ὑπηχεῖ . προσέοικεν . ὑποκρέκειν γὰρ κυρίως ἐστὶ τὸ ἠρεμαίως ὑπηχεῖν ἐν τῷ ἁρμόζειν τὴν κιθάραν . ὑποτερετίζει οὖν ,
πρὸς τούτοισιν ἤλουν ὄρθριαι τὰ σιτία , ὥστε τὴν κώμην ὑπηχεῖν θιγγανουσῶν τὰς μύλας . οἶμαι δ ' αὐτὸν κινδυνεύειν
5219365 ἠλουν
ἔδει μοχθεῖν ἅπαντ ' ἐν οἰκίᾳ : εἶτα πρὸς τούτοισιν ἤλουν ὄρθριαι τὰ σιτία , ὥστε τὴν κώμην ὑπηχεῖν θιγγανουσῶν
ᾑροῦντο δέ τινες παρθένοι , αἳ τὰ εἰς θυσίαν πόπανα ἤλουν . καὶ ἦσαν ἔντιμοι . ἀληθέστερα τῶν ἐπὶ Σάγρᾳ
5212201 ὀρθριαι
μοχθεῖν ἅπαντ ' ἐν οἰκίᾳ : εἶτα πρὸς τούτοισιν ἤλουν ὄρθριαι τὰ σιτία , ὥστε τὴν κώμην ὑπηχεῖν θιγγανουσῶν τὰς
μοχθεῖν ἅπαντ ' ἐν οἰκίᾳ . εἶτα πρὸς τούτοισιν ἤλουν ὄρθριαι τὰ σιτία , ὥστε τὴν κώμην ὑπηχεῖν θιγγανουσῶν τὰς
4969472 ἐμπυρους
ἴγδις ἡ θυία . τὸ δὲ πύραυνον , ᾧ τοὺς ἐμπύρους ἄνθρακας κομίζουσιν , εἴποις ἂν ἐμῇ δόξῃ καὶ πυρφόρον
σὲ τὴν ὄρεγμα δεινὸν ἡμιλλημένην τύμβου ' πὶ κρηπῖδ ' ἐμπύρους τ ' ὀρθοστάτας , μεῖνον : τί φεύγεις ;
4946296 ἀμελγουσι
πεσοῦσα , ἀντεφεστιᾷ δὲ καὶ τὰ ζῷα τοὺς νομέας : ἀμέλγουσι γὰρ περιγλύκιστον γάλα , καὶ οὐ δέονται ἀναμίξαι αὐτῷ
ὥστε ὅλον ὅμοιον εἶναι τῷ ἐν νυκτὸς ἀμολγῷ , ὅτε ἀμέλγουσι πρὸς ἑσπέρας : ἢ τὸ πρὸς ἕω , ὅτε
4821564 πηγνυσιν
αὐτίκα ἀποκτείνει : κρατέει γὰρ τοῦ αἵματος τῷ ψύχει καὶ πήγνυσιν : ἢν δὲ ἔλασσον ἔῃ , τὸ μὲν παραυτίκα
τὸν ἄνδρα ἐξάγει , τοῦτο ἐξ Αἵδου ἀνάγει , τοῦτο πήγνυσιν σχεδίαν , τοῦτο πείθει Ἀλκίνουν , τοῦτο ἀνέχεται βαλλόντων
4717550 Μηλιακον
Σπερχειὸς ποταμός . οὗτος γὰρ ἐξ Αἰνιάνων ῥέων εἰς τὸν Μηλιακὸν ἐμβάλλει κόλπον . . γάνος ] εὐφροσύνην . .
ἐν τῇ Ὀλυμπίᾳ ὕδωρ , Θετταλοῖς τε καὶ τοῖς περὶ Μηλιακὸν κόλπον Ἕλλησι τὰς ἐν Θερμοπύλαις κολυμβήθρας τοῖς νοσοῦσι παιωνίους
4705634 Συνεσιος
Διοσκόρῳ ἱερεῖ τοῦ μεγάλου Σαράπιδος ἐν Ἀλεξανδρείᾳ θεοῦ τε συνευδοκοῦντος Συνέσιος φιλόσοφος , χαίρειν . Τῆς πεμφθείσης μοι ἐπιστολῆς παρὰ
ὁ κόρδαξ , καὶ κορδακίζω ῥῆμα τὸ ἀσέμνως ὀρχοῦμαι : Συνέσιος “ τοῦ καθάρματος κορδακίσαντος ” . ἐμμέλεια δὲ ὄρχησις
4691025 Λακωνικας
δὲ περὶ Χαβρίαν ] τὸ Ἅλαδε μύσται . Χαβρίας ναῦς Λακωνικὰς κατασκόπους δώδεκα ἐφορμούσας , οὐ μὴν ἐπαναχθῆναι θαρρούσας ἐξεκαλέσατο
Λυδίῳ νόμῳ : μαντικῷ : μάντεις γὰρ οἱ Λυδοί . Λακωνικὰς Σελήνας : ἐπὶ τῶν ἀμφιβόλως συνθήκας ποιουμένων . Οὗτοι
4668946 ἀκολον
, κωτιλάδας δὲ τὰς χελιδόνας , τὴν ἔνθεσιν δ ' ἄκολον , τὸ γελᾶν δὲ κριδδέμεν , νεασπάτωτον δ '
, κωτιλίδας δὲ τὰς χελιδόνας , τὴν ἔνθεσιν δ ' ἄκολον . Σῆμος δέ φησι τοὺς αὐτοκαβδάλους ἐστεφανωμένους κιττῷ περαίνειν
4619621 τυκα
, τὸν ἰατρὸν δὲ σάκταν , βέφυραν τὴν γέφυραν , τῦκα δὲ τὰ σῦκα , κωτιλάδας δὲ τὰς χελιδόνας ,
τὸν ἰατρὸν δὲ σάκταν , βλέφυραν δὲ τὴν γέφυραν , τῦκα δὲ τὰ σῦκα , κωτιλίδας δὲ τὰς χελιδόνας ,
4612238 ἐπιπολαζον
τινὰ ἐσθίειν , καὶ τὸ μέν τι τῆς τροφῆς τὸ ἐπιπολάζον ἀνεμεῖν , τὰ δὲ περιττὰ κάτωθεν ἐκκρίνεσθαι αὐταῖς φασιν
δέ τινες καὶ κύλικες Κονώνιοι . κότυλος . μόνωτον ποτήριον ἐπιπολάζον Σικυωνίοις καὶ Ταραντίνοις λουτηρίῳ ἐοικὸς βαθεῖ . κοτύλη ἡ
4600925 εὐμηχανως
Ἀρητάδης ὁ γραμματικὸς ἐποίει , Ὁμήρου ὡς ἔφασκεν ἐπιλέγων στιχίδιον εὐμηχάνως αὐτῷ πρὸς τὰς ἁρπαγὰς τῶν βρωμάτων ἡρμοσμένον καὶ φαγέμεν
