θαλάσσης κατὰ τὸν ὁμοροῦντα τόπον τῇ Βαβυλωνίᾳ ζῶον ἄφρενον ὀνόματι Ὠάννην , καθὼς καὶ Ἀπολλόδωρος ἱστόρησε , τὸ μὲν ὅλον
τὸν Χαλδαῖον , ἐφ ' οὗ φησι φανῆναι τὸν μυσαρὸν Ὠάννην , τὸν Ἀννήδωτον , ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς : [
6942679 Ἀννηδωτον
ἐφ ' οὗ φησι φανῆναι τὸν μυσαρὸν Ὠάννην , τὸν Ἀννήδωτον , ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς : ὅπερ Ἀλέξανδρος προλαβὼν εἴρηκε
δὲ μετὰ σάρους τεσσαράκοντα : ὁ δὲ Ἀβυδηνὸς τὸν δεύτερον Ἀννήδωτον μετὰ σάρους εἴκοσιν ἕξ : ] εἶτα Μεγάλαρον ἐκ
5743231 Χαλδαιον
ὁ Ἐρετριεὺς καὶ Ἀριστόξενος ὁ μουσικός φασι πρὸς Ζαράταν τὸν Χαλδαῖον ἐληλυθέναι Πυθαγόραν . . καὶ πρῶτον εἰς τοὺς Ἕλληνας
. Περὶ τούτου Ἀβυδηνὸς οὐδὲν εἶπεν . Εἶτα ἄρξαι Ἀμεμψινὸν Χαλδαῖον ἐκ Λαράγχων : βασιλεῦσαι δὲ αὐτὸν ὄγδοον σάρους δέκα
5560504 Φησι
. καὶ τὰ μὲν περὶ τὸν θάνατον αὐτοῦ τοσαῦτα . Φησὶ δ ' Ἀριστόξενος ὁ μουσικὸς καὶ τραγῳδίας αὐτὸν ποιεῖν
[ ] διατριβήν ? [ - ] [ ] . Φησὶ δ ' ὅτι [ τοσούτοις - ] [ δὴ
5554635 ἀνδριαντα
πάλης μὲν στέφανον λαβεῖν ὑπῆρξεν ἐν παισί , τὸν δὲ ἀνδριάντα οἱ Πτόλιχος ἐποίησεν Αἰγινήτης . διδάσκαλοι δὲ ἐγεγόνεσαν Πτολίχῳ
μικρὰ καὶ οὐ τοσούτου δή τινος λόγουτί γὰρ δὴ πρὸς ἀνδριάντα θαλλός ; εἴπερ ὁ μὲν διαρκὲς , θαλλὸς δὲ
5496529 ἱστορησε
τοσαῦτα ἐκθέσθαι ἀλλ ' οὐδὲ ῥᾴδιον ἀναγνῶναι : οὕτω Φιλόχωρος ἱστόρησε : καὶ ὅτι οὐδὲ εἰκὸς ἦν Ἀριστοτέλη ξένον ὄντα
τῇ Βαβυλωνίᾳ ζῶον ἄφρενον ὀνόματι Ὠάννην , καθὼς καὶ Ἀπολλόδωρος ἱστόρησε , τὸ μὲν ὅλον σῶμα ἔχον ἰχθύος , ὑπὸ
5385061 ἀναγραφει
. : Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν τῇ περὶ ἑταιρῶν , δύο ἀναγράφει Φρύνας γεγονέναι : ὧν τὴν μὲν ἐπικαλεῖσθαι κλαυσιγέλωτα ,
πεδίον τῆς Σκυθίας . τῆς δὲ Σκυθίας ἔθνη νε Τιμῶναξ ἀναγράφει ἐν πρώτωι Περὶ Σκυθῶν . κατὰ δὲ τὸ τῶν
5296921 εἰρηκε
προϊὼν ἐρεῖ . Οἶμαι δὲ ὅτι διὰ τοῦτο καὶ ταῦτα εἴρηκε . Βουλόμενος οὖν ὁ ποιητὴς τὰ περὶ τῆς τοῦ
δέρμασιν : ἔνθεν καὶ στερφῶσαι . Ἴβυκος δὲ στερφωτῆρα στρατὸν εἴρηκε τὸν ἔχοντα δέρματα . ὅθεν καὶ παρ ' Αἰσχύλῳ
5258308 ἱστορει
τῶν ἐγχωρίων βαλλὴν , ὅπερ μεθερμηνευόμενόν ἐστι βασιλεὺς , καθὼς ἱστορεῖ Ἑρμησιάναξ Κύπριος ἐν βʹ Φρυγιακῶν . Σκάμανδρος ποταμός ἐστι
δὲ Ξενοφῶν ἐν τῷ περὶ τῶν καρκινωμάτων εἶδός τι ἀκροχορδόνος ἱστορεῖ κακόηθες καὶ καρκινῶδες , οὕτω γράφων : Προσαγορεύεται δὲ
5221334 Ἱππαρχον
ἀσυμμετρίας ἐξειπόντα τοῦτο παθεῖν ἔλεξαν . . . φασὶ γοῦν Ἵππαρχον τὸν Πυθαγόρειον αἰτίαν ἔχοντα γράψασθαι τὰ τοῦ Πυθαγόρου σαφῶς
οὐκ εὔδηλον ὅτι φύσει πᾶσι τοῖς τοιούτοις ἔργοις ἐπολέμουν ; Ἵππαρχον γὰρ τὸν Χάρμου , οὐχ ὑπομείναντα τὴν περὶ τῆς
5152840 ἱστορειν
. . Ἐκ δὲ τῆς ἐν Ζακύνθῳ λίμνης φησὶν Εὔδοξον ἱστορεῖν ὅτι ἀναφέρεται πίσσα , καίτοι παρεχούσης αὐτῆς ἰχθῦς .
: ἀμφοτέρως γὰρ εἰκάζειν . Κτησίαν δὲ τὸν Κνίδιον πηγὴν ἱστορεῖν ἐκδιδοῦσαν εἰς τὴν θάλατταν ἐρευθὲς καὶ μιλτῶδες ὕδωρ .
