πρὸς τὸν στρατηγὸν ὑμῖν ὡς ἔχει λογίσασθε . πρότερον μὲν ὑποψία μόνον ὑπῆρχεν ὡς οὐχ ἡδέως ὑμῶν διακειμένων , ἀλλ
ὁ δίχα παρακλήσεως παρέχειν βουλόμενος . ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τις ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ
6823797 εὐλογος
' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς ἀεί , ὁ
τοῦ λόγου πρῶτον ἐπωνυμίαν βεβαιοῖ , μόνη γάρ ἐστιν ἀκριβῶς εὔλογος . μηδεὶς δὲ ὑμῶν , ὦ νῦν τε παρόντες
6760158 ὑφορασεως
μητρὸς ἀδελφή , ὡς Ἀριστοτέλης . ἀρχὴ τοῦ υ ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια
, βασιλεῖς δὲ οἱ πατροπαράδοτον τὴν βασιλείαν ἔχοντες . ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια
6717947 ἀτυχια
με : ὑπερβαλλόντως ἀπώλεσέ με . ὑπερβάλλει πάντα λόγον ἡ ἀτυχία : ἑαυτὸν λέγει δεικτικῶς : ὁ χρόνος με θεραπεύσει
ἀδίκως καὶ ἀθέως διαφθαρέντα ὑπ ' αὐτῶν . Ἥ τε ἀτυχία ἀδικεῖται ὑπ ' αὐτοῦ , ἣν προϊστάμενος τῆς κακουργίας
6676353 ἐνεδρα
βλέψας , ὡς εἶδε τρεῖς μόνον πόδας , ἔγνω ὅτι ἐνέδρα αὐτῷ ἐγένετο , καὶ κατελθὼν εἰς τὸ περιαύλιον ,
προπέμψας καὶ διερευνησάμενος , μή τις ἐκ τῶν φονέων ἐγκαθέζοιτο ἐνέδρα . ὡς δὲ αὐτῷ καὶ ὁ ἐνθάδε στρατὸς οἷα
6661876 μηνυσις
ὑπὲρ αὐτοκράτορος οὐκ εἰκὸς ἦν εὐλαβηθῆναι , μή τις γένηται μήνυσις τῷ πάντα σεμνοποιοῦντι τὰ καθ ' αὑτὸν διαφερόντως ;
δὲ συμφορᾷ τῆς πόλεως οὔσης τοῖς ἐξηγηταῖς τῶν ἱερῶν γίνεται μήνυσις ὑπὸ δούλου τινός , ὅτι μία τῶν ἱεροποιῶν παρθένων
6645021 ὑφορασις
διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον ταχθεῖσα . ὑπόσχεσις ἐπαγγελίας
διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τις ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον . ὑπάρξαι τό τε
6597158 διαβολη
ταῦτα χρόνον μνήμη περιῄρηται καὶ ἡ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους διαβολή . Σωπάτρου . Ἰσαζούσης ἐν τούτοις τρόπον τινὰ τῆς
τινος ἐπιμελείας δεόμενον : οὐ γὰρ ἂν τοσαῦτα ἔβλαπτεν ἡ διαβολή , εἰ μὴ πιθανόν τινα τρόπον ἐγίνετο : οὐδ
6593596 ἀναβολη
κακοποιοῦ τότε οἱ κριταὶ μὴ συμφωνήσαντες ἀλλήλοις διαστήσονται καὶ ἔσται ἀναβολὴ τῆς δίκης , εἰ δὲ καὶ συμφωνήσουσιν οἱ κριταὶ
γένοιτο , τέχνῃ τοῦτο ποιῶν . οἶδεν γὰρ ὅτι ἡ ἀναβολὴ ἐκλύσει τὴν ὁρμήν . καὶ εὐθύς γε μετὰ τὸ
6581667 ἑκουσιος
ἡμῖν ἡ σιτοπομπία , νῦν δὲ θᾶττον πτεροῦ καὶ νοήματος ἑκούσιος καὶ αὐτοκέλευστος ἀφικνεῖται . ὑπηρετεῖ καὶ ἡ θάλαττα τῇ
τετραπλασίονά σοι καίπερ ἐνδεόμενοι συνεισφέρομεν , ὅπως μάθῃς , ὅσον ἑκούσιος ὑπουργία πενομένων τοὺς ἀβουλήτως ἐν εὐπορίᾳ βιασθέντας ὑπεραίρει .
