| , ἀπὸ μέρους τὸ πᾶν . ἀπὸ κοινοῦ δὲ τὸ ὤφελε : ὤφελε μὴ ἐρετμῶσαι ἡ Ἀργὼ τὰς τῶν ἀρίστων | ||
| . οὐθέν μοι μέλει τούτων : ἐκεῖνος ὤφελε ζῆν . ὤφελε . παράγωμεν εἴσω τὸν ταλαίπωρον λόγον ἀπαγγελοῦντες τοῦτον οἷς |
| Φρύγας λέγουσιν ὠικίσθαι , πάτερ ; οὗ μήποτ ' οἰκεῖν ὤφελ ' ὁ Πριάμου Πάρις . μακρὰν ἀπαίρεις , ὦ | ||
| ἀρᾶται . εἴθ ' ] ἄν ποτε , ἄμποτε . ὤφελ ' ] ἔπρεπε , ἔμελλε , ὤφελον . ἴσθι |
| φίλ ' Ἄπολλον : ὦ φίλε Ἄπολλον καὶ Ἀθηνᾶ καὶ διόθεν πολεμόκραντον . εἰπὼν ὦ Ἄπολλον καὶ δέον εἰπεῖν : | ||
| δίκαις ἐχθρῶν ἡ μεταφορά . ἠδ ' ] καί . διόθεν ] ἐκ Διὸς γὰρ ἡ βασιλεία δίδοται . ὀχυρὸν |
| προφῆτις , Ἀπόλλων , Ὀρέστης , Κλυταιμήστρας εἴδωλον , χορὸς Εὐμενίδων , Ἀθηνᾶ , προπομποί . φαίνεται ἐπὶ σκηνῆς τὸ | ||
| περὶ τὸ ἱερὸν Μανίας : δοκεῖν δέ μοι θεῶν τῶν Εὐμενίδων ἐστὶν ἐπίκλησις , καὶ Ὀρέστην ἐπὶ τῷ φόνῳ τῆς |
| ἤγουν ἔμπροσθεν , ῥύου τὸ ἑπτάπυλον ἕδος , ἤτοι τὴν ἑπτάπυλον πόλιν τῶν Θηβαίων . γίνωσκε γὰρ ὅτι ἐζωγράφουν ταύτην | ||
| δ ' ὑπὲρ μελάθρων φονώ - σαισιν ἀμφιχανὼν κύκλῳ λόγχαις ἑπτάπυλον στόμα , ἔβα πρίν ποθ ' ἁμετέρων αἱμάτων γένυσιν |
| ἑξῆς ἀναμφισβητήτως κτιδέην λέγει : τοῦ δ ' ἀπὸ μὲν κτιδέην κυνέην . . ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' | ||
| ὀξὺν ἄκοντα : ἡ διπλῆ ὅτι νῦν μὲν ἀμφίβολον πότερον κτιδέην ἢ συναλοιφὴν ἐκδεκτέον , ἰκτιδέην : διὰ μέντοι τῶν |
| τῆς θ ' ὁμοσπόρου ? [ ˘ – × ] ἐξελαύνεις ? δωμάτων τ˘ [ × – – × ] | ||
| ἄκοντα κατέχεις , ἀδικεῖς , εἴθ ' ἑκόντα καθήμενον οὐκ ἐξελαύνεις , ἀδικεῖς . ἀλλ ' ἐκεῖνος ἡμῖν μὴ γένοιτο |
| , καὶ σκευασία μὴ μί ' ᾖ τῆς μουσικῆς , Ἀστυδάμας ὁ τραγικὸς ἐν Ἡρακλεῖ σατυρικῷ , ἑταῖρε , φησί | ||
| . καὶ Τίτορμος δὲ ὁ Αἰτωλὸς διηριστήσατο αὐτῷ βοῦν . Ἀστυδάμας δ ' ὁ Μιλήσιος τρὶς Ὀλύμπια νικήσας παγκράτιον , |
| ' σίδοιμι μνῆμα . πολεμία γὰρ ἦν . ἀλλ ' ἔπειγ ' , ὡς μή σε πρόσθε ψῆφος Ἀργείων ἕληι | ||
| ἐξωπτημένη , ὥστ ' ἐπεὶ βούλει τῶν λελειμμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν |
| ῥά οἱ ἀχλὺν κατέχευε . * ) [ ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι ] Ζηνόδοτος ἥ σφισιν ἀχλὺν γράφει , οὐκ | ||
| οὔ τι τόσος γε ὅσος Τελαμώνιος Αἴας : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος ἠθέτηκεν αὐτόν . ἀναγκαῖος δέ ἐστι |
| ἀλλ ' ἐκεῖνον μὲν ἤδη διενοχλοῦντα ἔπαυσεν ἐς τὸ παρὸν Ἀρισταίνετος τῷ παιδὶ νεύσας εὐμεγέθη σκύφον ἀναδοῦναι αὐτῷ ζωρότερον ἐγχέαντα | ||
| τῆς ἀηδίας οὕτω γοῦν ἐλπίσαντες . καὶ μετῆλθέν τε ὁ Ἀρισταίνετος ἐπὶ τὸν αὑτοῦ τόπον εἰρήνην γεγενῆσθαι ἐλπίσας , καὶ |
| . Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε . Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον . Ἡ γλῶσς ' | ||
| ἀμφάκης γένυς , ἅ νιν κατέπεφνεν αἰσχίσταις ἐν αἰκίαις . Ἥξει καὶ πολύπους καὶ πολύχειρ ἁ δει - νοῖς κρυπτομένα |
| μὴ παρόντος δὲ αὐλητοῦ εἷς τῶν ἑταίρων ἀνακρουόμενος ἔλεγε : τήνελλα καλλίνικε . ἄλλως : τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος , | ||
