ μαθόντες ὅτι καὶ ὑπὸ τέκνων καὶ | ||
| τῶν ἀνθρώπων γένει , ἇς μετέχει μὲν ὁ παρ ' ἁμῖν βασιλεύς , μετέχει δὲ καὶ ὁ ἐν τῷ παντὶ |
| πάντεσσιν , ἀκοινώνητε δὲ μούνη , αὐτοπάτωρ , ἀπάτωρ , ἐρατή , † πολύγηθε , μεγίστη , εὐάνθεια , πλοκή | ||
| τε Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ ' ἐρατή τε Διώνη Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη |
| , ἰχθύων οἱ πετραῖοι πάντες , κωβιός , νάρκη , τρυγών . παντὸς γένους τῶν πτηνῶν ὀρνίθων ἡ σὰρξ παραβαλλομένη | ||
| ἕνεκεν ληφθέν . ξιφίαι : γράφεται ξιφίου . τρυγόνες : τρυγών . Πρόσθε : πρότερον . ἐπάσαντο : ἔφαγον . |
| τόδε γάρ ] καί καὶ ἄρκιον : βοηθητικὸν καὶ ὠφελιμώτατον αἴκε ] ἐάν πίῃσθα ] πίῃς ἔνθ ' ] ἐνταῦθα | ||
| γνώσομαι , ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ “ εἴσομ ' αἴκε μ ' ὁ Τυδεΐδης ” . Γ εἴσομαι δ |
| , καὶ παρ ' Ἀλκαίῳ τῷ μελοποιῷ ἐν δευτέρῳ μελῶν κύπρος , καὶ παρ ' Ἱππώνακτι ἐν πρώτῳ ἰάμβων ἡμίκυπρον | ||
| , ἀχρωμάτιστα δὲ τῶν μὲν πολυτελῶν αἰγύπτιον , μήλινον , κύπρος , τὰ δ ' εὐτελῆ πάντα : ταῦτα δὲ |
| : ὀξέος ὀξεῖα , τάλανος τάλαινα , χα - ρίεντος χαρίεσσα . Ῥόδιος δὲ Ῥοδία καὶ Σάμιος Σαμία . διὸ | ||
| ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι ; ὦ κάλα , ὦ χαρίεσσα δώσομεν , ἦσι πάτηρ θυρώρωι πόδες ἐπτορόγυιοι , τὰ |
| πάντων ζώιων , ὁπόσα τρέφει εὐρεῖα χθών : πάντων γὰρ κρατέεις μοῦνος καὶ πᾶσι προσέρχηι σώματα δεσμεύων ἐν ἀχαλκεύτοισι πέδηισι | ||
| , οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φέροις γλυκερώτατον εὖχος : πάντων γὰρ κρατέεις , πάσης δ ' ἔριδος κλέος ἐσθλὸν Νίκηι ἐπ |
| ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι . | ||
| ' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , |
| . ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς ποθεινὸς ἂν μόλοις . ] ἔα , τίς οὗτος ; οὔ τί | ||
| ἐφορμαίνουσα φίλη σωτήριος ἔλθοις . ἀλλά , θεὰ δέσποινα , μόλοις ἐπαρωγὸς ἐοῦσα νηυσὶν ἐπ ' εὐσέλμοις σωτήριος εὔφρονι βουλῆι |
| ἐποίησεν ἀρχόμενον τὸν Ὀδυσσέα καὶ λέγονθ ' οὕτω Πᾶσι γὰρ ἀνθρώποισιν ἐπιχθονίοισιν ἀοιδοὶ τιμῆς ἔμμοροί εἰσι καὶ αἰδοῦς , οὕνεκ | ||
| κατέκταν . ἀλλ ' οὔ πως ἅμα πάντα θεοὶ δόσαν ἀνθρώποισιν : εἰ τότε κοῦρος ἔα νῦν αὖτέ με γῆρας |
| τὴν ἰδίαν ἔρχεται ὕλην . τοῦτο δὲ ποιεῖ καὶ ὁ ἀστακὸς ἐν θαλάσσῃ . ὅτι ὁ βούβαλος οὐ καθεύδει . | ||
| , ὃς κάλλιστος ἐν ἄλλοις ἵσταται ἰχθύς , κάραβος , ἀστακὸς αὖτε λιλαίετο θωρήσσεσθαι ἐν μακάρων δείπνοις . τοῖς δαιτυμόνες |
| : ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ | ||
| , ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις |
| Ψύλλων θεραπεύεται . ἀντιπαθὴς δὲ τῶι κινάδηι ἐστὶν ἡ κατοικίδιος γαλέα : ταύτης γὰρ οὔτε τὴν ὀσμὴν οὔτε τὸ εἶδος | ||
