: καὶ τὸ οἰκειωθῆναι φιλοσοφίᾳ καὶ τὸ ἀκοῦσαι πρῶτον μὲν Βακχείου , εἶτα Τανδάσιδος καὶ Μαρκιανοῦ : καὶ τὸ γράψαι
ἐπὶ πάνθειον τελετὴν Σατύροις ἅμα πᾶσι θηροτύποις , εὔασμα διδοὺς Βακχείου ἄνακτος , σὺν Βάκχαις Λήναια τελεσφόρα σεμνὰ προπέμπων ,
6615916 Πινδαρου
διαφέρουσιν , καθὼς Δίδυμος ἐν Ὑπομνήματι τῷ πρώτῳ τῶν παιάνων Πινδάρου φησίν : καὶ τὸν τρίποδα ἀπὸ τούτου Θηβαγενεῖς πέμπουσι
, ὡς καὶ Χαμαιλέων ὁ Ἡρακλεώτης ἱστορεῖ ἐν τῶι Περὶ Πινδάρου , ὅταν ἡ πόλις εὔχηται περὶ μεγάλων τῆι Ἀφροδίτηι
5868535 βαρβιτον
ην [ ] Μήπω λιγυαχέα ? [ – – ] βάρβιτον : μέλλω [ πολυ˘ ] ? [ – –
' οὐ λήγει μελιτερπέος , ἀλλ ' ἔτ ' ἐκεῖνον βάρβιτον οὐδὲ θανὼν εὔνασεν εἰν Ἀίδῃ . Οὗτος ὁ τοῦ
5850312 Μουσων
τεσσαράκοντα ὄρος ἀπέχει τὸ Λιβήθριον , ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Μουσῶν τε καὶ νυμφῶν ἐπίκλησίν ἐστι Λιβηθρίων : καὶ πηγαὶτὴν
κρίσιν καὶ Ἀθηνᾶ λαμβάνει τὰ νικητήρια . . . Ἀλλὰ Μουσῶν χοροὶ καὶ Ἀπόλλωνος καθ ' ἁπαλῶν λειμόνων ἀθύρουσι .
5821389 Ὀρφεως
μόγις κηλουμένων βίᾳ ᾑτινιοῦν : φασὶ γὰρ καὶ δρῦν ἐρασθῆναι Ὀρφέως ᾠδῆς ἕνεκεν . Καρκίνος ὀρθὰ βαδίζειν οὐ μεμάθηκεν :
τῶι περικειμένωι τὴν τοῦ Κερβέρου προτομήν . τοῦ δ ' Ὀρφέως τοῦτο καταδείξαντος παρὰ τοῖς Ἕλλησι τὸν Ὅμηρον ἀκολούθως τούτωι
5660230 Ἀλκινου
τέμνειν χάρακας ἐκ τοῦ τε Διὸς τοῦ τεμένους καὶ τοῦ Ἀλκίνου : ζημία δὲ καθ ' ἑκάστην χάρακα ἐπέκειτο στατήρ
καλινδουμένους καὶ τερπνὸν ἔχοντας οὐδέν . ἡμῖν δὲ καὶ τοῦ Ἀλκίνου κήπου καὶ τοῦ χρυσᾶ μῆλα φέροντος , ἐφ '
5626888 χορον
ἔσχατα τυγχάνων τῆς γῆς , εἰκότως ἐξ Ὠκεανίδων νυμφῶν εἰσάγει χορὸν ὁ ποιητὴς παραμυθησόμενον τὸν Προμηθέα ἐπὶ τοῖς συμβᾶσιν αὐτῷ
φυλῇ γέρας ὑπῆρχε τὸ μὴ κρίνεσθαι τὸν 〚 αὐτῆς 〛 χορὸν ἔσχατον . [ Ὃ ] μὲν οὖν ἔφη *
5568224 Ἡσιοδου
τὸν Προμηθέα , οὐ δεῖ πιστεύειν αὐτῷ εἰς τὸ ἐναντίον Ἡσιόδου : εὕρηται γὰρ ὅτι οἱ ποιηταὶ ἀλλήλους καταβάλλονται .
οὐσίαν κατηνάλωσε θεραπεύων τοὺς ἐν τῇ πολιτείᾳ , καὶ καταδυναστεύων Ἡσιόδου , καὶ πολλὰ παρενοχλῶν ἐζημίου πρὸς ἄρχοντας καὶ κριτήρια
5445396 Ὁμηρου
δόξαν ἀνακεῖσθαι : καὶ τόν γε πρεσβύτερον οὐ πόρρω τῶν Ὁμήρου γεγονέναι χρόνων . . . , : τελευτῆσαι δ
μὲν ὅσα ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ μέτρου καταμετρεῖται , ὡς τὰ Ὁμήρου καὶ τῶν ἐποποιῶν ἔπη : καταχρηστικῶς δὲ κἂν ὑπὸ
5435757 Ὀλυμπιαν
συλλαβῇ . τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος : Ἀρχίλοχος ἐλθὼν εἰς Ὀλυμπίαν μέλος ἐποίησεν εἰς Ἡρακλέα ἔχον οὕτως : τήνελλα καλλίνικε
ὡς γένος τε εἴη Μιλήσιος καὶ Ἰώνων ἀναθείη πρῶτος ἐς Ὀλυμπίαν εἰκόνα . τούτου μὲν δὴ Πολύκλειτος τὸν ἀνδριάντα εἰργάσατο
5421401 Εὐριπιδου
τὴν σπάθην ἐπὶ τοῦ ξίφους εἰρήκασιν , εὕροις ἂν ἐν Εὐριπίδου Εὐρυσθεῖ σατυρικῷ : πᾶς δὲ φασγάνῳ ἐξεθέρισεν ὥστε πύρινον
Εὐριπίδου . καὶ Εὔβουλος ἐν Διονυσίῳ [ . ] : Εὐριπίδου δ ' “ ἔσωσά ς ' , ὡς ἴσασιν
5391908 ἐποιηθη
Κυζικηνοῖς ἐπιδεῖξαι κατὰ τὴν τοῦ ἐνυπνίου φήμην : ὥστε καὶ ἐποιήθη οὕτω παρὰ τὴν ὁδὸν τὰ εὑρισκόμενα ἀεὶ ἀναλαμβάνοντι .