| ποιοῦσα . ὁρᾶτε ] τὸν ἀσκὸν δείκνυσι κενόν . Γ τήνελλα ] μίμημα ἀπηχήματος αὐλοῦ . ὦ πρέσβυ : ἑαυτὸν |
| : ὦ Νεοπτόλεμε ἐκ Διὸς κατάγων τὸ γένος , μὴ ὤφελες ἀναθεῖναι τὴν αἰτίαν τοῦ φόνου τοῦ σοῦ πατρὸς τῷ | ||
| δὲ ὤφελον ἐμφαίνει πρόσωπον , οἷον : ὤφελον ἐγώ , ὤφελες σύ , ὤφελεν ἐκεῖνος . καὶ ἄλλως : τὸ |
| κέν μιν ἀρεσσάμενοι πεπίθοιμεν δώροισίν τ ' ἀγανοῖσιν ἔπεσσί τε μειλιχίοισιν . καὶ πείθεται τούτοις ὁ Ἀγαμέμνων . οὗτός σοι | ||
| ' ἐξ ὀρέων ὑποδείελος ἠχηέντων μουνάξ , οὐδέ τεῳ ἐπεμίσγετο μειλιχίοισιν : ἀλλ ' ὁπότ ' ἀνθρώπων μεγάλας πλήσαιτο κολώνας |
| ἀπέδραν ἐσχάτης συλλαβῆς . ἀλλὰ καὶ τὸ ἑνικὸν πρῶτον πρόσωπον ἀπέδραν , ἐκτεταμένου τοῦ ἐπὶ τέλους α , καὶ ἀπέδρας | ||
| τοῦ κακοῦ . ἀπέδραμεν : τετρασυλλάβως , καὶ ἀπέδρατε καὶ ἀπέδραν , βραχείας τῆς τοῦ ἀπέδραν ἐσχάτης συλλαβῆς . ἀλλὰ |
| τὸν Τυδέα ἄγγελον ἀπέστειλαν , καὶ “ σεῦ ἕνεκ ' ἀγγελίης . ” Ζηνόδοτος δὲ τοῦτο ἀγνοήσας μεταγράφει “ ἧς | ||
| ' εἰ δ ' ἄγε δεῦρο διοτρεφὲς ὄφρα πύθηαι λυγρῆς ἀγγελίης , ἣ μὴ ὤφελλε γενέσθαι . ἤδη μὲν σὲ |
| ἐξειληφέναι τὸ ὧδε τοπικῶς : ἑξῆς γὰρ γράφει κεῖσε γὰρ ἔβρισαν . ἔστι δὲ ἀντὶ τοῦ οὕτω . . κεῖσε | ||
| . ] καὶ Ἀριστοφάνης ἠθέτει . . . ὧδε γὰρ ἔβρισαν Λυκίων ἀγοί : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι Ζηνόδοτος γράφει |
| διὰ τὸ εἶναι πτερωτάς . , , , : μηδὲν φοβηθῇς ] Ὁ ῥυθμὸς Ἀνακρεόντειός ἐστι κεκλασμένος πρὸς τὸ θρηνητικόν | ||
| τοῦ δοκοῦντος ἐνθάδε θανάτου καταφρονήσῃς , ὅταν τὸν ὄντως θάνατον φοβηθῇς , ὃς φυλάσσεται τοῖς κατακριθησομένοις εἰς τὸ πῦρ τὸ |
| : εἰ δὲ οἴει δεῖν ἅ φαμεν ποιεῖν , μὴ μέλλε πειθόμενος Αἰσχύλωι καὶ ἔτι πρότερον Ἡσιόδωι . . . | ||
| γὰρ ὅγε στήλην Ἀφαρηίου ἐξανέχουσαν τύμβου ἀναρρήξας ταχέως Μεσσήνιος Ἴδας μέλλε κασιγνήτοιο βαλεῖν σφετέροιο φονῆα : ἀλλὰ Ζεὺς ἐπάμυνε , |
| ἐπέγρετο κεδνὰ ἰδυῖα , κλαῖεν δ ' ἐν λέκτροισι καθεζομένη μαλακοῖσιν . αὐτὰρ ἐπεὶ κλαίουσα κορέσσατο ὃν κατὰ θυμόν , | ||
| , λόγισαι δὲ πρὸ ἔργου . Μὴ δ ' ὕπνον μαλακοῖσιν ἐπ ' ὄμμασι προσδέξασθαι , πρὶν τῶν ἡμερινῶν ἔργων |
| τις εἶτα μηδὲ τοῦτ ' ἔχῃ λαβεῖν . Ἀλλ ' ἀντιάζω , πρὶν πανωλέθρους τὸ πᾶν ἡμᾶς τ ' ὀλέσθαι | ||
| † παρατόνους χέρας . ὑπάκουσον ἄκουσον , ὦ μᾶτερ , ἀντιάζω . ἐγώ ς ' ἐγώ , μᾶτερ , † |
| ὅμως οὔτε τοῦ ὀνόματος οὔτε τῆς ἀρχαιότητος οὔτε τῆς δόξης φείδεσθε . τί δὴ οἴεσθε , εἰ καθάπερ εἰκός ἐστι | ||
| ὦ ταχεῖαι ποίνιμοί τ ' Ἐρινύες , γεύεσθε , μὴ φείδεσθε πανδήμου στρατοῦ . Σὺ δ ' , ὦ τὸν |
| μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος ἄλλος ἔπειγε . τὸν μὲν ἐγὼ δάκρυσα ἰδὼν ἐλέησά τε θυμῷ | ||
| ' εἴ τι βούλει τῶν λελειμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν καὶ τῶνδ |
| ' ἐδίδασκεν Ἀκειρεκόμης ἀγορεύειν μαντοσύνας , μέγαν ὅρκον ἐκέκλετο πρῶτον ὀμόσσαι , ψευδέα μήποτε μῦθον ἐνισπεῖν ἀνθρώποισι . τοὔνεκεν ἀτρεκέως | ||
| εὐέανος Δημήτηρ , ἅς κε μέγα βλαφθείς τις ἑκὼν ἐπίορκον ὀμόσσαι † δυσμενέων † , μηδέν σε χερειότερον φρεσὶν ᾗσι |
| ἀμυδρόν τι τυγχάνει ὂν πρὸς ἀλήθειαν . Μὴ γάρ . Βούλει οὖν , ἔφην , ἐπ ' αὐτῶν τούτων ζητήσωμεν | ||