ῥητορικὴν ἤδη παρεῤῥυηκυίας καὶ πρὸς ἀχανῆ βυθὸν τῆς λήθης καταδεδυκυίας εὐμηχάνως καὶ συνετῶς ἀνειλκύσω , τὴν κραταιάν σου χεῖρα ταύταις
4584498 πλησιαζουσας
ἐμψύχου εἰς ἄψυχον . : ἀστρογείτονας ] Ὑπερβολικῶς : τὰς πλησιαζούσας τοῖς ἄστροις . : κορυφὰς ] Τὰς τοῦ Καυκάσου
ἔστιν δὲ καὶ τοῦτο , τὰς ἐγκύους τῶν γυναικῶν συνεχῶς πλησιαζούσας τοῖς ἀνδράσιν εὐκόπως καὶ ἀκακοπαθήτως τίκτειν . εἴρηκεν δὲ
4541301 τορυνην
ἐπιθυμεῖ , δεῖ τορύνης καὶ χύτρας , τρέχω ' πὶ τορύνην . Τροχίλος ὄρνις οὑτοσί . Οἶσθ ' οὖν ὃ
; πότε τὴν χύτραν εἶπες λουπάδα [ ] ἢ τὴν τορύνην ὀβελίσκον ; εἴ τινος αὐτῶν δοῦλος ἤμην , εἰ
4539112 ΡΙΣ
Δρυοπίς Αἰθιοπίς : τὸ φύλοπις δὲ προπαροξύνεται . Τὰ εἰς ΡΙΣ δισύλλαβα ὑποκοριστικὰ . . . ἐννοίας ἐχόμενα ὀξύνεται :
νεβρίς κεδρίς . τὸ δὲ ἄγγρις δεδιπλασίασται . Τὰ εἰς ΡΙΣ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῷ Α βαρύνεται : κίθαρις
4534445 κοπρους
ἐχρήσατο . δοκοῦσι γὰρ οἱ κάνθαροι , ἐπειδὴ ἐφέλκονται τὰς κόπρους , τῶν παλαιστῶν μιμεῖσθαι τὸ σχῆμα , ᾧ ἐν
διὰ τὸ μυσαρὸν τοῦ πράγματος τῇ πρὸς τὰς ἄλλας γοῦν κόπρους μίξει παραμυθεῖσθαι . τρίτη ἡ ὀνεία , γονιμωτάτη τῇ
4518467 θηρευουσι
, κατάκομοι , καταπώγωνες , κύνας ἐκτρέφοντες εὐμεγέθεις , οἷς θηρεύουσι τοὺς ἐπερχομένους ἐκ τῆς πλησιοχώρου βόας Ἰνδικούς , εἴθ
καὶ τρῖψιν . Οἱ Γαράμαντες δὴ οὗτοι τοὺς Τρωγλοδύτας Αἰθίοπας θηρεύουσι τοῖσι τεθρίπποισι : οἱ γὰρ Τρωγλοδύται Αἰθίοπες πόδας τάχιστοι
4517094 νηχεσθαι
πλωίδες δὲ ὄρνιθες καλοῦνται διὰ τὸ ἐν τῇ λίμνῃ αὐτὰς νήχεσθαι τῆς Ἀρκαδίας , ἃς Ἡρακλῆς ἀπεδίωξεν . Στύμφηλος δὲ
. ῥητέον τοίνυν νεῖν διανεῖν , παρανεῖν καὶ παρανέοντες , νήχεσθαι παρανήχεσθαι διανήχεσθαι , διακολυμβᾶν κατακολυμβᾶν , ἐπικυματίζειν , ἐπιπολάζειν
4499727 ὑπερχεισθαι
χυλὸν κατὰ βραχὺ προσέχων μήπως ἀναβράσῃ : ἀνοιδίσκεται γὰρ ὡς ὑπερχεῖσθαι τῆς χύτρας : ὅταν δὲ καταστῇ , ἐπίθες πάλιν
ὅσον εἰκὸς τὸ γλεῦκος ὑποζέον αὔξησιν ποιεῖν , ὥστε μὴ ὑπερχεῖσθαι , καὶ ὥστε τοῦ ἀφροῦ ἕως τῶν χειλῶν μετεωρισθέντος
4490170 ἀτταγηνα
ἑλείας καὶ ἀλεκτρυόνας καὶ φάσσαν καὶ πέρδικα καὶ ταῶνα καὶ ἀτταγῆνα εἰς ὕστερον : τρυγόνα δὲ καὶ περιστερὰν καὶ κίχλαν
εὐθέως καὶ τῶν προπυλαίων , κοὐδὲν ἦν τούτων ὅλως πρὸς ἀτταγῆνα συμβαλεῖν τῶν βρωμάτων . ἐν τούτοις τηρητέον καὶ τὴν
4487089 ἀνυειν
λέγειν ἐν τῷ αὐτῷ χρόνῳ μὴ τὸ αὐτὸ διάστημα ἑκάτερον ἀνύειν , ἀλλὰ τὸ μὲν πλεῖον , τὸ δὲ ἔλαττον
λογισμόν : ἀρχόμενοι , πολλά : οἱ τύραννοι ἀεὶ εἰωθότες ἀνύειν , ἐὰν λυπηθῶσιν , οὐ παύονται εἰ μὴ ἀνύουσι
4457117 ἀποστιλβειν
προσηνῶς μόνον : τοῦτο δὲ τὸ φῶς σῶμα εἶναι , ἀποστίλβειν δὲ ἀπ ' αὐτοῦ τὸ ὁμώνυμον αὐτῷ φῶς ,
ἐξαίσιον , πέτρας ἔχοντα τοῖς χρώμασι διαφόρους : ἐναλλὰξ γὰρ ἀποστίλβειν τὰς μὲν θαλαττίᾳ πορφύρᾳ τὴν χρόαν ἐχούσας παραπλήσιον ,
4456866 ἀζαλεας
' ὁπότε πλήθων ποταμὸς πεδίον δὲ κάτεισιν πολλὰς δὲ δρῦς ἀζαλέας , πολλὰς δέ τε πεύκας ἐσφέρεται κάτεισι : ἡ
κατ ' ὄρεσφιν ὀπαζόμενος Διὸς ὄμβρῳ , πολλὰς δὲ δρῦς ἀζαλέας , πολλὰς δέ τε πεύκας ἐσφέρεται , πολλὸν δέ
4452397 Λιβυρνιδας
δ ' εἰς αὐγὰς στρεπτὴ περισύρεται ἅλμη , θῖνας ὑποξύουσα Λιβυρνίδας , ἀμφί τ ' ἐρυμνὴν Ὑλλήων χθόνα πᾶσαν ,
