εὐχερεστέρους ἀνέπεισε τερατεύεσθαι : καὶ γὰρ τὸ Χαλδαίων ὄνομα μεταληφθὲν ὁμαλότητι παρω - νυμεῖ , τὸ δὲ νέον ἀγαθὸν κληρονομῆσαι
γὰρ τοῦ ποσοῦ , ὡς ἂν τῇ τοσῇδε τῶν πληττομένων ὁμαλότητι καὶ στερεότητι ἀθροῦν τὸν ἀέρα ἀφάλλεσθαι καὶ σείεσθαι ,
6209854 νιφετων
ἢ ἀστική , δυσχείμερος δύσθερος , δυσχερὴς χειμῶνος ὑπὸ τῶν νιφετῶν , θέρους ἄσκιος . καὶ ἄλλως δ ' ἐπαινῶν
φησί , τὰ πεδία δὲ καὶ ὄμβρων ὁμοίως ἀπηλλάχθαι καὶ νιφετῶν , ἐπικλύζεσθαι δὲ μόνον κατὰ τὰς ἀναβάσεις τῶν ποταμῶν
6188146 ψυχροτητι
κράσεις καὶ τὰς ἀποστάσεις τοῦ ἡλίου διάφορός ἐστιν ἡ γῆ ψυχρότητι καὶ θερμότητι , ἔτι δὲ ξηρότητι καὶ ὑγρότητι ,
ζῶα , καὶ ὑγείην τοῖσι σώμασι παρέχει ὁκόσα μὴ ὑπερβάλλει ψυχρότητι : καὶ ταῦτα δὲ βλάπτει , διότι μεγάλας τὰς
5966399 ὁμαλη
ἱκετηρίας τῷ θεῷ προσαγομένην , ὡς τὸ . ἐπίπεδος ἡ ὁμαλή , ἐπιφάνεια ἡ ὁμαλὴ καὶ τραχεῖα καὶ βουνοειδής .
διάγραμμα ἔχει , ὡς ὑποτέτακται : αʹ νεφέλη λευκὴ λείη ὁμαλή , βʹ νεφέλη λευκὴ ἀνώμαλος . Καὶ περὶ μὲν
5922674 στερεας
, ἐξ αὑτῆς δὲ μέσης ἐκφυσᾷ κατ ' ἐνιαυτὸν ἀσφάλτου στερεᾶς μέγεθος ποτὲ μὲν μεῖζον ἢ τρίπλεθρον , ἔστι δ
τρήσας ἢ διασπάσας ἐμπιμπλάναι βουληθῇς ἤτοι γε ὑγρᾶς οὐσίας ἢ στερεᾶς : πληρωθήσεται γὰρ ὑπ ' αὐτῆς ὅλον ὑπάρχον ὑγιές
5918948 χιονι
ὁμοίως καὶ ἡ θερμότης τῷ πυρὶ καὶ ἡ ψυχρότης τῇ χιόνι . ἐπεισοδιώδη δὲ λέγεται ὅσα τοὐναντίον μήτε παρόντα σώζει
ὑπάρχειν τοῖς ὑποκειμένοις ἂν εἴποις , οἷον τὸ λευκὸν τῇ χιόνι : ἀλλ ' ὅτι γε φύσιν ἔχει τισὶν ἑτέροις
5908731 ἐπινηχεσθαι
. Ξενόφιλον δὲ ἐν μὲν τῇ πλησίον Ἰόππης οὐ μόνον ἐπινήχεσθαι πᾶν βάρος , ἀλλὰ καὶ παρὰ τρίτον ἔτος φέρειν
, διακολυμβᾶν κατακολυμβᾶν , ἐπικυματίζειν , ἐπιπολάζειν τῷ ὕδατι , ἐπινήχεσθαι ἐπιφέρεσθαι , κολυμβᾶν , ἀφ ' οὗ καὶ κολυμβήθραν
5867265 συνεχει
πλανωμένων ἔστιν εὑρεῖν παχυμερῶς μὲν τὸν ὡροσκόπον , δηλονότι τῇ συνεχεῖ πείρᾳ καὶ γυμνασίᾳ χρωμένους τῇ τῶν ζῳδίων τε καὶ
καλά . διδακτὸν οὖν τὸ ἐκ βίας φύσεως μάθημα ἢ συνεχεῖ ἐγνωσμένον μελέτῃ . τὰ γοῦν ἐξ ἐπινοίας καλὰ καὶ
5795403 νηνεμιας
ἀλλὰ παρέχει τινὰ καὶ ταῦτα χρείαν ἀναγκαίαν τοῖς φρονιμωτέροις : νηνεμίας γὰρ καὶ πνεύματα , εὐδίας τε καὶ χειμῶνας ἀπὸ
, στασίμῳ , λείᾳ θαλάττῃ , ἀκύμονι , ἀπράγμονι , νηνεμίας οὔσης , πεσόντος τοῦ πνεύματος , εὐαερίας οὔσης ,
5795189 ἐξαλος
κοῦρός τε κόρη τε θάμνος τ ' οἰωνός τε καὶ ἔξαλος ἔμπυρος ἰχθύς . Τὰ μὲν οὖν Περὶ φύσεως αὐτῷ
δὲ λαμπρόν , καὶ ἡ αὐτὴ κώπη ἔναλος μὲν κεκλασμένη ἔξαλος δὲ εὐθεῖα , καὶ τὸ ᾠὸν ἐν μὲν τῇ
5768996 καταποσει
ὥσπερ κισσοῦ φύλλον , ὥστε οὐκ ἂν παρακαθιεῖ ἐν τῇ καταπόσει , εἰ χωρέει ἐς αὐτόν . Καὶ ταῦτα ἐς
ἐπιγλωττίδος ἔργον , ἐπὶ τούτῳ τεταγμένης , ὅπως ἐν τῇ καταπόσει τῆς τροφῆς τὴν ἀρτηρίαν πιέζουσα κωλύῃ παρεμπεσεῖν ὁτιοῦν εἰς
5760476 ἁφῃ
βλάπτουσα τὸν ζωτικὸν γόνον ἀναφερομένη τε ἐκ βάθους προσπίπτουσα τῇ ἁφῇ καὶ μάλιστά τις ἀταξία κατὰ τὸ εἶδος τοῦ πυρετοῦ
καὶ μαλακὸν , τὸν οἷον δίυγρον , καὶ ἡδέως τῇ ἁφῇ προσβάλλοντα : σφοδρὸν δὲ τὸν μετά προσηνοῦς ἁφῆς ἀντιβαίνοντα
