διάλεκτον Φίλτις . οἱ Δωριεῖς γὰρ τὸ λ εἰς ν μετατιθέασι , ὅταν ᾖ εἴτε τὸ τ εἴτε τὸ θ | ||
κλίσεις ἐπὶ τὴν κατὰ νώτου ἐπιφάνειαν τὴν ὄψιν τοῦ ὁπλίτου μετατιθέασι : καὶ τὸ τοιοῦτο καλεῖται μεταβολή : γίνεται δὲ |
γενικῆς ἑνικῶς παρελαμβάνετο ἡ ἐμός , καὶ ἔτι νῶιν νωίτερος δυϊκῶς κατὰ τὸν κτήτορα , καὶ ἔτι πληθυντικῶς ἡμῶν ἡμέτερος | ||
ἀναβαλοῦ τὴν ταφὴν αὐτῆς : ὡς τώδ ' ἀδελφώ : δυϊκῶς τοὺς ἀδελφούς : ὅπως τοὺς ἐμοὺς παῖδας εἰς μίαν |
σᾶμα κινύρατο Μέμνονος ὄρνις , ὅσσον ἀποφθιμένοιο κατωδύραντο Βίωνος ἄρχετε Σικελικαί , τῶ πένθεος ἄρχετε , Μοῖσαι ἀδονίδες πᾶσαί τε | ||
ἐρεῖσαι τὸ στόμα δειμαίνοι μὴ δεύτερα σεῖο φέρηται . ἄρχετε Σικελικαί , τῶ πένθεος ἄρχετε , Μοῖσαι . κλαίει καὶ |
ὅτι ἐπειγομένη τυφλὰ τίκτει . ἔστι δὲ καὶ εἶδος ὀρνέου ἀκαλανθίς . 〚 καὶ φρυγίλῳ : Ἡ τρίτη περίοδος κώλων | ||
| κολυμβίς | ΐυγξ | κεγχρίς κίσσα | χλωρίς | ἀκαλανθίς | νῆσσα | πιπώ | δρακοντίς νυκτερίς | γλαῦξ |
δὲ οἷον καταφρονῶ , παραϲύνθετον δὲ οἷον ἀντιγονίζω φιλιππίζω . Ἀριθμοὶ τρεῖϲ , ἑνικόϲ , δυϊκόϲ , πληθυντικόϲ : ἑνικὸϲ | ||
ἢ σύνθετος καὶ δίλεξος , ἢ παρασύνθετος καὶ πολύλεξος . Ἀριθμοὶ δέ εἰσι τρεῖς : ὁ ἑνικός , ὁ δυϊκὸς |
νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ ἡμεῖϲ ὑμεῖϲ ϲφεῖϲ : παραγώγων δὲ ἑνικὸϲ ἐμόϲ ϲόϲ ὅϲ , δυϊκὸϲ ἐμώ ϲώ ὥ , | ||
ὁ ἐμόϲ ἡ ἐμή τὸ ἐμόν . Ἀριθμοὶ πρωτοτύπων μὲν ἑνικὸϲ ἐγώ ϲύ ἵ , δυϊκὸϲ νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ |
ἑνικὸϲ μὲν ὁ Ὅμηροϲ , δυϊκὸϲ δὲ τὼ Ὁμήρω , πληθυντικὸϲ δὲ οἱ Ὅμηροι . Εἰϲὶ δέ τινεϲ ἑνικοὶ χαρακτῆρεϲ | ||
ὁ ἡ τό , δυϊκὸϲ δὲ τώ τά † , πληθυντικὸϲ δὲ οἱ αἱ τά . Πτώϲειϲ δὲ ὁ τοῦ |
τὼ Δημοσθένεε καὶ Δημοσθένη , ὁ Πηλεύς τοῦ Πηλέως τὼ Πηλέε καὶ Πηλῆ , ἡ πόλις τῆς πόλεως τὰ πόλεε | ||
οἷον Δημοσθένεε Δημοσθένη , Διομήδεε Διομήδη , βασιλέε βασιλῆ , Πηλέε Πηλῆ . Τοῖν Πηλέοιν . Ἰστέον ὅτι ἡ γενικὴ |
, δυϊκόϲ , πληθυντικόϲ : ἑνικὸϲ μὲν οἷον τύπτω , δυϊκὸϲ δὲ οἷον τύπτετον , πληθυντικὸϲ δὲ οἷον τύπτομεν . | ||
ἐμόν . Ἀριθμοὶ πρωτοτύπων μὲν ἑνικὸϲ ἐγώ ϲύ ἵ , δυϊκὸϲ νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ ἡμεῖϲ ὑμεῖϲ ϲφεῖϲ : παραγώγων |
ἄντην : ἔμπλην : ἄκμην : ἄκην : ἐθελόντην : ἑκόντην ἡμῖν τὸ ὅρκιον : τὸ ἐχρῆν περισπώμενον οὐκ ἐπίῤῥημα | ||
ἄντην : ἔμπλην : ἄκμην : ἄκην : ἐθελόντην : ἑκόντην ἡμῖν τὸ ὅρκιον : τὸ ἐχρῆν περισπώμενον οὐκ ἐπίῤῥημα |
δισύλλαβα βαρύνεται , εἰ μὴ περιεκτικὰ εἴη : Ῥήνη Σήνη φήνη γλήνη . τὸ μέντοι σκηνή ὀξύνεται ὡς προσηγορικὸν περιεκτικὴν | ||
” ἀντὶ τοῦ εἰς τὴν ἀπὸ τῆς φηγοῦ τροφήν . φήνη εἶδος ὀρνέου . καὶ “ φήνοι Αἰγυπτιακοὶ γαμψώνυχες . |
πλεῖστοι βόλιτον ἄνευ τοῦ δευτέρου β . Γογγυσμὸς καὶ γογγύζειν Ἰακά , πλὴν δόκιμα : ὁ δὲ Ἀττικὸς τονθρυσμὸν καὶ | ||
καὶ ἔπειτα : Ἀττικά . τὸ δὲ εἶτεν καὶ ἔπειτεν Ἰακά . διὸ καὶ παρ ' Ἡροδότῳ κεῖνται . ἐκμαγεῖον |
εἵλως καὶ εἱκώς καὶ εἱλίζω καὶ εἱλόμην καὶ εἷμα καὶ εἱμένος καὶ εἷνα καὶ εἵποντο καὶ εἷσεν εἱστήκει καὶ εἵως | ||
