εἰς α τὴν αἰτιατικὴν ποιεῖ , οἷον Αἴαντες Αἴαντας , Λάχητες Λάχητας . Πάριδες Πάριδας : οὕτως οὖν καὶ βότρυες
ἴση μέν , οἷον λέβητες λεβήτων λέβησι λέβητας λέβητες , Λάχητες Λαχήτων Λάχησι Λάχητας Λάχητες , Πάριδες Παρίδων Πάρισι Πάριδας
9035966 Αἰαντες
προστιθέντες τὸ ί , ποιοῦσι δοτικὰς τῶν πληθυντικῶν , οἷον Αἴαντες Αἰάντεσιν ; ὄνυχες ὀνύχεσιν , ἕλικες ἑλίκεσιν : ἕλιξ
καὶ πρὸς ἓν τὴν ἰατρικὴν νεύουσιν . οἱ μέντοι γε Αἴαντες εἰ καὶ ὁμώνυμοί εἰσιν , ἀλλ ' οὖν οὐχ
8793081 Λαχητε
, οἷον τὼ Αἴαντε ὦ Αἴαντε , τὼ Λάχητε ὦ Λάχητε , οἱ Αἴαντες ὦ Αἴαντες , οἱ Λάχητες ὦ
λέβης , τοῦ ἔρωτος ὦ ἔρως . Δυϊκά . Τὼ Λάχητε , τοῖν Λαχήτοιν , ὦ Λάχητε . Πληθ .
8671854 Λαχητας
πληθυντικῶν , οἷον Αἴαντα Αἴαντας , λέβητα λέβητας , Λάχητα Λάχητας , ἔρωτα ἔρωτας : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθένεα Δημοσθένεας
Οἱ Λάχητες , τῶν Λαχήτων , τοῖς Λάχησι , τοὺς Λάχητας , ὦ Λάχητες . Ἑνικά . Ὁ Χρύσης τοῦ
8433199 Λαχητων
: Αἴαντες Αἰάν - των , Θόαντες Θοάντων , Λάχητες Λαχήτων , χωρὶς τοῦ γυναῖκες γυναικῶν καὶ θυγατέρες θυγατρῶν ,
πληθυντικῶν εἰς ων λήγει ἐπὶ παντὸς γένους , οἷον Αἰάντων Λαχήτων Μουσῶν μαιῶν βημάτων δοράτων . Δεῖ προσθεῖναι χωρὶς τῶν
8236594 Παριδες
αἰτιατικὴν ποιεῖ , οἷον Αἴαντες Αἴαντας , Λάχητες Λάχητας . Πάριδες Πάριδας : οὕτως οὖν καὶ βότρυες βότρυας : οὐδὲ
τῷ περὶ τοῦ Δημοσθένους διδασκαλίᾳ . Τοὺς Πάριδας , ὦ Πάριδες : εἴρηται . Ὁ ὄφις τοῦ ὄφιος κοινῶς καὶ
7938747 Δημοσθενεις
ν . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Τοὺς Δημοσθένεας καὶ Δημοσθένεις . Κανονίζεται ἡ αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν ἀπὸ τῆς αἰτιατικῆς
βοῦς , οἱ ἡδεῖς τοὺς ἡδεῖς ὦ ἡδεῖς , οἱ Δημοσθένεις τοὺς Δημοσθένεις ὦ Δημοσθένεις : οὕτως οὖν καὶ οἱ
7937646 Δημοσθενων
Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ ἄξιόν
καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ε καὶ ω εἰς ω γίνεται Δημοσθενῶν περισπωμένως : περισπᾶται δέ , ἐπειδή , ὡς εἴρηται
7929000 Δημοσθενεων
πληθυντικῶν συναιροῦνται , οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους , Δημοσθενέοιν Δημοσθενοῖν , Δημοσθενέων Δημοσθενῶν , Διομήδεος Διομήδους , Διομηδέοιν Διομηδοῖν , Διομηδέων
, Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ
7874988 Δημοσθενεες
ἐν δὲ τοῖς πληθυντικοῖς εἰς τὴν ει δίφθογγον , οἷον Δημοσθένεες Δημοσθένεις , Διομήδεες Διομήδεις : σπανίως δὲ καὶ ἐν
Δημοσθενοῖν , ὦ Δημοσθένεε ὦ Δημοσθένη . Πληθ . Οἱ Δημοσθένεες οἱ Δημοσθένεις , τῶν Δημοσθε - νέων τῶν Δημοσθενῶν
7788693 Θοαντες
βαρύνουσι τὰς ἰδίας γενικὰς : Αἴαντες Αἰάν - των , Θόαντες Θοάντων , Λάχητες Λαχήτων , χωρὶς τοῦ γυναῖκες γυναικῶν
Αἴαντες Αἰάντων Αἴασιν Αἴαντας Αἴαντες , Θόαντες Θοάντων Θόασι Θόαντας Θόαντες : ἐπὶ τούτων γὰρ ἡ μὲν παραλήγουσα τῆς δοτικῆς
7669403 Ὁμηρω
δυϊκῶν εἰς ω λήγουσα εἰς οι ποιεῖ τὸ πληθυντικόν , Ὁμήρω Ὅμηροι , Σαπφώ Σαπφοί . τυπτόμεναι : πᾶσα εὐθεῖα
[ τὸ διςσόν ? ] , [ οἷον ] τὼ Ὁμήρω [ . πληθυντικὸς ] [ ] δέ [ οἷον
7612232 Πηλεες
Ἀττικοῖς δίχα τοῦ υ λεγόμενον . τοὺς Πηλέας , ὦ Πηλέες καὶ ὦ Πηλεῖς κατὰ συναίρεσιν . Ἑνικά . Ὁ
αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν τῇ εὐθείᾳ τῶν πληθυντικῶν , οἷον οἱ Πηλέες οἱ Πηλεῖς καὶ τοὺς Πηλέας καὶ Πηλεῖς : ἐμάθομεν
7574502 ἀρσενικαι
