ἐντιθέντα τῇ γαστρὶ μήτε ἴσχοντα αὐτὴν εἰκότως ἀτιμάζεται καὶ τοῖς ὑσὶ βάλλεται . ὅσα δὲ καλῶς πεπανθέντα ἐπὶ τῶν δένδρων
ἀπολείπονται τῶν ὑῶν , κατὰ τοσοῦτον καὶ τῶν ἀκρέων ἐν ὑσὶ μορίων ἐστὶ χείρω τὰ κατ ' ἐκεῖνα τὰ ζῷα
5505466 διετεκμηραντο
ἐστρωφᾶτο βέλος Κένταυρος ἀνέλκων : τὼς μὲν ἐμὴν γενέθλην Μοῖραι διετεκμήραντο . Αὐτὰρ ἐγὼ Μούσῃσι καὶ αἰθερίοισιν ἅμ ' ἄστροις
Ἴστρος ποταμὸς Σκυθίας . ὁ δὲ λόγος : μακρόθεν ὄντα διετεκμήραντο τὸν ποταμὸν καὶ ἔγνωσαν . Ἴστρον μιν καλέοντες :
4955811 ἁλιαν
τὸ δὲ δεύτερον ἐσθλὸν ἐρευνᾷς . ἔρχεο , λεῖφ ' ἁλίαν χώραν : ἤπειρος ἀμείνων ἠῷος . πρότερον δόλον ἔκβαλε
' ἐγὼ κακῶν μῆχος ἐξανύσωμαι ; τί με προσπίτνεις , ἁλίαν πέτραν ἢ κῦμα λιταῖς ὣς ἱκετεύων ; τοῖς γὰρ
4648996 κυμασι
: σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι : σὸς ἐραστὴς οὐ ποταμός
: συστροφαῖς . παλιῤῥοίαις : ταῖς ὑποστροφαῖς τῶν κυμάτων , κύμασι , ταῖς εἰς τοὐπίσω ῥεύσεσιν , ἢ ταῖς ἀναστροφαῖς
4599507 Ἑλλανας
Θεμιστοκλέος γενέσθαι . Μοῦσα τοῦδε τοῦ μέλεος κλέος ἀν ' Ἕλλανας τίθει , ὡς ἐοικὸς καὶ δίκαιον . οὐκ ἆρα
, ἐμέ τε τοσσάδε νικαφόροις ὁμιλεῖν πρόφαντον σοφίᾳ καθ ' Ἕλλανας ἐόντα παντᾷ . Ἀναξιφόρμιγγες ὕμνοι , τίνα θεόν ,
4579194 κυνηγετην
καὶ τὸ ὕδωρ θολοῦντος ὁ ἵππος βουλόμενος αὐτὸν ἀμύνασθαι ἐπὶ κυνηγέτην σύμμαχον κατέφυγε . κἀκείνου εἰπόντος μὴ ἄλλως δύνασθαι αὐτῷ
, πυκνὰ μεταφερόμεναι καὶ ἐπανακλαγγάνουσαι δικαίως : πρὸς δὲ τὸν κυνηγέτην μὴ ἐπανίτωσαν λιποῦσαι τὰ ἴχνη . μετὰ δὲ τοῦ
4560107 θαλλοντα
τοῖς αὐτοῖς δένδρα τε ἀναδραμόντα καὶ ὑπὸ τοῖς δένδρεσι λήια θάλλοντα , μᾶλλον δὲ καὶ μεμερισμένως ταῦτα δείκνυσι καὶ κατὰ
πεφύκει , κυάνεόν τε χελιδόνιον χλωρόν τ ' ἀδίαντον καὶ θάλλοντα σέλινα καὶ εἰλιτενὴς ἄγρωστις . ὕδατι δ ' ἐν
4547998 ἐνθηρα
δὴ τοῖς ἐνδοτάτω , ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα : καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ '
χωρίοις τοῖς ἐν Ἰνδίᾳ ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα , καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ '
4542421 ἱλαραν
Τῇ δὲ τρίτῃ ὁράσει εἶδες αὐτὴν νεωτέραν καὶ καλὴν καὶ ἱλαρὰν καὶ καλὴν τὴν μορφὴν αὐτῆς : ὡς ἐὰν γάρ
εἰσιόντ ' εἰς οἰκίαν οὐκ ἀσφαλῆ τὴν κτῆσιν οὐδ ' ἱλαρὰν ἔχει . τὸ γαμεῖν , ἐάν τις τὴν ἀλήθειαν
4537188 ἀχθεα
ἄνω τὴν κρόκην ὠθέοντες , Αἰγύπτιοι δὲ κάτω . Τὰ ἄχθεα οἱ μὲν ἄνδρες ἐπὶ τῶν κεφαλέων φορέουσι , αἱ
κοῦφον δὲ ἔϲτω πᾶν μηχάνημα πυρίηϲ , ὡϲ μὴ τὰ ἄχθεα πρὸϲ τῷ πόνῳ πόνον ἐκδιδῷ . τοιϲίδε μέντοι καὶ
4535373 ὁμιλον
ἀπρεπῆ λεχθῆναι [ δεῖν ] αὐτά , καὶ τὸν πάντα ὅμιλον καὶ ἀστῶν καὶ ξένων σύμφορον εἶναι ἐπακοῦσαι αὐτῶν .
ἤδη ἐόντων , ἵππων θ ' αἱματόεντα ταρασσομένων καθ ' ὅμιλον , νηῶν θ ' αἳ δύνοντα καὶ οὐρανὸν εἰσανιόντα
4487580 θεσπεσιων
ἀνθρώπων , ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφˈρασεν θεσπεσίων ἐπέων λοιποῖς ἀθύρειν . τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει
αἰτία ἣ παρὰ πολλοῖς εἴωθε λέγεσθαι : ἑτέραν δὲ ἤκουσα θεσπεσίων ἀνδρῶν τὰ πλεῖστα τῶν ἐν τοῖς νόμοις ὑπολαμβανόντων εἶναι
4439348 ἐδραμεν
φίλους καὶ παιδεύεσθαι , εἰ ὡς ἀληθῶς εἶεν φίλοι , ἔδραμεν ὡς τὸν ἄρχοντα , πάλιν ὡς ἐμέ , πάλιν
, ἀμφὶ δὲ τεῖχος λισσὸν ὑπώρειαν , ὑπὸ δ ' ἔδραμεν αἰπύθεν ἕρκος . Ὕστερον δέ φησιν αὐτὴν ὑπὸ Ἑβραίων
4434239 ὁποιην
ἀνθρώποισι θυμός , Γλαῦκε Λεπτίνεω πάϊ , γίνεται θνητοῖς , ὁποίην Ζεὺς ἐφ ' ἡμέρην ἄγηι . καὶ φρονέουσι τοῖ
γὰρ καὶ αἱ κάπετοι ἐντέτμηνται , ὡς , καθ ' ὁποίην ἂν αὐτῶν ἁρμόττῃ , ἐμβαλλόμενος ὁ ξύλινος μοχλὸς μοχλεύει
4423030 ἀντρα
ἐν μυχοῖς τοῦ Δελφινίου τόπου ἤτοι τῆς Φωκίδος περὶ τὰ ἄντρα καὶ σπήλαια τοῦ Κερδώου θεοῦ ἤτοι τοῦ Ἀπόλλωνος :
Ἐρετρικήν , ὄρη , κρημνούς , φάραγγας , καταδύσεις , ἄντρα , χαράδρας , τρώγλας , χηραμούς , πάντας μυχοὺς
4398243 ἀκραισι
ἀμφιέπωσιν , πλάστιγξ θ ' ἡ χαλκοῦ θυγάτηρ ἐπ ' ἄκραισι καθίζηι κοττάβου ὑψηλαῖς κορυφαῖς Βρομίου ψακάδεσσιν . . .