6581567 διαπτωσεως
δέ , φόβος μελλούσης ἐνεργείας : ἀγωνία δέ , φόβος διαπτώσεως , καὶ ἑτέρως , φόβος ἥττης : ἔκπληξις δέ
ηʹ Ψοφοδέεια δὲ φόβος κενός . θʹ Ἀγωνία δὲ φόβος διαπτώσεως : ἢ φόβος ἥττης : ἢ φόβος ἐμποιητικὸς τῶν
6554226 πονηρια
μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος
καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ
6545077 ἐπιβουλη
τῷ σύμπαντι οἴκῳ , ὡς μήτις ἐπ ' αὐτὸν ἔξωθεν ἐπιβουλὴ συσταίη παῖδα Καίσαρος ἀναδεδειγμένον . Ἐδήλου δ ' ὅμοια
καὶ τελευτήσαντος εὐθὺς Ἡφαιστίωνος ὁ Ἀπολλόδωρος ἔδεισε , μή τις ἐπιβουλὴ γένοιτο κατὰ τοῦ βασιλέως , καὶ ἐξήνεγκεν αὐτῷ τὰ
6529331 ἀβεβαιος
στρατευμάτων : ἐφάνη δὲ καὶ ἄλλοτε , ὅτε Νέρων ἐκεῖνος ἀβέβαιος καὶ δόλιος ἤρχετο τῆς μανίας . Πρὸς τούτου ἀνατέλλουσιν
ἀδελφιδοῦς αὐτῷ , τῆς πατρίδος ὅτε μετανίστατο , συνεξεληλυθώς , ἀβέβαιος , ὑπαμφίβολος , ἀντιρρέπων ὧδε κἀκεῖσε , τοτὲ μὲν
6524104 προδοσια
κλιμακτηρικὴ νόσος καὶ αἱμαγμὸς καὶ ἐμπόδιον τῆς δόξης , δούλων προδοσία , ἐπιθέσεις ζημίαι ἔνδειαι . εἶθ ' οὗτος ἐξ
ἠδυνήθην προδοῦναι , καὶ πρῶτον μὲν ἀπὸ τοῦ πράγματος ὅτι προδοσία πρᾶγμα δύσκολον καὶ οὐ ῥᾳδίως πραχθῆναι δυνάμενον : εἶτα
6503211 διαφθορα
δὲ καὶ ὁ Ζεὺς δυναμικώτερος ᾖ , ἐλάττων ἔσται ἡ διαφθορά . Εἰ δὲ ὁ Ζεὺς ὑπάρχει χρονοκράτωρ καὶ ὑπάρχουσιν
φιλοκερδής αἰσχροκερδής . καὶ τὰ πράγματα δωροδοκία , δεκασμός , διαφθορά , μισθαρνία μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις
6483043 προθυμια
περὶ τὰς ἁψιμαχίας τὰς ἐκ καιροῦ συμπεσούσας γίνεσθαι φιλεῖ , προθυμία τοῖς ἡγεμόσι τῶν στρατοπέδων ὁμοία παρέστη διαβαίνειν τὸν ποταμόν
. τί δ ' ἔστιν , ὦ ξύνδουλε ; τίς προθυμία ποδῶν ἔχει σε καὶ λόγους τίνας φέρεις ; θηρώμεθ
6438867 ὑπονοια
ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς , ὅτι οὗτος ψεύδεται , ταῦτα δὲ ὑπόνοια οὐδεμία ἔσται , φανερῶς δὲ ἐπιδείξω τὴν τούτου ἀναισχυντίαν
ἐστι τοῖς πολλοῖς , ἐχαρίσαντο , καὶ οὐκ ἔστιν ὑμῖν ὑπόνοια τοῦ λοιποῦ θανάτου ἐξ ἐπιβουλῆς , οὐδέ τις ἄλλη
6433999 ἀγωνια
δεῖμα , ὄκνος , αἰσχύνη , ἔκπληξις , θόρυβος , ἀγωνία . δεῖμα μὲν οὖν ἐστι φόβος δέος ἐμποιῶν ,
ζωῆς ζ ἀνοίξεις ἐργαστήριον ἐξαπίνης η σωθήσῃ ἀσθενῶν . μὴ ἀγωνία θ σοφιστεύσεις ἐν τιμῇ πολλῇ ι οὐχ εὑρήσεις τὸ
6430312 παραινεσις
εἰς σωφροσύνην μετέστησε . καὶ ἡ τῆς ὕβρεως δὲ ἀπάγουσα παραίνεσις εἰς τὴν αὐτὴν ἀρετὴν ἀνήκει . καὶ ταῦτα δὲ
αὖθις εἰς τὴν λιχνείαν κατολισθών , ἐμοὶ μὲν ἀποπεπλήρωται ἡ παραίνεσις , σὺ δὲ σεαυτὸν αἰτιάσῃ , ἄν γε καὶ
6400646 δηξις
δέ ἐστιν ἡ τοῦ στόματος τῆς γαστρὸς ὀδύνη τε καὶ δῆξις . καρδίαν γὰρ ἐκάλουν οἱ παλαιοὶ τὸ στόμα τῆς
, βουβώνων , κεφαλῆς , ὀφθαλμῶν , ἄρθρων , στομάχου δῆξις , περίψυξις , περιίδρωσις , λειποθυμία , ποτὲ δὲ
6391331 βοηθεια
καὶ Σαλαμῖνος . νεῶν ] τῶν Περσῶν . ἀρωγὴ ] βοήθεια . οὔτις ] οὐδεμία . ἀλλήλοις ] τοῖς ἐν
ἀδυναμοῦντι : εἴη ὁ σὸς παῖς , ὁ Ἐτεοκλῆς , βοήθεια : διὰ βραχέος χρόνου : νῦν τῶν τειχέων :
6362626 βλακεια
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται
6353716 ἀτιμια
ἀδοξία , κἂν ἦι σοφός τις , ἥ τ ' ἀτιμία βίου . φίλους δὲ τοὺς μὲν μὴ χαλῶντας ἐν
ἀδοξία , κἂν ᾖ σοφός τις , ἥ τ ' ἀτιμία βίου . φίλους δὲ τοὺς μὲν μὴ χαλῶντας ἐν
6341835 προφασις
δ ' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς ἀεί ,
τὸ ἐπιβουλεύσασθαι : τὸ ἐπὶ πολὺ βουλεύσασθαι δι ' ἀσφάλειαν πρόφασις ἀποτροπῆς ἐνομίζετο φ αὐτῷ : τῷ γαλεπαίνοντι . καὶ
6329357 ἀσφαλεστατος
φαίνεται βεβαίως πως ἐκεῖνος φιλόπολις , ὥστε δοκῶν καὶ ὢν ἀσφαλέστατος στρατηγὸς ἁπάντων , ὑπὲρ μὲν ὑμῶν , ὁπόθ '
