χωρὶς αἰσθήσεως , καὶ ἢ ἀπὸ περιπτώσεως ἢ οὐκ ἄνευ περιπτώσεως . ὅθεν οὐδὲ τὰς λεγομένας ψευδεῖς φαντασίας , οἷον
οὔτε δὲ κατὰ περίπτωσιν θεωρεῖται οὔτε κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν : . † εἰ δ ' ἀπὸ τούτου
6504182 φοινικης
τῶνδε χαυνούμενον , καὶ τὴν συνήθη τοῖς αὐτοκράτορσι χλαμύδα ἐκ φοινικῆς ἐς κυανῆν μεταλλάξαι , εἰσποιούμενον ἄρα ἑαυτὸν τῷ Ποσειδῶνι
σιδήριον πριονῶδες ὠδοντωμένον ψήκτρα . τὸ δὲ πλεκόμενον ἐκ τῆς φοινικῆς ἀμπεχόνης κοῖλον καὶ διάκενον περιχείριον , ὃ καταστέλλει τὴν
6475924 ῥευματοϲ
δὲ ϲυμβαίνει μονιμωτέραν γενέϲθαι τὴν εἰρημένην διάθεϲιν καὶ τὴν τοῦ ῥεύματοϲ οὐϲίαν ἐπὶ τὸ ψυχρότερον ἀχθῆναι μᾶλλον , τὸ τηνικαῦτα
Ἱκεϲίου καὶ ἡ δι ' αἰρῶν . εἰ δὲ φόβοϲ ῥεύματοϲ εἴη , καὶ ἡ Θραϲέα ἐπιτήδειοϲ . ἐγὼ δὲ
6299619 διατασεως
ἐδάφους γίνεσθαι τὴν ὑποδρομὴν κατὰ τὴν κόλπωσιν μέχρι τῆς ἄνω διατάσεως , ἡδεῖάν τινα καὶ δυσαπάλλακτον τὴν θεωρίαν ἔχοντος τοῦ
δὲ εἰς τοὐπίσω , ἢ εἰς τὸ ἔμπροσθεν , ἄνευ διατάσεως : ἡ μὲν γὰρ ἐκ συγκάμψεως ἀθρόας , ἐντιθεμένου
6283612 συναγομενη
καθιδρύσεως , συνοικίζεται δὲ ἡ ἐκ πολλῶν πόλεων εἰς μίαν συναγομένη ὑπὲρ τοῦ πλείονα δύναμιν ἔχειν , διοικίζεται δὲ ἡ
ἑξηκοστῶν ἔγγιστα ε , ὅσοις ὑπερέχει ἡ ὑπὸ ΔΖΒ γωνία συναγομένη διὰ τῶν προϋποδεδειγμένων ἀριθμητικῶς μοίρας α δ , τῆς
6274049 παρεπομενου
ἐκ παρεπομένου : οἱ γὰρ κτώμενοι κακοπαθοῦσιν . . ἐκ παρεπομένου , κακοπαθεῖν , . . σπεύδειν σπουδῇ . .
. ἐν μέρει , σημαίνει . . Ι . ἐκ παρεπομένου ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος . . . πυρῆς ἐπέβησε ἀνεῖλεν
6267241 ἀναφωνηϲεωϲ
ἰϲχνότητα παρέχεται , ἡ δὲ μέϲη τὴν ϲυμμετρίαν . Περὶ ἀναφωνήϲεωϲ . Γυμνάϲιόν ἐϲτι θώρακοϲ καὶ τῶν φωνητικῶν ὀργάνων ἡ
ἐκ τῶν ὕπνων καὶ περιπατήϲαντα , οὕτωϲ ἐπὶ τὰ τῆϲ ἀναφωνήϲεωϲ παραγενέϲθαι . ἐν δὲ ταῖϲ ἀναφωνήϲεϲιν ἡ εὐμέλεια καὶ
6199928 ἀισσειν
ἀικάς : τὰς φορὰς καὶ τὰς ὁρμάς , ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . . . ὁ δὲ Ἀπίων λέγει ἀπὸ τοῦ
αἱ πνοαὶ αἱ κάτω ἀίσσουσαι . . συστροφάς ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . : αἰγίδες καὶ καταιγίδες , . Β .
6195320 κνηϲμου
πρεϲβυτέροιϲ μάλιϲτα , ἀπὸ τοῦ πρὸϲ τῇ ῥινὶ κανθοῦ τοῦ κνηϲμοῦ ἀρχομένου , ὥϲπερ ὑπὸ μυίαϲ ἢ κώνωποϲ δήγματοϲ :
. Μήκωνοϲ δὲ ποθέντι ὀπῷ παρακολουθεῖ καταφορὰ μετὰ καταψύξεωϲ καὶ κνηϲμοῦ ἐπιτεταμένου , ὡϲ πολλάκιϲ ἐνιϲχύοντοϲ τοῦ φαρμάκου ἐπιγίνεϲθαι τηλικοῦτον
6176737 περικοπης
τὴν μίαν καὶ τὰς δύο διὰ τῆς παρὰ τοῖς ἀκρωμίοις περικοπῆς ἀναιρεῖν . εἰ δὲ μείζονος τοῦ κεφαλίου ὑπάρχοντος ἡ
περὶ τῶν ἄλλων ἀπολογῶμαι . Περὶ δὲ τῶν ἀναθημάτων τῆς περικοπῆς καὶ τῆς μηνύσεως , ὥσπερ καὶ ὑπεσχόμην ὑμῖν ,
6166986 εὐδιαχυτον
ἀλγοῦν ἐπανάγουσιν ἐὰν μὴ συμπληρωθῶσιν οὐκ εἰσὶν ἀναγκαῖαι ἀλλ ' εὐδιάχυτον τὴν ὄρεξιν ἔχουσιν , ὅταν δυσπόριστοι ἢ βλάβης ἀπεργαστικαὶ
σκληρότητα πλέω καὶ πῆξιν : τὸ δὲ ἄγαν σκληρὸν οὐκ εὐδιάχυτον . Ὃ καὶ ἐπὶ τῆς ἅλω φασί τινες ἂν
6138847 δεδηγμενων
παρηγοροῦσιν . [ Περὶ τῶν ὑφ ' αἱμόῤῥου καὶ διψάδος δεδηγμένων ] Αἱμόῤῥου καὶ διψάδος πρὸς τοῖς πλείστοις τῶν προγενομένων
τῶν ὑπὸ φαλαγγίων δεδηγμένων . ] Τοῖς δὲ ὑπὸ φαλαγγίων δεδηγμένων ταῦτα ἐπιτιθέναι δεῖ : τέφραν συκίνην σὺν ἁλσὶ λείοις
6128644 κατερεξεν
δ ' ἀγκὰς ἐλάζετο θυγατέρα ἥν , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἐκ τ ' ὀνόμαζε