5752340 φορᾳ
συμφωνίας τῶν μελῶν πάρεσις πρότερον πονηθέντων ἁλμυροῦ καὶ πάνυ πικροῦ φορᾷ ῥεύματος εἴσω παραδυομένου καί , ὁπότε στενοῖς ἐγκατακλεισθείη πόροις
κἀπὶ τῶν ψυχῶν τῶν περιεχουσῶν τὰς σφαίρας καὶ ἀναγουσῶν εὐτάκτῳ φορᾷ ἰδία τις * κατὰ τὴν τούτων ἐπαύξησιν , τοῦ
5683944 ἐπιγεγονυιας
ψυχρότερον ἔτι τὰ σύμμετρα χρώματα ἀποδίδονται : χειμερινῆς δ ' ἐπιγεγονυίας τροπῆς κατὰ μὲν τὸ ποσὸν ἤδη πρὸς τὸ σύμμετρον
δὲ καὶ τὰ προσεπεμβαλλόμενα καταδαπανᾶται , μήτινος δ ' ἔξωθεν ἐπιγεγονυίας κινήσεως , δυσχερὲς μὲν τὸ κατακαίειν τὴν ἀποδοθεῖσαν ὕλην
5663615 θερμοτητι
ὥρα τοιαύτη καὶ ὅϲοι τὴν φύϲιν ὑγροὶ καὶ μάλιϲτα ϲὺν θερμότητι καὶ οἱ ἀραιοὶ τὴν ἕξιν , ἔτι δὲ καὶ
διδούς , οἷον τὴν ψυχρότητα καὶ ὑγρότητα τῇ ξηρότητι καὶ θερμότητι , οὐ μὴν αὐτό γε τὸ πῦρ ὅλον τῷ
5655373 ἑβδομαδι
συντεθέντων ἀποτελεῖται ἑβδομάς . ἀμήχανον δ ' ἦν τὰ σώματα ἑβδομάδι μετρεῖσθαι κατὰ τὴν ἐκ διαστάσεων τριῶν καὶ περάτων τεττάρων
συντεθέντων ἀποτελεῖται ἑβδομάς : ἀμήχανον δ ' ἦν τὰ σώματα ἑβδομάδι μετρεῖσθαι κατὰ τὴν ἐκ διαστάσεων τριῶν καὶ περάτων τεττάρων
5631412 ὀμβρων
καὶ τὸν πλάγιον ἡ ἴυγξ αὐλόν : βούλεται δὲ τῶν ὄμβρων μιμεῖσθαι τὰς σταγόνας ὁ κόραξ . Σκορπίων μὲν ὁ
τῶν τοιούτων ἀφορμῶν οὐ τελέως ἐναργὴς ἦν ἡ περὶ τῶν ὄμβρων ἱστορία τοῖς τότε , καὶ ταῦτα τῶν ἱερέων φιλοπραγμονέστερον
5617024 ὑστερᾳ
τοῦ σπέρματος ἡ σύλληψίς ἐστιν , ἀλλ ' ἡ ἐν ὑστέρᾳ : καθ ' ὃν γὰρ καιρὸν ἐν τοῖς σπερματικοῖς
πεπέρεως λευκοῦ καὶ κόκκου γνιδίου ἀνὰ ἐξάγιον αʹ . προλελουμένῃ ὑστέρᾳ προσθέτω ταῦτα : ὠφελεῖ δὲ καὶ σπέρμα ὀξυλαπάθου τετριμμένον
5602063 ἀποκλειουσα
δὲ διώνυμον οὕτω λέγεσθαι Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν , ἣν ἀποκλείουσά τις ἤπειρος ἐκ τοῦ ἐναντίου νησοποιεῖ τὴν θάλασσαν :
δὲ διώνυμον οὕτω λέγεσθαι Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν , ἣν ἀποκλείουσά τις ἤπειρος ἐκ τοῦ ἐναντίου νησοποιεῖ τὴν θάλασσαν :
5582871 μιξει
δι ' ἧς τὰς ἄρσεις ταῖς θέσεσι πρεπόντως ἀποδίδομεν : μίξει , καθ ' ἣν τοὺς ῥυθμοὺς ἀλλήλοις συμπλέκομεν ,
εἰ ταῦτα δὲ , ὡς ἔγραψα , τύχωσιν ἐν τῇ μίξει , . . . . . . . .
5569448 ἀσφαλτῳ
ἐξ ὀπτῆς δὲ πλίνθου συνοικοδομήσασα τὰς καμάρας ἐξ ἑκατέρου μέρους ἀσφάλτῳ κατέχρισεν ἡψημένῃ , μέχρι οὗ τὸ πάχος τοῦ χρίσματος
πάνυ τίτανον ἤ τι παραπλησίων μελανί τε καὶ πίσσῃ καὶ ἀσφάλτῳ καί τισιν ἀκράτοις μέλασιν ἑνώσας χρώμασιν ἰσοστάθμοις , τὸ
5565357 ἁλωνι
μετὰ τὰ ἔργα τοῦ ἅλωνος * ἁλώϊα : τὰ ἐν ἅλωνι τὰ τῆς ἅλωνος θρίναξι : θρῖναξ γεωργικόν τι σκεῦός
ὁρατοῦ . παρῄκασε ταύτην ἁλωνίδι ὅτι περιφερὴς ἦν καὶ ὁμοία ἅλωνι . τὴν περιφέρειαν τῆς ἀσπίδος : τοῦτο ἐφερμηνευτικὸν τοῦ
5533419 πληρουσθαι
καὶ ὠμὰ κενωθὲν τὸ σῶμα : τῷ γὰρ κενῷ ἑτοιμότατον πληροῦσθαι . διὰ ταῦτα ἐπὶ ταῖς κενώσεσι μετριάζειν συμφέρει ,
τῆς κατὰ γῆν ἀπαναλώσεως γινομένης ἐν τοῖς κατὰ βάθος τόποις πληροῦσθαι τὴν κατὰ φύσιν αὐτοῦ ῥύσιν ἀνεμποδίστως . . .