ὁμολογηθέντα φυλάξαι βεβαιότατος , πρὸς δὲ τῶν ἐξαπατώντων μὴ ἁλῶναι ἀσφαλέστατος , χρημάτων τε ἐς μὲν ἡδονὰς τὰς αὑτοῦ φειδωλότατος
6294488 ἀπογνωσις
. τὸ δὲ ὄνομα τοῦ πράγματος κρίσις , γνῶσις κατάγνωσις ἀπόγνωσις , καταδίκη ἄφεσις . καὶ ἐπαινῶν μὲν ἂν δικαστὴν
δάκρυα , στεναγμοί , παραμυθία , φόβος , θάρσος , ἀπόγνωσις , ἐλπίς . Ἀρίστων δέ , ὁ Χαιρέου πατήρ
6294286 ἀσχολια
τὴν μήτραν τὰ περὶ τὴν σύλληψιν ἴδοι . ἀλλὰ ἡ ἀσχολία τῶν πραγμάτων ἐνεπόδισε καὶ ἐτέχθη ὁ ἔριφος . ἐντεῦθεν
. . . . ἀγνῶσιν . γρ . ἀγνώμωσι . ἀσχολία . μέριμνα , φροντίς . Φαρσαλίοις . Φάρσαλα πόλις
6288989 ἀπαλλαγη
, ἀεὶ πράγματα ἐκ τῶν Σευήρου τρόπων ἀναφύεται σοί τε ἀπαλλαγὴ τῶν παρ ' ἡμῶν περὶ τούτων οὐκ ἔσται γραμμάτων
ὁμολογηθέντων στερηθῶμεν , ἀλλ ' Ἐπιτίμῳ γένηται σωτηρία τις καὶ ἀπαλλαγὴ τῶν κινδύνων . παρέσομαι δ ' εἰς τὸν χρόνον
6212582 ἰασις
κατὰ ἰσχίον γίνεται . διατείνεται δὲ πολλάκις μέχρι σφυρῶν . ἴασις δὲ διὰ φλεβοτομίας ἀπὸ σφυροῦ . καὶ διὰ σικύας
, ἡ μὲν φαντασία μικροτέρα , χαλεπωτέρα δ ' ἡ ἴασις : οὐ γὰρ ἐπιδέχεται τὴν ἐν κύκλῳ περιβολὴν ὥσπερ
6208535 ἀσυνηθους
ὄντως θαῦμα καὶ ἔκπληξις : ἔκπληξις δὲ καὶ φόβος ἐξ ἀσυνήθους φαντασίας . § ἢ ἐκπληκτικά τινα ὑπερβαίνοντα τὴν ἀλήθειαν
τε καὶ ψάλλειν καὶ αὐλεῖν ἄκρως εἰδότες ὅταν κρούσεως ἀκούσωσιν ἀσυνήθους , οὐ πολλὰ πραγματευθέντες ἀπαριθμοῦσιν αὐτὴν εὐθὺς ἐπὶ τῶν
6205007 συναναστροφη
συναναστροφή . . δεινὸν ] χαλεπὸν , ἰσχυρόν : ὑπάρχει συναναστροφὴ δεινή . . ἀνηκουστεῖν ] τὸ δὲ ἀνηκουστεῖν τῆς
ταῦτα πρὸς ἄλληλα : χωρὶς γὰρ ἀδικήματος ἀλλοφύλοις ζῴοις ἡ συναναστροφὴ γίνεται μετ ' εἰρήνης καὶ πάσης εὐλαβείας . Οὗτος
6203967 εἰσαγωγιμος
τῷ βουλομένῳ διαμαρτυρῆσαι ὡς εἰσαγώγιμός ἐστιν ἡ δίκη ἢ οὐκ εἰσαγώγιμος . διαφέρει δὲ τῆς παραγραφῆς τῷ τὴν διαμαρτυρίαν γίνεσθαι
τῷ βουλομένῳ διαμαρτυρῆσαι ὡς εἰσαγώγιμός ἐστιν ἡ δίκη ἢ οὐκ εἰσαγώγιμος . διαφέρει δὲ τῆς παραγραφῆς τὸ τὴν μὲν διαμαρτυρίαν
6203160 ἐπηρεασμος
' ἀπειλήν . ʃ τρία εἴδη ὀλιγωρίας , καταφρόνησις , ἐπηρεασμὸς καὶ ὕβρις . τούτων γὰρ καταφρονεῖ τις , ἃ
, μᾶλλον δὲ καὶ συνέδριον . ὢ τάλας ἐγώ , ἐπηρεασμὸς τὸ κακὸν εἶναί μοι δοκεῖ . οὐ τοῦ τυχόντος
6202123 ἀπολαυσατω
ἂν βουληθῇς , πρᾶττε , τῆς δὲ δυνάμεώς σου ταύτης ἀπολαυσάτω Παιάνιος , περὶ ὃν Ἀκάκιός τε ὁ σοφὸς καὶ
καὶ ἀπεκρούσθη τοῦ πράγματος . τοῦ χρηστοῦ τοίνυν ἀνέμου διαμαρτὼν ἀπολαυσάτω τοῦ δευτέρου πλοῦ . ἔστι δὲ οὗτος γενέσθαι χώραν
6201847 ἀλογια
τὸ σύμβολον , ἀλλὰ τοῖς παρελθοῦσι . καίτοι πῶς οὐκ ἀλογία πολλὴ τοὺς μὲν ἃ τῆς τοῦ σώματος τύχης ἔχεται
, . * . Ἀναλογία : παρὰ τὸ λόγος λογία ἀλογία καὶ ἀναλογία : αἱ γὰρ δύο στερήσεις ὁμοῦ οὖσαι
6196118 καταδικος
ἀκούειν ] πάρεστιν . γινώσκετε . τροπαιουχήσας . ἔσεται . κατάδικος . τιμωρητέος , δίκας ὀφείλων . μεμπτός : διὰ
πράγματα αἵρεσις , καταδίκη , κατάγνωσις , καὶ ὁ ἀνὴρ κατάδικος : ἀπὸ μὲν τούτου μόνου ὄνομα , τὰ δ
6193179 ἐπιπληξις
δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται „ . οὕτως ἄρα ἡ ἐπίπληξις καὶ νουθεσία καλὸν νενόμισται , | ὥστε δι '
ὡς Πλάτων νουθετεία : φαῦλος γὰρ ὁ Μενάνδρου νουθετισμός , ἐπίπληξις δὲ καὶ σωφρονισμὸς καὶ ἐπιτίμησις καὶ ἐπανόρθωσις καὶ κατακόσμησις
6189049 ὑποσχεσις
, ἠπείλησεν ἐρεῖν . καὶ τοῦτ ' ἦν ἐπίδειξις ἡ ὑπόσχεσις . ἰδὼν δὲ τοὺς παιδαγωγοὺς ἰσχύοντας ἀπὸ τοῦ πωλεῖν
τοῦ τείχους , ἐπειδὴ καπνοὶ ἦσαν καὶ κομπασταὶ καὶ μόνον ὑπόσχεσις . τοιαύτη δὲ καὶ ἡ τοῦ τείχους οἰκοδομή .