μακρὰ βιβάς : πρόσθεν δὲ κί ' αὐτοῦ Φοῖβος Ἀπόλλων εἱμένος ὤμοιιν νεφέλην , ἔχε δ ' αἰγίδα θοῦριν δεινὴν |
ὅρμους χρυσείους ἔθεσαν χροΐ : ἀμφὶ δὲ τήν γε Ὧραι καλλίκομοι στέφον ἄνθεσι εἰαρινοῖσιν : πάντα δέ οἱ χροῒ κόσμον | ||
τὸ ὀρχεῖσθαι ἐπὶ τοῦ κινεῖσθαι καὶ ἐρεθίζεσθαι . Ἀνακρέων : καλλίκομοι κοῦραι Διὸς ὠρχήσαντ ' ἐλαφρῶς . Ἴων : ἐκ |
, ὅπερ κατ ' Αἰολέας γίνεται βλέπω . ὡς ὄπτω ὄσσω : ὀσσόμενος πατέρ ' ἐσθλόν . καὶ ἀποβολῇ τοῦ | ||
δύο σσ τρεπόντων . . . . : πόθεν τὸ ὄσσω καὶ πέσσω ; παρὰ τὸ ὄπτω καὶ πέπτω . |
τοῦ ι Κοσιαῖον , καὶ τροπῇ Κοτιαῖον . τὸ ἐθνικὸν Κοτιαεύς . ἔνθα ἦν Ἀλέξανδρος ὁ Ἀσκληπιάδου γραμματικὸς πολυμαθέστατος χρηματίζων | ||
τοῦ πατρὸς Μίδου . τὸ ἐθνικὸν Γορδιεύς , ὡς Κοτιάειον Κοτιαεύς , Δορυλάειον Δορυλαεύς . ἐχρῆν δ ' ἰσοσύλλαβον : |
, ὡς τὸ κάταντες τοῦτο γεώλοφον αἵ τε μυρῖκαι , συρίσδεν ; τὰς δ ' αἶγας ἐγὼν ἐν τῷδε νομευσῶ | ||
θέμις , ὦ ποιμήν , τὸ μεσαμβρινὸν οὐ θέμις ἄμμιν συρίσδεν . τὸν Πᾶνα δεδοίκαμες : ἦ γὰρ ἀπ ' |
πληγέντι τόπῳ . Βοηθοῦνται δὲ οἱ ἀμφότεροι πηλῷ ἢ βολβίτῳ καταχριόμενοι μετ ' ὀξυκράτου , ἢ μαλάχης φύλλοις σὺν ὀξυκράτῳ | ||
. πυρρὰϲ ποιοῦϲι τρίχαϲ θέρμοι ὠμοὶ ϲὺν ὕδατι καὶ νίτρῳ καταχριόμενοι , λωτοῦ τοῦ δένδρου πριϲμάτων ἀφέψημα , κύπρου φύλλα |
Ἡρακλέους , καὶ Διόμεια ἑορτή . καὶ ἐν ἑτέρᾳ παραγωγῇ κτητικῶς ἀνδρόμεος , ὡς κέρτομος κερτόμεος : ὁ δὲ ἵετο | ||
ἔθυον . . . ΠΟΛΕΜΗΙΑ . Τὸ πολεμήϊον πολέμειον ἦν κτητικῶς , καὶ διαλύσει πολεμέϊον , καὶ ἐκτάσει πολεμήϊον . |
παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ | ||
ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ ' |
Ἠετίωνος , ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα . ἀμφὶ δέ μιν γαλόῳ τε καὶ εἰνατέρες ἅλις ἔσταν , αἵ ἑ μετὰ | ||
Λαέρτιος γεγονός . . . . : Βαρύνειν δεῖ τὸ γαλόῳ : τὰ γὰρ εἰς ως θηλυκὰ ὑπὲρ μίαν συλλαβήν |
ἐκεῖνο γὰρ γίνεται τοῖς μηδὲν πρᾶγμα εὐλόγως κρίνουσιν . βουκολικαὶ Μῶσαι : ὁ λόγος ἐκ τοῦ νομέως . ἐπιστροφὴ τὸ | ||
Πανί , ὁ δὲ ποιμὴν ταῖς Μούσαις . τὸ δὲ Μῶσαι Δωρικόν . οἴιδα : τὸ μικρὸν πρόβατον λέγουσι . |
. αἱ δὲ πρωτότυποι οὐκέτι . αὐτοτελεῖς μετὰ ῥημάτων αἱ πρωτότυποι τῆς εὐθείας , ἐκεῖνος γράφει , ἔγραφον ἐγώ , | ||
ἕνεκα γένους παρειλῆφθαι τὴν αὐτός , ἐπεὶ ἀδιάστολοί εἰσιν αἱ πρωτότυποι γένους . πρῶτον γὰρ οὐ προσδέονται γένους , τῆς |
καινὸν εὐρίσκει ? [ ] , πρόσω πιεῦσα τὴν προκυκλίην θαν ! ! ! . ἀλλ ' οὖν γ ' | ||
ῥηθῇναι ἐν ταῖς μετὰ ταῦτα διέξιμεν . . π . θαν . . , . . . : ατην μνήμην |
προσηγορεύκασιν Ἀθηναῖοι . μετὰ δὲ τὰς Σκειρωνίδας πέτρας ἄκρα πρόκειται Μινῴα ποιοῦσα τὸν ἐν τῇ Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ | ||
περιγραφή : Σαμμώνιον ἄκρον νεʹ ∠ ʹʹγʹʹ λεʹ γʹ ιβʹʹ Μινῴα λιμήν νεʹ γʹʹ λεʹ δʹʹ Καμάρα πόλις νεʹ Ϛʹʹ |
βαλὼν ἑτέροιο κατὰ μόθον . Οἳ δ ' ἅτε θῆρες οὐτάμενοι σταθμοῖς ἔνι ποιμένος ἀγραύλοιο ἀργαλέως μαίνοντο διεγρομένοιο χόλοιο νύχθ | ||