5520752 συσταν
νοούμενον , ἀνάγκη πάντων ἀσωμάτων ὄντων καὶ τὸ ἐξ αὐτῶν συστὰν ἀσώματον νοεῖν καὶ οὐ σῶμα , διὰ δὲ τοῦτο
καὶ στεατώματα καὶ ἀθηρώματα καὶ πᾶν ἀργὸν ὑγρὸν ἢ πνεῦμα συστὰν [ περιέχηται ] ἐν χιτῶσιν : ποιεῖ δὲ καὶ
5518396 σαρκι
, . . Ἐγὼ γὰρ καὶ μετὰ τὴν ἀνάστασιν ἐν σαρκὶ αὐτὸν οἶδα καὶ πιστεύω ὄντα . καὶ ὅτε πρὸς
σύκωσις δέ ἐστιν , ὅταν τὸ ἐντὸς τῶν βλεφάρων σαρκωθείη σαρκὶ παραπλήσιον μετὰ ὑπεροχῆς καὶ ὁ ὀφθαλμὸς ἅπας δυσκίνητος ᾖ
5501009 παραμηκης
Μέμνονος πατρός , κύκλον ἔχουσα ἑκατὸν καὶ εἴκοσι σταδίων , παραμήκης τῷ σχήματι : ἡ δ ' ἀκρόπολις ἐκαλεῖτο Μεμνόνιον
καὶ γὰρ οἴκοι παρ ' ἡμῖν λόφος ἐστὶν ἐν πεδίῳ παραμήκης , οὗτος δ ' ἐστὶ μεστὸς ψήφων φακοειδῶν λίθου
5490906 σκιᾳ
γεννᾶται ἐν κήποις ἀμπελῶσι : συνάγεται ἐν πυραμητῷ ξηραινομένη ἐν σκιᾷ καὶ συνεχῶς στρεφομένη . ἀποτίθεται δ ' αὐτῆς ὁ
τρίκοκκον ἐν φθινοπώρῳ ἀνασπάσας ὅλην σὺν τῇ ῥίζῃ ξήρανε ἐν σκιᾷ : καὶ ὅλην κόψας καὶ σήσας , στῆσον αὐτῆς
5481639 ὑδατοειδων
πάντοθεν , ὡς λέγεται , κατὰ μέρη ὁμαλῶς περιισταμένων εἴτε ὑδατοειδῶν τινων , εἴτε πνευματοδῶν . Χιόνα δὲ ἐνδέχεται συντελεῖσθαι
πρόεσις ἐκ τῶν νεφῶν γίνοιτο ἂν πρὸς ἄλληλα θλιβομένων τῶν ὑδατοειδῶν καὶ συμπαρακειμένων : ἃ οἱονεὶ σύνωσιν ποιούμενα χάλαζαν ἀποτελεῖ
5472227 ἐχουσῃ
πρόγονος ἄρξειεν ἡμῶνθύειν γὰρ ἔφησθα τὸν ἄνδρα ἐκεῖνον τῇ ἡμᾶς ἐχούσῃ Καλλιόπῃἀπὸ δὴ τῶν λόγων ἐκείνων καὶ τῆς ἡδονῆς πιστεύω
φάρμακα προσφέρειν ἐμπλαστώδη τε καὶ κηρωτοειδῆ : τῇ δὲ τρίχας ἐχούσῃ σμικροτάτας τοῖς ὑγροτέροις . τὴν δ ' ὕλην τῶν
5448574 ψυχροτης
ταῦτα καὶ ἐν τούτοις , οἷον μέγεθος , μικρότης , ψυχρότης , θερμότης , ἁπλῶς τὸ χειμερινὸν ἢ εὐδιεινὸν καὶ
, πρὸς δὲ τὴν γῆν ψυχρότης . Γῆς ποιότητες ξηρότης ψυχρότης : ἰδία μὲν ξηρότης , κοινὴ δὲ πρὸς μὲν
5430691 ἀπλανει
καὶ μέρει μέρους , τί κωλύει καὶ τὸ πᾶν τῇ ἀπλανεῖ τὴν πλανωμένην ὁρᾶν , καὶ ταύτῃ τὴν γῆν καὶ
ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἀποκαταστήσεται , κατὰ τὰ αὐτὰ φερομένη τῇ ἀπλανεῖ : ἤτοι δὲ ἐν ἴσῳ χρόνῳ ἐπὶ τὸ αὐτὸ
5416556 ἀναιμον
δ ' εἰσὶν ἀνώνυμοι , οἷον τὸ ἔναιμον καὶ τὸ ἄναιμον : ἐφ ' ἑκατέρῳ γὰρ τούτων οὐ κεῖται ἓν
οὐδέποτέ ἐστι ταὐτὸν τῷ εἴδει , οὐδὲ τὸ ἀνάπαλιν τὸ ἄναιμον τὸ ἔνυδρον τῷ χερσαίῳ τῷ ἀναίμῳ ταὐτόν ἐστί ποτε
5415021 ἐπιφανειᾳ
ἐπὶ κλίνης τὰς φυσικὰς ἀνάγκας ἐπλήρου . Ἑνδεκάτῃ ἐπὶ τῇ ἐπιφανείᾳ τὸ παρυφιστάμενον ἐνήχετο λευκὸν μέν , ὑπόγλισχρον δὲ καὶ
ὀρθὰς οὖσαν τῇ ΒΓ , καὶ πεποίηκε τομὴν ἐν τῇ ἐπιφανείᾳ τὴν ΔΕΖ , ἡ δὲ διάμετρος ἡ ΜΕ ἐκβαλλομένη
5412958 κοιλιᾳ
ὧν τὰ μὲν κύει τὰ δ ' ἔχει ἐν τῇ κοιλίᾳ , καθάπερ Ἀριστοτέλης ὁ φιλόσοφος λέγει ἐν τῇ περὶ
. ἑτέρως . πέψις ἐστὶ κατεργασία τροφῆς κατὰ μεταβολὴν ἐν κοιλίᾳ καὶ ἐν ἐντέροις . ἢ οὕτως . πέψις ἐστὶν
5412716 ἑλικι
τε νάπαι βρέμονται : κύκλῳ δὲ περί σε κισσὸς εὐπέταλος ἕλικι θάλλει . Ἐνταῦτα νῦν οἰμῶξι πρὸς τὴν αἰτρίαν .