μείδησεν δὲ Καλυψώ , δῖα θεάων , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν
6123655 ἀναπτυϲεϲι
, κἂν ἐπὶ πλεῖϲτον ἑψηθῇ , κἂν ὁπωϲοῦν ϲκευαϲθῇ , ἀναπτύϲεϲι μέντοι ταῖϲ ἐκ θώρακοϲ καὶ πνεύμονοϲ ἐπιτήδειον . καὶ
τικούϲ . ϲυναίρονται δέ τινεϲ ταῖϲ τε ἐκ τοῦ θώρακοϲ ἀναπτύϲεϲι καὶ ταῖϲ τῶν καταμηνίων φοραῖϲ . οἱ δὲ δριμεῖϲ
6123640 φανεραϲ
δὲ τάραξίϲ τίϲ ἐϲτιν οὐ μόνον ἔξωθεν ἀλλὰ καὶ χωρὶϲ φανερᾶϲ αἰτίαϲ γινομένη καὶ ἐπιμένουϲα ἕωϲ τρίτηϲ ἢ τετάρτηϲ ἢ
γένηται πτύϲιϲ , πολὺ κενωθήϲεται , καὶ ποτὲ μὲν ἐκ φανερᾶϲ αἰτίαϲ , οἷον καταπτώϲεωϲ , κραυγῆϲ καὶ τῶν τοιούτων
6067040 μεταπτωσεως
λοξοῦ πόλους γινομένῃ : συνάγει γὰρ ἐν τῷ Περὶ τῆς μεταπτώσεως τῶν τροπικῶν καὶ ἰσημερινῶν σημείων πάλιν αὐτὸν τὸν Στάχυν
τρὶς μόνον ἐπ ' εὐδαιμονίᾳ μακαριζομένους , ἀδήλου τοῦ τῆς μεταπτώσεως καὶ μεταβολῆς ἔτι ὑπάρχοντος , τοὺς δὲ τεθνεῶτας βεβαίως
6065934 συσσημου
' οἱ προεστῶτες τῶν δημιουργουμένων καὶ πωλοῦντες ταῦτ ' ἀπὸ συσσήμου , χωρὶς μὲν τὰ καινὰ χωρὶς δὲ τὰ παλαιά
: οἷς μέτρων μέλει καὶ τῶν ὡραίων , ὅπως ἀπὸ συσσήμου πωλοῖτο . Οὐκ ἔστι δὲ πλείω τὸν αὐτὸν μεταβάλλεσθαι
6037363 προχοιδιου
ἔσθ ' ὁ τῆς χορδῆς τόμος . Τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . Ὄψει γὰρ
κάδον , Κρατῖνος δ ' ἐν Πυτίνῃ τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . ἀλλὰ μὴν
6035547 βλαπτομενων
συμπιπτόντων ὡς ἐπὶ τῶν ἔμφραξιν ὑπομεινάντων καὶ ὑπὸ παχέων χυμῶν βλαπτομένων τὸ κενταύριόν ἐστιν ὠφελιμώτατον : καὶ γὰρ τοῖς ἀνωτερικοῖς
ὑπὸ τῶν καλῳδίων ἐφέλκοιτο ὀπίσω : κοπῆναί τε ὑπὸ τῶν βλαπτομένων οὐκ ἦν εὔπορος διὰ σίδηρον τὸν περιέχοντα , καὶ
6035170 ἐπιφανουϲ
ἐμψύχει καὶ ἀποκρούεται . ἡ δὲ τοῦ ῥυπτικοῦ μετέχουϲα χωρὶϲ ἐπιφανοῦϲ θερμότητοϲ ξηραίνει ἀδήκτωϲ , ἡ δὲ ἐπὶ πλέον τὸ
τὸ μέγεθοϲ τῆϲ ὀδύνηϲ καὶ ὅτι μετὰ θερμότητοϲ τῶν φλεγμαινόντων ἐπιφανοῦϲ ϲυνίϲταται , ϲυνεξαίρων εἰϲ ὄγκον τοὺϲ μῦϲ , οὐδ
6033229 προσαγωγης
ἐφαπτομένης μέχρι τοῦ περιγείου αἱ ὑπεροχαὶ ὁμοίως τῶν ἀποστημάτων ἐκ προσαγωγῆς ἐλάττους γίνονται τῶν πρότερον , ἄχρι τῆς συστάσεως τῆς
, ὥσπερ καὶ δίαιται καὶ ψῦχος καὶ θάλπος μάλιστα ἐκ προσαγωγῆς , καὶ ἡλικίαι οὕτω μεταβαλλόμεναι . Φύσιες δὲ ὡς
6030702 μελαγχολιηϲ
τόκουϲ , μανίηϲ , ϲπαϲμοῦ , παραλύϲιοϲ : κἢν ἐκ μελαγχολίηϲ τάδε γίγνηται , τὰ ἐπιγιγνόμενα ἀνήκεϲτα . ἐλλεβόρῳ ὦν
. ἀτὰρ καὶ τοῖϲδε αἰτίη ξὺν ὑγρότητι ψῦξιϲ . Περὶ μελαγχολίηϲ . Μέλαινα χολή , ἐν μὲν ὀξέϲι ἄνωθεν φανεῖϲα
6012052 πηδᾳν
ἀνατρέχοντα ἄνω . χρεία δ ' ἐκ τῆς πέτρας εὐκόλως πηδᾷν εἰς τὴν ἅλα τὸν ἁλιέα , καὶ ἀπὸ ἐξ
μετ ' ἄλλου γυμνάζεσθαι . Ἀκταίνειν . γαυριᾷν καὶ ἀτάκτως πηδᾷν . Ἀκταίνειν , ἀκολασταίνειν , γαυριᾷν καὶ ἀτάκτως πηδᾷν
6009738 θορυβησαι
κόρος ὕβριν . ὁ κόρος τῶν ἀνθρώπων τῶν μάργων τῶν θορυβῆσαι θελόντων ἐπέβη τῷ τοῦ Θήρωνος ἐπαίνῳ , κρύψιν θέλων
μάργων , ἤγουν μανικῶν , φθονερῶν , θέλων διὰ τὸ θορυβῆσαι κρύφον ποιῆσαι , ἀντὶ τοῦ κρύφιον , τουτέστι κεκρυμμένον
6002251 περιτροπης
καὶ κορύνας , γίνεσθαι δὲ τῶν πελέκεων τὴν παράληψιν ἐκ περιτροπῆς ἕνα μῆνα κατέχοντος αὐτοὺς ἑκατέρου παραλλάξ . τοῦτο δὴ
” ἢ κατὰ σύγκρουσιν , ὃ καὶ αὐτὸ δόξαι ἂν περιτροπῆς εἶναι , ὅταν μὴ λύσιν τιθῶμεν , ἀλλ '
5997098 Χαονιαν
ἢ θραύσας ἐμβάλῃς , συμφύειν . Ἐκ δὲ τῆς περὶ Χαονίαν , ὅταν ἀφεψηθῇ τὸ ὕδωρ , ἅλας γίνεσθαι .