5101240 εἰρηκεν
μύων ξυνέπλαττε Θετταλικήν τιν ' ἔνθεσιν . ταῦτα δὲ καπανικὰ εἴρηκεν Ἀριστοφάνης ἐν Ταγηνισταῖς : τί πρὸς τὰ Λυδῶν δεῖπνα
οἱ Ἰλιεῖς , Ὅμηρος δὲ ῥητῶς τὸν ἀφανισμὸν τῆς πόλεως εἴρηκεν „ ἔσσεται ἦμαρ ὅταν ” ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος
5019753 Αἰγυπτιον
παρέξειν , Κυνθίαν ὅσοι σκοπὴν μίμνοντες ἠλάσκουσιν Ἰνωποῦ πέλας , Αἰγύπτιον Τρίτωνος ἕλκοντες ποτόν . ἃς δὴ Πρόβλαστος ἐξεπαίδευσε θρασὺς
οὖν ἠγνόει τὸν ἰσθμόν , ὃν οὗτος ποιεῖ πρὸς τὸ Αἰγύπτιον πέλαγος ; Καὶ γὰρ δὴ καὶ τελέως ἄλογον ,
5017812 Θηβαιον
τῶν κοινῶν ἐπιμελοῖτο πραγμάτων . οὗτος ὁ λόγος ἀγνοοῦντα τὸν Θηβαῖον ἐλέγχει τὴν πρὸς τὸ Ἱππονίκου μειράκιον συμβουλήν , ὡς
Ἀθηνᾶ δ ' εἶδος αὐλοῦ , ᾧ μάλιστα Νικωφελῆ τὸν Θηβαῖον εἰς τὸν τῆς Ἀθηνᾶς νόμον κεχρῆσθαι λέγουσι . καὶ
5012482 Παντιβιβλων
σάρους δέκα , καὶ καθεξῆς Ἀλάπαρον καὶ Ἀμήλωνα τὸν ἐκ Παντιβίβλων : εἶτα Ἀμμένωνα τὸν Χαλδαῖον , ἐφ ' οὗ
Ὠάννῃ τὴν ἰδέαν ἡμιδαίμονα . Μεθ ' ὃν Ἀμμένων ἐκ Παντιβίβλων ἦρξε σάρους ιβʹ . Μεθ ' ὃν Μεγάλαρος ἐκ
4975815 Ἱππαρχος
ἡμέραι . ἀλυπότατα τὸν βίον προήκατο , ὥς φησιν ὁ Ἵππαρχος , ἐννέα πρὸς τοῖς ἑκατὸν ἔτη βιούς . ἡμεῖς
ἀρκτέον . . . . ἀρκτέον δ ' , ὥσπερ Ἵππαρχος , ἀπὸ τῶν νοτίων μερῶν . , οὔθ '
4932684 Εὐδοξος
ἀρχῆς τοῦ Ταύρου ἀνατελλούσης φησὶν ὁ Ἄρατός τε καὶ ὁ Εὔδοξος τὸν Περσέα ὅλον φαίνεσθαι ὑπὲρ γῆν , καὶ τοῦ
, ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ ἀτοπίαν τῶν Κυπρίων . Καὶ Εὔδοξος ἀφηγεῖται ὅτι κοπροφαγοῦσιν . . . . . .
4850219 Ἀλεξανδρεα
τὸν Βαρκαῖον συγγραφέα ἔτι τε Ἄνδρωνα ἐν τοῖς Χρονικοῖς τὸν Ἀλεξανδρέα , ὅτι Ἀλεξανδρεῖς εἰσιν οἱ παιδεύσαντες πάντας τοὺς Ἕλληνας
φησὶ γίνεσθαι τοὺς μὴ σύκων ἐσθίοντας . Ἠγισιάνακτα γοῦν τὸν Ἀλεξανδρέα κατ ' ἀρχὰς ὄντα πένητα καὶ τραγῳδόν φησι γενέσθαι
4815846 ὀνομαζει
συνήθεια , οἷον ἕξιν καὶ ἑκτόν , τὰ δὲ οὐδέποτε ὀνομάζει , τὰ δὲ ποτὲ μὲν ὀνομάζει ποτὲ δὲ οὐκ
τοῖς δὲ ἄλλοις οὐ συνήθη , ὡς εἴ τις ἀγορὰν ὀνομάζει τὸν λιμένα , καθάπερ Θετταλοί , ἢ κλεινὸν ἀντὶ
4806452 κεκληκεν
] : νῦν τοὺς Ἕλληνας Ἰήονας ? ? [ ] κέκληκεν [ ] ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων πάντας [ κοινῶς -
, ὅ ἐστι τὰ σώματα ἓν γεγονότα , θεῖον ἄκαυστον κέκληκεν . Καὶ μετέπειτα ἐπιφέρεται πυρίτης ἀπολελυμένος , μηδένα τῶν
4769770 Μαιωτιδι
τὸ δὲ πρὸς μεσημβρίαν ἐκτός : τὰ δὴ συνεχῆ τῇ Μαιώτιδι καὶ τῷ Τανάιδι μέρη τὰ ἐντὸς τοῦ Ταύρου ἐστί
Ὑψικράτης , ἀποτειχίσαντα τὸν ἰσθμὸν τῆς χερρονήσου τὸν πρὸς τῇ Μαιώτιδι τριακοσίων ὄντα καὶ ἑξήκοντα σταδίων , ἐπιστήσαντα πύργους ,
4762043 περιπλουν
τὰς θαλάσσας μέχρι τῶν Πυρηναίων ὀρῶν . Γράψομεν τοίνυν τὸν περίπλουν τῶν παρὰ τὸν ὠκεανὸν τῆς Ἰβηρίας μερῶν : τοῦτο
καὶ τοῦ Ἰνδικοῦ ὠκεανοῦ τοῦ πρὸς τὴν μεσημβρίαν ὁρῶντος τὸν περίπλουν ἐπὶ κεφαλαίων ἐποιησάμεθα , σαφηνείας ἕνεκα διὰ μακροῦ τὸν
4757888 Ἀπολλοδωρος
ἔτη ἑκατὸν τέσσαρα , ἐν περιπάτῳ δὲ ἐτελεύτα , ὡς Ἀπολλόδωρος ἐν τοῖς Χρονικοῖς δεδήλωκεν . . , : ,
τε Εὔβοιαν καὶ Ὄλυνθον , ἔγραψε ψήφισμα ἐν τῇ βουλῇ Ἀπολλόδωρος βουλεύων καὶ ἐξήνεγκε προβούλευμα εἰς τὸν δῆμον , λέγον
4737911 φησι
συγκαιούσης , κἀκτοῦ ἔμμηνον διακρινούσης ἐπὶ τὴν οὐρήθραν . Ἱπποκράτης φησὶ καὶ ἕτεροι τοῦ μὲν ἄρρεν κύειν σημεῖα , τὸ
: τῆς τοῦ Ἀπόλλωνος . . . . πολλοὶ , φησὶ , τῶν γειτόνων ἀπήλαυσαν τοῦ κακοῦ τοῦ περὶ τὴν
4725709 Ἀρκαδα
τοῦ Δαφναίου Ἀπόλλωνος , ᾧ περιάπτουσιν Ἀσσύριοι τὸν μῦθον τὸν Ἀρκάδα : τὴν γὰρ τοῦ Λάδωνος Δάφνην ἐκεῖ μεταφῦναι λέγουσι
δὲ ἐκ Στίλβης ἔσχε Καλλιστώ . ταύτην φασὶν ἐκ Διὸς Ἀρκάδα πεποιη - κέναι , ὃς ἄρξας τῆς χώρας Ἀρκαδίαν
