οἷον δεύκω Πολυδεύκης Πολυδεύκους , μήδω Διομήδης Διομήδους , πείθω Διοπείθης Διοπείθους , φαίνω Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους : οὕτως οὖν καὶ
τερετίζοντα καὶ ναυαγὸν Ὀδυσσέα σολοικίζοντα , ὁ αὐτός φησι . Διοπείθης δὲ ὁ Λοκρός , ὥς φησι Φανόδημος , παραγενόμενος
6722974 Διοπειθους
οὐχὶ Κερκώπη μὲν ἤδη γέγονεν ἔτη τρισχίλια , ἡ δὲ Διοπείθους ἀηδὴς Τελέσιλλα ἕτερα μύρια ; Θεολύτην δ ' οἶδεν
ὁ δὲ Μένανδρος φίλος ἦν Δημοσθένους δι ' ὃν ὑπὲρ Διοπείθους βουλεύεται . κληρούχους ] γεωργούς , παροίκους . κληροῦχοι
6600092 Δημοχαρης
, καὶ προῦχεν ἐν αὐτῇ τὰ Πομπηίου παρὰ πολύ : Δημοχάρης δὲ βαρυθυμῶν ἐπὶ τῷ θανάτῳ Μενεκράτους ὡς ἐπὶ ἥττῃ
τῶν Μενεκράτους νεῶν καὶ ἐκφυγούσας εἰς τὸ πέλαγος ἐδίωκε , Δημοχάρης δ ' , ὁ τοῦ Μενεκράτους συνεξελεύθερός τε καὶ
6593574 Ἀριστοφων
Ἀναγυράσιον , Πολύκριτον Ἀπημάντου Κοθωκίδην . πρυτανεία φυλῆς Ἱπποθωντίδος , Ἀριστοφῶν Κολλυτεὺς πρόεδρος εἶπεν . ] Ὥσπερ τοίνυν ἐγὼ ταῦτα
ὃς τὸν ξένον πρὸς τὸν ἄρχοντα ἀπήγαγεν , ᾧ παρήδρευεν Ἀριστοφῶν ὁ Ἀζηνιεύς , ἐπαιτιασάμενος τέτταρας δραχμὰς αὑτὸν ὑπὲρ τῆς
6487833 ἐξεδωκεν
τοιαύτης ταραχῆς οὔσης φθάσας Θεόδοτος πυλίδα νύκτωρ ἀνοίξας εἰσαγαγὼν Σέλευκον ἐξέδωκεν αὐτῷ τοὺς θησαυρούς . Σέλευκος Δημητρίου στρατοπεδεύοντος ὑπὸ τοῖς
δεομένοις . πόσων , οἴεσθε , θυγατέρας πρὸς γάμον ὡραίας ἐξέδωκεν οἴκοθεν προῖκα προσθεῖσα ; πόσους ἔθρεψε νέους ἐν ὀρφανίᾳ
6486221 Κοθωκιδης
Ἐπὶ Χαιρώνδου ἄρχοντος , ἐλαφηβολιῶνος ἕκτῃ ἱσταμένου , Αἰσχίνης Ἀτρομήτου Κοθωκίδης ἀπήνεγκε πρὸς τὸν ἄρχοντα παρανόμων κατὰ Κτησιφῶντος τοῦ Λεωσθένους
τάλαντα πεντήκοντα . κλήτορες Κηφισοφῶν Κηφισοφῶντος Ῥαμνούσιος , Κλέων Κλέωνος Κοθωκίδης . ] Ἃ μὲν διώκει τοῦ ψηφίσματος , ὦ
6480606 διασημοτατος
ἄλλη πόλις Φοινίκης Ἄβιλα , ἐξ ἧς ἦν Διογένης ὁ διασημότατος σοφιστής . οὐδετέρως δὲ αὕτη ἡ πόλις Ἄβιλα .
Ἀναζαρβεύς ὡς Καρυανδεύς . ἀφ ' ἧς ἦν Διοσκουρίδης ὁ διασημότατος ἰατρός , χρηματίζων Ἀναζαρβεύς , καὶ Ἀσκληπιάδης ὁ Ἀναζαρβεύς
6446655 Ἁλαιευς
' εἰσὶ λήκυθοι ὧν οὐκ ἔστι λαβέσθαι διὰ λειότητα . Ἁλαιεύς : ὄνομα δήμου . Ἀλάστωρ : οὗ μηδέποτ '
οἷς ἐδείπνει προῖκα , συλλέξει συχνά . δήμου δ ' Ἁλαιεύς ἐστιν . ἓν γὰρ τοῦτό μοι τὸ λοιπόν ἐστι
6433919 Πολυευκτος
τῇ πήρᾳ , καθά φησιν Ὀλυμπιόδωρος ὁ Ἀθηναίων προστατήσας καὶ Πολύευκτος ὁ ῥήτωρ καὶ Λυσανίας ὁ Αἰσχρίωνος . ἐπιστείλας δέ
δραχμῶν ὡς δικαίως καὶ προσοφειλομένων ἀπετίμησέ μοι τὴν οἰκίαν ὁ Πολύευκτος , αὐτὸς οὗτός μοι μαρτυρεῖ καὶ ἡ τούτου γυνὴ
6391296 Διοτιμος
ὡς ἂν μὴ ἀπολίποιντο τὰς κρείσσω τριήρεις ἔχοντες . Ὅτι Διότιμος καταπλεύσας νυκτὸς ἐς χωρίον τῆς πολεμίας ἀφ ' ἑκάστης
οὓς οὐδ ' ὑμᾶς ἀγνοήσειν οἴομαι , ἐὰν ἀκούσητε , Διότιμος Διοτίμου Ἰκαριεύς , Ἀρχεβιάδης Δημοτέλους Ἁλαιεύς , Χαιρήτιος Χαιριμένους
6389577 Πολυπερχων
. ὁ δὲ Νικάνωρ ἀκούων ὅτι μέλλουσιν οἱ βασιλεῖς καὶ Πολυπέρχων κατάγειν εἰς Μακεδονίαν τὴν Ὀλυμπιάδα καὶ τοῦ τε παιδίου
ἑαυτοῦ πόλιν ἔκτισεν ἐπὶ τῆς Παλλήνης . κʹ . Ὡς Πολυπέρχων ἀπογνοὺς τὰ πρὸς τοὺς βασιλεῖς ἔφυγεν εἰς τὴν Αἰτωλίαν
6382538 Θριασιος
καὶ ἐκβάντες ἠριστοποιούμεθα , προσέρχεταί μοι τῶν ναυτῶν Καλλικλῆς Ἐπιτρέφους Θριάσιος , λέγων ὅτι βούλοιτό μοι διαλεχθῆναι ἐμόν τι πρᾶγμα
