βασιλέως τῆς χώρας Λατῖνοι ὠνομάσθησαν : καὶ μεταναστάντες ἐκ τοῦ Λαουϊνίου κοινῇ μετὰ τῶν ἐπιχωρίων μείζονα περιβάλλονται πόλιν , ἣν
ἦν . Τριακοστῷ δὲ ὕστερον ἔτι μετὰ τὴν κτίσιν τοῦ Λαουϊνίου πόλιν ἑτέραν οἰκίζει κατὰ τὸ γενόμενον Αἰνείᾳ θέσφατον Ἀσκάνιος
6120914 ἀναζευξαντος
ἐπὶ τοῦ Ἀρχιδάμου τοῦ διὰ τὸν χειμῶνα καὶ τοὺς σκηπτοὺς ἀναζεύξαντος ἐκ Πλαταιῶν : φέρει γὰρ συγγνώμη ἐπὶ πρόσωπον ,
μεταστάσει εὑρίσκομεν εὐεργέτημα ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀδικήματος ὡς ἐπὶ τοῦ ἀναζεύξαντος Ἀρχιδάμου ἐν τῇ νόσῳ , ἀπὸ γὰρ τῆς ἀναχωρήσεως
5613344 διωκομενην
αὐτὴν ὠνομάσθαι Δίκτυνναν ἀπὸ τοῦ συμφυγεῖν εἰς ἁλιευτικὰ δίκτυα , διωκομένην ὑπὸ Μίνω συνουσίας ἕνεκα , διημαρτηκέναι τῆς ἀληθείας :
Ἀρτέμιδός ἐστι φίλη . ταύτης ἠράσθη Ζεὺς καὶ αὐτὴν Ἄρτεμις διωκομένην εἰς ἔλαφον μεταβάλλει : ὅθεν καὶ εἰς ὑπόμνημα τοῦ
5490435 ῥευματοϲ
δὲ ϲυμβαίνει μονιμωτέραν γενέϲθαι τὴν εἰρημένην διάθεϲιν καὶ τὴν τοῦ ῥεύματοϲ οὐϲίαν ἐπὶ τὸ ψυχρότερον ἀχθῆναι μᾶλλον , τὸ τηνικαῦτα
Ἱκεϲίου καὶ ἡ δι ' αἰρῶν . εἰ δὲ φόβοϲ ῥεύματοϲ εἴη , καὶ ἡ Θραϲέα ἐπιτήδειοϲ . ἐγὼ δὲ
5382472 περιπτωσεως
χωρὶς αἰσθήσεως , καὶ ἢ ἀπὸ περιπτώσεως ἢ οὐκ ἄνευ περιπτώσεως . ὅθεν οὐδὲ τὰς λεγομένας ψευδεῖς φαντασίας , οἷον
οὔτε δὲ κατὰ περίπτωσιν θεωρεῖται οὔτε κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν : . † εἰ δ ' ἀπὸ τούτου
5255298 φιλουμενων
διοικητικῶν οἰκονομικῶν φιλανθρώπων . αἱ δὲ ἑξῆς ἓξ Ἀφροδίτης καλῶς φιλουμένων θεοσεβῶν χωρὶς πόνου εὐπορούντων αἰφνιδιοτυχῶν εὐπόρων πλευστικῶν : εἰσὶ
. τί ἐστιν ἐπιθυμία ; ἐμψύχου ὁρμὴ πρός τι τῶν φιλουμένων . τί ἐστι λογισμός ; ἀόρατος κίνησις καὶ ταραχὴ
5223469 ἁρπασθεισαν
διὰ Θεανὼ τὴν Θηβαίαν , ὥς φησι Δοῦρις , ἐγένετο ἁρπασθεῖσαν ὑπὸ Φωκέως τινός . δεκατὴς δὲ γενόμενος ἔτει δεκάτῳ
Καμικῷ θάνατον γενόμενον , ὑμεῖς δὲ ἐκείνοισι τὴν ἐκ Σπάρτης ἁρπασθεῖσαν ὑπ ' ἀνδρὸς βαρβάρου γυναῖκα . Ταῦτα οἱ Κρῆτες
5198625 Νικοδημου
μεθεστηκότων ταχθεὶς ἐπὶ τὴν πρεσβείαν ἕτερά τε δῶρα παρὰ τοῦ Νικοδήμου καὶ κύλικα θηρικλείαν λαβὼν ἐπανῆκεν . . , :
Προσεποιήσατο : ἀντὶ τοῦ ἀντεποιήσατο : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Νικοδήμου ” οὐδεὶς πώποτε προσεποιήσατο οὐδ ' ἠμφισβήτησε τῆς “
5157754 παραλογου
οὐκ ἀγνοήσας . Οἱ δ ' ἀμφὶ τὸν Βροῦτον ἐκ παραλόγου τόλμης ἐς Φιλίππους παρῆλθον , ἔνθα αὐτοῖς καὶ ὁ
τὴν ἐκ λογισμοῦ σωτηρίαν , ἐκ δὲ τοῦ παραδόξου καὶ παραλόγου , ἐὰν ἄρα σωθῇ , σῴζεται . τίς ἂν
5104554 ἐπομβριαν
δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησι γενομένου κατακλυσμοῦ , καὶ διὰ τὴν ἐπομβρίαν τῶν πλείστων ἀνθρώπων ἀπολομένων , ὁμοίως τούτοις καὶ τὰ
. . ἄγαν ] τὴν πολλήν , τὴν λίαν . ἐπομβρίαν ] ὑετόν , ὑδατοφορίαν , ἡ ἐπομβρία . ἐπομβρία
5085650 ἀλσιν
τοῦ ι , σημαίνει τὸν σύμφυτον τόπον : παρὰ τὴν ἄλσιν , τὴν αὔξησιν . ἄλδω οὖν ἀλωή . .