γὰρ δὴ καὶ ἠδίκουν . ἀπὸ ταύτης τῆς ζημίας ἀγάλματα ἐποιήθη : καὶ τὸ μὲν ἐν τῷ Ἠλείων ἀνάκειται γυμνασίῳ
5369531 ὁμαιμου
τὴν ἐπιβουλὴν καὶ ἐνέδραν ὑπὸ φθόνου φαίνεται συντεθεικὼς κατὰ ἀνδρὸς ὁμαίμου καὶ φίλου καὶ ἐπὶ τὸν αὐτὸν κίνδυνον ἐκπεπλευκότος :
; Μητρὸς δέ , τλῆμον , οὐκ ἐπαισχύνῃ γάμους οὔσης ὁμαίμου σῆς μ ' ἀναγκάζων λέγειν οἵους ἐρῶ τάχ '
5349279 μουσαν
συνεόρταζον ἄνθρωποι ταῖς οὐρανίαις δυνάμεσιν . εἰ γάρ τις τὴν μοῦσαν ἐκείνην , τὴν ἐκ παντὸς στόματος ὑφ ' ἓν
? [ δ ' ὀμφὴν ὁ ] λύρᾳ συνετὴν [ μοῦσαν ] ἀείσας ? ? ? θεσμῴδησεν ? [ ]
5340071 πενταετηριδ
μολὼν ὄχθῳ Κρόνου κάλλιον ἂν δηρῐώντων ἐνόστης ' ἀντιπάλων , πενταετηρίδ ' ἑορτὰν Ἡρακλέος τέθμιον κωμάσαις ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν
τὸν πρῶτον ἐνιαυτὸν καταριθμῶν ἀνέθηκε τὴν πρώτην Ὀλυμπιάδα . καὶ πενταετηρίδ ' ὅπως : θαυμαστικῶς λέγει : καὶ πενταετηρικὸν ὅπως
5338654 θεας
ἐσεβάσθη † μου ὁ τοῦ νοῦ ὀφθαλμὸς ὑπὸ τῆς τοιαύτης θέας . Οὐ γάρ , ὥσπερ ἡ τοῦ ἡλίου ἀκτίς
ἢ πετόμενον ἄνθρωπον ἢ λιθούμενον . καὶ τῷ ἔρωτι τῆς θέας ταύτης δοὺς ἐμαυτὸν περιῄειν τὴν πόλιν , ἀπορῶν μὲν
5322371 ὑμνησας
πάντως εὐδαίμονες . οὐκ ἀπὸ σκοποῦ μέντοι ταῖς τοσαύταις ἀρεταῖς ὑμνήσας τὸν ἄνθρωπον ἐπεῖπεν , ὅτι „ τέλειος ἦν ἐν
κατὰ τὴν φωνὴν ὀργάνου καὶ τὸν κόσμον καὶ τὸν δημιουργὸν ὑμνήσας , εὐδαίμονι καὶ μακαρίῳ βίῳ χρήσεται . ταῦτα ἐκ
5317359 ᾀσαι
ἀναμεῖναι οὐκ ἂν ὑπομείναι πολὺν χρόνον οὐθένα . καὶ οὔτε ᾆσαι οὔτε ῥῆσιν εἰπεῖν οὔτε ὀρχήσασθαι ἂν ἐθελήσειεν : δεινὸς
χθονὸς ἀναγορευθῆναι , καὶ πρὸς τοὺς θεοὺς ὕμνον καὶ εὐχὴν ᾆσαι τοιαύτην , δοίητέ μοι , θεοὶ , πορθῆσαι τὰς
5284546 καταρας
καὶ τῆς ἀνατροφῆς ἀφῆκε καὶ ἔπεμψε τοῖς τέκνοις ἀραίας καὶ κατάρας ἐπικότους καὶ ὀργίλους καὶ μανικὰς , ἀρὰς πικρονόμους ἢ
Θηβαίων πολέμου . . Ἐρινύος κλητῆρα ] τὸν καλεστὴν τῆς κατάρας . . ἐπειδὴ ἐπηράσατο ὁ Οἰδίπους τοῖς τέκνοις αὑτοῦ
5278225 ἀνεθηκα
τὴν ἐμὴν πατρίδα . ἐνταῦθα θεοῖς σωτῆρσιν ἔθυον καὶ ἀναθήματα ἀνέθηκα , μὰ Δί ' οὐκ ἐκ κυνὸς πρωκτοῦ ,
λόγον ὃν ὕφηνα μέν , οὐκ ἐπέδειξα δέ , φέρων ἀνέθηκα τῷ Διί , στύρακος ἅμα ὀσμῇ θεραπεύσας τὸν θεόν
5270014 Πολυδαμας
τοῦ γάμου τὴν συμμαχίαν . βουλευομένων τῶν Τρώων παραινεῖ δέχεσθαι Πολυδάμας ἀντιλέγοντος Πριάμου . μελετῶμεν τὸν Πολυδάμαντα . Ἔστι καὶ
ἀλλὰ φύσεώς τε καὶ μελέτης κατόρθωμα . ἀναστὰς οὖν ὁ Πολυδάμας ἀναμνήσει τοὺς Τρῶας ἣν ἔναγχος ἐποιήσατο συμβουλὴν περὶ τοῦ
5259111 Ἀσκληπιου
χρόνον , εἶτα ἀπελθὼν ἐν Περγάμῳ , ὡς δὴ τοῦ Ἀσκληπιοῦ πολὺ ἐκεῖσε φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως
Μίδου πλουσιώτεροι εἶεν . Πάνυ κομψούς , ἔφη , λέγεις Ἀσκληπιοῦ παῖδας . Πρέπει , ἦν δ ' ἐγώ ,
5253785 παραιτησαμενος
