αὐτίκα δ ' ἠθείοισιν ἀναπτύσσων φάτο μῦθον ἔστι δέ τις Νέμεσις μεγάλη θεός , ἣ τάδε πάντα πρὸς μακάρων ἔλαχεν
ἐν δευτέρῳ Κρητικῶν : ἵνα μὴ θεοὺς ὀμνύωσιν . Ῥαμνουσία Νέμεσις : ἐν Ῥαμνοῦντι Νεμέσεως ἵδρυται ἄγαλμα δεκάπηχυ , ὁλόλιθον
7525062 χθονια
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις
7332178 ζευξασα
, γεννοδότειρα , φίλανδρε , ποθεινοτάτη , βιοδῶτι , ἡ ζεύξασα βροτοὺς ἀχαλινώτοισιν ἀνάγκαις καὶ θηρῶν πολὺ φῦλον ἐρωτομανῶν ὑπὸ
? ? [ ] ἀνδράσιν εὐάντητος ἐφ [ ] Τριπτολέμῳ ζεύξασα δρακοντείων [ ζυγὰ ] δίφρων ? ? ? ?
7275271 ἐρατη
πάντεσσιν , ἀκοινώνητε δὲ μούνη , αὐτοπάτωρ , ἀπάτωρ , ἐρατή , † πολύγηθε , μεγίστη , εὐάνθεια , πλοκή
τε Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ ' ἐρατή τε Διώνη Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη
7265898 σωτειρα
, παῖ Ζηνὸς Ἐλευθερίου , Ἱμέραν εὐρυσθενέ ' ἀμφιπόλει , σώτειρα Τύχα . τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαί νᾶες
βοτήρ : καὶ ἀπὸ τοῦ βοτὴρ βότειρα , ὡς σωτὴρ σώτειρα καὶ Δημήτηρ Δημήτειρα , καὶ βότης , ὅπερ καὶ
7265163 κεκλημαι
τὸν ἁδὺν οἶνον ἀπ ' ἀμπέλων , τούτωι δεσπότας μνοΐας κέκλημαι . τοὶ δὲ μὴ τολμῶντ ' ἔχειν δόρυ καὶ
πατέω τὸν ἁδὺν οἶνον ἀπ ' ἀμπέλων , τούτῳ δεσπότας κέκλημαι . τοὶ δὲ μὴ τολμῶντες ἔχειν δόρυ καὶ ξίφος
7252542 Γαια
! ! ! ! ! ! ] υ 〛 τέκε Γαῖα πελώρ [ ! ! ! ! ! ! !
τῶν ὑφ ' ὑμῖν . καὶ τὸ Ὁμήρῳ λεχθὲν „ Γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων „ ὑμεῖς ἔργῳ ἐποιήσατε
7223871 Στυξ
ἄστατον τῶν ὑδάτων , Ἀμφιρρὼ διὰ τὸ πανταχοῦ ῥέειν , Στὺξ δὲ διὰ τὸ φοβερὸν καὶ καταπληκτικὸν τῶν πλεομένων ὑδάτων
, ἣ θέμις ἐστίν . ἦλθε δ ' ἄρα πρώτη Στὺξ ἄφθιτος Οὔλυμπόνδε σὺν σφοῖσιν παίδεσσι φίλου διὰ μήδεα πατρός
7220032 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
7198520 φατις
οἷα σοφοὶ τέκτονες ἅρμοσαν [ ἀνθρώπων ] . ἀνθρώπων δὲ φάτις περιφραστικῶς , ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι . ἢ προστίθεμεν τὸ
Φάλαριν τὸν ἐν τῷ χαλκῷ βοῒ κατακαύσαντα τοὺς ἀνθρώπους αἰσχρὰ φάτις ἔχει . τὸν δὲ τοῦ Φαλάριδος ταῦρον οἱ Ἀκραγαντῖνοι
7196472 μητιετα
, ὅτε περὶ Κτησιφῶντα διῆγε , γηγενέων ποτὲ φῦλον ἐνήρατο μητιέτα Ζεὺς ἔχθιστον μακάρεσσιν Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσι . Ῥωμαίων
διὰ τὰ ποιητικά , οἷον ἱππότα ἀντὶ τοῦ ἱππότης καὶ μητιέτα ἀντὶ τοῦ μητιέτης καὶ νεφεληγερέτα ἀντὶ τοῦ νεφεληγερέτης :
7155235 βροτοισι
μή σου γλῶσς ' ὑπερβάλληι κακοῖς . φεῦ , χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν
ἀλλ ' εὖ καὶ μάλα εἰρήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἐδείξαμεν βροτοῖσι καὶ εἰς κέρδος εὐεκτεῖν βίῳ . Πῶς οὖν φασι
7132477 Πειθοι
Βάκχοιο πάρεδρε , τερπομένη θαλίαισι , γαμοστόλε μῆτερ Ἐρώτων , Πειθοῖ λεκτροχαρής , κρυφία , χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής
λαβών . Καταθεῖσα ταύτην προσλαβοῦ μοι τοῦ κάπρου . Δέσποινα Πειθοῖ καὶ κύλιξ φιλοτησία , τὰ σφάγια δέξαι ταῖς γυναιξὶν
7129537 γενετωρ
ποταμῶν οὔτ ' αἰθέρος ὄμβριον ὕδωρ , ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν . . . .
μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ , ὁ μὲν ἀνθρώπων καὶ θεῶν γενέτωρ , ἡ δ ' ὑγροβόλους σταγόνας νοτίας παραδεξαμένη τίκτει
7125179 ἁγνη
θεοὶ ῥεῖα ζώοντες , ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ
πρὸ τοῦ ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ
7109665 Μοιρα
. Ἵππωνος τόδε σῆμα , τὸν ἀθανάτοισι θεοῖσιν ἶσον ἐποίησεν Μοῖρα καταφθίμενον . . πάντων αὐτὸν ἐπὶ τῆι μνήμηι θαυμασάντων
ἔχον μὴ διάτριβε . Κἂν ἰδιώτην με ποίησον , ὦ Μοῖρα , τῶν πενήτων ἕνα , κἂν δοῦλον ἀντὶ τοῦ
7099314 κιθαρις
, περιφορὰ δὲ ἡ περὶ τὸν αὐτὸν τόπον στροφή . κίθαρις καὶ κιθάρα διαφέρει . κίθαρις μὲν γάρ ἐστιν ἡ
δὲ παρ ' ἱστῶι Ἀσιὰς ἔλεγον ἰήιον Θρῆισς ' ἐβόα κίθαρις Ὀρφέως μακροπόδων πιτύλων ἐρέτηισι κελεύσματα μελπομένα , τοτὲ μὲν
7090396 παντεσσι
κείνου , ἀθλεύων , Τιτίην ἀπεκαίνυτο πυγμαχέοντα καρτερόν , ὃς πάντεσσι μετέπρεπεν ἠιθέοισιν εἶδός τ ' ἠδὲ βίην , χαμάδις
μακρότερον καὶ πάσσονα θῆκεν ἰδέσθαι , ὥς κεν Φαιήκεσσι φίλος πάντεσσι γένοιτο δεινός τ ' αἰδοῖός τε καὶ ἐκτελέσειεν ἀέθλους
7083198 Ἑστια
θεῶν καὶ δαιμόνων κατὰ ἕνδεκα μέρη κεκοσμημένη . μένει γὰρ Ἑστία ἐν θεῶν οἴκῳ μόνη . τῶν δ ' ἄλλων
Ἑρμῆς , Ἥφαιστος , Ἀπόλλων , Δημήτηρ , Ἥρα , Ἑστία , Ἄρτεμις , Ἀφροδίτη καὶ Ἀθηνᾶ . οὐδὲ πελείης
7079510 Πειθω
ἅμιλλά τις Πειθοῦς καὶ Βίας καὶ ἀνύει τι μᾶλλον ἡ Πειθὼ τῆς Βίας ἐν τῷ μύθῳ καὶ γυμνοῖ πρόσθεν ὁ
Νέμεσις καὶ Ἀφροδίτη ἡ πάνδημος καὶ Ἥφαιστος καὶ Τύχη καὶ Πειθὼ καὶ Χάριτες καὶ Ὧραι καὶ Νύμφαι καὶ Ἑστία .
7069998 Ἀρτεμις
ὕλη . ἀλλ ' οὔ οἱ τότε γε χραῖσμ ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡ διπλῆ , ὅτι σαφῶς τὸ βάλλειν
λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν αἴτιοι .
7067065 πολυωνυμε
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι .
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος ,
7059999 Θεμις
εἰδυῖα καταθνητῶν τ ' ἀνθρώπων . † ἔνθα θεὰ παρέλεκτο Θέμις † παλάμαις περὶ πάντων ἀθανάτων ἐκέκασθ ' οἳ Ὀλύμπια
οὐδὲ κατὰ αἰτίαν τὴν οὔπω ὄντων , ἀλλ ' εἰ Θέμις εἰπεῖν , καθ ' ὕπαρξιν οὖσάν τε καὶ ὄντων
7058086 ἀριζηλον
βριάει , ῥεῖα δὲ βριάοντα χαλέπτει , Ῥεῖα δ ' ἀρίζηλον μινύθει καὶ ἄδηλον ἀέξει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης . . .
κορύμβοις . Ὁπλίζεο : ὅπλησον . Στικτόν : αἰόλον . ἀρίζηλον : φημούμενον . Ὤρυγγας : λιαὶ δίπουμά τι .
7037942 Ζηνι
Διὶ τὸν κεραυνὸν ἔδωκαν . καὶ Ἡσίοδος : οἳ βροντὴν Ζηνὶ ἔδοσαν τεῦξάν τε κεραυνόν . ἐπ ' ἀφθίτῳ :
' ἐκεῖνον , εὖτ ' ἂν ἁγνὰ θύματα ῥέξῃ πατρῴῳ Ζηνὶ τῆς ἁλώσεως , φρόνει νιν ὡς ἥξοντα : τοῦτο
7037682 ἀνασσα
ἐστί μοι βουλεύματα . εὖ τόδ ' ἴσθι , γῆς ἄνασσα τῆσδε , μή σε δὶς φράσειν μήτ ' ἔπος
τῆμόσδε τάμοιο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρι φάοι ταυρῶπις ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ
7030379 σεμνη
γὰρ ἄλλην , ἣν σῴζειν τὰς πολιτείας νενόμικεν . ἡ σεμνή . ὡς εὐδοκιμοῦσα μᾶλλον τῶν ἄλλων τῆς μουσικῆς εἰδῶν
, ὀλβιόμοιρε , ἣ κατέχεις ὀρέων δρυμούς , ἐλαφηβόλε , σεμνή , πότνια , παμβασίλεια , καλὸν θάλος , αἰὲν
7027053 μακαιρ
: πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις .
γὰρ τιμαὶ μακάρων μυστήριά θ ' ἁγνά . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἔλθοις κεχαρημένη εὔφρονι βουλῆι εὐιέρους ἐπὶ μυστιπόλου
7005237 Ῥεα
: ἐπὶ τῶν πάντα τὰ καλὰ ἐν ἑαυτοῖς κεκτημένων . Ῥέα γὰρ τεκοῦσα τὸν Δία , ἔδωκεν Ἀμαλθείᾳ τρέφειν ,
ζῶια ? ἔφυ [ ± ] ἐξ ? αὐτῆς . Ῥέα κα ! [ ] κα [ ± ] !
6999763 Νικη
τὸ γένος , οὗ μνημονεύοι ἂν νῦν ὁ ῥήτωρ . Νίκη Ἀθηνᾶ : Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας .
τὴν λαμπάδ ' ἡμμένην ὅπως παρὼν ἐμοὶ προσοίσει . Δέσποινα Νίκη , ξυγγενοῦ τῶν τ ' ἐν πόλει γυναικῶν τοῦ
6995034 πολυολβε
τε καὶ Εὐνομίης βαθυκόλπου , Ἀγλαΐη Θαλίη τε καὶ Εὐφροσύνη πολύολβε , χαρμοσύνης γενέτειραι , ἐράσμιαι , εὔφρονες , ἁγναί
καὶ Ζηνὸς ἄνακτος , Εὐνομίη τε Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί ,
6989955 ἰοχεαιρα
δὲ τῷ μέσῳ περισπᾶται : ἢ δολιχὴ νοῦσος ἦ Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡνίκα δὲ εὑρεθῇ διαπόρησις ἄνευ διαζεύξεως , τότε
φάανθεν . Οἵη δ ' Ἄρτεμις εἶσι κατ ' οὔρεος ἰοχέαιρα ἢ κατὰ Τηΰγετον περιμήκετον ἢ Ἐρύμανθον τερπομένη κάπροισι καὶ
6987472 θνητοισι
ἔρξαι ἐτώσιον ἁζομένοιο . κεῖνο πολὺ πρώτιστον ἀνερχόμενος περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι φέρων πόρεν Ἀργειφόντης : τύνη δ ' ἀκρήτοιο μετ
Βάκχε , θυρσεγχής , βαρύμηνι , τετιμένε πᾶσι θεοῖσι καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν , ὅσοι χθόνα ναιετάουσιν : ἐλθέ , μάκαρ
6985785 ἐσπετο
κατὰ νόμον ἱλάσκηται , κικλήσκει Ἑκάτην : πολλή τέ οἱ ἔσπετο τιμὴ ῥεῖα μάλ ' , ᾧ πρόφρων γε θεὰ
] εὖ ναιεταώσας [ [ πολλὴ ] ? δέ οἱ ἔσπετο τιμή [ μεγαλήτορι ] ποιμένι λαῶν . [ ]
6973914 μεδεων
περισπώμενον εἴη ῥῆμα τὸ μεδῶ , ἔνθεν καὶ τὸ Δωδώνης μεδέων , ἀφ ' οὗ τὸ μέδημι , ὡς οἴκημι
εὔχονται . Σούνιον δὲ ἀκρωτήριον τῆς Ἀττικῆς . ΓΘ δελφίνων μεδέων Σουνιάρατε ] περιφραστικῶς , ὦ τῆς θαλάσσης βασιλεῦ .
6968311 ἀφθιτος
αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , ἀκλινής : εὐκρινής : ἄφθιτος : κατάκριτος . Κοίτη ἀπὸ τοῦ κῶ ῥήματος ,
τόσσον ἐλαφρότατοισι περιπροφέρουσι πόδεσσιν Κάσπειροι μετὰ φῦλα τά τ ' ἄφθιτος ἔλλαχεν ἠώς . ἔδει οὖν ὡς Στάγειρος Σταγειρίτης ,
6964167 μεδεουσα
ἀρετὴν διὰ τούτων ἐδήλωσεν . ὑπερφερούσης ] ὑπερβαλλούσης . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα τῶν Ἀθηνῶν
: εἴτε σε καὶ πτερύγεσσιν ἀειρόμενον θεὸν ὄρνιν τίκτε Πάφου μεδέουσα πολυφράδμων Ἀφροδίτη , εὐμενέοις , πρηΰς τε καὶ εὔδιος
6962499 μακαιρα
Τιτᾶνι λοχευθεῖσαν κατ ' ἀκροτάτας κορυφᾶς Διός , ὦ † μάκαιρα † Νίκα , μόλε Πύθιον οἶκον , Ὀλύμπου χρυσέων
τῷ γʹ : τὸ δʹ “ ἥ τ ' Ἐφέσου μάκαιρα πάγχρυσον ἔχεις ” ὅμοιον τῷ δʹ : τὸ εʹ
6950532 διακτορε
[ ] ὅτι ἀγαθὴν ? σημαίνει . Ἑρμῆ Μαιάδος υἱὲ διάκτορε δῶτορ ἐάων ? . δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τῶιδε
Τορωναίων εἵλκυσαν ἐς λιμένα . Καλλίστρατός σοι , Ζηνὸς ὦ διάκτορε , ἔθηκε μορφῆς ξυνὸν ἥλικος τύπον : Κηφισιεὺς ὁ
6950193 Ῥειη
καὶ οὐρανῷ ἰσοφαρίζειν [ οὐλύμποιο ] ? νέον λάχεν υἱέα Ῥείη [ ἄνδρα φερεσσακέων ] ? κοσμήτορα [ ] ?