περ Τυδείδης Ὀδυσεύς τε καὶ Ἀτρείδης Ἀγαμέμνων . συλληπτικῶς τὸ οὐτάμενοι : Διομήδης γὰρ βέβληται . . ἐσθλὰ μὲν ἐσθλὸς |
ἀρσενικὰ εἰς ε ἔχει τὴν κλητικήν . Δυϊκά . Τὼ πλόω τὼ πλώ , τοῖν πλόοιν τοῖν πλοῖν , ὦ | ||
, τὼ ἀνθρώπω οἱ ἄνθρωποι : οὕτως οὖν καὶ τὼ πλόω οἱ πλόοι καὶ κατὰ κρᾶσιν οἱ πλοῖ . Δεῖ |
δ ' ἐπανέστησαν πείθοντό τε ποιμένι λαῶν σκηπτοῦχοι βασιλῆες : ἐπεσσεύοντο δὲ λαοί . ἠΰτε ἔθνεα εἶσι μελισσάων ἁδινάων πέτρης | ||
ἵκετο ἔθνος ἑταίρων . Τρῶες δὲ λείουσιν ἐοικότες ὠμοφάγοισι νηυσὶν ἐπεσσεύοντο , Διὸς δ ' ἐτέλειον ἐφετμάς , ὅ σφισιν |
εὐφροσύνην ἕξεις ἐσιδὼν πατρώιον οὖδας . μὴ μὲν ὁδοιπορίης μιμνήσκεο φάε ' ἀθρήσας Μήνης Αἰγοκερῆος ἐν ἄστρασιν οἰχνεύοντα : ἦ | ||
: ἐγὼ δ ' ἐνὶ εἵματι κείνου κείμην ἀσπασίως , φάε δὲ χρυσόθρονος Ἠώς . ὣς νῦν ἡβώοιμι βίη τέ |
παρὰ τὸ μύω μυῖα , οὕτω καὶ παρὰ τὸ ἄγω ἀγυιά . λέγοι δ ' ἂν οὖν τὸν Ἅιδην , | ||
. . , : Ἔστιν τὸ μὲν ἀγυιεύς ἀπὸ τοῦ ἀγυιά , ὡς Τρύφων φησὶν ἐν παρωνύμοις πᾶν εἰς α |
Αἴτνην ψολόεσσαν ἐναύλιον Ἀστερόποιο . καὶ ἔτι . λιγνύν τε ψολόεσσαν ἀϊδνήεντά τε καπνόν . καὶ Αἰσχύλος ἐν Βασσαρίσιν : | ||
θηρῶν φολίδεσσιν ὁμοίη . τὴν δ ' ὅτε φυσιόωσαν ἔχιν ψολόεσσαν ἴδηται , ἀντία γυρώσας προκαλέσσατο θῆρα δαφοινήν . ἀσπὶς |
οἳ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο παῖδες καὶ γαμβροί , τὼ δ ' οὐ λάθον εὐρύοπα Ζῆν ἐς | ||
ἐκέλευσεν διακˈρῖναι ποδῶν , ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων , ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον . οὕτω δ ' ἐδίδου Λίβυς ἁρμόζων |
καθαρόν . τὴν μὲν ὕλην : „ ἀργύρεον , χρυσέοισιν ἀορτήρεσσιν ἀρηρός „ . τὸν καλόν : ” κλῦθί μευ | ||
. ἀολλέες ἀθρόοι . ἀορτήρ ἀναφορεύς . ἀοσσητήρ βοηθός . ἀορτήρεσσιν ἀφ ' ὧν ἤρτηται τὰ δόρατα . ἀοιδιάει μετὰ |
παρὰ γὰρ τὸ μαίω τὸ ζητῶ : μαιμάσσω , τὸ προθυμοῦμαι : μαιμάχης ὁ ὑβριστής : μαίω τὸ ἐλίσσομαι ὁ | ||
: αὐτόκλητος καὶ αὐτοπρόθυμος . παρὰ τὸ μῶ , τὸ προθυμοῦμαι , ὅθεν καὶ μεμαυῖα ἡ μετοχή , ὁ παθητικὸς |
γλήχων , δίκταμνον , ἄσαρον , κόστος , κασία , ἀριστολοχίαι . μίσγεται δ ' ἑκάστῳ ἢ πυρῶν ἀφέψημα ἢ | ||
ἀσάρου ἡ ῥίζα , βρυωνία , ἀνθεμίς , ἀπαρίνη , ἀριστολοχίαι , ἀρνόγλωσσον ξηρόν , ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα , καὶ |
. οἴοισίν μ ' ἵπποισι παρήλασαν Ἀκτορίωνε πλήθει πρόσθε βαλόντες ἀγασσάμενοι περὶ νίκης , οὕνεκα δὴ τὰ μέγιστα παρ ' | ||
δ ' ἄρα νῆας ἵκοντο σὺν Ἀργείοισι καὶ ἄλλοις μάντιν ἀγασσάμενοι τὸν ἄρ ' ἐκ Διὸς ἔμμεν ἔφαντο , ἢ |
δίστομον . πᾶσι : πάντων . Βριαρή : ἰσχυρά . κρυερή , βαρυτάτη . ἄγχι : ἀμφί . ἀμφί : | ||
, καὶ ἐν ὑπερβιβασμῷ χωόμενος , ὡς ὄρωρεν ὤρορεν . κρυερή : χαλεπὴ , ψυχρὰ , φρικωδεστάτη , κακή . |
Ὄκκελος καὶ Ὄκκιλος [ ] ἀδελφοί . Βυνδάκου ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ . . , . . | ||