τοῦ εἰ ἔστιν ἄρξασθαι , ἀλλ ' ἐπειδὴ τοῦτο ἔφθη παραιτησάμενος , ἡνίκα ἔλεγεν τῶν μὲν βαθυτέρων ἀπέχομαι ζητημάτων καὶ
οὐκ ἐνδέχεταί ποτε τὸν εὐδαίμονα . τὸ γοῦν δύναμιν εἶναι παραιτησάμενος ζητεῖ ἐφεξῆς , εἴτε τῶν ἐπαινετῶν ἐστιν εἴτε τῶν
5252561 ᾀδων
ἐπιστήμην . οὐκ εἰκότως οὖν Μωυσῆς ἐπὶ τῇ τῶν ἀναβατῶν ᾄδων ἀπωλείᾳ τοῖς ἱππεῦσιν εὔχεται σωτηρίαν παντελῆ ; δύνανται γὰρ
σὺ ὁ δύστηνος ἐν Δελφοῖς καθέζῃ τὰ κενὰ καὶ μάταια ᾄδων ; τί δέ σου ὄφελος ἡμῖν ; τί δὲ
5249851 Πυθιαδος
. ἐξεῖναι δὲ βουλομένῳ φιλοσοφεῖν καὶ Ἀριστοτέλει τῷ Μητροδώρου καὶ Πυθιάδος υἱῷ καὶ μετέχειν τούτων : καὶ αὐτοῦ πᾶσαν ἐπιμέλειαν
αὐτῆς . Εἶθ ' ἑξῆς φησι : Μετὰ δὲ τὴν Πυθιάδος τῆς Ἑρμείου τελευτὴν Ἀριστοτέλης ἔγημεν Ἑρπυλλίδα Σταγειρῖτιν , ἐξ
5249744 Νυμφων
τὸ Στυγὸς ὕδωρ . Καλλίμαχος δ ' ἐν τῷ περὶ Νυμφῶν συγγράμματι καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ ὕδατος ἀφηγεῖται , λέγων
Ὕλαν καὶ Ἡρακλέα : τοῦ μὲν Ὕλα τὴν ὑπὸ τῶν Νυμφῶν ἁρπαγήν , τοῦ δὲ Ἡρακλέους τὴν πλάνην καὶ τὴν
5248933 Φρυγιων
πολλή ; Ῥέα μὲν γάρ , ἣν οἱ ἀπὸ τῶν Φρυγίων ὀρῶν Κυβέλην φασίν , ἀποτμήσεις αἰδοίων νενομοθέτηκεν διὰ τὸν
ἁρμονίαν μετίωσι , φέρε ἐκ Δωρίων εἰς Ὑποδώρια ἢ ἐκ Φρυγίων εἰς Ὑπερμιξολύδια ἢ ὅλως ἔκ τινος τόνου εἰς ἕτερον
5238500 Σοφοκλεους
. τὸν Ἀθάμανθ ' : τοῦτο πρὸς τὸν ἕτερον Ἀθάμαντα Σοφοκλέους ἀποτεινόμενος λέγει . πεποίηκε γὰρ ὁ Σοφοκλῆς τὸν Ἀθάμαντα
ἔτει Ἀθηναῖοι Σάμον πολιορκήσαντες εἷλον , στρατηγοῦντος αὐτῶν Περικλέους καὶ Σοφοκλέους . ἐν δὲ τῶι αὐτῶι ἔτει οὕτω λύονται αἱ
5229995 Ἀνακρεοντος
: ὁ δὲ ἕβδομος δίμετρος καταληκτικός : ὡς ἐκεῖνα τοῦ Ἀνακρέοντος ὁ μὲν θέλων μάχεσθαι , πάρεστι γὰρ , μαχέσθω
ἀκαταλήκτων δὲ τὸ τετράμετρόν ἐστιν ἔνδοξον , οἷον τουτὶ τὸ Ἀνακρέοντος κλῦθί μευ γέροντος εὐέθειρα χρυσόπεπλε κούρα . Τὰ μὲν
5214254 καρυξ
ἄργυρον αἰνεῖς : μακάριος ἦσθα , Τιμόθε ' , ὅτε κᾶρυξ εἶπε : νικᾶι Τιμόθεος Μιλήσιος τὸν Κάμωνος τὸν ἰωνοκάμπταν
ὦ Πανδίονος υἱὲ καὶ Κρεούσας . Νέον ἦλθεν δολιχὰν ἀμείψας κᾶρυξ ποσὶν Ἰσθμίαν κέλευθον : ἄφατα δ ' ἔργα λέγει
5171063 ἱερουργιαν
: μελίσαντος δὲ τοῦ Μάγου τὰ κρέα τοῦ ὑφηγουμένου τὴν ἱερουργίαν ἀπίασι διελόμενοι , τοῖς θεοῖς οὐδὲν ἀπονείμαντες μέρος :
κατέβαινεν ἱερεύς , ὄνομα Δόρσων , ἐπὶ ἐτήσιον δή τινα ἱερουργίαν ἐς τὸν τῆς Ἑστίας νεὼν στέλλων τὰ ἱερὰ διὰ
5169631 Σαπφους
. καλεῖται δὲ Σαπφικὸν ἢ Ἱππωνάκτειον : εὕρημα γάρ ἐστι Σαπφοῦς , ὁ δὲ Ἱππώναξ πολλάκις ἐχρήσατο . ἔστι δ
παρήλλαξα . φιλίου . τοῦ τὰ περὶ φιλίας ἐπισκοποῦντος . Σαπφοῦς . . . Ἀνακρέοντος . Σαπφὼ λυρικὴ ποιήτρια ,
5160305 Θετιν
, ἐν ᾧ ἐπικαλεῖται τὰς Νηρεΐδας ἐξελθούσας κρῖναι πρὸς τὴν Θέτιν τις λέγων “ δέσποινα πεντήκοντα Νηρῄδων κορῶν ” .