6171250 φυλακη
τῆς ἥττης σύμβολον . Παραπομπή . Ἡ παράπεμψις καὶ οἷον φυλακή . Ἐπὶ Χαιρωνίδου , Ἐλαφηβολιῶνος ἕκτῃ ἱσταμένου . Ἐλαφηβολιών
κατεσκόπει θυγάτηρ ἀνδρὸς ἐπιφανοῦς , ᾧ προσέκειτο ἡ τοῦ χωρίου φυλακή , Τάρπεια ὄνομα : καὶ αὐτὴν , ὡς μὲν
6170781 δυσελπις
βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς μελλητὴς ὕποπτος ἄπιστος δύσλυτος καχυπόνους δύσελπις ἀρίδακρυς ἐπιχαιρέκακος λελυττηκὼς παρακεκομμένος ἀδιατύπωτος κακομήχανος αἰσχροκερδὴς φίλαυτος ἐθελόδουλος
μετιὼν ἀθρόα δυσελπιστίαν καὶ ἀπιστίαν μετὰ πολλῆς ἀνοίας κτᾶται : δύσελπις μὲν γίνεται , εἰ νῦν μόνον ἀλλὰ μὴ καὶ
6163991 φοβος
καὶ ἀπόλλυνται οἱ ἐκφοβούμενοι . εἰ δὲ ὑφειμένος ἐστὶν ὁ φόβος , σπασμὸν ποιεῖται . Καὶ τὸ χρῶμα μεταβάλλουσι χλωρὸν
ἐν τοῖς ὅπλοις . ἤδη δέ τις εἶπεν ὡς οὐδεὶς φόβος οὐδενὸς κινδύνου τῆς ψυχῆς ἥψατό σου . μέγιστον δέ
6142269 ἀκουσιος
. καὶ ὁ λιμὸς οὖν , εἴτε ἑκούσιός ἐστιν εἴτε ἀκούσιος , τῷ λόγῳ τῆς ἐνδείας καὶ τῆς ἀσιτίας δύναται
τούτων , εἴη ἂν οὐχ ἑκούσιος , οὐκέτι μέντοι καὶ ἀκούσιος . ἐπιζητήσειε δ ' ἄν τις , πῶς ὄντος
6128241 συγκαταθεσις
ὁρίζω : οὐ γάρ ἐστι δογματικὴ ὑπόληψις , τουτέστιν ἀδήλῳ συγκατάθεσις , ἀλλὰ φωνὴ πάθους ἡμετέρου δηλωτική . ὅταν οὖν
δοκῇ , τόθ ' ἡ ἐξ ἀσυμφώνων ὡς κρίσις καὶ συγκατάθεσις τὴν ἐπὶ τῷ θαυμαζομένῳ πίστιν ἰσχυρὰν λαμβάνει καὶ ἀναμφίλεκτον
6125634 ἐπηρεια
δὲ ἐπισυκοφαντεῖν ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον
ἀνιόντων . ἦν δέ , ὡς ἔοικεν , οὐ Τύχης ἐπήρεια τοῦτοοὐ γὰρ ἂν εἷλες τὸν τόπον , ἐπίνοια δέ
6122124 κολασις
γλυκύτης , σαφήνεια καὶ καθαρότης , βραχύτης καὶ συντομία , κόλασις . Ἡ μὲν οὖν σεμνότης καθολικῶς συνίσταται τριχῇ ,
ἦν τοῖς τότε Ῥωμαίοις ἐπιχώριος τῶν ἐπὶ θανάτῳ ἁλόντων ἡ κόλασις . Ὁ μὲν οὖν πιθανώτερος τῶν παραδεδομένων ὑπὲρ τοῦ
6099544 κατορθωσις
ἔστι δὲ ἡ μὲν πρώτη ἐν τῷ θυμικῷ τοῦ λόγου κατόρθωσις , τὰς ὁρμὰς αὐτοῦ ἑαυτῷ ὑποτάξαντος καὶ τοῖς ἐξ
καὶ θειότερον εἰ ἐν ἔθνει καὶ πόλεσιν ἡ τοῦ ἀγαθοῦ κατόρθωσις γίνεται : κάλλιον μέν , ὡς ἐπὶ πλειόνων ἐξαπλουμένης
6091714 κακοπραγιων
χεῖρόν ἐστι τοῖς εὖ φρονοῦσιν . εἶτά τις εὐφορία γίνεται κακοπραγιῶν αὐτῷ : τῆς τε γὰρ οὐσίας ἁπάσης εὐθὺς ἐξίσταται
γνώμαις τισὶ τὸ ἦθος . τὰ δὲ ῥηθησόμενα τῶν μὲν κακοπραγιῶν ἀπάγει τὸν ἀκροατήν , ἄγει δὲ ἐπὶ τὸν γεωργικὸν
6090515 τοσηδε
μόλις ἐκόλασεν , αὐτίκα πᾶσιν αὐτοῦ πρὸς τὴν μετριοπάθειαν ὁρμὴ τοσήδε ἐνέπιπτεν , ὡς εὐθὺς αὐτὸν ἄγειν ἀξιοῦν ἐπὶ τοὺς
διὰ πολλοῦ γὰρ χρόνου οὐδαμοῦ τοσοῦτος στόλος νεῶν καὶ παρασκευὴ τοσήδε κατὰ θάλατταν ἐγεγόνει : ὃ δὴ καὶ μᾶλλον τοὺς
6086471 ῥᾳστωνη
καταβέβλητο ἡ δύναμις , ἐγίνετό τις ἐν τῷ μέσῳ ὀλίγη ῥᾳστώνη , προσεδόκα ἡ φύσις ἀνακτήσασθαι ἑαυτὴν , ἐπιγενόμενον δὲ
πόλις οὐ λυσιτελής ; οὐκ ἐνταῦθα χρηματισταῖς μὲν ἐπὶ πλοῦτον ῥᾳστώνη , σοφίας δὲ μετόχοις μὲν εἰς δόξαν , ἐπιθυμηταῖς
6081235 κυνωδης
' Ἀντισθένους . καὶ κυνίζειν καὶ κυνισμὸς καὶ κυνικὸς καὶ κυνώδης καὶ κυνοῦχος , καὶ κυνήποδες ἵππων . χρῶμα δὲ