πλεονασμῷ τοῦ ε τεθνεώς . Αἱ εἰς ως ἀπαθεῖς λήγουσαι ἀρσενικαὶ μετοχαὶ διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται ἐπ ' εὐθείας
θώων κράτων δᾴδων λάων . Αἱ δὲ εἰς αι λήγουσαι ἀρσενικαὶ μὲν οὖσαι περισπῶσι τὴν γενικήν , τοξοτῶν πολιτῶν Αἰνειῶν
7515592 Πηλεις
βότρυς , οἱ ἡδεῖς τοὺς ἡδεῖς ὦ ἡδεῖς , οἱ Πηλεῖς τοὺς Πηλεῖς ὦ Πηλεῖς , οἱ Δημοσθένεις τοὺς Δημοσθένεις
Πηλεῖς τοὺς Πηλεῖς ὦ Πηλεῖς . Ὦ Πηλέες καὶ ὦ Πηλεῖς . Εἴρηται ὅτι τῶν δυϊκῶν καὶ τῶν πληθυντικῶν ὡς
7506553 Αἰνεια
. ἀτίζων ἀτιμάζων . ἀτέοντα ἀτώμενον , βλαπτόμενον : “ Αἰνεία , τίς ὧδε θεῶν ἀτέοντα κελεύει . ” ἀτραπός
πληθυντικῶν ποιεῖ , οἷον τὼ κοχλία οἱ κοχλίαι , τὼ Αἰνεία οἱ Αἰνεῖαι , τὰ Μούσα αἱ Μοῦσαι , τὰ
7425887 περισπωσι
. θηλυκαὶ δὲ οὖσαι , εἰ μὲν μονογενεῖς ὦσι , περισπῶσι τὰς ἰδίας γενικὰς : μοῦσαι μουσῶν , ἄελλαι ἀελλῶν
ἔστι γὰρ δεύτερος ἀόριστος , . τούτους δὲ οἱ Ἀττικοὶ περισπῶσι καὶ ἡ χρῆσις ἠκολούθησε τῇ διαλέκτῳ . ἡ γὰρ
7418384 καθολικοι
δὲ τὴν πίστιν τῶν ἰδίων λόγων οἱ κοινοὶ λόγοι καὶ καθολικοί . ἀμφοτέρων δ ' ἦν ἐν τῷ ἐπιταφίῳ χρεία
περὶ τοῦ ἐπιμερίζοντος καὶ συνεπιμερίζοντός εἰσι θεμέλιά τινα καὶ κανόνες καθολικοί : εἴσι δὲ καὶ ἕτερά τινα σημαίνοντα τὰ μερικὰ
7405342 πλοοι
, Ῥόδιοι Ῥοδίους , ἔρημοι ἐρήμους : οὕτως οὖν καὶ πλόοι πλόους καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ο καὶ τῆς ου
ἡ αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν , ὅπερ ἐστὶν ἀδύνατον . Ὦ πλόοι ὦ πλοῖ . Εἴρηται ὅτι τῶν δυϊκῶν καὶ τῶν
7382100 κοχλια
τὴν γενικήν , καλά καλαῖν , Πέρσα Πέρσαιν . ὦ κοχλία : εἴρηται . Πληθυντικά . Οἱ κοχλίαι : πᾶσα
ου , διὰ τοῦ α τὴν γενικὴν ἐκφέρουσι : κοχλίας κοχλία , Παπίας Παπία . Τὰς εἰς ους ληγούσας γενικὰς
7380375 Αἰαντε
ἡ ὀρθὴ οὕτω καὶ ἡ κλητική , οἷον Αἴαντε ὦ Αἴαντε , Αἴαντες ὦ Αἴαντες , Λάχητε ὦ Λάχητε ,
Νέστορα μὲν πρώτιστα καὶ Ἰδομενῆα ἄνακτα , αὐτὰρ ἔπειτ ' Αἴαντε δύω καὶ Τυδέος υἱόν , ἕκτον δ ' αὖτ
7370375 ἙΤΕΡΟΝ
ἔργων πλουτήσαντα , σπεύδει καὶ αὐτὸς πλουτῆσαι . . ΕΙΣ ἙΤΕΡΟΝ ΓΑΡ . Τίς γὰρ χρῄζων ἔργου , ἰδὼν εἰς
τῆς ὕλης χαρακτηρίζει τὸ γένος . . ΕΙ ΔΕ ΘΕΛΕΙΣ ἙΤΕΡΟΝ ΤΟΙ ΕΓΩ ΛΟΓΟΝ . Τὸ σχῆμα προκατάστασις , καὶ
7325469 μητερε
λέγομεν μῆτρε καὶ πάτρε τὴν εὐθεῖαν τῶν δυϊκῶν , ἀλλὰ μητέρε καὶ πατέρε , ὡς ἀπὸ τῆς ἐντελοῦς δοτικῆς μητέρι
καὶ θηλυκῶν , οἷον Αἴαντε Αἴαντες , Λάχητε Λάχητες , μητέρε μητέρες , ἀσπίδε ἀσπίδες , χάριτε χάριτες . Καὶ
7295440 πλοω
ἀρσενικὰ εἰς ε ἔχει τὴν κλητικήν . Δυϊκά . Τὼ πλόω τὼ πλώ , τοῖν πλόοιν τοῖν πλοῖν , ὦ
, τὼ ἀνθρώπω οἱ ἄνθρωποι : οὕτως οὖν καὶ τὼ πλόω οἱ πλόοι καὶ κατὰ κρᾶσιν οἱ πλοῖ . Δεῖ
7283806 συζυγεις
τῶν ἀντικειμένων . ἔστωσαν κατὰ συζυγίαν ἀντικείμεναι , ὧν διάμετροι συζυγεῖς αἱ ΑΒ , ΓΔ , κέντρον δὲ τὸ Χ
ἠγμένῃ , αἱ δὲ διὰ τῶν ἁφῶν καὶ τοῦ κέντρου συζυγεῖς ἔσονται διάμετροι τῶν ἀντικειμένων . ἔστωσαν κατὰ συζυγίαν ἀντικείμεναι
7260882 διαδετοι
] διὰ τῶν γενύων τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν .
τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν . θ διάδετοι ] οἱ
7251464 Ἀριθμοι
δὲ οἷον καταφρονῶ , παραϲύνθετον δὲ οἷον ἀντιγονίζω φιλιππίζω . Ἀριθμοὶ τρεῖϲ , ἑνικόϲ , δυϊκόϲ , πληθυντικόϲ : ἑνικὸϲ
ἢ σύνθετος καὶ δίλεξος , ἢ παρασύνθετος καὶ πολύλεξος . Ἀριθμοὶ δέ εἰσι τρεῖς : ὁ ἑνικός , ὁ δυϊκὸς
7249826 ΠΟΛΥ
ΕΛΑΒΕ ] ΜΟΝΟ [ ΔΑΚΤΥΛΙΚΩΙ ] ΣΠΑ [ ΕΠΙ ] ΠΟΛΥ [ ] [ ] ! [ ] Σ ?