. Πηλεὺς δ ' ἐπιθυμίαν παρέσχε καὶ θεοῖς δοῦναι τε Θέτιν αὐτῷ καὶ τὸν γάμον παρὰ Χείρωνι ὑμνῆσαι . Τελαμὼν
5150654 Δελφων
Ἐλευσῖνος ἡ Δημήτηρ καὶ ὁ Ἴακ - χος : ἐκ Δελφῶν ὁ Πύθιος , καὶ τοῖς τοιούτοις . ἐρεῖς καὶ
τῆς δὲ ἐπὶ τοὺς Πισαίους στρατείας αὐτὸν χρησμὸς ἐπέσχεν ἐκ Δελφῶν ἔχων οὕτω : πατρὶ μέλει Πίσης , Πυθοῦς δέ
5146314 Διονυσου
καὶ πάλιν δείπνου καιρὸς ἦν . ἦν γὰρ ἑορτὴ προτρυγαίου Διονύσου τότε . τὸν γὰρ Διόνυσον Τύριοι νομίζουσιν ἑαυτῶν ,
καὶ ἀπὸ τοῦ τόπου , ὅτι ἐν τῷ ἱερῷ τοῦ Διονύσου : καὶ ἀπὸ τοῦ χρόνου , ὅτι ἐν ἱερομηνίᾳ
5121035 καταφευγων
, τὰ οἰκεῖα ἀρνούμενος ἕκαστος καὶ ἐπὶ τὰ τοῦ ἀντιδίκου καταφεύγων : ἄλλοι δέ φασιν ὡς οὐ διάφορα εἶπεν ,
ἡμῖν ὁ τὴν Ἀσπασίαν ὑμνῶν ὡς διδάσκαλον θαυμαστὴν ῥητορικῆς , καταφεύγων ἐπὶ τὸν Περικλέα καὶ δι ' ἐκείνου πιστούμενος καὶ
5120062 Ἑλικωνος
καὶ ἡλίκην σφῦραν . καὶ ταῦτα ᾄδοντι αὐτῷ ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος τὰ ὦτα ὑπεῖχον οἱ Ἕλληνες καὶ ἐκηλοῦντο καὶ ᾤοντο
Μούσας ἐκ Πιερίας καλεῖ , ἐν δὲ τῇ Θεογονίᾳ ἐξ Ἑλικῶνος . Διπλᾶς ἐγὼ τὰς Πιερίας καὶ τοὺς Ἑλικῶνας γινώσκω
5113311 Νηρεως
, αὐταῖς τ ' εἶναι λουτρὸν ῥυτὸν καὶ Νηρηίδας παρὰ Νηρέως δέξασθαι δι ' ὀλίγου . ῥεῖ δὲ ὁ Μέλης
μελανόφθαλμον , γερανόφθαλμον , μελανόμματον . νηρηΐνην : τὴν τοῦ Νηρέως θυγατέρα : τρεῖς τύποι τῶν πατρωνυμικῶν ἀρσενικῶν : ὁ
5112607 Αἰσχυλου
. [ τοῖς αὐτῶν πτεροῖς : Ὅλον τοῦτο ἐκ Μυρμιδόνων Αἰσχύλου . τὸ δὲ , οὐχ ὑπ ' ἄλλων ,
καὶ κεχηνότων . προσδοκῶν τὸν Αἰσχύλον : ἀντὶ τοῦ τὰς Αἰσχύλου τραγῳδίας . ὥσπερ καὶ ἡμεῖς ἔχοντες τὰ Αἰσχύλου Αἰσχύλον
5105801 ἑκηβολου
ἀπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος μουσικός : ἐκ γάρ τοι Μουσέων καὶ ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ χθονὶ καὶ κιθαρισταί .
ἐπιπνεόμενος ἐκ τῶν Μουσῶν : ἐκ γάρ τοι Μουσέων καὶ ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν . ἢ τροφὸν , διὰ
5102882 Ἐρωτος
τίμιον . . . τεκμήριον δὲ τούτου : γονῆς γὰρ Ἔρωτος οὔτ ' εἰσὶν οὔτε λέγονται ὑπ ' οὐδενὸς οὔτε
. δορυφοροῦσαι . δικαίων δοξῶν αἱ κακαὶ φαντασίαι . ὑπὸ Ἔρωτος . κακοῦ ἔρωτος . ὀλιγάκις . ὅτε εἴδωλα κακὰ
5085611 Πινδαρος
. πενταετηρίδ ' ἁμᾶ : ἰδίως τὰ κεφάλαια ἐκθεὶς ὁ Πίνδαρος τὸ κατὰ μέρος ἐπέξεισιν , ὥστε εἶναι τὸ ἑξῆς
τελέως ἐν πᾶσιν εὐτυχεῖν καὶ ἀπαθῆ εἶναι . ὁ μέντοι Πίνδαρος οὕτως ἐδέξατο , δύο πίθους εἶναι φαύλων καὶ ἕνα
5081482 ματερ
οἰκείως ἔσῃ γεγραφώς . Ἔπεστι ] . Αἴγινα , φίλα μᾶτερ ] * Πρὸς τὴν ἡρωΐδα Αἴγιναν τὸν λόγον μετέστρεψεν
ἔγραψεν ᾄσματα καὶ Σαπφὼ ἐπὶ † τῆς τοῦ ἑβδόμου γλυκῆα μᾶτερ , οὔ τοι δύναμαι κρέκην τὸν ἱστὸν πόθῳ δαμεῖσα
5080653 ἐπιγραμμα
τὰς χεῖρας ἀλλήλαις ὡς μάλιστα ἐς κρότον συμβάλλονται , καὶ ἐπίγραμμα ἐπεγέγραπτο αὐτῷ Ἀσσύρια γράμματα : οἱ μὲν Ἀσσύριοι καὶ
πολέμῳ φθίμενον θάψ ' ἀρετῆς ἕνεκεν . τὸ μὲν δὴ ἐπίγραμμα ἐπὶ τοσοῦτο ἐδήλωσεν : εἰ δὲ Λυσίππου τοῦ ποιήσαντος
5077376 Ὀδυσσηι
? ? [ – × . δίκαι δ ? ' Ὀδυσσῆι ? ? ? ξυνῆισαν οὐκ ] ἰσορρόπωι ? [
. . . . . , . ι . οἶνον Ὀδυσσῆι πτολιπόρθῳ ἐν χείρεσσιν ἔθηκεν . ὁ δ ' ἕζετο
5068834 ᾀσμα
τοῦ βωμοῦ δίδωσι τῷ ἱερεῖ , τὸ πάγκαλον καὶ θαυμάσιον ᾆσμα διεξιών , εἰ δὲ μὴ τύχοι μεμνημένος , ἀκούων
δὲ παρὰ τῇ εὐνῇ παραπέτασμα παστός . τὸ δ ' ᾆσμα τὸ γαμήλιον ὑμὴν καὶ ὑμέναιος , ὅθεν καὶ παρὰ
5067783 Σπαρτας
ὕμνοις ἰήιε Παιάν : ὁ γάρ μ ' εὐγενέτας μακραίων Σπάρτας μέγας ἁγεμὼν βρύων ἄνθεσιν ἥβας δονεῖ λαὸς ἐπιφλέγων ἐλᾶι
, αὖθις ἐπανέλαβεν εἰπών : Ἐμὸν γαρύεται δ ' ἀπὸ Σπάρτας κλέος : ὅπερ ταὐτόν ἐστιν ἐκείνῳ : ἐν Λακεδαιμονίᾳ
5060046 Μουσας
λεπταὶ ῥήσιες Ἡσιόδου μουσοπνόων στομάτων . Ὡς δὲ ποιητὴς τὰς Μούσας καλεῖ ἵνα δόξῃ τὸ ποίημα εἶναι Μουσῶν . Ὁ
ἢ καὶ εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον ἔσονται τὴν περὶ τὰς Μούσας παιδείαν τε καὶ παιδιάν , οἰόμεθα ἐξέσεσθαι τοῖς ποιητικοῖς
5054251 μηνιν
, ἀμήχανον : οὐδ ' ὑπαλύξειν στεῦται ἀμειλίκτοιο Διὸς θυμαλγέα μῆνιν καὶ χόλον οὐδ ' ἄτλητον ἄγος Φρίξοιό τε ποινάς
πόλεμον Τρώων καὶ Ἀχαιῶν τὸν πόλεμον παριδὼν τὴν Ἀχιλλέως ᾔτησε μῆνιν ἄδειν τὴν Μοῦσαν . ἔχοι δ ' ἄν τις
5052755 φορμιγγα
' αὖ Φοίβου κιθάρην μετὰ χερσὶν ἀράσσων , ἢ λιγυρὴν φόρμιγγα χελυκλόνον Ἑρμάωνος , πᾶσι περικτιόνεσσι δικασπολίας ἀναφαίνει . Τόφρα
ἅμ ' ἕποντο . κὰδ δ ' ἐκ πασσαλόφι κρέμασεν φόρμιγγα λίγειαν , Δημοδόκου δ ' ἕλε χεῖρα καὶ ἔξαγεν
5047206 στεφη
γῆ , χόρευε Ῥωμαίων ὅση , ὡς ηὐτύχησας εἰς ἀνακτόρων στέφη , ὡς ἐπλάτυνας εἰς τὰ πατρῷα πλάτη , ὡς
ὡς νόμος βροτοῖς , ἴς ' ἀντιδοῦναι τοῖσι πέμπουσιν τάδε στέφη , δόσιν γε τῶν κακῶν ἐπαξίαν ; ἢ σῖγ
5046216 παιανα
κοινῇ μηδὲν ἀτυχούντων , συνῇδον μετὰ τῶν ἄλλων πρέσβεων τὸν παιᾶνα , ἡνίκα ὁ θεὸς μὲν ἐτιμᾶτο , Ἀθηναῖοι δὲ
ἀλλὰ γένος τι ὕμνου τὸν λίνον , ὥσπερ εἰ ἔλεγε παιᾶνα ᾖδεν ἤ τι τοιοῦτον . διὸ ἡ διπλῆ .