καὶ ὡς ἡ τοῦ ἡμισφαιρίου ἐπιφάνεια πρὸς τοὺς ἐγγραφομένους τῇ ἕλικι τομέας , οὕτως ὁ ΑΖΓ τομεὺς πρὸς τοὺς ἐγγραφομένους
5406270 συμμετριᾳ
θερμοτέρων ἐλαίων διεθείς . ὥσπερ δ ' αὐτὸς ἐνδεῖ τῇ συμμετρίᾳ ὡς πρὸς τὰς μέσας τῇ κράσει φλεγμονὰς καὶ φύσεις
λεπτότητι καὶ παχύτητι τῶν χυμῶν καὶ ἁπλῶς τῇ εὐκρασίᾳ καὶ συμμετρίᾳ αὐτῶν . ὡς ἐν τῷ ἕκτῳ τῶν ἐπιδημιῶν τῷ
5404695 αὐξεσθαι
βούλεται τιμὰς ἔχειν κοινάς , διαριθμῶν δ ' οὐδέν ' αὔξεσθαι θέλει . ἐπεὶ σὺ φέγγος , Τειρεσία , τόδ
. Βλαστός : παρὰ τὸ βλώσκειν , ὃ σημαίνει τὸ αὔξεσθαι , . , . , . Βλάσφημος : παρὰ
5394556 Βακτριανῃ
δύνασθαι συγκομίσαι , τὸ δὲ σύμπτωμα Ἀρκαδίᾳ , Σουσιανῇ , Βακτριανῇ καὶ Αἰθιοπίᾳ ἔσεσθαι καὶ τῇ περὶ τὸν Εὐφράτην χώρᾳ
ὄν , ὥστε τὰς σάρκας συνεκπέττειν . Ἐν δὲ τῇ Βακτριανῇ οἱ στρατιῶται τὰς κώμας κατελάμβανον , ὅτι οἰκοῦνται ἐκ
5385469 γραμμαις
Γάδειρα καὶ τὸ στόμα τοῦ Νείλου , λοξὸν ἐν ταῖς γραμμαῖς , ὅ ἐστι ταῖς διατυπώσεσιν , ὡς κολποῦσθαι καὶ
λεγόμενον ἢ ἰδίᾳ πως καθ ' ἕκαστον , οἷον ἀριθμοῖς γραμμαῖς , ζῴοις φυτοῖς : τέλεος δ ' ἡ ἐξ
5382823 περιφορᾳ
φορὰ καὶ τῶν ἐν αὐτῷ ὄντων ἁπάντων νοῦ κινήσει καὶ περιφορᾷ καὶ λογισμοῖς ὁμοίαν φύσιν ἔχει καὶ συγγενῶς ἔρχεται ,
κέντρου τάξιν ἐπέχει πρὸς τὸν κόσμον . Ἐν μιᾷ κόσμου περιφορᾷ ὁ μὲν διὰ τῶν πόλων τῆς σφαίρας κύκλος δὶς
5380501 πυκνῳ
μία ἡ ἐπὶ τὸ δίτονον : οὔτε γὰρ πυκνὸν πρὸς πυκνῷ τίθεται οὔτε τόνος ἐπὶ τὸ ὀξὺ πυκνοῦ , ὥστε
τὴν ὄψιν τεταμένην ὡς ἐπὶ τὸν χαλκόν , ἐντυχοῦσαν δὲ πυκνῷ καὶ λείῳ πληχθεῖσαν ὑποστρέφειν αὐτὴν ἐφ ' ἑαυτὴν ὅμοιόν
5378694 πεφυκυια
, ἐκεῖθεν δῆλον : εὐθὺς γὰρ τοῦ χειμῶνος φανερὰ γίνεται πεφυκυῖα : καὶ διαφέρει πολλοῖς : ἔχει γὰρ τὸ φύλλον
ἰτέον , αὕτη δὲ δὴ ἡμῖν ἡ τοιαύτη καὶ οὕτω πεφυκυῖα ἀπαλλαττομένη τοῦ σώματος εὐθὺς διαπεφύσηται καὶ ἀπόλωλεν , ὥς
5378047 γραμμῃ
Ἰστέον , ὡς τὰ μεγέθη τριχῶς : ἢ γὰρ ἐν γραμμῇ ἢ ἐν ἐπιφανείᾳ ἢ ἐν σώματι . ἐν γοῦν
δὲ τῷ τρίτῳ τῶν γεωγραφικῶν καθιστάμενος τὸν τῆς οἰκουμένης πίνακα γραμμῇ τινι διαιρεῖ δίχα ἀπὸ δύσεως ἐπ ' ἀνατολὴν παραλλήλῳ
5357278 βλαστανειν
ἐκ τῆς πόλεως ἣ οὐ φυλλοβολεῖ : φασὶ δὲ οὐ βλαστάνειν αὐτὴν ἅμα ταῖς ἄλλαις ἀλλὰ μετὰ Κύνα . λέγεται
σαρκώδεις ἐοίκασιν ἕλκειν . τὰς γοῦν τῶν ἄρων πρὸ τοῦ βλαστάνειν στρέφουσι καὶ γίγνονται μείζους κωλυόμεναι διαβῆναι πρὸς τὴν βλάστησιν
5334499 ἀνατολῃ
ἐπίπνοιαι καὶ ἀντικόψεις . Αἱ δ ' ἐπ ' Ὠρίωνος ἀνατολῇ καὶ δύσει τῶν πνευμάτων ἀκρισίαι συμβαίνουσιν ὅτι ἐν μεταβολαῖς
ἡ δὲ Σελήνη τυχοῦσα μετὰ Κρόνου ἐν τῇ τοῦ Κυνὸς ἀνατολῇ σημαίνει ᾗ προσοικείωται χώρᾳ τὸ ζῴδιον ἐφ ' οὗ
5328488 τεφρᾳ
εἰκόνα θεοῦ μὴ περιφέρειν , χύτρας ἴχνος συγχεῖν ἐν τῇ τέφρᾳ , δᾳδίῳ εἰς θᾶκον μὴ ὀμόργνυσθαι , πρὸς ἥλιον
ἄνευ πυρετοῦ βδέλλιον ἰᾶται καὶ κόϲτοϲ κράμβηϲ καυλῶν καυθέντων τῇ τέφρᾳ καὶ ϲτέατι μιγνύμενα : διαφορητικὸν γὰρ ἰϲχυρῶϲ ἐϲτι τὸ
5327850 θερμῃ
ἦν παραδέξασθαι . νῦν δ ' ὅτι μὲν οὐκ ὀλίγον θέρμῃ προφέρει τἀκεῖ τῶν παρ ' ἡμῖν τοῦ χειμῶνος οὐδεὶς
γνῶναι δεῖ , ὅτι τοῦτο ἢ τέγξει ἢ ψύξει ἢ θέρμῃ , ἄλλῳ δὲ οὐδενὶ ὠφελέει ἢ βλάπτει ποτόν .
5305204 δυσει
καὶ πρῶτον μὲν καὶ προηγουμένως ἐκ τοῦ ὄντος ἐν τῇ δύσει ἀστέρος , εἰ δὲ μηδένα ἔχει τὸ δῦνον ἐκ
τε καὶ δόξῃ . εἰ δὲ νυκτὶ γενήσεται , τῇ δύσει φέρει μάχας . Τετέλεσται τὸ ζῴδιον , Ἰχθύων δὲ
5305045 πυκνοτητι
στοιχείων τὴν ἀρχὴν ὑποτίθενται κἄπειτα ἐκ τούτου τὰ λοιπὰ δημιουργοῦσι πυκνότητι καὶ μανότητι χρώμενοι , ὧν ἐναντία καθολικώτερα ἄν τις
, κατὰ βάθος δὲ ὅπου πυκνοτέραν , εἰ αὐτῇ τῇ πυκνότητι καὶ τῇ ῥύμῃ τοὺς πολεμίους ἐξῶσαι δέοικαθάπερ Ἐπαμεινώνδας ἔν
5291937 μονορριζα
τὰ δὲ ὀλιγόρριζα , καθάπερ ῥοιὰ μηλέα : τὰ δὲ μονόρριζα , καθάπερ ἐλάτη πεύκη : μονόρριζα δὲ οὕτως ,
μόνοις ὕπεστι πλῆθος ῥιζῶν καὶ δύναμις , τὰ χεδροπὰ δὲ μονόρριζα καὶ ξυλώδη καὶ ἐπιπολῆς . Ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ
5288880 ψυχος
προήκουσαν ἀποστέγειν τὴν ἀκτῖνα καὶ παρέχειν τοῖς πλέουσι πλεῖν κατὰ ψῦχος . πᾶς δὲ ὁ περίοικος λεὼς συνίασιν ἄλλοι ἄλλοις
γὰρ ὡς τὸ πολὺ τὸν ἥλιον , φεύγειν δὲ τὸ ψῦχος : τὴν δὲ ψιλότητα τοῦ σώματος μηδὲν ἐνοχλεῖν .