τοὺς καρπούς . ἐπὶ δὲ τοῦ συμφύτου τόπου παρὰ τὴν ἄλσιν , τὴν αὔξησιν : ἄλδω οὖν ἀλωή χωρὶς τοῦ
5047668 Ἀλβαν
Ῥωμαίων ἄνδρας ἐπιφανεῖς ἐντειλάμενος αὐτοῖς ἃ χρὴ πράττειν ἀπέστειλεν εἰς Ἄλβαν ἅμα τοῖς εἰρηνοδίκαις αἰτήσοντας ὑπὲρ ὧν ἠδίκηντο Ῥωμαῖοι δίκας
υἱὸς αὐτοῦ Ἀσκάνιος , ὡς εἶπον ὄπισθεν , ἔκτισε τὴν Ἄλβαν πόλιν , ἀπὸ τῆς λευκῆς χοίρου , ἣν ἐκ
5039118 ξυμφοραν
αὐτῷ ἀπῄεσαν τῶν Μακεδόνων ὅσοι διὰ γῆρας ἤ τινα ἄλλην ξυμφορὰν ἀπόλεμοι ἦσαν : καὶ οὗτοι αὐτῷ ἐγένοντο ἐς τοὺς
μεταστήσειεν ἀπὸ Πελοποννησίων . γενομένης δὲ ἐκκλησίας τήν τε ἰδίαν ξυμφορὰν τῆς φυγῆς ἐπῃτιάσατο καὶ ἀνωλοφύρατο ὁ Ἀλκιβιάδης , καὶ
5038860 προχοιδιου
ἔσθ ' ὁ τῆς χορδῆς τόμος . Τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . Ὄψει γὰρ
κάδον , Κρατῖνος δ ' ἐν Πυτίνῃ τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . ἀλλὰ μὴν
5034094 ΑΖΒ
τὴν τῆς ὁμαλῆς κινήσεως ὑποτείνει περιφέρειαν , ἡ δὲ ὑπὸ ΑΖΒ τὴν τῆς φαινομένης ἀνωμάλου , ὑπεροχὴ δὲ αὐτῶν ἐστιν
: τὸ ἄρα ὑπὸ ΑΕΛ ἴσον ἐστὶν τῷ τε ὑπὸ ΑΖΒ καὶ τῷ ἀπὸ ΖΕ τετραγώνῳ . ἀλλὰ τὸ μὲν
5032626 τοκου
μυρίνης : μυρίκης . Λάχνη : δασυτάτη . Γενεῆς : τόκου . Ἥμεναι : καθήμεναι . Αὐτοῦ : ἐκεῖ .
τῶν γονέων αὐτοὺς ὡραΐσαι , οὕτως οἶμαι προσήκειν ἐκ τοῦ τόκου τὴν μητέρα σεμνῦναι . καὶ δικαιότερος ἐπαινέτης ὁ τὴν
5020404 προϲαγωγηϲ
ὀφθαλμοὺϲ καὶ γάλα χλιαρὸν ἐγχυματίζονταϲ , ἀπεχομένουϲ δὲ παντὸϲ κολλυρίου προϲαγωγῆϲ . τροφὰϲ δὲ διδόναι πολυτρόφουϲ καὶ εὐχυμοτάταϲ καὶ οἶνον
κοιλίαν ἐγχυματίζειν τῷ Νείλου διαρρόδῳ ὑδαρεϲτέρῳ μεταξὺ τῆϲ τοῦ κολλυρίου προϲαγωγῆϲ καὶ ἐγχυματίζονταϲ γάλακτι . κατὰ βραχὺ δέ , διαβαινουϲῶν
5019944 Ἀντιγενη
τὸ μῆκος στρατιωτῶν οὐκ ὀλίγων οἱ περὶ τὸν Εὐμενῆ καὶ Ἀντιγένη ἠξίωσαν τὸν Πευκέστην ἐκ τῆς Περσίδος μεταπέμψασθαι τοξότας μυρίους
κατεκρήμνισαν αἰκισάμεναι . καὶ αὐτὸς δὲ τοὺς ἰδίους ἀνεῖλε κυρίους Ἀντιγένη καὶ Πύθωνα . περιθέμενος δὲ διάδημα καὶ πάντα τὰ
4999407 Πολυκρατεα
ἐς Σάμον κήρυκα ὅτεο δὴ χρήματος δεησόμενον , καὶ τὸν Πολυκράτεα τυχεῖν κατακείμενον ἐν ἀνδρεῶνι , παρεῖναι δέ οἱ καὶ
τὸν ἐκ Δασκυλείου ὕπαρχον , ὅς οἱ ὠνείδισε τὰ ἐς Πολυκράτεα ἔχοντα , κατὰ δὲ τοῦ Μιτροβάτεω τὸν παῖδα Κρανάσπην
4993583 Δεγμενον
Ἑλλήνων Πυραίχμην Αἰτωλὸν Δέγμενόν τ ' Ἐπειόν , τὸν μὲν Δέγμενον μετὰ τόξου ψιλόν , ὡς περιεσόμενον ῥαιδίως ὁπλίτου διὰ
εἶδος : μακροβολωτέρας δ ' οὔσης τῆς σφενδόνης πεσεῖν τὸν Δέγμενον , καὶ κατασχεῖν τοὺς Αἰτωλοὺς τὴν γῆν ἐκβαλόντας τοὺς
4989664 θεληματος
τὰς πύλας : εἰ δ ' ἀπετύγχανεν ὁ πυλωρὸς τοῦ θελήματος οὐδὲν προσάψας ἀφῆκεν τὸ λίνον , ὥστε τὸν Τήμενον
εἰργαζόμην . ὑμῶν ] ὑμῖν . ἑκὼν ] μετὰ οἰκείου θελήματος , οἰκειοθελής . , ἐθελουσίως . . προδώσω ]
4964802 ἐντροπην
ὁ παρθένους περιβλεπόμενος . ὀπηδεῖ ἀκολουθεῖ . ὄπιδα ἐπιστροφὴν καὶ ἐντροπήν : “ οὐκ ὄπιδα φρονέοντος . ” ὁπλότερος ὁ
πόλεως . σιωπώντων δὲ τῶν πολλῶν διὰ τὴν κατὰ πρόσωπον ἐντροπήν , δι ' ἑτέρου τρόπου , καθάπερ ἐλέγξαι τὴν
4960308 γενετηϲ
τινα τὴν διὰ τῆϲ χειρουργίαϲ αἱρεῖϲθαι βάϲανον . Πολλοῖϲ ἐκ γενετῆϲ ἡ βάλανοϲ οὐ τέτρηται , ἀλλ ' ὑπὸ τῷ
ἐμπλάϲϲουϲι χρηϲόμεθα . Περὶ μυωπίαϲ . μύωπεϲ λέγονται οἱ ἐκ γενετῆϲ τὰ μὲν ϲμικρὰ καὶ ϲύνεγγυϲ βλέποντεϲ , τὰ δὲ
4957743 φιληδιας
τὰς ψήφους . ἔνιοι δὲ ⌈ ἔσθ ' ὅτε ὑπὸ φιληδίας κατεῖχον αὐτάς . Γ ἐνίοτε μὲνέν ⌈ , φησίν
ἐνίοτε δὲ καὶ αὐτοὶ ἐγειρόμενοι ἐνέβαλλον . τινὲς δὲ ὑπὸ φιληδίας κατεῖχον αὐτάς . φησὶν οὖν , ὅτι ὁ μὴ
4946756 ἐμβιβαϲτεον