αὐτὸν τὸν σφόνδυλον . ἔστι δὲ κεδνὸς κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι . τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει ,
4375802 λειμωνα
ὀφειλομένην Ἀφροδίτηι , ἣ Χαρίτων γλυκύμορφον ἐρωτοτόκων ἀπὸ κήπων δρεψαμένη λειμῶνα χελιδονίου ῥοδεῶνος κάλλος ἑὸν φαίδρυνε ῥόδων εὐώδεϊ χαίτηι :
δηλοῖ τὸ φυτόν , ὀξυτόνως δὲ τὸν τόπον : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστι
4375022 φυουσιν
ἀπείριτον , οἱ μὲν ἐπ ' αὐτὰς πέτρας , αἳ φύουσιν ἀφεγγέα ναρκισσίτην , οἱ δὲ καὶ ἐν λασίῃσι νενασμένοι
. καὶ οὐ βέβαπται : παντοδαπὰ δὲ ἄνθη τῶν ἐρίων φύουσιν αἱ κάμηλοι αἱ Ἰνδικαὶ πλὴν πορφυροειδοῦς καὶ πρασίνου καὶ
4372898 μολπην
? ? [ ἱπταμένων ] , τόσσην δ ' ἀνεβάλλετο μολπήν [ ! ! ! ! ! ! ! !
ὀρεινῇ πεύκῃ οὕτως ὥστε πληρῶσαι καὶ τὸν αἰθέρα τὴν εὔφρονα μολπήν , ἤγουν τὴν εὐφραντικήν τὴν ὀρεσίτροφον τὰς ἕδρας τῶν
4360849 νευραις
' ὑπόνοιαν φέρειν : ἢ ὅτι Λακεδαιμόνιοι κεναῖς σφενδόναις καὶ νευραῖς ἐψόφουν πρὸς ἔκπληξιν τῶν πολεμίων . Πολλάκι τοι καὶ
σημήνῃ , ἀκοντίζειν , καὶ τοὺς τοξότας ἐπιβεβλῆσθαι ἐπὶ ταῖς νευραῖς , ὡς , ὁπόταν σημήνῃ , τοξεύειν δεῆσον ,
4355987 τερμασιν
ἀφ ' ἑσπέρου Ὠκεανοῖο : ἔνθα τε καὶ στῆλαι περὶ τέρμασιν Ἡρακλῆος ἑστᾶσιν , μέγα θαῦμα , παρ ' ἐσχατόωντα
Θυεστείην ὀλοὴν παρέθηκε τράπεζαν . Ἔστι δ ' ἐϋκρήμνοις ἐπὶ τέρμασιν Αἰθιοπήων ἱππάγρων πολὺ φῦλον , ἀκαχμένον ἰοφόροισι δοιοῖς χαυλιόδουσι
4348657 ἀνδρωνας
κελεύθου τυγχάνειν † τὰ πρόσφορα . ἄγ ' αὐτὸν εἰς ἀνδρῶνας εὐξένους δόμων , ὀπισθόπους τε τούσδε καὶ ξυνεμπόρους :
ἄγαλμα . προσεννέπειν ] προσλαλῆσαι . σημείωσαι . κατ ' ἀνδρῶνας ] ἤτοι τοὺς οἴκους . εὐτραπέζους ] ἤγουν ἐν
4335437 τρηχυς
, καλὸς ἐπείη ὡχαρνῆθεν ἀεὶ κισσὸς ἀεξομένῳ . Οὐχ ὁ τρηχὺς Ἐλαιὸς ἐπ ' ὀστέα κεῖνα καλύπτει οὐδ ' ἡ
' ἄμφω ῥῆξε τένοντε : ὦσε δ ' ἀπὸ ῥινὸν τρηχὺς λίθος : αὐτὰρ ὅ γ ' ἥρως ἔστη γνὺξ
4327927 Ὀνειρων
Πυριφλεγέθοντα , εἰ μὴ ἄρα , ὅπου ἡ πόλις τῶν Ὀνείρων καὶ ἡ τοῦ Πλάτωνος πολιτεία . ἔνθα δύσβατος *
Λευκάδα πέτρην , ἠδὲ παρ ' Ἠελίοιο πύλας καὶ δῆμον Ὀνείρων ἤϊσαν : αἶψα δ ' ἵκοντο κατ ' ἀσφοδελὸν
4314198 ἠγοροωντο
. . . . οἱ δὲ θεοὶ πὰρ Ζηνὶ καθήμενοι ἠγορόωντο χρυσέῳ ἐν δαπέδῳ , μετὰ δέ σφισι πότνια Ἥβη
ἡδονήν , λέγοντα : οἱ δὲ θεοὶ πὰρ Ζηνὶ καθήμενοι ἠγορόωντο χρυσέῳ ἐν δαπέδῳ , μετὰ δέ σφισι πότνια Ἥβη
4300497 φυλα
Κίμβρων εὐπορίας ἰδόντας : ἀφανισθῆναι δ ' αὐτῶν τὰ δύο φῦλα τριῶν ὄντων κατὰ στρατείας . ὅμως δ ' ἐκ
εἶναι , μήτε θήλεα . Νέμονται . γράφεται καὶ φύονται φῦλα . Νειρίται : κοχλίαι . Νειρίτης ὁ κόχλος ὁ
4288060 πιναρα
Πινάραν , ἣν μεθερμηνεύεσθαι στρογγύλην . τὰ γὰρ στρογγύλα πάντα πίναρα καλοῦσιν . . . . Ἄρυββα . τὸ ἐθνικὸν
, ἣν μεθερμηνεύεσθαι στρογγύλην . Τὰ γὰρ στρογγύλα πάντα Λύκιοι πίναρα καλοῦσιν . . . : Ἱστορεῖ Μενεκράτης Ξάνθιος Λυκιακοῖς
4284554 ὀδυρομεναι
λίπον ἐν μεγάροισι , νεοδμήτων τε γυναικῶν , αἵ που ὀδυρόμεναι μίνυθον κενεοῖς λεχέεσσι νηπιάχοις σὺν παισὶ φίλους ποτιδέγμεναι ἄνδρας
