: οὕτω σφόδρ ' ἦν ἀρχαῖος . ἀεὶ δὲ πρὸς Μούσαισι καὶ λόγοις πάρει , ὅπου τε σοφίας ἔργον ἐξετάζεται | ||
δ ' οὐχ εὑρὼν λυγρὸν ἔδησε βρόχον . Ἁ Κύπρις Μούσαισι : κοράσια , τὰν Ἀφροδίταν τιμᾶτ ' ἢ τὸν |
τε γέγηθας , λυσίζων ' , ἀφανής , ἔργοισι δὲ φαίνηι ἅπασι , συμπάσχεις ὠδῖσι καὶ εὐτοκίηισι γέγηθας , Εἰλείθυια | ||
' ἀυτεῖς , ὦ Κύκλωψ ; ἀπωλόμην . αἰσχρός γε φαίνηι . κἀπὶ τοῖσδέ γ ' ἄθλιος . μεθύων κατέπεσες |
τοῦθ ' ὑπεῖξαν ἀλλήλοις . Ἥρῃ δ ' ἀντέστη χρυσηλάκατος κελαδεινή Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . Οὐδὲ τοῦτ ' ἀλόγως εἰσήγαγεν Ὅμηρος | ||
δὲ κελαινεφὲς παραγώγως ἴσον τούτου . κελαρύζει ἰδίωμα ψόφου . κελαδεινή ἐπίθετον Ἀρτέμιδος . σημαίνει δὲ τὴν κυνηγόν : μετὰ |
ἀνήγαγεν αὐτήν . λευκίππου τε θυγατρός : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἀμφέπει καὶ τῆς λευκοὺς ἵππους ἐχούσης θυγατρὸς αὐτῆς : λέγει | ||
ὑπὸ Πλούτωνος ἐζήτει αὐτήν . * τῆς Περσεφόνης . * ἀμφέπει ἀπὸ κοινοῦ : ἐν γὰρ τῇ Σικελίᾳ τὰ τῆς |
[ ] ὅτι ἀγαθὴν ? σημαίνει . Ἑρμῆ Μαιάδος υἱὲ διάκτορε δῶτορ ἐάων ? . δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τῶιδε | ||
Τορωναίων εἵλκυσαν ἐς λιμένα . Καλλίστρατός σοι , Ζηνὸς ὦ διάκτορε , ἔθηκε μορφῆς ξυνὸν ἥλικος τύπον : Κηφισιεὺς ὁ |
Ἡρακλεῖ τετράφθαι τοὺς Γηγενεῖς . ὁ δὲ μῦθος ἀπὸ τοῦ Νεμεαίου λέοντος . μέμνηται δὲ καὶ Καλλίμαχος ἐν οἷς φησι | ||
γε ἰοβλεφάρων θεῖος προφάτας [ ] εὔτυκος Φλειοῦντά τε καὶ Νεμεαίου Ζηνὸς εὐθαλὲς πέδον ὑμνεῖν , ὅθι μηλοδαΐκταν θρέψεν ἁ |
ἕτερον φαίνοιο ἂν εὐχόμενος ἢ διδαχθῆναι ἃ οὐκ ἐπίστασαι . Εἶπον οὖν ἐγὼ πρὸς τὸν Πρόδικον ὅτι μοι δοκεῖ οὐχὶ | ||
ἅλμα , ποδωκείην , δίσκον , ἄκοντα , πάλην . Εἶπον , τίς , τίνος ἐσσί , τίνος πατρίδος , |
θερμαυστρίς , κυβίστησις , παραβῆναι τὰ τέτταρα . ὁ δὲ τετράκωμος , τὸ τῆς ὀρχήσεως εἶδος , οὐκ οἶδα εἴ | ||
ὀνομασιῶν , αἵδε : κῶμος , βουκολιασμός , γίγγρας , τετράκωμος , ἐπίφαλλος , χορεῖος , καλλίνικος , πολεμικόν , |
σπερμεῖε , ἀρότριε , Πύθιε , Τιτάν , Γρύνειε , Σμινθεῦ , Πυθοκτόνε , Δελφικέ , μάντι , ἄγριε , | ||
Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις , Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντ ' ἐπὶ νηὸν ἔρεψα , |
δίφρων ? ? ? ? , θεσμοφόρον δ ' ἐτέλεσσεν ἀγήνορα δῆμον Ἀθήνης . καὶ τὰ μὲν ἐν θυέεσσι : | ||
ἄδηλον ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει . |
ὡς παρὰ τῷ Ἡροδότῳ σεμνὸν ἅμα ἡδονῇ ἕποιτο , οἷον Ἴακχος καὶ τὰ τοιαῦτα , ἑτέρου λόγου . Ἀλλ ' | ||
διεγένετο , ἀλλὰ καὶ συνιούσης τῆς ναυμαχίας ἐξεφοίτα μὲν ὁ Ἴακχος συνναυμαχήσων , νέφος δὲ ὁρμηθὲν ἀπ ' Ἐλευσῖνος καὶ |
τὸ χαίρειν : ἦ ἀλύεις , ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην ; γίνεται δὲ τὸ μὲν πρῶτον παρὰ τὸ λύω | ||
καὶ μεταμώνια βάζεις . ἦ ἀλύεις ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην ; μή τίς τοι τάχα Ἴρου ἀμείνων ἄλλος ἀναστῇ |