ϲπαϲμὸν καταγγελλόντων ὑδρέλαιον λιπαρόν . ϲυγχριϲτέον μὲν οὖν πάνταϲ καὶ ἐμβιβαϲτέον μέχρι κατωτέρου τοῦ ὀμφαλοῦ . δεῖ δὲ προλελιπάνθαι καὶ
παραπληϲίων : καὶ εἰϲ ἔλαιον δὲ θερμὸν ἢ ὑδρέλαιον αὐτοὺϲ ἐμβιβαϲτέον . ποτήματα δὲ ἀψίνθιον καὶ κύμινον ἴϲον ἢ πάνακα
4941054 Κυλωνειων
. ἐκ τούτου δὲ κληθέντες ἐναγεῖς ἐμισοῦντο , καὶ τῶν Κυλωνείων οἱ περιγενόμενοι πάλιν ἦσαν ἰσχυροί , καὶ στασιάζοντες ἀεὶ
πρὸς τοὺς ἄλλους φίλους ἤδη πάλιν ἀθροιζομένους καὶ κρατοῦντας τῶν Κυλωνείων . . ἔπειτα γενόμενος ὀκτὼ καὶ εἴκοσιν ἐτῶν ,
4919214 προκλησεως
τυχόντων πρὸς τὴν διὰ τῶν λόγων ἅμιλλαν καταστάντες , ἐκ προκλήσεως μονομαχεῖν πρὸς ἀλλήλους , παρ ' οὐδὲν τιθέμενοι τὴν
, ἀντικαθιστάντες δὲ τῶν σφετέρων τοὺς θορυβηθέντας , χωροῦσιν ἐκ προκλήσεως ὁμόσε , καὶ συρράξαντες πληγὰς κατ ' ἀλλήλων φέρουσιν
4910840 περιχαρειας
καλεῖσθαι , δόξαντα δὲ εἶναι ῥωμαλέον καὶ ἐγρηγορὸς βλέποντα μετὰ περιχαρείας ἦγον ὡς ἐπὶ τῆς ἐσχατιᾶς μοι ἐσόμενον . ἦν
λαμπρότητα . ἀσμένῳ ] χαίροντι . . ἀσμένῳ ] μετὰ περιχαρείας διάγοντι , διὰ τὸ μὴ καίεσθαι τὴν νύκτα παρὰ
4902177 ΖΑΗ
προηγήσεως μοιρῶν κϚ θ μθ , ἡ δ ' ὑπὸ ΖΑΗ τῶν τῆς φαινομένης ἀνωμαλίας μοιρῶν ια ια Ϛ :
τοῦ ἀστέρος προηγήσεως κη λα μϚ , ἡ δὲ ὑπὸ ΖΑΗ τῶν τῆς φαινομένης ἀνωμαλίας μοιρῶν ιδ γ μζ :
4896727 προσθαφαιρεσιν
τῆς ἀνωμαλίας κανόνα τὴν παρακειμένην αὐτῷ ἐν τῷ τρίτῳ σελιδίῳ προσθαφαίρεσιν ἕως μὲν ρπ μοιρῶν ὄντος τοῦ εἰσενεχθέντος ἀριθμοῦ αὐτοῦ
μέντοι τῆς ἀκριβείας διαφέρουσιν , ὥστε καὶ τὴν ἐπιβάλλουσαν αὐταῖς προσθαφαίρεσιν οὖσαν μοιρῶν γ με ἔγγιστα διενεγκεῖν τινι ἀξιολόγῳ ,
4893623 κλιμακτηρων
εἰθίσθη λέγειν . τί γὰρ δεῖ νῦν καὶ περὶ τῶν κλιμακτήρων λεπτολογεῖν ἑβδομαδικῶν μάλιστα παρὰ τοῖς ἀποτελεσματολόγοις δογματιζομένων ; ὅτι
εἰθίσθη λέγειν . τί γὰρ δεῖ νῦν καὶ περὶ τῶν κλιμακτήρων λεπτολογεῖν ἑβδομαδικῶν μάλιστα παρὰ τοῖς ἀποτελεσματολόγοις δογματιζομένων ; ὅτι
4889584 πιεσασα
συντείνουσα ξυμπεπύκνωται , ἔπειτα καὶ νενεύρωται πρὸς τὸν ἀρχὸν , πιέσασά τε τοὺς ξυναγωγέας ἐμπέφυκεν αὐτῷ : τήν τε κύστιν
Καὶ ὁ μὲν δαίμων ἐχωρίσθη : κείνη δὲ ἡ γυνὴ πιέσασά με τοῦ καρποῦ μαλθακῇ τινι εὐτονίῃ , διὰ τοῦ
4887874 διαδοχης
ῥαγδαῖος , ἄμαχος , πρᾶγμα μεῖζον ἢ δοκεῖς . ἐκ διαδοχῆς καθαρὸς δοῦλος μεῖζον μεῖζον , μικρὸν μικρόν ἐπίδημος ἀνακάμψει
: οἱ δὲ νῦν εὐδοκιμοῦντες παραλαβόντες παρὰ πολλῶν οἷον ἐκ διαδοχῆς κατὰ μέρος προσαγόντων οὕτως ηὐξήκασι , Τισίας μὲν μετὰ
4887221 πορφυρου
δὲ μοῖραν ἔχειν τοῦ μέλανος : τὸ δὲ πράσινον ἐκ πορφυροῦ καὶ τῆς ἰσάτιδος , ἢ ἐκ χλωροῦ καὶ πορφυροειδοῦς
, ὧν ἕν περ καὶ τὸ ἐκ τοῦ ὄφεως τοῦ πορφυροῦ γινόμενον εἴη ἄν . ἔστι δ ' ἄρα οὗτος
4885424 ΘΗΚ
ΑΒ παράλληλος : καὶ ἡ ΑΒ ἄρα τῷ διὰ τῶν ΘΗΚ ἐπιπέδῳ πρὸς ὀρθάς ἐστιν . διὰ τὰ αὐτὰ δὴ
λέγω , ὅτι ἴσον ἐστὶ τὸ ὑπὸ ΕΔΖ τῷ ὑπὸ ΘΗΚ . ἐπεζεύχθω γὰρ ἡ ΔΗ καὶ ἐκβεβλήσθω ἐπὶ τὰ
4885283 μιγματος
συμπλακεῖεν ἄριστα κύνες ἑτερόφυλοι : πολὺ μέντοι κρείττων τοῦ συνθέτου μίγματος μονοφυὴς κύων καὶ ἄκρατος . Ἀλλὰ κύνας μὲν τῶν
ἔχειν ὅ τι εἴπῃ πάντη ἀγομένη , καὶ ἐκ τοῦ μίγματος τούτων ἄλλα . Ἀλλ ' εἰ καὶ τὸ βέλτιστον
4865616 διωξαντας
οὐ διὰ μακροῦ γενομένης καὶ τῶν ἐπὶ τοῖς τείχεσι τοὺς διώξαντας ἀποκρουσαμένων . μετὰ τοῦτο τὸ ἔργον οἱ μὲν ἐπίκουροι
μετὰ τεσσαράκοντα δὲ νεῶν ἀπέπλευσεν εἰς Μιτυλήνην . τοὺς δὲ διώξαντας Ἀθηναίους αἱ τῶν Πελοποννησίων ναῦς ἅπασαι περιχυθεῖσαι κατεπλήξαντο ,
4859085 ὑστεριζοντας