τὸ ἀργύριον τῆς γῆς γενεαλογεῖ . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ ΠΟΛΥ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΝ . Γένους τοῦ χρυσοῦ πολὺ χειρότερον , ἤγουν
7238130 Αἰαντας
μεθ ' ὃν Ὅμηρος : ἀμφὶ δ ' ἄρ ' Αἴαντας δοιοὺς ἵσταντο φάλαγγες καρτεραί , ἃς οὔτ ' ἄν
ὅταν φῇ μήτε Ἰδομενέα μένειν μήτε Ἀγαμέμνονα μήτε τοὺς δύο Αἴαντας , ἀλλὰ Νέστορα μόνον ὑπ ' ἀνάγκης , καὶ
7227557 ἡνιοχευεν
εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσιν : ἡ δὲ μάλ ' ἡνιόχευεν , ὅπως ἅμ ' ἑποίατο πεζοὶ ἀμφίπολοί τ '
ἀρούρης , μαστίζων δ ' ἑκάτερθε συνωρίδος ἰσχία ταύρων γηπόνος ἡνιόχευεν [ ] ἐπ ' ἰξύος ἡνία τείνων ῥινὸς εὐτρήτοιο
7206883 ἐκνεφιαι
δὲ ἔρημοι πυρὸς | τυφῶνες , οἱ δὲ ἔτι ἀνειμένοι ἐκνεφίαι , κατασκήψαντες δὲ εἰς γῆν ξύμπαντα ταῦτα σκηπτοὶ κληΐζονται
δὲ μάλιστα θρακίας καὶ ἀργέστης καὶ τῶν λοιπῶν ἀπαρκτίας : ἐκνεφίαι δὲ μάλιστα ὅ τε ἀπαρκτίας καὶ ὁ θρακίας καὶ
7188017 Βρισηϊς
κούρην Βρισῆος : παρὰ τὸ βρίθω βρίσω Βρισεύς καὶ πατρωνυμικὸν Βρισηΐς : Βρισηΐς γὰρ λέγεται παρὰ τὸ βαρεῖν τῷ κάλλει
διὰ τὸ λαβεῖν αὐτὴν τὸν Ἀγαμέμνονα . ἐκ δὲ τοῦ Βρισηΐς καὶ τὸ Βρισηΐδες . . . + . Βριτόμαρτις
7152986 ὀρυω
πλανῶ , γίνεται ἀλύω , ὡς πλήθω πληθύω καὶ ὀρῶ ὀρύω καὶ ὀρούω : οἱ γὰρ λυπούμενοι ἐν πλάνῃ εἰσίν
. Ὀρνυμένας : διεγειρομένας : ἐκ τοῦ ὄρω τὸ διεγείρω ὀρύω , καὶ πλεονασμῷ δωρικῷ τοῦ ν ὀρύνω , καὶ
7139730 ἀμεριμνοι
Τρύφων ἐν τῷ δευτέρῳ Περὶ Ἀττικῆς προσῳδίας : ἐξανέψιοι ὡς ἀμέριμνοι , ἀναστελλομένηςφησίντῆς ὀξείας ἐκ τοῦ ἀνεψιοῦ ὀνόματος ὀξυτονουμένου .
οἱ κατηρεφῆ μέτωπα ἔχοντες αὐθάδεις , οἱ δὲ πάνυ τεταμένα ἀμέριμνοι , οἱ δὲ ῥυσσὰ φροντισταί . Παρειαῖς σαρκώδεσι ῥᾳθυμίαν
7135109 λιγυστικου
ἔστωσαν διὰ λιβανωτίδος , μαράθρου , ὑσσώπου , σιλφίου , λιγυστικοῦ , καὶ σελίνου σπέρμα συγκείμενοι . πῶμα δὲ μετὰ
ἐρέβινθοι , ἕρπυλλον , ἰξός , καυκαλὶς ὡς δαῦκος , λιγυστικοῦ καὶ ἡ ῥίζα καὶ τὸ σπέρμα , σμῖλαξ καὶ
7132589 βουπληγες
ἅρπαι . Ἅρπαι : δρεπάναι . βαρύστομοι : βαρυστένακτοι . βουπλῆγες : ἀξίναι , πελέκυς . Δυσκελάδοις : δυσήχοις ,
ι . Τοὺς μύρμηκας τοὺς βουπλῆγας : ὦ μύρμηκες ὦ βουπλῆγες . Ἰστέον ὅτι τὰ εἰς ιξ ἀρσενικὰ ἁπλᾶ ὑπὲρ
7126533 πωγωνες
παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ
ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ '
7121606 Ἀελλω
ἴσην ἁρπυίαις ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος
. Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ
7109663 Βρισῃς
ἀρσενικά διὰ τὸ Κισσηΐς Κισσῄς , Νηρηΐς Νηρῄς , Βρισηΐς Βρισῄς , δαΐς δᾴς : ταῦτα γὰρ εἰς τὸ ς
ζωός ζώς , ἑσταώς ἑστώς , Κισσηΐς Κισσῄς , Βρισηΐς Βρισῄς . ] Πρόσκειται ἀνωτέρω ἐπ ' ὀνομάτων , οἷον
7109507 πληθυντικοϲ
ἑνικὸϲ μὲν ὁ Ὅμηροϲ , δυϊκὸϲ δὲ τὼ Ὁμήρω , πληθυντικὸϲ δὲ οἱ Ὅμηροι . Εἰϲὶ δέ τινεϲ ἑνικοὶ χαρακτῆρεϲ
ὁ ἡ τό , δυϊκὸϲ δὲ τώ τά † , πληθυντικὸϲ δὲ οἱ αἱ τά . Πτώϲειϲ δὲ ὁ τοῦ
7093823 γανυνται
καὶ αὐτοῦ τὰ δεσμὰ ἄλυτα καὶ ἄρρηκτα παντελῶς καὶ μόνοις γάνυνται οἱ δεδεμένοι . ἀλλὰ δεῦρο , ἔφη , καὶ
ἄμεινον ἐπεί κε πέλοιεν ἀστέρες ὀρφναῖοι θέσιας λελαχόντες ἀγαυάς αἱρεσίεσσι γάνυνται . Καὶ πρὸς τὰ πρόσωπα τοὺς ἀστέρας ἐφάρμοζε ,
7090265 ἀργινοεντα
' εἶχον Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν , Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε , πόλεις εὖ ναιετοώσας
τὰς πόλεις κτίσαντας ἐπωνύμους αὑτῶν ” Λίνδον Ἰηλυσόν τε καὶ ἀργινόεντα „ Κάμειρον . „ ἔνιοι δὲ τὸν Τληπόλεμον κτίσαι
7078406 δυϊκοϲ
, δυϊκόϲ , πληθυντικόϲ : ἑνικὸϲ μὲν οἷον τύπτω , δυϊκὸϲ δὲ οἷον τύπτετον , πληθυντικὸϲ δὲ οἷον τύπτομεν .