Νωνακρία γὰρ πόλις Ἀρκαδίας ὅπου τιμᾶται ὁ Ἑρμῆς * . Νωνακριάτης ὁ Ἑρμῆς . × . τρικέφαλος δὲ ὁ αὐτὸς | ||
καὶ κόρην κατὰ χρησμὸν κἀντεῦθεν ἱδρύσαντο Λευκὸν Ἑρμῆν . * Νωνακριάτης δὲ ὁ Ἀρκαδικός : Νωνακρία γὰρ πόλις Ἀρκαδίας ὅπου |
, Κρονίδαο Διὸς τροφός , ἡ δέ τε Μυσῆς ἁρπαγίμης ὑμέναιος ἔφυ κρατερῆς Εὐρώπης . Τῷ δ ' ὕπο Κιμμερίη | ||
φησιν Λέξεσιν : ἱμαῖος ᾠδὴ μυλωθρῶν : ἐν δὲ γάμοις ὑμέναιος : ἐν δὲ πένθεσιν ἰάλεμος . λίνος δὲ καὶ |
ἄμφω ἀνάβω , ἄμφω συρίσδεν δεδαημένω , ἄμφω ἀείδεν . πρᾶτος δ ' ὦν ποτὶ Δάφνιν ἰδὼν ἀγόρευε Μενάλκας : | ||
' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις , ἐπεὶ καὶ πρᾶτος ἔρισδεν |
Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί , παντόχροοι , πολύοδμοι ἐν ἀνθεμοειδέσι πνοιαῖς | ||
νικηταῖς γενομένοις ἐν τοῖς ἱεροῖς ἀγῶσιν , αἱ ὧραι αἱ πολυάνθεμοι , ἤτοι τὸ ἔαρ πολλὰ καὶ κατὰ πολὺ ἢ |
καλῶς , ὅς νιν φονεῦσαι μητέρ ' ἐξηνάγκασα . ὦ Λοξία μαντεῖε , σῶν θεσπισμάτων οὐ ψευδόμαντις ἦσθ ' ἄρ | ||
: σπένδομαι δὲ συμφοραῖς , Μενέλαε , καὶ σοῖς , Λοξία , θεσπίσμασιν . ἴτε νυν καθ ' ὁδόν , |
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς | ||
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ |
τὸ πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . τὸ χρῆμα τῶν νυκτῶν : | ||
Ζεὺς πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ Ζεύς |
προηθετοῦντο κτλ . . . ἀλλ ' οὔ μοι τοιοῦτον ἐπέκλωσαν θεοὶ ὄλβον πατρί τ ' ἐμῷ καὶ ἐμοί : | ||
μιν ἀμειβόμενος προσέειπον : Τειρεσίη , τὰ μὲν ἄρ που ἐπέκλωσαν θεοὶ αὐτοί . ἀλλ ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ |
πολίων : ἐφ ' ὧν πᾶσα πόλις ἀσφαλῶς βέβηκεν . Εὐνομία , Δίκη , Εἰρήνη ἀδελφαὶ ἐκ Θέμιδος . ἐθέλοντι | ||
ὁ τῆς εὐνομίας ταμίας , οὗ πάρεδρος Δίκη τε καὶ Εὐνομία : ᾧ παραστατοῦσιν αἱ Χάριτες , Εὐφροσύνη καὶ Ἀγλαΐα |
καὶ οἷον „ καὶ ” ἀλλ ' οἷον τόδ ' ἔρεξεν ” , „ οἷον τὸν Τηλεφίδην „ . οὕτως | ||
Διὸς μένος . Ἀλλὰ τὸ μέν που ἀθανάτων τάχ ' ἔρεξεν ἐὺς νόος ἠὲ καὶ οὐκί : Ἀργεῖοι δ ' |
' πὶ τούτοισιν εὖ πρᾶξις , ὡς θέλει τόδ ' ἄγχιστον Ἀπίας γαίας μονόφρουρον ἕρκος . ἥκω σεβίζων σόν , | ||
' ἂν ἐν βάθροις ἔτι . ἔξεστι τὸν γένει μὲν ἄγχιστον πατρὸς μέγαν τε δαίμον ' ἐν θεοῖς τε τίμιον |
κεῖνος ὁμῶς Ἀΐδαο πύλῃσι γίνεται , ὃς πενίῃ εἴκων ἀπατήλια βάζει . ἴστω νῦν Ζεὺς πρῶτα θεῶν ξενίη τε τράπεζα | ||
Ἰθάκης ἐς δῆμον ἵκηται , ἐλθὼν ἐς δέσποιναν ἐμὴν ἀπατήλια βάζει : ἡ δ ' εὖ δεξαμένη φιλέει καὶ ἕκαστα |
πυροί , κριθαί , ἄμπελοι , ἐλάαι , συκαῖ . Καλός γ ' ὦ ἄνδρες καὶ ὅσιος ὁ ὅρκος . | ||
, ὁ ἐμὸς υἱὸς οὑτοσί , καὶ ὁ Δημῶναξ , Καλός , ἔφη , καὶ σοῦ ἄξιος καὶ τῇ μητρὶ |
βριάει , ῥεῖα δὲ βριάοντα χαλέπτει , Ῥεῖα δ ' ἀρίζηλον μινύθει καὶ ἄδηλον ἀέξει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης . . . | ||
κορύμβοις . Ὁπλίζεο : ὅπλησον . Στικτόν : αἰόλον . ἀρίζηλον : φημούμενον . Ὤρυγγας : λιαὶ δίπουμά τι . |