ὀρυγμάτων μετρίων , διὰ τὸ ἐπιγινώσκοντας δι ' αὐτῶν τοὺς ὑστερίζοντας ἐκ τοῦ στρατοῦ μὴ πλανᾶσθαι τὸν ὁδόν . Χρὴ
ὕπνον τράπωνται . Ἤδη δὲ τῶν πρώτων ἀναβεβηκότων καὶ τοὺς ὑστερίζοντας ἀναδεχομένων , ἵνα πλείους γενόμενοι τότε ἀποσφάξωσι τοὺς ἐν
4857289 παννυχιδα
γενέσθαι , παππία , νυνὶ καλόν , καὶ τῶν γυναικῶν παννυχίδα . τοὐναντίον πίοντ ' ἐκεῖναι , παννυχιοῦμεν οἶδ '
λέγουσάν με . Ἁλῷα δ ' ἦν , κἀπὶ τὴν παννυχίδα πᾶσαι , ὥσπερ ἦν εἰκός , παρῆμεν . ἐθαύμαζον
4849073 κολλησεως
ἤτοι τὸν ἄρτι τοῦ εἱρμοῦ καὶ τῆς ἐπιπλοκῆ καὶ τῆς κολλήσεως παρὰ τοῦ ἀγγέλου δραξάμενον . κατὰ μέρος γὰρ ὄντα
ἰχὼρ λεπτὸς ἐκ τοῦ κόλπου , μὴ πάνυ τι τῆς κολλήσεως ἀπέλπιζε : πολλάκις γὰρ ἡ τοῦ περιβαλλομένου φαρμάκου τῷ
4845090 φοινικης
τῶνδε χαυνούμενον , καὶ τὴν συνήθη τοῖς αὐτοκράτορσι χλαμύδα ἐκ φοινικῆς ἐς κυανῆν μεταλλάξαι , εἰσποιούμενον ἄρα ἑαυτὸν τῷ Ποσειδῶνι
σιδήριον πριονῶδες ὠδοντωμένον ψήκτρα . τὸ δὲ πλεκόμενον ἐκ τῆς φοινικῆς ἀμπεχόνης κοῖλον καὶ διάκενον περιχείριον , ὃ καταστέλλει τὴν
4833095 ἀτυχηματος
ἀνῃρημένου παῖς αὐτῷ τε Καίσαρι προσφυγὼν ἐκ τοῦ κατὰ Φάρσαλον ἀτυχήματος , καὶ Γάιος Κάσσιος , ὁ τὰς τριήρεις κατὰ
καὶ ἀμῦναί τε αὐτόν φασι Θηβαίοις καὶ μάλιστα γενέσθαι τοῦ ἀτυχήματος Λακεδαιμονίοις αἴτιον . ἐγὼ δὲ Χαλδαίους καὶ Ἰνδῶν τοὺς
4830399 ὁρμηθεντας
. τῶν γὰρ θεῶν φασι τοὺς πλείστους ἐκ τῆς Κρήτης ὁρμηθέντας ἐπιέναι πολλὰ μέρη τῆς οἰκουμένης , εὐεργετοῦντας τὰ γένη
γὰρ τοὺς ἐκ τοῦ Φρικίου τοῦ ὑπὲρ Θερμοπυλῶν Λοκρικοῦ ὄρους ὁρμηθέντας κατᾶραι μὲν εἰς τὸν τόπον ὅπου νῦν ἡ Κύμη
4822228 δερομαι
διάθεσιν μεταστήσειεν , συμπαραλαμβανομένης γενικῆς μετὰ τῆς ὑπό προθέσεως , δέρομαι ὑπὸ Τρύφωνος , τιμῶμαι ὑπὸ Θέωνος . Καὶ αὕτη
τὰ τῆς συντάξεως , ἵσταμαι ὑπὸ σοῦ ἵστημι σέ , δέρομαι ὑπὸ σοῦδέρω σέ , ἕλκομαι ὑπὸ σοῦ ἕλκω σέ
4821504 θενω
λέγω . , ἐγὼ λέγω , ναί . θείνω , θενῶ , καὶ ῥῆμα εἰς μι θνῆμι : ὁ μέλλων
γάρ : κτείνω , κτενῶ : θείνω τὸ τύπτω , θενῶ γάρ . Τὰ διὰ τοῦ ειρω πάντα , δισύλλαβά
4816964 Κρονιδου
χρόνῳ δὲ ὕστερον ταῖς ναυσὶ πολλοὺς ἀγαγεῖν πρὸς τὸ τοῦ Κρονίδου Νείλου λιπαρὸν τέμενος : φησὶ δὲ τὴν Λιβύην .
? ! [ ] ὧδέ τ ' ἐρητύθη : [ Κρονίδου ] ? ? δ ' ἰότητι νεέσθω . ὑμείων
4816856 λιπτω
χαρακτῆρος : πρόσκειται ἓν ἄφωνον , διὰ τὸ ἵπτω : λίπτω : νίπτω : πίπτω . Τὰ εἰς δω δισύλλαβα
Ξ μάχης ] πολέμου . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν . θ Ξ λελιμμένος ]
4811423 ῥᾳστου
διανοίᾳ παντὸς τοῦ μελετωμένου καὶ σφραγῖδας ἐνεποίησεν , ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ ἀπὸ τῆς ἕξεως αὐτὰ ᾔδει ποιεῖν . οἷόν
δέ : ἐξ ἑτοίμου , ἐξ εὐκόλου , ἐκ τοῦ ῥᾴστου , ἐκ τοῦ προχειροτάτου , ἐκ τοῦ παραπεσόντος ,
4783779 ὑπερβαινοντας
ᾠκοδομημένον τειχίον , ἤγουν φραγμός : ἀπὸ τοῦ αἱμάττεσθαι τοὺς ὑπερβαίνοντας ὑπὸ τῶν † κειμένων τοὺς σωροὺς τῶν λίθων ,
καὶ ἅψεα πληθυντικῶς . Αἱμασιά , ἀπὸ τοῦ αἱμάσσεσθαι τοὺς ὑπερβαίνοντας τὰς ἀκάνθας . Ἄλεισον , τὸ ποτήριον : ἐκ
4783555 κμω
, ὃ σημαίνει τὴν ἡλικίαν , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ κμῶ , τὸ κοπιῶ , γίνεται : κμή καὶ μετὰ
ἀκμῆτες : μὴ κεκοπιακότες : παρὰ τὸ κάμω , συγκοπῇ κμῶ καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀκμής : ῥεῖα δ
4766913 συνδυασμου
ἕξ , ἐν ἑαυτῷ δ ' ἔχειν μέλλοντα τὰς ἐκ συνδυασμοῦ γενέσεις πρὸς μικτὸν ἀριθμὸν τὸν πρῶτον ἀρτιοπέριττον τυπωθῆναι ,
τούτου καὶ λέγειν , πῶς ἐνδεχόμενον αὐτοὺς ἄνευ ὀχείας καὶ συνδυασμοῦ γίνεσθαι , καθάπερ αἱ ἀσκαρίδες μὲν καὶ κάνθαροι καὶ