νηός Ἀργῴης : οὐ γάρ οἱ ἐέλπετο κῦμα περῆσαι . Ῥείη γὰρ κοτέεσκε δεδουπότος εἵνεκα λαοῦ : Ἀλλ ' ὅτε
6942575 Κυπρις
ἔην Διδύμοις , τῷ δ ' αὖθ ' ἅμα καλὴ Κύπρις καὶ Φαέθων ἐρατὸς καὶ χρύσεος Ἑρμῆς , Ὑδροχόῳ δὲ
καὶ τῶν γάμων καὶ τῶν ἀφροδισίων ἐπιστάτης . λέγεται δὲ Κύπρις καὶ αὐτὸς ὁ γάμος καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους τῶν
6938360 Κλυθι
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ
6932855 φερεσβιος
τοῖς νεκροῖς ἐπιχεομένη , οὐ καθολικῶς , ὡς μέλαινα καὶ φερέσβιος . Ζηνόδοτος δὲ ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ
ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ ἦν . . . φερέσβιος . Π , , . , φερέσβιος , .
6929006 Ὑγιεια
ἔφυ . Ὑφ ' ἡδονῆς ὁ φρόνιμος οὐχ ἁλίσκεται . Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο . Ὕπνος πέφυκε
ἢ πόνων ἀμπνοὰ πέφανται , μετὰ σεῖο , μάκαιρ ' Ὑγίεια , τέθαλε καὶ λάμπει Χαρίτων ὀάροις : σέθεν δὲ
6927534 πανδαματωρ
ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε
' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες
6925371 ποτμος
πέρι , παρθένε , μορφᾶς καὶ θανεῖν ζηλωτὸς ἐν Ἑλλάδι πότμος καὶ πόνους τλῆναι μαλεροὺς ἀκαμάτους : τοῖον ἐπὶ φρένα
. . , εἶτα μετ ' ὀλίγον λέγοντος οὑμὸς δὲ πότμος οὐρανῶι κυρῶν ἄνω ἔραζε πίπτει καί με προσφωνεῖ τάδε
6923858 Χαριτων
πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ δ ' ἔρως ὁ πάντα
, τῷ Ἰξίονι , οὕτω : Μόνη ἡ νεφέλη ἄνευ Χαρίτων τέκεν αὐτῷ , τῷ Ἰξίονι , γόνον . Ἰστέον
6921384 διακτορος
Ἑρμῆς , ὡς Ὀδυσσεύς : Ἑρμείας δ ' οὐκ ἔστι διάκτορος . . ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς .
τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ
6903937 Ἡβη
χρυσάμπυκας ἔντυεν ἵππους Ἥρη πρέσβα θεὰ θυγάτηρ μεγάλοιο Κρόνοιο : Ἥβη δ ' ἀμφ ' ὀχέεσσι θοῶς βάλε καμπύλα κύκλα
ὧν εὐφρανθῆναι σημαίνει . Ὀσφύος τὸ μέσον κέρδος σημαίνει . Ἥβη πάλλουσα ἀγαθὰ παρά τινος σημαίνει . Βουβὼν εὐώνυμος πορισμὸν
6903695 ποτνια
Ὅμηρος , Οὐρανία ἀστρονομίας Ἄρατος , Πολυυμνία γεωμετρίας Εὐκλείδης . ποτνία : σεβασμία παρὰ τὸ πέτω πετνῶ καὶ ποτνῶ :
τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηυγέτη τε καὶ ποτνία Μαῖα . καὶ Κελαινοῦς μὲν καὶ Προμηθέως παῖδες Λύκος
6891425 Βακχοιο
ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ εὐρυχόρους κατ ' ἀγυιὼς ἱστάναι ὡραίων Βρομίῳ
ὁπλοτέρων μακάρων γένεσίν τε κρίσιν τε : καὶ Βριμοῦς , Βάκχοιο , Γιγάντων τ ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων
6890378 Κρονιδης
ἀνὴρ ὤριστος , ἐμοὶ δὲ μέγ ' εὖχος ἔδωκε Ζεὺς Κρονίδης : ἀλλ ' ἰθὺς ἐλαύνετε μώνυχας ἵππους ἰφθίμων Δαναῶν
δὲ δίχ ' ἀνθρώπων βίοτον καὶ ἤθε ' ὀπάσσας Ζεὺς Κρονίδης κατένασσε πατὴρ ἐς πείρατα γαίης . καὶ τοὶ μὲν
6888938 θρεψεν
, ὅν ῥ ' ἔτεκέν γε δῖ ' Ἐλάρη , θρέψεν δὲ καὶ ἂψ ἐλοχεύσατο Γαῖα . Ἐν καὶ Φρίξος
, θεῶν πολέμιος , Τυφὼς ἑκατοντακάρανος : τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον : νῦν γε μάν ταί θ '