, Φίλτυς θυγάτηρ Θεόφριος τοῦ Κροτωνιάτου , Βυνδάκου ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ |
] ! ! [ ] ὣς ἔφατ [ ' ] σεμ ? ? ! [ ] ! ! α ? | ||
[ [ ] ! ! [ . . ωσε [ σεμ ? ? ! [ ! ! α ? ! |
τῶν γὰρ φιλτάτων τινὰ ἐπιδεῖν ἀποθανόντα σημαίνει . Λάροι καὶ αἴθυιαι καὶ ὅσα ἐστὶν ἄλλα ὄρνεα θαλάσσια τοὺς πλέοντας εἰς | ||
εἰληδὰ φέρονται . Πολλάκι δ ' ἀγριάδες νῆσσαι ἢ εἰναλιδῖναι αἴθυιαι χερσαῖα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ νεφέλη ὄρεος μηκύνεται ἐν |
ὁ βοηθός : ἐκ τοῦ ἀμύνω . . . . ἀμύξ : ἐπίρρημα : καὶ σημαίνει τὸ ἀμυκτικῶς ἤγουν σπαρακτικῶς | ||
, ὡς ἀπὸ τοῦ δήκω δήξω δάξω δάξ , κλάζω ἀμύξ . . . . ἀμύσσω : παρὰ εἰς υ |
: πατρὸς ἐμοῖο φίλου συμφράδμονα θυμὸν ἀέξων , Πομπίλε , δυσκελάδου δεδαὼς θοὰ βένθεα πόντου , σῷζέ με : καὶ | ||
: πατρὸς ἐμεῖο φίλου συμφράδμονα θυμὸν ἀέξων , Πομπίλε , δυσκελάδου δεδαὼς θοὰ βένθεα πόντου , σῷζέ με : καὶ |
ἀνακλύζεσκεν ἰοῦσαν νῆα ῥόος , πολλὸν δὲ † φόβῳ προτέρωσε νέοντο . ἤδη δέ σφισι δοῦπος ἀρασσομένων πετράων νωλεμὲς οὔατ | ||
' ἐσθλοῖο κυβερνητῆρος ἐπαύρῃ . τῶ καὶ Τίφυος οἵδε δαημοσύνῃσι νέοντο ἀσκηθεῖς μέν , ἀτὰρ πεφοβημένοι . ἤματι δ ' |
ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρὼς ἀρηρότος , τὸ οὐδέτερον ἀρηρὸς , ἡ εὐθεῖα τῶν πληθυντικῶν ἀρηρότα . γυῖα : | ||
τὴν στιβάδα τῶν φύλλων . λαρόν : παρὰ τὸ λίαν ἀρηρὸς ἢ παρὰ τὸ λῶ τὸ θέλω πεποίηται . Ἡσίοδος |
Δημοσθένεε Δημοσθένη , Διομήδεε Διομήδη , βασιλέε βασιλῆ , Πηλέε Πηλῆ . Τοῖν Πηλέοιν . Ἰστέον ὅτι ἡ γενικὴ καὶ | ||
πληθυντικῶν συναιροῦνται , οἷον Πηλέοιν Πηλέων . Ὦ Πηλέε ὦ Πηλῆ : εἴρηται . Οἱ Πηλέες καὶ οἱ Πηλεῖς . |
διδῷς . Αὐτὸς δ ' ἐρώτη . Χύρρε χύρρε . Κοῒ κοΐ . Τρώγοιτ ' ἂν ἐρεβίνθους ; Κοῒ κοῒ | ||
χύρρε . Κοῒ κοΐ . Τρώγοιτ ' ἂν ἐρεβίνθους ; Κοῒ κοῒ κοΐ . Τί δαί ; Φιβάλεως ἰσχάδας ; |
, ⌈ ἐν ᾧ [ ἐξ ἧς ] ἦν ἡ Ἀκαμαντὶς φυλή . ἀμαθής ] ἀνόητος , μωρός , ἀγροῖκος | ||
, τοῦ δήμου αὐταῖς δόντος . τοῦτο τὸ ὄρος ἔλαχεν Ἀκαμαντὶς καὶ Ἱπποθοωντίς . ταύτας τὰς φυλὰς ἔγραψας ἀποδοῦναι τὸ |
Ἰσθμόν . Ἰσθμὸς γῆ στενὴ ἀμφιθαλάσσιος καθ ' ἣν ἡ Ἀχαία τῇ Πελοποννήσῳ συνάπτεται . Κιθαιρῶνος . . . Πάρνηθος | ||
Παναχαιίδα δὲ τὴν Θεσσαλίαν φησίν , ὅτι αὕτη πρώτη ἐκλήθη Ἀχαία ἀπὸ Ἀχαιοῦ τοῦ Ξούθου . πυρὶ δῃώσειαν : συμφλέξειαν |
γὰρ Ἰνδοὶ ἀνατολικοί . Ἔνθα καὶ ὁ Ἰνδὸς ποταμός . Ἄγχι δ ' Ἐρυθραῖόν τε καὶ Αἰθιόπιον . Ἴσως διὰ | ||
καί ῥ ' ὃ μὲν ὡς μυκηθμὸν ἱεὶς πέλεν . Ἄγχι δ ' ἄρ ' αὐτοῦ ἀμφὶ σάκος πεπόνητο θεῶν |
κούρην Βρισῆος : παρὰ τὸ βρίθω βρίσω Βρισεύς καὶ πατρωνυμικὸν Βρισηΐς : Βρισηΐς γὰρ λέγεται παρὰ τὸ βαρεῖν τῷ κάλλει | ||
διὰ τὸ λαβεῖν αὐτὴν τὸν Ἀγαμέμνονα . ἐκ δὲ τοῦ Βρισηΐς καὶ τὸ Βρισηΐδες . . . + . Βριτόμαρτις |
τε τὴν αὐτὴν ἔχει , ὅτι περιπατῶ , κινοῦμαι : διὅτι περιπατῶ , κινοῦμαι . ἀλλὰ πρός γε ταῦτα ῥητέον | ||
ἐπὶ . κλητικῆςΤοῖς . αὐτοῖς ἐπιχειρήμασι προσχρηστέον καὶ ἐπὶ τοῦ διὅτι καὶ ἔτι τοῦ καθὅτι . καὶ γὰρ ἡ κατά |