5039195 ἐλθε
ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' ] ἐλθέ , ἔπελθε , ἄγε . , ἐνταῦθα . .
σοὶ δ ' εἰσὶ δίκαι θνητῶν , πανυπέρτατε δαῖμον . ἐλθέ , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἐπιτάρροθος αἰεί
5029866 σας
τὸ ἰσάς εἶναι : ἀλλ ' ἐπεὶ ἅπαξ αἱ εἰς σας λήγουσαι μετοχαὶ βαρύνονται , τῷ ι παραληγόμεναι , γεμίσας
? [ ! ! ! ! ! ! ! ] σας οὐ κατὰ κόσμον . τωοισαιθρεπτήρια ! ! ? [
5022123 καλεισθε
αὐτούς . γόοις ] ἐν . οἰκτρῶς ] ἐλεεινῶς . καλεῖσθε ] ἐπικαλεῖσθε . ἔστι ] ἤγουν οὐκ ἔστιν ἡ
οὐδεὶς ἐπεσημαίνετο κλείσας τὸ βιβλίον , εἰκότως , ἔφη , καλεῖσθε Βοιωτοί : βοῶν γὰρ ὦτα ἔχετε . Βορβόρῳ ὕδωρ
5010705 Ἡρακλεος
δὲ τῇ χώρῃ ταύτῃ , ἵνα ἐβασίλευσεν ἡ θυγάτηρ τοῦ Ἡρακλέος , τὰς μὲν γυναῖκας ἑπταέτεας ἐούσας ἐς ὥρην γάμου
τὸ δὲ ἄδυτον πρὸς τὸ ἄγαν σεπτόν . ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ : ἴτε εἰς τὸν ἄδυτον , ὅς ἐστι
5005121 Κεκροπος
ἄνευ τῶν ἔργων διασέσωται . λέγω δὲ αὐτὰ τεκμαιρόμενος ὅτι Κέκροπός τε καὶ Ἐρεχθέως καὶ Ἐριχθονίου καὶ Ἐρυσίχθονος τῶν τε
νιν . δίδωσι δ ' , ὥσπερ ἐν γραφῆι νομίζεται Κέκροπός γε σώιζειν παισὶν οὐχ ὁρώμενον . ἤκουσα λῦσαι παρθένους
5004342 Νερωνος
, ὅθεν καὶ ὀφῖται κίονες λατομοῦνται . Αὐσονίου ] τοῦ Νέρωνος . Ἐπὶ τούτου γὰρ ἤκμαζεν ὁ Διονύσιος . Κράσσον
. κεῖται δὲ καὶ στέφανος χρυσοῦς καὶ πέπλος πορφύρας , Νέρωνος ταῦτα ἀναθήματα . ἔστι δὲ ὑπὲρ τὸν ναὸν τοῦτον
4991310 ἐσσομαι
σέο πύργου ἐκ περάτης ἀνάφαινε κατὰ κνέφας , ὄφρα νοήσας ἔσσομαι ὁλκὰς Ἔρωτος ἔχων σέθεν ἀστέρα λύχνον . καί μιν
] μέγαν ὄρκον ἀπώμοσε [ ] λαν : ἄϊ πάρθενος ἔσσομαι [ ] ! ων ὀρέων κορύφαις ? ? '
4989972 Αἰγας
Αἴγυπτον μὲν καὶ Βαβυλῶνα καὶ Σοῦσα καὶ Ἐκβάτανα προσθείς , Αἰγὰς δὲ καὶ Πέλλαν καὶ Δῖον ἀφελόμενος . Καρχηδονίους δὲ
κατέμεινε , τὸν Ἀργαῖον δὲ μετὰ τῶν μισθοφόρων ἐπὶ τὰς Αἰγὰς ἀπέστειλεν . οὗτος δὲ προσελθὼν τῇ πόλει παρεκάλει τοὺς
4989334 παραχθεις
θειάζω , ἔτι δὲ καὶ ὁ πιθανὸς ἐκ τοῦ πείθω παραχθείς . Συρακουσίων δὲ γλώσσης τὸ πίσυνος κατὰ τὸν κανόνα
θειάζω , ἔτι δὲ καὶ ὁ πιθανὸς ἐκ τοῦ πείθω παραχθείς . Συρακουσίων δὲ γλώσσης τὸ πίσυνος κατὰ τὸν κανόνα
4985962 Καλλισθενους
δεῦρο πρὸς τὰ δεξιά , τρίγλας , ἔδεσμα τοῦ καλοῦ Καλλισθένους : κατεσθίει γοῦν ἐπὶ μιᾷ τὴν οὐσίαν . καὶ
κἀκείνας συνήγαγον τὰς ἱστορίας , ἃς ὁ Σκήψιος τίθησι παρὰ Καλλισθένους λαβὼν καὶ ἄλλων τινῶν , οὐ καθαρευόντων τῆς περὶ
4982314 παραγεγονασιν
τοῖς παλαιοῖς ξενίζειν πρότερον , εἶτα πυνθάνεσθαι , τίνος ἕνεκεν παραγεγόνασιν οἱ ξένοι . ὦ ξεῖνοι , τίνες ἐστέ ;
τοῖς παλαιοῖς ξενίζειν πρότερον , εἶτα πυνθάνεσθαι , τίνος ἕνεκεν παραγεγόνασιν οἱ ξένοι . . ἡ διπλῆ , ὅτι σημεῖα
4980410 ἐπιγραμματων
τοῖς Ἕλλησιν ἐν ταῖς χρείαις , τῶν τροπαίων καὶ τῶν ἐπιγραμμάτων καλλίους ἀεὶ παρασχομένη τὰς ὑποθέσεις . Ὃ τοίνυν ἔξω
ἀξιέπαινόν τι εἶναι καὶ οὐκ ἄχαρι , εἴ γε τῶν ἐπιγραμμάτων τὰ ἀρτιγενῆ καὶ νεώτερα , διαλανθάνοντα ἔτι καὶ χύδην
4975274 Ἀττεω