ἐμόν . Ἀριθμοὶ πρωτοτύπων μὲν ἑνικὸϲ ἐγώ ϲύ ἵ , δυϊκὸϲ νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ ἡμεῖϲ ὑμεῖϲ ϲφεῖϲ : παραγώγων
7077804 ΕΠΙ
διεχρήσατο , τὸ δὲ λειπόμενον προσθεῖναι τὴν αἰχμάλωτον βούλεται . ΕΠΙ ΤΗι ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙ Δ ' Η ΒΟΥΛΗΣΙΣ . Τῶν γὰρ
πάντα τὰ κατὰ τὸν βίον πληροῦσα . . ΟΙ ΜΕΝ ΕΠΙ ΚΡΟΝΟΥ . Ὅτι μὲν οἱ ἀπὸ χρυσοῦ γένους ἄνθρωποι
7076004 ἑνικοϲ
νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ ἡμεῖϲ ὑμεῖϲ ϲφεῖϲ : παραγώγων δὲ ἑνικὸϲ ἐμόϲ ϲόϲ ὅϲ , δυϊκὸϲ ἐμώ ϲώ ὥ ,
ὁ ἐμόϲ ἡ ἐμή τὸ ἐμόν . Ἀριθμοὶ πρωτοτύπων μὲν ἑνικὸϲ ἐγώ ϲύ ἵ , δυϊκὸϲ νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ
7072914 διετμαγεν
περὶ θυμοβόροιο , οἱ δ ' αὖτ ' ἐν φιλότητι διέτμαγεν ἀρθμηθέντες , οὐ ζωστῆρα ξίφους ἀνταλλαξάμενοι , ἀλλὰ ταύτην
δ ' ἐλέλιξεν Ὄλυμπον . Τώ γ ' ὣς βουλεύσαντε διέτμαγεν : ἣ μὲν ἔπειτα εἰς ἅλα ἆλτο βαθεῖαν ἀπ
7070400 ἰχθυβοληες
καὶ βρύα λεπτὰ πολυστίοιο θαλάσσης . τοὺς ἁλὸς ἐξερύουσι δελαστρέες ἰχθυβολῆες , αὐτίκα δ ' ἀγρευθέντες ἐνὶ γρώνῃσιν ἔδυσαν μυοδόκοις
Αἰγαίου κῦμα περὶ Σκίαθον , δύσμορον ὀρθρινοί μιν ἐπεὶ νέκυν ἰχθυβολῆες , ξεῖνε , Τορωναίων εἵλκυσαν ἐς λιμένα . Καλλίστρατός
7053003 Ἡρακλεεος
δύο , μίαν ἐντελῆ καὶ μίαν συνῃρημένην , οἷον Ἡρακλέης Ἡρακλέεος Ἡρακλέους , καὶ ἡ συνῃρημένη δύο , μίαν ἐντελῆ
Ἡρακλέης Ἡρακλέεος Ἡρακλέους καὶ Ἡρακλῆος ποιητικῶς : τοῦτο ἀπὸ τοῦ Ἡρακλέεος γέγονε κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο εε εἰς τὸ η
7052835 μονοπροσωποι
τοῖς ὁμοίοις αὐτῶν ἀνθρώποις . Οἱ γὰρ ἀγαθοὶ ἄνδρες καὶ μονοπρόσωποι , κἂν νομισθῶσι παρὰ τῶν διπροσώπων ἁμαρτάνειν , δίκαιοί
δὲ τὸ δεύτερον , ὅτι ἡ μὲν ἐκεῖνο καὶ τοῦτο μονοπρόσωποι , τὸ δὲ διπρόσωπονἄλλως . τε θεματικώτεραι αἱ πρωτότυποι
7039621 ἐκφυομενοι
ἀδένοϲ : κατ ' ἄλλουϲ δέ τιναϲ κοινῶϲ ἅπαντεϲ οἱ ἐκφυόμενοι παρὰ φύϲιν ἐν οἱῳδηποτοῦν μορίῳ οἷον ἀποϲτηματώδειϲ ὄγκοι φύματα
περάτων τοῦ θυρεοειδοῦς χόνδρου , καθ ' ἑκάτερον εἷς , ἐκφυόμενοι καταφύονται τῷ στομάχῳ , σφιγκτῆρος τρόπον περιλαμβάνοντες αὐτόν :
7036193 κλινουσιν
τέτυκται : οὐ γάρ τοι κρατερῇσιν ὑπὲρ κεφαλῆφι πέπηγε , κλίνουσιν δὲ κέρατα καὶ ἀγκλίνους ' ἑκάτερθε . Μώνυχες Ἀόνιοι
ἡ κλίσις : οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ς κλίνουσιν , οἷον ὁ κάλως τοῦ κάλω . ἔστιν οὖν
7031559 σκομβροι
θρυαλλίδ ' , ἢν δέῃ . μαινίδες . . . σκόμβροι , κοχλίαι , κορακῖνοι ἅλα δᾷδας ἐπιθυμήματα ἡμίπλεκτοι μετάκερας
ὅτι σοι πεπρωμένον ἐστίν . ὅτι ἐν Ἐλευσῖνι ψῆτται καὶ σκόμβροι πολλοί . βατίς . βάτραχος . βάτος βατίδος καὶ
7025710 ἐξανεψιοι
. ἀνεψιοὶ μὲν γάρ εἰσιν οἱ τῶν ἀδελφῶν παῖδες , ἐξανεψιοὶ δὲ οἱ τῶν ἀνεψιῶν παῖδες . ἀθηναίων καὶ ἀθηναίων