τὰς μὲν λεγομένας Ἀψυρτίδας Ἠλεκτρίδας τε , τὰς δὲ καὶ Λιβυρνίδας . Τὸν κόλπον ἱστοροῦσι τὸν Ἀδριατικόν τῶν βαρβάρων πλῆθός
4448315 συριγγι
μέμφομαι , ὅσοι τὰς ἑαυτῶν ἀφέντες ἀγέλας μέλει ποιμαίνειν καὶ σύριγγι , πληγὴν ἀπειλοῦσι καὶ μάστιγας . τῆς δὲ ἡμετέρας
ἀπὸ πέτρας κρουνοὶ καὶ βληχὴ πουλυμιγὴς τοκάδων , αὐτὸς ἐπεὶ σύριγγι μελίσδεται εὐκελάδῳ Πάν , ὑγρὸν ἱεὶς ζευκτῶν χεῖλος ὑπὲρ
4440001 προκριτεον
ἠθέλησε διὰ τούτου λῦσαι τὴν ὑπόνοιαν διὰ τοῦ εἰπεῖν ὅτι προκριτέον τῶν χρημάτων τὸ συμφέρον . αὕτη δὲ σεσοφισμένη ἐστὶν
εὐπρόσ - φορον ἡ ἐκεῖ δίδωσι δίαιτα . πάντων δὲ προκριτέον ἰχθύων τούς τε ἀβρώμους καὶ περιπιμέλους εὐχύλους τε καὶ
4436785 ἠνυεν
ὡς δὲ συχνὰς ἡμέρας περικαθήμενος τῇ πόλει καὶ πολιορκῶν οὐδὲν ἤνυεν , ἔγνω χρονίαν ἔσεσθαι τὴν πολιορκίαν αὐτῷ . αἵ
τῇ πολιορκίᾳ καὶ πολυτρόπως πειράσας τοῦ ἄστεος , ὡς οὐδὲν ἤνυεν , ἀπογνοὺς τὴν αἵρεσιν τούτου , ἀναλαβὼν τὴν στρατιὰν
4421371 στυφον
ξηραντικὸς δὲ κατὰ τὴν πρώτην : ἔχει δέ τι καὶ στῦφον ὀλίγον . ὁ δὲ φλοιὸς αὐτοῦ τὴν στυπτικὴν δύναμιν
μικτῆς ἐστι ποιότητος καὶ δυνάμεως : ἔχει γάρ τι καὶ στῦφον ἐν ἑαυτῷ καὶ δριμὺ μετρίως . Θεῖον ἅπαν ἑλκτικῆς
4409614 πεπασμενον
ἀκυρολογεῖ . ἁλίπαστον ἁλισπάρτου διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ ἁλσὶ πεπασμένον κρέας ἢ ἰχθὺν ἔλεγον ἁλίπαστον , ἁλίσπαρτον δὲ τὴν
καὶ ἁλίσπαρτον ⌊ ⌋ διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ ἁλὶ πεπασμένον κρέας ἢ ἰχθὺν ἔλεγον ἁλίπαστον , ἁλίσπαρτον ⌊ ⌋
4409472 μετεβαλλε
, ὅτι Τιθωνὸς ἐπιθυμίᾳ τοῦ τὸ γῆρας ἐκδύσασθαι εἰς τέττιγα μετέβαλλε . Τιτᾶνας καλεῖν : ἐπὶ τῶν κεκραγότων τινὰς εἰς
ἡ δὲ Ἄρτεμις ἐλεήσασα κατὰ Φανόδημον τὸν ἱστορικὸν εἰς ἄρκτον μετέβαλλε , κατὰ δὲ Νίκανδρον εἰς ταῦρον καθ ' ἑτέρους
4408123 ἐτειρε
, , , . , , . . , : ἔτειρε δὲ γαστέρα λιμός . : ἀλλαχόσε οὐ λέγει ὁ
αἰεὶ γὰρ περὶ νῆσον ἀλώμενοι ἰχθυάασκον γναμπτοῖς ' ἀγκίστροισιν , ἔτειρε δὲ γαστέρα λιμός . ἡ δέ μευ ἄγχι στᾶσα
4401640 Κεγχρεαις
| Λεχαίῳ καὶ τῇ | ἐν ταῖς ? [ ] Κεγχρεαῖς | ? ? [ . στεῖνος ] δὲ |
τοὺς ἵππους εἰς τὰς ἱππαγωγοὺς ἐμβιβάσαντες παρεσκεύασται δ ' ἐν Κεγχρεαῖς καὶ σῖτος ἱκανὸς καὶ τὰ πλοῖα διαρκῆ καὶ τὰ
4396095 ὠτειλας
χαυλιόδοντας ὡς ἀκόντια θεώμενοι τριστοιχεὶ πεφυκότας , εἰ δὲ τὰς ὠτειλὰς καὶ τὰ τῶν τραυμάτων μέτρα θεώμενοι , τὴν ὀξεῖαν
καὶ τοὺς λύκους καὶ τῶν ταύρων τοὺς ὑβρίζοντας , καὶ ὠτειλὰς δὲ δεικνύναι τούτων τῶν ἀγώνων . γενέσθαι δὲ τὸν
4378027 αἰγι
οἷον τὸ κέρατα ἔχειν : τοῦτο γὰρ καὶ ἐλάφῳ καὶ αἰγὶ καὶ βοῒ καὶ προβάτῳ ὑπάρχει . δεῖ γὰρ καὶ
μάχεσθαι , τὰς δὲ Ἀμαζόνας , ἃς εἰκάζει χιμαίρᾳ ἤτοι αἰγὶ διὰ τὸ κρημνοβατεῖν αὐτὰς δίκην αἰγῶν καὶ ἐν κρημνοῖς
4364530 ἐρυμνη
Δία ἐπαύλια τῆς θαλάττης . ἡ μὲν δὴ πρώτη σφῶν ἐρυμνή τέ ἐστι καὶ ἀπότομος καὶ τειχήρης τὴν φύσιν ἀκρωνυχίαν
πατέρα , κρατίστη πολὺ τῶν ταύτῃ πόλεων : καὶ γὰρ ἐρυμνή τ ' ἐστὶ καὶ τείχει κατεσκευασμένῳ καλῶς καὶ λιμέσι
4362710 Μυρτιον
μέγα μνημεῖον ὑπῆρχεν ἐπὶ τῇ πρὸς Ἐλευσῖνι θαλάσσῃ , καὶ Μύρτιον καὶ ἄλλας δὲ πλείστας , ἐπιρρεπέστερος ὢν πρὸς ἀφροδίσια
Οὐκοῦν οὐ γαμεῖς , ὦ Πάμφιλε ; Μέμηνας , ὦ Μύρτιον , ἢ κραιπαλᾷς ; καίτοι χθὲς οὐ πάνυ ἐμεθύσθημεν