θῆκεν χαμαί . Κράτης πατρὸς μὲν ἦν Ἀντιγένους Ἀθηναῖος , Θριάσιος δὲ τῶν δήμων , ἀκροατὴς ἅμα καὶ ἐρώμενος Πολέμωνος
6373246 Ἀναξαρχος
, τὴν δ ' ἑρμηνείαν ἁπλῆν καὶ σεμνήν . “ Ἀνάξαρχος Ἀβδηρίτης . οὗτος ἤκουσε Διογένους τοῦ Σμυρναίου : ὁ
θεμιτὸν ἦι καὶ δίκαιον ; τοιούτοις τισὶ λόγοις χρησάμενος ὁ Ἀνάξαρχος τὸ μὲν πάθος ἐκούφισε τοῦ βασιλέως , τὸ δὲ
6325825 διορθουμενος
ἐκτός . εἰ οὖν βουλεύοιντο κτλ . λεληθότως ὁ Σωκράτης διορθούμενος Ἀλκιβιάδην παράδειγμα τὴν γυμναστικὴν φέρει ἔχουσαν διαφορὰν τό τε
ἡγεμονίαν ὁ ἀδελφὸς Φάυλλος . οὗτος δὲ τὴν γεγενημένην συμφορὰν διορθούμενος μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε , διπλασιάσας τοὺς εἰωθότας μισθούς
6323189 Περσαιος
ἐνενήκοντα βιοὺς ἔτη κατέστρεψεν , ἄνοσος καὶ ὑγιὴς διατελέσας . Περσαῖος δέ φησιν ἐν ταῖς ἠθικαῖς σχολαῖς δύο καὶ ἑβδομήκοντα
καθά φησι Χρύσιππος ἐν τῷ τετάρτῳ τῶν Ἠθικῶν ζητημάτων καὶ Περσαῖος καὶ Ζήνων . εἰ γὰρ ἀληθὲς ἀληθοῦς μᾶλλον οὐκ
6300495 Ἱππονικου
ἐν Μαραθῶνι μάχην ἐνίκησαν . Ὅτι Περικλέα καὶ Καλλίαν τὸν Ἱππονίκου καὶ Νικίαν τὸν Περγασῆθεν τὸ ἀσωτεύεσθαι καὶ ὁ πρὸς
καὶ λάβοις τί κα . πρώιην γοῦν παρὰ Καλλίαι τῶι Ἱππονίκου ποιούμενος ἐπίδειξιν τοσάδε τοῦ ζῆν κατεῖπεν , ὥστε ἔγωγε
6293399 Καικιλιος
ἐπισκεψώμεθα , τοσοῦτον προειπόντες , ὅτι τῶν πέντε μορίων ὁ Καικίλιος ἔστιν ἃ παρέλιπεν , ὡς καὶ τὸ πάθος ἀμέλει
τῶν ὑπερβατῶν ἐκπίπτῃ . Καὶ τὸ τῆς ἀφαιρέσεως σχῆμα ὁ Καικίλιος εἰσάγει : λέξεως γὰρ ἀφαίρεσιν τοῦτό φησι καὶ λέγει
6283120 Ἑρμοδωρος
καὶ ἀπόκρισιν τοὺς λόγους διατίθεσθαι . πρὸς τοῦτόν φησιν ὁ Ἑρμόδωρος ἀφικέσθαι Πλάτωνα καὶ τοὺς λοιποὺς φιλοσόφους μετὰ τὴν Σωκράτους
δὲ ὡς πρώτην αὐτὴν ἀρχὴν οὐκ ἀξιοῖ λέγειν , ἐδήλωσεν Ἑρμόδωρος ὁ τοῦ Πλάτωνος ἑταῖρος ἐν τῷ περὶ Πλάτωνος βιβλίῳ
6282930 Φανιας
, ἀφάκη δὲ προβάτων . ” . / . : Φανίας δέ φησιν οἰναρίζειν τὸ περιαιρεῖν τῶν οἰναρεῶν καὶ τρυγᾶν
ἀμπέλου . οἰναρέοισι : κυρίως τὰ φύλλα τῆς ἀμπέλου . Φανίας δέ φησιν οἰναρίζειν τὸ περιαιρεῖν τῶν οἰνάρων καὶ τρυγᾶν
6278233 Παμφιλος
ΟΙΝΙΣΤΗΡΙΑ . οἱ μέλλοντες ἀποκείρειν τὸν σκόλλυν ἔφηβοι , φησὶ Πάμφιλος , εἰσφέρουσι τῷ Ἡρακλεῖ μέγα ποτήριον πληρώσαντες οἴνου ,
καὶ Κλείταρχος τοὺς Αἰολεῖς φασιν οὕτω καλεῖν τὸ ποτήριον . Πάμφιλος δὲ τὸ [ ποτήριον ] θερμοποτίδα καλούμενον τὴν κελέβην
6261604 Μενιππος
δέ τις καὶ ἄλλη ὄρχησις κόσμου ἐκπύρωσις , ἧς μνημονεύει Μένιππος ὁ κυνικὸς ἐν τῷ Συμποσίῳ . καὶ γελοῖαι δ
καὶ οὕτω ποιήσωμεν . Οὑτοσὶ τίς ὁ πρῶτός ἐστιν ; Μένιππος ἔγωγε . ἀλλ ' ἰδοὺ ἡ πήρα μοι ,
6257318 Πολιτειαν
Πλάτων ἠγνόησεν : δύο γὰρ διαλόγους γράψας , Εὐθύφρονα καὶ Πολιτείαν , τὸν μὲν Εὐθύφρονα ἐπέγραψεν “ Εὐθύφρων ἢ περὶ
' αὑτοῖς , ὡς καὶ Ἀριστοτέλης φησὶ γράφων τὴν Ὀρχομενίων Πολιτείαν . τὰ μὲν οὖν κατὰ τὴν Ἄσκρην ταῦτα .
6249216 Ἑρμιππος
ἐν Τροφωνίῳ καὶ Καλλίας ἢ Διοκλῆς ἐν Κύκλωψι καὶ Εὔπολις Ἕρμιππός τε ἐν τοῖς Ἰάμβοις . τὸ δὲ καλούμενον κατακτὸν
Ἀθήνησι καὶ οἱ Χαρώνδου νόμοι παρ ' οἶνον , ὡς Ἕρμιππός φησιν ἐν ἕκτῳ περὶ νομοθετῶν . . . .
6243200 συγγραψαμενος
καίτοι γε μύθους τὰ πάντα σχεδὸν καὶ τοιαύτην τινὰ ἱστορίαν συγγραψάμενος . ἀλλ ' οὐ μόνον ἡ ἔννοια ἱκανὴ λόγων
Τραιανοῦ ὁ σοφώτατος Ἀρειανὸς ὁ χρονογράφος ἐξέθετο , ἱστορήσας καὶ συγγραψάμενος πάντα ἀκριβῶς . . . . [ . .