. . κυανοχαῖτα Ποσειδάων : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ κυανοχαίτης . . . . . ἡ διπλῆ ὅτι ἅπαξ | ||
ἑλλανοδίκου , γυνή ὁ μισογύνης τοῦ μισογύνου , χαίτη ὁ κυανοχαίτης τοῦ κυανοχαίτου , τέχνη ὁ κλυτοτέχνης τοῦ κλυτοτέχνου : |
αʹ Ἑν . τύψοιμι τύψοιϲ τύψοι Δυ . τύψοιτον τυψοίτην Πληθ . τύψοιμεν τύψοιτε τύψοιεν Μέλλοντοϲ βʹ Ἑν . τυποῖμι | ||
, τὸ τετυπόϲ Δυ . τὼ τετυπότε , τὰ τετυπυία Πληθ . οἱ τετυπότεϲ , αἱ τετυπυῖαι , τὰ τετυπότα |
Ἰωλκός , πόλις Θεσσαλίας . ” Βοίβην καὶ Γλαφύρας καὶ ἐυκτιμένην Ἰαωλκόν „ . ἀπὸ Ἰωλκοῦ τοῦ Ἀμύρου , ἀφ | ||
πεπορθῆσθαι λέγει καὶ αὐτὴν τὴν Λέσβον ” ὅτε „ Λέσβον ἐυκτιμένην ἕλεν αὐτός . ” καὶ ” πέρσε δὲ Λυρνησσὸν |
ἔσχον τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν | ||
καὶ καταστεῖλαι τὸ θυμοειδὲς αὐτῶν . . ΠΑΥΡΟΙ Δ ' ΑΥΤΕ ΜΕΤΕΙΚΑΔΑ ΜΗΝΟΣ ΑΡΙΣΤΗΝ . Τὴν καʹ οἱ Ἀθηναῖοι μετεικάδα |
, κατὰ στέρησιν τῆς ῥήσεως λέγεται . . , : εἱρκτή : ἐκ τοῦ εἵργω , τὸ κωλύω , ὁ | ||
: εἶδος εἰκάζω εἴρων καὶ τὰ λοιπὰ , πλὴν τοῦ εἱρκτή εἵλως καὶ εἱκώς καὶ εἱλίζω καὶ εἱλόμην καὶ εἷμα |
“ ἐμπλείμην ” εὐκτικῆς ἐστιν ἐγκλίσεως . ἀπὸ γὰρ τοῦ πλῶ τὸ πληρῶ γίνεται εἰς - μι πλῆμι καὶ τὸ | ||
πέλω ἐστὶ ῥῆμα δηλοῦν τὸ πλησιάζω : καὶ κατὰ συγκοπὴν πλῶ , καὶ μετὰ τῆς ἐν προθέσεως τὸ ἐπίῤῥημα ἔμπλην |
. ἀτίζων ἀτιμάζων . ἀτέοντα ἀτώμενον , βλαπτόμενον : “ Αἰνεία , τίς ὧδε θεῶν ἀτέοντα κελεύει . ” ἀτραπός | ||
πληθυντικῶν ποιεῖ , οἷον τὼ κοχλία οἱ κοχλίαι , τὼ Αἰνεία οἱ Αἰνεῖαι , τὰ Μούσα αἱ Μοῦσαι , τὰ |
. . ] σασα [ ] σεσθαι : τὰ γὰρ ιλ ? ? [ ] σησκαιμενουτη ? [ ] ουτ | ||
. . . [ ] δης ! [ [ ] ιλ [ [ ] 〚 η 〛 ! [ . |
λοιπὸν πλεονάσαν τὸ ι ἐφύλαξε τὴν αὐτὴν κλίσιν καὶ ἐγένετο εἵλως εἵλωτος . Ἰστέον δὲ ὅτι οἱ Λακεδαιμόνιοι πάντας τοὺς | ||
, οἷον Μίνως Μίνωος , ἥρως ἥρωος . Σεσημείωται τὸ εἵλως εἵλωτος , ὅτι μακρᾷ παραληγόμενον διὰ τοῦ τος ἐκλίθη |
' ὀμόσσῃ αὐτά μοι στορεσεῖν καλὰ δέμνια τᾶσδ ' ἐπὶ νάσω : καὶ γάρ θην οὐδ ' εἶδος ἔχω κακὸν | ||
. νενασμένοι ] ναίω , νήω ἢ νάσσω : μέλλων νάσω : νένακα , νένασμαι , νενακὸς ἡ μετοχή . |
χἁ Συβαρῖτις : πηγὴ Ἰταλίας περὶ Θούριον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις ἐμὶν μέλι : πηγὴ ἐν Σικελίᾳ . ἁ παῖς | ||
οὐ πέφυκε γίνεσθαι , ἀλλὰ τὸ σίον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις : πηγὴ Ἰταλίας περὶ Θούριον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις |
ἄρ ' οἰνοχόον βάλε χεῖρα δεξιτερήν : πρόχοος δὲ χαμαὶ βόμβησε πεσοῦσα , αὐτὰρ ὅ γ ' οἰμώξας πέσεν ὕπτιος | ||
ἤχων μέν , οἷον λίγξε βιός . αὐλῶπις τρυφάλεια χαμαὶ βόμβησε πεσοῦσα . φωνῆς δὲ τὸ τοιοῦτον , οἷον ἡ |
καταλαβεῖν . . ΕΤΙΤΑΙΝΕΤΟ . Τείνω τὸ ἐξαπλῶ δίφθογγον , τιταίνω δὲ ὃ σημαίνει τὸ αὐτὸ , ι : συστέλλεται | ||
καὶ ἄφαντος , καὶ χραίνω χραντὸς καὶ ἄχραντος , οὕτω τιταίνω ταντὸς , καὶ οὐδέτερον ταντὸν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ |
κρεμάμενον εἶπε : Καταβαίνεις καὶ ἀπαγγέλλεις ; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε . Λιμόξηρος ἰατρὸς ἰδὼν ἄρτον εἰς τρύπην κείμενον | ||
εἰ φαρμακοῦμαι Ϙβ εἰ λαμβάνω ληγᾶτον Ϙγ εἰ ὃ ἐπιβάλλομαι ἀπαρτίζω καὶ πληρῶ Ϙδ εἰ θεωρῶ τὴν πατρίδα μου Ϙε |
φέρουσι τῷ ἀνθρώπῳ , κἢν αὐανθέωσιν , ἀπέθανεν ὥνθρωπος . Ἀγχοῦ δὲ τῆς ἐκφύσιος τῶν φλεβῶν σώματα τῇσι κοιλίῃσιν ἀμφιβεβήκασι | ||
Ὀσφῦς : ἡ ζῶσις . Πρωτεῦ : ὄνομα κύριον . Ἀγχοῦ : πλησίον . Θαλέας : ὄνομα κύριον . Σιμόεις |
ἴδοι : ἀττικῶς . πάροιθεν : ἐκτός . Γαμήλιος : παρθενική . αἴθεται : ἐκκαίεται , αὔξεται , ἐκπυροῦται , | ||
: τὴν δ ' ὧδε προσεφώνεεν ἠύκερως βοῦς : θάρσει παρθενική : μὴ δείδιθι πόντιον οἶδμα . αὐτός τοι Ζεύς |
ὄρει , καὶ τὴν Ἱστίαιαν προσκτήσασθαι καὶ τὴν πεδιάδα καὶ Κήρινθον καὶ Αἰδηψὸν καὶ Ὀροβίας , ἐν ᾧ μαντεῖον ἦν | ||
, ὄντ ' Ἀθηναῖον γένει , τὴν δ ' ἐναλίαν Κήρινθον ὡσαύτως Κόθον , Δρύοπας δὲ τὴν Κάρυστον ὠνομασμένην : |
ἀπηύρα νῆα μέλαιναν , ἦε ἑκών οἱ δῶκας , ἐπεὶ προσπτύξατο μύθῳ . ” τὸν δ ' υἱὸς Φρονίοιο Νοήμων | ||
δεῖπνον . ἐπιίστορας : μάρτυρας . ὀνοτήν : μεμπτήν . προσπτύξατο : περιέλαβε . παρὲκ νόον Αἰήταο : μὴ βουλομένου |
τὰ μόρια τῶν γυναικῶν . . . ἤτοι οἱ Πέρσαι τρυφηλοὶ καὶ ἁβρῶς καὶ τεθρυμμένως βαίνοντες ὀδύρεσθε . . δύσβατόν | ||
ἐπὶ τῶν σφόδρα τιμίων . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις : ἀντὶ τοῦ τρυφηλοὶ καὶ τὴν σάρκα διαῤῥέοντες . Ἅπαντα τόλμης καὶ ἀναισχυντίας |
, νυγείς νυγέντος νυγέν , ταῦτα γὰρ ὀξύνονται : πρόσκειται κοινολεκτούμενα , ἐπειδὴ τὸ εὐσεβής καὶ εὐγενής οἱ Βοιωτοὶ διὰ | ||
Θέλουσι δὲ τὰ εἰς εις λήγοντα ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν ὀνόματα κοινολεκτούμενα καθαρὰν ἔχειν τὴν ει δίφθογγον , τουτέστι μὴ ἔχουσαν |
τῶν προειρημένων δῆθεν οἰκετῶν ἀποδυρόμενος πρὸς τὸν ἕτερον . ΓΘ Ἰατταταιάξ : σχετλιαστικόν ἐστι τὸ ἐπίρρημα . παρεπιγραφὴ δὲ λέγεται | ||
κρείττονα ὀδυνηροῦ βίου τὸν καθ ' ἡδονὴν θάνατον ἡγησάμενος . Ἰατταταιάξ , τίς ἦν ἡ χθὲς ἡμέρα ; ἢ τίς |
ἀλθήεντος : ἰατρικοῦ καὶ ἀλθήεντος ἀκάνθου : τὸν ἄκανθον καὶ μελάμφυλλον καὶ παιδέρωτα λέγουσι . καλῶς δὲ ἀλθήεντα λέγει : | ||
ὃ καὶ πρὸϲ ϲυνουϲίαν παρορμᾷ . Ἄκανθοϲ , οἱ δὲ μελάμφυλλον , οἱ δὲ παιδέρωτα , διαφορητικῆϲ ἐϲτι καὶ ξηραντικῆϲ |
, οἷον τὼ Αἴαντε ὦ Αἴαντε , τὼ Λάχητε ὦ Λάχητε , οἱ Αἴαντες ὦ Αἴαντες , οἱ Λάχητες ὦ | ||
λέβης , τοῦ ἔρωτος ὦ ἔρως . Δυϊκά . Τὼ Λάχητε , τοῖν Λαχήτοιν , ὦ Λάχητε . Πληθ . |
τὴν Λάρισσαν φέρει , ἐκτὸς τοῦ προαστείου : Τιρυνθία : Τίρυνς πόλις Ἄργους . ἡ γὰρ Ἀλκμήνη ἀπὸ Τίρυνθός ἐστιν | ||
ἁλός . Καίτοι τὰ εἰς δύο σύμφωνα λήγοντα ὡς τὸ Τίρυνς καὶ τὸ μάκαρς διὰ δύο συμφώνων κλίνονται Τίρυνθος , |
πρίασθαι : ἐν Μακεδονίᾳ δὲ καὶ Ἀμβρακίᾳ μάλα πολλαί . ἐκτεταμένως δ ' εἴρηκε καρῖδα Ἀραρώς : αἵ τε καμπύλαι | ||