: ἀνήχθησαν δέ τινες εἰς τὸ στρατηγεῖον . ἀνεψιοὶ καὶ ἐξανεψιοὶ διαφέρουσιν . ἀνεψιοὶ μὲν γάρ εἰσιν οἱ τῶν ἀδελφῶν
7024014 ὀρουω
, πλεονασμῷ τοῦ ο κρούω , ὡς ὄρω ὀρύω καὶ ὀρούω . . . , : κρωσσόν : παρὰ τὸ
, πλεονασμῷ τοῦ ο , κρούω , ὡς ὄρω ὀρύω ὀρούω . Κλύω . παρὰ τὸ κλῶ τὸ φωνῶ ,
7021950 τυποιμην
ι . Τὸ τυψοίμην ὁ μέσος μέλλων αʹ καὶ τὸ τυποίμην ὁ βʹ μέσος μέλλων καὶ οὗτοι ἀπὸ τῶν ἰδίων
, τὸ μὲν τυψοίμην ἀπὸ τοῦ τύψομαι , τὸ δὲ τυποίμην ἀπὸ τοῦ τυποῦμαι . Ὁμοίως καὶ τὸ τετυψοίμην ὁ
7014401 Ἰδαιοι
ἥψαντο . ὡς δὲ Μνασέας ἐν πρώτωι Περὶ Ἀσίας , Ἰδαῖοι Δάκτυλοι ἀπὸ τοῦ πατρὸς Δακτύλου καὶ τῆς μητρὸς Ἴδης
μνήμην παραδεδομένων ᾤκησαν τῆς Κρήτης περὶ τὴν Ἴδην οἱ προσαγορευθέντες Ἰδαῖοι Δάκτυλοι . τούτους δ ' οἱ μὲν ἑκατὸν τὸν
7008584 βαρυνουσι
ἔχοι : Ταρτησσός Λυρνησσός Λυκαβησσός . τὸ μέντοι Κάρησσος τινὲς βαρύνουσι . βαρύνεται δὲ ταῦτα : Μάρπησσος ἀπὸ τοῦ Μάρπησσα
ζωτικοῦ τόνου σύμβολα . ὥσπερ αἱ ἀνωμαλίαι ἐπί τε πλήθεσι βαρύνουσι γίνονται , καὶ καιρίων μορίων ἀξιολόγοις ἐμφράξεσι . Χείρους
6997530 συναιρουμενη
χρυσόω , γυψόω , στεφανόω , φανερόω , ἡ τοιαύτη συναιρουμένη τὴν τρίτην συζυγίαν τῶν περισπωμένων ποιεῖ , οἷον χρυσῶ
ἑνικῶν εἰς ς λήγουσα μετὰ μακρᾶς περιττοσυλλάβως κλινομένη καὶ μὴ συναιρουμένη κατὰ τὴν γενικὴν προσθέσει τοῦ ι ποιεῖ τὴν δοτικὴν
6996644 εὐρωστοι
πρόχειροι , φιλεργοί , συνεργοί , φιλότιμοι , ἄοκνοι , εὔρωστοι , ἐρρωμένοι , ἐθελουργοί , πρόθυμοι , εὔθυμοι ,
ἔτι , τὸ δὲ λέχος ὑποδύντες ἀπὸ τῆς βουλῆς ἄνδρες εὔρωστοι διεκόμιζον ἐς τὸ πεδίον τὸ Ἄρειον , ἔνθα βασιλέες
6994144 φυλαττομεναι
νοθεύωνται , μένωσι δ ' ἐν τῇ ἱερατικῇ τάξει βεβαίως φυλαττόμεναι . καὶ γὰρ ἄτοπον τὰς μὲν θυσίας καὶ ἱερουργίας
τοῦ γάμου σωφροσύνη ἔγκειται . Ἐνδόμυχοι : ἔνδον μυχούμεναι , φυλαττόμεναι . Δηθύνουσι : χρονίζουσι , καταμένουσιν . πόσις :
6993522 ὀσσω
, ὅπερ κατ ' Αἰολέας γίνεται βλέπω . ὡς ὄπτω ὄσσω : ὀσσόμενος πατέρ ' ἐσθλόν . καὶ ἀποβολῇ τοῦ
δύο σσ τρεπόντων . . . . : πόθεν τὸ ὄσσω καὶ πέσσω ; παρὰ τὸ ὄπτω καὶ πέπτω .
6991926 ΕΙΣ
ὁ ἄφενος ἀρσενικῶς , καὶ τὸ ἄφενος οὐδετέρως . . ΕΙΣ ΑΦΕΝΟΝ . Τὸν πλοῦτον ἄφενον καλοῦσι , τὸν ἀπὸ
ΚΡΗΤΙΚΗΙ ΛΕΞΕΙ ΔΙΑ ΤΙ ΓΑΡ ΟΥΚ ΑΝ Η ΔΥΟ ΙΑΜΒΙΚΟΙΣ ΕΙΣ [ ΤΗΝ ? ΠΝΩΜΕΝΗΝ [ ! ] ! [
6975981 εὐτονωτεροι
καὶ ἐν μὲν τοῖς χρηματιστικοῖς ζῳδίοις ἢ ἐπικέντροις βεβαιότεροι καὶ εὐτονώτεροι πρὸς τὸ ἀποτέλεσμα γενήσονται , ἐν δὲ τοῖς ἀποκλίμασιν
μελίκρατον καὶ χυλὸν πτισάνης μετὰ μέλιτος : οἱ δ ' εὐτονώτεροι προποτιζέσθωσαν ὕσσωπον ἢ θύμον . συνεργεῖ δὲ πρὸς τὴν
6975830 βορ
αἱ πηγαὶ τοῦ ποταμοῦ . . . . . ρκϚ βορ . α Ὄδωκα πόλις . . . . .
ρλα βορ . α γʹ Μάρδου λιμὴν ἢ Μαρδουλάμνη ρλα βορ . β γʹ : Ἀβαράθα πόλις . . .