| ποῖόν τι εἶναι αὐτὸ φῶμεν , καὶ πῶς ποιοῦν ; Βούλει σοι λέγω κατὰ τὴν Σωκράτους μαντείαν ; Ὡς τὸ |
| θεῶν τύραννος ] Ζεύς . . ποιναῖς ταῖσδε ] αἷς σύνειμι . ἀντημείψατο ] ἀντεδεξιώσατο . . ἔνεστι γάρ πως | ||
| τὴν ὀξεῖαν μαρτυρία τοιαύτη ἐστὶν : φημί ἀπόφημι , εἰμί σύνειμι , ἐσμέν σύνεσμεν , εἰπέ κάτειπε , ἐλθέ ἄπελθε |
| , προεῖπεν αὐτὸν μόνον τὸν Ἄδραστον καὶ τὸ αὐτοῦ ἅρμα ὑποστρέψειν ἐκ Θηβῶν , τοὺς δὲ ἄλλους ἐκεῖσε ἀπολεῖσθαι . | ||
| τῶν Μεσσηνίων , ἐπεστράτευσαν κατ ' αὐτῶν , ὀμόσαντες μὴ ὑποστρέψειν , πρὶν ἂν αὐτοὺς καταδουλώσωνται . Ἐπεκτεινομένου δὲ τοῦ |
| , τάλαν ; οὐ μεμάθηκα ἀγροίκως φιλέειν , ἀλλ ' ἀστικὰ χείλεα θλίβειν . μὴ τύγε μευ κύσσῃς τὸ καλὸν | ||
| : ὄρειος γὰρ ἔγωγε καὶ τὰ κομψὰ ταῦτα ῥημάτια καὶ ἀστικὰ οὐ μεμάθηκα , ὦ Δίκη . πόθεν γὰρ ἐν |
| τὰ σώματα εἰπὼν “ πολλὰς δ ' ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν ἡρώων , αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν ” . | ||
| ὡς Πάρις , “ πολλὰς δ ' ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν : ” ἀπὸ δὲ τῆς Ἀΐδης “ ἰφθίμῳ τ |
| οὔτι κύνας μεθιᾶσι , δόλον δ ' ἐπετεκτήναντο , τὸν μετέπειτ ' ἐρέω , θηρῶν φόνον ὁππότ ' ἀείδω . | ||
| ἀνδρός . ἀλλὰ τάδ ' ἐκτελέειν , ἅ σε μὴ μετέπειτ ' ἀνιήσει . πρᾶσσε δὲ μηδὲ ἓν ὧν μὴ |
| ταῖς ἡμιόνοις . . Ἀλλ ' ὦ Φίντις , ἤγουν ἡνίοχε : πρὸς τὸν ἑαυτοῦ δὲ λέγει νοῦν : ζεῦξον | ||
| . εἰκάσαι δέ μοι πάρεστι λυπρὰ πρὸς φίλων πεπονθέναι . ἡνίοχε Θρηικὸς τοῦ κακῶς πεπραγότος , μηδὲν δυσοίζου : πολέμιοι |
| ἤμβροτες , οὐδ ' ἄρα πώ τι θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ ἐκ Διὸς ἠείδης τὸν ἐμὸν μόρον , ἦ τοι | ||
| ἀμφιπένονται ἕλκε ' ἀκειόμενοι : σὺ δ ' ἀμήχανος ἔπλευ Ἀχιλλεῦ . μὴ ἐμέ γ ' οὖν οὗτός γε λάβοι |
| μάχη πόλεμός τε δέδηε . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : ἔγνως ἐννοσίγαιε ἐμὴν ἐν στήθεσι βουλὴν ὧν | ||
| ὑπερβατόν . καὶ σαφὲς μὲν ἐκ τῆς πολλῆς χρήσεως , νεφεληγερέτα Ζεύς , γλαυκῶπις Ἀθήνη , ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς : |
| . τὸ παιδάριον εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν τὴν ἡμετέραν : ἤνεγκ ' ἐκεῖνος , οὐκ ἐγώ . τῶν ἔνδον ὡμολόγησε | ||
| σὺ προσχρῄζεις . Ἤνεγκον κακότατ ' , ὦ ξένοι , ἤνεγκ ' ἀέκων μέν , θεὸς ἴστω : τούτων δ |
| Ἴσανδρον δέ οἱ υἱὸν Ἄρης ἆτος πολέμοιο μαρνάμενον Σολύμοισι κατέκτανε κυδαλίμοισι : τὴν δὲ χολωσαμένη χρυσήνιος Ἄρτεμις ἔκτα . Ἱππόλοχος | ||
| καὶ ἄμφω φάεα καλά . Αὐτόλυκος δ ' υἱοῖσιν ἐκέκλετο κυδαλίμοισι δεῖπνον ἐφοπλίσσαι : τοὶ δ ' ὀτρύνοντος ἄκουσαν . |
| οὕτως ὁ λόγος παροιμιώδης ἐγένετο . Εἴρηται δὲ ἐπὶ τῶν ἀμφιβόλως λαλούντων . Ἢ κρίνον ἢ κολοκύντην : τὸ τῆς | ||
| μέν τινι μᾶλλον δὲ εἴδει μιᾶς πλείονι χρησάμενος τῶν λοιπῶν ἀμφιβόλως μὲν ἐξενήνοχε τὸ χωρίον , ἐὰν δὲ γνῶμεν , |
| τύχης διὰ τὴν ἐκ τοῦ γένους οἰκειότητα . ἀλλ ' ἐπανιτέον ἐπὶ τὴν προτέραν ἀπορίαν καὶ ζητῶμεν , εἰ οὐ | ||
| μόνωσιν , πολυειδῆ δὲ καὶ ποικίλην παρίστησιν . ἀλλ ' ἐπανιτέον ἐπὶ τὴν λέξιν . καὶ τὸ αὔταρκες , φησίν |