4716601 οἰκουντα
Ἑρκύνιος δρυμὸς καὶ τὰ τῶν Σοήβων ἔθνη , τὰ μὲν οἰκοῦντα ἐντὸς τοῦ δρυμοῦ , ἐν οἷς ἐστι καὶ τὸ
Πῶς δὲ τρία γένη τῶν Ἑλλήνων ἐστὶ τὰ τὴν χερρόνησον οἰκοῦντα ; εἰ γάρ , ὅτι τὸ παλαιὸν οἱ αὐτοὶ
4715190 Σταχυν
ἀρχομένης ἡ σελήνη μέσῃ τῇ πρὸς ἰσημερινὴν ἀνατολὴν ἁψῖδι τὸν Στάχυν κατέλαβεν , καὶ διῆλθεν ὁ Στάχυς ἀφαιρῶν αὐτῆς τῆς
χεῖρα Δωρίς , κατὰ τὴν εὐώνυμον Σικελία , κατὰ τὸν Στάχυν Περσική . Ἡ δὲ τῶν ὁρίων τάξις οὕτως :
4709524 προσηγορευσεν
ἀξιολόγους : καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσας , τοὺς μὲν λαοὺς προσηγόρευσεν ἀφ ' ἑαυτοῦ Ἰολαείους , κατεσκεύασε δὲ καὶ γυμνάσια
φάρη ὡς διαφέροντα , εἰ καὶ ἀλλαχοῦ τὸν πέπλον οὕτως προσηγόρευσεν , ε , . . : ὅτι κοινότερον νῦν
4687479 Μασσαλιωτης
διηγεῖτό μοι τὴν ἀνάγκην τοῦ γάμου ἀκριβῶς εἰδὼς ἕκαστα : Μασσαλιώτης δὲ καὶ αὐτὸς ἦν . “ Μενεκράτει γάρ ,
τετράγωνον ἔγγιστα σχῆμα περιέχει , καθάπερ καὶ Πυθέας φησὶν ὁ Μασσαλιώτης . Περὶ ἀρεσκόντων ξυναγωγή [ Πῶς ἀμπώτιδες γίνονται καὶ
4686239 Ἀρχιαν
τοῦ πολεμαρχείου , αὐτὸς δ ' εἰσελθὼν εἶπε τοῖς περὶ Ἀρχίαν ὅτι οὐκ ἄν φασιν εἰσελθεῖν αἱ γυναῖκες , εἴ
ἅμα δὲ Μύσκελλόν τέ φασιν εἰς Δελφοὺς ἐλθεῖν καὶ τὸν Ἀρχίαν : χρηστηριαζομένων δ ' ἐρέσθαι τὸν θεόν , πότερον
4643194 Λακιον
πρώτῳ Περὶ τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ πόλεων οὕτως γράφει : Λάκιον τὸν Ἀργεῖον τῶν σὺν Μόψῳ ἀφικομένων , ὃν τινὲς
καὶ τάριχοι δὲ παρὰ Φασηλίταις ἀποθύονται . φησὶ γοῦν Φιλοστέφανος Λάκιον τὸν Ἀργεῖον τῶν σὺν Μόψῳ ἀφικομένων , ὅν τινες
4637384 Ἀρτεμιδωρος
. Φίλιπποι , πόλις Μακεδονίας , οἱ πρότερον Κρηνίδες . Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ τῶν ἕνδεκα ” καὶ πόλις Φίλιπποι τὸ
πεμμάτιον . τοῦτο δὲ δῆλόν ἐστιν ἐξ οὗ καὶ ὁ Ἀρτεμίδωρος παρέθετο μαρτυρίου Ἀλέξιδος : συνεμφῆναι γὰρ βουλόμενος ὁ Ἄλεξις
4632083 Τιμοχαρις
εὑρεῖν . τῶν δὲ παλαιῶν τηρήσεων ἐλάβομεν , ἣν ἀναγράφει Τιμόχαρις οὕτως : τῷ ιγʹ ἔτει Φιλαδέλφου κατ ' Αἰγυπτίους
: τὸν δ ' ἐν τῷ ἡγουμένῳ ὤμῳ τοῦ Ὠρίωνος Τιμόχαρις μὲν ἀναγράφει βορειότερον τοῦ ἰσημερινοῦ μοίρᾳ α καὶ πέμπτῳ
4623194 ὠνομασεν
δ ' ἂν τούτοις προσήκοιεν καὶ οἱ ἀλεκτρυονοτρόφοι , οὓς ὠνόμασεν ἐν Ἀξιόχῳ Αἰσχίνης . Μετὰ δὲ ταύτην ἡ τῆς
τὸ ὑποδεχόμενον κοῖλον . τοὺς δὲ σφονδύλους τούτους Ῥιανὸς κύβους ὠνόμασεν αὐχένος ἐξ ὑπάτοιο κύβοις ἐπιτέλλεται ἰξύς . ἡ μέντοι
4617744 Ταυρον
αἴας κοινὸν , οἱ μὲν τὸν Ἑλλήσποντον , οἱ δὲ Ταῦρον , τὸ ὄρος . . ἐξοχήν . ἐνταῦθα καταχρηστικῶς
. Τῆς δ ' Ἀρμενίας τὰ μὲν νότια προβέβληται τὸν Ταῦρον , διείργοντα αὐτὴν ἀφ ' ὅλης τῆς μεταξὺ Εὐφράτου
4616274 Δαϊμαχος
Ἰνδικῆς συμβαίνειν : ταῦτα δὴ φάσκοντος ἀμαθῶς λέγεσθαι . : Δαΐμαχος δ ' ἐν τοῖς Ἰνδικοῖς ἱστορεῖ περιστερὰς μηλίνας γίνεσθαι
ῥίνας καὶ μαχαίρας καὶ ξυρία καὶ ξυστῆρας , ὥς φησι Δαΐμαχος ἐν πολιορκητικοῖς ὑπομνήμασι λέγων . καὶ λακωνίζω καὶ λακωνιστής
4609241 φησιν
τὰ περὶ τῆς Πλειάδων ἐπιτολῆς ἐπέξεισιν : ὅταν γὰρ , φησὶν , Εὐριπίδης λέγῃ καὶ ἑπτάποροι Πλειάδες αἰθέριαι , οὐ
Λέγει τὶς παλαιὸς ἀνήρ : μάλιστα γὰρ τῆς γῆς , φησὶν , ἡ ἀρίστη τὰς μεταβολὰς τῶν οἰκητόρων ἐλάμβανεν :
4602238 Πιττακον
τοῦ Πιττακοῦ , ὥσπερ ἂν εἰ θεῖμεν αὐτὸν λέγοντα τὸν Πιττακὸν καὶ Σιμωνίδην ἀποκρινόμενον εἰπόντα : Ὦ ἄνθρωποι , χαλεπὸν
ἐλέγχειν πειρᾶται εἰπόντα χαλεπὸν ἐσθλὸν γενέσθαι , εἶτα μεμφόμενον τὸν Πιττακὸν λέγοντα χαλεπὸν ἐσθλὸν ἔμμεναι . ὃ δὴ λύσας ὁ
4594324 Ἐξαμυου