6973812 οὐταμενοι
βαλὼν ἑτέροιο κατὰ μόθον . Οἳ δ ' ἅτε θῆρες οὐτάμενοι σταθμοῖς ἔνι ποιμένος ἀγραύλοιο ἀργαλέως μαίνοντο διεγρομένοιο χόλοιο νύχθ
περ Τυδείδης Ὀδυσεύς τε καὶ Ἀτρείδης Ἀγαμέμνων . συλληπτικῶς τὸ οὐτάμενοι : Διομήδης γὰρ βέβληται . . ἐσθλὰ μὲν ἐσθλὸς
6973432 ὀξυτονουντες
Θεττάλην , ὡς Μυρτάλην καὶ χάριεν , τὴν πρώτην συλλαβὴν ὀξυτονοῦντες : ὥστε οὐκ εἰς διαστολήν , φησί , τοῦ
προσῳδίας . τοὺς μὲν γὰρ περιφερεῖς τροχοὺς ὁμοίως ἡμῖν προφέρονται ὀξυτονοῦντες : τρόχους δὲ βαρυτόνως λέγουσι τοὺς δρόμους . ἀναγινώσκομεν
6970078 κονιστικοι
. ὅσοι δὲ μὴ πτητικοί , ἀλλ ' ἐπίγειοι , κονιστικοί , οἷον ἀλεκτορίς , πέρδιξ , ἀτταγήν , φασιανός
ἱστορίας γράφει τάδε : εἰσὶ δὲ τῶν ὀρνίθων οἳ μὲν κονιστικοί , οἳ δὲ λοῦνται , οἳ δὲ οὔτε κονιστικοὶ
6963025 θωες
πορδαλίεσσι δαφοιναῖς εἰς εὐνὴν ἐπέλασσαν , ὅθεν κρατερόφρονα φῦλα , θῶες : ὁμοῦ δὲ φέρουσι διπλοῦν μεμορυγμένον ἄνθος , μητέρα
ἀρχομένην , πάντως βαρυτονουμένην , οἷον Τρῶες , δμῶες , θῶες , λᾶες . ἀντίκειται δὲ αὐτῷ τὸ παίδων καὶ
6959658 διασκιδνασιν
ἀῶ , ἀήσω , ἀήτης . οὕτως Ἡσίοδος φησίν : διασκιδνᾶσιν ἀέντος . Ἀμνός , στερητικὸν τοῦ α ἔγκειται .
] ἦν βαρύτονον , ἄεντες ἂν ἐρρήθη : πνοιῇσι λιγυρῇσι διασκιδνᾶσιν ἀέντες , . , . * . Ἀένναος :
6948866 ἀσπαιροντες
οἵ θ ' ἅρμασιν ἀμφεκέχυντο , οἳ μὲν ἔτ ' ἀσπαίροντες ὑπ ' ἔγχεσιν , οἳ δ ' ἐφύπερθε πίπτοντες
δυσκραέϊ : καυματώδει , καυστικῇ . Ἔκθορον : ἐξεπήδησαν . ἀσπαίροντες : πηδῶντες , ψυχοῤῥαγοῦντες , κινούμενοι , ταραττόμενοι .
6948153 ΕΠΕΙ
ἤγουν αὐθαίρετοι : λεληθότως γὰρ ἐπέρχεται τὰ κακά . . ΕΠΕΙ ΦΩΝΗΝ . Ἀθετεῖται δὲ ὁ στίχος ὁ λέγων ,
ποιοῦντες τὴν μετὰ τῶν σωμάτων αὐτῶν ζωήν . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΚΕΝ . Ἐπειδὴ δέ . Τὸ ΚΕ δὲ μακρὸν
6947311 Νηρῃς
' αἴτιον καὶ κακὸν ἐκεῖνόν φασιν , αὐτοὶ γεγονότες . Νηρῄς τις ἐπὶ δελφῖνος . ˘ – ἀκμὴν ἐκεῖνος ἐνσκευάζετο
ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἑσταώς ἑστώς , βεβαώς βεβώς , Νηρηΐς Νηρῄς . Ἐμάθομεν γὰρ ὅτι τὰ συνῃρημένα τὴν τῶν ἐντελῶν
6946108 οὐροι
' ἐείκοσιν ἤματ ' ἔχον θεοί , οὐδέ ποτ ' οὖροι πνείοντες φαίνονθ ' ἁλιαέες , οἵ ῥά τε νηῶν
, ὅσσοι τ ' Αἰγύπτοιο πολυψαμάθοισιν ἐπ ' ὄχθαις βουκολίων οὖροι , Λοκροί , χαροποί τε Μολοσσοί . Εἰ δέ
6944864 κοχλιας
τῆς δὲ ἰσοσυλλάβου τὸ υ καὶ τὸ α , οἷον κοχλίας κοχλίου , Μηνᾶς Μηνᾶ . Καὶ ἀποροῦσί τινες λέγοντες
ἔχουσι τὸ α , οἷον Θόας Δρύας Αἴας Κάλχας γίγας κοχλίας Αἰνείας Ἑρμείας Παπίας : πρόσκειται βαρύτονα διὰ τὸ Ἀρκάς
6939275 σμη
Μ , Λ , ΘΚ καὶ Ε . τὰ γὰρ σμη καὶ ρκδ καὶ ξβ καὶ λα ποιοῦσι πάλιν συντεθέντα
σμϚ Λειμώνιον ἢ κυνόγλωϲϲον σμζ Λειχὴν ὁ ἐπὶ τῶν πετρῶν σμη Λεοντοπόδιον ἢ λεοντοπέταλον σμθ Λεπίδιον σν Λευκόϊον σνα Λεύκη
6931108 τυπτοιεν
' Ἡρακλείους χεῖρας φύγον , οἵ τ ' ἀπόλοντο : τύπτοιεν τάδε ἔργα κακῶς , τύπτοι δὲ κάμινον , αὐτοὶ
θ ' Ἡρακλῆος χεῖρας φύγον οἵ τ ' ἀπόλοντο . τύπτοιεν τάδε ἔργα κακῶς , πίπτοι δὲ κάμινος . αὐτοὶ
6925129 πενταγωνοι
τετράγωνοι , ἐκ δὲ τῶν τετραγώνων καὶ τῶν τριγώνων οἱ πεντάγωνοι , ἐκ δὲ τῶν πενταγώνων καὶ τῶν τριγώνων οἱ