| ἀναταράσσουσι τὰ ἄγκιστρα , ταράσσουσιν . Ῥίμφα : εὐκόλως . ἐξείρυσσε : ἔξω εἵλκυσεν , ἐξείλκυσεν . πάρος : πρὸ | ||
| πολλάκι δὲ προβαλόντος ἑὴν ἔντοσθεν ἁλόντος οὐρὴν ἄλλος ἔμαρψε καὶ ἐξείρυσσε θύραζε ἑσπόμενον : τοιοῖσδε νοήμασι πότμον ἄλυξαν . ὡς |
| : ὅν ποθ ' ὁ κτείνας χρόνωι δόλιος Ὀδυσσεὺς ἀξίαν τείσει δίκην . ἰαλέμωι αὐθιγενεῖ τέκνον ς ' ὀλοφύρομαι , | ||
| ἀνδρὸς Ἕλληνος λόγοις πεισθεῖς ' , ὃς ἡμῖν σὺν θεῶι τείσει δίκην . οὔτ ' ἐξ ἐμοῦ γὰρ παῖδας ὄψεταί |
| πρῶτον ὑπὸ τῶν ἐκ τῆς Ἑλλάδος πλευσάντων Αἰολέων τὸ τοῦ Κιλλαίου Ἀπόλλωνος ἱερόν : καὶ ἐν Χρύσῃ δὲ λέγουσι Κίλλαιον | ||
| ἐγείρας : καὶ πρὸς τῶι ἠρίωι αὐτοῦ ἐδείματο ἱερόν , Κιλλαίου Ἀπόλλωνος προσαγορεύσας , διὰ τὸ αἰφνιδίως τὸν Κίλλον ἀποθανεῖν |
| μαντικῆς . καὶ μὴν ὅτι καὶ διὰ τῶν ἄλλων σημείων προστίθης αὐτός . τοῦτο δ ' ὅταν προσθῇς , ἅπασαν | ||
| κεἰ κρατεῖς , σπουδὴν ἔχειν . ἐπεὶ δ ' ἀνάγκην προστίθης ἡμῖν θανεῖν , στέργειν ἀνάγκη : δραστέον δ ' |
| Τὸν δ ' ὡς οὖν ἀπάνευθεν ἴδεν νεφεληγερέτα Ζεὺς τεύχεσι Πηλεΐδαο κορυσσόμενον θείοιο , κινήσας ῥα κάρη προτὶ ὃν μυθήσατο | ||
| : ἤδη γάρ οἱ ἐπόρνυε μόρσιμον ἦμαρ Παλλὰς Ἀθηναίη ὑπὸ Πηλεΐδαο βίηφιν . καί ῥ ' ἔθελεν ῥῆξαι στίχας ἀνδρῶν |
| Λέρνης , ἄλλων δὲ τὸ ἀπὸ τῆς Πειρήνης , ὁ Καρνεῖος κατὰ Φιλόξενον εἶπε τὸ κατὰ χειρῶν . καὶ τῆς | ||
| καλὰ ἐφαίνετο . μετὰ τὸν μέλλοντα : μῆνα δηλονότι . Καρνεῖος : τοῦ γὰρ Καρνείου πολλὰς ἔχοντος ἱερὰς ἡμέρας ἢ |
| γε προειδώς , μηδένα με σοῦ εὐδαιμονέστερον βιοῦντα ἑωρακέναι . Ἐμοῦ , ὦ ἀλεκτρυών ; οὕτω σοὶ γένοιτο : προάγῃ | ||
| . . ὑπὲρ : Λίαν . . τί κατηγορεῖ : Ἐμοῦ ἡ γραῦς . . ὑβριστὴν : Ἀλαζόνα . . |
| ἄρχεται ὑπνοῦν . Θ ἰδίᾳ τὸ “ φεῦ ” . προμνήστρι ' ] ἡ προξενήτρια , ἡ προνοήσασα τῶν γάμων | ||
| φεῦ ” ἀναφθέγγεται καὶ τῇ προμνηστρίᾳ τῶν γάμων ἀρᾶται . προμνήστρι ' ] ἡ λεγομένη προξενήτρια , μαυλίστρια . προμνήστρια |
| τὴν βῶλον , κατὰ τὴν νῦν καλουμένην Θήραν νῆσον διαρρυῆναι ἐπιλαθομένων τῶν θεραπόντων . ὁ δὲ Ἀπολλώνιος ἑκουσίως φησὶ τὸν | ||
| πλῆθος οἰκεῖον ; ἢ ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἀπορημάτων ἐπιλαθομένων ἐστὶ τῶν προειρημένων : οὐδὲν γὰρ ὅ τι ἐκείνῳ |
| ' Ἄπολλον : ὦ φίλε Ἄπολλον καὶ Ἀθηνᾶ καὶ διόθεν πολεμόκραντον . εἰπὼν ὦ Ἄπολλον καὶ δέον εἰπεῖν : ὦ | ||
| ] συνίζησις . ὦ μάκαιρα ἄνασσα Ὄγκα , τέλος ἁγνὸν πολεμόκραντον διόθεν , ἤτοι ἀπὸ τοῦ Διός , ἐν ταῖς |
| , τὸ “ κοππατίας ” καὶ “ ἐξεκόπην ” . ἐξεκόπην πρὸς “ τὸν κοππατίαν ” τὸ “ ἐξεκόπην ” | ||
| ἵππον , ⌈ ἐν ᾧ ἐκεχάρακτο τὸ κ . / ἐξεκόπην ] ἀφῃρέθην : ⌈ παρὰ τὸν κοππατίαν δὲ παίζει |
| πλατάγησον στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις . αἰάζω τὸν Ἄδωνιν : ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . κεῖται καλὸς Ἄδωνις | ||
| , . Αἰάζειν : παρὰ τὸ αἴ σχετλιαστικὸν ἐπίρρημα γέγονεν αἰάζω , ὡς λίαν λιάζω , . , , . |
| καθὰ καὶ Μνασέας ἐν τῷ περὶ χρησμῶν γράφει : Λάιε Λαβδακίδη , ἀνδρῶν περιώνυμε πάντων . ἐξ οὗπερ : ἀφ | ||