6886884 γαια
, οὐδὲν δίκαιόν ἐστιν ἐν τῷ νῦν γένει . Ὦ γαῖα πατρίς , ἣν Πέλοψ ὁρίζεται , χαῖρ ' ,
ὅστις ἐστὶ μὴ χείρων πατρός . ἀεί ποθ ' ἥδε γαῖα τοῖς ἀμηχάνοις σὺν τῶι δικαίωι βούλεται προσωφελεῖν . τοιγὰρ
6885310 καλλικομος
δὲ μέτα τριτάτην Ἑλένην τέκε θαῦμα βροτοῖσι : τήν ποτε καλλίκομος Νέμεσις φιλότητι μιγεῖσα Ζηνὶ θεῶν βασιλῆϊ τέκε κρατερῆς ὑπ
Μήνη Στίλβοντι συνάπτοι , ἢν μὲν ἅμ ' Ἑρμείῃ καὶ καλλίκομος Κυθέρεια φαίνηται , καὶ Ζηνὸς ὑπ ' ἀκτίνεσσιν ὁρῷτο
6885118 μιγεισα
καὶ ἤδη μελανθέντα ῥάφανος καταπλασσομένη καὶ ἄρου ῥίζα τεθεῖσα καὶ μιγεῖσα μέλιτι καταπλασσομένη . τὰ δὲ μετὰ φλεγμονῆς ὑπώπια πυριῶν
περὶ πάντων Οὐρανιώνων γείνατ ' ἄρ ' αἰγιόχοιο Διὸς φιλότητι μιγεῖσα . λοισθοτάτην δ ' Ἥρην θαλερὴν ποιήσατ ' ἄκοιτιν
6880823 δεικηλα
Διονύσου Ἀπατήνορος , ὅς ῥα Μελαινὰς ὤπασε † Κεκροπίδας ἱερῆς δείκηλα σισύρνης . Ἀπατήνωρ οὐχ ὁ Διόνυσος , ἀλλ '
Φεραίη : ἡ αὐτὴ δὲ δηλονότι Ἄρτεμις τῇ Ἑκάτῃ . δείκηλα δὲ εἰκόνες ἀγάλματα κυρίως δὲ τὰ τῷ Διὶ εἴκελα
6878413 πορεν
' ἄρα Φαιήκων ἱερῷ ἐνὶ τηλόθεν ἄντρῳ νάσσατο , καὶ πόρεν ὄλβον ἀθέσφατον ἐνναέτῃσιν . ἔνθα τότ ' ἐστόρεσαν λέκτρον
ἐπευφήμησαν ἔπεσσιν αὐτή τ ' ἀργυρόπεζα Θέτις , καί οἱ πόρεν ἵππους ὠκύποδας , τοὺς πρόσθεν ἐυμμελίῃ Ἀχιλῆι Τήλεφος ὤπασε
6867098 χαριεσσα
: ὀξέος ὀξεῖα , τάλανος τάλαινα , χα - ρίεντος χαρίεσσα . Ῥόδιος δὲ Ῥοδία καὶ Σάμιος Σαμία . διὸ
ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι ; ὦ κάλα , ὦ χαρίεσσα δώσομεν , ἦσι πάτηρ θυρώρωι πόδες ἐπτορόγυιοι , τὰ
6862551 χθων
ὑπ ' ἐκείνου ἢ δι ' ἐκείνου . . πᾶσα χθών : ἤτοι χθὼν ἐστεφάνωνται τῷ ὠκεανῷ , ἢ ὑπὸ
” ὣς εἰποῦσα θεὰ σκέδας ' ἠέρα , εἴσατο δὲ χθών : γήθησέν τ ' ἄρ ' ἔπειτα πολύτλας δῖος
6861727 ἀρχαιη
οὗτος λαμπρὸς ἀστὴρ ἐν τῇ ζώνῃ τοῦ βοώτου κείμενος . ἀρχαίη φύσις : ἡ πρὸ τοῦ νοσεῖν καὶ κατὰ φύσιν
τὸν διαθέμενον μὴ τελευτήσαντα διαθέσθαι πάλιν . Τούτῳ δὲ ὑπόκεινται ἀρχαίη Βαβυλών , Τυρίου Βήλοιο πόλισμα , ὕστατα δ '
6847131 Παλλας
” ὣς ἔφατ ' εὐχόμενος , τοῦ δ ' ἔκλυε Παλλὰς Ἀθήνη : αὐτῷ δ ' οὔ πω φαίνετ '
ἡμῖν ξυμφέρειν . καὶ ξυμφέροι γ ' , ὦ πότνια Παλλὰς καὶ θεοί . ἀλλ ' εἶμι : σὺ δ
6846384 μεροπων
, ἃ δή κ ' αἰσχρὸν ἀγορεύειν , εἰσι θεοὶ μερόπων δόλῳ ἡγητῆρες ἀβούλων τῶν δὴ κἀκ στόματος χεῖται θανατηφόρος
ὡς Ὅμηρος ψεύδεται λέγων : Οὐ γάρ πω πεπόλιστο πόλις μερόπων ἀνθρώπων . Τῷ δὲ Ἐνὼχ ἐγενήθη υἱὸς ὀνόματι Γαϊδάδ
6846379 θνατοις
εἶδος ἔχουσα πετροῦται : στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει
: ἀνάλγητα γὰρ οὐδ ' ὁ πάντα κραίνων βασιλεὺς ἐπέβαλε θνατοῖς Κρονίδας : ἀλλ ' ἐπὶ πῆμα καὶ χαρὰ πᾶσι
6838759 Ζηνος
Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ αὐτοῦ Αἰακοῦ . ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνός : Τελαμὼν καὶ Πηλεύς : Κρόνου μὲν γὰρ Χείρων