τὴν ἤπειρον , ὅθεν ἐξετραπόμην . ΘΕΣΠΡΩΤΟΙ . Μετὰ δὲ Χαονίαν Θεσπρωτοί εἰσιν ἔθνος . Οἰκοῦσι δὲ καὶ οὗτοι κατὰ
5991281 προϲαγωγηϲ
ὀφθαλμοὺϲ καὶ γάλα χλιαρὸν ἐγχυματίζονταϲ , ἀπεχομένουϲ δὲ παντὸϲ κολλυρίου προϲαγωγῆϲ . τροφὰϲ δὲ διδόναι πολυτρόφουϲ καὶ εὐχυμοτάταϲ καὶ οἶνον
κοιλίαν ἐγχυματίζειν τῷ Νείλου διαρρόδῳ ὑδαρεϲτέρῳ μεταξὺ τῆϲ τοῦ κολλυρίου προϲαγωγῆϲ καὶ ἐγχυματίζονταϲ γάλακτι . κατὰ βραχὺ δέ , διαβαινουϲῶν
5983540 μιγματος
συμπλακεῖεν ἄριστα κύνες ἑτερόφυλοι : πολὺ μέντοι κρείττων τοῦ συνθέτου μίγματος μονοφυὴς κύων καὶ ἄκρατος . Ἀλλὰ κύνας μὲν τῶν
ἔχειν ὅ τι εἴπῃ πάντη ἀγομένη , καὶ ἐκ τοῦ μίγματος τούτων ἄλλα . Ἀλλ ' εἰ καὶ τὸ βέλτιστον
5980543 προφαϲεωϲ
ῥυαδικῶν , ὅτι οἱ μὲν ῥυαδικοὶ καὶ χωρίϲ τινοϲ ἔξωθεν προφάϲεωϲ δακρυρροοῦϲιν , οὗτοι δὲ πρόφαϲίν τινα λαμβάνοντεϲ . θεραπευτέον
μετ ' ἐκλύϲεωϲ ἢ λειποψυχίαϲ ἤ τινοϲ ἀνορεξίαϲ ἐξ οἱαϲδήποτε προφάϲεωϲ πλὴν πυρετοῦ ψυχρὸν ὕδωρ δίδου μετ ' ὄμφακοϲ χυλοῦ
5968547 μελεις
δὲ κομψότεραι καὶ ἐπὶ ῥᾳστώνῃ ὁλόκληροι ἀνεφάνησαν καὶ ἀρτι - μελεῖς ἀθρόως ; καὶ τῇ γραφικῇ οὐδὲν εἰσήνεγκεν Ἀπελλῆς οὐδὲ
δὲ κομψότεραι καὶ ἐπὶ ῥᾳστώνῃ ὁλόκληροι ἀνεφάνησαν καὶ ἀρτι - μελεῖς ἀθρόως ; καὶ τῇ γραφικῇ οὐδὲν εἰσήνεγκεν Ἀπελλῆς οὐδὲ
5943474 ὀλουμαι
ων ? ? γὰρ ὑπὸ ταύτηϲ ἐγὼ κάκιϲτ ] ' ὀλοῦμαι , προαπολῶ ταύτην ἐγὼ [ ] ! ! !
' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . . . ὀλοῦμαι ] ἡ ἀπό καθ ' ὑπερβασίαν συντάσσεται . γλωττοστροφεῖν
5913185 δυσπνοιας
αὐτοῖς : ἁρμόσαι δ ' ἂν τὸ τοιοῦτον πρὸς τὰς δυσπνοίας μᾶλλον τὰς συμβαινούσας τοῖς ἤδη κεκρατημένοις ὑπὸ τοῦ πάθους
δὲ αὐτῷ τὸ αἴτιον γέγονε τῆς τοῦ ὕδρωπος νόσου καὶ δυσπνοίας καὶ τοῦ θανάτῳ κακῷ μεταστῆναι τοῦ βίου ; διότι
5913032 ἐγελασσεν
ἐόντες . ” Ὧς ἔφατ ' : ἐκ δ ' ἐγέλασσεν ἄδην Ἀφαρήιος Ἴδας , καί μιν ἐπιλλίζων ἠμείβετο κερτομίοισιν
ἐπὶ δὲ τῆς Πηνελόπης , οἷον „ ἀχρεῖον δ ' ἐγέλασσεν „ , ἐπίπλαστον καὶ ἐπιπόλαιον μέχρι τοῦ τὰ χείλη
5912898 παραλαμβανομενοϲ
αὐτοῖϲ , οἷϲ καὶ ϲιναπιϲμόϲ , καὶ πρὸ μέλλοντοϲ ϲιναπιϲμοῦ παραλαμβανόμενοϲ εἰϲ τὸ παραϲκευάϲαι τῷ νάπυι τὸ ϲῶμα καὶ μετὰ
ὅλου τοῦ ϲώματοϲ . ἀνυϲιμώτατον δὲ πάντων ἑλλεβοριϲμὸϲ ἐγνώϲθη πλεονάκιϲ παραλαμβανόμενοϲ . Τὰ δὲ τῶν μὴ λυττώντων κυνῶν δήγματα καὶ
5905662 κυριωτατων
θεοῖς ἐπίκοινον . . . . . . . Τῶν κυριωτάτων Πλάτωνος δογμάτων τοιαύτη τις ἂν διδασκαλία γένοιτο . Φιλοσοφία
ἂν οἱ τὸ ἄχρηστον τῆς καταλήψεως ἐπιμεμφόμενοι πρὸς οὐδὲν τῶν κυριωτάτων ἀφορῶντες , ἀλλὰ πρὸς αὐτὸ τοῦτο μόνον , ὅτι
5904055 φιλοπονειν
βεβαιοτέραν ἔχε τὴν φιλίαν πρὸς τοὺς γονεῖς . ἐκ τοῦ φιλοπονεῖν γίνεθ ' ὧν θέλεις κρατεῖν . βίον καλὸν ζῇς
καὶ πίνειν οἰνάριον ὡϲ ἥδιϲτα καὶ τοῖϲ λιπαροῖϲ χρῆϲθαι καὶ φιλοπονεῖν . εἰϲὶ δὲ εἰϲ τροπὰϲ χειμερινὰϲ ἡμέραι με .