| χρηστηριαζομένῳ περὶ γενέσεως ἀῤῥένων παίδων ἀνεῖλεν ὁ θεός : Λάϊε Λαβδακίδη μὴ σπεῖρε τέκνων ἄλοκα δαιμόνων βίῃ : κτενεῖ γάρ |
| ἀλλὰ ξὺν τοῖς θεοῖς ἐπίωμεν ἐπὶ τοὺς ἀδικοῦντας . Τοιαῦτα λέξας ἐπεψήφιζεν αὐτὸς ἔφορος ὢν ἐς τὴν ἐκκλησίαν τῶν Λακεδαιμονίων | ||
| καὶ μὴ ταχέως οὕτως ἐπιδραμεῖν σου τῇ διαβολῇ , ἐκεῖνο λέξας τἀληθέστατον ἂν εἴποιμι , ὦ Φιλοστέφανε , διότι θορυβεῖσθαι |
| τῆς ἐμοῦ γενικῆς ἑνικῶς παρελαμβάνετο ἡ ἐμός , καὶ ἔτι νῶιν νωίτερος δυϊκῶς κατὰ τὸν κτήτορα , καὶ ἔτι πληθυντικῶς | ||
| πείσειας ἄν τιν ' οἵτινες τετραζύγων ὄχων ἀνάσσους ' ὥστε νῶιν δοῦναι δίφρους ; πείσαιμ ' ἄν : ἀλλὰ τίνα |
| διὰ νηὸς στέλλεσθαι . Ζεὺς ὁ γενέθλιος ] Ἤγουν ὁ ὁμόγνιος καὶ ὁ τὰ τοῦ γένους ἐφορῶν δίκαια . Κρίθεν | ||
| . . ὁμομαστιγίας : 〚 Ὥσπερ φαμὲν ἑταιρεῖος Ζεὺς καὶ ὁμόγνιος καὶ ἱκέσιος καὶ ξένιος , καὶ ὅσα τοιαῦτα , |
| ἀλλ ' ἀντιπῖπτον ἀπὸ τῆς προτέρας ἐννοίας . εἶτα πάλιν ἐπανέλαβε τὴν αὐτὴν ἔννοιαν καὶ ἀνήγαγεν εἰς ἑτέραν ἀρχὴν εἰπών | ||
| ἀκούῃ μου , θαυμάζῃ : εἶτα πολλὰ εἰπὼν ἐξ ἐπεμβολῆς ἐπανέλαβε πάλιν πρώτου μὲν τούτου καὶ μάλιστα , οὗπερ εἶπον |
| . ἔχειν ] τὸν στρατόν . πόρον ] πορείαν . ἐξέπραξεν ] † ἤγουν κατώρθωσεν . Βόσπορον ] † τὸν | ||
| ἐξῆλθεν . ἐξέπραξεν ] ἐτελέσθη . ἐξέπραξεν ] ἐτελείωσεν . ἐξέπραξεν ] ἐτελείωσεν ἑαυτὴν ἢ ἠφάνισεν ἐκείνους . θ οὐδ |
| : τῷ καὶ Λαέρταο κλυτὸς πάις εἵνεκα μύθων εἰν ἀγορῇ ὑπόεικε , καὶ ὃς βασιλεύτατος ἦεν πάντων Ἀργείων , μέγ | ||
| ῥυομένη : τοῦ δ ' ἐσσυμένου ὑπὸ ποσσὶ πάντῃ πῦρ ὑπόεικε , περισχίζοντο δ ' ἀυτμαὶ Ἡφαίστου μαλεροῖο , καὶ |
| ἀναγκαῖα λέγειν διανοῇ , γυμνάσια καὶ διαπονήσεις τῶν σωμάτων . Μέμνημαι γάρ , ὦ γενναῖε , τῶν ἀπ ' ἀρχῆς | ||
| εἰς ἓν ἔθνος ἀποβλέποντες ἐν αὐτῇ τοῦτο εὔδαιμον πλάττοιμεν ; Μέμνημαι , ἔφη . Τί οὖν ; νῦν ἡμῖν ὁ |
| Ἀλαλαί , ἰὴ παιών : τήνελλα καλλίνικος , ὦ δαιμόνων ὑπέρτατε . Ἀλλ ' εἴ τις εἰς Βακχεῖον αὐτὰς ἐκάλεσεν | ||
| Διός : διὸ καὶ ἀκαμαντόποδα αὐτὴν εἶπεν . ἤτοι δὲ ὑπέρτατε Ζεῦ εἴρηκεν , ἢ ὑπέρτατε ἐλατὴρ τῆς βροντῆς . |
| , ὅ ἐστι τῆς Ἑρμιόνης , εἰς τέκνα καὶ δόμους ἀμφιβαλέσθαι Ἀίδαν ἐπὶ σοὶ , τουτέστιν παιδοποιίας χάριν ἀποκτεῖναί σε | ||
| ἔχουσιν . ἄστυ δέ μοι δεῖξον , δὸς δὲ ῥάκος ἀμφιβαλέσθαι , εἴ τί που εἴλυμα σπείρων ἔχες ἐνθάδ ' |
| καὶ νῦν ἀτρεκέως μάλα τοι λέξαντος ἕκαστα ἡμετέροις , ἥρως ἑκατηβόλε , πείθεο μύθοις . Ὣς ἄρ ' ἔφη Πριάμοιο | ||
| ἐπισσείων φοβέειν ἥρωας Ἀχαιούς : σοὶ δ ' αὐτῷ μελέτω ἑκατηβόλε φαίδιμος Ἕκτωρ : τόφρα γὰρ οὖν οἱ ἔγειρε μένος |
| ὅτου χάριν αὐτὸν ἐπεβοήσατο . τὸ δὲ ἀντεφθέγξατο πρὸς τὸ ὄρσο ἔχει τὴν δύναμιν καὶ πάγκοινον τὸν χῶρον καλεῖ διὰ | ||
| ἀκολούθει εἰς τὴν ἐσομένην πάγκοινον χώραν , τὴν Ὀλυμπίαν . ὄρσο τέκνον δεῦρο : ταῦτα παρὰ Ἀπόλλωνος πρὸς Ἴαμον : |
| μέγα . ταῦτά σοι μισθὸς ἀντὶ τῆς σωτηρίας ἥν με ἔσωσας , ὅτε ἐπὶ φαρμάκου πόσει πρὸς βαλανεῖον οὐκ ἐν | ||
| . . . εὖ γέ σοι γένοιθ ' , ὅτι ἔσωσας ἐκ τῶν σῖγμα τῶν Εὐριπίδου . τὸν μαινόμενον , |