| δὲ καὶ πρὸς τῶι φωλεῶι εὕροι , διασπαράσσει τοῦτον ἡ γαλέα . αὕτη τῆς ἀντιπαθείας ἡ ἐνέργεια . . . |
| [ ] ὅτι ἀγαθὴν ? σημαίνει . Ἑρμῆ Μαιάδος υἱὲ διάκτορε δῶτορ ἐάων ? . δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τῶιδε | ||
| Τορωναίων εἵλκυσαν ἐς λιμένα . Καλλίστρατός σοι , Ζηνὸς ὦ διάκτορε , ἔθηκε μορφῆς ξυνὸν ἥλικος τύπον : Κηφισιεὺς ὁ |
| τῶν πολεμίων σάκη διασείων . σαυρωτῆρος τῆς ἐπιδορατίδος . σαώτερος σωτήριος . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ἀπολελυμένου Αἰολικοῦ τοῦ σάος | ||
| ἀήρ ἀέρος ἀέριος , αἰθήρ αἰθέρος αἰθέριος , σωτήρ σωτῆρος σωτήριος : οὕτως οὖν καὶ ἀλιτήρ ἀλιτῆρος ἀλιτήριος . ἀπὸ |
| πρὸς τὸ μέτρον ὀρθῶς . Χρὴ τοίνυν μεγάλα δ ' ἀρετὰ γράφειν καὶ ῥανθεῖσα καὶ συντάττειν οὕτω : Μεγάλη δ | ||
| τὰν φύσιν , αἴκα ἀγαθὸς γένηται : ἁ γὰρ ἑκάστω ἀρετὰ ἀκρότας καὶ τελῃότας ἐστὶ τᾶς ἑκάστω φύσιος : οἷον |
| ἀκόρητος . οἶστρος : ὄρεξις , κίνησις , μανία . Οἶστρος : ἔρως , μανία , ἐρεθισμὸς , κυρίως δ | ||
| Αἱρῶ : πορθῶ : σημαίνει δὲ καὶ τὸν αἱρετικόν . Οἶστρος : ἡ ἐπιτεταμένη μανία . Οἶμος : ἡ ὁδός |
| σφραγὶς μετ ' ὄξους ἢ μετὰ χυλοῦ βοτάνης περδικίου , ἀκακία τε κιρρὰ σὺν οἴνῳ παραπλησίως ὀνίνησιν . τούτων δὲ | ||
| εἰρημένα καὶ ὀξυμέλιτι ἑψείσθω : αἵματος δὲ πολλοῦ φερομένου , ἀκακία , ὑποκιστίς , στυπτηρία , τοῖς φοίνιξι καὶ τοῖς |
| τὸν Προαιρέσιον . ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκεσεν ἡ Μιλησίου μοῦσα , τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας , καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα | ||
| , ἤτοι χαλεποί : Ἄρχε δ ' οὐρανῶ . ὦ μοῦσα , φησί , θύγατερ τοῦ κρέοντος καὶ βασιλεύοντος τοῦ |
| ' αὐτᾶς ] περὶ ἐμαυτῆς . τέμνω ] εὕρω . λυτήρια ] λείπει ὁ καί . ἐπεξηγήσατο ὀμφάν : ἑαυταῖς | ||
| μηνεῖται ἄκη δρακονθόμιλον δυσμενῆ ξυνοικίαν . τούτων ἄκη τομαῖα καὶ λυτήρια πράξας ἀμέμπτως Ἆπις Ἀργείᾳ χθονὶ μνήμην ποτ ' ἀντίμισθον |
| τίς τε Διὸς γαμψώνυχα φεύγων αἰετὸν ἐν πυκινοῖσι λάθῃ θάμνοισι λαγωός , τῷ ἴκελος μήλοισι μιγεὶς ὀλοοῦ ἀπὸ θηρὸς ἐκρύφθην | ||
| νοῦν ἔχων : οὐδὲ γὰρ συνέστηκεν ἐκ τῶν ἰχνῶν ὁ λαγωός : οὕτω καὶ τὰ φαινόμενα ἀρχὴν τῆς εὑρέσεως τῶν |
| καὶ εἴσεαι ἅσς ' ἐθέλησθα . καὶ νεύρων ἀλεγεινὰ πάθη λεπιδωτὸς ἀμύνει . Δοιὼ δ ' Ἠελίου χρυσότριχε λᾶε πέλονται | ||
| μὲν ἐγένετο ἱέραξ , Ἑρμῆς δὲ ἶβις , Ἄρης δὲ λεπιδωτὸς ἰχθύς , Ἄρτεμις δὲ αἴλουρος , τράγῳ δὲ εἰκάζεται |
| γνώμας οὐχ ὁσίας , πανυπέρφρονας , ἀλλοπροσάλλας . Ὄμμα Δίκης μέλπω πανδερκέος , ἀγλαομόρφου , ἣ καὶ Ζηνὸς ἄνακτος ἐπὶ | ||
| λάμπη Κάλπη σάλπη κάμπη . τὸ μέντοι μολπή ἀπὸ τοῦ μέλπω καὶ πομπή παρὰ τὸ πέμπω ὀξύνεται . τὸ δὲ |