, τῶ πένθεος ἄρχετε , Μοῖσαι . ἀδόνες αἱ πυκινοῖσιν ὀδυρόμεναι ποτὶ φύλλοις νάμασι τοῖς Σικελοῖς ἀγγείλατε τᾶς Ἀρεθοίσας ὅττι
4283435 καλυπτρης
ὄμβρων , οὐδ ' ἔτι χιονέης ὑδατώδεα δεσμὰ [ ] καλύπτρης [ ] [ ] [ ] . ἤδη γὰρ
εὐτραφεῖ ἀλλαχοῦ νῦν δὲ τῷ λευκῷ * . ὁ πρὸς καλύπτρης : Ἡσιόνη , ὡς ἔφην καὶ πρώην , ὑφ
4280564 ᾐοσιν
ἀμετρήτοισιν ἄλην πελάγεσσιν ἔχουσι , τηλοῦ ἀπὸ τραφερῆς οὐδ ' ᾐόσιν εἰσὶν ἑταῖροι , θύννοι μὲν θύνοντες , ἐν ἰχθύσιν
φόνοιο . Ὡς δ ' ὁπότ ' ἰχθυόεντος ἐπ ' ᾐόσιν Ἑλλησπόντου δίκτυον ἐξερύωσι πολύκμητοι ἁλιῆες κολπωθὲν ποτὶ γαῖαν ,
4270253 ἰαχησαν
' ὑπανέσταν οἰδαλέαι ἑκάτερθε περὶ φλέβες . Οἳ δ ' ἰάχησαν Ἀργεῖοι κατ ' ἀγῶνα . Παρήιξεν δέ μιν Αἴας
εὖ δὲ κικλήσκων οὔνομα πατρὸς ἑοῖο : θοῶς δ ' ἰάχησαν Ἀχαιοὶ πάντες κυδαίνοντες ὁμῶς Ἀσκληπιοῦ υἷα . Καί μιν
4268234 ὀπαζομενος
ὁπότε πλήθων ποταμὸς πεδίον δὲ κάτεισι χειμάρρους κατ ' ὄρεσφιν ὀπαζόμενος Διὸς ὄμβρῳ , πολλὰς δὲ δρῦς ἀζαλέας , πολλὰς
τὸ καταφέρεσθαι ὡς ἐν ἐκείνοις : χειμάρρους κατ ' ὄρεσφιν ὀπαζόμενος Διὸς ὄμβρῳ , ποτὲ δὲ τὸ ἐπιλέγεσθαι ὡς ἐκεῖ
4261662 στεγαι
ἦσαν ἐκ χιόνος , καὶ ἐδάφη χιονικά , καὶ αἱ στέγαι ὡς διαδρομαὶ ἀστέρων καὶ ἀστραπαί , καὶ μεταξὺ αὐτῶν
ἐξωρμήκει : συνενήνεκτό τε εἰς ταυτὸν νεκροὶ , βωμοὶ , στέγαι , κόνις , αἷμα , ἔπιπλα , ὄροφοι ,
4258442 οἰδμα
! ! ! ! ! ! ] ως ? ? οἶδμα ? ? πολυπλάγκτοιο θαλάσσης [ ] [ ! !
νησιάζεται γὰρ , ὡς καὶ ἑξῆς [ ] : Τύριον οἶδμα λιποῦς ' ἔβαν ἀκροθίνια Λοξίᾳ Φοινίσσας ἀπὸ νάσου :
4246099 οἰμος
ζυγόν ἀρήγει : ποτὶ κέντρον δέ τοι λακτιζέμεν τελέθει ὀλισθηρὸς οἶμος : ἁδόντα δ ' εἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν
' οὗ φέρεται τὰ βάρη καὶ τὰ φορτία . οἴσω οἶμος , καὶ τροπῇ τῆς οι εἰς ω , ὦμος
4232173 ἐβιησατο
, τούτων ἔχει αἶσαν ἁπάντων : οὐδέ τί μιν Κρονίδης ἐβιήσατο οὐδέ τ ' ἀπηύρα , ὅσς ' ἔλαχεν Τιτῆσι
οἱ ἡ μήτηρ ἄεθλον . Θυγατέρα γὰρ Ζωπύρου τοῦ Μεγαβύζου ἐβιήσατο παρθένον : ἔπειτα , μέλλοντος αὐτοῦ διὰ ταύτην τὴν
4221772 πτησιν
, ὥσπερ τὸ ἐν Λιβύῃ Ἀμμωνιακόν : ἴσως δέ τινα πτῆσιν αἱ τρεῖς περιστεραὶ ἐπέτοντο ἐξαίρετον , ἐξ ὧν αἱ
αὐτόν . κλαγγὴν δὲ προΐεσθαι σκυλακίου . ποιεῖσθαι δὲ τὴν πτῆσιν οὐκ ἐν ἀέρι βαθεῖ ἀλλὰ περὶ τὴν γῆν ,
4221449 ἠσκημενος
κατέπαυσε . καὶ ὅμως οὐ κατέπαυσεν αὐτόν : ἅτε γὰρ ἠσκημένος ἐν τῇ ὀρχηστικῇ , ῥᾳδίως , οἶμαι , διεδίδρασκεν
οὖν κʹ ἄγων ἔτος , κατὰ Δέξιππον , πᾶσαν ἄσκησιν ἠσκημένος σωματικὴν , αὐτοῦ τε γνησιώτατος Ἀριστοτέλους γεγονὼς τοῦ δαιμονιῶντος
4220221 βρυχημα
χαροποὶ τελέθουσι καὶ ἔξοχον αἰγλήεντες , καὶ μοῦνοι μίμνουσι μέγα βρύχημα λέοντος . ἦ γάρ τοι θήρεσσιν ἐπ ' ἄλλοις
μάχεσθαι καὶ τῶν ἄλλων μᾶλλον ἀκαταπλήκτους καὶ οἵους ἐνεγκεῖν λεόντειον βρύχημα . Πεζοὶ δὲ ἑκατέρωθεν ξύλων ἐκδειμάμενοι δίκτυα νευόντων εἰς
4219110 ἀπηνης
. ἢν δ ' ἄρα δὶς καὶ τρὶς μεγάλης δράξωνται ἀπήνης , δὴ τότε γίνονται φαυλεπιφαυλότατοι . μή , λίτομαι
: ἢν δ ' ἄρα δὶς καὶ τρὶς μεγάλης δράξωνται ἀπήνης , δή ῥα τότ ' εἰς ὥρας φαυλεπιφαυλότεροι .