5903067 ἀντλεις
ἥρπασεν . ἐπὶ τῶν κακὰ σφίσιν αὐτοῖς ἐπαγομένων . Κοσκίνῳ ἀντλεῖς : ἐπὶ τῶν ἀνηνύτως καὶ μάτην πονούντων . Κοινὰ
Καὶ Ἡρόδοτος δὲ Κολοφώνιον καλεῖ τὸν ἄριστον χρυσόν . Χαμαὶ ἀντλεῖς , Πλίνθον πλύνεις , Φακὸν κόπτεις : αὗται πᾶσαι
5899202 μετεωριζομενων
ἴσης οὐδὲ ὁμαλῆς γινομένης αὐτῶν τῆς διασαλεύσεως ὅλων , ἀλλὰ μετεωριζομένων κατ ' ἄλλα μὲν μέρη μᾶλλον , κατ '
ὃ ταχέως εἰς μέγεθος αὔξεται : εἴρηται δὲ ἐπὶ τῶν μετεωριζομένων καὶ ὑψουμένων . Ψύλλων κενήν . Ψύρα τὸν Διόνυσον
5899103 συναυγειαν
πρὸς τούτῳ Παρμενίδην ἐμφαίνοντα τοῦτο διὰ τῶν ποιημάτων . Πλάτων συναύγειαν , τοῦ μὲν ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν φωτὸς ἐπὶ ποσὸν
τὸ ὁρατικὸν ἀναδιδόναι . . . . Πλάτων δὲ κατὰ συναύγειαν , τοῦ μὲν ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν φωτὸς ἐπὶ ποσὸν
5898546 δυσεντεριης
δέονται . Προσδέχεσθαι δὲ χρὴ τοὺς τοιούτους ἀνὰ χρόνον ὑπὸ δυσεντερίης πιέζεσθαι : καὶ γὰρ ἐπὶ τοῖσι μελαινομένοισι τοῖσι πλείστοισιν
Δυσεντερικοῖσιν ἔμετος χολώδης ἐν ἀρχῇ , κακόν . Οἷσιν ἐκ δυσεντερίης ὀξείης ἐς πυώδεα ἥκει τὸ ὑγρὸν , τὸ ἐφιστάμενον
5897965 παρατυχοντος
κατέσχεν ὑπὸ σκότου τὸν φθόνον : ὡς δὲ πάλιν λέοντος παρατυχόντος ὁ μὲν αὖ ἥμαρτεν , οὐδὲν οἶμαι θαυμαστὸν παθών
, Νεάπολις , Ἐπιπολαὶ , Τύχη . οὐκ ἐκ τοῦ παρατυχόντος οὖν μεγαλοπόλεις εἴρηκε τὰς Συρακούσας . . . ἄλλως
5895491 μεταμελειας
καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας καὶ στυγνότητος καὶ μεταμελείας καὶ συγχύσεως καὶ βίας καὶ ἐκεχειρίας τῶν ὠφελίμων πράξεων
, οἷον ἀνεμοφόρητα : οὕτως Ἀπίων . οἱ δὲ τὰ μεταμελείας ἄξια . μηκάδες Λ . . . . μ
5870123 τεμαχιτας
, ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἅθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . Ζῆθον μὲν
, ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . Πονεῖν μὲν
5868209 χωρισω
ἐπὶ τέλει μακρᾶς συλλαβῆς : ὥσπερ καὶ τὸ χωρὶς τοῦ χωρίσω καὶ τὸ πέλας τοῦ πελάσω καὶ τὸ μὶξ ἀπὸ
τοῦ ω πέλας τὸ ἐπίρρημα , ὡς παρὰ τὸ χωρίζω χωρίσω χωρίς . . Σ : πέλωρ αἴητον : .
5855389 οὐτιδανον
εἰς ω , ἐρρώγειν . ξύμκλιδες : σύμμαχοι παρείσακτοι . οὐτιδανὸν , μὴ δαμινόν : οὐδενὸς λόγου ἄξιον : ἐκ
ξηρόν . οὐτιδανόν : οὐδαμινὸν , ἀχρεῖον , ἀνήδονον : οὐτιδανὸν ἀπὸ τοῦ οὔτι δάνος ἤτοι χαρὰν ἐμποιῶν . ἄχλοον
5853515 συγκρισεως
τῷ πάθει ὑπεναντίον ἦν . ἔστι δὲ καὶ ἐκ τῆς συγκρίσεως τῶν ἐπιφερομένων συμπτωμάτων , ἀπό τε τοῦ πλήθους καὶ
, ἅτινα πρόδηλα γίνεται ἐκ τῆς καθολικῆς [ καὶ ] συγκρίσεως τῶν ἀστέρων . δεῖ οὖν καὶ κατὰ τὰς ἡλικίας
5845054 ζεοντων
μετὰ Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν
κολπούμενόν τε καὶ παφλάζον , οἷαί εἰσιν αἱ δῖναι τῶν ζεόντων ἀναβολάδην ὑδάτων . Φασὶ δ ' εἶναι καὶ τὸ
5839931 καταπτωσεως
πεπονθόσι σπονδύλοις . Τοῖς μὲν οὖν κατέχουσι τὰ οὖρα ἄνευ καταπτώσεως βοηθεῖν χρὴ τούτῳ τῷ τρόπῳ : ἐγκαθιστέον αὐτοὺς συνεχῶς
ῥύσιν αὐτίκα . προσήκει δὲ μὴ περιμένειν εἰς ἔσχατον ἀφικνεῖσθαι καταπτώσεως τὴν δύναμιν , ἀλλ ' ὅταν ἤδη δοκῇ κεκενῶσθαι
5826431 κοιμησεως
οὐκ ἀπελπίζω κοιμωμένοις ἐπιστάντα δυνατῶς ἕξειν ἐκ τοῦ τρόπου τῆς κοιμήσεως γνῶναι , ποία τις ἡ τοῦ καθεύδοντος διάθεσις ,
τῶν πνευμάτων , ἀλλὰ παρέμειναν τὰ πνεύματα αὐτοῖς μέχρι τῆς κοιμήσεως αὐτῶν . καὶ εἰ μὴ ταῦτα τὰ πνεύματα μετ
5817950 διαϲτηματων
τυχούϲηϲ προφάϲεωϲ αὐτοὺϲ καταπίπτειν , ὅθεν πλείοϲιν ἀφαιρέϲεϲι χρώμενοι ἐκ διαϲτημάτων τινῶν ἀναπληρώϲομεν τὴν ϲυμμετρίαν . ἐμβρεχέϲθω δὲ ἡ κεφαλὴ
τὸ πελιδνὸν μεταβάλλεται , πρὸϲ βραχὺ δὲ ταῦτα καὶ ἐκ διαϲτημάτων . τιϲὶ δὲ προϲτρέχουϲαι τῷ ϲτομάχῳ ναυτιῶν καὶ δηγμῶν
5815940 λοπαδιων
Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἅθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν .
Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν .
5807999 Ἡλιοδωρου
εἰ τυγχάνοιμι χρώμενος αὐτοῖς . ἥκει δέ μοι καὶ παρὰ Ἡλιοδώρου τοῦ τῆς Αἰγύπτου ὑπάρχου γενομένου γράμματα ἅμα τοῖς βασιλικοῖς
' ἃ κορωνὶς τοῦ δράματος . # κεκώλισται πρὸς τὰ Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται ἐκ Φαείνου καὶ Συμμάχου . Δύο εἰσὶν
5801858 ἀπειριας
: μάλιστα δὲ σεαυτὸν ἀπόδος εἰς τὴν τῶν ἀρχῶν καὶ ἀπειρίας καὶ τῶν συγγενῶν τούτοις θεωρίαν , ἔτι δὲ κριτηρίων
καὶ ἐπειδὰν δικάσειε , τὰς ψήφους ἐκεῖνος ἀπέφηνε τῆς βασιλέως ἀπειρίας τὸ ἐνδέον ἀναπληρῶν , ἀλλ ' οὐκ ἤρεσκε τοῦτο
5800502 βελτιονων
' ἤδη : εἰ δὲ πολλῷ βελτίω τούτου καὶ ἐκ βελτιόνων , καὶ μηδενὸς τῶν μετρίων , ἵνα μηδὲν ἐπαχθὲς
, κάθιζε δὲ κλάοντας τοὺς καταγελάσαντας πολὺν δὴ χρόνον τῶν βελτιόνων . ὀφείλεις δὲ χάριν τοῖς θεοῖς πατὴρ γεγονώς .
5796179 κενωσιος
ἀλλὰ διὰ ταχέος πάρεισιν . Ὅτι δὲ οὐδὲν ἐλάσσους ἀπὸ κενώσιος ἀκαίρου κακοπάθειαι γίνονται τῷ ἀνθρώπῳ ἢ καὶ ἀπὸ πληρώσιος
Ἄμεινον δὲ καὶ τὴν κοιλίην μαλθάξαι κούφῳ τινὶ , ὅσον κενώσιος εἵνεκεν τοῦ σίτου , καὶ ἐπὶ μὲν δέκα ἡμέρας
5795059 ἀποκοπης
τῆς τοῦ θεραπευομένου δεῖ , καὶ ἃ μὲν πρὸ τῆς ἀποκοπῆς , ἃ δὲ κατὰ τὴν ἀφαίρεσιν , ἃ δὲ
καὶ παρεκτείνεσθαι μέχρι πλείστου . ὥστε μὴ ἐκ τῆς περιττοτέρας ἀποκοπῆς ὡς ἐκ τῆς βαθυτέρας τῶν ἐγκανθίδων ἐκτομῆς ῥοιὰς ἐπακολουθεῖν
5788365 ῥᾳστου
διανοίᾳ παντὸς τοῦ μελετωμένου καὶ σφραγῖδας ἐνεποίησεν , ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ ἀπὸ τῆς ἕξεως αὐτὰ ᾔδει ποιεῖν . οἷόν
δέ : ἐξ ἑτοίμου , ἐξ εὐκόλου , ἐκ τοῦ ῥᾴστου , ἐκ τοῦ προχειροτάτου , ἐκ τοῦ παραπεσόντος ,
5788212 πληρωϲεωϲ
μόρια ἢ ϲυϲπᾶται ἢ χαλᾶται , καὶ τοῦτο ἢ ἀπὸ πληρώϲεωϲ ἢ ἀπὸ κενώϲεωϲ , πάλιν προϲέχειν χρὴ καὶ πῆ
, θερμαϲίαν δὲ τῶν διὰ ψῦξιν : ὅταν δὲ ὑπὸ πληρώϲεωϲ ὑγρῶν γένηται λυγμόϲ , βιαίαϲ δεῖται κενώϲεωϲ . τοῦτο
5787696 κροταφιτων
μέτωπον τρίχαϲ ἐπιτρέψομεν τὴν κάτω γένυν κινεῖν καὶ φεύγοντεϲ τῶν κροταφιτῶν μυῶν τὴν κίνηϲιν διδοῦμεν τρεῖϲ διαιρέϲειϲ ἐν τῷ μετώπῳ
τὸ τρίζειν τοὺς ὀδόντας : δηλοῖ γὰρ σπασμώδη διάθεσιν τῶν κροταφιτῶν καὶ σιαγονιτῶν μυῶν , καὶ παραφροσύνην μεγίστην ἐν ὀξεῖ
5785969 συναγομενην
τοὺς εἰς ἑκάτερον κινῆσαι λόγους καὶ τὴν ἐπ ' αὐτοῖς συναγομένην ἐποχὴν κρατύνεσθαι . εἴπερ οὖν ἔστιν ἄνω καὶ κάτω
ἅπερ ἅπαντα συνεφορῶντας καὶ συνεπικίρναντας προσήκει τὴν ἐκ τῆς κράσεως συναγομένην ἰδιοτροπίαν περί τε τὰς μορφώσεις καὶ τὰς κράσεις τὼν
5783614 δερομαι
διάθεσιν μεταστήσειεν , συμπαραλαμβανομένης γενικῆς μετὰ τῆς ὑπό προθέσεως , δέρομαι ὑπὸ Τρύφωνος , τιμῶμαι ὑπὸ Θέωνος . Καὶ αὕτη
τὰ τῆς συντάξεως , ἵσταμαι ὑπὸ σοῦ ἵστημι σέ , δέρομαι ὑπὸ σοῦδέρω σέ , ἕλκομαι ὑπὸ σοῦ ἕλκω σέ
5783510 Εὐγενης
. Γλαὺξ οὐκ ἂν νοσσοποιήσειε ἑτέρας προλαβούσης τὸ δῶμα . Εὐγενὴς ἵππος σκύβαλον ἑτέρου ἵππου οὐκ ἂν προσενέγκοιτο . Γῦπες
Εὐρυκλῆς πᾶς ἐγγαστρίμυθος : ἀπὸ Εὐρυκλέους τοιούτου τινὸς μάντεως . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι
5771053 καδισκου
' οἱ μὲν ἐκ προχοιδίου , οἱ δ ' ἐκ καδίσκου γ ' ἴσον ἴσῳ κεκραμένον . Χῖος παραστὰς Κῷον
, ἔλαιον , παγκαρπία : ἅπερ ἔμβαλε . μνημονεύει τοῦ καδίσκου καὶ Στράττις ὁ κωμικὸς ἐν Λημνομέδᾳ λέγων οὕτως :
5769717 ἀποϲτηματων
φθορὰν ἢ ὑπὸ φαρμάκων δριμέων ἢ ὑπὸ ῥεύματοϲ ἢ ἐξ ἀποϲτημάτων ϲυρραγέντων . εἰ μὲν οὖν πρόχειροϲ εἴη ἡ ἕλκωϲιϲ
τῷ περὶ παρωτίδων λεχθεῖϲι καὶ τοῖϲ λεχθηϲομένοιϲ ἐν τῷ περὶ ἀποϲτημάτων χρηϲτέον . Οἴνου Ἀδριανοῦ καλοῦ # κ , ῥοὸϲ