4359333 ἐμφραξας
καὶ παρόδους , καὶ πάντας τοὺς δυναμένους τόπους δέξασθαι δίοδον ἐμφράξας ἀνέμενε τὴν τῶν πολεμίων ἔφοδον . Ἐπαμεινώνδας δ '
, ὁποῖα δῆτά εἰσι τὰ θυροκύκλια . Καὶ τὸ στόμα ἐμφράξας μετὰ πηλοῦ , θέρμανον μεθ ' ἡμέραν πυρήν :
4358330 νυμφαιον
. ἀπὸ Νακόλης νύμφης . καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ νύμφης νύμφαιον καὶ Ἥρας Ἥραιον , οὕτω Νακόλης Νακόλαιον . τὸ
τὴν φύσιν τοῦ ἀνδρός . ἀπειπόντες οὖν ἐκάθηντο ἐς τὸ νύμφαιον , ἐν ᾧ ὁ πίθος , λευκοῦ δ '
4353227 ὑπερκειμενας
φάλαγξ φοβουμένη τοὺς ἱππεῖς ἀπεχώρησεν ἐκ τοῦ πεδίου πρὸς τὰς ὑπερκειμένας δυσχωρίας καὶ τῇ τῶν τόπων ὀχυρότητι τὴν ἀσφάλειαν περιεποιήσατο
. νεάτας δὲ ἄκριας εἴρηκεν τῶν Αἰθιόπων τὰς ἐσχατιὰς ὡς ὑπερκειμένας τῆς οἰκουμένης . οὐκ ὀρθῶς δὲ εἴρηκεν ὑπὲρ ἄκριας
4350245 πλινθους
πλινθεύειν , πλινθοφορεῖν : πλινθευταὶ δ ' ἦσαν οἱ τὰς πλίνθους πλάττοντες . χυτροπλάθος , κοροπλάθος : τῶν δὲ κοροπλάθων
θειοτέρῳ καταλαμβανομένης τῷ κατὰ διάνοιαν ὀφθαλμῷ . πυροῦντες δὲ τὰς πλίνθους εἰσάγονται συμβολικῶς , τὰ πάθη καὶ τὰς κακίας θερμῷ
4349795 Ἰλισος
ὄνομα ἔχων , ἐκδιδοὺς ἐς τὸν Ἰλισόν . ὁ δὲ Ἰλισός ἐστιν οὗτος , ἔνθα παίζουσαν Ὠρείθυιαν ὑπὸ ἀνέμου Βορέου
οὕτω γενέσθαι λέγουσι : ποταμοὶ δὲ Ἀθη - ναίοις ῥέουσιν Ἰλισός τε καὶ Ἠριδανῷ τῷ Κελτικῷ κατὰ τὰ αὐτὰ ὄνομα
4343584 ἐκβλητεον
κατορθῶσαι τὰ μέλλοντα τὰ παρελθόντα λαμβάνομεν , ὥστε καὶ ταύτην ἐκβλητέον τὴν στάσιν . ἔτι πρὸς τούτοις ἄλλοι φασὶν ,
τούτοις προσθετέον τὰ λϚ : καὶ γίνονται ١١٢٢٣٦ . τούτων ἐκβλητέον τὴν πλευράν . εἶτα ἀναβιβαστέον τὰ λεπτά , καὶ
4334791 κατεπλευσαμεν
εἶδεν ἔχοντα τοῦτον σημεῖον ἐν τῇ ἀσπίδι : ἐπειδὴ δὲ κατεπλεύσαμεν δεῦρο , τρίαιναν ἐπεγράψατο . τίνος ἕνεκα ; ἵνα
δὲ Ἀθηναῖοι τότε ἐπόρθουν , καὶ ἐπὶ τὸ στρατόπεδον αὐτῶν κατεπλεύσαμεν . ἐγὼ δὲ ἐν πολλῇ ἀμηχανίᾳ ἐκείμην καὶ ἤδη
4319628 δρυμοις
δ ' Ἐρατοσθένης τὸ παλαιὸν ὑλομανούντων τῶν πεδίων ὥστε κατέχεσθαι δρυμοῖς καὶ μὴ γεωργεῖσθαι , μικρὰ μὲν ἐπωφελεῖν πρὸς τοῦτο
μὲν ῥᾳδία ἦν ἡ φυγή , καὶ διελάνθανον ἔν τε δρυμοῖς καὶ ἕλεσι καὶ τῇ τῶν χωρίων γνώσει , ἅπερ
4316937 μηλον
. ” τοῦ δὲ ἀγῶνος τὸ ἆθλον εἴσῃ ἀναγνοὺς τὸ μῆλον . Φέρ ' ἴδω τί καὶ βούλεται . “
πεπόνων ; τοιοῦτ ' ἔχει τὸ μέτωπον . Νίκανδρος : μῆλον ὃ κόκκυγος καλέουσι . Κλέαρχος δ ' ὁ περιπατητικός
4310631 λεπτοτητι
τοιάνδε κράσιν αὐτῶν ἐλλείψει ἢ πλεονασμῷ τὴν νόσον κεκτημένων ἢ λεπτότητι ἢ δριμύτητι ἢ παχύτητι καὶ γλισχρότητι ἀνιωμένων , ἢ
δὲ τὰ μὲν πρὸς ἀνατολὰς νεύοντα πάντα καὶ ὑγρότητι καὶ λεπτότητι καὶ εὐωδίαις καὶ τῷ μετρίως μὲν ψυχραίνειν , μετρίως
4304589 ἐγειροντες
θρύπτοντες , ἀλλὰ εἴ τι τῆς διανοίας κατεαγὸς καὶ κεκλασμένον ἐγείροντες καὶ ὅσον ἐμμελὲς αὐτῆς ἁρμοζόμενοι φύσεως καὶ ἀρετῆς ὀργάνοις
καὶ τρὶς τῆς ἡμέρας ἐποιεῖτο . ἀναγκαίως οὖν τὰς καλύβας ἐγείροντες ἔτεμνον τὰ δένδρα διὰ τὴν αὑτῶν χρείαν , οὐ
4290586 αἰγας
Σικυῶνος : ἐπὶ τῶν τὰ κάλλιστα ἑαυτοῖς εὐχομένων . Εἰς αἶγας ἀγρίας : ἐπὶ τῶν τὰ κακὰ ἀποτροπιαζομένων . Εἰς
ἔφερον . Θᾶττον ἄν τις εἶδε τὰ ποίμνια καὶ τὰς αἶγας ἀπ ' ἀλλήλων μεμερισμένας ἢ Χλόην καὶ Δάφνιν .