ὅτι ἡ μὲν θεὴ Ῥέη ἐστίν , τὸ δὲ ἱρὸν Ἄττεω ποίημα . Ἄττης δὲ γένος μὲν Λυδὸς ἦν ,
τῆς Ῥέας ὄργια παρὰ τούτοις μένει , ὅ τε τοῦ Ἄττεω γάμος καὶ τὰ ἐπὶ τούτοις , ὅσα παρά σφι
4974984 Πυθιου
τῆς Φρυγίας , ἐλθὼν ξενίζεται σὺν παντὶ τῷ στρατεύματι παρὰ Πυθίου , ὃς καὶ τῷ Δαρείῳ πρὶν ἐδωρήσατο χρυσῆν ἀναδενδράδα
διακοσιοστὸν καὶ ἔννατον ἔτος τῶν Τρωϊκῶν χρησμὸν ἔλαβον παρὰ τοῦ Πυθίου εἰς τὴν ἐν Τρωάδι Θρᾴκην μετοικῆσαι : ἀφ '
4971147 Μουσαν
καὶ καρτερίᾳ περιεγένετο . καὶ ἐν ἑκατέρῳ τῶν προοιμίων τὴν Μοῦσαν παρακαλεῖ , ἵνα θειοτέραν καὶ μείζονα τὴν δόξαν τῶν
γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας : ὁ λόγος ἐρωτηματικὸς πρὸς τὴν Μοῦσαν : τίς γὰρ ἀρχὴ τοῦ πλοῦ ; ποῖος δὲ
4955289 Βακχειον
ἄρθρον ἐνέπεσεν ἤδη ἀμφίσφαλσιν ποιησάμενον . τὰ μὲν οὖν πρὸς Βακχεῖον ἐπὶ τοσοῦτον εἰρήσθω : τὴν δὲ δευτέραν ἐμβολήν ,
, τὰς ἀφορμὰς ἀπὸ τῶν περὶ αὐτὸν ἐπιτηδευμάτων λαβόντας . Βακχεῖον μὲν γὰρ ἀπὸ τῶν συνεπομένων βακχῶν ὀνομάσαι , Ληναῖον
4955050 Παγγαιον
λόγον ἐποιεύμην . Ἡ δὲ γῆ αὕτη ἡ περὶ τὸ Πάγγαιον ὄρος καλέεται Φυλλίς , κατατείνουσα τὰ μὲν πρὸς ἑσπέρην
τὰ τείχεα τὴν ὁδὸν ἐποιέετο , ἐκ δεξιῆς χειρὸς τὸ Πάγγαιον ὄρος ἀπέργων , ἐὸν μέγα τε καὶ ὑψηλόν ,
4951505 ἀκαμαντας
οἴκοθεν στάλαισιν ἅπτονθ ' Ἡρακλείαις . Ἐν πτεροῖσίν τ ' ἀκάμαντας ἵππους ] * Τουτέστιν οὐ κάμνοντας ἐν τοῖς δρόμοις
μὲν ἀγάλλων θεός ἔδωκεν δίφρον τε χˈρύσεον πτεροῖσίν τ ' ἀκάμαντας ἵππους . ἕλεν δ ' Οἰνομάου βίαν παρθένον τε
4934586 Φοιβε
καὶ Ἀριστοφάνης φησί : ἀλλ ' ὦ Δελφῶν πλείστας ἀκονῶν Φοῖβε μαχαίρας , καὶ προ - διδάσκων τοὺς σοὺς προπόλους
τόπον πυργώσας καὶ ποιήσας αὐτὸν εὐτειχῆ : ἄλλως : ἰὼ Φοῖβε πυργώσας : βουλόμενος παραμυθήσασθαι ὁ χορὸς τὴν Ἑρμιόνην μέλλουσαν
4932349 βουλας
, ἄριστα δ ' ἀνθρώπων ᾐσθημένος , ὅτι τὰς αὑτῶν βουλὰς οἱ θεοὶ τοῖς ὁσίοις τε καὶ σοφοῖς ἀνδράσι καὶ
παύθη χόλου , ὃν πρὶν ἔχεσκεν , οὕνεκ ' ἐρίζετο βουλὰς ὑπερμενέι Κρονίωνι . καὶ γὰρ ὅτ ' ἐκρίνοντο θεοὶ
4921009 κεχειροτονημενος
στρατηγὸς ὑφ ' ὑμῶν ἐπὶ τὴν Μουνιχίαν καὶ τὰ νεώρια κεχειροτονημένος , καὶ δῶρα τολμήσας λαβεῖν κατὰ πάντων ὑμῶν καὶ
οὐδὲ ὑπὸ ψηφισμάτων κεκυρωμένος , οὐδ ' ὑπ ' ἐκκλησίας κεχειροτονημένος , οὐδ ' ὑπὸ δήμου ἐπῃνημένος , οὐδ '
4917345 Πυθαγορειου
. . . . . . ναὶ μὴν Ἀθάμαντος τοῦ Πυθαγορείου εἰπόντος : ὧδε ἀγέννατος παντὸς ἀρχὰ καὶ ῥιζώματα τέτταρα
ἐξ ἁδονᾶς ζῴων . . . . . . Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ πολιτείας . Πάντα μὲν ὦν τὰ
4915044 Φερσεφονης
δὲ ἐν πρώτῃ περὶ Κυζίκου φησὶν ὅτι ” κτίσμα ἐστὶ Φερσεφόνης καὶ ὄνομα ἔχει Γίγαντος . οἱ γὰρ Γίγαντες ἀπορρήξαντες
ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι μαραινομένους καμάτοισιν φῶτας ἀπέστρεψεν Φερσεφόνης ἀδύτων . . ἄκρον ἰατρὸν Ἄκρων ' Ἀκραγαντῖνον πατρὸς
4905450 ὀργια
διαμένουσι . Ἀλλ ' οὐκ ἐγίνωσκες τὴν ἐπῳδὴν καὶ τὰ ὄργια . Εἰ ταῦτα , ὦ Κριτία , ἐξ ἐπῳδῆς
. 〛 κἀξίστασθαι : ἐκχωρεῖν . . μὴ ἐμυήθη . ὄργια δὲ τὰ μυστήρια . . μήτε Κρατίνου : Πρὸς