6224621 Τιμαρχος
εὐθυδικίαν ἔχειν , παραγραφὴν δὲ ἡ μετάληψις : οἷον ἐγράψατο Τίμαρχος Αἰσχίνην παραπρεσβείας : καὶ παραγράφεται αὐτὸν κατὰ τὸν νόμον
δύναται , μὴ πρότερον ἀπολογησάμενος : καὶ ὅτι μὲν ὁ Τίμαρχος κατηγόρησε , παντί τῳ δῆλον : ἔκ τε τῶν
6223609 Καρνεαδης
ἢ τῶν ὑπό του βεβαίως γιγνωσκομένων καταφρονεῖν . ὁ γοῦν Καρνεάδης οὐδὲ τοῦτο τὸ πάντων ἐναργέστατον συγχωρεῖ πιστεύειν , ὅτι
δ ' οὖν καὶ ὁ Νουμήνιος περὶ αὐτοῦ ταῦτα . Καρνεάδης δ ' ἐκδεξάμενος παρ ' Ἡγησίνου χρεὼν φυλάξαι ὅς
6219515 Ἱερωνυμος
] πάθος μήθ ' ὑπόκρισιν δυναμένου φέρειν . . : Ἱερώνυμος δὲ ὁ φιλόσοφός φησιν ἀναγνῶναι μὲν ἄν τινα δυνηθῆναι
ἐποίησε . Διάφορα δὲ ὅμως ἐστὶ καὶ ταῦτα , ὡς Ἱερώνυμος ὁ Καρδιανὸς ἔγραψε : ἀνδρὶ γὰρ βασιλεῖ συνόντα ἀνάγκη
6184180 Σαλουιος
. , . . ) Ὁ δὲ τὴν Μοργαντίνην πολιορκήσας Σάλουιος , ἐπιδραμὼν τὴν χώραν μέχρι τοῦ Λεοντίνου πεδίου ,
κηρύγματος φιλανθρωπίαν , ἑάλωσαν δὲ περὶ τετρακισχιλίους . ὁ δὲ Σάλουιος , πολλῶν πρὸς αὐτὸν ἀπὸ τοῦ κατορθώματος συρρεόντων ,
6181247 Εὐφρων
τοῦ βίου συνῆψέ τις μόνοις ἀνάγκης θεσμὸς οὐχ ὁρώμενος . Εὔφρων δέ , οὗ καὶ πρὸ βραχέος ἐμνήσθην , ἄνδρες
κρέας : Μητρᾶς ὁ Χῖός ἐστι τῷ δήμῳ φίλος . Εὔφρων δ ' ἐν Παραδιδομένῃ : οὑμὸς διδάσκαλος δὲ μήτραν
6154275 Φιλαν
. ἦν δὲ υἱὸς Δημητρίου τοῦ Πολιορκητοῦ καὶ γυναῖκα εἶχε Φίλαν τὴν Σελεύκου καὶ Στρατονίκης θυγατέρα . ἦν δὲ φιλόλο
Ἀρισταγόραν , ἐν Ἐλευσῖνι δ ' ἐν τοῖς ἰδίοις κτήμασι Φίλαν τὴν Θηβαίαν , εἴκοσι μνῶν λυτρωσάμενος . ἐποιεῖτό τε
6147171 Ὑστερον
ἄλλα πάντα διδάξαντα τοὺς Φοίνικας εὐαρεστῆσαι τῷ βασιλεῖ αὐτῶν . Ὕστερον δὲ Ἀρμενίους ἐπιστρατεῦσαι τοῖς Φοίνιξι : νικησάντων δὲ καὶ
αὕτη ἦν ἡ ξενοκτονία ἣν λέγει ὁ θεῖος Γρηγόριος . Ὕστερον δὲ ὁ Ὀρέστης δειματούμενος ὑπὸ τῶν Ἐρινύων , καὶ
6143998 Ἀριστονικος
γεννηθεῖσαι ἢ αἱ ἁπαλαὶ καὶ τελείως νέαι , μεταφορικῶς ὡς Ἀριστόνικος ἐν σημείοις . . . . . , .
ὕστερον τοῦ κατὰ Ἄφρων θριάμβου . Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον Ἀριστόνικος , ἐκ παλλακῆς παῖς Εὐμενοῦς , ὃς ἦν ἀδελφὸς
6138099 Κορινθιος
ἐστίν : Δείναρχος ὁ ῥήτωρ υἱὸς μὲν ἦν Σωστράτου , Κορίνθιος δὲ τὸ γένος , ἀφικόμενος δὲ εἰς Ἀθήνας ,
, οἱ περὶ τὸν Γλαῦκον . λέγεται δὲ καὶ οὗτος Κορίνθιος . πῶς δὲ Κορίνθιος ; οὐ μόνον ἡ τοῦ
6132217 Ἀντιφανους
περιφέρων ἀεὶ τοιαυτὶ βιβλία Ἀριστοφάνους καὶ Ἀπολλοδώρου καὶ Ἀμμωνίου καὶ Ἀντιφάνους , ἔτι δὲ Γοργίου τοῦ Ἀθηναίου , πάντων τούτων
Ῥόδου εἰς τὴν καλὴν Ἀλεξάνδρειαν μετήγαγε . διόπερ ἐκεῖνα τῶν Ἀντιφάνους ἐρεῖ τις εἰς αὐτόν : ἀεὶ δὲ πρὸς Μούσαισι
6130722 Λαμπροκλης
, αἳ δή τοι θέρεος καὶ χείματος ἄγγελοί εἰσι . Λαμπροκλῆς τέ φησιν : αἳ ποταναῖς ὁμώνυμοι πελειάσιν αἰθέρι κεῖνται
τῶν γειναμένων , οὔτ ' ἂν Σωκράτει πρὸ ὥρας ἐτελεύτησε Λαμπροκλῆς οὔτε Πεισιστράτου Ἱππίας διεδέξατο τὴν τυραννίδα . ἀλλ '
6126179 εἰσηχθη
. Εἰ γὰρ τοῖς ἀνδράσιν ἐκείνοις τότε τὰ ἐπιτήδεια μὴ εἰσήχθη , οὐ περὶ τοῦ σῷσαι τὰς Ἀθήνας ὁ κίνδυνος
δὲ φυλαὶ ἑκάστη εἰς τριττῦς , εἰς δὲ ἑκάστην τριττὺν εἰσήχθη γένη λʹ , οὐθὲν ἀφ ' αἵματος ἀλλήλοις προσήκοντες
6101717 Σωσικρατης
ὑπερπῖπτον τοῦ Σουνίου οὐ πολὺ πρὸς ἕω . Μέγεθος δὲ Σωσικράτης μέν , ὅν φησιν ἀκριβοῦν Ἀπολλόδωρος τὰ περὶ τὴν
τι ] Ὅτι Πρῶτοι οἱ Σωκρατικοὶ ἐπετήδευσαν οὕτως ὀμνύναι . Σωσικράτης γὰρ ἐν τῷ βʹ τῶν Κρητικῶν οὕτως φησί :
6101121 Ὀτυς
οὖν ταῦτα μόνον ἐρρήθη περὶ τοῦ γάμου . ἐπεὶ δὲ Ὄτυς ἔμελλεν ἀπιέναι , ἦλθε πρὸς τὸν Ἀγησίλαον ἀσπασόμενος :
γυναῖκα εἰς τὸν σὸν οἶκον προπέμψειαν ἄν ; καὶ ὁ Ὄτυς ἐπήρετο : Δοκοῦντα δ ' , ἔφη , ὦ
6095682 Ἠκμαζε
δὲ πατήσῃ , ἐξ Ἀκραγαντίνων κάτθαν ' ἐνὶ τριόδῳ . Ἤκμαζε δὲ καὶ κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν Ὀλυμπιάδα , καὶ αὐτοῦ
ὕβριν , ἥδε Σόλωνα τόνδε τεκνοῖ Σαλαμὶς θεσμοθέτην ἱερόν . Ἤκμαζε μὲν οὖν περὶ τὴν τεσσαρακοστὴν ἕκτην Ὀλυμπιάδα , ἧς
6095644 Συρακουσιος
, συνετοὺς δέ τινας καὶ νομοθετικούς . Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος [ ] ὁμιλίαν αὐτῶν ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλωι , ἧι
δέ φησι Δίδυμος τούτους : τότε γὰρ ὁ Ἱέρων ἦν Συρακούσιος καὶ οὐδὲ ἦν Αἰτναῖος , ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος .
6094500 πριαμενου
; ἀλλὰ μὴν τὸ μὲν ἐπίληπτον ἀνδράποδον οὐ προσαπολλύει τοῦ πριαμένου τὴν οὐσίαν : ὁ δὲ Μίδας , ὃν σύ
ἀπὸ τοῦ συμφέροντος ἐμπεσεῖν . Φιλάργυρος πωλήσας χωρίον , τοῦ πριαμένου αὐτὸ θησαυρὸν εὑρόντος , ἑαυτὸν προςαγγέλλει . Σκοπός ἐστι
6093053 Ἀθηναιος
ψεῦδος ὄν . ΑΙΣΧΙΝΗΣ ὁ ῥήτωρ τὸ μὲν γένος ἦν Ἀθηναῖος , τῶν δήμων Κοθωκίδης , υἱὸς δ ' Ἀτρομήτου
ποτεὀψὲ λέγω ; χθὲς μὲν οὖν καὶ πρώην ἅμ ' Ἀθηναῖος καὶ ῥήτωρ γέγονεν , καὶ δύο συλλαβὰς προσθεὶς τὸν
6083977 Θεοδοσιος
βουλὴν ἑτέρῳ κατεγγυηθῆναι οἷόν τε ἦν . ἐδήχθη τε ὁ Θεοδόσιος τὸν θυμὸν καὶ δημοσίαν τὴν τῆς κόρης οὐσίαν ποιεῖ
τέλους ὁ τόνος . προπερισπᾶται γὰρ παρακείμενος ὤν . ὁ Θεοδόσιος ἀπὸ τοῦ ἐῶ φησιν αὐτό : εἰ γὰρ ἦν
6081725 Κλειταρχον
Πορθμοῦ καὶ τρεῖς κατέστησε τυράννους , Ἵππαρχον , Αὐτομέδοντα , Κλείταρχον : καὶ μετὰ ταῦτ ' ἐξελήλακεν ἐκ τῆς χώρας
Φιλιστίδην τύραννον , εἶτα κόμμα πάλιν ἐν δ ' Ἐρετρίᾳ Κλείταρχον ἢ κῶλον ἐπῳδῷ ἴσον . καὶ διόλου τὸ πνεῦμα
6076768 προστηναι
. φησὶν οὖν μετὰ τὴν κατάλυσιν τῆς Ἀσσυρίων ἡγεμονίας Μήδους προστῆναι τῆς Ἀσίας , Ἀρβάκου βασιλεύοντος τοῦ Σαρδανάπαλλον καταπολεμήσαντος ,
ἐπέστω συχνά . Ὅ τι δ ' ἂν μὴ δύνηται προστῆναι , ἡ σὰρξ ὑγρὴ ἐοῦσα αἰτίη ἐστίν : ταύτην
6075236 Φορμιων
, ἵνα εἰδῆτε ὅτι μεγάλων ἀδικημάτων οὐκ ἔχων καταφυγὴν ὁ Φορμίων , πρόφασιν λαβὼν λόγῳ τὴν πρόκλησιν , ἔργῳ αὐτὸς
ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται . Μέγα , ὦ Φορμίων , γλωττόκομον , οὐκ ὀφθαλμιῶ . Ὀλίγαις ἐραστὴς γέγον
6064418 Καλχηδονιος
καὶ ἐπὶ τρυφῇ καὶ μαλακίᾳ διαβοήτου γενομένου ἱστορεῖ Νίκανδρος ὁ Καλχηδόνιος ἐν τετάρτῳ Προυσίου Συμπτωμάτων . ΡΕΟΝΤΑ . οὕτως ποτήριά
δὲ τὸν ὑπὸ σελήνην , κτλ . Ξενοκράτης δὲ ὁ Καλχηδόνιος , τὸν μὲν ὕπατον Δία , τὸν δὲ νέατον
6058478 παρῳδων
, ᾧ καὶ τεθνειῶτι λαλεῖν πόρε Περσεφόνεια . πολλοὶ δὲ παρῳδῶν ποιηταὶ γεγόνασιν : ἐνδοξότατος δ ' ἦν Εὔβοιος ὁ
λεγομένῳ τούτῳ ἐχρήσατο Δημοσθένης . διόπερ καὶ ἐν τοῖς Φιλιππικοῖς παρῳδῶν τὴν παροιμίαν φησὶ διαφέρεσθαι τοὺς Ἀθηναίους περὶ τῆς ἐν
6057408 Μενεστρατος
ἐχαλκούργησεν μηδὲν εἰποῦσαν διὰ τῶν ποιημάτων χρήσιμον , Λεαρχίδα δὲ Μενέστρατος , Σιλανίων δὲ Σαπφὼ τὴν ἑταίραν , Ἤρινναν τὴν
, ἀλλ ' ἔλεγχος . καὶ ἃ κατὰ ἀπόντων ἐβλασφήμησε Μενέστρατος , ἀνεγινώσκετο καὶ ἐπιστεύετο καὶ ἐκαλεῖτο πάλιν ὁ μόλυβδος
6047435 ἐπιμνησθεις
, . Σωσικλῆς δ ' ὁ ποιητής , τοῦ Ἐμπεδοκλέους ἐπιμνησθεὶς εἰρηκότος ἐν τῆι καθόλου μεταβολῆι γίγνεσθαι ζωρά τε τὰ
ἔχων σοι , ὦ ἑταῖρε , καταριθμήσασθαι , ὀλίγων ὅμως ἐπιμνησθεὶς ἐπὶ τὴν ἑτέραν ὑπόσχεσιν ἤδη μετελεύσομαι , τὴν συμβουλὴν
6046587 Ἀρκεσιλαος
πρὸς δὲ Ἐπίκουρον οὐ παρόντα . Τί γάρ ἐστιν ὁ Ἀρκεσίλαος , τί δὲ ὁ Ἐπίκουρος , ἢ τί ἡ
Ἀκαδημαϊκῆς μὲν οὖν τῆς ἀρχαίας προέστη Πλάτων , τῆς μέσης Ἀρκεσίλαος , τῆς νέας Λακύδης : Κυρηναϊκῆς Ἀρίστιππος ὁ Κυρηναῖος
6045492 Ἀλωπεκηθεν
σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν , ὃς ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀπέθανεν , ὅτε ἡ ναυμαχία
καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς ἄλλα τ ' ἐδημηγόρει παρ '
6032631 μηχανικος
καὶ μερικὰ καὶ ἔξωθεν , ὥσπερ ὁ πολιτικὸς καὶ ὁ μηχανικὸς καὶ οἱ κατὰ μέρος τεχνῖται . τούτοις γὰρ ἡ
τῶν οὐρανίων : ⌈ ἀλλὰ καὶ ⌈ γεωμέτρης ἄριστος ⌈ μηχανικὸς δὲ ἄκρος ] ἦν καὶ ⌈ μηχανικὸς πάνυ .