ΡΑΦΑΝΙΔΕΣ . αὗται κέκληνται διὰ τὸ ῥᾳδίως φαίνεσθαι . καὶ ἐκτεταμένως δὲ καὶ κατὰ συστολὴν λέγεται παρὰ Ἀττικοῖς . Κρατῖνος |
ἔνδοθι θυμὸν ἀμύξεις . τὸ θέμα ἀμύσσω , ὁ μέλλων ἀμύξω . τὸ δὲ ἀμύσσω παρὰ τὸ μῦ ἐπίρρημα γίνεται | ||
οὕτως οὖν καὶ ἀπὸ τοῦ οὐδίσω οὐδὶς καὶ ἀμφουδίς . ἀμύξω „ ἀμὺξ „ παρὰ Νικάνδρῳ καὶ πλήξω πλὴξ καὶ |
τὸ ἐν Δελφοῖς χρηστήριον , Λεάνδριος καὶ Καλλίμαχος εἶπον : δράκαιναν δὲ αὐτήν φησιν εἶναι , θηλυκῶς καλουμένην Δέλφυναν , | ||
καὶ θῆρας ποιοῦσαν , τὸ παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ . * δράκαιναν διὰ τὸ ἄγριον τὴν Κίρκην λέγει ἢ διὰ τὸ |
ϲτύφουϲα δηλονότι ἐμψύχει καὶ ἀποκρούεται . ἡ δὲ τοῦ ῥυπτικοῦ μετέχουϲα χωρὶϲ ἐπιφανοῦϲ θερμότητοϲ ξηραίνει ἀδήκτωϲ , ἡ δὲ ἐπὶ | ||
. Ἀρίϲτη ἡ βοτρυῖτιϲ : ξηραντικῆϲ δὲ δυνάμεωϲ ἅπαϲα καδμία μετέχουϲα καὶ τῆϲ ῥυπτικῆϲ δυνάμεωϲ . ἐν δὲ τῇ κατὰ |
καὶ μιχθέντες , μόνιμον καὶ διουρητικὸν ποιοῦσι τὸν οἶνον . ἑψητὸς μιγνύμενος οἴνῳ μόνιμον αὐτὸν ποιεῖ . κηρὸς ἐν τῇ | ||
δύσπεπτος : ὧν ἡ λευκὴ καλεῖται κωβῖτις . καὶ ὁ ἑψητὸς δέ , τὸ μικρὸν ἰχθύδιον , τοῦ αὐτοῦ γένους |
ναύταις συνεκβράσουσι Βορραῖαι πνοαὶ τόν τ ' ἐκ Παλαύθρων ἔκγονον Τενθρηδόνος , Ἀμφρυσίων σκηπτοῦχον Εὐρυαμπίων , καὶ τὸν δυνάστην τοῦ | ||
Πρόθοον λέγει . καὶ Ὅμηρος Μαγνήτων δ ' ἦρχε Πρόθοος Τενθρηδόνος υἱός ἄριστος ἐν τοῖς Ἕλλησιν . μετὰ γὰρ τὴν |
χερσὶ στήσασθαι τὸ τέλος τοῦ πολέμου . . . . βουλυτός : Ἀρριανός : γίνεται μάχη καρτερὰ ἔστε ἐπὶ βουλυτὸν | ||
ὁ μέγας ἐπιτατικὸν καὶ τὸ λιμός . . . . βουλυτός : ἡ δειλινὴ ἔργων . . . . βοῦνις |
ἀριστερᾶς χειρός διάπεμπτος μέση ὑπάτη νήτη χρωματική συνημμέναι δύο διάτονος διάτονοι δύο μέση παράμεσος παράμεσος τρίτη τρίτη διάπεμπτος συνημμέναι ὑπάτη | ||
ἐχόμεναι δ ' αἱ χρωματικαί , συντονώταται δ ' αἱ διάτονοι . μετὰ ταῦτα τρίτον εἰλήφθω πυκνὸν πρὸς τῷ αὐτῷ |
ὄνομα μαρμαρυγή . καὶ ὡς ἀπὸ τοῦ ἁρπάζω ἁρπαγή , ὀλολύζω ὀλολυγή , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ μαρμαρύζω μαρμαρυγή . | ||
ψιλοῦ γράφονται , οἷον κλύζω , τρύζω , γογγύζω , ὀλολύζω πλὴν τοῦ ἀθροίζω . Τὰ διὰ τοῦ υχω δισύλλαβα |
οὐδέ σφιν θανάτοιο πέλε στονόεντος ἄλυξις , ἀλλ ' ἅτε μηκάδες αἶγες ὑπὸ βλοσυρῇσι γένυσσι πορδάλιος κτείνοντο . Ποθὴ δ | ||
Χαλκίδι δύο ποταμοί , Κέρων καὶ Νηλεύς , ὧν αἱ μηκάδες ἐὰν περὶ τὸ συλλαμβάνειν οὖσαι πίωσιν , ἐὰν μὲν |
ἀναθημάτων κράτιστον καὶ αἱ τοῦ Πρωτογένους γραφαί , ὅ τε Ἰάλυσος καὶ ὁ Σάτυρος παρεστὼς στύλῳ , ἐπὶ δὲ τῷ | ||
τούτου τελευτὴν διεδέξαντο τὴν ἀρχὴν υἱοὶ τρεῖς , Λίνδος , Ἰάλυσος , Κάμειρος : ἐπὶ δὲ τούτων γενομένης μεγάλης πλημυρίδος |
' ἐείκοσιν ἤματ ' ἔχον θεοί , οὐδέ ποτ ' οὖροι πνείοντες φαίνονθ ' ἁλιαέες , οἵ ῥά τε νηῶν | ||
, ὅσσοι τ ' Αἰγύπτοιο πολυψαμάθοισιν ἐπ ' ὄχθαις βουκολίων οὖροι , Λοκροί , χαροποί τε Μολοσσοί . Εἰ δέ |
νέφος ἐστεφάνωτο . τὼ δὲ πάροιθ ' ἐλθόντε Διὸς νεφεληγερέταο στήτην : οὐδέ σφωϊν ἰδὼν ἐχολώσατο θυμῷ , ὅττί οἱ | ||