θέλειν λαμβάνειν τροφήν . Εἰ δὲ διὰ θερμότητα πολλὴν γίνοιτο κυνώδης ὄρεξις , οἶνον μὲν αὐτοῖς οὐ χρὴ διδόναι ,
6070775 ἀθυμια
ὁδοὺς μήτε ὁλοσχερῶς τὰς ἰδιότητας τῶν τόπων θεωρεῖσθαι . διόπερ ἀθυμία τὸ στρατόπεδον ὑπεδύετο καὶ δέος , ἀνακάμπτειν μὲν εἰς
ὄκνος , δέος , ὀρρωδία , εὐλάβεια , δειλία , ἀθυμία , ἀνανδρία , ἔκπληξις , φρίκη , τρόμος ,
6067938 λοιδορια
δύναμις περιγίγνεται διὰ τούτου , ἀλλ ' ἀπέχθεια μᾶλλον καὶ λοιδορία καὶ προπηλακισμός : ὧν ἴσως οὐκ ἔδει φροντίζειν :
, δεινόν ἐστι θάνατος , δεινόν ἐστι φυγή , δεινὸν λοιδορία , δεινὸν πενία : φεύγετε ἄνδρες , πάρεισιν οἱ
6056492 Παιωνια
, ἐπικαλῇ , ὥσπερ οὐκ εἰδὼς ὅτι σήμερον οὐκ ἔστι Παιώνια . ἔστι δὲ ἑορτὴ Ἀθήνησιν , Ἀπόλλωνι ἴσως ἀνακειμένη
δὲ ὧν ὁ Λάμαχος λέγει τρέπει οὗτος εἰς παιδιάν . Παιώνια ] ἑορτὴ Ἀθήνησιν εἰς Ἀπόλλωνα . λάβεσθέ μου λάβεσθε
6038631 ἀπουσιας
γένηται ἡ στέρησις , τεσσάρων χρεία εἰς συνδρομήν , οἷον ἀπουσίας εἴδους , καὶ φύσεως δεκτικῆς χρεία , καὶ μορίου
τῆς τῶν τριήρων τὰ μὲν κτήσεως , τὰ δ ' ἀπουσίας γέγονεν . οἷον πολλὰ μὲν ἄν τις ἔχοι λέγειν
6035214 βασκανια
ἐμμελοῦς παρυπομνήσεως . Παρὰ Φρόντωνος τὸ ἐπιστῆσαι οἵα ἡ τυραννικὴ βασκανία καὶ ποικιλία καὶ ὑπόκρισις , καὶ ὅτι ὡς ἐπίπαν
τὸ μηδὲ τυχεῖν ἂν ὅλως ἐξεῖναι . κἀντεῦθεν τοῖς μὲν βασκανία τις πρὸς ἐκείνους ἔσται καὶ φθόνος καὶ δυσμεναίνειν ἀεὶ
6027223 πολιορκια
Περίνθου [ καὶ Βυζαντίου ] ? ? ? ? [ πολιορκία ] [ ] * * * / Θραικῶν τῶν
, εἰ μὴ μικρὸν αὐτοῖς ἔδοξε μία γυνή , οὐ πολιορκία καὶ κίνδυνος περιειστήκει τὴν Τροίαν ; μηδεὶς τοί -
6026952 ὑπερηφανια
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία ,
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν
6025680 αὐταρκεια
φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις
σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα :
6022562 δημευσις
ἑάλω . καὶ πάντων φυγὴ κατέγνωστο , Γαβινίου δὲ καὶ δήμευσις ἦν ἐπὶ τῇ φυγῇ . καὶ τάδε ἡ βουλὴ
ἀπὸ αἰτίας , ὅτε τιμωρία κατὰ τοῦ πράγματος ἑτοίμη καὶ δήμευσις , ἀλλ ' οὐκ ἐμὴ αἰσχύνη : εἶτα ἀπὸ
6012700 σωφρονισμος
τοιαύτης ὑπεροχῆς τε καὶ ἐπανατάσεως , ἀφ ' ἧς ἔσται σωφρονισμός τις καὶ τάξις . ὤιοντο δὴ δεῖν ἕκαστον αὑτῶι
τοιαύτης ὑπεροχῆς τε καὶ ἐπανατάσεως , ἀφ ' ἧς ἐστι σωφρονισμός τις καὶ τάξις . ᾤοντο δὴ δεῖν ἕκαστον αὑτῷ
5999198 χαρησεται
χαρῇ ἐπ ' αὐτῷ καὶ ἐπὶ τοῖς προβάτοις εὐφρανθῇ . χαρήσεται δέ , ἐὰν πάντα ὑγιῆ εὑρεθῇ καὶ μὴ διαπεπτωκότα
Ἰδοὺ γὰρ παραγίνεται πρὸς σὲ σήμερον καὶ ὄψεταί σε καὶ χαρήσεται . Καὶ ὡς ἐτέλεσεν ὁ ἄνθρωπος λαλῶν τῇ Ἀσενέθ
5993665 ἐπιχαιρεκακια
πράττουσι : καὶ ὁ τοιοῦτος ἐπιχαιρέκακος καλεῖται καὶ ἡ ἔλλειψις ἐπιχαιρεκακία : τῆς δὲ μεσότητος νεμέσεως καλουμένης , ὁ ἔχων
κήλησις μὲν οὖν ἐστιν ἡδονὴ δι ' ὤτων κατακηλοῦσα : ἐπιχαιρεκακία δὲ ἡδονὴ ἐπ ' ἀλλοτρίοις κακοῖς : τέρψις δέ
5985559 ἐπιβολη
ὁπωσοῦν ; Καὶ τίς ἡ νόησις καὶ τῆς διανοίας ἡ ἐπιβολή ; Ἢ ἀοριστία : εἰ γὰρ τῷ ὁμοίῳ τὸ
ἐπιζήμιον , τίμημα προστίμημα ἐπιτίμημα καὶ ὡς Ἀντιφῶν ἐπιτίμιον , ἐπιβολή , εὔθυνα , ὄφλημα , καταδίκη , κατάγνωσις .