6032476 ὑπατευων
Λουπερκάλια ἐπὶ θρόνου χρυσέου , πρὸ τῶν ἐμβόλων , Ἀντώνιος ὑπατεύων σὺν αὐτῷ Καίσαρι καὶ διαθέων τότε γυμνὸς ἀληλιμμένος ,
σιωπώντων : οἳ καὶ πάντα , ὅσα διῴκησεν ὁ Σύλλας ὑπατεύων τε καὶ ἀνθυπατεύων , βέβαια καὶ ἀνεύθυνα ἐψηφίζοντο εἶναι
6024831 Ὡραπολλων
: αὕτη γὰρ ποιεῖ πάντα τὰ κτίσματα . . . Ὡραπόλλων : Φενεβύθεως , κώμης τοῦ Πανοπολίτου νομοῦ : γραμματικός
τῶι συνήθει [ καὶ ] χαρακτῆρι Φενεβηθίτης : οὕτω γὰρ Ὡραπόλλων ὁ φιλόσοφος ἐχρημάτιζεν . . . . : ἐν
6014588 ἐπιμελητης
; τούτου ἕνεκα κακὸς ἦν Περικλῆς ; Ὄνων γοῦν ἂν ἐπιμελητὴς καὶ ἵππων καὶ βοῶν τοιοῦτος ὢν κακὸς ἂν ἐδόκει
τοῖς ἐναντία θέλουσιν ἐν τῇ πόλει . Ἡγεμὼν δὲ καὶ ἐπιμελητὴς αὐτῶν ἔστω τά τε ἄλλα φρόνιμος καὶ εὔρωστος ,
6012029 Ἐλατειαν
πάντ ' εἶναι στρατιωτικὰ Δημοσθένους γράψαντος . Φιλίππου δὲ καταλαβόντος Ἐλάτειαν καὶ Κυτίνιον καὶ πρέσβεις πέμψαντος εἰς Θήβας * Θετταλῶν
Θηβαίους αὐτὸν ὑπόπτως ἔχειν , καὶ λογοποιοῦσιν περιιόντες τινὲς ὡς Ἐλάτειαν τειχιεῖ . ὁ δὲ ταῦτα μὲν μέλλει καὶ μελλήσει
6011659 Ἁλικαρνασον
' ἐκ τοῦ ζῆν καὶ τούτου κατεῖχεν ὁ σατράπης τὴν Ἁλικαρνασὸν ἔχων Ἄδαν γυναῖκα , ἥτις θυγάτηρ ἦν Πιξωδάρου ἐξ
διαδεξάμενος . Ἄνθης δ ' ὁ προ - κατέχων πλεύσας Ἁλικαρνασὸν ἔκτισεν : ἐροῦμεν δ ' ἐν τοῖς Καρικοῖς .
6010650 Δεινων
τὴν τῆς ἡδυπαθείας ἀπόλαυσιν . Κατεσκευάζετο γὰρ , ὥς φησι Δείνων , ἐκ σμύρνης καὶ τοῦ καλουμένου λαβύζου . Εὐώδης
, δοῦναι δὲ τῆι Στατείραι τὸ πεφαρμαγμένον . ὁ δὲ Δείνων οὐ τὴν Παρύσατιν ἀλλὰ τὸν Μελάνταν τέμνοντα τῶι μαχαιρίωι
6001932 Λασος
: ἔστησε δὲ αὐτὸν πρῶτος Ἀρίων ὁ Μηθυμναῖος , εἶτα Λάσος ὁ Ἑρμιονεύς . ἄλλως . ὁ λόγος ἐρωτηματικὸς ,
' ἐστίν . ἀναγκαῖον δὲ τὸν βουλόμενον μὴ πάσχειν ὅπερ Λάσος τε καὶ τῶν Ἐπιγονείων τινὲς ἔπαθον , πλάτος αὐτὸν
5999816 ἐπισημοτατος
: οὗτος ἦν ἐπὶ Ἰοβιανοῦ τοῦ βασιλέως διὰ φιλοσοφίαν πᾶσιν ἐπισημότατος . Πατρίκιος : οὗτος ἤκμασεν ἐπὶ Ἰοβιανοῦ βασιλέως :
ἐν τῷ δέοντι τόπῳ . Ὁ δὲ παρ ' Αἰγυπτίοις ἐπισημότατος Μανεθῶ περὶ τῶν αὐτῶν λʹ δυναστειῶν γράψας ἐκ τούτων
5994119 Ἀλκιβιαδης
Ἀθηναίοις , βοηθεῖν δὲ οὐ προθύμων ὄντων , παρελθὼν ὁ Ἀλκιβιάδης παρώξυνέ τε τοὺς Λακεδαιμονίους καὶ ἐξώρμησε λέγων τοιάδε .