μὲν Ἡρόδοτος καὶ Δοῦρις καὶ Δημόκριτός φασιν , πατρὸς μὲν Ἐξαμύου , μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης , ἐκ τῶν Θηλιδῶν ,
δὲ γεγονὼς ὀγδοήκοντα ἐν Κύπρῳ τελευτᾷ . Θάλεω . Θάλης Ἐξαμύου Μιλήσιος , Φοῖνιξ δὲ καθ ' Ἡρόδοτον . οὗτος
4589979 γεωγραφος
ποταμοῦ στάδιοι ͵δριʹ , μίλια φμηʹ . Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ γεωγράφος ἀπὸ πόλεως Χερσῶνος μέχρι Τύρα ποταμοῦ , σὺν τῷ
δρόμωι ἐξεπήδησεν . Β . , : ἱστορεῖ δὲ ὁ γεωγράφος καὶ ὅτι Βατίεια ἀπὸ Βατείας προσηγόρευται , τῆς Δαρδάνου
4571100 Φρυγα
κρήνην τὴν ἐν Ἀντιοχείᾳ κεράσαι οἴνῳ : καθάπερ καὶ τὸν Φρύγα Μίδαν φησὶ Θεόπομπος , ὅτε ἑλεῖν τὸν Σειληνὸν ὑπὸ
κατὰ νύκτα μοι φλόγ ' ἀνασειράζεις ἐπὶ τῷ λυχνείῳ τὸν Φρύγα τὸν αὐλητῆρα , τὸν Σαβάζιον ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς
4543522 Χθονιον
τῶν ψυχῶν καὶ διὰ τοῦτο Πομπέα λέγεσθαι καὶ Πυλαῖον καὶ Χθόνιον , ἐπειδήπερ οὗτος καὶ εἰσπέμπει ἀπὸ τῶν σωμάτων τὰς
, τὸ μὲν ἐπίκλησιν οὐκ εἶχε , τὸν δὲ αὐτῶν Χθόνιον καὶ τὸν τρίτον καλοῦσιν Ὕψιστον . ἐν μέσῳ δὲ
4531718 φωστηρα
κίνησιν , Ἑωσφόρον ἀνατέλλοντα μὲν καὶ προσημαίνοντα ἔρχεσθαι τὸν τέλειον φωστῆρα , σύνδεσμόν τε Πλείαδος καὶ Ὠρίωνος , Ἀρκτοῦρόν τε
ἐποίησεν ὁ θεὸς τοὺς δύο φωστῆρας τοὺς μεγάλους , τὸν φωστῆρα τὸν μέγαν εἰς ἀρχὰς τῆς ἡμέρας , καὶ τὸν
4515529 Μιτυληναιον
ὃν ἀναφέρεται τὸ εἰρημένον , ὡς ἐπὶ Πιττακὸν μὲν τὸν Μιτυληναῖον τὸ χαλεπὸν ἐσθλὸν ἔμμεναι , εἰς Χίλωνα δὲ τὸν
εἰς τὴν ἐκείνων ἀνάληψιν μετηνέχθησαν . Ἀρχαιάνακτα γοῦν φασι τὸν Μιτυληναῖον ἐκ τῶν ἐκεῖθεν λίθων τὸ Σίγειον τειχίσαι . τοῦτο
4510479 Ἐρατοσθενης
ὑφ ' ἑτέρου . σίσυρα καὶ σίσυρις διαφέρει , ὡς Ἐρατοσθένης διαστέλλει . σίσυραν μὲν γὰρ λέγει στέγαστρον αἰγείων δερμάτων
ἐστι τῇ Ἑκάτῃ , ἥτις ἀεὶ δᾷδας κατέχει , ὡς Ἐρατοσθένης . Αἰθυσσεῖς , ἔθνος Λιβυκὸν Μαρμαρίδαις πάροικον , ὡς
4498731 καλουμενον
Ῥωμαίων περὶ τρισκαίδεκα μυριάδας . καὶ εἰς χωρίον τι Σιγνούριον καλούμενον Ῥωμαίων ἀπεστάλη στρατιά , διὰ φυλακῆς ἕξουσα τὸ φρούριον
τῶν εἰδῶν ὑποϲτάθμην ἅπαϲαν τροχίϲκουϲ πλάϲαντεϲ καὶ ξηράναντεϲ ἔχουϲι τὸ καλούμενον κροκόμαγμα . Εἴρηται μὲν διὰ τὸ ἐν Αἰγύπτῳ εὑρῆϲθαι
4496251 Πεπαρηθιον
, ὡς ἔφη Ἀντίγονος ὁ Καρύστιος . Διοκλῆ τε τὸν Πεπαρήθιόν φησι Δημήτριος ὁ Σκήψιος μέχρι τέλους ψυχρὸν ὕδωρ πεπωκέναι
Σκήψιος ἐν τρωικῷ διακόσμῳ . . . : Διοκλῆ τὸν Πεπαρήθιόν φησι Δημήτριος ὁ Σκήψιος μέχρι τέλους ψυχρὸν ὕδωρ πεπωκέναι
4490292 τετταρακοστης
εἰ δέ τις ἀναγνῶναι βουληθείη τὴν ἀρχὴν τῆς ἐνάτης καὶ τετταρακοστῆς αὐτῶι βύβλου , παντάπασιν ἂν θαυμάσαι τὴν ἀτοπίαν τοῦ
τοῦτον εἶναι τὸν πρῶτον ἐντέχνως πυκτεύσαντα ἐπὶ τῆς ὀγδόης καὶ τετταρακοστῆς Ὀλυμπιάδος , κομήτην καὶ ἁλουργίδα φοροῦντα : ἐκκριθῆναί τ
4489363 ὀνομαζομενον
' ἡντινοῦν ἐπετελέσατο , τάφον δ ' αὑτῷ κατεσκεύασε τὸν ὀνομαζόμενον λαβύρινθον , οὐχ οὕτω κατὰ τὸ μέγεθος τῶν ἔργων
Κατορύσσουσι δὲ κατ ' ἐνιαυτὸν γραῦν κατάκριτον , παρὰ τὸν ὀνομαζόμενον λόφον Θηρόγονον : ἅμα γὰρ τὴν πρεσβῦτιν ἑρπετῶν πλῆθος
4480657 σαρους
φησι γεγενῆσθαι . Ὡς γίνεσθαι ὁμοῦ πάντας βασιλεῖς δέκα , σάρους δὲ ἑκατὸν εἴκοσι . . , , : δι
ὀκτοκαίδεκα : καὶ μετὰ τοῦτον Δάωνον ποιμένα ἐκ Παντιβίβλων βασιλεῦσαι σάρους δέκα . Κατὰ τοῦτον πάλιν φησὶ φανῆναι ἐκ τῆς
4477121 ὁμωνυμον
εἰς κατασκευὴν προβάλλεται τοῦ ἀμφισβητουμένου : εἰκότως οὖν οὐκ ἠδύνατο ὁμώνυμον ἑαυτοῦ κεφάλαιον ἔχειν ὁ στοχασμὸς ἄδηλος ὢν καὶ ἄδηλον
, ἐπειδὴ καὶ ἕτερον τοῦτο ἐκείνου καὶ οὐ συνώνυμον , ὁμώνυμον δὲ καὶ εἰκών . Ἀλλ ' ἐπεὶ καὶ ἐνταῦθα
4476941 λαβυρινθον