| κατῃσίμωται πάντα τἀκροκώλια , νενωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος , παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη , παρεκλέλαπται σταμνί ' ἐννέ ' ἢ δέκα | ||
| ὡς ἁπαλὰ καὶ μαλακὰ , οἷον πολύπους , σηπία , τευθὶς , ἀκαλήφη , καὶ εἴ τι ἄλλο τοιοῦτον : |
| ἀναβαινούσης μὲν τῆς πλημυρίδος ἀνοίγουσιν , εἰς δὲ τοὐναντίον μεταπιπτούσης κλείουσιν . εἶτα τῆς μὲν θαλάττης διὰ τῶν τῆς θύρας | ||
| , ἔργ ' ἀνδρῶν τε θεῶν τε , τά τε κλείουσιν ἀοιδοί . Τὸ δὲ ἔθος τοῦτο καὶ παρὰ τοῖς |
| Ἀνδρομέδα κάλαν ἀμοίβαν . . . Ψάπφοι , τί τὰν πολύολβον Ἀφροδίταν . . . ; ζὰ . . . | ||
| θνητῶν παμποίκιλός ἐστιν : οἷς μὲν γὰρ τεύχεις κτεάνων πλῆθος πολύολβον , οἷς δὲ κακὴν πενίην θυμῶι χόλον ὁρμαίνουσα . |
| τοῖς ἄλλοις εἰωθότων , ἀλλ ' ἔρως ὁ οὐράνιος καὶ ἀκήρατος καὶ θεῖος ὄντως , ἐξ οὗ πᾶσαν ἀρετὴν φύεσθαι | ||
| διαχωρέει : ἡ δὲ ἰκμὰς ἀπ ' αὐτῶν ἰσχυρὴ καὶ ἀκήρατος προσγινομένη ἰσχύν τε παρέχει τῷ σώματι πολλὴν καὶ αὔξην |
| ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε | ||
| ' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες |
| , δασύπους , ἔριφοι , . . τυρὸς χλωρός , τυρὸς ξηρός , τυρὸς κοπτός , τυρὸς ξυστός , τυρὸς | ||
| πάντα , γῆ Σαμία ἡ ἄπλυτος μετρίως , ἰός , τυρὸς ὀξυγαλάκτινος μετρίως , βούτυρον μετρίως , πυτία πᾶσα , |
| αὐτίκα δ ' ἠθείοισιν ἀναπτύσσων φάτο μῦθον ἔστι δέ τις Νέμεσις μεγάλη θεός , ἣ τάδε πάντα πρὸς μακάρων ἔλαχεν | ||
| ἐν δευτέρῳ Κρητικῶν : ἵνα μὴ θεοὺς ὀμνύωσιν . Ῥαμνουσία Νέμεσις : ἐν Ῥαμνοῦντι Νεμέσεως ἵδρυται ἄγαλμα δεκάπηχυ , ὁλόλιθον |
| κεύθουσιν ἐφέστια λέκτρα γυναικῶν : τῇσιν ἀεὶ πᾶν ἦμαρ ὑπὸ γλαφυροῖσι μυχοῖσι κίχλαι ναιετάουσιν , ἀλίγκιαι ἀρτιγάμοισι νύμφαις , ἃς | ||
| καὶ τευθίδας καὶ τῶν πετραίων ἰχθύων τῶν ποικίλων , ἐμβαμματίοις γλαφυροῖσι κεχορηγημένα : ὁ γὰρ τοιοῦτός ἐστιν οὐ δειπνητικός , |
| ἄλλον λαὸν ἀνώγῃ . οὐ γάρ μοι ζώειν γε δοκεῖ βροτὸς οὐδὲ βιῶναι ἀνθρώποιο βίον ταλασίφρονος , ὅστις ἀπ ' | ||
| ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι , ἀκριόεις , ὡς βροτὸς βροτόεις . Ὀμιχεῖν . τὸ οὐρεῖν . παρὰ τὴν |
| παραδοῦναι οὐδ ' ἀνεπισήμαντον ἀφεῖναι . . θεσπεσία δ ' ἐπέων καύχας ἀοιδὰ πρόσφορος : τοῖς νενικηκόσι , φησί , | ||
| ἀνθρώπων γλώσσαις φέρονται διὰ τὸ Ὁμήρου τυχεῖν ἐπαινέτου . Ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν ] * Τὸ ἐπέων κελαδεννῶν ἢ πρὸς τὸ |
| τὰ γὰρ ἆθλά οἱ κλεινὰ καὶ ἦν καὶ ἐδόκει , κότινος Ὀλυμπικὸς καὶ Ἰσθμικὴ πίτυς καὶ δάφνη Πυθική , καὶ | ||
| κάμινος : ἴκτινος : κύμινος : κυκλάμινος : κόφινος : κότινος : διὰ τοῦ ι γραφόμενα , εἰ καὶ μὴ |