, φερέκαρπε , ἠλεκτρίς , βαρύθυμε , καταυγάστειρα , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα , | ||
, φερέκαρπε , ἠλεκτρίς , βαρύθυμε , καταυγάστειρα , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα , |
] ? ? πή ποθεν Αἰακίδην Πολυξείνης κάλλει θάπτειν . καλλικόμων ? ? ? ? ? ? ὁ πόθος ? | ||
παρὰ τὰ Στησιχόρου ἐκ τῆς Ὀρεστείας τοιάδε χρὴ Χαρίτων δαμώματα καλλικόμων ὑμνεῖν φρύγιον μέλος ἐξευρόντας ἁβρῶς ἦρος ἐπερχομένου . Γ |
, ὅτ ' Ἰδαίαν ἐς νάπαν ἦλθ ' , ὁ Μαίας τε καὶ Διὸς τόκος , τρίπωλον ἅρμα δαιμόνων ἄγων | ||
καὶ συνδιάκτορος ὤν ; καὶ μὴν καλῶς εἶχεν , ὦ Μαίας παῖ , ἐκείνων γοῦν σε μεμνῆσθαι , ὅτι μηδεπώποτέ |
πρὸς ὑμᾶς τῶν τέως κεκρυμμένων ὁμολογῆσαι λόγων . διττὸν ἡμῖν ἐνοικεῖ γένος , ὦ φίλοι , διτταὶ δ ' αὐτῷ | ||
διελόμενοι ἔχουσι , συνοικίαν καλοῦμεν , ὅπου δ ' εἷς ἐνοικεῖ , οἰκίαν . Ἐὰν δ ' εἰς ἓν δήπου |
τὸ γένος , οὗ μνημονεύοι ἂν νῦν ὁ ῥήτωρ . Νίκη Ἀθηνᾶ : Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας . | ||
τὴν λαμπάδ ' ἡμμένην ὅπως παρὼν ἐμοὶ προσοίσει . Δέσποινα Νίκη , ξυγγενοῦ τῶν τ ' ἐν πόλει γυναικῶν τοῦ |
Σεσοβημένος , ἐπίτριπτος . καταμωκώμενοι δὲ τῶν Δωριέων τὸ ὦ Δάματερ λέγουσιν . ὁ δὲ νοῦς , πῶς ἐπηρμένος καὶ | ||
Θεόπομπος λέγῃ : ἰχθύων δὲ δὴ ὑπογαστρι ' , ὦ Δάματερ , παρατηρητέον ὅτι ἐπὶ ἰχθύων μὲν ὑπογάστριον λέγουσι , |
οὐκ οἶδ ' ὄμμασιν ποίοις βλέπων πατέρα ποτ ' ἂν προσεῖδον εἰς Ἅιδου μολών , οὐδ ' αὖ τάλαιναν μητέρ | ||
! ? τάφωι ? τακερὰ ? ? ? ? μέλεα προσεῖδον παπαῖ ? ? ? ? , ! ! ! |
διὰ πλειόνων ἐξηγεῖται λέγων : ξυνὸς Ἐνυάλιος , καί τε κτανέοντα κατέκτα . Νεμεσηταὶ γὰρ αἱ πολέμων ἐπ ' ἀμφότερα | ||
ἅμα ὀλλῦναι . Ὅμηρος : ξυνὸς Ἐνυάλιος , καί τε κτανέοντα κατέκτα . Μαντική . μαντική τις ἐστίν : οἷον |
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ | ||
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις |
, τὶς ἐν ἀγῶσι καὶ ἀντεχέσθω τῶν ἄθλων , τοῦ Κλεονίκου τὸ γένος ζηλώσας : Κλεόνικος δὲ πατήρ ἐστι τοῦ | ||
' ἀγαπάζοντι . μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ ' ἀέθˈλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών : οὔτοι τετύφˈλωται μακρός μόχθος ἀνδρῶν οὐδ ' |
ἰδοίατο νοστήσαντα . ” τὸν δ ' αὖτ ' Ἀλκίνοος ἀπαμείβετο φώνησέν τε : “ ὦ Ὀδυσεῦ , τὸ μὲν | ||
υἷα Ἥρη ἀκηχεμένη . Ὃ δ ' ἄρ ' οὐκ ἀπαμείβετο μύθῳ : ἅζετο γὰρ παράκοιτιν ἑοῦ πατρὸς ἀκαμάτοιο , |
Ἡρόδοτον , καὶ κῆδος ἡ ἐπιγαμία κατὰ Θουκυδίδην , καὶ κηδεία κατὰ Δημοσθένην , καὶ κηδεύματα κατὰ Πλάτωνα . καὶ | ||
τὸ ἐπιγαμβρεύω , καὶ τὸ ἐνταφιάζω , ἐξ οὗ καὶ κηδεία ὁ ἐνταφιασμός . ἐννεμέθονται : οἰκοῦσι , βόσκονται , |
χαίροντας ἀφικνεῦ . Αἰεὶ τοῦτο Διὸς κούραις μέλει , αἰὲν ἀοιδοῖς , ὑμνεῖν ἀθανάτους , ὑμνεῖν ἀγαθῶν κλέα ἀνδρῶν . | ||
θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις : χαλεπαὶ γὰρ ὁδοὶ τελέθουσιν ἀοιδοῖς κουράων ἀπάνευθε Διὸς μέγα βουλεύοντος . οὔπω μῆνας ἄγων |
Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ Σειρῆνας , Κλειοῦς δὲ Ὑμέναιον : τῶν δὲ λοιπῶν Θαλείας Παλαίφατον , ἐκ δὲ | ||
ἃ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὑμνεῖ , ἃ δ ' Ὑμέναιον , ὃν ἐν γάμοισι χροϊζόμενον Μοῖρα σὺμ πρωτὰ λάβεν |
α ? ! [ Τίπτε , μόθων ἄτλητος , Ἐνυαλίοιο λέλογχας , Κύπρι ; τίς ὁ ψεύστας στυγνὰ καθᾶψε μάτην | ||
. ἀκαχυνέμεν ἄργειτε τερέντερον Τίπτε , μόθων ἄτλητος , Ἐνυαλίοιο λέλογχας , Κύπρι ; τίς ὁ ψεύστας στυγνὰ καθᾶψε μάτην |
Ἑρμῆς , ὡς Ὀδυσσεύς : Ἑρμείας δ ' οὐκ ἔστι διάκτορος . . ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς . | ||
τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ |
σιδηρίτην νημερτέα : τόν ῥα βροτοῖσιν ἥνδανεν ἄλλοισιν καλέειν ἔμψυχον ὀρείτην , γυρόν , ὑποτρηχύν , στιβαρόν , μελανόχροα , | ||
φῶτα κραταιὴ κάλλιπε νοῦσος . Τοῖον γαῖα βροτοῖσιν ἀρηγόνα τίκτεν ὀρείτην , ὅστε καὶ οὐταμένοις ἄκος ἡρώεσσι κομίζει καὶ στείρῃσι |
δειλίας θανεῖν ς ' ὕπο , οὑμὸς δ ' ἀμαρτύρητος εὐκλεὴς πόσις , ὃς τούσδε παῖδας οὐκ ἂν ἐκσῶσαι θέλοι | ||
τεθνεώτων . ὅμως δὲ τοῖς προσθοδόμοις Ἀτρείδαις ὁ γόος ὁ εὐκλεὴς ὁμοίως χάριτες κέκληνται . χάριτες ] χάριτας δὲ νεκρῶν |
αὗται ἱδρυμέναι ἐν τοῖς δεξιοῖς τοῦ Ἀπόλλωνος . ὦ σεβασμία Ἀγλαΐα καὶ ὦ Εὐφροσύνη φίλη τῶν μολπῶν , θυγατέρες τοῦ | ||
. ΧΑΡΙΤΕΣΤΕ ΘΕΑΙ . Χάριτές εἰσι τρεῖς : Πειθὼ , Ἀγλαΐα , καὶ Εὐφροσύνη : Ὧραι τρεῖς : Εὐνομία , |
φίλον ὅστις ἄριστος . πραέσι δ ' εἶκε λόγοις ' ἔργοισί τ ' ἐπωφελίμοισι . μηδ ' ἔχθαιρε φίλον σὸν | ||
Δημάρητος καὶ τοιαύτῃ χρησάμενος τύχῃ , ἄλλα τε Λακεδαιμονίοισι συχνὰ ἔργοισί τε καὶ γνώμῃσι ἀπολαμπρυνθείς , ἐν δὲ δὴ καὶ |
αἱ μεγάλαι ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν : παρὰ τὸ ἄρχω ἦργμαι ἄργμα καὶ ἄπαργμα : Ὅμηρος : ἄργματα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι | ||
* . Ἄργμα : ἡ ἀπαρχή : ἧ ῥα καὶ ἄργμα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι : παρὰ τὸ ἄρχω ἄργμα , |
: ἡ διπλῆ πρὸς τὸ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας ὅτι ἐστὶν ὑπερμαχεῖς . . ὅτι . ὅ . ἵνα μή τι | ||
κυρῇς . Σὺ ταῦτ ' , Ὀδυσσεῦ , τοῦδ ' ὑπερμαχεῖς ἐμοί ; Ἔγωγ ' : ἐμίσουν δ ' , |
μῦθος ἀνθρώπων ἔχει , Λακεδαίμον ' , ἀνθηρὸς μὲν εἱμάτων στολῆι χρυσῶι τε λαμπρός , βαρβάρωι χλιδήματι , ἐρῶν ἐρῶσαν | ||
ἄρκυν ἐς μέσην πορεύεται . καὶ μὴν ὄχοις γε καὶ στολῆι λαμπρύνεται . τί δῆτα δρῶμεν ; μητέρ ' ἦ |
προσδίδου : μόνος μόνωι γέμιζε πορθμίδος σκάφος . χαιρέτω μὲν αὖλις ἅδε , χαιρέτω δὲ θυμάτων ἀποβώμιος † ἃν ἔχει | ||
εἰς ἅλις , ἥ ῥα βόεσσι μένος κεραῇσιν ἀέξει . αὖλις δέ σφισιν ἥδε τεῆς ἐπὶ δεξιὰ χειρός φαίνεται εὖ |
συνεχῶς κινοῦμαι . ἐξ οὗ παράγωγον σκαρίζω , ὡς στένω στενάζω . καὶ ὡς σκαλίζω ἀσκαλίζω κατὰ πρόσθεσιν τοῦ α | ||
πλησιάζοντα καὶ ἐγγὺς ὄντα τοῦ τάφου καὶ τοῦ θανάτου ὁρῶσα στενάζω . ἢ οὕτως : πρὶν ἢ ἐν τῷ τάφῳ |