δὲ κατατρωθέντες συνέφυγον εἰς τὴν πόλιν . μετὰ δὲ ταῦτα Ἀλκιβιάδης μὲν εἰς Ἑλλήσποντον καὶ Χερρόνησον ἐξέπλευσε , βουλόμενος ἀθροῖσαι
5985158 συνταξαμενος
Φθίας χώρας στρατηγὸν γενναῖον , Ἡρακλέα τὸν λεγόμενον Πολύφημον , συνταξάμενος διδόναι αὐτῷ τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα τὴν Δηιάνειραν . Ὅστις
ὑπερέβη , τὰ δ ' ἀπὸ τῆς Ἡρακλειδῶν καθόδου πραχθέντα συνταξάμενος ταύτην ἀρχὴν ἐποιήσατο τῆς ἱστορίας . ὁμοίως δὲ τούτωι
5981961 Δεινιας
καὶ πρὸς οὐδὲν ἐνεδέησεν . ἐπεὶ δὲ ἤδη ἔφευγεν ὁ Δεινίας , οὐδὲ τότε ἀπελείφθη τοῦ ἑταίρου , καταδικάσας δὲ
. οἱ Κραννώνιοι τὴν φυλακὴν τῆς πόλεως ἀπεμίσθουν . ὁ Δεινίας ἐμισθώσατο καὶ μέχρι τριῶν ἐτῶν ἀκριβεστάτην ἐποιεῖτο τὴν φυλακὴν
5969571 Πυθοδωρος
στοιχεῖα , Κάδμος δὲ ἤγαγεν αὐτὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα . Πυθόδωρος δὲ [ ὡς ] ἐν τῶι Περὶ στοιχείων καὶ
Θουκλέους ἐπὶ τῶν πλειόνων νεῶν ἀποπέμψειν ἔμελλον . ὁ δὲ Πυθόδωρος ἤδη ἔχων τὴν τοῦ Λάχητος τῶν νεῶν ἀρχὴν ἔπλευσε
5963318 Μυρωνιδου
οἵ τε πρεσβύτατοι καὶ οἱ νεώτατοι ἀφικνοῦνται ἐς τὰ Μέγαρα Μυρωνίδου στρατηγοῦντος . καὶ μάχης γενομένης ἰσορρόπου πρὸς Κορινθίους διεκρίθησαν
, ταύτην τὴν μαρτυρίαν παρέξομαι , ἀλλὰ καὶ ἐκμαρτυρίαν ἑτέραν Μυρωνίδου , ὃς ἦν τῶν δημοτῶν πρεσβύτατος . Καὶ οὗτος
5956891 ξυνελαβε
τούτους ἀπεσπούδαζε , τοὺς δέ γε Πυθαγορείους ἀρρήτῳ τινὶ σοφίᾳ ξυνέλαβε : διδάσκαλος μὲν γὰρ ἦν αὐτῷ τῶν Πυθαγόρου λόγων
ὡς εἰκός , οὗτος , ἡ τύχη δὲ οὐδὲ ἀγωνισαμένῳ ξυνέλαβε : πρὸς δὲ ἐκεῖνο τί ἐρεῖτε ; τὸν γὰρ
5953651 Λεωκρατης
ἐφ ' ὧν οὐδενὸς τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ παρέσχε τάξαι Λεωκράτης . ὧν εἰκὸς ὑμᾶς ἀναμνησθέντας τὸν μηδὲ συνεξενεγκεῖν μηδ
ἦν μοι τὸ συμβόλαιον : ἐπειδὴ δ ' ὅ τε Λεωκράτης ἐξεκεχωρήκει ὅ τε Πολύευκτος μοχθηρῶς εἶχεν , τηνικαῦτ '
5952716 περιπατητικος
ἂν ἐθέλωσιν εἶναι Πλατωνικοί . παραφέρεται δὲ καὶ Βοηθὸς ὁ περιπατητικὸς ἐκ τῶν παρὰ τῷ Ἀριστοτέλει κατηχήσεων εἰς ταὐτὸν ἄγων
Κυθήριον περὶ τὰ ὅμοια ἐσπουδακέναι . Φαινίας δ ' ὁ περιπατητικὸς ἐν δευτέρῳ περὶ ποιητῶν Στρατόνικος , φησίν , ὁ
5940072 λυρικος
, Σκαμανδρωνύμου , Μιτυληναία . Ἀνακρέων δέ , καὶ οὗτος λυρικὸς ποιητής , Σκυθίνου ἢ Παρθενίου , Τήϊος . οἱ
ὅτι πολλὰ ἔγραψε . . Ἴων Χῖος . τραγικὸς καὶ λυρικὸς καὶ φιλόσοφος , υἱὸς Ὀρθομένους , ἐπίκλησιν δὲ Ξούθου
5935985 Ἀρκτινος
ἐκεῖ κέκληται ὑὸς πτερωτῆς ὀνομαζόμενός τε καὶ ᾀδόμενος . : Ἀρκτῖνος Τήλεω , τοῦ Ναύτεω ἀπογόνου , Μιλήσιος , ἐποποιὸς
συχνοὶ , παλαιότατος δὲ , ὧν ἡμεῖς ἴσμεν , ποιητὴς Ἀρκτῖνος . Λέγουσι γοῦν ὧδε : Χρύσην τὴν Πάλλαντος θυγατέρα
5932398 Κλεοφων
πόλις νυνὶ πάσχει . 〛 τῶν πολεμικῶν ἀργαλέων . . Κλεοφῶν δὲ μαχέσθω : μαχέσθωσαν οὖν , φησὶ , Κλεοφῶν
. ἐπειδὴ γὰρ ἀπολομένων τῶν νεῶν ἡ μετάστασις ἐπράττετο , Κλεοφῶν τὴν βουλὴν ἐλοιδόρει , φάσκων συνεστάναι καὶ οὐ τὰ
5926823 ἐκομισεν
οὖν ἦν ἡ κομιδή ; πῶς δ ' ἂν εἷς ἐκόμισεν ; ἢ πολλοί ; πολλῶν γὰρ κομιζόντων πολλοὶ ἂν
εἶπε γὰρ ἄν τις αὐτῷ : τίνος χάριν τὴν ἐλαίαν ἐκόμισεν ; ἤδη γὰρ καὶ τότε τῶν βωμῶν τῷ πατρί
5926478 ἐλευθερωσας
γῆν τὴν Πλαταιῶν στρατεύοντες . Παυσανίας γὰρ ὁ Κλεομβρότου Λακεδαιμόνιος ἐλευθερώσας τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τῶν μήδων μετὰ Ἑλλήνων τῶν ἐθελησάντων
μὲν τὸν τύραννον μέλλοντα ἀνηκέστους συμφορὰς ἐπάγειν τοῖς ἀνθρώποις , ἐλευθερώσας δὲ τῆς ὠμοτάτης τυραννίδος Σικελίαν . ὅτι δὲ αὐτὸς
5922263 λαμπρυνομενος
' ἡμᾶς γεγονὼς αὐτὸς ἐκεῖνος ὁ ταῖς καθ ' ἡμῶν λαμπρυνόμενος δυσφημίαις ἐν οἷς ἐπέγραψε περὶ τῆς τῶν ἐμψύχων ἀποχῆς