| τοῖς νεκροῖς ἐπιχεομένη , οὐ καθολικῶς , ὡς μέλαινα καὶ φερέσβιος . Ζηνόδοτος δὲ ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ | ||
| ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ ἦν . . . φερέσβιος . Π , , . , φερέσβιος , . |
| πατρὸς τυμβωρύχος : Οἷον τυμβωρύχου πατρός . 〚 ἐπειδὴ ὁ χθόνιος λέγεται μὲν καὶ ὁ γήϊνος : λέγεται δὲ καὶ | ||
| ' εἴη τελευτά ? . [ ] γετε ? χώρας χθόνιος ? ? μνοις ! ! ! ! ! ! |
| ] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας | ||
| ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν |
| Βάκχοιο πάρεδρε , τερπομένη θαλίαισι , γαμοστόλε μῆτερ Ἐρώτων , Πειθοῖ λεκτροχαρής , κρυφία , χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής | ||
| λαβών . Καταθεῖσα ταύτην προσλαβοῦ μοι τοῦ κάπρου . Δέσποινα Πειθοῖ καὶ κύλιξ φιλοτησία , τὰ σφάγια δέξαι ταῖς γυναιξὶν |
| θρυαλίδας ἔχοντα . τὸν πότην : ποτὸν τὸ πινόμενον , πότης ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' | ||
| ταχέως ἀναλίσκων τὸ ἔλαιον λύχνος . τὸν πότην λύχνον : πότης λύχνος παρ ' Ἀττικοῖς ὁ πολὺ ἔλαιον ἀναλίσκων . |
| . Μελινναίαν τὴν αὐτὴν διὰ τὸ ἡδὺ τῆς συνουσίας . λυπρὸς ὁ λυπηρὸς παρὰ τὸν Ἅιδην δεννάσει καὶ ὑβρίσει . | ||
| μόνος ἐπίσταται θεῶν φίλων δ ' ὅ τ ' ἐλθὼν λυπρὸς ὅ τ ' ἀπιὼν βαρύς μέλας γὰρ αὐταῖς οὐ |
| καὶ διαποικίλλει τὴν χάριν . τὶν δ ' ἁδυεπής τε λύρα : τίν σοί Δωρικῶς . σοὶ οὖν , φησι | ||
| ἀλλὰ καθ ' ὁμοιότητα φωνεῖν λέγεται , οἷον αὐλοὶ καὶ λύρα καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἀψύχων ἀπότασιν καὶ μέλος καὶ |
| , καὶ μεθ ' ἡμέραν μὲν ἐν τοῖς ποταμοῖς καταδὺς διαιτᾶται , νύκτωρ δὲ ἐπὶ τῆς γῆς ἀλᾶται , οἷς | ||
| καὶ παύσει δείπνων μαγειρικῶν , ἐν ὁποίοις δὲ καὶ αὐτὸς διαιτᾶται τρόποις καταστήσει σε , σωθήσῃ , ὦ δείλαιε . |
| ἰχθύδια ὄντα , ἄβρωμα καὶ εὔφθαρτά ἐστιν , ἡ δὲ πέρκη τούτοις προσεοικυῖα κατὰ τόπους ὀλίγῳ διαλλάττει . οἱ δὲ | ||
| θαλαττίας ὕλης , καθάπερ ὁ Νειλαῖος κορακῖνος καὶ ἐν Ῥήνῳ πέρκη καὶ Τίβουρι λάβραξ , ὅς ἐστιν ἐπεστιγμένος . καὶ |
| γὰρ Πελοπόννησον ᾤκισαν οἱ Δωριεῖς οἱ σὺν Ἡρακλείδαις . μὴ φυῆ , Μελιτῶδες : ἀντὶ τοῦ : μηδεὶς γένοιτο , | ||
| γὰρ Πελοπόννησον ᾤκισαν οἱ Δωριεῖς οἱ σὺν Ἡρακλείδαις . μὴ φυῆ , Μελιτῶδες : ἀντὶ τοῦ : μηδεὶς γένοιτο , |
| λῇς μοι ἀεῖσαι : θέλεις συγκριθῆναί μοι ταῖς ᾠδαῖς ; ἀξιωματικὸς ὁ λόγος . ὅσον θέλω : ἐφ ' ὅσον | ||
| τύραννον ἐοικέναι Θρασυβούλῳ τῷ Λύκου , Ἄλλως . ὁ μὲν ἀξιωματικὸς καὶ αὐθάδης , ὁ δὲ μαινόμενος καὶ , ὡς |
| τὸ γένοιτ ' ἄν . Διὸς οὐ παρβατός ἐστιν μεγάλα φρὴν ἀπέρατος . μετὰ πολλῶν δὲ γάμων ἅδε τελευτὰ προτερᾶν | ||
| προσῆγε τὴν χεῖρα τῷ αἰδοίῳ ἔλεγεν χεῖρες μὲν ἁγναί , φρὴν δ ' ἔχει μίασμά τι . : ὁ αὐτός |
| τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
| δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
| τὸν ἁδὺν οἶνον ἀπ ' ἀμπέλων , τούτωι δεσπότας μνοΐας κέκλημαι . τοὶ δὲ μὴ τολμῶντ ' ἔχειν δόρυ καὶ | ||
| πατέω τὸν ἁδὺν οἶνον ἀπ ' ἀμπέλων , τούτῳ δεσπότας κέκλημαι . τοὶ δὲ μὴ τολμῶντες ἔχειν δόρυ καὶ ξίφος |
| αὐτοῦ ἐκφαίνεται , καὶ ἡ ἐπιμέλεια καὶ ὁ κόσμος ἐνταῦθα ἐκπρεπής . διόπερ δεῖ μάλιστα , καλὸν ὅτε ποιοῖμεν λόγον | ||
| φιλτάται βάλοιμεν χρόνωι , φυγάδα μέλεον . ὡς ὅπλοισι χρυσέοισιν ἐκπρεπής , γέρον , ἑώιοις ὅμοια φλεγέθων βολαῖς . ἥξει |
| ἔρξαι ἐτώσιον ἁζομένοιο . κεῖνο πολὺ πρώτιστον ἀνερχόμενος περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι φέρων πόρεν Ἀργειφόντης : τύνη δ ' ἀκρήτοιο μετ | ||
| Βάκχε , θυρσεγχής , βαρύμηνι , τετιμένε πᾶσι θεοῖσι καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν , ὅσοι χθόνα ναιετάουσιν : ἐλθέ , μάκαρ |
| ἐμοῦ διχῶς φρονεῖτε . Σύ , Κύπρις , πόθοις με θέλγεις , σύ με καὶ ῥόδοις κατέσχες : τί με | ||
| γὰρ καὶ Κύπριδος αἶσαν ἔμμορες , ἀδμῆτας δὲ τεοῖς μελεδήμασι θέλγεις παρθενικάς : τῶ καί τοι ἐπήρατον οὔνομ ' ἀνῆπται |
| ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε | ||
| ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε , |
| ἀοιδὸς ἀειδέμεναι . ἀείδω ἀοιδός . ἀπὸ τούτου καὶ τὸ ἀοιδή , οὐ θηλυκὸν τοῦ ἀοιδός : ἐκεῖνο μὲν γὰρ | ||
| ἐκ Διὸς ἀρχόμενοι πίνωμεν , παίζωμεν : ἴτω διὰ νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις : ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης |
| Οἱ μὲν τοίνυν χαρακώματα καὶ τείχη προσλαμβάνοντες μικροῖς τισι καὶ θνητοῖς ὡς ἀληθῶς ἐπαύξουσι τὰς ἀρχὰς , οἱ δὲ ἀρετῆς | ||
| κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς ἐν βίῳ χωρεῖ . ἅπας μὲν ἀὴρ αἰετῷ περάσιμος |
| εὐκεράοιο πολεύῃ , μὴ σύγε μοι μνώοιο πολυκτεάνων ὑμεναίων : τεύξει γὰρ φαέθουσα Σεληναίη κλυτόπωλος τῆμος καὶ φιλίην μινυανθέα καὶ | ||
| ὅταν ἀρνῆται μελεὸν γάμον ἀγλαὸς Ἀνθεύς , δὴ τότε οἱ τεύξει μητιόεντα δόλον μύθοις ἐξαπαφοῦσα , λόγος δέ οἱ ἔσσεται |
| ' ὑπόνοιαν . δέον εἰπεῖν μάχεσθαι , ἐκπιεῖν εἶπε . ψῆττα : Ὄρνεόν ἐστι τετμημένον κατὰ τὸ μέσον , ὡς | ||
| οἷον οἱ χυτοὶ οἱ τῷ δικτύῳ περιεχόμενοι , χρόμις , ψῆττα , θύννος , πηλαμύς , κεστρεύς , χαλκίδες καὶ |
| , οὐδ ' ἀπάταισι θυμὸν τέρπεται ἔνδοθεν , οἷα ψιθύρων παλάμαις ἕπετ ' αἰεὶ βροτῷ . ἄμαχον κακὸν ἀμφοτέροις διᾱβολιᾶν | ||
| μέτρον ἁμέρας . Ἄνθος τόδε σοι βυθίων πετρῶν πολύτρητον ἁλὸς παλάμαις φέρω σμήνεσσι πανείκελον † α δων † ἅτε κηρὸν |
| κατασταθεὶς ὑπ ' αὐτοῦ τῆς Αἴτνης ἐπίτροπος : ὅθεν καὶ Αἰτναῖος ἐκηρύχθη . αὗται δὲ αἱ ᾠδαὶ οὐκέτι Νεμεονίκαις εἰσὶ | ||