μὲν οὖν εἰς ἀκοὰς ἦλθε τὰς ἡμετέρας , ἀρχαιολογούμενα παρὰ θεσπεσίοις ἀνδράσιν , οἳ τὰ Μωυσέως οὐ παρέργως διηρεύνησαν . | ||
δὴ ἐξέδωκα Προδίκωι , πολλοὺς δὲ ἄλλοις σοφοῖς τε καὶ θεσπεσίοις ἀνδράσι . . ἐπεὶ καὶ τοῦτό γέ μοι δοκεῖ |
, † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα , ἡσυχίηι χαίρουσα καὶ εὐφρόνηι ὀλβιομοίρωι , λαμπετίη , | ||
τελεσφόρε , παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ |
ἅμιλλά τις Πειθοῦς καὶ Βίας καὶ ἀνύει τι μᾶλλον ἡ Πειθὼ τῆς Βίας ἐν τῷ μύθῳ καὶ γυμνοῖ πρόσθεν ὁ | ||
Νέμεσις καὶ Ἀφροδίτη ἡ πάνδημος καὶ Ἥφαιστος καὶ Τύχη καὶ Πειθὼ καὶ Χάριτες καὶ Ὧραι καὶ Νύμφαι καὶ Ἑστία . |
γέροντα ὄντα καὶ διδάσκαλον αὑτοῦ τὸν Σωκράτη σκώπτει πολὺ τῶν Σιληνῶν αἰσχίονα λέγων εἶναι . ὃ δὲ αὐτῷ διαμορφοσκοπεῖται καὶ | ||
κοινῶν τῶν τότε καιρῶν καὶ μὴ καταφρονήσωσιν τῶν Σατύρων καὶ Σιληνῶν , πίωσι δὲ ἐς κόρον τοῦ κρατῆρος τούτου , |
πέρι , παρθένε , μορφᾶς καὶ θανεῖν ζηλωτὸς ἐν Ἑλλάδι πότμος καὶ πόνους τλῆναι μαλεροὺς ἀκαμάτους : τοῖον ἐπὶ φρένα | ||
. . , εἶτα μετ ' ὀλίγον λέγοντος οὑμὸς δὲ πότμος οὐρανῶι κυρῶν ἄνω ἔραζε πίπτει καί με προσφωνεῖ τάδε |
τῇ δὲ τετάρτῃ παῖς τις ἐν ἑβδομάσιν ἄριστος ἰσχύν , ἧτ ' ἄνδρες σήματ ' ἔχους ' ἀρετᾶς . πέμπτῃ | ||
καὶ συμβαίνει τουτὶ ἐξ αὐτῶν : ψεῦδος δὲ ὂν οὐδὲν ἧτ - τον συμβαίνει . τί οὖν μοι καθήκει ποιεῖν |
ἡγήσῃ φίλον . Μηδέποτε γήμῃ μηδὲ εἷς εὔνους ἐμοί . Νίκα λογισμῷ τὴν παροῦσαν συμφοράν . Ξένον προτιμᾶν μᾶλλον ἀνθρώποις | ||
κοινοῦ θανάτου μέρος ἄμφω . Ἀλλὰ γὰρ ἁ μεγαλώνυμος ἦλθε Νίκα τᾷ πολυαρμάτῳ ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ , ἐκ μὲν δὴ πολέμων |
λιστοὶ δέ τε καὶ θεοὶ αὐτοί , καὶ τοὺς μὲν θυσίαισι καὶ εὐχωλαῖς ἀγαναῖσιν λοιβῇ τε κνίσῃ τε παρατρωπῶς ' | ||
λέγω ] ἐνιαυσίαις σφας μὴ λελησμένους [ ] χρόνωι ? θυσίαισι ? τιμᾶν ? ? ? ? καὶ σφαγαῖσι [ |
χρόνον φυλάττοντες παρὰ τοῦ τυράννου λαμβάνουσιν . ὃ δ ' ἐζήλωσας ἡμᾶς ὡς τοὺς μὲν φίλους μάλιστα εὖ ποιεῖν δυνάμεθα | ||
ἴσθι : εἰ δ ' ὠλιγώρησας μὲν ἀνδρὸς καινὰς δὲ ἐζήλωσας ἐπιθυμίας ἢ ἐρασθεῖσα ἢ ἐρασθέντι ἐνδοῦσα , τὰ ἀναγκαιότατα |
: τὸν μέν ῥα πατὴρ Λυκόοργος ἔπεμπε , τῶν ἄμφω γνωτὸς προγενέστερος , ἀλλ ' ὁ μὲν ἤδη γηράσκοντ ' | ||
. [ πρόκατε ] : εὐθέως . . καὶ πρόκατε γνωτὸς Μέμνονος : γνωτὸς ? ? ? ? ? ? |
τέκνα . ἀλλ ' , ὦ φίλοι , χοαῖσι ταῖσδε νερτέρων ὕμνους ἐπευφημεῖτε , τόν τε δαίμονα Δαρεῖον ἀνακαλεῖσθε , | ||
: πρίν , Ἔρως , ἐκεῖ μ ' ἀπελθεῖν ὑπὸ νερτέρων χορείας , σκεδάσαι θέλω μερίμνας . Μεσονυκτίοις ποτ ' |
ἰσότατι γὰρ ἁ κοινωνία , καὶ ἐν τᾷ ταύτας ἀποδιανομᾷ ἐξάρχει μὲν ἁ δικαιοσύνα , μετέχει δ ' ἁ κοινωνία | ||
δὲ τεκμήρασθαι τὸ αὐτὸ τοῦτο , φημὶ ὅτι ἡ σελήνη ἐξάρχει χλιαρᾶς τινος θερμασίας , καὶ ἐξ ἑτέρων πλείστων . |
, σιγὴ , μὴ εἰπεῖν ἃ βούλεται . ηʹ . Λόγοις οὓς λέγει ἢ μεγάλοι ἢ πολλοὶ ἀτρεκέες , ἢ | ||