κατασκευάσαι πυραμίδα τετράπλευρον ἐπιστήσαντα , καὶ τὸν θαυμαζόμενον παρὰ πολλοῖς λαβύρινθον οἰκοδομῆσαι . Παραπλήσια δὲ καὶ περὶ τῶν ἄλλων λέγουσιν
ἤθελον , φάμενοι θήκας αὐτόθι εἶναι τῶν τε ἀρχὴν τὸν λαβύρινθον τοῦτον οἰκοδομησαμένων βασιλέων καὶ τῶν ἱρῶν κροκοδείλων . Οὕτω
4464707 Μωσην
Ἀβάβ : ἐκ δὲ τοῦ Ἰοθὸρ Σεπφώραν , ἣν γῆμαι Μωσῆν . Καὶ τὰς γενεὰς δὲ συμφωνεῖν : τὸν γὰρ
, τρόφευε , κἀγὼ μισθὸν ἀποδώσω σέθεν . ὄνομα δὲ Μωσῆν ὠνόμαζε , τοῦ χάριν ὑγρᾶς ἀνεῖλε ποταμίας ἀπ '
4429215 Σολιον
? Πασικράτην ? ? ? ? ? ? ? τὸν Σόλιον καὶ Νικοκλέα τὸν Πάφιον , τοῦτον καὶ Ἀνδροκλέα τὸν
αὐτὴν Ἀθηναῖοι , ἐκ πολιορκίας κρατοῦντες . Σόλλιον : τὸ Σόλιον πόλισμα τῆς ἠπείρου ἐστὶν ἐν τῇ Ἀκαρνανίᾳ Ἀστακόν :
4424923 Ἡρακλεωτην
ἐπιλανθάνεσθαι . ἔναγχος δὲ δήπου καὶ πρὸς ἐμὲ ἐπαινῶν τὸν Ἡρακλεώτην ξένον ἐπεί με ἐποίησας ἐπιθυμεῖν αὐτοῦ , συνέστησάς μοι
ἐπιλανθάνεσθαι . ἔναγχος δὲ δήπου καὶ πρὸς ἐμὲ ἐπαινῶν τὸν Ἡρακλεώτην ξένον ἐπεί με ἐποίησας ἐπιθυμεῖν αὐτοῦ , συνέστησάς μοι
4423772 Ποντικος
τ ' ἐκτετιλμένος . μέμνηται δ ' αὐτοῦ Χαμαιλέων ὁ Ποντικός : ξανθῇ δ ' Εὐρυπύλῃ μέλει ὁ περιφόρητος Ἀρτέμων
ὡς τὸ πολὺ καὶ τιμῶν , ἔτι δὲ Ἡρακλείδης ὁ Ποντικός . τούτων δὲ πρότερος Πλάτων πανταχοῦ μέμνηται , τὴν
4403421 πλανηθεις
, ἔψεγεν δὲ ὅτι τοιοῦτο ζῷον φωνὴν οὐκ ἔχει . πλανηθεὶς οὖν ὁ κόραξ ἤνοιξεν τὸ στόμα καὶ τὸν τυρὸν
καὶ ἄλλο μηδέν σε περισπάτω : πεπείρασαι γὰρ περὶ πόσα πλανηθεὶς οὐδαμοῦ εὗρες τὸ εὖ ζῆν , οὐκ ἐν συλλογισμοῖς
4402550 Κερατα
τὴν ἑαυτοῦ κεφαλὴν ἑτέραν ἔχειν νομίσειε τῆς κατὰ φύσιν . Κέρατα ἔχειν προσπεφυκότα βοὸς ἢ ἄλλου τινὸς ζῴου βιαίου ἐπάγει
τε Μεγαρικῆς καὶ τῆς Ἀτθίδος , ὄρη δύο ἃ καλοῦσι Κέρατα . Εἶτ ' Ἐλευσὶς πόλις , ἐν ᾗ τὸ
4395119 Ἰνδον
τοῦ γένους πωλευθέντα . Σελεύκου τε τοῦ Νικάνορος κτῆμα ᾄδει Ἰνδὸν ἐλέφαντα , καὶ μέντοι καὶ διαβιῶναι τοῦτον μέχρι τῆς
. ρλγ ιϚ . Ἡ δὲ τάξις τῶν εἰς τὸν Ἰνδὸν ῥεόντων ποταμῶν ἀπὸ τοῦ Ἰμάου ὄρους οὕτως ἔχει :
4380656 Χιον
ὁ Φλιάσιος ἐν τῷ τρίτῳ τῶν σίλλων Ἀρίστωνά φησι τὸν Χῖον , Ζήνωνος δὲ τοῦ Κιτιέως γνώριμον , κόλακα γενέσθαι
. ὅστις ἐρευνεῖ : φιλονεικεῖ . ποτὶ [ τὸν ] Χῖον ἀοιδόν : τὸν Ὅμηρον . ὅρη φίλε : ὅρα
4371804 Λακεδαιμονιον
ἄλλους Ἀρκάδας ἀστυγείτονας ὄντας ; ἔνθ ' οὐδεὶς εὕρηκέ πω Λακεδαιμόνιον ἄρχοντα , ὥσπερ οὖν ἐνθάδε Μακεδόνα : πολιτείας δὲ
ναῦς μακρὰς ἄγων τριάκοντα παρὰ τῶν συμμάχων καὶ ναύαρχον Φαρακίδαν Λακεδαιμόνιον . Μετὰ δὲ ταῦτα Διονύσιος μὲν καὶ Λεπτίνης μετὰ
4368898 ἐξελιγμον
, αὐτὸ μόνον ἐξέλισσε φαίης , ἄλλοι ἐπ ' ἄλλον ἐξελιγμὸν ἥξουσιν . οὐδὲν δὲ ὡσαύτως ἀγαθὸν ἔν τε πορείαις
ἐστι πρὸς τὰς αἰφνιδίους ἐφόδους πολεμίων . Ὅτι Μακεδόνων τὸν ἐξελιγμὸν τὸν Μακεδονικὸν εὑρόντων Φίλιππος καὶ Ἀλέξανδρος ἐν ταῖς παρατάξεσι
4363611 Λεγει
ιαʹ καὶ ἕβδομα γʹ . τοῦτόν φαμεν ἑβδομαδικὸν κλιμακτῆρα . Λέγει δ ' ὁμοίως σκοπεῖν , μὴ ὁ κατ '
κακοήθους χολῆς . ταῦτα μὲν περὶ τῆς λέξεως αὐτοῦ . Λέγει δὲ ταῦτα Ἱπποκράτης , ὅτι γίνεται λιθίασις , καὶ
4363110 ἐκαλεσεν
καὶ ἐνταῦθα λέγει , ὅτι τὰ ἔντερα τοῦ ἀνθρώπου κῶλα ἐκάλεσεν , ἃ ἐοίκασι τοῖς τῶν κυνῶν ἐντέροις , πλὴν
ἐπαίνου ἄξιος : οὕτως γὰρ καὶ ὁ Πλάτων τὴν φιλοσοφίαν ἐκάλεσεν . ὁ δὲ φιλόμυθος ὁ ἐπὶ τῶν καθ '
4351129 Ἀνδρωνα
οἶδας ἱστοροῦντα Μενεκλέα , τὸν Βαρκαῖον συγγραφέα , ἔτι τε Ἄνδρωνα ἐν τοῖς Χρονικοῖς , τὸν Ἀλεξανδρέα , ὅτι Ἀλεξανδρεῖς
. παθητικωτάτην εἶναί φησι πασῶν . Θ . πρῶτόν φησιν Ἄνδρωνα τὸν Καταναῖον αὐλητὴν κινήσεις καὶ ῥυθμοὺς ποιῆσαι τῷ σώματι
4348025 πινακα
Ἀλκιβιάδῃ , ὡς ἡ ὄρνις ἡ γενναία ἐπιπτᾶσα κατέβαλε τὸν πίνακα , ἐγκαλυψάμενος ἐκάθητο καὶ οὐκ ἠρίστα : ὡς δὲ