Κρῆτες , Ἴδας τέκνα Φοινικογενοῦς τέκνον Εὐρώπης καὶ τοῦ μεγάλου Ζηνός , ἀνάσσων Κρήτης ἑκατομπτολιέθρου : ἥκω ζαθέους ναοὺς προλιπών
6838166 αἰνος
ἢ ὁ ἄποθεν τοῦ αἰνεῖσθαι , ὅ ἐστιν ἐπαινεῖσθαι : αἶνος γὰρ ὁ ἔπαινος . ἢ ὁ μὴ ἡνίαις εἴκων
καλὸν εἴ τι ποναθῇ . Ἁγησία , τὶν δ ' αἶνος ἑτοῖμος , ὃν ἐνδίκας ἀπὸ γˈλώσσας Ἄδραστος μάντιν Οἰκλείδαν
6834508 Οἰστρος
ἀκόρητος . οἶστρος : ὄρεξις , κίνησις , μανία . Οἶστρος : ἔρως , μανία , ἐρεθισμὸς , κυρίως δ
Αἱρῶ : πορθῶ : σημαίνει δὲ καὶ τὸν αἱρετικόν . Οἶστρος : ἡ ἐπιτεταμένη μανία . Οἶμος : ἡ ὁδός
6820281 βροτοισιν
Τιθωνοῖο ὤρνυθ ' , ἵν ' ἀθανάτοισι φόως φέροι ἠδὲ βροτοῖσιν : οἱ δὲ θεοὶ θῶκόνδε καθίζανον , ἐν δ
Στυγὸς αἰνὰ ῥέεθρα , ἧχι θοαὶ ναίουσιν Ἐριννύες αἵ τε βροτοῖσιν αἰὲν ὑπερφιάλοισι κακὰς ἐφιᾶσιν ἀνίας . Αἴας δ '
6819819 παντεσσιν
παθόντ ' , ὀλέσαντ ' ἄπο πάντας ἑταίρους , ἄγνωστον πάντεσσιν ἐεικοστῷ ἐνιαυτῷ οἴκαδ ' ἐλεύσεσθαι : τὰ δὲ δὴ
ἀστράπτουσιν ἀπ ' ὀφθαλμῶν ἀμαρυγαί , ἔξοχα δ ' ἐν πάντεσσιν ἀρίζηλοι τελέθουσιν : ἀλλ ' ὀλίγον τούτων γένος ἔλλαχε
6816122 γνωτος
: τὸν μέν ῥα πατὴρ Λυκόοργος ἔπεμπε , τῶν ἄμφω γνωτὸς προγενέστερος , ἀλλ ' ὁ μὲν ἤδη γηράσκοντ '
. [ πρόκατε ] : εὐθέως . . καὶ πρόκατε γνωτὸς Μέμνονος : γνωτὸς ? ? ? ? ? ?
6806753 εὐπατερεια
, χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής , ἐρατοπλόκαμ ' , εὐπατέρεια , νυμφιδία σύνδαιτι θεῶν , σκηπτοῦχε , λύκαινα ,
ῥά ποτ ' Ὠκυρόην νύμφην , περικαλλέα κούρην , Χησιὰς εὐπατέρεια τέκεν φιλότητι μιγεῖσα , Ὠκυρόην , ᾗ κάλλος ἀμήχανον
6792179 τεκετο
λεγομένην ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ Δαρδανίαν ” Δάρδανον „ αὖ πρῶτον τέκετο νεφεληγερέτα Ζεύς , κτίσσε δὲ ” Δαρδανίην . ”
ὄζος Ἄρηος . ἡ διπλῆ ὅτι Ζηνόδοτος γράφει τὸν ἀθάνατον τέκετο Ζεύς : ὅπερ ψεῦδος . . κλυτὸς Ἱπποδάμεια :
6787148 Νυξ
βουλήν . ἐκ Χάεος δ ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο . Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον
σεύεσθ ' ἐν τεύχεσσιν ἑοῦ πατρός : ἀλλά μιν ἔσχε Νὺξ ἥ τ ' ἀνθρώποισι λύσιν καμάτοιο φέρουσα ἔσσυτ '
6782936 ἡτ
τῇ δὲ τετάρτῃ παῖς τις ἐν ἑβδομάσιν ἄριστος ἰσχύν , ἧτ ' ἄνδρες σήματ ' ἔχους ' ἀρετᾶς . πέμπτῃ
καὶ συμβαίνει τουτὶ ἐξ αὐτῶν : ψεῦδος δὲ ὂν οὐδὲν ἧτ - τον συμβαίνει . τί οὖν μοι καθήκει ποιεῖν
6776808 Μητις
, μήν : ἀφ ' οὗ καὶ ἡ μήνη . Μῆτις . παρὰ τὸ μήδω , μήσω μέλλων . ῥηματικὸν
παντᾶ . Μητίεσι ] Ταῖς διανοίαις . Μητίεσι ] * Μῆτις ἡ σύνεσις , ἡ τέχνη καὶ ἡ βουλή :
6776010 κλυθι
μὲν ἐν Ὀρτυγίηι , τὸν δὲ κραναῆι ἐνὶ Δήλωι , κλῦθι , θεὰ δέσποινα , καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν
ὅτ ' ἐς Τροίην ἔπλεε νηυσὶ θοῆις , εὐχομένωι μοι κλῦθι , κακὰς δ ' ἀπὸ κῆρας ἄλαλκε : σοὶ
6771483 Ἀιδωνευς
ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς , οἶον ἀνάκτορα
ἀλληγορίαν μεμίμηται ; Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεὺς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον
6770698 ὀμβριμοθυμε