5981396 μεταμελεια
τὴν προπετῆ ἐάν τε τὴν ἀσθενῆ ἔχῃ ἀκρασίαν . ἡ μεταμέλεια δὲ διὰ τὸ παρὰ προαίρεσιν πράττειν : διό φησιν
ἤθους καὶ τὸ εὐμετάβολον καὶ ἡ μικρολογία [ καὶ ἡ μεταμέλεια ] καὶ τὸ ἐπὶ μικροῖς λυπεῖσθαι [ καὶ ἥδεσθαι
5980336 προσδοκια
μέλλει ποιεῖν : πολλάκις γὰρ ἡ τοῦ μέλλοντος ἔσεσθαι δεινοῦ προσδοκία συνηνάγκασε , πρὶν ἢ παθεῖν , ὑποσχέσθαι τι τοὺς
μέλλειν γε τῷ τοιούτῳ : τοῦ μὲν οὖν μέλλοντος ἡ προσδοκία φόβον , τοῦ δὲ παρόντος ἡ χρῆσις λύπην ἐγέννησεν
5973807 προποματος
τροχίσκους ἄγοντας ἀνὰ δραχ . αʹ καὶ δίδου στομαχικοῖς μετὰ προπόματος κυ . γʹ , χολερικοῖς καὶ τοῖς ἐμοῦσι τροφὴν
καὶ διουρητικόν . λαμβάνειν δὲ δεῖ τούτου διὰ θερμοῦ τινος προπόματος ἢ ἀψινθάτου ἢ κονδίτου : οὕτω γὰρ ἀβλαβὴς ἔσται
5973715 εἰπῃσιν
αὐτίκα μάντις ἐλεύσεται , ὄρχαμε λαῶν , ὅς κέν τοι εἴπῃσιν ὁδὸν καὶ μέτρα κελεύθου νόστον θ ' , ὡς
κρατερὴ δ ' ἐπικείσετ ' ἀνάγκη : καί ποτέ τις εἴπῃσιν ἰδὼν κατὰ δάκρυ χέουσαν : Ἕκτορος ἧδε γυνὴ ὃς
5961019 ἐπιτιμησις
ἐπίληπτον φρίξας εἰς κόλπον πτύσαι . Ἔστι δὲ ἡ μεμψιμοιρία ἐπιτίμησις παρὰ τὸ προσῆκον τῶν δεδομένων , ὁ δὲ μεμψίμοιρος
λόγου δεῖ προηγεῖσθαι . Ἔστι δὲ ταῦτα : εἰρωνεία , ἐπιτίμησις , παράλειψις , διαπόρησις , ἀποστροφή , προδιόρθωσις ,
5960535 ἐπιβουλευσασθαι
πολλά . ταλάσσετο : ἐκαρτέρησεν , ἔτλη . μητίσασθαι : ἐπιβουλεύσασθαι . Ἐξέθλιψε : ἔσφιγξεν . Μαχλοσύνη : ἀγάπη .
ἦν . νῦν δ ' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων
5944379 ἐγγυητης
Σερουίλιος τὸν δῆμον ἀδικεῖ ; οὐ γὰρ δὴ θεῶν τις ἐγγυητὴς τοῖς στρατηγοῖς τῆς ἁπάντων ψυχῆς τῶν ἀγωνιουμένων γίνεται ,
ἑκόντας ποιεῖν τὰ δέοντα . εἰ μὲν γάρ ἐστί τις ἐγγυητὴς ὑμῖν θεῶν ὡς , ἐὰν ἄγηθ ' ἡσυχίαν καὶ
5943912 ἀφορητος
πάντα τῷ αὐτῷ παρεῖναι κἂν καθ ' ὑπόθεσιν παρῇ , ἀφόρητος ἔσται ἡ κακία . καλεῖται μὲν οὖν ἡ κακία
οὐ δυνάμενα κατασχεθῆναι . Αἰσχύλος Σεμέληι . ‖ ἄστεκτος : ἀφόρητος , ἀβάστακτος . ‖ ἀστέκτως : ἀνυπομονήτως , ἀνυποστάτως
5942579 σφαλερος
, τυχὸν δὲ ὅτι , εἰ καὶ μὴ ξυμμετέσχε , σφαλερὸς ἤδη ἦν περιὼν Παρμενίων τοῦ παιδὸς αὐτοῦ ἀνῃρημένου ,
καὶ περὶ τὰς πράξεις ἐπιφθόνους καὶ ἐγκοπτικούς . Ἄρης Σελήνῃ σφαλερὸς καὶ ἐπικίνδυνος ἀκαταστασίας καὶ συνοχὰς καὶ δίκας καὶ φόβους
5934448 καχεξιας
καὶ σαρκοῦντα τὰς ἰσχνὰς καὶ ἀτρόφους , μεταβάλλοντα δὲ τὰς καχεξίας καὶ τὴν πιμελὴν καθαιροῦντα , καὶ λούοντα μὲν τὰς
καθ ' αὑτὴν κακῶς , ἀτροφίας δ ' αὖ καὶ καχεξίας καὶ κακοχυμίας καὶ κακοχροίας ἰκτέρους τε καὶ διαρροίας καὶ
5931145 στασιωδης
δ ' οὐκ ἔστιν ὅτι μὴ στασιαστικός : ὁ γὰρ στασιώδης καὶ στασιαστὴς ὑπόφαυλα , καὶ τὸ ταραχῶδες εὐτελές ,
γὰρ ἂν εἴη τῷ χρωμένῳ . Τί δέ ; ὅστις στασιώδης τέ ἐστι καὶ θέλων πολλοὺς τοῖς φίλοις ἐχθροὺς παρέχειν
5926803 κατακλιθῃ
δυνάμενα ῥευματίζειν . Ἐὰν δὲ τῆς ☾ οὔσης ἐν ♐ κατακλιθῇ τις , ὄντος ♄ σὺν αὐτῇ ἢ ☍ ἢ
κινδυνεύσας σωθήσεται . ἐὰν δὲ τῆς ☾ οὔσης ἐν ♐ κατακλιθῇ τις , ἔσται ἡ νόσος ἀπὸ βαλανείου καὶ ἀέρος
5925139 συγκροτεισαι