τὰς ἐντολάς , ἐκτιθέναι τε ἑκάστοτε εἰς τὸ μέσον τὸν πίνακα . χρόνωι δὲ πολλῶι ὕστερον τῶν Πυθαγορικῶν τινα παριόντα
4340249 Ἁλικαρνασσευς
. κατὰ θέρος καὶ χειμῶνα : Διονύσιος [ ὁ ] Ἁλικαρνασσεὺς ἐν τῷ περὶ Θουκυδίδου [ ] συντάγματι περὶ οὐ
τῆς θεωρίδος νεὼς ἱστίον , ὡς Ἑλλάνικος καὶ Ἄνδρων ὁ Ἁλικαρνασσεὺς ἱστορήκασιν . . . . : [ Πρῶτον μὲν
4334597 περιβολον
ἔχωνται . Ἀφικόμενοί τε μέχρι Τύσκλου πόλεως , μαθόντες τὸν περίβολον τῆς Ῥώμης ὅλον πληθύοντα ὅπλων , καὶ πρὸ τῶν
τοῦ παλαιοῦ τείχους : τὶ μέρος δηλονότι . ἢ τὸν περίβολον . βοηθήσαντες : συνδραμόντες ἐπὶ βοήν ἐβιάζοντο : ἤγουν
4333929 ὑπονοουντες
πρὸς τὸ ὁμοιοκατάληκτον . τινὲς Δᾶτιν λέγουσι τὸν τραγικὸν κακῶς ὑπονοοῦντες : ἐκεῖνος γὰρ υἱὸς ἦν Καρκίνου , οὗτος δὲ
ταχὺ κυριεύσειν αὐτῆς . οἱ δὲ Ῥηγῖνοι τούτων μὲν οὐδὲν ὑπονοοῦντες τὸ μὲν πρῶτον ἐφ ' ἡμέρας τινὰς ἐχορήγουν τὰς
4331077 συνειδεν
τό τε ἦθος εὐθὺς οἷός τις ἦν ἔγνωστο , καὶ συνεῖδεν αὐτοῦ τά τε τῆς ψυχῆς ἐπί τε τὸ χεῖρον
πρὸς μὲν τὸν δάκτυλον θλιβόμενον αὖθις ἐμειδίασεν , οὐ μὴν συνεῖδεν , οἶμαι , τὸ νόμισμα , ὥστε μὴ δεξαμένου
4328321 Φολοη
ἥψατο , σῇ χειρὶ τὸ μέγα τοῦτο κατορθῶν ἐπιτήδευμα . Φολόη τίς ἐστιν ὄρος ὑψηλὸν καὶ ἀνέμοις καταπνεόμενον : περὶ
ἀπῆραν οἱ πλείους εἰς Ἐπίδαμνον καὶ Ἀπολλωνίαν : καὶ ἡ Φολόη δ ' ὑπέρκειται τῆς Ὀλυμπίας ἐγγυτάτω , ὄρος Ἀρκαδικόν
4314294 Ἡρωων
πέλαγος ἦν , σύρρουν τυχὸν ἴσως τῇ Ἐρυθρᾷ τῇ κατὰ Ἡρώων πόλιν καὶ τὸν Αἰλανίτην μυχόν . Εἴρηται δὲ περὶ
πολεμικὸν , λέγει δὲ τὸ Γιγαντικόν : εἶτα τὸ τῶν Ἡρώων τῶν ἐν Θήβαις καὶ Τροίᾳ στρατευσάντων . Νῦν δέ
4311967 Λαμψακηνος
κάλλιστα ἀνθρώπων λέγειν περὶ Ὁμήρου , ὡς οὔτε Μητρόδωρος ὁ Λαμψακηνὸς οὔτε Στησίμβροτος ὁ Θάσιος οὔτε Γλαύκων οὔτε ἄλλος οὐδεὶς
ὁ Ἀριστοτέλης τῶν λεγόντων εἶναι τὸ κενόν . ὁ δὲ Λαμψακηνὸς Στράτων ταῦτα μὲν εἰς δύο συνήγαγε τὰ τέτταρα εἴς
4310980 Ἰωνα
ἄφθονα . ἐν τούτῳ δὲ ὁ Κλεόδημος ἐπικύψας ἐς τὸν Ἴωνα , Ὁρᾷς , ἔφη , τὸν γέροντα Ζηνόθεμιν λέγων
καὶ εἰς στρατηγίας καὶ εἰς τὰς ἄλλας ἀρχὰς ἄγει : Ἴωνα δ ' ἄρα τὸν Ἐφέσιον οὐχ αἱρήσεται στρατηγὸν καὶ
4309376 Ἀγχιαλη
ἢ κακῶς βεβιωμένων τιμῆς ἢ δίκης . . . : Ἀγχιάλη , πόλις Κιλικίας , παραθα - λασσία τῇ Τάρσῳ
γραμματικὸν συμφωνοῦντα Πτολεμαίῳ βασιλεῖ . Γίνεται δ ' Ἰαπετοῦ θυγάτηρ Ἀγχιάλη , καὶ κτίζει πόλιν Ἀγχιάλην [ πρὸς ] Ἀγχιαλέα
4306134 Εὐφρατην
καὶ ὀκτακοσίων σταδίων τὴν ἐπὶ Βαβυλῶνα ἀπὸ Θαψάκου παρὰ τὸν Εὐφράτην προσθείς , καθάπερ ἐπίτηδες , τοῦ μή τινα εὐθεῖαν
: Ὠβαρηνοὶ , μέρος Ἀρμενίας περικείμενον Κύρῳ ποταμῷ , ὅστις Εὐφράτην παραλλήλως ἔχει . Μέμνηται δ ' αὐτῶν καὶ Κουάδρατος
4303669 ναυκληρον
ἐστιν ἡ παρεμβολή . Φοίνικα , μεγάλου κύριον βαλλαντίου , ναύκληρον ἐν τῷ λιμένι ποιήσας ἄπλουν , κἀφ ' ὅρμον
ἐραστὰς παραπεμψαμένη , Θεοκλέα τὸν πρυτανεύοντα νῦν καὶ Πασίωνα τὸν ναύκληρον καὶ τὸν συνέφηβόν σου Μέλισσον , καίτοι ἔναγχος ἀποθανόντος
4301894 Ἡρακλεωτης
ταῖς ἀναλύσεσιν ἐπ ' αὐτῶν χρησάμενος . Ἀμύκλας δὲ ὁ Ἡρακλεώτης , εἷς τῶν Πλάτωνος ἑταίρων καὶ Μέναιχμος ἀκροατὴς ὢν
προσκηνίου ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης ὀχούμενος . Νύμφις δ ' ὁ Ἡρακλεώτης ἐν ἕκτῳ τῶν περὶ τῆς πατρίδος ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ , φησίν
4299385 Ἀγχιαλης
Ἀγχιάλη , πόλις Κιλικίας . . . Ἔστι δὲ κτίσμα Ἀγχιάλης τῆς Ἰαπετοῦ θυγατρὸς , ὡς Ἀθηνόδωρος περὶ τῆς αὑτοῦ
ἕλληνι τύπῳ . Αὐλαί , ἐπίνειον Κιλίκων μεταξὺ Ταρσοῦ καὶ Ἀγχιάλης . οἱ οἰκοῦντες Αὐλεῶται πρὸς τῶν ἐπιχωρίων ὀνομάζονται .