τε καὶ προνοίας ἀξιούμενος , οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὑποσχέσεσι λαμπρυνόμενος , ἃς αὐτῷ Σέλευκος προὔτεινεν , εἰ τελευτήσειεν ὁ
5921834 Καλλιστρατος
Ἀμυθέωνι Δαμόστρατος , τοῦ πάππου τοὔνομ ' ἔχων , καὶ Καλλίστρατος καὶ Δεξίθεος . καὶ ὁ μὲν Ἀμυθέων ὁ τῆς
ἔνδοθεν τῶν Βορυσθενιτῶν πρὸς ἐμέ , ὥσπερ εἰώθεσαν : ἔπειτα Καλλίστρατος ἐφ ' ἵππου τὸ μὲν πρῶτον παρίππευσεν ἡμᾶς ἔξωθεν
5921571 Λαμαχος
” . μισολάμαχος ] μισοπόλεμος . φιλοπόλεμος γὰρ ἦν ὁ Λάμαχος στρατηγὸς ὤν . † ἀκολαμάχου † : ἀλλοτρία τῶν
ἀπὸ Παιήωνος , ἰατροῦ παλαιοῦ . ἕκαστον δὲ ὧν ὁ Λάμαχος λέγει τρέπει οὗτος εἰς παιδιάν . Παιώνια ] ἑορτὴ
5910470 συνηγορος
καλεῖται ἀλλ ' ἔτι μένει σύνθετον , ὡς ἐπὶ τοῦ συνήγορος εὐσυνήγορος , σύμβουλος εὐσύμβουλος , κένταυρος ἱπποκένταυρος : ἔστι
ὑπὲρ τοῦ δὴ ταῦτα καὶ τί τὸ ἀδίκημα ; ὁ συνήγορος , φησίν , οὐκ εἶπεν , ἥτις ἦν ἡ
5906981 Κατων
καὶ Ἴσιδος . πρὶν δὲ ὑπὸ Περσῶν ἀφανισθῆναι φησὶ † Κάτων , ὅτι τρισμυρίας τρισχιλίας κώμας εἶχε καὶ τριάκοντα ,
τούτοις τοῖς ἔργοις ἑκάτερος τῶν ὑπάτων ἐθριάμβευσεν . Ἐντεῦθεν Πόρκιος Κάτων καὶ Κύντος Μάρκιος Ῥὴξ δέχονται τὴν ἀρχὴν ἑξακοσιοστοῦ καὶ
5903779 παραλαβοντος
τις ἐπίσταιτο γεωμετρεῖν ἢ φιλοσοφεῖν . ὅθεν Φιλίππου τὴν ἀρχὴν παραλαβόντος Παρμενίδης αὐτὸν ἐν Ὠρεῷ λαβὼν ἀπέκτεινεν . Κάλλιππος δ
Διὸς ἐφαψαμένη τὴν ὀργὴν κατέπαυσε . Νυκτίμου δὲ τὴν βασιλείαν παραλαβόντος ὁ ἐπὶ Δευκαλίωνος κατακλυσμὸς ἐγένετο . τοῦτον ἔνιοι διὰ
5903045 Δημαρατος
ἐμὸς δ ' ἐχθρὸς καὶ ἀντίδικος ἐξ ἑτέρων συμβολαίων . Δημάρατος δὲ ὁ μετ ' αὐτοῦ Μνησιπτολέμῳ τῷ ἐγγυησα -
ἀγόμενος ὑπὸ τῆς μητρὸς , ἀπελύθη τῶν ἐγκλημάτων : ὡς Δημάρατος ἐν δευτέρῳ Ἀρκαδικῶν . . . . , :
5900505 ἠγγυατο
ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα μὲν γὰρ ἤγουν ὡμολόγει δώσειν , ἠγγυᾶτο δὲ ὁ λαμβάνων . ἡμέρα ἠοῦς διαφέρει . ἡμέρα
ἐγώ , ἔφης σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ
5899012 Νικοστρατος
Εὐριπίδῃ . οὐ Μενεκράτης μὲν ἔφασκεν εἶναι Ζεὺς θεός ; Νικόστρατος δ ' ἁργεῖος ἕτερος Ἡρακλῆς ; ἔνθ ' ὄνων
τῷ σκίμποδι κατακεῖσθαι σκύμνον , ἐφ ' ᾧ ἐκάθευδεν ὁ Νικόστρατος . Νικοστράτῳ μὲν δή , ὡς ηὐξήθη , καὶ
5898834 Περιανδρος
ῥητόρων ἀκούουσαν πολιτείαν ἀρίστην εἶναι . Τελευταῖος δὲ πάλιν ὁ Περίανδρος ἐπικρίνων ἔφη , δοκεῖν αὐτῷ πάντας ἐπαινεῖν δημοκρατίαν τὴν
. Λέγε θαρρῶν , ὡς ἔμοιγε οὔτε Κύψελός τις οὔτε Περίανδρος ἐν τοῖς ὠσὶν κάθηται . Σκόπει δὴ μεταξύ ,
5875733 μιμητικην
, τυρβασίαν δ ' ἐκάλουν τὸ ὄρχημα τὸ διθυραμβικόν , μιμητικὴν δὲ δι ' ἧς ἐμιμοῦντο τοὺς ἐπὶ τῇ κλοπῇ
καὶ ζωγραφεῖν καὶ ζῷα ποιεῖν : ἐρεῖς δὲ τὴν τέχνην μιμητικὴν ζῴων , ποιητικήν , ὁμοιωτικήν , καὶ τὸν ἄνδρα
5873487 Νικανορα
διόπερ ἑλόμενοι πρέσβεις τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν καὶ φιλίαν ἐχόντων πρὸς Νικάνορα Φωκίωνα τὸν Φώκου καὶ Κόνωνα τὸν Τιμοθέου καὶ Κλέαρχον
συμπτωμάτων ταπεινωθεῖσα . Ὀλυμπιὰς δὲ τούτων διαφθαρέντων ἀνεῖλε μὲν τὸν Νικάνορα τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κασάνδρου , κατέστρεψε δὲ τὸν Ἰόλλου
5871187 Τολμαιου
δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικόστρατος Διειτρέφους , Νικίας Νικηράτου , Αὐτοκλῆς Τολμαίου . Ἡ μὲν δὴ ἐκεχειρία αὕτη ἐγένετο , καὶ
ἑκάστοις ἐπὶ τὰ χωρία ταῦτα πολέμια ὄντα , Τολμίδου τοῦ Τολμαίου στρατηγοῦντος . καὶ Χαιρώνειαν ἑλόντες καὶ ἀνδραποδίσαντες ἀπεχώρουν φυλακὴν
5870848 Μαχων
κατὰ σπουδὴν γράψαι . περὶ δὲ Φιλοξένου τοῦ Κυθηρίου διθυραμβοποιοῦ Μάχων ὁ κωμῳδιοποιὸς τάδε γράφει : ὑπερβολῇ λέγουσι τὸν Φιλόξενον