4902809 Χαρων
γ ' ὁ Χάρων οὑτοσί . Χαῖρ ' , ὦ Χάρων , χαῖρ ' , ὦ Χάρων , χαῖρ '
Λυδίαν ἐν τοῖς πλησίον Ἐφέσου τε καὶ Μαγνησίας τόποις . Χάρων δέ φησι καὶ τὴν Λαμψακηνῶν χώραν πρότερον Βεβρυκίαν καλεῖσθαι
4902108 γεγραφοτος
γεγραμμένων ψηφισμάτων ἀναγινώσκων τῷ δήμῳ τό τε ὄνομα ἔλεγε τοῦ γεγραφότος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν δῆμον , οἷον Δημοσθένης
ὃς ἀδελφῆς υἱὸς ἦν τοῦ ῥήτορος τοῦ τὰς Ἀλεξάνδρου πράξεις γεγραφότος . Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος φιλόσοφος , μαθητὴς καὶ διάδοχος
4899351 χαιρε
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ '
4898727 ὑμνον
, τῇ περ πρυμνήσι ' ἀνῆπτο , Ὀρφείῃ φόρμιγγι συνοίμιον ὕμνον ἄειδον ἐμμελέως , περὶ δέ σφιν ἰαίνετο νήνεμος ἀκτή
Ἤγουν μέμψις καὶ ὁ ψόγος . Ἐπίνικον ] Ἤγουν ἐπινίκιον ὕμνον . Λιπαρὸν ] Ἤγουν λαμπρὸν καὶ ἐπίδοξον . Κόσμον
4894044 ὑμνων
σεσήμαγκεν ; πείθομαι , ἀκολουθῶ , ἐπευφημῶν τὸν ἡγεμόνα , ὑμνῶν αὐτοῦ τὰ ἔργα . καὶ γὰρ ἦλθον , ὅτ
. ἱκέτας σέθεν : παρακαλῶ σε , Ζεῦ , Λυδίαις ὑμνῶν εὐρυθμίαις φυλάττειν τὴν Καμάριναν ἐν νίκαις καὶ ἀνδρείαις .
4893596 παιαν
πᾶσι βαρβάροις παρῆν γνώμης ἀποσφαλεῖσιν : οὐ γὰρ ὡς φυγῇ παιᾶν ' ἐφύμνουν σεμνὸν Ἕλληνες τότε , ἀλλ ' ἐς
τῶν Ἀργείων . θ χθονὶ ] τῇ πόλει . ἁλώσιμον παιᾶν ' ἐπεξιακχάσας : καὶ βοήσας καὶ ἀλαλάξας παιᾶνα καὶ
4887877 ὑμνου
ψιλοῦ γράφονται τῇ παραληγούσῃ : σεσημείωται τὸ αἶνος ἐπὶ τοῦ ὕμνου , ἐπί τε τῆς πόλεως , διὰ τῆς διφθόγγου
ἢ τὸν Διαγόραν : οὗτος γὰρ νόμος ἐγένετο νικήσας τοῦ ὕμνου . βέλτιον δὲ τὸ πρότερον : ἐπιφέρει γάρ :
4885119 ἡκεις
ἁλίων ἐρετμῶν . μῶν καὶ σὺ καινὸς ποντίας ἀπὸ χθονὸς ἥκεις , Ὀδυσσεῦ ; ποῦ ' στι σύλλογος φίλων [
, φροντίζοι τε τῶν δεόντων . ἀλλὰ σύ γε πόρρω ἥκεις διαφθορᾶς . οὐκοῦν ἀναγκαῖον τομάς τε καὶ καύσεις καὶ
4883302 μουσων
, τοῖς δ ' ἔχθος εἶναι σωτῆρες εὐσέλμων νεῶν κάλλιστα μουσῶν φθέγγεται πλουτῶν ἀνήρ λυπουμένων παρηγόρημα τολμῶ κατειπεῖν , μήποτ
ἀπ ' ἀλσέων ἐμὰς φρένας δονείτω . Καλλιόπεια σοφά , μουσῶν προκαθαγέτι τερπνῶν , καὶ σοφὲ μυστοδότα , Λατοῦς γόνε
4879455 Δη
ἐπιθυμοῦντας . ἕλκει : φέρει . ὀξύς : μέγας . Δή : . . . δὴ σύνδεσμοι ἀντ ' ἀλλήλων
φωνῇ , οἷόν τε σταλάον ψοφέει ἐπὶ ὕδατι ὕδωρ . Δή ποτε καὶ γενεαὶ κοράκων καὶ φῦλα κολοιῶν ὕδατος ἐρχομένοιο
4877129 Βιωνος
ῥᾳδίως μεταφερομένοις . , . Χάριεν δὲ καὶ τὸ τοῦ Βίωνος πρὸς τὸν Θέογνιν λέγοντα πᾶς γὰρ ἀνὴρ πενίῃ δεδμημένος
, εἰπὼν τὸν ἱκέτην δεῖν μὴ ἐκδιδόναι . σκωπτόμενος ὑπὸ Βίωνος οὐκ ἔφη αὐτῷ ἀποκρινεῖσθαι : μηδὲ γὰρ τὴν τραγῳδίαν
4876005 ἐπιθαλαμιον
περισπωμένως τὴν γνώμην σημαίνει . ἀρχὴ τοῦ γ γαμήλιον καὶ ἐπιθαλάμιον διαφέρει . ἐπιθαλάμιον γάρ ἐστι τὸ ἐπὶ θαλάμῳ τῆς
ὁ ταχὺ ἀποκείρασθαι ἐφθακώς . γαμήλιον αὐτὸς ὁ γάμος , ἐπιθαλάμιον τὸ ἐπὶ τῷ γάμῳ γραφὲν ποίημα . γέλως ὁ
4875894 Ἀιδην
: θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται * ζαμενές : λίαν ἰσχυρῶς