5284181 ὀμβρους
ὑδρεῖα , χειμῶνος δ ' ἐπιλείπειν : πίπτειν δὲ τοὺς ὄμβρους ἐν τοῖς ἄνω μέρεσι τοῖς προσαρκτίοις καὶ ἐγγὺς τῶν
διὰ τὴν λεπτομέρειαν διακρινόμενον νέφη τε συνιστάνειν ὁμιχλούμενον καὶ καταστάζειν ὄμβρους ὑπὸ πιλήσεως καὶ διατμίζειν τὰ πνεύματα . γράφει γὰρ
5281773 ἐπιτασει
τοῖς εὖ πράττειν δυναμένοις ἀντιβαίνειν . τοὺς δὲ μέγα πνέοντας ἐπιτάσει τῆς ἀλαζονείας ὡς ἀθεραπεύτως εἰς ἅπαν ἔχοντας ὁ νόμος
ἀνέσει χορδῆς , στενότητος δὲ καὶ βραχύτητος λεπτότητί τε καὶ ἐπιτάσει καὶ βραχύτητι . τὰς δ ' αἰτίας , δι
5272741 ὑγρων
Πολλάκις δὲ καὶ ἐφαψάμενος ὁ παῖς τοῦ λόφου κατὰ τῶν ὑγρῶν νώτων ἥλλετο τοῦ δελφῖνος καὶ ὃς σὺν ἡδονῇ πλείστῃ
φθειρῶν πλῆθος ἀθρόως , ἐν τῷ βάθει τοῦ δέρματος περιττῶν ὑγρῶν καὶ μετρίως θερμῶν συστάντων : δεῖ τοίνυν προσάγειν ξηραίνοντα
5260416 ῥευματων
, Ζεὺς ὑπὸ Ἀφροδίτης : δι ' ὑγρῶν ἢ φαρμακοποσίας ῥευμάτων ἢ νεύρων αἰσθήσεως μορίων ἥπατος πόνων ἰσχιάδος ἑρπετῶν θηρίων
ὀστράκοις τῶν ὀνομαζομένων ἰδίων ὀστρέων κεκαυμένοις χρώμεθα πρὸς τὰς ἐκ ῥευμάτων χρονίας καὶ δυσσαρκώτους κοιλότητας ὅσαι συριγγώδεις εἰσὶ καὶ βαθεῖαι
5259617 ἰριδι
γῆς τεταμένον φῶς εὐθύ , οἷον κίονα , μάλιστα τῇ ἴριδι ἐμφερές , λαμπρότερον δὲ καὶ καθαρώτερον , εἰς ὃ
δέχεται . Αἶρα θερμαίνει καὶ ξηραίνει πληϲίον τῆϲ τρίτηϲ ἀποϲτάϲεωϲ ἴριδι τὴν δύναμιν ἴϲη τυγχάνουϲα . Ἀκαλλὶϲ θάμνου καρπόϲ ἐϲτιν
5258909 διαστολῃ
ἀραιοὶ σφυγμοὶ χαλεπώτεροι . πόσαι γε διαφοραὶ γίνονται ἐν τῇ διαστολῇ τοῦ σφυγμοῦ ; ὀκτὼ , μέγεθος , σμικρότης ,
τῆς ἐγχωρίου ὑγρότητος διαφυσηθείσης , διεγείρει τούτους τῇ τῶν τόπων διαστολῇ : τὸ δὲ αὐτὸ συμβαίνει καὶ ἐπὶ τῶν ἑλκῶν
5237816 σηραγγας
πελάσω διὰ σαρκὸς ἅμιλλαν , θῦμα τριζύγοις θεαῖσι τῶι τε σήραγγας Ἴδας ἐνίζοντι Πριαμίδαι ποτ ' ἀμφὶ βουστάθμους . ἄλλος
καὶ τὰ ὅμοια ἐν τοῖς λίθοις : περὶ δὲ τὰς σήραγγας τῶν πετρῶν τὰ τήθεα καὶ αἱ βάλανοι καὶ αἱ
5229612 θερινῃ
ἕωθεν ἀνατελλοντ | ! ! [ τροπῇ δὲ ] | θερινῇ ? ἕωθεν δυνοντ ? ? [ ] | [
, ἀλλὰ τό γε κατεπεῖγον , καὶ μάλιστα ἐν ὥρᾳ θερινῇ : κατὰ ταύτην γὰρ ἀναβάλλεσθαι τὴν χειρουργίαν οὐ χρή
5222449 ἑδρᾳ
καὶ Σοφοκλῆς τῷ ἐσχάτῳ ἀντὶ τοῦ πρώτου : ἤδη γὰρ ἕδρᾳ Ζεύς , φησίν , ἐν ἐσχάτῃ θεῶν , ἀντὶ
αἰδοίοις καὶ ὄρχεσι καὶ τιτθοῖς φλεγμονὰς πρός τε τὰς ἐν ἕδρᾳ μεθ ' ἑλκῶν ἢ στολίδων ἀνεξασμένων . γάλα τοῖς
5221423 ὁρατικῃ
οὖν ὁ μέσος ὑφ ' ἑκατέρας τῶν δυνάμεων παρέχει τῇ ὁρατικῇ διανοίᾳ τοτὲ μὲν ἑνὸς τοτὲ δὲ τριῶν φαντασίαν ,
περὶ ἅπασαν ὕλην ἐστὶν ἡ ἐνέργεια , ἀλλὰ τῇ μὲν ὁρατικῇ περὶ τὸ ὁρατόν , τῇ δὲ ἀκουστικῇ περὶ τὸ
5220786 ῥυσει
δὲ εἶδος ὡρισμένον μένει . πῶς οὖν ἔλεγον πάντα ἐν ῥύσει εἶναι ; διό φησιν ἀλλὰ ταῦτα παρέντας ἐκεῖνα δεῖ
ἐκ τῶν σωματικῶν καὶ αἰσθητῶν : ἐν συνεχεῖ γὰρ ταῦτα ῥύσει καὶ μεταβολῇ πολλάκις ἐδηλώθη κατ ' οὐδένα τρόπον μόνιμα
5218958 κυστει
καὶ τελείως ἀποφράξαντα . Καὶ αἷμα δὲ θρομβωθὲν ἐν τῇ κύστει αἴτιον τῆς ἰσχουρίας γίνεται , καὶ πύον παχὺ ἐκκρινόμενον
τελείων τοῖς πλεονάζουσιν ἐν τυρῶν ἐδωδῇ καὶ ὁμοίων λίθους ἐν κύστει καὶ νεφροῖς γενομένους ἔγνωμεν . ἔστιν οὖν πάθημα τῆς
5218077 προειρημενῃ
εἰς ἀθυμίαν ἐνέπεσεν . οὐ μὴν ἀλλ ' ἐν τῇ προειρημένῃ πόλει μείνας ἡμέρας τινὰς καὶ τὸ στρατόπεδον ἐκ τῆς
μὲν προφερόμενος μόνην ἀντιτιθεμένην αὑτῷ φάσιν ἕξει τὴν ἀντικειμένην τῇ προειρημένῃ : ἀποδεικνὺς δὲ διὰ λόγου ἀκούσεται , ὅτι δεῖ
5213242 χροιᾳ
κθʹ ἕως λʹ ὄνυχες . Ἀποτελεῖ δὲ εὐκράτους μὲν τῇ χροιᾷ καὶ εὐστομάχους , εὐοφθάλμους δὲ καὶ εὐειδεῖς , ταχεῖς
μηδὲ πάνυ ἐζυμωμένος , καὶ ὁ πινόμενος οἶνος κιρρὸς τῇ χροιᾷ καὶ λεπτὸς τῇ συστάσει , εὐώδης τε καὶ πάνυ
5212012 γευσει
γαλεὸς ὁ ἀστερίας κρείττων . ὁ ἀλωπεκίας ὅμοιός ἐστι τῇ γεύσει τῷ χερσαίῳ ζῴῳ , διὸ καὶ τοῦ ὀνόματος ἔτυχε
ψυχρότατον . Θεόπομπος ἐν Λυγκήσταις φησὶ πηγὴν εἶναι τῇ μὲν γεύσει ὀξίζουσαν , τοὺς δὲ πίνοντας μεθύσκεσθαι ὡς ἀπὸ οἴνου
5207642 διαστασει
ʹ γʹ νο νγ Ϛʹ δʹ τῶν ἐν τῇ ἑξῆς διαστάσει γ ὁ ἑπόμενος . . . . . .
κζʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου τὸ κατὰ Ἀριστόξενον ἐν διαστάσει μοιρῶν κδʹ καὶ γʹ καὶ γʹ , ἐπὶ δὲ
5207571 θαλαττῃ
Μέμφιν , ἕως Ἀλεξάνδρου τοῦ βασιλέως : τούτου γὰρ ἐπὶ θαλάττῃ τὴν ἐπώνυμον αὐτῷ πόλιν οἰκίσαντος οἱ κατὰ τὸ ἑξῆς
. καλεῖται δὲ καὶ ἐν τῇ Πιτάνῃ τις τόπος ἐπὶ θαλάττῃ Ἀταρνεὺς ὑπὸ τῇ Πιτάνῃ κατὰ τὴν καλουμένην νῆσον Ἐλαιοῦσσαν
5204393 ὑγροτητι
οἷον ἥ τε καθυγραίνουσα καὶ λουτροῖς καὶ ποτοῖς εἴπερ ἐν ὑγρότητι καὶ συντήξει τὸ πάθος καὶ τῷ κόπῳ λύουσα τὸν
πάθουϲ . Θαψία δριμείαϲ ἐϲτὶ καὶ ἰϲχυρῶϲ θερμαντικῆϲ δυνάμεωϲ ϲὺν ὑγρότητι : ἕλκει τοιγαροῦν ἐκ βάθουϲ βιαίωϲ καὶ αὐτὴ διαφορεῖ
5193185 πνευματων
ἐν δὲ τοῖς ἀναπταμένοις διαχεῖται . Τῶν δ ' ἀπογείων πνευμάτων ἀσθενὴς ἡ φύσις ὥστ ' οὐ δύνασθαι βιάζεσθαι πόρρω
κινοῦν ἥξει . Συμβαίνει δὲ καὶ ὑστερεῖν τὰ κύματα τῶν πνευμάτων : ὕστερον γὰρ διαλύονται καὶ παρακμάζουσι διὰ τὸ δυσκινητότατον
5188114 μεσημβριᾳ
β κα . ἐπεῖχεν δὲ καὶ ἐν τῇ τῆς νεομηνίας μεσημβρίᾳ τοῦ Θὼθ μέσως ὁ μὲν ἥλιος Ἰχθύων μοίρας #
ὑφαιρουμένης τῆς ἡλίου παραλλάξεως , # η . τῇ γὰρ μεσημβρίᾳ παράκειται ἐν τῷ κανονίῳ τῶν γωνιῶν ἡ αὐτὴ περιφέρεια
5186252 ὑγροτης
κατὰ μέρος δὲ αἰτίων διάγνωσις παρίστησι τὴν ἐνοχλοῦσαν δυσκρασίαν . ὑγρότης δὲ ἢ ξηρότης κατ ' αὐτὰς , βραχύ τι
ἐξαιρεθῇ , συρρεῖ γὰρ εἰς τὸ ἕλκωμα τοῦτο πλείων ἡ ὑγρότης , ἐν δὲ τῇ ἐλάτῃ καὶ τῇ πίτυϊ ὅταν
5168999 δυνουϲι
. Ὅπωϲ δὲ μὴ ϲχῇ ἀχλὺν τὰ ὄμματα , ὅτε δύνουϲι καθ ' ὕδατοϲ τοῦ ψυχροῦ , μικρὸν ἀναβλέπειν :
, τὸ αὐτὸ ϲυμβαίνει : μηνὶ Δεκεμβρίῳ ι Ἔριφοι ἑῷοι δύνουϲι : μηνὶ Δεκεμβρίῳ κα Αἲξ ἑῷοϲ δύνει , ταραχὴ
5165117 παραυξησει
. οὐκ ἐχρησάμεθα δὲ ἐνταῦθα τῇ τοῦ τετάρτου τῶν ὡρῶν παραυξήσει διά τε τὸ συνεχεῖς ἤδη γίγνεσθαι τοὺς παραλλήλους καὶ
ἐστιν ἰσημερινῶν ιϚ . ἐχρησάμεθα δὲ τῇ καθ ' ἕκαστον παραυξήσει ἐπὶ μὲν τῶν κλιμάτων τῇ καθ ' ἡμιώριον πάλιν
5156014 πεπηγος
Ἥρων ἐν μηχανικοῖς καὶ καταπαλτικοῖς . ] Ἔστω οὖν πλινθίον πεπηγὸς τὸ ΑΒΓΔ , καὶ ἐν αὐτῷ τρίγωνα ὀρθογώνια ἴσα
, ἄρκτον ἐγκυμονοῦσαν ζωγραφοῦσιν : αὕτη γὰρ αἷμα συνεστραμμένον καὶ πεπηγὸς τίκτει , ὕστερον δὲ τοῦτο θαλπόμενον ἐν τοῖς ἰδίοις
5153986 θερινηι
ἀοράτωι κινήσει τὴν περίοδον ἀπαρτιζούσαις , τῆι τε ἐαρινῆι καὶ θερινῆι καὶ χειμερινῆι : ταύτας δ ' ἐναντιωτάτην ἀλλήλαις τὴν
σταδίων δὲ τρισμυρίων καὶ ͵γχʹ : χειμερινή , ἀνάπαλιν τῆι θερινῆι , πλεῖον ἔχουσα τὸ ὑπὸ τὸν ὁρίζοντα , οἰκουμένη
5153877 ἐπεχουσα
ʹδ . Νῆσοι δὲ παράκεινται τῇ Συρίᾳ ἥ τε Ἄραδος ἐπέχουσα μοίρας . . . . ξη λδ ∠ ʹ
οὖν Διοσκουριὰς ἐν κόλπῳ τοιούτῳ κειμένη καὶ τὸ ἑωθινώτατον σημεῖον ἐπέχουσα τοῦ σύμπαντος πελάγους , μυχός τε τοῦ Εὐξείνου λέγεται