4195941 ἠθεα
ἀγλαΐηφι πεποιθώς , ῥίμφα ἑ γοῦνα φέρει μετά τ ' ἤθεα καὶ νομὸν ἵππων : ὣς Ἕκτωρ λαιψηρὰ πόδας καὶ
ὀμνύουσι δὲ λέγοντες . Ἀνδροφάγοι δὲ ἀγριώτατα πάντων ἀνθρώπων ἔχουσι ἤθεα , οὔτε δίκην νομίζοντες οὔτε νόμῳ οὐδενὶ χρεώμενοι .
4190580 θαλαμος
ταύτην ἠγάγετο : θρῆνος ἦν ὁ ὑμέναιος : τάφος ὁ θάλαμος : ἔδειξε δὲ τὸ πέρας τοῦ δράματος , ὃ
οἱ τὰ τόξα οὐδὲν χρηστὰ ἐγίνετο , ἦν γὰρ δὴ θάλαμος ἐσέχων ἐς τὸν ἀνδρεῶνα , ἐς τοῦτον καταφεύγει ,
4188680 πελονται
καὶ ἄπλετα Κρήσια φῦλα ἀμφότερον κραιπνοί τε θέειν δολιχοί τε πέλονται . Μαύρων δ ' ὠκύτεροι Σικελοί , Σικελῶν δέ
ὑπεύδια λύχνα , πιστεύειν χειμῶνι . Τί τοι λέγω ὅσσα πέλονται σήματ ' ἐπ ' ἀνθρώπους ; δὴ γὰρ καὶ
4187758 ἀρουραν
, τουτέστιν ἐπιμελείας καὶ σπουδῆς ἀξιῶν . Ὀρχομενοῖό τε πατρῴαν ἄρουραν : προείρηται , ὅτι αὐτὸς μὲν Θηβαῖος , ὁ
ὁ ἔρως ξυναγαγόντες οἷον ἀπὸ δένδρων καρπὸν καταδρέψαντες ὡς εἰς ἄρουραν τὴν μήτραν ἀόρατα ὑπὸ σμικρότητος καὶ ἀδιάπλαστα ζῷα κατασπείραντες
4177162 οἰμον
ἄδην ἐπάτησε κοθόρνῳ . Προπρὸ δέ μιν δασπλῆτες ὀφειλομένην ἄγον οἶμον γήλοφον εἰς ἀργῆτα θυγατριδέαι Φόρκυνος Εὐμενίδες ναρκίσσου ἐπιστεφέες πλοκαμῖδας
κατ ' ὀρθὸν εὐδρομεῖ , τὸ δ ' ἔργον ἄλλην οἶμον ἐκπορεύεται . ὁ μὴ φρονῶν μέν , πολλὰ δ
4170718 ἀγυιαι
[ νεκρὸν ἰδοῦσα ] ἀχνυμένη , πᾶσαι δὲ γόῳ πλήμυρον ἀγυιαί [ ] [ , ] τοῖον ἐπεὶ σίγησε λιγὺ
πάντα ὅλως ἦν ἐγώ , μεσταὶ δὲ Διὸς πᾶσαι μὲν ἀγυιαί , πᾶσαι δ ' ἀνθρώπων ἀγοραί : καὶ ἡ
4170304 θυμιωσιν
ἀρχαῖόν τινα τρόπον : λιβανωτὸν γὰρ ὁμοῦ πυροῖς μεμαγμένοις μέλιτι θυμιῶσιν ἐπὶ τῶν βωμῶν , τιθέασι δὲ καὶ κλῶνας ἐλαίας
δῶμα καὶ δόμων κειμήλια καθ ' ἡμέραν φοιβῶσι κἀπιχωρίοις ὀσμαῖσι θυμιῶσιν εἰσόδους δόμων . ὅταν δ ' ὕπνον γεραιὸς ἐκλιπὼν
4166360 ἀροτρα
, μή σε , τὸν Εὐρώπης βοῦν , ὑπ ' ἄροτρα βάλω . ” Αἰάζω τὸν Ἄδωνιν , ἀπώλετο καλὸς
μὴ ὡς οἵ γε νεώτεροι θυμοειδεῖς ὄντες καὶ ζυγομαχοῦντες τὰ ἄροτρα κατακλῶσιν καὶ τὸ ἔργον μάταιον καὶ ἄπρακτον ποιῶσιν .