ὑλικοῖς στοιχείοις . τούτων δὲ τὴν μὲν διὰ τοῦ ἀέρος Ἄιδην ἀειδῆ προσαγορεύει , τὴν δὲ διὰ τοῦ ὑγροῦ Ποσειδῶνα
4874809 Μολων
ἅπαντες . Μόνος γὰρ θεῶν θάνατος οὐ δώρων ἐρᾷ . Μολὼν λάβε : Λεωνίδας Ξέρξου γράψαντος αὐτῷ : πέμψον τὰ
ἅπαντες . Μόνος γὰρ θεῶν θάνατος οὐ δώρων ἐρᾷ . Μολὼν λάβε : Λεωνίδας Ξέρξου γράψαντος αὐτῷ : πέμψον τὰ
4866273 Φοιβου
ὀνείρασι καὶ τὸ ὁρῶ δὲ φεύγοντ ' αἰετὸν πρὸς ἐσχάραν Φοίβου . ὅμως δ ' ἐπειδὴ ἡ ὑμετέρα , τοῦ
ἄλλοι δ ' ἄλλο μέλαθρον ἀνίαχον : εἰ δέ με Φοίβου χρὴ λέξαι πινυτὰν ἀμφαδὰ μαντοσύναν , πάτρα τοι τελέθει
4863718 ματρος
ἄρα Ὀρφεὺς ὁ Καλλιόπας κατὰ τὸ Πάγγαιον ὄρος ὑπὸ τᾶς ματρὸς πινυσθεὶς ἔφα , τὰν ἀριθμῶ οὐσίαν ἀίδιον ἔμμεν ἀρχὰν
πλάνους . γάλακτι δ ' οὐκ ἐπέσχον οὐδὲ μαστῶι τροφεῖα ματρὸς οὐδὲ λουτρὰ χειροῖν , ἀνὰ δ ' ἄντρον ἔρημον
4858208 ἐδιδαχθη
. . κεῖται καὶ παρ ' Αἰσχύλωι ἡ μυθοποιία . ἐδιδάχθη ἐπὶ Γλαυκίππου . πρῶτος ἦν Σοφοκλῆς . . Π
. . . . . . ΛΑΙΟΣ ] ΑΙΣΧΥΛΟΥ ] ἐδιδάχθη ἐπὶ Θεαγενίδου ⌋ ? ? ὀλυμπιάδος ? ⌊ ⌋
4857579 Ἀθαναν
Ἡρακλέους αὐλὴν , ἤτοι τὰς Θήβας . εὐωνύμων ἀπ ' Ἀθανᾶν : ἐνδόξων , ὀνομαστῶν . ἄδηλον δὲ ποῖον ἀγῶνα
' ἀγῶνος ὅρμον στεφάνων πέμψαντα καὶ λιπαρᾶν εὐωνύμων ἀπ ' Ἀθανᾶν , Θήβαις τ ' ἐν ἑπταπύλοις οὕνεκ ' Ἀμφιτρύωνος
4851601 Ἡρακλεες
μετὰ τὸν ἆθλον Αὐγέου τήνελλα ὦ καλλίνικε , χαῖρε ἄναξ Ἡράκλεες , αὐτός τε κἰόλαος , αἰχμητὰ δύω . δοκεῖ
εἰς τὴν ει δίφθογγον , τὸ δὲ Ἥρακλες ἀπὸ τοῦ Ἡράκλεες γέγονε κατὰ συγκοπὴν τοῦ ε , τὸ δὲ ὦ
4844468 Χαριτων
πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ δ ' ἔρως ὁ πάντα
, τῷ Ἰξίονι , οὕτω : Μόνη ἡ νεφέλη ἄνευ Χαρίτων τέκεν αὐτῷ , τῷ Ἰξίονι , γόνον . Ἰστέον
4835441 ἐλεγειας
κατ ' Ἀναξίμανδρον ἦν . γέγραφε δὲ ἐν ἔπεσι καὶ ἐλεγείας καὶ ἰάμβους καθ ' Ἡσιόδου καὶ Ὁμήρου , ἐπικόπτων
καὶ ἄλλοι τρεῖς Ἀρκεσίλαοι : ποιητὴς ἀρχαίας κωμῳδίας , ἄλλος ἐλεγείας , ἕτερος ἀγαλματοποιός : εἰς ὃν καὶ Σιμωνίδης ἐποίησεν
4830318 παρθενε
, ἀντὶ τοῦ : ὦ πολυχρόνιε παρθένε : ἄλλως : παρθένε μακρὸν δὴ μῆκος : ὅ ἐστι : πολλῷ χρόνῳ
' εἶ ' ἄτεγκτον συλλαβοῦσα καρδίαν , Νυκτὸς κελαινῆς ἀνυμέναιε παρθένε , μανίας τ ' ἐπ ' ἀνδρὶ τῶιδε καὶ
4830120 Θεμιν
διαδεξάμενον τὴν βασιλείαν τοῦ Κρόνου γῆμαι Ἥραν καὶ Δήμητρα καὶ Θέμιν , ἐξ ὧν παῖδας ποιήσασθαι Κούρητας μὲν ἀπὸ τῆς
* μουσικὰν ὀρθὰν ἐπιδεικνυμένου * * * πρῶτον μὲν εὔβουλον Θέμιν οὐρανίαν χρυσέαισιν ἵπποις Ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ποτὶ κλίμακα
4824406 ἀνεδησε
˘˘˘˘˘˘ – – – ] δε θεοῦ πρώτη πλοκάμους ? ἀνέδησε ? [ ˘˘˘˘˘˘ – – ] ων ? λήθη
ἀγωνίζονται , καὶ Θουκυδίδης πέμπτῃ : προελθὼν ἐς τὸν ἀγῶνα ἀνέδησε τὸν ἡνίοχον . ἀδαῖον : τὸ εἰς κόρον ἄγον
4823669 Σιμωνιδης
τὸν Ἔρωτα γενεαλογεῖ , Σαπφὼ δὲ Γῆς καὶ Οὐρανοῦ , Σιμωνίδης δὲ Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως : σχέτλιε παῖ δολόμηδες Ἀφροδίτας
μὲν γὰρ τῶν μακρῶν οὐκ ἤρξατο , ὅτι ὁ Κεῖος Σιμωνίδης ὕστερον τοῦ Παλαμήδους ἐφεῦρεν αὐτά . Συζεύξας γὰρ δύο

Back