4279773 γλυκαζοντα
' ἡμερότητος εὐτελῶς εὐφράνῃς . Αἰσχρὸν τοῖς τῶν μελιττῶν δωρήμασι γλυκάζοντα τὴν κατάποσιν τὸ τῶν θεῶν δῶρον πικράζειν τὸν λόγον
γὰρ ἀποτεμὼν καὶ πέτρας πλήττων τῷ νάρθηκι παρεσκεύαζεν ἐκβλύζειν οἶνον γλυκάζοντα . Ξίφει τε κατατέμνων ἀρνοὺς ἔῤῥιπτε νεκροὺς κατὰ γῆς
4274515 διελθοντας
τοὺς ὑπολειφθέντας κατὰ τὴν ὁδόν , τοὺς μὲν ἄλλους ἀσφαλῶς διελθόντας , τοῖς δὲ Ἀγριᾶσιν ὀπισθοφυλακοῦσιν ἐπέθεντο οἱ ὄρειοι τῶν
διατρίβεις ἡμᾶς , ὦγαθέ , πάλαι δυναμένους τὸν ἅπαντα λόγον διελθόντας ἀπαλλαγῆναι . πλὴν ἀλλὰ τί τις ἂν χρήσαιτο ,
4273039 ἐμβαλλεσθαι
Καλλιμάχειος καὶ εἰς τὴν καλουμένην φησὶν ἄλιμον προσέτι τε ἄδιψον ἐμβάλλεσθαι τὴν μαλάχην οὖσαν χρησιμωτάτην . : ἀλλὰ καὶ παρὰ
. Οἷσι δ ' ἂν μὴ ἐμβληθῇ , μηδὲ πειρηθῇ ἐμβάλλεσθαι , οὗτοι πολὺ πλείονες περιγίνονται : ἰητρείη δὲ τοιαύτη
4272723 καταπλῳ
τὸν χειμῶνα καὶ τὸ ἐπιὸν ἔαρ καὶ θέρος ἐν τῷ κατάπλῳ πραγματευθέντας ἐλθεῖν εἰς τὴν Παταληνὴν περὶ κυνὸς ἐπιτολήν :
μισθοφόρων ὅ τι περ ἀπόμαχον , αὐτὸς τὰ ἐπὶ τῷ κατάπλῳ παρεσκευάζετο τῷ ἐς τὴν μεγάλην θάλασσαν . Ἐν τούτῳ
4271605 ἐοικυιαν
διασχιζομένων , κατὰ τὸ πέρας ἑαυτῶν ἕκαστον κονδυλώδη ἐξοχὴν ἔχει ἐοικυῖαν ταῖς ἐν τῇ ἕδρᾳ γινομέναις αἱμορροΐσι : ταύτας τὰς
παῖδαςἐνίκα παλαίων . τῷ δὲ Φερίᾳ τούτῳ διάφορον καὶ οὐδαμῶς ἐοικυῖαν ἔσχεν ἐν Ὀλυμπίᾳ τύχην Νικασύλος Ῥόδιος . ὄγδοον γὰρ
4270706 ὁρωσαν
τὴν ἀσπίδα εἰς τὸν Πηλέως οἶκον πρὸς τὸ μὴ λυπεῖσθαι ὁρῶσαν αὐτήν : ἀλλ ' ἀντὶ κέδρου : ἀντὶ σοροῦ
ὥστε τὰ ἐναντία ποιεῖν ἔδει λείπουσαν , ἐκεῖνον μετὰ φωτὸς ὁρῶσαν . Αὐτῇ μὲν οὖν ὅπως ἐχούσῃ οὐδὲν διαφέροι ἂν
4262070 Κυκλαδας
τῷ μέσῳ δὲ τῶν εἰρημένων πάντων τό τε κατὰ τὰς Κυκλάδας νήσους ἐστὶ καὶ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Ἀσίαν .
καὶ γὰρ τούτων ἄρξεις . ΓΘ ἀπὸ τοῦ συμβεβηκότος τὰς Κυκλάδας νήσους , κύκλῳ κειμένας , ὠνόμασεν . ἀπὸ τοῦ
4257833 γεφυρᾳ
τινὰ μέρος αὐτῆς πεποίηκεν ὁ Εὔριπος οὕτω στενὸς ὢν καὶ γεφύρᾳ συνεζευγμένος πρὸς αὐτὴν διπλέθρῳ . τὴν μὲν οὖν χώραν
λαβόντες τόν τε Κάνηθον καὶ τὸν Εὔριπον , ἐπιστήσαντες τῇ γεφύρᾳ πύργους καὶ πύλας καὶ τεῖχος . Ὑπέρκειται δὲ τῆς
4253620 περιβλεψαμενος
, ὑπόδημα λεπτόν : δακτύλιοι βαρεῖς ὑπέστιλβον . εἶτα πολὺ περιβλεψάμενος τῇ θύρᾳ προσῆλθε , κρούσας δὲ ἐλαφρῶς τὸ εἰωθὸς
τί καὶ πέρπερός ἐστιν ; ἆρον ὃ θέλεις . “ περιβλεψάμενος δὲ ὁ Αἴσωπος θεωρεῖ σκεύη τοῦ σωματεμπόρου πρὸς τὴν
4253148 ἐταπεινωσε
φοβουμένων γὰρ τῶν Ἑλλήνων πεζῇ διαγωνίζεσθαι πρὸς τοσαύτας μυριάδας , ἐταπείνωσε πολὺ τὰς δυνάμεις τῶν πεζῶν στρατοπέδων τοιῷδέ τινι τρόπῳ
προσπλεούσας . . . , : τοῦτο τὸ ἔργον οὕτως ἐταπείνωσε τὴν γνώμην τοῦ βασιλέως , ὥστε συνθέσθαι τὴν περιβόητον
4243615 φακελους
αὐτοβοεὶ καὶ τὸ πολεμησείοντες καὶ παγχάλεπον καὶ ἁμαρτάδα καὶ ὕλης φακέλους : τὰ δὲ ποιηταῖς μέλει , οἷον τὸ †
ἰσχυρῶς : καὶ ὕλην ταύταις ἐπεφόρουν παντοίαν λίθων καὶ ξύλων φακέλους τε χόρτων παντοδαπῶν καὶ κληματίδων καὶ καλάμων καὶ ἄλλων
4240873 ἀγορασαντες
Δήλῳ διατρίβειν : τῶν δὲ Δηλίων ἀποκρινομένων αὐτοῖς ὅτι ἱερεῖα ἀγοράσαντες οἱ ἄνθρωποι διέβησαν εἰς τὴν Ῥήνειαν : διὰ τί
, ὡς ἰχθῦς πεπράκασιν , οὐ τρίποδα : οἱ δὲ ἀγοράσαντες ἔλεγον , ὡς πᾶν τὸ ἀνιὸν καὶ πᾶν ὅ
4238626 δελτους