| δὴ μετέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη : ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη ὕπατε κρειόντων εὖ νυ καὶ ἡμεῖς ἴδμεν ὅ τοι σθένος | ||
| καταφρονήσῃς οἰκέτου φλυαρίας . Ναὶ πάτερ ἡμέτερε , Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων , γουνοῦμαί σε θεὰ γλαυκῶπις , τριτογένεια , |
| . γυῖα : μέλη : γράφεται γονῆα . παρείη : παρέστω , ὑπαρχέτω , ὑπαρχέτωσαν . Ἀμφότερον : κατὰ δύο | ||
| καθ ' αὑτοῦ μάρτυρα , ὅτι συκοφαντεῖ . καὶ δὴ παρέστω μὲν ἁνὴρ , εἴτ ' οὖν πάρεστιν εἴτε μὴ |
| νόμος αὐτοῖς ἐπὶ τοῦ βωμοῦ ξαίνεσθαι . Οὗτος ὁ Τευθρανίας πρόμος ἄσχετος , οὗτος ὁ τὸ πρὶν Τήλεφος αἱμάξας φρικτὸν | ||
| τις ὡς μαχόμενα ταῦτα παραλήψεται δεῦρ ' ἴτω ἐκ πάντων πρόμος ἔμμεναι Ἕκτορι δίῳ , καὶ τὸ οὐκ ἄν μ |
| : ᾧτινι ἀνθρώπῳ κραίνων καὶ τελειῶν τὰς προτέρας καὶ παλαιὰς ἐφετμὰς καὶ ἐντολὰς τοῦ Ἡρακλέους ἀνὴρ Αἰτωλὸς καὶ Ἠλεῖος , | ||
| . ὅμοια χέρσον καὶ θάλασσαν ἐκπερῶν , σῴζων δ ' ἐφετμὰς Λοξίου χρηστηρίους , πρόσειμι δῶμα καὶ βρέτας τὸ σόν |
| ἐπιλίζοντας ὀιστούς Τευθρανίδης , ὦ κλῆρον ἀεὶ πατρώιον ἴσχων , κέκλυθι μηδ ' ἄμνηστον ἀπ ' οὔατος ὕμνον ἐρύξῃς , | ||
| Φαῖστος ὁ τὰ Λακεδαιμονικὰ συνταξάμενος : Ζεῦ Λιβύης Ἄμμων κερατηφόρε κέκλυθι μάντι . ἔνθα νιν ἀρχέπτολιν : αὐτήν . ἡ |
| δ ' ἐγώ . διὰ πυρὸς ἔμολον ἁ τάλαινα ματρὶ τᾶιδ ' , ἅ μ ' ἔτικτε κούραν . ἰὼ | ||
| ἐκ τοκάδων , πᾶι δή μοι νίσηι σκοπέλους ; οὐ τᾶιδ ' ὑπήνεμος αὔρα καὶ ποιηρὰ βοτάνα , δινᾶέν θ |
| . : Τοῦτο ἀπὸ ἱστορίας εἴληφεν : αὖθις γὰρ αὐτῇ συνῴκησε Πηλεὺς καὶ ἢ Ἀχιλλέα : τὸ Θετίδειον διόπερ ἐστὶ | ||
| Περσίδος Ἀμάστριδος , θυγατρὸς Ὀξυάθρου τοῦ ἀδελφοῦ Δαρείου , ἣ συνῴκησε Διονυσίῳ τῷ Ἡρακλείας τυράννῳ . Δημοσθένης δ ' ἐξ |
| ὑποδέξασθαι τὰ πεπονθότα μέρη , αὕτη χωρεῖ εἰς αὐτά : πληρωθέντων δὲ τούτων , καὶ μὴ δυνα - μένων ἐπιδέξασθαι | ||
| βοηθεῖσθαι ὑπὸ Ἀπόλλωνος . ὅτε δὲ τὸ μοιρίδιον αὐτῷ ἐπέστη πληρωθέντων τῶν χρόνων , τρωθεὶς ὑπὸ Ἀχιλλέως Ὤιχετο δ ' |
| , ὅττί οἱ οὔ τι παίδων ἐν μεγάροισι γονὴ γένετο κρειόντων , ἀλλ ' ἕνα παῖδα τέκεν παναώριον : οὐδέ | ||
| ὄντα προφέρεται , καὶ φησὶν ὑπὲρ τὸ καθῆκον . ὕπατε κρειόντων ἡγούμενε θεῶν . ὑπίσχεται ἀναδέχεται καὶ ὑπισχνεῖται . ὑποστάς |
| Οἰδίπου , λόγων ἄκουσον : ἀρχὰς τῆσδε γῆς ἔδωκέ μοι Ἐτεοκλέης παῖς σός , γάμων φερνὰς διδοὺς Αἵμονι κόρης τε | ||
| ' ἱδρὼς ἢ τοῖσι δρῶσι διὰ φίλων ὀρρωδίαν . ] Ἐτεοκλέης δὲ ποδὶ μεταψαίρων πέτρον ἴχνους ὑπόδρομον , κῶλον ἐκτὸς |
| τις ἔτλη : ἀλλ ' ἐμὲ θυμὸς ἀνῆκε πολυτλήμων πολεμίζειν θάρσεϊ ᾧ : γενεῇ δὲ νεώτατος ἔσκον ἁπάντων : καὶ | ||
| μὴν καὶ τὸ ἀλλ ' ἐμὲ θυμὸς ἀνῆκε πολυτλήμων πολεμίζειν θάρσεϊ ᾧ . δύναται γὰρ θάρσος ἔχειν ὁ θυμός , |
| ὁ ποιητής : ἀντὶ τοῦ σχολάσω τῷ ὕμνῳ . δεῖ σάμερον ἐλθεῖν : κατὰ τὸν ὡρισμένον καιρὸν τῶν ἐγκωμίων . | ||
| κῶμον ἄγοντι ἀντὶ σελαναίας τὺ δίδου φάος , ὥνεκα τήνα σάμερον ἀρχομένα τάχιον δύεν . οὐκ ἐπὶ φωράν ἔρχομαι οὐδ |
| ] † ἐκπέμπων ἀκρατῶς ᾧ ] ᾧτινι , ἐμοί οὐ μόρσιμον ] οὐ μεμοιρασμένον ἀλλ ' ] ἢν μὴ ἀποθάνῃς | ||