4766382 σητος
δὲ ὀξύνωνται , διὰ τοῦ τος κλίνονται , οἷον σής σητός , θής θητός , Γνής Γνητός . Ταῦτα μὲν
παρά τινων ἐλάμβανε τὰς ῥάβδους ξηρὰς καὶ βεβρωμένας ὡς ὑπὸ σητός : ἐκέλευσεν ὁ ἄγγελος τοὺς τὰς τοιαύτας ῥάβδους ἐπιδεδωκότας
4757304 ΑΚΒ
μήκους ὥρας α ἰσημερινῆς δρόμον # λ νϚ τὴν ὑπὸ ΑΚΒ γωνίαν . καὶ περὶ τὸ Β γραφέντος τοῦ ΛΜΝ
ἐπεζεύχθωσαν αἱ ΑΚ , ΚΒ . ὀρθογώνιον ἄρα ἐστὶ τὸ ΑΚΒ τρίγωνον , καὶ ἀπὸ τῆς ὀρθῆς ἐπὶ τὴν βάσιν
4756539 Καπιτωλιου
γενομένης ἠφανίσθαι . Κατὰ τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν ὁ νεὼς τοῦ Καπιτωλίου Διὸς εἰς συντέλειαν ἐξειργάσθη , περὶ οὗ τὰ κατὰ
πρὶν ἀνατεῖλαι τὸν ἥλιον μεταξὺ τοῦ τε Κυρινίου καὶ τοῦ Καπιτωλίου τίθησιν ἐν τῷ πεδίῳ τὸν χάρακα . ὁρῶν δὲ
4754239 ἐμπορου
Ἀρτέμιδι , εἰ βασιλεύσειε , τὸν οἶκον ἅπαντα καθιερώσειν τοῦ ἐμπόρου . Ἦν δέ τις Κροίσῳ φίλος , ἀνὴρ Ἴων
ἡ δὲ πόλις Σῖρις νῦν Πόλιον λέγεται ἀπὸ Πόλιδος Κασέως ἐμπόρου . Σῖρις πόλις Σικελίας πλησίον τοῦ Μεταποντίου καὶ ποταμός
4751048 ἐξαχθηναι
οἱ ἱρέες τοῦ Θηβαιέος Διὸς δύο γυναῖκας ἱρὰς ἐκ Θηβέων ἐξαχθῆναι ὑπὸ Φοινίκων , καὶ τὴν μὲν αὐτέων πυθέσθαι ἐς
; ἐκ τοῦ μηδὲ ἐν οἷς φιλονεικεῖτε πρὸς μηδὲν ἀνήκεστον ἐξαχθῆναι , ἀλλὰ γενέσθαι τὴν στάσιν ἐκείνην μίμησιν στάσεως ἐν
4750697 Πασιου
⌈ τοῦ [ τὸ ] δανείσασθαί με τὰ ἀπὸ τοῦ Πασίου , ὑπὸ τοῦ Πασίου , μετὰ τί χρέος τοῦ
ἔχει τὴν δύναμιν : ἡ γὰρ τοῦ Στρεψιάδου φυγὴ κατὰ Πασίου ἔμελλεν ἔσεσθαι . καταπροΐξει ] καταπροΐξῃ . καταπροΐξειῃ ]
4745782 Κορκυρας
τὴν ἡγεμονίαν Ἀριστοκράτει . Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις τῶν ἐκ Κορκύρας τινὲς φίλοι Λακεδαιμονίων ἐπαναστάντες τῷ δήμῳ , παρεκάλεσαν τοὺς
δὲ Ταραντίνους καὶ τῶν ἄλλων τινὰς πυθόμενος ἀφεστηκέναι τῆς μὲν Κορκύρας τὴν ἱκανὴν φυλακὴν ἀπέλιπεν , μετὰ δὲ τῆς ἄλλης
4727788 σαρκωσιν
, ἀρκοῦμαι τῷ ἀκρωτηριασμῷ καὶ τὴν σκυταλίδα πρίζω πρὸς εὐχερῆ σάρκωσιν . Σφίγγει ποτὲ δακτυλίδιον δάκτυλον : καλῶς δ '
ἐστιν ὃ παρὰ τῶν ἰατρῶν οἱ κάμνοντες ἴσχουσιν εἰς τὴν σάρκωσιν , ὡς ξηρὸν μὲν ἅπαν εἶναι τὸ χωρίον ,
4721304 Πρωτομαχου
Εὔνικον Χολαργέα τὸν τὴν ἀδελφὴν λαβόντα τὴν ἐμὴν παρὰ τοῦ Πρωτομάχου , εἶτα τὸν υἱὸν τῆς ἀδελφῆς . κάλει τούτους
εἶθ ' ὁ τὴν ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν τὴν ἐκ τοῦ Πρωτομάχου γήμας Εὔνικος Χολαργεύς , εἶθ ' υἱὸς τῆς ἀδελφῆς
4714460 λαμπομεναων
τοῦ ἀπὸ τῶν [ πρεσβυτάτων ] , ὡς δαΐδων ὕπο λαμπομενάων [ ] οἱ πολέμιοι ἐσβάλοιεν : ἀντὶ τοῦ ἐσέβαλλον
ταμεσίχροας : ὄσσε δ ' ἄμερδεν αὐγὴ χαλκείη κορύθων ἄπο λαμπομενάων θωρήκων τε νεοσμήκτων σακέων τε φαεινῶν ἐρχομένων ἄμυδις :
4706718 ὠνομαϲται
, ἔχουϲαν πορφυρίζον τὸ ἄνθοϲ καὶ τὰ φύλλα τραχύτερα . ὠνόμαϲται δὲ οὕτωϲ διὰ τὸ θαυμαϲτῶϲ ὀνινάναι τοὺϲ ὑπὸ λυϲϲῶντοϲ
ϲυγκεχάρακται , ἔχει δὲ οὐρὰν ἀπόϲκληρον καὶ ἄνωθεν διεϲχιϲμένην . ὠνόμαϲται δὲ ὑπό τινων καὶ κεχρίαϲ . ἔχει δὲ καὶ
4705444 Ὑπιος
ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι ὥσπερ παρὰ τὴν ὑπό πρόθεσιν γίνεται Ὕπιος , οἷον Ὕπιος Ζεύς , ἔστι δὲ καὶ ὄνομα
ἐστὶν Ἡράκλεια Ἑλληνὶς , καὶ ποταμὸς Λύκος καὶ ἄλλος ποταμὸς Ὕπιος . ΒΙΘΥΝΟΙ . Μετὰ δὲ Μαριανδύνους εἰσὶ Θρᾷκες Βιθυνοὶ
4700949 Δρυοπη
ἦσαν : Ἐρινεόν , Κύτιον , Βοιόν , Κάρφαια , Δρυόπη , Λίλαιον , ὅθεν μετὰ τῶν Ἡρακλειδῶν εἰς Λακεδαίμονα
εἰς ἁμαδρυάδα νύμφην ὁμώνυμον . Μεσσάπιοι παῖδες εἰς δένδρα . Δρυόπη εἰς αἴγειρον . Ἀλκμήνη εἰς λίθον μετὰ θάνατον .