| , Ἱέρωνος κτίσμα , ὡς . . . ὁ οἰκήτωρ Αἰτναῖος . ἐκαλεῖτο δὲ πρὶν Ἴνησσον . Αἰτωλία , χώρα |
| ῥηματικοῖς ὀνόμασι βραχεῖαν αὐτὴν ἔχουσιν , οἷον κονίω κονία , φύω φυή , ἀκούω , ἀκοή . . . . | ||
| ὡς ζεύγω ζεύξω ζεύγλη , τρώγω τρώξω τρώγλη , οὕτω φύω φύσω φύτλη . . , : χείμεθλα : * |
| , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα , ἡσυχίηι χαίρουσα καὶ εὐφρόνηι ὀλβιομοίρωι , λαμπετίη , | ||
| τελεσφόρε , παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ |
| ἔρριψεν ἑαυτὸν εἰς ποταμὸν Μαραθῶνα , ὃς ἀπ ' αὐτοῦ Ἵμερος μετωνομάσθη . Ὕστερον δὲ Εὐρώτας ἐκλήθη δι ' αἰτίαν | ||
| μόλῃ . ὦ θεοί , τίς ἆρα Κύπρις ἢ τίς Ἵμερος τοῦδε ξυνήψατο ; ὀρθόκερως φρίκη † ἕως ὅτε † |
| . Ἀκρίς : ὀξυτόνως τὸ ζῷον : παρὰ τὸ κάρη καρίς καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀκρίς , ἡ κάραν | ||
| λεβίας , σπάρος , αἰολίας , θρᾷττα , χελιδών , καρίς , τευθίς , ψῆττα , δρακαινίς , πουλυπόδειον , |
| τοιούτους ἐργάζεται χυμοὺς πικρούς , [ καὶ ] ἀνεπιτήδειός ἐστι γλυκὺς οἶνος τοῖς πυρέττουσιν , ἀλλὰ καὶ διότι παχεῖς ὄντες | ||
| δὲ τὸ κατερρεῖτο . ὅταν δὲ λέγῃ “ κατείβετο δὲ γλυκὺς αἰὼν νόστον ὀδυρομένῳ , ” κατ ' ἴσον τῷ |
| τοσοῦτον χρόνον , ὅσον ἂν ἀπόχρη ωὐτέοισι τοῖσι κτήνεσιν ὁ χόρτος : ὁκόταν δὲ μηκέτι , ἐς ἑτέρην χώρην μετέρχονται | ||
| θεμέλη τῷ τοίχῳ ἀντὶ τοῦ ὑποτίθεται : καὶ ὑποβάλλεται ὁ χόρτος τῇ στρωμνῇ . προβάλλω τὸ εἰς τοὔμπροσθεν τίθημι , |
| φίλον φάγροισι δέλετρον καὶ βῶκες συνόδοντι καὶ ἱππούροισιν ἴουλοι : τρίγλη δ ' ὀρφὸν ἔπεφνε καὶ ἔσπασε κιρρίδα πέρκη , | ||
| κατὰ φυκότριχος πέτρης λευκὸν τρέφει ὕδωρ ψῆττά τε χονδροφυὴς καὶ τρίγλη μιλτοπάρῃος . τῇ δ ' ἐγὼ ἐν πρώτοις ἐπέχον |
| , παῖ Ζηνὸς Ἐλευθερίου , Ἱμέραν εὐρυσθενέ ' ἀμφιπόλει , σώτειρα Τύχα . τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαί νᾶες | ||
| βοτήρ : καὶ ἀπὸ τοῦ βοτὴρ βότειρα , ὡς σωτὴρ σώτειρα καὶ Δημήτηρ Δημήτειρα , καὶ βότης , ὅπερ καὶ |
| δ ' Ἐρεχθεύς : ὅ τε γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται , ἀελίου δ ' ἀναβλέπει λαμπάσιν . μῆτερ , | ||
| ὑπὸ κροτάφοισι δὲ παλμός πυκνὸς ἐπεμφέρεται , τὰ δὲ διπλόα δέρκεται ὄσσοις οἷα χαλικραίῃ νύχιος δεδαμασμένος οἴνῃ . ὡς δ |
| κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα , | ||
| δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς |
| καὶ ἡδονῆς , ἃ περίβλεπτα καὶ περιμάχητα ὁ πολὺς καὶ ἀγελαῖος ἀνθρώπων ὄχλος κρίνει δεδεκασμέναις μὲν ἀκοαῖς , δεδεκασμένῳ δὲ | ||
| : τῶν χερσαίων δ ' ὑμῖν ἥξει ταυτί : βοῦς ἀγελαῖος , ταῦρος ὑληβάτας , αἲξ οὐρανία , κριὸς τομίας |