| ἐτράφην , ἐν γῇ ἀποθανῶ . Ἀντήσειε : ἔλθῃ . μόρσιμον : μεμοιραμένον , τὸ τέλος τοῦ θανάτου . Εὐμενέοι |
| , φησί , τοῦ Αἰήτου ἐσμὲν χείρους . τὸ δὲ ἠθεῖε οἶμαι κατ ' ἐπένθεσιν τοῦ η γεγονέναι , ὥσπερ | ||
| τὸν πρότερος προσέειπε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : τίφθ ' οὕτως ἠθεῖε κορύσσεαι ; ἦ τιν ' ἑταίρων ὀτρυνέεις Τρώεσσιν ἐπίσκοπον |
| εἰ τουτονὶ κεχειροτονήκας ' οἱ θεοί ; Ἕξεις ἀτρέμας ; Οἴμωζε : πολὺ γὰρ δή ς ' ἐγὼ ἑόρακα πάντων | ||
| ὁ Ζεὺς ποεῖ ; Ἀπαιθριάζει τὰς νεφέλας ἢ ξυννέφει ; Οἴμωζε μεγάλ ' . Οὕτω μὲν ἐκκεκαλύψομαι . Ὦ φίλε |
| κακῶς δὲ ὁμογάστριον εἶπε Τεῦκρον Αἴαντος : Αἴας γὰρ ἐξ Ἐριβοίας , Τεῦκρος δὲ ἐξ Ἡσιόνης . ὁπατρίου ὁγαστρίου , | ||
| τοῦ Ἀδμήτου . μὴ μαθὼν δὲ τὴν τελευτὴν τῆς εἰρημένης Ἐριβοίας παιανίζειν ἀρξάμενος μία τῶν δουλίδων προσῆλθεν αὐτῷ καὶ εἶπεν |
| δοξάσαι τυραννικῶι σκήπτρωι ] [ ] , Λύκος πάρεστι : σιγῶμεν , φίλοι . ποὔστ ' Ἀντιόπηαι ! ! ! | ||
| τυραννικῶι [ σκήπτρωι ] [ ] , Λύκος πάρεστι : σιγῶμεν φίλοι . [ ] ποὔστ ' Ἀντιόπη [ ] |
| δίρρυμά τε καὶ τρίρρυμα τέλη , φοβερὰν ὄψιν προσιδέσθαι . στεῦται δ ' ἱεροῦ Τμώλου πελάτης ζυγὸν ἀμφιβαλεῖν δούλιον Ἑλλάδι | ||
| τοῦ δυσχεραίνων καὶ μεμφόμενος ἐπὶ τοιοῦτον αὐτοὺς στόλον στέλλεσθαι . στεῦται : διαβεβαιοῦται . Καυκάσου ἐν κνημοῖσι : περὶ τὸν |
| ξείνοισιν ἀεικέα θεσμὸν ἔθηκεν , μή τιν ' ἀποστείχειν πρὶν πειρήσασθαι ἑοῖο . ἔστι δὲ καὶ πόλις Ἄμυκος ἀπ ' | ||
| ὃ καὶ γαίηθεν ἰδέσθαι δεῖμα φέρει καὶ μοῦνον ἐν ὄμμασι πειρήσασθαι : δούρασι δ ' ἐν βαιοῖσιν ἀελλάων θεράποντες πλαζόμενοι |
| Ἰφίων δὲ καὶ Καλλίμαχος κατὰ μέν τινας ἁπλῶς συγγενεῖς τοῦ Ἀλκιμέδοντος , κατὰ δὲ ἐνίους ὁ Ἰφίων μὲν πατὴρ , | ||
| . ἢ οὕτως : εἰ δὲ ἐκ τῶν ὕμνων τοῦ Ἀλκιμέδοντος ἐπὶ τὸ τοῦ Μελησίου κῦδος ἀνέδραμον , ὃ ἔσχεν |
| , ὁτὲ δ ' ἤπιον εἶναι . Νῦν δ ' ἴομεν ποτὶ κοῖτον , ἐπεὶ χατέοντι μάχεσθαι βέλτερον ὑπνώειν ἢ | ||
| οὐδὲ τὸ κῶας αὐτόματον δώσει τις ἑλεῖν θεὸς εὐξαμένοισιν . ἴομεν αὖτις ἕκαστοι ἐπὶ σφεά : τὸν δ ' ἐνὶ |
| γάμος , ὦ γάμος , ὃς τάδε δώματα καὶ πόλιν ὤλεσας ὤλεσας ἁμάν . αἰαῖ , ἒ ἔ , ὦ | ||
| ἡ δὲ σύνταξις τοιαύτη : ὦ Ζεῦ βασιλεῦ , νῦν ὤλεσας τὴν στρατιὰν τῶν Περσῶν τῶν μεγαλαύχων καὶ πολυάνδρων . |
| τάχιστ ' ἀπάγξασθαι θεῶν . ἤκουσα μαστικτῆρα καρδίας λόγον . ξυνῆκας : ὠμμάτωσα γὰρ σαφέστερον . ναί : ἦ πολλαχῇ | ||
| δαιμόνων βούλει παρασιτεῖν ; ἢ τί τῶν ἐν τῷ βίῳ ξυνῆκας ; εἶπον , ἄξιον γὰρ εἰδέναι : τίνος μαθητὴς |
| : ταῦτα καὶ Φερεκράτης ἐποίησε τὸν Αἰσχύλον λέγοντα ἐν τοῖς Κραπατάλοις ὅστις αὐτοῖς παρέδωκε τέχνην μεγάλην ἐξοικοδομήσας . Γ κἀπύργως | ||
| ἀπὸ τούτου εἰσὶ στάδιοι οʹ ἀπαρτί . καὶ Φερεκράτης ἐν Κραπατάλοις φράσον μοι . ἀπαρτὶ δή που προσλαβεῖν Πλάτων [ |
| , ἀντὶ τοῦ ἐλωβήσω ἄν . . . . . ἴσχεο , μηδ ' ἔθελ ' οἶος : ὅτι ἔθελε | ||
| κόπρων δυνάμει . Εἰς τί μάτην νίπτεις δέμας Ἰνδικόν ; ἴσχεο τέχνης : οὐ δύνασαι δνοφερὴν νύκτα καθηλιάσαι . Ἐν |
| ὑπερβολὴν , οὐ δακρύοις , ἀλλ ' αἵματι κλαίειν . Αἱροῦντες ᾑρήμεθα : ἐπὶ τῶν ἐλπισάντων τινὰς νικᾶν , εἶθ | ||