δόκει πονηρὸς ὤν . Λόγος τις εὐχάριστος ἀπόδοσις καλή . Λόγοις ἀμείβου τὸν λόγοις πείθοντά σε . Λάμβανε πρόνοιαν τοῦ |
ὀϊστόν : οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι , ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος : αἰνήσαις ἓ καὶ | ||
ἢ βέλη , ὅταν ἀποτυχόντα τοῦ σώματος χαμαὶ πέσῃ . φόρμιγγ ' ἐλελίζων : ἀντὶ τοῦ τῇ κιθάρᾳ τὸν ἐπίνικον |
δ ' ἀστός , ἐπιχώριος , ἐγχώριος , ἡμεδαπός , ὁμόφυλος , ἐγγενής , ἔντοπος : τὸ γὰρ ἐνδάπιος ποιητικόν | ||
Πτολεμαΐδα . ἀπὸ δὲ φυλῶν τὸ φυλοκρινεῖν ὠνομάσθη , καὶ ὁμόφυλος ἀλλόφυλος , φυλέτης , φυλίων θεῶν ἱερά , ἐμφύλιον |
τὸν ἄνδρα καὶ τὸν νοῦν ἀπεφήναμεν , τὸν μὲν πεισθέντα λογίοις ἐκ δυσαποσπάστων ἀφελκυσθέντα , τὸν δὲ νοῦν , ὅτι | ||
, κράτει . Γ ἑτέραν ] κύλικα . ἐν τοῖς λογίοις ] ἐν τοῖς μαντεύμασι . Γ ὦ Βάκι : |
, μῆτερ , εἰμί , παῖς σέθεν Πενθεύς , ὃν ἔτεκες ἐν δόμοις Ἐχίονος : οἴκτιρε δ ' ὦ μῆτέρ | ||
καταπνευσθεὶς ἐνθουσιῶν ἀνεφθέγξατο : „ ὦ μῆτερ , ἡλίκον με ἔτεκες , ἄνθρωπον μάχης καὶ ἄνθρωπον ἀηδίας πάσης τῆς γῆς |
ὀδόντων ἕρκος ἐπικροτέει λευκόχροον ἄσθματι θερμῷ : καὶ χόλος ἀμφὶ γάμοισι πολὺ πλέον ἠέπερ αἰδώς . θηλυτέρη δ ' εἴ | ||
ποτ ' ὢν ἀνάκτωρ πόλεως . ἃ δ ' ἐν γάμοισι χρῆν σε προσθέσθαι χροῒ Ἀσιατίδων γήμαντα τὴν ὑπερτάτην , |
, φησὶ , καὶ φώνει βοὴν δυσαιανῆ καὶ δυσθρήνητον , ἄποτμον καὶ κακόμορον , ἤτοι κακοθάνατον , τοῖς Πέρσαις τοῖς | ||
ἅμιλλα κούραις . ἐγὼ δὲ σᾶι δυστυχίαι δάκρυσιν διοίσω πότμον ἄποτμον . ὦ τάλαινα μᾶτερ , ἔτεκες ἀνόνατα : φεῦ |
: καλέει Ζεὺς ἄφθιτα μήδεα εἰδώς . τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα : τίπτέ με κεῖνος | ||
αὐτός τε μένω καὶ λαὸν ἐρύκω . Τὸν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα γέρων Πρίαμος θεοειδής : εἰ μὲν δή |
δ ' ἐγώ . διὰ πυρὸς ἔμολον ἁ τάλαινα ματρὶ τᾶιδ ' , ἅ μ ' ἔτικτε κούραν . ἰὼ | ||
ἐκ τοκάδων , πᾶι δή μοι νίσηι σκοπέλους ; οὐ τᾶιδ ' ὑπήνεμος αὔρα καὶ ποιηρὰ βοτάνα , δινᾶέν θ |
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι . | ||
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , |
γάρ ῥα Ποσειδάων ἐνοσίχθων Νέστορος υἱὸν ἔρυτο καὶ ἐν πολλοῖσι βέλεσσιν . οὐ μὲν γάρ ποτ ' ἄνευ δηΐων ἦν | ||
ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ ' ὁπότ ' Ἰασίωνι |
ὕμνον εἰς Ἀπόλλωνα οὗ ἡ ἀρχή μνήσομαι οὐδὲ λάθωμαι Ἀπόλλωνος ἑκάτοιο . ῥηθέντος δὲ τοῦ ὕμνου οἱ μὲν Ἴωνες πολίτην | ||
οἴσω προτὶ Ἴλιον ἱρήν , καὶ κρεμόω προτὶ νηὸν Ἀπόλλωνος ἑκάτοιο , τὸν δὲ νέκυν ἐπὶ νῆας ἐϋσσέλμους ἀποδώσω , |
: μέγαν γὰρ ἔσεσθαι τοῖς Ἕλλησιν κίνδυνον ἐκ τούτου . Τερψιχόρη δὲ ἐπιφανεῖσα τὸ τοῦ παιδὸς σῶμα ἀνείλετο . ὡς | ||
, ἡ δὲ κατὰ τὸ τέλος . 〛 Μοῦσα : Τερψιχόρη . Θ . Κλεοφῶντος : Κλεοφῶν στρατηγὸς τῶν Ἀθηναίων |
αʹ βʹ γʹ δʹ : . Πτολεμαῖος αʹ : . Ἐρωτικός αʹ : . Φαιδώνδας αʹ : . Μαίδων αʹ | ||