| , συνδυασθέντε συνηλθέτην ἐκ τῆς διαιρέσεως : καὶ ἑνωθεὶς ὁ σαῦρος , τοῦ μὲν πάθους τὸ ἴχνος αὐτῷ κατηγορεῖ ἡ | ||
| γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κεφάλου , πέρκης , σαῦρος , φυκίς , βρίγκος , τρίγλη , κόκκυξ , |
| κείνου , ἀθλεύων , Τιτίην ἀπεκαίνυτο πυγμαχέοντα καρτερόν , ὃς πάντεσσι μετέπρεπεν ἠιθέοισιν εἶδός τ ' ἠδὲ βίην , χαμάδις | ||
| μακρότερον καὶ πάσσονα θῆκεν ἰδέσθαι , ὥς κεν Φαιήκεσσι φίλος πάντεσσι γένοιτο δεινός τ ' αἰδοῖός τε καὶ ἐκτελέσειεν ἀέθλους |
| λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά , δυσήροτος , ἄκαρπος , | ||
| , ἀρκτώιης ἐνόησα πολύστροφον ὁλκὸν ἀπήνης , ὅττι φαεινομένους φύσις ἄσπορος ἄμμιγα παύροις ἀστέρας εἰς ἓν ἄγειρεν ἀλήμονας εἰς ῥάχιν |
| , Ἡρακλῆς δὲ δουλείης . λέγων δ ' ἐνίκα : στωμύλος γὰρ ἦν ῥήτωρ . ὁ δ ' ἄλλος ὡς | ||
| στομοδόκον δὲ τὸν στωμύλον καὶ λάλον Φερεκράτης : καὶ ὁ στωμύλος δ ' αὐτὸς καὶ ἡ στωμυλία ἐκ τοῦ στόματος |
| ἀστράγαλοι ἡ ἔσοπτρος Δῶρον ἀλεξικάκοιο Διὸς θνητοῖσιν ὀπάσσαι κεκλόμενος Μαίης ἐριούνιος ἦλθε κομίζων υἱός , ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς | ||
| ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ : ἡ |
| ὀδόντων ἕρκος ἐπικροτέει λευκόχροον ἄσθματι θερμῷ : καὶ χόλος ἀμφὶ γάμοισι πολὺ πλέον ἠέπερ αἰδώς . θηλυτέρη δ ' εἴ | ||
| ποτ ' ὢν ἀνάκτωρ πόλεως . ἃ δ ' ἐν γάμοισι χρῆν σε προσθέσθαι χροῒ Ἀσιατίδων γήμαντα τὴν ὑπερτάτην , |
| καταλυθεὶς διαλέληθε τοὺς πολλούς . Ἦν δὲ παραπλήσιος μὲν Δελφικῷ τρίποδι , καὶ τοὔνομ ' ἐντεῦθεν ἔσχε , τὴν δὲ | ||
| Πυθία γυνὴ , ἥτις , ὥς φασιν , ἐπικαθημένη τῷ τρίποδι τοῦ Ἀπόλλωνος , καὶ διαιροῦσα τὰ σκέλη πονηρὸν κάτωθεν |
| ἐστιν ἱκανῶς τοῦ πελλοῦ καὶ οὐ γίνεται σύνεδρος οὗτος ὁ ἐρῳδιὸς ἄνθῳ , καθάπερ οὐδ ' ὁ ἄνθος τῷ [ | ||
| : ὥσπερ ἔγχελυς κατὰ γλοιοῦ . καὶ τὴν αἰτιατικήν : ἐρῳδιὸς γὰρ ἔγχελυν Μαιανδρίην τρίορχον εὑρὼν ἐσθίοντ ' ἀφείλετο . |
| τοῦ πολέμου . , , , : ἀφρήτωρ ἀθέμιστοςὃς πολέμου ἔραται . λεξάσθων παρὰ τάφρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ | ||
| ' αὔτως σοφίην ὁ σοφώτατος οὐκ ἀποφεύγει , ἀλλ ' ἔραται , θυμὸν δ ' οὐ δύναται τελέσαι . Ὦ |
| ' ἀνθρώποις περισπούδαστος οὖσα , οὕτω καὶ θεοφιλής ἐστι καὶ μέλημα τοῖς κρείττοσιν ἐναργῶς ὡς τοὺς μὲν αὐτῶν πάλαι πρὸς | ||
| χαίταισιν ἵσδει : [ Ἀστυμέλοισα ] κατὰ στρατόν [ ] μέλημα δάμωι [ ] μαν ? ἑλοῖσα [ ] λέγω |
| , αἰὲν ἐοῦσα , δρυμονία , σκυλακῖτι , Κυδωνιάς , αἰολόμορφε : ἐλθέ , θεὰ σώτειρα , φίλη , μύστηισιν | ||
| φύσεως ἄτλητον ἀνάγκην , κυανόχρως , ἀδάμαστε , παναίολε , αἰολόμορφε , πανδερκές , Κρονότεκνε , μάκαρ , πανυπέρτατε δαῖμον |
| , σφύρα : τύπης πλήκτης : τύτοον , μικρόν : τύφος : Τυφῶς : τυφῶσαι , ἐμπρῆσαι : τύφεσθαι , | ||