4161189 ἀκηρατοι
αὐτὸ πρῶτον λαμβάνοντες . ἐπεὶ γὰρ ἐκεῖνοι φύσει καθαροὶ καὶ ἀκήρατοι , ἐφ ' ὅσον ἠγγίκασιν αὐτοῖς οἱ ἄνθρωποι κατὰ
τούτων καὶ βέλη : σκοποὶ δὲ αὐτοῖς ψυχαὶ νεοτελεῖς καὶ ἀκήρατοι . . . [ [ Μὴ παραλανθάνωμεν ὑμᾶς αὐτοὺς
4152109 ἀπτηνες
παρ ' Αἰήταο θυγατρὶ ἐστενάχοντο . χηραμοῦ : καταδύσεως . ἀπτῆνες : οἱ μὴ ἵπτασθαι δυνάμενοι . Πακτωλὸς ποταμὸς Λυδίας
ὀλιγοδρανέες , πλάσματα πηλοῦ , σκιοειδέα φῦλ ' ἀμενηνά , ἀπτῆνες ἐφημέριοι , ταλαοὶ βροτοί , ἀνέρες εἰκελόνειροι , προσέχετε
4149011 ἰθυνε
ἀετόν . Ὦ ψυχὴ καὶ διάνοια , τανῦν ἔπεχε καὶ ἴθυνε τὸ τόξον , ἤτοι τὸν λόγον , κατὰ τοῦ
ναίει . κλῦθι ἰδὼν ἀίων τε , δίκῃ δ ' ἴθυνε θέμιστας τύνη : ἐγὼ δέ κε Πέρσῃ ἐτήτυμα μυθησαίμην
4145581 τερπομεναι
γᾷ δεῦρ ' ἴτε , Σεμναὶ θεαί , πυριδάπτῳ λαμπάδι τερπόμεναι καθ ' ὁδόν . † σπονδαὶ δ ' ἐς
ὥστε τὰ ποίμνια καὶ αἱ αἶγες προῄεσαν ἅμα καὶ ἐνέμοντο τερπόμεναι τῷ μέλει . Δευτέρας που νομῆς καιρὸς ἦν ,
4136489 ἐξησκητο
ἑκατέρου διαθέσεως τεκμήρια : ὁ μὲν γὰρ Ἀθηναῖος εὐμόρφοις παισὶν ἐξήσκητο , καὶ πᾶς οἰκέτης αὐτῷ σχεδὸν ἀγένειος ἦν μέχρι
χρόνους , οἱ διάδοχοι Ζήνωνος . ἄμφω δὲ ὁ Ζήνων ἐξήσκητο λέγειν τε καὶ ποιεῖν ἰατρικήν . τῶν δὲ ὀνομαστῶν
4134219 ναυταις
τὸ κατακλυσθεῖσαν . Ὄτρυνον θαμὰ ] * Ἤγουν πλεῖστα τοῖς ναύταις παρεκελευόμην φροντίδα τῆς βώλου ποιεῖσθαι καὶ φυλάττειν . Δέον
: καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ
4126027 ἀειρον
ἄλλο δ ' ἀείρει ] ὑψοῖ . ἡ μὲν σύνταξις ἀεῖρον ἀπῄτει πρὸς τὸ πιτνὸν , ὁ δὲ ἀείρει πρὸς
ἄλλο δ ' ἀείρει ] ὑψοῖ . ἡ μὲν σύνταξις ἀεῖρον ἀπῄτει πρὸς τὸ πιτνὸν , ὁ δὲ ἀείρει πρὸς
4125093 ἀνθεσιν
καὶ χρυσοῦν ἐκπέμψας ἥλιον : καὶ γῆν μὲν στέφει τοῖς ἄνθεσιν , οὐρανὸν δὲ ἄστρων χοροῖς , γαλήνῃ δὲ καὶ
' αὐτοῖς ὁ ζέφυρος . ἡ δὲ χώρα πᾶσι μὲν ἄνθεσιν , πᾶσι δὲ φυτοῖς ἡμέροις τε καὶ σκιεροῖς τέθληλεν
4123614 πελοντο
καὶ τότε δὴ γίνωσκον , ὅ τ ' οὐκέτι φυκτὰ πέλοντο . ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε περικλυτὸς ἀμφιγυήεις ,
στόνος : οὐδέ τις ἀλκὴ γίνετο τειρομένοισι : μινυνθάδιοι δὲ πέλοντο πάντες ὅσους ἐκίχανεν ἀνὰ κρυερὸν στόμα χάρμης . Ὡς
4123498 ἰουσιν
πλείω τῶν ἀναγκαίων παρέχεις , ἃ τοῖς μὲν διὰ παιδεύσεως ἰοῦσιν ἀναγκαῖά τε καὶ πλούσια νομίζεται , τοῖς δ '
ὁδὸν ἐκ τῶν περὶ τὴν Ἐπίδαμνον καὶ τὴν Ἀπολλωνίαν τόπων ἰοῦσιν ἐν δεξιᾷ μέν ἐστι τὰ Ἠπειρωτικὰ ἔθνη κλυζόμενα τῷ
4120983 ἠερα
ἀπάγει τοῦ πνεύμονος ἅμα τῷ ἠέρι . Τὸν μὲν οὖν ἠέρα χρὴ , γενόμενον θεραπείην , ἀνάγκῃ ὀπίσω τὴν αὐτὴν
, ἐπειδὰν ἁρπασθῇ καὶ μετεωρισθῇ περιφερόμενον καὶ καταμεμιγμένον ἐς τὸν ἠέρα , τὸ μὲν θολερὸν αὐτέου καὶ νυκτοειδὲς ἐκκρίνεται καὶ
4113855 τερματα
λίτομαί σε , καταχθονίων βασίλεια , ψυχῆς ἐκπέμπειν οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης , εὐμενὲς εὐίερον μύσταις φαίνουσα πρόσωπον . Δεῦρο
γυῶν . γύης δὲ μέτρον γῆς . τεκμαίρομαι ἀποτελέσω . τέρματα σημεῖα , ἐν τῇ Θ Ὀδυσσείας . τετράκυκλοι τετράτροχοι
4112532 Φημη
ἐπτηχότων καθάπερ ἐν προσδοκίᾳ βροντῆς ἢ σεισμῷ πάντα κινοῦντι ἔρχεται Φήμη , ἡ θεὸς ἧς πόρρω τὸ ψεῦδος , τὸν
γενεαῖς ὕμνησεν Ἡσίοδος ποιήσας τὰ ἔπη ταῦτα ἃ πάντες ᾄδουσι Φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται ἥντινα πολλοὶ λαοὶ φημίξωσι
4112002 αἰσαν
τέλει ' , αἰεὶ δὲ τοιαύταν Ἀμένα παρ ' ὕδωρ αἶσαν ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν διακˈρίνειν ἔτυμον λόγον ἀνθρώπων . σύν
καὶ ἀτερπέα , δηϊοτῆτος θεσμὸν ὑφ ' αἱματόεντα καὶ ἄγριον αἶσαν ὀλέθρου . ἔστι τις οὐ δολιχὴ μὲν ἀτὰρ πάχος
4105202 ἑωυτον