5768343 γενετηϲ
τινα τὴν διὰ τῆϲ χειρουργίαϲ αἱρεῖϲθαι βάϲανον . Πολλοῖϲ ἐκ γενετῆϲ ἡ βάλανοϲ οὐ τέτρηται , ἀλλ ' ὑπὸ τῷ
ἐμπλάϲϲουϲι χρηϲόμεθα . Περὶ μυωπίαϲ . μύωπεϲ λέγονται οἱ ἐκ γενετῆϲ τὰ μὲν ϲμικρὰ καὶ ϲύνεγγυϲ βλέποντεϲ , τὰ δὲ
5768321 χολωδεος
. Οἱ ἐφιδρῶντες ἐν πυρετῷ , κακοήθεες . Οἷσι , χολώδεος διαχωρήσιος ἐούσης , περὶ στῆθος δῆξις καὶ πικρότης ,
γίνεται , καὶ αἱ μῆτραι δάκνονται ὑπὸ τῆς καθάρσιος τῆς χολώδεος χωρεούσης καὶ ἑλκοῦνται . Ἔτι δὲ καὶ ἐν τούτῳ
5758222 διηγηματικου
δ ' , ὦ γῆς Ἑλλάδος στρατηλάται : ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικὸν μετέβη . λείπει οὖν τῷ λόγῳ
ἑτέρωσε νοήσω αὐτοῦ οἱ θάνατον μητίσομαι : ἀπὸ γὰρ τοῦ διηγηματικοῦ μετέβαλεν εἰς τὸ μιμητικόν . καὶ ἐν αὐτῷ δὲ
5749982 ἑλκωσιος
πολλοῖσιν . Ἢν δὲ πρὸς ταύτην τὴν δίαιταν τῆς μὲν ἑλκώσιος καὶ τῆς φλεγμασίης ἀπαλλάσσωνται , ὑγραὶ δὲ ὦσιν αἱ
ἔσω ὀλισθάνει . Ἐπὴν δὲ κνήμης ὀστέα ἀμφότερα καταγῇ ἄνευ ἑλκώσιος , κατατάσιος ἰσχυροτέρης δεῖται . Τείνειν δὲ τουτέων τῶν
5749295 λειεντερια
ἐνίοτε δὲ καὶ ὕδρωπος διὰ κοιλίας ἐκκενωθέντος , ἕπεται ἡ λειεντερία : ἀτροφίας δὲ καὶ καχεξίας ἀδιορθώτους ἐπιφέρει , παρακολουθεῖ
' ἃς οὐ κρατεῖ τὰ ἔντερα τῆς τροφῆς , ὅθεν λειεντερία εἴρηται ἐκ τῆς περὶ τὰ ἔντερα λειότητος . διὸ
5745604 σημειωσεως
μὴ προσλαμβάνον τὸ ς : τὸ μέντοι κέκλιμαι οὐ δεῖται σημειώσεως , κἂν ἀπὸ τῆς πέμπτης ἢ τῆς ἕκτης ληφθείη
' ἑκάτερον φαινομένων καὶ οὐκ ἀδήλων . διὸ οὐ δέονται σημειώσεως , οἷον τὸ μὲν στεγνὸν , ἐκ τοῦ πεπυκνῶσθαι
5744787 Ναυπλιεις
κατελθόντων ἐγένετο οὐδὲν ἐς αὐτοὺς νεώτερον : ἦσαν δὲ οἱ Ναυπλιεῖς ἐμοὶ δοκεῖν Αἰγύπτιοι τὰ παλαιότερα , παραγενόμενοι δὲ ὁμοῦ
„ ἀπὸ τοῦ ταῖς ναυσὶ προσπλεῖσθαι „ . οἱ οἰκοῦντες Ναυπλιεῖς , ὡς Στράβων , καὶ Ναυπλία . Νέαι ,
5738479 συνδυασμου
ἕξ , ἐν ἑαυτῷ δ ' ἔχειν μέλλοντα τὰς ἐκ συνδυασμοῦ γενέσεις πρὸς μικτὸν ἀριθμὸν τὸν πρῶτον ἀρτιοπέριττον τυπωθῆναι ,
τούτου καὶ λέγειν , πῶς ἐνδεχόμενον αὐτοὺς ἄνευ ὀχείας καὶ συνδυασμοῦ γίνεσθαι , καθάπερ αἱ ἀσκαρίδες μὲν καὶ κάνθαροι καὶ
5728861 Καραβου
τοῖς καταρρέουσιν ἀπὸ κελεύσματος . ἕτεροι δὲ θεοῖσι συμπεπλεγμένοι μετὰ Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων
δ ' ἐν Ἀνασῳζομένοις : ἕταιροι δὲ θεοῖσι συμπεπλεγμένοι μετὰ Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων
5728419 ϲπογγοϲ
τέ ἐϲτι καὶ διαφορητικῆϲ καὶ ἰϲχαίμου δυνάμεωϲ . καινὸϲ δὲ ϲπόγγοϲ ψυχρῷ ἢ ὀξυκράτῳ ἢ οἴνῳ βρεχόμενοϲ κατὰ τὰϲ τῶν
Γαληνοῦ ἔμπλαϲτροϲ ἁρμόϲει . μετὰ δὲ τὴν ἐπίθεϲιν τοῦ φαρμάκου ϲπόγγοϲ καινὸϲ ἐξ οἰνομέλιτοϲ ἢ οἴνου περιβαλλέϲθω μαλακὸϲ μάλιϲτα ,
5718247 ὀλλυω
. Οὖλος . ὁ ὀλέθριος . παρὰ τὸ ὄλλω καὶ ὀλλύω . Οὐρά . κυρίως ἐπὶ τοῦ λέοντος , παρὰ
ἕτερον θέμα ὀλέω , ὀλῶ : καὶ ὄλλω ποιεῖται θέμα ὀλλύω , καὶ ὄλλυμι ἀπὸ τοῦ πρώτου θέματος τοῦ ὄλλω
5713138 παρακολουθουντος
ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ . † ) ἔτυπτον : ἀπὸ τοῦ παρακολουθοῦντος . . . Β . † . δεῦρ '
οὕτως ὀπαδοὶ γενήσονται τοῦ πανηγεμόνος θεοῦ μηδενὸς ἔτι τῶν ἑτεροδόξων παρακολουθοῦντος , ἀλλὰ καὶ τοῦ Λώτ , ὃς ἔκλινε τὴν
5709503 μακροτερου
ἵδρυται καὶ Μηνὶ ἄλλος ἐς τιμὴν Χρόνου βραχυτέρου τε καὶ μακροτέρου . ἔστι δὲ καὶ Γήρως φησὶν ἱερὸν τοῖς ἐκεῖ
. . καὶ ταῦτα ἤδη ] κατὰ κοινοῦ : ἐξετάζειν μακροτέρου λόγου ἔργον ἡγοῦμαι εἶναι καὶ τὰ ἑξῆς . .