| * ἀλληγορεῖται δὲ ψυχικῶς : Τυφών * ἐστιν * ὁ τύφος καὶ ἡ κενοδοξία ἑκατὸν κεφαλὰς τουτέστι πολλοὺς τρόπους ἐπάρσεως |
| . Ἔστασας ] Στῆναι παρεσκεύασας . Εὕδει ] Σεσιώπηται . Χάρις ] Δόξα . Σοφίας ] Ποιήσεως . Ἀρετὰν ] | ||
| Ἀπολλωνία , ἐν δὲ τῇ Παρθυηνῇ Σώτειρα , Καλλιόπη , Χάρις , Ἑκατόμπυλος , Ἀχαΐα , ἐν δὲ Ἰνδοῖς Ἀλεξανδρόπολις |
| τῷ Ὀφιακῷ ὅτι Κόνιλος εὗρε τὴν βοτάνην . τινὲς δὲ πανάκειαν , κατὰ ἀφαίρεσιν τοῦ τ , τὴν πάντα ἰωμένην | ||
| βροτῶν , Παιώνιον ἄνδρα , εἴσεσθαι μάλα δεινὰ καὶ εἰς πανάκειαν ἑτοῖμα , ἔν τε λογιστονόμοισιν ἀεὶ πολυπρήκτορας ἔργοις . |
| . μὰ τοὺς πρόσωθεν ὁ δ ' Ἀναξαγόρου τρόφιμος χαιοῦ στρυφνὸς μὲν ἔμοιγε προσειπεῖν καὶ μισόγελως καὶ τωθάζειν οὐδὲ παρ | ||
| ἀρόσαι δὲ οὐκ εὐδαίμων καὶ ἁμαξεῦσαι ἄπορος . ὁ δὲ στρυφνὸς καὶ ἐν ὠμῷ τῷ γήρᾳ γεωργὸς νοείσθω , Θειοδάμαντα |
| χειροήθης καὶ εἰς ὅτι νεύσειαν ἑτοίμως ὑπείκων καὶ ἀνεχόμενος . Φρύγιος δὲ χροιὰν μὲν ξανθὸς , βαθὺς δὲ τὸ ὑπαυχένιον | ||
| . Ὠκεανοῦ περίπλους . Περὶ ἱστορίης . Χαλδαϊκὸς λόγος . Φρύγιος λόγος . Περὶ πυρετοῦ καὶ τῶν ἀπὸ νόσου βησσόντων |
| ἵπποις θυμήρεα δόρπον ὀπάζει ὕλην ναιετάουσαν , ἵνα δρόμον ἐκτελέσωσιν ἄτρυτοι , καὶ μή τιν ' ἕλοι μεσσηγὺς ἀνίη . | ||
| φορέοντα διώκει , ἐκ θέρεος ποτὶ χεῖμα βορὴν σφετέρην ἐπάγοντες ἄτρυτοι : φῦλον δ ' ὀλίγον τελέθει πολύμοχθον . κάμνει |
| δὲ κληῖδα τὸν μοχλόν . κλήθρη δένδρου γένος : “ κλήθρη τ ' αἴγειρός τε καὶ εὐώδης κυπάρισσος . ” | ||
| ' ὕφαινεν . ὕλη δὲ σπέος ἀμφὶ πεφύκει τηλεθόωσα , κλήθρη τ ' αἴγειρός τε καὶ εὐώδης κυπάρισσος . ἔνθα |
| μέλανες . Πότνια ] * Ἡ πότνια δὲ καὶ σεβασμία Κυπρογένεια Ἀφροδίτη φέρε πρῶτον τοῖς ἀνθρώποις Ὀλυμπόθεν καὶ ἐξ οὐρανοῦ | ||
| οὔτι λίην : φώρεσσι δ ' ἐναίσιμα γίνεται ἐσθλὰ τείρεα Κυπρογένεια καὶ αἰγλήεις Διὸς ἀστὴρ ἠδὲ καὶ ὠκυδρόμοιο φερεπτέρου Ἑρμάωνος |
| χορεύματ ' ὀρείᾳ , τοτοτοτοτοτοτοτοτοτιγξ , ἔνθεν ὡσπερεὶ μέλιττα Φρύνιχος ἀμβροσίων μελέων ἀπεβόσκετο καρπὸν ἀεὶ φέρων γλυκεῖαν ᾠδάν , τιοτιοτιοτιγξ | ||
| μάχας : δίζησθαι δὲ φιλαγλάους Ἀθάνας . Πάρεστι μυρία κέλευθος ἀμβροσίων μελέων , ὃς ἂν παρὰ Πιερίδων λάχησι δῶρα Μουσᾶν |
| πάντα ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγονται . ὁ ἄνω ῥηθεὶς Παγκράτης οὐκ ἀγλαφύρως που εἴρηκεν : οὔλην ἕρπυλλον , λευκὸν | ||
| τὰ φυλλώδη ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγεσθαι . ὁ δὲ Παγκράτης ἐν τῷ ποιήματι οὐκ ἀγλαφύρως εἴρηκεν : οὔλην ἕρπυλλον |
| καὶ τῇ ᾠδῇ . Κῆλα δὲ ] Ἤγουν : τὰ θελκτήρια γάρ . Δαιμόνων θέλγει ] Οὐ μόνων τῶν ἀνθρώπων | ||
| ἀπὸ στήθεσφιν ἐλύσατο κεστὸν ἱμάντα ποικίλον , ἔνθα δέ οἱ θελκτήρια πάντα τέτυκτο : ἔνθ ' ἔνι μὲν φιλότης , |