4695989 ἐπιῤῥεοντος
ἀναῤῥωνύειν γὰρ οὗτοι τὰ ὄμματα ἴσασιν καὶ τὸ παχὺ τοῦ ἐπιῤῥέοντος ἀπολεπτύνειν ὡς εὐχερῶς ἀποκρούεσθαί τε καὶ διαφορεῖσθαι . ὀλίγος
, ἔκ τε τοῦ γόνου καὶ τοῦ παρὰ τῆς μητρὸς ἐπιῤῥέοντος αἵματος διὰ τοῦ οὐραχοῦ ἡ σύστασις γίνεται τοῦ τικτομένου
4694048 δοσεων
, ἔτι δὲ καὶ διὰ νομῶν καὶ συρίγγων καὶ φαρμάκων δόσεων , καὶ ὅσα τοῦ ὑγροῦ πλεονάσαντος ἢ φθαρέντος ἀποτελεῖται
οἱ περὶ τῶν γενῶν , ἀλλὰ καὶ οἱ περὶ τῶν δόσεων , τοῖς συγγενέσι βοηθοῦσι . Δοῦναι μὲν γὰρ ὁ
4690831 αἰνυμαι
ἐπὶ τῶν φονευόντων καὶ νικώντων λαμβάνεται . ἢ παρὰ τὸ αἴνυμαι , τὸ λαμβάνω , ἀπὸ τοῦ νικῶντας . .
σκαρθμὸς ὁ πούς αἰνύμενος ] λαμβάνων : αἰνύμενος ἐκ τοῦ αἴνυμαι , τὸ ἀφαιροῦμαι καὶ λαμβάνω μογέοντι ] τῷ νοσοῦντι
4689597 μανιωδως
σεδιὰ μέσου γὰρ ὁ στίχος τοῦ ἄρχετε . φορήται : μανιωδῶς φέρεται . καθόλου τὰ εἰς ται ῥήματα , ὅταν
καὶ ἐπιθυμητικαῖς ὁρμαῖς τῆς ἀφροδίτης . Οἰστρηδόν : ἐρωτικῶς , μανιωδῶς , μετ ' οἴστρου ἤγουν ἔρωτι κινούμενοι . Εἱλομένων
4687483 σιτηγειν
Ἀμισὸν πέμποντες , ἐξ ἧς ῥᾷον ἦν τοὺς τοῦ Μιθριδάτου σιτηγεῖν ἑαυτοῖς καὶ ἐξακεῖσθαι τὴν ἔνδειαν . Διὰ ταῦτα πάλιν
αὐτοῖς ἀποστάς , οὐ γὰρ ἦν οὐδέν , αὖθις ἠνάγκασται σιτηγεῖν . καὶ σὺ ταῦτα γράψαι ὑπέμεινας οὐκ ἐνθυμηθεὶς ὅτι
4681733 δεδοικοσι
δὲ καὶ τοῖς νύκτωρ ὑπὸ τοῦ ἐφιάλτου πνιγομένοις καὶ τοῖς δεδοικόσι τὸ ὕδωρ , ὅταν τε ἤδη δεδοίκωσι , καὶ
' ἔλαβεν αἰσχυνομένως αὐτὴν καὶ σωφρόνως , ἀλλ ' ὡς δεδοικόσι τὴν ἰσχὺν αὐτοῦ καὶ κατεπτηχόσιν ἡμῖν . . .
4666532 συνδειπνους
κύνα οὐσῶν ἡμερῶν , δέον αἰκάλλειν μᾶλλον καὶ προσσαίνειν τοὺς συνδείπνους μὴ καί τινα Κυνοφόντιν ἑορτὴν ποιησώμεθα ἀντὶ τῆς παρ
ὅτι εὐμελέστατόν ἐστι ζῷον , ἠγόρασε . καὶ ἔχων ποτὲ συνδείπνους προσελθὼν παρεκάλει αὐτὸν ᾆσαι ἐν τῷ πότῳ . τοῦ
4664048 κοσκινου
ὀθόνης ἐγχρισθὲν ὑγρότερον φαίνηται . καταπάττω δ ' αὐτὰ διὰ κοσκίνου μετεώρου κρατουμένου κατὰ τοῦ μέλιτος . ἀρκεῖ δ '
ἂν διελκύσαις ] διαβιβάσαις εἰ ] ναί ὢν τηλία ] κοσκίνου γύρῳ κῶμον ] μέθην ἀσπάζομαι ] ὡς διὰ χρόνου
4663678 Καριδας
κατακλυσμοῦ μετὰ Μάκαρος , καὶ μέχρι νῦν τὸν τόπον καλεῖσθαι Καρίδας . ὁ δὲ ὀψοδαίδαλος Ἀρχέστρατος παραινεῖ τάδε : ἢν
, καρῖδας ἐκδύεσθαί φησι τὸ γῆρας . Ἔφορος δὲ ἱστορεῖ Καρίδας πόλιν εἶναι περὶ Χῖον τὴν νῆσον , κτίσαι φάσκων
4662584 συλλεξει
ἐνθείη τις , πλεῖστον τῶν σηπιῶν ἑσμὸν ὡς ἐπί τι συλλέξει δωμάτιον , μίξει τε καὶ ἀναπαύλῃ πρόσφορον , καὶ
ἐκ τοῦ σοῦ λόγου παρ ' οἷσι δειπνεῖ προῖκα , συλλέξει συχνήν . ἦν δὲ καὶ ὁ Κόρυδος τῶν δι
4660583 τιμωρησασαν
* : τὴν Ἀδράστειαν : Ἢ τὴν Δίκην τὴν Ἄδραστον τιμωρήσασαν : θεὰ γὰρ ἦν τοὺς ὑπερηφάνους τιμωροῦσα . :
τῶν χρησμῶν τοῦ Ἀπόλλωνος , τὴν ὠκύποινον , τὴν ταχέως τιμωρήσασαν καὶ μετελθοῦσαν ἐκεῖνον . μένει δὲ ἀκμὴ καὶ εἰς
4659225 ἐκθλιβεται
: κατὰ γὰρ τὴν πῆξιν τοῦ ὕδατοϲ πᾶν τὸ λεπτομερέϲτερον ἐκθλίβεται . καλῶϲ δ ' ἂν ἔχοι τά τε ἰλυώδη
σκληρὰ καὶ ἐπωθεῖται τοῖς προτέροις . καὶ τὰ μὲν πλείω ἐκθλίβεται ὑπὸ τῆς ἰσχύος τῆς ἔνδον , ἤδη δέ τινα