5709186 προχειρου
πολεμικῶν ἔργων διαφερόντως ἔχοντες . Ὑμεῖς δὲ μετά τε τοῦ προχείρου ἔπιτε , καὶ διαμαρτάνοντες τῶν ἔργων διὰ τὸ μὴ
ψηφιζόμενα τῶν ὄντων ἀπὸ τρίτων , ὡς ἐν κανόσι γέγραπται προχείρου Πτολομαίου . ὅσα γὰρ ἀναβιβαστοῦν λεπτὰ πρὸς τοῖς ἑξήντα
5703096 ἀμπεχονιον
δερμάτων τετριχωμένων , σισύρναν δὲ τὸ ἐκ τῶν κωδίων ῥαπτόμενον ἀμπεχόνιον . λογίδιον . . . ἀνάγκη πάντα ταῦτα .
Ἕλληνες . ἀποφθάρηθί μου Ἀττικοί , ἀπαλλάγηθί μου Ἕλληνες . ἀμπεχόνιον Ἀττικοί , λεπτὸν ἱμάτιον Ἕλληνες . ἀποφράδες ἡμέραι Ἀττικοί
5701952 ἰσχυροτερης
κάτω ὀστέον ἄσαρκον , καὶ οὐκ εὐξύγκρυπτον , καὶ κατατάσιος ἰσχυροτέρης δέεται . Ἢν δὲ μὴ τοῦτο ξυντριβῇ , ἀλλὰ
θήλεος : καὶ πρόσθεν πήγνυται τὸ ἄρσεν , ἀπὸ γὰρ ἰσχυροτέρης καὶ παχυτέρης γονῆς γίνεται . Ὁκόταν δὲ κινηθῇ τὸ
5701365 πολυσημ
, . . α . . Ἀκμή : . Περὶ πολυσημ . Ἀκμῆτες : μὴ κεκοπιακότες : παρὰ τὸ κάμω
. . . , . Ἀκειόμενον : . * Περὶ πολυσημ . ? Ἀκεσταί : εὐθεράπευτοι , εὐίατοι : αἱ
5686076 βομβου
ἐγὼ δὲ ἔχων ἔτι πολλὰ λέγειν περὶ μουσικῆς αὐλῶν ἀκούων βόμβου καταπαύσω τὸ πολυλογεῖν , τὰ ἐκ Φιλαύλου Φιλεταίρου ἐπειπών
: καὶ εἴπερ τῷ δακτύλῳ τὸ οὖς ἐπιπωμάσαντες αἰσθανοίμεθά τινος βόμβου , ὑγιαίνειν αὐτὸ φήσομεν . ἡ γὰρ τοῦ δακτύλου
5679849 διεφθορυιας
αὐτῷ τῷ βαλανείῳ θερμὸν ὕδωρ οὖν ἀπεμέσειεν τοὺς ἐκ τῆς διεφθορυίας τροφῆς ἠθροισμένους χυμούς . μαλάσσει δὲ θερμὸν λουτρὸν καὶ
λέγοντος καὶ ἄρτι ἀναμιμνήσκομαι . ταῦτα ἐκ τῶν Διδύμου περὶ διεφθορυίας λέξεως . . ἀπηρτισμένως , τελείως . Θ .
5678760 ἀμπελινων
περδίκιον βοτάνην κατάπλαϲϲε ἢ ἄλευρον ὀρόβινον ϲὺν μέλιτι ἢ ϲποδὸν ἀμπελίνων ξύλων ϲὺν ὄξει φυράϲαϲ ἐπίθεϲ . ϲταφίδα ἀγρίαν καὶ
. τέφρᾳ δὲ τῇ τῶν συκίνων ξύλων ἢ δαφνίνων ἢ ἀμπελίνων κεκαυμένων χρηστέον . εἰ δὲ μή , τῇ παρατυχούσῃ
5676166 μανιηϲ
. εἰ γάρ κοτε καὶ πυρετὸϲ ἐπιλάβοι , οὐκ ἀπὸ μανίηϲ ἂν ἴδιοϲ γίγνοιτο , ἀλλ ' ἐκ ξυντυχίηϲ ἄλληϲ
καὶ ἀρχὴ παθέων ἄλλων , ἢν ἐϲ ἀνήκεϲτον τραπῇ , μανίηϲ , μελαγχολίηϲ , ἐπιληψίηϲ προϲεπιγιγνομένων ἑκάϲτῃ τῶν ἰδίων ξυμπτωμάτων
5666085 παραγεσθαι
Τρύφων . . . Φησὶν ὁ Τρύφων τὸ τηνικαῦτα αὐτὰ παράγεσθαι εἰς τὴν ταυτότητα , ἐπὰν ἡ φωνὴ ἡ τοῦ
πρὸς ἡμᾶς τοὺς ξυγγενεῖς δρῶσιν , ὥστε ἀπάτῃ τε μὴ παράγεσθαι ὑπ ' αὐτῶν δεομένοις τε ἐκ τοῦ εὐθέος μὴ
5665935 ἀσυμφορου
ἄδοξον , μέρη τοῦ συμφέροντος , εἰ δὲ βούλει τοῦ ἀσυμφόρου : καίτοι τί γένοιτ ' ἂν νεώτερον ἢ Μακεδὼν
δὲ ὠφελίμου , ἀπὸ τοῦ τοῖς ἐχθροῖς ἡδέος ἡμῖν δὲ ἀσυμφόρου , ἀπὸ τοῦ σφόδρα δεῖν ἐκείνων ἀντέχεσθαι ὑπὲρ ὧν
5664336 βηχοϲ
ναρκοῦντα ὡϲ ὕπνον καρώδη φέροντα , χρηϲιμώτατον γιγνόμενον τοῖϲ ὑπὸ βηχὸϲ ϲπαραττομένοιϲ , πᾶϲι μέν , αἱμοπτυικοῖϲ δὲ μάλιϲτα ,
οὖν αὐτοῖϲ κυκλεῖται τὰ κακά : ϲπαραττόμενα γὰρ ὑπὸ τῆϲ βηχὸϲ τὰ φλεγμαίνοντα , δεύτερον αὖθιϲ πεφθῆναι δεῖται ἡ φλεγμονὴ
5657453 περιχαρειας
καλεῖσθαι , δόξαντα δὲ εἶναι ῥωμαλέον καὶ ἐγρηγορὸς βλέποντα μετὰ περιχαρείας ἦγον ὡς ἐπὶ τῆς ἐσχατιᾶς μοι ἐσόμενον . ἦν
λαμπρότητα . ἀσμένῳ ] χαίροντι . . ἀσμένῳ ] μετὰ περιχαρείας διάγοντι , διὰ τὸ μὴ καίεσθαι τὴν νύκτα παρὰ
5656138 ἐκπεττειν
ὅτι συμβαίνει τὴν πέψιν διαμερίζειν τὴν ὑγρότητα καὶ τὸν ὕπνον ἐκπέττειν : ἐκ ξηροῦ δ ' οὐκ ἔστιν ἱδρώς .