' ἱπποδάμους καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιούς . καί ῥ ' ἐγγὺς στήτην διαμετρητῷ ἐνὶ χώρῳ σείοντ ' ἐγχείας ἀλλήλοισιν κοτέοντε . |
βλάπτω , τρύω κατὰ παραγωγήν , ἀφ ' οὗ τὸ τρύχω πλεονασμῷ τοῦ χ , τρύσω τέτρυμαι τρυτός καὶ ἄτρυτος | ||
. τοῦ τρῶ ἄλλο παράγωγον τρύω καὶ προσθέσει τοῦ χ τρύχω . . , : τρώγω : παρὰ τὸ τρῶ |
Ἴσσα , Τραγούριον , Ἰσσέων κτίσμα , Φάρος ἡ πρότερον Πάρος , Παρίων κτίσμα , ἐξ ἧς Δημήτριος ὁ Φάριος | ||
τὸν ἀοιδὸν ὀδύρατο Τήιον ἄστυ : σὲ πλέον Ἀρχιλόχοιο ποθεῖ Πάρος , ἀντὶ δὲ Σαπφοῦς εἰσέτι σεῦ τὸ μέλισμα κινύρεται |
κέχρησο τῷ διὰ τοῦ κονδίτου . ἔχει δὲ οὕτω : Ναρδοστάχυος . . . . οὐγ . αʹ φοῦ . | ||
εἴη χρονία ἡ βὴξ καὶ πῦον εἴη τὸ περιεχόμενον . Ναρδοστάχυος . . . . οὐγ . αʹ κρόκου . |
τὴν γενικήν , καλά καλαῖν , Πέρσα Πέρσαιν . ὦ κοχλία : εἴρηται . Πληθυντικά . Οἱ κοχλίαι : πᾶσα | ||
ου , διὰ τοῦ α τὴν γενικὴν ἐκφέρουσι : κοχλίας κοχλία , Παπίας Παπία . Τὰς εἰς ους ληγούσας γενικὰς |
δ ' ἄρ ' ἐτώσιον ἥρως καί μιν ἄφαρ προσέειπεν ὑπερφιάλοις ἐπέεσσι : Νῦν ς ' ὀίω μόρον αἰνὸν ἀναπλήσειν | ||
: ἐπεὶ ἦ μάλα τοίγ ' ἐπὶ δηρόν ἀντιβίην Βέβρυξιν ὑπερφιάλοις πολέμιζον . καὶ δὴ πασσυδίῃ μεγάρων ἔντοσθε Λύκοιο κεῖν |
λέγεις ; πόλλ ' ἐσθίουσιν , ὡς ἐπασκούντων τρόπος . ποδαποὶ γάρ εἰσιν οἱ ξένοι ; Βοιώτιοι . γυμνοὶ γὰρ | ||
λέγεις ; πόλλ ' ἐσθίουσιν , ὡς ἐπασκούντων τρόπος . ποδαποὶ γάρ εἰσιν οἱ ξένοι ; Βοιώτιοι . ἐκ τούτων |
πᾶϲαν : ἀλλὰ πάραγε [ ϲὺ καὶ τοῦ ταχέωϲ , μάγειρε , φρόντιϲον [ ] πάνυ . ΧΟ τί φήιϲ | ||
ὀστῶδες σφόδρα αὐτῷ τι προσκόπτοντος ἀπὸ τύχης κρέας εἶπεν : μάγειρε , μὴ προσίστα τοῦτό μοι τοὐστοῦν . ὁ δ |
. ὦ ἀδελφέ μου , πατάξας τὸν πατάξαντα ἀδελφόν . παισθεὶς ἔπαισας ] παταχθεὶς ἐπάταξας . παισθεὶς ] ὦ Πολύνεικες | ||
παισθεὶς ] ὦ Πολύνεικες . θ παισθεὶς ] τυφθείς . παισθεὶς ] πληγείς . ἔπαισας ] ἔτυψας . σὺ δ |
πῆμα Πάρις θέτο Σιμιχίδας : ψυχὰν ᾇ , βροτοβάμων , στήτας οἶστρε Σαέττας , κλωποπάτωρ , ἀπάτωρ , λαρνακόγυιε , | ||
πᾶμα Πάρις θέτο Σιμιχίδας . ψυχὰν ᾇ , βροτοβάμων , στήτας οἶστρε Σαέττας , κλωποπάτωρ , ἀπάτωρ , λαρνακόγυιε , |
ῥά κεν εἴποις : πᾶσα χθὼν ὀλίγον τᾷδε κυναγέσιον . Κέρκωπές τοι πολλὰ κατὰ τριόδους πατέοντες Βοιωτῶν σίνοντο : γένος | ||
τὸν Κέρκωπα τὸν ἕτερον . Διότιμος Ἡρακλέους ἐν ἄθλοις : Κέρκωπές τοι πολλὰ κατὰ τριόδους πατέοντες Βοιωτῶν σίνοντο : γένος |
] [ ] ! μον [ ! ! ! ] εκα ? [ ! ! ] ! ! [ ] | ||
? [ [ ] δει ? [ [ ] ! εκα [ [ ] νω ? ? [ . . |
, ὄφρα ἴδωμαι οἰκῆας . μὴ δὴν Αἰγιάλεια , περίφρων Ἀδρηστίνη , ἐξ ὕπνου γοόωσα φίλους οἰκῆας ἐγείρῃ , καὶ | ||
ι ἀνεκφωνήτου ὄντος , . , . . αἱμ . Ἀδρηστίνη : [ τὰ διὰ τοῦ ] ινη μὴ γινόμενα |
οὔρουν , αἱ δὲ λοιπαὶ εἰς τὰ οἰκεῖα μεταβάλλονται , οἴγω ᾦγον , αἰσχύνομαι ᾐσχυνόμην . Τὰ μέντοι ἀπὸ προθέσεως | ||
καὶ γνάμπτω γνάμψω ἀνέγναμψαν . . . . ἀνεῳγμένος : οἴγω οἴξω ᾦχα ᾦγμαι καὶ ἀνέῳγμαι , ἡ μετοχὴ ἀνεῳγμένος |