ἃς Πομπίλιος συνεστήσατο , παρ ' αὐτῶν λαβὼν ἀνέγραψεν εἰς δέλτους καὶ προὔθηκεν ἐν ἀγορᾷ πᾶσι τοῖς βουλομένοις σκοπεῖν ,
ὥστε ἀντισχεῖν καὶ μὴ νομίσαι φιλοσοφίαν αὐτὴν προκαθημένην προτείνειν τὰς δέλτους ; παρ ' αὐτῆς ἐδεξάμην τῆς χειρὸς τὰς πινακίδας
4236801 ὀπτωμενα
φιλομουσίαν τὰ ὄρη καὶ τὰς πέτρας ἀκολουθεῖν , κρέα δὲ ὀπτώμενα τῶν Ἡλίου βοῶν φωνὴν προΐεσθαι τοῖς ἀνθρώποις συνετήν :
, κρόκου τρεῖς μοῖραι , μέλι ὀλίγον , σὺν οἴνῳ ὀπτώμενα . Ἕτερον : λιβανωτοῦ μοῖρα , σμύρνης μοῖρα ,
4235908 ἐκπεμπον
ὁ χορὸς ὅτι καὶ νῦν ἔχουσιν οἱ ἄνθρωποι τὸ φλόγας ἐκπέμπον πῦρ . ὁ δέ φησιν , ναὶ , ἀφ
ἐκεῖνο τὸ μάρμαρον , τὸ δι ' ἀψύχου φωνῆς ζωτικὸν ἐκπέμπον τὸ φώνημα , θεὸς ἐνομίσθη θεὸν προσαγορεύων τὸν Ἥλιον
4234473 διαρπασας
στόλου , καὶ τὴν τῶν Ἱστιαιέων πόλιν βίᾳ χειρωσάμενος καὶ διαρπάσας τὴν χώραν αὐτῶν ἐδῄωσεν . Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις
ἄστεος οἰκίας καὶ πᾶσαν τὴν ἄλλην νῆσον καταδραμὼν καὶ κώμας διαρπάσας καὶ λείαν πλείστην ἐλάσας καὶ ταῖς ναυσὶν ἐνθέμενος ἐπανῄει
4231388 φευγεμεναι
. ὁ δὲ Ἴδμων συνῆκε τὸ γεγονὸς καί φησι : φευγέμεναι μεγάροιο θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν . τὴν δὲ Μήδειαν
ὡς δ ' ὅθ ' ὑπὸ ῥιπῆς πυρὸς ἀκρίδες ἠερέθονται φευγέμεναι ποταμὸν δέ : τὸ δὲ φλέγει ἀκάματον πῦρ ὄρμενον
4227573 βαθυτερον
πλευρῶν καὶ τῆς κοιλίας διωθεῖν , ὅταν εἰς ὕπνον τύχῃ βαθύτερον ἐμπεσών . μέχρι μὲν οὖν τινος ὑπὸ τῆς πεπωρωμένης
ἔφη , ὦ Σώκρατες , ἱκανῶς οἶσθα , ὅτι οὔτε βαθύτερον πενθημιποδίου ὀρύττουσιν οὔτε βραχύτερον τριημιποδίου . Ἀνάγκη γάρ ,
4225908 ἐσινετο
Ἀθηναίων , ὁκοῖόν τι ποιήσουσι , καὶ οὔτε ἐπήμαινε οὔτε ἐσίνετο γῆν τὴν Ἀττικήν , ἐλπίζων διὰ παντὸς τοῦ χρόνου
ἡ δὲ πληγὴ τοῖς ξύλοις ἐγχρίπτουσα οὐδέν τι αὐτοὺς μᾶλλον ἐσίνετο , κατέπιπτον δὲ ὅμως πρηνεῖς ἐκεῖνοι , προστεταγμένον αὐτοῖς
4224854 Λαρισῃ
, ὁμοίαν τὴν θέσιν καὶ τὴν ἀρετὴν ἔχουσα τῇ Κρεμαστῇ Λαρίσῃ : καὶ γὰρ εὔυδρος καὶ ἀμπελόφυτος : ἴσως δὲ
Ἀθήνησί τε καὶ ἐν Μεσσήνῃ , ἔτι δὲ καὶ ἐν Λαρίσῃ τῆς Θετταλίας , καὶ μετὰ ταῦτα τῆς Ἀθηναίων πόλεως
4223523 σπορῳ
φησί , τοῦτό σοι ἔσται σημεῖον : ἐὰν ἐπὶ τῷ σπόρῳ σου τῷ ἐαρινῷ ἐπιβρέξῃ ἡμέρας τρεῖς τοσοῦτον ὥστε συστῆναι
τοῦ Νείλου ἀναβάσει , κατὰ δὲ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τῷ σπόρῳ , κατὰ δὲ τὴν χειμερινὴν τροπὴν τοῖς λαχάνοις καὶ
4217019 ἀβατους
τῷ Αἰτναίῳ Διὶ καθιδρυμένους βωμούς , θυσιάσαντες καὶ περιφράγματα ποιήσαντες ἀβάτους ἀπεδείκνυον τοὺς τόπους πλὴν τοῖς ἔχουσι καθ ' ἕκαστον
ἡνίκα δ ' ἐσθίειν , πάσας ἀγέλας ἠφάνιζεν : οὗτος ἀβάτους μὲν ἐποίει Δελφοὺς τοῖς ἅπασιν , ᾤκει δὲ τὸν
4216696 ὀχυρον
τῶν Αἰσκυλίνων καλουμένων πυλῶν μέχρι τῶν Κολλίνων , χειροποιήτως ἐστὶν ὀχυρόν . τάφρος τε γὰρ ὀρώρυκται πρὸ αὐτοῦ πλάτος ᾗ
δὲ καταληφθεῖσιν ἡμῖν ἐν τῇ πολεμίᾳ . τὸ δὲ Πηλούσιον ὀχυρόν , ἔνθα οὔτε Τυρίους οὔτε Μήδους οὔτε πάντας ἀνθρώπους
4216479 προσδοκαται
, ᾗ φιλεῖ , χώρᾳ ἢ ἐν αὐτοῖς τοῖς μεθορίοις προσδοκᾶται ἡ μάχη εὐθέως γίνεσθαι καὶ οὐκ ἔχει ὑπέρθεσιν ,
' αὐταῖς ἀγονίαν , ἐξ ὧν δ ' οὐδὲν βλάστημα προσδοκᾶται τὸ παράπαν , εἰς ταῦτα πονεῖται μεθ ' ἡμέραν
4213707 σκηνουσι
χρησάμενος ἐπὶ δυσὶν ἡμέραις ἐπιτίθεται τῇ τρίτῃ νυκτὸς αὐτοῖς ἀφυλάκτως σκηνοῦσι καὶ μηδὲν προσδεχομένοις κακὸν καὶ κατατροποῦται τούτους ῥᾳδίως .