πιθανὸν δὲ καὶ ἰδίως ἐπί τι τῶν ἐδεσμάτων ἀναφέρειν . Μάχων δ ' ὁ Σικυώνιος τῶν μὲν κατὰ Ἀπολλόδωρον τὸν
5870578 Πασιων
οὖν ὑμῖν ἀναγνώσεται τὰς συνθήκας , καθ ' ἃς ἐμίσθωσε Πασίων τὴν τράπεζαν τούτῳ καὶ τὸ ἀσπιδοπηγεῖον . καί μοι
ὑμῶν , λαβέ μοι ταυτασὶ τὰς μαρτυρίας , ὡς ἐγένετο Πασίων Ἀρχεστράτου . Εἶτα τὸν σῴσαντα μὲν ἐξ ἀρχῆς τὰ
5865050 Ἡφαιστιων
. χειροτονοῦνται δὲ δοκιμασθέντες ἁπάσαις κρίσεσιν , Προαιρέσιός τε καὶ Ἡφαιστίων καὶ Ἐπιφάνιος καὶ Διόφαντος , Σώπολις ἐκ τῆς παραβύστου
τῇ μεταξὺ τούτων τῶν ὑποκριτῶν περιόδῳ παράγραφος τίθεται , ὡς Ἡφαιστίων φησὶν , ἧς τὸ σχῆμα γραμμή τίς ἐστι βραχεῖα
5862326 χρηματιζων
δὲ αὐτῷ χρηματισμὸς πατρι - κὸς ἀρτιεπής , ἤγουν ἀληθῆ χρηματίζων , μετάλλασσέ τε αὐτόν , ἤτοι ἐζήτησε , τουτέστι
Ῥωμαίων ἔθει . ἐξ αὐτῆς ἦν Βεργίλιος ὁ ποιητὴς Μαντούτης χρηματίζων . ἔστι δὲ κατὰ συγκοπήν , ὡς τὸ Ζελείτης
5859934 Ἀρχελαος
τῶν πολεμίων . ἀντικαταστάντες δ ' ἀλλήλοις , ὁ μὲν Ἀρχέλαος ἐξέταττεν , ἐς μάχην αἰεὶ προκαλούμενος , ὁ δὲ
. καὶ δείσας ὁ Σύλλας , μὴ πάλιν αὐτὸν ὁ Ἀρχέλαος , οὐκ ἔχοντα ναῦς , ἐς Χαλκίδα ὡς πρότερον
5859513 Εὐβουλιδης
Δημοσθένης ἀκηκοέναι καὶ ῥωβικώτερος ὢν παύσασθαι . ὁ δ ' Εὐβουλίδης καὶ πρὸς Ἀριστοτέλην διεφέρετο , καὶ πολλὰ αὐτὸν διαβέβληκε
οἶκος . ἐκεῖνος γάρ , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὁ Εὐβουλίδης , ὁ τῷ Ἁγνίᾳ γένει ὢν ἐγγυτάτω , μάλιστα
5858600 Δαμων
. . . Ὄα . ὁ μέντοι δημότης Ὄαθεν λέγεται Δάμων Δαμωνίδου Ὄαθεν . καὶ γὰρ αὐτῶι μοι ἔναγχος ἄνδρα
Ὄψιμος , Κάλαϊς , Σελινούντιος Συρακούσιοι Λεπτίνης , Φιντίας , Δάμων Σάμιοι Μέλισσος , Λάκων , Ἄρχιππος , Ἑλώριππος ,
5857710 διαβληθεις
καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ Διόγνητος διαβληθεὶς μὲν ὑπὸ τῶν συκοφαντῶν φεύγων ᾤχετο , μετ '
χρόνῳ κριτέον τὴν εὔνοιαν . Ὁ βίος καθάπερ νόμισμα , διαβληθεὶς ἐν ἀρχαῖς ἀδόκιμος εἰς ἅπαντα γίνεται τὸν χρόνον .
5854740 ὑπερημερος
χρήσεται τῷ λόγῳ τὴν τύχην καταμεμφόμενος , ὅτι διὰ πενίαν ὑπερήμερος ἐγένετο . εἶτα χάριν ὁμολογήσαντι τῷ δαίμονι τῷ σώσαντι
ἀλλ ' εἴασε καταδικάσασθαι αὐτοῦ τὸν Ἀριστόδικον . ἐπεὶ δὲ ὑπερήμερος ἐγένετο , ἐξέτεισε τὴν δίκην , καθ ' ὅτι
5852999 φοιτητης
' αὐτῷ , παραγίνεται ἢ φοιτήσοι , ἔρχεται . , φοιτητὴς γενήσεται , παραγένηται , ἀπέρχηται , παραγίνεται , ἀπέρχεται
ἀπόδος καὶ γυναικὶ καὶ τέκνοις καὶ ἐμοὶ καὶ Ὀλυμπίοις . φοιτητὴς δὲ οὑμός , ὃν οἶσθα , θήγει μετὰ τῆς
5851942 δημαρχος
ἀνεπιτήρητον . διασύρει τοὺς δημάρχους ὡς καταφρονοῦντας τῶν Ἀθηναίων . δήμαρχός τις ] ἤγουν ἡ μέριμνα τῶν χρεῶν . καταδαρθεῖν
Παῦλος καὶ Κλαύδιος Μάρκελλος , ἀνεψιὸς τοῦ προτέρου Μαρκέλλου , δήμαρχός τε Κουρίων , ἐχθρὸς ὢν καὶ ὅδε τῷ Καίσαρι
5850361 Ταρσευς
, ὄγδοος γεωμετρικὰ γεγραφώς , ἔνατος ἐπιγραμμάτων ποιητής , δέκατος Ταρσεὺς φιλόσοφος Ἀκαδημαϊκός . Κράντωρ Σολεὺς θαυμαζόμενος ἐν τῇ ἑαυτοῦ
Περὶ ἀμφιβολιῶν , Ἐπιστολάς . Χρύσιππος Ἀπολλωνίου Σολεύς , ἢ Ταρσεὺς ὡς Ἀλέξανδρος ἐν Διαδοχαῖς , μαθητὴς Κλεάνθους . οὗτος
5848222 ἐξεπολιορκησεν
ἀποστάντων Ἀντιπάτρου καὶ Κλονίου καὶ Ἀερόπου , τούτους καταλαβομένους Λαοδίκειαν ἐξεπολιόρκησεν . καὶ χρησάμενος μεγαλοψύχως αὐτοῖς ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων :
Ὡς τὴν Ἄορνον καλουμένην Πέτραν , ἀνάλωτον ἀεὶ γεγενημένην , ἐξεπολιόρκησεν . λϚʹ . Ὡς Ταξίλην μὲν τὸν βασιλέα τῶν
5846082 Σωσθενης
εἰς τὰς ἀλλοτρίας μὴ ἐνυβρίζῃ γυναῖκας . ” Καὶ ὁ Σωσθένης σπουδάσας εἶπε : “ Παίζεις ; ” “ Ποῖ
τινι τῶν Θερσάνδρου χωρίων . ὅπως δὲ τὴν ἐλευθέραν ὁ Σωσθένης εἶχε δούλην ἢ τίς ἡ κοινωνία τοῖς λῃσταῖς πρὸς

Back