ὁ πάλληξ θ οὐ παραμένει σου ἡ γυνή ι οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου α σώζῃ τῆς ἀσθενείας β οὐχ
πάλληξ δ οὐ παραμένει σου ἡ πρώτη γυνή ε οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου Ϛ οὐ γίνῃ δεκάπρωτος ζ οὐ
5922456 ἀνευθυνου
, ποιεῖ ἀντίληψιν : ἀντίληψις γάρ ἐστι πράγματος εἶναι δοκοῦντος ἀνευθύνου ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐκ περιστάσεως κατηγορία γινομένη :
ἔξωθεν παραλαμβανομένου μηδ ' ἐπισυμβεβηκότος , ἀλλ ' ὄντος μὲν ἀνευθύνου τοῦ πεπραγμένου , ἀρκοῦντος δὲ ὡς ἐπ ' ἀδικήματι
5921292 ἠκονημενος
. συθεὶς ] ὁρμηθεὶς , κατασκευασθείς . . θηκτὸς ] ἠκονημένος . πικρὸς ] ὑπῆρξε . . δατητὰς ] μεριστής
οὐκ ἤκουσάς μου : ἐπινοιῶν καὶ μηχανημάτων χρεία ἐστίν : ἠκονημένος ὑπὸ τῆς ὀργῆς : ἀντὶ τοῦ ὀργισθείς : ὄλοιο
5918329 ἀποφυγη
' ἔσται σωτηρίας τε καὶ εὐδαιμονίας μεστὰ καὶ πάντων κακῶν ἀποφυγή : εἰ δὲ μή , μήτ ' ἐμὲ μήτ
καὶ διάνοια . καὶ ἀπάτητον πρᾶγμα . ἀναχώρησις : ἡ ἀποφυγή . Δημοσθένης ἐν τῷ παραπρεσβείας . αὐτομήνυτος : ὁ
5918223 κωλυτης
τε καὶ ἠκόντιζον , εἴ τις παραβοηθῶν παρὰ τὸ τεῖχος κωλυτὴς γίγνοιτο τῆς διαβάσεως . ἐπεὶ δὲ πάντες διεπεπεραίωντο ,
τῇ ἐλπίδι ἐπαιρόμενοι ῥιψοκινδύνως ἐγχειροῦσιν αὐτοῖς , καὶ οὐδεὶς δύναται κωλυτὴς γενέσθαι τῶν τηλικούτων ἔργων , ἀλλ ' ὁσημέραι πράττονται
5913550 φθονερου
δὲ δύναται μέν , κωλύειν δὲ οὐ βούλεται , τοῦτο φθονεροῦ καὶ κακοποιοῦ . λέγομεν τοίνυν πρὸς τοῦτο ὅτι τὸ
οὕτως , ἡ προαίρεσις καὶ ἡ φύσις τοῦ ἀγῶνος ἀνδρὸς φθονεροῦ τυγχάνει καὶ πονηροῦ καὶ βασκάνου . ἐπὶ τὸ ἕτερον
5905129 ἀγανακτησις
, τίμησις δίκης , ὑποτίμησις τιμήματος , ἀντιτίμησις προτιμήματος , ἀγανάκτησις γνώμης , ἐπιτήδευσις σοφίας , ἀπόστασις ὑπηκόων , σύγχυσις
ὅ τε λόγος ἐκδραμὼν αὐτίκα θόρυβον ἤγειρε πάνδημον , καὶ ἀγανάκτησις ἦν . ὀλίγοι μὲν γάρ , οἷς τι λογισμοῦ
5902677 ἐπελευσις
τοῦ νοουμένου , τοῦτο δὲ ὥσπερ κίνησις περὶ αὐτὸ καὶ ἐπέλευσις καὶ ἀσθένεια τοῦ κατασχεῖν ἄθρουν , ὥσπερ καὶ οἱ
ἀκολουθῇ . Εἰ μέντοι ὡς εἰκὸς ἐν τῷ ὁδοιπορεῖν ἀδοκήτως ἐπέλευσις παρ ' ἐχθρῶν γίνηται καὶ οὐ φθάζει ἀπληκεῦσαι καί
5902654 θεραπευῃ
δρᾷ : ὃς δ ' ἂν σφᾶς οὕτω πολιτευομένους ἥδιστα θεραπεύῃ καὶ χαρίζηται ὑποτρέχων καὶ προγιγνώσκων τὰς σφετέρας βουλήσεις καὶ
θωμάζῃς , ἄχθεται ὅτι οὐ κάρτα θεραπεύεται , ἤν τε θεραπεύῃ τις κάρτα , ἄχθεται ἅτε θωπί . Τὰ δὲ
5899274 μοιχευεται
πρεσβύτερος ἕως γήρως ζ οὐ παραμενεῖ σοι ἡ γυνή : μοιχεύεται γάρ η ἀπαλλαγήσῃ τοῦ κλήρου . φρόντιζε θ γενήσῃ
πρεσβύτερος ἕως γήρως γ οὐ παραμενεῖ σοι ἡ γυνή : μοιχεύεται γάρ δ ἀπαλλαγήσῃ τοῦ κλήρου μετὰ γήρως ε γενήσῃ
5894719 ἀδεσποτος
κατορυγῆναι δούλῳ μὲν οὐκ ὄντι ἐν πίστει ἐλευθερίαν προαγορεύει : ἀδέσποτος γὰρ ὁ ἀποθανὼν καὶ πέπαυται κάμνων καὶ ὑπηρετῶν :
γένοιτο ; καὶ Ληκυθίων φιλοσοφεῖ . Ὁ τρίτος δὲ οὗτος ἀδέσποτος ὑμῖν ἐστιν ; Οὐδαμῶς , ἀλλ ' ὁ δεσπότης
5884687 μωρια
ἐστι φρόνησις ἀπηλλαγμένη πανουργίας καὶ οἷον ἁπλῆ τις οὖσα , μωρία δὲ ἐρημία φρενῶν . λαμβάνεται δὲ πολλάκις καὶ ἡ
οἱ ἐξ αὐτοῦ γεννώμενοι γνωρίζουσι τὸν πατέρα . τι - μωρία μὲν δὴ καὶ τοῖς ἀλόγοις ἐπ ' ἀνδροφονίᾳ παρὰ