5150830 διναι
πολλάκις διὰ τὰς ἐγκοπὰς ἀνακλωμένου πρὸς ἐναντίαν τὴν καταφορὰν συνίστανται δῖναι θαυμασταί . πᾶς δ ' ὁ μεσάζων τόπος ὑπὸ
ἐκβαλεῖν . διαρθροῖ : διαπλάττει . δίναις : συστροφαῖς : δῖναι γὰρ τὰ κοιλώματα τῶν ὑδάτων . δρῶσα : ποιοῦσα
5149802 ζωνῃ
ἐκ μὲν τῆς πρὸς μεσημβρίαν πλευρᾶς συνάπτει τῇ καταλεγομένῃ νῦν ζώνῃ ἀραιᾷ σφόδρα οὔσῃ κατὰ τὴν συναφήν , ἄρχεται δὲ
τῆς Αἰθιοπίας φεύγειν , αἰσθομένης δὲ τῆς μητρὸς καὶ τῇ ζώνῃ τὸν τράχηλον αὐτοῦ σφιγγούσης , ταύτῃ μηδὲ καθ '
5148221 συκῃ
ἐν ἀκμῇ τοῦτο συμβαίνει , πάντων δὲ μάλιστα τῇ τε συκῇ καὶ τῇ ἀμπέλῳ . Ἡ δ ' ἐλάα πρὸς
ὑγρότης : τῆς μὲν οὖν ψώρας ταῦτ ' αἴτια τῇ συκῇ λέγουσιν : τῇ δὲ ἀμπέλῳ τοῦ τραγᾷν , ὅταν
5143445 μητρᾳ
ὡς ἂν μηδ ' οἵου τ ' ὄντος ἐν τῇ μήτρᾳ γονίμως κρατηθῆναι μήτι γε ψυχῆς ἔξωθεν τῇ εἰσκρίσει ἑαυτῆς
ἄκυθος . ἢ παρὰ τὸ μὴ ἔχειν σπέρμα ἐν τῇ μήτρᾳ . ἔστι δὲ καὶ κανόνα εἰπεῖν : τὰ διὰ
5141028 ξηραινομενη
οἱ πολλοὶ τῶν ὀφθαλμῶν ἀπόλλυνται ῥίγει καὶ ἡ τομὴ βίᾳ ξηραινομένη ῥήγνυται , τοῦ δὲ ἔαρος ῥεῖ τό τε δάκρυον
ἢ Αὔγουστον ἢ Σεπτέμβριον μῆνα , ὅτε ἡ βοτάνη εὐκόλως ξηραινομένη καίεται καὶ οἱ καβαλλάριοι τῶν ἐχθρῶν στενοῦνται παρακαθίσαι χρόνον
5129605 ἀποτελειν
' εὐχάριστοι προαιρέσει καὶ εὐνοίᾳ τὴν ὁμοιότητα τῆς εὐεργεσίας ὀφείλουσιν ἀποτελεῖν . Τοῖς μὲν μαινομένοις πολλάκις τὰ τέκνα φαίνεται πολέμια
τι ποιεῖν : συνελθὸν δὲ ἑτέρῳ τρίτον οὐκ ἂν δύναιτο ἀποτελεῖν , ὃ μὴ πρότερον ἐν τῷ εἶναι ὑπῆρχεν .
5126908 χαλβανῃ
μυρσίνου καὶ ψιμυθίου ἢ στυπτηρίᾳ ὑγρᾷ πρὸ τοῦ πλησιάζειν ἢ χαλβάνῃ μετ ' οἴνου , ἢ ἐρίου τρυφεροῦ μαλλὸν ἐντιθέναι
ἢ κηρωτῇ μυρσινίνῃ ὑγρᾷ ἐχούσῃ ψιμμύθιον ἢ στυπτηρίᾳ ὑγρᾷ ἢ χαλβάνῃ μετ ' οἴνου . Τὰ γὰρ τοιαῦτα , εἰ
5123882 γευσαμενῳ
, ὑπόκιρρον ἐν τῷ μέλανι , τὸ ἔνδον λευκόν , γευσαμένῳ δριμύν . Σταφυλῖνος ἄγριος φύλλον μὲν ἔχει ὅμοιον γιγγιδίῳ
μέρους : ῥίζα παχεῖα καὶ μαλακή , ὀποῦ μεστή , γευσαμένῳ πικρά , ὀπιζομένη ὥσπερ ἡ θαψία . ἀποτίθεται δὲ
5113805 κρασει
τῶν ἄλλων καὶ πολυειδέστερος : ὅσα γὰρ ἔξωθεν ἢ ποιᾷ κράσει ἢ σχέσει ἢ τέχνῃ χρωμάτων εἴδη γίνεται , ταῦτα
ὁ σώζων ῥυθμὸν τὸν ἴδιον τῇ ἡλικίᾳ καὶ φύσει καὶ κράσει καὶ τῇ ἑκάστῃ ὥρᾳ καὶ ταῖς ἄλλαις περιστάσεσι .
5111343 κατεψυγμενῃ
βαρύ , συμπεπηγός , ἀδιάρθρωτον , πρέπον τῷ ὄντι φωλάδι κατεψυγμένῃ . αὕτη πολλάκις , βαθυτάταις κατατρωθεῖσα πληγαῖς , ἑαυτὴν
μέχρι τοῦ ἐσχάτου χρόνου . Ἡμέραι δ ' ἐπεγίνοντο αὐτῇ κατεψυγμένῃ πλείους ἢ πέντε : μετὰ δὲ τὰς πρώτας διετέλει
5111138 νεμομεν
γε μέντἂν αὐτῶν φεύγωσι , τούτους ὑμῖν καὶ τοῖς ἵπποις νέμομεν , ὡς μὴ σχολάζωσι μήτε μένειν μήτε ἀναστρέφεσθαι .