καὶ τοῦ ἡλίου ἕλκοντος ἀπ ' αὐτῆς τῆς ἰκμάδος πρὸς ἑωυτὸν , καὶ διεῖσα τὸ πνεῦμα , ἅτε ψυχρὸν ἐὸν
τοιαῦτα ἀτερπείη , ὅταν τευ ἀναμνησθῆι , καὶ δέδοικε καὶ ἑωυτὸν κακίζει . , οἱ δὲ θεοὶ τοῖσι ἀνθρώποισι διδοῦσι
4104139 ἐπισυρει
ὑπτία , ἀφανίζουσα τοῖς θηραταῖς τὰ ἴχνη : ἑαυτὴν γὰρ ἐπισύρει κατὰ νώτου . καὶ παρεισελθοῦσα ἡσυχάζει , καὶ τρόπον
τριῶν δακτύλων , καὶ διείληπται ἐξ ἄκρων σχοίνῳ , καὶ ἐπισύρει τὸν τεθηραμένον . καὶ κύρτον τις τῶν ἐν τῇ
4104106 κλαδοις
: τῆς ὥρας ἤδη τῆς χειμερινῆς ἐπελθούσης , δένδρον τι κλάδοις τε καὶ φύλλοις ἀλλοτρίοις ἐπικαλύψαντες καί τινας μεταξὺ τῶν
: θάνατον γὰρ σημαίνει . στεφανοῦν δὲ θεοὺς ἄνθεσι καὶ κλάδοις τοῖς προσήκουσι καὶ νενομισμένοις ὁσίοις εἶναι ἀγαθὸν πᾶσιν ,
4102837 μηκιστα
τῶν κατ ' ἐμαυτὸν ἀνθρώπων γῆν πλείστην ἐπεπλανησάμην ἱστορέων τὰ μήκιστα καὶ ἀέρας τε καὶ γέας πλείστας εἶδον καὶ λογίων
ἐὼν ἢ καὶ τετράγωνος ἐκείνῳ ἠὲ καὶ ἀντικρὺ τότε κεν μήκιστα γένοιτο . εἰ δὲ θέσιν τοίην οἵην Φαίνοντος ἔλεξα
4099510 ὠμοις
ἄεθλον αὕτως , οὔ τι καμόντι βίῃ καὶ χερσὶ καὶ ὤμοις , ἀλλ ' ἄρ ' ἀναιμωτὶ προγενέστερον ἄνδρα τίοντες
βορειότεροι ἀεὶ φέρονται τοῦ ἀεὶ φανεροῦ κύκλου οἱ ἐν τοῖς ὤμοις κείμενοι τοῦ Κηφέως λαμπροὶ ἀστέρες ἤ , ὥς τινές
4090989 ἀετοις
τοῖς κρείττοσι τῆς ἑαυτῶν σωτηρίας καταφρονοῦσι . λαγωοί ποτε πολεμοῦντες ἀετοῖς παρεκάλουν εἰς συμμαχίαν ἀλώπεκας . αἱ δὲ ἔφασαν :
θέλει συνηβᾶν . ὑποπόλιον γένειον χρυσοφαέννων , πτερύγων † ἢ ἀετοῖς † παραπετέσθω , χαῖρε φίλον φῶς χαρίεντι μειδιῶν προσώπωι
4090611 ἀρκια
ἐς Σάρδις : χρυσοῦ γὰρ οὐ δεύμεθα , ἀλλὰ πέπαμαι ἄρκια καὶ τοῖς ἐμοῖς ἑτάροις . ἔμπας δ ' ἵξομαι
ἧς πέρι δῆριν θέντες κακοφράδες ἀλλήλοισι Μόψος Ἀντίλοχός τε καὶ ἄρκια δῆριν θέντες μουνὰξ ἀλήστοιο πύλας ἔβαν Ἀιδωνῆος . καὶ
4088235 πορειην
μέλος εἰς ῥόδον τινάξω . Ὅτε φωσφόρος παρέρπει Φαέθων μέσην πορείην ὑπὸ κριὸν ἅρμα τείνων , χθόνιαι φλέβες γελῶσιν .
τὸ ἐν νῷ πρὸς ἑωυτοὺς διακεῖσθαι , πρός τε τὴν πορείην . Οἷοι ἕκαστοι σχήματι , τοιοῦτοι : ἀδιάχυτοι ,
4087080 ἡμερην
Πυθέω τοῦ Ἰσχενόου ἐπιβατεύοντος , ἀνδρὸς ἀρίστου γενομένου ταύτην τὴν ἡμέρην : ὃς ἐπειδὴ ἡ νηῦς ἡλίσκετο ἐς τοῦτο ἀντεῖχε
Ἀφροδίτην ὥσπερ αἰτίην τούτων λύχνοις ἐτίμα , καὶ καθ ' ἡμέρην πᾶσαν ἔθυεν ηὔχεθ ' ἱκέτευεν ἠρώτα , ἕως ποτ
4086586 εὐμοιρον
, σὺ δ ' ἵλαος , Δελφίνιε , κοῦρον ἀέξοις εὔμοιρον λευκὴν ἄχρις ἐφ ' ἡλικίην . Ὧραί σοι Χάριτές
τῇ πρώτῃ γεγενημένῃ θυσίᾳ αἱ Μοῖραι ἔστησαν , ὡς ταύτην εὔμοιρον γενέσθαι , καὶ ὁ τὴν ἀλήθειαν πᾶσαν πᾶσι φανερῶν
4080118 ὑδασι
αὐτὸν καὶ οὐδὲν ἄμοιρόν ἐστιν αὐτῆς , ὡς ἂν ἐν ὕδασι δίκτυον τεγγόμενον ζῴη , οὐ δυνάμενον δὲ αὑτοῦ ποιεῖσθαι
ἐλάττω μὲν θεωρίαν ἔχει , αἰτιολογεῖ δὲ τὰ ὑπὸ τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις , ὁπότε διασπαραττόμενα φαίνεται τὰ
4075599 ἀκρεων
ἱδρῶτες δὲ αἰεὶ , οὐ δι ' ὅλου : ψύξις ἀκρέων πολλὴ , καὶ μόλις ἀναθερμαινόμενα : κοιλίαι ταραχώδεες ,
νεύρων πόνοϲ ἔῃ καὶ ψῦξιϲ ὅλου , πολλὸν δὲ μᾶλλον ἀκρέων , τῷ καϲτορίῳ ξὺν ἀνηθίνῳ λιπαίνειν ἠδὲ τέγγειν τὴν
4074469 ἰχνεσι
δ ' οὐχ εὕρισκεν ἐπὶ τὸ σπήλαιον ἀφικνεῖται τοῖς μὲν ἴχνεσι διαρτώμενος , οὐδὲν δὲ ἧττον οἰόμενος δεῖν διερευνήσασθαι τὸν
, οὐδὲ θοοὺς βάπτεν πόδας , ἀλλ ' ὅσον ἄκροις ἴχνεσι τεγγόμενος διερῇ πεφόρητο κελεύθῳ : καὶ δ ' ἄλλω
4073124 ἀλωας
] τ ' υἱονὸς ἠδέ γε Κῦρος αὐτοκασίγνητος τὰς [ ἀλωὰς ] ἀφαιρήσασθαι [ ] . μὴ φόρον εὐσεβίης [
, διετελειώσατε ἢ διεκεράσατε . Δάματρος ἀλῳάδος : τῆς τὰς ἀλωὰς ποιούσης : λέγεται δὲ καὶ ἀλωΐς . πὰρ Δάματρος
4056902 οὐρανιη
ῥε ? [ ] καὶ τότε κυματ [ ] παρθένος οὐρανίη ? ? [ ] κώματι ? παντο ? !