4646207 δεδωκοτας
δημοκρατίαν , τῆς ἐλευθερίας προεστῶτα . ἀλλὰ καὶ ὑμᾶς τοὺς δεδωκότας ἐγκωμιάσαι καλόν : ὁ πλοῦτος ἐξεδυσώπησεν ὑμᾶς . ἐφοβήθητε
νεὼς ἐγήγερτο καὶ ἡ σκηνὴ παρεσκεύαστοκαλέσειν ἔμελλε κατὰ τάξιν τοὺς δεδωκότας ὑπὸ κήρυκι καὶ θεολόγῳ , καὶ παρὰ τοῦ θεοῦ
4644280 ἀναπαυομενου
Μάρσον οὐ δυνηθεὶς διαφθεῖραι διέφθειρε τοὺς ἡμεροφυλακοῦντας αὐτῷ λοχαγοὺς καὶ ἀναπαυομένου τοῦ Μάρσου μεθ ' ἡμέραν ἐσῆλθεν , ὑπανοιχθεισῶν αὐτῷ
δοῦσα κατακρύπτει ὑπὸ τὴν αὐτὴν θύρην . Καὶ μετὰ ταῦτα ἀναπαυομένου Κανδαύλεω ὑπεκδύς τε καὶ ἀποκτείνας αὐτὸν ἔσχε καὶ τὴν
4643777 προσκληθεις
μεταθεῖναι τῇ πενίᾳ τὴν κλῆσιν : Ἀρναῖος γὰρ τὴν ἀρχὴν προσκληθεὶς Ἶρος μετωνομάζετο , τὴν ἐπωνυμίαν ἐκ τοῦ διακονεῖν κομισάμενος
ἐκ γενετῆς : καὶ πάλιν : Ἀρναῖος γὰρ τὴν ἀρχὴν προσκληθεὶς Ἶρος μετωνομάζετο , τὴν ἐπωνυμίαν ἐκ τοῦ διακονεῖν κομισάμενος
4641877 Λημνιαδων
λεπταλέον , τό ῥά οἵ τις ἑὸν ξεινήιον εἶναι ὤπασε Λημνιάδων : ὁ δ ' ἐρεμνὴν δίπτυχα λώπην αὐτῇσιν περόνῃσι
ὅτι ἑπτακαιδεκάτῃ γενεᾷ ἀπὸ τῶν Ἀργοναυτῶν φησι γενομένους ἐκ τῶν Λημνιάδων οἰκίσαι τὴν πρότερον Καλίστην , ὕστερον δὲ Θήραν .
4629905 Ἰτωνου
μὲν πᾶν ἔθνος ἀπὸ Βοιωτοῦ τὸ ὄνομα ἔσχηκεν , ὃν Ἰτώνου παῖδα καὶ νύμφης δὴ Μελανίππης , Ἴτωνον δὲ Ἀμφικτύονος
τοῦ Ἄρεος , τοῦτον μὲν ἀπέκτεινεν , ἐκ δὲ τῆς Ἰτώνου πορευόμενος καὶ διὰ τῆς Πελασγιώτιδος γῆς βαδίζων Ὀρμενίῳ τῷ
4627199 στρατευσαμενοι
τοῖς ἀνδράσιν , ἀλλὰ καὶ τοῖς χωρίοις πολεμίοις χρώμενοι : στρατευσάμενοι δὲ καὶ εἰς Ἀσίνην τῆς Λακαίνης ἐνίκησάν τε τὴν
ἀνεῖλεν ἑαυτὴν ἐπὶ τοῖς παισὶ , καὶ οἱ ἐπὶ Θήβας στρατευσάμενοι Ἀργεῖοι ἀπώλοντο , καὶ ἄταφος Πολυνείκης πρόκειται , καὶ
4627110 βομβυλιου
πίνοντες ὅσον θέλουσι τάχιστ ' ἀπαλλαγήσονται , οἱ δὲ ἐκ βομβυλιοῦ κατὰ μικρὸν στάζοντες . . . . , :
ὅσον θέλουσι τάχιστ ' ἀπαλλαγήσονται , οἱ δ ' ἐκ βομβυλιοῦ κατὰ μικρὸν στάζοντος . . . , . καὶ
4624799 Φερσεφονην
, ὀνομάτων ὀρθότητος . καὶ γὰρ μεταβάλλοντες σκοποῦνται τὴν ” Φερσεφόνην , “ καὶ δεινὸν αὐτοῖς φαίνεται : τὸ δὲ
τοῦ παιδὸς πρὸς Αἰγέα κατέφυγεν ἀλητεύσασα : οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην , διότι τοὺς πυροὺς ἀλοῦντες πέμματά τινα προσφέρουσιν αὐτῇ
4620593 προσδεχομενην
τῆς Ἴδης κατερχομένῳ Σιμόεντι , τὴν ὑψηλὴν καὶ τοὺς ἀνέμους προσδεχομένην Ἴλιον ὑπὸ ταῖς πλευραῖς αὐτῆς ἔχουσα , τὴν λαμπρὰν
ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς ἀναιρέσει καὶ δωρεὰς ἀσεβῶν ἀνδρῶν οὐ προσδεχομένην . Ὅτι ἧκον εἰς Ἀλεξάνδρειαν οἱ περὶ τὸν Σκιπίωνα
4613973 βαθρων
καὶ Νηρίτου πρηῶνας . ὄψεται δὲ πᾶν μέλαθρον ἄρδην ἐκ βάθρων ἀνάστατον μύκλοις γυναικόκλωψιν . ἡ δὲ βασσάρα σεμνῶς κασωρεύουσα
† συγκεχυμένως . ἐξανέστραπται ] † καταβέβληται , ἀνατέτραπται . βάθρων ] † τῶν στηριγμάτων . τοιγὰρ ] διὰ τοῦτο
4610514 περιγειου
τῆς σελήνης κε μθ κατὰ τὴν ἐφ ' ἑκάτερα τοῦ περιγείου μεγίστην πάροδον προστιθέασι τῇ μέσῃ μοίρας β κη .