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε ,
6761441 γενεῃ
λέγει , ἀλλ ' ἐν τιμῇ . . ἀμφότερον , γενεῇ τε καὶ οὕνεκα σὴ παράκοιτις κέκλημαι : ἡ διπλῆ
. . ἐπεί ἑό φημι βίῃ πολὺ φέρτερος εἶναι καὶ γενεῇ πρότερος . τοῦ δ ' οὐκ ὄθεται φίλον ἦτορ
6755858 μηνις
εἶναι : τὸν μὲν καθαρὰς χεῖρας προνέμοντ ' οὔτις ἐφέρπει μῆνις ἀφ ' ἡμῶν , ἀσινὴς δ ' αἰῶνα διοιχνεῖ
τοῦ κελευσθέντος ὑπεριδὼν ἐλαγνεύετο ὁ Κόραξ , καὶ διὰ τοῦτο μῆνις Ἀπόλλωνος εἰς ὄρνιν τ ' αὐτὸν μέλανα τρέπει καὶ
6750941 κυδρη
αὖτε προσέειπε ποδήνεμος ὠκέα Ἶρις : Ἥρη με προέηκε Διὸς κυδρὴ παράκοιτις : οὐδ ' οἶδε Κρονίδης ὑψίζυγος οὐδέ τις
κυβίων τε καὶ εὐχόρτου † λικιβάττεω : καὶ Πάριον κολιῶν κυδρὴ τροφὸς ἔσκε πολίχνη : Ἰόνιον δ ' ἀνὰ κῦμα
6748053 βρυουσα
, † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα , ἡσυχίηι χαίρουσα καὶ εὐφρόνηι ὀλβιομοίρωι , λαμπετίη ,
τελεσφόρε , παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ
6741413 Τιταν
ἔπειθ ' ὑπ ' αὐτοὺς θήκαμεν παρεμβολήν . ἐπεὶ δὲ Τιτὰν ἥλιος δυσμαῖς προσῆν , ἐπέσχομεν , θέλοντες ὄρθριον μάχην
, γαῖά τε καὶ πόντος πολυκύμων ἠδ ' ὑγρὸς ἀήρ Τιτὰν ἠδ ' αἰθὴρ σφίγγων περὶ κύκλον ἅπαντα . .
6738658 μακαρεσσιν
ρεις , πάτερ , οὐ σέο πάτρην [ ] μη μακάρεσσιν ἐρίζω [ ] ! ς ἐβάλοντο τιθήνης Τί βλοσυροῦ
ἐθάμβεον , εὖτ ' ἐσίδοντο Ἄρεος ἀκαμάτοιο βαθυκνήμιδα θύγατρα εἰδομένην μακάρεσσιν , ἐπεί ῥά οἱ ἀμφὶ προσώπῳ ἄμφω σμερδαλέον τε
6730830 μακαρ
ἀλλ ' οὐ γὰρ ὀρθῶς ταῦτα κρίνουσιν θεοί . ὦ μάκαρ , οἵας ἔλαχες τιμάς , Ἱππόλυθ ' ἥρως ,
Φερσεφόνειαν ἀχθεὶς ἐξετράφης φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσιν . εὔφρων ἐλθέ , μάκαρ , κεχαρισμένα δ ' ἱερὰ δέξαι . Κικλήσκω Βάκχον
6730190 ἀμμι
οὐδ ' ὑπάλυξις ἔστ ' ἄτης , πάρα δ ' ἄμμι τὰ κύντατα πημανθῆναι τῇδ ' ὑπ ' ἐρημαίῃ πεπτηότας
σκευαστῶν φαρμάκων σύνηθες ἡμῖν τοῦτό φησιν Ἀρχιγένης . Καστόριον καὶ ἄμμι λειότατα ποιήσας , δίδου κοχλιάριον ἓν σὺν μελικράτῳ .
6722972 σκηπτουχε
: ἄν ποτε . Μάκαρ : Σεβῆρε , Ἀντωνῖνε . σκηπτοῦχε : βασιλεῦ , ὁ τὰ σκῆπτρα κρατῶν , ὁ
φρεσὶ μυρίον ἄλγος μνησάμενος σφοῦ παιδὸς ἐύφρονος Ἀντιλόχοιο : Ἀργείων σκηπτοῦχε , μέγα κρατέων Ἀγάμεμνον , νῦν μὲν ἀποσχώμεσθα δυσηχέος
6715804 ὀλβιε
κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Ὦ τὴν εὐτειχῆ ναίων Πάρον , ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν
μάκαρ , Αἰακίδη , * καὶ * τετράκις , * ὄλβιε * Πηλεῦ , ὃς τοῖσδ ' ἐν μεγάροις ἱερὸν
6714260 Παφιης
ᾧ τε βορειότατον ζώνης πλινθήιόν ἐστιν , ἢ Διὸς ἢ Παφίης ἐν σχήμασι μαρτυρεόντων ἢ καὶ συνεσσομένων : Φαίνων γε
πάλιν ῥόδοις κρατεῖς με ; Τὸ ῥόδον τὸ τῆς κυθήρης Παφίης πλέον δαμάζει : ὅτε γὰρ συνῆλθε Κύπρις , τὸ
6708879 δεξο
λιπαυγῆ , Ζεῦ χθόνιε , σκηπτοῦχε , τάδ ' ἱερὰ δέξο προθύμως , Πλούτων , ὃς κατέχεις γαίης κληῖδας ἁπάσης
ὦ ? θύγατερ Σχοινῆος , ἀμείλιχον [ ἦτορ ἔχουσα , δέξο ] ? τάδ ' ἀγλαὰ ? [ ] δῶρα