5884163 καταλυσις
ταῖς Ἡροδότου καθυστερούσαις τῶν χρόνων Εὐριπίδου ; σταθμός ] στρατιωτικὴ κατάλυσις . σταθμὸς καὶ αἱ καταλύσεις καὶ τὰ καταγώγια τῶν
ἀλλ ' ἀπαλλαγάς . τίς οὖν ἡ βεβαία τοῦ πολέμου κατάλυσις ἔσται καὶ τί παρασχόντες εἰς τὰ πράγματα ἑκάτεροι νῦν
5884053 ἀσφαλεια
ὡς δὲ πᾶσι τοῖς ἐν τῷ συνεδρίῳ παροῦσιν ἥ τε ἀσφάλεια τῶν βουλευμάτων τοῦ ἡγεμόνος ἤρεσκε καὶ ἡ λαμπρότης τά
ὥστε πολὺ τῶν χρεῶν εἶναι ταῦτα χαλεπώτερα . οὐδὲ γὰρ ἀσφάλεια , ὡς εἰπεῖν , οὐδενὸς ἡμῖν τῶν ὄντων ὑπῆρχεν
5882663 διαγωγη
κατὰ τὸ ἁρμόζον ἀνθρωπίνῃ φύσει , οἷς ἡ ἐν βίῳ διαγωγὴ ἐν διηνεκεῖ ῥύσει καὶ μεταβολῇ παντοίᾳ ὑπάρχει , ἐπεὶ
τις τῷ βίῳ : Ἐπιτήδευμα , ἀσχόλημα , δίαιτα , διαγωγὴ , πρόφασις , ἀφ ' ἧς μέλλομεν περὶ τὰ
5876655 κακοηθεια
κατεφρόνει ὁ Ἱπποκράτης τὰ νοσήματα , ἀλλ ' ὅτι ἡ κακοήθεια τοῦ νοσήματος ἐβιάζετο . πάντα γὰρ ἐποίησεν ὁ Ἱπποκράτης
. καὶ ὁ τῦφος δὲ καὶ ἡ μεγαλαυχία καὶ ἡ κακοήθεια καὶ τὸ βρενθύεσθαι καὶ λαρυγγίζειν ἀπέστω , καὶ τὸ
5866246 ἀδοκιμος
ὁ γεγωνὼς λόγος : οὗτος δὲ ἢ ἀκριτόμυθός ἐστι καὶ ἀδόκιμος ἢ κεκριμένος καὶ δόκιμος : εἰς ἔννοιαν δ '
δόξα ἔπαινος : καὶ ἐμὲ ἀλᾶσθαι ἥτις ἔσωσά σε : ἀδόκιμος φαῦλος : σημεῖα γάρ ἐστι τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ
5857072 νεολαια
, εἰ μὴ παραβληθείημεν τῇ Ἑλένῃ . ἥ γε μὴν νεολαία ἐστὶ κυρίως ὁ ἐκ νέων λαός . ὅτι δὲ
στυγερὰ καὶ μισητή τις ἀχλὺς καὶ θλίψις . πᾶσα γὰρ νεολαία καὶ ἡ τῶν Περσῶν ἡλικία καὶ νεότης ἐξαπόλωλε καὶ
5856865 θαλπωρη
ὁ μὲν ὣς ἀπόλωλε κακὸν μόρον , οὐδέ τις ἥμιν θαλπωρή , εἴ πέρ τις ἐπιχθονίων ἀνθρώπων φῇσιν ἐλεύσεσθαι :
. θαλπωρή Ζ . . . . . , : θαλπωρή : χαρά . ὁ δὲ Ἀπίων ἡδονή . ἐπὶ
5853608 δυσκολος
κἂν μελανθῆναι φθάσῃ γυμνωθείσης δὲ τῆς σαρκὸς τοῦ δέρματος , δύσκολος ἡ ἐπούλωσις γίνεται , δακνομένου καὶ ῥυπουμένου τοῦ ἕλκους
τῶν ὅρων λήψει . παρὰ γὰρ τοῦτο πολλάκις χαλεπὴ καὶ δύσκολος ἡ ἀγωγὴ γίνεται τῷ μὴ εὑρίσκεσθαι τῶν ὅρων ὀνόματα
5849339 ἀνωφελης
φερόντων . Ἐν νυκτὶ λαμπρός , ἐν φάει δ ' ἀνωφελής . Ἐν τῷ σκάφει τῷ δ ' ἔνεστιν ἀγύρτης
εἰς ἐμέ . πέπονθα δεινά . τότε γὰρ ἦσθ ' ἀνωφελής . ἔχεις με . σαυτὸν σύ γ ' ἔλαβες
5848468 Τοιαυτη
μὴ διαλύεσθαι καὶ γενέσθαι καὶ τοῦ θανάτου κρείττους γίνεσθαι . Τοιαύτη προῆλθεν ἡ ἀνθρώπου ψυχή , οὐσία λογική , ἀεικίνητος
τῆς Λιβύης τὸν πλατὺν αὐτῆς κόλπον ἀμφέλκεται ἢ περισύρεται . Τοιαύτη μὲν τῆς Λιβύης ἡ μορφὴ καὶ τὸ σχῆμά ἐστιν
5847910 Χρεμητος
. . . βαρύτονον . . . Θάλητος , ὡς Χρέμητος , Θάλητι , Θάλητα , ὡς τὸ “ Θάλητα
. . καὶ ἄλλοι ἄλλως . ἔστι δὲ τῆι ἀληθείαι Χρέμητος , ὡς Θεόπομπος ἐν τῶι Περὶ δημαγωγῶν . .
5835629 προσποιησις
καὶ ὅπλον τοῦ σοφοῦ ἡ φρόνησις . ἴσθι ὡς οὐδεμία προσποίησις πολλῷ χρόνῳ λανθάνει . ἴσθι ὅτι οὐ μόνον τὸ
δὲ τὰ ἄκρα τῆς ἀληθείας ἡ μὲν ἐπὶ τὸ μεῖζον προσποίησις ἀλαζονεία καὶ ὁ ἔχων αὐτὴν ἀλαζών , ἡ δὲ
5835528 λυπη
ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν ,
καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν

Back