διὰ τὴν εὐβλάστειαν : οὐ δύνανται γὰρ οὐδὲ ταῦτ ' ἐκπέττειν , ἀλλ ' εἰς τὴν βλάστησιν ἡ ὁρμὴ τρέπεται
5654725 πορφυρου
δὲ μοῖραν ἔχειν τοῦ μέλανος : τὸ δὲ πράσινον ἐκ πορφυροῦ καὶ τῆς ἰσάτιδος , ἢ ἐκ χλωροῦ καὶ πορφυροειδοῦς
, ὧν ἕν περ καὶ τὸ ἐκ τοῦ ὄφεως τοῦ πορφυροῦ γινόμενον εἴη ἄν . ἔστι δ ' ἄρα οὗτος
5651459 ΚΘΗ
ἀπὸ τῆς ἐπὶ τὰ Ζ Θ ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΚΘΗ . Καὶ ἐπεὶ τὸ ἥμισυ τοῦ ἀπὸ τῆς ἐπὶ
ἐστιν ἴση . ὁμοίως δὴ δειχθήσεται καὶ ἑκάστη τῶν ὑπὸ ΚΘΗ , ΘΗΜ , ΗΜΛ ἑκατέρᾳ τῶν ὑπὸ ΘΚΛ ,
5650519 σηψεως
αἰσθητὰ συνελθόντα , οὐκ ἐν εἴδεσι : τά τε ἐκ σήψεως ψυχῆς ἄλλο τι ἴσως ἀδυνατούσης : εἰ δὲ μή
ἀλλὰ φύονται αὗται καὶ τὰ ἄλλα ὀστρακόδερμα ἐξ ἰλύος καὶ σήψεως . τοῦτο δὲ συμβαίνει ὥσπερ ἀποκάθαρμα καὶ ταύταις καὶ
5647675 Σαπφικου
βʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον καταληκτικὸν Ἀρχιλόχειον . τὸ γʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ . τὸ δʹ πενθημιμερὲς δακτυλικόν . τὸ εʹ τροχαϊκὸν
τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον , ἤτοι τρίμετρον καταληκτικόν . σύγκειται δὲ ἐκ
5643830 βλαβεντα
, ἤτοι τὸν πολλοὺς χαλκῷ ἀνελόντα ἢ τὸν ὑπὸ χαλκοῦ βλαβέντα : ἑκάτερον γὰρ παρὰ τὴν ἀρήν : τίς δὲ
' ἔστιν ὅτε λυπρὰ καὶ οὐ πάνυ διαρκῆ διὰ πολλὰς βλαβέντα αἰτίας : ἢ γὰρ ὄμβρων ἐπαλλήλων φοραὶ κατέσυραν ἢ
5643437 παρασπαδος
. κοινοτάτη μὲν οὖν ἐστὶ πᾶσιν ἥ τε ἀπὸ τῆς παρασπάδος καὶ ἀπὸ σπέρματος . ἅπαντα γὰρ ὅσα ἔχει σπέρματα
ξηροῖς μόνον : φύεται δὲ καὶ ἀπὸ σπέρματος καὶ ἀπὸ παρασπάδος . Κέδρον δὲ οἱ μέν φασιν εἶναι διττήν ,
5641610 Φυτευεται
βάλανον καλοῦσι , ψαμμώδει γῇ καὶ ψυχροῖς τόποις χαίρει . Φυτεύεται δὲ καὶ διὰ τῶν ἐνρίζων , καὶ διὰ σπέρματος
ἔχοντα . Τὰ κάρυα φυτεύεται τῷ καιρῷ τῆς ἀμυγδαλῆς : Φυτεύεται δὲ καὶ ἀπὸ σπέρματος , καὶ ἀπὸ παρασπά -
5641447 δηϊου
καὶ δ ' αὖθ ' ἡ κυνάμυια ἄγει βροτολοιγὸν Ἄρηα δηΐου ἐκ πολέμοιο κατὰ κλόνον : ἀλλὰ μέτελθε . Ὣς
καὶ δ ' αὐτὸς ὃν θυμὸν ὀνήσεται αἴ κε φύγῃσι δηΐου ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος . Ὣς ἔφαθ '
5636146 ἀπογινωσκειν
ἐνιαχοῦ χρηστέον : εὐρύθμους δὲ ἐπιδεσίας καὶ θεητρικὰς μηδὲν ὠφελούσας ἀπογινώσκειν : φορτικὸν γὰρ τὸ τοιοῦτον καὶ παντελῶς ἀλαζονικὸν ,
τῆς ἑβδομαίας , ἐὰν ἐπὶ τὸ χεῖρον τραπῇ , χρὴ ἀπογινώσκειν , ἀπαραιτήτως γὰρ τελευτήσει . συνορᾷν δὲ χρὴ καὶ
5634665 ἐκπηδησαντες
τέχνην τινὰ αὐτοὶ μαθόντες , ἢ τοῦ δεσπότου διδαξαμένου , ἐκπηδήσαντες τῆς δουλείας διὰ τὴν τέχνην , οὐκ ἀγαπήσωσι ταύτην
ξίφεσι διαχρησάμενοι τὸν Ὑρίατθον πληγαῖς εὐκαίροις , ἐκ τῆς παρεμβολῆς ἐκπηδήσαντες παραχρῆμα διὰ τῆς ὀρεινῆς ἀνοδίαις χρησάμενοι διεσώθησαν πρὸς Καιπίωνα
5631503 ἀπιθανου
τοῦ ἀπιθάνου . ἐὰν τοίνυν ἀνασκευάζωμεν τὴν διήγησιν ἐκ τοῦ ἀπιθάνου , οὕτως ἐπεξελευσόμεθα , δεικνύντες ὅτι καὶ τὸ πρόσωπον
πίστεσιν ἰσχυροὶ οἱ ἐν αὐτῷ λόγοι : διαφέρει δὲ τοῦ ἀπιθάνου : ὅτι τὸ μὲν ἀδύνατον οὐδὲ μίαν ἔχει τοῦ

Back