Ἀθηναίων , Πολιτεία , Τέχνη ἠθική , Περὶ πλούτου , Ἐρωτικός , Θεόδωρος , Ὑψίας , Ἀρίσταρχος , Περὶ θανάτου |
ἀνάγνωθι ἃ λέγει ἡ Θέτις . Ὠκύμορος δή μοι τέκος ἔσσεαι , οἷ ' ἀγορεύεις : αὐτίκα γάρ τοι ἔπειτα | ||
φασιν ἐπιπλήξαντα εἰπεῖν : ὠκύμορος δή μοι , τέκος , ἔσσεαι , οἷ ' ἀγορεύεις . καὶ δὴ καὶ ἐγένετο |
αὖθις ὧδ ' ἔρημος ἄπορος αἰῶνα τλάμον ' ἕξω ; Φίλαι , τρέσητε μηδέν . Ἀλλὰ ποῖ φύγω ; Καὶ | ||
, ἵν ' αὐτῆς κοσμίως πυθώμεθ ' ἅττα λέξει . Φίλαι γυναῖκες , ξυγγενεῖς τοὐμοῦ τρόπου , ὅτι μὲν φίλος |
εἴκοσι κώπας ἐχούσαις . Πλαγχθέντα : πλανηθέντα . ᾐόνος : συνίζησις . Ἀγχιβαθεῖς : πολυβαθεῖς . ἐπί σφισιν : κατ | ||
φίλην . Ξ ἔθου ] ἐποίησας . Ξ θεοὶ ] συνίζησις . πολισσοῦχοι ] οἱ συνέχοντες τὴν πόλιν . πολισσοῦχοι |
ἱκέτας ? ? [ ] κατάσχῃ . Εὐοῖ ὦ [ Ἰόβακχ ] ' ὦ ἰὲ Παιάν : δεῖξαι [ ] | ||
Εὔβοιά - ] [ ] τε καλλίκαρπος : Εὐοῖ ὦ Ἰόβακχ [ ' ὦ ἰὲ ] Παιάν : πᾶσα δ |
ἐργμάτων βασιλεῦσιν ἰσοδαίμονα τεύχει φῶτα : κεῖνος ἀμφ ' Ἀχέροντι ναιετάων ἐμάν γλῶσσαν εὑρέτω κελαδῆτιν , Ὀρσοτριαίνα ἵν ' ἐν | ||
, . αἲ γὰρ ἐμοὶ τοιόσδε πόσις κεκλημένος εἴη ἐνθάδε ναιετάων , καί οἱ ἅδοι αὐτόθι μίμνειν . † ) |
Σέ ποτε δρί ' ὃς ἀνὰ δρυμά τε , νεαρὲ κόρε νεβροχίτων Τὸν στυγνὸν Μελανίππου φόνον αἱ πατροφόνων ἔριθοι Χαῖρε | ||
τῆς παρατελεύτου κέχρηται : σέ ποτε Διὸς ἀνὰ πύματα νεαρὲ κόρε νεβροχίτων . συντιθέασι δέ τινες καὶ ἑτέρῳ τρόπῳ τὸ |
ἀνάπαλιν τοῦ κ , ἔνθα κτλ . . . Ἥρη ἀπτοεπές , ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες : ἡ διπλῆ , | ||
ἀπὸ τοῦ ὄπτω , τὸ βλέπω . . . . ἀπτοεπές : τινὲς δασύνουσιν , ἵν ' ᾖ ἡ ἁπτομένη |
ὅρμους χρυσείους ἔθεσαν χροΐ : ἀμφὶ δὲ τήν γε Ὧραι καλλίκομοι στέφον ἄνθεσι εἰαρινοῖσιν : πάντα δέ οἱ χροῒ κόσμον | ||
τὸ ὀρχεῖσθαι ἐπὶ τοῦ κινεῖσθαι καὶ ἐρεθίζεσθαι . Ἀνακρέων : καλλίκομοι κοῦραι Διὸς ὠρχήσαντ ' ἐλαφρῶς . Ἴων : ἐκ |
' . . . . αὔδα : ἔστιν † αὐδέω αὐδῶ , ὁ παρατατικὸς ηὔδαον ηὔδων , ηὔδαες ηὔδας , | ||
, τέκνον . εἶἑν : σὲ τὸν θάσσοντα δυστήνους ἕδρας αὐδῶ φίλοισιν ὄμμα δεικνύναι τὸ σόν . οὐδεὶς σκότος γὰρ |
. τὸν πάλαι δ ' ἐγὼ πόσιν τιμῶσα Πρωτέως μνῆμα προσπίτνω τόδε ἱκέτις , ἵν ' ἀνδρὶ τἀμὰ διασώσηι λέχη | ||
φάος ὁρμᾶται μήτηρ βασιλέως , βασίλεια δ ' ἐμή : προσπίτνω : καὶ προσφθόγγοις δὲ χρεὼν αὐτὴν πάντας μύθοισι προσαυδᾶν |
. τῶν δὲ πρὸς ἀντολίην μεσάτην χθόνα ναιετάουσιν ἴδριες ἐν πολέμοισι Λυκάονες ἀγκυλότοξοι . τοῖς δ ' ἐπὶ Πισιδέων λιπαρὸν | ||
, ὅτι μᾶλλον ἀνάλκιδές εἰσιν Ἀθῆναι τοῖαι , κυδαλίμοισιν ἀγαλλόμεναι πολέμοισι , κεκριμένων μελέων οὔτ ' ἄρσενες οὔτε γυναῖκες ; |
τὸ δ ' οὔπω . Ἄμπνευμα σεμνὸν Ἀλφεοῦ , κλεινᾶν Συρακοσσᾶν θάλος Ὀρτυγία , δέμνιον Ἀρτέμιδος , Δάλου κασιγˈνήτα , | ||
ἐπιστολὰς καὶ ἐγκλείοντες εἰς σκύτινα ἀγγεῖα καὶ οὕτω σφραγίζοντες . Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας : Ὀρτυγία νῆσος ταῖς Συρακούσαις παρακειμένη |
] Διὸς [ καὶ Εὐρώπης - ] θαλασσοκρατοῦντι καὶ ταῖς Χάρισιν [ ] ? ἐν Πάρῳ [ θύοντι - ] | ||