4296806 Διαγοραν
ἐκ τῆς Ἀττικῆς : οἱ δ ' Ἀθηναῖοι τῷ ἀνελόντι Διαγόραν ἀργυρίου τάλαντον ἐπεκήρυξαν . Κατὰ δὲ τὴν Ἰταλίαν Ῥωμαῖοι
τῶν κηρυγμάτων τῶν ἐν τοῖς σταδίοις . φασὶ δὲ αὐτῷ Διαγόραν τὸν Μήλιον συνθεῖναι τοὺς νόμους ἐραστὴν γενόμενον . εἶχον
4295458 ἰσθμον
δὲ μυχὸν τοῦ Ἀραβίου κόλπου μὴ ᾔδει , μηδὲ τὸν ἰσθμὸν τὸν κατ ' αὐτόν , πλάτος ἔχοντα οὐ πλειόνων
ἡμέρας καὶ ἡμίσεως . Ἀπὸ δὲ Νέας πόλεώς ἐστιν εἰς ἰσθμὸν στάδια ρπʹ πεζῇ πρὸς τὴν ἑτέραν θάλασσαν τὴν πρὸς
4294817 ἐνεχαραξεν
ἐξήτασεν τοὺς ἀγγέλους , καὶ εἴ τι αὐτῶι εἶπον , ἐνεχάραξεν αὐτοῦ ὃν τρόπον καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἴσμεν ὅτι
αὐτῷ κατ ' ἔτος θρόνον ἐθεάσατο , ἐπίγραμμά τ ' ἐνεχάραξεν ἐπὶ τῷ τάφῳ ἐπιγράψας Πυθαγόρας τῷ Διί , οὗ
4289632 Τυανων
πάντα δὲ ἐλάττω τοῦ παρόντος : ἦλθεν ἄγων ἡμῖν ἀπὸ Τυάνων , πόλεως εὐδαίμονος , παῖδε δύο λόγων ἐρῶντε ,
ἐζήλωσαν , Ἀρχύτας τε ὁ παλαιός , καὶ ὁ ἐκ Τυάνων Ἀπολλώνιος , καὶ οἱ προσκυνήσαντες Ἀπολλώνιον , οἵτινες σῶμά
4279417 Διοδωρον
ὑπὸ στέρνοισι μόλυβδον θήσεται ἢ Πύρρωνα τὸ πᾶν κέρας ἢ Διόδωρον νήξομαι εἰς Πύρρωνα καὶ εἰς σκολιὸν Διόδωρον † καὶ
καὶ Πύρρος ὁ Ἠπειρώτης : οἱ πάντες ἔτη τρία κατὰ Διόδωρον . Ὅτι Ἀπολλόδωρος ἐπιθέμενος τυραννίδι καὶ βεβαιῶσαι κρίνας τὴν
4277867 μυθολογουσιν
εἰς τὸ Δικταῖον ὄρος , ἐν ᾧ τραφῆναι τὸν Δία μυθολογοῦσιν οἱ Κρῆτες ὑπὸ τῶν Κουρήτων νεογνὸν ὄντα , κατέβαινεν
Ὀλυμπίων θεῶν . οἱ μὲν οὖν Λίβυες περὶ Διονύσου τοιαῦτα μυθολογοῦσιν : ἡμεῖς δὲ τὴν ἐν ἀρχῇ πρόθεσιν τετελεκότες αὐτοῦ
4276471 Περσαιον
ἐφύλαττε μετὰ τῶν ἄλλων , οἷς ἐπίστευε μάλιστα , καὶ Περσαῖον ἐπιστήσας ἄρχοντα τὸν φιλόσοφον . . τῶν δὲ Ἀντιγόνου
, πεπλανῆσθαι εἶπε τὸν ἐπιγράψαντα : δεῖν γὰρ οὕτως ἔχειν Περσαῖον Ζήνωνος οἰκετιᾶ . ἦν γὰρ ὄντως οἰκέτης γεγονὼς τοῦ
4273538 Κριον
διαστάσεις ἔχουσιν οὕτως : Κριὸς πρὸς Σκορπίον , Σκορπίος πρὸς Κριόν : Ταῦρος πρὸς Ζυγὸν καὶ Ζυγὸς πρὸς Ταῦρον :
Μιτυληναῖος ἄνθρωπόν φησι γεγενῆσθαι , παιδαγωγὸν τοῦ Φρίξου , ὀνόματι Κριόν . ἀφασσόμενος : ψηλαφῶν . νοσφίσσεται : ἀφαιρήσεται .