μηδένα συντεθέντων τῶν γνωμόνων , τετράγωνοι δὲ παρὰ ἕνα , πεντάγωνοι δὲ παρὰ δύο καὶ ἀεὶ οὕτως . τὸν αὐτὸν
6921294 ἀφυων
κλινῶν , πλὴν τοῦ ἀφύαι ἀφύων , εἰς διαστολὴν τῶν ἀφυῶν . εἰ δὲ παρεσχηματισμέναι ἀρσενικοῖς , ἐὰν ὁμοφωνήσωσι τῇ
, ταῖς πολλαῖς ἀγέλαις τῶν ἀφυῶν , ἀπείραις ἀγέλαις τῶν ἀφυῶν , ἢ ἀπειρεσίῃσι περιπληθὴς ἀγέλῃσι ταῖς τῶν ἰχθύων ,
6919363 πεπτω
πόθεν τὸ ὄσσω καὶ πέσσω ; παρὰ τὸ ὄπτω καὶ πέπτω . Αἰολικῶς γὰρ ἐτράπη τὸ πτ εἰς δύο σσ
, μάσσω μάγειρος : Αἰολεῖς δὲ διὰ τοῦ ι : πέπτω πέπειρος : ὀνῶ τὸ ὀφελῶ ὄνειρος : ἀΐσσω αἴγειρος
6903391 ἀγυια
παρὰ τὸ μύω μυῖα , οὕτω καὶ παρὰ τὸ ἄγω ἀγυιά . λέγοι δ ' ἂν οὖν τὸν Ἅιδην ,
. . , : Ἔστιν τὸ μὲν ἀγυιεύς ἀπὸ τοῦ ἀγυιά , ὡς Τρύφων φησὶν ἐν παρωνύμοις πᾶν εἰς α
6896017 ἀγκαλιδες
λέγειν . τὸ γὰρ ᾄδειν ἐπὶ τοῦ μάτην λέγειν . ἀγκαλίδες ξύλων : τὸ πλῆθος δηλοῦται , ὅσον ἄν τις
λέγονται δὲ οἱ πιπράσκοντες τὰς ἀγκαλίδας ἀγκαλιδοπῶλαι . εἰσὶ δὲ ἀγκαλίδες αἱ τῶν φρυγάνων δέσμαι , οἷον ὃ ἔστιν ἀγκαλίσασθαι
6895657 κραδη
[ καὶ δὴ δυοῖσιν ἐν πόνοισι ? [ ἥ τε κράδη με τοὐτέρωθεν [ ἄνωθεν ἐμπίπτουσα , κ [ παραψιδάζων
ἄκρα καὶ ἁπαλὰ καὶ ἔνυγρα καθάπερ τὸ κλῆμα καὶ ἡ κράδη : καὶ ἐπὶ τῆς ἰτέας δὲ καὶ τῶν ἄλλων
6889908 διαχρυσοι
δὲ κίονες πεντήκοντα κατεῖχον αὐτήν , οἱ δὲ ὑπερτείνοντες οὐρανίσκοι διάχρυσοι ἦσαν . καὶ πρῶτοι μὲν Πέρσαι φʹ μηλοφόροι περὶ
. περιεβέβληντο δὲ ἐν τῷ περιβόλῳ πολυτελεῖς αὐλαῖαι ζῳωτοὶ καὶ διάχρυσοι , κανόνας ἔχουσαι περιχρύσους καὶ περιαργύρους . τῆς δ
6888557 ἀναστραφεντων
τῶν πολλαπλασίων . ἐκ δὲ αὐτῶν τούτων τῶν εὐτάκτως πολλαπλασίων ἀναστραφέντων . ἐκ τούτων πάλιν κατὰ ἀναστροφὴν γίνονται τὰ εἴδη
' ἕκαστον εἶδος ἐπιμορίων . ἐκ δὲ αὐτῶν τούτων πάλιν ἀναστραφέντων τῶν ὅρων τοὺς ἐπιμερεῖς λόγους πάντως γεννήσομεν πρώτους πάλιν
6886594 κοινολεκτουμενα
, νυγείς νυγέντος νυγέν , ταῦτα γὰρ ὀξύνονται : πρόσκειται κοινολεκτούμενα , ἐπειδὴ τὸ εὐσεβής καὶ εὐγενής οἱ Βοιωτοὶ διὰ
Θέλουσι δὲ τὰ εἰς εις λήγοντα ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν ὀνόματα κοινολεκτούμενα καθαρὰν ἔχειν τὴν ει δίφθογγον , τουτέστι μὴ ἔχουσαν
6886192 τκ
ἡ λεῖψις , καὶ ἀφῃρήσθω ἀπὸ ὁμοίων ὅμοια . Μο τκ ἄρα ἴσα εἰσὶν ʂ β , καὶ γίνεται ὁ
͵εχ : ὁμοίως καὶ τὸ ὑπὸ τῶν π καὶ τῶν τκ ἴσον τῷ ἀπὸ τῶν ρξ . κατὰ τὸν αὐτὸν
6883445 ἐϋτροχον
πόδας ὠκέα Ἶρις , αὐτὰρ ὅ γ ' υἷας ἄμαξαν ἐΰτροχον ἡμιονείην ὁπλίσαι ἠνώγει , πείρινθα δὲ δῆσαι ἐπ '
θεοῖσι , φίλον τετιημέναι ἦτορ . Ζεὺς δὲ πατὴρ Ἴδηθεν ἐΰτροχον ἅρμα καὶ ἵππους Οὔλυμπον δὲ δίωκε , θεῶν δ
6883289 μετατιθεασι
διάλεκτον Φίλτις . οἱ Δωριεῖς γὰρ τὸ λ εἰς ν μετατιθέασι , ὅταν ᾖ εἴτε τὸ τ εἴτε τὸ θ
κλίσεις ἐπὶ τὴν κατὰ νώτου ἐπιφάνειαν τὴν ὄψιν τοῦ ὁπλίτου μετατιθέασι : καὶ τὸ τοιοῦτο καλεῖται μεταβολή : γίνεται δὲ
6881912 ἐπιτριτοι
κατὰ πλάτος τριπλάσιοι , οἱ δὲ ὑποκάτω τῶν ἐπάνω ὁμοταγῶν ἐπίτριτοι , ὁμοταγεῖς ὁμοταγῶν : ἐκ γὰρ τῶν τριπλασίων οἱ
κἀνταῦθα ἡ ἀναλογία κατὰ τάξιν . πάλιν γὰρ οἱ ἐφεξῆς ἐπίτριτοι ἔσονται καὶ ἐπιτέταρτοι καὶ ἐφεξῆς : λαβὲ γὰρ θ
6881302 ἐζωγρηθησαν
Αἰγύπτιοι , πολλοὶ μὲν ἀπέθανον , οὐκ ὀλίγοι δ ' ἐζωγρήθησαν : οἱ δὲ περιλειφθέντες εἰς τὴν πόλιν συνεδιώχθησαν .