πύλας ἐξήλυθεν Οὐλύμποιο αἰθερίας . ἔνθεν δὲ καταιβάτις ἐστὶ κέλευθος οὐρανίη : δοιὼ δὲ πόλοι ἀνέχουσι κάρηνα οὐρέων ἠλιβάτων ,
4056754 ἠπειροι
τοῖς ἀνθρώποις ἑτεροειδῆ πάντα κατεσκεύασεν . Ὑμεῖς δὲ , ὦ ἤπειροι καὶ αἱ ἐν τῇ θαλάσσῃ κείμεναι νῆσοι καὶ τὰ
τὴν τῶν κοινῶν ἐπιμέλειαν ; νῆσοι γὰρ πρὸς ἠπείρους καὶ ἤπειροι πρὸς νήσους περὶ πρωτείων ἀντεφιλονείκουν ἡγεμόνας ἔχουσαι καὶ προαγωνιστὰς
4056338 κοιται
βαρυπάλαμον ὄρσαι χόλον ; ἢ ἑτέρῳ λέχεϊ δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται ; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ
ὕπνοι , ἀγρυπνίαι . Τὰ ἐν ὕπνῳ , ἐνύπνια , κοῖται , καὶ ἐφ ' οἷσι , καὶ ὑφ '
4054536 ὁμοφυη
, ἐναλλαγῇ , ἀπὸ συνουσίας . Ὁμόφυλα : ὁμοειδῆ , ὁμοφυῆ , ὁμογενῆ , μιᾶς φυλῆς , ἶσα . ἴκελα
παρουσίᾳ τῶν θεῶν ἐμφυομένης παρισώσεως . Πρὸς μὲν γὰρ τὰ ὁμοφυῆ κατ ' οὐσίαν ἢ δύναμιν ἢ καὶ ὁμοειδῆ πως
4054504 Λυδια
ἀποβαλόντι ἐν τῇ μάχῃ , πολλὰ δὲ Ἀσσύριά τε καὶ Λύδια Κῦρος ἀνδρὶ ἀγαθῷ δῶρα ἀπάγει τά τε ἄλλα καὶ
, ὥστε καὶ τὰ Φρύγια καὶ τὰ Καρικὰ καὶ τὰ Λύδια καὶ ἔτι τὰ τῶν Μυσῶν δυσδιάκριτα εἶναι παραπίπτοντα εἰς
4052278 ἑωυτης
ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν σφάζεται ἐς τὸν τάφον ὑπὸ τοῦ οἰκηιοτάτου ἑωυτῆς , σφαχθεῖσα δὲ συνθάπτεται τῷ ἀνδρί : αἱ δὲ
στᾶσα ἀντίον τοῦ ἀγάλματος εὔχετο Κλεόβι τε καὶ Βίτωνι τοῖσι ἑωυτῆς τέκνοισι , οἵ μιν ἐτίμησαν μεγάλως , τὴν θεὸν
4048439 ἐπανερχομενος
; τίς οὕτω πεσόντος τοῦ τείχους στρατηγὸν ἐδυσχέρανε , νικηφόρος ἐπανερχόμενος , ἢ πόλις πεσούσης ἐπένθησε φάλαγγος πρὸ τῶν τειχῶν
αὐτοῦ ἐπιστῆναι , ἔχων τὴν περικεφαλαίαν βιβλίον ἀνεγίνωσκεν . Σχολαστικὸς ἐπανερχόμενος , ὅθεν ἀπεδήμησεν , καὶ ἀναβαίνων ὑψηλὴν ἀνάβασιν ἐθαύμαζε
4047516 ὀρχησεσι
κοσμεῖσθαι δέον ἂν εἴη , θάττους τε καὶ βραδυτέρας ἐν ὀρχήσεσι καὶ ἐν πορείᾳ τὰς ἱκετείας ποιουμένους πρὸς θεούς τε
Σατύρους δέ φασιν αὐτὸν περιάγεσθαι , καὶ τούτους ἐν ταῖς ὀρχήσεσι καὶ ταῖς τραγῳδίαις τέρψιν καὶ πολλὴν ἡδονὴν παρέχεσθαι τῷ
4047276 ὑψερεφες
τε γὰρ ἠελίου αἴγλη πέλεν ἠὲ σελήνης δῶμα καθ ' ὑψερεφὲς μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο . χάλκεοι μὲν γὰρ τοῖχοι ἐληλέδατ '
πόθεν ἔλθοι : ἡ δὲ μάλ ' αὐτίκα πατρὸς ἐπέφραδεν ὑψερεφὲς δῶ : ἐκ μὲν Σιδῶνος πολυχάλκου εὔχομαι εἶναι ,
4045871 ἐνυμφευθη
, ἀπόπτυστος θάλαμος , στυγερώτατος ἵπποις , οἷος ἐν ἀνθρώποισιν ἐνυμφεύθη προπάροιθε Καδμεῖος γάμος αἰνὸς ἀλήμονος Οἰδιπόδαο . οἱ δ
Δοῦρις ἐν τῇ ιϚʹ τῶν Μακεδονικῶν , ὅτι ἐν Ἰωλκῷ ἐνυμφεύθη . Ἰωλκοῦ γὰρ Πελίας ἐβασίλευσεν . . . .
4043879 χρυσεα
τῆς χρυσέας φόρμιγγος τῆς ὑποσχεθείσης . οὐχ ἁπλῶς δὲ εἶπε χρυσέα φόρμιγξ , ἀλλ ' αἰνιγματωδῶς παραδηλοῖ αὐτῷ τοῦ τὴν
λοιπόν . ἑτέρωθι δὲ ἔτι λαμπρότερον Πρὸς Ὀλυμπίου Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν
4042173 ἠϊονεσσι
οὐκ ἐθέλων ἐθελούσῃ : ἤματα δ ' ἂμ πέτρῃσι καὶ ἠϊόνεσσι καθίζων [ δάκρυσι καὶ στοναχῇσι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἐρέχθων
κομάρου πετάλοισι τεθηλόσιν ἠὲ καὶ ἄλλῃ λάχνῃ , ἐπ ' ἠϊόνεσσι πολυψαμάθοισιν ἔθηκαν : αἱ δ ' ἅμα μὲν γενεῆς
4041665 ἐμπεδα
δὲ πολλὰ μὲν ζῷα , πολλοὺς δὲ ἀνθρώπους , ἅπαντα ἔμπεδα καὶ βιώσιμα : δωροφορεῖν δὲ οὐ μόνον τὴν γῆν
παῶν : πηῶν γάρ ἐστιν ὅ ἐστι συγγενῶν . * ἔμπεδα : βέβαια * πολύεργος : ὁ πολλὰ ἐργαζόμενος ὁ
4041116 κλισιαν
ἐπηκολούθησαν αὐτοῦ τῇ προαιρέσει εὐωχηθέντες . αἶψα δ ' ἀπὸ κλισιᾶν ὦρτο : ταχέως δὲ ἀπὸ τῶν σκηνῶν σὺν τοῖς
ἐπηκολούθησαν αὐτοῦ τῇ προαιρέσει εὐωχηθέντες . αἶψα δ ' ἀπὸ κλισιᾶν ὦρτο : ταχέως δὲ ἀπὸ τῶν σκηνῶν σὺν τοῖς
4040607 ποιησομενος
πέμψαι πρεσβευτὰς ὡς ἀφήσων τὴν ἀρχὴν καὶ σπονδὰς πρὸς αὐτοὺς ποιησόμενος . οἱ μὲν ἔπεμψαν καὶ ὑπὸ χαρᾶς ἐξέλυσαν τὰς
διά τε τῶν φίλων καὶ πρὸς αὐτὸν Καίσαρα τὴν ἐντυχίαν ποιησόμενος : κἀκεῖ μὲν ὁ Δαμασκηνὸς ἀπῄει Νικόλαος . .