6706912 ἐριουνιος
ἀστράγαλοι ἡ ἔσοπτρος Δῶρον ἀλεξικάκοιο Διὸς θνητοῖσιν ὀπάσσαι κεκλόμενος Μαίης ἐριούνιος ἦλθε κομίζων υἱός , ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς
ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ : ἡ
6704563 εὐρυοπα
. καὶ τοῖς Ἀθηναίοις χρησμὸς ἐδόθη τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρύοπα Ζεύς : ἐδήλου γὰρ ὡς διὰ τριήρων δεῖ αὐτοὺς
ἀπονέοντο παῖδες καὶ γαμβροί , τὼ δ ' οὐ λάθον εὐρύοπα Ζῆν ἐς πεδίον προφανέντε : ἰδὼν δ ' ἐλέησε
6703594 τετυκται
ἔπειτα ὀστέα Πατρόκλοιο Μενοιτιάδαο λέγωμεν εὖ διαγιγνώσκοντες : ἀριφραδέα δὲ τέτυκται : ἐν μέσσῃ γὰρ ἔκειτο πυρῇ , τοὶ δ
ἔειπεν : “ Χαλκιόπη , ὡς ὔμμι φίλον τερπνόν τε τέτυκται , ὧς ἔρξω . μὴ γάρ μοι ἐν ὀφθαλμοῖσι
6701704 Ἀνουβις
Δημήτηρ καὶ Κόρη καὶ Ἴακχος καὶ Σάραπις καὶ Ἶσις καὶ Ἄνουβις καὶ Ἁρποκράτης καὶ Ἑκάτη ἡ χθονία καὶ Ἐριννύες καὶ
γλήνη ἡ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ . Σάραπις καὶ Ἶσις καὶ Ἄνουβις καὶ Ἁρποκράτης αὐτοί τε καὶ τὰ ἀγάλματα αὐτῶν καὶ
6701062 Κρονιωνι
κακόν : ἀλλά που οὕτω μέλλει δὴ φίλον εἶναι ὑπερμενέϊ Κρονίωνι νωνύμνους ἀπολέσθαι ἀπ ' Ἄργεος ἐνθάδ ' Ἀχαιούς .
κρατερόν τε , βίην Ἡρακληείην , τὸν μὲν ὑποδμηθεῖσα κελαινεφέι Κρονίωνι , αὐτὰρ Ἰφικλῆα δορυσσόῳ Ἀμφιτρύωνι : κεκριμένην γενεήν ,
6700599 Διωνυσου
[ ἵνα ] γνώητε δαέντες [ ] πιστὰ πάροιθεν [ Διωνύσου ] ? τε θάλειαν [ ] ν ? κακοδήνεϊ
δ ' ἕσπεται ἄσπετα φῦλα Πευκαλέων : μετὰ τοὺς δὲ Διωνύσου θεράποντες Γαργαρίδαι ναίουσιν , ὅθι χρυσοῖο γενέθλην δαιδαλέην Ὕπανίς
6698311 ἀθανατοισιν
αὐτῷ καὶ πρόσθεν ἀγαλλομένους ἐπὶ δώρῳ υἷά τε Λητοΐδης ἀκεσίμβροτον ἀθανάτοισιν ἷξεν ἄγων ἐς Ὄλυμπον ἀγάννιφον ἠδὲ σαόφρων Παλλὰς Ἀθηναίη
ῥα θεὰ προσεβήσετο μακρὸν Ὄλυμπον Ζηνὶ φόως ἐρέουσα καὶ ἄλλοις ἀθανάτοισιν : αὐτὰρ ὃ κηρύκεσσι λιγυφθόγγοισι κέλευσε κηρύσσειν ἀγορὴν δὲ
6694766 τικτεν
περικλυτός ὅν ποτε Βάκχῳ νύμφη ὑποκλινθεῖσα παρ ' Ἀσωποῖο ῥοῇσι τίκτεν , ἄμωμον ἔχοντα δέμας καὶ ἐπίφρονα μῆτιν . Κηφεύς
Διονύσου Βακχῶν : Θυὰς γὰρ ἡ Βάκχη . Μόνον ἀθανάτα τίκτεν ] * Ὅσους παῖδας ἡ Θέτις ἐγέννα , ἐν
6691447 ἐϋστεφανου
δ ' ἴμεναι πρὸς δῶμα περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο , ἰχανόων φιλότητος ἐϋστεφάνου Κυθερείης . ἡ δὲ νέον παρὰ πατρὸς ἐρισθενέος Κρονίωνος
ἀφύσσων ἀπαντλῶν . Ἀφροδίτης . ἐπὶ μὲν τῆς θεοῦ “ ἐϋστεφάνου τ ' Ἀφροδίτης , ” ἐπὶ δὲ τῆς πρὸς
6683916 ὑπερτατα
ἀξιοπίστου οἰκήσεως διὰ τοῦ εἰπεῖν : Ζεὺς ὑψιβρεμέτης . * ὑπέρτατα δώματα : τὰ ἄκρα τοῦ κόσμου τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς
ἀρετὰ περὶ πάθεα , τῶν δὲ παθέων ἁδονὰ καὶ λύπα ὑπέρτατα , φανερὸν ὅτι οὐκ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα
6679593 ὀργια
διαμένουσι . Ἀλλ ' οὐκ ἐγίνωσκες τὴν ἐπῳδὴν καὶ τὰ ὄργια . Εἰ ταῦτα , ὦ Κριτία , ἐξ ἐπῳδῆς
. 〛 κἀξίστασθαι : ἐκχωρεῖν . . μὴ ἐμυήθη . ὄργια δὲ τὰ μυστήρια . . μήτε Κρατίνου : Πρὸς

Back