παῖ , Κηφισὸς Βοιώτιός τε καὶ οὐ τῶν ἀμούσων , σκηνοῦσι δ ' ἐπ ' αὐτῷ Φλεγύαι βάρβαροι πόλεις οὔπω
4210649 ὑπερβαλωμεθα
, δικτάτορα ἑλέσθαι , πρὶν ἐντεῦθεν ἐξελθεῖν : ἐὰν γὰρ ὑπερβαλώμεθα τοῦτον τὸν καιρόν , οὐκέτι συνάξουσιν ἡμᾶς οἱ δέκα
καὶ τοιούτους ἀνθρώπους ἔλεγε κακῶς . μὴ τοίνυν ἡμεῖς ἐκεῖνον ὑπερβαλώμεθα , μηδὲ Τιμοκρέοντος τοῦ σχετλίου πρᾶγμα ποιῶμεν , ἀλλ
4204155 πετομενας
Κυβερνήτης ἰδὼν ἐν πελάγει μέσῳ γεράνους ὑποστρεφούσας καὶ τὴν ἔμπαλιν πετομένας , συνεῖδεν ἐναντίου προσβολῇ πνεύματος ἐκείνας ἀποστῆναι τοῦ πρόσω
Κυβερνήτης ἰδὼν ἐν πελάγει μέσῳ γεράνους ὑποστρεφούσας καὶ τὴν ἔμπαλιν πετομένας , συνεῖδεν ἐναντίου προσβολὴν πνεύματος . καὶ τῶν ὀρνέων
4198742 Συριακον
. βʹ νάρδου τὸ ἀρκοῦν . Κράμβης ἀπόζεμα καὶ ῥοῦν Συριακὸν λειοτριβήσας εἰς λεπτὸν καὶ μίξας δὸς πιεῖν καὶ θαυμάσεις
: φωνητικοὶ καὶ κραύγασοι . Κάσιον οἶνον : ἴσως τὸν Συριακὸν λέγει , καλούμενον ἀπὸ Κασίου ὄρους . καταιγίζωσι :
4194158 παραιτου
ἀλθαίας καὶ ὀλίγου ἑψήματος . τὸ δὲ ἐπὶ πολὺ πυριᾶν παραιτοῦ , ἀλλὰ πραϋτέρᾳ τῇ θερμασίᾳ κέχρησο . ὥσπερ οὖν
δυναμένων . εἰ δὲ καὶ ἀσθενὴς ἡ δύναμις εἴη , παραιτοῦ τότε μάλιστα διδόναι τι τῶν ναρκωτικῶν [ ἐπιφέρειν τέ
4194068 κινουμενας
τῇδ ' οὖν ἔγωγε εὑρίσκω . τὰς παιδιὰς πάντες διανοοῦνται κινουμένας τῶν νέων , ὅπερ ἔμπροσθεν ἐλέγομεν , παιδιὰς ὄντως
νοσήματα τοῦ σώματος οἷον ὑποχύσεις καὶ τὰς ἀπὸ τῶν νοσημάτων κινουμένας φαντασίας μὴ παράβαλλε ταῖς θείαις φαντασίαις : τί γὰρ
4191783 ἀφυα
Ἄλλως . ὁ τραγῳδοποιός . ἤτοι δὲ διαβάλλει αὐτὸν ὡς ἀφυᾶ . φανερῶς . ὑπὸ Εὐριπίδου . διὰ μυρρινῶν στεφάνους
μακρὸν κίρνανται , οἷον εὐφυέα εὐφυᾶ καὶ εὐφυῆ , ἀφυέα ἀφυᾶ καὶ ἀφυῆ , ὑγιέα ὑγιᾶ καὶ ὑγιῆ : ἐπὶ
4189983 ἐμβαλοντας
ἐξολκῆς τρόπος ἄχρηστος : εὐθυτενῆ δὲ χρὴ κατὰ μῆκος διαίρεσιν ἐμβαλόντας , διὰ ταύτης κομίσασθαι πᾶν τὸ βοτρυοειδές , τά
μισθωσάμενος Γέτας ψιλοὺς δισχιλίους δι ' ἀπορρήτων συνέταξεν ὡς πολεμίους ἐμβαλόντας πυρπολεῖν τὴν χώραν καὶ βάλλειν τοὺς ἐπὶ τῶν τειχῶν
4187272 ἰριδι
γῆς τεταμένον φῶς εὐθύ , οἷον κίονα , μάλιστα τῇ ἴριδι ἐμφερές , λαμπρότερον δὲ καὶ καθαρώτερον , εἰς ὃ
δέχεται . Αἶρα θερμαίνει καὶ ξηραίνει πληϲίον τῆϲ τρίτηϲ ἀποϲτάϲεωϲ ἴριδι τὴν δύναμιν ἴϲη τυγχάνουϲα . Ἀκαλλὶϲ θάμνου καρπόϲ ἐϲτιν
4186071 ὠφελησω
πρὸς ἐμὲ ὠφεληθησόμενος , ἐργὼ [ ] δ ' οὐκ ὠφελήσω ς ' οὐδέν , καὶ σὺ μὲν ὡς πρὸς
] τοῦ ὄχλου : ἀντὶ τοῦ μὴ ἐν δειναῖς : ὠφελήσω : τοῦτ ' ἐκεῖνο κτᾶσθ ' ἑταίρους : ἦν
4182127 ξυλοισι
δὲ ἐπειδὰν μίξῃς , ἕψειν μὴ ἔλασσον τριῶν ἡμερέων , ξύλοισι συκίνοισιν ὡς ὀλίγον ὑποκαίοντα ἢ ἄνθραξιν , ὡς μὴ
τοῦ Ἠϊονέως βόθρον † ποιήσας † καὶ πυρακτώσας σκεπᾶζει λεπτοῖς ξύλοισι καὶ κόνει λεπτῆι ˘ × , ? ? )
4181684 ἀπαμβλυνει
τὰ ξίφη , δεξιῶς δὲ τεθεὶς καὶ τὰς ἠκονημένας λόγχας ἀπαμβλύνει : οἰκονομία δ ' ἀνύει πλέον ἢ βία .
σώζεται . ἴσως δὲ καὶ ἡ πολλὴ ἔνδεια τῶν αἰσθητῶν ἀπαμβλύνει τῇ ἀργίᾳ τὰς αἰσθήσεις : ἡ γοῦν ὄψις ἐπὶ
4176493 ἀπεστρεψαν
Σκυθίας ἀντιπαραγράφειν . Τὸν δὲ δυτικὸν Ὠκεανὸν ἐπὶ τὰς ἀνατολὰς ἀπέστρεψαν πάλιν , ἐνστάντος αὐτοῖς τοῦ πίνακος ἐπὶ τὴν μεσημβρινὴν
ἀπεχώρησεν . καὶ τοὺς ἀπὸ Κορίνθου καὶ ἔξω Ἰσθμοῦ ξυμμάχους ἀπέστρεψαν πέμψαντες οἱ Λακεδαιμόνιοι , καὶ αὐτοὶ ἀναχωρήσαντες καὶ τοὺς
4175145 ἐλελυτο
ὁ νόμος , ᾧ τε μάλιστα τὴν ψυχὴν ἐβαρυνόμην , ἐλέλυτο τῶν ἐμῶν εἰς τὸν ἐμὸν ἐλευθέρως τε ἡξόντων ἐν
, ἀνέστρεφόν τε καὶ αὖθις συνέμισγον , καὶ τὸ αἰσχρὸν ἐλέλυτο , καὶ πᾶς ἦν ἐν τῷ διώκειν : ὥστε
4174386 περιπασας
τὰ πτερύγι ' αὐτῶν συντεμών , στεατίου μικρὸν παραμίξας , περιπάσας ἡδύσμασι λεπτοῖσι χλωροῖς ὠνθύλευσα . καὶ πέμμα δέ τι