4269878 φασκων
δόλον τινὰ εἶναι καθ ' αὑτοῦ καὶ σόφισμα ἐκώλυε , φάσκων οὐκ ἐς κωλύμην οὐδ ' ἐς ἀντίστασιν αὐτοὺς τῶν
τὸ κάλλος , ὅ μοι δοκεῖ καὶ ὁ Πλάτων εἰπεῖν φάσκων δεῖν ἔχειν τὸν λόγον κεφαλήν τε καὶ ἄκρα καὶ
4268529 κυνοκεφαλον
φέροντα τῇ δὲ δεξιᾷ βιβλίον , πρὸς δὲ τοῖς ποσὶ κυνοκέφαλον τὰς χεῖρας ἐκτείνοντα ὥσπερ εὐχόμενον . Λίθος ἐλαφοκερατίτης :
. “ Αἴσωπος ἰδὼν τὸ παιδάριον καὶ νοήσας ὅτι εἰς κυνοκέφαλον αὐτὸν ἔσκωψεν λέγει ” οὐχ ὡς σὺ ὑπονοεῖς ,
4268358 καταδυομενον
Ἔτι τοίνυν ἂν ὑποθώμεθα ἰσομέγεθές τι τῇ γῇ ἀνατέλλον ἢ καταδυόμενον , οὐδένα χρόνον ἐφέξει ἐπὶ τοῦ ὁρίζοντος . Ὥσπερ
γὰρ ἐξ Ὠκεανοῦ ἀνατέλλοντα αὐτὸν ὁρῶμεν καὶ πάλιν ἐς Ὠκεανὸν καταδυόμενον ἐν δ ' ἔπες ' Ὠκεανῶι λαμπρὸν φάος ἠελίοιο
4267039 Εὐδωρον
Φερεκύδης δέ φησιν ἔχειν αὐτὴν παῖδας ἕξ , Ἀλαλκομενέα Φηρέα Εὔδωρον Λύσιππον Ξάνθον Ἀργεῖον : θυγατέρας δὲ ἕξ , Χιόνην
] δέ φησιν ἔχειν αὐτὴν παῖδας ἓξ , Ἀλαλκομενέα Φηρέα Εὔδωρον Λύσιππον Ξάνθον Ἀργεῖον , θυγατέρας δὲ ἓξ , Χιόνην
4266351 Εὐθυδικον
συλλογιμαίους τινὰς ἀνθρώπους κομίζων , ἐν δὲ τούτοις εἶναι τὸν Εὐθύδικον καὶ μετ ' αὐτοῦ Δάμωνα , Χαλκιδέα καὶ τοῦτον
, ἑταῖρον αὐτοῦ : ἡλικιώτας δὲ εἶναι , τὸν μὲν Εὐθύδικον ἐρρωμένον καὶ καρτερόν , τὸν δὲ Δάμωνα ὕπωχρον καὶ
4247474 ἱερειᾳ
περὶ δὲ τὸν χοᾶ τὸν ἑαυτοῦ ἕκαστον περιθεῖναι καὶ τῇ ἱερείᾳ ἀποφέρειν τοὺς στεφάνους πρὸς τὸ ἐν Λίμναις τέμενος ,
πλακοῦντα μέγαν καθ ' ὑπερβολὴν ἤνεγκεν τῇ θεῷ καὶ τῇ ἱερείᾳ εἶπεν ὅτι τὸ παρὸν ἀπορούμενος ἀξιοῖ τὴν Ἀφροδίτην συγγνώμην
4246725 Συρακοσιον
ἐπεὶ δὲ σιγᾷς , ἐγὼ ἐρῶ . κατὰ γὰρ τὸν Συρακόσιον ποιητὴν : τὰ πρὸ τοῦ δύ ' ἄνδρες ἔλεγον
μετὰ δὲ ταῦτα φύλακας τῆς πόλεως καταστήσας , Βίτωνα τὸν Συρακόσιον φρούραρχον ἀπέδειξε : τὸ δὲ πλεῖον μέρος ἐκ τῶν
4245244 Φοινικα
πεζοὶ δ ' οὐκ ἀξιοῦντες ἀγχοῦ τῶν πολεμίων στρατοπεδεύειν ἐς Φοίνικα πόλιν ἀνεχώρουν . καὶ νυκτὸς οἱ μὲν ἀνεπαύοντο ,
δὲ καὶ Νίνος ὁ Ἀσσύριος , ὃς κατὰ τὸν Κολοφώνιον Φοίνικα χρυσίου τάλαντα εἶχε πολλῷ πλείονα Κασπίης ψάμμου , ὃς
4235949 μυσαρον
Ἀμμένωνα τὸν Χαλδαῖον , ἐφ ' οὗ φησι φανῆναι τὸν μυσαρὸν Ὠάννην , τὸν Ἀννήδωτον , ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς :
φόνῳ ἐμβαλὼν τοὺς παῖδας διὰ τῶν καταρῶν εἰς φιλονεικίαν : μυσαρὸν εἰς ἀγῶνα : εἰς μεμισημένην φιλονεικίαν . λέγει δὲ
4235490 Λεγεται
σκόπει γὰρ αὐτὰ ἃ λέγει . Ἐκ τοῦ Ἀλκιβιάδου „ Λέγεταί γέ τοι , ὦ Σώκρατες , οὐκ ἀπὸ ταὐτομάτου
, καὶ ἐξουσία ἐν αὐτῇ ποιεῖν ὅτι τις βούλεται ; Λέγεταί γε δή , ἔφη . Ὅπου δέ γε ἐξουσία
4234904 Νειλον
, εἴ τις φαίνοιτο , οἱ μηνύσειαν , ἀνέπλει τὸν Νεῖλον καὶ τὰς πόλεις διηρεύνα καὶ ἐνενόει μέχρις Αἰθιοπίας ἐλθεῖν
ἔθνεσι τούτοις , ταῦτα δ ' ἐστὶ τὰ περὶ τὸν Νεῖλον , ἐκθετέον : μετὰ δὲ ταῦτα τὴν Λιβύην ἔπιμεν
4234757 Λακωνα
' ἀσπίδα μεταβαλοῦ „ . διόπερ οὕτως παραγγελοῦμεν ” τὸν Λάκωνα ἐξελίσσειν ” „ τὸν Μακεδόνα ἐξελίσσειν „ ” τὸν
σε λυπεῖ ἔτι ; Οὐδαμῶς : ἀλλὰ ἐρώμενον πενθῶ τὸν Λάκωνα τὸν Οἰβάλου . Τέθνηκε γάρ , εἰπέ μοι ,
4234259 Μεγαρεα
ἦγε παρὰ Ἀλέξανδρον καὶ Ἀπολλωνίδην τὸν Χῖον καὶ Φησῖνον καὶ Μεγαρέα καὶ τοὺς ἄλλους , ὅσοι τῆς τε ἀποστάσεως τῆς
Φυρόμαχον πάντα φαγεῖν βορόν φησιν . ὅτι φησὶν Ἡρόδωρον τὸν Μεγαρέα σαλπιγκτὴν γενέσθαι τὸ μὲν μέγεθος πηχῶν τριῶν καὶ ἡμίσους
4234068 Βαβυλωνιᾳ
' οὐ χηλήν . Θεόφραστος δὲ δαιμονιώτατα λέγει ἐν τῇ Βαβυλωνίᾳ γῇ τοὺς ἰχθῦς ἀνιόντας ἐκ τοῦ ποταμοῦ εἶτα μέντοι
ἄλλος αὐτῷ ἐναυπηγεῖτο στόλος τέμνοντι τὰς κυπαρίσσους τὰς ἐν τῇ Βαβυλωνίᾳ : τούτων γὰρ μόνων τῶν δένδρων εὐπορίαν εἶναι ἐν

Back