| κατὰ ὑπερβολὴν , οὐ δάκρυσιν ἀλλ ' αἵμασι κλαίειν . Αἱροῦντες ᾑρήμεθα : ἐπὶ τῶν ἐλπισάντων κρατεῖν τινων καὶ ὑπ |
| τοῦ Διὸς σφαιρίζειν . ἐφιλονείκησε τῷ δεσπότῃ καὶ ἐλευθερώτερον προσδιαλεγόμενος ἐμισήθη : ὁ μὲν γὰρ Ζεὺς τὸν δεσπότην ἐσήμαινεν , | ||
| ὁ παρὼν καιρὸς ἐξετάζειν : ὅτι δὲ διὰ ταῦτ ' ἐμισήθη καὶ δεινὸν ἐφάνη τὸ τοῦ δικτάτορος ὄνομα , τοῦτό |
| τοῦ Ξέρξου . ὡς ἐπῳδῇ δὲ κέχρηται τῷ βάσκε πάτερ Δαρειάν . ἐπιτετάνυσται γὰρ καὶ ἐξήπλωται στυγερὰ καὶ μισητή τις | ||
| ἀπὸ τῶν εἰς ΗΝ βαρυτόνων , οἷον : παιάν Ἰάν Δαρειάν Ἀλκμάν τιτάν πελεκάν . Τὰ εἰς ΑΝ σύνθετα ἀπὸ |
| γάρ ἐστι τῆς ἀληθείας ἔπη . , : Αἰσχύλος ἐν Ὅπλων κρίσει : τί γὰρ καλὸν ζῆν βίοτον ὃς λύπας | ||
| αὐτήν . πρέσβειρα : ὁ στίχος ἀπὸ δράματος Αἰσχύλου , Ὅπλων κρίσεως οὕτως ἐπιγεγραμμένου , ἐν ᾧ ἐπικαλεῖται τὰς Νηρεΐδας |
| ] ταῦτα γενέσθαι σοι . ἐξέτεινας ] τοὺς λόγους . ἐναισίμως ] δικαίως , προσηκόντως . Ἀλλὰ χρὴ τοῦτο τὸ | ||
| εἶπας εἰκότως ἐμῇ : μακρὰν γὰρ ἐξέτεινας : ἀλλ ' ἐναισίμως αἰνεῖν , παρ ' ἄλλων χρὴ τόδ ' ἔρχεσθαι |
| τρίτην Θαλίαν λέγεσθαι . τὸ ἰδοῖσα κοινὸν ἐπὶ ὅλων : ἰδοῖσα ὦ Εὐφροσύνη , ἰδοῖσα ὦ Θάλεια , ἰδοῖσα ὦ | ||
| ὀλβίῳ ὄλβια πάντα . ὧν ἴδες , ὧν εἴπαις κεν ἰδοῖσα τὺ τῷ μὴ ἰδόντι . ἕρπειν ὥρα κ ' |
| ἀπὸ τοῦ ὑμέτερος ὑμός , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ἁμέτερος ἁμός Δωρικῶς . ἢ θέμα ἐστὶ τῆς Δωρίδος διαλέκτου . | ||
| ἁμῶς , καὶ ἐν συνθέσει ἁμωσγέπως . ἀπὸ δὲ τοῦ ἁμός γίνεται ἁμόθεν ἐπίρρημα : καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλός |
| οἷον κατὰ μνήμην ἔχε καὶ τίμα . διὰ γὰρ τοῦ πόρσυνε καὶ τόδε ἀκουστέον . ἐκείνου δὲ τοῦ ἔπους μέμνηται | ||
| Πότμον : μοῖραν . ἕτερος : ἕτερος δ ' ἑτέρῳ πόρσυνε καὶ ηὐτρέπισεν ἑαυτὸν ἐδωδὴν , τουτέστι τρώγεται ὑπ ' |
| ὑπερβατὸν οὕτως : ὦ τέκνον ἐμὸν , μήποτε ὤφελε τὸ δυσώνυμον γένος Ἑρμιόνης ἀμφιβαλέσθαι κατὰ σοῦ Ἀίδην ἕνεκα λεχέων σου | ||
| ἐν ὑπερβατῷ : ὦ τέκνον ἐμὸν , μήποτε ὤφελε τὸ δυσώνυμον γένος Ἑρμιόνης Ἀίδαν ἀμφιβαλέσθαι ἐπὶ σοὶ καὶ ἐπὶ τοὺς |
| γαίας † ἐξαμβρόσαι φαιδρὸν ἁλίου σέλας . τάδ ' ἐγὼ προφρόνως τοῖσδε πολίταις πράσσω , μεγάλας καὶ δυσαρέστους δαίμονας αὐτοῦ | ||
| ' Εὐρώτα δονακοτρόφου ἀγλαὸν ἄστυ : καί μ ' ἐφίλευν προφρόνως πάντες ἐπερχόμενον : ἀλλ ' οὔτις μοι τέρψις ἐπὶ |
| γὰρ ἑνικὸν καὶ οὐ πληθυντικόν : ἀποχωρίσαι ἑὸν κτέρας . λωίτερον : αὐτὸ τὸ λῷον συγκριτικόν : τὸ δὲ λωίτερον | ||
| πειρηθῆναι , τόνδ ' ἀπαμείρωμεν σφέτερον κτέρας , ἀλλὰ πάροιθεν λωίτερον μύθῳ μιν ἀρέσσασθαι μετιόντας . πολλάκι τοι ῥέα μῦθος |
| , [ Ἵππαρχος ] τραπεζοειδῆ , ἄλλοι δὲ οὐροειδῆ . Ἀρχόμενος γαῖάν τε καὶ εὐρέα πόντον ἀείδειν ] Τὸ προοίμιον | ||
| ἔδει οἶμαι ὑπὲρ γλώττης εἰς οὕτως εὔφημον εὐχὴν ὀλισθούσης . Ἀρχόμενος μὲν οὖν τῆς γραφῆς πάνυ ἀπόρῳ ἐντεύξεσθαι ᾤμην τῷ |
| . ἄλλαξον οὖν , φησί , τοὺς τρόπους σου καὶ μεταβαλοῦ . ὡς τάχιστα : μεταφορικῶς . τὸ γὰρ “ | ||
| ἀσπίδα κλῖνον , πρόαγε , ἔχου οὕτως . Ἐπὶ δόρυ μεταβαλοῦ , πρόαγε , ἔχου οὕτως . Ἐπ ' ἀσπίδα |