ιγ , καὶ διὰ τοῦτο τὴν μὲν ἀπὸ τοῦ φαινομένου περιγείου τοῦ ἐπικύκλου πάροδον μοιρῶν ια λθ , τὴν δ
4605287 ἀποσειεσθαι
ἢ διὰ τὴν τῶν φαύλων ἀκοσμίαν τῶν κρειττόνων τὸν κόσμον ἀποσείεσθαι ; Φέρε γάρ : εἴ τις γεωργεῖν ταχθείς ,
αὐχένας , καὶ αὐτοὶ ἐπιβαίνουσι κειμένοισι . τοῦ δὲ μὴ ἀποσείεσθαι τοὺς ἀμβάτας μηδέ τι ἄλλο ἀτάσθαλον ἐργάζεσθαι , τὸν
4604303 ἑβδομαιους
ἀρχῆς τοῖσιν ὀθονίοισιν ἐπιδέσιος : κεῖνος μὲν γὰρ ὁ τρόπος ἑβδομαίους ἐόντας ἀφλεγμάντους ἀποδείκνυσι , καὶ παρασκευάζει νάρθηξι τελέως ἐπιδεῖν
τὸ αἰδοῖον ἕλκονται , ἀνέλπιστοι . Ἐπὶ στραγγουρίῃ εἰλεὸς ἐπιγενόμενος ἑβδομαίους ἀπόλλυσιν , ἢν μὴ , πυρετοῦ ἐπιγενομένου , ἀθρόον
4599257 νηφοντας
ἡμεῖς καὶ συμμάχους πρὸς ἑαυτοῖς ἔχοντας καὶ ἐγρηγορότας ἅπαντας καὶ νήφοντας καὶ ἐξωπλισμένους καὶ συντεταγμένους ἐνικῶμεν : νῦν δ '
ἢ κριθὰς μέλλωσιν εἰς τὰς ἀρού - ρας καταβαλέσθαι , νήφοντας ἐπὶ τὸν σπόρον χωρεῖν προεξητακότας καιρῶν ἰδιότητας , χώρας
4598253 ἀποληψεσθαι
τὸ ἀργύριον , ὃ ἔμελλε σωθεὶς μὲν ὀρθῶς καὶ δικαίως ἀπολήψεσθαι παρὰ φίλου γε ὄντος αὐτῷ καὶ προξένου , εἰ
παραθέσθαι τῶι Λαομέδοντι , συνταξάμενον μετὰ τὴν ἐκ Κόλχων ἐπάνοδον ἀπολήψεσθαι , αὐτὸν δ ' ἀναχθῆναι μετὰ τῶν Ἀργοναυτῶν κατὰ
4597630 ἐνδεησει
οὐκ εἰς ς ὀξύτονος : τὸ τρίτον τοίνυν τῶν πληθυντικῶν ἐνδεήσει τε συλλαβῇ τοῦ πρώτου καὶ λήξει εἰς τὴν πτον
ἀξίαν καὶ ἄνευ τοῦ βιάζεσθαί με ἢ ἁρπάζειν δοθῆναι δυναμένων ἐνδεήσει . ” τοιαῦτά τινα λέγειν αὐτοῖς πειρώμενος ἤδη τινὰς
4594446 ἀπυρηνων
τῆς ῥόας κόκκων τῶν γλυκέων ἀγεννεῖς , καὶ ἐκ τῶν ἀπυρήνων σκληραί , πολλάκις δὲ καὶ ὀξεῖαι . τὸν αὐτὸν
δ ' αὖ πλάτανον εὖ διαφυτεύσομεν . ἀγαθήν γε κωδίαν ἀπυρήνων ἐλαΐζειν μετόρχιον πορνεύτριαν Σηράγγιον Στρεψαίους τραπεζοφόρον τουτὶ τί ἦν
4592939 μεγαλοφρονος
ἐν Θήβαις , Ἀστακοῦ τὴν κλῆσιν , ἀνδρὸς γενναίου καὶ μεγαλόφρονος . Αὕτη πολλὰς ἐπιθέσεις παρά τε τῶν ὁμορούντων ὑποστᾶσα
ἡ ἄφρων : ὁ μεγαλόφρων καὶ ἡ μεγαλόφρων , τοῦ μεγαλόφρονος : ὁ οἰκτίρμων καὶ ἡ οἰκτίρμων , τοῦ οἰκτίρμονος
4590534 ἐκχυσιν
. ἴδον τοὺς ἀνέμους τῶν γνόφων τοὺς χειμερινοὺς καὶ τὴν ἔκχυσιν τῆς ἀβύσσου πάντων ὑδάτων . ἴδον τὸ στόμα τῆς
ἥβῃ , ἀπὸ φλεβέων τε καὶ νεύρων πλέγμα , οὔρων ἔκχυσιν ποιεύμενον , συνουσίης ὑπουργὸν , φύσιος ὕπο δεδημιούργηται ,
4588620 ἀθροιζω
ἀθρῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀθρῶ . . . . ἀθροίζω : ἐκ τοῦ θροῦς ἢ θρόος , ὃ ,
θρόος , ὃ , συναίρεσιν καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀθροίζω . . . . ἄθηλον : τὸ μὴ τεθηλακός
4585498 ἐπελαβοντο
πρῶτον εὑροῦσι γράμματα καταρᾶσθαι καὶ μισεῖν , ὅτι κακῶν ἀπιόντων ἐπελάβοντο καὶ κατέσχον καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ χρόνου λήθην ἐκώ
δυεῖν θυγατέρων ἀνδρὸς ἀγροίκου ταύτην ἱδρυσαμένων . ἐπείπερ οὐσίας λαμπρᾶς ἐπελάβοντο πλουσίου τινὸς υἱοῖς συζευγθεῖσαι οἳ ἠράσθησαν αὐτῶν ὅτε φιλονεικήσασαι
4584657 ἐξεδειρεν
ἀδελφὸς ἦν Μαρσύου , ὃν Ἀπόλλων ὑπερτενῆ κρεμάσας ἐκ πίτυος ἐξέδειρεν , ἐρίσαντα αὐτῷ περὶ μουσικῆς . Βουλό - μενος
πόδα λευκὰς ἐγύμνου σάρκας ἐκτείνων χέρα : θᾶσσον δὲ βύρσαν ἐξέδειρεν ἢ δρομεὺς δισσοὺς διαύλους ἱππίους διήνυσεν , κἀνεῖτο λαγόνας
4582023 Καρνειον
, ὃς ἔχρησε τοῖς Ἡρακλείδαις : ἀπὸ δ ' αὐτοῦ Κάρνειον Ἀπόλλωνα προσαγορεύουσιν . ἡ δὲ ἱστορία παρὰ Θεοπόμπωι .
τὴν Πελοπόννησον . ἀπελθόντες δὲ ἔλαβον χρησμὸν ἐξ Ἀπόλλωνος τιμῆσαι Κάρνειον Ἀπόλλωνα : καὶ τοῦτο ποιήσαντες ἐπαύσαντο τοῦ λοιμοῦ .
4578296 κολεοιο
δ ' ἰάχησαν θεσπέσιον μεμαῶτες . ὁ δὲ ξίφος ἐκ κολεοῖο σπασσάμενος , πρυμναῖα νεὼς ἀπὸ πείσματ ' ἔκοψεν :
σκεπτέον ὑπὲρ τῆς ἐφισταμένης Ἀθηνᾶς Ἀχιλλεῖ : Ἕλκετο γὰρ ἐκ κολεοῖο μέγα ξίφος , ἦλθε δ ' Ἀθήνη οὐρανόθεν :
4573016 παροξυνοντος
λέγειν εἵλετο τοὺς ἄνδρας , ἢ ὅστις ὄντος μὲν τοῦ παροξύνοντος οὐ προήχθη οὐδ ' ἠξίωσεν αὑτὸν σεμνύνειν , ἐν
τοῦδε : ζέσις γὰρ τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος ὑπὸ τοῦ παροξύνοντος , δι ' ὄρεξιν ἀντιλυπήσεως . δεῖ γὰρ ἐν

Back