4040331 ὑποπτερα
αἳ ἔχουσι τὴν Ἄϊδος κυνῆν , καὶ τὰ πέδιλα τὰ ὑπόπτερα , καὶ τὴν κίβησιν . Αἱ δὲ αὐτῷ φράζουσι
Νύμφας σὺν Ἑρμῇ , αἰτήσας τε καὶ λαβὼν ὑποδεσμεῖται τὰ ὑπόπτερα πέδιλα καὶ τὴν κίβισιν περιβάλλει κατὰ τῶν ὤμων καὶ
4038862 αἰγιαλοισι
πόρον : ἔχουσι , πέλαγος . Ἐπέδραμον : ἐπιτρέχουσιν . αἰγιαλοῖσι : αἰγιαλὸς παρὰ τὸ αἶα ἡ γῆ καὶ τὸ
ἐν Μοσύνοισι πέδον περιναιετάουσι : λαιὰ δ ' ἐπιπλώσαντες ἐκέλσαμεν αἰγιαλοῖσι ἧχι τε Μάκροι ἔσαν Μαριανδύνοισιν ὅμουροι . Νέρθε δέ
4038144 ἱστατο
[ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ στεῦτο ] νῦν ἀντὶ τοῦ ἵστατο ἐπὶ τῶν ποδῶν . κέχρηται δὲ τῇ λέξει ὁ
βαθείῃσιν μεγάλῃσι . δεινὸν δ ' ἀμφ ' Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο κῦμα , ὤθει δ ' ἐν σάκεϊ πίπτων ῥόος
4037300 ἀγαλλομεναι
μέλπετε τὸν Διόνυσον βαρυβρόμων ὑπὸ τυμπάνων , εὔια τὸν εὔιον ἀγαλλόμεναι θεὸν ἐν Φρυγίαισι βοαῖς ἐνοπαῖσί τε , λωτὸς ὅταν
πεντήκοντα κόραι περὶ κύμασι βακχεύουσαι , Τριτώνων ἐπ ' ὄχοισιν ἀγαλλόμεναι περὶ νῶτα θηροτύποις μορφαῖς , ὧν βόσκει σώματα πόντος
4032691 ἀριζηλοι
θεῖον . τὸ δὲ πρόχνυ τὸ ἀπαραιτήτως ἐνταῦθα σημαίνει . ἀρίζηλοι : μεγάλως ἔκδηλοι καὶ ἐναργεῖς αἱ τῶν θεῶν κολάσεις
ἀπ ' ὀφθαλμῶν ἀμαρυγαί , ἔξοχα δ ' ἐν πάντεσσιν ἀρίζηλοι τελέθουσιν : ἀλλ ' ὀλίγον τούτων γένος ἔλλαχε μυρίος
4030362 παρατεινομενον
δύσιν ἀποσκοποῦν , ἕως τινῶν ἄλλων ὀρέων ὑψηλῶν καὶ μεγάλων παρατεινόμενον , ἔνθα καὶ πόλις τις Βέρροια καλουμένη κατῴκισται ,
μᾶλλον ἢ ἐνέργημα , καὶ σωματοειδὲς καὶ μεριστὸν καὶ χρόνῳ παρατεινόμενον , καὶ σπεῦδον μὲν εἰς εἶδος οὔπω δὲ ὂν
4029122 ἀνθεσι
μόνου ῥινοῖο , τὸν αἰόλον ἐστεφάνωται , δαίδαλα πορφύροντα καὶ ἄνθεσι μαρμαίροντα . τοίην μὲν πυρόεσσαν ὑπὸ βλεφάροισιν ὀπωπαὶ μαρμαρυγὴν
: Αἱ Ἀττικαί . ἐξηνθισμέναι : Ἄνθη φοροῦσαι . τοῖς ἄνθεσι κεκοσμημέναι , οἷον ψιμυθίῳ καὶ φύκει καὶ τοῖς ὁμοίοις
4025531 τοξα
Φερενδάτης ὁ Μεγαβάζου . Πάκτυες δὲ σισυρνοφόροι τε ἦσαν καὶ τόξα ἐπιχώρια εἶχον καὶ ἐγχειρίδια : Πάκτυες δὲ ἄρχοντα παρείχοντο
ἅπαν ” , “ Ῥωμαίων ἔφητὰ σώματα καὶ ἵπποι καὶ τόξα καὶ βέλη καὶ δόρατα τῶν ἡμετέρων ἰσχυρότερα εἶναι παντί
4018533 βενθος
Ἀχιλλεύς , ἢ τὸν Ἀντιλόχου . . πᾶσαι ὅσαι κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηίδες ἦσαν . ἔνθ ' ἄρ ' ἔην
πάντα θοαὶ σκεδάσαντο θύελλαι : αἳ δὲ καὶ ἐς μέγα βένθος ὑποβρύχιαι κατέδυσαν ὄμβρου ἐπιβρίσαντος ἀπείρονος οὐδ ' ὑπέμειναν λάβρον
4017671 Φρυξιν
μὴ ὀλιγωρήσαντι ἀλλὰ γενναίως ἐνεγκόντι ἆθλον ἐδίδοσαν . Παρὰ τοῖς Φρυξὶν ἐτιμᾶτο ἡ Ῥέα ἡ μητὴρ τῶν θεῶν . ταύτῃ
Φρυγία δ ' ἰδίως εἴρηται διὰ τὸ θρησκεύεσθαι παρὰ τοῖς Φρυξὶν ἐξόχως , παρ ' οἷς καὶ ἡ τῶν γάλλων

Back