εἴκοσι : τῶν δ ' ἐν αὐταῖς ἀνδρῶν ὀλίγοι μὲν ἐζωγρήθησαν , οἱ δὲ λοιποὶ πρὸς τὴν γῆν διενήξαντο .
6878802 ἀητη
Ζηνόδοτος χωρὶς τοῦ ι ἄχνη . . ὅτι ἀρσενικῶς δεινὸς ἀήτη , ἀλλ ' οὐ δεινή , ὡς κλυτὸς Ἱπποδάμεια
] ἀστέρα ? γειομόροις ? ? [ ] [ ] ἀήτη δ ' αἴθοπα νήδυμον [ ] ! ! !
6875788 ΕΣΤΙ
οἱ Στωϊκοὶ Διὸς νοῦν προσηγορεύκασι , . ΟΥΤΩΣ ΟΥΤΙ ΠΟΥ ΕΣΤΙ . Τὸ σχῆμα ἐπιλογικὸν καὶ συμπερασματικώτατον : κατὰ δὲ
. . ἙΚΤΗ Δ ' Ἡ ΜΕΣΣΗ ΜΑΛ ' ΑΣΥΜΦΟΡΟΣ ΕΣΤΙ ΦΥΤΟΙΣΙΝ . Ἡ ἑκκαιδεκάτη μετέχει ψυχρότητος : τότε γὰρ
6875352 ἀμφεπε
[ ] ἄνθεϊ κυματόεντι ? [ ] φερέσταχυν [ ] ἄμφεπε νύμφην , ὑμετέρων [ δ ' ἀπόναιο ] ?
ὑπὸ δὲ ξύλα δαῖον ἑλοῦσαι . γάστρην μὲν τρίποδος πῦρ ἄμφεπε , θέρμετο δ ' ὕδωρ : τόφρα δ '
6867928 βαξω
ἐπ ' ἀνθρώπους βάξις ἔχει χαλεπή . παρὰ τὸ βάζω βάξω βάξις . . . . βάπτω : παρὰ τὸ
πλεονασμῷ τοῦ ρ φράζω . τοῦ δὲ βάζω ὁ μέλλων βάξω καὶ ὄνομα βάξις . . . . . .
6867905 γελωντων
τοὺς πόδας . τάττεται δὲ ἐπὶ τῶν ἀτάκτως καὶ ἀκόσμως γελώντων . Γέλως Μεγαρικός : ἐπὶ τῶν ἀώρως θρυπτομένων :
γέλως : ἐπὶ τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ τῷ σφῶν αὐτῶν γελώντων . Καδήμων μὲν διαδοθῆναι , ὅτι οἱ Σαρδῶνα κατοικοῦντες
6864514 παραληγομενων
: καὶ ὅσα ἀπὸ τῶν εἰς ος καθαρῶν τὸ ι παραληγομένων κύρια καὶ κτητικά : καὶ ὅσα τῇ αι διφθόγγῳ
δισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Ο βαρύνεται , ὁπότε γίνεται ἀπὸ τῶν παραληγομένων τῇ Ε ἢ ΕΙ ἢ ΑΙ διφθόγγῳ ῥημάτων ,
6863922 πλω
“ ἐμπλείμην ” εὐκτικῆς ἐστιν ἐγκλίσεως . ἀπὸ γὰρ τοῦ πλῶ τὸ πληρῶ γίνεται εἰς - μι πλῆμι καὶ τὸ
πέλω ἐστὶ ῥῆμα δηλοῦν τὸ πλησιάζω : καὶ κατὰ συγκοπὴν πλῶ , καὶ μετὰ τῆς ἐν προθέσεως τὸ ἐπίῤῥημα ἔμπλην
6862280 Σεριφιος
: τὸν ἐπί τινα ἀρχὴν πεμπόμενον οὕτως ἐκάλουν . Βάτραχος Σερίφιος : ἐπὶ τῶν ἀφώνων . Βάλλ ' ἐς ὕδωρ
, μία τῶν Σποράδων , ἐξ οὗ καὶ τὸ βάτραχος Σερίφιος . καὶ τὸ θηλυκὸν Σεριφία καὶ Σεριφαία . Σερμυλία
6862271 τυπησομαι
τυφθησοίμην ὁ παθητικὸς αʹ μέλλων καὶ τὸ τυπησοίμην ἀπὸ τοῦ τυπήσομαι τοῦ μαι εἰς μην τρεπομένου καὶ προστιθεμένου τῇ παραληγούσῃ
Ἑνὶ κανόνι κανονίζονται πάντες οἱ μέλλοντες : τυφθήσομαι τυφθησοίμην , τυπήσομαι τυπησοίμην , τύψομαι τυψοίμην , τυποῦμαι τυποίμην , τετύψομαι
6859271 τριακονταδυο
ἀπορρεῖ . οἱ ἀραιοὺς τοὺς ὀδόντας ἔχοντες καὶ ἐλάσσονας τῶν τριακονταδύο ὡς ἐπὶ πολὺ ὀλιγοχρόνιοι γίνονται . μόνος ἄνθρωπος καὶ
, ὡς ἐξῆλθον . Εἰ δὲ θέλει ὡς εἰκὸς ἀπὸ τριακονταδύο τὸ βάθος τῶν ἀκιῶν ποιῆσαι , ὅπερ οὐκ ἔστιν
6858793 δοιδυκες
τοῖς Βέβρυξι : τοὺς δοίδυκας , τοὺς Βέβρυκας : ὦ δοίδυκες , ὦ Βέβρυκες . Ἰστέον ὅτι τὰ εἰς ωξ
τυρόν . * κατατρίψειαν : συνθλάσειαν στόματι ὀδόντες δὲ οἱ δοίδυκες καὶ τριβεῖς : ἀντιπτώσει δὲ ἐχρήσατο : ἔδει γὰρ

Back