θηρίον καλὸν σφόδρα , θρίοισι ταύτην ἅλις ἐλαδίῳ διεὶς ἐσπαργάνωσα περιπάσας ὀρίγανον , ἐνέκρυψά θ ' ὥσπερ δαλὸν εἰς πολλὴν
4173516 ἀκρω
τὰς πλευράς , γενναῖον δὲ τὼ βραχίονε καὶ τὼ χεῖρε ἄκρω , βλέπειν τε ὀξὺν καὶ ἀκούειν ῥᾷστα , ὡς
ὥσπερ ἐν κοινῷ τινι τῶν Ἑλλήνων συλλόγῳ . πάντως δὲ ἄκρω μὲν ἀμφοτέρω τὼ ἄνδρε , ὑπὲρ μεγάλων δὲ καὶ
4172257 ψηφιδας
' ὑμῖν ὥστε μηδὲ ἀριθμῆσαι σαφῶς καθάπερ οὐδὲ τὰς παραθαλασσίους ψηφῖδας . θαλασσίων . πολιῶν . ἕπεται δ ' ἐν
ὡς οὐκ ἄν τις οὐδὲ πρὸς τὰς ἐν τοῖς αἰγιαλοῖς ψηφῖδας ἀμελῶς ἔχοι , καὶ οὐδὲν αὐτῷ δοκεῖ διαφέρειν τὸ
4169646 Ὀργας
ἀγγάριον ἐντεῦθεν , καὶ τὸ ὑπηρετεῖν ἀναγκάζειν , ἀγγαρεύειν . Ὀργὰς , λοχμῶδες καὶ ὄρειον χωρίον οὐκ ἐπεργαζόμενον : λέγεται
λεγομένης ὀργάδος ταῦτα . λέγεται δέ τις ἰδίως παρὰ Μεγαρεῦσιν Ὀργὰς ὀνομαστικῶς , καθάπερ Ἴδη ἡ τ ' ἐν Ἰλίωι
4169518 κατειδον
ὁπλοφόρους Δαναῶν θέλους ' ἵππων τ ' ὄχλον ἰδέσθαι . κατεῖδον δὲ δύ ' Αἴαντε συνέδρω , τὸν Οἰλέως Τελαμῶνός
ὄχθῃ τοῦ Ὑδάσπου ὑπολελειμμένοι ἡγεμόνες ἦσαν , ὡς νικῶντα λαμπρῶς κατεῖδον Ἀλέξανδρον , ἐπέρων καὶ αὐτοὶ τὸν πόρον . καὶ
4167295 ἀγελαιους
τῶν καθαρύλλων , ἀλλὰ μεγάλους Κιλικίους : ὁ αὐτὸς καὶ ἀγελαίους τινὰς ἄρτους καλεῖ . Ἄλεξις δὲ αὐτοπύρου ἄρτου μέμνηται
μᾶλλον δὲ θεσμὸν ἰσούμενον χρησμῷ ὑπετόπησαν , δόξας δ ' ἀγελαίους ὑπερκύψαντες ἀτραπὸν ἄλλην ἐκαινοτόμησαν ἄβατον ἰδιώταις λόγων καὶ δογμάτων
4166969 ἀτειχιστους
περιπλέοντες , ἡγουμένων λῃσταρχῶν οἷα πολέμου στρατηγῶν . ἔς τε ἀτειχίστους πόλεις ἐμπίπτοντες καὶ ἑτέρων τὰ τείχη διορύττοντες ἢ κόπτοντες
. νῆσοι δ ' εὐδαίμονες πλησίον ὑπάρχουσιν , ἔχουσαι πόλεις ἀτειχίστους , ἐν αἷς τὰ βοσκήματα πάντα λευκὴν ἔχει τὴν
4165949 ἐδῃου
αὖθις καὶ ἐς τὴν πρόσοικον αὐτῇ Ἰταλίαν δύναμιν διαπεμψάμενος πᾶσαν ἐδῄου . ὁ δὲ Ἄβιτος ὁ τῶν ἑσπερίων Ῥωμαίων βασιλεὺς
δὴ ταῦτα διαπραξάμενος ἀδεῶς ἤδη τὴν γῆν τῶν πολεμίων ἐπιὼν ἐδῄου . Μάρκος δ ' Ὁράτιος ἐπὶ τὸν κατὰ Σαβίνων
4163791 Ἀγισυμβα
σταδίους περιεχούσης . Ἔπειτα τὴν τῶν Αἰθιόπων χώραν τὴν καλουμένην Ἀγίσυμβα καὶ τὸ Πράσον ἀκρωτήριον ἐκθέμενος ὑπὸ τὸν παράλληλον τὸν
πόδας εἶναι τὸν ἔλεγχον , τουτέστι τὰς τῶν κατὰ τὴν Ἀγίσυμβα χώραν ζώων διαφορὰς μὴ δυναμένας ὑπερενεχθῆναι τῶν κατὰ φύσιν
4163344 κατακοψαι
ὀρέας : βῶν τε λαβόντι αὐτῶι σφάξαι καὶ ἐκδεῖραι καὶ κατακόψαι , ἐν Σικελίαι δὲ αἰσχρὸν καὶ δώλων ἔργα .
ἀπεγνωκότας τὸ πρότερον τὴν σωτηρίαν , ἐκ μεταβολῆς τότε θαρσήσαντας κατακόψαι τὴν τῶν πολεμίων δύναμιν , τὸ δὲ σύνολον τηλικαύτῃ
4158101 κατελυσα
ὄρθρου βαθέος ῥοφήματι χρησάμενος βραχεῖ . καὶ ὡς ἐπανῄειν , κατέλυσα μὲν πρὸς τοῖς ὕδασι τοῖς θερμοῖς ὑσθεὶς , προειρημένον
ᾤμην δέ γε αὐτοῖς ὁ ἠλίθιος χαρίζεσθαι τῇ πυκνότητι , κατέλυσα καὶ ἃ πρότερον ἐν πλείοσι , ταῦτ ' ἐν
4156412 ξυνηψαν
ἀλλήλοις ἔπι . κάπροι δ ' ὅπως θήγοντες ἀγρίαν γένυν ξυνῆψαν , ἀφρῶι διάβροχοι γενειάδας . ἦισσον δὲ λόγχαις :
εἰσορῶμεν Ἀργείων στρατὸν Τευμησσὸν ἐκλιπόντα καὶ τάφρου πέλας [ δρόμωι ξυνῆψαν ἄστυ Καδμείας χθονός ] . παιὰν δὲ καὶ σάλπιγγες
4156275 αἰρετω
: ὁ στρατηγὸς ἐπηρώτησεν ὅτῳ δοκεῖ ὅπερ καὶ Ἀγαθοκλεῖ , αἰρέτω τὴν χεῖρα . ὁ τοίνυν Ἀγαθοκλῆς δοκεῖ μοι ,
καθέτω ἐπὶ τῇ ἀκρωμίᾳ , τὴν δὲ κορυφαίαν τῇ δεξιᾷ αἰρέτω , τὸ δὲ στόμιον τῇ ἀριστερᾷ προσφερέτω . κἂν
4154472 γονοειδες
κατὰ φύσιν εἶναι παχύτερον καὶ οἷον ἂν φαίης εἶναι τὸ γονοειδές , τὴν μετ ' αὐτὴν δὲ καὶ ἑτέραν οἶμαι
ὀλίγον : τὸ οὐρούμενον τῷ κάρφει εἵλκετο , γλίσχρον , γονοειδές : ἄγρυπνος ἁπάσας : μετὰ τὴν ἕκτην οὖρον ὕφαιμον

Back