ἐπὶ τὸ οὖς καὶ παρὰ τὰς ἑτέρας λεγομένας μετωπιαίας ἄνω νέμομεν καὶ παρὰ τὰς ἐπικαρσίους κάτω , ἄχρι οὗ ἐπιπληρωθῇ
5110649 ἀμυθητον
ζέφυροι καὶ λίβες παμμεγέθεις ἐκριπτοῦσιν ἐκ τῆς ἐρήμου πλῆθος ἀκρίδων ἀμύθητον , τοῖς τε μεγέθεσι διαλλάττον καὶ τῇ χρόᾳ τοῦ
Περὶ τοῦ πολύ : ἄπλατον , ἄπλετον , ἄπειρον , ἀμύθητον , ἀμέτρητον , ἀναρίθμητον , ἀνεξαρίθμητον , ἀνήριθμον ,
5109010 μεσῃ
. ἀμφίπολον δὲ λέγει ἢ τὸν περιπολούμενον διὰ τὸ ἐν μέσῃ εἶναι τῇ πόλει : ἐνταῦθα γὰρ οἱ οἰκισταὶ ἐθάπτοντο
ἔπεμπεν ἐς Σύλλαν : καὶ αὐτὴν ὁ Σύλλας ἐν ἀγορᾷ μέσῃ πρὸ τῶν ἐμβόλων θέμενος ἐπιγελάσαι λέγεται τῇ νεότητι τοῦ
5107953 χολῃ
ἥ ] ἥτις οἶδμα ] τὸ κῦμα , τὴν θάλασσαν χολῇ δὲ τῷ μέλανι χολῇ ] ὁ ἐξ αὐτῆς τῆς
μ ' οἶδεν , ὦ Γνήσιππ ' , ἐγὼ πολλῇ χολῇ . οἴομαι γὰρ μηδὲν οὕτως μῶρον εἶναι καὶ κενόν
5107785 χαλαζης
οὐρανόν , καὶ εἰσῆλθον μέχρις ἤγγισα τείχους οἰκοδομῆς ἐν λίθοις χαλάζης καὶ γλώσσης πυρὸς κύκλῳ αὐτῶν : καὶ ἤρξαντο ἐκφοβεῖν
ἤτοι ὑπὸ κάμπης ἢ ἀκρίδος ἢ μυῶν ἢ κατακλυσμῶν ἢ χαλάζης καὶ τῶν τοιούτων . Ὁ δὲ τοῦ Διὸς ὁμοίως
5099448 πνειν
τερπνῷ , ψυχαγωγίας γέμοντι καὶ ῥᾳστώνης , ἔνθα μετρίας τε πνεῖν αὔρας εἰκὸς καὶ πηγὰς καθαρὰς καὶ διαφανῆ νάματα ῥεῖν
. . Αἰγυπτίοις καὶ Εὐδόξῳ ἔαρος ἀρχή : ζέφυρος ἄρχεται πνεῖν καὶ ἐνίοτε χειμών . . ιδ : Αἰγυπτίοις καὶ
5099380 παρακειμενῃ
λιποθυμοῦντα ὑπὸ τῆς διώξεως ἀπαγαγεῖν ὑπὸ κρήνῃ τινὶ καὶ τῇ παρακειμένῃ πόᾳ ἤδη ὑποψυχόμενον ἀπομάσσειν . ἀναζωπυρήσαντος δὲ τοῦ λαγὼ
ἐκτέμνουσι παρὰ τὴν γῆν , εἶτα προσχωννύουσιν ἐλαφρῶς τῇ γῇ παρακειμένῃ , μίξαντες ὀλίγην κόπρον , καὶ ὅταν οἱ βλαστοὶ
5095773 ἐλλειψει
τὰς αἰσθήσεις . ̈ . , Π . , Ἐμπεδοκλῆς ἐλλείψει τροφῆς τὴν ὄρεξιν [ . γίνεσθαι ] . .
: μὴ σπεῖραι παίδων ἄλοκα : παρὰ τὸ αὖλαξ : ἐλλείψει τοῦ υ : καὶ τροπῆ τοῦ α εἰς ο
5089875 ὀξυτητι
Καὶ πάθος τοῦτο Ἑλληνικὸν μεγέθει τε τῆς ἁλούσης πόλεως καὶ ὀξύτητι τοῦ ἔργου , οὐχ ἥκιστα δὲ τῷ παραλόγῳ ἔς
, διὰ τοῦτο , τῷ καὶ τούτῳ , ἤως τῇ ὀξύτητι τῶν ὀδόντων , ὅπερ . θράσος : ἀναίδειαν .
5085126 ἀποτελει
καὶ τοιοῦτος ἐν ἅπασιν εὑρίσκεται : πρὸ γὰρ τῶν εἰδῶν ἀποτελεῖ τὰ γένη , ὥσπερ καὶ ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου :
. Ἰδίας μὲν οὖν τῆς οἰκείας φύσεως ἐπιτυχὼν ἕκαστος τοιαῦτα ἀποτελεῖ . συγκιρνάμενος δὲ ἄλλος ἄλλῳ κατὰ τοὺς σχηματισμοὺς καὶ
5084094 πεψει
δ ' ἴασις ἐν τοῖς τρισίν ἐστι κειμένη κεφαλαίοις , πέψει τε καὶ ἐπικράσει καὶ κενώσει . πέττονται μὲν οὖν
διὰ πνεύματος περιουσίαν . ἐὰν γὰρ μήτε τελείως ἐν τῇ πέψει λεπτυνθῇ τὸ πνεῦμα , ἀλλὰ τοῦ παρισταμένου ὄντος ἀποκλυσθῇ
5080306 νεφων
γίνεται νέφος ἡ ἀχλὺς καὶ ἐς αὑτὴν ἄλλα ἐπαγομένη τῶν νεφῶν ὑετὸν τοῖς Ἀρκάσιν ἐς τὴν γῆν κατιέναι ποιεῖ .
τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες διικνούμεναι φῶς πέμπουσιν , ὥσπερ διὰ τῶν νεφῶν παχυτέρων τῆς σελήνης ὄντων . Ὁ οὖν Ποσειδώνιός φησιν
5080294 ἀποτελεισθαι
τουτέστιν περὶ ὃ τὴν μέσην φαμὲν τοῦ ἐπικύκλου πάροδον ὁμαλῶς ἀποτελεῖσθαι , τὸ Η , καὶ διήχθωσαν αἱ ΒΗΘ καὶ
τοῦ σημείου τοῦ περὶ ὅ φαμεν τὴν τῶν ἐπικύκλων κίνησιν ἀποτελεῖσθαι : μάχεται γὰρ τὰ φαινόμενα . ὥστε μηδὲν ἀεὶ
5073656 καρποφορει
οὗτος ὁ τρόπος τῆς φυτείας ἐπιτευχθεὶς ζωοποιεῖ θᾶττον , καὶ καρποφορεῖ τάχιον . Τινὲς δὲ ἀπὸ πρέμνων φυτεύουσιν οὕτως :
μέμνηται φυτοῦ κοννάρου μεγέθει ἴσου πτελέῃ καὶ πεύκῃ , ὃ καρποφορεῖ δὶς τοῦ ἔτους , ἦρος καὶ φθινοπώρου . γλυκὺς

Back