χρησμῳδοῦν πολλῶν τῶν κατ ' ἀλήθειαν σύν τισι Μούσαις καὶ Χάρισιν ἐφάπτεται ἑκάστοτε . Περὶ δὲ τῆς ἐρωτικῆς καὶ μουσικῆς |
τοῦ πολέμου . , , , : ἀφρήτωρ ἀθέμιστοςὃς πολέμου ἔραται . λεξάσθων παρὰ τάφρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ | ||
' αὔτως σοφίην ὁ σοφώτατος οὐκ ἀποφεύγει , ἀλλ ' ἔραται , θυμὸν δ ' οὐ δύναται τελέσαι . Ὦ |
ἀρετὴν διὰ τούτων ἐδήλωσεν . ὑπερφερούσης ] ὑπερβαλλούσης . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα τῶν Ἀθηνῶν | ||
: εἴτε σε καὶ πτερύγεσσιν ἀειρόμενον θεὸν ὄρνιν τίκτε Πάφου μεδέουσα πολυφράδμων Ἀφροδίτη , εὐμενέοις , πρηΰς τε καὶ εὔδιος |
. Ἒ ἔ , Ὦ Διὸς αὐθαίμων , ὦ γλυκὺς Ἀΐδας , εὔνασον , εὔνασόν μ ' ὠκυπέτᾳ μόρῳ τὸν | ||
ἄλλος ἰῶι [ ] μαρμάρωι μυλάκρωι [ ] ! εν Ἀΐδας [ ] αυτοι [ ] ´πον : ἄλαστα δὲ |
ἀξίας ] εὐώνους . Γ ὁ πόλεμος ἑρπέτω : γράφεται ἐρρέτω , τουτέστι χαιρέτω , ὅ ἐστιν , οὐδεμίαν φροντίδα | ||
καλοὺς παρασχεῖν τοὺς λόγους δυνήσεται αἰδὼς ἀπώλες ' αὐτόν , ἐρρέτω , κακή : πολλὴν γὰρ αὐτὴν δειλὸς ὢν ἐκτήσατο |
, ἣν οὐκ ἰαμβείοις ὑπερπαίω δέκα . Ἄπολλον , οἵοις φροιμίοις ἄρχῃ λόγου ; Ὦ παγκάκιστα χθόνια γῆς παιδεύματα , | ||
' , ἀπωλλύμην δ ' ἐγώ . Ἄπολλον , οἵοις φροιμίοις ἄρχηι λόγου . τεθνᾶς ' ἀδελφοὶ καὶ πατὴρ οὑμὸς |
. . Τὸ αἴνει καὶ πρὸς τὸ ἄνθεα λάμβανε . αἴνει δὲ ἄνθεα νεωτέρων ὕμνων , ἤτοι νεωτέρους ὕμνους , | ||
. τούτων λέξας ' ὅ τι καὶ δυνατὸν καὶ θέμις αἴνει παιών τε γενοῦ τῆσδε μερίμνης , ἣ νῦν τοτὲ |
: “ ὦ φίλος , οὔ σε ἔολπα κακὸν καὶ ἄναλκιν ἔσεσθαι , εἰ δή τοι νέῳ ὧδε θεοὶ πομπῆες | ||
ταχυθάνατον ἔρεφον : ἐσκέπαζον βαρύκτυπον : μεγαλόφωνον τέλλεται : γίνεται ἄναλκιν : ἀδύνατον ἄμοιρος : ἀμέτοχος ἀγάλλων : καλλωπίζων λαγέτας |
. Π : Μίμνερμος Παίονας ἄνδρας ἄγων , ἵνα τε κλειτὸν γένος ἵππων . . , , : Μίμνερμος δὲ | ||
αἰεὶ βάξιος ἱέμενοι . Παίονας ἄνδρας ἄγων , ἵνα τε κλειτὸν γένος ἵππων . Τροιζηνίας δὲ τραῦμα φοιτάδος πλάνης ἔσται |
νέος , σώφρων , μνήμων , ἀνδρεῖος , μεγαλοπρεπής , εὐμαθής . Εἰ μὲν οὖν τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν | ||
. ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου . εὐμαθής μνήμων μεγαλοπρεπής εὔχαρις φιλαλήθης δίκαιος ἀνδρεῖος σώφρων ἔμμετρος . |
πλουσίαν θεμιστεῖον : δίκαιον πολυμάλῳ : πολυθρέμμονι δρέπων : ἀνθολογῶν ἀγλαΐζεται : καλλωπίζεται δεδαλμένοι : πεποικιλμένοι ἐμήσατο : ἐβουλεύσατο ἐοικός | ||
ἦν σπουδαίου ἄνευ τοῦ εὐωχεῖσθαι κιθαρίζειν . ἀμφίβολον οὖν πότερον ἀγλαΐζεται μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ μουσικὰ συζητῶν παρὰ τὸ δεῖπνον , |
τοῖς δεξιοῖς τοῦ Ἀπόλλωνος . ὦ σεβασμία Ἀγλαΐα καὶ ὦ Εὐφροσύνη φίλη τῶν μολπῶν , θυγατέρες τοῦ κρατίστου τῶν θεῶν | ||
ἢ σβεσθῆναι τὸ πνευμάτιον ἢ μεταστῆναι καὶ ἀλλαχοῦ καταταχθῆναι . Εὐφροσύνη ἀνθρώπου ποιεῖν τὰ ἴδια ἀνθρώπου , ἴδιον δὲ ἀνθρώπου |